28
ΠΕΡΙΓΡΑΥΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΤΗ ΣΗ ΑΝΑΚΡΙΣΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΙΑ Επιστημονική προσέγγιση του ανακριτικού έργου επί παραβίασης του άρθρου 372 Π.Κ. κόντζος Αθανάσιος,Προπτυχιακός φοιτητής Εξάμηνο πουδών: Γ’ εξάμηνο Αριθμός Μητρώου: 1340201000322 ΕΡΓΑΙΑ ΑΝΑΚΡΙΣΙΚΗ

Εργασία Ανακριτικής (PDF)

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

ΠΕΡΙΓΡΑΥΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΤΗ

ΣΗ

ΑΝΑΚΡΙΣΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΙΑ

Επιστημονική προσέγγιση του ανακριτικού έργου

επί παραβίασης του άρθρου 372 Π.Κ.

κόντζος Αθανάσιος,Προπτυχιακός φοιτητής

Εξάμηνο πουδών: Γ’ εξάμηνο

Αριθμός Μητρώου: 1340201000322

ΕΡΓΑΙΑ ΑΝΑΚΡΙΣΙΚΗ

Page 2: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

2

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ

Πρόλογο…………………………………………………………… σελ.3-4

Εισαγωγή……………………………………………………………. σελ.5-6

Ι. Αντικειμενική Τπόσταση…………………………………………….. σελ.5 ΙΙ. Τποκειμενική Τπόσταση…………………………………………….. σελ.6

Ι. Κεφάλαιο Πρώτο……………………………………………… σελ.7-15

Η ΕΞΑΚΡΙΒΩΗ ΣΗ ΣΑΤΣΟΣΗΣΑ ΣΟΤ ΔΡΑΣΗ Ι.Ι. Σα αποδεικτικά Μέσα……………………………………………... σελ. 7-8 Ι.ΙΙ. Σα πραγματικά περιστατικά……………………………………..... σελ. 8-9 Ι.ΙΙΙ. Η έννοια της ταυτότητας……………………………………….... σελ.9 Ι.ΙΙΙ.Ι Η εξακρίβωση της ταυτότητας………………………………….. σελ.9-10 Ι.ΙV. Η Δακτυλοσκοπική Μέθοδος……………………………………. σελ.10-11 Ι.V. Ανακύπτουσες δυσχέρειες………………………………………... σελ.11-12 Ι.VI. Η μέθοδος του ¨τρόπου του ενεργείν»…………………………... σελ.13-15

ΙΙ. Κεφάλαιο Δεύτερο………………………………………… σελ.16-21

ΟΙ ΕΝΔΕΙΞΕΙ ΚΑΙ Η ΕΚΣΙΜΗΗ ΣΟΤ ΙΙ.Ι. Οι τεχνικές ενδείξεις………………………………………...…... σελ.18-20 ΙΙ.ΙΙ. Προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων…………………………… σελ. 20-21

ΙΙΙ. Κεφάλαιο Σρίτο…………………………………………... σελ.22-25

Η ΜΑΡΣΤΡΙΚΗ ΚΑΣΑΘΕΗ ΙΙΙ.Ι. Δικονομικοί κανόνες της εξέτασης………………………....…… σελ.23 ΙΙΙ.ΙΙ. Ανακύπτουσες δυσχέρειες……………………………………... σελ.24-25

ΙV. ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΕΣΑΡΟ………………………………… σελ.26

ΤΜΠΕΡΑΜΑΣΑ ΚΑΙ ΕΚΣΙΜΗΕΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ……………………………………………………… σελ.27 ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ………………………………………………………... σελ.28

Page 3: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

3

ΠΡΟΛΟΓΟ Η Ανακριτική, ως κλάδος της εγκληματολογικής επιστήμης έχει ως αντικείμενό της την έρευνα,

τη συλλογή, τον έλεγχο και την ερμηνεία αποδεικτικού υλικού, σχετικά με τη διάπραξη ενός εγκλήματος και την αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη. Αποβλέπει δε στη διαμόρφωση-διατύπωση γενικών κανόνων και αρχών τέτοιας ποιότητας που σε συνδυασμό με τη συλλογή ικανοποιητικών στοιχείων να βοηθούν τον Έλληνα δικαστή στο σχηματισμό δικανικής πεποίθησης.

Κατά τον Κ.Γαρδίκα1 η Ανακριτική ως επιστημονικός κλάδος στηρίζεται στην ανεύρεση της ταυτότητας των δραστών αξιόποινης πράξης υπό το πρίσμα πάντοτε των επιστημονικών μεθόδων και δύναται να φθάσει ως το σημείο παρατήρησης, γνώσης και κατηγοριοποίησης του τρόπου εργασίας τους (modus operandi).Kατά ένα δεύτερο ορισμό, αυτή τη φορά από την πλευρά του Χρ.Γιώτη2 που τονίζει το στοιχείο της «πραγματικής αλήθειας»3 αλλά και της προσπάθειας των δικαστικών λειτουργών και εν γένει των οργάνων απονομής δικαιοσύνης, η Ανακριτική συνίσταται ως επιστήμη σε αυτήν ακριβώς την προσπάθεια ανεύρεσης της αλήθειας από τα αρμόδια δικαστικά και μη όργανα παράλληλα με την αποκάλυψη και την ερμηνεία των εγκληματικών στοιχείων.

Εκτιμώντας τους ορισμούς που κατά καιρούς διατυπώθηκαν από ερευνητές και διδασκάλους4της επιστήμης της Ανακριτικής μπορούμε να προσδιορίσουμε εναργέστερα τα αντικείμενα που ενδιαφέρουν την επιστημονική έρευνα του κλάδου, τους σκοπούς και τους στόχους που η Ανακριτική επιδιώκει καθώς επίσης και τις μεθόδους τις οποίες τείνει να ακολουθεί. Διαπιστώνουμε λοιπόν πως αντικείμενο της Ανακριτικής συνιστούν τόσο το πραγματικό στοιχείο του εγκλήματος5 όσο και τα επιμέρους προσωπικά στοιχεία που συντρέχουν αφενός στο πρόσωπο του υπό κρίση δράστη και αφετέρου στο όργανο ή όργανα που διενεργούν την ανάκριση. Διότι από την προσωπικότητα του δράστη, την ταυτότητά του, τον τρόπο ενέργειάς του (modus operandi) και αρκετούς παράγοντες ακόμα μπορούμε να σχηματίσουμε κάποια κρίση για την ενοχή του ενώ προσωπικά στοιχεία των ανακριτικών οργάνων όπως η απαραίτητη επιστημονική γνώση και η πείρα στο χώρο της ανάκρισης επηρεάζουν την εξασφάλιση του σκοπούμενου αποτελέσματος. κοποί δε της Ανακριτικής μπορούν και πρέπει να θεωρηθούν η ανάκριση με μία στενή-δικονομική έννοια του όρου καθώς επίσης και η καταπολέμηση του εγκλήματος η οποία εξασφαλίζεται μέσα από μία αποτελεσματική ποινική δίωξη. Ο δεύτερος αυτός σκοπός καθιστά την Ανακριτική ένα θετικό εγκληματολογικό κλάδο με μία άμεση και ουσιαστική συμβολή κατά της εγκληματικότητας. Οι μέθοδοί της παρουσιάζουν κοινά γνωρίσματα με όλους τους άλλους επιστημονικούς κλάδους που στρέφονται γύρω από πραγματικά φαινόμενα και συνίστανται κυρίως σε πειράματα, μετρήσεις, ανάλυση ατομικών περιπτώσεων, στη μελέτη δικαστικών πλανών και σε στατιστικές μεθόδους.

1Κ.Γαρδίκας,Εγκληματολογίαι,Σόμ.Α’,Αθήναι 1968, σ.94 ο κλάδος περιλαμβάνει: «Σο σύνολον των προς ανεύρεσιν των δραστών

εγκλημάτων επιστημονικών μεθόδων, ως και την γνώσιν του τρόπου της εργασίας των εγκληματιών των διαφόρων κατηγοριών.» 2 Φρ.Γιώτης,Ανακριτική,Αθήναι 1934 σ.12 «Η Ανακριτική διδάσκει τους κανόνας υπό της Υύσεως και της εν τη κοινωνία διαβιώσεως

των ανθρώπων απορρέοντας και διέποντας την προς αποκάλυψιν της αληθείας τείνουσαν προσπάθειαν του δικαστικού λειτουργού και

παντός εν γένει οργάνου της Δικαστικής Αστυνομίας, ως και τα προς αποκάλυψιν και διερμύνευσιν των ιχνών του εγκληματίου

χρησιμοποιητέας τεχνικάς μεθόδους.» 3 Η πραγματική αλήθεια αντιδιαστέλλεται με την δικονομική αλήθεια. Η απόδειξη (ενέργειες με σκοπό να διαγνωσθεί η αλήθεια) δεν

είναι δυνατόν να αποκαλύψει την πραγματική-ουσιαστική αλήθεια. Η κρίση όμως του δικαστή θα στηριχτεί στην αλήθεια που

αποκαλύπτεται μέσα από την απόδειξη, τη δικονομική δηλαδή αλήθεια. τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ. άκκουλα,2006,σελ.31 4Βλ. Γ. ταθέα,Εγχειρίδιο Ανακριτικής,Αθήναι 1973, σ.7 «το σύνολον των μεθόδων, δι’ων επιτυγχάνεται η διαλεύκανσις τελεσθέντος

εκλήματος (…ο τρόπος τελέσεως και η σχέσις τούτου προς ορισμένον πρόσωπον)» 5 Πραγματικό στοιχείο του εγκλήματος αποτελούν ο τόπος τέλεσης, το σώμα του εγκλήματος αν προκύπτει από τη φύση του

εγκλήματος, το μέσο που χρησιμοποιήθηκε και τα τυχόν ίχνη του δράστη. τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ. άκκουλα,2006,σελ.40

Page 4: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

4

Η Ανακριτική λοιπόν (Kriminalistik6 ) συνιστά επιστημονικό κλάδο με αυτοτελές αντικείμενο

έρευνας,επιστημονικούς στόχους και ερευνητικές μεθόδους. Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στη μελέτη και ανάλυση της ανακριτικής διαδικασίας επί

παραβίασης του άρθρου 372Π.Κ.,επί τετελεσμένης δηλαδή κλοπής.Θα παρατεθούν έγγραφα από τις Αστυνομικές Αρχές που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη υπόθεση και εν συνεχεία θα σχολιαστούν,προσφέροντας έτσι μία ολοκληρωμένη απόδοση της διαδικασίας που ακολουθείται σε περίπτωση τέλεσης αξιόποινης πράξης.τα πλαίσια ωστόσο του μαθήματος της Ανακριτικής θα εστιάσουμε στα αποδεικτικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την ποινική διαδικασία όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 178 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και στα τυχόν προβλήματα που παρουσιάστηκαν κατά την αξιολόγησή τους από τους εφαρμοστές των ποινικών νόμων με σκοπό τη δημιουργία ενός ασφαλούς συμπεράσματος.

Θα ακολουθήσει επίσης αναφορά και ανάλυση των ενδείξεων,τόσο των προσωπικών όσο και των πραγματικών που οδήγησαν στη διαπίστωση της διάπραξης του εγκλήματος καθώς επίσης και εξέταση των γεγονότων που διαδραμάτισαν εν γένει σημαντικό ρόλο στη διαπίστωση της διάπραξης του εγκλήματος και στην αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη.

ημαντική θα είναι για μία εναργέστερη παρουσίαση των κανόνων και των στόχων της ανακριτικής διαδικασίας η παρουσίαση των ανακριτικών μεθόδων που ακολουθήθηκαν από τα αρμόδια ανακριτικά όργανα καθώς επίσης και του τρόπου ενέργειας του υπό κρίση δράστη (Modus operandi).

Επειδή ωστόσο η Ανακριτική λόγο της φύσης της και του αντικειμένου της γειτνιάζει προς το Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο απαραίτητη κρίνεται μία σύντομη ανάλυση του εγκληματικού φαινομένου της κλοπής υπό το πρίσμα του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου.Η περιγραφή και οι προϋποθέσεις που τάσσει ο ποινικός νομοθέτης στο άρθρο 372Π.Κ. κρίνονται αναγκαίοι όροι ανάλυσης για τη μετέπειτα κατανόηση των δικονομικών-ανακριτικών διεργασιών καθότι το Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο αποτελεί τη βάση εκκίνησης της ποινικής διαδικασίας η οποία εν συνεχεία καθορίζεται από τους κανόνες του συγκεκριμένου τμήματος του ελληνικού δικονομικού δικαίου.

6Ο όρος Kriminalistik γεννήθηκε υπό την επίδραση του έργου του αυστριακού ανακριτή Hans Gross “Handbuch fϋr

Untersuchungsrichter als System der Kriminalistik” (Mόναχο,1893).Ο όρος Kriminalistik μεταφράστηκε εν συνεχεία στις πιο γνωστές

γλώσσες και επηρέασε και τον ίδιο τον Γιώτη ο οποίος απέδωσε τον όρο στα ελληνικά ως Ανακριτικη.ε χώρες ωστόσο όπως η Αγγλία,η

Ισπανία,η Ιταλία και η Γαλλία εμφανίστηκαν ισχυρότεροι όροι όπως Police Science,police technique ή police scientifique και polizia

scientifica ενώ στη Γερμανία παράλληλα με τον όρο Kriminalistik χρησημοποιούνταν και οι όροι Kriminaltaktik και Kriminaltechnik.

Ibidem σελ. 60 επ. την Ελλάδα χρησημοποιήθηκαν όροι όπως Αστυνομική Ανακριτική (Βλ. .Σσαούση,Αστυνομική

Ανακριτική,έκδ.β’,Αθήναι 1964),Επιστημονική Αστυνομία και Ανακριτική (Βλ. Δ.Καρανίκα,Εγκληματολογία,σελ.4,σελ.122 επ.) και

Εγκληματολογική Σεχνική,όρο τον οποίο χρησιμοποιούσε και ο Φωραφάς. (Βλ.Φωραφά,Γενικαί Αρχαί,σελ.6)

Page 5: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

5

ΕΙΑΓΩΓΗ Κλοπή είναι η αφαίρεση,από την κατοχή άλλου,ξένου,ολικά ή εν μέρει,κινητού πράγματος με

σκοπό παράνομης ιδιοποίησης.Ο παραπάνω ορισμός της κλοπής τυποποιείται στο άρθρο 372Π.Κ. και συνιστά το βασικό έγκλημα αυτής.Οι όροι πράγμα,κινητό,ξένο καθώς και η αφαίρεση αποτελούν αντικειμενικά στοιχεία και από κοινού απαρτίζουν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος.Αν ελλείπει έστω και ένα από αυτά,η διερεύνηση των υπολοίπων καθίσταται αυτομάτως περιττή.τη συνέχεια εξετάζεται η υποκειμενική υπόσταση δηλαδή ο σκοπός της παράνομης ιδιοποίησης καθώς επίσης και ο δόλος που πρέπει να επικαλύπτει τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης.

Ι.Αντικειμενική Τπόσταση

Ι.Ι.Η έννοια του πράγματος Πράγμα κατά το ποινικό δίκαιο συνιστά ένα ενσώματο αντικείμενο,αυθύπαρκτο και απρόσωπο,δεκτικό εξουσιάσεως από τον άνθρωπο7.Σην έννοια αυτή του πράγματος τη συνάγουμε κατά βάση από το αστικό δίκαιο σύμφωνα με την αρχή της ενότητας της έννομης τάξης8.Ψστόσο παρόλο που η έννοια του πράγματος στο ποινικό δίκαιο έχει πολλά κοινά με εκείνη του αστικού δικαίου δεν ταυτίζεται απόλυτα με αυτήν.Κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 372Π.Κ. ρητώς ορίζεται ότι οι διάφορες μορφές ενέργειας(ηλεκτρική,θερμική,κλπ.)αποτελούν κατά το ποινικό δίκαιο πράγματα.Διαπιστώνουμε λοιπόν πως η έννοια πράγμα του ποινικού δικαίου είναι ευρύτερη από εκείνη του αστικού δικαίου.Σην άποψη αυτή ακολουθεί και η νομολογία9. Ι.ΙΙ.Κινητό Κινητό κατά την έννοια του άρθρου 372Π.Κ. είναι κάθε πράγμα που μπορεί να μετακινηθεί,έστω και με απόσπασή του από ένα ακίνητο,δηλαδή αδιαφόρως του αν κατά το αστικό δίκαιο είναι συστατικό ακινήτου10.Κατά ταύτα η έννοια του πράγματος είναι καθαρά ποινική και δεν εξαρτάται από την αντίστοιχη του αστικού δικαίου. Ι.ΙΙΙ.Ξένο Ξένο είναι πράγμα που ανήκει κατά κυριότητα σε άλλον σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού δικαίου(εμπράγματο δίκαιο)11. Δεν είναι συνεπώς ξένα τα αδέσποτα πράγματα (βλ.1075Α.Κ. για απόκτηση κυριότητας επί αδεσπότων)ενώ αντιθέτως είναι τα απολωλότα και τα πράγματα που μεταβιβάζονται στο πλαίσιο ανήθικης ενοχικής δικαιοπραξίας. Ι.ΙV.Αφαίρεση Αφαίρεση αποτελεί η κατάλυση της ξένης κατοχής που υφίσταται στο κινητό πράγμα και η θεμελίωση νέας κατοχής από το δράστη12.Η αφαίρεση νοείται ως προσβολή της πραγματικής εξουσίας του κατόχου επί του πράγματος καθώς επίσης και της βούλησης εξουσιάσεώς του13.

7Πρβλ. τον ορισμό του άρθρου 947παρ.1 Α.Κ.,όπως αυτός συμπληρώνεται από τη θεωρία Απ.Γεωργιάδης,Εμπράγματο

Δίκαιο,Εκδ.άκκουλα 2006,σελ.78

8Φ.Μυλωνόπουλος,Ειδικό Ποινικό Δίκαιο-Σα εγκλήματα κατά της περιουσίας και της ιδιοκτησίας,Εκδ.Π.Ν.άκκουλας Δίκαιο και

Οικονομία,Αθήνα 2006,σελ.5 9ΑΠ1558/1992,ΠΦ ΜΒ/1057,πρβλ.ΑΠ602/2003,ΠοινΛογ 2003/620,ΑΠ1678/1999,ΠοινΔικ 2000/220 10ΑΠ104/1978,ΑΠ54/1973 11ΑΠ760/1974,ΑΠ6/1979,ΑΠ671/1984,ΑΠ1088/1995,ΠλημμΔράμας11/1992,Φ.Μυλωνόπουλος,Ειδικό Ποινικό Δίκαιο-Σα εγκλήματα

κατά της περιουσίας και της ιδιοκτησίας,Εκδ.Π.Ν.άκκουλας Δίκαιο και Οικονομία,Αθήνα 2006,σελ18 12ΑΠ963/2002,ΑΠ164/2001,ΑΠ650/2001,ΑΠ1277/1990 13Φ.Μυλωνόπουλος,Ειδικό Ποινικό Δίκαιο-Σα εγκλήματα κατά της περιουσίας και της ιδιοκτησίας,Εκδ.Π.Ν.άκκουλας Δίκαιο και

Οικονομία,Αθήνα 2006,σελ.46

Page 6: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

6

ΙΙ.Τποκειμενική Τπόσταση ΙΙ.I.Δόλος Ο νόμος δεν απαιτεί κάποια ειδική μορφή δόλου ως προς τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης της κλοπής συνεπώς αρκεί κάθε είδος δόλου(αρκούντος και του ενδεχομένου) κατά τις γενικές επιταγές των διατάξεων 18,26 παρ.1 εδ.β’,27 Π.Κ. Αντίθετα από τις επιταγές της νομολογίας επομένως δεν απαιτείται «γνώση» του δράστη ότι το αφαιρούμενο πράγμα βρίσκεται στην κατοχή άλλου γιατί έτσι δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι απαιτείται δόλος τουλάχιστον β’ βαθμού. (βλ. σχετικά αποφάσεις που απαιτούν «γνώση» του δράστη ΑΠ 595/1989,ΑΠ548/1984 ΙΙ.II.κοπός παράνομης ιδιοποίησης Η κλοπή είναι έγκλημα σκοπού,έγκλημα δηλαδή με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση ή άλλως κόλουρο έγκλημα αποτελέσματος.Για να στοιχειοθετηθεί κλοπή πρέπει η αφαίρεση να γίνεται με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης ο οποίος αποτελεί ένα υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου,ένα αξιολογικό στοιχείο που μαζί με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόσταστης συνθεμελιώνει το άδικο της κλοπής. κοπός παράνομης ιδιοποίησης ειδικότερα είναι ο σκοπός του δράστη να ενσωματώσει,έστω και για ορισμένο χρονικό διάστημα,το πράγμα στην περιουσία του,αποδεχόμενος τον οριστικό αποκλεισμό του κυρίου από αυτό14. ύμφωνα με τη νομολογία ο σκοπός αυτός αποτελεί σκοπό του δράστη να έχει χωρίς δικαίωμα και οριστικά το ράγμα ως ιδιοκτησία του,δηλαδή να το ενσωματώσει στην περιουσία του και να το διαθέτει ως κύριος15. Αντικείμενο της σκοπούμενης ιδιοποίησης είναι κατά τη θεωρία της υποστάσεως16 (Substanzttheorie) το ίδιο το πράγμα κατά τη φυσική υπόσταση αυτού.Σα κενά ωστόσο της θεωρίας της υποστάσεως καλύπτει η θεωρία της αξίας του πράγματος17 (Sachwerttheorie) κατά την οποία αντικείμενο της ιδιοποίησης είναι η αξία που ενσωματώνει το πράγμα.Κρατούσα δε θεωρείται στις μέρες μας η ενωτική θεωρία18 σύμφωνα με την οποία αντικείμενο είναι τόσο το ίδιο το πράγμα όσο και η αξία που αυτό ενσωματώνει.

14Φ.Μυλωνόπουλος,Ειδικό Ποινικό Δίκαιο-Σα εγκλήματα κατά της περιουσίας και της ιδιοκτησίας,Εκδ.Π.Ν.άκκουλας Δίκαιο και

Οικονομία,Αθήνα 2006,σελ.60 15ΑΠ595/1989,ΑΠ445/1988,ΑΠ548/84 ο ορισμός αυτός ωστόσο κρίνεται ανεπαρκής καθώς αποδίδει μεν κατά βάση την ουσία του

πράγματος όχι όμως επακριβώς διότι ο σκοπός παράνομης ιδιοποίησης συντρέχει και όταν ο δράστης επιδιώκει πρόσκαιρη ενσωμάτωση

του πράγματος στην περιουσία του με ταυτόχρονη οριστική αποστέρησή του από τον κύριο 16Αποδείχθηκε ανεπαρκής η θεωρία από πλευρά αντεγκληματικής πολιτικής.Κατά τη θεωρία της υποστάσεως δεν έχει σκοπό παράνομης

ιδιοποίησης εκείνος που αφαιρεί π.χ. ατμό ή ζεστό αέρα με σκοπό να τον επιστρέψει κρύο,αφού δηλαδή εξάντλησε τη χρησιμότητά του ή

όποιος αφαιρεί έγγραφα δηλωτικά αξίας με σκοπό να τα επιστρέψει αφού τα χρησιμοποιήσει,διότι δεν επιδιώκει να ενσωματώσει στην

περιουσία του τα πράγματα κατά την υλική τους υπόσταση,βλ. σχετικά Binding,Lehrbuch Σόμ.Ι,σελ.264 17Και η θεωρία αυτή αποδείχθηκε ανεπαρκής από πλευρά αντεγκληματικής πολιτική αλλά και επειδή παραβλέπει ότι η κλοπή προσβάλει

την ιδιοκτησία και δεν είναι έγκλημα πλουτισμού.ύμφωνα με τη θεωρία της αξίας του πράγματος δεν υπάρχει παράνομη ιδιοποίηση όταν

το πράγμα στερείται οικονομικής αξίας καθώς και όταν ο δράστης αδιαφορεί για την οικονομική αξία του πράγματος αλλά το χρησιμοποιεί

κατά τρόπο ξένο προς τον οικονομικό του προορισμό. 18.Tην ενωτική θεωρία αποδέχονται και οι Φωραφάς,Ανδρουλάκης,πινέλλης και άλλοι καθώς επίσης και το Ακυρωτικό μας,βλ. σχετικά

ΑΠ41/195

Page 7: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

7

ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΠΡΩΣΟ

Η ΕΞΑΚΡΙΒΩΗ ΣΗ ΣΑΤΣΟΣΗΣΑ ΣΟΤ ΔΡΑΣΗ

Ι.Ι.ΣΑ ΑΠΟΔΕΙΚΣΙΚΑ ΜΕΑ κοπός της ανάκρισης όπως εξάλλου αναφέρθηκε και στον Πρόλογο είναι η έρευνα,η συλλογή,η

ερμηνεία και η αξιολόγηση όλων των στοιχείων που δύνανται να στηρίξουν την όλη δικονομική διαδικασία της απόδειξης όπως άλλωστε ορίζει και το άρθρο 239 παρ.1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.Ο Έλληνας νομοθέτης κατηγοριοποίησε τις αποδείξεις,αυτά δηλαδή τα στοιχεία που εξυπηρετούν την ανεύρεση της αλήθειας κατά την δικονομική διαδικασία και ονόμασε αυτές τις κατηγορίες που προέκυψαν αποδεικτικά μέσα19.Η ανακριτική διαδικασία οφείλει πάντοτε να αναζητά και να εξασφαλίζει τα αποδεικτικά μέσα.

Η αποδοχή,η εγκυρότητα και πρωτίστως η αξιοπιστία των αποδεικτικών μέσων καθορίζεται άμεσα από ορισμένα φυσικά αλλά και νομικά χαρακτηριστικά των οποίων η συνδρομή επηρεάζει τη φύση του εκάστοτε αποδεικτικού μέσου.

Υυσικά χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν τις τυχόν εκφάνσεις ενός αποδεικτικού μέσου είναι κυρίως η σοβαρότητά του.Με τον όρο σοβαρότητα νοείται το κύρος του αποδεικτικού μέσου,το πόσο δηλαδή γίνεται αυτό δεκτό στη σύγχρονη εποχή από ειδικούς μελετητές και επιστήμονες.Αν το υπό κρίση αποδεικτικό μέσο γίνεται δεκτό από έναν επιστημονικό κύκλο ο οποίος μέσω των πορισμάτων της συγκεκριμένης επιστήμης τάσσεται υπέρ του κύρους του τότε μπορούμε να πούμε πως το αποδεικτικό αυτό μέσο διέπεται από σοβαρότητα.Άλλωστε για να γίνουν δεκτά τα αποδεικτικά μέσα στην ποινική διαδικασία πρέπει να ερμηνεύονται ή καλλίτερα να δύναναται να ερμηνευθούν από τις επιστημονικές γνώσεις της εποχής20. Αυτονόητο ότι τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να έχουν την ικανότητα αυτά καθεαυτά να αποδείξουν το συγκεκριμένο γεγονός.

Ο νομοθέτης κρίνει επίσης ποιες ιδιότητες και καταστάσεις πρέπει ή δεν πρέπει να έχουν τα αποδεικτικά μέσα ούτως ώστε να αποκτούν νομική αξία στα πλαίσια της ποινικής διαδικασίας.Σα χαρακτηριστικά αυτά συνιστούν τα λεγόμενα νομικά χαρακτηριστικά των αποδεικτικών μέσων21.Νομικά χαρακτηριστικά θεωρούνται μεταξύ άλλων η γνησιότητά τους (σε αποδεικτικά μέσα όπως μαγνητοταινίες,έγγραφα κλπ.),η ειλικρίνεια (επί μαρτυρικών καταθέσεων) κ.ά.

ύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 178 Κ.Π.Δ κυριότερα αποδεικτικά μέσα στην ποινική διαδικασία είναι οι ενδείξεις,η αυτοψία,η πραγματογνωμοσύνη,η ομολογία του κατηγορουμένου,οι μάρτυρες και τα έγγραφα.πως προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου η απαρίθμηση είναι ενδεικτική .Αυτό σημαίνει πως όποιο στοιχείο προκύψει που δεν αναφέρεται στο λεκτικό πλαίσιο της διατύπωσης του άρθρου 178 Κ.Π.Δ. και διαθέτει παρόλα αυτά φυσικά αλλα και νομικά χαρακτηριστικά που το καθιστούν έγκυρο,αξιόπιστο και αποδεκτό στοιχείο,μπορεί να ληφθεί υπόψιν και να εκτιμηθεί κατά την ανάκριση του εγκλήματος.

19 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.148 20 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ. άκκουλα,2006,σελ.148

Page 8: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

8

Αφού αναφέρθηκαν ορισμένα χαρακτηριστικά των αποδεικτικών στοιχείων κρίνεται σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφερθούν και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης η οποία θα μας απασχολήσει.Μέσα από τη μελέτη των πραγματικών περιστατικών θα αναζητήσουμε εκείνα τα αποδεικτικά μέσα τα οποία θα αξιοποιηθούν μετέπειτα σε όλη την πορεία της ποινικής διαδικασίας.το κεφάλαιο αυτό ωστόσο θα αναλυθούν οι ενδείξεις και εν γένει αποδεικτικά στοιχεία που ενδέχεται να οδηγήσουν στην εξακρίβωση της ταυτότητας του δράστη (ενδείξεις προσωπικές και πραγματικές,modus operandi,αποδεικτικά μέσα).Οι μαρτυρικές καταθέσεις και οι τυχόν δυσκολίες των εφαρμοστών των ποινικών νόμων σχετικά με αυτές θα μας απασχολήσουν σε επόμενο κεφάλαιο.

Ι.ΙΙ ΣΑ ΠΡΑΓΜΑΣΙΚΑ ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΑ ύμφωνα με τη δικογραφία που μεταβιβάστηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών από τον Διοικητή του Α’ Σμήματος Ασφάλειας Περιστερίου για την άσκηση ποινικής δίωξης εις βάρος των δραστών προκύπτουν τα εξής21: «Τποβάλλουμε σχηματισθείσα δικογραφία κατ’αγνώστων δραστών κατηγορουμένων για παράβαση του άρθρου 372Π.Κ. Κλοπή,πράξη που έλαβε χώρα την 5/7/2010 και ώρα 14.00 επί της οδού …………….. 42 στο Περιστέρι Αττικής,σε βάρος του ……………… ,ιδιοκτήτη του καταστήματος με την επωνυμία ……………. Ασχολούμενο με την πώληση και συντήρηση ηλεκτρονικών συσκευών.Παρακαλούμε για τα κατά Νόμον. ΕΙΔΙΚΟΣΕΡΑ Σην 14.00 ώρα της 5/7/2010 άγνωστοι άνδρες,δύο τον αριθμόν,εισήλθαν εντός του καταστήματος από την κεντρική είσοδο προσποιούμενοι πελάτες του καταστήματος.Εις εξ αυτών Α) φορώντας μαύρη μπλούζα με κοντό μανίκι,ψηλός,ηλικίας 25-30 ετών απασχολούσε με ερωτήσεις το προσωπικό του καταστήματος σχετικά με τα προγράμματα που το τελευταίο προσφέρει ενώ ένας έτερος άγνωστος άνδρας Β),φορώντας κόκκινη μπλούζα με κοντό μανίκι,ψηλός,με σιτόχρουν πρόσωπο,αδύνατος,κρατών στο αριστερό χέρι μαύρο κράνος μηχανής,αφού έβγαλε το καλώδιο που συνδέει το κινητό τηλέφωνο μάρκας Sony Ericson Aino Black αξίας συνολικής χρηματικής 289 Ευρώ με αποτέλεσμα να χτυπήσει ο συναγερμός,ανέμενε τη λήξη αυτού και εν συνεχεία το αφήρεσε.Ο Α) αντιλαμβανόμενος την ενέργεια του Β) ακολούθησε αυτόν εκτός του καταστήματος όπου και απεχώρησαν με τη χρήση μοτοποδηλάτου.Σο περιστατικό καταγράφηκε από κλειστό κύκλωμα τηλεοράσεως τοποθετημένο εντός του καταστήματος. Από τις μέχρι τώρα αναζητήσεις μας δεν κατέστη δυνατή η ανακάλυψη του αγνώστου δράστη,οι έρευνες συνεχίζονται και σε θετικό αποτέλεσμα θα σας αναφέρουμε. Παρακαλούμε για την άσκηση της ποινικής δίωξης.»

21Οι προσωπικές πληροφορίες που αφορούν ποινικές διώξεις ή καταδίκες αποτελούν «ευαίσθητα δεδομένα» σύμφωνα με το άρθρο 2(β)

του Ν.2472/1997,των οποίων η χρήση απαγορεύεται σύμφωνα με το άρθρο 7(1) του Ν.2472/1997.Η απαγόρευση των ευαίσθητων

δεδομένων προβλέπεται και από το άρθρο 8 της Οδηγίας 95/46 ενώ,σύμφωνα με το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής ύμβασης Προσωπικών

Δεδομένων η χρήση τέτοιων πληροφοριών δεν επιτρέπεται αν δεν παρέχονται ειδικές νομικές εγγυήσεις (...may not be processed

automatically unless domestic law provides appropriate safeguards).Δεν αναγράφονται επομένως στο κείμενο της δικογραφίας δεδομένα

που ενδεχομένως δημιουργούν υπόνοια για την ταυτότητα του δράστη ή του θύματος.

Page 9: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

9

Σα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποτελούν το κέντρο γύρω από το οποίο θα στραφούν οι έρευνες για την αναζήτηση των αποδεικτικών στοιχείων.το κεφάλαιο αυτό θα ακολουθήσει μία αναφορά σε εκείνα ακριβώς τα αποδεικτικά στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν στην ανακάλυψη της ταυτότητας των δραστών ενώ παράλληλα τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία και οι ανακριτικές μέθοδοι που οδηγούν σε αυτά θα αναλύονται με σκοπό να επισημανθεί η εγκυρότητά τους και τα τυχόν προβλήματα που ανακύπτουν.υνετό και σκόπιμο θα ήταν ωστόσο να οριστεί πρώτα η έννοια της «ταυτότητας».

Ι.ΙΙΙ Η ΕΝΝΟΙΑ ΣΗ ΣΑΤΣΟΣΗΣΑ Ψς ταυτότητα νοείται το σύνολο των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που προσδιορίζουν την προσωπικότητα του κάθε ατόμου και οδηγούν στη σύνθεση μίας ιδιαίτερης ατομικότητας η οποία διαφοροποιεί τον κάθε άνθρωπο από τους λοιπούς ανθρώπους22. Η έννοια της ταυτότητας διακρίνεται σε φυσική και νομική.Η μεν πρώτη συμπεριλαμβάνει ανθρωπολογικά και βιολογικά στοιχεία(ύψος,βάρος,ηλικία κ.ά.) ενώ η δεύτερη νομικές ιδιότητες ή καταστάσεις του ατόμου που τον διαφοροποιούν από τα λοιπά υποκείμενα δικαίου (όνομα,κατοικία,ιθαγένεια κ.ά.).ε κάθε περίπτωση η εξακρίβωση κάποιας από τις δύο πτυχές της ταυτότητας ενός ατόμου μπορεί κάλλιστα και σχετικά εύκολα να οδηγήσει στην εξακρίβωση και της δεύτερης.το πεδίο της Ανακριτικής έρευνας ωστόσο η φυσική ταυτότητα έχει τα πρωτεία και στη συνέχεια επιχειρείται προσδιορισμός και της νομικής ταυτότητας καθότι η δεύτερη προϋποθέτει σχεδόν πάντα εξακριβωμένη φυσική ταυτότητα

Ι.ΙΙΙ.Ι ΕΞΑΚΡΙΒΩΗ ΣΗ ΣΑΤΣΟΣΗΣΑ Σο ανακριτικό έργο ξεκινά με την προσπάθεια εξακρίβωσης της ταυτότητας του δράστη.το σημείο αυτό η επιστήμη στο σύνολό της στέκεται αρωγός του υπό περιπτώσεις δύσκολου αυτού έργου.Κατά καιρούς παρουσιάστηκαν ποικίλες μέθοδοι εξακρίβωσης (βλ.στιγματισμός των εγκληματιών,ανθρωπομετρική μέθοδος,φωτογραφική μέθοδος23) οι οποίες ωστόσο σταδιακά εγκαταλείφτηκαν λόγω αφενός των αδυναμιών που χαρακτήριζαν τα αποτελέσματά τους αλλά και την υλοποίησή τους και αφετέρου λόγω της διαρκούς εξέλιξης των επιστημών που προσέφερε νέες,βελτιωμένες και σαφώς εγκυρότερες μεθόδους.

22 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.159 επ.

23 τιγματισμός των εγκληματιών:Κατά το παρελθόν οι σωματικές ποινές χρησίμευαν και για την αναγνώριση της υποτροπής του

εγκληματία όπως: ρινότμητοι στο Βυζάντιο για σεξουαλικά εγκλήματα, κοπή μύτης για ληστεία στη Γερμανία, κλπ. Παράλληλα,ο

στιγματισμός του υποκειμένου προσέδιδε σ’αυτό την μορφή της ατιμίας.τιγματισμός όχι μόνο εγκληματία,αλλά και δραπετών,δούλων,

αιχμαλώτων και αυτόμολων.O βιολογικός στιγματισμός του εγκληματία έδωσε μια πρόχειρη μέθοδο για εξακρίβωση της ταυτότητας του

εγκληματία μέχρι να καταργηθεί τον 19ο αι. Υωτογραφική μέθοδος:Aρχισε να χρησιμοποιείται από την Αστυνομία των Παρισίων το

1841 και των Βρυξελλών το 1843.Αποδίδεται στον Alphonse Bertillon: ανακάλυψη τρόπου σταθερής φωτογράφησης (πάντα από την ίδια

απόσταση και ίδια στάση και ίδιο φωτισμό).Λήψη 3 φωτογραφιών: κατά μέτωπο (enface), κατάκατατομή (profil) και κατά τα 2/3. Ψστόσο,

περιορισμένης πρακτικής αξίας λόγω προβλημάτων σε περιπτώσεις : α)ομοιότητας φυσιογνωμίας, β) φυσιολογικής μεταβολής

χαρακτηριστικών λόγω παρόδου του χρόνου γ) σκόπιμης αλλαγής της εμφάνισης. Η σύγκριση φωτογραφιών πρέπει να στηρίζεται σε

μετρήσεις κατά την περιγραφική μέθοδο, που απαιτεί η φωτογράφηση να έχει γίνει κάτω από τις ίδιες συνθήκες.Σο σύστημα Bertillon

άρχισε να εφαρμόζεται εκτεταμένα από το 1893. Ανθρωπομετρική μέθοδος (δικαστική ανθρωπομετρία): Η πατρότητα της

ανθρωπομετρίας ανήκει στον Βέλγο AdolpheQuétélet(1871) αλλά δεν σκέφθηκε να τη χρησιμοποιήσει για τη δίωξη εγκλημάτων. Η

παρισινή αστυνομία πήρε τη μέθοδο αυτή και την εφάρμοσε όπως την επινόησε ο Bertillon (bertillonage) και o ίδιος χαρακτηρίστηκε

θεμελιωτής της επιστημονικής αστυνομίας.

Page 10: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

10 Η δακτυλοσκοπική μέθοδος εν προκειμένω καθώς επίσης και η μέθοδος του «τρόπου του

ενεργείν» (modus operandi) του δράστη θα προσφέρουν πολύτιμα συμπεράσματα για την ταυτότητα των δραστών και θα οδηγήσουν ενδεχομένως στην εξακρίβωσή της.

Ι.ΙV H ΔΑΚΣΤΛΟΚΟΠΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟ

Η δακτυλοσκοπική μέθοδος,μία μέθοδος εξακρίβωσης της ταυτότητας του δράστη στηρίζεται στις αρχές και στα συμπεράσματα της παλαμοδακτυλοσκοπίας,κλάδου της ανθρωπολογίας που εστιάζει στη μελέτη της μορφολογίας των σχηματισμών που παρατηρούνται στο δέρμα των παλαμών,των πελμάτων και των δακτύλων24. Δακτυλοσκοπία ή δακτυλοσκοπική ονομάζουμε την ειδική μέθοδο καθορισμού της φυσικής ταυτότητας του δράστη βάσει των δακτυλικών αποτυπωμάτων του(fingerprint identification,dactyloscopie).Η εγκυρότητα της δακτυλοσκοπικής μεθόδου οφείλεται κυρίως σε τρεις ιδιαιτερότητες των δακτυλικών αποτυπωμάτων,σε ένα τρίπτυχο θα λέγαμε ιδιοτήτων το οποίο έχει επαληθεφθεί επιστημονικώς:στο αμετάβλητο,αναλλοίωτο και ανόμοιο αυτών25. Η ιδιότητα του αμεταβλήτου συνίσταται στο ότι από τον τέταρτο μήνα της ενδομήτριας κύησης και καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου μέχρι και μετά τη μετα θάνατο τέλεια αποσύνθεση,οι θηλοειδείς γραμμές των δακτύλων του παραμένουν αμετάβλητες.Η ιδιότητα του αναλλοίωτου σημαίνει ότι οι γραμμές αυτές παραμένουν ίδιες ακόμα κι αν καταστραφεί η επιδερμίδα του δακτύλου.Μόνο σε περίπτωση καταστροφής της βαθύτερης βλαστικής στιβάδας (π.χ. έγκαυμα τρίτου βαθμού) οι γραμμές αυτές αλλοιώνονται.Σέλος,η ιδιότητα του ανομοίου σημαίνει ότι τα σχήματα των θηλοειδών γραμμών,τα χαρακτηριστικά τους και η θέση τους είναι διαφορετικά σε κάθε άνθρωπο και ποτέ δε σημειώθηκε περίπτωση ταύτισης αποτυπωμάτων σε δύο άτομα κι αν αυτά είναι διζυγωτικοί δίδυμοι ή απλά συγγενείς.Ακόμα και στο ίδιο το άτομο δεν είναι δυνατόν να βρεθεί δακτυλικό αποτύπωμα που να ταυτίζεται με κάποιο άλλο.Σα δακτυλικά λοιπόν αποτυπώματα αποτελούν τρόπο τινά μία «φυσική υπογραφή»26 της μοναδικότητας κάθε ατόμου πρωτίστως λόγω της ιδιότητας του ανομοίου.

Η δακτυλοσκοπική μέθοδος μπορεί εν προκειμένω να προσφέρει πολύτιμο έργο στην εξακρίβωση της ταυτότητας.πως άλλωστε προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της δικογραφίας,οι δράστες και σίγουρα εις εξ αυτών,ο Β) άγγιξε έστω και για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το καλώδιο σύνδεσης του κινητού τηλεφώνου με το ειδικό αντικλεπτικό σύστημα που υπάρχει πλέον σε κάθε αντίστοιχο κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών συσκευών.Παρά το γεγονός ότι το κινητό τηλέφωνο κλάπηκε,το καλώδιο σύνδεσης αυτού παρέμενε ενδεχομένως στον τόπο του εγκλήματος,εφόσον δεν προκύπτει κάτι αντίθετο από τη δικογραφία (βλ. παραπάνω «αφού έβγαλε το καλώδιο που συνδέει το κινητό τηλέφωνο»).Σα δακτυλικά αποτυπώματα ωστόσο σχηματίζονται όταν οι δερματικές ακρολοφίες έλθουν σε επαφή με κάποια επιφάνεια (σχετικά λεία) όπου και αφήνουν σε αυτήν το αντίστοιχο αποτύπωμα,τον ιδρώτα δηλαδή που προκαλείται από την επαφή.27

24 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.175 25Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή

2005,σελ.58-59 26Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή

2005,σελ.59 . Αξιοσημείωτη και η προσφορά του Galton που πρώτος συστηματοποίησε τη μέθοδο και έκανε λόγο για αρχειοθέτηση των

δακτυλικών αποτυπωμάτων η οποία παράλληλα με τις τρεις ιδιότητές τους θα μπορούσε να έχει σημαντικά αποτελέσματα

εγκληματολογικής πολιτικής. 27 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.184 , Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’

έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.62

Page 11: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

11

Κατ’επέκταση η φύση της επιφάνειας (καλώδιο) ενδέχεται να δυσχεραίνει την αποτύπωση επί αυτής δακτυλικών αποτυπωμάτων για πραγματικούς λόγους τους οποίους θα αναλύσουμε στις δυσχέρειες της συγκεκριμένης μεθόδου.Δακτυλικά αποτυπώματα δύναται να σχηματίστηκαν και στην κεντρική είσοδο του καταστήματος.Οι δράστες εισήλθαν στο κατάστημα από την κεντρική είσοδο,αφού δηλαδή προσποιούμενοι τους πελάτες άνοιξαν (άρα ήρθαν σε επαφή) ιδίοις χερσί την κεντρική πόρτα αυτού.τη δεύτερη αυτή περίπτωση ενδεχομένως να σχηματίστηκαν δακτυλικά αποτυπώματα και των δύο δραστών σε αντίθεση με την πρώτη όπου μόνο ο ένας ήταν πρωταγωνιστής.Η επιφάνεια εξάλλου αλλά και τα υλικά κατασκευής μίας πόρτας,όταν πρόκειται δε για κατάστημα(γυαλί,σιδερένια πόμολα κλπ.) ευνοούν το σχηματισμό αποτυπωμάτων.Δεν αποκλείεται ωστόσο οι δράστες να ήρθαν σε επαφή και με άλλα αντικείμενα και επιφάνειες εντός του καταστήματος ενώ αξίζει να σημειωθεί πως κανείς από τους δύο δε φαίνεται να προστάτευε τις θηλοειδείς γραμμές των δακτύλων του με λ.χ. γάντια ή οτιδήποτε άλλο.

Ι.V. ΑΝΑΚΤΠΣΟΤΕ ΔΤΦΕΡΕΙΕ Σα αποτελέσματα της δακτυλοσκοπικής μεθόδου εξαρτώνται άμεσα από την ποιότητα των λανθανόντων αποτυπωμάτων28.Σα αόρατα ή λανθάνοντα αποτυπώματα δεν διακρίνονται από το ανθρώπινο μάτι,υπάρχουν ωστόσο,η αναζήτηση και η συλλογή τους δε είναι επίπονη και εξαιρετικά δύσκολη29. πως αναφέρθηκε παραπάνω τα αποτυπώματα σχηματίζονται από τον ιδρώτα που βγαίνει από τους πόρους των θηλοειδών γραμμών.Ψς εκ τούτου το είδος και η ποσότητα του ιδρώτα επηρεάζουν και το κύρος των αποτυπωμάτων.Η μη ομαλή δε λειτουργία των πόρων του δέρματος συνεπάγεται και την αλλοίωση των αποτυπωμάτων ή την παραγωγή αποτυπωμάτων μόνο σε εκείνη την έκταση που η επαφή πραγματοποιήθηκε ανεμπόδιστα30. Επίσης η ψυχολογική κατάσταση του υπό κρίση καθώς επίσης και η διάρκεια της επαφής με την επιφάνεια επιδρούν στο σχηματισμό του αποτυπώματος και επηρεάζουν την ποιότητα αυτού.Είναι λογικό επομένως η ταραχή και το άγχος (ψυχολογικός παράγοντας) των δραστών τη συγκεκριμένη στιγμή καθώς επίσης και η σκέψη τους να μην έρχονται σε επαφή με επιφάνειες εντός του καταστήματος (πραγματικός παράγοντας) να επηρεάσουν αρνητικά τη δημιουργία αποτυπωμάτων και να δυσχεράνουν σημαντικά το έργο των ανακριτικών αρχών. Η διατήρηση ανέπαφης της επιφάνειας επίσης αλλά και ο χρόνος που μεσολάβησε από την επαφή με την επιφάνεια παίζουν καθοριστικό ρόλο.Εν προκειμένω η φύλαξη του καλωδίου με σκοπό να μην προκληθούν εξαλείψεις και αλλοιώσεις των ιχνών που ενδεχομένως να άφησε ο δράστης ήταν πρωταρχικής σημασίας παράγοντας για την αναζήτηση της ταυτότητας του τελευταίου.Η ποιότητα επιπλέον των δακτυλικών αποτυπωμάτων «φαίνεται να είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογη του χρόνου που μεσολαβεί από την αποτύπωση μέχρι την ανεύρεσή τους»31.Επιπλέον σύμφωνα με πορίσματα ερευνών τα λανθάνοντα αποτυπώματα σπανίως οδηγούν στην εξιχνίαση της ταυτότητας του δράστη,γεγονός που αποδεικνύει ο μικρός αριθμός περιπτώσεων ταυτοποήσης του δράστη μέσω λανθανόντων αποτυπωμάτων.

28Ι.Γιαννακούρη,Λανθάνοντα αποτυπώματα και εξιχνίαση εγκλημάτων,Αστι.Επιθ. , Αύγουστος/επτέμβριος 2000 σελ.512 επ.

29 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.185, Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της

Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.62 30Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή

2005,σελ.62 31Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή

2005,σελ.63

Page 12: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

12

Επιπροσθέτως,τα δακτυλικά αποτυπώματα,ως μία «φυσική υπογραφή» του δράστη δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από μία ένδειξη του ότι ο υπό κρίση «πέρασε32» από τον τόπο του εγκλήματος και όχι απαραίτητα ότι διέπραξε και το έγκλημα.Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα σε «ύποπτα» δακτυλικά αποτυπώματα και «δικαιολογημένως θιξάντων33»,δηλαδή όσων βρέθηκε δακτυλικό αποτύπωμα στον τόπο του εγκλήματος,γεγονός όμως εύλογο λόγω της ιδιότητάς τους(π.χ. υπάλληλος καταστήματος,συγγενής του θύματος κ.ά.)Ψστόσο ούτε κάποια αρνητική απόδειξη μπορεί να συναχθεί από το γεγονός και μόνο ότι στον τόπο του εγκλήματος δε βρέθηκαν αποτυπώματα του υπό κρίση δράστη34.

τη συγκεκριμένη περίπτωση κλοπής φαίνεται ότι τα ανακριτικά όργανα θα συναντήσουν τις περισσότερες από τις δυσχέρειες που ανακύπτουν αναφορικά με τη δακτυλοσκοπική μέθοδο.Ο τόπος του εγκλήματος είναι εκ φύσεως τέτοιος (κατάστημα) όπου καθημερινώς σχηματίζονται αναρίθμητα δακτυλικά αποτυπώματα.Ακόμα και σε περίπτωση που απομονωθούν τα δακτυλικά αποτυπώματα των υπαλλήλων είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατον να αναλυθούν εκείνα των πελατών της συγκεκριμένης ημέρας και να προκύψουν εκείνα των δραστών.Γεγονός ανασταλτικό για την αναζήτηση των αποτυπωμάτων αποτελεί επίσης και η φύση του αντικειμένου που κατεξοχήν ήρθε σε επαφή ο δράστης Β).Σο καλώδιο ως υλικό αντικείμενο είναι εκ φύσεως επιφάνεια όπου δύσκολα μπορεί να σχηματιστεί και εν συνεχεία να συλλεχτεί δακτυλικό αποτύπωμα.Εάν δε δεν υπήρχε πρόνοια προστασίας του σε ειδικό περιβάλλον και άμεση συλλογή και επεξεργασία από την Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι η εξιχνίαση της ταυτότητας του δράστη μέσω των αποτυπωμάτων του θα καθίσταται αδύνατη.

Από δικονομική άποψη τα δακτυλικά αποτυπώματα ανήκουν στο αποδεικτικό μέσο των ενδείξεων (άρθρο 178 Κ.Π.Δ.).Η προσαγωγή του αποδεικτικού αυτού στοιχείου στο δικαστήριο πραγματοποιείται μέσω αυτοψίας στο χώρο του εγκλήματος η οποία διεξάγεται κατά τα άρθρα 180 επ. Κ.Π.Δ.ή με έρευνα στον τόπο του εγκλήματος που διεξάγεται κατά τα άρθρα 253 επ. Κ.Π.Δ. Ίσως το σημαντικότερο πρόβλημα που ανακύπτει στην υπό κρίση υπόθεση είναι το γεγονός ότι ο παθών και ιδιοκτήτης του καταστήματος δηλώνει στην ένορκη εξέτασή του ως μάρτυρας του περιστατικού πως δεν επιθυμεί την έλευση συνεργείου της Δ.Ε.Ε. στον τόπο του εγκλήματος για έρευνα.Η βούλησή του αυτή ενδεχομένως να στηρίζεται στη σκέψη του ότι κάτι τέτοιο θα παρακώλυε τη λειτουργία του καταστήματος του ή θα είχε εν γένει αρνητική επίδραση στην πελατεία του και κατ’επέκταση στην εμπορική του δραστηριότητα.Υαίνεται ωστόσο να αγνοεί πως κάτι τέτοιο ακυρώνει ουσιαστικά μία αξιόπιστη μέθοδο εξιχνίασης της ταυτότητας των δραστών και καθυστερεί την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.

32 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.197, Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της

Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.64 33 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή

2005,σελ.64 34 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.198 όπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «όσο συμπτωματική είναι η εναπόθεση

αποτυπωμάτων του δράστη στον τόπο ή το όπλο του εγκλήματος άλλο τόσο συμπτωματική μπορεί να είναι και η μη εναπόθεση ή η μη

ανεύρεση ή η μη διατήρησή τους.Ακόμη δεν πρέπει να αποκλείεται η απάλειψή τους από το δράστη,η χρησιμοποίηση από μέρους του

γαντιών κλπ.» Αρκετές ωστόσο δικαστικές αποφάσεις απήγγειλαν καταδίκη του κατηγορουμένου με μόνο αποδεικτικό στοιχείο τα

δακτυλικά αποτυπώματα βλ.σχετικά απόφαση του Εφετείου Κρήτης 1/1971 Ποιν.Φρ. ΚΑ’,1971,σελ.265 με παρατηρήσεις του

Κ.Γαρδίκα.Επίσης το ιταλικό Ακυρωτικό με πάγια νομολογία του δέχεται ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα παρέχουν όλες τις εγγυήσεις

βεβαιότητας,ώστε να μπορούν να αποτελούν και μοναδική βάση της δικανικής πεποίθησης.

Page 13: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

13

Ι.VI. Η ΜΕΘΟΘΟ ΣΟΤ «ΣΡΟΠΟΤ ΣΟΤ ΕΝΕΡΓΕΙΝ» H μέθοδος βάσει του τρόπου ενέργειας του δράστη,γνωστή ως modus operandi διαδόθηκε από

τον Άγγλο L.Atcherly υπό την καθοδήγηση του οποίου οργανώθηκε ειδικό τμήμα στη μυστική βρετανική αστυνομία,τη Scotland Yard,το 191235.Σο γεγονός ότι η εν λόγω μέθοδος έγινε αποδεκτή αποδεικνύεται από την υιοθέτησή της από τις εγκληματολογικές υπηρεσίες καθώς επίσης και από πάμπολλες επιστημονικές προσεγγίσεις της συγκεκριμένης μεθόδου από κορυφαίους εγκληματολόγους36.

Η μέθοδος modus operandi στηρίζεται στο αξίωμα,σε μία ψυχολογική αρχή ότι το άτομο επιλέγει τους τρόπους ενέργειάς του ανάλογα με τις προσωπικές του ικανότητες και ακολούθως ανάλογα με τις ικανότητές του είναι λίγοτερο ή περισσότερο επιδέξιο σε συγκεκριμένες ενέργειες37.Η τυχόν επιτυχία ενός ατόμου στην τέλεση μίας αξιόποινης πράξης και η εν συνεχεία αποφυγή της ποινικής κύρωσης δημιουργεί μία εμπιστοσύνη σε κάποια ενέργειά του η οποία όπως θα λέγαμε χαρακτηριστικά «τον έβγαλε ασπροπρόσωπο» στο παρελθόν.Η εμπιστοσύνη αυτή σε συνδυασμό με τον ενδεχόμενο δισταγμό και φόβο απέναντι σε τρόπους ενέργειας που ο δράστης δεν έχει δοκιμάσει στο παρελθόν και δε γνωρίζει μετά βεβαιότητας την αποτελεσματικότητά τους δημιουργούν ένα είδος συμπλέγματος που καθορίζει κάθε φορά τόσο την επιλογή της ενέργειας του δράστη όσο και τη σταδιακή,βήμα βήμα εκπλήρωσή της.

το βιβλίο του με τίτλο Criminal Investigation ο B.L. Berg τονίζει πως το modus operandi ενός δράστη μπορεί να οδηγήσει στην εξιχνίαση της ταυτότητάς του,στη σύλληψη καθώς επίσης και στην καταστολή του εγκλήματος γενικότερα38.Επιπλέον η μέθοδος modus operandi σε συνδυασμό με πρακτικές όπως η σκιαγράφηση της εγκληματικής συμπεριφοράς (criminal profiling39) δύναται να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στις φυσικές ή νομικές ιδιότητες της ταυτότητας του δράστη και συνεπώς στην επιβολή ποινής μέσω της ποινικής διαδικασίας.

ημαντική κρίνεται επίσης η συμβολή της μεθόδου modus operandi στη δημιουργία των λεγόμενων signature crimes40.Σα signature crimes παρουσιάζουν στοιχεία που επαφίενται της ιδιοσυγκρασίας και της γενικότερης προσωπικότητας των δραστών από τους οποίους διαπράττονται.Σα στοιχεία αυτά,γνωστά ως signature aspects,signature behaviours ή signature characteristics σε αντίθεση με to modus operandi είναι άρτια συνυφασμένα με την ψυχολογία του δράστη και παραμένουν ως επί το πλείστον σταθερά.

35 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.199

36Βλ. Κ.Γαρδίκα,Αστυνομική,σελ.396 επ., Wenzky,Der modus operandi nach englischem,frazoesischem,amerikanischem und

deutschem System,Internationale Verbrechensbekaempflung,Bundeskrinalamt Wiesbaden 1960,σελ.97 επ. 37 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.200 38 «…a suspect's modus operandi can help in identification, apprehension and/or repression» Berg, B.L. Criminal Investigation

(McGraw-Hill, 2008) 39 Η σκιαγράφηση της εγκληματικής συμπεριφοράς(criminal profiling) είναι μία μέθοδος ταυτοποίησης του δράστη ενός εγκλήματος

στηριζόμενη στην ανάλυση της φύσης του εγκλήματος και εν γένει της αξιόποινης συμπεριφοράς αλλά και στον τρόπο (modus) που η

αξιόποινη ενέργεια εκδηλώνεται.Κατά τον Gregg O. McCrary η συμπεριφορά αντανακλά την προσωπικότητα και οι ανακριτές οφείλουν να

συλλέξουν στοιχεία για την προσωπικότητα του δράστη μέσα από ερωτήσεις που διέρχονται τα εξής τέσσερα στάδια: 1)παρελθόν :τι

σκεπτόταν ο δράστης πριν την τέλεση της πράξης κλπ. 2)μέθοδος και τρόπος : τι θύματα επιλέγει ο δράστης,με ποιο τρόπο επήλθε το

αποτέλεσμα της εγκληματικής συμπεριφοράς κλπ. 3)εξαφάνιση των στοιχείων :η εξαφάνιση πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά το έγκλημα ή

αργότερα κλπ. 4)συμπεριφορά μετά το έγκλημα 40 Douglas, J.E., Burgess, A.W., Burgess, A.G., & Ressler, R.K. ,Crime classification manual: A standard system for investigating and

classifying violent crimes,San Francisco 1992,σελ. 23-24

Page 14: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

14

Η μέθοδος modus operandi φαίνεται να αξιολογείται θετικά και από τη νομολογία μας.Αυτό

διαπιστώνεται από αποφάσεις του Ακυρωτικού μας που παραπέμπουν ευθέως στη μέθοδο αυτή προσδίδοντας μάλιστα στην τελευταία και αποδεικτική αξία ενώ συχνά χρησιμοποιείται για να σημειωθεί μία αναλογία μεταξύ δύο εγκλημάτων και να αποδειχτεί καταυτόν τον τρόπο η διάπραξή τους από τον ίδιο δράστη41.

Η αποτελεσματικότητα της μεθόδου ωστόσο εξαρτάται και από την κατάρτιση ενός ικανοποιητικού αρχείου (αρχείο modus operandi) όπου θα καταχωρούνται δελτία τα οποία θα συμπεριλαμβάνουν εκτός από τις φυσικές και νομικές ιδιότητες του δράστη και τη μέθοδο δράσης του42.ε περίπτωση χρήσης περισσότερων μεθόδων,τα ειδικά δελτία του αρχείου οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν το σύνολο αυτών.

την υπό κρίση περίπτωση η εφαρμογή του modus operandi είναι κάτι περισσότερο από πολύτιμη.Η ταυτότητα των δραστών είναι άγνωστη και για λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω η ανεύρεση δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι δύσκολη και αντιβαίνει στη βούληση του ιδιοκτήτη του καταστήματος.Η μέθοδος ωστόσο αυτή αποτελεί κατά γενική ομολογία μία ασφαλή μέθοδο ενώ παράλληλα παρουσιάζει μεγάλη ταχύτητα στην επίτευξη του αποτελέσματος43.Ποιος όμως είναι πράγματι ο τρόπος ενέργειας των δραστών;Η απάντηση προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά.

ημείο αναφοράς της όλης προσέγγισης του τρόπου ενέργειας των δραστών πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι οι δύο τους εισήλθαν στο κατάστημα από την κεντρική είσοδο προσποιούμενοι τους πελάτες.Σο γεγονός αυτό προκύπτει τόσο από τη δικογραφία όσο και από την εξέταση του μάρτυρα που θα ακολουθήσει σε παρακάτω κεφάλαιο.Η είσοδος των δραστών στο κατάστημα με σκοπό τη δήθεν αγορά προϊόντος ή άλλης υπηρεσίας ενδέχεται να προκύπτει και από την ταινία του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης.Γεγονός που πιστοποιεί το σχέδιο των δραστών να παρουσιαστούν ως πελάτες συνιστά και η μη αλλοίωση των χαρακτηριστικών τους με οποιοδήποτε είδος ρουχισμού (π.χ. γυαλιά ηλίου,κουκούλες κλπ.)

Η συνομιλία του ενός από αυτούς με υπάλληλο του καταστήματος φαίνεται να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του όλου εγκληματικού σχεδίου.Μέσω μίας τέτοιας ενέργειας οι δράστες αποπροσανατολίζουν το προσωπικό του καταστήματος πείθοντάς τους πως πρόκειται για μία καθημερινή για εκείνους συμπεριφορά ενός κοινού αγοραστή κερδίζοντας κατά κάποιο τρόπο παράλληλα την εμπιστοσύνη τους.ύμφωνα λοιπόν με το εγκληματικό σχέδιο ο Α) θα απασχολούσε το προσωπικό αποδυναμώνοντας έτσι την παρατηρητικότητα του αλλά και την υπόνοια πιθανής αξιόποινης πράξης τη στιγμή που ο Β) ανεμπόδιστος θα προχωρούσε στην κλοπή του εμπορεύματος.

Από τα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι ο Β) κρατούσε καθ’όλη τη διάρκεια παραμονής του εντός του καταστήματος ένα μαύρο κράνος μηχανής.Ενδεχομένως το κράνος να αποτελούσε επιθετικό εργαλείο για τον Β) αν τα πράγματα δεν πήγαιναν σύμφωνα με το εγκληματικό τους σχέδιο.Έτσι λοιπόν ένα καθημερινό και μάλιστα αναγκαίο εξάρτημα που διαφεύγει της προσοχής του μέσου ανθρώπου ίσως να συνιστούσε όργανο εγκληματικής πράξης.Προς επίρρωση των ανωτέρω σημειώνεται ότι το κράνος κρατούσε ο Β) ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την αφαίρεση του αντικειμένου και όχι ο Α) που με τις «δραματικές του ικανότητες» διευκόλυνε την κατάσταση για τον Β).

41ΑΠ1702/2008«…η απάτη αυτή φέρεται ότι τελέστηκε σχεδόν με πανομοιότυπο τρόπο (Modus Operandi) με αυτήν της κρινομένης

υποθέσεως….» 42 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.200 43 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.201

Page 15: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

15

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος αφαίρεσης του κλοπιμαίου από το ειδικό καλώδιο ασφαλείας.Αποτελεί κοινή αντίληψη ότι σε περίπτωση αφαίρεσης του συνδεδεμένου σε αυτό κινητού τηλεφώνου ή κάθε άλλης ηλεκτρικής συσκευής ενεργοποιείται αντικλεπτικός μηχανισμός και ενεργοποιείται ταυτόχρονα ο συναγερμός που διαθέτει πλέον κάθε παρόμοιο κατάστημα.Σο γεγονός ότι οι δράστες ενήργησαν με αυτόν τον τρόπο και ιδίως ο Β) υποδηλώνει ενδεχομένως απειρία και έλλειψη εγκληματικών γνώσεων.Οι δράστες επίσης δε φαίνεται να διέθεταν κάποιο ειδικό μηχανισμό αφαίρεσης του κλοπιμαίου χωρίς να ενεργοποιηθεί ο συναγερμός αλλά αντίθετα η όλη ενέργεια του Β) μόνο έναν πολύ πρόχειρο τρόπο δράσης μαρτυρά.Σο γεγονός αυτό ίσως να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι δράστες «ήθελαν κάτι εδώ και τώρα» προκειμένου να καρπωθούν την αξία του έστω και μικρή.Σέτοιου είδους εγκλήματα κλοπής παραπέμπουν απευθείας είτε σε πρόσωπα που βιώνουν έντονα προβλήματα πενίας και ως εκ τούτου παρουσιάζουν αποκλίνουσα συμπεριφορά με μικροκλοπές ή ληστείες είτε σε άτομα που βιώνουν εντόνως το κοινωνικό περιθώριο όντας χρήστες ψυχοτρόπων ουσιών.

Εντός του εγκληματικού σχεδίου ωστόσο προβλεπόταν ο τρόπος φυγής των δραστών.Αμέσως μετά την ενεργοποίηση του συναγερμού οι δράστες απεχώρησαν με μοτοποδήλατο το οποίο είχαν σταθμεύσει εκτός του καταστήματος.Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι δεν αναφέρθηκε στη δικογραφία αλλά ούτε και στην εξέταση του παθόντος ο αριθμός κυκλοφορίας του μοτοποδηλάτου.Ίσως στο σημείο αυτό θα πρέπει να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι αριθμός κυκλοφορίας δεν υπήρχε και πως το μοτοποδήλατο αποτελούσε μέσο εξυπηρέτησης των εγκληματικών σκοπών των δραστών και ένα τέτοιο νομικό χαρακτηριστικό θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα στη σύλληψή τους.

Επιχειρώντας μία σκιαγράφηση της εγκληματικής συμπεριφοράς (criminal profiling) μπορούν να αναφερθούν τα εξής:Οι δράστες,άτομα ηλικίας 20 έως 30 ετών παρουσιάζουν κάποια απειρία ως προς την τέλεση εγκληματικών πράξεων καθώς το σχέδιο δράσης τους δε μαρτυρά ιδιαίτερη οργάνωση ούτε μεγαλεπήβολα εγκλήματα.Επιπλέον δε φαίνεται να είναι γνώστες εγκληματικών τεχνικών που μπορούν να οδηγήσουν σε πραγμάτωση δύσκολων και πολύπλοκων εγκληματικών σκοπών.Η κλοπή φαίνεται να αποτελούσε αναγκαιότητα για τους δράστες και μέσο εξασφάλισης βραχυπρόθεσμων οικονομικών αναγκών τους.Έστω και ένας στοιχειώδης καταμερισμός της εγκληματικής εργασίας δεν μπορεί να αναγάγει τους δράστες σε έμπειρους εγκληματίες,ενδέχεται όμως να μαρτυρά πως το συγκεκριμένο σχέδιο έχει επαληθευθεί από τους δράστες στο παρελθόν και ακολουθήθηκε-με τα τυχόν κενά του-για ακόμη μία φορά.Πιθανόν ο Α) να παρουσιάζει περισσότερη εξωστρέφεια από τον Β) και περισσότερες ικανότητες εξαπάτησης μέσω της συμπεριφοράς του και της ομιλίας του ενώ ο Β) να αποτελεί απλώς ένα εγκληματικό όργανο που καλείται να φέρει εις πέρας εγκληματικές αποστολές που απαιτούν λιγότερη ευφυΐα.

Page 16: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

16

IΙ. ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΔΕΤΣΕΡΟ

ΟΙ ΕΝΔΕΙΞΕΙ ΚΑΙ Η ΕΚΣΙΜΗΗ ΣΟΤ

Οι ενδείξεις αναφέρονται στο άρθρο 178 Κ.Π.Δ. και συμπερασματικά αποτελούν ένα από τα

σημαντικότερα αποδεικτικά μέσα.Ψς ενδείξεις αντιμετωπίζονται γεγονότα και καταστάσεις ή αντικείμενα τα οποία αποκτούν ειδική σημασία για την ανάκριση του εγκλήματος λόγω των ειδικών συνθηκών υπό τις οποίες δημιουργήθηκαν44.

ύμφωνα με το άρθρο 178 Κ.ΠΔ. οι ενδείξεις αποτελούν αποδεικτικό μέσο το οποίο ωστόσο τείνει σε έμμεση απόδειξη.Η ουσιαστική τους αξιολόγηση προκύπτει κατόπιν δικανικού συλλογισμού τον οποίο ο εφαρμοστής του δικαίου οφείλει να διεκπεραιώσει και εν συνεχεία να σχηματίσει δικανική κρίση.

Οι ενδείξεις διακρίνονται σε προσωπικές και πραγματικές.Γεγονότα,πράξεις ή συναισθήματα που αναφέρονται κυρίως στην ύπαρξη κινήτρου για την τέλεση του εγκλήματος,τη συσχέτιση του κατηγορουμένου προς αυτήν και το «άλλοθί» του συνιστούν τις προσωπικές ενδείξεις οι οποίες αντιδιαστέλλονται προς τι πραγματικές οι οποίες εντοπίζονται είτε πάνω στο δράστη είτε πάνω στο θύμα είτε στον τόπο του εγκλήματος αλλά και σε κάθε τόπο συσχετιζόμενο με το εγκληματικό συμβάν.Οι πραγματικές ενδείξεις με τη σειρά τους διακρίνονται περαιτέρω σε ίχνη,διαγνώσιμα σημεία και σε πειστήρια.

Αν θελήσουμε να οπτικοποιήσουμε την παραπάνω ανάλυση θα προκύψει το εξής αποτέλεσμα:

ΠΡΟΩΠΙΚΕ ΕΝΔΕΙΞΕΙ ΠΡΑΓΜΑΣΙΚΕ ΕΝΔΕΙΞΕΙ

Ύπαρξη κινήτρου: πιθανολογεί την τέλεση του εγκλήματος και συνάγεται από την προϋπάρχουσα σχέση δράστη-θύματος

Ίχνη: σημάδια ή ύλες που δημιουργήθηκαν ή καταλείφθηκαν από το δράστη ή το θύμα πριν από την τέλεση του εγκλήματος ή κατά τη διάρκεια ή μετά από αυτήν

υσχέτιση κατηγορουμένου προς αυτήν: στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα που μαρτυρούν μία σχέση ανάμεσα στον κατηγορούμενο και την εγκληματική πράξη

Διαγνωστικά σημεία: μεταβολές ή επενέργειες στη φυσική κατάσταση ή στη θέση των πραγμάτων στο χώρο που αποκτούν σημασία για την ανάκριση του εγκλήματος

Ανυπαρξία άλλοθι (alibi): στοιχειοθετεί ασθενή ένδειξη και πρέπει να εκτιμάται με πολύ προσοχή

Πειστήρια: αντικείμενα που αποτέλεσαν είτε όπλο του εγκλήματος,είτε χρησιμοποιήθηκαν ως όργανα ή εργαλεία είτε αποτελούν προϊόντα ή το σώμα του εγκλήματος

44 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.232

Page 17: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

17

Παρά τη θεωρητική προσέγγιση των ενδείξεων ως αποδεικτικού μέσου σύμφωνα με το άρθρο 178 Κ.Π.Δ.,στην εν λόγω περίπτωση κλοπής μόνο μία εξίσου θεωρητική ανάλυση της σημασίας τους είναι δυνατή.Και αυτό λόγω της άρνησης του ιδιοκτήτη και παθόντος να διεξαχθεί έρευνα από το ειδικό συνεργείο της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών στον τόπο του εγκλήματος,δηλαδή εντός του καταστήματος.

υγκεκριμένα τα δακτυλικά αποτυπώματα των δραστών στον τόπο του εγκλήματος συνιστούν ίχνη,μία πραγματική επομένως ένδειξη πρωταρχικής σημασίας για την ανάκριση καθώς τείνουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη και κατά τρόπο έμμεσο οδηγούν και στην εξιχνίαση και κατανόηση του τρόπου ενέργειας του δράστη45.ε περίπτωση δε που το ανευρεθέν δακτυλικό αποτύπωμα δε σχηματίστηκε ολόκληρο ή εξίσου καθαρό σε όλη του την επιφάνεια δύναται να χρησιμοποιηθεί η ποροσκοπική εξέταση (ποροσκοπία46) του τμήματος του αποτυπώματος που βρέθηκε.

Επίσης σημαντικό για την όλη διαδικασία κρίνεται και το τμήμα εκείνο του καλωδίου που συνέδεε τον κλοπιμαίο με το σύστημα συναγερμού.Με την αφαίρεση (μεταβολή ή επενέργεια πάνω στη θέση του πράγματος στο χώρο) το καλώδιο και τα συναφή με αυτό αντικείμενα τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενα επενέργειας του δράστη καθίστανται διαγνωστικά σημεία και αποκτούν σημασία για την ανάκριση του εγκλήματος.ε αντίθεση με τα ίχνη,τα διαγνωστικά σημεία δεν οδηγούν άμεσα στην ανακάλυψη της ταυτότητας του δράστη αλλά χαράζουν μία σωστή κατεύθυνση την οποία πρέπει να ακολουθήσει η ανακριτική διαδικασία και παράλληλα συμβάλλουν στον έλεγχο της αλήθειας των καταθέσεων των μαρτύρων,του κατηγορουμένου κλπ.

Σο κινητό δε τηλέφωνο συνιστά κλοπιμαίο και ως εκ τούτου καθίσταται πειστήριο σε περίπτωση που βρεθεί ο δράστης.Ψς προϊόν συνεπώς του εγκλήματος το κινητό τηλέφωνο θα αποτελέσε μία ισχυρή ένδειξη της ενοχής του δράστη σε περίπτωση που αυτό συλληφθεί έχοντας αυτό στην κατοχή του.

Γεγονός υψίστου ενδιαφέροντος για την υπό εξέταση περίπτωση κλοπής αποτελεί μία έκθεση Παραδόσεως και Κατασχέσεως που ακολούθησε τη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.Η Έκθεση αυτή αναφέρει πως κατά το στάδιο της προανάκρισης κατασχέθηκε ένας ψηφιακός δίσκος (CD) από το εγκατεστημένο κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης που διέθετε το κατάστημα.Τπηρεσιακό έγγραφο αντιστοίχου περιεχομένου στάλθηκε από τον Διοικητή του τμήματος και στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών πιο συγκεκριμένα στο Σμήμα Ανάλυσης και Εκτύπωσης Υωτογραφιών.Με το συγκεκριμένο αποδεικτικό στοιχείο-δηλαδή τη φύση,την εγκυρότητα και την αξιολόγησή του- θα ασχοληθούμε εν συνεχεία.

45 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.238 46«Η ποροσκοπία στηρίζεται στην ύπαρξη των πόρων,των οπών των ιδρωτοποιών αδένων,διαμέσου των οποίων εκχέεται ο ιδρώτας.Από

παρατηρήσεις και πειραματισμούς που έγιναν αποδείχτηκε το αμετάβλητο της θέσης και του σχήματος των πόρων,όπως και το αναλλοίωτο αυτών(σε περιπτώσεις ελαφρών τραυμάτων,εγκαυμάτων κλπ.)» Η ποροσκοπική εξέταση συνίσταται σε σύγκριση των εν λόγω πόρων των ιδρωτοποιών αδένων,οι οποίοι καταλήγουν στις δερματικές ακρολοφίες. Ibidem σελ.238

Page 18: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

18

ΙΙ.Ι ΟΙ ΣΕΦΝΙΚΕ ΕΝΔΕΙΞΕΙ

υνημμένη στη δικογραφία βρισκόταν η παρακάτω Έκθεση Παραδόσεως και Κατασχέσεως:

« ΕΚΘΕΗ ΠΑΡΑΔΟΕΨ ΚΑΙ ΚΑΣΑΦΕΕΨ

το Περιστέρι σήμερα την 03 του μήνα Αυγούστου του έτους 2010 ημέρα της εβδομάδας Σρίτη και ώρα 13.23 ενώπιον εμού του ………… , παρουσία και του κάτωθι προσυπογεγραμμένου ………. Που προσλήφθηκε ως Β’ Ανακριτικός Τπάλληλος κάτοικος ……….. Α’ Σμήματος Ασφαλείας Περιστερίου,επειδή ενεργούμε προανάκριση για παράβαση των Άρθρων 372 και 45 του Ποινικού Κώδικα προβήκαμε στην κατάσχεση ενός (1) ψηφιακού δίσκου CD από κάμερα κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης καταστήματος με την επωνυμία………. Σο οποίο μας παρέδωσε ο …………. . Γίνεται μνεία ότι η παρούσα έκθεση άρχισε συντασσόμενη την 13.23΄ώρα της σήμερον και περατώθηκε την 13.33’ ώρα της ιδίας. Για πίστωση συντάχθηκε η παρούσα έκθεση,η οποία φού αναγνώσθηκε και βεβαιώθηκε,υπογράφεται ως ακολούθως: Ο Παραδούς Ο 2ος Ανακριτ.Τπάλληλος Ο Ανακριτικός Τπάλληλος

……………. …………………. ………………… » Σην παραπάνω Έκθεση ακολούθησε υπηρεσιακό έγγραφο προς την Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών/Σμήμα Ανάλυσης και Εκτύπωσης Υωτογραφιών:

«ΘΕΜΑ Αποστολή ψηφιακού δίσκου για ανάλυση-εκτύπωση φωτογραφιών

ας αποστέλλουμε έναν (1) ψηφιακό δίσκο CD από κάμερα κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης του καταστήματος με την επωνυμία ………… το οποίο ευρίσκεται επί της οδού ……….. στο Περιστέρι Αττικής όπου την 14.00 ώρα της 05/072010 δύο άγνωστοι άνδρες εισήλθαν εντός του καταστήματος και εις εξ αυτών απασχολούσε με ερωτήσεις το προσωπικό της Εταιρείας ενώ ένας έτερος άγνωστος άνδρας αφού έβγαλε το καλώδιο που συνδέει το κινητό τηλέφωνο μάρκας Sony Ericson Aino Black αξίας συνολικής χρηματικής 289 Ευρώ με αποτέλεσμα να κτυπήσει ο συναγερμός,ανέμενε έως ότου σταματήσει και εν συνεχεία το αφαίρεσε. Παρακαλούμε προβείτε στην εξέταση του προαναφερόμενου ψηφιακού δίσκου CD,ανάλυση αυτού και εκτύπωση φωτογραφιών των δραστών και την αποστολή της σχετικής έκθεσης στην Τπηρεσία

μας προκειμένου να ενημερώσουμε σχετικά τον κο.Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών. »

Page 19: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

19

Η τεχνική πρόοδος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση νέων δεδομένων που επηρέασαν όπως είναι φυσικό και την ποινική δίκη αλλά και την ποινική διαδικασία στο σύνολό της.Έκαναν λοιπόν με την πάροδο του χρόνου την εμφάνισή τους και επιμέρους ενδείξεις,οι καθαυτές τεχνικές ενδείξεις όπως η μαγνητοφωνημένες εγγραφές με τη χρήση μικροφώνων συζητήσεων,τηλεφωνικών συνδιαλέξεων κλπ. ,οι κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες και φωτογραφήσεις κ.ά. Οι συγκεκριμένες ενδείξεις αποτελούν μία ολοζώντανη αναπάρασταση του εγκληματικού γεγονότος και όχι μία απλή μαρτυρία.Η ιδιότητά τους αυτή επιδρά θετικά στην εκτίμηση της αποδεικτικής τους αξίας.ε αντίθεση με τις ενδείξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω,η κατηγορία αυτή των ενδείξεων οδηγεί σε άμεση απόδειξη και όχι απλώς σε μία έμμεση απόδειξη διαμέσου δικανικού συλλογισμού47. Οι εν λόγω ενδείξεις ωστόσο παρά την αποτελεσματικότητά τους στο πεδίο της ποινικής διαδικασίας συχνά δημιουργούν προβλήματα παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εγείρουν ζητήματα τόσο νομικά όσο και ηθικά.Η φύση εξάλλου των ενδείξεων αυτών είναι τέτοια που αφενός οδηγεί σε ασφαλείς εκτιμήσεις περί την ενοχή του υπό κρίση δράστη και αφετέρου προκαλεί συγκρούσεις με κατοχυρωμένα δικαιώματα και με αρχές του νομικού μας πολιτισμού. Η φύση των στοιχείων αυτών αποτέλεσε μεγάλο πρόβλημα τόσο στη θεωρία όσο και στη νομολογία.Τποστηρίχθηκε η άποψη ότι οι μαγνητοφωνημένες ταινίες και γενικότερα οι κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες συνιστούν μεν αποδεικτικά μέσα τα οποία ωστόσο κατατάσσονται στα έγγραφα48.Η φυσική τους θέση ωστόσο βρίσκεται στις ενδείξεις χωρίς να υπάρχει λόγος για μία ιδιαίτερη νομική κατασκευή που καθιερώνει τις ενδείξεις αυτές με τη μορφή πλάσματος δικαίου στα έγγραφα49.Η νομολογία ωστόσο του Αρείου Πάγου ακολούθησε την άποψη που ίσχυε ήδη στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και κατέταξε τις ενδείξεις αυτές στην έννοια των εγγράφων50.Σην ίδια άποψη ακολουθεί και το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο (βλ. άρθρο 13 Ποινικού Κώδικα «Έννοια όρων του Κώδικα»). Μία λοιπόν από τις καθαυτές τεχνικές ενδείξεις είναι και η φωτογράφηση ή αποτύπωση μέσω ενός κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης των κινήσεων των παρευρισκομένων σε μεγάλα καταστήματα πελατών.τη συγκεκριμένη περίπτωση η ταινία που σχηματίστηκε από το κλειστό αυτό κύκλωμα παρακολούθησης καταγράφηκε σε ψηφιακό δίσκο ο οποίος στάλθηκε αφενός στην Εισαγγελία Πρωτοδικών και αφετέρου στη Δ.Ε.Ε. Σο Σμήμα Ανάλυσης και Εκτύπωσης Υωτογραφιών κλήθηκε να αναλύσει το περιεχόμενο του δίσκου αλλά και να σχηματίσει φωτογραφίες των δραστών οι οποίες θα σταλούν στη συνέχεια στο αρμόδιο Αστυνομικό Σμήμα. Ο εν λόγω ψηφιακός δίσκος θα αναλυθεί στη Δ.Ε.Ε. με τη βοήθεια σύγχρονων επιστημονικών τεχνικών που θα προσφέρουν πολύτιμα αποτελέσματα.Ο Σομέας Εξέτασης Χηφιακών Πειστηρίων (D.E.E.L.) θα εξετάσει την εγκυρότητα του δίσκου,θα εξακριβωθεί δηλαδή η γνησιότητά του και αν αυτός υπέστη την παραμικρή αλλοίωση περιεχομένου.τό τμήμα αυτό θα εξετασθεί επίσης η χρονική και τοπική ταυτότητα του περιεχομένου του δίσκου,αν δηλαδή τα γεγονότα που αναπαρίστανται πραγματοποιήθηκαν πράγματι εντός του καταστήματος την ώρα του εγκληματικού γεγονότος.Εν συνεχεία στο Αυτόματο ύστημα Αρχειοθέτησης Αναζήτησης Υωτογραφιών (I.S.I.S.) θα σχηματισθούν οι απαραίτητες φωτογραφίες των δραστών και θα ακολουθήσει μια διαδικασία αναζήτησης της ταυτότητάς η οποία θα συνίσταται σε τυχόν ταύτιση των φωτογραφιών με ήδη καταχωρηθείσες φωτογραφίες.ε περίπτωση δε που η ταύτιση αποτύχει,οι φωτογραφίες των δραστών θα καταχωρηθούν στο φωτογραφικό αρχείο.

47 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.315

48Η.Γάφου,Αι ταινίαι μαγνητοφώνου ως αποδεικτικόν μέσον,Ποιν.Φρ. Η’,1958,σελ.293, αγόρευση εισηγητή Λ.Παπακαρυά,Ποιν.Φρ. Η’,1958,σελ. 229 49Βλ. Γ.Μπαλή,Γενικαί Αρχαί του αστικού δικαίου,εκδ. 7η ,Αθήναι 1955,σελ.23, τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.314 50ΑΠ433/1974,Ποιν Φρ. ΚΔ’,1974,σελ.689

Page 20: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

20

Σαυτοποίηση ωστόσο των δραστών μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της φωνής τους.Ειδικότερα ο Α) προκύπτει ότι επικοινωνούσε με τους υπαλλήλους του καταστήματος και μάλιστα φαίνεται ότι η επικοινωνία αυτή είχε κάποια διάρκεια.Σο ύστημα Εξέτασης Υωνής και Ήχου (VOICE) της Δ.Ε.Ε. ενδέχεται να δώσει ασφαλή αποτελέσματα από τα οποία να συνάγεται τόσο η ταυτότητα των δραστών όσο και η ενοχή τους για το εγκληματικό γεγονός.

ΙΙ.ΙΙ. ΠΡΟΣΑΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΣΩΝ Η πρόοδος των τεχνικών μέσω όπως ήδη αναφέρθηκε δημιούργησε προβλήματα σχετικά με την

προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε περιπτώσεις παρακολούθησης,καταγραφής των συνομιλιών και γενικότερα επέμβασης της κρατικής ή ακόμη και ιδιωτικής εξουσίας στην ιδιωτική ζωή των ατόμων.Σο πρόβλημα παραμένει το ίδιο και στην περίπτωση επέμβασης την προσωπική ζωή ατόμων που τέλεσαν αξιόποινη πράξη καθώς κατά γενική αντίληψη το δίκαιο ως αντικειμενική τάξη πραγμάτων δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσφεύγει σε μέσα που συνιστούν παραβίαση ή και προσβολή της προσωπικότητας και του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής από τη στιγμή που το ίδιο και με αυξημένης μάλιστα τυπικής ισχύος κανόνες τα προστατεύει.

Ψστόσο αποτελεί αναγκαιότητα η εξυπηρέτηση γενικότερων συμφερόντων και αναγκών της κοινωνικής ζωής οι οποίες μάλιστα συνδέονται άρρηκτα με τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως λ.χ. το δικαίωμα απονομής δικαιοσύνης,το δικαίωμα προστασίας της ζωής και της ιδιοκτησίας,της προσωπικής ελευθερία κ.ά.

Η παραπάνω αξιολογική αντινομία αίρεται με την εφαρμογή ενός πολύ συγκεκριμένου και πρακτικής φύσεως κανόνα ο οποίος προκύπτει κυρίως από την αρχή της αναλογικότητας (ύνταγμα,άρθρο 25 παράγραφος 1) αλλά και από την απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματος (ύνταγμα,άρθρο 25 παράγραφοι 2,3).Έτσι λοιπόν η προσβολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που σχετίζονται με την προσωπικότητα,την ιδιωτική ζωή και την αξία του ανθρώπου δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που ικανοποιείται συμφέρον πολύ σημαντικότερο ενώ η ένταση της προσβολής είναι μικρή και η ίδια η προσβολή σχετικά ασήμαντη.Κάθε προσβολή δηλαδή αυτών των δικαιωμάτων πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κατάσταση κοινωνικής ανάγκης ή νόμιμης κοινωνικής άμυνας51.ε κάθε περίπτωση πάντως η αξιολόγηση των συγκρουόμενων αγαθών πρέπει να είναι συντηρητική υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με σκοπό να αποφεύγεται η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.

Αναφορικά με τις τεχνολογικές μεθόδους παρακολούθησης (μαγνητοφωνήσεις,μαγνητοσκοπήσεις κ.ά.) γίνεται δεκτό ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη αυστηρότητα καθώς η ενδεχόμενη προσβολή κρίνεται μεγαλύτερη και εντονότερη.Για το λόγο αυτό σε αρκετά -αν όχι σε όλα- ευρωπαϊκά κράτη συναντούμε έξω από μεγάλα καταστήματα επιγραφές που ενημερώνουν τους εν δυνάμει πελάτες του καταστήματος ότι παρακολουθούνται από κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης.

την ελληνική έννομη τάξη το παραπάνω ζήτημα λύνεται κυρίως δικονομικά.ύμφωνα με την αρχή της ηθικής απόδειξης52και της ενδεικτικής απαρίθμησης των αποδεικτικών μέσων όλες οι τεχνικές ενδείξεις γίνονται υπό τις προϋποθέσεις που τάσσονται και για τα λοιπά αποδεικτικά μέσα δεκτές.

51Barletta Caldarera,Van Bemmelen,Les methods scientifiques,σελ.517

52 Ηθική απόδειξη (άρθρο 177 Κ.Π.Δ.) λέγεται εκείνη δια της οποίας η δικανική πεποίθηση προέρχεται από άμεση και ελεύθερη

διάγνωση που απορρέει συνηθέστερα από την πείρα και τη σκέψη.το δικονομικό σύστημα της ηθικής απόδειξης, όπου οι αποδείξεις

εκτιμώνται από το δικαστή κατά τρόπο ελεύθερο και όχι σύμφωνα με την υπαγόρευση κάποιου νομικού κανόνα,η προσπάθεια αξιολόγησης

της διαπιστωθείσας «ατομικής» και συγκεκριμένης περίπτωσης, γίνεται στα πλαίσια μιας προσωπικής αξιολόγησης, που όμως δεν

απομακρύνεται από τη διαγνωστική αποστολή της δίκης.Αξιολόγηση, σύμφωνα με τα παραπάνω,σημαίνει απεικόνιση της αξίας που

χαρακτηρίζει ένα γεγονός ή ισχυρισμό,ή της σημασίας που έχει σε σχέση με ένα κεντρικό, βασικό σκοπό, και η οποία εξαρτάται από το

πρόσωπο που κάνει την

Page 21: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

21

Έτσι λοιπόν οι συγκεκριμένες ενδείξεις προκειμένου να γίνουν δεκτές στην ποινική δίκη θα πρέπει να αποκτήθηκαν με τρόπο νόμιμο,να μην είναι δηλαδή παράνομες.Η απόκτησή τους επομένως δεν πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με οποιαδήποτε νομική διάταξη ασχέτως του αν αυτή βρίσκεται σε ποινικό,αστικό ή άλλου είδους νομοθέτημα.ε περίπτωση δε που η απόκτηση των ενδείξεων πραγματοποιήθηκε κατά τρόπο παράνομο αποκλείεται η χρήση τους στην ποινική δίκη53. Άμα τη αναγνωρίσει αυτών ως μέσων νόμιμων διενεργείται έλεγχος ως προς δύο κατευθύνσεις54:αφενός ως προς τη γνησιότητα55 και αφετέρου ως προς την αυθεντικότητά56 τους.ε κάθε όμως περίπτωση ο χαρακτηρισμός των ενδείξεων αυτών ως εγγράφων57-συνεπώς και του υπό κρίση αποδεικτικού υλικού της υπόθεσης-οδηγεί σε σφαλερά αποτελέσματα.Μόνη η δήλωση του κατηγορουμένου ότι δεν αναγνωρίζει τη φωνή ή την εικόνα του στο συγκεκριμένο υλικό αρκεί για να αποκλειστεί η χρήση τους στην ποινική δίκη58. υμπερασματικά ο ψηφιακός δίσκος μπορεί να αποτελέσει αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει τόσο η ταυτότητα των δραστών όσο και ο τρόπος ενέργειάς τους (modus operandi).Εν προκειμένω ζήτημα παραβίασης δικαιωμάτων δε φαίνεται να γεννάται.υνεπώς ο ψηφιακός δίσκος θα αποτελέσει τεχνική ένδειξη-έγγραφο σύμφωνα με τη στάση της νομολογίας του Ακυρωτικού μας-και μάλιστα νομίμως αποκτηθείσα.Η σημασία της για την ποινική διαδικασία είναι ασφαλώς τεράστια καθώς ως έγκυρο αποδεικτικό μέσο βάσει και του άρθρου 178 Κ.Π.Δ. αποδεικνύει και την ενοχή των δραστών.ε μία πρώτη φάση λοιπόν θα συμβάλει στην εξιχνίαση της ταυτότητας των αγνώστων δραστών οι οποίοι δεν έχουν συλληφθεί ακόμα και σε μία δεύτερη στην καταδίκη τους για τετελεσμένη κλοπή κατά συναυτουργία (372 σε συνδυασμό με 45 Π.Κ.).

εκτίμηση.Η εκτίμηση της αξίας έχει ένα βαθειά υποκειμενικό χαρακτήρα, αφού συνίσταται όχι μόνο στην αντίληψη των πραγμάτων με τον

νου, αλλά και την προσέγγισή τους με το συναίσθημα ή/και τη βούληση.Αυτός ο έντονος υποκειμενικός χαρακτήρας, με την σφραγίδα της

προσωπικής εκτίμησης μεταφέρεται και στο επίπεδο μιας δίκης και εξελίσσεται περαιτέρω σε μια συνειδησιακή ελευθερία του δικαστή η

οποία πάντως δεν παύει να κινείται εντός συγκεκριμένων δικονομικών πλαισίων που χαράσσουν απώτατα όρια δράσης. Βλ. Ανδρουλάκη,

Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης,1994, σελ. 171

για τον διαγνωστικό χαρακτήρα της ποινικής απόφασης, βλ. ενδ. Α.-Χ. Μπενάκη, Σαξιολογικά στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως

του εγκλήματος, 1971. Βλ. για αυτήν την θέση της λεγόμενης «ελευθέρας αποδείξεως» και «ελευθέρας κρίσεως» προς τον σκοπό σχηματισμού πλήρους δικανικής

πεποιθήσεως για την αλήθεια ή μη του αποδεικτέου, ενδεικτικά Νικ. Βερβεσό,Η ισχύουσα εν τη εκουσία δικαιοδοσία απόδειξις,Σιμητικός

Σόμος Εμμ. Μιχελάκη, Αθήναι 1973, σελ. 600-601, υποσ. 27 53Ν.Πατούρη,Η απαγόρευση χρησιμοποιήσεως αποδεικτικού υλικού παράνομα συγκεντρωμένου,Ποιν.Φρ. Λ’,1980,σελ.801 επ.

Α.Κωσταρά,Αγιάζει ο σκοπός τα μέσα στην ποινική δίκη ή η ποινική δικονομική αξιολόγηση των παράνομα αποκτημένων ή παράνομα

χρησιμοποιουμένων αποδεικτικών στοιχείων,ΕΕΝ 1984,σελ.169 επ.

.Παπαγεωργίου-Γονατά,Σο πρόβλημα των παράνομα αποκτηθέντων έμμεσων αποδεικτικών μέσων στην ποινική δίκη,Ποιν.Φρ.

ΛΘ’,1989,σελ.545 επ. 54 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.330 55Βλ. ΑΠ240/1974,ΑΠ512/1973,Πλημ.Αθ.311/1972 56ΑΠ571/1970,ΑΠ512,1973,ΑΠ696/1973,ΑΠ240/1970 57Βλ. ΑΠ433/1974,Ποιν.Φρ. ΚΔ’,1974,σελ.689 58 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.330 και Πλημ.Αθ. 25678/1974

Page 22: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

22

ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΣΟ Η ΜΑΡΣΤΡΙΚΗ ΚΑΣΑΘΕΗ

Η μαρτυρική κατάθεση μπορεί λόγω της φύσης της να οδηγήσει άμεσα στην ανεύρεση της

αλήθειας.Λόγω των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της ωστόσο που συνιστούν ανακύπτουσες δυσχέρειες και οι οποίες θα αναλυθούν παρακάτω ο βαθμός θετικότητας των συμπερασμάτων της είναι αρκετά μειωμένος.Η ιδιαιτερότητα αυτή των μαρτυρικών καταθέσεων οδήγησε αρκετούς συγγραφείς στη σκέψη ότι οι μαρτυρικές καταθέσεις είναι εξαιρετικά επικίνδυνες και αρκετές υπήρξαν κατά καιρούς οι κατηγορίες και τα επιχειρήματα εναντίον τους.

Με εξαίρεση τα εγκλήματα εκείνα τα οποία από τη φύση τους δε διαθέτουν θύμα,τα γνωστά ως victimless crimes,σε κάθε ποινική δίκη είναι κατά κανόνα πρώτος μάρτυρας ο παθών,δηλαδή το θύμα της εν λόγω αξιόποινης πράξης.ύμφωνα λοιπόν με τον παραπάνω κανόνα ο παθών της περίπτωσης που εξετάζουμε προχώρησε σε μαρτυρική κατάθεση στα αρμόδια ανακριτικά όργανα κατόπιν της τέλεσης εις βάρος του κλοπής κατά συναυτουργία.Σο κείμενο της μαρτυρικής του κατάθεσης παρουσιάζεται εν συνεχεία αναλλοίωτο με μέριμνα ωστόσο για τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

« ΕΚΘΕΗ ΕΝΟΡΚΗ ΕΞΕΣΑΗ ΜΑΡΣΤΡΑ (Κ.Π.Δ.)

το Περιστέρι,σήμερα την 03η του μήνα Αυγούστου του έτους 2010 ημέρα της ενδομάδας Σρίτη και ώρα 13.03 ενώπιον εμού του …………… ,παρουσία και του κάτωθι προσυπογεγραμμένου …………. Που προσλήφθηκε ως Β’ Α νακριτικός Τπάλληλος Α’ Σμ.Ασφαλείας Περιστερίου,εμφανίσθηκε ο κατωτέρω μάρτυρας,ο οποίος αφού ρωτήθηκε για την ταυτότητά του κλπ. Απάντησε ότι ονομάζεται …….. με Α.Δ.Σ εκδοθέν την …… Ιανουαρίου του έτους 2003 από το Σμήμα Ασφαλείας Κολωνού Έλληνας και Φριστιανός Ορθόδοξος και ότι τον κατηγορούμενο δεν τον γνωρίζει.

Έπειτα ο εξεταζόμενος αφού έθεσε τη δεξιά αυτού επί του Ιερού Ευαγγελίου ορκίστηκε σύμφωνα με τα αρ.218 παρ.1 και 219 παρ.2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και εξετάζεται ως ακολούθως:

ΕΡΩΣΗΗ : Σι προσήλθες να καταθέσεις; ΑΠΟΚΡΙΗ :Είμαι Τποδιευθυντής του καταστήματος με την επωνυμία «………»,το οποίο ευρίσκεται επί της οδού ………….. ,στο Περιστέρι Αττικής. Σην 14.00 ώρα της 5/7/2010 άγνωστοι άνδρες,δύο τον αριθμόν,εισήλθαν εντός του καταστήματος από την κεντρική είσοδο προσποιούμενοι πελάτες του καταστήματος.Εις εξ αυτών Α) φορώντας μαύρη μπλούζα με κοντό μανίκι,ψηλός,ηλικίας 25-30 ετών απασχολούσε με ερωτήσεις το προσωπικό του καταστήματος σχετικά με τα προγράμματα που το τελευταίο προσφέρει ενώ ένας έτερος άγνωστος άνδρας Β),φορώντας κόκκινη μπλούζα με κοντό μανίκι,ψηλός,με σιτόχρουν πρόσωπο,αδύνατος,κρατών στο αριστερό χέρι μαύρο κράνος μηχανής,αφού έβγαλε το καλώδιο που συνδέει το κινητό τηλέφωνο μάρκας Sony Ericson Aino Black αξίας συνολικής χρηματικής 289 Ευρώ με αποτέλεσμα να χτυπήσει ο συναγερμός,ανέμενε τη λήξη αυτού και εν συνεχεία το αφήρεσε. Σο περιστατικό καταγράφηκε από κλειστό κύκλωμα τηλεοράσεως,απόσπασμα της οποίας σας παραδίδω.Δεν επιθυμώ την προσέλευση συνεργείου της Δ.Ε.Ε. για εξερεύνηση.Επιθυμώ την ποινική δίωξη των

αγνώστων δραστών.Άλλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω και υπογράφω.»

Page 23: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

23

ΙΙΙ.Ι. ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕ ΣΗ ΕΞΕΣΑΗ Η αρχή της αμεσότητας της λήψης των αποδείξεων καθώς επίσης και της προφορικότητας της διαδικασίας διέπουν στο σύνολό του το ελληνικό δικονομικό σύστημα. υνέπεια των παραπάνω αρχών αποτελεί το γεγονός ότι οι μάρτυρες πρέπει να εξετάζονται προφορικά ενώπιον του δικαστή που θα εκφέρει την τελική κρίση αλλά και ενώπιον των ανακριτικών οργάνων κατά τα στάδια της προανάκρισης ή της κύριας ανάκρισης.Μαρτυρικές επομένως καταθέσεις που πάρθηκαν στην προδικασία αναγιγνώσκονται στο ακροατήριο μόνο κατ’εξαίρεση όπως επιβάλλεται από τη συνταγματική αρχή της δημοσιότητας της δίκης (ύνταγμα,άρθρο 93) με σκοπό να υποβοηθηθεί η μνήμη του μάρτυρα ή να επισημανθούν τυχόν αντιφάσεις (βλ.365,357,331 Κ.Π.Δ.).Φαρακτηριστικό στοιχείο του δικονομικού μας συστήματος συνιστά επίσης η χωριστή εξέταση κάθε μάρτυρα προκειμένου να αποφευχθεί η επιρροή της κατάθεσης ενός μάρτυρα πάνω στις καταθέσεις των υπολοίπων μαρτύρων όπως άλλωστε προκύπτει και από το άρθρο 225 Κ.Π.Δ. Κατά τη διάρκεια της κατιδίαν του εξέτασης ο μάρτυρας πρέπει χωρίς παρεμβολές των ανακριτικών οργάνων να καταθέτει ελεύθερα τα όσα γνωρίζει.ε καμμία περίπτωση δεν πρέπει να διακόπτεται η αφήγησή του με σκοπό να μη διαταράσσεται ο συνειρμός των σκέψεών του εκτός αν ο μάρτυρας κατά την κατάθεση απομακρύνεται αρκετά από το θέμα.Επιτρέπονται ωστόσο ερωτήσεις από τα ανακριτικά όργανα (μικτή μέθοδος ανάκρισης59) όταν ο μάρτυρας τελειώσει την αφήγησή του και πάντα υπό τη σκέψη να συμπληρωθούν τυχόν κενά που δεν καλύφθηκαν από την κατάθεση ή να αποσαφηνιστούν σημεία που δεν ξεκαθαρίστηκαν πλήρως.Παραπειστικές ωστόσο ερωτήσεις καθώς επίσης και ερωτήσεις που τείνουν στην αναζήτηση των υποκειμενικών κρίσεων του μάρτυρα δεν επιτρέπονται από τον ίδιο το νόμο.Οι υποκειμενικές κρίσεις του μάρτυρα αναζητούνται μόνο στην εξαιρετική περίπτωση που παρουσιάζουν στενή σύνδεση με τα γεγονότα που ο ίδιος καταθέτει (βλ. άρθρο 223 Κ.Π.Δ.). Η δόση της μαρτυρίας συνιστά μία γενική υποχρέωση κατά το άρθρο 209 Κ.Π.Δ. η οποία ωστόσο ενδέχεται να συγκρούεται με τη δύναμη του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης και την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης που σε καμμία περίπτωση δεν επιτρέπουν να ενοχοποιήσει κάποιος τον εαυτό του.Αυτή η σύγκρουση αναγνωρίζεται από το νομοθέτη στο άρθρο 223 εδ.4 Κ.Π.Δ. σύμφωνα με το οποίο ο μάρτυρας απαλλάσσεται από την υποχρέωση να καταθέσει περιστατικά από τα οποία προκύπτει-έστω και έμμεσα-ενοχή του ίδιου για αξιόποινη πράξη.ε κάθε περίπτωση ο νομοθέτης φαίνεται να θεωρεί σημαντικότερη την αποσιώπηση γεγονότων που ενοχοποιούν το μάρτυρα από μία ψευδή κατάθεση που συνιστά αυτομάτως τέλεση νέου εγκλήματος και ειδικότερα παραπλάνηση του δικαστηρίου και καταστρατήγηση των θεσμών της ποινικής δικαιοσύνης. Η μαρτυρική κατάθεση αποτελεί μία υπαγόρευση εκ μέρους του μάρτυρα η οποία αποτυπώνεται εγγράφως από το ανακριτικό όργανο.ταν ο μάρτυρας υπαγορεύει την κατάθεσή του πρέπει να ακολουθεί την κατάθεση ειδική σημείωση στην έκθεση εξέτασής του60.ε διαφορετική περίπτωση πρέπει να καταγράφονται κατά το δυνατόν αυτολεξεί τα όσα καταθέτει.Απαγορεύεται επίσης στον μάρτυρα η απλή ανάγνωση μίας κατάθεσης την οποία έχει συγγράψει ο ίδιος σε προγενέστερο χρονικό σημείο καθώς επίσης και η χρήση σημειώσεων.Εξαίρεση στον κανόνα των σημειώσεων αποτελεί το άρθρο 226 εδ.1 Κ.Π.Δ. που επιτρέπει χρήση σημειώσεων αν ο ανακριτής ή το δικαστήριο το επιτρέψουν για ειδικούς λόγους (κυρίως για λογιστικά ζητήματα). 59Ο μάρτυρας αφήνεται καταρχήν ελεύθερος να εκθέσει τα όσα γνωρίζει και στη συνέχεια ο ανακριτής καλύπτει τα κενά της κατάθεσης ή ζητά αποσαφηνίσεις για ιδιαίτερα σημεία μέσω εύστοχων ερωτήσεων οι οποίες πρέπει να είναι συγκεκριμένες ως προς το αντικείμενό τους αλλά γενικά διατυπωμένες.ύμφωνα με τη μικτή μέθοδο ο μάρτυρας θα δώσει ολοκληρωμένη εικόνα των περιστατικών που βίωσε ή γνωρίζει.Επίσης δε θα μπορεί να δικαιολογηθεί σε μεταγενέστερη εξέτασή του ή στο ακροατήριο ότι αποσιώπησε κάποιο γεγονός επειδή ο ανακριτής δεν τον ρώτησε συγκεκριμένα για αυτό.Η μικτή μέθοδος ανάκρισης έχει υιοθετηθεί από τον ελληνικό Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.376

60 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.366

Page 24: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

24

ΙΙΙ.ΙΙ. ΑΝΑΚΤΠΣΟΤΕ ΔΤΦΕΡΕΙΕ Μία είδηση,ένα βίωμα ή ένα ερέθισμα μπορεί να υποστεί παραμορφώσεις και αλλοιώσεις που

ενδέχεται να μεταβάλλουν σε σημαντικό βαθμό τη φύση του.Ειδικότερα ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα στο σχηματισμό αυτού του ερεθίσματος ή του βιώματος ή της πληροφόρησης για ένα γεγονός και στην αναπαράστασή του στο μυαλό του μάρτυρα κατά την επίσημη κατάθεσή του είναι αντιστρόφως ανάλογος προς την αξιοπιστία της κατάθεσης61.Ένα μωσαϊκό παραγόντων επηρεάζει εξάλλου την αξιοπιστία μίας μαρτυρικής κατάθεσης,παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με βιολογικά,κοινωνικά αλλά και ψυχολογικά γνωρίσματα του μάρτυρα.

υνεπώς μπορούμε να πούμε πως η λειτουργία των στοιχείων της προσωπικότητας62 (αντίληψη,παράσταση και ανάπλαση της είδησης),κοινωνικές ιδιαιτερότητες του μάρτυρα63 (παιδεία,επάγγελμα),η ψυχοβιολογική σύσταση του ατόμου64(φύλο,ηλικία,ιδιοσυγκρασία) αλλά και η φύση του ίδιου του αντικειμένου της μαρτυρίας65(ταχύτητα συμβάνοτος,ιδιότητες προσώπων) επηρεάζουν καθοριστικά την αξιοπιστία μίας μαρτυρικής κατάθεσης καθότι μπορούν να οδηγήσουν σε ισχυρή παραποίηση της αρχικής είδησης.

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να καταβάλλεται σε περίπτωση που ο μάρτυρας είδε το δράστη του ερευνώμενου εγκλήματος.Η περιγραφή των χαρακτηριστικών του δράστη πρέπει σε κάθε περίπτωση να ελέγχεται προσεκτικά από τα ανακριτικά όργανα κι αυτό λόγω των ιδιαιτεροτήτων που παρουσιάζει η φύση της μαρτυρικής κατάθεσης.

Ειδικότερα,επί δραστών που τα στοιχεία τους είναι άγνωστα η εξατομίκευσή τους πρέπει να ξεκινήσει από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά τους.υνήθως ωστόσο το σχήμα του προσώπου και το χρώμα των μαλλιών δεν περιγράφονται ορθώς ενώ παράλληλα το ανάστημα του δράστη υπερεκτιμάται-κατά 12 εκατοστά66-και η ηλικία που αποδίδεται στον δράστη παρουσιάζει διαφορά από την πραγματική κατά 8 περίπου χρόνια67.Η ακρίβεια του προσδιορισμού της ηλικίας εξαρτάται συνήθως από την ηλικία του μάρτυρα ο οποίος τείνει να προσδιορίζει επακριβώς την ηλικία των συνομήλικών του σε αντίθεση με τους νεότερους ή μεγαλύτερους ηλικιακά δράστες68.

Ο έλεγχος της περιγραφής του δράστη από το μάρτυρα πρέπει επίσης να διεξάγεται και σε εκείνα τα σημεία που συνιστούν συνθήκες υπό τις οποίες ο μάρτυρας είδε το δράστη.Η παρατήρηση επομένως του δράστη από το μάρτυρα για ελάχιστο χρονικό διάστημα,ο αδύνατος φωτισμός του χώρου,η απόσταση,η θέαση του δράστη εν κινήσει ή από ιδιαίτερη οπτική γωνία αποτελούν χαρακτηριστικές περιπτώσεις που οδηγούν σε λανθασμένη περιγραφή και κατ’επέκταση σε δικαστική πλάνη69.

61 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.27

62 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.28

63 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.28

64 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.28

65 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.28

66 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.381 67 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.381 69 τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.382

Page 25: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

25

Δύο σημαντικοί παράγοντες που επίσης δεν πρέπει να αγνοηθούν είναι η μεροληψία και η υποβολή.Η μεροληψία70 οδηγεί στη δημιουργία κατάθεσης που αποβλέπει στο να ελαφρύνει ή αντίστροφα να επιβαρύνει τη θέση του κατηγορουμένου λόγω προσωπικών σχέσεων του μάρτυρα με το δράστη,τυχαίων περιστατικών ή άλλων παραγόντων.Η υποβολή αντίθετα δεν είναι ενσυνείδητη και ως εκ τούτου δυσδιάκριτη.τηρίζεται δε στο νόμο της ψυχικής εξάρτησης71 σύμφωνα με τον οποίο το άτομο,αντιλαμβανόμενο το εύρος των δυνάμεών του και θέλοντας ωστόσο να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της ζωής,βρίσκει θα λέγαμε «καταφύγιο» σε μία ισχυρότερη από τη δική του δύναμη (πρόσωπο,ιδέα,ομάδα) και μεταθέτει στη δύναμη αυτή ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης του προς αυτόνομη ύπαρξη72.

Διαπιστώνουμε συνεπώς την αδυναμία μίας μαρτυρικής κατάθεσης να οδηγήσει σε έγκυρα αποτελέσματα αλλά και τις δυσχέρειες των εφαρμοστών του δικαίου να αντλήσουν μία ικανοποιητική μαρτυρία και εν συνεχεία να την αναλύσουν.Η μαρτυρική κατάθεση εν προκειμένω του Τποδιευθυντή του καταστήματος θα πρέπει να ελεγχθεί προσεκτικά.Η ταυτότητα των δραστών ήταν άγνωστη και ο ίδιος μέσω της κατάθεσής του επιχείρησε μία περιγραφή των τελευταίων.Η περιγραφή αυτή θα πρέπει να αποτελέσει ωστόσο σημείο ελέγχου των ανακριτικών οργάνων και όχι μία βέβαιη βάση στην οποία θα στηριχθούν οι μετέπειτα ενέργειες των Αστυνομικών Αρχών.Η περιγραφή των δραστών παρόλα αυτά στην κατάθεση μικρή σημασία έχει καθώς όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο υπάρχει πλήρης εικόνα των δραστών η οποία προκύπτει από τον ψηφιακό δίσκο του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης.

70 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.39

71 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.40

72 Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ. Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005,σελ.40

«Εξίσου επικίνδυνη…..είναι η περίπτωση της αμοιβαίας υποβολής μεταξύ ανακριτή και μάρτυρα.Ο ανακριτής,που ήδη γνωρίζει ορισμένα στοιχεία της υπόθεσης,προβαίνει με τη φαντασία του σε συμπλήρωση αυτών που λείπουν ή κάνει συλλογισμούς και συνάγει συμπεράσματα που επιδιώκει κατόπι να επαληθεύσει με την κατάθεση του μάρτυρα.Ο μάρτυρας,πάλι,που δε γνωρίζει πολλά στοιχεία της υπόθεσης,παρασύρεται από τους συλλογισμούς του ανακριτή.Κατ’αυτόν τον τρόπο ανακριτής και μάρτυρας,αλληλοστηριζόμενοι ο καθένας στην αυθεντία του άλλου,κτίζουν ένα οικοδόμημα που πολύ απέχει από την πραγματικότητα.»

τ.Αλεξιάδης,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006,σελ.377

Page 26: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

26

ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΕΣΑΡΣΟ

ΤΜΠΕΡΑΜΑΣΑ ΚΑΙ ΕΚΣΙΜΗΕΙ

πως αναφέρθηκε σχεδόν σε όλα τα προηγούμενα κεφάλαια της παρούσης εργασίας κυριότερα αποδεικτικά μέσα στην ποινική διαδικασία είναι: α)οι ενδείξεις,β)η αυτοψία,γ)η πραγματογνωμοσύνη, δ)η ομολογία του κατηγορουμένου,ε)οι μάρτυρες και στ)τα έγγραφα σύμφωνα με το άρθρο 178 Κ.Π.Δ.

την υπό κρίση υπόθεση κλοπής κατά συναυτουργία η ταυτότητα των δραστών παραμένει άγνωστη στις αστυνομικές αρχές.Τπάρχει ωστόσο πλήθος αποδεικτικών στοιχείων που μπορούν-άλλα ευκολότερα και άλλα δυσκόλως- να οδηγήσουν αρχικά στην εξιχνίαση της ταυτότητας αυτών και δευτερευόντως στη σύλληψή τους και στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.

Ξεκινώντας με τις ενδείξεις αναφέραμε πως ενδείκνυται η συλλογή και η ανάλυση δακτυλικών αποτυπωμάτων των δραστών από το χώρο του εγκλήματος.Ο τόπος ωστόσο του εγκλήματος (κατάστημα) δεν ευνοεί τη συλλογή αποτυπωμάτων λόγω της πληθώρας ιχνών που αφήνουν καθημερινά αρκετοί πελάτες του εν λόγω καταστήματος.Επιπροσθέτως ο Τποδιευθυντής αυτού αρνείται την εξερεύνηση του χώρου από συνεργείο της Δ.Ε.Ε. τον τόπο του εγκλήματος,αναφέραμε,πως ενδεχομένως να υπάρχουν και διαγνωστικά σημεία (κομμένο καλώδιο σύνδεσης του τηλεφώνου).Η ανάλυση ωστόσο και σε αυτήν την περίπτωση βρίσκει αναχώματα στην άρνηση του Τποδιευθυντή.

ημαντικό αποδεικτικό μέσο αποτελεί ωστόσο μία καθαυτή τεχνική ένδειξη άλλως ένα έγγραφο σήμφωνα με τη στάση της νομολογίας μας.Ο ψηφιακός δίσκος αποτελεί αποδεικτικό μέσο κατά το άρθρο 178 Κ.Π.Δ. και μάλιστα οδηγεί σε άμεση απόδειξη του εγκληματικού γεγονότος και της ταυτότητας των δραστών.Κατόπιν ανάλυσης αυτού και δημιουργίας φωτογραφιών από το Σμήμα Ανάλυσης και Εκτύπωσης Υωτογραφιών η εξιχνίαση της ταυτότητας των δραστών θα είναι εύκολη υπόθεση για τις Αστυνομικές Αρχές.

Ο τρόπος ενέργειας των δραστών (modus operandi) αν και δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο αλλά περισσότερο μία σκιαγράφηση της «εγκληματικής μεθοδολογίας» που ακολουθούν οι δράστες ενδέχεται να αποτελέσει βάση για τις έρευνες της Αστυνομίας.ε συνδυασμό και με μία σκιαγράφηση της εγκληματικής συμπεριφοράς (crime profiling) θα προσφέρει στις Αστυνομικές Αρχές πολύτιμο υλικό που ενδέχεται να οδηγήσει στην ανακάλυψη της ταυτότητας των δραστών μέσω προσφυγής σε ανάλογες υποθέσεις κλοπής που τελέστηκαν με όμοιο τρόπο (αρχείο modus operandi).

Αποδεικτικό μέσο αποτελεί και η μαρτυρική κατάθεση.Εν προκειμένω όμως η ύπαρξη τεχνικών ενδείξεων καθιστά ενδεχομένως τη μαρτυρική κατάθεση δευτερεύον αποδεικτικό στοιχείο,γεγονός που σχετίζεται με την ιδιομορφία που ακολουθεί τις μαρτυρικές καταθέσεις και τις αρκετές λαβές για αρνητικούς χαρακτηρισμούς που έχουν κατά καιρούς προσφέρει.

Page 27: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

27

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΊΑ I. τ.Αλεξιάδη,Ανακριτική,Εκδ.άκκουλα,2006

II. Ν.Ανδρουλάκη,Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης,Εκδ.Αντ.Ν.άκκουλα,2007 III. Κ.Γαρδίκας,Εγκληματολογίαι,Σομ.Α’,Εκδ.Αντ.Ν.άκκουλα,Αθήναι 1968 IV. Κ.Γαρδίκας,Αστυνομική,Εκδ.Αντ.Ν.άκκουλα,Αθήναι 1968 V. Η.Γάφος,Αι ταινίαι μαγνητοφώνου ως αποδεικτικόν μέσον,Ποιν.Φρ. Η’,1958

VI. Απ.Γεωργιάδης,Εμπράγματο Δίκαιο,Εκδ.Αντ.Ν.άκκουλα,2006 VII. Ι.Γιαννακούρης,Λανθάνοντα αποτυπώματα και εξιχνίαση εγκλημάτων,Αστ.Επιθεώρηση,Αύγουστος/επτέμβριος

2000 VIII. Φρ.Γιώτης,Ανακριτική,Αθήναι 1934

IX. Δ.Καρανίκα,Εγκληματολογία,Εκδ. άκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη,1966 X. Νέστωρ Ε.Κουράκης και συνεργάτες,υμβολές στη μελέτη της Ανακριτικής β’ έκδοση,Εκδ.

Αντ.Ν.άκκουλας,Αθήνα-Κομοτηνή 2005 XI. Δ.Κωσταράς,Αγιάζει ο σκοπός τα μέσα στην ποινική δίκη ή η ποινική δικονομική αξιολόγηση των παράνομα

αποκτημένων ή παράνομα χρησιμοποιημένων αποδεικτικών στοιχείων,ΕΕΝ 1984 XII. Γ.Μπαλή,Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου,Εκδ.άκκουλα,Αθήναι 1995,Έκδ. 7η

XIII. Α.-Χ.Μπενάκη,Σαξιολογικά στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος,Εκδ.άκκουλα,1971 XIV. Φ.Μυλωνόπουλος,Ειδικό Ποινικό Δίκαιο-Σα εγκλήματα κατά της περιουσίας και της

ιδιοκτησίας,Εκδ.Π.Ν.άκκουλας Δίκαιο και Οικονομία,Αθήνα 2006 XV. .Παπαγεωργίου-Γονατά,Σο πρόβλημα των παράνομα αποκτηθέντων έμμεσων αποδεικτικών μέσων στην ποινική

δίκη,Ποιν.Φρ. ΛΘ’,1989 XVI. Αγόρευση εισηγητή Λ.Παπακαρυά,Ποιν.Φρ. Η’,1958

XVII. Ν.Πατούρη,Η απαγόρευση χρησιμοποιήσεως αποδεικτικού υλικού παράνομα συγκεντρωμένου,Ποιν.Φρ. Λ’,1980 XVIII. Γ.ταθέα,Εγχειρίδιο Ανακριτικής,Αθήναι 1973

XIX. .Σσαούσης,Αστυνομική Ανακριτική,Αθήναι 1969,εκδ. β’ XX. Ν.Φωραφά,Ποινικόν Δίκαιον-Γενικαί Αρχαί,Σόμ Α’,Εκδ.άκκουλα,Αθήναι 1962

ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ I. Berg,B.L.,Criminal Investigation (McGraw-Hill),2008

II. Douglas,J.E.,Burgess,A.W.,Burgess,A.G. and Ressler,R.K.,Crime Classification Manual:A standard system for investigating and classifying violent crimes,San Fransisco,1992

III. Barletta Caldarera,Van Bemmelen,Les methods scientifiques IV. Wenzky,Der modus operandi nach englischem,frazoesischem,amerikanischem und deutschem

System,Internationale Verbrechensbekaempflung,Bundeskrinalamt Wiesbaden 1960

ΔΙΚΑΣΙΚΕ ΑΠΟΥΑΕΙ ΑΠ1558/1992,ΠΦ ΜΒ/1057,πρβλ.ΑΠ602/2003,ΠοινΛογ 2003/620,ΑΠ1678/1999,ΠοινΔικ 2000/220

ΑΠ104/1978,ΑΠ54/1973

ΑΠ760/1974,ΑΠ6/1979,ΑΠ671/1984,ΑΠ1088/1995,ΠλημμΔράμας11/1992

ΑΠ963/2002,ΑΠ164/2001,ΑΠ650/2001,ΑΠ1277/1990

ΑΠ595/1989,ΑΠ445/1988,ΑΠ548/84 ΑΠ41/195 Εφετείου Κρήτης 1/1971 Ποιν.Φρ. ΚΑ’,1971 ΑΠ1702/2008 ΑΠ433/1974,Ποιν Φρ. ΚΔ’,1974,σελ.689

ΑΠ240/1974,ΑΠ512/1973,Πλημ.Αθ.311/1972

ΑΠ571/1970,ΑΠ512,1973,ΑΠ696/1973,ΑΠ240/1970

ΑΠ433/1974,Ποιν.Φρ. ΚΔ’,1974,σελ.689

Page 28: Εργασία Ανακριτικής (PDF)

28

ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ