145

Full Version

Embed Size (px)

Citation preview

Ευχαριστώ για την πολύπλευρη βοήθειά τους στην ολοκλήρωση του βιβλίου

τους φίλους μου: Νικόλαο Καπώνη Παναγιώτη Μοσχονά Γεώργιο Στεργίου Μαίρη Τσιχριτζή και στα παιδιά μου: Μαρία Λιβιτσάνου Νεκτάριο Λιβιτσάνο και ιδιαίτερα τον Κωνσταντίνο Κονταξή – Επίκουρο Καθηγητή Λαογραφίας

του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας για τη διόρθωση των κειμένων της β' έκδοσης.

Το φωτογραφικό υλικό προέρχεται από το αρχείο της Ιστορικής –

Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, έδρα Αγρίνιο. Σχέδιο εξωφύλλου: Χαράγματα Μυκηναϊκών πλοίων από την Υρία της Αιτωλίας και Απολίθωμα οστρακοειδών από την περιοχή Ακρωτηρίου Λευκάτας

© 2011, Π. Λιβιτσάνος Μ. Μπότσαρη 10 Άγ. Κων/νος- Αγρίνιο, τηλ: (2641) 29252 Εξώφυλλο – Ηλ. επεξεργασία Νεκτάριος Λιβιτσάνος ΕΚΔΟΣΕΙΣ ********** ISBN: 960-91658-0-X – B' Έκδοση – Βελτιωμένη

1

2

Αφιερώνεται

στη μνήμη των αείμνηστων

Παναγιώτη Μοσχονά και

Νικολάου Καπώνη

για την αμέριστη και ανυστερόβουλη

υποστήριξη που μου προσέφεραν

στην υλοποίηση αυτού του έργου.

Αριστερά ο Παναγιώτης Λιβιτσάνος Δεξιά ο Παναγιώτης Μοσχονάς

Νικόλαος Καπώνης

3

4

Προϊστορική Αιτωλοακαρνανία

και Ομηρικά έπη

5

6

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ …………………………………………………………. 9

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΓΕΛΑΟΥ ………………………………………. 11

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ

ΚΑΙ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ ………………………………………………

15

Οι πανάρχαιες λατρείες …………………………………………….. 20

Αιτωλική μυθολογία ……………………………………………….. 21

Ο θάνατος και ο τάφος του Οδυσσέα ……………………………… 55

Το βασίλειο του Οδυσσέα ………………………………………….. 60

ΟΙ ΤΑΦΙΟΙ Ή ΤΗΛΕΒΟΕΣ ………………………………………. 63

Οι λατρείες των Ταφίων ή Τηλεβόων ……………………………... 67

Οι Τάφιοι ή Τηλεβόες ……………………………………………… 70

Φαράγγι της μέλισσας ……………………………………………… 74

Τάφιοι και Φοίνικες ……………………………………………….. 81

Τάφιοι και ληστοπειρατεία ……………………………………….. 81

Επιδρομές στην Αργολίδα …………………………………………. 83

Η εισβολή του Αμφιτρίωνα στην χώρα των Ταφίων …………….. 85

Ιόνιο …………………………………………………………………. 87

ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ

ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ……………………………….………

89

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ………………………………………………….. 125

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ……………………………………………………. 139

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ……………………………………………… 142

7

8

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ίγες γνώσεις έχω, αφού μόνο το Δημοτικό Σχολείο έχω βγάλει, όχι σε έξι χρόνια αλλά σε οχτώ, γιατί ποτέ μου δεν ήμουν καλός μαθητής. Όσο περνούσαν τα χρόνια κατάλαβα το μεγάλο μου λάθος κι άρχισα να

διαβάζω, αρχίζοντας απ’ τα πιο απλά βιβλία, ώστε να μπορώ να καταλαβαίνω. Αργότερα, τόλμησα να διαβάσω και πιο δύσκολα. Σαν Λευκαδίτης που είμαι ζούσα στη Λευκάδα. Έμενα στο Νυδρί και εργαζόμουν στο Σκορπιό, το νησί του Ωνάση. Τα περισσότερα ονόματα από τους εργάτες που δουλεύαμε μαζί ήταν Οδυσσέας και Τηλέμαχος και από τις γυναίκες Πηνελόπη. Ρώτησα, από περιέργεια, γιατί έχουν τόσα πολλά αρχαία ονόματα στο Νυδρί. (Εγώ είμαι από τον Κάβαλο). Μου απάντησαν ότι τους είχε βαφτίσει ο Γερμανός αρχαιολόγος Βίλχελμ Νταίρπφελδ, που είχε κάνει ανασκαφές στη Λευκάδα και που πίστευε ότι η Λευκάδα είναι η Ομηρική Ιθάκη. Αφού έμαθα για ποιο λόγο τα περισσότερα ονόματα των νέων από το Νυδρί της Λευκάδας ήταν Οδυσσέας, Τηλέμαχος, Πηνελόπη, Λαέρτης, αποφάσισα να διαβάσω την «Οδύσσεια» του Ομήρου, γιατί ήθελα να μάθω την ιστορία του τόπου μου.

Αργότερα, ακολούθησα την τεχνική εταιρεία όπου εργαζόμουν στο Αγρίνιο. Εδώ, γνώρισα τον αείμνηστο Θωμά Μποκώρο, ιδρυτή και πρόεδρο της Ιστορικής - Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Στερεάς Ελλάδας που έχει έδρα το Αγρίνιο. Έγινα και εγώ μέλος της. Διαβάζοντας διάφορες απόψεις για την Ομηρική Ιθάκη, αποφάσισα και εγώ να ασχοληθώ και κατέληξα, μετά από πολλά διαβάσματα, σ’ αυτή τη μικρή μελέτη μου.

Ξεκινώντας την περιοδεία μου, μακριά από την Αιτωλοακαρνανία και το Ιόνιο, για να καταλήξω εδώ, αρχίζω από την αρχαία Αθήνα, που θεωρείται το λίκνο του πολιτισμού, όχι μόνο για τους Έλληνες, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όλοι οι συγγραφείς, αρχαίοι και νεώτεροι, μας μιλούνε για το «Χρυσό Αιώνα» του Περικλή και το λίκνο της Δημοκρατίας, την αρχαία Αθήνα. Πώς όμως είναι δυνατόν, στην πιο τέλεια δημοκρατία, να ψηφίζουν μόνο οι «τέλειοι» Αθηναίοι και να υπάρχει η δουλεία σε τόσο μεγάλο βαθμό;

Και γιατί οι ιστορικοί δεν μας λένε για τη δημοκρατία που υπήρχε στην Αιτωλική Συμπολιτεία, όπου δεν υπήρχαν τόσοι δούλοι, και ο στρατηγός – Αιτωλάρχης - εκλεγόταν μόνο για ένα χρόνο και δεν μπορούσε να δημιουργήσει

Λ

9

κατεστημένο; Η υποταγή του πολίτη ήταν ελεύθερη και το πολίτευμα περιέκλειε όλα τα στοιχεία της λαϊκής κυριαρχίας. (Γ. Κατωπόδης, Αιτωλική Συμπολιτεία, σελ. 554).

Στο πολίτευμα της Αιτωλικής Συμπολιτείας, η αρχηγεία του κράτους ήταν περιορισμένη για ένα χρόνο και ο αρχηγός δεν είχε δικαίωμα επανεκλογής. Αυτό γινόταν για να κόψει την όρεξη των φιλόδοξων να παραμένουν μεγάλο χρονικό διάστημα στην εξουσία. Κανείς δεν είχε δικαίωμα να διαλύσει το σώμα των εκλεγμένων από το λαό, πριν τελειώσει η θητεία του, ούτε να απομακρύνει τον εκλεγμένο Αιτωλάρχη. Ο λαός που τους είχε εκλέξει ήταν αυτός υπεύθυνος για ό,τι συμβεί, και σε καμιά περίπτωση αυτοί δεν τιμωρούνταν. (Γ. Κατωπόδης, Αιτωλική συμπολιτεία σελ. 548).

Οι αρχαίοι ιστορικοί περιφρονούν την ιστορία της Αιτωλίας, ακόμη και όταν εκλέχθηκε Αιτωλάρχης ο ολιγαρχικός Αγέλαος από τη Ναύπακτο, που ήταν ο μόνος που μίλησε με το Φίλιππο τον Ε΄., της Μακεδονίας, για την ενότητα των Ελλήνων, απέναντι στον εχθρό που ερχόταν από τη Δύση, τους Ρωμαίους. Παρακάτω, δημοσιεύουμε το λόγο του στην αρχαία μορφή του, όπως μας τον παραδίδει ο αρχαίος ιστορικός Πολύβιος, όσο και σε μετάφραση στα νέα ελληνικά, από τον συμπατριώτη μας φιλόλογο Κώστα Τριανταφυλλίδη.

Ελπίζω η εργασία μου αυτή να συμβάλλει στην έρευνα και τη μελέτη της ιστορίας της Αιτωλοακαρνανίας.

Παναγιώτης Λιβιτσάνος Αγρίνιο, Ιανουάριος 2013

10

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΓΕΛΑΟΥ

Μικρή εισαγωγή

τα 220 π.Χ., όταν βασιλιάς των Μακεδόνων ήταν ο νεαρός Φίλιππος ο Ε΄, ξέσπασε ο εξοντωτικός Συμμαχικός πόλεμος. Ο πόλεμος αυτός χώρισε τότε την Ελλάδα σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα.

Από την μια πλευρά ήταν οι Μακεδόνες με τους συμμάχους τους και την Αχαϊκή Συμπολιτεία και από την άλλη η Σπάρτη, η Αιτωλική Συμπολιτεία και η Κρήτη. Το σφοδρό μίσος μεταξύ των εμπολέμων, εκδηλώθηκε με επιδρομές και λεηλασίες ακόμη και αυτών των θρησκευτικών κέντρων του Δίου, της Δωδώνης και του Θέρμου. Οι Αιτωλοί λεηλάτησαν το Δίον στη Μακεδονία και το ιερό της Δωδώνης στην Ήπειρο, ενώ ο Φίλιππος κατέλαβε το Θέρμο, το "ιερό κέντρο των Αιτωλών" και το κατέστρεψε ολοκληρωτικά το 218 π.Χ.

Στο μεταξύ, είχαν εμφανιστεί τα "από της εσπερίας νέφη", ο κίνδυνος δηλαδή των Ρωμαίων και των Καρχηδονίων από τη δύση. Μπροστά στον κοινό εξωτερικό κίνδυνο και με τη μεσολάβηση του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου του Δ΄. έγινε κατάπαυση των εχθροπραξιών και συγκλήθηκε συνέδριο στη Ναύπακτο, το 217 π.Χ., για τη σύναψη ειρήνης μεταξύ των εμπολέμων.

Εκεί, στην πρώτη, κιόλας, συνεδρίαση των εκπροσώπων των διαφόρων πλευρών, έλαβε το λόγο ο στρατηγός των Αιτωλών Αγέλαος από τη Ναύπακτο. Ο Αγέλαος, άνθρωπος με πλατειά πανελλήνια συνείδηση και συναίσθηση της μεγάλης ιστορικής του ευθύνης, επέστησε την προσοχή των συνέδρων στα "προφαινόμενα....από της εσπερίας νέφη" και συνέστησε "μηδέποτε πολεμείν τους Έλληνας αλλήλοις". Ο ιστορικός αυτός, για τη διορατικότητα και την υψηλοφροσύνη του, λόγος, όπως μας τον διέσωσε ο ιστορικός Πολύβιος έχει ως εξής:

Αρχαίο κείμενο (Πολυβίου, «Ιστοριών Ε΄.,104»). «...ος (ο Αγέλαος), έφη δειν μάλιστα μέν μηδέποτε πολεμείν τους Έλληνας

αλλήλοις, αλλά μεγάλην χάριν έχειν τοις θεοίς, ει λέγοντες εν και το αυτό πάντες, και συμπλέκοντες τας χείρας καθάπερ οι τους ποταμούς διαβαίνοντες, δύναιντο τας των βαρβάρων εφόδους αποτριβόμενοι, συσσώζειν σφάς αυτούς και τας πόλεις. Ου μην αλλ’ ει το παρόν ηξίου συμφρονείν και φυλλάτεσθαι προϊδομένους το βάρος των στρατοπέδων και το μέγεθος του συνεστώτος προς τας δύσαισι πολέμου. δήλον γάρ είναι παντί τω και μετρίως περί τα κοινά σπουδάζοντι και νυν, ως εάν τε Καρχηδόνιοι Ρωμαίων εάν τε Ρωμαίοι Καρχηδονίων περιγένωται εν τω πολέμω,

Σ

11

κατ΄ουδένα τρόπο εικός εστί τους κρατήσαντας επί ταις Ιταλιωτών και Σικελιωτών μείναι δυναστείαις, ήξειν δε και διαταινείν τας επιβολάς και δυνάμεις αυτών πέραν του δέοντος. Διόπερ ηξίουν πάντας μεν φυλάξασθαι τον καιρόν, μάλιστα δε Φίλιππον. Είναι δε φυλακήν, εάν αφέμενος του καταφθείρειν τους Έλληνας και ποιείν ευχειρωτάτους τοις επιβαλλομένοις κατά τουναντίον ως υπέρ ιδίου σώματος βουλεύτασι, και καθόλου πάντων των της Ελλάδος μερών ως οικείων και προσηκόντων αυτώ ποιήται πρόνοιαν. Τούτο γαρ τον τρόπον χρώμενον τοις πράγμασι τους μεν Έλληνας εύνους υπάρξειν αυτώ και βεβαίους συναγωνιστάς προς τας επιβολάς, τους δε έξωθεν ήττον επιβουλεύσειν αυτού τη δυναστεία, καταπεπληγμένους την των Ελλήνων προς αυτόν πίστιν. Ει δε πραγμάτων ορέγεται, προς τας δύσεις βλέπειν αυτόν ηξίου και τοις εν Ιταλία συνειστώσι πολέμοις προσέχειν τον νούν, ίνα γενόμενος έφεδρος έμφρων πειραθεί συν καιρώ της των όλων αντιποιήσασθαι δυναστείας. Είναι δε τον ενεστώτα καιρόν ουκ αλλότριον της ελπίδος ταύτης. Τας δε προς τους Έλληνας διαφοράς και τους πολέμους εις τας αναπαύσεις αυτόν υπερτίθεσθαι παρεκάλει, και μάλιστα σπουδάζειν περί τούτου του μέρους, ίνα έχη την εξουσίαν, όταν βούληται, και διαλύεσθαι και πολεμείν προς αυτούς ως εάν άπαξ τα προφαινόμενα νυν από της εσπέρας νέφη προσδέξηται τοις κατά την Ελλάδα τόποις επιστήναι, και λίαν αγωνιάν έφη μη τας ανοχάς και τους πολέμους και καθόλου τας παιδίας, ας νυν παίζομεν προς αλλήλους, εκκοπήναι συμβή πάντων υμών επί τοσούτον, ώστε καν εύξασθαι τοις θεοίς υπάρχειν υμίν την εξουσίαν ταύτην, και πολεμείν, όταν βουλώμεθα, και διαλύεσθαι προς αλλήλους, και καθόλου κυρίους είναι των εν αυτοίς αμφισβητουμένων».

Απόδοση στα νέα ελληνικά (Κ. Τριανταφυλλίδης). «Αυτός, (ο Αγέλαος) είπε ότι: Οι Έλληνες προπάντων δεν πρέπει ποτέ να

πολεμούν μεταξύ τους, αντίθετα μάλιστα πρέπει να χρωστούν ευγνωμοσύνη στους θεούς, αν όλοι με ομογνωμοσύνη και πιασμένοι χέρι-χέρι, όπως ακριβώς κάνουν αυτοί που περνούν τα ποτάμια, μπορούν να αποκρούουν τις προσβολές των βαρβάρων και να σώζουν μαζί τους εαυτούς τους και τις πόλεις των.

Αν όμως αυτό δεν είναι καθόλου δυνατό, για την ώρα τουλάχιστον πρέπει να ομονοούν και να προφυλάσσονται, βλέποντας τους μεγάλους στρατούς και το μέγεθος του διεξαγόμενου στη Δύση πολέμου. Γιατί είναι πια ολοφάνερο, ακόμη και σε αυτόν που επιφανειακά εξετάζει τα σημερινά πράγματα, ότι, είτε οι Καρχηδόνιοι τους Ρωμαίους, είτε οι Ρωμαίοι τους Καρχηδόνιους νικήσουν στον πόλεμο, δεν είναι φυσικό, με κανένα τρόπο, να αρκεστούν στην κυριαρχία της Ιταλίας και της Σικελίας, θα έρθουν και θα επεκτείνουν πιο πέρα τις βλέψεις και τις δυνάμεις των.

12

Γι’ αυτό ακριβώς, πρέπει όλοι να είναι άγρυπνοι και προπάντων ο Φίλιππος. Και θα είναι επαγρύπνηση, αν παύσει να εξαντλεί τους Έλληνες και να τους κάνει ευπρόσβλητους στους επιδρομείς. Αντίθετα μάλιστα, πρέπει να σκέφτεται γι' αυτούς σαν να είναι το ίδιο του το κορμί και γενικά να προνοεί για κάθε γωνιά της Ελλάδος, σαν να είναι προσωπική και οικεία του. Αν τηρήσει αυτή την πολιτική, οι μεν Έλληνες θα τρέφουν προς αυτόν φιλικά αισθήματα και θα είναι σταθεροί σύμμαχοι στις επιθέσεις των εχθρών, οι δε εξωτερικοί εχθροί λιγότερο θα βυσσοδομήσουν κατά της εξουσίας του, καταπτοημένοι από την εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο πρόσωπό του.

Εάν, εξάλλου, επιθυμεί πολεμικές περιπέτειες, πιστεύω πως πρέπει να έχει τα βλέμματα στραμμένα προς τη Δύση και να παρακολουθεί τις επιχειρήσεις της Ιταλίας. Έτσι, παραμονεύοντας, θα προσπαθήσει, την κατάλληλη στιγμή, να διεκδικήσει με ευφυΐα, την όλη κυριαρχία. Και δεν είναι ασυμβίβαστη η περίσταση με την ελπίδα αυτή.

Όσον αφορά τώρα τις διαφορές του και τους πολέμους του προς τους Έλληνες, τον προτρέπω να το αναβάλλει για αργότερα. Θέλει δε πολλή σκέψη το ζήτημα τούτο. Έτσι, θα έχει τη δυνατότητα, όταν θέλει, και να παύει και να εξακολουθεί τον πόλεμο μαζί τους.

Γιατί αν, έξαφνα, τα νέφη που προβάλλουν τώρα απειλητικά από τη Δύση, στραφούν και σταθούν πάνω από την Ελλάδα, λέγω ότι θα μπούμε σε μεγάλη αγωνία μήπως συμβεί οι ανακωχές και οι πόλεμοι, και γενικά τα παιδιαρίσματα που παίζουμε τώρα μεταξύ μας, μας λείψουν τόσο πολύ, ώστε να παρακαλάμε τους θεούς να έχουμε αυτή τη δυνατότητα, και να πολεμάμε, και να σταματάμε τον πόλεμο μεταξύ μας. Γενικά, δε να είμαστε κύριοι να κανονίζουμε τις διαφορές μας».

13

14

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ

15

16

διαστρέβλωση των γεγονότων για λόγους συμφερόντων δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Παρατηρείται, ακόμα, και στους Δελφούς που θεωρούνταν το κέντρο της γης. Αναφορικά με το όνομα Δελφοί, λέγεται

ότι το πήραν από το Δελφίνι πάνω στο οποίο έφθασε ο Απόλλωνας προερχόμενος από την Κρήτη, αφού πέρασε κοντά από τον Κρισαίο κόλπο, στη σημερινή ρεματιά του Χρυσού, κοντά στην Ιτέα.(Σήμερα ο κόλπος δεν υπάρχει, γιατί έχουν γίνει προσχώσεις). Μήπως όμως, όπως υποστηρίζουν άλλοι ιστορικοί, το όνομα υπήρχε και πριν, αφού ξέρουμε ότι στους Δελφούς δίνονταν και πριν χρησμοί, στην τότε μητριαρχική κοινωνία, στο όνομα της Θεάς Γαίας; Μήπως λέγονταν Δελφοί και πριν εμφανιστεί ο Απόλλων, Δελφοί και το όνομα προήλθε όχι από το δελφίνι, αλλά από το Δελφύς, που σημαίνει κοιλιά ή μήτρα γυναίκας;

Η λατρεία της Γαίας υπήρχε και πριν από τον Απόλλωνα, ήταν η θεά της γονιμότητας. Πού γίνεται η γονιμοποίηση; Στη μήτρα της γυναίκας που το αρχαίο όνομά της είναι Δελφύς (Δελφύς-Δελφοί). Στη Μυθολογία αναφέρεται ότι το όνομα Δελφοί προέρχεται από κάποιο θηλυκό δράκο που το όνομά του ήταν Δελφίνη και ότι συνδεόταν με έναν αρσενικό δράκο τον Τυφώνα. Αντίπαλος του Τυφώνα ήταν ο Ζευς. Στους Δελφούς τον νίκησε ένας γιος του Δία, ο Απόλλων. Ο Ζευς εξόντωσε τον αρσενικό δράκο, ενώ ο Απόλλων τον θηλυκό. Το όνομα Δελφοί προέρχεται από το όνομα αυτό, που αναφέρεται στη μυθολογία. Στην πραγματικότητα, ποιος είναι ο θηλυκός δράκος που σκότωσε ο Απόλλων; Δεν είναι η μητριαρχία; Με λίγα λόγια, και αυτόν το μύθο αν ακολουθήσουμε για να βρούμε από πού προέρχεται το όνομα Δελφοί, βρίσκουμε ότι το όνομα προϋπήρχε και δεν προέρχεται από ψάρι ή δελφίνι, αλλά από τον θηλυκό δράκο Δελφίνη. Είτε από το θηλυκό δράκο Δελφίνη προέρχεται, είτε από το Δελφύς που είναι η μήτρα γυναίκας, είναι το ίδιο το όνομα που προϋπήρχε στη μητριαρχική κοινωνία∙ και για να θολώσουν τα νερά έφτιαξαν αυτή τη φανταστική ιστορία: ότι το όνομα το πήρε από το ψάρι «δελφίνι», με το οποίο ήρθε ο Απόλλων από την Κρήτη. Με λίγα λόγια, προϋπήρχε στους Δελφούς η λατρεία της θεάς της γονιμότητας.

Η

17

Πήλινα ειδώλια νεολιθικής εποχής από τη Χρυσοβίτσα – Θέρμου (Μουσείο Θέρμου)

Υπάρχει στους Δελφούς ιερό του Απόλλωνα, έχουμε και στο Θέρμο Αιτωλοακαρνανίας λατρεία του Απόλλωνα. Στο Θέρμο, όμως, συναντάται και λατρεία της θεάς Γαίας. Από τα δύο ειδώλια που βρέθηκαν στην περιοχή Χρυσοβίτσας Θέρμου το ένα παριστάνει όρθια γυναίκα εγκυμονούσα και το άλλο καθισμένη. Μήπως και εδώ, στο Θέρμο, δόθηκε μάχη για την κατάργηση της μητριαρχίας; Αυτό μάλλον αποδεικνύεται από μια ταφή που βρέθηκε στον

προϊστορικό ναό του Θέρμου. Ο ναός είχε ομφαλό όπως οι χριστιανικές εκκλησίες σήμερα. Πάνω στον πέτρινο ομφαλό ήταν μια παράσταση που απεικονίζει ένα φίδι, το οποίο στην αρχαιότητα συμβολίζει τον υποχθόνιο Θεό, αντίστοιχο με το σημερινό διάβολο. Μέσα στον τάφο δεν βρέθηκαν οστά ανθρώπου, αλλά πουλιών.

18

Ποια θεότητα θάφτηκε εκεί και για να μην ξαναβγεί στην επιφάνεια έβαλαν φύλακα το Διάβολο, δηλαδή το φίδι; Στην Αιτωλία, όμως, δεν πρέπει να τα κατάφεραν και τόσο καλά, αφού, τελικά, επικράτησε η ανδροκρατία. Βλέπουμε και στους νεώτερους, επίσης, χρόνους, ότι ο ρόλος της γυναίκας είναι διαφορετικός στην κοινωνία της Αιτωλίας. Οι Αιτωλοί έχουν αφιερώσει πολλά αγάλματα στους Δελφούς στη γυναίκα. Αυτό δείχνει ότι η γυναίκα στην Αιτωλία ήταν ελεύθερη, αντίθετα από την υπόλοιπη Ελλάδα. Η Αιτωλία είχε την ατυχία να την εχθρεύεται ο ιστορικός Πολύβιος που έτρεφε μεγάλη αντιπάθεια προς τις γυναίκες, με αποτέλεσμα να μην κάνει γνωστό το ρόλο της γυναίκας που είναι αξιόλογος από τη μητριαρχική εποχή έως τους νεώτερους χρόνους. (Γεράσιμος Κατωπόδης, Αιτωλική Συμπολιτεία, σελ. 624).

19

Οι πανάρχαιες λατρείες

την αρχή, στις πρώτες θεότητες αναφέρεται ο Ωκεανός ενωμένος με τη θεά Τηθύς που χαρακτηρίζεται ως μητέρα. Ο Ωκεανός ήταν η κυκλική ροή των πηγών των ποταμών και της θάλασσας. Η Τηθύς ήταν μητέρα των παιδιών

του Ωκεανού. Τα παιδιά του είναι τα ποτάμια, τρεις χιλιάδες στον αριθμό, και ο αριθμός των θυγατέρων άλλες τόσες, περίπου. Τις θυγατέρες τις έλεγαν Ωκεανίδες. Στις εγγονές της ανήκει μία που το όνομά της είναι Θέτης = Τηθύς. Αυτά τα δύο ονόματα μάλλον σήμαιναν το ίδιο∙ Ήταν η μεγάλη κυρά της θάλασσας.

Μία άλλη θεότητα, που λάτρευαν οι άνθρωποι του κυνηγιού και των βουνών, ήταν η Νυξ. Με το όνομα Νυξ αναφέρει και ο Όμηρος κάποια θεά για την οποία ο Ζευς έτρεφε μεγάλο σεβασμό. Η Νυξ ήταν ένα πουλί με μαύρα φτερά, γονιμοποιημένη από τον άνεμο. Η Νυξ γέννησε το ασημένιο αυγό και βγήκε ο γιος του ανέμου που φυσά. Ο θεός με τα χρυσά φτερά που ονομάζεται Έρως, ο θεός της αγάπης. Ο Ησίοδος φέρει σαν την πιο αρχαία θεότητα τη θεά Γαία και τον Έρωτα. Από το χάος προέρχεται το Έρεβος, η άφωνη σκοτεινιά του βυθού. Και η Νυξ γέννησε τον Αιθέρα, η Γαία γέννησε τον Ουρανό και τα μεγάλα βουνά που στις κοιλάδες τους ζούσαν οι θεές Νύμφες. Επίσης, γέννησε τις αφρισμένες θάλασσες, και τον Πόντο. Αυτόν τον γέννησε χωρίς τον έρωτα, χωρίς γάμο. Η Γαία, επίσης, γέννησε τους Τιτάνες και τις Τιτανίδες. Ο Ησίοδος αναφέρει τον Ωκεανό και τη Θέτιδα και τρεις Κύκλωπες: τον Στερόπη, τον Βρόντη και τον Άργη. Κατόπιν, η Γαία γέννησε με τον Ουρανό τρεις εκατόχειρες γίγαντες, με εκατό μάτια και πενήντα κεφάλια: τον Κότο, τον «κρότο», τον Βριάρειο τον «Δυνατό» και τον Γύην τον «προσαρμοζόμενο». Αυτά αναφέρονται για να έχει ο αναγνώστης "μια γεύση" γύρω από τις πανάρχαιες θεότητες και προπαντός για τη θεά Γαία που λατρεύονταν και στην Αιτωλία. (Κ. Κερένυ, «Η μυθολογία των Ελλήνων»).

Σ

20

Αιτωλική μυθολογία

ημαντική θέση στην Αιτωλία έχουν οι λατρείες προς τις χθόνιες θεότητες. Ονόματα που έχουν την καταγωγή τους σε αυτές τις θεότητες είναι: Τοξεύς, Πλήξιππος, Μελέαγρος, Ευρύπυλος, Γόργης, Ανδραίμων,

Δηιάνειρα. Αυτές οι λατρείες συγκεντρώνονται γύρω από τη Διονυσιακή λατρεία, στην οποία παραπέμπουν και τα ονόματα Ορεσθεύς, Φύτεος, Οινεύς και Θόας.

Στα χρόνια της μητριαρχίας, ο Οινέας έχει γυναίκα του την Αλθαία, η οποία, όμως, στο μύθο παρουσιάζεται και ως γυναίκα του Διόνυσου που το όνομά της μαρτυρεί τη Γη. Ο φιλόλογος Γιάννης Νεραντζής αναφέρει: (Πρακτικά του 1ου Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας), ότι η ευλογία για τους ανθρώπους και τη βλάστηση ήταν οι ιεροί γάμοι, που συμβολίζουν την ένωση με το Θεό και τον άνθρωπο.

Στους προϊστορικούς χρόνους, οι κόρες παντρεύονταν με έναν ξένο και με τον τρόπο αυτό εκείνος γινόταν βασιλιάς. Ο βασιλιάς, γονιμοποιώντας τη βασιλοπούλα, γονιμοποιούσε και τη θεά που στη Γη εκπροσωπούσε η βασιλοπούλα. Με τη γονιμοποίηση της θεάς εξασφάλιζε τη γονιμότητα των χωραφιών και των ζώων.

Η αναφορά γίνεται για να κατανοηθεί ότι και η Πηνελόπη παντρεύεται τον Οδυσσέα με τον ίδιο τρόπο και έτσι έγινε εκείνος βασιλιάς της Ιθάκης, στο βασίλειο του Ικάριου, του πατέρα της. Το βασίλειο του Ικάριου είναι ένα τμήμα της Ακαρνανίας, το οποίο δώρισε ο Θέστιος.

Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Οδυσσέας παντρεύτηκε την Πηνελόπη επειδή κέρδισε σε αγώνα, δηλαδή τον εμφανίζει σαν μνηστήρα, και ότι όταν κέρδισε τον αγώνα, τον ακολούθησε η Πηνελόπη στην Ιθάκη. Εδώ, περιπλέκονται, ίσως, τα θέματα από τους ιστορικούς, αφού το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο και με την Ελένη που πήρε ο Μενέλαος και έγινε βασιλιάς στο βασίλειο του Τυνδάρεω, σύμφωνα με το μητριαρχικό έθιμο.

Το ίδιο και ο Αγαμέμνονας, και τόσοι άλλοι της εποχής εκείνης. Εδώ μπορούμε να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας. Η Πηνελόπη κληρονόμησε το βασίλειο του πατέρα της, που το είχε κάνει δώρο ο Θέστιος για τη βοήθεια που του πρόσφερε όταν είχαν κάνει πόλεμο με τους Ακαρνάνες. Σύμφωνα με το

Σ

21

μητριαρχικό έθιμο, ο Οδυσσέας έγινε βασιλιάς στο βασίλειο του πεθερού του Ικάριου.

Είναι γνωστός ο μύθος για τα δύο αδέλφια, τον Τυνδάρεω και τον Ικάριο. Ο Ικάριος είχε τρία παιδιά, τον Αλυζιέα, το Λευκάδιο και την Πηνελόπη. Τον Αλυζιέα τον βρίσκουμε βασιλιά της Αλυζείας, στο σημερινό Μύτικα και το Λευκάδιο τον συναντάμε στη Λευκάδα. Από αυτό βγαίνει το συμπέρασμα ότι το βασίλειο του Αλυζέα, του Λευκάδιου και της Πηνελόπης ήταν ένα και μοιράστηκε εξίσου στα τρία παιδιά, πράγμα που δείχνει ότι και στα χρόνια της Πηνελόπης η γυναίκα στην Αιτωλία ήταν ίση με τον άνδρα, αφού ο πιστός στην ισότητα Ικάριος μοίρασε το βασίλειό του και στα τρία παιδιά του. Από αυτό φαίνεται ακόμα μια φορά, η μεροληψία που υπήρχε στους ιστορικούς. Μήπως όμως και τους μνηστήρες δεν μας τους παρουσιάζει ο ποιητής για να μειώσει την Πηνελόπη, δηλαδή τη γυναίκα;

Μήπως γι’ αυτό το λόγο η «Οδύσσεια» σταματάει απότομα και αναγκάζει τους σημερινούς μελετητές να δυσκολεύονται να αναφερθούν στην υπόλοιπη ιστορία της Ιθάκης και της οικογένειας του Οδυσσέα;

Λέγουν, όμως, ότι η Ιθάκη είναι ένα κομμάτι από το βασίλειο του Ικάριου. Τα γεγονότα που αναφέρει ο Όμηρος έχουν γίνει στην μητριαρχική εποχή. Είναι γνωστό ότι ο Όμηρος γράφει την «Οδύσσεια», το 850 π.Χ., δηλαδή την εποχή που είναι κυρίαρχος ο άνδρας, Επομένως, εξυψώνει εσκεμμένα τον άνδρα και μειώνει τη γυναίκα. Και κάτι ακόμα· πολλοί υποστηρίζουν ότι τα ομηρικά έπη τα τελειοποίησαν Αθηναίοι ιστορικοί, πολύ αργότερα, γύρω στον 6ο π.Χ αιώνα, την εποχή που η Αθήνα αρχίζει να βρίσκεται στην μεγάλη ακμή της. Εσκεμμένα, λοιπόν, μειώνονται τα γεγονότα για να είναι ανεβασμένο το γόητρο της πόλης της Αθηνάς.

Διάφορα φύλα που ήρθαν στην Ελλάδα, στην πάλη κατά των Πελασγών και την ανατροπή τους στην Θεσσαλία, διαμοιράστηκαν στο χώρο της Πίνδου μέχρι και την περιοχή του Αχελώου. Όταν μιλάμε για τα φύλα αυτά, εννοούμε ένοπλες πληθυσμιακές ομάδες που ενώθηκαν για να ανατρέψουν τους Πελασγούς. Μία από τις ομάδες αυτές ήταν και οι Αιτωλοί. Οι πολεμικές αυτές ομάδες διαμορφώθηκαν μετά το 2.000 π.Χ.

Στην Ακαρνανία, κυριάρχησαν διαφορετικά φύλα από αυτά που κυριάρχησαν στην Αιτωλία. Από εκεί που μπορεί να αρχίσει η μελέτη της Αιτωλίας, είναι η εποχή που εμφανίζονται οι Κουρήτες. Το όνομά τους το πήραν γιατί ήταν

22

κουρεμένοι, σε αντίθεση με τους Ακαρνάνες που η ονομασία του ονόματός τους σημαίνει ακούρευτοι. Οι Κουρήτες είναι μια φυλή που ζει, στην αρχή, στην Κρήτη. Στην Αιτωλία, τους βρίσκουμε από τους πρώτους κυρίαρχους στα μέρη αυτά. Ο Στράβων λεει ότι πρωτοήρθαν από την Εύβοια κι αυτό γιατί στην Εύβοια είχε επικρατήσει η συνήθεια να κόβουν τα μαλλιά τους.

Οι Κουρήτες πρέπει μάλλον να εγκαταστάθηκαν πρώτα στην ανατολική Στερεά Ελλάδα. Ο λόγος ήταν καθαρά εμπορικός, καθώς μεγάλη εμπορική αρτηρία ήταν ο Κορινθιακός κόλπος, από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. Τα χρόνια εκείνα, το εμπόριο το διακινούσαν οι Λέλεγες και οι Κάρες. Το εμπόριο γινόταν με πλοία. Τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας ήταν απαραίτητα για τη διακίνηση του εμπορίου, γι’ αυτό εμφανίζονται στα μέρη αυτά οι Κουρήτες. Αυτούς τους είχαν διώξει από εκεί που ζούσαν προηγουμένως και εγκαταστάθηκαν και εδώ, διευκολύνοντας το εμπόριο που διακινούνταν από τον Κορινθιακό προς την Ιταλία. Ένα από τα μέρη αυτά ήταν και η παλαιά Πλευρώνα.

Οι Αιτωλοί είναι ένα φύλο που έλαβε μέρος στην ανατροπή των Πελασγών. Ο Αιτωλός φέρεται να είναι συγγενής με το Λοκρό και τον Οπούντα. Έχουν συνεργασία με τον Ίτωνα, τον άνθρωπο που συνδυάζει τη λατρεία της Ιτονίδας Αθηνάς. Κινούνταν την εποχή εκείνη στο χώρο της Θεσσαλίας. Από εκεί θα φύγουν και θα κάνουν ολόκληρο κύκλο για να φθάσουν στην Αιτωλία. Η ομάδα των Αιτωλών συνεργάζεται με την ομάδα του Αέθλιου, που, στη μυθολογία, αναφέρεται ως γιος του Δία. Αυτός ενσωματώνεται στην ομοσπονδία των ελληνικών φύλων, που λέγονται Αιολείς ή Αιολικά φύλα. Γιος του Αέθλιου ήταν ο Ενδυμίωνας. Αυτός έφυγε από τη Θεσσαλία, πήρε την ομάδα του και μαζί με τους Αιτωλούς εγκαταστάθηκαν στην Ηλεία. Παιδιά του Ενδυμίωνα είναι ο Επειός, ο Αιτωλός, ο Ευρυτίονας, ο Άναξος, ο Παίονας, ο Μόλος, ο Ιπσέας και η Ευρικίδα, που, σύμφωνα με το μύθο, γέννησε τον Ήλιο από τον Ποσειδώνα και που έγινε αρχηγός των Ηλείων.

Σε ένα αγώνα δρόμου που έκαναν τα παιδιά του Ενδυμίωνα νίκησε ο Επειός και έμεινε διάδοχος, ενώ ο Αιτωλός διορίστηκε διάδοχος του, όταν πέθανε ο Αζάνας, στο αγώνισμα που έκαναν πάνω από τον τάφο του. Ο Αιτωλός σκότωσε έναν από τους ηγέτες των Αρκάδων ή του Άργους, που μάλλον ήταν ο βασιλιάς Άπις. Για το λόγο αυτό έπρεπε να εγκαταλείψει την Ηλεία. Πήρε την ομάδα του και έφθασε στην Καλυδώνα, όπου τον δέχτηκαν οι τότε αρχηγοί της, τα παιδιά του Απόλλωνα και της Φθίας. Ήταν ο Δώρος, ο Λαοδόπος και ο Πολίπιος, που ήταν

23

κυρίαρχοι στους Κουρήτες. Ωστόσο, ο Αιτωλός, παρόλο που τον υποδέχτηκαν καλά, τους εξόντωσε και πήρε την αρχηγία. Η ομάδα των Κουρητών δεν έφυγε, αλλά κράτησε την Πλευρώνα, ενώ ο Αιτωλός κράτησε την Καλυδώνα και, αργότερα, υπέταξε και την Πλευρώνα, όπου εξακολούθησαν να μένουν μαζί του πια και οι Κουρήτες. Ο Αιτωλός απέκτησε δυο παιδιά, τον Πλευρώνα και τον Καλυδώνα. Η ομάδα του Πλευρώνα, στηριγμένη στους Κουρήτες ανεξαρτητοποιήθηκε. Οι μύθοι αναφέρουν ότι ο Καλυδώνας είχε δυο κόρες. Η μία κόρη παντρεύτηκε το γιο του Πλευρώνα, τον Αγήνορα και από τότε η εξουσία πέρασε στον Πλευρώνα.

Η κατάσταση αλλάζει στην Αιτωλία με το διάδοχο του Αγήνορα, το γιο του που λέγεται Πορθάων, ο οποίος απέκτησε πολλά παιδιά. Αυτά που φαίνονται στην ιστορία είναι ο Οινέας, που έγινε βασιλιάς της Καλυδώνας, ο Άγριος, που έγινε βασιλιάς στο Αγρίνιο, ο Μέλας, η Δία, η Στερόπη, ο Λευκωπέας, ο Αλκάθους, η Δημονίκη, που λέγεται ότι ήταν κόρη του Άρη και ο Θέστιος. Στα χρόνια που βασιλεύει ο Πορθάων και αργότερα ο Θέστιος διεξάγεται πόλεμος ανάμεσα στους Ηπειρώτες και τους Ακαρνάνες. Ο Θέστιος ζήτησε βοήθεια από δύο Λάκωνες. Ήρθε ο Τυνδάρεως, πατέρας της Ωραίας Ελένης και της Κλυταιμνήστρας και ο αδερφός του ο Ικάριος, τους οποίους είχε ανατρέψει ο τρίτος αδελφός τους ο Ιπποκόοντας. Ο Ικάριος πήρε μια κόρη του Θέστιου και ο Τυνδάρεως πήρε τη Λήδα, τη μητέρα της Ελένης. Ο Θέστιος κατέλαβε μέρος της Ακαρνανίας, όπου εισέβαλλε και ο Λαέρτης, ο πατέρας του Οδυσσέα και κατέλαβε κι αυτός άλλο ένα μέρος. Ο Αλκμαίονας παρέμεινε στις εκβολές του Αχελώου, στους Οινιάδες. Την κυρίως Ακαρνανία την ήλεγχε ο Ικάριος, που είναι ο πατέρας της Πηνελόπης, της γυναίκας του Οδυσσέα (Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από τη διάλεξη του Περικλή Ροδάκη στο Αγρίνιο).

Το σημερινό Μεγανήσι, τα αρχαία χρόνια κατοικούνταν από τους Τάφιους, τους οποίους αναφέρει ο Όμηρος και τους παρουσιάζει σαν ληστοπειρατές στα παράλια της Ακαρνανίας. Είμαστε σίγουροι ότι και στα διάφορα νησάκια περί τη Λευκάδα, δεν πρέπει να αναζητήσουμε τη σημερινή Ιθάκη. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η Ιθάκη είναι ένα μέρος από το βασίλειο του Ικάριου. Και υποθέτουμε ότι ο ποιητής μας παρουσιάζει την Πηνελόπη, διότι τα γεγονότα που αναφέρει ο Όμηρος έγιναν στη μητριαρχική εποχή και ο Όμηρος τα γράφει την εποχή που είναι κυρίαρχος ο άνδρας.

24

Δεν αναφέρει ο ποιητής ότι ο πόλεμος με την Τροία έγινε για την Ωραία Ελένη; Αν είναι δυνατόν να γίνει πιστευτή σε μια τέτοια αφελή αφορμή. Αν είναι δυνατόν να ξεσηκωθεί ολόκληρη η Ελλάδα ενάντια στην Τροία για μια γυναίκα. Ο πόλεμος ήταν καθαρά εμπορικός. Οι Αχαιοί, ως μεγάλη δύναμη, αναζητούσαν πλούτο.

Το 1200 π.Χ., η δύναμη των Χετταίων βρίσκεται σε κάποια παρακμή. Τότε οι Αχαιοί έκαναν ένα άνοιγμα να βγουν στα βορειοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας για να ανοίξουν νέες αγορές και όχι για να ξαναπάρουν την ωραία Ελένη, που αναφέρει ο Όμηρος. Και κάτι ακόμη. Εδώ βρίσκουμε να είναι συγγενής και ο Τυνδάρεως που πήρε τη Λήδα, τη μάνα της Ελένης, κόρη του Θέστιου, που επίσης συνδέεται με τον Τρωικό πόλεμο, ενώ ο Ικάριος παντρεύεται τη Ναϊάδα που είναι η μάνα της Πηνελόπης.

Ο Θέστιος πολέμησε με τους Ακαρνάνες και δώρισε ένα τμήμα της

Ακαρνανίας στον Ικάριο. Ο Ικάριος, με τη σειρά του, έδωσε προίκα στην Πηνελόπη το τμήμα αυτό, όταν αυτή παντρεύεται τον Οδυσσέα. Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι γιατί δεν αναφέρεται από τον Όμηρο καθόλου ο Θέστιος, αφού και το βασίλειο της Πηνελόπης είναι στην δικαιοδοσία του; Αυτό δείχνει ότι ο Όμηρος κάτι κρύβει και, αν δεν το κρύβει ο Όμηρος, το κρύβουν οι "Αθηναίοι" που "ξανάγραψαν" τα ομηρικά έπη το 600 π.Χ.

Θραύσμα πήλινης σίμης με παράσταση αρματοδρομίας από την Καλυδώνα

(Μουσείο Αγρινίου)

25

Ο Οδυσσέας πηγαίνει στον Τρωικό πόλεμο ως βασιλιάς της Ιθάκης. Αναφέρονται η Ώλενος και η Πυλήνη, ενώ τόσες άλλες πόλεις γύρω από τις λίμνες, τον Αχελώο και τις παράκτιες περιοχές δεν λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Μήπως οι πόλεις αυτές ζούσαν ομόσπονδα και ο Θέστιος ήταν βασιλιάς τους; Μήπως, λοιπόν, ο Οδυσσέας πηγαίνει στον Τρωικό πόλεμο και ως εκπρόσωπος του βασιλείου του Θέστιου;

Παρακάτω θα αναφερθώ σε καράβια που βρέθηκαν στην Υρία και άλλα αγκυροβόλια που βρέθηκαν στην Τριχωνίδα και μαρτυρούν ότι και οι υπόλοιπες πόλεις είχαν στόλο. Ούτε και αυτό αναφέρεται από τον Όμηρο, αλλά και από κανέναν άλλο. Πρέπει η αρχαιολογική σκαπάνη να κάνει κάποια προσπάθεια για να μαθευτεί η αλήθεια.

Οι ιστορικοί λένε ότι οι μνηστήρες της Πηνελόπης ήταν βασιλόπουλα ή αρχοντόπουλα από την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και το Δουλίχι. Επομένως, πρέπει να αποκλείσουμε αυτά τα τρία μέρη για την Ομηρική Ιθάκη. Ο Όμηρος, αναφέρει ότι, όταν σκότωσε τους μνηστήρες ο Οδυσσέας, του είπε ο πατέρας του Λαέρτης:

«Τώρα ένας φόβος με κρατεί εδώ να μην πλακώσουν όλο το πλήθος των Θιακών κι είδηση να μη στείλουν στων Κεφαλήνων τα χωριά βοήθεια να ζητήσουν»

(Οδ. ω 350)

Από το στίχο αυτό βγαίνει το συμπέρασμα ότι ξεσηκώθηκαν προσωρινά μόνο οι Θιακιώτες, διότι δεν το είχαν μάθει ακόμη στα υπόλοιπα νησιά: Ζάκυνθο, Κεφαλονιά και Δουλίχι. Άλλο Κεφαλονιά και άλλο Ιθάκη. Η Κεφαλονιά δεν μπορεί να ήταν η Ομηρική Ιθάκη. Όταν οι Φαίακες μετέφεραν τον Οδυσσέα από τη χώρα των Φαιάκων στην Ιθάκη, τον Οδυσσέα τον πήρε ο ύπνος. Όταν έφθασαν, ακόμη δεν είχε ξυπνήσει και τον απόθεσαν στην ακτή και τα δώρα τα έβαλαν κοντά του σε κάποιο κρυφό μέρος για να μην τα κλέψουν οι περαστικοί. Όταν ξύπνησε ο Οδυσσέας δεν ήξερε πού βρισκόταν. Τότε παρουσιάσθηκε η Αθηνά μεταμφιεσμένη σε βοσκόπουλο και τον συμβούλεψε, αφού του είπε που βρισκόταν, να πάει να βρει πρώτα το χοιροβοσκό Εύμαιο. Όταν συναντήθηκε με το χοιροβοσκό, ο Οδυσσέας του είπε μια φανταστική ιστορία για να μην αποκαλυφθεί αμέσως. Ο Όμηρος αναφέρει:

26

«Μα εμένα μ’ έστειλε πιο πριν γιατί έτυχε καράβι των Θεσπρωτών στο καρπερό Δουλίχι να πηγαίνει. Στον βασιλιά τον Άκαστο τους είπε να με φέρουν».

(Οδ. ξ 340-345).

Εδώ, ο ποιητής αναφέρει ολοκάθαρα για το Δουλίχι και τον βασιλιά Άκαστο. Τοποθεσία που λέγεται Δουλίχα υπάρχει μέχρι σήμερα. Είναι κοντά στην τοποθεσία Ακαρνανικαί Αθήναι, στην Αγία Παρασκευή, πιο κάτω από το σημερινό Νιοχώρι. Μετονομάσθηκε «Ακαρνανικαί Αθήναι» στους κλασσικούς χρόνους από τους Αθηναίους.

Τώρα, που ξεκαθαρίζουν τα πράγματα, βγάζοντας από τη μέση την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και το Δουλίχι, πρέπει να ερευνήσουμε στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας διάφορα νησιά και τη σημερινή Ιθάκη. Στο δεξιό μέρος των Οινιαδών, αναφέρει ο Θουκυδίδης, είναι τα νησιά Οξυά, Σκρόφα, Κοτσιλάρης, Ταξιάρχες και Σκοπά ή Χουκοβίνα, Οπλίνος και Καλουμπίτσα, Λεσίνι και Πεταλάς. Όλα αυτά, σχεδόν, έχουν προσχωθεί από τον Αχελώο και έχουν δυσκολέψει τα πράγματα για να εντοπίσουμε τα ακριβή σημεία της αρχαιότητας.

Ο Όμηρος αναφέρει ότι δε γνώριζε πού βρισκόταν, όταν ξύπνησε ο Οδυσσέας, και του το αποκάλυψε η Αθηνά. Είναι δυνατόν ένας νοήμων άνθρωπος, όπως ο Οδυσσέας να μη γνωρίσει την πατρίδα του, επειδή πέρασαν είκοσι χρόνια; Τι μπορεί να συνέβη; Άποψή μου είναι ότι ο Αχελώος με τις προσχώσεις του, έφερε πολλές αλλαγές στα είκοσι χρόνια που πέρασαν και ίσως αυτός είναι ο λόγος που δεν γνώρισε την πατρίδα του. Ο Όμηρος λέει:

«Ποιος τόπος είναι αυτός εδώ; Ποιοι κατοικούν στην πόλη; Νησί μην είναι ξέφαντο ή κάβος που προβάλλει από πολύκαρπη στεριά κι ως στο γιαλό όξω φτάνει;»

(Οδ. ν. 241-243) Εδώ αναφέρει ξεκάθαρα ότι η Ιθάκη με το γυρισμό του Οδυσσέα αρχίζει να

αλλάζει και από νησί να γίνεται χερσόνησος. Ποιος είχε τη δύναμη να δημιουργήσει αυτό το φαινόμενο; Μόνο ο Αχελώος. Ο Δημήτρης Γιαννόπουλος στο βιβλίο του «Ομηρική Ιθάκη», αφού αποκλείει ότι η Λευκάδα είναι η ομηρική Ιθάκη, και ίσως έχει δίκιο, υποστηρίζει ότι είναι κάπου στην περιοχή Πογωνιάς ή Ζαβέρδας. Είναι λάθος, διότι είναι ιστορικά αποδεδειγμένο. Την εποχή που είχε πόλεμο ο Θέστιος με τους Ακαρνάνες και τους κατέλαβε εισβάλει και ο

27

Λαέρτης, ο πατέρας του Οδυσσέα ως αρχηγός των Κεφαλήνων τότε, και καταλαμβάνει και αυτός ένα τμήμα της Ακαρνανίας. Και το ξεκαθαρίζει ακόμη καλύτερα, ο Όμηρος με τους στίχους:

«Δία Πατέρα κι Αθηνά κι Απόλλο μου, είθε να ‘μουν σαν τον καιρό που πάτησα το Νήρικο το κάστρο, των Κεφαλήνων αρχηγός, σ’ άκρη γιαλού χτισμένο. Τέτοιος ψες να 'μουν σπίτι μας, φορώντας τα’ άρματά μου Να στέκω ορθός να πολεμώ τους άναντρους μνηστήρες, πολλούς θα ξάπλωνα στη γη που να χαρεί η καρδιά σου».

(Οδ. ω 370-375). Η ομηρική Νήρικος ήταν κάπου σ’ αυτά τα μέρη και αργότερα μεταφέρθηκε

απέναντι στη Λευκάδα. Πρέπει, επομένως, να αποκλείσουμε και την Πογωνιά και τη Ζαβέρδα. Ο Όμηρος αναφέρει, επίσης, έναν πορθμό στην Ιθάκη. Στη σημερινή Ιθάκη πορθμός δεν υπάρχει.

«Ήρθε ο Φιλοίτιος έπειτα, των κοπελιών ο αφέντης, στέρφα δαμάλια φέρνοντας και γίδες στους μνηστήρες. Βαρκάρηδες τους πέρασαν απ’ τη Στεριά, που κι άλλους Περνούν ανθρώπους, αν κανείς αυτό τους το ζητήσει».

(Οδ. υ 186-190).

«Εγώ είμαι του Λαέρτη ο γιος Δυσσέας, που όλοι λένε τις τέχνες μου, κι η δόξα μου ως τα ουράνια φτάνει, και κατοικώ στο ξέφαντο, το φημισμένο Θιάκι, πό 'χει το Νήριτο βουνό, ψηλό και δεντρωμένο, κι ολόγυρα πολλά νησιά, το ‘να κοντά νε τ’ άλλο, τη δασωμένη Ζάκυνθο, τη Σάμη, το Δουλίχι. Πιο κάτω απ’ όλα, χαμηλό το Θιάκι, στου πελάγου Τα δυτικά, κι ηλιόβγαλμα κοιτάζουν όλα τ’ άλλα. Βραχότοπος, μα ξακουστή παλικαριών γεννήτρα»

(Οδ. ι 19-27). Εδώ λέγει και η ανατολή του ηλίου έβλεπε την Ιθάκη. Και είναι και δυτικά.

Αν η Ιθάκη βρίσκεται κάπου κοντά στις εκβολές του Αχελώου με το που θα βγει ο

28

ήλιος θα χτυπούσαν οι ακτίνες του κατευθείαν στην Ιθάκη, διότι ανατολικά ήταν ο Αχελώος. Με λίγα λόγια, είναι ανοικτό το μέρος και δεν υπάρχει κανένα βουνό για να κρύψει τον ήλιο. Το ίδιο πάλι ανοικτό μέρος είναι το Ιόνιο πέλαγος και δεν εμποδίζει τον ήλιο για να βλέπει την Ιθάκη.

Με λίγα λόγια, η Ιθάκη ήταν ηλιόλουστη σχεδόν όλη τη μέρα και ήταν χαμηλό νησί. Το αντίθετο συμβαίνει στη Λευκάδα˙ αλλά και στα άλλα νησιά του Ιονίου δεν υπάρχει αυτό το φαινόμενο. Η Λευκάδα ανατολικά έχει το Περγαντί και αργεί ο ήλιος να παρουσιαστεί. Δύση έχει ωραιότατη, αλλά το νησί βρίσκεται βορειοδυτικά και όχι δυτικά που αναφέρει ο Όμηρος. Όσο για την αναφορά που κάνει ο Όμηρος στα νησιά που υπάρχουν γύρω από το Θιάκι, αν η Ομηρική Ιθάκη βρισκόταν στις εκβολές του Αχελώου, τα νησιά είναι αρκετά. Το ποίημα κάνει λόγο για τη δασωμένη Ζάκυνθο, τη Σάμη, το Δουλίχι και για πολλά νησιά, ολόγυρα, το ένα κοντά με τ’ άλλο. Μερικά έχουν καλυφτεί από προσχώσεις. Πολλά, που ονομάζονται Εχινάδες νήσοι. Και τα νησάκια Καστός, Κάλαμος, Μεγανήσι, Αρκούδι, Άτοκος. Όσο για τη Λευκάδα όλη, δεν έχει ολόγυρα νησιά, αλλά μόνο νοτιοανατολικά. Αν εξαιρέσουμε μόνο μία-δύο βραχονησίδες που είναι στα δυτικά.

Την αναφέρει «ξέφαντη και χαμηλή», που τη βλέπει ο ήλιος όλη τη μέρα. Πιο κάτω, όμως, μας λέγει «πό ‘χει το Νήριτο βουνό ψηλό και δεντρωμένο». Και αφού σε όλα τα νησιά που είναι γύρω από την Ιθάκη επανέρχεται και αναφέρεται πάλι την Ιθάκη, πιο κάτω, χαμηλό, στα δυτικά. Εδώ, το Νήριτο το παρουσιάζει κάπως ξεχωριστά από τη χαμηλή Ιθάκη. Και αν η Ιθάκη είχε ένα δασωμένο βουνό δεν θα ήταν ηλιόλουστη όλη τη μέρα. Ποιο μπορεί να είναι το δασωμένο Νήριτο; Είπαμε πριν ότι η Ιθάκη είναι ηλιόλουστη και από Ανατολή, διότι ήταν ο Αχελώος ανοικτός και δεν είχε βουνό να κρύβει τον ήλιο και δυτικά είχε το Ιόνιο.

Σε ποιο μέρος πρέπει να αναζητήσουμε το δασωμένο Νήριτο; Δασωμένο βουνό, και με πολλές βελανιδιές, τεράστιες σε μέγεθος, που ο Όμηρος τις αναφέρει συχνά;

Το βουνό αυτό πρέπει να ήταν βορειοδυτικά της Ιθάκης και κάπως χωριστά από την ηλιόλουστη Ιθάκη. Το βουνό, που, πράγματι, είναι βορειοδυτικά και δεν επηρεάζει τον ήλιο της χαμηλής Ιθάκης ταιριάζει στο βουνό που αρχίζει από εκεί που είναι το πέρασμα του ποταμού Φράξου Λεσινίου, από τη γέφυρα στο δρόμο του Αστακού, και ανηφορίζει προς Στρογγυλοβούνι, παραπλεύρως του Αχελώου, αριστερά, όπως ανηφορίζουμε προς αρχαία Σαυρία, σημερινή Παλαιομάνινα. Τη χαμηλή Ιθάκη και το Νήριτο, που υποθέτω ότι μπορεί να είναι το βουνό αυτό που

29

σας αναφέρω, τα χώριζε ο πορθμός που είχε τους περατάρηδες και περνούσε και ο Φιλοίτιος τα ζώα για τους μνηστήρες.

Τα φαινόμενα που συναντάμε δείχνουν ότι το βασίλειο του Οδυσσέα δεν ήταν μόνο η χαμηλή Ιθάκη, αλλά επεκτεινόταν και σε έδαφος ακαρνανικό και, ίσως, αυτός είναι και ο λόγος που ο Όμηρος δεν ξεκαθαρίζει ότι η Ιθάκη είναι νησί, αλλά πιο πολύ τη φέρνει σαν χερσόνησο. Μας λέγει:

«Νησί μην είναι ξέφαντο ή κάβος που προβάλλει από πολύκαρπη στεριά και ως το γιαλό έξω φθάνει;»

Για το Νήριτο, ο Στράβων αναφέρει ότι είναι σε άλλο μέρος και όχι στην Ιθάκη. Στο στίχο ξ 340-370 διηγείται ο Οδυσσέας στον Εύμαιο μια φανταστική ιστορία, διότι δεν ήθελε να αποκαλυφθεί ακόμη ποιος είναι και του λέγει ότι τον έφερε ένα καράβι στο Δουλίχι, στο βασιλιά τον Άκαστο, και στο μεσοπέλαγος τον έγδυσαν και του πήραν τη χλαμύδα και ό,τι άλλο είχε και του έδωσαν παλιά ρούχα να φορέσει. Το βράδυ έφτανε στο Θιάκι, τον δέσανε με σχοινί μέσα στο καράβι κι αυτοί βγήκαν στη στεριά και έστρωσαν τραπέζι για φαγητό. Αυτός, όμως, λύθηκε και κολυμπώντας έφτασε στο χοιροβοσκό Εύμαιο αμέσως, δηλαδή δεν άργησε να φτάσει κολυμπώντας. Απομακρύνθηκε από το καράβι και ανηφορίζοντας μια λαγκαδιά φτάνει στις μάνδρες του χοιροβοσκού. Φανταστείτε πόσο κοντά στη στεριά ήταν η Ιθάκη, για να φτάσει κολυμπώντας τόσο γρήγορα στον Εύμαιο. Στους παρακάτω στίχους η Αθηνά περιγράφει στον Οδυσσέα, γενικά, την Ιθάκη.

«Μον’ έλα τώρα να πειστείς το Θιάκι να σου δείξω. Να του θαλάσσιου γέροντα Φόρκυνα το λιμάνι. Να κι η στενόφυλλη ελιά στου λιμανιού το βάθος. Κοντά της είναι κι η βαθιά σπηλιά γεμάτη χάρες, Πανάγιος τόπος των Ξωθιών, που τις καλούν Νεράιδες. Κι αυτή είναι η θολωτή σπηλιά που πήγαινες κι ο ίδιος και στις Νεράιδες έκανες αρχοντικές θυσίες. Κι αυτό είναι εκεί το Νήριτο, το δασοφουντωμένο. Είπε, και σκόρπισε η θεά την καταχνιά κι ο τόπος έδειξε, κι αναγάλλιασε ο δύστυχος Δυσσέας πό ‘βλεπε την πατρίδα του κι έσκυβε και φιλούσε το καρπερό το χώμα της και στα ψηλά ουράνια

30

Αγγείο με τις Αχελωίδες Σειρήνες και τον Οδυσσέα

σηκώνοντας τα χέρια του ευχόταν στις Νεράιδες.» (οδ. ν 355-370).

Σε άλλο στίχο αναφέρεται πώς ήταν το λιμάνι της Ιθάκης. Κάνει λόγο για το ιερό που λάτρευαν τις σειρήνες. Του δείχνει η Αθηνά και το δασωμένο Νήριτος. Στην αρχή του στίχου αναφέρει το λιμάνι του θαλάσσιου γέροντα, του Φόρκυνα. Ποιος ήταν ο Φόρκυνας;

Στα πανάρχαια χρόνια, λάτρευαν τις θεότητες που λέγονταν Γραίες, από τη λέξη, μάλιστα, αυτή ετυμολογείται και το Γραικός, Greek, Grec, και Γέροντες της θάλασσας. Από τους Γέροντες αναφέρονται τρεις: ο Φόρκυνας, ο Πρωτέας και ο Νηρέας, στους οποίους ο Όμηρος δίνει το χαρακτηριστικό «Άλιος Γέρων» ή Θάμας, θεός που σημαίνει το θαύμα της θάλασσας.

Το Φόρκυνα τον έλεγαν και «Κραταιό». Ο Ησίοδος λέγει ότι ο Φόρκυνας ήταν γιος της Γαίας και του Πόντου, που σημαίνει θάλασσα. Γυναίκα του Φόρκυνα ήταν η «καλλιπάρειος» Κητώ, ένα κήτος της θάλασσας. Ο Φόρκυνας θεωρείται ο αρχηγός όλων των θεοτήτων της θάλασσας και κατοικούσε στα δυτικά, σε ένα αμμουδερό νησί, σ’ έναν κόλπο της Ιθάκης μαζί με την κόρη του τη Σκύλα. Ο

Ησίοδος αναφέρει ότι όποιος θέλει να διηγηθεί για τις Σειρήνες πρέπει να μνημονεύσει και τον Αχελώο, τον εξοχότατο από τα ποτάμια μας, πλάι στο Φόρκυνα. Όπως ήταν ο Φόρκυνας ένα είδος ψαριού, το ίδιο ήταν και ο Αχελώος. Στη θάλασσα ο ένας, ποτάμι ο άλλος. Σ’ αυτή τη διήγηση του Ησίοδου τεκμηριώνεται η άποψή μου ότι Αχελώος και θάλασσα εμφανίζονται τα χρόνια εκείνα ως να ήταν ένα. Λίμνες, Αχελώος και θάλασσα. Αλλά ο Ησίοδος μαρτυρεί και κάτι άλλο, ότι το λιμάνι του Φόρκυνα ήταν σε ένα αμμουδερό νησί σε έναν κόλπο της Ιθάκης, πλάι στον Αχελώο. Μην ισχυριστεί κάποιος ότι η

σημερινή Ιθάκη είναι πλάι στον Αχελώο. Και κάτι ακόμη: η Ιθάκη δεν είναι και τόσο αμμουδερό νησί˙ περισσότερο θα

ταίριαζε η Λευκάδα, μα ούτε και η Λευκάδα είναι δίπλα από τον Αχελώο. Ποιο μπορεί να είναι το αμμουδερό νησί; Και γνωρίζουμε ότι τις περισσότερες

31

αμμουδιές τις φτιάχνουν τα ποτάμια. Αυτό το αμμουδερό νησί που αναφέρει ο Ησίοδος δεν πρέπει να είναι η ίδια η Ιθάκη. Ξέρουμε ότι όλες οι Εχινάδες νήσοι έχουν προσχωθεί από τον Αχελώο, διότι όλα τα λασπώδη υλικά που κατέβαζε ο ποταμός έβρισκαν αντίσταση σ’ αυτά τα νησιά, συσσωρεύονταν κοντά τους και έχουν προσχωθεί. Πώς μπορεί να ήταν αυτός ο κόλπος της Ιθάκης; Ο Αχελώος κατέβαζε τα λασπώδη υλικά προς τη θάλασσα και έβρισκαν αντίσταση και τα συγκρατούσε ο κόλπος. Αν μπροστά από τον κόλπο υπήρχε κάποια μικρή βραχονησίδα συγκρατούσε τα λασπώδη υλικά και έφτιαξε κάποιο μικρό αμμουδερό νησί. Είναι μάλλον αυτό που κατοικούσε ο θαλάσσιος Γέρων της θάλασσας, ο Φόρκυνας.

Και αργότερα, συνέχισε ο Αχελώος να προσχώνει για να ενωθεί με την Ακαρνανία. Αργότερα, με τις γλίνες που συσσωρεύτηκαν, δεν υπήρχαν γόνιμα χωράφια στην Ιθάκη και, βλέποντας οι κάτοικοι της Ιθάκης ότι το νησί μια μέρα θα προσχωθεί, φεύγουν και πηγαίνουν να κατοικήσουν στη σημερινή Ιθάκη, δηλαδή μαζί με τα υπάρχοντά τους παίρνουν και το όνομα στο κοντινό νησί που πήγαν, και το ονομάζουν Ιθάκη, όπως και παραμένει μέχρι σήμερα. Μιλά ο Όμηρος για τη φυγή του Οδυσσέα από την Ιθάκη και αναφέρεται στην Πηνελόπη:

«Καλή μου, από βάσανα χορτάσαμε κι οι δύο μας ατή σου τον πολύπαθο να κλαις το γυρισμό μου, κι ο Δίας κι οι λοιποί θεοί να με κρατούν με πίκρες αλάργα απ’ την Πατρίδα μου, που τόσο την ποθούσα. Τώρα το πολυπόθητο σαν βρήκαμε κρεβάτι, το βιος μας θα κοιτάξουμε στο σπίτι εδώ, όσο μένει, κι όσα μου κόψανε οι γαμπροί σφαχτά μου οι ξιπασμένοι, πολλά θα πάρω μόνος μου, κι άλλα οι Θιακοί θα δώσουν, ωσότου μέσα τις αυλές να τις γεμίσουν όλες. Μα τώρα στο πολύδεντρο το ξοχικό θα σύρω, να ιδώ το γέρο μου γονιό, που κλαίει πικρά για μένα»

(Οδ. ψ 360-380).

Ο Οδυσσέας φεύγει από την Ιθάκη και πηγαίνει στο Πολύδεντρο που είναι απέναντι από την Ιθάκη. Εκεί κατοικούσε ο Λαέρτης, ο πατέρας του. Αυτό που δηλώνει η ίδια η ονομασία, πολλά δέντρα, κάποιο μεγάλο δάσος από δέντρα. Μήπως ο Λαέρτης κατοικούσε στη θέση που λέγεται Παλιόκαστρο, στην περιοχή

32

Λεσινίου, δυτικά προς Στρογγυλοβούνι; Υπάρχει κάστρο, αλλά και πολλά σπήλαια σε αυτό τον ακαρνανικό χώρο. Εδώ, ο ποιητής αναφέρει καθαρά το πώς ήταν τα χρόνια εκείνα τα παράλια της Ακαρνανίας και πού ήταν η Ιθάκη.

«Κι όταν οι δύο τ’ ανώμαλο Περνώντας μονοπάτι, στη χώρα φτάσανε κοντά, στη μαρμαρένια βρύση, του Ίθακου, του Πολύκτορα και του Νηρίτου κτίσμα, όθε έπαιρναν τ’ αφρότρεχο νερό της οι πολίτες, κι είχε όλο από νερόχαρες λεύκες τριγύρω δάσος, ολούθε κυκλογύριστο, και το νερό το κρύο ψηλά απ’ το βράχο ανάβρυζε, και των Ξωθιών πιο πάνω είχε βωμό, που κάνανε θυσίες οι διαβάτες».

(οδ. ρ 204-212).

Εδώ βλέπει κάποιος πώς ακριβώς ήταν το λιμάνι της Ιθάκης. Κάνει λόγο για μια μαρμαρένια βρύση, ένα κτίσμα αξιόλογο, και πως το νερό της ήταν αφρότρεχο. Εφόσον το νερό κάνει αφρό, σημαίνει ότι ήταν σε μεγάλη ποσότητα. Τριγύρω αναφέρει ότι είχε λεύκες και ένα βωμό, που ήταν αφιερωμένος στις Σειρήνες. Πολύ νερό, αφρό και κρύο στα νησιά του Ιονίου σπάνια συναντάμε. Και αυτές οι λίγες βρύσες που υπάρχουν, στο τέλος του καλοκαιριού στερεύουν.

Ο Παυσανίας μας πληροφορεί σχετικά με την ανεύρεση της ιστορικής αλήθειας, μέσα από τα μυθολογήματα («Αρκαδικά» 2.7), καθώς και τις παραδόσεις για τον Ελικώνα και την τροφό των Μουσών Ευψήμη (Βοιωτικά 28,1 και 29,5) το όνομα της οποίας υποδηλώνει την ιερή φωνή (ομφή) του Απόλλωνα (βλέπε αναλυτικά περ. «Ήχος» 242, 1993). Ο ιστορικός πυρήνας για τα αρχεία του Ελικώνα, διαφαίνεται και στη μαρτυρία, όπου οι Βοιωτοί λένε ότι ο Ησίοδος έμαθε την μαντική από τους Ακαρνάνες Ιερείς. («Βοιωτικά» 31.5).

Εδώ παρατηρείται μια αντίφαση στα ιστορικά κείμενα, αφού ο συντάκτης του «καταλόγου των Νεών» («Ιλιάδα» β 499-877), περιγράφοντας αναλυτικά τη γεωγραφική περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, δεν περιλαμβάνει την Ακαρνανία και τους Ακαρνάνες. Η παράλειψη αυτή που απαντάται σε όλο το ομηρικό έργο, έχει προφανή σχέση με την καταγραφή των επών που έκανε ο Πεισίστρατος. Ωστόσο, η μαρτυρία του Παυσανία παραπέμπει στα αρχεία που χρησιμοποίησαν οι δάσκαλοι

33

Αχελωίδες Σειρήνες

του Ησίοδου, τα οποία ανήκαν στο ιερό του Απόλλωνος του Ακτίου, «ιερό πάντων των Ακαρνάνων». (Γ. Κατοπώδης, «Αρχαία Ακαρνανία» Αγρίνιο 1987, σ. 86.).

Σχετικά με τα αρχεία του Ελικώνα, η αρχή των οποίων θα πρέπει να αναζητηθεί στα παμπάλαια χρόνια που αναφέρει ο Αριστοτέλης (Μετά τα φυσικά Α, 983 b, 32), σχολιάζοντας το έργο του Πώλου «Τέχνη» («Μετά τα φυσικά» 2, 1041 b), θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι τα λεγόμενα «Μουσεία λόγων», που

αναφέρει ο Πλάτωνας (Φαίδρος 267 c), υποδηλώνουν «μείζoνα τινά δύναμιν». (Κρατύλος 238 c). Μια προσεχτική διερεύνηση των παραπάνω κειμένων μας οδηγεί στο έργο των «Μουσείων λόγων», που κωδικοποιείται με τις λέξεις «διπλασιολογία», παραγωγή νέων λέξεων από άλλες αρχικές, «γνωμολογία», κώδικες εκτεταμένων σημασιών των λέξεων και «εικονολογία», οπτική αποτύπωση του λόγου και των εικόνων με γραφήματα. Τα έργα αυτά φαίνεται πως τα γνωρίζουν οι Ακαρνάνες ιεροπόλοι, οι οποίοι δίδαξαν τον Ησίοδο. Σημειώνουμε δε ότι οι Δωρικές κοινότητες της 2ης π.Χ. χιλιετίας είχαν στη Δυτική Ελλάδα δύο σημαντικά ιερά: του Απόλλωνα Θερμίου και του Απόλλωνα Ακτίου. (Μετά τα Φυσικά 210-416). (περ. Νέα Ακρόπολη, 1995).

Τα έργα αυτά φαίνεται πως τα γνώριζαν οι Ακαρνάνες ιεροπόλοι. Με αυτά τα στοιχεία που δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς μπορούν να βγουν συμπεράσματα γύρω από τις ιστορικές αλήθειες, που έκρυψαν οι Αθηναίοι, και προπάντων ο Πεισίστρατος, και γενικά ότι οι Αθηναίοι κρύβουν την αλήθεια για να ανεβάσουν το δικό τους κύρος. Παρόλο που οι Αθηναίοι συγγραφείς κατάφεραν να κρύψουν την αλήθεια, μαρτυρούν, όμως, πώς ήταν ακριβώς το λιμάνι της Ιθάκης. Με τα

34

Τερψιχόρη

ιστορικά στοιχεία, που προκύπτουν, βλέπουμε ότι ο Ησίοδος διδάσκεται τη μαντική τέχνη από Ακαρνάνες διδασκάλους. Αργότερα, βρίσκεται βοσκός στον Ελικώνα, όπου του παρουσιάστηκαν οι Μούσες και του είπαν:

«ξέρουμε να λέμε ψέματα και να αποκαλύπτουμε την αλήθεια»

και του έδωσαν τη δάφνη και τον έχρισαν ποιητή. Έτσι, γράφει το έργο του, και αυτά που διδάχθηκε στην Ακαρνανία τα μεταφέρει με πολλές παραλλαγές, και ίσως για να επεκτείνει το έργο του, βάζει και δικά του στοιχεία.

Γνωρίζουμε ότι τα ομηρικά έπη θεωρούνται από τα πρώτα γραπτά ποίησης και αργότερα παρουσιάζεται η ποίηση του Ησίοδου. Ο Τρωικός πόλεμος γίνεται από τους Αχαιούς και από τους λαούς, που ήταν στη συμμαχία τους, όπως τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας που κατοικήθηκαν και αυτά από Αχαιούς. Η Οδύσσεια του Ομήρου αναφέρεται καθαρά στα κατορθώματα του Οδυσσέα, που ήταν πιθανότατα βασιλιάς στα αιτωλοακαρνανικά παράλια. Με λίγα λόγια ο Όμηρος είναι γνώστης της περιοχής γύρω από τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας.

Για το αν είναι υπαρκτό πρόσωπο ο Όμηρος, αμφισβητείται από πολλούς ιστορικούς, και πολλά λέγονται και πολλές πόλεις τον διεκδικούν. Αν ο Όμηρος

ήταν από τη Χίο, θα μπορούσε να γράψει με τόσες λεπτομέρειες το πώς ήταν τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας και τα νησιά του Ιονίου, ενώ αυτός θα κατοικούσε σε τόσο μακρινό μέρος, όπως είναι η Χίος; Βέβαια, τα ομηρικά έπη δεν είναι προϊόντα παρθενογένεσης.

Είμαι κι εγώ ένας απ’ αυτούς που αμφισβητεί την ύπαρξη του Ομήρου. Ο Ησίοδος διδάσκεται από Ακαρνάνες τη μαντική τέχνη και ξέρουμε ότι και ο Οδυσσέας, ήξερε κι αυτός τη μαντική τέχνη. Τα δυο πανάρχαια κείμενα της ελληνικής γραμματείας, η «Θεογονία» και τα Ομηρικά έπη είναι στην ελληνική γλώσσα, όπως αυτή έφτασε ολοκληρωμένη στους χρόνους ακμής του Ησιόδου και του Ομήρου.

Στη «Θεογονία», αυτή η οποία διασώθηκε από τους Ακαρνάνες θεματοφύλακες του Ελικωνίου Μουσείου και την οποία ο Ησίοδος διδάχθηκε.

35

(Παυσανίας, «Βοιωτικά» 31, Ηλ. Τσατσόμοιρου: Ιστορία γενέσεως της Ελληνικής γλώσσας, σελ. 79).

Μήπως και τα ομηρικά έπη γράφτηκαν από Ακαρνάνες δασκάλους, έστω κι αν παραδόθηκαν με το όνομα του Ομήρου, ένα φανταστικό πρόσωπο; Ο Πλάτων («Κρατύλος», 438) πληροφορεί ότι ούτε ο Όμηρος αλλά ούτε και ο Ησίοδος είναι αυτοί που έγραψαν τα Ομηρικά και τα Ησιόδεια έπη, αλλά αυτοί που βρήκαν ικανή γλώσσα, αλλά και έτοιμα κείμενα, πάνω στα οποία στήριξαν τα δικά τους. Αυτός είναι ο λόγος που η σκέψη μου πηγαίνει στο ότι όχι μόνο τα ομηρικά έπη γράφτηκαν από Ακαρνάνες ιεροπόλους, αλλά ακόμη και τα Ησιόδεια έπη.

Η λατρεία προς τις Μούσες ξεκινάει από αυτά τα μέρη, διότι ο Όμηρος αναφέρει στο στίχο ω 45-65, για τον αριθμό των Μουσών ότι ήταν εννέα και αργότερα βρίσκουμε να αναφέρει ο Ησίοδος ότι οι Μούσες κατοικούσαν στον Ελικώνα. Μήπως ο Ησίοδος, φεύγοντας από την Ακαρνανία και πηγαίνοντας στον Ελικώνα, μεταφέρει και τη λατρεία προς τις Μούσες εκεί και καθιερώνεται από τους νεότερους ιστορικούς ότι οι Μούσες κατοικούσαν στον Ελικώνα;

Ο Ησίοδος αναφέρει ότι οι Μούσες γεννήθηκαν από την κόρη της Γαίας και του Ουρανού, τη θεά Μνημοσύνη, όταν ενώθηκε μαζί της ο Ζευς˙ στη γιορτή του γάμου ρώτησε ο Ζευς τους θεούς τι τους λείπει ακόμη και οι θεοί του είπαν, οι Μούσες. Πληροφορεί ότι στον Ελικώνα υπήρχαν δυο πηγές, η πηγή της Μνημοσύνης και η πηγή της Λήθης˙ ότι βρήκαν οι Μούσες τον Ησίοδο και τον έχρισαν ποιητή και έτσι μπόρεσε και μας μετέδωσε την προέλευση των θεών και τα ονόματα των Μουσών. Αυτές είναι οι η Κλειώ, η Ευτέρπη, η Θάλεια, η Μελπομένη, η Τερψιχόρη, η Ερατώ, η Πολύμνια, η Ουρανία και η Καλλιόπη.

Από τις Μούσες, η Μελπομένη, αποκτά κόρες με τον Αχελώο, τις Αχελωίδες Σειρήνες. Ο Απολλόδωρος ο Ρόδιος, επίσης, θέλει μητέρα των Αχελωίδων την Τερψιχόρη ή την αδελφή του Οινέα, Στερόπη.(δ. 891-896).Ο ρωμαίος Σέρβιος λέγει ότι και η Καλλιόπη ήταν Αχελωίδα. Βέβαιο είναι ότι οι Αχελωίδες

Καλλιόπη

36

Σειρήνες γεννήθηκαν είτε από την Μελπομένη, είτε από την Τερψιχόρη. Το γεγονός είναι ένα, ότι ο Ησίοδος, αφού διδάχθηκε αυτά από τους Ακαρνάνες τα μετέφερε στον Ελικώνα, έφτιαξε το δικό του έργο και έβάλε μέσα στις Μούσες, δύο από τα δικά μας μέρη, τη Μελπομένη και την Τερψιχόρη.

Στο Μουσείο του Ερμιτάζ, υπάρχει το άγαλμα της Μελπομένης και στο δεξί της χέρι κρατά ρόπαλο. Στην πύλη από το κάστρο της Αλυζείας υπάρχει ένα γλυπτό, ο Ηρακλής ροπαλοφόρος. Εδώ, κάνω μια σκέψη μήπως η Μελπομένη στη μητριαρχική εποχή ήταν ο φρουρός στις ακαρνανικές πόλεις και αργότερα που γίνεται κυρίαρχος ο άνδρας αντικαταστάθηκε από τον Ηρακλή. Δε μπορεί να είναι τυχαίο στην Ακαρνανία να απεικονίζεται και ο Ηρακλής και η Μελπομένη ροπαλοφόροι. Για τον Ηρακλή ξέρουμε ότι λατρευόταν στην Ακαρνανία, διότι υπήρχαν σε γλυπτά οι δώδεκα άθλοι του Ηρακλή που φιλοτέχνησε ο Λύσιππος και ιερό του Ηρακλή. Για τη Μελπομένη έχουμε μία απόδειξη ότι πρωτολατρεύτηκε στην Ακαρνανία.

Έτσι, γίνεται αντιληπτό ότι οι ιστορικοί λένε την αλήθεια, και ότι πριν από κάθε άλλο μέρος, είτε Ελικώνας λέγεται είτε Όλυμπος, ο μύθος για τις Μούσες προϋπήρχε στην Αιτωλοακαρνανία. Δεν κατάφεραν να κρύψουν ότι οι Σειρήνες ήταν κόρες του Αχελώου και μάλιστα ότι οι Αχελωίδες Σειρήνες γεννήθηκαν από τις σταγόνες αίματος που έπεσαν από το σπασμένο κέρας του Αχελώου. Επίσης, μας πληροφορούν ότι οι Αχελωίδες Σειρήνες έπαιζαν λύρα και αυλό και ήταν άριστες στο τραγούδι. Έτσι, γνωρίζουμε ότι προϋπήρχε στους αρχαίους χρόνους μουσική παράδοση στην Ακαρνανία.

Είναι γνωστό ότι οι Σειρήνες είναι κόρες του Αχελώου, όμως, λατρεία προς τις Σειρήνες δεν βρίσκουμε σε άλλα μέρη όπου αναφέρονται. Το αντίθετο, στην Ιθάκη υπάρχει ιερό, όπου κάνουν θυσίες προς αυτές. Ξέρουμε, από τη μυθολογία, ότι οι Σειρήνες ήταν κακές και ο Οδυσσέας έκλεισε τα αυτιά από τους ναύτες για να περάσουν από κοντά τους και ο ίδιος έβαλε τους ναύτες να

Μελπομένη

37

τον δέσουν στο κατάρτι και τους διέταξε να μην τον λύσουν, αν δεν απομακρυνθούν απ’ αυτό το μέρος. Ήθελε να ακούσει τα γλυκά τραγούδια τους. Για να κάνουν θυσίες οι Θιακιώτες προς τις Σειρήνες είχαν κάποιο φόβο από αυτές, διότι οι Σειρήνες πρέπει να κατοικούσαν πολύ κοντά στην Ιθάκη. Κοντά στον Αχελώο, στην περιοχή Λεσινίου συναντάται ένα ακρωτήριο, που λέγεται Σειρ[ι]νή. Ίσως, σε αυτό το μέρος κατοικούσαν οι Αχελωίδες Σειρήνες και γι’ αυτό οι Θιακιώτες προσέφεραν θυσίες από φόβο να μην τους κάνουν κακό, διότι ήταν γείτονες. Είπαμε, προηγουμένως, ότι από τις Μούσες γεννήθηκαν οι Αχελωίδες Σειρήνες. Ποιες είναι στην πραγματικότητα οι Αχελωίδες;

Αχελωίδες ήταν οι λεύκες. Σε γυμνικούς αγώνες, που γίνονταν στην αρχαιότητα, στεφάνωναν τους αθλητές με Αχελωίδες (λεύκες). Με τι ήταν δασωμένο το λιμάνι της Ιθάκης, όπως αναφέρει ο Όμηρος; Με Αχελωίδες (λεύκες).Τι αναφέρει για τη βρύση; Αφρισμένα νερά, δηλαδή πολύ νερό και πιο πάνω ο βωμός που έκαναν θυσίες οι περαστικοί, προς τις Σειρήνες. Σε τι μέρη ευδοκιμούν οι λεύκες;

Γνωρίζουμε ότι χωρίς πολλά νερά δεν ευδοκιμούν και μην ειπωθεί ότι στα Επτάνησα έχουμε λεύκες. Τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν, και αυτές τις μετέφεραν από αλλού και τις φύτεψαν. Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά που αναφέρθηκαν; Και σε ποια μέρη πρέπει να αναζητήσουμε και να βρούμε το λιμάνι της ομηρικής Ιθάκης; Κάτι που δύσκολα γίνεται αντιληπτό είναι το ερώτημα γιατί τα Ομηρικά έπη δεν αναφέρουν καθόλου τους Ακαρνάνες. Αναφέρονται μόνο μερικές αιτωλικές πόλεις, που έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Επίσης, αναφέρονται το Δουλίχιον, η Σάμη, οι Κεφαλήνες αλλά δεν αναφέρονται καθόλου οι Ακαρνάνες.

Βλέπουμε, επίσης, ο Ησίοδος να διδάσκεται από τους δασκάλους του Ακαρνάνες. Αυτό και μόνο δείχνει ότι στην Ακαρνανία προϋπήρχε πολιτισμός και φιλοσοφία υψηλού επιπέδου. Για ποιο λόγο οι Αθηναίοι το θάβουν τόσο βαθιά και δεν μπορούμε να βρούμε την ιστορία της Ακαρνανίας; Ίσως, οι Αθηναίοι να μην ήθελαν να βγει στην επιφάνεια ο μεγάλος βασιλιάς, που πρέπει να υπήρχε, ο Θέστιος, που ήταν και κατά κάποιο τρόπο δικό του το βασίλειο της Ιθάκης και η Ακαρνανία μαζί. Και μόνο ένας μεγάλος βασιλιάς έχει τη δυνατότητα να δωρίζει βασίλεια. Θέστιος ποταμός ονομαζόταν ο Αχελώος για πολύ μεγάλο διάστημα. Ποιος είχε την τόλμη να αλλάξει το όνομα του μεγάλου Αχελώου που τον αποκαλούσαν Θεό; Μόνο ένας μεγάλος βασιλιάς. Είναι καταφανέστατες οι βλέψεις που είχαν οι Αθηναίοι στην Αιτωλοακαρνανία και είναι φανερό ότι

38

αλλοίωσαν τα Ομηρικά έπη. Δεν έκανε τόσους πολέμους ο στρατηγός Δημοσθένης; Δεν έχουμε τις Ακαρνανικές Αθήνες;

Οι αρχαίοι ιστορικοί δεν εξαφανίζουν μόνο από την ιστορία το Θέστιο, αλλά συγχρόνως κάνουν και κάτι άλλο, για ν’ αποκρύψουν την αλήθεια. Αφού λέγουν ότι η Λήδα είναι κόρη του Θέστιου, φροντίζουν να συκοφαντήσουν και το Θέστιο, αλλά και τη γυναίκα του την Παντειδυΐα, «την Παντογνώστρια», ότι δεν έμεινε έγκυος από το Θέστιο αλλά από τον Γλαύκο, το γιο του Σίσυφου, δηλαδή τον συκοφαντούν και σαν απατημένο σύζυγο. Ο Μ. Γ. Δήμιτσας, σημειώνει: «Πολλοί γραμματικοί, έχοντες υπ’ όψιν τα αριστουργήματα των Αθηναίων δραματικών, πολυάριθμους εποίησαν τραγωδίας κατ’ απομίμησιν εκείνων, ων επτά τους δοκιμωτέρους εκλέξαντες οι κριτικοί του Μουσείου, κατέταξαν εις μίαν τάξιν και εκκάλεσαν αυτούς πλειάδα τραγικήν, εις ην κατετάχθησαν οι επτά ακόλουθοι τραγικοί: «Αλέξανδρος Αιτωλός, Λυκόφρων ο Χαλκιδεύς είκοσι ποιήσας τραγωδίας, Φιλίσκος ο Κερκυραίος τεσσαράκοντα τρεις, Διονυσιάδης ο Μαλλώτης, Όμηρος ο νεώτερος τεσσαράκοντα πέντε, Σωσίθεος ο Αλεξανδρεύς της Τρωικής Αλεξάνδρειας και Σωσιφάνης ο Συρακούσιος εβδομήκοντα τρεις. Τούτων δε τρεις μόνον οι πρώτοι μετά θετικότητος θεωρούνται ως μέλη του Μουσείου, ων ο μέν Αλέξανδρος ο Αιτωλός έγραψε προς τοις άλλοις και τραγωδίας, εφ' ω και τραγωδιοδάσκαλος επεκλήθη και επεφορτίσθη παρά του Πτολεμαίου του Φιλαδέλφου την διόρθωσιν των τραγικών ποιημάτων, εξ ου οικάζεται ότι ην εις των καλλίστων τραγικών της εποχής εκείνης.». ( Μ. Γ. Δήμιτσας, Η ιστορία της Αλεξάνδρειας, σ. 415).

Τους Αιτωλούς τους κατηγορούν ότι ήταν αμόρφωτος και άγριος λαός, ωμοφάγοι (έτρωγαν ωμό κρέας). Προσωπικά, διακρίνω μεγάλο μίσος γι’ αυτόν τον τόπο από τους αρχαίους Έλληνες ιστορικούς, που αλλοίωσαν την ιστορία του τόπου. Αν ήταν αμόρφωτος και άγριος λαός οι Αιτωλοί, δεν έπρεπε να είχαν ούτε τραγωδούς, ούτε αναπτυγμένες γνώσεις στη φιλοσοφία. Επίσης, ας μην μπερδεύουμε και τις εποχές. Αλλοι οι «αρχαίοι» της γεωμετρικής λ.χ. εποχής, άλλοι της κλασσικής αρχαιότητος και άλλοι στους Αλεξανδρινούς χρόνους.

Ο Αλέξανδρος ο Αιτωλός όχι μόνο ήταν μέλος του Μουσείου της Αλεξανδρείας, αλλά και τραγωδοδιδάσκαλος και σ’ αυτόν ανέθεσε ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος τη διόρθωση των τραγικών ποιημάτων αφού θεωρούνταν ο καλύτερος ποιητής της εποχής εκείνης. Τα γεγονότα μαρτυρούν ότι και των Αθηναίων τραγωδών τα έργα τα διόρθωνε ο Αλέξανδρος ο Αιτωλός. Η Οδύσσεια ας αναφέρει

39

το ταξίδι του Τηλέμαχου στην Πύλο, όπου πήγε να ρωτήσει για τον πατέρα του αν ζει. Και λέγει:

«Σαν ήρθαν κάτω στο γιαλό και στο γοργό καράβι, βρήκαν τους μακρυμάλληδες συντρόφους στ’ ακρογιάλι και εκεί τους μίλησε ο θεϊκός Τηλέμαχος κι έτσι είπε, Εμπρός, τα τρόφιμα, Παιδιά, να φέρουμε στο πλοίο. Όλα στο σπίτι είναι έτοιμα, μα τίποτε δεν ξέρει.»

(Οδ. β 426-430 ) Όπως φανερώνουν αυτοί οι στίχοι, ο Τηλέμαχος ή δεν εύρισκε καράβι να

ταξιδέψει για την Πύλο, ή για να φύγει κρυφά, χωρίς να το μάθουν οι μνηστήρες, πήγε με καράβι, όχι από την Ιθάκη αλλά από άλλο κοντινό μέρος. Αν υποθέσουμε ότι η Λευκάδα είναι η ομηρική Ιθάκη πρέπει το καράβι να είναι από κάποιο κοντινό μέρος, απέναντι από τη Λευκάδα˙ εκεί είναι ακαρνανικός χώρος, ήταν η αρχαία Νήρικος, με τη μόνη διαφορά ότι αυτό το μέρος κατοικήθηκε από Κεφαλήνες, αφού έδιωξαν τους Ακαρνάνες.

Την υπόλοιπη Ακαρνανία τη δώρισε ο Θέστιος στον Ικάριο, τον πατέρα της Πηνελόπης. Ο Ικάριος, που ήταν Λάκωνας και διωγμένος από τον αδελφό του, τον Ιποκόοντα, δεν είχε δικούς του ανθρώπους. Επομένως, βασίλεψε σε Ακαρνάνες υπηκόους, δηλαδή στο χώρο της Ακαρνανίας που είναι βασιλιάς ο Ικάριος. Οι Ακαρνάνες παραμένουν στον ίδιο χώρο, δεν εκδιώχθηκαν˙ αντίθετα, στο χώρο που κατοικήθηκε από Κεφαλήνες, διώχθηκαν.

Επομένως, στο χώρο της Νήρικου, δηλαδή απέναντι από τη Λευκάδα δεν έχουμε Ακαρνάνες˙ οι Ακαρνάνες συγχωνεύονται με το βασίλειο του Ικάριου. Οι μακρυμάλληδες ναυτικοί, που θα πάνε τον Τηλέμαχο στην Πύλο, είναι Ακαρνάνες. Ξέρουμε ότι η Ακαρνανία πήρε τ’ όνομά της από τα μακριά μαλλιά που είχαν, αλλά ήταν όχι από το χώρο της Νήρικου, - διότι κατοικείται η Νήρικος την εποχή εκείνη από Κεφαλήνες - αλλά από Ακαρνάνες από το χώρο που είχε ο Ικάριος, ο πατέρας της Πηνελόπης. Δηλαδή, το καράβι που ζήτησε ο Τηλέμαχος για να πάει στην Πύλο, δεν θα το ζητούσε από ξένους, αλλά από φίλους ή συγγενείς που βρίσκονται στο σημερινό Μύτικα, δηλαδή την Αλυζεία που βασίλευε ο θείος του Αλυζυέας, ο αδελφός της Πηνελόπης, ή από το χώρο της υπόλοιπης Ακαρνανίας που μάλλον είναι προίκα της Πηνελόπης, δηλαδή προς τον Αχελώο.

40

Από όλα αυτά, βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Τηλέμαχος βοηθήθηκε από συγγενείς για να πάει στην Πύλο και αυτοί οι συγγενείς ήταν πολύ κοντά στην Ιθάκη. Επομένως, δεν μπορεί να είναι η Λευκάδα η ομηρική Ιθάκη αλλά κάποιος χώρος στις εκβολές του Αχελώου.

Στην Οδύσσεια, οι στίχοι ω 1-15 μιλούν για τις ψυχές των μνηστήρων, όταν τις οδήγησε στον Άδη. Δείχνουν ότι ο Ερμής πήγαινε μπροστά και πίσω ακολουθούν οι ψυχές των σκοτωμένων μνηστήρων˙ και λέγει στη διασκευή πως πέρασαν την Λευκόπετρα και του Ωκεανού το ρεύμα. Αυτό και μόνο μαρτυρεί ότι ο Ερμής τις οδήγησε κάπου σε άλλο μέρος έξω από την Ιθάκη, που αρχίζει το ανοιχτό πέλαγος, δηλαδή πέρασε πρώτα το ανοιχτό πέλαγος και μετά έφτασαν στον Άδη, στη Λευκόπετρα, όπως λέγει. Επομένως, η Ιθάκη δεν βρισκόταν σε ανοιχτό πέλαγος, αλλά σε θάλασσα μικρού βάθους και τριγυρισμένη από νησιά.

Το αρχαίο κείμενο αναφέρει τη Λευκάδα «πέτρην». Πολλοί υποστηρίζουν ότι το όνομα Λευκάδα το πήρε από αυτό το λευκό βράχο, στο νότιο άκρο του νησιού, που αναφέρει ο Όμηρος, αλλά το έδωσαν στην κλασική εποχή. Αυτό το υποστηρίζουν διάφοροι που θέλουν να στηρίξουν τη θεωρία τους ότι η Λευκάδα είναι η ομηρική Ιθάκη. Ήταν απαραίτητο η Λευκάδα να πάρει το όνομά της, ότι λεγόταν Λευκάδα από τη Λευκόπετρα; Θα ξεχνούσαν ένα τόσο ιστορικό όνομα αν λεγόταν Ιθάκη;

Έχω αναφερθεί στο Λευκάδιο που είναι αδελφός της Πηνελόπης. Μάλλον από εκεί πήρε τ’ όνομα η Λευκάδα. Αλλά και αν δεν το πήρε από το Λευκάδιο και το πήρε από την «Λευκάδα πέτρην» το αποτέλεσμα είναι το ίδιο˙ το όνομα Λευκάδα προϋπήρχε από τα χρόνια του Οδυσσέα και δεν είναι η Ιθάκη.

Και γιατί να μην βγάλουμε το συμπέρασμα ότι σε αυτό το στίχο ο Όμηρος δεν εννοεί ότι πέρασαν τη Λευκάδα, πέτρην. Δεν αναφέρει ο Όμηρος σε άλλο στίχο για την Καλυδώνα, «Καλυδώνα τε πετρήεσσα».

Απ’ ότι φανερώνουν οι στίχοι ω 10-16, ότι πράγματι, ο χώρος προς τον Άδη μπορεί να ήταν στη Λευκάδα, αφού μας μαρτυρούν ότι πέρασαν τη Λευκόπετρα και του Ωκεανού το ρεύμα, δείχνει ότι οι ψυχές οδηγήθηκαν μακριά από την Ιθάκη και, ίσως, να είναι στο ακρωτήριο Λευκάτας, που και αυτό διατηρεί το όνομά του αλλά και το τοπίο φαντάζει πράγματι σαν να βρισκόμαστε στον Άδη. Και ιερό του Απόλλωνα εκεί έχουμε και πολλά ναυάγια, διότι είναι πολύ άγριο το τοπίο. Αλλά και η ποιήτρια της Λέσβου, Σαπφώ αυτό το μέρος διάλεξε να γκρεμιστεί για τον Φάονα, τον άτυχο έρωτά της. Από το ίδιο μέρος έπεσε και ο Κέφαλος που ερωτεύτηκε τον Πτερέλα, το γιο του Διϋονέα, όπως μαρτυρεί ο Μένανδρος.

41

Αναφέρει ότι πέρασε τη Λευκόπετρα και του ωκεανού το ρέμα. Ποιο είναι του ωκεανού το ρέμα; Αυτό βρίσκεται μεταξύ σημερινής Ιθάκης και Λευκάδας, προς Βασιλική. Είναι ο θαλάσσιος δρόμος για το ακρωτήριο Λευκάτας. Το αναφέρει ως Ωκεανού το ρέμα, διότι σ’ αυτό το μέρος έχει υπόγεια θαλάσσια ρεύματα και πάντα η θάλασσα είναι ταραγμένη.

Η Ιλιάδα αναφέρει τις πόλεις που λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό πόλεμο: «Και τα νησιά τα ιερά της Ήλιδος αντίκρυ Εχίνες και Δουλίχιον, Σαράντα εστείλαν πλοία Κι ο Μέγης ήταν αρχηγός ισόπαλος του Άρη, Και τον εγέννησε ο Φυλεύς, αγαπητός του Δία, Που έναν καιρόν, ως έπεσε στην έχθραν του πατρός του, Εις το Δουλίχιον πέρασεν εκεί να κατοικήσει. Κατόπ’ οι μεγαλόψυχοι ερχόταν Κεφαλήνες, Η Ιθάκη, τα Σεισόφυλλα προπόδια του Νηρίτου, Τους στείλαν, τα Κροκύλεια, η Αιγίλιψ η τραχεία, Τους έστειλεν η Ζάκυνθος, η Σάμη και τα μέρη Της στερεάς τ’ αντίπερα, και είχαν αρχηγό τους Τον Οδυσσέα πόμοιαζε στην γνώμη με τον Δία, Και είχαν πλοία δώδεκα με κόκκινες τες πλώρες. Των Αιτωλών ήτο αρχηγός ο Ανδραιμονίδης Θόας, Τους έστειλ’ η ακρόγιαλη Χαλκίς και η Πυλήνη, Η Ώλενος και ο Πλευρών, και η Καλυδών Πετρώδης, Και ως είχε λείψ’ η γενεά του ανδρειωμένου Οινέως Με τον ξανθόν Μελέαγρον, γι’ αυτό κάθ’ εξουσία Εδόθηκε του Θόαντος στων Αιτωλών τα πλήθη, Κι είχε σαράντα ολόμαυρα κατόπι του καράβια»

Ομ. Ιλιάδα (β 610-650).

Οι παραπάνω στίχοι αναφέρουν ποιες πόλεις λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, από την Αιτωλία και τα διάφορα νησιά. Με αρχηγό τον Οδυσσέα δείχνουν τη Σάμη (Κεφαλονιά), Ιθάκη, Ζάκυνθος και την αντίπερα στεριά που σίγουρα είναι η Ακαρνανία, καθώς και τις πόλεις Κροκύλιον και Αιγίλιπα. Σίγουρο είναι ότι και το Κροκύλιον και η Αιγίλιπα ήταν κάποια νησιά στις εκβολές του Αχελώου ή κάποιες Ακαρνανικές πόλεις (Στράβων). Δείχνουν ότι λαμβάνουν μέρος τα Σεισόφυλλα που βρίσκονται μπροστά από τους πρόποδες του δασωμένου Νήριτου.

42

Δηλαδή, πρώτα βρίσκεται η Ιθάκη, μετά τα Σεισόφυλλα που σίγουρα είναι κάποια νησίδα και ακολουθεί ο Νήριτος, που σε άλλο στίχο λέγει ο Όμηρος ότι είναι κάποιο δασωμένο βουνό. Και δείχνει κάπως χωριστά από τη βραχόσπαρτη Ιθάκη. Με λίγα λόγια, άλλη πόλη η Ιθάκη, άλλη πόλη τα Σεισόφυλλα. Αυτό και μόνο μαρτυρεί ότι το βασίλειο του Οδυσσέα, επεκτεινόταν πέρα από τη βραχόσπαρτη Ιθάκη, επεκτεινόταν στην απέναντι στεριά, όπως λέγει ο στίχος, δηλαδή στην Ακαρνανία, που μάλλον ήταν ο δασωμένος Νήριτος. Ο Στράβων το αναφέρει ξεκάθαρα ότι άλλο η Ιθάκη και άλλο ο Νήριτος.

Ο Όμηρος, αναφέρει το Δουλίχιον και τις Εχίνες νήσους χωριστά, και λέει ότι λαμβάνουν μέρος με σαράντα πλοία με αρχηγό τον Μέγη. Το ίδιο και οι Αιτωλοί, που συμμετέχουν με σαράντα πλοία κι αυτοί, με αρχηγό το Θόαντα˙ ενώ ο Οδυσσέας λαμβάνει μέρος με μόνο δώδεκα πλοία. Αυτό μαρτυρεί ότι η Ιθάκη του Οδυσσέα δεν είναι μεγάλο βασίλειο, διότι, παρόλο που βοηθήθηκε και από άλλες πόλεις, τα καράβια που στέλνει στον Τρωικό πόλεμο ήταν λίγα. Αντίθετα ο πλούτος του ήταν μεγάλος, αφού είχε μεγάλους βοσκότοπους, στην απέναντι Ακαρνανία, αλλά και κάμπους στις εκβολές του Αχελώου. Γι’ αυτό βλέπουμε να παρουσιάζονται τόσοι μνηστήρες˙ όχι για την Πηνελόπη όπως μαρτυρεί ο Όμηρος, αλλά για τη μεγάλη περιουσία που είχε ο Οδυσσέας.

Αναφέρει, επίσης, ο Όμηρος ότι τον βοήθησαν σε καράβια η Κεφαλονιά, η Ζάκυνθος και η αντίπερα στεριά που σίγουρα είναι η Ακαρνανία, μαζί με την Ιθάκη, το Κροκύλιο, τα Σεισόφυλλα και την Αιγίλιπα. Και τα καράβια ήταν μόνο δώδεκα. Πράγματι, λαμβάνουν μέρος όλα αυτά τα νησιά; Ή μήπως δεν ήταν της αρεσκείας τους και τόσο το βασίλειο του Οδυσσέα και βοηθήθηκε μόνο από φιλικές πόλεις, όπως για παράδειγμα η Σάμη, όπου βασιλεύει ο γαμπρός του Οδυσσέα Ευρύλοχος και η αδερφή του Κτιμένη, και αργότερα εκμεταλλεύονται την ευκαιρία που δεν γύρισε ο Οδυσσέας απ’ τον Τρωικό πόλεμο για να του πάρουν την περιουσία; Οι μνηστήρες παρουσιάζονται πολλοί, εκατόν οχτώ συνολικά. Και η ίδια η Αφροδίτη να ήταν η Πηνελόπη δεν θα πρέπει να είχε τόσους μνηστήρες. Οι μνηστήρες ήταν όλοι σε νεαρή ηλικία, κάτι λίγο μεγαλύτεροι από το γιο της, τον Τηλέμαχο. Διεκδικούσαν μια γυναίκα με τα διπλά τους χρόνια· Αν το καλοσκεφτούμε βγαίνει το συμπέρασμα ότι «ο καυγάς γίνεται για το πάπλωμα», δηλαδή για την περιουσία του Οδυσσέα. Ο στίχος το λέει ξεκάθαρα, ποιοι ήταν οι μνηστήρες:

43

Γιατί όσοι ορίζουν τα νησιά κι απ’ όλους είναι οι πρώτοι, Στη δασωμένη Ζάκυνθο, στη Σάμη, στο Δουλίχι, κι όσοι είναι αρχοντογέννητοι στο βραχωμένο Θιάκι, τόσο ζητούν τη μάνα μου και καταλούν το βιός μου.

(Οδ. π 125-128).

Μιλά γι’ αυτούς που ορίζουν τα νησιά, δηλαδή βασιλόπουλα. Μόνο από το Θιάκι ήταν απλώς αρχοντόπουλα. Ολοκάθαρες οι προθέσεις τους. Αν αφαιρέσουμε τους δώδεκα μνηστήρες από την Ιθάκη που είναι απλώς αρχοντόπουλα, οι υπόλοιποι είναι βασιλιάδες από διάφορες πόλεις. Εικοσιτέσσερις από πόλεις της Κεφαλονιάς, είκοσι από πόλεις της Ζακύνθου και πενήντα δύο από το Δουλίχι. Γίνεται αντιληπτή η πυκνότητα σε πληθυσμό που είχαν αυτά τα νησιά, αφού κάθε χωριό, να το πούμε με τα σημερινά δεδομένα, είχε και από έναν κυβερνήτη ή βασιλιά. Αυτά τα βεβαιώνουν οι στίχοι:

Δυο μόνοι μ’ άλλους πιο πολλούς πώς θα τα βγάλουν πέρα; Δεν είναι μια, δεν είναι δυο Δεκάδες οι μνηστήρες, Μόν’ είναι ακόμα πιο πολλοί, κι άκου να τους μετρήσω. Απ’ το Δουλίχι διαλεχτοί πενήντα δυο λεβέντες, μ’ έξι μαζί τους παραγιούς. Κι όσοι ήρθαν απ’ τη Σάμη, είναι όλοι είκοσι τέσσερις. Κι είκοσι βάλε ακόμα, όσοι ήρθαν απ’ τη Ζάκυνθο, και δώδεκα απ’ το Θιάκι.

(Οδ. π 247-253).

Ποια είναι η βοήθεια που έδωσαν στον Οδυσσέα για τον Τρωικό πόλεμο, τουλάχιστον αυτά τα νησιά που αναφέρονται στους στίχους;

Αν υπολογιστούν οι πόλεις και από ένα καράβι να έδιναν για τον Τρωικό πόλεμο στον Οδυσσέα, και αν εξαιρεθούν Εχίνες, Δουλίχιον και Ιθάκη έπρεπε τουλάχιστον στον Τρωικό πόλεμο να πάει με σαράντα δύο πλοία, διότι τόσοι ήταν αυτοί που κυβερνούσαν τα νησιά, οι μνηστήρες. Και γίνεται λόγος για ένα μόνο καράβι, χωρίς να αναφέρεται η Ιθάκη, από την οποία, σίγουρο είναι, ότι πήγαν πολλά καράβια. Και τελικά συνοδεύεται από δώδεκα πλοία. Επαναλαμβάνεται για άλλη μια φορά ότι ο Οδυσσέας βοηθήθηκε μόνο από μερικούς φίλους ή συγγενείς. Για το πόσο συμπαθούσαν τον Οδυσσέα αυτά τα νησιά το δείχνει μόνη της η Οδύσσεια. Και αφού τους εκδικήθηκε και τους σκότωσε όλους, επόμενο ήταν να

44

φύγει και να πάει σε άλλο μέρος, διότι κήρυξε πόλεμο σε όλα τα παράλια του Ιονίου.

Μαθεύτηκε στην Ιθάκη ότι ο Οδυσσέας σκότωσε τους μνηστήρες, ξεσηκώθηκαν οι Θιακιώτες εναντίον του και εδώ αναφέρεται ότι η Ιθάκη ήταν κοντά σε στεριά και λένε οι Θιακιώτες για τον Οδυσσέα και την παρέα του μήπως προφτάσουν και τους φύγουν.

«Μα ελάτε, πριν να φύγει αυτός τρεχάτος για την Πύλο ή για την πλούσια Ήλιδα, που οι Επειοί ορίζουν, να του ριχτούμε. Έτσι, άτιμοι θα μείνουμε για πάντα. Γιατί στον κόσμο μια ντροπή θα ‘ναι όσοι κι αν τα’ ακούσουν που τους φονιάδες αδερφών, φονιάδες των παιδιών μας απλέρωτους αφήσαμε. Καλύτερα ας μη ζήσω, κι αυτή την ώρα ο θάνατος ας έρθει να με πάρει. Μα ελάτε εμπρός, μήπως αυτοί προκάμουν να περάσουν. Έτσι είπε δάκρυα χύνοντας και συμπονέσανε όλοι».

(Οδ. Ω 424-432) Εδώ, ο πατέρας του Αντίνοου προσπαθούσε να ξεσηκώσει τους Θιακιώτες

εναντίον του Οδυσσέα και της παρέας του. Και τα πράγματα δείχνουν ότι ήταν απέναντι από την Ιθάκη και τους χώριζε στενή λουρίδα από θάλασσα. Υποθέτει ο πατέρας του Αντίνοου ότι ο Οδυσσέας θα φύγει για την Ήλιδα. Αυτό και μόνο μαρτυρεί τη συγγένεια που είχε ο Οδυσσέας με την Ήλιδα και την Αιτωλία, διότι ο Επειός είναι αδερφός του Αιτωλού.

Ο Οδυσσέας φημιζόταν για τα πολλά κοπάδια που είχε: βόδια, γουρούνια, πρόβατα, γίδια κ.λπ. Η σημερινή Ιθάκη δεν είναι ικανή να θρέψει ούτε δύο ή τρία κοπάδια γίδια και μιλάω για γίδια, γιατί μόνο τα γίδια τρέφονται με πουρνάρι, ρείκι, σκίνο ή κουμαριά που διαθέτει η σημερινή Ιθάκη. Τι θέλουν να φάνε τα γελάδια; Πλούσιο χόρτο και πολύ νερό για να πίνουν. Τι θέλουν να φάνε τα γουρούνια; Τρυφερές ρίζες και άφθονο βελανίδι, που υπάρχει στην Ακαρνανία. Πού πρέπει να ψάξουμε για τη σπηλιά του χοιροβοσκού του Οδυσσέα και των Σειρήνων; Στα παράλια της Ακαρνανίας, όπου υπάρχουν πάρα πολλά σπήλαια. Όταν παρουσιάστηκε η Αθηνά στον Οδυσσέα, που μόλις είχε ξυπνήσει και δεν γνώριζε πού βρισκόταν και ρώτησε την Αθηνά να του πει, η τελευταία του απάντησε :

45

«Δρόμους δεν έχει αμαξωτούς, βραχόσπαρτη είναι χώρα, όμως δεν είναι κι άκαρπη, μεγάλη κι ας μην είναι. Και στάρι βγάζει πληθερό και το κρασί περίσσιο, κι όλο τη λούζουν οι βροχές κι οι λαμπερές δροσούλες. Γίδια και βόδια θρέφονται, κοπάδια στις βοσκές της κι έχει λογής-λογής δεντρά κι αστέρευτες ποτίστρες. Γι’ αυτό το Θιάκι ακούστηκε και μες στην Τροία, ξένε, που καθώς λένε βρίσκεται αλάργα απ’ την Ελλάδα»

(Οδ. ν 250-255).

Εδώ, ο Όμηρος μιλά για λαμπερές βρυσούλες, κάνει λόγο για γίδια, βόδια, μιλάει για αστείρευτες ποτίστρες, που πίνουν νερό τα βόδια. Και το λέγει καθαρά ότι ήταν μικρή σε μέγεθος η Ιθάκη. Έχει τίποτε από αυτά η σημερινή Ιθάκη; Ας παραθέσουμε και έναν άλλο στίχο:

«Θα λογαριάσω να το ιδείς. Στους κάμπους πέρα βόσκουν κοπάδια δώδεκα βοδιών, προβάτων άλλα τόσα, κι ως τόσα χοίρων και γιδιών πλατιά κοπάδια ακόμα».

(Οδ. ξ 100-105).

Στον παραπάνω στίχο αναφέρεται ότι η Ιθάκη είναι βραχόσπαρτη· Εδώ, όμως λέγεται ότι τα κοπάδια έβοσκαν σε απέραντα λιβάδια. Πού πρέπει να αναζητήσουμε τον τόπο με τα απέραντα λιβάδια; Πάντως όχι στη σημερινή Ιθάκη. Στις εκβολές του Αχελώου υπήρχε τέτοιος τόπος που μπορούσε να κρατήσει πολλά κοπάδια. Επίσης, λέει ο Όμηρος:

«Τότε μια σκίζα παίρνοντας βελανιδιάς, που κάτω την είχε αφήσει σκίζοντας, χτύπησε το γουρούνι κι ευτύς στον τόπο τα’ άφησε»

(Οδ. ξ 435). Καταλαβαίνετε από πόσο μεγάλο δέντρο ήταν η σκίζα, γιατί σκίζες βγαίνουν

από τους κορμούς των δέντρων. Αλλιώς δεν μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε στη φωτιά. Τέτοιες βελανιδιές έχει μόνο το Ξηρόμερο. Στα νησιά οι βελανιδιές είναι ανύπαρκτες. Άλλος στίχος:

46

«Κοντά στην Κορακόπετρα, στην Αρεθούσα βρύση, τρων βελάνια πληθερά, νερό καθάριο πίνουν, που φέρνουν το γυαλιστερό το πάχος στα γουρούνια»

(Οδ. ν 422-424).

Ο στίχος αυτός μιλάει για πληθερά βελάνια. Για να υπάρχει πληθερό βελανίδι ας φανταστούμε τι μεγάλες βελανιδιές πρέπει να υπήρχαν. Το Ξηρόμερο έχει πάρα πολλές βελανιδιές ακόμη και σήμερα, παρόλη τη μεγάλη οικολογική καταστροφή που γίνεται. Φανταστείτε πριν πολλά χρόνια τι μεγάλα δάση από βελανιδιές πρέπει να υπήρχαν.

Γράφει "κοντά στην Κορακόπετρα, στην Αρεθούσα βρύση." Μιλάει για ένα βράχο που λεγόταν Κορακόπετρα. Ο Κόρακας ήταν γιος της Αρεθούσας νύμφης. Η Αρεθούσα ήταν η πηγή που αναφέρει ο Όμηρος και ο Κόρακας ήταν ο βράχος δίπλα από την πηγή Νύμφη. Το όνομα Κόρακας ή Κόραξ το συναντάμε από τα πανάρχαια χρόνια στην Αιτωλοακαρνανία. Έχουμε το όρος Κόραξ που αρχίζει από τον Εύηνο ποταμό έως τη Ναύπακτο, όπως αναφέρει ο Κώστας Στεργιόπουλος, Οι αρχαίοι πρόγονοί μας, επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να γνωρίζουν τους γεωλογικούς όγκους, κάθε κορυφή την ονόμαζαν Κόραξ. Ο Όμηρος αναφέρει, επίσης, κάποιο μικρό όγκο στην Ιθάκη, Κορακόπετρα (κόρακας+πέτρα).

Ο Διονύσης Μιτάκης σημειώνει στο βιβλίο του «Αχελώος», (σελίδα 43-44), πώς πήρε το όνομα το γεφύρι του Κόρακα που είναι στον επάνω Αχελώο. Μαζεύτηκαν σαρανταπέντε μάστοροι και εξήντα μαστορόπουλα για να το φτιάξουν. Τρία χρόνια δούλευαν και στερειωμό δεν είχε. Έφτιαχναν την ημέρα, έπεφτε τη νύχτα. Πουλάκι από τη μεσιανή κολόνα έβγαλε ανθρώπινη λαλιά και λέει:

«-Το γεφύρι δεν στεριώνεται αν στα θεμέλια δεν σφάξετε χίλιες γίδες,σιούτες». Οι μάστοροι που το άκουσαν εκτέλεσαν την παραγγελία και τότε στέριωσε και

το τελείωσαν. Πάνω στο τελείωμα πέρασε και ο Άη Βισάρης από εκεί κι ανέβηκε στα κλειδιά του γεφυριού κατάκορφα και φωνάζει στους μαστόρους που κοιτούσαν από κάτω: - Πώς φαίνομαι; - Σαν κόρακας του είπαν.

Και από τότε ονομάστηκε του Κόρακα το γεφύρι. Το γεφύρι του Κόρακα είναι νεωτέρας εποχής, είναι μεταβυζαντινό. Το πέρασμα, όμως, του Αγίου Βησάρη από

47

το γεφύρι που σταματάει στην κορυφή από τη γέφυρα, διότι η γέφυρα είναι θολωτή και ρωτάει τους μαστόρους «-πώς σας φαίνομαι» και του απάντησαν «-σαν κόρακας», αποδεικνύει ότι στην Αιτωλία και στους νεώτερους χρόνους οι κορυφές λέγονταν Κόρακας.

Γιατί, λοιπόν, να αναζητήσουμε αυτό το μέρος που δεν το συναντάμε ίσως στα πανάρχαια χρόνια σε άλλο μέρος, και να μην το αναζητήσουμε στην Αιτωλοακαρνανία, που είναι και ιστορικώς αποδεδειγμένο, ότι Κόρακας ήταν οι κορυφές; Κάποιο βουνό που το συναντάμε στα μέρη μας; Στον ίδιο στίχο αναφέρει και κάποια βρύση, με καθάρια νερά που πίνουν τα γουρούνια. Ξέρετε πολλές βρύσες στα Επτάνησα, που να έχουν πολύ νερό και καθαρό; Εγώ είμαι από τη Λευκάδα. Στην πατρίδα μου δεν έχουμε. Αν έχουν σε κάποια άλλα νησιά ας μας το πουν. Και οι βρύσες που υπάρχουν στα νησιά είναι βρυσούλια και πολύ σπάνια έχουν όλο το καλοκαίρι νερό. Ας βάλουμε λίγο τη φαντασία μας να δουλέψει και να δούμε Ποιο μέρος μπορεί να ταιριάζει μ’ αυτή την περιγραφή που κάνει ο Όμηρος; Ένα μέρος που πρέπει να προσέξουμε είναι από εκεί που πηγάζει το ποτάμι, που είναι στην περιοχή Λεσινίου και λέγεται Φράξος. Είναι στο επάνω μέρος δυτικά από το χωριό Πεντάλοφο. Όλα ταιριάζουν: βελανίδια, νερά, βραχότοπος. Και σήμερα αν επισκεφτεί κάποιος το χώρο αυτό θα βρει πολλά κοπάδια από γουρούνια ελευθέρας βοσκής. Ο στίχος λέει:

«Μες στην αυλή είχε δώδεκα χτισμένες χοιρομάντρες, κοντά βαλμένες στη σειρά, γιατάκια, για τους χοίρους, κι από πενήντα καθεμιά χωρούσε χοιρομάντρα γουρούνες χαμοκύλιστες, μανάδες που γεννούσαν. Τα αρσενικά λιγότερα, κοιμότανε όλα απ’ όξω. Αυτά λιγόστευαν γιατί τα τρώγανε οι μνηστήρες, που τους τα πήγαινε ο βοσκός, διαλέγοντας απ’ όλα το πιο παχύτερο θρεφτό. Κι ήταν τριακόσια εξήντα. Κοντά τους τέσσερα σκυλιά, όμοια θεριά, φυλούσαν, που τα ‘θρεψε ο χοιροβοσκός των κοπελιών ο αφέντης.»

(οδ. ξ 14-23).

Μιλά για 360 γουρούνια, εκτός από τα άλλα, όπως βόδια, γίδες, πρόβατα. Μπορείτε να φανταστείτε σε τι μέρος πρέπει να βόσκουν 360 γουρούνια; Μην πείτε πως θα μπορούσε να τα θρέψει η σημερινή Ιθάκη η όποιο άλλο νησί των Επτανήσων; Εδώ ο ποιητής ξεκαθαρίζει το πώς ήταν το βασίλειο του Οδυσσέα. Πολλοί παρουσιάζουν το Λαέρτη, τον πατέρα του Οδυσσέα ως έναν αδύναμο

48

αρχηγό των Κεφαλήνων και άλλοι ως βασιλιά. Αν ήταν αδύναμος, θα μπορούσε να καταλάβει και αυτός ένα μεγάλο τμήμα της Ακαρνανίας; Την εποχή που ο Θέστιος είχε πόλεμο με τους Ακαρνάνες και τους Ηπειρώτες γνωρίζουμε για τη μοιρασιά της Ακαρνανίας. Ο Αλκμαίωνας τους Οινιάδες, ο Ικάριος, ο πατέρας της Πηνελόπης την κυρίως Ακαρνανία και ο Λαέρτης άλλο ένα μέρος της Ακαρνανίας. Αν ήταν ένας αδύναμος βασιλιάς ο Λαέρτης, θα ήταν ικανός να καταλάβει και αυτός μέρος της Ακαρνανίας και να κυριεύσει και την προϊστορική Νήρικο. Τα γεγονότα δεν τον παρουσιάζουν, όμως, για αδύναμο αρχηγό, αλλά για έναν άξιο βασιλιά. Ο Όμηρος το αναφέρει:

«Δία πατέρα, κι Αθηνά κι Απόλλο μου, είθε να ‘μουν σαν τον καιρό που πάτησα το Νήρικο το κάστρο, των Κεφαλήνων αρχηγός, σ’ άκρη γιαλού χτισμένο. Τέτοιος ψες να ‘μουν σπίτι μας, φορώντας τ’ άρματά μου να στέκω ορθός να πολεμώ τους άναντρους μνηστήρες πολλούς θα ξάπλωνα στη γη που να χαρεί η καρδιά μου». (οδ ω 371-376).

Ο Όμηρος το λέγει ξεκάθαρα για το Λαέρτη: σε νεαρή ηλικία είχε καταλάβει την προϊστορική Νήρικο. Ως αρχηγός των Κεφαλήνων το λέγει καθαρά, άλλο Ιθάκη κι άλλο Κεφαλονιά, των Κεφαλήνων αρχηγός σ’ άκρη γιαλού χτισμένη. Το ότι η Κεφαλονιά ήταν ένα αξιόλογο μυκηναϊκό κέντρο δεν αμφισβητείται και από τα γεγονότα που μας αναφέρει ο Όμηρος, αλλά και από τις τελευταίες ανασκαφές που έγιναν στον Πόρο Κεφαλονιάς. Ο Όμηρος σε ένα άλλο στίχο λέγει ότι ο Λαέρτης ήταν ένας βασιλιάς. Όταν βρήκε το Λαέρτη ο Οδυσσέας στο κτήμα του, είπε:

«Κι ένα άλλο τώρα θα σου πω, να μη θυμώσεις όμως. Μονάχα εσύ είσαι ακοίταχτος και στα γεράματά σου τέτοια φορείς παλιόρουχα κι είσαι λερός ο ίδιος. Δε σ’ αμελά ο αφέντης σου, γιατί καλά δουλεύεις, μήτε έχεις, αν σε ιδεί κανείς στ΄ ανάστημα, στην όψη, απάνω σου το δουλικό. Για βασιλιάς λες μοιάζεις όταν λουστεί και φαει ψωμί και σε απαλό κρεβάτι πάει να πλαγιάσει, που όλα αυτά ταιριάζουν για τους γέρους.

(οδ. ω 245-250)

49

Η προϊστορική Νήρικος ήταν απέναντι από τη Λευκάδα, κατοικήθηκε από Κεφαλήνες και, αργότερα, μεταφέρθηκε στη Λευκάδα. Αφού ο Λαέρτης κατέλαβε τη Νήρικο, από ποιο μέρος ανέβηκε και πάτησε το κάστρο; Μάλλον το βασίλειο του Λαέρτη ήταν κάποια νησιά του Ιονίου, ίσως η Κεφαλονιά που επεκτάθηκε και σε ένα κομμάτι της δυτικής Ακαρνανίας. Τα γεγονότα δείχνουν ότι άλλο το βασίλειο του Λαέρτη και άλλο της Πηνελόπης και του Οδυσσέα. Μπορεί, αργότερα, να ζούσαν ενωμένα σαν πατέρας και γιος, όταν παντρεύτηκε ο Οδυσσέας την Πηνελόπη.

Το γενεαλογικό δέντρο της Πηνελόπης το αναφέρουν πολλοί ιστορικοί και ο Όμηρος. Από το γενεαλογικό δέντρο του Οδυσσέα το μόνο που ξέρουμε είναι ότι ο παππούς του είναι ο Ακρίσιος. Γιος του Ακρίσιου ήταν ο Λαέρτης. Και ο Λαέρτης είχε δύο παιδιά, τον Οδυσσέα και την Κτιμένη. Η Κτιμένη παντρεύτηκε τον Ευρύλοχο (Οδ. ν 182).

Τι μπορεί να προέκυψε από αυτό το γενεαλογικό δέντρο; Είναι γνωστό ότι στα μητριαρχικά χρόνια το αγόρι για να γίνει βασιλιάς έπρεπε να παντρευτεί βασιλοπούλα από άλλο βασίλειο και να γίνει εκεί βασιλιάς. Για τον Ακρίσιο δεν μπορούμε να υποθέσουμε τίποτε, διότι δεν γνωρίζουμε και τίποτε άλλο. Ο Λαέρτης, όμως, σίγουρα είχε βασίλειο, ίσως κάποιο κομμάτι της Κεφαλονιάς και επεκτάθηκε και σε τμήμα της Ακαρνανίας. Πάντρεψε την κόρη του Κτιμένη με τον Ευρύλοχο και, σύμφωνα με το μητριαρχικό έθιμο, παραμένει η Κτιμένη βασίλισσα στο βασίλειο του Λαέρτη και γίνεται βασιλιάς ο Ευρύλοχος, διότι ο Όμηρος αναφέρει ότι η Κτιμένη παντρεύεται στη Σάμη που ήταν η Κεφαλονιά. Και τον Οδυσσέα τον βρίσκουμε βασιλιά στο βασίλειο της Ιθάκης. Πάλι, σύμφωνα με το μητριαρχικό έθιμο, αφού έμεινε η αδελφή του διάδοχος στο βασίλειο του πατέρα της, ο Οδυσσέας έπρεπε να γίνει βασιλιάς σε άλλο βασίλειο και το βασίλειο αυτό ήταν η Ιθάκη της Πηνελόπης, όπου, προηγουμένως, ήταν βασιλιάς ο πατέρας της Ικάριος. Όταν ο Λαέρτης έπαψε να είναι βασιλιάς, έμεινε κοντά στο παιδί του τον Οδυσσέα για να περάσει την υπόλοιπη ζωή του ή κράτησε για τον εαυτό του το τμήμα της Ακαρνανίας που είχε καταλάβει. Και, ίσως, γι’ αυτό ο Λαέρτης δεν κατοικεί στα γηρατειά του στο παλάτι του Οδυσσέα, αλλά κάπου αλλού, αλλά όχι πολύ μακριά. Στους παρακάτω στίχους ο Όμηρος μιλάει για την επίσκεψη που έκανε ο Οδυσσέας, ο Τηλέμαχος, ο Εύμαιος και ο Φιλοίτιος στο σπίτι του γέρου Λαέρτη:

50

«Κι εκείνοι, αφού κατέβηκαν έξω από την πόλη, πήγαν στο πολύκαρπο χωράφι του Λαέρτη, που μόνος του το απόκτησε με ιδρώ πολύ και κόπο. Εκεί είχε και το σπίτι του κι ολόγυρα καλύβες, που κάθονταν οι δούλοι του και έτρωγαν και κοιμούνταν, δούλοι πιστοί που του ‘κάναν τη γνώμη στις δουλειές του. Κι είχε μια Σικελιώτισσα γριά στο ξοχικό του, εκεί που ζούσε απόμερος, και τον γεροκομούσε.»

(Οδ. ω 203-210). Εδώ μας πληροφορεί ότι στα γηρατειά του κατοικούσε σε κάποιο εξοχικό

σπίτι, με δούλους και υπηρέτες. Αλλά ο Όμηρος δίνει το εξοχικό σπίτι χωριστά από το παλάτι του Οδυσσέα. Και το κτήμα και το σπίτι του, το παρουσιάζει, επίσης, κάπως χωριστά από το βασίλειο της Πηνελόπης. Και από αυτό υποθέτω ότι ο Λαέρτης, αφού παρέδωσε το βασίλειό του στο γαμπρό του και την κόρη του, κράτησε για τον εαυτό του τμήμα της Ακαρνανίας, κάπου κοντά στην Ιθάκη, κοντά στο γιο του Οδυσσέα. Και εδώ μπορούμε να υποθέσουμε μήπως ο τάφος και τα ευρήματα που βρέθηκαν στον Πόρο Κεφαλονιάς είναι του Ευρύλοχου και της αδελφής τού Οδυσσέα Κτιμένης. Όταν κατέβηκε ο Οδυσσέας στον Άδη να ρωτήσει τον μάντη Τειρεσία, αυτός του είπε:

«-Δεν θα τελειώσουν τα βάσανά σου, θα φύγεις πάλι από την Ιθάκη.» Μιλάει για κάποια επανάσταση, αφού θα σκοτώσει τους μνηστήρες που ήταν

αρχοντόπουλα ή βασιλόπουλα; «-Και θα πας σε χώρα που θα τρων γλυκό ψωμί και θα περάσουν το κουπί για

λιχνιστήρι». Αναφέρεται, πιθανότατα, στους Ευρυτάνες. Ο ποιητής το αναφέρει:

«Αχ, όλα τα βάσανα δεν πήραν, φως μου τέλος και πίσω ακόμα αμέτρητοι μας Περιμένουν πόνοι σκληροί, που γράφει ολόκληρους να τους περάσω η μοίρα. Έτσι προφήτεψε η ψυχή του μάντη Τειρεσία τη μέρα που κατέβηκα στο σκοτεινό τον Άδη ζητώντας με τους ναύτες του να φτάσω στην πατρίδα. «Κρατώντας καλοσήκωτο κουπί στα δυο μου χέρια,

51

όσο να φτάσω σε λαούς που θάλασσα δεν ξέρουν και τρωνε ανάλατο φαγί και μήτε καράβια γνωρίζουν κοκκινόπλωρα, μήτε είδανε ποτέ τους τα καλοτράβηχτα κουπιά, που ‘ναι φτερά των πλοίων. Κι άκου, καθώς μου το ‘λεγε τ’ αλάθευτο σημάδι. Όταν στο δρόμο που τραβώ ξένος με βρει διαβάτης και λιχνιστήρι αυτό μου πει στον ώμο που σηκώνω, πρόσταξε τότε το κουπί στο χώμα να το μπήξω κι όμορφα να προσφέρω εκεί σφαχτά στον Ποσειδώνα, αρνί, δαμάλι και καπρί των χοίρων αναβάτη, να φτάσω στην πατρίδα μου κι αρχοντικές θυσίες πολλές να κάμω στους θεούς, που κατοικούν στα ουράνια, με τη σειρά του καθενός. Κι ο θάνατος πια τότε γλυκός μακριά απ’ τα πέλαγα θα ‘ρθει να μ’ ανταμώσει στ’ αρχοντικά μου γηρατειά. Και γύρω μου ο λαός μου πάντα θα ζει καλότυχος. Έτσι είπε πως θα γίνουν.»

(Οδ. Ψ 255-260).

Εδώ, ο ποιητής λέγει ξεκάθαρα ότι ο Οδυσσέας δεν πέθανε κοντά στη θάλασσα, αλλά στο μέρος που ξενιτεύτηκε, αφού θα κάνει θυσίες στους θεούς στον καθένα με τη σειρά. Και το λέγει καθαρά:

«κι ο θάνατος πια τότε γλυκός μακριά απ’ τα πέλαγα θα ‘ρθει να μ’ ανταμώσει στ’ αρχοντικά μου γηρατειά».

Ας σταματήσουν κάποιοι να θέλουν να αποδείξουν ότι ο τάφος του Οδυσσέα είναι σε κάποιο νησί του Ιονίου. Και εγώ από τη Λευκάδα είμαι και έχει ειπωθεί ότι η Λευκάδα είναι η ομηρική Ιθάκη. Αλλά δεν το κάνω, διότι η Λευκάδα δεν είναι η ομηρική Ιθάκη. Το αρχαίο κείμενο λέγει:

«Μαντείο του Οδυσσέα» Ένας ποιητής, ο Χαλκίδης λέει για τον Οδυσσέα: «Μάντην δε νεκρόν Ευρυτάν στέψει λεώς» τον μάντη Οδυσσέα θα στέψει νεκρόν ο λαός των Ευρυτάνων. Το λέγει επίσης

και ο Αριστοτέλης: «Φησίν εν Ιθακησίας πολιτεία Ευρυτάν έθνος είναι τη Αιτωλία. Ονομάσθη επί

Ευρίπου παρ’ οις Μαντείον του Οδυσσέα. Νύν αυτό και Νίκανδρος φησίν εν Αιτωλικοίς».

52

O W.Woodhouse, (σ. 303-304,) μας λέει για τον Οδυσσέα ότι πρέπει να συσχετίζεται με τις υποχθόνιες θεότητες, όπως ο Ασκληπιός, ο Τροφώνιος και ο Αμφιάραος. Στην περίπτωση όλων αυτών των μαντικών θεών, μια πρωτόγονη σχεδόν άγρια πίστη στο αισθησιακό στοιχείο και στην τελετουργία, με την έννοια ότι αυτές υπήρχαν, ήταν ο ύπνος. Η σχετική κατάσταση αυτών των μαντείων ήταν ο βωμός, το μυστηριώδες υπόγειο, το άγριο ρεύμα με τον τρομακτικό θόρυβο. Δίχως αμφιβολία η απουσία ιστορικών αναφορών, η συσχέτιση του ευρυτανικού

μαντείου του Οδυσσέα με τη θέση που πιθανά τώρα καταλαμβάνει το μοναστήρι του Προυσού, που είναι αφιερωμένο στην Παναγία, είναι σχεδόν σίγουρο. Τα θαύματα που γίνονται στην Παναγία του Προυσού γεφυρώνουν το χάσμα των 2.000 χρόνων και μας γυρίζουν πίσω στις μέρες, όταν οι Ευρυτάνες, επισκέπτονται την περιοχή για προσκύνημα.

Αυτό που μαρτυρεί ο Woodhouse, επιβεβαιώνει τις σκέψεις που έχω κάνει γύρω από τις πανάρχαιες λατρείες στην Αιτωλία, τις υποχθόνιες, που ανέφερα. Και με τις νεότερες ανασκαφές αποδείχτηκε ότι στην Αιτωλία συνεχίστηκε και στους νεότερους χρόνους. Στο αρχαίο Θέρμο, βρέθηκε ομφαλός που απεικονίζει φίδι και από κάτω πιθοταφή με οστά πτηνών. Σε άλλο ιερό της ίδιας λατρείας, βρέθηκαν τα δύο ειδώλια της θεάς της γονιμότητας (Χρυσοβίτσα Θέρμου), όπως και στο ιερό της τριπλής λατρείας του Διονύσου, της Δήμητρας και της Άρτεμης στη Σπολάιτα, κοντά στη γέφυρα του Αχελώου.

Όπως γνωρίζουμε το φίδι, συμβολίζει τον υποχθόνιο θεό. Ίδια λατρεία από το 2.500 π.Χ. έως και το 400 π.Χ. Διότι τα ειδώλια που βρέθηκαν είναι διαφορετικών εποχών. Και κάτι ακόμη αναφέρει ο W.Woodhouse ότι η μαντική τέχνη στην Ακαρνανία ήταν γνωστή από τα πανάρχαια χρόνια. Και πιο πριν, σε άλλο κεφάλαιο, ανέφερα για τον Ησίοδο που διδάχθηκε τη μαντική τέχνη από Ακαρνάνες διδασκάλους. Με όλα αυτά τα στοιχεία που μαρτυρούνται στο

Αρχαϊκό αγροτικό ιερό στη Σπολάιτα

53

περιοδικό «Νέα Ακρόπολη» και ο Woodhouse αναφέρει, μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα το πού πρέπει να αναζητήσουμε την ομηρική Ιθάκη, αλλά και τον τάφο ή το Μαντείο του Οδυσσέα. O Αριστοτέλης μαρτυρεί και κάτι άλλο, «τοις τε Αιτωλοίς και τοις προσχώροις αυτών Ακαρνάσι και Ηπειρώταις, αι πέλειαι και τα εκ της δρυός μαντεύματα μετέχειν μάλιστα εφαίνετο αληθείας».

Τα Μαντεία στην Αιτωλοακαρνανία χρησιμοποιούσαν φύλλα δρυός όπως μας

λέγει το αρχαίο κείμενο. Δρυς είναι η βελανιδιά. Το ίδιο μαρτυρεί και ο Woodhouse, για τα μαντεία που υπήρχαν στην Αιτωλία και Ακαρνανία. Το ίδιο μαρτυρεί και ο Αριστοτέλης για το μαντείο του Οδυσσέα στην Ευρυτανία. Και το Μαντείο της Δωδώνης και αυτό για τους χρησμούς χρησιμοποιούσε τη βελανιδιά. Αφού η μαντική τέχνη ήταν τόσο ανεπτυγμένη στην Αιτωλοακαρνανία και βρίσκουμε μαντείο του Οδυσσέα, όταν έφυγε από την Ιθάκη, στην Ευρυτανία, όπου γίνονται πάλι με φύλλα δρυός οι χρησμοί, πού έμαθε ο Οδυσσέας τη μαντική τέχνη και τον λάτρεψαν σαν μάντη οι Ευρυτάνες; Μόνο στην Αιτωλοακαρνανία. Και με αυτά που αναφέρω αποδεικνύεται, άλλη μια φορά, ότι το βασίλειο του Οδυσσέα επεκτείνεται στην Ακαρνανία. Εκεί που τοποθετούν την ομηρική Ιθάκη διάφοροι Ομηριστές, αυτό το δέντρο, η δρυς, είναι ανύπαρκτη. Ενώ στην Αιτωλοακαρνανία υπάρχουν ολόκληρα δάση από βελανιδιές. Ο Woodhouse συσχετίζει το μαντείο του Οδυσσέα και την χθόνια λατρεία με τα Διονυσιακά μυστήρια. Το Διόνυσο σε διάφορες διηγήσεις, γύρω από την ιστορία των θεών, τον

Αρχαϊκό αγροτικό ιερό (κάτοψη) στη Σπολάιτα

(Πρακτικά Ιστορικού – Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας 1988)

54

παρουσιάζουν σαν γιο της Περσεφόνης και αυτός είναι ο λόγος που θεωρείται χθόνιος θεός.

Ο πατέρας του Διονύσου ονομάζεται Άδης. Ξέρουμε ως σύζυγο της Περσεφόνης το Δία, επίσης, καταχθόνιο θεό. Σαν καταχθόνιος ο Ζευς ήταν πατέρας του χθόνιου Διόνυσου. Κατά τη μυθολογία το Δία και τον Διόνυσο πολλοί τον ταυτίζουν με το ίδιο πρόσωπο. Με τη μόνη διαφορά τον ένα Δία τον ταυτίζουν με τον Ζευ-Διόνυσο των γυναικών και τον άλλο με με το Δία-Διόνυσο, των ανδρών. Με τα όσα λέγει ο μύθος μάς δείχνει διαφορετικές εποχές. Ο μεν Ζευς-Διόνυσος των γυναικών παρουσιάζει τη λατρεία της μητριαρχικής εποχής, ο δε Ζευς-Διόνυσος του Ολύμπου, της νεωτέρας εποχής τη λατρεία της εποχής που είναι κυρίαρχος ο άνδρας. Στα χρόνια αυτά, όπου συμπορεύονται ο Ζευς και ο Διόνυσος στο ίδιο πρόσωπο, ιερό ζώο έχουν το φίδι και τον ταύρο. Μια άλλη διήγηση λέγει πως ο Ζευς συγκατοικούσε με τη μητέρα της Περσεφόνης και κατόπιν με την ίδια την Περσεφόνη, την κόρη του, με μορφή φιδιού. Μετά εμφανίστηκε η Δήμητρα. Ο Ζευς με τη Δήμητρα ή την Περσεφόνη, έκαμε το Διόνυσο. Ένας νεότερος μύθος λέει ότι η Δήμητρα προερχόμενη από την Κρήτη ανακάλυψε στη Σικελία μια σπηλιά κοντά στην πηγή Κυάνη. Μέσα στην σπηλιά έκρυψε την κόρη της Περσεφόνη και άφησε να την φυλάνε δύο φίδια. Όλες αυτές τις διηγήσεις τις αναφέρω περιληπτικά για να γνωρίσουμε λίγα στοιχεία από τις πανάρχαιες λατρείες της Αιτωλοακαρνανίας.

* * *

Ο θάνατος και ο τάφος του Οδυσσέα.

ε αυτά που μαρτυρεί ο Woodhouse, μας επιτρέπει να ασχοληθούμε για την ανεύρεση της Ιθάκης γύρω από τις εκβολές του Αχελώου, αλλά και το Μαντείο ή τάφο του Οδυσσέα στην Αιτωλοακαρνανία, διότι οι Ευρυτάνες,

στην αρχαιότητα, έφταναν μέχρι το Βλοχό στο σημερινό νομό Αιτωλοακαρνανίας. Στη Μυθολογία του Κερένυι αναφέρεται ότι ο Οδυσσέας δεν πέθανε στην

ξηρά, όπως μας αναφέρει ο Όμηρος, αλλά στην Ιθάκη, από το ίδιο το παιδί του τον Τηλέγονο, («αυτός που γεννήθηκε μακριά», που γέννησε με την Κίρκη). Ο Τηλέγονος άραξε στην Ιθάκη, ψάχνοντας για τον πατέρα του. Του Οδυσσέα του φέρνουν την είδηση για κάποιον ληστή που ήρθε να του κλέψει τα κοπάδια. Ο

Μ

55

Οδυσσέας άραξε στην ακτή για να τον τιμωρήσει και εκεί τον σκότωσε ο Τηλέγονος. Ήταν πολύ αργά όταν ο Τηλέγονος γνώρισε ότι ήταν ο πατέρας του, αλλά γνώρισε τον αδελφό του Τηλέμαχο. Οι δύο γιοι του Οδυσσέα και η Πηνελόπη, έφεραν τον Οδυσσέα νεκρό κοντά στην Κίρκη. Εκεί έζησαν σαν δύο ζευγάρια. Ο Τηλέγονος παντρεύεται την Πηνελόπη και ο Τηλέμαχος την Κίρκη, πάνω στην Ιέα, το νησί των θαυμάτων, που βρίσκεται στην θάλασσα της Τυρρηνίας. Μύθοι, βέβαια, συμβολικοί όλα αυτά.

Πάρα πολλοί είναι αυτοί που θέλουν να «κληρονομήσουν» τον τάφο του Οδυσσέα. Και ελληνικές πόλεις και ξένα κράτη. Είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος πως αν κατάφερναν, ακόμη και με ένα ψεύτικο τάφο του Οδυσσέα να μας ξεγελάσουν, τι οφέλη θα είχαν. Αλλά ποιόν να πιστέψουμε; Τον Όμηρο που μας το λέγει ξεκάθαρα σε ποιο μέρος να ψάξουμε για τον τάφο του Οδυσσέα ή αυτούς τους νεοομηριστές που φτιάχνουν φανταστικές ιστορίες για να κλέψουν ξένη ιστορία και να φτιάξουν δική τους, μιας και τουλάχιστον οι περισσότεροι ξένοι δεν είχαν ποτέ δική τους; Αλλά αν ο Οδυσσέας ήταν ένας ψεύτης, όπως αυτοί τον νομίζουν, τουλάχιστον γνώριζε να λέει ωραία ψέματα. Αυτοί, όμως, οι ξένοι δεν τα καταφέρνουν να τα λένε, διότι πήραν το νεκρό Οδυσσέα ο Τηλέγονος, ο Τηλέμαχος και η Πηνελόπη και πήγαν και έζησαν στο νησί της Κίρκης, όπου παντρεύεται ο Τηλέμαχος την Κίρκη και ο Τηλέγονος την Πηνελόπη. Δηλαδή, δύο παιδιά αυτών των γυναικών παντρεύονται τις γυναίκες του πατέρα τους. Τι αστεία που είναι αυτή η φανταστική ιστορία! Δηλαδή δύο νεαρά παιδιά παντρεύονται δύο γριές, όταν τα χρόνια εκείνα η ζωή ήταν πιο σύντομη.

Ο Κώστας Στεργιόπουλος, στο βιβλίο του «Αρχαία Aιτωλία», αναφέρει ότι οι Αχαιοί ήταν συνηθισμένοι στα στενά περάσματα. Γνώριζαν και τους παραποτάμιους δρόμους και τους παραλίμνιους. Αφού ο Οδυσσέας έφυγε από την Ιθάκη, ο δρόμος που πήρε για να φτάσει στους Ευρυτάνες πρέπει να ήταν παραποτάμιος ή παραλίμνιος και πρέπει μέχρι ενός ορισμένου σημείου να ταξίδεψε με καράβι, αφού μαζί του πήρε και ένα κουπί, ίσως για να θυμάται τα παλιά του κατορθώματα στη θάλασσα. Αλλά ένας άνθρωπος σαν τον Οδυσσέα, που ολόκληρη τη ζωή του πάλευε με τα νερά, σε τι μέρος θα διάλεγε να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του;

Σίγουρα κοντά σε νερά. Κι αφού δεν υπήρχε θάλασσα καλό ήταν και το ποτάμι. Τον τάφο του Οδυσσέα πρέπει να τον αναζητήσουμε κάπου κοντά σε ποτάμι της Αιτωλίας ή της Ευρυτανίας. Ο στίχος ω 425-430, μαρτυρεί ότι οι

56

Θιακιώτες πίστευαν ότι ο Οδυσσέας θα διάλεγε για τον ξενιτεμό του την Πύλο ή την Ήλιδα. Αλλά και εδώ φαίνεται η πανουργία του Οδυσσέα. Δεν διάλεξε αυτά τα μέρη, αλλά πηγαίνει στο μέρος που δεν είχε καμιά επικοινωνία με τους θαλάσσιους λαούς. Και ήταν σίγουρο ότι δεν κινδύνευε από τους εχθρούς του.

Πολύ σωστά το τοποθετεί ο Θωμάς Μποκώρος που κάνει λόγο για τη γνωριμία που είχε ο Οδυσσέας με το γιο του Ευρίπου, στη Μεσσήνη, όπου πηγαίνουν να πάρουν τα ζώα που τους είχαν κλέψει και ανταλλάσσουν δώρα, και ο Ίφιππος χαρίζει στον Οδυσσέα το τόξο του με το οποίο πολύ αργότερα, ο Οδυσσέας, σκοτώνει τους μνηστήρες.

Διάφορες ανασκαφές που έγιναν στα Επτάνησα, όπως στη Λευκάδα και αλλού, έκαναν τους ερευνητές να πιστέψουν ότι η ομηρική Ιθάκη μπορεί να βρισκόταν κάπου κοντά σ’ αυτά τα νησιά. Πράγματι, μπορεί εύκολα να το πιστέψει αυτό κάποιος, διότι σ’ αυτά τα νησιά συνέδεαν σχεδόν τα πάντα μεταξύ τους και η τέχνη γενικά και η καταγωγή, είχαν τα ίδια σχεδόν εμβλήματα. Δηλαδή, κάτι που θα βρεθεί στα νησιά του Ιονίου σίγουρα μπορεί να βρεθεί και στην Ομηρική Ιθάκη. Αν, βέβαια, βρεθεί πρώτα πού είναι η ομηρική Ιθάκη. Οι τελευταίες ανασκαφές που έγιναν στον Πόρο Κεφαλονιάς έφεραν στο φως σοβαρά ευρήματα της μυκηναϊκής εποχής. Δεν το αρνούμαι ότι μπορεί να είναι της εποχής του Λαέρτη και του Οδυσσέα. Και είναι πάρα πολύ αξιόλογα αυτά που βρέθηκαν στον Πόρο. Είναι μια απόδειξη ότι ο Λαέρτης και ο Οδυσσέας ήταν εδώ κοντά μας, στα παράλια του Ιονίου. Εκείνο που δεν μπορώ να παραδεχτώ σε καμία περίπτωση είναι πως ο τάφος του Οδυσσέα είναι αυτός που βρέθηκε στον Πόρο. Και αυτό φροντίζουν να το αποδείξουν από μια πόρπη που βρέθηκε στον τάφο. Η πόρπη παριστάνει ένα λιοντάρι που σπαράζει ζαρκάδι, όπως ανέφεραν οι εφημερίδες, διότι επίσημη ανακοίνωση από τον υπεύθυνο αρχαιολόγο των ανασκαφών δεν έγινε. Ο Όμηρος αναφέρει:

«Τώρα πια, ξένε, εγώ θαρρώ πως θα σε πιάσω αλήθεια, ανίσως φιλοξένησες στ’ αρχοντικό σου σπίτι, καθώς μου λες, τον άντρα μου και τους δικούς του ανθρώπους. Πες μου τι ρούχα στο κορμί φορούσε και πώς ήταν κι εκείνος κι οι συντρόφοι του που πήγαιναν μαζί του;» Κι απάντησε ο πολύσοφος Δυσσέας και της είπε: «Σαν δύσκολο, βασίλισσα, να σου τον παραστήσω,

57

γιατί από τότε πέρασαν είκοσι τόσα χρόνια, αφότου απ’ την πατρίδα μου ξεκίνησε να φύγει. Μα πάλε κι έτσι θα σου πω καθώς τον βάζει ο νους μου, Χλαίνα φορούσε κόκκινη, διπλή, σγουρή ο Δυσσέας, που ‘χε καρφίτσα ολόχρυση με δυο θηλυκωτήρια, απάνω με σκαλίσματα. Στα μπροστινά του πόδια σφιχτά κρατούσε ένα σκυλί, ζαρκάδι, που ‘χε βούλες και το ‘βλεπε να σπαρταρά. Κι αυτό θαμάζανε όλοι, χρυσά κι αν ήταν, το σκυλί να πνίγει το ζαρκάδι, κι αυτό τα πόδια τίναζε ζητώντας να γλιτώσει. Τον είδα ακόμα να φορεί χιτώνα κεντημένο, σαν κρεμμυδότσουφλο ξερό Παρόμοιο στη γυαλάδα. Έτσι ήταν μαλακός κι αυτός κι έλαμπε σαν τον ήλιο. Γυναίκες που τον είδανε τόνε θαμάξανε όλες. Κι ένα άλλο τώρα θα σου πω. Δεν ξέρω αν ο Δυσσέας τα πήρε αυτά απ’ το σπίτι του τα ρούχα που φορούσε, ή σύντροφος του τα ‘δωσε σαν μπήκε στο καράβι, ή κάποιος ξένος, που πολλούς είχε ο Δυσσέας φίλους. Γιατί ήταν λίγοι οι Αχαιοί που ‘ταν μ’ εκείνον όμοιοι. Κι εγώ ένα χάλκινο σπαθί του χάρισα και κάπα Όμορφη, κόκκινη διπλή και κροσσωτό χιτώνα Και με τιμές τον έστειλα στο ορθόπλωρο καράβι. Κράχτης μαζί του πήγαινε, λίγο σαν πιο μεγάλος Στα χρόνια. Και πως ήτανε να σου τον παραστήσω. Καμπούρης, μελαψός, σγουρός, Βρυβάδης τ’ όνομά του, κι απ’ όλους πιο καλύτερα τον είχε τους συντρόφους, γιατί είχανε μαζί κι οι δυο την ίδια πάντα γνώμη».

(Οδ. τ 215-250)

Ο Οδυσσέας, την ώρα που μιλούσε με την Πηνελόπη, προσπάθησε να την πείσει, ότι είναι κάποιος γνωστός του Οδυσσέα που τον φιλοξένησε πριν είκοσι χρόνια, διότι δεν ήθελε να της αποκαλύψει ότι ήταν ο ίδιος. Και για να τον δοκιμάσει η Πηνελόπη αν λεει αλήθεια, τον ρωτάει πώς ήταν και τι φορούσε όταν έφυγε για την Τροία και της λέει:

58

«Που ‘χε καρφίτσα με δυο θηλυκωτήρια επάνω και σκαλίσματα στα μπροστινά του πόδια σφιχτά κρατούσε ένα σκυλί, ζαρκάδι, που ‘χε βούλες».

Εδώ το ξεκαθαρίζει ο Όμηρος˙ όχι λιοντάρι, αλλά σκύλο. Στην Κεφαλονιά βρέθηκε λιοντάρι. Λέγει ο ποιητής ότι του τα έδωσε πριν είκοσι χρόνια η Πηνελόπη όταν έφυγε για την Τροία. Μην ισχυριστεί κανείς ότι είχε την χλαίνη, πριν από είκοσι χρόνια, και την πόρπη όταν γύρισε από την Τροία. Γνωρίζουμε, όμως, ότι η Ναυσικά τον βρήκε στις όχθες του ποταμού γυμνό. Δεν φορούσε τίποτε και με φύλλα από δέντρο προσπαθούσε να κρύψει τη γύμνια του. Και για να φθάσει στην πόλη των Φαιάκων του έδωσε ρούχα η Ναυσικά. Πώς είναι δυνατόν να βρεθεί αυτή η πόρπη στον τάφο του Οδυσσέα; Και κάτι ακόμη μας λέγει:

«Ήταν λίγοι οι Αχαιοί που ήταν με εκείνον όμοιοι». Εδώ, το λέει ότι τα ίδια ρούχα και εμβλήματα θα μπορούσαν να ήταν ένα

έμβλημα των Αχαιών και το λιοντάρι που βρέθηκε στον Πόρο με το ζαρκάδι. Τέτοιες παραστάσεις υπάρχουν και στις Μυκήνες, όπως στην Πύλη των Λεόντων.

* * *

59

Το βασίλειο του Οδυσσέα

ναφέρθηκα στον Όμηρο και συμπέρανα ότι την ομηρική Ιθάκη πρέπει να την αναζητήσουμε στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας. Αφού ξεχωρίσουμε το βασίλειο που είχε ο Ικάριος και το οποίο μοίρασε στα τρία παιδιά του, - το

τμήμα της Λευκάδας ο Λευκάδιος, η Αλυζεία στο Μύτικα του Ξηρομέρου στον Αλυζιέα, και προς τις εκβολές του Αχελώου το μερίδιο της Πηνελόπης και του Οδυσσέα. Για τους Οινιάδες γνωρίζουμε ότι δεν ήταν αυτό το κομμάτι προσαρμοσμένο στην Ιθάκη, διότι εκεί βασίλευε ο Αλκμαίονας. Αφαιρούμε και το Δουλίχιο που είναι κοντά στο Νεοχώρι, διότι από εκεί ξέρουμε ότι ήταν οι μνηστήρες της Πηνελόπης. Και είναι γνωστός και ο βασιλιάς που βασίλευε στα χρόνια του Οδυσσέα, - το αναφέρει ο Όμηρος, - ο βασιλιάς Άκαστος.

Για την αναζήτηση της Ομηρικής Ιθάκης θα ξεκινήσουμε από τον Αστακό που είναι και τα σύνορα για να ανακαλύψουμε το βασίλειο της Πηνελόπης. Υπάρχει ο κόλπος του Αστακού που τον ξέρουμε όλοι. Με τη μόνη διαφορά ότι στα αρχαία χρόνια έφθανε μέχρι τα χωριά Βασιλόπουλο και Καραϊσκάκη. Στο Καραϊσκάκη, προς το Μαχαιρά από δεξιά προς το βουνό, υπάρχει αρχαίο λιμάνι που προσάραζαν τα καράβια. Είναι λιθόκτιστο. Αυτό με έκανε να πιστέψω, στην αρχή, ότι μπορούσε να είναι ο πορθμός και να ήταν η περαταριά, που περνούσαν απέναντι οι βαρκάρηδες όποιον τους το ζητούσε. Δεν ταιριάζει, όμως, η περιοχή με την περιγραφή που κάνει ο Όμηρος, γιατί μιλάει για καθάρια νερά και πολλές ποτίστρες για τα ζώα. Επομένως, πρέπει να αναζητήσουμε άλλο μέρος˙ γι’ αυτό και θα προχωρήσουμε προς το Πλατυγιάλι. Εκεί, μέσα στη θάλασσα βρέθηκε άλλη αρχαία πόλη. Κι εδώ υπάρχει ένας μικρός κόλπος, ο Άγιος Παντελεήμονας. Κι εδώ υπάρχουν λείψανα αρχαίου οικισμού, η αρχαία Μάραθος.

Κάτι ακόμη που αξίζει να σημειωθεί σ’ αυτό το σημείο, είναι το λιμάνι με μεγάλες αποθήκες, όπου συγκεντρώνονταν τα βελανίδια. Υπάρχουν και σήμερα ωραιότατες λιθόκτιστες αποθήκες, όπου αποθήκευαν το βελανίδι. Είναι πολύ νεότερες. Αξιοθαύμαστο είναι ότι κάτω από το δάπεδο της αποθήκης που επεκτείνεται και προς το δρόμο υπάρχει ένα ψηφιδωτό αρίστης τέχνης, ρωμαϊκό ή βυζαντινό. Και εδώ δεν υπάρχουν νερά και βρύσες, όπως στο Καραϊσκάκη.

Άλλο μέρος που πρέπει να αναζητήσουμε είναι η περιοχή του Λεσινίου. Σ' αυτό το μέρος έχουμε πολλούς λόφους που κάποτε ήταν νησιά και τα έχει προσχώσει ο Αχελώος. Γύρω από αυτούς τους λόφους υπάρχουν πολλά

Α

60

προϊστορικά σπήλαια. Μεγάλο σπήλαιο υπάρχει σε ένα χωμάτινο δρόμο αριστερά στο λόφο που βλέπει νοτιοδυτικά από τον Φράξο προς τους Οινιάδες. Σ’ αυτό το λόφο, στην κορυφή, είναι το Μοναστήρι της Παναγίας της Λεσινιώτισσας και πιο κάτω από το Μοναστήρι και, νοτιοδυτικά, στις πλαγιές του λόφου είναι δύο προϊστορικά σπήλαια. Ολόκληρος ο λόφος, που φτάνει από το Φράξο προς την Κατοχή και πιο πάνω στο σημερινό Πεντάλοφο, ήταν νησί στην αρχαιότητα, διότι από πάνω περνούσε ο Αχελώος και γύρω από αυτό το μέρος ήταν θάλασσα. Εκεί βρίσκεται η τοποθεσία που λέγεται Σειρ[ι]νί. Το όνομα παραμένει ακόμη και σήμερα το ίδιο και μάλλον προέρχεται από το γεγονός ότι οι αρχαίοι ίσως πίστευαν πως σ’ αυτό το μέρος κατοικούσαν οι Αχελωίδες Σειρήνες.

Άλλο μικρό νησί ήταν ο Πεντάλοφος. Ο Φράξος που ανέφερα είναι ένα ποτάμι με πολλά γάργαρα νερά. Σ’ αυτό το μέρος πρέπει να σταθούμε και να αναζητήσουμε αν εκεί υπήρχε η περαταριά που περνούσαν οι βαρκάρηδες και ο Φιλίτιος τα σφαχτά για τους μνηστήρες. Στην αρχαιότητα αυτό το ποτάμι πρέπει να είχε μεγαλύτερο πλάτος. Ίσως, το είχε περιορίσει ο Αχελώος με τις προσχώσεις, διότι δεν περνάει και πολύ μακριά, ακόμη και σήμερα, από εκεί. Και σήμερα, ακόμη, αυτό το ποτάμι είναι πλωτό. Σήμερα η Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων βάζει ένα πλωτό μηχάνημα και κόβει τα καλάμια που έχει στις όχθες του. Στο

Άγιος Παντελεήμονας (Αστακός) - Το παλιό τελωνείο

61

σημείο αυτό και όπως περνάμε στο δρόμο προς Αστακό, στην περιοχή που λέγεται Άγιος Δημήτριος, υπάρχει ένα δασωμένο βουνό, με μεγάλες βελανιδιές. Σε αυτό το μέρος, ακόμη και σήμερα, βρίσκουμε γουρούνια ελευθέρας βοσκής. Αυτό το βουνό λέγεται Παλιόκαστρο, διότι υπάρχουν υπολείμματα αρχαίου κάστρου και ολόγυρα πάρα πολλά σπήλαια. Μήπως εκεί πρέπει να αναζητήσουμε τις χοιρομάνδρες του Οδυσσέα ή το σπίτι του Λαέρτη;

Οι πηγές του Φράξου είναι ένα ή δύο χιλιόμετρα δεξιά προς το Στρογγυλοβούνι και πιο πάνω είναι το χωριό Πεντάλοφος. Κάποτε, κι αυτό το μέρος ήταν ένα είδος νησιού. Από εκεί περνάει ο Αχελώος και προχωράει προς τη Γουριά. Οι πηγές του Φράξου δεν έχουν καμιά σχέση με τον Αχελώο. Τα νερά βγαίνουν μέσα από το βουνό και από τις πηγές και κάτω είναι καλυμμένο από λεύκες, τεράστιες στο μέγεθος. Λεύκες πολλές, και κάτω από το βράχο άφθονα και ολοκλωθογύριστα νερά. Μήπως το μόνο που μπορούμε να υποθέσουμε είναι ότι σε αυτό το μέρος έκαναν τις θυσίες τους στις Αχελωίδες Σειρήνες οι διαβάτες; Απέναντι και πιο πάνω ήταν το αρχαίο Κούριον και πιο πάνω η αρχαία Ιθώρια. Σ’ αυτό το μέρος έχουμε και λιμάνι.

Πιο πάνω από το χωριό Πεντάλοφος είναι η αρχαία Σαυρία. Αναφερθήκαμε στο ωραιότατο κάστρο που συνδυάζει όλες τις εποχές και την ωραιότατη παραποτάμια πύλη. Ο Θωμάς Μποκώρος αναφέρει έναν προϊστορικό τάφο, λέγοντας ότι είναι ο τάφος του Οδυσσέα. Εγώ δεν θα πω ότι είναι ο τάφος του Οδυσσέα, αλλά ότι είναι ένας τάφος της εποχής εκείνης. Και απέναντι είναι η αρχαία Κωνώπη, όπου και πορθμοί υπάρχουν και περαταριές υπήρχαν και τεράστιες βελανιδιές και λεύκες, για να ψάξουμε να βρούμε το λιμάνι της Ιθάκης.

Δεν θα σας κουράσω περισσότερο, ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του. Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι σε αυτά τα μέρη πρέπει να αναζητήσουμε το χώρο που κινούνταν ο Οδυσσέας και ίσως να βρούμε και την ομηρική Ιθάκη. Αν γίνουν συστηματικές ανασκαφές σ’ αυτά τα μέρη, ίσως βρεθούμε μπροστά σε μεγάλες εκπλήξεις.

62

ΟΙ ΤΑΦΙΟΙ Ή ΤΗΛΕΒΟΕΣ

Αυτό που φαίνεται από τον Όμηρο (Οδύσσεια Α 105, Α 180-184, Α 417-419) Θιακιώτες και Τάφιοι είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους, διότι η Αθηνά στις περισσότερες περιπτώσεις εμφανίζεται με τη μορφή του Μέντη.

Οι Τάφιοι της Οδύσσειας ίσως προέρχονται από τα νησιά που δεν ανήκαν στους Κεφαλλήνες, όπως οι Εχινάδες και το Δολίχιο. Ήταν χωριστό κράτος αλλά είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους. Επίσης, το σημερινό Μεγανήσι, τα αρχαία χρόνια κατοικούνταν από τους Τάφιους, τους οποίους αναφέρει ο Όμηρος και παρουσιάζει σαν ληστοπειρατές στα παράλια της Ακαρνανίας. Στη μετάφρασή του της Οδύσσειας ο Ζήσιμος Σιδέρης αναφέρει την παρουσία της Αθηνάς με τη μορφή του Μέντη (Οδύσσεια Α 105) στην παραπομπή 2, ο Ζήσιμος Σιδέρης σημειώνει ότι κάτοικοι της Τάφου, νησί που βρίσκεται κοντά στη Λευκάδα, ήταν ξακουστοί έμποροι.

Οι πόλεις που λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, με αρχηγό τον Οδυσσέα, είναι η Ιθάκη, τα Σισσόφυλλα, που είναι μπροστά από το δασωμένο Νίρυτο, η Κροκύλεια που είναι ακαρνανική πόλη ή νησί, η Αιγύλιψ που είναι βραχώδης περιοχή σε στεριά της Ακαρνανίας, η Ζάκυνθος, η Σάμη που είναι και το πρώτο όνομα της Κεφαλλονιάς και η ακτή Ηπείρης δηλαδή η αντίπερα στεριά, που περιλαμβάνει και τη Λευκάδα, διότι τα χρόνια εκείνα η Λευκάδα δεν ήταν νησί. Ο Όμηρος αναφέρει: "Οίος Νήρικον είλον, ευκτίμενον πτολίεθρον, ακτήν ήπειροιο, κεφαλλήνεσιν ανάσσων".

Οι Κεφαλλήνες δεν κατοικούσαν μόνο στην Κεφαλονιά αλλά και σε άλλα νησιά, ίσως και στη Λευκάδα, που τα χρόνια εκείνα ήταν χερσόνησος της Ακαρνανίας. Νησί έγινε τον 7ο αι. π.Χ. από τους τυράννους της Κορίνθου Κυψέλο και Γόργο, όταν άνοιξαν τη διώρυγα, όπως γράφει ο Στράβων (XIV (14) 682). Η διώρυγα Ευρίπου του Διορυκτού. Έτσι ονομαζόταν η διώρυγα κατά τον Σκύλακα.

Ο Αρειανός, όμως (CaPHI Νεάρχου) "τά ἀμφί τῷ παράπλῳ" είναι πολύ κατατοπιστικός. Γράφει δε συγκεκριμένα: "Πασᾶλοισι δέ ἔνθεν και ἔνθεν πεπηγόσιν ἀπεδηλοῦτο τά βραχέα, κατάπερ ἐν τῷ μεσσηγύς Λευκάδος τε νήσου Ἰσθμῷ, και Ἀκαρνανίας ἀποδέδεικται σημεῖα τοῖσι ναυτιλομένοισι".

Ο ευτερπισμός του Διωρυκτού εγένετο με την τοποθέτηση πασάλων στις πλευρές της ξηράς, για να μην προσκρούουν τα πλοία και με την αφαίρεση της άμμου και των χωμάτων από το αυλάκι, για να είναι πιο εύκολη η διάβαση των πλοίων.

Γράφει ο Στράβων τα εξής: "Παλαιόν ἦν μέν Χερσόνησος τῶν Ἀκαρνάνων γῆς, καλεῖ δ' ὁ ποιητής αὐτήν ἀκτήν ἡπείροιο. Κορίνθιοι δε πεμφέντες ὑπό Κυψέλου και Γόργου ταύτην τε κατέσχον… Καί τῆς χερσονήσου

63

διορύξαντες τόν Ἰσθμόν ἐποίησαν νῆσον νῦν δε Πορθμός γεφύρα ζευκτός. Ἡ Λευκάς Κορινθίων τον Ἰσθμόν διακοψάντων, νῆσος γέγονε, ἀκτή πρότερον οὖσαι".

Η Λευκάδα θεωρείται Ακαρνανική χερσόνησος. Είναι χαρακτηριστική η λέξη

"Πόντος", που σημαίνει γέφυρα, αυτό που ενώνει δύο μέρη. Τον Πόντο οι προέλληνες τον χρησιμοποιούσαν όταν αναφέρονταν στη θάλασσα. Στην Οδύσσεια γίνεται λόγος για τις ψυχές των Μνηστήρων όταν οδηγήθηκαν στον Άδη. Αναφέρει ότι ο Ερμής πηγαίνει μπροστά και πίσω ακολουθούν οι ψυχές των σκοτωμένων Μνηστήρων. Και λέει: "Πέρασαν τη Λευκόπετρα και του Ωκεανού το ρέμα." Η Λευκόπετρα είναι το ακρωτήριο της Λευκάδας. Για όλη τη χερσόνησο Λευκάδα βρίσκουμε μία ιδιομορφία: Πόλις Νήρικο: κατοικήθηκε από Κεφαλλήνες, Πόλις Ελομένο: κατοικήθηκε από τους Ταφίους, Πόλις Ιθάκη: κατοικήθηκε από τους Κεφαλλήνες και ο θαλάσσιος δρόμος από Ιθάκη προς Βασιλική και ακρωτήριο Λευκάτας το αποκαλεί του Ωκεανού το ρέμα, διότι σε αυτό το θαλάσσιο δρόμο συναντάμε πάντα φουρτούνα, αφού έχει υπόγεια ρεύματα. (Οδύσσεια Ω 11-14).

"Παρ' δ' ίσαν Ὠκεανοῦ τε ροάς και Λευκάδα πέτρην // ἠδέπ πορ' Ηελίοιο πύλας και δῆμον ὀνείρων //ηΐσαν αῖψα δ' ἴκοντο κατ' ἀσφοδελόν λειμῶνα // τε ναίουσι ψυχαί εἴδωλα καμόντων".

Διώρυγα Λευκάδας

64

Μάλλον το ιερό που υπήρχε στο ακρωτήριο της Λευκάδας το

χρησιμοποιούσαν όλες οι πόλεις μαζί. Μπορούμε να πούμε ότι ήταν ανεξάρτητος χώρος. Πράγματι, το τοπίο φαντάζει σαν να βρισκόμαστε στον Άδη. Και ιερό του Απόλλωνα εκεί έχουμε και πολλά ναυάγια, διότι είναι πολύ άγριο το τοπίο, αλλά και η ποιήτρια της Λέσβου Σαπφώ αυτό το μέρος διάλεξε να γκρεμιστεί για τον άτυχο έρωτά της τον Φάωνα· από το ίδιο μέρος έπεσε και ο Κέφαλος που ερωτεύτηκε τον Πτερέλαο, το γιο του Διϋοενέα, όπως αναφέρει ο Μέναδρος. Υπήρξε δε και πατροπαράδοτο έθιμο κάθε χρόνο στη γιορτή του Απόλλωνα να πετάνε κάποιον από τους υποδίκους (ενόχους) από τη σκοπιά, με την πρόθεση αν γλιτώσει να αποτρέψουν το κακό (τα κακά πνεύματα), κρεμώντας από αυτόν κάθε είδους φτερό από πτηνά, που θα μπορούσε να τον ανακουφίσει κατά το πέσιμο του άλματος και από κάτω τον υποδέχονταν πολλοί με μικρές αλιευτικές βάρκες, που έκαναν έναν κύκλο εκεί που θα έπεφτε, για να τον σώσουν και να τον βγάλουν έξω από τα όρια της χώρας τους, χωρίς αυτό να αποτελεί αδίκημα.

Πρέπει να δούμε αν "Η Λευκάς πέτρη" της Οδύσσειας σηματοδοτούσε για τις αρχαίες ναυτικές πορείες τα όρια του γνωστού κόσμου, πριν από τη μετάβαση σε άγνωστους τόπους στη χώρα του κάτω κόσμου.

Ακρωτήριο Λευκάτας

65

Κατ' επέκταση θα εννοήσουμε τη θέση "Λευκάδα πέτρην" το ακρωτήριο που ανήκει στην ευρύτερη χώρα της Λευκάδας, από τα όρια του οποίου τα κύματα οδηγούν βορειότερα στις εκβολές του Αχέροντα, έξω πλέον από την επικράτεια των Κεφαλλήνων.

Με λίγα λόγια, το ακρωτήριο της Λευκάδας και ολόκληρο το Νοτιοδυτικό μέρος της Λευκάδας φαίνεται να έχει μια άγρια ομορφιά. Ακρωτήριο, Πόρτο Κατσίκι, Εγκρεμοί, Μικρός Γυαλός, Κάθισμα, Άγιος Νικήτας έως και Πευκούλια είναι όλες σεισμογενείς περιοχές. Ο Όμηρος το αποκαλεί "είσοδος του Άδη". Μας φανερώνει κάποιο συγκλονιστικό γεγονός που έγινε στα πολύ παλιά χρόνια. Αυτό επιθυμών να επιβεβαιώσω σήμερα. Λίγο πιο πάνω από το Αθᾶνι κατασκευάζει ο Γιάννης Βαζούκης οικοδομικά κτίρια. Εργάζομαι ως χειριστής στα μηχανήματα που διαθέτει. Στην εκσκαφή που έκανε και σε βάθος περίπου οκτώ μέτρων, παρόλο που ήταν συμπαγής βράχος και η εκσκαφή γινόταν ολόκληρη με σφύρα, ένα εργαλείο που παίρνουν στα σκαπτικά μηχανήματα για να σπάνε τα βράχια, βρέθηκε απολίθωμα από όστρακα θαλάσσης και άλλα είδη θαλάσσης, καλαμάρια. Υπάρχουν τα απολιθώματα (βλ. φωτογραφία). Το εξωτερικό πέτρωμα του απολιθώματος ήταν περιτριγυρισμένο με άλατα της πέτρας (στουρνάρι) και στο εσωτερικό, που ήταν τα απολιθώματα, υπήρχε μια γλοιώδης ουσία που μαρτυρεί ότι παγιδεύτηκαν ζωντανά. Το υψόμετρο σε αυτό το μέρος που βρέθηκαν είναι, περίπου, 460 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Το γεγονός είναι συγκλονιστικό. Φανερώνει ανάδυση του πυθμένα της θάλασσας σε τόσο μεγάλο ύψος. Μάλλον από αυτό το συγκλονιστικό γεγονός, ο Όμηρος το αναφέρει ως είσοδο στον Άδη.

Απολίθωμα

66

Οι λατρείες των Ταφίων ή Τηλεβόων Ιστορικοί κάνουν λόγο για την ιδιαίτερη λατρεία των Ταφίων προς το Θεό

Ποσειδώνα. Ο Απολλόδωρος (Β.IV5), σημειώνει: "Από τον Μίστωρα και την Λυσιδίκη, την κόρη του Πέλοπα, εγεννήθη η Υποθόη". (Άλλοι λένε ότι η Υποθόη είναι κόρη του Λευκαδίου, που είναι αδερφός της Πηνελόπης), την οποία άρπαξε ο Ποσειδώνας και την έφερε στις Εχινάδες Νήσους και εκεί έσμιξε με αυτή και γεννά τον Τάφιο, από τον οποίο πήραν αυτό το όνομα οι Τάφιοι.

Από τον Τάφιο γεννήθηκε ένα αγόρι, ο Πτερέλαος, τον οποίο ο Ποσειδών τον έκανε αθάνατο, αφού του έβαλε μια χρυσή τρίχα στο κεφάλι του. Αυτό και μόνο μαρτυρεί ποιος θεός ήταν ο προστάτης των Ταφίων.

Άλλη θεά που λάτρευαν οι Τάφιοι ήταν η θεά Αθηνά, η οποία εμφανίζεται με τη μορφή του Μέντη και αυτό αναφέρεται από τον Όμηρο. (Οδύσσεια Α 105 – 180 – 184, 417-419). Αφού μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Αθηνά ήταν προστάτις της Ιθάκης και της οικογένειας του Οδυσσέα, γιατί να μην υποθέσουμε πως μπορεί να είναι και προστάτης των Ταφίων, αφού παρουσιαζόταν με τη μορφή του Μέντη, που ήταν ο βασιλιάς των Ταφίων;

Αρχικά, ο θεός Ποσειδών πρέπει να ήταν Χθόνιος, όπως βεβαιώνουν: α) Το ίδιο του το όνομα, που δείχνει να είναι σύνθετο από το πόσις (= άνδρας,

σύζυγος) και δά (άλλος τύπος της λέξης "ΓΗ"). β) Από τα επίθετα που συνοδεύουν τη γη, όχι με τη θάλασσα: γαιήοχος (αυτός που

κουβαλάει τη γη). γ) Η σχέση του με τον Κάτω Κόσμο, όπως υποδηλώνει η μαρτυρία του Ησίοδου,

ότι είναι αυτός που κλειδαμπαρώνει τους Τιτάνες στα σκοτεινά τάρταρα. δ) Το ότι και όταν έχει γίνει θεός της θάλασσας, δεν παύει να σχετίζεται με τα

γλυκά νερά και τις πηγές. Όλα αυτά τα στοιχεία δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με έναν παλιό θεό, που

πίστευαν πως ζούσε στα έγκατα της γης και την εξουσίαζε σαν άντρας της. Έτσι, όταν θύμωνε, την ταρακουνούσε άγρια.

Ο Ποσειδώνας, λοιπόν, μπορεί να είναι ο "πόσις της δυς", ο άνδρας της Γης, ο σύζυγος της Γης, ο Κύριος της γης. Το πλήθος των μυθολογουμένων διαμφισβητήσεων του Ποσειδώνα με άλλους θεούς γεννήθηκε από την ανάγκη να δοθεί κάποια εξήγηση για την κατά τόπους υποχώρηση της λατρείας του, και όλες οι σχετικές μυθοπλασίες διευκολύνθηκαν σ' αυτό με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή αποδίδοντας στον Ποσειδώνα ένα χαρακτήρα εριστικό, δύστροπο και εκδικητικό, σύμφωνα με τις άγριες καταστάσεις του υποχθόνιου και του θαλάσσιου κόσμου του. (Εκδοτική Αθηνών, Ελληνική Μυθολογία, "Οι θεοί", Τόμος 2, σελ. 114-121).

67

Σημαντική θέση στην Αιτωλοακαρνανία έχουν οι λατρείες προς τις χθόνιες θεότητες. Ονόματα που έχουν την καταγωγή τους από αυτές τις θεότητες είναι: Τοξεύς, Πλήξιππος, Μελέαγρος, Ευρύπυλος, Γόργης, Ανδραίμων, Δηιάνειρα. Αυτές οι λατρείες συγκεντρώνονται γύρω από τις υποχθόνιες λατρείες.

Άλλες λατρείες, όπως φαίνεται από τον Όμηρο (Οδύσσεια ν 355-370) μας αναφέρουν για Ιερό μέσα σε σπήλαιο, που ήταν αφιερωμένο στις Σειρήνες.

Άλλη θεότητα που λάτρευαν στα παράλια της Ακαρνανίας ήταν ο θαλάσσιος θεός Φόρκυνας, ένας από τους γέροντες. Αναφέρονται τρεις: Ο Φόρκυν, ο Πρωτεύς και ο Νηρεύς, τους οποίους ο Όμηρος τους δίνει το χαρακτηριστικό "Άλιος Γέρων" ή "Θάμας" που σημαίνει Θεός = το θαύμα της θάλασσας.

Ο Ησίοδος μαρτυρεί και κάτι άλλο∙ ότι το λιμάνι του Φόρκυνα βρισκόταν σε ένα αμμουδερό νησί, σε έναν κόλπο της Ιθάκης και ήταν πλάι στον Αχελώο, δηλαδή σε Ακαρνανικά παράλια. Εκείνοι οι θεοί, που μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι λάτρευαν οι Τάφιοι, ήταν η Αθηνά και ο Ποσειδώνας. Ο δε Ποσειδώνας λατρευόταν ως υποχθόνιος θεός και γνωρίζουμε ότι τα ιερά των υποχθόνιων θεών βρίσκονταν σε σπήλαια κάτω από τη γη. Σαν θαλάσσιος θεός που ήταν ο Ποσειδώνας μπορούμε να υποθέσουμε πού βρισκόταν το ιερό του. Μήπως πρέπει να ερευνηθεί το σπήλαιο που ονομάζουμε σήμερα "Παπανικολή" στο Μεγανήσι;

Στα πρακτικά του Ιστορικού – Αρχαιολογικού Συνεδρίου, που έγινε στο

Αγρίνιο (1988) οι Σ. Παπαγεωργίου και Σ. Στήρος αναφέρουν ότι η θάλασσα, τα

Σπήλαιο Παπανικολή

68

τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια, ανέβηκε 3,5 μέτρα στις παράκτιες περιοχές της Αιτωλοακαρνανίας. Το σπήλαιο αυτό, αν γίνουν κάποιες έρευνες, θα πρέπει να ερευνηθεί σε βάθος άνω των 3,5 μέτρων.

Άλλες μικρότερες λατρείες είναι οι Μούσες. Από τις Μούσες, η Μελπομένη αποκτά κόρες με τον Αχελώο, τις Αχελωίδες Σειρήνες. Ο Απολλόδωρος ο Ρόδιος, επίσης, θέλει μητέρα των Αχελωίδων την Τερψιχόρη ή την αδερφή του Οινέα, Στερόπη (δ 891-896).

Ο Ρωμαίος Σέρβιος αναφέρει ότι και η Καλλιόπη ήταν Αχελωίδα.

69

Οι Τάφιοι ή Τηλεβόες Για τους Τάφιους ή Τηλεβόες ο Όμηρος αναφέρει ότι βασιλιάς τους ήταν ο

Μέντης. Πιθανόν οι Τηλεβόες ήταν ο ντόπιος πληθυσμός που προϋπήρχε στην περιοχή του Μεγανησίου και της Λευκάδας. Στο βασίλειο των Ταφίων ή Τηλοβόων ίσως ήταν ενσωματωμένο ένα κομμάτι από τη Λευκάδα. Μάλλον είναι αυτά τα μέρη ή νησιά, που είναι κοντά στο Μεγανήσι.

Τάφιος είναι αυτός που δεν έχει μιλιά. Το ίδιο σημαίνει και Λέλεγας που είναι ο αμίλητος ή αυτός που αναμασά τα λόγια του. Οι Τάφιοι ίσως ήταν ένα τμήμα από τα ακαρνανικά παράλια, απέναντι από το Μεγανήσι, γιατί επισημαίνει ότι αυτοί πρωτοκατοικούσαν στην Ακαρνανία και ήταν Λέλεγες στην καταγωγή.

Ο Αριστοτέλης, μιλώντας για τη Λευκάδα ονομάζει κάποιον ντόπιο Λέλεγα. Αυτόν τον είχε γεννήσει η θυγατέρα του Τηλεβόα, η οποία γέννησε είκοσι δύο Τηλεβόες, από τους οποίους μερικοί κατοίκησαν τη Λευκάδα. Αυτό που μαρτυρεί ο Αριστοτέλης είναι η ένωση δύο διαφορετικών φύλων, οι Λέλεγες και οι ντόπιοι Τηλεβόες (Αριστοτέλης, σ. 322). Εκείνο που κάνει εντύπωση είναι ότι το πρώτο όνομα είναι Τηλεβόας, αυτός που ακούγεται μακριά. Το δεύτερο όνομα είναι ακριβώς το αντίθετο, αυτός που δεν έχει μιλιά. Δηλαδή εδώ έχουμε επιμειξία φύλων. Αυτών που προϋπήρχαν και των Λελέγων που ήρθαν αργότερα.

Η αρχική καταγωγή και ο χρόνος προέλευσης αυτών των κατοίκων δεν γίνεται ομόφωνα δεκτή. Υπάρχει γνώμη ότι προέρχονται από τη Μικρά Ασία και, συγκεκριμένα, είναι Κάρες. Το όνομα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν τα ονόματα Λέλεγες. Ο Στράβων αναφέρει και Τάφιους και Τηλεβόες "Αριστοτέλης φησίν εν μεν γαρ τι Ακαρνάνων το μεν έχει αυτοίς Κουρήτας, το δε προσεσπέριους Λέλεγας είτα δε Τηλεβόας" (Στράβων, Γεωγραφικά, VII, 321. Γ. Κατωπόδης, Αρχαία Ακαρνανία, 108-109).

Οι Κουρήτες είναι μια φυλή που κατοικούν, στην αρχή, στην Κρήτη. Πήραν αυτό το όνομα γιατί ήταν κουρεμένοι. Ο Στράβων αναφέρει ότι οι Κουρήτες ήταν από την Εύβοια και αυτό, γιατί στην Εύβοια είχε επικρατήσει η συνήθεια να κόβουν τα μαλλιά τους. Οι Κουρήτες πρέπει μάλλον να εγκαταστάθηκαν πρώτα στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Ο λόγος ήταν καθαρά εμπορικός, καθώς μεγάλη εμπορική αρτηρία ήταν ο Κορινθιακός Κόλπος. Από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ., τα χρόνια εκείνα το εμπόριο το διακινούσαν οι Λέλεγες και οι Κάρες και γινόταν

70

με πλοία. Τα παράλια του Ιονίου ήταν απαραίτητα για τη διακίνηση του εμπορίου, γι' αυτό και εμφανίζονται στα μέρη αυτά. Τους Κουρήτες τους είχαν διώξει από εκεί που ζούσαν νωρίτερα και εγκαταστάθηκαν στα παράλια του Ιονίου και διευκόλυναν το εμπόριο που γίνονταν από τον Κορινθιακό προς την Ιταλία. Οι Κουρήτες, συγχρόνως, ασχολούνταν και με το εμπόριο εισαγωγής μελιού από την Κρήτη. Είναι αυτοί που εφεύραν τη μελισσοκομία. Είδαν πως τα μέρη της Αιτωλίας, Ακαρνανίας, Λευκάδας και των υπολοίπων νησιών μας ήταν κατάλληλο για την ανάπτυξη της μελισσοκομίας. Με λίγα λόγια, ήταν διπλός ο ρόλος τους, να διευκολύνουν το εμπόριο και την εμπορία στο μέλι.

Η καλλιέργεια του μελιού εμφανίζεται στα μέρη μας γύρω στο 1.500 π.Χ.

Αφού είδαν ότι ευνοεί το κλίμα την ανάπτυξη της μελισσοκομίας δημιούργησαν μόνιμες εστίες και γίνονται οι πρώτοι μελισσοκόμοι στην περιοχή μας, διαδίδοντας, συγχρόνως, τη Μινωική λατρεία της μέλισσας "Πότνιας", λατρεία που τη γνωρίζουμε από πινακίδα Γραμμικής Β' της Πύλου, όπου διαβάστηκαν οι λέξεις: "Έχις Πότνια", δηλ. "Μέλισσα Πότνια", σ' ένα ιερό σπήλαιο μελισσών στην Κρήτη, όπου η Ρέα γέννησε το Δία.

Εκτός, όμως, από τη γλυκύτητά του το μέλι προσέφερε εκείνη την εποχή και κάτι άλλο, το μοναδικό μεθυστικό ποτό πριν, όπως φαίνεται, εισαχθεί η αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα. Τούτο τεκμηριώνεται από δύο σπουδαίες

71

φιλολογικές μαρτυρίες: α) Στον Ομηρικό ύμνο στον Ερμή, (στίχοι 552-563). Ο Ερμής λέγει ότι το αρχικό του προφητικό χάρισμα δεν το έδωσε ο Δίας, αλλά τρεις κόρες Μάντισσες.

"Σεμναί γάρ τινες εισί κασίγνηται γεγαυίαι παρθέναι ὠκείκισιν ἀγαλλόμεναι πτερύγεσσι τρεῖς. Κατά δε κρατός πεπαλαγμέναι ἄλφητα λευκά οἰκία ναιετάουσιν ὑπό πτυχί Παρνη- σοῖο μαντείης ἀπάνευθε διδάσκαλοι ἥν ἐπί βουσί παῖς ἔτ' ἐών μελέτησα. Πατήρ δ' ἐμός οὐκ ἀλέγιζεν ἐν τεῦθεν δή ἔπειτα ποτώμεναι ἄλλοτε ἄλλη κηρία βόσκονται και τε κραίνουσιν ἕκαστα. αἱ δ' ὄτε μέν θυίωσιν ἐδηδυῖαι μέλι χλωράν προαρονέως ἐθελου- σιν ἀληθείην ἀγορεύειν. ἥν δ' ἀπονοσαι- σθῶσιν ἀληθείην ἀγορέυειν. Θεῶν ἠδεῖαν ἐδωδήν ψεύδονται δη ἔπειτα δι' ἀλλήλων δονέουσαι."

Μετάφραση Υπάρχουν κάποιες σεμνές τρεις αδελφές Παρθένες, που με τα γοργά φτερά τους καμαρώνουν πασπαλισμένες είναι στο κεφάλι με κριθάλευρο λευκό και στο φαράγγι κατοικούν του Παρνασσού δασκάλες της μαντείας από μακριά, που πλάι στα βόδια όντας παιδί ακόμα τη μελέτησα. Τότε αδιαφορούσε ο πατέρας μου. Έπειτα εκείθεν αυτές πετώντας δω και εκεί τρώγαν κερήθρες και τελούσαν τα καθέκαστα. Αυτές σαν τρώνε μέλι ξανθωπό τις πιάνει ιερή μανία και με χαρά τους θέλουν να κοινολογήσουν την αλήθεια.

72

Αν όμως αποστερηθούνε τη γλυκιά τροφή των θεών τότε πια ψεύδονται αναστατώνοντας η μια την άλλη).

(Μετάφραση Δ.Π. Παπαδίτσας – Ε. Λαδιά). Αυτές οι σεμνές νύμφες, οι μαινάδες μαίνονται με μια ιερή μανία (θυϊούσιν),

όπως οι Θυιάδες, αλλά δεν εμπνέονται ούτε από τον Βάκχο, το Θεό του κρασιού, ούτε καν από τον Βρόμιο ή τον Βραΐτη, τους θεούς της μπύρας. Εμπνέονται από μια άλλη πηγή, ένα μεθυστικό πιο πρωτόγονο, το μέλι. Είναι με μια λέξη (μέλισσες) από την αρχαιότητα, έχουν σχέση με τα παράλια της Ακαρνανίας, με τους Κουρήτες και τη Μινωική Κρήτη "Κουρήτες δε οι Ακαρνάνες οἱ τον Δία θρέψαντες".

Κι άλλα στοιχεία σχετίζονται με τα μυστήρια της Ίδης στην Κρήτη, όπου η Ρέα γέννησε τον Δία∙ ήταν ένα ιερό σπήλαιο Μελισσών. Ούτε Θεός, ούτε άνθρωπος μπορούσε να πατήσει στο μέρος εκείνο. Κάθε χρόνο σε μια ορισμένη περίοδο έβγαινε από το Σπήλαιο Μεγάλη φωτιά. Αυτό συνέβαινε όταν αναπηδούσε το αίμα που χύθηκε στη γέννηση του Θεού. Ιερές μέλισσες, οι τροφοί του Δία κατοικούσαν στο σπήλαιο.

Κάποτε τέσσερις ριψοκίνδυνοι ο Λάιος, ο Κελεός, ο Κέρβερος και ο Αιγωλιός τόλμησαν να μπουν στο σπήλαιο για να κλέψουν το μέλι. Φόρεσαν χάλκινους θώρακες και μάζευαν μέλι, αλλά τη στιγμή που αντίκρυσαν τα σπάργανα του Δία μεταμορφώθηκαν σε πουλιά με τα ίδια ονόματα.

Σε μιαν άλλη παραλλαγή του μύθου, παραμάνες και φύλακες του μικρού Δία ήταν η Αδράστεια και η Ίδη. Ήταν δύο ονόματα της ίδιας της μητέρας Ρέας, που λεγόταν επίσης Μήτηρ Ίδαία.

Άλλος μύθος αναφέρει πως η Αμάλθεια και η Μέλισσα, οι κόρες του βασιλιά της Κρήτης Μελίσσεως συντήρησαν το παιδί.

Οι μύθοι αυτοί, συνδυασμένοι με μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία του ονόματος των Κουρητών από τον R. Giancs, συνδέουν τους Κουρήτες με την ιδιότητά τους ως μελισσοκόμων και πάλι με το Ιόνιο και την Κρήτη. Λέγεται ότι Κουρήτες είναι, πιθανώς, "οι πιστοί της Μελισσοθεάς Κήρ (ή Κάρ), ετυμολογώντας το Κυριώνυμο Κήρ από την μάλλον Κρητική λέξη Κήρινθος, τροφή της μέλισσας στην Κρήτη. Πιθανότατα, το κυριώνυμο Κήρ ήταν διαδεδομένος τίτλος της τριπλής θεάς Ιώ –

73

Αδράστεια – Αμάλθεια συνδεδεμένη η τελευταία με το Κέρας της Αφθονίας. (Ησίοδος Κοσμογονία). Ο θάνατος λέγεται Κηρ ή Καρ. Έχουμε και θεά Κηρ ή Καρ (Όμηρος Λ 171 – Ηλιάδα Β 834) Και αυτή θεά του θανάτου ή της μοίρας. (Ιωάννη Γ. Νεραντζή, Προϊστορικές Λατρείες Αιτωλών και Αγραίων, Ιστορικές εκδόσεις Στέφανος Βασιλόπουλος 2002).

Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από το βιβλίο "Προϊστορικές Λατρείες Αιτωλών και Αγραίων" του Ιωάννη Γ. Νεραντζή, Αρχαιολόγου – Φιλόλογου.

Ονόματα Μινωϊκής καταγωγής στα παράλια του Ιονίου ο Στράβων αναφέρει τη λίμνη Μελίτη των Οινιαδών στην Ακαρνανία∙ υπάρχει η λίμνη Ηρία, που θα πει Κυψέλη, αλλά και στην Αιτωλία τοπωνύμιο Κουρή. (Ο Στράβων 13 6)

"οἱ δ' ἀπό τοῦ ὅρους τοῦ Κουρίου τούς Κουρήτας ὀνομασθῆναι τοῦ ὑπερκειμένου τῆς Πλευρῶνος".

Υπάρχει περιοχή που λέγεται Απόκουρο στη Λευκάδα Κούρτης. Οι μύθοι αυτοί συνδυασμένοι με μία ερμηνεία του ονόματος των Κουρητών από τον R. Gravcs συνδέουν τους Κουρήτες με την ιδιότητά τους ως μελισσοκόμοι. Και άλλη αναφορά στη σχέση των παραλίων του Ιονίου με την Κρήτη. Λέγει ότι οι Κούρητες είναι, πιθανώς, "οἱ πιστοί μελισσοθεάς Κηρ", ή "Καρ". Ετυμολογώντας το κυριώνυμο Κηρ από την μάλλον Κρητική λέξη κύρινθος που σημαίνει τροφή της μέλισσας.

Φαράγγι της μέλισσας

Το μέρος αυτό μαρτυρεί ότι είναι κατάλληλο για μελισσοκαλλιέργεια. Για να κατοικήσει κάποιος σε κάποιο μέρος το πρώτο που θα κοιτάξει είναι να υπάρχει νερό. Η μέλισσα το έχει αυτό το χάρισμα και γι' αυτό κατοικήθηκε από Κουρήτες. Πάρα πολλοί τάφοι έχουν ανοιχθεί εντελώς τυχαία. Αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι η περιοχή έχει κατοικηθεί από πολύ παλαιά. Πολύ κοντά στον αρχαίο δρόμο προς τη Μέλισσα είναι η περιοχή που λέγεται "Καρκαμπέτσα". Στα Καρκαμπέτσα υπάρχει αγροτικό ιερό κατεστραμμένο σήμερα, σε σπήλαιο, όπου βρέθηκαν πολλά όστρακα Μυκηναϊκής εποχής, μικροί Κούροι πήλινοι και διάφορα άλλα που αποδεικνύουν ότι ήταν ιερό Μινωικής λατρείας. Τα αναθέματα που υπήρχαν φανερώνουν ότι ήταν ιερό θεραπευτικής λατρείας. Τα όστρακα που υπήρχαν μέσα

74

χρονολογούνται, περίπου, από το 1500 π.Χ. έως και 700 π.Χ. Οπωσδήποτε είναι ιερό Μινωικής εποχής.

Καρ – καμπέτσα: "Καρ = τροφή της μέλισσας" Και κάτι που πρέπει να προσεχθεί αν ερευνηθεί κάποτε. Στο εσωτερικό του

σπηλαίου υπήρχε εστία∙ η φωτιά δε φανερώνει ότι ήταν από τσοπάνηδες που κατά την χειμερινή περίοδο είχαν ανάψει, αλλά ήταν λατρευτική, σαν αυτή στο σπήλαιο της Οίδης που γεννήθηκε ο μικρός Δίας.

Γεγονός που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση είναι το εξής, που αναφέρεται σε πρόσφατες ανακαλύψεις: Αποδεικνύεται, από τα αρχαιολογικά τεκμήρια, ότι η Ακαρνανία ήταν κατοικημένη από τη Νεολιθική εποχή. Αυτές οι αποδείξεις προέρχονται τόσο από την ίδια την ακαρνανική γη, όσο και από τις παρακείμενες νήσους.

Ο Πρωτοελλαδικός Πολιτισμός είναι, κατεξοχήν, αγροτικός. Είναι εξαπλωμένος κυρίως στη νότια και κεντρική Ελλάδα και εννοεί τα ισχυρά ηγεμονικά γένη. Η S. Benton, έφερε σε φως αγγεία της εποχής αυτής στο σπήλαιο κοντά στον Άγιο Νικόλαο Αστακού και επίσης στα νησιά Μεγανήσι και Κάλαμος.

Το φαράγγι της Μέλισσας

75

Για να πολεμήσουν ο Αμφιτρίων και οι σύμμαχοι του τους Ταφίους,

συγκέντρωσαν πολύ στόλο και στρατό και από πολλά μέρη, όπως θα φανεί στη συνέχεια. Επομένως, ήταν μεγάλο έθνος και πολύ ισχυρό.

Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Αμφιτρίων, όταν κατέλαβε τους Ταφίους, έφυγε για τη Θήβα, αφού πήρε τα λάφυρα που του ανήκαν. Τα νησιά τα έδωσε στον Κέφαλο και τον Ελείο, οι οποίοι έκτισαν πόλεις. Από τον Κέφαλο πήρε το όνομα η Κεφαλονιά και από τον Ελείο ο Ελομένος Λευκάδας. Δηλαδή, το τμήμα, όπου έκτισε την πόλη Ελομένου, που προηγουμένως ανήκε στο κράτος των Ταφίων.

Αστακός

Πλοίο "Οδύσσεια" 76

Οι Κεφαλονίτες συγγραφείς γράφουν ότι οι Τάφιοι είναι στην Κεφαλονιά. Αφού δεν μπορούσαν να κρύψουν την αλήθεια, λένε ότι οι Τάφιοι ήρθαν στην Κεφαλονιά και ήταν Λέλεγες στην καταγωγή και ήρθαν από την Ακαρνανία, μαρτυρούν, δηλαδή, μόνοι τους ότι οι Τάφιοι δεν είναι στην Κεφαλονιά. Λέγουν ότι υπάρχει ένα μέρος που λέγεται Ταφιός και εκεί ήταν οι πόλεις των Ταφίων. Υπάρχουν πολλά ονόματα στην Ελλάδα με αυτό το όνομα. Σε όποιες περιοχές έβρισκαν παλιά νεκροταφεία τα ονόμαζαν "Στα μνήματα" ή στους "τάφους".

Μεταξύ των αρχαίων παράλιων αιτωλικών πόλεων Καλυδώνας και Μακύνειας, το βουνό που υπάρχει στο αρχαίο όνομά του λεγόταν "Ταφιασσός". Επειδή έχει αυτό το όνομα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι εκεί κατοικούσαν οι Τάφιοι;

Ο Ησίοδος (III 1) και ο Απολλόδωρος (ΒΙV5) αναφέρουν πού κατοικούσαν οι Τάφιοι: "Λαός των νήσων των κειμένων εις τα δυτικά της Ακαρνανίας προς Βορράν της Ιθάκης".

Ποιες άλλες αποδείξεις χρειάζονται για να γίνει κατανοητό πού κατοικούσαν οι Τάφιοι ή Τηλεβόες; Με λίγα λόγια, οι Τάφιοι κατοικούσαν στο Μεγανήσι της Λευκάδας σε διάφορα νησάκια γύρω από αυτό και μπορεί και σε ένα κομμάτι της Λευκάδας, κοντά στο Μεγανήσι.

Το όνομα Ταφιός που υπάρχει στην Κεφαλονιά μπορεί να συνδέεται με τους Τάφιους της Ακαρνανίας και το Μεγανήσι. Όταν νικήθηκαν οι Τάφιοι ή Τηλεβόες από τον Αμφιτρίωνα και τον Κέφαλο, ίσως έφερε ο Κέφαλος πληθυσμό και έκτισε πόλη που πήρε το όνομα Κεφαλονιά και ονόμασαν κάποιο οικισμό με το όνομα Ταφιός, διότι ήταν Τάφιοι στην καταγωγή.

Ο Κώστας Πάλμος (σ. 13-14) υποστηρίζει την άποψη ότι η αρχαία Τάφος είναι το σημερινό Μεγανήσι με τους πέντε μεγάλους όρμους και τα αμέτρητα λιμάνια. Παρατηρεί εύστοχα ότι οι περίφημοι ναυτικοί, πειρατές, έμποροι Τάφιοι έπρεπε να έχουν πατρίδα ένα νησί με πολλά λιμάνια. Δεν θα παρέδιδαν ποτέ τα πλοία τους στα άγρια κύματα να τσακιστούν πάνω στα βράχια, στον Κάλαμο, για παράδειγμα, που είναι βραχώδης και δεν έχει λιμάνι και στην Κεφαλονιά που δεν έχει πολλά λιμάνια.

Τα πανάρχαια κείμενα της ελληνικής γραμματείας Ησιόδου Θεογονία και τα Ομηρικά Έπη είναι στη γλώσσα, όπως αυτή έφτασε ολοκληρωμένη, στους χρόνους ακμής του Ησίοδου και του Ομήρου.

77

Ο Ησίοδος διδάχθηκε από Ακαρνάνες τη μαντική τέχνη και γνωρίζουμε και ότι ο Οδυσσέας γνώριζε και αυτός την τέχνη αυτή. Η Θεογονία αυτή διασώθηκε από τους Ακαρνάνες θεματοφύλακες του Ελλικωνίου Μουσείου, από την οποία την διδάχθηκε ο Ησίοδος (Παυσανίας, Βοιωτικά, 31. Ηλ. Τσατσόμηρος, Ιστορία Γενέσεως της Ελληνικής γλώσσας, 79).

Οι Ακαρνάνες και πρώην Κουρήτες και Τηλεβόες ήταν οι καλύτεροι στη μαντική τέχνη∙ μάντευαν, κυρίως από τα σπλάχνα των ψημένων σφαχτών αλλά και από το πέταγμα των πουλιών. Θεωρούνταν οι καλύτεροι μάντεις της Ελλάδας και κρατούσαν το λόγο τους (Θουκυδίδης, Ιστορίαι, Γ 114 Πολύβιος, Ιστορίαι, Δ 30 και Θ 32).

Οι Τηλεβόες ή Τάφιοι ζούσαν με το εμπόριο και τη ληστοπειρατεία. Το όνομα Τηλεβόες το πήραν, διότι έστηναν ενέδρες στα διάφορα νησιά. Όταν έβλεπαν καράβι να περνά, έβαζαν τα χέρια τους στο στόμα για να ακούγεται μακριά, που ήταν τα δικά τους καράβια, ότι έρχεται πλοίο για να το ληστέψουν. Μάλλον από εκεί πήραν το όνομα Τηλεβόες. Αυτόν που φωνάζει δυνατά ακόμη και σήμερα τον λέμε ότι φωνάζει σαν Τηλεβόας.

Ο Θουκυδίδης (Ιστορίαι, Α V 13-17) αναφέρει ότι οι Έλληνες, από τα παλιά χρόνια, αλλά και οι βάρβαροι, όσοι κατοικούσαν στα παραθαλάσσια μέρη, επειδή άρχισαν να επικοινωνούν με πλοία μεταξύ τους, το έριχναν στη ληστεία, αφενός μεν για να θρέψουν τους αδύναμους δικούς τους, αλλά και για κάποιο κέρδος των ισχυρότερων αρχηγών τους. Έτσι, έπεφταν πειρατές επάνω στις ατείχιστες πόλεις και τις λεηλατούσαν, διότι όχι μόνο δε θεωρούσαν τη ληστεία ντροπή, αλλά μάλλον τη θεωρούσαν και μεγάλο κατόρθωμα – δόξα. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι και στον καιρό του Θουκυδίδη πολλοί απ' τους Έλληνες όχι μόνο στα παραθαλάσσια μέρη αλλά και στα μεσόγεια δηλώνουν ότι ζούσαν κατ' αυτόν τον τρόπο, να ληστεύουν ο ένας τον άλλον και το θεωρούσαν σημαντικό.

Και οι παλαιότεροι από τους ποιητές τις πρώτες πληροφορίες από τους νεοερχομένους σε μια χώρα ξένους τις έπαιρναν∙ τους ρωτούσαν: "Ποιός είσαι, από πού είσαι, γιατί ήρθες, μήπως είσαι ληστής ή ναυαγός;" και δεν το θεωρούσαν ντροπή ούτε γι' αυτούς που ρωτούσαν ούτε και γι' αυτούς που απαντούσαν∙ λήστευαν οι μεν τους δε. Υπήρχαν και ναοί που τους ονόμαζαν Λάφριους, γιατί ένα μέρος από τα λάφυρα πήγαινε για τις λάφριες θεότητες. Στην Καλυδώνα υπάρχουν ναοί του Λάφριου Απόλλωνα και της Λαφρίας Αρτέμιδας.

78

"Και εις την Τροία καθορίστηκε βραδύτερα από τον Ηρόδοτο και κυρίως τον Αισχύλο με μόνο τον σκοπό της ληστείας και αρπαγής".

Να αρπάξουν και να φύγουν. Επειδή η Τροία ήταν πλούσια χώρα και είχε πολύ χρυσό και ωραίες γυναίκες, με πλατιά φορέματα, ενώ οι Ελληνίδες είχαν φορέματα σφιχτά στη μέση. Ληστρικός και όχι κατακτητικός πόλεμος από τους Αχαιούς, τους Δαναούς, Μυρμιδόνες και νησιώτες, οι οποίοι πήγαν να αρπάξουν και να φύγουν. Επειδή, όμως, δεν τα κατάφεραν και κάθισαν πολλά χρόνια, από πείσμα κατέστρεψαν την πόλη και τα ιερά. Έτσι, προκάλεσαν την οργή των θεών και γι' αυτό τιμωρήθηκαν οι βασιλείς, όπως αναφέρει η Οδύσσεια.

Η φήμη των Ταφίων ή Τηλεβόων ήταν τόσο μεγάλη, που ακόμα και στην ενδυμασία του Ιάσονα ήταν κεντημένο ένα κοπάδι βόδια. Γύρω από τα βόδια φιλονικούσαν οι Τηλεβόες, μετά μανίας, και τα παιδιά του Ηλεκτρίωνα. Οι μεν Ηρακλείδες αμύνονταν και οι ληστές Τάφιοι, κοκκινίζοντας τα λιβάδια από τα αίματα και οι Τηλεβόες ήθελαν να αρπάξουν τα βόδια και οι πολλοί πειρατές νικούσαν τους λίγους βοσκούς (Ησίοδος, Ασπίς Ηρακλέους, 14-26). (Απολλώνιος ο Ρόδιος, δ. Στίχ. 747. Α).

Η Αθηνά μεταμφιεσμένη με τη μορφή του Μέντη παρουσιάζεται στον Τηλέμαχο και τον ρωτά για τους μνηστήρες που σπαταλούν το βιος του Οδυσσέα. Και αφού εξηγεί ο Τηλέμαχος ρωτά με τη σειρά του τον ξένο:

"Μον έλα πες μου τώρα αυτό και την αλήθεια μίλα. Ποιος είσαι; Ποιος ο τόπος σου; Πού κάθονται οι γονιοί σου; Με τι καράβι ήρθες εδώ; Πώς σε 'φεραν οι ναύτες στο Θιάκι; Ποια παινεύονταν πως ήταν παλικάρια; γιατί θαρρώ περπατηχτός στο Θιάκι πως δεν ήρθες, και τούτο ξήγα μου σωστά καλά να καταλάβω αν είσαι φίλος πατρικός και τώρα μόλις ήρθες, γιατί πολλοί στο σπίτι μου ξένοι μας ήρθαν κι άλλοι, γιατί ήταν κι ο πατέρας μου με κόσμο γνωρισμένος. Τότε έτσι φωτοστάλαχτη τ' απάντησε η Παλλάδα.

79

Μετά χαρά σου εγώ όλα αυτά θα σου τα πω πως είναι: Ο Μέντης Αγχιάλου γιος παινεύομαι πως είμαι και τους Ταφιώτες κυβερνώ τους θαλασσοθρεμένους. Τώρα και πάω σ' αλλόγλωσσους ανθρώπους στην Τεμέση, τη θάλασσα αρμενίζοντας χαλκό να πάρω εκείθε μακριά απ' την πόλη το γοργό καράβι σύραν όξω, κάτω από το δασωμένο Νηό στου ρείθρου το λιμάνι΄΄.

(Οδύσσεια, A 175-190). Στην Οδύσσεια η Τάφιοι εμφανίζονται με δύο όψεις. Οι Τάφιοι με ηγεμόνα

τον Μέντη, γιο του Αγχιάλου ως γνωστοί έμποροι και κωπηλάτες με πλοία που μετέφεραν χαλκό από την Τεμέση, ανταλλάσσοντας χαλκό με σίδερο και στη δεύτερη όψη εμφανίζονται οι Ταφιώτες ληστές, που λυμαίνονταν τη Θεσπρωτία και διώκονταν γι' αυτό από τους Κεφαλλήνες και Θεσπρωτούς (Οδύσσεια, Ο 427, Π 426, Π 479, Απολλόδωρος, ..., Β ΙV 5).

Ο Ησίοδος αναφέρει για τους Τηλεβόες ή Τάφιους ότι ήταν λαός των νησιών κοντά στα δυτικά παράλια της Ακαρνανίας και βόρεια της Ιθάκης. Ο Ησίοδος και ο Όμηρος που θεωρούνται οι πατέρες της πρωτοϊστορίας ή μυθολογίας, κάνουν

Το Μεγανήσι Λευκάδας

80

λόγο για την ύπαρξη των Ταφίων ή Τηλεβόων. Προπαντός ο Ησίοδος το επιβεβαιώνει και γεωγραφικά. Το Μεγανήσι ή και κάποια άλλα νησιά μαζί ήταν οι Τηλεβόες ή οι Τάφιοι (Ησίοδος, , III 1).

Σε άλλο στίχο αναφέρει ο Όμηρος :

Τάφιοι και Φοίνικες

΄΄Παινιέμαι απ' την πολύχαλκη πως είμαι απ' τη Σιδώνα, κόρη του Αρύβαντα με βιος που μετρημό δεν έχει, όμως Ταφιώτες μ' άρπαξαν κουρσάροι ενώ γυρνούσα απ' το χωράφι και σ' αυτού ανθρώπου εδώ το σπίτι μ' έφεραν και μ' αγόρασε με βιος όσο ζητούσαν΄΄

(Οδύσσεια, O 425) Ο Όμηρος γνωρίζει πολύ καλά τους Φοίνικες. Εκεί, στην "Τηλεμάχου προς

Εύμαιον άφιξιν΄΄ (Οδύσσεια, Ο 115-429) τους αποκαλεί "Φοίνικες ναυσίκλητους" και "Φοίνικες πολυπαίπαλους΄΄, δηλαδή εύστροφους και περίφημους θαλασσινούς, εμπόρους και ναυτιλόμενους. Ονομάζονται επίσης και Σιδώνιοι, ενώ και τα ωραία εμπορεύματα της Σιδώνας λέγονταν Σιδώνια.

Αυτό που φαίνεται από την Οδύσσεια είναι ότι υπήρχε στο εμπόριο μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ των Ταφίων και των Φοινίκων, διότι τους θαλάσσιους δρόμους τους γνώριζαν και οι δύο πλευρές και γίνονταν συγκρούσεις μεταξύ τους και λήστευαν οι μεν τους δε. Όπως μαρτυρεί ο Όμηρος στον παραπάνω στίχο, για την κόρη του Αρίβαντα από την Σιδώνα, φαίνεται πόσο μακριά κουρσάρευαν οι Ταφιώτες.

Τάφιοι και ληστοπειρατεία

Λέει η Πηνελόπη στον Αντίνοο, έναν από τους μνηστήρες:

΄΄Η δεν το ξέρεις πως εδώ με την ψυχή στα δόντια μας πρόσπεσε ο πατέρας σου που το λαό εφοβήθη του τόπου του,

81

γιατί έβλαψε μ' άλλους ληστές Ταφιώτες, τους Θεσπρωτούς που φίλοι μας και σύμμαχοί μας ήταν; Να τον σκοτώσουν ήθελαν Κι όλους τους θησαυρούς του να τους χαρούν μα αντίκοψε ο άνδρας μου ο Οδυσσέας. τώρα το σπίτι εκείνου τρως απλέρωτα και θέλεις να πάρεις τη γυναίκα του το γιο του να σκοτώσεις

(Οδύσσεια, Π 425). Σε άλλο στίχο ο Εύμαιος είχε αγοράσει ένα βοσκό από τους Ταφιώτες.

΄΄Είπε και ρίχνει στη φωτιά για τους ουράνιους πρώτα και μαύρο στάζοντας κρασί πρόσφερε του Οδυσσέα, που δίπλα του καθότανε, μοίρασε και ο μεσαύλης ψωμιά που δούλο ο βοσκός τον πήρε απ' τους Ταφιώτες κι ούτε η κυρά του το ΄ξερε μήδ' ο γερο-Λαέρτης σαν έλειπε ο αφέντης του δίνοντας βιος δικό του...

(Οδύσσεια, Ξ 460). Οι Τάφιοι ή Τηλεβόες ήταν ο φόβος και τρόμος των γειτονικών λαών. Η φήμη

τους, όπως θα δούμε στη συνέχεια, επεκτείνονταν πάρα πολύ μακριά. Ακόμη και στο Αιγαίο, τo Τυρρηνικό, την Αδριατική, και σε όλη τη Μεσόγειο θάλασσα, μέχρι και στους Φοίνικες και πέραν των Ηρακλείων στηλών ή στον Ατλαντικό ωκεανό έφταναν τα πλοία τους, είτε για εμπόριο ή για λαφυραγωγία. Το στόλο τους τον αύξαιναν συνέχεια, είτε εμπορικό είτε πειρατικό. Οι Τάφιοι τις περισσότερες επιδρομές τις έκαναν στις γειτονικές χώρες της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου.

82

Επιδρομές στην Αργολίδα Σπουδαιότερες από τις επιδρομές αυτές ήταν κατά του βασιλείου των

Μυκηνών και της Τίρυνθας και έγιναν περίπου το 1350 π.Χ., όταν βασίλευε ο Μίστωρ, ο γιος του Περσέα και της Ανδρομέδας, της κόρης του Κειφέως.

Οι Τάφιοι με τον πειρατικό τους στόλο αποβιβάστηκαν στην Αργολίδα και άρχισαν να πολιορκούν και να λεηλατούν τις Μυκήνες και την Τύρινθα. Ο Μίστωρ, που ήταν τότε βασιλιάς, έδωσε μάχη με τους Τάφιους. Αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, για να μην πάθει μεγαλύτερες καταστροφές και υποχρεώθηκε να δώσει την κόρη την Υποθόη στον βασιλιά των Ταφίων.

Άλλοι υποστηρίζουν ότι η Υποθόη είναι κόρη του Λευκαδίου, που είναι αδερφός της Πηνελόπης, την οποία άρπαξε ο Ποσειδώνας και την έφερε στις Εχινάδες νήσους∙ εκεί έσμιξε με αυτή και γέννησε τον Τάφιο και πήρε αυτό το όνομα. Ο Απολλόδωρος αναφέρει: "Από τον Μίστωρα και την Λυσιδίκη, την κόρη του Πέλοπα, εγεννήθη η Υποθόη ΄΄ (ΒΙV 5).

Η δεύτερη επιδρομή των Ταφίων ή Τηλεβόων έγινε περίπου το 1300 π.Χ. Σκοπός της επιδρομής αυτής ήταν για τα κληρονομικά δικαιώματα της μητέρας του Τάφιου, της Υποθόης, κόρης του Μίστωρα. Μετά το θάνατο του τελευταίου, δεν υπήρχε κληρονόμος στο βασίλειο των Μυκηνών και της Τίρυνθας. Βασιλιάς έγινε ο αδελφός του, ο Αλκαίος Αναξός. Με την Υποθόη, γέννησε εννιά γιους. Τους Στρατοβάτην, Γοργοφόνο, Φιλονόμον, Χειρόμαχο, Κελαινέα, Αμφίμαχον Λυσίνομον, Ανάκτορα, Αρχέλαιον και μία κόρη, την Αλκμήνη. Και με μια γυναίκα από τη Φρυγία γεννά ένα δέκατο, νόθο, γιο, τον Λικύμνειον.

Επειδή ο βασιλιάς των Ταφίων και εγγονός του Ποσειδώνα Πτερέλαος, θεώρησε ότι είναι αυτός ο νόμιμος κληρονόμος και διάδοχος του Μίστωρα, γιατί ήταν ο εγγονός της κόρης του Υποθόης, διεκδίκησε τα βασιλικά δικαιώματα. Απαίτησε από τον Ηλεκτρίωνα να του παραδώσει την εξουσία των Μυκηνών. Επειδή ο Ηλεκτρίωνας δεν δέχτηκε την πρόταση του Πτερέλαου, ετοίμασε μεγάλο στόλο και πολύ στρατό και αποβιβάστηκε στην Αργολίδα, υπό την αρχηγία των έξι παιδιών του, Χρομίου, Τυράννου, Αντιόχου, Χερσιδάμαντος, Μύστορος και Ευήρου, για να καταλάβουν το βασίλειο των Μυκηνών. Άρχισαν τη μάχη και άρχισαν να λεηλατούν και να καταστρέφουν τις Μυκήνες. Πήραν τα γελάδια και τα βόδια του Ηλεκτρίωνα. Ο Ηλεκτρίωνας αντεπιτέθηκε με τα παιδιά του κατά των

83

Ταφίων. Έγινε σκληρή μάχη. Σκοτώθηκαν πάρα πολλοί και όλα τα παιδιά του Ηλεκτρίωνα, πλην του νόθου Λικύμνιου και όλα τα παιδιά του Πτερέλαου, πλην του μικρού Εύηρου, που φύλαγε τα πλοία στο λιμάνι.

Μετά την καταστροφική μάχη, ο γιος του Πτερέλαου που σώθηκε, ο Ευήρος, πήρε όσους σώθηκαν από τους Ταφίους και έφυγε από την Αργολίδα, παίρνοντας τα λάφυρα, τις αγελάδες και τα βόδια μαζί του. Αφού δεν ήταν δυνατόν να ζήσουν τα γελάδια και τα βόδια στη χώρα τους, γιατί η περιοχή ήταν άγονη, στο γυρισμό πέρασε από την Ίλιδα και τα έδωσε να τα φυλάει στον εγγονό του βασιλιά Αυγεία, που ήταν φίλοι. Στη συνέχεια ο ανιψιός του Ηλεκτρίωνα και μνηστήρας της κόρης του Αλκμήνης, ο Αμφιτρίωνας, ο γιος του Αλκαίου, πήγε στην Ίλιδα, πήρε τις αγελάδες και τα βόδια από τον Πολύξενο και τα ξαναπήγε στις Μυκήνες.

Ο βασιλιάς των Μυκηνών Αλκαίος, ήθελε, όμως, να πάρει εκδίκηση για την καταστροφή που προξένησαν οι Τάφιοι στις Μυκήνες και για τον χαμό των παιδιών του. Έτσι, άρχισε να ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον των Ταφίων. Αλλά, την ώρα που παρέδιδε τις αγελάδες από το κοπάδι, έφυγε μια αγελάδα. Έριξε ένα ρόπαλο, το οποίο χτύπησε στο κέρατο της αγελάδας και γυρνώντας πίσω τον χτύπησε και τον σκότωσε.

Έτσι, ο Αμφιτρίωνας ανακηρύχτηκε βασιλιάς, διότι αυτός ήταν ο μόνος διάδοχος, ως μνηστήρας και μέλλων σύζυγος του μοναδικού παιδιού του, της Αλκμήνης. Ο αδελφός του Ηλεκτρίωνα, ο Σθένελος, εξεγέρθηκε και υπερισχύοντας ανέτρεψε τον Αμφιτρίωνα και κατέλαβε αυτός τον θρόνο των Μυκηνών. Τον Αμφιτρίωνα και την Αλκμήνη τους έδιωξε και αυτοί κατέφυγαν στη Θήβα (Ησίοδος, Γον, Α' στ. 14).

Ο βασιλιάς της Θήβας Κρέοντας, θείος από τη μητέρα του Αμφιτρίωνα, τους δέχτηκε και τους φιλοξένησε στη Θήβα. Η Αλκμήνη ζήτησε από τον Αμφιτρίωνα να επιτεθεί κατά των Ταφίων για να τους εκδικηθεί για το θάνατο των αδελφών της και τον απείλησε ότι αν δεν κάνει πόλεμο κατά των Ταφίων δεν θα τον παντρευτεί (Απολλώνιον βιβλίο Πρώτο και Β. Ησίοδος, Ασπίς Ηρακλέους, 14).

Αλλά δεν είχε πολύ στρατό και ζήτησε βοήθεια από τον Κρέοντα. Ο Κρέοντας, την εποχή εκείνη, είχε πόλεμο με τους Τευμισαίους. Αφού είδε ότι οι δυνάμεις τους και των Θηβαίων δεν ήταν αρκετές, ζήτησε βοήθεια από τον Κέφαλο, που ήταν τότε αρχηγός του Θωρικού στην Αττική. Έτσι, δέχθηκε ο Κέφαλος την πρόσκληση του Αμφιτρίωνα και συγκέντρωσε πολύ στρατό. Ο

84

Κέφαλος είχε, επίσης, συγγένεια με το βασιλιά της Αθήνας Αιγέα, ο οποίος πήγε στην Βοιωτία και ενώθηκε με τον Αμφιτρίωνα και τον Κρέοντα. Με τη βοήθεια του Κέφαλου, που είχε πολύ καλό ιππικό, κατάφεραν και νίκησαν τους Τευμισαίους, οι οποίοι υποτάχθηκαν στη Θήβα.

Ο Απολλόδωρος κάνει λόγο γι' αυτόν τον πόλεμο με τους Τευμισαίους, διαφορετικά. Ο Αμφιτρίωνας ζήτησε βοήθεια από τον Κρέοντα, ο Κρέων του είπε ότι θα τον βοηθήσει, αφού πρώτα, όμως, ο Αμφιτρίωνας απαλλάξει τη χώρα των Καδμίων από την αλεπού, διότι αυτό το άγριο θηρίο κατέστρεφε την Καδμεία χώρα. Ο Κρέων υποχρεώθηκε να τη σκοτώσει, αλλά ήταν γραφτό να μην μπορεί κανείς να τη νικήσει. Και επειδή υπέφερε η χώρα, έπρεπε να προσφέρουν οι Θηβαίοι στην αλεπού κάθε χρόνο ένα παιδί από την πόλη∙ αν δεν γινόταν αυτό, αυτή θα άρπαζε πολλούς. Για να απαλλαγεί ο Αμφιτρίωνας ήλθε στην Αθήνα για να πάρει ένα κυνηγόσκυλο, τον Λαίλαπα, από τον Κέφαλο, που του τα είχε φέρει η Πρόκνη από την Κρήτη, ως δώρο του Μίνωα, και ήταν γραφτό ότι κυνηγούσε αυτό να το συλλάβει. Έτσι, του έδωσε υπόσχεση, να τους δώσει τα μισά από τα λάφυρα που θα έπαιρναν από τους Τηλεβόες. Ενώ κυνηγούσε την αλεπού ο Δίας, και τα δύο ζώα τα έκανε πέτρες∙ τα λυπήθηκε ο Δίας για να μη χάσουν την υπόληψή τους, γιατί και τα δύο ζώα ήταν θεόφερτα.

Η εισβολή του Αμφιτρίωνα στην χώρα των Ταφίων

Όπως πιο πάνω αναφέρθηκε, η Αλκμήνη απαίτησε από τον Αμφιτρίωνα να κάνει πόλεμο εναντίον των Ταφίων και ο Αμφιτρίωνας έκανε συμφωνία με το βασιλιά της Αττικής Θωρικό (υποτελή εις τον Αιγέα) και τον ισχυρό τότε στην Αθήνα Κέφαλο, με το βασιλιά της Θήβας, επίσης Κρέοντα και το βασιλιά του Έλους από τη Λακωνία ή την Αργολίδα (Ησίοδος, Έργα και Ημέρες, 14 Β, στίχ. 23).

Μαζί με τον Αμφιτρίωνα ήταν, με πάρα πολύ καλό ιππικό, οι Βοιωτοί που δεν φοβούνταν να καλυφθούν με τις ασπίδες, οι Λοκροί, πολύ καλοί μαχητές που πολεμούσαν σώμα με σώμα και οι μεγαλόψυχοι Φωκείς. Αρχηγός τους ήταν το παιδί του Αλκαίου Πανωπέας και καμάρωνε για το στρατό του. Για να πολεμήσουν τους Ταφίους έκαναν συμφωνία να μοιραστούν τους θησαυρούς που είχαν πάρει από τις επιδρομές τους οι Τάφιοι. Οι σύμμαχοι ήρθαν από τον Κορινθιακό Κόλπο

85

στη Δυτική Ελλάδα και άρχισαν να πολιορκούν τους Ταφίους, αλλά βρήκαν μεγάλη αντίσταση από αυτούς.

Από τον Τάφιο γεννήθηκε ένα αγόρι ο Πτερέλαος, τον οποίο ο Ποσειδώνας τον έκανε αθάνατο, αφού του έβαλε μια χρυσή τρίχα στο κεφάλι του. Η κόρη του Πτερέλαου Κομαιθώ, ερωτεύθηκε τον Αμφιτρίωνα, έβγαλε από το κεφάλι του πατέρα της τη χρυσή τρίχα και ο πατέρας της πέθανε στα χέρια του Αμφιτρίωνα. Την Κομαιθώ την σκότωσε ο Αμφιτρίωνας και, παίρνοντας τα λάφυρα, έφυγε για τη Θήβα. Τα νησιά τα έδωσε στον Κέφαλο και τον Ελείο. Εκείνοι έκτισαν αντίστοιχες πόλεις, στις οποίες έδωσαν το όνομά τους, Κεφαλληνία και Ελομένος Λευκάδας.

Στο τέλος, η πόλη των Ταφίων δεν έπεσε από την ανδρεία των πολιορκητών, αλλά από τον έρωτα της βασιλοπούλας Κομαιθώ προς τον στρατηγό των πολιορκητών Αμφιτρίωνα. Η βασιλοπούλα των Ταφίων, σαν άλλη Δαλιδά, έβγαλε από το κεφάλι του πατέρα της Πτερέλαου τη χρυσή τρίχα που ήταν και η δύναμή του. Έτσι, ο βασιλιάς των Ταφίων πέθανε και ο λαός των Ταφίων νικήθηκε.

Είναι φανερή εδώ, ίσως, στο μύθο για το βασιλιά των Ταφίων Πτερέλαο η επίδραση του συγγενικού μύθου των Φοινίκων για τον Σαμψών. Οι Φοίνικες και οι Τάφιοι ήταν έμποροι, ναυτικοί και είχαν τα ίδια ενδιαφέροντα ως προς τις ναυτικές επιχειρήσεις. Έδωσαν και πήραν ο ένας από τον άλλον. Ίσως, ο μύθος αυτός σε κάποια εποχή να θυμίζει πολεμικές επιχειρήσεις μεταξύ των δύο λαών, στο καίριο σημείο του κεντρικού Ιονίου Πελάγους. Τίποτε δεν είναι βέβαιο και τίποτα δεν μπορεί να απορριφθεί. Είναι, όμως, επιβεβλημένο ότι αυτά τα νησιά ήταν κατοικημένα από τη 2η π.Χ. χιλιετία (Γ. Κατωπόδης, Αρχαία Ακαρνανία, 71-73).

Την εκστρατεία του Αμφιτρύωνα κατά των Ταφίων την αναφέρει επίσης και ο Ηρόδοτος. Διηγείται ότι είδε ο ίδιος στη Θήβα, στο ναό του Ισμηνίου Απόλλωνα, ως ανάθεμα, τρεις τρίποδες που ήταν γραμμένο "Καδμεία. Μεταρρυθμισμένα Φοινίκικα" και υπήρχε ο εξής στίχος: "Αμφιτρύων μ' ανέθηκεν εών από Τηλεβοάων" (Ηρόδοτος, Ιστορίαι, Βιβλίο 59).

86

Ιόνιο Το μέσο Ιόνιο Πέλαγος, το σύμπλεγμα των Νήσων και οι ακαρνανικές ακτές,

απαρτίζουν έναν ενιαίο χώρο1, που η σημασία του πρέπει να ήταν δεσπόζουσα, πριν και μετά την εμφάνιση των Ινδοευρωπαίων στον κυρίως ελλαδικό χώρο.

Πολλές φορές, ο χώρος αυτός ήταν στήριγμα μιας ναυτικής δύναμης και άλλοτε θα αποτελούσε ένα ισχυρό κράτος, που θα εξουσίαζε και το στενό του Ακτίου και την από θαλάσσης διέλευση.

Αυτή η δύναμη μπορεί να μη δημιούργησε έναν ιδιαίτερο πολιτισμό. Είχε, όμως, αυτόν που είχε μεταφερθεί και μεταφυτευθεί εκεί. Τα νησιά και οι αντίπερα ακτές δεν μπορούν να αποκολληθούν ούτε γεωγραφικά, ούτε πολιτιστικά, ούτε εθνολογικά. Οι ίδιοι λαοί αγκυροβόλησαν και ρίζωσαν στο χώρο αυτό, που είχαν κοινό σύνδεσμο - γέφυρα τη θάλασσα.2

Έτσι το Ιόνιο Πέλαγος3, τους κλασικούς χρόνους, αποτέλεσε μια διαχωριστική γραμμή και όριζε επακριβώς τα δυτικά όρια της Ακαρνανίας. Την παλαιότερη, όμως, εποχή, μπορούμε να ισχυρισθούμε ακριβώς το αντίθετο. Η Ακαρνανία ήταν κάτι τι το ευρύτερο και συμπεριελάμβανε, εκτός της Λευκάδας, που ήταν συνέχεια της Ακαρνανίας, τα μικρά νησιά Μεγανήσι. Κάλαμο, Καστό και τα μεγαλύτερα Ιθάκη και Κεφαλληνία. Τη Ζάκυνθο,4 όμως, παρά την επιμονή του Ομήρου να τη συναριθμεί με τα υπόλοιπα νησιά, δεν θα τη συμπεριλάβουμε στον ευρύ ενιαίο αυτό γεωγραφικό χώρο. Για την Κέρκυρα, βέβαια, δεν γεννάται τέτοια σκέψη. Ανήκε σε άλλο βασίλειο, συνόρευε περισσότερο με την Ήπειρο παρά με τους λαούς του Μέσου Ιονίου και της Δυτικής Ελλάδας. Ήταν -πολύ μακριά. Η Κέρκυρα έχει δική της ιστορική ταυτότητα και ταυτίζεται με τη μητρόπολή της,

1 Η Λευκάδα θεωρείται ακαρνανική χερσόνησος. 2 Είναι χαρακτηριστική η λέξη "πόντος" που χρησιμοποιούσαν οι Ινδοευρωπαίοι.

"Πόντος" σημαίνει γέφυρα, αυτό δηλαδή που ενώνει δύο μέρη. Οι Προέλληνες χρησιμοποιούσαν τη λέξη "θάλασσα" που έφθασε μέχρι τα χρόνια μας.

3 Εδώ ξαπλώνεται προς δυσμάς η απεραντοσύνη του πόντου-θάλασσας. Η ναυσιπλοΐα μεταλλάσσεται σε ποντοπορία. Προς τη Δύση ξαπλώνεται το μυστήριο των θαλασσινών οριζόντων.

4 Το προελληνικό όνομα Ζάκυνθος παρέμεινε αμετάβλητο. Η απόσταση από την απέναντι ξηρά δεν συνηγορεί για την ένταξη της στον ευρύτερο ακαρνανικό χώρο. Τουλάχιστον κατά την εποχή της καθόδου των Δωριέων.

87

την Κόρινθο, που ήταν η μητέρα της και η αντίζηλός της. Τη μυκηναϊκή εποχή είναι γνωστή ως νήσος των Φαιάκων και έχει δικό της βασιλιά, τον Αλκίνοο.

Όταν όμως η Ήπειρος ήταν ενωμένη - πάρα πολλές χιλιετίες από σήμερα - με την Αιτωλία και η Ακαρνανία δεν ήταν χωρισμένη με τα νησιά του Ιονίου, τότε ολόκληρος αυτός ο χώρος θα είχε μια μεγάλη συμμετοχή στη μοίρα των πραγμάτων της Δυτικής Ελλάδας. Ιδιαιτέρως, αυτή η πλευρά του ακαρνανικού τριγώνου, ταυτίστηκε ιστορικά με όλες τις επιδρομές των βορείων ή των ναυτίλων επιδρομέων. Έγινε ένας σταθμός ή ένα στήριγμα για τους μακρινούς λαούς της Δυτικής θάλασσας, σε όλες τις εποχές μέχρι την κάθοδο των Ινδοευρωπαίων.

Στη γεωγραφική αυτή ενότητα του χώρου, συνεπικουρεί και η ομοιότητα της γεωλογικής κατασκευής της Λευκάδας και της Ακαρνανίας. Οδηγούνται όλοι οι ερευνητές στη βεβαιότητα ότι η Λευκάδα, από γεωτεκτονικής άποψης, αποτελεί τεμάχιο της Ακαρνανίας, το οποίο χωρίσθηκε στα δύο. Διότι τα πετρώματα της Λευκάδας ανήκουν στην ίδια διάπλαση με εκείνα της δυτικής Ακαρνανίας. Έτσι, η ιστορική συγγένεια της Λευκάδας και της Ακαρνανίας, συμπλέει με τη γεωλογική κατασκευή των πετρωμάτων.

Λευκάδα και Ακαρνανία είναι από τη φύση τους ενωμένες. Ο ανθρώπινος παράγοντας και η πολιτική σκοπιμότητα τις χώρισαν. Οι ισχυροί λαοί, Κορίνθιοι, Μακεδόνες, Ηπειρώτες, Ρωμαίοι, οι κυρίαρχοι της δυτικής θάλασσας, χώρισαν τη Λευκάδα, για λογαριασμό τους, από την Ακαρνανία.

Ακαρνανία και Λευκάδα, για πολλές χιλιετίες, βαδίζουν τώρα στον ίδιο δρόμο, είναι δύο κομμάτια από το ίδιο σώμα.

(Γεράσιμος Σ. Κατωπόδης: "Αρχαία Ακαρνανία, σελ. 31-83)

88

ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

89

90

ρώτη αναφορά θα γίνει στο μεγάλο ποτάμι που ζωογονεί την ευρύτερη περιοχή μας, τον μυθικό Αχελώο. Στην αρχαιότητα, ο Αχελώος ήταν

πλωτός. Αυτό αποδεικνύεται από την παραποτάμια πύλη της Στράτου που υπάρχει στη σημερινή γέφυρα του Αχελώου, εκεί που τελειώνει η γέφυρα στο δρόμο από το Αγρίνιο για την Αμφιλοχία. Εκεί αγκυροβολούσε ο στόλος της Αρχαίας Στράτου. Ένα φαινόμενο που με κάνει να πιστεύω ότι τα νερά του Αχελώου και της θάλασσας έσμιγαν, στην προϊστορική εποχή, πάρα πολύ κοντά μας στην αρχαία Στράτο είναι το εξής:

Όταν κατασκεύαζαν το φράγμα της Στράτου και έκαναν την εκσκαφή για τη

μεγάλη διώρυγα που φεύγουν τα νερά από τις τουρμπίνες του υδροηλεκτρικού σταθμού που καταλήγουν πάλι στον Αχελώο, βρέθηκαν μύδια μεγάλου μεγέθους ζωντανά. Τα μύδια, όπως ξέρουμε όλοι, αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται μόνο στη θάλασσα. Τα μύδια βρέθηκαν τριακόσια μέτρα, περίπου, από τη σημερινή γέφυρα και προς τα κάτω. Αυτό το φαινόμενο με τα μύδια με κάνει να πιστεύω ότι η θάλασσα έφθανε τουλάχιστον μέχρι εκεί. Αν η θάλασσα έφθανε

Π

Παραποτάμια τείχη με θολωτή πύλη στη Στράτο

91

μέχρι εκεί, σκεφτείτε πόσοι πορθμοί μπορεί να υπήρχαν. Μήπως και ο Αχελώος αν έσμιγε με τη θάλασσα δεν ήταν ολόκληρος ένας πορθμός;

Το ότι το λιμάνι της Στράτου ήταν ακριβώς στη σημερινή γέφυρα του Αχελώου το επιβεβαιώνει ένα σοβαρό εύρημα: στην εκσκαφή του αύλακα βρέθηκε και μια άγκυρα που ήταν αρκετά μεγάλου μεγέθους, πράγμα που αποδεικνύει ότι τα καράβια που ανέβαιναν τον Αχελώο ήταν αρκετά μεγάλα. Με την άγκυρα δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το ότι ο Αχελώος ήταν πλωτός. Βρέθηκε πενήντα μέτρα πιο κάτω από την παραποτάμια πύλη και τη σημερινή γέφυρα του Αχελώου. Ας φροντίσουν οι υπεύθυνοι να τη δημοσιεύσουν. Ο Στράβων αναφέρει ότι η διαδρομή που έκαναν τα πλοία από το λιμάνι της Στράτου μέχρι να φθάσουν στο ανοικτό πέλαγος ήταν 200 στάδια, δηλαδή 37 χλμ. και 200 μέτρα.

Το στένωμα του Αχελώου στο Αγγελόκαστρο, που στην αρχαιότητα ήταν η αρχαία πόλη Κονώπη και μετενομάσθηκε σε Αρσινόη, δεν ήταν σε μεγάλο βαθμό προσχωμένο. Απέναντι, στην Παλαιομάνινα ήταν η αρχαία Σαυρία. Σ’ αυτό το μέρος ήταν ένας πορθμός. Από τον πορθμό και επάνω οι αρχαίοι ιστορικοί, αναφέρουν κάποια λίμνη που λεγόταν Υρία και λένε ότι ήταν το πρώτο όνομα της λίμνης Λυσιμαχεία, γιατί το όνομα Λυσιμαχεία είναι πολύ νεώτερο. Ονομάσθηκε σε Λυσιμαχεία στα χρόνια που βασίλευε η βασίλισσα Αρσινόη και το όνομα το πήρε από τον πρώτο της άνδρα, τον Λυσίμαχο. Έτσι και η πρώην Κονώπη έχει μετονομασθεί σε Αρσινόη. Η βασίλισσα αυτή παντρεύτηκε το Λυσίμαχο, τον βασιλιά της Θράκης, το 299 π.Χ. Μετά το θάνατο του Λυσίμαχου, παντρεύτηκε, για δεύτερη φορά, τον Πτολεμαίο Κεραυνό. Και τέλος, με τον τρίτο της γάμο παντρεύτηκε τον Πτολεμαίο τον Β’ Φιλάδελφο, το 278 π.Χ.

Πιστεύω ότι δεν ήταν πολλές οι λίμνες στην περιοχή μας. Ήταν μόνο μία που την έλεγαν Υρία. Μπορείτε να φανταστείτε το μέγεθός της τα χρόνια εκείνα που λίμνες και Αχελώος ήταν ένα. Βλέποντας ένας ξένος την Τριχωνίδα, αν δεν την ξέρει, σίγουρα την περνάει για θάλασσα. Σκεφτείτε τα χρόνια εκείνα το μέγεθός της πριν γίνουν οι μεγάλες προσχώσεις που δημιούργησε ο Αχελώος. Για να οριοθετήσουμε το μέγεθος της λίμνης, πρέπει να ξεκινήσουμε από το Αγρίνιο, να φτάσουμε στο Παναιτώλιο, στο Καινούργιο, στην Παντάνασσα, στη Ντουγρή, τη Βαριά και τη Μυρτιά, να κάνουμε τον κύκλο της περιοχής, στην μονή Φωτμού, τη Μακρυνεία, στην περιοχή της Συκιάς, Κλεισορέματα, Λυσιμαχεία, Αγγελόκαστρο, παραπλεύρως του υψώματος του προφήτη Ηλία, Γουριά, Μάστρου, Νεοχώρι και Κατοχή. Αρχίζοντας να ανεβαίνουμε προς τα πάνω, Λεσίνι, Πεντάλοφο,

92

Στρογγυλοβούνι, Παλαιομάνινα, Ρίγανη, Γουριώτισσα, Λίμνη Οζερού, Όχθια και Στράτο.

Πολλοί θα με κατηγορήσουν για τη μεγάλη φαντασία που έχω, μιλώντας για το μέγεθος αυτής της λίμνης. Δεν πειράζει, όμως μέσα από την πολλή φαντασία, πολλές φορές, βγαίνουν μεγάλες αλήθειες, που δεν μας τις έχουν πει οι προηγούμενοι.

Το χρονικό διάστημα που έγραφα αυτές τις ανησυχίες μου, το πώς να στηρίξω αυτή την άποψη ότι οι λίμνες που έχουμε δεν είναι δύο, αλλά μία, και ότι οι αρχαίες πόλεις μας είχαν και καράβια, ο Π. Μοσχονάς μου έδωσε μια φωτοτυπία που βεβαιώνει την άποψή μου. Φανερώνει ότι βρέθηκαν παραστάσεις καραβιών στην Υρία της Αιτωλίας ζωγραφισμένα πάνω σε στήλη. Συγκεκριμένα, αναφέρονται Υστεροελλαδικά χαράγματα πλοίων, ενός κοίλου πλοίου (εμπορικού) πάνω και ενός «μακρού», πολεμικού, δηλαδή, πλοίου. Μια ιδιαιτερότητα της ηπειρωτικής Ελλάδας είναι οι απεικονίσεις καραβιών, που χρονολογούνται κατά μεγάλο μέρος στην Υστερομυκηναϊκή περίοδο και αναπαριστούν, κυρίως, μακρά πλοία με σχηματοποιημένη την πλώρη από την επιμήκυνση των υφάλων.

Ο Στράβων αναφέρει καθαρά ότι η Υρία είναι η μετονομασθείσα Λυσιμαχεία και λέγει ότι υπήρχε η πόλη Ώλενος που μετονομάστηκε σε Υρία, όταν κατοικήθηκε από διαφορετικά φύλα. Ο Κώστας Στεργιόπουλος υποστηρίζει ότι οι νεώτεροι ξένοι συγγραφείς θεωρούν ότι οι δύο λίμνες ήταν μία, και λεγόταν Απόκουρο. Και αν λεγόταν η λίμνη Απόκουρο πάλι δεν αλλάζει τίποτα με αυτά που λέγω ότι είχαν επικοινωνία μεταξύ τους οι δύο λίμνες στους αρχαίους χρόνους. Διότι, αφού στην Υρία έχουμε καράβια, σίγουρο είναι ότι και στη σημερινή Τριχωνίδα έπλεαν καράβια. Ο Δ. Λουκόπουλος στο βιβλίο του «Θέρμο και Απόκουρο» αναφέρει ότι το υψόμετρο που έχει η λίμνη Τριχωνίδα από την επιφάνεια της θάλασσας είναι 18 μέτρα, ενώ το βάθος της λίμνης ακόμη και σήμερα με τόσες προσχώσεις που έχουν γίνει φθάνει τα 60 μέτρα. Δηλαδή αν αφαιρέσουμε την υψομετρική διαφορά που υπάρχει, βρίσκουμε ότι ο πυθμένας της λίμνης Τριχωνίδας βρίσκεται 42 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αυτό και μόνο μαρτυρεί ότι η θάλασσα και η λίμνη, πριν γίνουν οι προσχώσεις, ήταν ενωμένες∙ υπήρχε επικοινωνία με καράβι και το όνομα της λίμνης ήταν ένα και την έλεγαν Υρία.

93

Καράβια στην Υρία

Όταν έγιναν τα φράγματα Κρεμαστών και Καστρακίου, λιγόστεψαν τα νερά του Αχελώου και δεν μπορούσαν να ποτίσουν τα χωράφια τους οι αγρότες των Καλυβίων. Η ΔΕΗ έκανε βαθιές γεωτρήσεις. Αποδείχτηκε ότι τα αμμοχάλικα του Αχελώου τελειώνουν στα 60 μέτρα, δηλαδή τόσο ήταν το βάθος του ποταμού. Άρα είχε το ίδιο βάθος με τη λίμνη Τριχωνίδα. Το βάθος των γεωτρήσεων, προπάντων αυτών που έχει φτιάξει η Υπηρεσία της Υ.Ε.Β. φθάνουν σε βάθος 100 μ. Γίνεται κατανοητό ότι με τις γεωτρήσεις μπορούμε και ελέγχουμε το υπέδαφος και τα στρώματα προσχώσεων που συναντάμε. Η Υπηρεσία κρατά δείγματα του υπεδάφους και έτσι ο κάθε μελετητής μπορεί να τα προμηθευτεί από την υπηρεσία της Υ.Ε.Β.

94

Στις περιοχές, που προαναφέρθηκα, έχουν γίνει πάρα πολλές γεωτρήσεις και ευρέθησαν δείγματα μόνο κροκαλοειδή, δηλαδή αμμοχάλικο και αργιλούχα εδάφη, δηλαδή γλίνες ή βαλτόχωμα. Αν παρατηρήσουμε την περιοχή Λούρου, όπου σήμερα είναι η "πλαζ" και στα μέρη που επρόκειτο να γίνουν τα πετροχημικά, στο Νεοχώρι, την Κατοχή, και την περιοχή Λεσίνι, δεν φυτρώνει τίποτε άλλο εκτός από θάμνους που αντέχουν στα αλμυρά νερά (αλμυρίκια κ.λπ). Με τα έργα που έκανε η ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ, Εταιρεία Κατασκευής Δημοσίων Έργων, κατασκεύασε περιμετρικό ανάχωμα για να μην εισχωρεί η θάλασσα στον κάμπο και, φτιάχνοντας πολλά αντλιοστάσια για να βγαίνουν τα νερά προς τη θάλασσα, έγινε πλήρης απόξήρανση σε αυτά τα μέρη, αλλά, λόγω της αλμύρας, αυτά δεν ευδοκιμούσαν και αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν χιλιάδες τόνους γύψο, διότι

ο γύψος έχει την ιδιότητα να κατεβάζει την αλμύρα στο υπέδαφος. Παρόλα αυτά, αν και πέρασαν πολλά χρόνια, αυτά τα χωράφια δεν ήταν γόνιμα και όσα καλλιεργούνταν, σπέρνονταν ρύζια. Όπως είναι γνωστό το ρύζι για να ευδοκιμήσει χρειάζεται να είναι πλημμυρισμένο από γλυκά νερά και έτσι ξεπλένεται το έδαφος και γίνονται γόνιμα χωράφια. Χιλιάδες στρέμματα είναι αυτά που σας ανέφερα. Και εδώ βλέπουμε την προσφορά του

Αχελώου όλα αυτά τα χρόνια, μπαζώνοντας τη θάλασσα, με αποτέλεσμα να μας χαρίσει τέτοιους απέραντους κάμπους.

Με το δίκιο τους, οι ιστορικοί που έχουν γράψει τόσα πολλά για τον Αχελώο τον αποκαλούσαν θεό. Είναι γνωστή η μάχη που έδωσε ο Ηρακλής, δηλαδή ο άνθρωπος, και νίκησε τον Αχελώο, όταν του έσπασε το κέρας και το αντάλλαξε με την Αμάλθεια, δηλαδή την Αφθονία. Ο άνθρωπος δεν σταμάτησε σε αυτό τον άθλο ενάντια στον Αχελώο, που μας αναφέρουν οι ιστορικοί, αλλά συνέχισε μέχρι και τις μέρες μας. Δεν είναι άθλος τα τρία φράγματα που έγιναν, των Κρεμαστών, του Καστρακίου και της Στράτου που μας έδωσαν πάλι την Αμάλθεια, την

Ο Ηρακλής ροπαλοφόρος και ο

ταυρόμορφος Αχελώος

95

Αφθονία; Με τόσο ηλεκτρικό ρεύμα που παράγεται δεν δίνεται κίνηση στα εργοστάσια και φωτισμός σε ολόκληρη την Ελλάδα;

Έτσι, δόθηκε η μάχη και στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας και έγινε το ανάχωμα σε αυτά τα μέρη που αναφέρθηκα πιο πάνω, στο Νεοχώρι, Λούρο, Κατοχή, Λεσίνι και έγιναν τόσο γόνιμα χωράφια. Άλλη μια φορά δίνει τη μάχη ο Ηρακλής και μας χαρίζει την Αφθονία. Αυτή τη φορά δεν νικιέται ο Αχελώος, αλλά άλλο μεγάλο στοιχειό της Φύσης, η θάλασσα, που από τη μια νικιέται από τον Αχελώο, που της έχει κλέψει τόσες μεγάλες εκτάσεις και από την άλλη ο άνθρωπος που αυτή τη φορά νικάει και τους δύο, κατασκευάζοντας αυτό το ανάχωμα.

Αυτά τα αλμυρά χωράφια και τα σάλτσενα, κάποτε δεν ήταν χωράφια αλλά θάλασσα. Με τη δουλειά που έκανε τόσες χιλιάδες χρόνια ο Αχελώος δεν μπορούμε σήμερα να αποδείξουμε με ακρίβεια πού βρίσκονταν τα αρχαία στεριανά σημεία της περιοχής μας. Γι’ αυτό δίνουμε άλλη μια φορά τη μάχη, αυτή τη φορά διαφορετική από αυτή που έδωσε ο αρχαίος Ηρακλής. Δίνουμε τη μάχη για να βρούμε πού βρίσκονταν ο αρχαίος πολιτισμός της Αιτωλοακαρνανίας, ποιες πόλεις ήταν οι παραλίμνιες και παραποτάμιες τα αρχαία χρόνια.

Πολλοί έχουν ασχοληθεί για να αποδείξουν σε ποιο μέρος έγινε αυτό το μεγάλο έργο, δηλαδή η μάχη του Ηρακλή με τον Αχελώο. Άλλοι λένε για το μικρό ποτάμι, το Δήμικο και άλλοι ότι ο Αχελώος περνούσε από την Κλεισούρα και έφτιαξαν κάποιο φράγμα και άλλαξε ροή το ποτάμι δημιουργώντας τον κάμπο της περιοχής Χρυσοβέργι, Χαλίκι και Κεφαλόβρυσο. Τον Δήμικο πρέπει να τον αποκλείσουμε, διότι πρέπει να δημιουργήθηκε σε υστερότερη εποχή, όταν ο Αχελώος είχε ήδη δημιουργήσει τις προσχώσεις και έφτιαξε τον κάμπο των Καλυβίων και της περιοχής Αγγελοκάστρου. Αυτό το ποτάμι έχει τα νερά που περισσεύουν από τη λίμνη Λυσιμαχεία.

Αξίζει να αναφέρω κάτι γι’ αυτό το μικρό ποτάμι, το Δήμικο. Ο Δήμικος έχει πολλά θαλασσινά ψάρια, προπάντων κεφάλια, χέλια, αθερίνα, ακόμη και λαβράκια, ενώ το αντίθετο ο Οζερός και η Αμβρακία δεν έχουν θαλασσινά ψάρια.

Το κέρας της Αμάλθειας

96

Αυτό μαρτυρεί κάποιο φράξιμο, που εμπόδιζε τα ψάρια της θάλασσας να ανέβουν τον Αχελώο, Οζερό και Αμβρακία. Υπήρχε επικοινωνία της θάλασσας με τον Δήμικο, Λυσιμαχεία και Τριχωνίδα. Στον Δήμικο υπάρχουν επίσης ιχθυοτροφεία.

Κάποιο μικρό ποταμό που τον έλεγαν Νέσκο, τον αναφέρουν σαν άγνωστο. Δεν είναι άγνωστος, αλλά με τις προσχώσεις του Αχελώου και το φράξιμο της Λυσιμαχείας δημιουργήθηκαν δύο μικρά ποτάμια που κάποτε ήταν ένα∙ όμως αυτά, έγιναν στους νεότερους χρόνους, διότι η γέφυρα που υπάρχει στον κεντρικό δρόμο προς Αγγελόκαστρο είναι ρω-μαϊκής εποχής. Επομένως, στους προϊστορικούς χρόνους δεν ήταν δύο τα μικρά ποτάμια αλλά μόνο ένα, που μάλλον ήταν ο Δήμικος

που δεν περνούσε από εκεί που περνάει σήμερα, αλλά από τη Ρωμαϊκή γέφυρα. Δίπλα ακριβώς από το σημερινό Δήμικο και ακριβώς λίγο πιο κάτω από το γήπεδο, έγιναν τομές για να εντοπίσουν τον αρχαιολογικό χώρο και βρέθηκαν πολλά αρχαία κτίσματα. Επομένως, ο σημερινός Δήμικος δημιουργήθηκε από ανθρώπινα χέρια, σχεδόν πρόσφατα, από σύγχρονα μηχανήματα.

Αφού αποκλείεται στο Δήμικο να έγινε αυτό το προϊστορικό φράγμα, πρέπει να ερευνήσουμε την περίπτωση της Κλεισούρας, από το χωριό Κλεισορέμματα και προς Αγία Ελεούσα. Κι εδώ αποδεικνύεται ότι δεν περνούσε ο Αχελώος από την Κλεισούρα. Ο χείμαρρος που υπάρχει

Ρωμαϊκή γέφυρα στο Αγγελόκαστρο

Πάλη Αχελώου και Ηρακλή (Αττικό αγγείο

525 π.Χ – Βρετανικό μουσείο)

97

έχει ροή προς τη λίμνη της Λυσιμαχείας και, αφού έχουμε έστω και βρόχινα νερά το χειμώνα από τα Φραγγουλέϊκα προς τη Λυσιμαχεία, και να γινόταν κάποιο φράγμα που θα είχε την αντοχή να κρατήσει την ορμητικότητα από τα βρόχινα νερά και του Αχελώου προς τη σημερινή λίμνη της Λυσιμαχείας, θα έπρεπε στο σημερινό χωριό από Κλεισορέμματα προς Αγία Ελεούσα να είχε δημιουργηθεί κάποια μικρή λίμνη. Και, αν αυτή η μικρή λίμνη έχει προσχωθεί από το χείμαρρο, έπρεπε να έχουμε σ' αυτό το μέρος υπόγεια νερά.

Η υψομετρική διαφορά που υπάρχει από λίμνη και Κλεισούρα είναι μεγάλη και δεν μας δείχνει ότι περνούσε ο Αχελώος από αυτό το μέρος. Επίσης, στο χωριό Φραγγουλέϊκα έγινε γεώτρηση από την Υ.Ε.Β. σε βάθος διακοσίων μέτρων για την ύδρευση του χωριού. Η γεώτρηση έγινε βγαίνοντας από το χωριό προς Αγία Ελεούσα, λίγο πριν από το βενετσιάνικο πύργο. Εκείνο που μας έδειξε η γεώτρηση δεν μας πείθει ότι περνούσε από εκεί ο Αχελώος, διότι το γεωτρύπανο έκοβε συνέχεια συμπαγή βράχο, πράγμα που αποκλείει να υπήρχε πέρασμα νερού, διότι έπρεπε να βρεθούν στο υπέδαφος ή αμμοχάλικο ή τουλάχιστον αργιλούχα εδάφη. Δεν βρέθηκαν, όμως, απ’ αυτά τα υλικά. Βρέθηκε μόνο συμπαγής ασβεστόλιθος .

Και γι’ αυτούς τους λόγους αποκλείουμε την Κλεισούρα, γι’ αυτόν το μεγάλο άθλο του Ηρακλή. Το ρήγμα της Κλεισούρας έγινε από κάποιο σεισμό. Ίσως, βοήθησε και ο Αχελώος που περνούσε στην περιοχή Αγγελοκάστρου. Το νερό του Αχελώου μπορεί να κούφωσε τους πρόποδες του δυτικού Ζυγού και όταν άνοιξε το βουνό με την πτώση του ανύψωσε τα κορκαλοπαγή πετρώματα του Αχελώου και ίσως γι’ αυτό βλέπουμε ολόκληρο το Αγγελόκαστρο να είναι κροκαλοπαγές, δηλαδή από στρογγυλές πέτρες κι ας είναι ολόκληρος λόφος.

Ο Ηρόδοτος, ο Στράβων και ο Θουκυδίδης αναφέρουν τον Αχελώο ως ακαρνανικό ποταμό που περνούσε όπως αναφέρουν, μέσα από τις ακαρνανικές πεδιάδες. ( Ηρόδοτος 210 και 823, Θουκυδίδης 13 και 102, Στράβων 8, 2, 3).

Απορρίπτοντας τα δύο προηγούμενα σημεία που αναφέρθηκαν, για το σημείο της πάλης του Ηρακλή με τον Αχελώο, στο Δήμικο και την Κλεισούρα, πιστεύω ότι πρέπει να αναζητήσουμε κάποιο άλλο μέρος για το μεγάλο αυτό έργο του Ηρακλή. Και αφού υποστηρίζουν οι παραπάνω ιστορικοί, ότι ο Αχελώος περνούσε από Ακαρνανικά εδάφη, και

Νόμισμα Ακαρνανίας

με την κεφαλή του Αχελώου

98

ίσως έχουν δίκιο, τότε ο Αχελώος πρέπει να βρισκόταν προς την Αιτωλία και επεκτεινόταν και στις λίμνες. Με λίγα λόγια, δεν υπήρχαν πεδιάδες. Το σπασμένο κέρας πρέπει να το αναζητήσουμε στον ακαρνανικό χώρο.

Ο Στράβων (σελ. 458) αναφέρει, όμως, για τους πολέμους που είχαν οι Αιτωλοί και οι Ακαρνάνες, επειδή ο Αχελώος, με τα ρεύματά του και τις προσχώσεις, κατέστρεφε τα σύνορά τους. Από την άλλη πλευρά γνωρίζουμε τη ροή του Αχελώου στο επάνω μέρος προς τη Στράτο∙ παραμένει η ίδια. Οι διαφορές για τα σύνορα Αιτωλών και Ακαρνάνων πρέπει να ήταν για τους κάμπους της Μεγάλης Χώρας, τον κάμπο της Στράτου, της Σφήνας, Λεπενούς, Οχθίων και της Γουριώτισσας. Επομένως, τις διαφορές που είχαν Αιτωλοί και Ακαρνάνες πρέπει να τις αναζητήσουμε σ' αυτούς τους κάμπους.

Άλλη μαρτυρία του Διονυσίου Πύρρου του Θεσσαλού, κάνει λόγο για παμπάλαιη μυθική πόλη, ονόματι Αχελώος. «Ο Ηρακλής για να νικήσει τον Αχελώο και να αφανίσει το βασίλειό του έκοψε τον δεξιόν κλώνο του Θέστιου ποταμού, του διερχόμενου προς δυσμάς και γύρισε όλα τα νερά και έπνιξε, όχι μόνο την πόλη του Αχελώου αλλά και άλλες πόλεις και τόπους.»

Τα λεγόμενα των παραπάνω ιστορικών με αναγκάζουν να στρέψω την προσοχή μου για το σπασμένο κέρας ή κλώνο σε άλλο μέρος, αφού ξέρουμε ότι ο Αχελώος λεγόταν και Θέστιος. Όλοι οι ιστορικοί έχουν στρέψει την προσοχή τους για το πού έγινε αυτό το μεγάλο έργο του Αχελώου∙ στην ανατολική όχθη του Αχελώου; Και, ίσως, οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα, να παρασύρθηκαν από το ρήγμα της Κλεισούρας και από τον παραπόταμο Δήμικο. Αυτά τα δύο σημεία, στα οποία αναφέρθηκα, φαίνεται να παρέσυραν και τους καλλιτέχνες, διότι στις διάφορες παραστάσεις, που απεικονίζουν την πάλη του Ηρακλή με τον Αχελώο, βλέπουμε τον Ηρακλή να σπάζει το αριστερό κέρας.

Είναι πολύ νεώτερης εποχής οι παραστάσεις, ενώ τα γεγονότα στα οποία αναφερόμαστε, έγιναν στους προϊστορικούς χρόνους. Μπορεί να είναι και χίλια χρόνια νεώτερες. Μπορούμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε πόσες αλλαγές έφερε ο Αχελώος με τις προσχώσεις που δημιούργησε. Τη μία λίμνη τη χώρισε στα δύο και, επιπλέον, έκοψε και την επικοινωνία με τη θάλασσα. Κι αν έγινε κάποιο έργο στη λίμνη της Λυσιμαχείας, πρέπει να έγινε από την βασίλισσα Αρσινόη, το 299 π.Χ., κάτι που δεν συνδέεται με την πάλη του Ηρακλή, διότι αναφέρεται στους ιστορικούς χρόνους. Ο Ηρακλής χάρισε το κέρας της Αμάλθειας στον βασιλιά Οινέα της Καλυδώνας. Και αν η Αρσινόη έκανε κάποιο έργο πρέπει να το

99

τοποθετήσουμε στα νεώτερα έργα που έγιναν στον Αχελώο και όχι στην εποχή του Οινέα.

Επιπλέον, κάτι που μου προκάλεσε το ενδιαφέρον βρίσκεται σε δύο σημεία. Αν περάσουμε το σημερινό χωριό Κουβαρά και λίγο πιο πέρα από τη διασταύρωση που πηγαίνει ο δρόμος προς Φυτείες, συναντάμε μια τούμπα∙ αρχίζει από εκεί ο κατήφορος προς το χωριό Ρίβιο. Αν παρατηρήσουμε με προσοχή αυτό το σημείο θα δούμε ότι μοιάζει με φράγμα. Θα μου πείτε τι μπορεί να χρειαζόταν σ' αυτό το σημείο ένα φράγμα. Αυτό θα προσπαθήσω να εξηγήσω παρακάτω. Αν παρατηρήσουμε σ' αυτό το μέρος από αριστερά προς τα εκεί που είναι το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, θα δούμε ότι το μέρος είναι βραχώδες και δεξιά προς το βουνό Πεταλάς είναι υπερυψωμένο το έδαφος από σκληροκόκκινο χώμα.. Πιο πάνω, αρχίζει το βουνό Πεταλάς. Στο μέσον, υπάρχουν εδάφη με αργιλούχα υλικά. Αν υποθέσουμε ότι είναι ένα φράγμα, κάτω από το φράγμα αυτό βρίσκεται η λίμνη Αμβρακία που ακόμη και στα χρόνια μας το νερό της έφτανε μέχρι αυτό το σημείο. Από το φράγμα αυτό και προς τη λίμνη Οζερός, δημιουργείται μια βαθιά ρεματιά, σαν να περνούσε κάποτε ένας μικρός ποταμός, εκεί που έχει περάσει ο δρόμος προς Φυτείες.

Όταν κατασκεύαζαν το δρόμο, στο σημείο αυτό δημιούργησαν κάποιο μπάζωμα για να περάσει ο δρόμος. Αν και υπάρχει και γέφυρα σε αυτό το μέρος, το χειμώνα τα νερά λιμνάζουν και προκαλούν ζημιές στα χωράφια. Είναι φανερό ότι κάποτε από εκεί περνούσε μεγάλος χείμαρρος ή κάποιο μικρό ποτάμι. Όταν γινόταν ο εθνικός δρόμος, σ' αυτό το σημείο δεν βρήκαν καθόλου αντίσταση τα χωματουργικά μηχανήματα. Το σημείο αυτό ήταν ένας χωμάτινος αργιλούχος λόφος. Έχω κι εγώ προσωπική άποψη για το μεσαίο χώρο αυτού του αναχώματος. Όταν η Τεχνική Εταιρεία ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ κατασκεύαζε το αρδευτικό έργο του Κουβαρά, εγώ με τον εκσκαφέα δούλεψα σ’ αυτό το μέρος και τα προϊόντα εκσκαφής που έβγαζε το μηχάνημα ήταν όλα γλίνες, πράγμα που βεβαιώνει ότι σε αυτό το μέρος έγινε κάποιο έργο στα αρχαία χρόνια.

Ο Θουκυδίδης αναφέρει τα ακόλουθα: «Επειδή δε νύξ εγένετο, ο Κνήμος αναχώρει τη στρατιά κατά τοίχος επί τοι

Αναπον ποταμόν. Σταδίους ογδοήκοντα απέχοντος Στράτου τους νεκρούς υποσπόνδους κομίζεται την υστεραίαν και Οινιάδων ξυπαραγενομένων κατά φιλίαν αναχωρεί κατ’ αυτού (Θουκ.Β, 82)». Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο ο Σπαρτιάτης στρατηγός Κνήμος, αφού απέτυχε να καταλάβει τη Στράτο και κινδύνεψε να τον κυκλώσουν, αναγκάστηκε να κάνει ανακωχή με τους Ακαρνάνες.

100

Θέλοντας να συναντηθεί με τους συμμάχους του στους Οινιάδες, έπρεπε να διαβεί ένα μικρό ποταμό σε απόσταση 80 στάδια, 12 χιλιόμετρα περίπου που τον αναφέρει σαν Άναπο ποταμό. (Αιτωλοακαρνανική-Ευρυτανική Εγκυκλοπαίδεια, Κείμενο Γ. Παπατρέχας).

Μετρώντας, προσωπικά, με το αυτοκίνητο είναι ακριβώς δώδεκα χιλιόμετρα η απόσταση από τη γέφυρα Αχελώου μέχρι το σημείο που αναφέρω. Κατά τη γνώμη των ειδικών ερευνητών, οι εκβολές του μικρού ποταμού έχουν προσχωθεί από τον Αχελώο και έχει σχηματισθεί η μικρή λίμνη του Οζερού. Ο μικρός ποταμός, κατά τη γνώμη μου, έπρεπε να έρεε προς τη λίμνη Αμβρακία, αφού και οι πηγές του ήταν δίπλα από τη λίμνη. Με τις βροχές που έπεφταν το χειμώνα, τα νερά του ποταμού γέμιζαν τη λίμνη και δημιουργούσαν ζημιές στα χωράφια της γύρω περιοχής .Έτσι, οι κάτοικοι κατασκεύασαν αυτό το φράγμα και άλλαξε τη ροή προς τον Αχελώο. Αφού πια δεν έρεε προς την Αμβρακία, λιγόστεψαν τα νερά της, με αποτέλεσμα να λιγοστέψουν και οι ζημιές στα χωράφια κι έτσι δημιούργησε το μικρό κάμπο στο χωριό Ρίβιο. Δηλαδή ήταν διπλό το όφελος. Στο Ρίβιο, στο δεξιό μέρος προς Πεταλά, όπου υπάρχει το μικρό βυζαντινό εκκλησάκι του 13ου αιώνα Άγιος Στέφανος,, στην ημιορεινή περιοχή βρίσκονται κατάσπαρτα πολλά

κεραμίδια. Αυτό μαρτυρεί ότι η περιοχή ήταν κατοικημένη. Και αν έγινε αυτό το έργο έγινε προς όφελός τους. Ακόμη μαρτυρεί ότι ο δρόμος που πέρασε ο στρατηγός Κνήμος για να καταλάβει τη Στράτο δεν ήταν εδώ που περνάει ο εθνικός δρόμος σήμερα, αλλά θα περνούσε κάπου κοντά στον Άγιο Στέφανο, αφού εκεί που είναι σήμερα ο δρόμος πρέπει να ήταν λίμνη. Για να περάσει τον Άναπο,

έπρεπε να τον περάσει κάπου ψηλά, δηλαδή κάπου κοντά στις πηγές του, όπου θα ήταν ξέβαθος, διότι δεν θα υπήρχε γέφυρα τα χρόνια εκείνα.

Θα φύγουμε απ’ αυτό το μέρος και θα μεταφερθούμε σε άλλο σημείο του Αχελώου. Αν περπατήσουμε τη δυτική όχθη του Αχελώου, από το χωριό Όχθια έως τη διασταύρωση που ανεβαίνουμε για Γουριώτισσα, σε αυτή τη διαδρομή, παρατηρούμε πάρα πολλές νησίδες, δηλαδή ξέρες, που δεν θα μπορούσε να

Άγ. Στέφανος Ρίβιου (13ος αι.)

101

επηρεάσει ο Αχελώος, όσο φουσκωμένος κι αν ήταν. Στο κάτω μέρος προς το χωριό Γουριώτισσα υπάρχουν πολλές μικρές είσοδοι, στις οποίες εισχωρούσε ο Αχελώος και δημιουργούσε μεγάλες ζημιές στους κάμπους της Γουριώτισσας, Οχθίων, Σφήνας και Στράτου. Δηλαδή, τα νερά εισχωρούσαν από το κάτω μέρος και ανέβαιναν προς τα επάνω.

Η υψομετρική διαφορά είναι πολύ μικρή. Τα νερά εισχωρούσαν μόνο όταν ο Αχελώος ήταν πολύ φουσκωμένος .Από βόρεια ερχόταν ο μικρός ποταμός Άναπος και έσμιγε με τον Αχελώο σ’ αυτό το σημείο. Έσμιγαν τα νερά από τα δύο ποτάμια. Τους καλοκαιρινούς μήνες θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να γίνει κάποιο φράγμα και ίσως έγινε. Και αν δεν το έφτιαξαν ανθρώπινα χέρια, ο ίδιος ο Αχελώος με τα υλικά που κατέβαζε, θα μπορούσε να δημιουργήσει κάποια πρόσχωση, και με τη βοήθεια του ανθρώπου να έκλεισαν τα νερά τους καλοκαιρινούς μήνες που τα νερά του Άναπου ποταμού σίγουρα δεν υπήρχαν, και αν υπήρχαν, θα ήταν πάρα πολύ λίγα. Αν κάποιος τοπογράφος μετρήσει την επιφάνεια του Αχελώου σήμερα και την επιφάνεια της λίμνης του Οζερού, θα αποδειχτεί η υψομετρική διαφορά που υπάρχει. Η επιφάνεια της λίμνης είναι πολύ υψηλότερη. Τι έγινε;

Αφού δημιουργήθηκε το φράγμα και σταμάτησε η επικοινωνία του Άναπου με τον Αχελώο, όσα λασπώδη υλικά κατέβαζε ο Άναπος τα συγκρατούσε το φράγμα και γι’ αυτό σήμερα βλέπουμε, από το δρόμο και επάνω, ότι ο κάμπος αυτός ήταν πολύ ψηλότερα από την επιφάνεια του Αχελώου, αλλά και η επιφάνεια της λίμνης Οζερού είναι υψηλότερη από την επιφάνεια του Αχελώου. Αυτό το φαινόμενο θα παρουσιαστεί στο μέλλον και στα σύγχρονα φράγματα που έχουν κατασκευαστεί στον Αχελώο. Αφού το έργο τελείωσε, άρχισαν τα νερά από τον Άναπο να αποθηκεύονται και έτσι δημιουργήθηκε η μικρή λίμνη του Οζερού.

Στη λίμνη του Οζερού αναφέρεται ότι υπήρχε προσχωμένη πόλη. Και πράγματι, στη δυτική όχθη της λίμνης Οζερού υπάρχουν και σήμερα πέτρινα πιθάρια, που μαρτυρούν ότι υπήρχε πράγματι κάποια πόλη. Μήπως είναι μια πόλη απ’ αυτές που ο Πύρρος ο Θεσσαλός, ότι, όταν ο Ηρακλής έκοψε τον δεξιό κλώνο του Θέστιου ποταμού, αφανίστηκαν; Μεταξύ της λίμνης Οζερού και του ποταμού Αχελώου, στον κάμπο της Γουριώτισσας έφτιαξα εγώ ο ίδιος γεώτρηση, σε βάθος 30 μέτρων. Παρόλο που η γεώτρηση έγινε μεταξύ Αχελώου και λίμνης Οζερού, νερό βρέθηκε πάρα πολύ λίγο. Το γεωτρύπανο τρυπούσε συνέχεια γλίνες. Είναι και αυτό μια μαρτυρία ότι σε αυτή την περιοχή έγινε αυτό το φράγμα. Και γι’ αυτό οι λίμνες του Οζερού και της Αμβρακίας δεν έχουν θαλασσινά ψάρια, όπως

102

συμβαίνει με τη Λυσιμαχεία και την Τριχωνίδα, οι οποίες έχουν θαλασσινά ψάρια. Σταμάτησε η επικοινωνία με τον Αχελώο άρα και, μέσω αυτού, με τη θάλασσα. Αν το σκεπτικό που κάνω είναι αληθινό, ίσως σε αυτό το μέρος να έγινε το μεγάλο έργο, δηλαδή το κόψιμο του δεξιού κλώνου του Θέστιου ποταμού ή Αχελώου, που δεν αποκλείεται να είναι αυτή η πάλη του Ηρακλή με τον Αχελώο, που αναφέρει ο μύθος.

Στον Αχελώο γνωρίζουμε ότι δουλεύουν πολλά μηχανήματα και παράγουν υλικά οικοδομών. Ένας φορτωτής, όταν δούλευε στη δυτική όχθη του Αχελώου και πιο κάτω από το χωριό Στράτος, βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο αρχαίο κτίσμα με πέτρες και λάσπη της αρχαίας εποχής. Η λάσπη ήταν από πορσελάνη ή «μπουτζολάνα», μίγμα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για τα στέρεα κτίσματά τους και τη στεγανοποίηση των υδάτων. Αυτό το κτίσμα είχε μεγάλο μήκος, όπως μου είπε ο ίδιος ο χειριστής του φορτωτή. Το κτίσμα υπάρχει και σήμερα, γιατί η κατασκευή του ήταν τόσο στέρεα που δεν κατάφερε το μηχάνημα να το καταστρέψει. Γίνονται ενέργειες για την αποκάλυψή του. Το δομικό υλικό που χρησιμοποίησαν οι αρχαίοι, δείχνει ότι φτιάχτηκε για να μην εισχωρούν τα νερά. Κάποτε, όταν αποκαλυφθεί, θα γίνει γνωστός και ο προορισμός του. Στο οδοιπορικό του Πύρρου του Θεσσαλού, αναφέρεται ότι δεν είναι αληθές, το ότι ο Ηρακλής έκοψε το δεξί κέρατο ή κέρας του Αχελώου, στον τόπο του Ζαπαντιού, καθώς λεει ο Μελέτιος.

Και αυτό, επειδή, δυτικά του Αχελώου, υπάρχουν βουνά και προς τα ανατολικά είναι οι λίμνες, δηλαδή δεν είχε κάμπους για να τους κάνει ζημιά. Και αφού γεμίζουν οι λίμνες, ο Αχελώος συνεχίζει τη ροή του προς Νεοχώρι και Κατοχή, χωρίς να κάνει ζημιές. Ο Πύρρος θεωρεί λανθασμένη την άποψη του Μελέτιου, που πιστεύει ότι το μεγάλο έργο έγινε από εκεί που υπάρχουν τα βουνά, δηλαδή από Γουριώτισσα και κάτω. Με λίγα λόγια, ότι ο Ηρακλής έκοψε το δεξιό κλώνο ή κέρας του Αχελώου όπως υποστηρίζει ο Πύρρος ο Θεσσαλός. Αλλά και ο Μελέτιος πάλι για δεξιό κλώνο λεει. Ο μεν Πύρρος υποστηρίζει ότι υπήρξε πόλη Αχελώος και ο Ηρακλής έκοψε το δεξιό κλώνο του ποταμού Θέστιου, ο δε Μελέτιος υποστηρίζει ότι ο δεξιός κλώνος κόπηκε προς την περιοχή της Μεγάλης Χώρας .

Είναι γνωστό ότι το αρχαίο Αγρίνιο ήταν κάπου λίγο πριν από τον Αχελώο, στο χώρο που λέγεται Υψηλή Παναγιά, περιοχή που υπάγεται στο Ζαπάντι. Οι προσχώσεις, που υπάρχουν σήμερα, αρχίζουν από το Ζαπάντι σε πλάτος και φθάνουν μέχρι απέναντι στην περιοχή των Οχθίων και της Γουριώτισσας. Πριν

103

κάνει ο Αχελώος τις μεγάλες προσχώσεις, γνωρίζουμε σε ποιο σημείο έφτανε ο κάμπος του Ζαπαντιού. Και ξέρουμε ότι υπάρχει και μεγάλο κτίσμα, σχεδόν, στο ανατολικό μέρος του Αχελώου.

Με λίγα λόγια, η περιοχή του Ζαπαντιού, όταν ο Αχελώος περνούσε δίπλα από τη λίμνη του Οζερού στην περιοχή της Γουριώτισσας και αφού ο Αχελώος σίγουρα εκείνα τα χρόνια θα είχε μεγάλο βάθος, επειδή δεν είχε προσχωθεί, δεν θα είχε μεγάλο πλάτος. Δεν θα έφθανε ο κάμπος του Ζαπαντιού στην περιοχή της Γουριώτισσας, αφού τα σύνορα τα κανόνιζε ο Αχελώος. Και αν ο Αχελώος με τις κατεβασιές που έκανε άλλαζε τον ρου και περνούσε προς την ανατολική όχθη προς το Ζαπάντι, τα χωράφια έμεναν προς τους Ακαρνάνες.

Με όσα μαρτυρούν οι παραπάνω ιστορικοί, ποιο συμπέρασμα πρέπει να βγάλουμε για το πού έγινε το μεγάλο έργο και έκοψε ο Ηρακλής τον δεξιό κλώνο ή κέρας του Αχελώου; Αλλά οι ιστορικοί αναφέρουν ότι το κέρας της Αμαλθείας το χάρισε στο βασιλιά Οινέα. Εγώ έχω αντίθετη άποψη. Αν ο Ηρακλής το χάριζε στον Οινέα, έπρεπε ο Ηρακλής να λατρεύεται στην Αιτωλία. Όμως, δεν έγινε κάτι τέτοιο. Τον Ηρακλή βλέπουμε να τον λατρεύουν στην Ακαρνανία και υπάρχουν και πολλά ιερά αφιερωμένα στον Ηρακλή. Στην Αλυζεία, στο σημερινό Μύτικα, στους νεώτερους χρόνους, ο Λύσιππος φιλοτέχνησε σε αγάλματα τους δώδεκα άθλους του Ηρακλή. Πάνω σε πύλη στην Αλυζεία, υπάρχει σκαλισμένος ο Ηρακλής ροπαλοφόρος, σαν φύλακας της πόλης. Αν ο Ηρακλής αφάνιζε ακαρνανικές πόλεις και το έργο το έκανε προς όφελος των Αιτωλών, θα τον λάτρευαν οι Ακαρνάνες σαν θεό; Εδώ βλέπουμε να λατρεύεται σαν θεός από τους Ακαρνάνες.

Αναφέρθηκα, γενικά, στις προσχώσεις που έκανε ο Αχελώος και υπάρχει και η εκδοχή να ήταν ενωμένες οι δύο λίμνες με τον Αχελώο και να λεγόταν Υρία και, αφού οριοθετήσαμε το μέγεθός της, τώρα μπορώ να υποστηρίξω ότι οι Αιτωλοί, δεν ήταν στεριανός λαός, τουλάχιστον στις παραποτάμιες και παραλίμνιες πόλεις. Αυτό θα προσπαθήσω να αποδείξω. Αφού δεν ήταν στεριανός λαός, πρέπει να είχε καράβια και λιμάνια για τα καράβια του. Για τη Στράτο είμαστε σίγουροι ότι είχε επικοινωνία με τη θάλασσα και είχε και καράβια. Αυτό το βεβαιώνουν και οι αρχαίοι ιστορικοί. Κάτι ακόμη˙ ένας δημοτικός στίχος ή τραγούδι της περιοχής λεει:

«-Στης Κριοκούκης το χωριό αράξαν καράβια εξήντα δυο.» Κριεκούκη λεγόταν το σημερινό Καστράκι. Οι ιστορικοί αναφέρουν ότι η

Στράτος είχε στόλο. Εδώ η παράδοση, οδηγεί πιο πάνω, στο Καστράκι. Είναι

104

δυνατόν ο στίχος αυτός να φτιάχτηκε τυχαία από τους λαϊκούς ποιητές; Κάνει λόγο για καράβια εξήντα δυο, άρα μιλάει για λιμάνι. Επίσης, ξέρουμε ότι το αρχαίο Αγρίνιο, πριν το 500 π.Χ., υπήρχε πιθανόν, κάπου στην ανατολική όχθη του Αχελώου, όπως είπαμε και προηγουμένως. Στη Σπολάιτα, λίγο πιο πριν και αριστερά από τη γέφυρα του Αχελώου, έγιναν ανασκαφές και βρέθηκαν πολλά αρχαία ειδώλια και άλλα αντικείμενα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας. Από τις ανασκαφές που έκανε ο Έφορος αρχαιοτήτων Λάζαρος Κολώνας, προκύπτει ότι σ' αυτό το μέρος υπήρχε ιερό τριπλής λατρείας προς το θεό Διόνυσο, την Αρτέμιδα και τη Δήμητρα.

Ο Θωμάς Μποκώρος, στο βιβλίο «Αιτωλία-Ακαρνανία», αναφέρει για τη λατρεία του Διόνυσου με την επωνυμία «Αγριάνιος» και ότι από την λατρεία αυτή πήρε το όνομά του το Αγρίνιο. Το βιβλίο του ο Μποκώρος το έγραψε το Σεπτέμβριο του 1968. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια (ο Θ. Μποκώρος είχε ήδη πεθάνει) για να ανακαλυφθεί εντελώς τυχαία στη Σπολάιτα, το ιερό τριπλής λατρείας - Διονύσου, Δήμητρας και Άρτεμης. Μήπως ο Μποκώρος βγήκε προφήτης σχετικά με το όνομα του Αγρινίου;

Επίσης, εδώ υπάρχει μια απόδειξη για τις αρχαίες λατρείες της μητριαρχίας, που στην Αιτωλία συνεχιζόταν και στους νεότερους χρόνους. Τα ευρήματα από την ανασκαφή ανήκουν στο τέλος του 7ου π.Χ. αιώνα έως και του 4ου π.Χ. και στο μέρος που βρέθηκε αυτό το ιερό, μαρτυρεί ότι ήταν πέρασμα. Πιο πάνω, προς τη Σπολάιτα υπάρχουν υπολείμματα αρχαίου τείχους. Το χωριό Κριοκούκη δεν είναι μακριά από τη Σπολάιτα. Αν αληθεύει ο δημοτικός στίχος, κάπου εκεί κοντά πρέπει να είχε το λιμάνι του το αρχαίο Αγρίνιο. Στον Αχελώο έχουν δοθεί πολλά ονόματα στην πορεία του στο χρόνο. Δύο από αυτά τα ονόματα ήταν Άξενος και Θόας. Ο Άξενος και Θόας ήταν θαλασσοπόροι και έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Ο Άξενος ήταν ένας θαλασσοπόρος στις εκβολές του Αχελώου και τον Θόα τον αναφέρει ο Όμηρος ως αρχηγό των Αιτωλών στον Τρωικό πόλεμο. (Γλωσσικά, «Θόας» σημαίνει ταχύς και ορμητικός και παράγεται από το ρήμα Θέω = τρέχω. «Άξενος» θα πει αφιλόξενος, διότι προξενούσε πολλές ζημιές). Ένα άλλο στοιχείο που σημειώνει ο Κώστας Στεργιόπουλος στο βιβλίο «Αρχαία Αιτωλία» είναι ότι οι Αιτωλοί και η νότια Αιτωλία συγκέντρωναν κάθε είδους ασχολίες (τεχνίτες, κτηνοτρόφους και ναυτικούς). Γι’ αυτό το λόγο ήταν ισχυρό έθνος στην αρχαιότητα.

Αν συνεχίσουμε την περιοδεία μας και σε άλλες αρχαίες τοποθεσίες και πόλεις, όχι πολλά χιλιόμετρα από το Αγρίνιο, προς τα ανατολικά, βρίσκεται το

105

χωριό Παναιτώλιο. Εκεί, υπήρχαν τα περίφημα γεφύρια του Αλάμπεη, ένα πολύ μεγάλο έργο για την εποχή που έγιναν. Έχει μήκος τρία χιλιόμετρα και αποτελείται από 360 τόξα, (υπάρχουν υπολείμματα και σήμερα, με τη μόνη διαφορά ότι τα γεφύρια φρόντισε κάποια αρμόδια κρατική υπηρεσία να μην τα βλέπουμε, γιατί κάποιος εργολάβος τα μπάζωσε και έφτιαξε από πάνω αγροτικό δρόμο). Ακόμη μια απόδειξη για την αδιαφορία που υπάρχει σ’ αυτόν τον τόπο. Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτό το μεγάλο έργο είναι μόλις λίγα χιλιόμετρα από το Αγρίνιο και σχεδόν δίπλα από τον εθνικό δρόμο. Αν υπήρχαν σήμερα, πόσοι τουρίστες θα σταματούσαν να τα θαυμάσουν!

Ο Πουκεβίλ πιστεύει ότι τα γεφύρια χτίστηκαν τον 2ο-3ο μ.Χ. Τα γεφύρια μαρτυρούν και κάτι άλλο. Ότι τα στεριανά σημεία, που βλέπουμε σήμερα, κάποτε δεν υπήρχαν σ’ αυτό το μέρος. Από τις προσχώσεις του Αχελώου και το μικρό ποτάμι της Ερμίτσας συντόμευσε η διαδρομή από Αγρίνιο, διά ξηράς, για την περιοχή Μεσολογγίου και Μακρυνείας. Φανταστείτε πόσες ώρες θα ήθελε να φθάσει στο Τριχώνιο κανείς πριν φτιαχτούν τα γεφύρια. Έπρεπε να κάνει το γύρο της Τριχωνίδας από Θέρμο για να φτάσει στο Τριχώνιο. Επομένως, με ποιο μέσον επικοινωνούσε το αρχαίο Αγρίνιο με τις απέναντι αρχαίες πόλεις; Μόνο με πλοία και γενικά με πλωτά μέσα.

Γεφύρια Αλάμπεη

106

Το 218 π.Χ., ο Φίλιππος ο Ε´, για να φθάσει στο Θέρμο χρειάστηκε να περάσει με σχεδίες από κάποιο πέρασμα του Αχελώου κάπου κοντά στην Αρχαία Αρσινόη (Αγγελόκαστρο) και να κάνει το γύρο της Μακρυνείας και να φθάσει στο Θέρμο. Σκεφτείτε ότι το 218 π.Χ. δεν υπήρχε πέρασμα για να περάσει από την Ακαρνανία απέναντι στην Αιτωλία. Και το γεγονός αυτό που αναφέρω είναι τόσο μεταγενέστερο, περισσότερο από χίλια χρόνια αργότερα. Όταν η Τεχνική Εταιρεία Δημοσίων Έργων «Γεώργιος Χρυσόπουλος» έκανε την εκσκαφή-εκβάθυνση στον αύλακα που συνδέει την Τριχωνίδα με τη Λυσιμαχία χάλασε μερικές καμάρες από τα γεφύρια˙ το σκαπτικό μηχάνημα που έκανε την εκσκαφή βρήκε ότι το έδαφος κάτω απ’ τη θεμελίωση ήταν στρωμένο με μεγάλους κορμούς δένδρων και πάνω στους κορμούς ήταν χτισμένα τα γεφύρια, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα γεφύρια έχουν κτιστεί πιθανότατα πριν από την Τουρκοκρατία και είναι παλαιότερα. Αυτό και μόνο μαρτυρεί ότι για να μπορέσουν να θεμελιώσουν τα γεφύρια πρώτα έφτιαξαν ένα ξύλινο δρόμο, δηλαδή κάλυψαν σχεδόν πρώτα τα νερά της λίμνης και από κει και πάνω έκτισαν τα γεφύρια.

Προχωρώντας από Παναιτώλιο, φθάνουμε στο Καινούργιο. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. Μπαίνουμε στη χώρα των Θεστιέων, όπως την αποκαλούν. Μάλλον θα ήταν η πιο μεγάλη πόλη αν λάβουμε υπόψη μας την ιστορία του βασιλιά Θέστιου. Από αυτόν προέρχεται και το όνομα της πόλης. Ο Θέστιος εξουσίαζε την Αιτωλία, ως απόγονος του Πλευρώνα, και, όπως φαίνεται, ήταν ο ιδρυτής της ομώνυμης πόλης, των Θεστιέων. Ο Θέστιος ήταν ο πατέρας μιας θαυμάσιας κόρης, της Αλθαίας, της μητέρας του Μελεάγρου. Άλλη κόρη του

ήταν η Λήδα, αν και ο μύθος παραδίδει ότι αυτή ήταν κόρη της γυναίκας του Παντειδυίας, της «παντογνώστριας», και του Γλαύκου, γιου του Σίσυφου. Απόγονοι της Λήδας και του Δία, που παρουσιάστηκε με την μορφή κύκνου, ήταν οι Τυνδαρίδες. (Παυσανίας, 3.1.4, Κερένυι, σ. 353-354).

Ακρόπολη των Θεστιέων (Βλοχός)

107

Αρχαίο Βουκάτιο – (Παραβόλα)

Πρέπει να ήταν μεγάλο κέντρο των Αιτωλών την προϊστορική εποχή, διότι ξέρουμε ότι στα νεότερα χρόνια κέντρο ήταν το Θέρμο.

Το μέγεθος της πόλης των Θεστιέων αρχίζει από το Καινούργιο, όπου υπάρχει και σήμερα τετράκρουνη πηγή, που δεν κουράστηκε να χαρίζει τη δροσιά της στους διψασμένους. Με τη μόνη διαφορά ότι εδώ και λίγα χρόνια το νερό που έτρεχε από τους κρουνούς της, σήμερα χάνεται από κάτω, διότι έβαλαν κάποιον ανίδεο να την καθαρίσει και αυτός μη γνωρίζοντας αφαίρεσε τα μολύβια που υπήρχαν για τη στεγανοποίησή της. Η πόλη των Θεστιέων αρχίζει από το Καινούργιο και φθάνει μέχρι το χωριό που λέγεται Βλοχός. Αν φθάσεις στην κορυφή του Βλοχού, που είναι και η ακρόπολη των Θεστιέων, θα θαυμάσεις το μεγαλείο, την ομορφιά και την ορατότητα που υπάρχει από αυτό το μέρος. Από εκεί μπορεί να δεις την Κεφαλονιά, ακόμη και τη Λευκάδα.

Άλλη παραλίμνια πόλη υπήρχε μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα, στο σημερινό χωριό Παραβόλα, είναι το αρχαίο Βουκάτιο. Ο σκοπός της πόλης αυτής ήταν ένα είδος παρατηρητηρίου, στα περάσματα προς το Θέρμο από την ξηρά, ίσως και από

τη θάλασσα. Το όνομα το πήρε, ίσως, από το βούς και καίγω, γιατί ίσως γινόταν θυσίες βοδιών. Μπορεί, όμως, και να προέρχεται από το μήνα Βουκάτιο που υπήρχε στην αρχαιότητα. Στο εσωτερικό μέρος του Κάστρου, σχεδόν εκεί που είναι ο ημιστρόγγυλος πύργος υπάρχει μια υπόγεια στοά. Αυτοί που προχώρησαν στη στοά, στο εσωτερικό αναφέρουν ότι:

«Κατεβαίνεις με σκαλοπάτια που αυτή τη στιγμή δεν φαίνονται, γιατί έχουν σκεπαστεί με χώμα. Σήμερα δεν μπορεί κανείς να πάει να το δει, γιατί το έχουν φράξει, για να μην μπαίνουν τα παιδιά στο εσωτερικό της στοάς και γίνει κάποιο ατύχημα.»

Πηγή 4ου αι. π.Χ στο Καινούριο

108

Με λίγη θέληση των κρατικών αρμοδίων, θα μπορούσε πολύ εύκολα να βρεθεί πού καταλήγει αυτή η στοά. Αν κοιτάξουμε από εκεί που αρχίζει προς την κατεύθυνση που καταλήγει, ίσως, βρεθούμε μπροστά σε έκπληξη. Σίγουρα, πρέπει να υπάρχει η παραλίμνια πύλη και εκεί θα ήταν το αρχαίο αγκυροβόλιο που άραζαν τα καράβια και από την πύλη ανέβαιναν, μέσω της στοάς, στο εσωτερικό της πόλης. Κάτι που υποστηρίζουν οι άνθρωποι της Παραβόλας, που μοιάζει με φαντασία και είναι απίστευτο είναι ότι η στοά αυτή και γενικά το κάστρο έχει φύλακα ένα τεράστιο φίδι. Αναφέρουν ότι το είδαν πάρα πολλοί, τα μάτια του μοιάζουν με βοδιού και το κεφάλι του έχει κέρατα. Η παράδοση έχει διασώσει ότι υπάρχουν τέτοια φίδια που λέγονται λιοκόρνια και έχουν μικρά κέρατα. Τα φίδια αυτά, λέει η παράδοση, όταν καταλάβουν άνθρωπο τον ακολουθούν από κοντά χωρίς να τον πειράξουν. Αν ο άνθρωπος αυτός που τον ακολουθεί το φίδι πετάξει ένα ρούχο το φίδι πηγαίνει επάνω στο ρούχο και τρίβει τα κέρατά του που πέφτουν και το φίδι φεύγει.

Για το φίδι, μου ανέφερε μια ιστορία κάποιος κάτοικος του χωριού. Μου είπε ότι υπάρχει το φίδι και έχει μεγάλο κεφάλι και κέρατα. Κάποτε, κάποιον τον ακολούθησε και αυτός του πέταξε το σακάκι του για να προστατευθεί. Το φίδι πήγε, όπως λένε, και έτριψε τα κέρατά του στο σακάκι και του έπεσαν∙ κατόπιν έφυγε. Αυτός πήρε τα κέρατα και από τότε τα θεωρούσε γούρικα και τα φύλαγε με μεγάλη προσοχή στο σπίτι του. Ο χωρικός υποστηρίζει ότι είδε και τα λιόκρανα, όπως λένε αυτά τα κέρατα από το φίδι, και τα έχουν και τα φυλάνε τα παιδιά του. Την ιστορία αυτή δεν την αναφέρω σαν ιστορικό γεγονός, αλλά σαν μύθο, που δίνει η παράδοσή μας για να πλουτίσει τη λογοτεχνία μας∙ εγώ το αναφέρω για άλλο σκοπό. Μήπως, πράγματι, υπάρχει κάποιο υπόγειο ιερό προς την υποχθόνια λατρεία της μητριαρχικής εποχής, που στην Αιτωλία τη λάτρευαν και στους νεότερους χρόνους; Εγώ το αναφέρω μήπως μέσα απ’ αυτή την ιστορία κινήσω το ενδιαφέρον και το ψάξουν και βρεθούμε σε κάποιο ιερό της υποχθόνιας αρχαίας λατρείας.

Έχει αναφερθεί και άλλο τέτοιο ιερό λατρείας κάπου προς το χωριό Κρύο Νερό. Δύο αδέρφια ή φίλοι κατέβηκαν σε μεγάλο υπόγειο που είχε μεγάλη πλάκα. Ίσως να ήταν τάφος. Πάνω στην πλάκα υπήρχε ένα φίδι φτιαγμένο από χρυσό. Με το πολύ μυαλό που είχαν, το έκοψαν στα δύο, το μοίρασαν και πήρε ο καθένας από μισό. Αυτή την ιστορία την άκουσα στο χωριό Παντάνασσα. Φίδι στο Βουκάτιο που μας αναφέρουν, φίδι και στον τάφο που βρέθηκε στο Κρύο Νερό, στη θέση «Σατήρ Τ’ αλώνι», φίδι και στον ομφαλό που βρέθηκε στον προϊστορικό ναό του

109

Θέρμου. Μήπως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η περιοχή από το Βουκάτιο έως και το Θέρμο κατοικούνταν από τους Οφιονείς, διότι οι ιστορικοί αναφέρουν διάφορα μέρη, όχι, όμως, με βεβαιότητα. Πάντως, οι Οφιονείς ήταν ένα Αιτωλικό φύλο. Ο Κώστας Στεργιόπουλος μας πληροφορεί ότι οι Οφιονείς, ίσως, να είναι το ίδιο με τους Φιογενείς που κατοικούσαν εις το Πάριον μέγαρο, κτίσμα των Μηλησίων και των Παρίων, που και γι’ αυτούς μυθολογείται ότι είχαν συγγένεια με τα φίδια, διότι οι αρσενικοί από αυτούς, θεράπευαν αυτούς που δάγκωναν τα φίδια. Ίσως, για τον ίδιο λόγο δόθηκε και η ονομασία και στους Αιτωλούς Οφιονείς.

Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, μεταξύ Παντάνασσας και Νερομάνας, υπάρχει το αρχαίο Φίσταιον, παραλίμνια πόλη και αυτή. Λίγο πιο πάνω από το νεκροταφείο του χωριού Παντάνασσα και στους πρόποδες του βουνού προς Παλαιοκαριά, αναφέρονται ότι υπάρχουν δέστρες καραβιών με σιδερένιους κρίκους. Κάνουν λόγο για κάποιο λιμάνι λίγο πιο πέρα από το συνοικισμό της Ντουγρής. Λίγο πριν από το κέντρο «Τριχωνίδα» στη Ντουγρή, βρέθηκε, επίσης, ένα μεγάλο αρχαίο κτίριο. Πιθανόν εξυπηρετούσε τις ανάγκες του αρχαίου Φίσταιου. Και εδώ βρέθηκε ένα πέτρινο αγκυροβόλιο. Όποιος θέλει να το επισκεφτεί, βρίσκεται στο προαύλιο ενός σπιτιού, δεξιά στον κεντρικό δρόμο που πηγαίνει για Θέρμο, κοντά στο κέντρο «Τριχωνίδα». Σίγουρο είναι ότι εδώ σ' αυτό το μέρος θα υπήρχε το αρχαίο λιμάνι από το αρχαίο Φίσταιον. Το αρχαίο όνομα σ' αυτό το μέρος που είναι το κτίριο και το λιμάνι λεγόταν «Ντράφος», που σημαίνει «τάφρος», πρέπει να υπήρχε κάποια τάφρος που ίσως προστάτευε τα καράβια από τους δυνατούς ανέμους. Η ακρόπολη του αρχαίου Φίσταιου βρίσκεται 2-3 χιλιόμετρα πιο πάνω, όπως πηγαίνει ο δρόμος από Ντουγρή προς Νερομάνα. Εκεί που είναι η ακρόπολη υπάρχει το βυζαντινό μοναστήρι «Άγιοι Απόστολοι». Πρέπει να ήταν αξιόλογη αρχαία πόλη, διότι έφθανε μέχρι το χωριό που λέγεται «Κρύο Νερό». Στο Κρύο Νερό υπήρχε ναός της Φιστιαίας Αφροδίτης.

Μετά από λίγα χιλιόμετρα βρισκόμαστε στο χωριό Μυρτιά. Η Κάτω Μυρτιά είναι πολύ νέο χωριό. Το πρώτο σπίτι που φτιάχτηκε, χτίστηκε το 1903. Δεν υπήρχε χωριό, διότι η λίμνη έφθανε μέχρι τους πρόποδες του βουνού και πάνω απ’ αυτούς τους βράχους υπάρχει η Πάνω Μυρτιά. Στους πρόποδες του βουνού, υπάρχουν δύο λιμάνια. Το ένα είναι λίγο πιο πέρα και πάνω από το νερόμυλο και τη νεροτριβή. Εδώ, και στα δύο μέρη, υπάρχουν δέστρες καραβιών (κρίκους).Εκεί που είναι οι δέστρες από τα καράβια είναι δύσκολο να ανέβεις, διότι είναι απότομος βράχος και βρίσκουν κατάλληλο μέρος τα άγρια περιστέρια και φτιάχνουν τις φωλιές τους, όπως και τα μελίσσια που χάνονται από διάφορες

110

Πέτρινο αγκυροβόλιο (Περιοχή Βαρειά Τριχωνίδος)

κυψέλες. Κάποιος από τη Μυρτιά κατέβηκε με σκοινί για να τρυγήσει το μέλι από τα μελίσσια και να πάρει και τα νεογέννητα περιστέρια από τις φωλιές τους και βρήκε τις δέστρες των καραβιών. Ας βρουν τον τρόπο οι αρμόδιοι να τις αποκαλύψουν αυτές τις δέστρες .

Συνεχίζοντας τη διαδρομή μας φθάνουμε στην περιοχή Πετροχωρίου, κοντά

στο Μοναστήρι της Φωτμούς (παράλια λίμνης Τριχωνίδας). Ίσως, σ' αυτόν τον παραλίμνιο κόλπο να υπάρχει το λιμάνι του αρχαίου Θέρμου. Κοντά στο Θέρμο είναι το χωριό Ανάληψη που το παλιό του όνομα ήταν Δερβέκιστα. Στην προϊστορική εποχή κατοικήθηκε από Προέλληνες και Έλληνες και έχουμε πολλούς πελασγικούς οικισμούς.

Με ποιο μέσον θα έρχονταν να κατοικήσουν στην περιοχή του Θέρμου; Μη θεωρήσετε ότι θα έρχονταν διά ξηράς, αφού είναι ναυτικοί λαοί. Σίγουρο είναι ότι ήρθαν διά θαλάσσης. Αυτά που αναφέρουν οι ιστορικοί γι’ αυτούς τους λαούς, ίσως, άθελά τους, μαρτυρούν μια μεγάλη αλήθεια ότι θάλασσα, Αχελώος και λίμνες ήταν ενωμένες και είχαν επικοινωνία με καράβια. Πιο πάνω από το Θέρμο δεν συναντώνται πελασγικοί οικισμοί. Είναι γνωστό ότι οι Πελασγοί, σαν ναυτικοί, πήγαιναν να κατοικήσουν όπου υπήρχε επικοινωνία με θάλασσα. Ο Κώστας Στεργιόπουλος αναφέρει ότι οι Λέλεγες διείσδυσαν και στην Αιτωλία. Στα

111

προϊστορικά κτίρια του Θέρμου, όπως στο Μέγαρο Α, υπήρχε ξυλόπλεκτη καλύβα και ολόκληρο το Μέγαρο Α αργότερα ήταν ξυλόπλεκτο. Στο Θέρμο εισέβαλαν τα πρωτοελλαδικά φύλα που ήρθαν από τα παράλια της Μικράς Ασίας και εισέβαλαν και στην Αιτωλία. Αυτά τα πρωτοελλαδικά φύλα εγκαταστάθηκαν σε πόλεις και κώμες γύρω από τη λίμνη και τα ποτάμια Αχελώο και Εύηνο. Στο Θέρμο, υπήρξε πολιτισμός αξιόλογος σαν τις παράλιες πόλεις. Με αυτά τα στοιχεία πώς μπορεί κανείς ν’ αμφισβητήσει ότι το Θέρμο είχε επικοινωνία με τη θάλασσα;

Σ’ αυτή την περιοχή, στο σημερινό χωριό Σιταράλωνα Μακρυνείας, στην τοποθεσία Καστρί, έχουμε και το αρχαίο Πάμφιο ή Παμφία, όπου υπήρχε αγκυροβόλιο και αναφέρονται, επίσης, δέστρες καραβιών. Η περιοχή έχει κατοικηθεί όπως δείχνουν τα διάφορα ευρήματα από το 8.000 π.Χ. Ο ντόπιος πληθυσμός ενισχύθηκε από το 2.800 π.Χ. έως το 2.600 π.Χ. από άλλους λαούς που ήρθαν διά θαλάσσης από τα νότια και δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας και από τη Θράκη, και ονομάστηκαν ανάλογα με τον τόπο καταγωγής τους Λέλεγες, Κάρες, Δρύοπες κ.λπ. Αυτοί οι λαοί γνώριζαν πολύ καλά τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη ναυσιπλοΐα. Όλοι οι κάτοικοι ενώθηκαν και ονομάστηκαν Πελασγοί. Τα φύλα που ήρθαν σ’ αυτά τα μέρη, όπως μας αναφέρουν οι ιστορικοί είναι ναυτικοί λαοί.. Ίσως εκεί να ήταν το επίνειο του αρχαίου Θέρμου.

Στο σημερινό χωριό Λιθοβούνι Μακρυνείας, υπάρχει άλλος πρωτοελλαδικός οικισμός, η αρχαία Μετάπα. Το τοπωνύμιο αυτό το συναντάμε σε πολλές επιγραφές που βρέθηκαν στην Ολυμπία. Την Μετάπα την αναφέρει ο ιστορικός Πολύβιος «Μετάπα κείται μεν επ’ αυλής της Τριχωνίδος λίμνης και των παρά τοιούτων στενών απέχει δε σχεδόν εξήκοντα σταδίους του προσχωρεμένου Θέρμου».

Άλλος μικρός οικισμός ήταν το Φίταιον. Αυτό βρίσκεται στα στενά του Δαφνιά, μεταξύ Μπουρλέσας και Καψοράχης, στη σημερινή θέση Αρβανίτη και Παλαιοχώρι. (Κ. Στεργιόπουλος). Υπάρχουν ίχνη και άλλου αρχαίου οικισμού νότια του χωριού Μπουρλέσα.

Στα παράλια του χώρου αυτού, πολύ κοντά στο εκκλησάκι που λέγεται Ανάληψη, και κοντά στο υδραγωγείο απ’ όπου υδρεύεται η Μακρυνεία, το μέρος είναι κάπως βραχώδες και απότομο. Εκεί υπάρχει πέτρινη σκάλα προς τη λίμνη. Τι σκοπό μπορεί να είχε η σκάλα; Σίγουρο είναι ότι και εκεί είχαμε λιμάνι και από τη σκάλα ανηφόριζαν οι ναυτικοί μας προς το αρχαίο Φίταιον και τη Μετάπα, διότι σε τι άλλο μπορεί να χρησίμευε, αφού ο οικισμός είναι πιο πάνω και το μέρος αυτό είναι βραχώδες; Άραγε ο μοναδικός σκοπός της σκάλας ήταν ο δρόμος προς τα καράβια. Προχωράμε προς το αρχαίο Τριχώνιο, στο σημερινό χωριό Γαβαλού.

112

Σε πρόσφατες ανασκαφές βρέθηκε αρχαίο Ασκληπιείο και πάρα πολλές επιγραφές, που είναι του 3ου και 4ου αι. π.Χ. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλες οι αρχαίες πόλεις και οι οικισμοί υπάρχουν γύρω από τον Αχελώο και τις λίμνες.

Το όνομα Τριχωνίς εμφανίζεται γύρω στο 10ο – 9ο π.Χ. αι. για πρώτη φορά και το πήρε από το Τριχώνιο (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.Β. σ. 126).Κατά τον Κώστα Στεργιόπουλο, το όνομα Τριχωνίς προέρχεται από το Τριχωνησίς, που σημαίνει χώρα τριών νησιών. Ίσως το αρχαίο Τριχώνιο να απαρτιζόταν από τρεις νησίδες που αργότερα προσχώθηκαν, έγιναν ένα με την υπόλοιπη περιοχή και έγιναν μια παραλίμνια πόλη. Το όνομα δόθηκε, επίσης, στη μεγάλη λίμνη όταν αυτή χωρίστηκε από τη Λυσιμαχεία και τον Αχελώο. Λυσιμαχία και Τριχωνίδα σίγουρα και οι δύο μαζί λέγονταν Υρία, γιατί το Λυσιμαχία είναι πολύ νεότερο, της ελληνιστικής εποχής από το Λυσίμαχο, τον πρώτο άνδρα της βασίλισσας Αρσινόης.

Από το 1125 π.Χ. μέχρι και το 800 π.Χ., είναι οι λεγόμενοι «σκοτεινοί» χρόνοι. Σίγουρα, έγιναν πολλές αλλαγές στον τόπο μας και δεν έχουμε πολλά στοιχεία και αποδείξεις. Συμπεραίνω, όμως, ότι σ’ αυτές τις χρονολογίες που ανέφερα για τους σκοτεινούς χρόνους, συνέβη ο Αχελώος να κάνει τις μεγάλες προσχώσεις και να κοπεί η επικοινωνία με καράβια προς τις αρχαίες πόλεις που υπήρχαν γύρω από τη μεγάλη λίμνη, και έτσι το τμήμα αυτό της Αιτωλίας απομονώθηκε, αφού σταμάτησε το εμπόριο με πλοία. Από αυτή την απομόνωση βγήκε και κάτι καλό. Δεν χάθηκαν οι αρχαίες λατρείες της μητριαρχικής εποχής και συνεχίστηκαν μέχρι τα χρόνια της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Και γι’ αυτό η γυναίκα στα χρόνια της Αιτωλικής Συμπολιτείας παραμένει ελεύθερη και παίζει αξιόλογο ρόλο στην κοινωνία. Η Αιτωλική Συμπολιτεία εξελίχθηκε σε μεγάλη δύναμη, ίσως η μεγαλύτερη τα χρόνια εκείνα, αφού δεν υπήρχε άλλη δύναμη να

διώξει τους Γαλάτες στην υπόλοιπη Ελλάδα. Το Τριχώνιο, στα χρόνια της Αιτωλικής Συμπολιτείας, είχε δώσει στην Αιτωλική Συμπολιτεία τους περισσότερους Αιτωλάρχες, αφού ήταν μία απ’ τις πιο αξιόλογες πόλεις.

Συνεχίζουμε τη διαδρομή στον Αράκυνθο και στο σημερινό χωριό Φραγκουλέικα, στην είσοδο της

Τμήμα βυζαντινού τείχους στο Αγγελόκαστρο 113

Κτιστός τάφος πρωτογεωμετρικής εποχής

στη Σταμνά

Θολωτός τάφος - Αρχαία Ιθώρια

Κλεισούρας, όπου υπήρχε πόλη προϊστορική, η λεγόμενη Πυλήνη. Ο Στράβων αναφέρει ότι το πρώτο της όνομα ήταν Πρόσχιον. Ο Όμηρος αναφέρει την Πυλήνη, λέγοντας ότι έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο.

Αυτό είναι μια ακόμη απόδειξη για τα καράβια που υπήρχαν στην περιοχή μας, διότι στην Τροία έλαβαν μέρος μόνο ναυτικοί λαοί. Η πόλη που λεγόταν Κονώπη, αργότερα μετονομάσθηκε σε Αρσινόη. Το όνομα το πήρε από τη βασίλισσα Αρσινόη την Αιγυπτία και ο πρώτος άνδρας της ήταν ο Λυσίμαχος απ’ τον οποίο πήρε το όνομα η λίμνη Λυσιμαχεία.

Ο Όμηρος αναφέρει για την Ώλενο ότι έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Αν η Ώλενος μετονομάσθηκε σε Τριχώνιο, έχουμε σοβαρή μαρτυρία ότι είχε στόλο και έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Δεν έχουμε πλήρη απόδειξη ότι το Τριχώνιο λεγόταν πρώτα Ώλενος, γιατί η έρευνα δεν λέει τίποτε. Άλλη θέση είναι αυτή που πιστεύουν ότι μπορεί να βρισκόταν αυτή η πόλη, νότια του Αράκυνθου, σε μικρή απόσταση δυτικά από το χωριό Λυσιμαχεία, στη θέση Παλιόκαστρο. Είτε σ’ αυτό το μέρος ήταν η Ώλενος είτε στο Τριχώνιο, δεν αλλάζει τίποτε για το ότι ήταν ναυτικός λαός και έναν ναυτικό λαό τον βρίσκουμε κοντά

114

σε λίμνη και να λαμβάνει μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Στην αρχαία Ιθώρια βρέθηκαν τάφοι υστεροελλαδικής εποχής και πολλά

ευρήματα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας. Από τα ευρήματα που βρέθηκαν φαίνεται ότι υπήρχε εκεί μεγάλο μυκηναϊκό κέντρο. Εκεί, επίσης, βρέθηκε το λιμάνι της πόλης, δίπλα στο μοναστήρι των Αγίων Ταξιαρχών, όπως μαρτυρούν τα ερείπιά του. (ΑΔ 19/1964, σ. 294).

Στην ανατολική πλευρά των Οινιαδών υπάρχει η πόλη Ακαρνανικαί Αθήναι. Στην αρχαιότητα ήταν ένα από τα πολλά νησιά των Εχινάδων Νήσων. Είναι απέναντι από τον Κοτσιλάρη. Υπάρχουν και σήμερα ερείπια αξιόλογου τείχους. Το νησί έπαψε να υπάρχει από εκατοντάδες χρόνια, διότι έχει προσχωθεί από τον Αχελώο και γύρω από αυτό είναι εύφορες πεδιάδες. Από το σημερινό χωριό Νεοχώρι και ακριβώς απέναντι από τις Οινιάδες, δημιούργησαν την πόλη αυτή οι Αθηναίοι σαν βάση - ορμητήριο και αντίβαρο για τις απέναντι ακαρνανικές πόλεις των Οινιαδών.

Οι Αθηναίοι χρησιμοποίησαν οικοδομικά υλικά από άλλη πόλη που υπήρχε στο ίδιο μέρος. Ήταν το αρχαίο Δουλίχιο που αναφέρει ο Όμηρος στην «Οδύσσεια». Ο Στράβων το αναφέρει έτσι «και οι μεν Δολίχα κείται κατά Οινιάδας και της εκβολής του Αχελώου διέρχουσα αράξουν τας των Ηλλείων άκραι, αι κοιτώνται λοιπαί δε Εχινάδαι πλοίου δείσαι πάσαν Λέπραι και τραχείων προς τις εκβολές του Αχελώου πέντε και δέκα σταδίους αφεστάσα και αποστάλη ηδ’ εγγυάται πέντε». (Στράβων 12-19). Ο Όμηρος αναφέρει κάποιο βασιλιά από το Δουλίχι των εποχών του Οδυσσέα που τον έλεγαν Άκαστο, ενώ υπάρχει και σημερινή περιοχή που λέγεται Δολίχα.

Αρχαιότητες Οινιάδων

115

Δυτικά από την Ακαρνανική Αθήνα, βρίσκεται η αξιόλογη πόλη των Οινιαδών. Δεν θα αναφερθώ για τους Οινιάδες˙ όλοι γνωρίζουμε πόσο αξιόλογη πόλη υπήρξε στην αρχαιότητα στην προϊστορική εποχή, αλλά και στους νεότερους χρόνους. Στην εποχή του Οδυσσέα αναφέρεται ως βασιλιάς των Οινιαδών ο Αλκμαίων.

Συνεχίζοντας το οδοιπορικό μας προς τη δυτική όχθη του Αχελώου και προς τα επάνω, φθάνουμε στο χωριό Παλαιομάνινα. Το παλαιό νεκροταφείο του χωριού, το οποίο βρίσκεται στη δυτική όχθη του Αχελώου, είναι χτισμένο πάνω σε ένα χωμάτινο λόφο. Τι μπορεί να κρύβεται κάτω απ’ αυτόν το χώρο;

Εκεί, υπήρχε σπουδαία παραποτάμια πόλη, η αρχαία Σαυρία. Αξιόλογο το κάστρο που συνδυάζει όλες τις εποχές και την προϊστορική αλλά τη νεότερη∙ υπάρχει αξιόλογη παραποτάμια πύλη και είναι άριστης τέχνης. Μάλλον σ' αυτό το χώρο που υπάρχει η πύλη, πρέπει να ψάξουμε για το λιμάνι της αρχαίας Σαυρίας, διότι είναι σίγουρο ότι είχε επικοινωνία και στους νεότερους χρόνους, όπως και η αρχαία Στράτος. Προχωράμε και βρισκόμαστε στο χωριό Ρίγανη. Λίγο πιο πάνω από το χωριό υπάρχει άλλη παραποτάμια πόλη η Μητρόπολη.

Και τέλος, φθάνουμε στην αρχαία Στράτο, στην οποία έχω αναφερθεί, και είναι ιστορικώς αποδεδειγμένο ότι διέθετε στόλο και στους νεώτερους χρόνους.

Παλαιό νεκροταφείο Παλαιομάνινας

116

Η Αιτωλοακαρνανία θεωρείται απ’ τις πυκνοκατοικημένες περιοχές στην αρχαιότητα, αφού κάθε 4 χλμ., περίπου, συναντάμε και από μια αρχαία πόλη ή οικισμό. Αυτό και μόνο μαρτυρεί το πόσο αξιόλογος χώρος ήταν τότε. Εγώ αναφέρω μόνο παραλίμνιες και παραποτάμιες πόλεις, που πρέπει να είχαν επικοινωνία μεταξύ τους με καράβια, που ήταν και το πιο γρήγορο μέσον

επικοινωνίας για την εποχή εκείνη.

Στους Οινιάδες, σε πρόσφατες ανα-σκαφές, αποκαλύφτη-κε αρχαίο νεώριο-ναυπηγείο. Είναι το πιο αξιόλογο που υπάρχει στον ελληνι-κό χώρο. Εκεί, υπήρ-χε η δυνατότητα να κατασκευάζουν οι ναυπηγοί της εποχής εκείνης, έξι καράβια συγχρόνως. Από αυτό και μόνο συμπεραί-νουμε πόσο μεγάλες ήταν οι παραγγελίες σε καράβια. Για την κατασκευή χρεια-ζόταν άφθονη ξυλεία που διέθετε το Ξηρό-μερο. Όπως είναι γνωστό, η ορεινή Ακαρνανία

είναι χώ-ρα δύσβατη∙ οδικώς ήταν πολύ δύσκολη η μεταφορά της ξυ-λείας και άλλων εμπορευμάτων. Επομένως, η πιο εύ-κολη μεταφορά ήταν μόνο μέσω του Αχε-λώου, ο οποίος ήταν και πλωτός. Όπως γινόταν και για τη μεταφορά των προϊό-ντων και προπαντός για τα βελανίδια που χρησίμευαν ως τροφή ζώων, αλλά και για βαφές ρούχων ακόμη, και για κατεργασία δερμάτων.

Έναν καλό καπετάνιο τον αποκαλούμε θαλασσόλυκο, δηλαδή τα πάει πολύ καλά με τη θάλασσα. Οι δικοί μας ναυτικοί που είχαν ν’ αντιμετωπίσουν και τη θάλασσα, αλλά και τα ορμητικά νερά του Αχελώου, σίγουρο είναι ότι ήταν ανώτεροι απ’ ότι ήταν οι υπόλοιποι ναυτικοί λαοί της Ελλάδας. Δεν είναι τυχαίο,

Παραποτάμια πύλη - Αρχαία Σαυρία

117

μέσα από τόσους ήρωες που έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, ότι ξεχώρισε περισσότερο ο Οδυσσέας, και ο Όμηρος στέκεται περισσότερο σ’ αυτόν από κάποιον άλλο. Και τούτο, γιατί για να καταφέρει να δαμάσει και τη θάλασσα και την ορμητικότητα του Αχελώου, χρειάζεται ανδρεία και ευστροφία στο μυαλό. Και αυτός που είχε αυτά τα προσόντα ήταν ο Οδυσσέας.

Κάτι που πρόσεξα ιδιαίτε-ρα είναι διάφορα πήλινα αγγεία που βρέθηκαν στην περιοχή μας. Οι παραστάσεις, που είναι ζωγραφισμένες πάνω στα αγγεία, δείχνουν ένα χταπόδι. Όπως είναι γνωστό κάθε λαός, σύμφωνα με το περιβάλλον που κινείται, αναπτύσσει και την τέχνη του. Αυτό σχεδόν ισχύει και σήμερα. Αν είναι αγροτική περιοχή και προπάντων ορεινή, τότε ένας καλλιτέχνης θα ζωγράφιζε, ίσως, έναν ζευγολάτη με το άλογό του, ίσως ένα βοσκό με τα γίδια του ή κάποιο γύπα, που υπάρχουν στα ορεινά μέρη, αλλά ποτέ δεν θα ζωγράφιζε κανείς κάτι που ανήκει στη θάλασσα, επειδή δεν θα το γνώριζε∙ άρα δεν θα γνώριζε ούτε και το χταπόδι. Εδώ έχουμε το αντίθετο. Στις αρχαίες πόλεις της Αιτωλοακαρνανίας, βλέπουμε τους καλλιτέχνες να ζωγραφίζουν παραστάσεις που ανήκουν στη θάλασσα. Με λίγα λόγια, αυτοί οι λαοί, που δείχνουν σήμερα στεριανοί, κάποτε ήταν γνώστες της θάλασσας. Τι είπε ο Τειρεσίας στον Οδυσσέα;

Ναός Στρατίου Διός 4ος αι. π.Χ.

118

«-Θα πας στη χώρα των ανδρών που θάλασσα δεν ξέρουν και το κουπί θα το περάσουν για λιχνιστήρι».

Επομένως, οι Αιτωλοακαρνάνες και το ψωμί το τρώγανε αλατισμένο και το

κουπί γνώριζαν πολύ καλά τι δουλειά κάνει, και το χταπόδι ήξεραν και το ζωγράφιζα και το ψάρευαν και το έτρωγαν. Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι το κουπί το ήξεραν γιατί είχαν λίμνες, το χταπόδι, όμως, ψαρεύεται μόνο στη θάλασσα. Πολλοί ισχυρίζονται ότι αυτά τα μελανόμορφα αγγεία, που έχουν ζωγραφισμένο το χταπόδι, είναι από κάποια βιοτεχνία κορινθιακή που τα πουλούσε στις διάφορες πόλεις. Ακόμη και αν είναι κορινθιακά, οι Κορίνθιοι ήταν ναυτικός λαός. Πάλι η μεταφορά τους θα γινόταν με πλοία. Στους αρχαίους προγόνους μας τους άρεσαν να τρώνε τα οστρακοειδή (μύδια κλπ). Αν κάνει κάποιος έναν περίπατο στους αρχαιολογικούς χώρους, θα βρει διάσπαρτα οστρακοειδή.

Όπως είναι γνωστό, τα οστρακοειδή είναι πολύ επικίνδυνα για την υγεία του ανθρώπου, όταν είναι μπαγιάτικα. Και χειμώνας να είναι δεν αντέχουν πάνω από μια μέρα. Πόσος χρόνος θα χρειαζόταν αν δεν υπήρχε γρήγορο μεταφορικό μέσον για να φτάσει στο Φίσταιον (και μιλάω για το Φίσταιον, διότι είναι κατάσπαρτη η περιοχή από όστρακα); Τα ψάρευαν στα παράλια του Ιονίου. Γνωρίζουμε ότι για να πας με άμαξα στο Μεσολόγγι χρειαζόταν 8 ώρες. Αν αυτά τα έφερναν από τον Αστακό με τα ζώα η άμαξα πόσες ώρες θα ήθελε να φθάσει στο Φίσταιο; Και εδώ το βλέπουμε ότι ο γρήγορος δρόμος ήταν η θάλασσα. Ανέφερα τον Αστακό για την

Μελανόμορφος οκτάπους

119

αλιεία των οστρακοειδών, διότι υπάρχει αφθονία οστρακοειδών στο λιμάνι και στα κοντινά ανοιχτά πέλαγα (η ετυμολογία της λέξεως βγαίνει από τη λέξη οστακός παραγόμενο από το οστ -σον = οστούν, δηλαδή κόκαλο). Επομένως, τα οστρακοειδή προέρχονται από τον Αστακό και όπως δείχνουν τα πράγματα το μόνο μεταφορικό μέσον ήταν τα πλοία.

Έχω αναφερθεί στη χώρα των Θεστιαίων. Τον Θέστιο τον αναφέρουν οι ιστορικοί για μεγάλο βασιλιά. Έχω μιλήσει, προηγουμένως, για τη δωρεά που έκανε ο Θέστιος στον Ικάριο, τον πατέρα της Πηνελόπης. Γνωρίζουμε, όμως, ότι ο Αχελώος λεγόταν και Θέστιος ποταμός. Το βασίλειο του Θέστιου δίνεται ότι συνόρευε με τον Αχελώο. Σε ποιο σημείο έφθανε ο Αχελώος, αφού σήμερα η χώρα των Θεστιαίων (Βλοχός) δεν δείχνει να συνορεύει πουθενά με τον Αχελώο; Επομένως, ο Αχελώος και οι λίμνες ήταν ενωμένες. Είναι δυνατόν ένας τόσο μεγάλος βασιλιάς να μην είχε καράβια και να υπάρχουν άλλα μικρότερα βασίλεια να λαβαίνουν μέρος και στον Τρωικό πόλεμο;

Έχω αναφερθεί για τις προσχώσεις που έκανε ο Αχελώος και μετέτρεψε τόσες μεγάλες εκτάσεις από θάλασσα σε απέραντες πεδιάδες. Στα πρακτικά του 1ου Ιστορικού Αρχαιολογικού Συνεδρίου που έγινε στο Αγρίνιο (1988) οι Σ. Παπαγεωργίου και Σ. Στήρος, αναφέρουν ότι η θάλασσα, τα τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια, ανέβηκε 3,5 μέτρα στις παρακάτω περιοχές της Αιτωλοακαρνανίας. Με τις ανασκαφές που έγιναν στο ναυπηγείο των Οινιαδών βεβαιώνεται ότι πράγματι είναι έτσι, διότι για να βρεθούν οι γλίστρες, όπου κατασκεύαζαν τα καράβια χρειάστηκε να κάνουν εκσκαφή περίπου σ’ αυτό το βάθος, και να αφαιρέσουν τα χώματα˙ και μιλάω για χώμα, διότι σήμερα δεν υπάρχει θάλασσα σ’ αυτό το μέρος. Η παράκτια γραμμή είναι πολλά χιλιόμετρα μακριά από το ναυπηγείο. Σήμερα, είναι απέραντος γόνιμος κάμπος που έγινε από τις προσχώσεις του Αχελώου. Με λίγα λόγια, αν θέλουμε να βρούμε τα αρχαία λιμάνια, πρέπει να τα ψάξουμε περίπου σ’ αυτό το βάθος, διότι έχουν προσχωθεί και έχουν καλυφθεί όλα τα παραποτάμια κτίσματα και δεν μπορούμε να τα εντοπίσουμε σήμερα.

Τέτοιο φαινόμενο συναντάμε και λίγο έξω από το Αγρίνιο, στη θέση Μαύρικας. Εκεί υπάρχει το βυζαντινό εκκλησάκι Αγία Τριάδα, που χρονολογείται στον 9ο αιώνα μ.Χ. Από ολόκληρη την εκκλησία φαίνεται μόνο ο τρούλος, διότι το υπόλοιπο είναι βυθισμένο, μάλλον προσχωμένο. Πιστεύω ότι δεν είναι πολύ δύσκολο να αποκαλυφθεί ολόκληρο το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας, διότι είναι προσχωμένο με γλίνες και, όπως ξέρουμε, στις γλίνες δεν περνούν νερά και, αν

120

περνούν, είναι πολύ λίγα και μπορούμε να τ’ αφαιρέσουμε με κάποιο μηχανικό μέσο. Αργιλούχα στρώματα έχουμε στην Αγία Τριάδα, αργιλούχα και στο ναυπηγείο στους Οινιάδες. Αργιλούχα τέτοια εδάφη έχουμε από τη θέση Ερμίτσα και προς τη λίμνη Λυσιμαχία και στη θέση Συκιά και στη θέση Μαύρικα, που είναι η Αγία Τριάδα. Όλη η περιοχή του Αχελώου, Δοκίμι, Καλύβια, Αγγελόκαστρο είναι κορκαλοπαγής. Τέτοια εδάφη υπάρχουν στις περιοχές από Καινούργιο έως τον κάμπο της Μυρτιάς.

Όπως βλέπετε, και ανατολικά από τον Αχελώο και δυτικά, έχουμε κορκαλοπαγή πετρώματα και στο κέντρο γλίνες. Τι συνέβη και έχουμε αυτό το φαινόμενο; Αυτό θα προσπαθήσω να εξηγήσω. Γνωρίζουμε ότι ο Αχελώος δεν έχει αλλάξει ροή και στους αρχαίους χρόνους και σήμερα, τουλάχιστον από τη γέφυρα και πάνω. Ξέρουμε, επίσης, πόσο μεγάλη ορμητικότητα είχε τα παλιά χρόνια. Τα κροκαλοειδή τα απέθετε εδώ κοντά, τις γλίνες διαλυμένες όπως ήταν τις πήγαινε στη θάλασσα. Με τα κροκαλοειδή υλικά δημιούργησε τον κάμπο από τη γέφυρα μέχρι και την περιοχή Αγγελοκάστρου, τη λάσπη, όπως ήταν διαλυμένη, τη μετέφερε πιο μακριά και έφτιαξε τους κάμπους της περιοχής Λεσινίου, Γουριάς, Μάστρου, Νεοχωρίου και Κατοχής.

Από το άλλο μέρος της περιοχής Αγρινίου υπάρχει ένα άλλο μικρό ποτάμι, την Ερμίτσα, η οποία δεν είχε τη δύναμη να υπερνικήσει την ορμητικότητα του Αχελώου. Και κάτι ακόμη∙ οι περιοχές που διανοίγει το ποτάμι της Ερμίτσας δεν έχουν ασβεστολιθικά πετρώματα, για να φτιάξουν αμμοχάλικο. Είναι ηλιόλιθος, δηλαδή μελίστα. Οι μελίστες, έχουν την ιδιότητα, όταν τις βλέπει ο ήλιος, να διαλύονται, γίνονται σχεδόν σκόνη και, όταν βρέχει, γίνονται λάσπη αργιλούχα. Όταν αυτό το υλικό στεγανοποιηθεί, δεν αφήνει τα νερά να κυκλοφορήσουν, δημιουργεί φράξιμο. (Αυτός είναι ο λόγος που αυτό το υλικό το χρησιμοποιούν και στα σύγχρονα φράγματα). Τι έγινε; Κατέβαζε η Ερμίτσα αυτά τα λασπώδη υλικά προς τη λίμνη της Λυσιμαχίας∙ η μεγάλη ορμητικότητα του Αχελώου δεν επέτρεπε να φύγουν προς το στόμιο του ποταμού στην περιοχή Αγγελοκάστρου και όλα αυτά τα λασπώδη υλικά τα απέθετε στην περιοχή του Μαύρικα, της Ερμίτσας και της Συκιάς. Έτσι, έγινε ο διαχωρισμός της Τριχωνίδος και Λυσιμαχείας και δημιουργήθηκε το πέρασμα αυτό που βλέπουμε σήμερα προς το Μεσολόγγι.

Αν γίνει κάποια γεώτρηση στην περιοχή Αγγελοκάστρου και Καλυβίων, σε όποιο μέρος και να «χτυπήσουν» θα βρουν νερό και το νερό βρίσκεται μόλις στα 8 μέτρα βάθος. Αντιθέτως, στις περιοχές που έχω αναφερθεί με τις γλίνες, και 100 μέτρα αν γίνει γεώτρηση, δεν θα βρεθεί νερό και ας είμαστε ανάμεσα στις δύο

121

λίμνες. Και αν βρεθεί σε αυτές τις περιοχές, θα είναι πολύ λίγο και δεν θα είναι επαρκές για την άρδευση στα χωράφια. Και εδώ ξεκαθαρίζουν τα πράγματα για το πώς έγινε ο διαχωρισμός Αχελώου και λίμνης Λυσιμαχίας και Τριχωνίδας και σταμάτησε η επικοινωνία με τη θάλασσα.

Στις περιοχές από Καινούργιο έως τον Κάμπο της Κάτω Μυρτιάς «δούλεψαν» άλλα μικρά ποτάμια που θα αναφέρω. Αυτά τα ποτάμια τα ονομάζουμε ξηριάδες, διότι δεν έχουν νερά τους καλοκαιρινούς μήνες. Πρώτος, με τη σειρά, είναι ο Ξηριάς του μικρού συνοικισμού της Κοινότητας Παραβόλας που λέγεται Πλατανιάς. Αυτό το μικρό ποτάμι της Παραβόλας με τις προσχώσεις του δημιούργησε τον κάμπο της Παραβόλας και του Πλατανιά. Και σ' αυτά τα μέρη έχουμε κροκαλοπαγές πέτρωμα, διότι πηγάζει από ασβεστολιθικά πετρώματα. Και σίγουρο είναι ότι έχει προσχωμένο και το αρχαίο αγκυροβόλιο από το αρχαίο Βουκάτιο.

Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων, προς τη Ντουγρή, υπάρχει άλλο μικρό ποτάμι. Η λίμνη, στην αρχαιότητα, έφθανε μέχρι τους πρόποδες του βουνού προς το δρόμο, που πηγαίνουμε, προς Παλαιοκαριά. Αυτό είναι σίγουρο, διότι έχω αναφερθεί στο αγκυροβόλιο που υπάρχει πιο πάνω από το νεκροταφείο. Άλλος μικρός ποταμός βρίσκεται λίγο πιο πέρα στο συνοικισμό που υπάρχει στην Κοινότητα Νερομάνας, στη Βαριά. Περνάει παραπλεύρως από το κέντρο «Τριχωνίδα». Λίγο πριν από αυτόν τον ξηριά έχω αναφερθεί στο αγκυροβόλιο και το κτίσμα που βρέθηκε. Ο συνοικισμός αυτός δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Ο κάμπος της Κάτω Μυρτιάς και αυτός έγινε από τις προσχώσεις από το ποτάμι που υπάρχει εκεί. Το ποτάμι της Μυρτιάς τρέχει χειμώνα-καλοκαίρι. Καθώς προχωράμε προς τα ιαματικά λουτρά της Μυρτιάς, σε μικρή απόσταση υπάρχει και άλλο μικρό ποτάμι, που έχει νερό και το χειμώνα και το καλοκαίρι. Ανέφερα όλα τα ποτάμια για να πάρουμε μια εικόνα το πώς ήταν στην αρχαιότητα και πώς είναι σήμερα, και αφού οι λίμνες έφθαναν μέχρι τους πρόποδες δεν υπάρχει πέρασμα δια ξηράς προς το Θέρμο.

Κάνοντας μια ανίχνευση, θα καταλάβουμε από ποιο μέρος ήταν ο δρόμος προς το Θέρμο. Θα ξεκινήσουμε από το αρχαίο Βουκάτιο, που είμαστε σίγουροι, ότι ήταν ένα είδος ελέγχου προς το Θέρμο. Από το Θέρμο θα πάρουμε το δρόμο προς την Παλαιοκαρυά. Μεταξύ του μικρού συνοικισμού που λέγεται Άγιος Γεώργιος και Παλαιοκαρυάς, και συγκεκριμένα εκεί που έχουν δημιουργήσει μια πίστα απογείωσης αλεξιπτώτων πλαγιάς, παρατήρησα κάτι, παρόλο που δεν πείθει ότι ο χώρος κατοικήθηκε στην αρχαιότητα. Ο χώρος είναι κατάσπαρτος από

122

κεραμίδια αρχαίας εποχής και υπέθεσα ότι εκεί υπήρχε κάποια βιοτεχνία κεραμικής. Το υπέθεσα αυτό πρώτα γιατί είναι μεγάλες οι ποσότητες από κεραμίδια και οι κάτοικοι της Παλαιοκαριάς, φορτώνοντας τα ζώα τους, φτιάχνουν φούρνους και δεύτερον γιατί το μέρος αυτό είναι το μοναδικό που το χώμα του είναι αργιλούχο.

Η Ιστορική-Αρχαιολογική Εταιρεία Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, οργάνωσε μια εκδήλωση στη μνήμη του αρχαιολόγου Σωτήρη Κίσσα (1994). Σ' αυτή την Ημερίδα, ο Έφορος των Αρχαιοτήτων Λάζαρος Κολώνας έκανε αναφορά σ’ ένα ακροκέραμο που του το παρέδωσε κάποιος από το χωριό Παλαιοκαρυά. Το ακροκέραμο απεικονίζει την κεφαλή κόρης. Βρέθηκε κάπου κοντά στο Μοναστήρι της Παλαιοκαρυάς. Στην παρουσίαση που έγινε με διαφάνειες η προβολή γινόταν συγχρόνως με δύο μηχανήματα˙ το ένα έδειχνε το ακροκέραμο που βρέθηκε στην Παλαιοκαρυά και το άλλο το ίδιο ακριβώς ακροκέραμο που βρέθηκε στο Θέρμο και ίσως από την ίδια μήτρα. Είναι μια απόδειξη για το δρόμο που αναφέρω προς Θέρμο. Προχωρώντας λίγο ακόμη, πριν από το χωριό που λέγεται Κρύο Νερό, φτάνουμε στην περιοχή που λέγεται «στου Σατήρ τ’ αλώνι». Σ’ αυτό το μέρος είναι πάρα πολλοί τάφοι και είναι και ο τάφος που έχω αναφερθεί πιο πριν, όπου βρέθηκε το χρυσό φίδι που το έκοψαν με το τσεκούρι και το μοίρασαν. Στον τάφο αυτό, πάνω σε πέτρα υπάρχει επιγραφή «ΣΑΤΥΡΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ». Ίσως απ’ αυτό να βγαίνει και το όνομα της περιοχής. Λίγο πιο πάνω από το Κρύο Νερό, στη θέση Λάκκες, υπάρχει άλλος αρχαιολογικός χώρος. Ο χώρος αυτός μαρτυρεί κάτι αλλιώτικο από τους άλλους. Ο τόπος δείχνει να ήταν εργαστήριο μετάλλων, διότι είναι μαυρισμένος και αυτό το μαύρο υλικό μοιάζει με τα υπολείμματα ή άλατα των μετάλλων που έλιωναν. Πιο πέρα είναι το χωριό Κρύο Νερό, όπου υπάρχει ο ναός της Φιστιαίας Αφροδίτης. Γνωρίζουμε ότι όπου υπήρχε ναός της Αφροδίτης ήταν και πέρασμα δρόμου προς άλλες πόλεις. Μέχρι αυτό το μέρος έφθανε το αρχαίο Φίσταιο.

Προχωρώντας λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω, φτάνουμε στο χωριό Καλλιθέα. Εκεί, υπάρχει αρχαίος οικισμός, ίχνη από κάστρο και έχουν ανοίξει πάρα πολλούς τάφους αρχαίους. Φρούριο υπάρχει, επίσης, στη θέση Στεκούλα, λίγο πιο πριν από το χωριό Σπαρτιάς. Περίπου δυο χιλιόμετρα, προς τα δεξιά της Καλλιθέας, είναι το χωριό Λευκό. Εκεί υπάρχουν προϊστορικά και νεότερα κτίσματα. Υπάρχει ωραιότατος τάφος που προσπάθησαν αρχαιοκάπηλοι να τον ανοίξουν και χρησιμοποίησαν ακόμα και δυναμίτες, αλλά δεν κατάφεραν τίποτε. Λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω είναι το χωριό Ταξιάρχες. Εκεί, αναφέρεται προϊστορικός

123

οικισμός. Ανακαλύφθηκε τείχος ίδιας τέχνης με τα προϊστορικά του Θέρμου. Αυτά βρέθηκαν πάνω στο βράχο που χρησίμευε για κατοικία κάποιου άρχοντα της εποχής εκείνης. Το αναφέρει ο Κώστας Στεργιόπουλος. Η διαδρομή που κάναμε πιστεύω ότι ήταν ο αρχαίος δρόμος για το Θέρμο. Από τον Ταξιάρχη για να φθάσουμε στο Θέρμο δεν είναι πολύ μακριά.

Η προστατευμένη θέση του Θέρμου, στην διασταύρωση των δυο δρόμων που ακολουθούν τις όχθες της λίμνης Τριχωνίδας , αποτέλεσε από την απώτερη προϊστορία ένα σημαντικό κέντρο κατοίκησης.

Στα ιστορικά χρόνια, μετατράπηκε, με κέντρο το ναό του Απόλλωνα Θερμίου, στο θρησκευτικό, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο των Αιτωλών για πάνω από χίλια χρόνια.

124

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Απάντηση προς τον κύριο Κουβαρά, για το βιβλίο του: "Πηγαιμός για την Ιθάκη".

Στην αρχή του βιβλίου σας σας γράφει η κυρία Κωνσταντίνα Μπάδα, Αρχαιολόγος, στις παρατηρήσεις που σας κάνει. Σας αναφέρει για την παράλειψη Βιβλιογραφίας και Αναφορών, αλλά εσείς δεν την λάβατε υπόψη σας.

Ο κύριος Γ. Σπυρόπουλος, Αρχαιολόγος, κι αυτός σας λέει ότι η Ιθάκη είναι εκεί που είναι και δεν μπορεί να τη μετακινήσει κανείς. Αλλά για ποια Ιθάκη από τις δύο. Σας αναφέρει ότι η μία Ιθάκη είναι ευδήελος, χθαμαλή, είν' Άλι, πανυπερτάτη, προς ζόφο. (Οδύσσεια 19-26).

Η άλλη Ιθάκη είναι διαφορετική εντελώς, "τραχεία" (127) και (ραψωδία ν 242) και εξής: "ήτοι μεν τραχεία και ουχ ιππήλατος εστίν και περαιτέρω κραναή και παλοέσσα λυπρή, αιγί βωτός, βούβοτος τεθαλυΐα τ' εέρση".

Αναφέρεστε για το Δουλύχιο, ότι είναι το Μεγανήσι. (παρ. ξ 397) "πέμψε Δουλύχιο διέναις όθιμοι φίλον έπλετο θωμαί" = να με στείλεις να πάω στο Δουλίχιο επειδή είναι πλούσιο που θα χόρταινα με την ψυχή μου. Ίδε και (ο 309) "λιλαίομαι απονέεσθαι πτωχεύσω" = που λαχταρώ να πάω για ζητιανιά.

Αν το Μεγανήσι ήταν τόσο εύπορο μέρος δεν θα ασχολούνταν με τη ληστεία και το εμπόριο, αλλά θα ασχολούνταν με τη γεωργία, διότι το Δουλύχιο είχε πάρα πολλά σιτάρια. Το Μεγανήσι τι σιτάρια να κάνει αφού σχεδόν ολόκληρο είναι βραχώδες;

Για τις πόλεις που λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο, Εχινάδες που είναι νησιά και Δουλίχιο. Το Δουλίχιο δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να είναι νησί, ίσως να είναι στεριά της Ακαρνανίας.

(Στ. β 625) Στη σειρά ήσαν όσοι κατοικούσαν τα ιερά (δηλαδή τα απάτητα ή τα αναθεματισμένα των αναθεματιζομένων, των ναυτιλομένων). Νησιά τα οποία κατοικούσαν πέρα από τη θάλασσα, απέναντι της Ίλιδας και το ξεχωρίζει με αρχηγό τον Μέγη και όχι βασιλιά.

(Β 625) Και τον ακολουθούσαν 40 πολεμικά πλοία (πισσαρισμένα, μαύρα, πολυτελή).

(Β 631) Μετά από Εχίνες και Δουλίχιο οδηγούσε και όχι βασίλευε ο Οδυσσέας τους μεγαλόκαρδους Κεφαλήνες. Οι Κεφαλήνες οι οποίοι κατείχαν την Κεφαλλονιά, την Ιθάκη με τον πυκνόφυτο Νίρητο, την Κροκύλεια και την απόκρημνη Αιγίλιψ, μέρη της Ακαρνανίας, και την ακτή Ηπέιροις που είναι η

125

Λευκάδα και την Ζάκυνθο. Οδηγούσε και όχι βασίλευε ο Οδυσσέας και τον ακολουθούσαν 12 μινιαρισμένα, δηλαδή φτωχά πολεμικά πλοία.

(β 638) Μετά τους Κεφαλλήνες ήταν οι Αιτωλοί και ήταν αρχηγός και όχι βασιλιάς ο Θόας. Τον ακολουθούσαν 40 πισσαρισμένα (πολυτελή) πολεμικά πλοία.

Στο βιβλίο σας λέτε ότι ο Οδυσσέας ήταν βασιλιάς όλου του Ιονίου, ακόμη και εκεί που ήταν αρχηγός ο Μέγης. Και η Σάμη, η σημερινή Κεφαλλονιά είχε βασιλιά, τον γαμπρό του Οδυσσέα, τον Ευρύλοχο, τον άνδρα της αδερφής του Κτημένης. Πώς είναι δυνατόν να είναι ο μεγάλος βασιλιάς ο Οδυσσέας και να ηγούνταν του Μέγη και τον Οδυσσέα να τον ακολουθούν 12 μινιαρισμένα φτωχά πλοία, ενώ οι άλλοι να έχουν από 40 πολυτελή πλοία.

Θα μπορούσε η σημερινή Ιθάκη να θρέψει 380 γουρούνια, περίπου, και χωρίς βελανίδι; Διότι οι βελανιδιές στα νησιά μας είναι πάρα πολύ λίγες και αυτές που υπάρχουν είναι από αυτές που τις ονομάζουμε αρπάκη και το βελανίδι είναι πολύ μικρό, όπως από πουρνάρι. Με λίγα λόγια δεν αρκεί για να θρέψει πολλά γουρούνια. Επομένως, οι χοιρομάνδρες δεν ήταν στη σημερινή Ιθάκη, αλλά απέναντι στην Ακαρνανία που είχε απέραντα δάση. Πόσες φορές ο Όμηρος αναφέρει αυτό το δέντρο.

(ξ 435 και ξ 105) 12 κοπάδια βοδιών, άλλα τόσα κοπάδια πρόβατα, άλλα τόσα γουρούνια και άλλα τόσα γίδια. Και αυτά έβοσκαν στους πέρα κάμπους. Μη μου πείτε ότι αυτοί οι κάμποι είναι στη σημερινή Ιθάκη.

Δεν είναι τυχαίο που ο μύθος του Καλυδωνίου κάπρου έγινε στην Αιτωλοακαρνανία. Επειδή η Ακαρνανία ήταν περιοχή, γενικώς, με πολλά βελανίδια, οι κάπροι ήταν πολυπληθείς. Για τους ανθρώπους ο καρπός της βελανιδιάς ήταν πολύτιμος. Το κυνήγι γινόταν για το κρέας του κάπρου και για την προστασία του καρπού που ήταν απαραίτητος για τους κυνηγούς της παλιάς εποχής. Το βελανίδι ήταν μια ευκολόθρεπτη και πολύ θρεπτική τροφή, όμως ήταν τροφή εξαιρετική για τους κυνηγούς της παλιάς εποχής. Η βελανιδιά "φηγός – δρυς", σύμφωνα με την αρχαία ονομασία της παρήγαγε ένα φαγώσιμο, ("εδώδιμος καρπός"). Εδώ στην περιοχή της ορεινής Δυτικής Ακαρνανίας η αρχαία λατρεία της δρυός πρέπει να ήταν πολυδιαδεδομένη. Άλλωστε το όνομά της "φηγός δρυς" είναι ινδοευρωπαϊκής προέλευσης. Η βελανιδιά αυτού του είδους έδινε τροφή όχι μόνο στα γουρούνια αλλά και για τους ανθρώπους. Γίνεται ψωμί, όπως γίνεται και με το σιτάρι και τρώγεται ψημένο, όπως και το κάστανο. Η βελανιδιά "φηγός δρυς" ήταν το ιερό δένδρο του Μαντείου της Δωδώνης και η λατρεία του Δία ήταν επιβλητική τόσο στο Στράτο όσο και στις Οινιάδες.

126

Τα αναφέρω, όπως τα αναφέρετε κι εσείς στο βιβλίο σας. Την εποχή που ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη ήταν Άνοιξη, όπως αυτό φαίνεται στη ραψωδία (β 196) "Κω δένδρα τηλεθάοντα", ήτοι τα ανθισμένα δένδρα. Από τη ραψωδία ξ 453 "όθι τε δρυος ην πολυανθέος ύλης, ήτοι όπου υπήρχε δάσος με βελανιδιές και με πολλά άνθη. Από αυτά στα οποία αναφέρεστε έχει τίποτα η σημερινή Ιθάκη;

Κύριε Κουβαρά, στα νησιά μας μερικά βόδια είχαμε για να κάνουμε χωράφι. Για τα γουρούνια, τα τελευταία χρόνια αρχίσαμε να τα τρώμε, δηλαδή από τότε που ανακαλύφθηκε το σουβλάκι.

(Οδύσσεια 435) Με μια σχίζα βελανιδιάς χτυπάει το γουρούνι και το σκοτώνει. (κ 422-424) Πάλι αναφέρει τη βελανιδιά και τα γουρούνια

(Οδύσσεια 204-212) Η τεκτή και μελάνιδρος κρίνη λέτε ότι είναι στη σημερινή Ιθάκη. Γύρω από τη βρύση υπήρχε δάσος από λεύκες. Τα χρόνια εκείνα στα νησιά μας δεν υπήρχαν λεύκες και όσες υπάρχουν σήμερα τις μετέφεραν από άλλα μέρη και τις φύτεψαν. Ας μην ξεχνάμε το όνομα της λεύκας ήταν και Αχελωΐδα, από το όνομα του Αχελώου.

Ο Οδυσσέας έμαθε τη Μαντική τέχνη από Ακαρνάνες ιεροπόλους και λατρεύεται σαν Μάντης στο Νομό Ευρυτανίας. Οι μαντείες του γίνονταν όταν σείονταν τα φύλλα της φηγός δρυς. Στα νησιά του Ιονίου είναι ανύπαρκτο αυτό το είδος βελανιδιάς.

Κύριε Κουβαρά, κάνετε ένα λάθος, ότι εδώ και 3.500 χρόνια π.Χ. η θάλασσα

έχει χαμηλώσει. Και χαμηλώνοντας, αυξάνεται και η απόσταση. Κύριε Κουβαρά, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η στάθμη της θάλασσας δεν κατέβηκε, αλλά ανέβηκε 3,5 μέτρα. Συμβαίνει αυτό το φαινόμενο να απομακρυνθεί η θάλασσα και συγχρόνως να ανεβαίνει η θάλασσα αλλά να ανεβαίνει και το έδαφος. Αυτό μπορεί να συμβεί, όπου γίνονταν μεγάλες προσχώσεις, τις οποίες τις κάνουν τα μεγάλα ποτάμια. Στα νησιά μας πού να βρεθούν τα μεγάλα ποτάμια; Στα πρακτικά του ιστορικού Συνεδρίου που έγινε το 1988 ο κύριος Σπύρος Παπαγεωργίου και ο Σ. Στείρος αναφέρουν για την ανύψωση των υδάτων.

Αναφέρεστε ότι το Δουλίχιο είναι το Μεγανήσι, που πρώτα ανήκε στους Τάφιους και το δώρισε ο Αμφιτρίωνας στον παππού του Φιλέα για τη συμμετοχή στον πόλεμο κατά των Ταφίων. Ο πόλεμος από τον Αμφιτρίωνα έγινε γύρω στα 1350 π.Χ. Ο Τρωικός πόλεμος έγινε γύρω στα 1.200 π.Χ. Πώς γίνεται στον Τρωικό Πόλεμο το Δουλίχιο να πηγαίνει μαζί με τις Εχινάδες νήσους και σχεδόν την ίδια εποχή η Αθηνά με τη μορφή του Μέντη να παρουσιάζεται στον Τηλέμαχο

127

ως βασιλιάς των Ταφίων, αφού ο πόλεμος κατά των Ταφίων έγινε πολύ πιο πριν από τον Τρωικό πόλεμο;

Αναφέρετε ότι όσες πόλεις λάμβαναν μέρος στον Τρωικό πόλεμο ήταν από το Βασίλειο του Οδυσσέα. Κύριε Κουβαρά ο Οδυσσέας δεν πήγε σαν βασιλιάς σ' αυτόν τον πόλεμο. Βασιλιάς ήταν μόνο στο Βασίλειο της Ιθάκης.

Όταν οι Φαίακες μετέφεραν τον Οδυσσέα από την Ιθάκη, όταν έφτασαν, ακόμη δεν είχε ξυπνήσει. Τον απόθεσαν στην ακτή και τα δώρα τα έβαλαν σε κάποιο κρυφό μέρος για να μην τα κλέψουν οι περαστικοί. Όταν ξύπνησε ο Οδυσσέας, δεν ήξερε που βρίσκεται. Τότε παρουσιάστηκε η Αθηνά μεταμφιεσμένη σε βοσκόπουλο, αφού του είπε που βρισκόταν να πάει να βρει πρώτα το χοιροβοσκό Εύμαιο. Όταν συναντήθηκε με το χοιροβοσκό ο Οδυσσέας του είπε μία φανταστική ιστορία, για να μην αποκαλυφθεί αμέσως. Θα σας αναφέρω ακριβώς το στίχο: (Οδύσσεια ξ 340-345)

"Μα εμένα με έστειλε πιο πριν γιατί έτυχε καράβι των Θεσπρωτών στο καρπερό Δουλίχι να πηγαίνει, στον βασιλιά τον Άκαστο του είπε να με φέρουν."

Αυτός ο στίχος αποκαλύπτει δύο πράγματα: ότι ο Οδυσσέας δεν ήταν ο μεγάλος βασιλιάς όλου του Ιονίου, όπως λέτε στο βιβλίο σας, διότι την ίδια εποχή είχε και το Δουλίχιο βασιλιά, τον Άκαστο. Με λίγα λόγια, βασιλιάς στο Δουλίχιο ήταν ο Άκαστος και ο Μέγης πηγαίνει σαν αρχηγός των Εχινάδων νήσων και Δουλιχίου στον Τρωικό πόλεμο. Και δεύτερον λέτε ότι το Μεγανήσι είναι το Δουλίχιο. Αφού το καράβι που υποτίθεται ότι έφερε τον Οδυσσέα στην Ιθάκη θα πήγαινε για Δουλίχιο. Επομένως, πρώτα το δρομολόγιο θα ήταν Θεσπρωτία –Ιθάκη –Δουλίχιο. Δεν μπορεί να είναι το Μεγανήσι, διότι το Μεγανήσι είναι πριν από την Ιθάκη. Επομένως, δεν μπορεί να είναι το Μεγανήσι το Δουλίχιο.

Εξάλλου, την ίδια εποχή του Οδυσσέα είχε βασιλιά το Μεγανήσι, που ήταν οι Τάφιοι και είχε βασιλιά τον Μέντη. (Άλλο Μέντης, άλλο Μέγης).

Στο στίχο υ185 – 188, ο Φιλίτιος ήταν ο περατάρης που πήγαινε κάθε μέρα τα ζώα για την τροφή των μνηστήρων και το παραδέχεστε ότι τα ζώα που περνούσε ο Φιλίτιος έβοσκαν στην Ακαρνανία.

Κύριε Κουβαρά, ο Φιλίτιος θα έκανε κάθε μέρα αυτό το δρομολόγιο από Ακαρνανία στη σημερινή Ιθάκη, δηλαδή 9 χιλιόμετρα να πάει και 9 να γυρίσει δια θαλάσσης; Ο πορθμός που περνούσε τα ζώα ο Φιλίτιος ήταν ο ίδιος όταν έφυγε ο Οδυσσέας, μετά τη μνηστηροφονία, μαζί με τον Φιλίτιο, τον Εύμαιο και εκεί ήταν

128

ο γέρο-Λαέρτης και σκοτώνει ο Λαέρτης τον Ευπείθη, τον πατέρα του μνηστήρα Αντίνοου με το ακόντιο.

Μη μου πείτε, κύριε Κουβαρά, ότι ο γέρο-Λαέρτης θα σκότωνε τον Ευπείθη με το ακόντιο από την Ακαρνανία και το ακόντιο θα έφτανε μέχρι τη σημερινή Ιθάκη, δηλαδή 9 χιλιόμετρα.

Στη σελίδα 331 του βιβλίου σας αναφέρεστε για τον περιπλανώμενο Αιτωλό, που έκανε φόνο και ξεγέλασε τον Εύμαιο ότι είχε φιλοξενήσει τον Οδυσσέα στο καράβι του (Οδ. ξ 337 – 380). Λέτε, λοιπόν, ότι αφού το πορθμείο λειτουργούσε μόνο μεταξύ Κεφαλλονιάς και Ιθάκης, ο Αιτωλός που παραμύθιασε τον Εύμαιο για τον Οδυσσέα, πώς πήγε από την Αιτωλία στην Ιθάκη; Σας απαντώ λοιπόν ότι δεν χρειαζόταν να χρησιμοποιήσει κανένα πορθμείο ή καράβι, διότι οι χοιρομάνδρες του Εύμαιου ήταν στην Ακαρνανία και μπορούσε να πάει εκεί με τα πόδια.

Στη σελίδα 122 του βιβλίου σας, συνεχίζετε να επαναλαμβάνετε ότι το Βασίλειο του Οδυσσέα ήταν η πόλη Κεφαλλονιά, Ιθάκη, Κροκύλεια, Αιγύλιπα, Ζάκυνθος. Δεν ήταν το βασίλειο, ηγούνταν στον Τρωικό πόλεμο αυτών των πόλεων. Λέτε ότι Κροκύλεια προέρχεται από το κρωκιδίζω = αφαιρώ, αποσπώ, ξεφτίζω. Δεν προέρχεται απ' αυτό το όνομα αλλά από το βαφικό φυτό κρόκος, που υπάρχει στην Ακαρνανία και είναι αυτοφυές. Υπάρχει κοντά στο Μόρνο και άλλη πόλη που το όνομά της προέρχεται από αυτό το φυτό. Το μέρος που διεκδικεί αυτή την πόλη είναι μάλλον η Παλαιομάνινα, που λένε ότι είναι η αρχαία Σαυρία, διότι σε αυτό το μέρος βγαίνει αυτοφυές το φυτό αυτό κρόκος.

Κύριε Κουβαρά, στη σελίδα του βιβλίου σας 141 προσπαθείτε να δικαιολογήσετε τα αδικαιολόγητα. Στο στίχο 25 λέτε ότι η Ιθάκη είναι χθαμαλή, δηλαδή χαμηλού εδάφους, ήτοι πεδινή, στο στίχο όμως 27 λέει ο Όμηρος είναι τριχύ, δηλαδή βραχώδης, ορεινή. Κύριε Κουβαρά, ο Όμηρος το λέει ξεκάθαρα, εμείς δεν θέλουμε να το καταλάβουμε ότι έχουμε να κάνουμε με δύο πόλεις διαφορετικές η μία από την άλλη. Εσείς πάτε να το δικαιολογήσετε ότι το ότι βλέπεις από μακριά το βλέπεις διαφορετικά. Ο Όμηρος παρόλο που λένε ότι ήταν τυφλός τα βλέπει κανονικά, εσείς δεν θέλετε να το δείτε.

Κύριε Κουβαρά, γράφετε πάρα πολλά γύρω από το πού προέρχεται το όνομα Ιθάκη και κάνατε πάρα πολύ καλή ανάλυση των λέξεων. Από όλα αυτά που γράφετε βγαίνει το συμπέρασμα, όπως γράφετε εσείς, ότι το όνομα Ιθάκη προέρχεται από το ρυθμίζω ή κατευθύνω τον πλούν των διερχομένων πλοίων από τα δύο στενά Ιθάκη – Κεφαλλονιά και Ιθάκη – Ακαρνανία. Όπως λέτε εσείς και πιθανόν εισπράττοντο "διόδια" και πολύ καλά κάνετε και αναφέρεστε στη Βιβλιογραφία. Θα ήταν απαραίτητο να πληρώσουν διόδια στη σημερινή Ιθάκη.

129

Στη σελίδα 190 του βιβλίου σας (β 631, ι 201, α 57, γ 81, δ 608), θα ήταν απαραίτητο να πληρώσουν διόδια στη σημερινή Ιθάκη αν ένα καράβι πήγαινε προς Ιταλία ή προς Θεσπρωτία. Δεν χρειαζόταν να πληρώσει διόδια, διότι απλούστατα θα μπορούσε να πάει από το ανοιχτό πέλαγος. Επομένως, τα καράβια που θα πλήρωναν διόδια πρέπει να περνούσαν από κάποια στενή λωρίδα θαλάσσης και η κατεύθυνση θα ήταν αποκλειστική για να περάσουν από αυτό το μέρος. Άρα τα καράβια που θα περνούσαν από εκεί και θα πλήρωναν διόδια πρέπει να ήταν από μέρη ή νησιά των παραλίων της Αιτωλοακαρνανίας.

Με λίγα λόγια πάλι, βγαίνει ότι και η Ιθάκη Α ήταν κοντά σε στεριά της Ακαρνανίας. Αν κάποιο καράβι θα πήγαινε πιο μακριά, δηλαδή Θεσπρωτία ή Ιταλία και μπορεί να ήθελε κάποιο ανεφοδιασμό σε τρόφιμα, αυτό γινόταν στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας και προπάντων αυτή τη διευκόλυνση την έκαναν οι Κουρήτες που κατοικήθηκαν από αυτούς.

Στη σελίδα 190 του βιβλίου σας, γράφετε ότι ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι ο βασιλιάς των Ταφίων και των Τηλεβόων είναι ο Πτερέλαος, γιος του Τάφιου που γεννήθηκε στις Εχινάδες. Ο Απολλόδωρος ΒΙV 5 λέγει: από τον Μίστωρα και την Δυσιδείκη, την κόρη του Πέλοπα, εγεννήθη η Υποθόη, την οποία την άρπαξε ο Ποσειδώνας και την έφερε στις Εχινάδες νήσους και εκεί έσμιξε με αυτή και γεννά τον Τάφιο, από τον οποίο πήραν αυτό το όνομα οι Τάφιοι.

Κύριε Κουβαρά, εκεί έσμιξε με λίγα λόγια ο Ποσειδώνας, έκανε έρωτα και όχι εγγενήθη στις Εχινάδες νήσους.

Στη σελίδα 196, μπλέκετε τα πράγματα με δύο κράτη με το ίδιο όνομα. Την Τεμέση της Κύπρου και την Τέμεση της Σικελίας. Τον χαλκό που εμπορευόταν οι Τάφιοι είναι από την Τεμέση της Κύπρου. Και λέει ο στίχος της Οδύσσειας ξ 340-345 "μα εμένα μ' έστειλε πιο πριν γιατί έτυχε καράβι των Θεσπρωτών στο καρπερό Δουλίχι να πηγαίνει στον βασιλιά τον Άκαστο του είπε να με φέρουν".

Ένας λόγος που καταστράφηκε ο Μινωικός πολιτισμός είναι γιατί νόμιζε ότι θα είναι πάντα ισχυρό κράτος, διότι είχε τον χαλκό της Κύπρου πολύ κοντά και είχε ησυχάσει ότι πάντα θα είναι ισχυρό κράτος. Άλλοι, όμως, ανακάλυψαν το σίδερο που έφτιαχναν καλύτερα όπλα και μεσολάβησαν και οι σεισμοί και καταστρέφεται ο Μινωικός πολιτισμός. Με λίγα λόγια, άλλη μια φορά δεν σας βγαίνει ότι το Μεγανήσι είναι το Δουλίχιο.

Και κάτι άλλο. Αναφέρεστε στο βιβλίο σας ότι και στο Δουλίχιο ήταν βασιλιάς ο Οδυσσέας. Το Δουλίχιο είχε βασιλιά, τον Άκαστο.

Οδύσσεια ρ 204-212, σελ. 210 του βιβλίου σας, αναφέρεστε για την "τυκτή κρήνη". Στην "τυκτή κρήνη" είδατε κανένα δάσος με λεύκες, κύριε Κουβαρά;

130

Είναι ανύπαρκτα στα νησιά μας. Αυτές που υπάρχουν σήμερα είναι φερμένες από άλλα μέρη. Μιλάει για αφρότρεχτα νερά κλωθογύριστα. Υπάρχουν τέτοιες βρύσες στα νησιά μας; Όσο για την μελάνυδρο κρήνη, όταν η μνηστηροφονία, πήγαν 20 γυναίκες να φέρουν νερό από αυτή τη βρύση για να καθαρίσουν τα αίματα από τους μνηστήρες που είχε σκοτώσει ο Οδυσσέας. Με λίγα λόγια, το παλάτι του Οδυσσέα δεν είχε νερό από βρύση και γι' αυτό πήγαν να φέρουν νερό οι 20 γυναίκες. Το παλάτι που λέτε ότι βρέθηκε στην Ιθάκη και λέτε ότι είναι το παλάτι του Οδυσσέα έχει νερό μέσα στο κτίσμα, έχει πηγάδι που έχει νερό ακόμα και σήμερα και δίκτυο που ερχόταν νερό, το οποίο δεν ξέρω από πού ερχόταν∙ ίσως, να μάζευε τα όμβρια ύδατα και η περιοχή που λέτε ότι ήταν το παλάτι του Οδυσσέα δεν πείθει, ότι μπορεί να είναι η πρωτεύουσα ενός ένδοξου βασιλιά σαν τον Οδυσσέα. Εξάλλου, υπάρχει ναός χριστιανικός μέσα στο κτίσμα που λέτε ότι είναι το παλάτι. Συνήθως οι χριστιανικοί ναοί υπάρχουν πάνω σε αρχαίους ναούς και με τα ίδια αρχαία υλικά. Δηλαδή, μπορεί να μην είναι παλάτι αλλά αρχαίο ιερό και αν είναι παλάτι μπορεί να είναι κάποιο άλλου άνακτα της εποχής εκείνης. Και γιατί να μην είχε ακόμη και ένα δεύτερο παλάτι ο Οδυσσέας στη σημερινή Ιθάκη, αφού έβλεπαν ότι η Α Ιθάκη μια μέρα θα χαθεί και θα πήγαιναν να κατοικήσουν σε άλλο μέρος, αφού και η σημερινή Ιθάκη ανήκε στην επικράτεια του Οδυσσέα;

Στη σελίδα 286, λέτε ότι ο Ικάριος βασίλεψε μόνο στην Αλυζία. Αν βασίλευε μόνο στην Αλυζία δεν θα λεγόταν Αλυζία αλλά μάλλον θα λεγόταν Ικαρία. Δεν είναι έτσι, όπως τα λέτε. Ο Θέστιος, που είναι και ο μεγάλος βασιλιάς της Αιτωλίας και κατέλαβε και μεγάλο τμήμα τη Ακαρνανίας, τους Ηπειρώτες, όπως τους αποκαλεί ο Όμηρος, το δώρισε στον Ικάριο, αφού ήταν και γαμπρός του∙ και ο Ικάριος, αφού είχε και κάποια ηλικία, το δωρίζει κατευθείαν στα παιδιά του και δεν είναι μόνο ο Μύτικας, όπως λέτε εσείς με τον Αλιζέα. Αλλά και στον Λευκάδιο δώρισε το μερίδιό του και στην Πηνελόπη, στο τρίτο παιδί, μεγάλο τμήμα που ανήκε στο βασίλειο της Ιθάκης. Αφού παντρεύεται ο Οδυσσέας την κόρη του Ικάριου γίνεται βασιλιάς στην Ιθάκη και άλλα μέρη ή νησιά εύφορα της Ακαρνανίας, που υπάγονταν στο βασίλειο της Ιθάκης. Με λίγα λόγια, θα μιλήσω στη σημερινή μας γλώσσα. Ο Οδυσσέας είναι σώγαμβρος από την προίκα που πήρε από την Πηνελόπη. Εξάλλου, αυτό επιβάλλει το μητριαρχικό έθιμο της εποχής εκείνης. Το βασιλόπουλο έπρεπε να βρει άλλο βασίλειο για να γίνει βασιλιάς στην προίκα που κληρονόμησε από τη γυναίκα του. Ας μην ξεχνάμε ότι η αδελφή του Οδυσσέα Κτημένη παντρεύεται τον Ευρύλοχο, ο οποίος γίνεται βασιλιάς της Σάμης, της σημερινής Κεφαλλονιάς, που πριν από αυτόν ήταν βασιλιάς ο πατέρας του ο Λαέρτης.

131

Στη σελίδα 438 των Κεφαλλονιστών, όπως τους αποκαλείτε. Λέτε στο βιβλίο σας συγκεκριμένα: "ο κορμός της ευρύτερης περιοχής της νοτιοανατολικής Κεφαλλονιάς καλείται Κορωνοί. Το όνομα Κορωνοί φαίνεται να έλκει την καταγωγή του από τη λέξη Κόραξ "Κορωνί – Κορούνα – Κορωνίς". Είναι δηλαδή περιοχή των κοράκων. Δηλαδή ο συγγραφέας μας λέει: Κόρακας = Κορωνίς = Κορώνα = Κουρούνα. Κορώνα τότε με βάση όλα αυτά και όταν λέμε κορώνα του βασιλιά εννοούμε "κόρακας του βασιλιά". Όταν πούμε σε κάποια γυναίκα και μας πει αυτή είσαι η κορώνα, της λέμε ή μας λέει: είσαι ο κόρακάς μου; Τι να πούμε; Μόνο τούτο "εκ κόρακος μόνο κρα". Αυτά τα αναφέρω ακριβώς όπως τα γράφει στο βιβλίο του ο κύριος Κουβαράς και απαντά στον κύριο Μεταξά (Ομηρική Ιθάκη) και τον κύριο Λειβαδά (Τουμασάτου – Κεφαλλονιά. Η αποκάλυψη της Ομηρικής Ιθάκης).

Και απαντώ εγώ στον κύριο Κουβαρά. Ο κόρακας είναι ένα ευλογημένο πουλί. Ο τοπογράφος θα λέγαμε για την εποχή εκείνη. Αυτό το πουλί επιλέγει να ζει στις κορυφές.

Η Οδύσσεια (ν 422-424) μας αναφέρει: Κοντά στην Κορακόπετρα, στην αρεθούσα βρύση, τρων βελάνια πληθερά, νερό καθάριο πίνουν που φέρνουν το γυαλιστερό το πάχος στα γουρούνια.

Ο Κόρακας, που τον υποτιμάτε τόσο πολύ στη Μυθολογία μας είναι γιος της Αρεθούσας Νύμφης, όπως λέει η Οδύσσεια.

Ο Κώστας Στεργιόπουλος στο βιβλίο του "Αρχαία Αιτωλία", μας πληροφορεί ότι, επειδή οι προγόνοι μας δεν είχαν τη δυνατότητα να γνωρίζουν τους γεωλογικούς όγκους κάθε κορυφής, την ονόμαζαν Κόρακας.(Ησίοδος Α. 13, 3 Θεογονία και ΙΘ 53 ή 122) Και η άβγαλτη παρθένα Κορωνίδα (η κόρη του Λαπίθου Φλεγύου) που κατοικούσε εις τους ευλογημένους κάμπους Διδύμους του Δωτίου Θεσσαλικού κάμπου με τα πολλά αμπέλια και εγέννησε τον Ασκληπιό από τον Απόλλωνα. Ήρθε Κόρακα αγγελιοφόρος ύστερα από θεϊκό τραπέζι, εις την αγιωτάτη Πυθία και του είπε εις τον Φοίβο με τα μακριά μαλλιά και με τα απόκρυφα έργα, ότι η Κορωνίς, η κόρη του Διογένη του Φλεγύου παντρεύτηκε τον Ίσχυν, τον γιο του Ελάτου.

κόρ – η (οφθαλμός). Κο- ίρανος (king = βασιλιάς)

132

κορώνα (αγγλ. crown) Όλυμπος < κόλυμπος < κόρυμπους = στην κορυφή. Ο Όμηρος αναφέρει κάποιον μικρό όγκο στην Ιθάκη, Κορακόπετρα, (Κόρακας

+ πέτρα). Άρα και η κορώνα του βασιλιά μπορεί να προέρχεται από αυτό το πουλί που το περιφρονείτε τόσο πολύ.

Στη σελίδα 117 του βιβλίου σας, (Οδ. φ 18) αναφέρεστε στους Μεσσήνιους που έκλεψαν από την Ιθάκη 300 πρόβατα μαζί με τους βοσκούς και τα μετέφεραν στην πατρίδα τους με πλοία. Κύριε Κουβαρά, και από στεριά της Ακαρνανίας αν τα έκλεβαν τα πρόβατα, πάλι με πλοία θα τα μετέφεραν, διότι η μεταφορά δια θαλάσσης ήταν ο πιο γρήγορος τρόπος μεταφοράς.

Το ίδιο ισχύει και για την επιστροφή του Τηλέμαχου από την Πύλο. Και αυτή έγινε μέσω θαλάσσης, γι' αυτό το λόγο δεν του έστησαν ενέδρα στην ξηρά.

Στις σελίδες του βιβλίου 275-285, θέλετε να αποδείξετε στους Λευκαδιστές, όπως τους λέτε, ότι η Λευκάδα δεν είναι η Ομηρική Ιθάκη. Και στη σελίδα 286-291 στους Κεφαλλονιστές, όπως τους ονομάζετε, δεν τους βγαίνει πού βρίσκεται το μικρό νησάκι Αστερίδα.

Λένε οι Κεφαλλονιστές ότι είναι το νησάκι που βρίσκεται στις εκβολές του Αχελώου, δηλαδή η Οξυά. Οι Λευκαδιστές λένε ότι η Αστερίδα είναι η βραχονησίδα Αρκούδι. Πράγματι σε αυτό έχετε δίκιο, δεν ταιριάζει ότι μπορεί να είναι το νησάκι Αστερίδα. Ούτε στους Κεφαλλονιστές. Και τώρα, αν η Ιθάκη ήταν κοντά στις εκβολές του Αχελώου θα μπορούσε να είναι το νησί Αστερίδα, η σημερινή Οξυά; Η Αθηνά συμβούλεψε τον Τηλέμαχο, στην πορεία του στο γυρισμό του από την Πύλο προς την Ιθάκη, να ταξιδεύει σε ανοιχτό πέλαγος, γιατί του είχαν στήσει ενέδρα οι Μνηστήρες, για να μην τον δουν στον γυρισμό του και τον σκοτώσουν. Και έτσι έγινε και δεν τον είδαν. Άρα η Αστερίδα ήταν κοντά σε στεριά της Ακαρνανίας και το καράβι για να φθάσει στην Ιθάκη έπρεπε να περάσει από στενή λωρίδα θάλασσας και θα μπορούσαν οι Μνηστήρες να δουν το καράβι του Τηλέμαχου και να τον σκοτώσουν.

Αφού τον συμβουλεύει η Αθηνά να ταξιδέψει σε ανοιχτό πέλαγος, αλλάζει πορεία και αφού το καράβι του Τηλέμαχου απέφυγε τους Μνηστήρες και απομακρύνθηκε από το νησί Αστερίδα, κάνει στροφή και μπαίνει μέσα στο λιμάνι της Ιθάκης. Αν, κύριε Κουβαρά, δεν είναι η σημερινή Ιθάκη η Ομηρική και η ομηρική βρισκόταν στις εκβολές του Αχελώου θα ήταν σωστό το δρομολόγιο του Τηλέμαχου από Πύλο προς Ιθάκη; Όσο για τον πορθμό που λέτε ότι είναι από Ακαρνανία έως το σημερινή Ιθάκη, 9 χιλιόμετρα, ο Όμηρος μιλάει για στενή

133

λωρίδα. Δεν πείθετε. Και για να απαντήσετε στους Κεφαλλονιστές και Λευκαδιστές γράφετε τόσα πολλά. Οδύσσεια (ω στ. 29): "Εν πορθμώ Ιθάκης".

Ο Πολύβιος αναφέρει για την Ιθώρια στη σελ. 64: Ήταν μία πόλη οχυρή που κατέστρεψε ο Φίλιππος ο Ε', το 219 π.Χ. Λέει ότι η πόλη ήταν Αιτωλική, δηλαδή η αρχαία Ώλενος, που έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Πιο πριν, όμως, πιθανώς να ήταν Ακαρνανική.

Για τη σελ. 460, ο Woodhouse για την αρχαία Ώλενο αναφέρει: "Η αναφορά στον γνήσιο Ωλένο στην πλαγιά του Αγίου Ηλία περιέρχεται στις λέξεις "της δε μεσογαίας… κατά της Αιτωλίας ην Ωλένος" (σελ. 460), και "της δε χώρας ημφισβήτουν Ακαρνάνες" (σελ. 451).

Η Ώλενος είχε τα σύνορά της από το σημερινό χωριό Προφήτης-Ηλίας στην περιοχή της Σταμνάς, μπορεί να ανήκε στην Ώλενο και ο δυτικός Ζυγός. Δεν είναι σίγουρο ότι είναι πόλη η Ιθώρια, αλλά ήταν ένα φυσικό οχυρό που έβλεπε προς την περιοχή του Αχελώου, όπου εκεί ήταν τα σύνορα της Αιτωλικής Ώλενου και τα σύνορα του βασιλείου του Οδυσσέα.

Στο βιβλίο του, σελ. 393, ο κύριος Κουβαράς γράφει για την ετυμολογία της λέξης Ιθάκη: "Ιθάκη, η (Ιθύα – ύς – ύ = ευθύς, ιθύνω + άκη = ακίδα, βουνοκορφή) = κατευθύνω, ρυθμίζω από μακριά, από οξύτατες βουνοκορφές. Π.χ. ο ιθύνων νους. Ομόρριζο: ίθμα = βάδισμα, βήμα, κατεύθυνση. Πράγματι από τις οξείες βουνοκορφές (δίκην ακίδας) της Ιθάκης ρύθμιζαν, κατηύθυναν, τον πλουν των διερχόμενων πλοίων από τα δύο στενά Ιθάκης – Κεφαλονιάς και Ιθάκης – Ακαρνανίας, πιθανώς εισπράττοντας "διόδια".

Για το όνομα αν γίνει ετυμολογική ανάλυση της λέξης βλέπουμε ότι ισχύουν τα ίδια πράγματα με το όνομα Ιθώρια. Και κάτι άλλο. Να μας μαρτυρεί το όριο της Ιθάκης, δηλαδή τα σύνορα. Μήπως είναι και της Ιθάκης τα λιμάνια; (τα Νεόρια). Η πόλη αυτή δεν αναφέρεται μόνο από τον Όμηρο, αλλά συνδέεται και με τους Κουρήτες. Από την σημαντική αυτή πόλη καταγόταν και ο Πέλοπας, που μέσω Αιτωλίας διαπεραιώθηκε στην Πελοπόννησο, από την οποία πήρε και το όνομα η περιοχή. "Πίνδαρος μεν τον Πέλοπα Λυδόν φυσίν (είναι) Ίστρος δε παυλαγόνα. Αυτεσίων Αχαιόν απ' Ολένου πόλεως ης και Όμηρος μνημονεύει και Όλενον ήδε Πυλήνην" (Σχόλια στον Πίνδαρο 37ο 1, Φώτιος Παπασαλούρος, Βολοχός). Είναι άραγε τυχαία η σύμπτωση αυτή;

Ο πρώτος που αναφέρει ότι η Ομηρική Ιθάκη μπορεί να είναι στα παράλια της Ακαρνανίας είναι ο αείμνηστος Θωμάς Μποκώρος. Κι εγώ αναφέρομαι ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές πόλεις με το ίδιο όνομα.

134

Δεν ξέρω γιατί οι Αρχαιολόγοι μας δεν ψάχνουν μήπως η Α' Ιθάκη είναι σ' αυτό το μέρος, αφού μόνο στο Νομό Αιτωλοακαρνανίας έχουν βρεθεί τόσοι πολλοί Μυκηναϊκοί τάφοι και τόσα άλλα Μυκηναϊκά ευρήματα. Οι Μυκηναϊκοί τάφοι του Προφήτη Ηλία, δύο άλλες τούμπες που μένουν έτσι και δεν έχουν ερευνηθεί ακόμα, ο τάφος της Μίλα στην περιοχή Παλαιομάνινας που λέει ο Θωμάς Μποκώρος ότι μπορεί να είναι ο τάφος του Οδυσσέα. Το παλιό νεκροταφείο της Παλαιομάνινας, η εκκλησία και οι τάφοι των νεκρών γίνονται πάνω σε μια μεγάλη τούμπα. Τι μπορεί να κρύβει από κάτω; Στο Λουτράκι Ακαρνανίας ο κύριος Κολώνας έχει κάνει ανασκαφή και βρέθηκαν Μυκηναϊκοί τάφοι. Στην Κόκκινη Σπηλιά του Προφήτη Ηλία βρέθηκαν κομμάτια από αγγεία Μυκηναϊκής εποχής. Γιατί κανένας δεν ενδιαφέρεται, ώστε να γίνει ανασκαφή σε αυτό το σπήλαιο;

Για τους Κεφαλλονίτες συγγραφείς που ισχυρίζονται ότι η Ιθάκη βρισκόταν στη σημερινή Κεφαλλονιά δεν θα κάνω αναφορά. Ας φροντίσουν να συνεννοηθούν πού θέλουν να βρίσκεται η Ομηρική Ιθάκη, γιατί ο καθένας τη θέλει στο δικό του τόπο ή χωριό. Επίσης, για τους Λευκαδίτες συγγραφείς, αυτούς που γράφουν ότι η Ομηρική Ιθάκη είναι η Λευκάδα, ισχύει το ίδιο και δεν θα αναφερθώ. Το μόνο που μπορώ να πω, αφού κι εγώ είμαι Λευκαδίτης, είναι ότι αποτελεί τιμή μου που το νησί μου έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο, με το όνομα "Ακτή Ηπείροις" με αρχηγό τον Οδυσσέα.

Το Νοέμβριο του 2000, δημοσίευσα το βιβλίο μου και αναφέρομαι για το Βυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας του Μαύρικα. Όλοι έλεγαν ότι είναι βουλιαγμένο. Ακόμη και ο διαπρεπής Αρχαιολόγος Βαγγέλης Παπακωνσταντίνου στη φωτογραφία που δημοσίευσε στο βιβλίο του, γράφει ότι είναι βουλιαγμένη. Εγώ έλεγα ότι δεν είναι βουλιαγμένη αλλά προσχωμένη. Και επειδή οι προσχώσεις έγιναν με γλίνες από το μικρό ποτάμι της Ερμίτσας, μπορεί να αποκαλυφθεί, διότι μέσα από τις γλίνες δεν περνούν πολλά νερά και μπορούμε με ένα μηχανικό μέσο να τα αντλούμε τα νερά που υπάρχουν. Με την ανασκαφή που έκανε ο καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Αθανάσιος Παλιούρας τα βρήκε ακριβώς όπως τα ανέφερα εγώ στο βιβλίο μου και έκανα εγώ δώρο τη γεώτρηση για να γίνει η άντληση των νερών που υπήρχαν.

135

136

Στο βιβλίο μου γράφω κάτι που μου τράβηξε την προσοχή. Βρίσκεται σε δύο σημεία. Αν περάσουμε το σημερινό χωριό Κουβαρά και λίγο πιο πέρα από τη διασταύρωση που πηγαίνει ο δρόμος προς Φυτείες, συναντάμε μία τούμπα και αρχίζει ο κατήφορος προς το χωριό Ρίβιο. Για να μην γράφω τα ίδια πράγματα, διαβάστε στη σελίδα 108 του βιβλίου μου. Σ' αυτό το σημείο ακριβώς αναφέρω τη διαδρομή που είναι 80 στάδια από αρχαία Στράτο έως αυτό το σημείο, όπου βρέθηκε ο Μυκηναϊκός τάφος το 1.200 π.Χ. Και κάτι ακόμη. Εγώ το αναφέρω σαν φράγμα που έγινε για να αλλάξει η ροή του Άναπου ποταμού.

Ο τάφος βρέθηκε πρόσφατα, πολύ αργότερα από τότε που δημοσίευσα εγώ το βιβλίο μου. Βρέθηκε τώρα που πέρασε ο καινούργιος δρόμος. Βγήκα αληθινός για τον Μυκηναϊκό τάφο, βγήκα, όμως, αληθινός και σε κάτι άλλο. Παρόλο που αυτό το σημείο που περνάει ο δρόμος είναι υπερυψωμένο, εκεί που βρέθηκε ο Μυκηναϊκός τάφος το έδαφος από κάτω είναι άργιλος, με λίγα λόγια γλίνες, και βρέθηκαν λιμνάζοντα νερά. Σ' αυτό το σημείο περνάει ο καινούργιος δρόμος. Με λίγα λόγια, βρέθηκε και η ροή που είχε ο Άναπος ποταμός που συνάντησε στο δρόμο του ο Στρατηγός Κνίμος.

Στη σελίδα 113 του βιβλίου μου, αναφέρομαι για τα λιμάνια που υπήρχαν τα χρόνια εκείνα, όταν ο Αχελώος ήταν πλωτός. Και λέγω: "Στις Κρυοκούκι το χωριό αράζαν καράβια εξήντα-δυό. Στη θέση Βατόκαμπος, κάτω από το φράγμα του Καστρακίου έκανα εγώ μία γεώτρηση και μου χρειαζόταν μία πέτρα που να ήταν ίσια, δηλαδή πλάκα για να χτυπάει το κλαπέτο και να βγαίνουν πιο εύκολα τα λασπώδη υλικά. Αυτό το μέρος δεν είχε πέτρες αυτού του είδους, δηλαδή ίσιες πλάκες. Είναι κομματιαστές γιατί είναι ψαμμιτικό έδαφος. Ο ψαμμίτης έχει την ιδιότητα να τεμαχίζεται σε πολλά μικρά κομμάτια. Εμένα μου χρειαζόταν πλακουδερή πέτρα. Περπάτησα περίπου 100 μέτρα και περισσότερο για να βρω αυτήν την πέτρα. Εν τέλει, τη βρήκα. Από τα νεύρα που είχα την πέταξα μέσα στη λακκούβα που είχε κάνει η τσάπα και δεν την πρόσεξα. Κάθισα να ξεκουραστώ, διότι την είχα κουβαλήσει από πολύ μακριά. Εκείνη την ώρα σκέφτηκα γιατί οι πέτρες δεν είναι πλάκες και βρέθηκε μόνο αυτή και μου ήρθε η ιδέα να την ψάξω. Από τη μεριά που την πέταξα δεν έδειχνε ότι μπορούσε να είναι κάτι το αξιόλογο. Η παρατηρητικότητά μου, όμως, με έκανε να τη σηκώσω και να την κοιτάξω από την άλλη μεριά και τι να δώ! Ήταν επιτύμβια στήλη. Είχε ένα σχέδιο οροφής σαν να βλέπουμε ένα κεφαλαίο Δέλτα, αλλά με μεγάλο άνοιγμα, και από κάτω έγραφε: "ΔΑΜΑΡΧΑ ΧΑΙΡΕ". Ο πολύ καλός μου φίλος Νικόλαος Καπώνης, αρχαιολόγος μου ανέφερε ότι οι Δαμάρχες που αναφέρονται στην περιοχή μας ήταν 4 και ένας από αυτούς ήταν στο Συμβούλιο απελευθέρωσης δούλων στο ναό της Φιστιαίας

137

Αφροδίτης στο Κρύο Νερό Αιτωλοακαρνανίας. Την επιτύμβια στήλη τη φόρτωσα στο αυτοκίνητο για να την παραδώσω στο Μουσείο με κίνδυνο αν μου συμβεί κάτι να με περάσουν για αρχαιοκάπηλο. Μαζί με τον αξέχαστο φίλο μου Παναγιώτη Μοσχονά, Πρόεδρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας ψάχναμε τον φύλακα για να του παραδώσουμε την επιτύμβια στήλη. Ο Ανδρέας, που έκανε τον Προϊστάμενο στο Μουσείο, κάθε βράδυ θα τον βρεις να κάνει βόλτα στην πλατεία Αγρινίου. Εκείνο το βράδυ, που τον χρειαζόμουν να παραδώσω την επιτύμβια στήλη δεν ήταν πουθενά ο Ανδρέας. Εν τέλει, ο Ανδρέας βρέθηκε και στις 11.00 το βράδυ παραδόθηκε η επιτύμβια στήλη στο Μουσείο. Αργότερα, ζήτησα προφορική άδεια για να φωτογραφίσω την επιτύμβια στήλη, αυτή που παρέδωσα άνευ αμοιβής και δεν μου έδωσαν άδεια, και γι' αυτό το λόγο δεν έχω φωτογραφία.

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω μία αναφορά στον κύριο Κουβαρά. Αν και σε πολλά δεν συμφωνώ, γύρω από το βιβλίο, σας συνιστώ να το

διαβάσετε. Με λίγη προσοχή θα μπορούσε να είναι ένα πολύ καλό βιβλίο. Μπορώ να πω πως είναι το καλύτερο από αυτά που έχουν γράψει όσοι έχουν ασχοληθεί με την ιστορία του τόπου μας.

Τον ευχαριστώ θερμά που μου δώρησε το βιβλίο του.

Λιβιτσάνος Παναγιώτης

138

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

ιαβάζοντας διάφορες απόψεις για την Ομηρική Ιθάκη, αποφάσισα και εγώ να ασχοληθώ και να γράψω τις απόψεις μου γύρω από αυτό το θέμα,

σ’ αυτή την μικρή μελέτη μου. Γνωρίζουμε ότι τα ομηρικά έπη θεωρούνται τα πρώτα γραπτά ποίησης και

αργότερα παρουσιάζεται η ποίηση του Ησίοδου. Ο Τρωικός πόλεμος γίνεται από τους Αχαιούς και από τους λαούς που ήταν στη συμμαχία τους, όπως οι κάτοικοι των παραλίων της Αιτωλοακαρνανίας ,που κατοικήθηκαν και αυτά από Αχαιούς. Όπως φαίνεται, ο Όμηρος είναι γνώστης της περιοχής γύρω από τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας. Η Οδύσσεια του Ομήρου αναφέρεται καθαρά στα κατορθώματα του Οδυσσέα, που ήταν πιθανότατα βασιλιάς στα Αιτωλοακαρνανικά παράλια. Με βάση τα λεγόμενα του Ομήρου συμπέρανα ότι η ομηρική Ιθάκη πρέπει να αναζητηθεί στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας. Αφού ξεχωρίσαμε το βασίλειο του Ικάριου στη βορειοδυτική Ακαρνανία, εντοπίζουμε το βασίλειο της Πηνελόπης και του Οδυσσέα στις εκβολές του Αχελώου. Πιστεύω ότι σ’ αυτά τα μέρη τριγυρνούσε ο Οδυσσέας και κάπου σ’ αυτά τα μέρη πρέπει να αναζητήσουμε και την Ομηρική Ιθάκη.

Βέβαια, δεν είμαι τόσο αφελής, ώστε να ξεχνώ ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, ήταν πρώτα από όλα ποιήματα και ο Όμηρος ποιητής και όχι γεωγράφος ή ταξιδιωτικός συγγραφέας. Χρειάζεται διπλή προσοχή, γιατί πολλά από αυτά που διαβάζουμε στα δύο κείμενα δεν υπήρξαν παρά μόνο στην ψυχή του ποιητή και είναι αρκετά παρακινδυνευμένο να ψάχνουμε για άμεσες γεωγραφικές ταυτίσεις. Έμμεσα, όμως, πολλά και ίσως ασφαλή συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν, αν, επιπλέον, βέβαια, η τύχη, βοηθήσει την αρχαιολογική σκαπάνη.

Η Αιτωλοακαρνανία θεωρείται απ’ τις πυκνοκατοικημένες περιοχές στην αρχαιότητα, αφού κάθε 4 χιλιόμετρα, περίπου, συναντάμε και από μια αρχαία πόλη ή οικισμό. Αυτό και μόνο μαρτυρεί το πόσο αξιόλογος χώρος ήταν στην αρχαιότητα. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας μου, στο οδοιπορικό, αναφέρω μόνο παραλίμνιες και παραποτάμιες πόλεις που πρέπει να είχαν επικοινωνία μεταξύ τους με καράβια, που ήταν και το πιο γρήγορο μέσον επικοινωνίας για την εποχή εκείνη. Αρχίζοντας από το αρχαίο Βουκάτιο, που είμαστε σίγουροι ότι ήταν ένα είδος ελέγχου προς το Θέρμο, είδαμε τις αρχαίες θέσεις γύρω από τη μεγάλη λίμνη της αρχαιότητας, τη μυθική Υρία.

Δ

139

140

141

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

αρχαίες πηγές: 1. Ησίοδος, Θεογονία. 2. Ησίοδος, Έργα και Ημέραι. 3. Όμηρος, Οδύσσεια. 4. Όμηρος Ιλιάδα. 5. Θουκυδίδης, Ιστορία. 6. Ηρόδοτος, Ιστορίαι. 7. Πολύβιος, Ιστορίαι. 8. Στράβων, Γεωγραφικά. 9. Απολλώνιος ο Ρόδιος Βοηθήματα: 1. Μ. Γ. Δήμιτσας, Η ιστορία της Αλεξάνδρειας. Αθήνα 1885. ανατ. 1995. 2. Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. 3. Εκδοτική Αθηνών, Ελληνική Μυθολογία,τ.1-5, επιμ.Ι.Κακριδή, Αθήνα 1978 . 4. Γ. Κατωπόδης, Αρχαία Ακαρνανία, Εκδ. Ιστορική – Αρχαιολογική Εταιρεία

Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, Αγρίνιο 1987. 5. Γ. Κατωπόδης, Αιτωλική Συμπολιτεία, Εκδ. Ιστορική - Αρχαιολογική

Εταιρεία Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, Αγρίνιο 1990. 6. Κ. Κερένυι, Η μυθολογία των Ελλήνων, μετ. Δ. Σταθόπουλου, Εκδ.

Βιβλιοπωλείον της Εστίας, γ΄. έκδοση, Αθήνα 1984. 7. Θ. Μποκώρος, Αιτωλία - Ακαρνανία, μνημεία – ήρωες - θρύλοι, τ.3, Αγρίνιο

1968-69. 8. Πρακτικά Α΄ Αρχαιολογικού - Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας, 21-

23 Οκτωβρίου 1988, έκδοση 1991. 9. W. Woodhouse, Aetolia, its topography, geography and antiquities, Oxford

1897. 10. περ. «Νέα Ακρόπολη». τ.1995. 11. Π.Λιβιτσάνος, Προϊστορική Αιτωλοακαρνανία και Ομηρικά Έπη, Αγρίνιο

2000. 12. Ελευθέριος Βάσσης, "Αιτωλία και Ακαρνανία. Παρ' αρχαίοις γη Κουρητία

Νικίππη Νίκωνον Ακαρνάνις", Αγρίνιο 2001 (Έκδοση του συγγραφέα). 13. Σουέρεφ Κώστας, "Μύθοι Αιτωλίας και Ακαρνανίας", Πρακτικά

Αρχαιολογικού Συνεδρίου. 14. Γιάννης Νεραντζής, "Προϊστορικές λατρείες Αιτωλών και Αγραίων",

Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, 2002.

142

143