149
1 Paideia in Ioannina during the so-called Tourkokratia (18 th Century-Beginning 20 th Century) by IOANNIS N. FLOROS DISSERTATION Submitted in fulfilment of the requirements for the degree MAGISTER ARTIUM in GREEK in the Faculty of Humanities at the University of Johannesburg Supervisor: Prof. B. Hendrickx Co-supervisor: Dr Thekla Sansaridou-Hendrickx Johannesburg 2005

Paideia in Ioannina

  • Upload
    others

  • View
    5

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Paideia in Ioannina

1

Paideia in Ioannina

during the so-called Tourkokratia

(18th Century-Beginning 20th Century)

by IOANNIS N. FLOROS

DISSERTATION

Submitted in fulfilment

of the requirements for the degree

MAGISTER ARTIUM

in GREEK

in the Faculty of Humanities

at the

University of Johannesburg

Supervisor: Prof. B. Hendrickx

Co-supervisor: Dr Thekla Sansaridou-Hendrickx

Johannesburg 2005

Page 2: Paideia in Ioannina

2

ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΦΛΩΡΟΣ

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

(18ος ΑΙΩΝΑΣ – ΑΡΧΕΣ 20ου ΑΙΩΝΑ)

JOHANNESBURG 2005

Page 3: Paideia in Ioannina

3

Στη μνήμη του

κουνιάδου μου,

Βασίλη Κυριακού

Page 4: Paideia in Ioannina

4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ………………………………………………………………………………. 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

1. Πολιτική Ιστορία ………………………………………………………………………….8

1.1. Κοινοτική οργάνωση και τοπική αυτοδιοίκηση των Ιωαννίνων (17ος αι.- αρχές 20ου

αι.)……………………………………………………………………………………………10

1.2. Η εποχή του Αλή Πασά (1787-1822) και η <<πολιτεία>> του στα Ιωάννινα ………... 13

1.3. Τα επακόλουθα του <<χαλασμού>> των Ιωαννίνων και οι διάδοχοι του Αλή Πασά …14

2. Στρατιωτική Ιστορία (1701-1913) ……………………………………………………….15

3. Οικονομική Ιστορία (1701-1913) ………………………………………………………..22

4. Πολιτιστική Ιστορία-Παιδεία ……………………………………………………………28

4.1. Η τέχνη στα τουρκοκρατούμενα Ιωάννινα …………………………………………… 32

5. Θεσμική Ιστορία …………………………………………………………………………37

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄. ΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ

ΑΝΑΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΤΟΥΣ

1. Σχολή Επιφανίου Ηγουμένου (1648-1742) ………………………………………………44

2. Σχολή Εμμανουήλ Γκιόνμα (1677-1723) ………………………………………………...48

3. Μαρούτσειος Σχολή (1742-1797) ………………………………………………………..56

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΩΝ ΜΠΑΛΑΝΩΝ ΚΑΙ Η ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ

ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ

1. Μπαλάνειος Σχολή (1723-1821) ………………………………………………………… 64

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄. Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΨΑΛΙΔΑΣ (1769-1829) ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ

ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ

1. Η συγγραφική και εκδοτική του δραστηριότητα …………………………………………73

2. Φιλοσοφικές διαστάσεις και η σημασία τους στο συγγραφικό έργο του Ψαλίδα ………. 81

2.1. Οι μεθοδολογικές προϋποθέσεις της Αληθούς Ευδαιμονίας ……………………………82

2.2. Η σημασία της Αληθούς Ευδαιμονίας …………………………………………………. 84

2.3. Η επίγνωση των τεσσάρων αρχών της Αληθούς Ευδαιμονίας ………………………… 85

2.4. Η φιλοσοφική διαφοροποίηση του Ψαλίδα σε σχέση με τα πορίσματα των <<νεώτερων

φιλοσόφων>> ……………………………………………………………………………….87

3. Ο νέος φιλοσοφικός προσανατολισμός του Ψαλίδα και η σημασία του …………………89

3.1. Μαρτυρίες της μεταστροφής του Ψαλίδα και η σημασία τους ……………………….. 91

Page 5: Paideia in Ioannina

5

4. Ο Αθανάσιος Ψαλίδας και η αναγεννητική συμβολή του στην Καπλάνειο Σχολή Ιωαννίνων

(1805-1820) ……………………………………………………………………………….. 94

4.1. Ο ριζοσπαστικός και συνωμοτικός κύκλος των Ιωαννίνων …………………………. 103

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄. Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

(1828-1913)

1. Η Ζωσιμαία Σχολή (1828) …………………………………………………………….. 112

2. Κοινά (Δημοτικά) σχολεία στα Ιωάννινα ………………………………………………. 117

3. Εκκλησιαστικές Σχολές Ιωαννίνων ……………………………………………………. 121

4. Ξένα σχολεία που λειτούργησαν στα Ιωάννινα ………………………………………... 123

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄. ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ

ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

1. Οι βιβλιοθήκες …………………………………………………………………………. 125

2. Φιλολογικά Σωματεία ………………………………………………………………….. 125

3. Το τυπογραφείο <<Δωδώνη>> ………………………………………………………… 126

4. Ο ρόλος του τύπου στην ηπειρωτική πρωτεύουσα …………………………………….. 127

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄. ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΙΩΑΝΝΙΤΕΣ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ

ΛΟΓΙΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

1. Πνευματικές προσωπικότητες κατά τον 17ο, 18ο και 19ο αιώνα ……………………….. 131

2. Διαπρεπείς Ιωαννίτες λόγιοι κατά την ύστερη Τουρκοκρατία ………………………… 132

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ……………………………………………………………………… 137

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ……………………………………………………………………………… 139

SUMMARY ……………………………………………………………………………… 143

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ………………………………………………………………………….147

Page 6: Paideia in Ioannina

6

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Κατά την Τουρκοκρατία η πνευματική προσφορά της Ηπείρου και ιδιαίτερα των

Ιωαννίνων στο ελληνικό έθνος υπήρξε μεγάλη. Η παιδεία1 στην ηπειρωτική πρωτεύουσα

αποτελούσε έναν τρόπο ζωής με πολλές εκφάνσεις. Δεν συνιστούσε απαραβίαστο κύκλωμα

κοινωνικής λειτουργίας, αλλά ένα από τα σπουδαιότερα επίκεντρα του υπόδουλου

ελληνισμού ελεύθερης μεταφοράς ιδεών, που ο απόηχός τους έφτανε μέχρι τη Βαλκανική

χερσόνησο2. Στην ανάπτυξη της παιδείας που συντελέστηκε στην πόλη των Ιωαννίνων

συνέβαλε τα μέγιστα μια κοινωνική παράμετρος, η ευποιία, η οποία διασφάλιζε τις

οικονομικές προϋποθέσεις για την πρόοδο και εξάπλωση των γραμμάτων3.

Έλκοντας την καταγωγή μου από τα Ιωάννινα αλλά και λόγω της ιδιότητάς μου ως

εκπαιδευτικού-δασκάλου, ωθήθηκα να επιλέξω το θέμα <<Η παιδεία στα Ιωάννινα κατά την

Τουρκοκρατία 18ος αι.- αρχές 20ού>>, ώστε να δούμε από κοντά τον πνευματικό βίο και την

παιδεία σε όλες τις μορφές τους στα Ιωάννινα κατά την προαναφερόμενη περίοδο.

Στόχος ενδιαφέροντος είναι όχι μόνο οι πληροφορίες που αρύονται, αλλά και να

εξεταστεί ο ρόλος των Ιωαννίνων στη δημιουργία του νεοελληνικού Διαφωτισμού, απότοκο

του οποίου υπήρξε η πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων και η πολιτική τους

αποκατάσταση. Από τον 17ο αιώνα μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους στα Ιωάννινα

δημιουργήθηκαν πολλά σχολεία λόγω των γενναίων οικονομικών συνδρομών των απόδημων

1. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1312. Παιδεία: η συστηματική παροχή γνώσεων, η διαδικασία αγωγής που αποσκοπεί στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου κάποιου. Η καλλιέργεια των νοητικών, των ψυχικών και των σωματικών δυνάμεων των νέων μέσα από ένα γενικό και καθορισμένο εκ των προτέρων από κάθε χώρα σύστημα αποτελεί το εκπαιδευτικό (σχολικό) σύστημα μιας χώρας. Στόχος ενός τέτοιου συστήματος είναι να παράσχει παιδεία. Η λέξη παιδεία στην αρχαία σήμαινε ό,τι περίπου η σημερινή λέξη κουλτούρα, δηλ. τη γενικότερη πνευματική και ψυχική καλλιέργεια του ανθρώπου και μαζί τον πολιτισμό. Σήμερα με τη σημασιολογική αντίθεση τεχνικού/υλικού πολιτισμού (civilisation) και καλλιέργειας/κουλτούρας (culture), το παιδεία δηλώνει μόνο την καλλιέργεια, ιδιαίτερα μέσα από τη σχολική εκπαίδευση, αλλά και εκτός αυτής με γενικότερη έννοια. 2. Πελεκίδου, Οι Βαλκανικοί λαοί, σσ. 9-11. Το όνομα Βαλκανική χερσόνησος ή χερσόνησος του Αίμου είναι σχετικά πρόσφατο. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1808 από τον Α. Zeune. Ως τότε η χερσόνησος είχε πάρει πολλά ονόματα, περισσότερα από κάθε άλλη περιοχή της Ευρώπης, κι αυτό γιατί στο μακρό ιστορικό της βίο γνώρισε πολλές πολιτικές μεταβολές και παρουσίασε μεγάλη εθνολογική ποικιλία, ώστε να μην είναι δυνατό να επικρατήσει το όνομα ενός κράτους ή ενός λαού σαν όνομα ολόκληρης της περιοχής. Πριν από τον 19ον αιώνα, ονόμαζαν συχνά την περιοχή αυτή Ελληνική χερσόνησο. Οι μελετητές και ιστορικοί χρησιμοποίησαν επίσης τους όρους Βυζαντινή ή Ρωμαϊκή χερσόνησος, ανάλογα με το αντικείμενο της μελέτης τους, ακόμη και Ιλλυρική χερσόνησος. Την εποχή της Τουρκοκρατίας, γεωγράφοι και χαρτογράφοι της Δύσης ονόμαζαν τη χερσόνησο Ευρωπαϊκή Οθωμανική αυτοκρατορία ή Ευρωπαϊκή Τουρκία ή ακόμη το κράτος του Μεγάλου Τούρκου. Βαλκανική χερσόνησος ονομάστηκε από το ορωνύμιο Balkan. Η χρήση του ονόματος Balkan, αντί του ελληνικού Αίμου, δεν είναι ακριβής, γιατί δεν υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία ανάμεσα στα δυο ονόματα. Η λέξη Balkan είναι τουρκική και σημαίνει <<όρος, υψηλό βουνό>>, είναι δηλ. όνομα προσηγορικό – όρος γεωγραφικός – και όχι κύριο όνομα. Οι Τούρκοι όμως χρησιμοποιούσαν τον γεωγραφικό αυτό όρο ως κύριο όνομα, για να ονομάσουν όμως Balkan όχι ολόκληρη την οροσειρά του Αίμου αλλά μόνο το ανατολικό τμήμα της, το χαμηλότερο, αυτό που ήταν πιο κοντά στην Κωνσταντινούπολη.

Page 7: Paideia in Ioannina

7

Ιωαννιτών. Οι δάσκαλοι που στελέχωσαν τα σχολεία αυτά υπήρξαν φορείς των ιδεών των

ευεργετών στην ιδιαίτερη πατρίδα τους. Οι Σχολές αυτές πρέσβευαν διαμέσου των δασκάλων

τους την έλευση των νέων επιστημονικών επιτευγμάτων, που σκοπό είχαν την αποδέσμευση

του ανθρώπου από τις μεσαιωνικές προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες και τη θρησκευτική

και πολιτική του ελευθερία.

Επίσης, σκοπός της μελέτης είναι να δείξει αν πέτυχαν το στόχο τους οι δάσκαλοι των

προειρημένων Σχολών και αν κατάφεραν να αλλάξουν νοοτροπίες βαθιά ριζωμένες στο χθες

ή οι προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες. Να εξετάσει το ρόλο των εμπόρων και να

αποδείξει αν συνέβαλλαν στην παλινόρθωση της παιδείας. Να αξιολογήσει τη στάση της

επίσημης Εκκλησίας, η οποία λόγω του θεσμικού της χαρακτήρα ανέλαβε πρωτοβουλίες στην

υπόθεση που λέγεται παιδεία. Να ερμηνεύσει τον τρόπο λειτουργίας των φορέων της τοπικής

αυτοδιοίκησης, οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με την οργάνωση της εκπαίδευσης και τη

διαχείριση των κοινών. Αυτά είναι τα πιο σπουδαία προβλήματα που θα αποτελέσουν στόχο

της έρευνάς μας και πιστεύουμε ότι αναλύοντάς τα θα συνεισφέρουμε σε κάτι καινούριο ή

τουλάχιστον θα προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε την ήδη υπάρχουσα εικόνα.

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη συγγραφή αυτής της μελέτης θα μπορούσε να

χαρακτηριστεί συγκριτική ιστορική.

Ευχαριστώ το Θεό για τη δύναμη και την αντοχή που μου χάρισε κατά τη διάρκεια

των σπουδών μου, ώστε παράλληλα να εκπληρώνω με επιμέλεια και ευσυνειδησία, νομίζω,

τα εκπαιδευτικά μου καθήκοντα.

Από τη θέση αυτή θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Καθηγητή του University of

Johannesburg κ. Benjamin Hendrickx, ο οποίος όχι μόνο ενέκρινε το θέμα αυτό αλλά και

παρακολούθησε από κοντά όλα τα στάδια της συγγραφής της παρούσας μελέτης και στο

τέλος εισηγήθηκε για την έγκρισή της.

Επίσης, ευχαριστώ ιδιαίτερα την Καθηγήτρια των Νέων Ελληνικών του University of

Johannesburg κα Θέκλα Σανσαρίδου Hendrickx για τις εύστοχες επισημάνσεις και

παρατηρήσεις της, ομοίως για τη γενικότερη συμπαράσταση και καθοδήγησή της.

Επιπλέον ευχαριστώ τον κ. Κωνσταντίνο Μπίλη και την Εταιρεία Ηπειρωτικών

Μελετών για τις πολύτιμες πηγές που έθεσαν στη διάθεσή μου.

Τέλος, θερμά ευχαριστώ τη σύζυγό μου Μαρία για την αμέριστη υποστήριξή της κατά

τη διάρκεια των σπουδών μου αυτών, ώστε να υπάρξει θετική κατάληξη.

3. Νικολαΐδου, <<Σχολεία>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σ. 159.

Page 8: Paideia in Ioannina

8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

1. Πολιτική Ιστορία

Για να σχηματίσουμε μια λεπτομερειακή αντίληψη για τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα

Ιωάννινα στο χώρο της παιδείας κατά τον 18ο αιώνα και τη συμβολή τους στη δημιουργία

του νεοελληνικού Διαφωτισμού4 κίνημα που συνέβαλε στην πνευματική αφύπνιση και

απελευθέρωση του Γένους από τον τουρκικό ζυγό, κρίνουμε σκόπιμο να προβούμε σε

ανασκόπηση των κυριότερων ιστορικών γεγονότων της πόλης.

Σύμφωνα με τον Ζ. Τσιρπανλή, η πόλη των Ιωαννίνων ιδρύθηκε κατά τον 6ον αι. μ.Χ.

και ήδη, από το 673 απαντάται στα Χρονικά επισκοπική έδρα των Ιωαννίνων που υπόκειται

στη μητρόπολη της Ναυπάκτου5.

Επιπλέον, ο Τσιρπανλής αναφέρει ότι ένας από τους Ιταλούς ηγεμόνες, που ενέτειναν

τις προσπάθειές τους με σκοπό την κατάληψη της Ηπείρου, ήταν ο δούκας της Απουλίας και

της Σικελίας Βοημούνδος. Ο Βοημούνδος έγινε κάτοχος των Ιωαννίνων στα 1082, ενίσχυσε

την αμυντική τους θέση και παρέμεινε στην πόλη μέχρι τη στιγμή που εξεδιώχθη από τον

βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό6.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204) και τον

διαχωρισμό της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε αυτοδιοίκητες ηγεμονίες, μία εκ των οποίων

υπήρξε και η Ήπειρος, κύριος της τελευταίας κατασταίνεται ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός

(1204/5- περ. 1215), επιλέγοντας τα Ιωάννινα ως βάση του7. Στα 1318 τερματίζεται η

εξουσία των Κομνηνών από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ανδρόνικο8. Τον Ανδρόνικο Β΄

Παλαιολόγο διαδέχτηκε στον θρόνο της Ηπείρου ο ηγεμονικός οίκος των Ιταλών Ορσίνι

(1318-1337), με σημαντικότερο εκπρόσωπό του τον κόμη Ιωάννη Α΄ της Κεφαλλονιάς

(1328-1335). Έπειτα από ένα σύντομο διάστημα επανένταξης της περιοχής στη βυζαντινή

αυτοκρατορία (1337-1348), ο ηγεμόνας της Σερβίας Στέφανος Δουσάν (1348-1355)

εισβάλλει στο εσωτερικό της χώρας και κατακτά τα εδάφη της Ηπείρου. Μετά τον θάνατο

του Στέφανου Δουσάν το αξίωμα του δεσπότη της Ηπείρου καταλαμβάνει ο αδερφός του,

4. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 505, νεοελληνικός Διαφωτισμός: η πνευματική κίνηση που από τα μέσα του 18ου αι. μέχρι τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης του νεοελληνικού κράτους προσπάθησε να μεταδώσει τα φώτα του ευρωπαϊκού πνεύματος (ευρωπαϊκός Διαφωτισμός) στον υπόδουλο ελληνισμό, συμβάλλοντας στην εθνική αφύπνιση και την καλλιέργειά του. 5. Τσιρπανλής, <<Άγνωστο υπόμνημα>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σσ. 17-18. 6. Αυτόθι, σ. 18. 7. Βλ. Α. Γ. Κ. Σαββίδης- Β. Hendrickx, Εισαγωγή στη Βυζ. Ιστ. (289-1461), Θεσ/νίκη, 2003, σσ. 128 και 249. 8. Τσιρπανλής, <<Άγνωστο υπόμνημα>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σ. 18.

Page 9: Paideia in Ioannina

9

Συμεών Ούρεσις, (1356-1367)9. Σαράντα χρόνια αργότερα, ο τελευταίος Σέρβος ηγεμών

Ιζαού (1385-1411) απονέμει τα πρεσβεία στον Σουλτάνο Βαγιαζήτ, ο οποίος αποδέχεται τα

δεσποτικά δικαιώματα του Ιζαού. Στα 1405 οι Αλβανοί του Σγούρου, αδερφού του Ιωάννη

Σπάτα, καταλαμβάνουν την Ήπειρο και τα Ιωάννινα για σύντομο χρονικό διάστημα. Ύστερα

όμως από δυο χρόνια εκτοπίζονται από τον ηγεμόνα της Κεφαλλονιάς Ιωάννη Τόκκο

(πρόκειται ασφαλώς για τον Κάρολο Α΄ Τόκκο) (1411-1429), ο οποίος νέμεται την εξουσία

στην Ήπειρο με την οικογένειά του ως το 143110.

Κατά τη γνώμη του Λ. Βρανούση, μετά την τουρκική κατάκτηση της Θεσσαλονίκης

(29 Μαρτίου 1430), ο τελευταίος δεσπότης της Ηπείρου Κάρολος Β΄ Τόκκος αναχωρούσε

από τα Ιωάννινα, που παραδόθηκαν στον προελαύνοντα στρατό του Σινάν Πασά στις 9

Οκτωβρίου 1430. Η άρχουσα τάξη των Ιωαννίνων, εξετάζοντας προσεκτικά τις επικείμενες

απειλές του Τούρκου στρατηγού, εις περίπτωση που δεν παραχωρούσε την πόλη, και αφού

προηγουμένως έλαβε γραπτές διαβεβαιώσεις για ευεργετική μεταχείριση, παρέδωσε την πόλη

αμαχητί11. Η θέση του Χ. Παπαστάθη είναι, ότι στις 9 Οκτωβρίου 1430 τα Ιωάννινα δόθηκαν

στον Σινάν Πασά, ο οποίος, για να αποτρέψει πιθανή αντίσταση των κατοίκων, έσπευσε να

τους εκχωρήσει γραπτώς ειδικά προνόμια, που εμπεριέχονται στον γνωστό <<ορισμό>>12

του Σινάν Πασά (1430), γραμμένο στα ελληνικά και συνιστά ταυτόχρονα το πιο παλιό

έγγραφο οθωμανικής αρχής που απευθύνεται σε ελληνική πόλη. Τα προνόμια του 1430

τηρήθηκαν στην ουσία από τους Τούρκους, αλλά ακυρώθηκαν το 1611 εξαιτίας της

επανάστασης του Διονύσιου του Φιλόσοφου13.

Σύμφωνα με τον Γ. Κουρμαντζή, η αντιτιθέμενη στους φόρους επανάσταση των

χωρικών το 1611, καθοδηγούμενη από τον επίσκοπο Τρίκκης, Διονύσιο, είχε ως αποτέλεσμα

την είσοδο των κινηματιών στην πόλη των Ιωαννίνων και την αιματηρή συμπλοκή τους με

τους Οθωμανούς. Ως πρώτο επακόλουθο της εξέγερσης αυτής ήταν η απομάκρυνση των

κατοίκων του <<άστεως>>, των <<καστρινών>> από το κάστρο σε δυο επάλληλες φάσεις

9. Nicol, <<Δεσποτάτο>>, Ιστορία, σσ. 206-214. 10. Τσιρπανλής, << Άγνωστο υπόμνημα>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σ. 18. 11. Βρανούσης, <<Υποταγή>>, Ιστορία, σ. 240. 12. Μεταλληνός, Τουρκοκρατία, σ. 193. Προνομιακός ορισμός (αχτιναμές ) του 1430 << Ομνέω σας τον Θεόν του ουρανού και της γης και τον προφήτη Μωάμεθ… ότι να μηδέν έχετε κανέναν φόβον, μήτε αιχμαλωτισμόν, μήτε πιασμόν παιδίων, μήτε εκκλησίας να χαλάσωμεν, μήτε μπασγίδι (= τζαμί ) να ποιήσωμεν, αλλά και οι εκκλησίες σας να σημαίνουν καθώς έχουν συνήθειαν. Ο μητροπολίτης να έχει την κρίσιν του και την ρωμαϊκήν και όλα τα εκκλησιαστικά δικαιώματα, οι άρχοντες όσοι έχουν τιμάρια πάλι να τα έχουσιν, τα γονικά τους, τα υποστατικά τους και τα πράγματά τους όλα να τα έχουν χωρίς τινός λόγου και άλλα ει τη ζητήματα θέλετε ζητήσει να σας τα δώσωμεν. Ει δε και σταθείτε πεισματικά και δεν προσκυνήσετε με το καλό, να ηξεύρετε ότι ώσπερ εδιαγουμίσαμεν την Θεσσαλονίκη και εχαλάσαμεν τες εκκλησίες και ερημώσαμεν και αφανίσαμεν τα πάντα, ούτως θέλομεν χαλάσει και σας και τα πράγματά σας >>. 13. Παπαστάθης, <<Προνόμια>>, Ιστορία, σ. 242.

Page 10: Paideia in Ioannina

10

κατόπιν εντολής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1613-1618). Το 1627 η Πύλη αποσύρει

την εμπιστοσύνη της από τους χριστιανούς, που ήταν επιφορτισμένοι με τη φύλαξη των

δερβενιών ενώ, ύστερα από τον τουρκοπερσικό πόλεμο του 1635, αποσπά ομοίως το

προνόμιο της κατοχής τιμαρίων από χριστιανούς το θρήσκευμα πλην εκείνου της Εκκλησίας.

Επομένως, οι χριστιανοί τιμαριούχοι που είχαν διατηρήσει τα φέουδά τους για δυο αιώνες

μετά το 1431 και σύμφωνα με τον ορισμό του Σινάν Πασά, είναι υποχρεωμένοι τώρα ή να

απολέσουν τις ιδιοκτησίες τους ή να αλλαξοπιστήσουν. Τον δρόμο της εξωμοσίας προτιμά το

μεγαλύτερο ποσοστό και έτσι μαθαίνουμε ότι περισσότερες από 350 οικογένειες στα

Ιωάννινα αλλάζουν θρήσκευμα. Παρατηρούμε λοιπόν ότι από το πρώτο μισό του 17ου αιώνα,

υπάρχουν ριζικές αναδιαρθρώσεις στις δομές της πόλης και της υπαίθρου. Με την έναρξη

αυτής της περιόδου δημιουργείται ο θεσμός της <<προστασίας>> των χωριών. Η υλοποίηση

του θεσμού αυτού έγκειται στη μετατροπή των ελεύθερων χωριών σε ιδιόκτητα, σε

<<προστατευόμενα>>, με την παραχώρηση των ιδιοκτησιακών τους τίτλων σε εύπορους

μουσουλμάνους της περιοχής, και με αντάλλαγμα την ελάφρυνση των οικονομικών

υποχρεώσεών τους14.

Επιπλέον, ο Κουρμαντζής υποστηρίζει ότι στον αντίποδα της φεουδαρχικής

κατάστασης βρίσκεται το εμπόριο και η βιοτεχνία που ακμάζουν κατά τον 17ο αιώνα. Το

φαινόμενο αυτό εξηγείται από τις νέες παραμέτρους που γεννήθηκαν στην πόλη και την

επαρχία των Ιωαννίνων: οι εξωθέντες κάτοικοι του κάστρου, μετά τα γεγονότα του Διονύσιου

του Φιλόσοφου (1611), ήταν υποχρεωμένοι να κατευθυνθούν σε καινούριες πηγές εσόδων.

Όσοι διατηρούσαν δεσμούς με τη Βενετία μετεγκαθίστανται εκεί κι αρχίζουν εμπορικές

σχέσεις, ενώ άλλοι δραστηριοποιούνται με τη βιοτεχνία που δεν έπαυσε να υφίσταται από τα

μεσαιωνικά χρόνια. Πολλοί άνθρωποι εισρέουν στην πόλη από την επαρχία εφόσον τα χωριά

ακολουθούν φθίνουσα οικονομική πορεία και ασχολούνται κι αυτοί με το εμπόριο και τη

βιοτεχνία. Με την πάροδο του χρόνου, οι επαγγελματικές ενώσεις των βιοτεχνών

μετατρέπονται σε υπολογίσιμες δυνάμεις με μεγάλη ρυθμιστική ισχύ στα κοινά της πόλης15.

1.1. Κοινοτική οργάνωση και τοπική αυτοδιοίκηση των Ιωαννίνων (17ος αι.- αρχές 20ου

αι.)

Η άποψη του Παπαστάθη είναι, ότι το προνομιακό σύστημα διακυβέρνησης των

πόλεων και των χωριών της Ηπείρου από τα πρώτα κιόλας χρόνια της Τουρκοκρατίας,

14. Κουρμαντζής, <<Οθωμανική πόλη>>, Ήπειρος, σσ. 19-20. 15. Αυτόθι, σ. 21.

Page 11: Paideia in Ioannina

11

συνέβαλε στη δημιουργία ενός ακμαιότατου κοινοτικού συστήματος σε σχέση με τον

υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Στην ανάπτυξη αυτή του κοινοτισμού συνέδραμε επίσης η

αξιόλογη συντεχνιακή παράδοση16. Ο Κ. Βακαλόπουλος σημειώνει, ότι η κοινότητα και τα

ισνάφια συντέλεσαν ενεργά στην ανάπτυξη των μικρών και των μεγάλων αστικών κέντρων

της Ηπείρου κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Παράλληλα με τη συντεχνιακή υπόσταση

των Ιωαννίνων, σημαντικός υπήρξε ο ρόλος των ιδιόμορφων κοινοτικών οργανώσεων, των

αδερφοτήτων, στη συμβολή τους στα κοινά. Προσηλωμένες σε θρησκευτικές, φιλανθρωπικές

και εκπαιδευτικές δραστηριότητες έδωσαν από νωρίς το στίγμα των προθέσεών τους. Η

ιδιαίτερη αυτή κοινοτική υποδομή των Ιωαννίνων είναι καρπός και της πρωτοβουλίας των

απόδημων Ιωαννιτών, που διέθεσαν τις μεγάλες περιουσίες τους σε έργα παιδείας και

κοινωνικής ωφέλειας. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι Απόστολος Τσιγαράς (1625),

Επιφάνιος Ηγούμενος (1676), Μάνος Γκιόνμας (1691), Πάνος Ιερομνήμων, Νικόλαος

Καραγιάννης, Λάμπρος Μαρούτσης (1734) κ.ά17.

Ο Δ. Σαλαμάγκας υποστηρίζει πως, η ιστορία των κληροδοτημάτων (των Λάσων και

των Ελεών) των απόδημων Ιωαννιτών, αποτέλεσε ταυτόχρονα την απαρχή της δημιουργίας

των κοινοτικών αξιωμάτων της πόλης, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας: Εφόρων

εκπαιδευτηρίων, Εφόρων κορασίδων, Επιτρόπων εκκλησιών και των υπόλοιπων

εκτελεστικών οργάνων της <<Πολιτείας>> των Ιωαννίνων και του <<Δημαιρεσιακού ή

Αστικού Συμβουλίου>> όπως χαρακτηρίζει το Νομοθετικό και Κοινοβουλευτικό της όργανο

ο Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του <<Χρονογραφία της Ηπείρου>>. Αρχικά,

πολιτειακοί του παράγοντες ήταν ο Μητροπολίτης και οι άρχοντες της πόλης και στη

συνέχεια οι επικεφαλής των συντεχνιακών οργανώσεων και ο λαός. Αυτοί συναπάρτιζαν τη

Γενική Συνέλευση της Πολιτείας, σώμα με συντακτικές αρμοδιότητες. Αποφάσιζαν για τον

καταμερισμό των φόρων και την είσπραξή τους από τις οικογένειες, τη χορήγηση

βοηθημάτων στους ενδεείς, την προικοδότηση των άπορων κοριτσιών και, γενικότερα

επιλαμβάνονταν για τα τρέχοντα ζητήματα της κοινότητας18.

Επίσης, ο Παπαστάθης αναφέρει ότι αυτό το κοινοτικό καθεστώς υφίστατο στα

Ιωάννινα μέχρι τη θέσπιση των <<Εθνικών ή Γενικών Κανονισμών>> από την Οθωμανική

Αυτοκρατορία το 1860-1862. Οι Εθνικοί Κανονισμοί, που ήταν ρυθμίσεις συνταγματικής

υφής, τέθηκαν σε ισχύ με τη δημοσίευση του Χάρτη Χάτι-Χουμαγιούν το 1856 και αφορούσαν

τη διευθέτηση των εκκλησιαστικών και εθνικών πραγμάτων των ορθόδοξων χριστιανών που

16. Παπαστάθης, <<Κοινοτικός βίος>>, Ιστορία, σσ. 252-253. 17. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 70. 18. Σαλαμάγκας, Ο Νεομάρτυς Γεώργιος, σ. 33.

Page 12: Paideia in Ioannina

12

ήταν υποτελείς του Σουλτάνου. Οι Εθνικοί Κανονισμοί αποτελούνταν από επτά επιμέρους

διατάξεις, που αναφέρονταν στην εκλογή του πατριάρχη και των αρχιερέων, τη σύσταση της

Ιεράς Συνόδου, τους υπαλλήλους του πατριαρχείου, τα μοναστήρια και το <<Διαρκές Μικτό

Συμβούλιο>>.

Όσον αφορά την κοινοτική διοίκηση, οι διατάξεις επέτρεπαν: τη συγκρότηση και

λειτουργία κοινοτικών καταστημάτων σε τοπικό επίπεδο, τη διαχείριση ζητημάτων

θρησκευτικού περιεχομένου (εκλογή αρχιερέων, ανέγερση ναών) και τέλος διευθετούνταν

θεσμικά προβλήματα θρησκευτικής υφής (αρραβώνες, γάμοι, διαζύγια, κληρονομιές κ.ά). Με

την εφαρμογή τους οι Κανονισμοί αυτοί έθεταν τέρμα στις υπάρχουσες προνομιακές

ιδιαιτερότητες των κοινοτήτων και επέβαλαν ενιαίο σχήμα διοίκησης για όλες τις κοινότητες.

Το 1868 οι καινούριες κοινοτικές διατάξεις ήταν γεγονός στην Ήπειρο.

Ο τότε μητροπολίτης Ιωαννίνων Σωφρόνιος Χρηστίδης, απηύθυνε πρόσκληση στους

προεστούς της πόλης και της επαρχίας για τη σύσταση κοινής δημογεροντίας με αντικείμενο

την επίλυση των τρεχουσών ζητημάτων. Αυτό όμως δεν κατέστη δυνατό λόγω της αντιζηλίας

των Ιωαννιτών προεστών εις βάρος των επαρχιωτών. Συνεπεία τούτου συγκροτήθηκαν δύο

δημογεροντίες, μία για τους Ιωαννίτες και μία για τους επαρχιώτες19.

Σύμφωνα με την Ελευθερία Νικολαΐδου, η διαμάχη αυτή των προυχόντων είχε

αντίκτυπο και στους απλούς πολίτες. Οι <<αυτόχθονες>> κάτοικοι της πόλης δεν ήθελαν να

συνδιαχειρίζονται τα τεράστια ποσά από τα κληροδοτήματα των ευεργετών που εισέρεαν

στην πόλη με τους επαρχιώτες και γι’ αυτό αντιδρούσαν σε οποιαδήποτε αξίωση των

τελευταίων για συμμετοχή τους στα κοινά. Παρόλο που προς το τέλος της Τουρκοκρατίας

(1909),η συμμετοχή όλων στη διαχείριση των κοινών επετεύχθη, η διένεξη συνεχίστηκε μέσω

των δυο κομμάτων που υπήρχαν στη ζωή της πόλης, της αριστοκρατικής Κόσσας και του

λαϊκού κόμματος της Βλιόρας. Και τα δυο κόμματα πρόσβλεπαν στον αποκλεισμό των

επαρχιωτών και ήταν γενικά υπέρμαχα του δόγματος <<γέννημα και θρέμμα>> Ιωαννίτης,

για να μπορεί κάποιος να συμμετέχει στις κοινές αξίες. Το 1911, στην τελευταία εκλογική

αναμέτρηση συμμετείχαν τρία κόμματα: τα προαναφερόμενα Κόσσα και Βλιόρα και το

κόμμα των Ανεξάρτητων, το οποίο είχε στις τάξεις του νέους ανθρώπους, αποδεσμευμένους

από το χθες και τον παλαιοκομματισμό. Νικητής των εκλογών στέφθηκε το τρίτο κόμμα, με

επικεφαλής το γιατρό Στέφανο Σαλαμάγκα20.

19. Παπαστάθης, <<Κοινοτικός βίος>>, Ιστορία, σ. 255. 20. Νικολαΐδου, <<Κοινοτισμός>>, Ιστορία, σσ. 296-297.

Page 13: Paideia in Ioannina

13

1.2. Η εποχή του Αλή Πασά (1787-1822) και η <<πολιτεία>> του στα Ιωάννινα

Στα 1685 τα Ιωάννινα αποτελούσαν τοπαρχία της Ηπείρου, την οποία διοικούσε ένας

πασάς με έδρα του τα Ιωάννινα και αντιπροσώπευε τον πασά της Θεσσαλονίκης. Απ’ αυτή τη

χρονική περίοδο μέχρι την εμφάνιση του Αλή Πασά, η ιστορία των Ιωαννίνων δεν

παρουσιάζει κάτι που να αξίζει να αναφερθεί, εκτός από τη σποραδική παρουσία των πρώτων

αρματολών και κλεφτών στην περιοχή21.

Σύμφωνα με τον Π. Σπανίδη η προσωπικότητα του Αλή Πασά πάντοτε συγκέντρωνε

την προσοχή των μελετητών. Γεννημένος ανάμεσα στο 1744 με 1750, απόγονος <<του

επιφανέστερου γένους των Τόσκηδων και από τις πρώτες οικογένειες της Ηπείρου>>22, είχε

κληρονομήσει από τη μητέρα του Χάμκω την εξυπνάδα, την επιμονή και τη φιλοδοξία, αλλά

και την υποκρισία, την τόλμη και τη σκληρότητα, απαραίτητα προσόντα για την άνοδο και

την επιβολή του μέσα στην κοινωνία των αλληλοσυγκρουόμενων αλβανικών πατριών23.

Επιπλέον ο Σπανίδης σημειώνει ότι στα 1787 ο Αλή Πασάς κατάφερε να αναρριχηθεί στο

αξίωμα του πασά των Ιωαννίνων αφού προηγουμένως έδρασε ως ληστής. Το αναπόδραστο

γεγονός της κατάληψης της εξουσίας των Ιωαννίνων από μέρους του Αλή πασά αποδέχτηκε η

Πύλη επικυρώνοντας το με σουλτανικό διάταγμα24.

Ο Φ. Μιχαλόπουλος αναφέρει πως, ο Αλή Πασάς με την ανάληψη των καθηκόντων

του κατέστειλε τη ληστεία, αποκατέστησε την τάξη και άρχισε σταδιακά να χαράζει τη δική

του πορεία. Η ανεξιθρησκεία, η διοικητική και δικαστική πειθαρχία και ιδιαίτερα η ασφάλεια

που επέβαλε κατέστησαν τα Ιωάννινα μια πόλη περισσότερο θα λέγαμε ευρωπαϊκή παρά

τουρκική25. Ο Βρανούσης παρατηρεί ότι ο Αλή Πασάς προκειμένου να υλοποιήσει τα

προσωπικά του σχέδια, εκμεταλλεύτηκε τον οικονομικό ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών

χωρών στην περιοχή26. Ο Σαλαμάγκας υποστηρίζει ότι το σχέδιο του Αλή δεν υπήρξε άλλο τι

παρά η ίδρυση ενός ιδιότυπου κράτους μέσα στα όρια της Βαλκανικής. Αυτό δεν άρεσε

καθόλου στην Πύλη και έψαχνε να βρει τρόπους να απαλλαγεί απ’ τον Αλή27.

Κατά την άποψη της Νικολαΐδου, το ξεκίνημα της ελληνικής επανάστασης βρήκε την

Ήπειρο να έχει μεταβληθεί ήδη από καιρό σε πεδίο πολεμικών αντιπαραθέσεων, εξαιτίας της

αποστασίας του Αλή Πασά. Από τον Ιούλιο του 1820 ο Σουλτάνος είχε κηρύξει τον Αλή ως

αντάρτη και <<ένοχο καθοσιώσεως>> αποφασίζοντας έτσι την εξόντωσή του. Για τον σκοπό

21.Τσιρπανλής, <<Άγνωστο υπόμνημα>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σσ. 20-21. 22. Σπανίδης, <<Αλή πασάς Τεπελενλής>>, Γιάννινα, σσ. 209-213. 23. Απ. Βακαλόπουλος, <<Αλή Πασάς>>, Ιστορία, σ. 86. 24. Σπανίδης, <<Αλή πασάς Τεπελενλής>>, Γιάννινα, σ. 213. 25. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 7-12. 26. Βρανούσης, <<Πνευματική δημιουργία>>, Ιστορία, σ. 267.

Page 14: Paideia in Ioannina

14

αυτό έστειλε εναντίον του τον Ισμαήλ Πασόμπεη. Προϊόντος του χρόνου και μη πηγαίνοντας

καλά η επιχείρηση, ο Ισμαήλ Πασόμπεης αντικαταστάθηκε από τον Χουρσίτ πασά. Στις

αρχές του 1822 ο Αλή πασάς, δολοφονήθηκε από άνδρες του Χουρσίτ στη Μονή του Αγίου

Παντελεήμονα στο νησί των Ιωαννίνων28.

1.3. Τα επακόλουθα του << χαλασμού >> των Ιωαννίνων και οι διάδοχοι του Αλή

Πασά

Σύμφωνα με τον Σαλαμάγκα, μετά το τέλος του Αλή Πασά, τον Ιανουάριο του 1822,

τα Ιωάννινα έπεσαν και πάλι στην τουρκική ασυδοσία. Ο <<χαλασμός>> της πόλης κατά τις

πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον του, η λεηλασία, η προσφυγιά και η ανέχεια που

ακολούθησαν εκμηδένισαν το χριστιανικό στοιχείο της περιοχής και εξαφάνισαν το κράτος

που είχε αυτός ονειρευτεί. Στο μεταξύ η ελληνική επανάσταση, που είχε ξεσπάσει κατά τη

διάρκεια της πολιορκίας των Ιωαννίνων, κυριαρχούσε τώρα σε όλη την Ελλάδα και οι

πολεμικές επιχειρήσεις είχαν απλωθεί ως την Ήπειρο29.

Ακόμη, η Νικολαΐδου προσθέτει, ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1821-1831,

διοικητές του Βιλαετιού Ιωαννίνων υπήρξαν κατά σειρά οι: Ισμαήλ πασάς, Ομέρ Βρυώνης

και Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς ή Κιουταχής. Κατά τη διοίκηση του Κιουταχή παρατηρήθηκε

καταστολή της ληστείας και των κακουργημάτων γενικότερα, στοιχεία θετικά στο ενεργητικό

του. Απ’ το 1828 σημειώθηκαν κάποιες τάσεις ανεξαρτησίας απ’ τους Αλβανούς με απώτερο

σκοπό την ίδρυση ανεξάρτητου αλβανικού κράτους. Η στάση αυτή των Αλβανών οδήγησε

τον Κιουταχή να λάβει δραστικά μέτρα, που ολοκληρώθηκαν με την εξόντωση των αρχηγών

τους στο Μοναστήρι (30 Ιουλίου 1830)30.

Ομοίως ο Σαλαμάγκας αναφέρει ότι το 1832 μετά την αναχώρηση του Ρεσίτ πασά, τη

διοίκηση των Ιωαννίνων ανέλαβε ο γιος του Ρεσίτ πασά, ο Εμίν πασάς. Το νεαρό της ηλικίας

του Εμίν πασά και η απειρία που τον διέκριναν δεν του επέτρεψαν να σταθεί στο ύψος των

περιστάσεων και έχασε τον έλεγχο της διοίκησης, με αποτέλεσμα να μετατραπούν τα

Ιωάννινα σε απέραντο πεδίο βιαιοπραγιών και ασυδοσίας. Στα 1833 τοποθετείται διοικητής

Ηπείρου ο Μαχμούτ πασάς, άνθρωπος προχωρημένης ηλικίας, ο οποίος δεν κατάφερε να

διοικήσει με ασφάλεια την περιφέρειά του. Στα 1836 επανέρχεται στα Ιωάννινα ο Εμίν

πασάς. Με την ανάληψη των καθηκόντων του αποκαθιστά την τάξη και την ηρεμία, αλλά το

27. Σαλαμάγκας, Ο Νεομάρτυς Γεώργιος, σ. 16. 28. Νικολαΐδου, <<Αποστασία>>, Ιστορία, σσ. 272-279. 29. Σαλαμάγκας, Ο Νεομάρτυς Γεώργιος, σσ. 22-23. 30. Νικολαΐδου, <<Εσωτερικές εξελίξεις>>, Ιστορία, σσ. 286-287.

Page 15: Paideia in Ioannina

15

1837 ανακαλείται από την Υψηλή Πύλη, με το αιτιολογικό, ότι εξεστράτευσε κατά της

Αυλώνας άνευ σχετικής αδείας της. Τον Εμίν πασά διαδέχεται ο Μουσταφά Νουρή πασάς

(1837-1840)31.

Κατ’ ανάλογο τρόπο η Νικολαΐδου επισημαίνει πως, από το μακρύ κατάλογο των

Βαλήδων στο Βιλαέτι Ιωαννίνων ξεχωρίζουν ο Αχμέτ Ρασίμ πασάς (1867-68 και 1877-80)

και ο Οσμάν πασάς (1897-1906). Ο Αχμέτ Ρασίμ πασάς χαρακτηρίζεται <<φυσιογνωμία

όλως εξαιρετική>>. Άνθρωπος με πλατιά μόρφωση, εδραίωσε την τάξη, εξάλειψε τη ληστεία,

περιόρισε την έκταση των καταχρήσεων στο δημόσιο και τις κοινότητες και κατασκεύασε

έργα κοινής ωφέλειας. Ο Οσμάν πασάς χαρακτηρίζεται άξιος και <<φιλοδίκαιος>> από τους

συγκαιρινούς του. Παρόλο που υπερίσχυσε του ελληνικού στρατού στην Ήπειρο κατά τον

πόλεμο του 1897, προστάτεψε τους Έλληνες από τις έκνομες ενέργειες των Τούρκων

κατοίκων των Ιωαννίνων και των Αλβανών μπέηδων και αγάδων και αντέδρασε στις

απαιτήσεις των τελευταίων για ίδρυση αλβανικού κράτους μέχρι τον Αμβρακικό και τον

Άραχθο32.

2. Στρατιωτική Ιστορία (1701-1913)

Σύμφωνα με τον Β. Σφυρόερα, οι συνέπειες για τον πληθυσμό της Ηπείρου και δη των

Ιωαννίνων, μετά το αποτυχημένο κίνημα του Διονυσίου του Φιλόσοφου (1611), ήταν πολλές

και δυσάρεστες. Μια από αυτές ήταν η δημιουργία ενός ρεύματος φυγής των κατοίκων από

τα πεδινά προς τα ορεινά. Η ζωή των φυγάδων Ελλήνων πάνω στα βουνά ήταν πολύ

δύσκολη. Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν ήταν, αυτό της τροφής και του

νερού. Επίσης οι καιρικές συνθήκες το χειμώνα δυσκόλευαν τη ζωή τους. Για να επιβιώσουν

έπρεπε να αγωνιστούν σκληρά. Αυτό συνεπάγονταν την ιδιαίτερη ανάπτυξη των σωματικών

και ψυχικών ικανοτήτων από μέρους των. Οι περιστάσεις αυτές δημιούργησαν στους

ορεινούς πληθυσμούς την ψυχοσύνθεση του αντάρτη και του ανυπότακτου που αρνείται να

συμβιβαστεί με την εξουσία και πολλές φορές καταφεύγει στην αρπαγή, σαν μοναδικό μέσο

για τη συντήρησή του33.

Οι ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής εκείνης και των συγκεκριμένων

περιοχών δημιούργησαν το θεσμό των Κλεφτών και από το τέλος του 17ου αιώνα των

Αρματολών. Οι θεσμοί αυτοί δημιουργήθηκαν κάτω από διαφορετικές συνθήκες, στην

31. Σαλαμάγκας, Ο Νεομάρτυς Γεώργιος, σσ. 23-24. 32. Νικολαΐδου, <<Κοινοτισμός>>, Ιστορία, σ. 296. 33. Σφυρόερας, <<Κλέφτες>>, Ιστορία, σσ. 145-146.

Page 16: Paideia in Ioannina

16

εξέλιξή τους όμως συγχωνεύτηκαν και στο τέλος της Τουρκοκρατίας οι δύο έννοιες

ταυτίστηκαν34.

Κατά τη γνώμη του Αλ. Πολίτη, οι κλέφτες ήταν οργανωμένοι σε συμμορίες, μικρές ή

πολυάριθμες, με αρχηγό τον πρωτοκλέφτη και περιφέρονταν στα βουνά προκαλώντας τον

τρόμο στους χωρικούς και στους διαβάτες. Παραφύλαγαν στα περάσματα, τα δερβένια όπως

τα έλεγαν τότε, και λήστευαν τους ταξιδιώτες και τους πραματευτές ή τους αιχμαλώτιζαν και

ζητούσαν λύτρα από τους συγγενείς τους35. Οι κλέφτες λοιπόν αποτελούσαν μία μόνιμη

πληγή και δεν μπορεί να πιστέψει κανείς πως ήταν αγαπητοί στο χριστιανικό πληθυσμό.

Εξασκούσαν γοητεία στους φτωχούς και απόλεμους χωρικούς, γιατί ήταν σκληροί, πολεμικοί

και ζούσαν απ’ τα όπλα τους. Η φήμη τους στηριζόταν στο φόβο που ενέπνεαν παρά στον

θαυμασμό των απλών ανθρώπων36.

Ο Π. Ροδάκης υποστηρίζει πως με την κήρυξη της Επανάστασης η μεγάλη μάζα των

αγωνιστών προέρχονταν από τους κλεφταρματολούς. Μετέδωσαν στα επαναστατημένα

παλικάρια το δικό τους επαναστατικό πνεύμα και τους οργάνωσαν όπως μια κλέφτικη ομάδα,

όχι όμως σαν έναν εθνικό στρατό37. Σύμφωνα με τον Ι. Φιλήμονα, <<το σύστημα των

Κλεπτών>>, που ήταν <<το πρότυπον πολεμικόν σχολείον της μελλούσης μεταβολής,

σχηματίζον την πρώτην στρατιωτικήν δύναμιν της Ελλάδος>>, άρχισε να δραστηριοποιείται

ομαδικά, με τέτοιο τρόπο δράσης, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εύκολα ληστρικός. Με

την πάροδο του χρόνου όμως και την επίδραση πολλών παραμέτρων, και δη των πολεμικών,

συντελέστηκε ριζική μεταβολή στο σώμα αυτό, ώστε η κλεφτουριά και το αρματολίκι

αποτέλεσαν τους πυρήνες και τις βάσεις της προετοιμαζόμενης εξέγερσης που θα στηριζόταν

στους <<σταυραϊτούς του Ολύμπου>> και στα <<ξεφτέρια των Αγράφων>>, όπως είχε

ονομάσει τους κλεφταρματολούς ο Ρήγας38. Ο Ροδάκης επιπλέον αναφέρει, ότι σώματα

κλεφτών υπήρξαν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη

Μακεδονία. Οι Τούρκοι επιδίωξαν πολλές φορές να τους δελεάσουν ή να τους εκμηδενίσουν,

διώκοντάς τους στα βουνά, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν και πολλά πράγματα. Ένας από

τους μεγαλύτερους διώκτες των κλεφτών, όπως και των αρματολών, ήταν ο Αλή Πασάς39.

Ο Βρανούσης γράφει πως, η ορεινή και άγρια περιοχή του Σουλίου υπήρξε εστία

αντίστασης εναντίον των Τούρκων. Κατά τον Χριστόφορο Περραιβό (1774-1863), σύντροφο

34. Αυτόθι, σσ. 145-146. 35. Πολίτης, Κλέφτικα, σ. ιβ΄. 36. Αυτόθι, σ. ιζ΄. 37. Ροδάκης, Αρματολοί, σ. 437. 38. Σφυρόερας, <<Αρματολοί>>, Ιστορία, σ. 148. 39. Ροδάκης, Αρματολοί, σ. 392.

Page 17: Paideia in Ioannina

17

του Ρήγα, Φιλικό και αγωνιστή του 1821, που άντλησε τις πληροφορίες του από επιτόπια

έρευνα, κανένας από τους Σουλιώτες <<καμία τέχνη ή πραγματεία δεν μεταχειρίζεται, παρά

όλη τους η γύμναση παιδιόθεν είναι στα άρματα. Με αυτά τρώνε, με αυτά κοιμούνται, με

αυτά ξυπνούν>>. Οι Σουλιώτες ήταν λιτοδίαιτοι, ολιγαρκείς και σκληραγωγημένοι και

αποτελούσαν εγγύηση για την ασφάλεια και την ανεξαρτησία της περιοχής. Ζούσαν με τα

λιγοστά προϊόντα της περιοχής τους, αλλά και από τα λάφυρα των επιδρομών τους στα

χωριά της γύρω περιοχής, τους κατοίκους των οποίων υποχρέωναν να καταβάλλουν φόρους

σε χρήμα και σε είδη40.

Μία πρώτη αναφορά για ένοπλη δράση των Σουλιωτών εναντίον των Τούρκων

έχουμε με το τέλος του 17ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του Βενετοτουρκικού πολέμου(1684-

1699). Η κατάλυση, έστω και προσωρινή, της τουρκικής κυριαρχίας των περιοχών γύρω από

το Σούλι, θορύβησε τους μπέηδες, τους αγάδες και τους πασάδες του τόπου. Από τότε

αρχίζουν και συνεχίζονται ως τις αρχές του 19ου αιώνα οι ηρωικοί αγώνες των Σουλιωτών

εναντίον των Τούρκων, που κορυφώνονται μετά την ανάθεση του πασαλικίου της Ηπείρου

στον Αλή Πασά41.

Ο Κ. Βακαλόπουλος αναφέρει πως στα 1784 ο Αλή Πασάς βρισκόμενος στην

υπηρεσία της Πύλης ανέλαβε το δύσκολο έργο της εξάλειψης της ληστείας και της

αποκατάστασης της τάξης, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να διαμορφώνει τη δική του πορεία μέσα

στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Προϊόντος του χρόνου και με τη στήριξη των ισχυρών

εμπόρων των Ζαγοροχωρίων εδραιώθηκε και αυξήθηκε η δημοτικότητα του Αλή Πασά. Η

σταδιακή ανέλιξη του Τεπελενλή σε διάφορα διοικητικά αξιώματα, πασάς του σαντζακίου

των Τρικάλων (1786), γενικός επόπτης των δερβενίων και μουτεσαρίφης των Ιωαννίνων

(1787), επιθεωρητής των δερβενίων (1812), καθόριζε εκ των προτέρων τη μελλοντική του

πορεία όπως και το γενικότερο τρόπο αντιμετώπισης όσων αμφισβητούσαν τα κυριαρχικά

του δικαιώματα. Στις άμεσες προτεραιότητες του Αλή εντάσσονταν η εξάλειψη της

επαναστατικής εστίας του Σουλίου, όχι μόνο γιατί εκείνη η ορεινή περιοχή ήταν μόνιμη εστία

αναταραχής κυρίως κατά τη νέα ρωσοτουρκική αντιπαράθεση (1787-1792), αλλά και για τον

λόγο ότι καθιστούσε ευκολότερη την έμμεση διείσδυση της βενετικής επιρροής, που

σταδιακά έβαινε απειλητικότερη για τον ισχυρό Αλβανό διοικητή42.

Επιπρόσθετα ο Βρανούσης μας καθιστά γνωστό, πως από την τρίτη δεκαετία του 18ου

αιώνα οι πληροφορίες σχετικά με τη δράση της Πύλης εναντίον των Σουλιωτών, γίνονται πιο

40. Βρανούσης, <<Επαναστατικά κινήματα>>, Ιστορία, σ. 248. 41. Αυτόθι, σ. 247. 42. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 171.

Page 18: Paideia in Ioannina

18

συγκεκριμένες. Το 1721 οι Σουλιώτες απέρριψαν πρόταση του πασά των Ιωαννίνων, Ζατζή

Αχμέτ, για υποταγή. Ο τελευταίος πολιόρκησε το Σούλι χωρίς επιτυχία και αναγκάστηκε να

υποχωρήσει έπειτα από νυχτερινή αντεπίθεση των πολιορκημένων. Το 1732 έχουμε νέα

εξέγερση στην περιοχή με προτροπή των Βενετών. Στο μεταξύ όμως, με τη Συνθήκη του

Πασάροβιτς (1718), είχε παραχωρηθεί στους Βενετούς η παραλιακή ζώνη της Ηπείρου από

το Βουθρωτό ως την Πάργα και την Πρέβεζα. Άλλες επαναστατικές ενέργειες εναντίον

τοπικών αγάδων ή μπέηδων μνημονεύονται το 1754 κατά του Μουσταφά πασά, το 1759

εναντίον του πασά του Δελβίνου, Ντοστ μπέη, και το 1762 κατά του στρατιωτικού διοικητή

της Άρτας, Μαζούτ αγά43.

Αξιόλογη επίσης υπήρξε η δραστηριοποίηση των Σουλιωτών κατά τη διάρκεια του

πρώτου Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) τα γνωστά Ορλωφικά, ομοίως και στον

δεύτερο Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1787-1792), εναντίον των Τουρκαλβανών44.

Το Σούλι μαζί με τα παρασουλιώτικα χωριά αποτέλεσαν την πρώτη προτεραιότητα

του Αλή Πασά όταν διαδέχθηκε τον Κούρτ πασά στο πασαλίκι της Ηπείρου. Το 1789

πληροφορημένος για τις κινήσεις των Σουλιωτών, οι οποίοι δήλωναν με γράμμα τους προς

τον απεσταλμένο του Αλεξίου Ορλώφ, Λουίτζη Σωτήρη, ότι ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν

εναντίον του Αλή Πασά και <<των Αγαρηνών εις την Ρούμελη>>, οργάνωσε αμέσως

εκστρατεία εναντίον τους. Το άδοξο τέλος της, αποτέλεσε το προοίμιο των ηρωικών αγώνων

των Σουλιωτών45.

Τον Ιούλιο του 1792 ο Αλής πραγματοποίησε νέα εκστρατεία εναντίον του Σουλίου

με 10000 άνδρες. Και η δεύτερη αυτή εκστρατεία απέτυχε. Σύμφωνα με έκθεση του Βενετού

προνοητή στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα), <<εις τα ορεινά καταφύγια, τα οποία αποτελούν την

άμυνα των Σουλιωτών κατέρρευσε η φιλαυτία του υπερήφανου τούτου πασά>>. Ο Αλής

αναγκάστηκε να δεχθεί προτάσεις των Σουλιωτών που αναφέρονταν στο διοικητικό

καθεστώς της περιοχής, αναμένοντας νέα ευνοϊκή περίσταση για την επίτευξη του σκοπού

του, που δεν ήταν άλλος από την οριστική εκκαθάριση της εστίας των Σουλιωτών, εστία

μόνιμης απειλής για το πασαλίκι του46.

Η νέα πολιορκία του Σουλίου άρχισε το 1800. Οι Σουλιώτες μάταια ζητούσαν τη

βοήθεια της Ρωσίας αλλά και της Γαλλίας, χωρίς να σταματήσουν τον σκληρό αγώνα τους

που συνεχίσθηκε ως το 1803. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ύστερα από αγώνα εναντίον

43. Βρανούσης, <<Επαναστατικά κινήματα>>, Ιστορία, σ. 247. 44. Αυτόθι, σ. 247. 45. Αυτόθι, σσ. 247-248. 46. Αυτόθι, σ. 249.

Page 19: Paideia in Ioannina

19

του Αλή πασά, οι Σουλιώτες αναγκάσθηκαν να συνθηκολογήσουν και να εγκαταλείψουν το

Σούλι. Δύο γεγονότα από τα συγκλονιστικότερα στην ιστορία του νέου Ελληνισμού,

σφράγισαν τις τελευταίες μέρες της ηρωικής αντίστασής τους. Στο Κούγκι, οχυρή θέση κοντά

στο χωριό Σαμονίβα, ο μοναχός Σαμουήλ αντιτάχθηκε στην ιδέα της συνθηκολόγησης και

βάζοντας φωτιά στα πυρομαχικά που έπρεπε να παραδώσει στους Τούρκους ανατινάχθηκε

μαζί τους. Μία άλλη ομάδα Σουλιωτών αποτελούμενη από έξι άνδρες και είκοσι δύο γυναίκες

μαζί με τα παιδιά τους, για να αποφύγουν τη σύλληψη και την ατίμωση έπεσαν στο βάραθρο

του Ζαλόγγου, δίνοντας τραγικό τέλος στη ζωή τους47.

Σύμφωνα με τον Απ. Βακαλόπουλο, όσοι Σουλιώτες επέζησαν, πέρασαν απέναντι

στην Κέρκυρα έχοντας πίκρα στις ψυχές τους για τους νεκρούς, και απέραντη θλίψη για τη

χαμένη τους πατρίδα. Οι εναπομείναντες Σουλιώτες σε ηπειρωτικό έδαφος, είχαν

εγκατασταθεί στο Ραδοβίζι. Η θέση τους αυτή ήταν επισφαλής, γιατί ο Αλής, αφού είχε

απαλλαγεί από τους συμπατριώτες τους, δεν ήθελε να τους αφήσει ανενόχλητους. Έτσι

πραγματοποιώντας δύο εκστρατείες εναντίον τους, κατά τη διάρκεια του έτους 1804,

κατάφερε τελικά και εξουδετέρωσε και τους τελευταίους Σουλιώτες, τους πιο επικίνδυνους

εχθρούς του48.

Δυο χρόνια μετά τη συνθηκολόγηση και τη βίαιη απομάκρυνση των Σουλιωτών,

κηρύχθηκε νέος Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα την

αναζωπύρωση των επαναστατικών ενεργειών στην περιοχή. Το 1807 ο Θύμιος Βλαχάβας και

το 1808 ο Κατσαντώνης σχεδίαζαν κίνημα εναντίον του Αλή Πασά. Παρ’ όλα αυτά εξέγερση

στην Ήπειρο δεν εκδηλώθηκε και ο Αλή Πασάς απερίσπαστος ενίσχυσε τη θέση του όχι μόνο

στη βορειοδυτική Ελλάδα, αλλά και στις σχέσεις του με την Υψηλή Πύλη. Η ρήξη του με το

σουλτάνο, άρχισε μετά το τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1812), κορυφώθηκε το 1820,

και σφραγίσθηκε με το θάνατό του το 182249.

Η Νικολαΐδου σημειώνει ότι το 1854 μετά τη δυσάρεστη έκβαση που είχε ο

Ρωσοτουρκικός πόλεμος για τους Τούρκους, εκδηλώθηκαν επαναστατικά κινήματα στην

Ήπειρο. Οι κυριότεροι λόγοι που οδήγησαν τους κατοίκους των περιοχών αυτών σε

επαναστατικά κινήματα, ήταν η βαριά φορολογία, η έντονη παρουσία τουρκικών

αποσπασμάτων στις περιοχές αυτές και οι ληστρικές επιδρομές των Αλβανών 50.

47. Αυτόθι, σσ. 249-251. 48. Απ. Βακαλόπουλος, <<Επιθέσεις του Αλή Πασά>>, Ιστορία, σσ. 406-407. 49. Βρανούσης, <<Επαναστατικά κινήματα>>, Ιστορία, σσ. 251-252. 50. Νικολαΐδου, <<Επανάσταση>>, Ιστορία, σ. 288.

Page 20: Paideia in Ioannina

20

Η επανάσταση εξαπλώθηκε γρήγορα στην Άρτα, τη Λάκκα Πρέβεζας, τα χωριά του

Σουλίου, την Παραμυθιά, τον Τσαμαντά, την ορεινή Θεσπρωτία και σε ορισμένες περιοχές

του καζά Ιωαννίνων. Τα πρώτα ενθαρρυντικά αποτελέσματα των Ελλήνων επαναστατών

σκόρπισαν τον ενθουσιασμό στην ελεύθερη Ελλάδα. Όμως γρήγορα οι επαναστατημένοι

συνειδητοποίησαν, πως χωρίς την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας,

Αυστροουγγαρίας, Ρωσίας και Αμερικής) δεν μπορούσαν να συνεχίσουν. Οι Μεγάλες

Δυνάμεις, όχι μόνο δεν υποστήριξαν τους επαναστατημένους τη δεδομένη στιγμή, αλλά

εξέδωσαν και κοινή διακήρυξη καταδικάζοντας την επανάσταση51.

Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί το τελεσίγραφο του Τούρκου πρεσβευτή προς την

Ελληνική Κυβέρνηση, αξιώνοντας από την Ελλάδα να ανακαλέσει όλους τους Έλληνες

αξιωματικούς από τις επαναστατημένες περιοχές. Στο αίτημα αυτό της Τουρκίας η Ελλάδα

δεν ανταποκρίθηκε, με αποτέλεσμα να διακοπούν οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο

χωρών 52.

Ένα ακόμη επαναστατικό κίνημα το 1878 στην περιοχή της Ηπείρου είχε την ίδια

τύχη με το προηγούμενο που περιγράψαμε. Η αποτυχία των επαναστατικών κινημάτων την

περίοδο αυτή οφειλόταν στην αναποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης, που δεν

εφάρμοζε συνεπή πολιτική, αλλά επηρεαζόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις και τις εξελίξεις

του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Ευθύνες επίσης έφεραν και ορισμένες οργανώσεις που είχαν

επιφορτισθεί με την προετοιμασία του αγώνα για την απελευθέρωση και της υπόλοιπης

Ηπείρου. Μετά την κάθε καταστολή επαναστατικού κινήματος ακολουθούσαν λεηλασίες

στην περιοχή, πυρπολήσεις χωριών, διώξεις κατοίκων και γενικά η απογοήτευση

κυριαρχούσε στους ανθρώπους53.

Το 1897 η Ελλάδα οδηγήθηκε σε νέο πόλεμο με την Τουρκία. Αφορμή ήταν η

εισβολή ένοπλων ελληνικών ομάδων στην Μακεδονία. Οι πολεμικές επιχειρήσεις

διεξήχθησαν σε δύο μέτωπα, το Θεσσαλικό και το Ηπειρωτικό. Σύμφωνα με όσα αναφέρει η

Νικολαΐδου, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε μία πολεμική περιπέτεια απροετοίμαστη, με τεράστιες

υλικοτεχνικές ελλείψεις και χωρίς την απαραίτητη συνεργασία στα ανώτερα στρατιωτικά

κλιμάκια. Η ήττα ήταν αναπόφευκτη. Για τους Ηπειρώτες, όμως, το πλήγμα ήταν ιδιαίτερα

σκληρό, γιατί διαψεύσθηκαν ακόμη μια φορά οι ελπίδες τους για απελευθέρωση 54.

51. Αυτόθι, σ. 288. 52. Αυτόθι, σ. 290. 53. Αυτόθι, σσ. 288-292. 54. Νικολαΐδου, <<Απελευθέρωση των Ιωαννίνων>>, Ιστορία, σσ. 358-360.

Page 21: Paideia in Ioannina

21

Η κήρυξη του πρώτου Βαλκανικού πολέμου εναντίον της Τουρκίας, τον Οκτώβριο

του 1912, σήμανε για τους Ηπειρώτες την εκπλήρωση προσδοκιών αιώνων. Πολύ γρήγορα

συγκροτήθηκαν εθελοντικά σώματα από τις ηπειρωτικές παροικίες του εξωτερικού, ενώ

κινητοποιήθηκαν και οι κάτοικοι της Ηπείρου, που δημιούργησαν ηπειρωτικά σώματα ή

εντάχθηκαν στις τακτικές μονάδες του ελληνικού στρατού 55.

Ο Εσσάτ Πασάς, αρχιστράτηγος των τουρκικών δυνάμεων της Ηπείρου κατά τον

πρώτο Βαλκανικό πόλεμο, οργάνωσε αποτελεσματικά την άμυνα των Ιωαννίνων και

αντιμετώπισε τον ελληνικό στρατό, δείχνοντας διαλλακτικότητα προς τους Έλληνες

κατοίκους της πόλης και αποφεύγοντας κάθε πράξη βίας εναντίον τους56.

Επίσης, η Νικολαΐδου υποστηρίζει πως, η διοίκηση του ελληνικού στρατού ανατέθηκε

αρχικά στον αντιστράτηγο Κων/νο Σαπουντζάκη, ο οποίος το Νοέμβριο του 1912 μετέφερε

το στρατηγείο του στη Φιλιππιάδα για να κατευθύνει από πιο κοντά τη γενική επίθεση προς

τα Ιωάννινα. Στις 6 Οκτωβρίου 1912 το Τμήμα Στρατιάς Ηπείρου πέρασε τα ελληνοτουρκικά

σύνορα και τη γέφυρα της Άρτας και κατέλαβε τα υψώματα του Γκρίμποβου. Στη συνέχεια ο

ελληνικός στρατός απελευθέρωσε τη Φιλιππιάδα. Στις 21 Οκτωβρίου παραδόθηκε η Πρέβεζα

και 10 μέρες αργότερα απελευθερώθηκε το Μέτσοβο57.

Η εκπόρθηση των οχυρών του ορεινού όγκου του Μπιζανίου, ο οποίος δέσποζε όλων

των διαβάσεων που οδηγούν στα Ιωάννινα από νότια, αποτέλεσε τον πρώτο στόχο του

Ελληνικού Στρατηγείου στη διάρκεια του πρώτου Βαλκανικού πολέμου. Η ανάληψη του

δυσκολότατου αυτού εγχειρήματος έγινε δυνατή, μόλις εξασφαλίσθηκε ελληνική αριθμητική

υπεροχή, Δεκέμβριος 1912. Από τις 7 Ιανουαρίου 1913 οι ελληνικές δυνάμεις,

υποστηριζόμενες από το πυροβολικό, άρχισαν συντονισμένες επιθέσεις κατά των οχυρών,

που διήρκεσαν ως τις 20 Φεβρουαρίου, οπότε με την κατάληψη ορισμένων στρατηγικής

σημασίας υψωμάτων, κρίθηκε οριστικά και η τύχη των Ιωαννίνων. Η παράδοση των

Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου 1913 στον ελληνικό στρατό χαιρετίστηκε με

πανηγυρισμούς από όλους τους Έλληνες, ιδιαίτερα όμως από τους Ηπειρώτες, των οποίων τα

όνειρα για απελευθέρωση πραγματοποιούνταν58.

3. Οικονομική Ιστορία (1701-1913)

55. Αυτόθι, σ. 364. 56. Αυτόθι, σ. 366. 57. Αυτόθι, σσ. 367-368. 58. Νικολαΐδου, <<Απελευθέρωση των Ιωαννίνων>>, Ιστορία, σσ. 356-374.

Page 22: Paideia in Ioannina

22

Η Νικολαΐδου υπογραμμίζει πως, η οικονομία της Ηπείρου το 19ο και τις αρχές του

20ου αιώνα στηριζόταν, όπως και παλαιότερα, στην κτηνοτροφία, τη γεωργία, την

ιχθυοτροφία την αμπελουργία, αλλά και στο εμπόριο στο οποίο οι Ηπειρώτες και δη οι

Ιωαννίτες διακρίνονταν59.

Στα Ιωάννινα μια από τις βασικές προσοδοφόρες πηγές ήταν η λίμνη, την κύρια

εκμετάλλευση της οποίας είχαν οι κάτοικοι του νησιού. Τα υπόλοιπα προϊόντα, γεωργικά και

κτηνοτροφικά, προμηθεύονταν η πόλη από την κοιλάδα της. Η κτηνοτροφία ήταν επαρκής

στην περιοχή του Μετσόβου και στο Συρράκο. Στα χωριά αυτά υπήρχε ως το 19ο αιώνα

παράδοση στην κατεργασία του χρυσού και του αργύρου καθώς και στην υφαντική μάλλινων

ειδών και στην κεντητική. Στα νότια των Ιωαννίνων οι περιοχές ήταν φτωχές και άγονες,

όπως η περιοχή του Σουλίου, ενώ στα βόρεια η περιοχή της Κόνιτσας προμήθευε την πόλη με

ξυλεία και δασικά προϊόντα60.

Εξετάζοντας τη γεωμορφολογία του εδάφους των Ιωαννίνων παρατηρούμε μεγάλους

ορεινούς όγκους και λίγες μόνο γόνιμες πεδιάδες. Αυτό σε συνδυασμό με την έλλειψη

ενδιαφέροντος από μέρους της Πύλης για εκσυγχρονισμό των καλλιεργειών και των μέσων

παραγωγής, τη βαριά φορολογία, το φεουδαλικό σύστημα που επικρατούσε, την αδιαφορία

των τσιφλικούχων για τη βελτίωση της απόδοσης της γης τους, αφού ενδιαφέρονταν μόνο για

την εκμίσθωσή της, είχε σοβαρές επιπτώσεις στη γεωργία και κατ’ επέκταση στον πληθυσμό.

Τα παραγόμενα προϊόντα αδυνατούσαν να θρέψουν τον πληθυσμό περισσότερο από έξι

μήνες. Απόρροια της αδυναμίας του χώρου να θρέψει τον πληθυσμό αλλά και της έφεσης των

κατοίκων να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής τους ήταν η μετακίνηση στα μεγάλα αστικά

κέντρα του εσωτερικού της οθωμανικής επικράτειας, αλλά και στο εξωτερικό όπου η

παραμονή τους ήταν προσωρινή ή μόνιμη61.

Ο Απ. Βακαλόπουλος σημειώνει πως κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι

Έλληνες δεν έπαψαν να ασχολούνται με το εμπόριο, είτε μέσα στον καθαυτό ελληνικό

παραδοσιακό χώρο, όπου παρά τις αντίξοες συνθήκες της δουλείας δημιούργησαν αξιόλογα

εμπορικά κέντρα, ιδιαίτερα το 18ο αιώνα, είτε στις χώρες της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης.

Οι δύσκολες συνθήκες ζωής και οι ελπίδες για καλύτερες στο εξωτερικό, το εμπόριο και η

δίψα για μάθηση ήταν οι κυριότεροι λόγοι των μεταναστεύσεων αυτών. Εκτός των

αποδημιών του τύπου αυτού, δεν έλειψαν και τα προσφυγικά κύματα ύστερα από δυσάρεστες

εξελίξεις πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων. Εκεί δημιουργούσαν εμπορικές κομπανίες,

59. Αυτόθι, σ. 298. 60. Αυτόθι, σσ. 298-299. 61. Αυτόθι, σ. 299.

Page 23: Paideia in Ioannina

23

μετέφεραν τις οικογένειές τους και βαθμιαία με την ίδρυση σχολείου και εκκλησίας

οργάνωναν την παροικία τους62.

Όσο για τη θέση του Κ. Βακαλόπουλου, αυτή είναι ότι από τα μέσα του 18ου αιώνα

παρατηρήθηκε αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος των Ιωαννιτών εμπόρων προς το

εξωτερικό. Αρχικός σταθμός υπήρξαν τα λιμάνια της Αδριατικής και οι πόλεις της Ιταλίας,

Τεργέστη, Γένοβα, Λιβόρνο και Βενετία. Παράλληλα με τις επιχειρηματικές τους

δραστηριότητες, φρόντιζαν για τη μάθηση των ευρωπαϊκών γλωσσών και την περαιτέρω

κοινωνική και πνευματική τους καλλιέργεια. Με την επανάκαμψή τους στο γενέθλιο τόπο,

συνεισέφεραν σημαντικά στη μετακένωση πολλών ευρωπαϊκών ιδεωδών στον ελλαδικό

χώρο63.

Ακόμη, ο Απ. Βακαλόπουλος αναφέρει πως ακμαιότατες παροικίες αναπτύχθηκαν και

στην Αυστρία. Στη χώρα αυτή, που πάντοτε είχε εμπορικές σχέσεις με το γειτονικό

οθωμανικό κράτος, εγκαταστάθηκαν πολλοί Έλληνες μετά τη συνθήκη του Πασάροβιτς

(1718), σύμφωνα με την οποία παραχωρήθηκαν στην Αυστρία από την Τουρκία σπουδαία

εμπορικά προνόμια.64. Στην Αυστρία δραστηριοποιήθηκε εμπορικά ο Γεώργιος Σταύρου από

τα Ιωάννινα. Τραπεζίτης, ιδρυτής και πρώτος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας,

συνέβαλε καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Με

τη διαθήκη του κατέλειπε τεράστια χρηματικά ποσά για την ανέγερση νοσοκομείων,

γηροκομείων και οικοτροφείων στην ιδιαίτερη πατρίδα του τα Ιωάννινα65.

Πολύ ευνοϊκές υπήρξαν οι συνθήκες για τους απόδημους Ιωαννίτες στη

Μολδοβλαχία, λόγω της προστασίας που τους παρείχε η φαναριώτικη άρχουσα τάξη, που

ηγεμόνευε στις χώρες αυτές από το 1711. Στο Ιάσιο και στο Βουκουρέστι για μεγάλο

διάστημα κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο στο εμπόριο και στη διανόηση66. Καθηγητές

των Ηγεμονικών Ακαδημιών διετέλεσαν ο Λάμπρος Φωτιάδης από τα Ιωάννινα, ο Νεόφυτος

Δούκας από τα Άνω Σουδενά,ο Γεώργιος Γεννάδιος από τα Δολιανά Ιωαννίνων, ο Νικόλαος

Ζερζούλης από το Μέτσοβο, ο Χριστόδουλος Κλωνάρης από το Ζαγόρι67.

Μετά τη λήξη των δύο Ρωσοτουρκικών πολέμων του 1768-1774 και 1787-1792

αρκετοί Ιωαννίτες κατευθύνθηκαν στη νότια Ρωσία και στην Κριμαία. Ανεξάρτητα από το

μικρό αριθμό τους, διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο εμπόριο της Ρωσίας και στην

62. Απ. Βακαλόπουλος, <<Διασπορά>>, Ιστορία, σ. 232. 63. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 349-350. 64. Απ. Βακαλόπουλος, <<Διασπορά>>, Ιστορία, σ. 234. 65. Πρόντζας, <<Ήπειρος>>, Ιστορία, σ. 421. 66. Απ. Βακαλόπουλος, <<Διασπορά>>, Ιστορία, σ. 232. 67. Βρανούσης, <<Δημογραφικές εξελίξεις>>, Ιστορία, σσ. 262-263.

Page 24: Paideia in Ioannina

24

οικονομική ανάπτυξη της χώρας υποδοχής τους. Όμως δεν ξέχασαν και τη γενέτειρά τους.

Από το 19ο αιώνα διέθεσαν τεράστια ποσά για την ίδρυση και λειτουργία στα Ιωάννινα και

στο ελεύθερο ελληνικό κράτος σχολείων, νοσοκομείων, γηροκομείων, ορφανοτροφείων κ.ά.

Από τους μεγάλους ευεργέτες, που κατάγονταν από τα Ιωάννινα και έδρασαν στη Ρωσία οι

γνωστότεροι είναι οι αδερφοί Ζωσιμά, οι αδερφοί Δομπόλοι, ο Ζώης Καπλάνης, οι αδερφοί

Ριζάρη οι αδερφοί Χατζηκώνστα κ.ά68.

Την τελευταία δεκαετία του 18ου αιώνα, τα Ιωάννινα αποτελούσαν το σημαντικότερο

οικονομικό κέντρο του βορειοδυτικού ελλαδικού χώρου. Ο πληθυσμός τους ήταν 30000

περίπου κάτοικοι εξ’ αυτών 24000 Έλληνες. Είχαν οργανωμένες ομάδες ομοτέχνων, δηλαδή

συντεχνίες (εσνάφια, ρουφέτια), εμπόρων, επαγγελματιών, βιοτεχνών και τεχνιτών και

παρουσίαζαν την εικόνα μιας ακμαίας πόλης69.

Τα Ιωάννινα βρέθηκαν στην περίοδο της μεγαλύτερης ακμής τους στα χρόνια του

Αλή Πασά (1788)70, ενός από τους σπουδαιότερους άνδρες της εποχής του στον χώρο της

νοτιοανατολικής Ευρώπης, για τον οποίο η Εφημερίς των Μαρκιδών Πούλιου της Βιέννης,

όργανο του Ρήγα Φεραίου και των οπαδών του, ανέφερε στις 30 Δεκεμβρίου 1791: <<Γραφαί

από πολλά μέρη της Ρούμελης κηρύττουν την ευτυχίαν των ραγιάδων υπό την ηγεμονίαν του

Υψηλοτάτου ηγεμόνος της Ηπείρου και πασά των Ιωαννίνων Αλή πασά… Η υψηλότης του,

αφού έκαμεν εις εκείνα τα μέρη να απολαμβάνουν οι χριστιανοί μίαν άκραν ειρήνην και

ελευθερίαν, ηθέλησε να τους ελαφρώσει και από τα δοσίματα και εξωτερικάς αδικίας και

συμφωνώντας μαζί τους ένα διορισμένον ελαφρόν δόσιμον (φόρο), οπού να του δίδουν δύο

φορές τον χρόνον με την ησυχία τους… Όθεν εις τα Ιωάννινα ευρίσκεται ο λαός εις μεγάλην

χαράν, επειδή και τα δοσίματά των είναι ασυγκρίτως ολιγώτερα, ήγουν το 1/5 από το τι

έπρεπε να δώσουν πρωτύτερα. Όλες οι πολιτείες και χώρες της Ρούμελης, αφού το ήκουσαν

ετούτο το άξιον της Υψηλότητός του κατόρθωμα, χαίρονται ελπίζοντας να απολαύσουν και

αυταί μίαν τέτοιαν σοφήν και φρόνιμον διάταξιν και προστρέχουν θεληματικώς εις την

σκέπην του ύψους του>>71. Επίσης, ο Μιχαλόπουλος προσθέτει ότι ο Αλή Πασάς φρόντισε

για την ανάπτυξη του εμπορίου, με σημαντικότερα εξαγωγικά προϊόντα σιτάρι, ξυλεία, λάδι,

καπνό, βαμβάκι και μαλλί και εισαγωγικά είδη υφάσματα, λινά ή βελούδινα, καφές, ζάχαρη,

σιδηρικά, όπλα και διάφορα άλλα προϊόντα72. Επιπλέον ο Αλής βελτίωσε το οδικό δίκτυο,

οργάνωσε ταχυδρομική υπηρεσία με σταθμούς και πανδοχεία για τα καραβάνια και τους

68. Αυτόθι, σ. 263. 69. Βρανούσης, <<Πνευματική δημιουργία>>, Ιστορία, σ. 267. 70. Αυτόθι, σ. 267. 71. Βρανούσης, <<Πνευματική δημιουργία>>, Ιστορία, σ. 267.

Page 25: Paideia in Ioannina

25

οδοιπόρους. Αναπτύχθηκε η χειροτεχνία, η χρυσοχοϊκή, η σμαλτοποιΐα και η αγγειοπλαστική.

Έφθασαν μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ανάπτυξης τα δημιουργήματα των εργαστηρίων των

Ιωαννίνων εκείνης της εποχής, που μέχρι σήμερα θαυμάζονται. Ομοίως η πρωτεύουσα της

Ηπείρου είχε αναπτύξει μια υπολογίσιμη βιοτεχνία στον τομέα των γουναρικών και της

βυρσοδεψίας, στην κηροπλαστική και στην κεντημένη φορεσιά73.

Η αναγκαστική πολιτική απραξία των κατοίκων, ο περιορισμός της ληστείας, η

ανάπτυξη και η ασφάλεια του οδικού δικτύου και γενικότερα η ευρύτερη πολιτική του

Τεπελενλή απέναντι στις εθνικές μειονότητες της επικράτειάς του έστρεψαν τους ανθρώπους

στο εμπορικό πεδίο, οι οποίοι δραστηριοποιούνταν σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Τουρκίας,

Αυστρίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Ιταλίας. Οδοιπόροι τολμηροί χαρακτηρίζονται οι Γιαννιώτες

από τον Ανώνυμο στο έργο του Ελληνική Νομαρχία που διέσχιζαν τη Βαλκανική και τις

κοντινότερες Ευρωπαϊκές χώρες και σχεδόν μόνιμα παρέμεναν σ’ αυτές. Η Τεργέστη, η

Οδησσός, η Νίζνα και πολλές άλλες πόλεις στην Αυστρία και τη Ρωσία ήταν τόπος κατοικίας

και εμπορικής συναλλαγής των ανθρώπων αυτών. Καλλιεργήθηκε σ’ αυτούς οξύ και

συγχρονισμένο εμπορικό πνεύμα και πολλά πολιτιστικά στοιχεία μεταφέρθηκαν δια αυτών

στην υπόδουλη Ελλάδα74.

Υποκαταστήματα των εμπορικών οίκων των Ιωαννίνων είχαν συγκροτηθεί στη

Βιέννη, στη Βενετία, στη Βούδα, στο Βερολίνο, στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και σε άλλα

μέρη. Επίσης άκμαζαν σπουδαίοι τραπεζικοί οίκοι παράλληλα με τους εμπορικούς. Τα

τραπεζικά και εμπορικά κεφάλαια των επιχειρήσεων τούτων έφθαναν σε πολλά εκατομμύρια

χρυσών φράγκων και ρουβλίων, όπως φαίνεται από τις παλαιότερες διαθήκες και τα

κληροδοτήματα <<των εξ’ Ιωαννίνων >> διαθετών. Οι οικογένειες των Καραγιάννηδων, των

Μαρούτσηδων, των Καπλάνηδων και των Ζωσιμάδων είχαν περιουσίες μεγαλύτερες από

τριάντα εκατομμύρια χρυσών δραχμών συνολικά Τα κληροδοτήματα και οι δωρεές των

ανωτέρω οικογενειών πριν από την επανάσταση έφθασαν τα δώδεκα εκατομμύρια χρυσά

φράγκα. Οι σχέσεις αυτές με τα Ιωάννινα είχαν ανυψώσει το οικονομικό υπόβαθρο της πόλης

με αποτέλεσμα οι ξένοι περιηγητές του καιρού εκείνου να μιλούν με τα κολακευτικότερα

λόγια για τα Ιωάννινα75.

Σύμφωνα με τον Κ. Βακαλόπουλο, η οικονομική ακμή των Ιωαννίνων κατά την

περίοδο του Αλή Πασά αποτελεί την κορυφαία στιγμή της μακρόχρονης πορείας τους, που η

72. Αναστασίου, <<Εμπορική κίνηση στα Ιωάννινα>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 552. 73. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 9-10. 74. Αυτόθι, σσ. 10-11. 75. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 12.

Page 26: Paideia in Ioannina

26

αφετηρία της έχει επισημανθεί στα τελευταία χρόνια του δεσποτάτου της Ηπείρου.

Ευνοήθηκε η ανάπτυξη της συντεχνιακής παράδοσης και μέσα από την απρόσκοπτη

σωματειακή και κοινοτική του αυτονομία το ελληνικό στοιχείο των Ιωαννίνων στηρίχθηκε

πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά και δημιούργησε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την

επιβίωσή του76.

Επιπλέον, ο Κ. Βακαλόπουλος παρατηρεί πως, μετά την πτώση του Αλή Πασά (

Ιανουάριος 1822) η κατάσταση άλλαξε δραματικά στην πόλη των Ιωαννίνων. Η μεγάλη

πυρκαγιά του 1820 και η πολύμηνη πολιορκία που προηγήθηκαν της πτώσης του Αλή,

μετέβαλαν σημαντικά την οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης. Η εξέλιξη των

συντεχνιών της πρωτεύουσας της Ηπείρου ανακόπηκε λόγω των επιπτώσεων της ελληνικής

επανάστασης του 1821, του ληστρικού φαινομένου, των βαρύτατων νέων φόρων του 1839 οι

οποίοι επιβάλλονταν στα μέλη των συντεχνιών καθώς και από τις δραματικές συγκυρίες που

προκαλούσαν την έλλειψη ρευστότητας. Η άσχημη πορεία των γιαννιώτικων συντεχνιών

μετά τα μέσα του 19ου αιώνα επιβαρύνθηκε κυρίως από την επιβολή νέων φόρων όπως του

στρατιωτικού φόρου, του φόρου υποτιθέμενης περιουσίας ή κτηματικού φόρου, τους

τελωνειακούς δασμούς και άλλους. Με την εφαρμογή του νόμου των βιλαετίων (1864) οι

συντεχνίες έχασαν την αυτοτέλειά τους και η εισαγωγή του νέου συστήματος είσπραξης των

φόρων αποδυνάμωσε το έργο τους. Στο εξής οι φόροι καθορίζονταν από τους αζάδες και τους

μουχτάρηδες κατά συνοικίες με αποτέλεσμα οι συντεχνίες να χάσουν την αυτοτέλειά τους και

τον έλεγχο από τα κοινά της πόλης77.

Οι σοβαρότεροι από τους λόγους που συνέβαλαν στον οικονομικό μαρασμό των

Ιωαννίνων και στη μη εδραίωση του εμπορίου σ’ αυτό το γεωγραφικό χώρο παρά τις

ευνοϊκές προϋποθέσεις που υπήρχαν, ήταν η ανυπαρξία ενδιαφέροντος από την κεντρική

διοίκηση, η έλλειψη χρημάτων, η δράση ληστρικών συμμοριών, η διαφθορά των δημοσίων

υπαλλήλων, η έλλειψη τραπεζικών ιδρυμάτων και η απουσία συγκοινωνιακού δικτύου78.

Κατά την άποψη της Νικολαΐδου, απότοκο των εξελίξεων αυτών ήταν η παράλυση

του διαμετακομιστικού εμπορίου, η συρρίκνωση των συντεχνιών και η πτώση της

γιαννιώτικης βιομηχανίας όπως της γουνοποιίας, της βυρσοδεψίας, κηροποιΐας και της

χρυσοχοΐας79.

76. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 354. 77. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 507. 78. Αυτόθι, σσ. 516-517. 79. Νικολαΐδου, <<Οικονομία>>, Ιστορία, σ. 300.

Page 27: Paideia in Ioannina

27

Ακόμη, ο Κ. Βακαλόπουλος επισημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του εισαγωγικού

εμπορίου και του πρωτόγονου πιστωτικού συστήματος βρέθηκε στα χέρια Εβραίων

τραπεζιτών, τοκογλύφων και σαράφηδων. Το εξωτερικό εμπόριο αποτέλεσε αντικείμενο

διαμάχης μεταξύ της Ιταλίας και της Αυστρίας με αποτέλεσμα οι εισαγωγές και οι εξαγωγές

να διακινούνται από το <<Ιταλικό Εμπορικό Πρακτορείο>> και την <<Αυστροανατολική

Εμπορική Εταιρεία>> (1908). Παράλληλα οι συναλλαγές με το ελληνικό κράτος ήταν σε

χαμηλά επίπεδα80.

Μετά το 1910, το ρόλο των ιδιωτικών τραπεζικών καταστημάτων ανέλαβαν δύο

υποκαταστήματα της Οθωμανικής και της Αθηναϊκής Τράπεζας. Η αγορά άρχισε να ζωηρεύει

και περιορίστηκε στο ελάχιστο η τοκογλυφία, ενώ εξέλιπε και η μεσιτεία. Τα τελευταία

χρόνια της τουρκοκρατίας ο πληθωρισμός είχε αυξηθεί αισθητά, ενώ μεγάλη αύξηση είχε

παρατηρηθεί και στα ενοίκια αλλά και στα ημερομίσθια, λόγω έλλειψης εργατικών χειρών,

εξαιτίας της αποδημίας81.

Σύμφωνα με την άποψη του Πρόντζα, η Ήπειρος, συνήθης μεσογειακή ορεινή

περιοχή, κατέχει ευδιάκριτη θέση στην βαλκανική οικονομική ιστορία χάρη στην ικανότητά

της να αποτελεί σταυροδρόμι νομαδικών, ορεσίβιων ή εδραίων πληθυσμών, λογίων και

εμπόρων, ποιμενικών δρόμων και οδικών δικτύων, κυρίως οικονομικών νοοτροπιών που

ενώνουν την ανταλλαγή με την αυτάρκεια, την εθελοντική με την υποχρεωτική μεταβίβαση

πλούτου, την ατομιστική οικονομία με την κοινωνική πολιτική82.

Τα Ιωάννινα, μία πόλη με 100.000 κατοίκους σήμερα, αποτελούν το κέντρο της

οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής όχι μόνο του ομώνυμου νομού αλλά και

ολόκληρης της Ηπείρου. Μια πόλη με πολλά παραδοσιακά κτίσματα, εκκλησίες, το νησί στη

λίμνη Παμβώτιδα, τα μουσεία και τις λαογραφικές συλλογές, αποτελεί πόλο έλξης για

Έλληνες και ξένους επισκέπτες. Η ίδρυση του Πανεπιστημίου στη δεκαετία του 1960 έδωσε

νέα ώθηση στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή της, με αποτέλεσμα σήμερα τα Ιωάννινα να

κατέχουν μία από τις πρώτες θέσεις στον ελληνικό χώρο83.

4. Πολιτιστική Ιστορία – Παιδεία

Αναφερόμενοι στη νεοελληνική Αναγέννηση, έρχεται συνειρμικά στο νου μας η

εκπαιδευτική κίνηση που σημειώθηκε στην Ήπειρο και ιδιαίτερα στην πρωτεύουσά της τα

80. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 517. 81. Νικολαΐδου, <<Οικονομία>>, Ιστορία, σ. 302. 82. Πρόντζας, <<Ήπειρος>>, Ιστορία, σ. 420. 83. Αυτόθι, σ. 428.

Page 28: Paideia in Ioannina

28

Ιωάννινα, που αποσκοπούσε στην πνευματική αφύπνιση του υπόδουλου Γένους. Αυτή

επετεύχθη με την ανάπτυξη και διάδοση των ελληνικών γραμμάτων, που πρώτοι

αναλαμβάνουν να διακονήσουν οι Ιωαννίτες δάσκαλοι, λόγιοι, έμποροι και τυπογράφοι84.

Ο Π. Κιτρομηλίδης ισχυρίζεται πως από τα μέσα του 17ου αιώνα και μετά,

επισημαίνονται οι απαρχές μιας μεγάλης ανανεωτικής προσπάθειας που θα οδηγούσε, έναν

αιώνα αργότερα, στην ακμή του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ήδη διαμορφώνονταν οι

εξωτερικοί όροι που θ’ αποτελούσαν το πλαίσιο και το υπόβαθρο αυτής της πνευματικής

κίνησης, που βρισκόταν στη φάση της δημιουργίας της. Από τη μια η Οθωμανική

Αυτοκρατορία είχε μπει στο στάδιο της μακρόχρονης και επίπονης παρακμής της και από την

άλλη για τον υπόδουλο ελληνισμό ανοίγονταν οι ορίζοντες των κοινωνικών αλλαγών με τον

αιώνα των Φαναριωτών και τις πρώτες επαφές του με το σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό85.

Αυτή η μεγάλη πνευματική κίνηση δεν άφησε ανεπηρέαστα τα Ιωάννινα και

επέδρασε καταλυτικά στην εξέλιξη, διάρκεια, συνοχή και ιδιαιτερότητα που παρουσίασε η

παιδεία τους σε σχέση με τα άλλα ελληνικά αστικά κέντρα της Οθωμανικής

Αυτοκρατορίας86.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πριν φθάσει η ηπειρωτική πρωτεύουσα

στο αξιοζήλευτο πνευματικό επίπεδο των χρόνων του Αθανάσιου Ψαλίδα (1767-1829)87,

σημαντικού λόγιου και δημοτικιστή από τα Ιωάννινα, όπως και του Ιωάννη Βηλαρά (1711-

1823)88, η παιδεία στην ηπειρωτική πρωτεύουσα πέρασε από πολυάριθμες παλινωδίες. Όπως

και αλλού έτσι και στα Ιωάννινα η παιδεία ήταν κτήμα μερικών καλογήρων, οι οποίοι

παρέδιδαν βασισμένοι στο καταπιεστικότερο σύστημα που μπορούσε να υπάρξει89.

Στα σχολεία της κατώτερης εκπαίδευσης, που ονομάζονταν γραμματοδιδασκαλεία,

κοινά, δημοτικά και αλληλοδιδακτικά, είχαν ως βάση κάποια θεολογικά βιβλία, όπως το

Ψαλτήρι και την Οκτώηχο. Στα σχολεία της ανώτερης εκπαίδευσης, που ονομάζονταν

ακαδημία, λύκειο, γυμνάσιο, ελληνομουσείο, παιδαγωγείο, φροντιστήριο, σχολείο και σχολή,

η σπουδή των θεολογικών και φιλοσοφικών μαθημάτων ήταν το κέντρο της διδασκαλίας90.

Λέγοντας θεολογία εννοούσαν την ερμηνεία των λόγων του Ιωάννη Χρυσοστόμου και του

Μεγάλου Βασιλείου και ως φιλοσοφία τη μελέτη της γραμματικής από κείμενα Ελλήνων

ποιητών και πεζογράφων. Οι δάσκαλοι ήταν κατά κανόνα ιερείς ή μοναχοί. Η σχολαστική

84. Μπέττης, <<Διαφωτισμός>>, Ηπειρωτική Εστία, σ.497. 85. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 26. 86. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 265. 87. Πολίτης, Λογοτεχνία, σ. 98. 88. Αυτόθι, σ. 135. 89. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 25.

Page 29: Paideia in Ioannina

29

φιλοσοφία, απ’ την οποία προηγουμένως είχε απαλλαγεί η Ευρώπη, καθώς και το σύστημα

του Αριστοτέλη ήταν η βάση των φιλοσοφικών μαθημάτων Οι κοσμογονικές θεωρίες του

Αριστοτέλη θεωρούνταν εκ των ων ουκ άνευ και οποιαδήποτε παρέκκλιση απ’ αυτές ήταν

αδιανόητη91.

Για να φθάσει δε κάποιος στην ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης έπρεπε να τύχει

προπαιδείας, να γνωρίζει γραμματική και να κατανοεί τους απλούς Έλληνες συγγραφείς. Στα

ανώτερα σχολεία διδάσκονταν η Γραμματική του Λάσκαρη ή του Γαζή ογκωδέστατα και

σχεδόν ακατανόητα έργα για τους μαθητές. Ακολουθούσαν τα Προγυμνάσματα του

Αφθονίου, το Επιστολάριο του Κορυδαλέως κι η Ρητορική του Ερμογένους ως αναγνωστικά

και ερχόταν η παράδοση επί τρία χρόνια του συστήματος του Αριστοτέλη. Σε όλο αυτό το

χρονικό διάστημα, εκτός από τα παραπάνω μαθήματα, διδάσκονταν ακόμη σε καθημερινή

τρίωρη βάση, αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς (Πλούταρχος, Ξενοφών, Ισοκράτης κι ο Όμηρος).

Η παράδοση γινόταν στα αρχαία και οι μαθητές υποχρεώνονταν να αποστηθίζουν τα κείμενα

που διάβαζαν92.

Κατά συνέπεια η διδασκαλία ήταν μακροχρόνια και ανούσια, χωρίς καμιά πρακτική

ωφέλεια. Η κοινωνία της εποχής εκείνης είχε ανάγκη από απλές και σύντομες διδασκαλίες

μεστές περιεχομένου και όχι από στείρες και ατέρμονες διδασκαλίες. Αντί του πνεύματος των

αρχαίων συγγραφέων δυστυχώς διδάσκονταν η γραμματική των λέξεων και το συντακτικό

των φράσεων Οι μαθητές τις περισσότερες φορές δεν γνώριζαν τι διάβαζαν και σε τελική

ανάλυση όλα απέβαιναν εις βάρος τους. Οι περισσότεροι απ’ τους δασκάλους περιφρονούσαν

τις νεότερες επιστημονικές ανακαλύψεις και εναντιώνονταν στους πραγματικά μορφωμένους.

Την ευρωπαϊκή και σύγχρονη μόρφωση τη θεωρούσαν <<μωροσοφία>> και την ταύτιζαν με

την αθεΐα. Έχοντας την υποστήριξη του συντηρητικού και αμαθή κλήρου και εκστομίζοντας

μύδρους εναντίον των ανθρώπων που έτυχαν ευρωπαϊκής παιδείας, αποτέλεσαν τροχοπέδη

για την πνευματική ανάταση του νεογραικικού κόσμου93.

Επιπρόσθετα ο Μιχαλόπουλος υποστηρίζει, ότι οι άρχοντες και οι ανώτεροι κληρικοί

εκδήλωναν την αντίθεσή τους σε κάθε νεωτερισμό που σκοπό είχε την πνευματική αφύπνιση

των υπόδουλων Ελλήνων. Η πνευματική απελευθέρωση μοιραία θα έφερνε την πολιτική

απελευθέρωση και αυτό δε συνέφερνε τους άρχοντες και τον ανώτερο κλήρο από φόβο

μήπως διασαλευτούν τα <<κεκτημένα τους δικαιώματα>> τα οποία τους είχαν χορηγηθεί από

90. Οικονόμου, Τα σχολεία της ενιαίας Ηπείρου, σ. 7. 91. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 25. 92. Αυτόθι, σ. 26. 93. Αυτόθι, σσ. 26-27.

Page 30: Paideia in Ioannina

30

τους Τούρκους, έτσι προτιμούσαν τη στασιμότητα παρά την μεταρρύθμιση και την πρόοδο.

Τόσο ο ανώτερος κλήρος όσο και οι άρχοντες χαρακτηρίζονται ως <<όργανα της τουρκικής

τυραννίας>> από το Ρήγα Φεραίο. Ο Ιωάννης Κωλέτης αναφέρει στη <<Νομαρχία>> του, ότι

οι δάσκαλοι δεν τολμούσαν να προφέρουν τη λέξη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ στα σχολεία, από φόβο

μήπως τους ακούσουν οι προεστοί ή οι αρχιερείς και τους κατηγορήσουν για αθεΐα. Έτσι

λοιπόν πολεμήθηκε το νεώτερο πνεύμα στον ελλαδικό χώρο και επικράτησε ο

σχολαστικισμός94 και η λόγια παράδοση για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά απ’ αυτόν

τον πνευματικό λήθαργο η εκπαίδευση έμελλε ν’ αναγεννηθεί. Και πραγματικά, οι πλούσιοι

έμποροι του εξωτερικού, οι ποτισμένοι με τα νάματα και τις μεταρρυθμιστικές ιδέες της

Ευρώπης έφεραν την αναγέννηση και την αναμόρφωση στον ελλαδικό χώρο και

απαγκίστρωσαν την εκπαίδευση απ’ τα δεσμά του κλήρου, των αρχόντων και της

παράδοσης95.

Ο Κιτρομηλίδης υποστηρίζει, ότι η νέα εποχή στην πνευματική ζωή των Ιωαννίνων

πραγματοποίησε την επίσημη έναρξή της με την ίδρυση της Σχολής του Επιφάνιου

Ηγούμενου. Ο Επιφάνιος, πλούσιος Ιωαννίτης έμπορος στη Βενετία, άφησε κληροδότημα το

1648 για να σπουδάζουν νέοι συμπολίτες του στη Βενετία και για να ιδρυθεί ανώτερο

σχολείο στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Η ίδρυση της Σχολής του Επιφανίου μπορεί να θεωρηθεί

ότι εγκαινιάζει την ιστορία της νεοελληνικής παιδείας στα Ιωάννινα. Στο σημείο αυτό

μπορούμε να διακρίνουμε κάποιες σχέσεις και αλληλουχίες που χαρακτήριζαν την

πνευματική ζωή στα Ιωάννινα κατά την Τουρκοκρατία τη χρονική περίοδο που εξετάζουμε.

Παρατηρούμε μια άμεση σχέση ανάμεσα στο ελληνικό παροικιακό εμπορικό κεφάλαιο και

την προώθηση της παιδείας στην υπόδουλη πατρίδα των χορηγών και μια συνεχής και

πολύμορφη επικοινωνία με τη Βενετία, που μέχρι το 1797 κυριαρχούσε στα Επτάνησα96.

Μέχρι τότε η πρωτοβουλία και η μέριμνα για την εκπαιδευτική και πνευματική

δραστηριότητα του υπόδουλου ελληνισμού άνηκε στην εκκλησιαστική ιεραρχία. Σταδιακά

περνά στη Φαναριώτικη αριστοκρατία και τελικά στη δυναμική τάξη των ανθρώπων που

πλουτίζουν από το εμπόριο97.

Στα Ιωάννινα η ηγετική πρωτοβουλία για ενίσχυση της παιδείας πέρασε στους

εμπόρους νωρίτερα απ’ αλλού (σ’ εποχή που στα μεγάλα ελληνικά κέντρα η φροντίδα αυτή

94. Μπαμπινιώτη, Λεξικό, σ. 1747 σχολαστικισμός: <<ο θεολογικός φιλοσοφικός τρόπος σκέψης που αναπτύχθηκε στα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά κέντρα της Δ. Ευρώπης κατά το Μεσαίωνα και σύμφωνα με τον οποίο τα δόγματα της πίστης έπρεπε- και μπορούσαν- να θεμελιωθούν λογικά και φιλοσοφικά ιδίως με τη βοήθεια της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, κυρ. του Πλάτωνος, των Νεοπλατωνικών και του Αριστοτέλη>>. 95. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 27-29. 96. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 26.

Page 31: Paideia in Ioannina

31

ανήκε ακόμη στην εκκλησία). Οι Ιωαννίτες έμποροι της διασποράς έμειναν στην πρωτοπορία

της πολιτισμικής ανανέωσης μέχρι μετά την Επανάσταση, και η προσπάθειά τους

διακρινόταν από μια χαρακτηριστική προτίμηση προς τους πιο ριζοσπαστικούς φορείς στο

χώρο της παιδείας, που κέρδιζαν πάντα την γενναιόδωρη ενίσχυσή τους98.

Η ώσμωση αυτή μεταξύ παροικιακού εμπορίου και πολιτισμικής ανάπτυξης

συνοδευόταν στην ιστορική πορεία των Ιωαννίνων από έναν ακόμη σημαντικό παράγοντα: η

γεωγραφική γειτνίαση με τη Δύση και το άμεσο της επικοινωνίας με τη Βενετία, όπου η

ακμαία ελληνική παροικία της δεχόταν πολλούς νέους Ιωαννίτες μετανάστες, επηρέασε

καταλυτικά την πρόοδο της παιδείας στα Ιωάννινα. Ακόμη, από τη Βενετία προσπορίζονταν

προς την Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα το έντυπο υλικό. Τα

ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας, φτιαγμένα από Ιωαννίτες τυπογράφους, τον Νικόλαο

Γλυκύ, τον Δημήτριο Θεοδοσίου και τον Δημήτριο Σάρο, συνιστούσαν για δυο και πλέον

αιώνες τις σημαντικότερες πηγές παροχής βιβλίων του υπόδουλου ελληνισμού99. Το 1766

στη Βενετία εξεδόθη το Τετράγλωσσο Λεξικό του Ιωαννίτη Γ. Κωνσταντίνου, το οποίο

γνώρισε δυο επανεκδόσεις κατά τα έτη 1788 και 1801. Το προαναφερόμενο λεξικό

αποτελούνταν στην τελική του μορφή από εννέα χιλιάδες εφτακόσιες λέξεις, από ιστορικά

και μυθολογικά στοιχεία, όπως και από πολλές λέξεις της κοινής διαλέκτου και αποσκοπούσε

στην πολλαπλή ωφέλεια των ανθρώπων100. Τα Ιωάννινα λόγω της άμεσης επικοινωνία τους

με τη Βενετία αποτελούσαν το βασικότερο διαμετακομιστικό σταθμό απ’ όπου το βιβλίο

διανέμονταν στον ελληνικό χώρο101.

Τέλος, όλες αυτές οι σχέσεις, γεωγραφικές, οικονομικές, πολιτισμικές με τη Βενετία

και η συνεχής μετακίνηση ανθρώπων συνέβαλαν ώστε τα Ιωάννινα να δέχονται πιο άμεσα τις

νεωτεριστικές επιδράσεις του ελληνισμού της διασποράς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο

σκιαγραφείται το πλαίσιο της πνευματικής ζωής των Ιωαννίνων. Οι προσπάθειες για

πνευματική καλλιέργεια που αναλήφθηκαν με την ίδρυση της Σχολής του Επιφάνιου

διενεργήθηκαν μέσα στις περιστάσεις που καθόριζαν αυτοί οι εξωτερικοί όροι102.

4.1. Η τέχνη στα τουρκοκρατούμενα Ιωάννινα

Αρχιτεκτονική

97. Αυτόθι, σ. 26. 98. Αυτόθι, σ. 26. 99. Αυτόθι, σσ. 26-27. 100. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 16-17. 101. Αυτόθι, σσ. 26-27. 102. Αυτόθι, σ. 27.

Page 32: Paideia in Ioannina

32

Σύμφωνα με τη Φραγκίσκα Κωστάντιου, η έναρξη των οικοδομικών ασχολιών, που

αναφέρονται σε εκκλησιαστικά κτήρια, από φορείς λαϊκούς, έρχεται σε πλήρη χρονολογική

αντιστοιχία με τη διάδοση και στην Ήπειρο του τύπου της τρίκλιτης βασιλικής το 18ο και

κυρίως το 19ου αιώνα. Σ’ αυτόν τον αρχιτεκτονικό τύπο οικοδομήθηκαν και οι εφτά ναοί των

Ιωαννίνων, εκ των οποίων η Μητρόπολη, η Περίβλεπτος και το Αρχιμανδρειό είναι τρίκλιτες

θολωτές βασιλικές ενώ η Αγία Μαρίνα, ο Άγιος Νικόλαος της Αγοράς, ο Άγιος Νικόλαος των

Κοπάνων και η Αγία Αικατερίνη ξυλόστεγες103. Αυτό συμπίπτει με τις αυξητικές επιδράσεις

των λαϊκών και κοσμικών στοιχείων στην εκκλησιαστική τέχνη, με την τεχνική πτώχευση ως

προς την πολύπλοκη θολοδομία, με την ανάγκη για αύξηση της χωρητικότητας των ναών

λόγω ανάπτυξης των αστικών κέντρων και της δημογραφικής βελτίωσης, με την υποχώρηση

του πρωταγωνιστικού ρόλου της εκκλησίας και την παράλληλη άνοδο του κοσμικού

στοιχείου, με τη συστηματική δράση των συντεχνιών των μαστόρων και τέλος με κάποιες

επιδράσεις από τη δυτική αρχιτεκτονική.

Ο τύπος της βασιλικής είναι εμφανής από τις μεγάλες διαστάσεις του, το αδρό χτίσιμό του,

τις βαριές στέγες που είναι καλυμμένες με σχιστόπλακες, τα ανοιχτά προστώα χαγιάτια τα

επιβλητικά κωδωνοστάσια και άλλα στοιχεία που επιτείνουν την εντύπωση αυτή104.

Στην κοσμική αρχιτεκτονική έχουμε πλήθος από χάνια (μόνο μέσα στην πόλη των

Ιωαννίνων καταμετρήθηκαν 24), από λουτρά χαμάμ και μέσα στο κάστρο των Ιωαννίνων τη

μοναδική τουρκική βιβλιοθήκη, η οποία συνδεόταν με τον διπλανό της μεντρεσέ

(ιεροσπουδαστήριο) στην ακρόπολη του Ασλάν πασά105.

Στην πόλη των Ιωαννίνων οι επιδράσεις από την Ανατολή και τη Δύση αντίστοιχα

αντικατοπτρίζονται και στο χώρο της αρχιτεκτονικής. Οι κάτοχοι μεγάλων εκτάσεων γης,

μουσουλμάνοι ή χριστιανοί, εξακολουθούν να οικοδομούν ακολουθώντας ένα ρυθμό, στη

βάση του βυζαντινό με έντονες ανατολικές επιρροές, οι ευκατάστατοι έμποροι, χριστιανοί ή

εβραίοι, επηρεασμένοι προφανώς από την Ευρώπη αρχίζουν να χτίζουν σ’ ένα ρυθμό θα

λέγαμε ενετικό. Οι επιλογές των αντίστοιχων αρχιτεκτονικών ρυθμών δεν είναι τυχαίες. Οι

ιδιοκτήτες γης σταθερά προσηλωμένοι στις βυζαντινές και οθωμανικές παραδόσεις, οι οποίες

απορρέουν από την φεουδαρχική νοοτροπία διαφέρουν από τις προτιμήσεις των

103. Κωστάντιου, <<Ναοί>>, Ήπειρος, σ. 301. 104. Τριανταφυλλόπουλος, <<Τέχνη>>, Ιστορία, σσ. 318-319. 105. Αυτόθι, σσ. 321-322.

Page 33: Paideia in Ioannina

33

κοσμοπολιτών εμπόρων που επιλέγουν ρυθμούς σύγχρονους, μοντέρνους, δυτικότροπους,

πράγματι οι ίδιοι πολυταξιδεμένοι106.

Η οθωμανική αρχιτεκτονική εκπροσωπείται πλούσια στα Ιωάννινα χωρίς ωστόσο να είναι

ευρύτερα γνωστή. Σήμερα υπάρχουν στην πόλη γύρω στα 14 τζαμιά μερικά εκ των οποίων

βρίσκονται σε άριστη κατάσταση μερικά όχι. Επίσης έχουν σωθεί δύο μεντρεσέδες

(ιεροσπουδαστήρια), επίσημοι τάφοι (μαυσωλεία, τουρμπέδες) στο κάστρο των Ιωαννίνων

και στην Κόνιτσα και η Σχολή των Ιπποτών (Σουφαρί Σεράι), επιβλητικό κτίσμα της

Τουρκοκρατίας. Από τις δυο Συναγωγές των Ιωαννίνων άξια αναφοράς είναι αυτή που

βρίσκεται μέσα στο Κάστρο: η μεγάλη, η οποία στηρίζεται σε στύλους, τετράγωνη αίθουσα,

δομημένη με το τυπικό σύστημα αργολιθοδομής της ύστερης Τουρκοκρατίας, πιθανό

χτισμένη το 1826, αλλά ίσως πρόκειται για ανακαίνιση107.

Ζωγραφική

Στο χώρο της ζωγραφικής τον 18ου αιώνα, έχουμε τη δημιουργία κάποιων μνημείων

από ζωγράφους που έλκουν την καταγωγή τους από το αγροτικό περιβάλλον. Το ύφος της

τέχνης των ζωγράφων αυτών είναι απλοποιημένο, ρεαλιστικό και ταυτίζεται με αυτό που

αποκαλούμε <<λαϊκό>>. Παράλληλα με την υιοθέτηση του <<λαϊκού>> ύφους στην

τεχνοτροπία από μέρους των ζωγράφων που κατάγονται από την ύπαιθρο, προσανατολίζονται

προς τους δυτικούς τρόπους έκφρασης στην διακόσμηση και στην εικονογραφία. Με την

πάροδο του χρόνου εισάγονται νέα εικονογραφικά θέματα στο εσωτερικό των ναών,

περισσότερα κοσμικά στοιχεία και με την επίδραση του Διαφωτισμού οι χώροι των ναών

κινούνται προς μια κοσμικότητα και εγκαταλείπεται η παράδοση και το λόγιο ύφος108.

Γνωστός ζωγράφος της ευρύτερης περιοχής είναι ο Ιωαννίτης Πέτρος Γεωργιάδης

κατά το δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα και παράλληλα πρωτοψάλτης της μητρόπολης

Ιωαννίνων. Ο ναός της Αγ. Παρασκευής στην Αγ. Τριάδα Δωδώνης, έχει εικόνες τέμπλου

δημιουργημένες από τον Πέτρο Γεωργιάδη. Ο ίδιος στα 1842 ζωγράφισε φορητές εικόνες για

την Κοίμηση της Θεοτόκου στο Συρράκο, ναό που οικοδομήθηκε στα 1834 στον τύπο της

τρίκλητης βασιλικής με τρούλο. Ένα χρόνο μετά ο Γεωργιάδης εικονογραφεί το νεομάρτυρα

106. Κουρμαντζής, <<Οθωμανική πόλη>>, Ήπειρος, σ. 25. Ο ρυθμός των οικιών, όπως εκείνη του Μίσιου, η κατοικία του ασλανίδη Αμπεντίν Μπέη (βρισκόμενη στη διασταύρωση των οδών Μιχ. Αγγέλου και Χαρ. Τρικούπη), εκείνη κάποιου άλλου Μπέη, που διατηρείται στις μέρες μας πίσω από το Στάδιο, είναι ρυθμός ανάμειξης μεσαιωνικών στοιχείων (παράθυρα ισογείων), βυζαντινών στοιχείων (τοξωτές σκάλες που οδηγούν στους ορόφους) και ανατολικών επιδράσεων (τόξα ξύλινων στύλων που μοιράζονται στην πρόσοψη). Ο ρυθμός αυτός ονομάστηκε τουρκοβυζαντινός ή και τουρκογιαννιώτικος, επειδή αναπτύχθηκε αποκλειστικά στην πόλη των Ιωαννίνων, ρυθμός που μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν μεταβυζαντινός. Πολλές κατοικίες του είδους αυτού υπήρχαν κατά την εποχή του Αλή Πασά, αλλά καταστράφηκαν οι περισσότερες το 1822. 107. Τριανταφυλλόπουλος, <<Τέχνη>>, Ιστορία, σσ. 321-322. 108. Αυτόθι, σσ. 326-327.

Page 34: Paideia in Ioannina

34

Αγ. Γεώργιο τον εξ Ιωαννίνων (+ 1838). Στην εικόνα αριστερά αποτυπώνεται με φουστανέλα

ο νεαρός άγιος πριν από το μαρτυρικό τέλος του και δεξιά κρεμασμένος. Στο κάτω μέρος της

εικόνας κείται επιγραφή μισοκαταστρεμμένη:

<<πρωτοψάλτης της μητρόπολης Ιωαννίνων 1843 Ιουνίου 8 δι’

εξόδου Ιωάννου Εξάρχου Νησιώτη>>109.

Ο ρόλος της εκκλησίας υπήρξε πρωταγωνιστικός και καθοριστικός, ιδιαίτερα των

μονών. Η εκκλησία έδρασε υπό διπλή ιδιότητα και ως παραγγελιοδότης και ως χώρος όπου

καλλιεργήθηκε η τέχνη και αυτό αποδεικνύεται από μια σειρά σημαντικών έργων που

υπογράφουν εκκλησιαστικοί άνδρες.

Ταυτόχρονα με τις μονές, αναπτύσσεται η τέχνη στις μεγάλες πόλεις, κυρίως στα

Ιωάννινα και την Άρτα, λόγω των οικονομικών ή ευνοϊκών συνθηκών που επικρατούσαν

εκεί. Έτσι μπόρεσε και δημιουργήθηκε ένα <<αστικό πνεύμα>> στα πλαίσια πάντοτε της

οθωμανικής αυτοκρατορίας110.

Έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα έχουμε και στα αγροτικά κέντρα όπου η

προσφορά τους υπήρξε σπουδαία. Τα αγροτικά κέντρα βοήθησαν ώστε να απλοποιηθεί το

υψηλό και λόγιο ύφος (εκκλησία) το οποίο είχε κληροδοτηθεί από τα χρόνια του Δεσποτάτου

της Ηπείρου και να υιοθετηθεί το <<λαϊκό>>. Σ’ αυτό βοήθησαν και οι ίδιοι οι τεχνίτες οι

οποίοι εκτελούσαν ταυτόχρονα εκκλησιαστικά και κοσμικά έργα, με αποτέλεσμα να υπάρχει

αλληλεπίδραση στο ύφος.

Παρά τις όποιες συγκρούσεις μεταξύ παραδοσιακού (βυζαντινού) και καινούριου

(δυτικότροπου) ύφους στην τέχνη, αυτό δεν έγινε αιτία να δημιουργηθεί πολιτιστική

διάσπαση στην Ήπειρο και ειδικότερα στα Ιωάννινα, αλλά δημιουργήθηκε μια ενότητα που

αποτελούνταν από λόγια και λαϊκά στοιχεία111.

Κεντητική

Η τέχνη της κατασκευής εργόχειρων πάνω σε ύφασμα με πολύχρωμες κλωστές και

ειδικό τρόπο ραψίματος αναπτύχθηκε πολύ στα Ιωάννινα.. Αυτή δεν ήταν άλλη από τη

γνωστή ηπειρώτικη κεντητική. Καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξή της έπαιξε η βυζαντινή

παράδοση. Η κεντητική των Ιωαννίνων υιοθετεί σχήματα, μορφές, υλικά, χρώματα και την

έφεση για δημιουργία τεκτονημένων συνθέσεων από την βυζαντινή τεχνοτροπία. Επίσης,

109. Πρέπης, <<Καλλιτεχνική δραστηριότητα>>, Γιάννινα, σ. 15. 110. Τριανταφυλλόπουλος, <<Τέχνη>>, Ιστορία, σ. 332. 111. Αυτόθι, σ. 332.

Page 35: Paideia in Ioannina

35

μεγάλη ήταν η επιρροή της ισλαμικής τέχνης στο διακοσμητικό ύφος της κεντητικής των

Ιωαννίνων112.

Στα διακοσμημένα υφάσματα του σπιτιού ανήκουν τα κλινοσκεπάσματα, οι

κρεββατόγυροι, τα σεντόνια και τα μαξιλάρια. Απ’ το θεματολόγιό τους αξίζει να

αναφέρουμε τις νυφιάτικες πομπές και τις ανθρώπινες μορφές. Τα κεντήματα αυτά

εκτελούνται με διάφορες βελονιές (διχαλωτή, ψαροκόκαλο, περαστή, ριζοβελονιά) και

ανήκουν στα εκλεκτότερα και περισσότερο ενδιαφέροντα από άποψη παραδοσιακής

τέχνης113.

Χρυσοκεντητική

Μια απ’ τις λαμπρότερες χειροτεχνίες που έλκει την καταγωγή της από το Βυζάντιο

και αξιοποιήθηκε ιδιαίτερα στα χρόνια της μεταγενέστερης Τουρκοκρατίας στα Ιωάννινα,

ήταν η χρυσοκεντητική. Η ιωαννίτικη παραγωγή τροφοδοτούσε τον ηπειρωτικό χώρο, τα

Επτάνησα, τη δυτική Μακεδονία, τη Βαλκανική, τα παράλια της Δαλματίας, την

Κωνσταντινούπολη και αργότερα την Αθήνα. Τεχνίτες των χρυσοκεντημάτων ήταν οι

τερζήδες και οι συρμακέσηδες Το κοινό ισνάφι των τερζήδων και των συρμακέσηδων

θεωρούνταν από τα σημαντικότερα στα Ιωάννινα114.

Μεταλλοτεχνία

Στα Ιωάννινα γνώρισε ιδιαίτερη ακμή η επεξεργασία μετάλλων και κραμάτων με

σκοπό την παραγωγή μεταλλικών αντικειμένων, από ειδικούς τεχνίτες. Σε καταλόγους

συντεχνιών στις αρχές του 19ου αιώνα, πληροφορούμαστε για τα μέλη των καζαντζήδων

(χαλκουργών) και των καλαντζήδων (επικασσιτερών) που κυμαίνονταν σταθερά από 10 έως

15. Κατασκεύαζαν είδη καθημερινής χρήσης, αγροτικά εργαλεία κ.ά115.

Αργυροχρυσοχοΐα

Σπουδαίο κέντρο κατασκευής αργυροχρυσοχοϊκών έργων υπήρξαν τα Ιωάννινα μαζί

με τους Καλαρρύτες και το Συρράκο μέσα στα Βαλκάνια. Τα πολλά και ενυπόγραφα έργα,

κυρίως εκκλησιαστικά το αποδεικνύουν. Ιδιαίτερη ανάπτυξη έλαβε η τέχνη αυτή κατά τα

χρόνια του Αλή Πασά. Ο ίδιος ήταν συλλέκτης πολύτιμων αντικειμένων, όπως

χρυσοποίκιλτων και αδαμαντοκόλλητων όπλων που προκαλούσαν το θαυμασμό των ξένων

περιηγητών116.

Ξυλογλυπτική

112. Κορρέ, <<Λαϊκή Τέχνη>>, Ιστορία, σσ. 344-346. 113. Αυτόθι, σ. 346. 114. Αυτόθι, σσ. 346-347. 115. Αυτόθι, σ. 349.

Page 36: Paideia in Ioannina

36

Η ιωαννίτικη εκκλησιαστική ξυλογλυπτική ξεχωρίζει μέσα στο χώρο της

νεοελληνικής ξυλογλυπτικής. Τα έργα της ιωαννίτικης ξυλογλυπτικής διακρίνονται για την

ποιότητά τους, το υψηλό αισθητήριο και την ενότητα του ύφους τους. Πολύ χαρακτηριστικό

παράδειγμα αποτελεί το τέμπλο της εκκλησίας του Αρχιμανδρειού Ιωαννίνων και το τέμπλο

του Αγίου Αθανασίου. Οι Ιωαννίτες ξυλογλύπτες (σκαλιστάδες, ταγιαδόροι) προέρχονταν

κυρίως από το Μέτσοβο, την Κόνιτσα, τα Ζαγοροχώρια κ.ά. και εργάζονταν με άγραφους

κανόνες και σε ακτίνα δράσης μακρινή για τα δεδομένα της εποχής. Η αστική ξυλογλυπτική

εμπεριέχει το σταθερό και τον κινητό εξοπλισμό του σπιτιού (ξύλινα συρτάρια, τραπέζια,

κασέλες κ.λ.π.).

Κεραμική

Η Ήπειρος είχε προοδεύσει στην κεραμική δραστηριότητα στα μεταβυζαντινά χρόνια

με σημείο αναφοράς την Άρτα. Έπειτα από μια πορεία η οποία έβαινε συνεχώς μειούμενη

επήλθε η παρακμή στο τέλος του 18ου αιώνα. Για την κάλυψη των οικιακών κεραμικών

αναγκών οι Ηπειρώτες απευθύνθηκαν στα γειτονικά Επτάνησα και οι περισσότερο

ευκατάστατοι αναζήτησαν τα είδη της αρεσκείας τους στις ευρωπαϊκές αγορές. Η τέχνη της

κεραμικής δεν κατόρθωσε να αναπτυχθεί στα Ιωάννινα λόγω της μεσολάβησης του

Αυστριακού προξενείου (1872), φοβούμενου τον ανταγωνισμό που θα συνεπάγονταν μείωση

εισαγωγής προϊόντων από την Αυστρία117.

Σημαντική κατηγορία ξενοφερμένων κεραμικών (πήλινων ή από πορσελάνη)

συνιστούν οι γνωστοί ως <<Ηπειρώτικοι>> μαστραπάδες με προχοή σχήματος τριφυλλιού,

που η επέκτασή τους καλύπτει μια εκατονταετία (μέσα 18ου-μέσα 19ου αι.). Η διακόσμηση

αυτών των φαγεντιανών εξαρτάται από το αγοραστικό κοινό. Το ηπειρωτικό κοινό αρέσκεται

στην αποτύπωση στίχων πάνω σ’ αυτούς τους μαστραπάδες, στίχοι οι οποίοι επινοήθηκαν σε

στιγμές ψυχικής ευφορίας118.

Υφαντική

Από τον 17ο αιώνα η κατ’ οίκον υφαντική χειροτεχνία των κτηνοτρόφων των

Ιωαννίνων οργανώθηκε σε μεθοδική επιχειρησιακή ενέργεια με αξιοσημείωτες εξαγωγές που

απέφεραν σημαντικά κέρδη κυρίως στους μεσάζοντες.

Η παραγωγή των υφαντών ήταν αποκλειστική δουλειά των γυναικών, ακόμη και

νεαρών κοριτσιών. Αξιόλογη επίδοση παρατηρήθηκε στην ύφανση συγκεκριμένων

υφασμάτων, όπως των αμπάδων, γιατί ήταν φτηνά και είχαν μεγάλη αντοχή. Επίσης

116. Αυτόθι, σ. 349. 117. Αυτόθι, σ. 354.

Page 37: Paideia in Ioannina

37

φτιάχνονταν φλοκάτα με κροσσούς, άσπρα και γαλαζόμαυρα, μαύρα φλοκωτά ή κροσσωτά,

βελέντζες, χράμια, σαμαροσκούτια, στρωσίδια.

Από τον 19ο αιώνα απαντώνται υφαντά στο χώρο της Ηπείρου, αλλά ειδικότερα από

το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα έχουμε τη χρήση των υφαντών ως δείγμα πλούτου αλλά και

ως διακοσμητικού στοιχείου. Βλέπουμε πολύχρωμα υφαντά να είναι απλωμένα στα μπάσια ή

κρεμασμένα στα τζάκια ή στις πόρτες (κιλίμια, στρωσίδια, μαξιλάρια, μπουχαροπάνια,

μπερντέδες), χαρακτηριστικά της οικονομικής και κοινωνικής ανόδου της οικογένειας

Ενδεικτική είναι η δημιουργία υφαντών στο Μέτσοβο, λόγω της ιδιαίτερης ανάπτυξης

της κτηνοτροφίας, απ’ όπου προέρχονταν και η πρώτη ύλη. Στις αρχές του 20ου αιώνα τα είδη

των μετσοβίτικων υφαντών διαχωρίζονται σε πολλούς τύπους και χρησιμοποιούνται μέσα

στην κατοικία (βελέντζες, στρωσίδια, μαξιλάρες, κιλίμια, μπουχαροπάνια) ή στα ενδύματα

(ποδιά, χράμι)119.

5. Θεσμική Ιστορία

Σύμφωνα με τον Μ. Τουρτόγλου η κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από

τους Οθωμανούς πολιορκητές (1453) δεν συνεπάγονταν αυτόματα και την άμεση

εγκατάσταση τους σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Υπήρξαν γεωγραφικές περιοχές

στο εσωτερικό της Ελλάδας, καθώς και το μεγαλύτερο νησιωτικό τμήμα της, τα οποία είχαν

κυριευθεί πολύ πιο πριν από τους Λατίνους. Η μακρόχρονη παραμονή των Λατίνων στα μέρη

που εποίκισαν επηρέασε ριζικά τη δημόσια και ιδιωτική ζωή των υπόδουλων Ελλήνων και

όπως ήταν φυσικό τη διοίκηση και το δίκαιο120. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η

επίσημη έκδοση από τους Βενετούς το 1453, των <<Ασσιζών της Ρωμανίας>>, δηλαδή της

συγκέντρωσης των φεουδαρχικών διατάξεων, οι οποίοι συνιστούσαν το δίκαιο που ίσχυε πριν

από οποιαδήποτε μεθοδική συλλογή, καταγραφή και κατάταξη αρχών, κανόνων και

ρυθμιστικών κειμένων στη φραγκοκρατούμενη121 Ελλάδα122.

Μετά την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους (1453), ένας από τους

σημαντικότερους θεσμούς της βυζαντινής παράδοσης που παρέμεινε σε ισχύ ήταν αυτός της

Εκκλησίας. Χαρακτηριστικό των διαθέσεων του Μωάμεθ του Β΄ του Πορθητή έναντι της

118. Αυτόθι, σσ. 354-355. 119. Κορρέ, <<Λαϊκή Τέχνη>>, Ιστορία, σ. 355. 120. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 511. Δίκαιο: <<το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν αναγκαστικά τις σχέσεις των μελών μιας κοινωνίας, ορίζοντας τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις καθενός και προβλέποντας κυρώσεις για τη μη τήρηση των κανόνων της>>. 121. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1924. Φραγκοκρατία: <<περίοδος κατά την οποία ελληνικές περιοχές βρίσκονταν υπό την κατοχή δυτικοευρωπαίων ηγεμόνων (από τον 13ο ως τον 16ο αι.)>>. 122. Τουρτόγλου, <<Δίκαιο>>, Ιστορία, σ. 110.

Page 38: Paideia in Ioannina

38

χριστιανικής θρησκείας υπήρξε το γεγονός, ότι με δικές του ενέργειες και πρωτοβουλίες

ανέβασε στον πατριαρχικό θρόνο τον μοναχό Γεννάδιο (Γεώργιο) Σχολάριο, κάτοχο

σημαντικής παιδείας, ησυχαστή και σφοδρό ανθενωτικό123. Στην εκλογή του Γεννάδιου

βοήθησαν και οι Έλληνες γραμματείς του Σουλτάνου, Θωμάς Καταβοληνός και Δημήτριος

Απόκαυκος124.

Ο νέος πατριάρχης κατέστη μιλλέτ-μπασή, δηλαδή εθνάρχης των Ρωμιών (Ρούμ), ενώ

θρησκευτικός ηγέτης του μουσουλμανικού (τουρκικού) μιλλετιού ήταν ο Σεΐχης του Ισλάμ

(σεϊχουλισλάμης). Ο οικουμενικός πατριάρχης αναγνωρίστηκε ως ανώτατη θρησκευτική και

πολιτική αρχή των υπόδουλων Ελλήνων με ευρύτατες δικαιοδοσίες, που σχετίζονταν από την

εκπαίδευση μέχρι το οικογενειακό και το αστικό δίκαιο125.

Στην άσκηση της δικαστικής εξουσίας του ο πατριάρχης συνεπικουρούνταν από το

ιερατείο και τους προεστούς των ελληνικών κοινοτήτων. Πηγές δικαίου, που

χρησιμοποιήθηκαν από τους φορείς που ασκούσαν την εκκλησιαστική και δικαστική εξουσία

για την απονομή δικαιοσύνης των υπόδουλων Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατία,

αποτέλεσαν:

α) η Εξάβιβλος του Αρμενόπουλου με την απόδοση του νοήματός της σε απλή

γλώσσα, ο εκκλησιαστικός κώδικας του Μανουήλ Μαλαξού είτε στην πρωθύστερη μορφή

του είτε μεταφρασμένος <<εις απλήν φράσιν>>, και οι διάφορες άλλες εκκλησιαστικές

διατάξεις.

Αυτές οι πηγές αποτέλεσαν κυρίως το υπόβαθρο των εκκλησιαστικών δικαστηρίων

για την απόδοση δικαιοσύνης.

β) Τα τοπικά έθιμα που σε κάποιες περιοχές της ελληνικής περιφέρειας εκφράστηκαν

με επίσημο τρόπο, διατυπώθηκαν και γραπτά.

γ) Τέλος, οι αρχές, οι νόμοι, οι διατάξεις, τα ήθη και τα έθιμα που ρύθμιζαν τη

λειτουργία της Εκκλησίας, οι αποφάσεις των επαρχιακών αρχόντων των ελληνικών

κοινοτήτων, ή μόνο οι βουλές των προκρίτων είτε και τα ψηφίσματα των λαϊκών, που

συνυπογράφονταν από τους ιερείς.

Αυτές οι μορφές εθιμικού δικαίου126 προέκυψαν από τις ειδικές συνθήκες κάτω από

τις οποίες ζούσαν οι Έλληνες κατά την Τουρκοκρατία. Το εθιμικό δίκαιο που ήταν σε ισχύ

123. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σσ. 189-190. Ανθενωτικός: (στη βυζαντινή εποχή) ο Ορθόδοξος που δεν επιθυμούσε την ένωση της Ορθόδοξης Ανατολικής με την Καθολική Δυτική Εκκλησία. 124. Μεταλληνός, Τουρκοκρατία, σ. 63. 125. Αυτόθι, σσ. 63-66. 126. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 556. Εθιμικό δίκαιο: <<το σύνολο των άγραφων νόμων, δηλ. των κανονισμών που προκύπτουν από τα ήθη και τα έθιμα (από την παράδοση και την κοινωνική ζωή και όχι από τον νόμο, το

Page 39: Paideia in Ioannina

39

στις διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου δεν παρουσίαζε ενιαία μορφή και αυτό

οφείλεται σε πολλούς λόγους. Οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν:

1. Στους διαμετρικά αντίθετους ξένους κατακτητές που κατά καιρούς έμειναν στην

Ελλάδα και στα συγκεκριμένα μέρη.

2. Στο μη ενιαίο νομοθετικό καθεστώς που εφαρμόζονταν κατά την Τουρκοκρατία σε

διάφορα γεωγραφικά διαμερίσματα.

3. Στην παρουσία ή όχι σε ορισμένα μέρη οθωμανικών αρχών, γεγονός που ήταν

συνυφασμένο με την έκταση της δικαιοδοσίας της τοπικής αυτοδιοίκησης και την εφαρμογή

των κατά τόπους εθίμων127.

Στα πλαίσια της καλύτερης διακυβέρνησης των ελληνικών κοινοτήτων και κατ’

επέκταση ολόκληρου του ελληνικού χώρου οι Τούρκοι είχαν εκχωρήσει το δικαίωμα της

αυτοδιοίκησης σε ορισμένες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, την είσπραξη των

δημοσιονομικών τελών και στη συνέχεια την απόδοσή τους και τέλος τη μερική άσκηση της

δικαστικής εξουσίας. Προϊόντος του χρόνου και λόγω των ραγδαίων κοινωνικών,

οικονομικών και πολιτιστικών μεταβολών που επήλθαν οι μέχρι πρότινος πηγές που

προαναφέραμε για την απονομή της δικαιοσύνης ή τη διευθέτηση των ιδιωτικών διαφορών

κατέστησαν ανεπαρκείς και χρειάστηκε να παρθούν νέα μέτρα για την αντιμετώπιση των

καθημερινών κοινωνικών αναγκών128.

Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που έχριζε άμεσης αντιμετώπισης ήταν το

ζήτημα της προίκας, με όλες τις κοινωνικές, οικονομικές και ηθικές διαστάσεις που ελάμβανε

η προικοθηρία. Έτσι οι κοινότητες της Ηπείρου αναγκάστηκαν να θεσπίσουν μέτρα για να

περιορίσουν το ύψος της προίκας και να προσδιορίσουν κοινωνικοοικονομικές τάξεις των

γαμπρών και των απαιτήσεών τους.

Σε έγγραφα από τα Ιωάννινα και το Ζαγόρι, τα δικαιικά έθιμα λέγονται <<κανόνια>>,

<<θέσμια>>, <<τοπικαί συνήθειαι>>, <<θεσπίσματα>>, σε αντιδιαστολή προς την περιοχή

της Κόνιτσας που αποκαλούνται <<δίκαια θεσπίσματα>>, <<θεάρεστον σύστημα>>,

<<συνήθειαι>>, <<θεσπίσματα>>. Επιπλέον, απαντούμε και τους όρους <<ζακόνι>> και

<<αντέτι>>.

γραπτό δίκαιο) και οι οποίοι καθορίζουν τις αξίες, τις σχέσεις και τη συμπεριφορά των μελών μιας κοινότητας>>. 127. Τουρτόγλου, <<Δίκαιο>>, Ιστορία, σ. 114. 128. Παπαστάθης, <<Κοινοτικός βίος>>, Ιστορία, σσ. 255-256.

Page 40: Paideia in Ioannina

40

Οι τομείς όπου κατά κύριο λόγο αναπτύχθηκαν εθιμικές διατάξεις ήταν το

οικογενειακό και το κληρονομικό δίκαιο, και αυτό λόγω της αυτονομίας που υπήρχε στο

χώρο των οικογενειακών σχέσεων.

Είναι άξιο αναφοράς ότι τα Ζαγοροχώρια στην προσπάθειά τους να προασπίσουν τις

κοινωνικές δομές και να αναπτύξουν περισσότερο τα χωριά που συγκροτούσαν το Κοινό του

Ζαγορίου, προέβησαν στη μεθοδική συγκέντρωση, καταγραφή και ταξινόμηση των

ισχυόντων εθίμων, δηλαδή στην κωδικοποίησή τους. Η <<Κατάστρωσις (σύνταξη) των

έκπαλαι σουρουτίων129 του βιλαετίου (ναχιγιέ) Ζαγορίου>> προσεπικυρώθηκε με σουρούτι

(από όπου και ο τίτλος) από το Βεζίρη Ρεσίτ Μεχμέτ πασά το 1828130.

Αναφερόμενος ο Π. Βιζουκίδης στην ύπαρξη δυο εγγράφων περιέχοντα γραπτό

εθιμικό δίκαιο με ημερομηνία 7 Μαρτίου 1828 το πρώτο και αποτελούμενο από δεκατρία

άρθρα κάνει λόγο για έγγραφο με σημαντικές διατάξεις, που αφορούν το φορολογικό

σύστημα, τη διοίκηση, το οικογενειακό, το κληρονομικό και το ενοχικό δίκαιο.

Στο πρώτο και δεύτερο άρθρο περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο γίνονταν η

καταβολή των βασιλικών, <<αυθεντικών>> και τοπικών φόρων, καθώς και οι διατυπώσεις

που αναφέρονταν στην είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών. Τα άρθρα τρίτο, τέταρτο,

πέμπτο και έκτο διευθετούσαν τα κληρονομικά δικαιώματα των γνήσιων και των

υιοθετημένων τέκνων, όπως και του επιζώντος συζύγου, ελλείψει διαθήκης. Το έβδομο άρθρο

όριζε ποιο είναι το τυπικό της έγκυρης διαθήκης. Το όγδοο και το ένατο άρθρο περιείχαν

διατάξεις που σχετίζονταν με την εγκυρότητα εγγράφων και συμφωνιών ενοχικής και

εμπορικής υφής. Δια του δεκάτου άρθρου γίνονταν γνωστές οι συνέπειες που έπονταν για

κάποιον που οδηγούσε αναίτια συνάνθρωπό του στα δικαστήρια. Με το ενδέκατο άρθρο

εξασφαλίζονταν η απαλλαγή των Ζαγορισίων εμπόρων και κτηματιών, που διαβιούσαν στα

Ιωάννινα από οποιαδήποτε οικονομική και σωματική υποχρέωση. Το δωδέκατο άρθρο

περιέγραφε τον τρόπο εκλογής του προεστώτος του Κοινού των Ζαγοροχωρίων, όπως και το

129. Βιζουκίδης, <<Ηπειρωτικά θέσμια>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 8-21. <<Σουρούτια>> είναι ελληνοφανής πληθυντικός του αραβικού σουρούτ της λέξης σάρτ και σημαίνει κυρίως <<όροι (συνθηκών)>>. Είναι άξιο ιδιαίτερης προσοχής ότι οι όροι <<Φιρμάνια>> και <<Βεράτια>> δίνονται αργότερα στα ηγεμονικά έγγραφα, τα οποία αναγνώριζαν τα δίκαια και προνόμια του ελληνικού (ρωμαϊκού) έθνους, ενώ τα πρώτα τοιαύτης φύσεως έγγραφα των Χαλιφών ονομάζονταν <<Συνθήκαι>> (αχτναμέ). Τούτο είναι ουσιώδες από ιστορικής άποψης. Απ’ αυτό μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι κατά τόπους αρχηγοί του έθνους, οι αγωνιζόμενοι τον απέλπιδα κατά των Οθωμανών αγώνα, γνωρίζοντες προφανώς τις ωφέλιμες διατάξεις του Κορανίου σε περίπτωση εκούσιας υποταγής τους, έσπευδαν να συνθηκολογήσουν μετά των μουσουλμάνων επιδρομέων, όταν θεωρούσαν αδύνατη την περαιτέρω αντίσταση. Οι όροι αυτοί των συνθηκών ελάμβαναν μετά την υποταγή τη μορφή προνομιακών παραχωρήσεων. Τα κεκτημένα <<δίκαια>> των ηττημένων χαρακτήριζαν αργότερα οι Τούρκοι συνήθως ως <<προνόμια>> για ευνόητους λόγους, οι δε δικαιούχοι αρκούνταν στην ουσία του πράγματος, τη χρήση δηλ. των δικαίων αυτών, αδιαφορώντας για τον τύπο ή το όνομα. Αλλά μήπως μπορούσαν να πράξουν και διαφορετικά;

Page 41: Paideia in Ioannina

41

χρόνο που θα ασκούσε τα καθήκοντά του. Τέλος, το δέκατο τρίτο και τελευταίο άρθρο έκανε

λόγο για τις αρμοδιότητες του Κοινού του Ζαγορίου, που δεν ήταν άλλες από την

ενασχόληση και το συμβιβασμό των αντιτιθέμενων υποθέσεων, που υπάγονταν στις

προαναφερόμενες διατάξεις131.

Το δεύτερο έγγραφο με ημερομηνία 8 Μαΐου 1832 αποτελούσε <<Θέσπισμα>> της

Κοινής Συνελεύσεως, είχε ψηφιστεί ομόφωνα και θα ίσχυε στο μέλλον αμετάτρεπτα. Το

περιεχόμενο του νέου εγγράφου ήταν πολύ σημαντικό από άποψης κοινωνιολογικής γιατί

διαπραγματεύονταν το ευαίσθητο ζήτημα της προικοδότησης των μελλόνυμφων κοριτσιών

και εμπεριείχε διατάξεις καινοφανείς και άξιες ιδιαίτερης προσοχής.

Στα τέσσερα πρώτα άρθρα κατατάσσονταν σε τέσσερις οικονομικές βαθμίδες όλα τα

χωριά του Ζαγορίου και ταυτόχρονα καταχωρίζονταν και οι γαμπροί σε τέσσερις τάξεις

ανάλογα με τον τόπο καταγωγής του καθενός και την κοινωνικοοικονομική θέση του. Στη

συνέχεια καθορίζονταν το ανώτατο επιτρεπόμενο χρηματικό ποσό που θα απαιτούσε ως

προίκα από τους γονείς της νύφης. Στο πέμπτο άρθρο ορίζονταν με ακρίβεια τα σχετικά με

την προίκα. Εκτός του ότι η προίκα περιελάμβανε χρήματα, σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνονταν

ακόμη ενδύματα, κλινοσκεπάσματα και τα συγγενικά δώρα, που ονομάζονταν <<χάρεις>>132,

όπως και τα ακίνητα και τα ζώα και τα <<ειδίσματα>>133, ομοίως και το δαχτυλίδι του

αρραβώνα. Με το έκτο άρθρο αποσαφηνίζονταν τα περί της προίκας σε περίπτωση επιγαμίας,

δηλαδή όταν συνάπτονταν γάμος μεταξύ ετερόκλητων κοινωνικών ομάδων. Στην περίπτωση

αυτή η προίκα καθορίζονταν με βάση την καταγωγή του γαμπρού, συντάσσονταν

<<αποδεικτικό έγγραφο>> και επικυρώνονταν από τον ιερέα του χωριού. Το έβδομο άρθρο

αναφέρονταν στο ενδεχόμενο όπου οι μελλόνυμφες κοπέλες παρουσίαζαν κάποιο σωματικό

ελάττωμα. Στις περιπτώσεις αυτές δεν ίσχυαν οι δεσμευτικές διατάξεις για το ύψος της

προίκας και αφήνονταν τα κορίτσια ελεύθερα να διαπραγματευθούν με τους γαμπρούς. Στο

όγδοο άρθρο καθορίζονταν οι κληρονομικές απολαβές της νύφης μετά το θάνατο των γονιών

της, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν άρρενες αδερφοί και ανύπανδρη κοπέλα στην

130. Παπαστάθης, <<Κοινοτικός βίος>>, Ιστορία, σ. 256. 131. Βιζουκίδης, <<Ηπειρωτικά θέσμια>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 21-25. 132. Αυτόθι, σ. 27. <<Χάρεις>> λέγονται τα συγγενικά δώρα (αλλιώς και <<πεσκεσιλίκια>>) όχι όμως δώρα των φίλων και συγγενών προς τη νύφη, όπως θα νόμιζε κάποιος που δε γνωρίζει τις ηπειρωτικές συνήθειες, αλλά δώρα σε είδη συμπεριλαμβανόμενα στην προίκα και διανεμόμενα από τη νύφη στους συγγενείς του γαμπρού μέχρι και έκτου βαθμού συγγένειας. Αυτά αποτελούνταν κυρίως από ρούχα και δη νυχτικιές πυτζάμες, κάλτσες και μαντίλια διανεμόμενα ανάλογα με τον βαθμό της συγγένειας και την οικονομική κατάσταση της νύφης. Η λέξη <<χάρεις>>, χρησιμοποιείται ακόμη στο Ζαγόρι, ενώ σε άλλα τμήματα της Ηπείρου, όπως για παράδειγμα στα Κούρεντα, χρησιμοποιείται ο όρος <<πεσκέσια>>. 133. Αυτόθι, σ. 27. <<Ειδίσματα>> ονομάζονται τα οικογενειακά έπιπλα και σκεύη, όπως και τα κοσμήματα και οποιαδήποτε καλλιτεχνήματα. Ο όρος βρίσκεται σε γενική χρήση στην Ήπειρο.

Page 42: Paideia in Ioannina

42

οικογένεια. Με το ένατο άρθρο γνωστοποιούνταν ότι τα ψηφίσματα της ογδόης Μαΐου του

1832 δεν έχουν αναδρομική ισχύ, που σημαίνει ότι οι αρραβώνες και οι γάμοι που

συνάφθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή δεν εμπίπτουν στις καινούριες διατάξεις. Δια του

δεκάτου άρθρου εντέλλονταν οι ιερείς σε περίπτωση μνηστείας να προσκαλούν τρεις από

τους <<φρονιμότερους>> και <<τιμιότερους>> συγχωριανούς να επιβεβαιώσουν την

κοινωνική τάξη στην οποία άνηκε ο γαμπρός και να συνυπογράψουν το προικοσύμφωνο. Με

το ενδέκατο και δωδέκατο άρθρο προστατεύονταν η προσωπική περιουσία της νύφης σε

περίπτωση που ο γαμπρός δεν είχε τακτοποιήσει τις οικονομικές υποχρεώσεις του έναντι των

Τούρκων (καταβολή βασιλικών και <<αυθεντικών>> φόρων). Το τελευταίο άρθρο περιείχε

όχι μόνο εκκλησιαστικές, αλλά και ποινικές διατάξεις. Τιμωρούνταν με αρχιερατικό

αφορισμό και αποπομπή από το εκκλησιαστικό σώμα, όπως και χρηματική καταβολή δυο

χιλιάδων γροσιών οι παραβάτες των <<κοινώς, συμφώνως και ευχαρίστως>>

αποφασισθέντων και ιδιαίτερα το ζευγάρι και οι γονείς τους σε ενδεχόμενο ψεύτικης

δήλωσης. Οι ιερείς που προσυπέγραψαν ψευδώς τιμωρούνταν με καθαίρεση.

Το παραπάνω έγγραφο υπογράφτηκε από τους εκπροσώπους του κάθε χωριού που

συναπάρτιζαν το Κοινό του Ζαγορίου, καταχωρήθηκε στον Κώδικα της Μητρόπολης

Ιωαννίνων και επικυρώθηκε από τον τότε μητροπολίτη για να έχει παντοτινή ισχύ134.

Συμπερασματικά ο Βιζουκίδης αναφέρει πως η γλώσσα και το δίκαιο είναι από τα

πνευματικά γνωρίσματα που κατασταίνουν έναν λαό ξεχωριστό μέσα στο διάβα της ιστορίας

του και αποτελούν συνάμα αδιάψευστα τεκμήρια της πνευματικής και ηθικής του

κατάστασης. Τα Ιωάννινα και η περιοχή των Ζαγοροχωρίων κατά την Τουρκοκρατία έτυχαν

προνομιακής μεταχείρισης και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της τοπικής

αυτοδιοίκησης, την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, τη διατήρηση των

θρησκευτικών παραδόσεων και τέλος των τοπικών ηθών και εθίμων, παραγόντων που

συμβάλλουν στη διαιώνιση της τοπικής ιστορίας και του πολιτισμού135.

134. Αυτόθι, σσ. 25-30. 135. Αυτόθι, σ. 30.

Page 43: Paideia in Ioannina

43

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΑΓΕΝΝΗΤΙΚΟ

ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΤΟΥΣ

1. Σχολή Επιφανίου Ηγουμένου (1648-1742)

Κατά την άποψη του Αχ. Λαζάρου, η φήμη των Σχολών της ηπειρωτικής

πρωτεύουσας γίνεται ευρύτερα γνωστή κατά τη διάρκεια του 18ου και στις αρχές του 19ου

αιώνα, εξαιτίας των φιλοπρόοδων Ιωαννιτών. Οι φιλογενείς αυτοί άνθρωποι θα επιθυμήσουν

σφόδρα να μεταδώσουν στον ελληνικό χώρο τα καινούρια επιτεύγματα της ευρωπαϊκής

επιστήμης. Στην Ευρώπη οι φυσικές επιστήμες, η ιατρική, η νομική, η κλασσική φιλολογία, η

αρχαιολογία και η φιλοσοφία, γνώρισαν αλματώδη ανάπτυξη. Συγχρόνως οι ιδέες του

ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού και ειδικότερα του γαλλικού Διαφωτισμού αφύπνισαν το

ενδιαφέρον των Ιωαννιτών, που βρέθηκαν από τους πρώτους στη Δύση και μεταβλήθηκαν

Page 44: Paideia in Ioannina

44

σταδιακά σε φορείς αυτών των ιδεών. Οι Ηπειρώτες εγκατέλειπαν την πατρίδα, έμπαιναν στη

βιοπάλη, απεκόμιζαν χρήματα και επιστρέφοντας πολλοί απ’ αυτούς, άνοιγαν σχολεία136.

Ο Κ. Βακαλόπουλος γράφει πως ο πρώτος ανάδοχος ενός τέτοιου εγχειρήματος,

ίδρυσης και επιχορήγησης σύγχρονου σχολείου στα Ιωάννινα, είναι ο Επιφάνιος Ηγούμενος.

Η Σχολή Επιφανίου (<<Μικρά Σχολή>> ή <<Επιφάνιος Σχολή>>), αποτελεί το πρώτο

συστηματικό ελληνικό σχολείο που ιδρύθηκε στα Ιωάννινα κατά την περίοδο της

Τουρκοκρατίας με πρωτοβουλία και έξοδα του ευρισκόμενου στη Βενετία Ιωαννίτη εμπόρου,

Επιφάνιου Ηγούμενου137. Το 1648 ο Επιφάνιος κατέλειπε πλούσιο κληροδότημα για να

σπουδάζουν νέοι συμπατριώτες του στη Βενετία και για να ιδρυθεί σχολείο στα Ιωάννινα138.

Η άποψη της Κουρμαντζή είναι ότι μετά το θάνατο του Επιφάνιου Ηγούμενου το

1648, διαθέτη του κεφαλαίου που θα συστήνονταν και θα χρηματοδοτούνταν η Σχολή στα

Ιωάννινα, εξαιτίας της αδράνειας των επιτρόπων της Βενετίας που χειρίζονταν τα έσοδα από

το κληροδότημά του, δε λειτούργησε η Σχολή στην ηπειρωτική πρωτεύουσα, παρά μόνο στη

Βενετία και κατά τα έτη 1666-1670, όπου στα <<… εξ Ιωαννίνων παιδία που ευρίσκονται εν

Βενετία καθώς και εις τα άλλα που ήθελαν τυχόν παρουσιασθεί>>, δάσκαλος θα είναι ο

Αλοΐσιος Γραδενίγος, και την τελευταία χρονιά, ο Βίκτωρας από την Κέρκυρα139. Έτος

έναρξης και λειτουργίας της Σχολής του Επιφανίου στα Ιωάννινα θεωρείται το 1658 και

πρώτος δάσκαλος αυτής μνημονεύεται ο Κερκυραίος λόγιος Σπυρίδων Τριαντάφυλλος, που

δίδαξε εκεί μέχρι τον θάνατό του (1671)140. Αυτόν διαδέχτηκε ο Λέων Γλυκύς (1671-1686),

αδερφός του Νικόλαου Γλυκύ, ιδρυτή του ελληνικού τυπογραφείου της Βενετίας141. Στα

1687 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Σχολής του Επιφανίου Ηγουμένου ο Μιχαήλ Μήτρου

(1687-1692), ο μετέπειτα Μελέτιος Γεωγράφος142.

Ο Μιχαλόπουλος παρατηρεί πως ο Επιφάνιος Ηγούμενος, αισθανόμενος την ανάγκη

του εκσυγχρονισμού του υπόδουλου ελληνισμού και επιθυμώντας την πνευματική του

αφύπνιση μακριά από τη σχολαστική παράδοση, ενήργησε γρήγορα και αποφασιστικά. Εκτός

του ότι ίδρυσε τη φερώνυμη Σχολή στα Ιωάννινα όρισε και τον τρόπο λειτουργίας της και τα

μαθήματά της143. Και πιο συγκεκριμένα ανάμεσα στα άρθρα του καταστατικού της Σχολής

όριζε, <<ότι εκτός της Γραμματικής και των Σχολαστικών μαθημάτων έπρεπε να

136. Λαζάρου, <<Τα σχολεία των Ιωαννίνων>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 58/542-59/543. 137. Κ.Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 265. 138. Αυτόθι, σ. 265. 139. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ. 120-121. 140. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 265-266. 141. Ευαγγελίδης, Παιδεία, σ. 155. 142. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ.120-121. 143. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 29-30.

Page 45: Paideia in Ioannina

45

παραδίδονται η Φιλοσοφία, και οι Επιστήμες>>. Με τον όρο Επιστήμες εννοούσε τις Φυσικές

επιστήμες. Την εποχή εκείνη, ακόμη και στην Ευρώπη η διδασκαλία των εφαρμοσμένων

επιστημών δεν ήταν εύκολη υπόθεση λόγω της αντίδρασης του κλήρου. Η διάταξη αυτή του

Επιφάνιου, περί διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών, αποτελεί την αρχή της ρήξης με τα

όσα ίσχυαν μέχρι τότε στα εκπαιδευτικά δρώμενα των Ιωαννίνων144.

Σύμφωνα με την Κουρμαντζή, ο Επιφάνιος Ηγούμενος στη Διαθήκη του προστάζει,

όπως ο δάσκαλος: <<…διδάσκει γραμματική, ανθρωπισμό και άλλες επιστήμες και γράμματα

ελληνικά στα αγόρια και τα κορίτσια που θα θελήσουν να μάθουν, και πως ο δάσκαλος

πρέπει να προσλαμβάνεται για μια τριετία,…>>145. Με τον Μιχαήλ Μήτρου ως δάσκαλο,

έχουμε και την επίσημη έναρξη της σχολής (1687), ο οποίος είχε διδάξει για ένα χρόνο στη

Βενετία (1686-1687) μαθητές από τα Ιωάννινα με τη συνδρομή του κληροδοτήματος

Ηγούμενου146.

Ο Μιχαήλ Μήτρου γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1661. Χειροτονήθηκε ιερέας από το

Μητροπολίτη Ιωαννίνων Κλήμεντα και μετονομάστηκε Μελέτιος. Η δίψα του για μάθηση

τον έφερε στη Βενετία, όπου με έξοδα του Επιφάνιου Ηγούμενου σπούδασε Ιατρική και

Φιλοσοφία. Επιστρέφοντας στα Ιωάννινα ανέλαβε τη διεύθυνση της Επιφανίου Σχολής και

δίδαξε σ’ αυτήν από το 1687 μέχρι το 1692. Στα 1692 ορίστηκε Μητροπολίτης Ναυπάκτου

και Άρτας και αποχώρησε απ’ τη Σχολή. Ο Άνθιμος Γαζής αναφέρει γι’ αυτόν πως ήταν

<<όχι μόνο φιλόσοφος και μαθηματικός, αλλά και ρήτορας άριστος και αστρονόμος>>147.

Έμμεσα λοιπόν συμπεραίνουμε ότι ο Μελέτιος πρέπει να δίδασκε εκτός των άλλων

μαθημάτων, θετικές και φυσικές επιστήμες για να είναι σύμφωνος με το περιεχόμενο της

διαθήκης του ιδρυτή της Σχολής148.

Ο Κ. Δημαράς σημειώνει, πως ο Μελέτιος Μήτρου, έγραψε μια ρητορική, μια

εκκλησιαστική ιστορία στον τύπο πάντα των χρονογράφων, και τη Γεωγραφία του. Η

Γεωγραφία του Μελέτιου συντάχθηκε πριν από το 1696, αλλά δημοσιεύθηκε το 1728.

Χρησιμοποιεί για το έργο του αυτό κυρίως ξένες πηγές, αλλά δεν αμελεί όμως και τους

Έλληνες γεωγράφους149. Εξαιτίας της συγγραφής της Γεωγραφίας του, έργο που μπορεί και

σήμερα να χρησιμοποιηθεί για επιστημονικούς σκοπούς έλαβε το προσωνύμιο Γεωγράφος150.

Ο Κιτρομηλίδης υποστηρίζει ότι ο Μελέτιος Μήτρου εφάρμοσε αυστηρή

144. Αυτόθι, σ. 30. 145. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 126. 146. Αυτόθι, σ. 126. 147. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 81-82. 148. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 127. 149. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 173.

Page 46: Paideia in Ioannina

46

επιστημονική μέθοδο στην εξακρίβωση και μεταγραφή των αρχαίων επιγραφών από τόπους

που είχε επισκεφθεί και πρότεινε τη συμπλήρωση των χασμάτων της ιστορίας δια των

επιγραφών. Είναι ο πρώτος ιστορικός ερευνητής που χρησιμοποιώντας επιγραφικές

μαρτυρίες για τη συμπλήρωση των κενών της ιστορικής γνώσης, προχωρά πέρα από τη

χρονογραφία, προς την τεκμηριωμένη ιστοριογραφία151.

Τον Μιχαήλ Μήτρου διαδέχθηκε στη Σχολή Επιφανίου ο ιερομόναχος Παρθένιος

Κατζιούλης, ο οποίος δίδαξε εκεί επί σειρά ετών (1693-1717). Το συγγραφικό του έργο

θεωρείται πρωτοποριακό και ξεπερνά την εποχή του. Η συμβολή του στη δημιουργία της

επιστήμης της Λαογραφίας είναι μοναδική. Με το έργο του Παροιμιαστήριον, δηλαδή τη

συλλογή λαϊκών παροιμιών, που χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή στα Ιωάννινα και την

παραβολή τους με τις αντίστοιχες αρχαίες, συνέτεινε στη διαμόρφωση της μεθόδου της

Λαογραφίας ως προς την αναζήτηση των πηγών του λαϊκού πολιτισμού. Δυστυχώς οι

συλλογές του Κατζιούλη δεν τυπώθηκαν όσο ζούσε. Για τις παροιμίες που έγραψε ο

Κατζιούλης, ο ιδρυτής της Ελληνικής Λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης αναφέρει τα εξής: Η

εργασία του Κατζιούλη είναι πολύτιμη από πολλές απόψεις, όχι μόνο για τον χρόνο κατά τον

οποίο καταρτίστηκε και ότι είναι η παλαιότερη όλων των ελληνικών συλλογών, αλλά και για

τον πλούτο, την ορθότητα και την ακρίβεια της ερμηνείας της152.

Το 1719, ύστερα από ένα κενό δύο ετών, ανέλαβε τη διεύθυνση της Σχολής ο

ιερωμένος δάσκαλος Μπαλάνος Βασιλόπουλος (1694-1760)153 κατοπινός διευθυντής της

Σχολής Γκιόνμα. Ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος είχε σπουδάσει μαθηματικά και ελληνικά.

Υπήρξε συντηρητικός και επικριτής κάθε νεότερης θεωρίας. Παρέμεινε στη Σχολή του

Επιφάνιου μέχρι το 1725 όπου και παραιτήθηκε154.

Ο Κ. Παπαγεωργίου γράφει πως από το 1725 μέχρι το 1736 οι πληροφορίες είναι

ασαφείς, αναφορικά με το ποιος δίδαξε στη Σχολή του Επιφάνιου. Εικάζεται πως δίδαξε ο

Μεθόδιος Ανθρακίτης155. Το 1736 διορίστηκε ο Αλέξιος Σπανός, ο οποίος πέθανε πριν

συμπληρώσει τη δεύτερη τριετία του. Το 1742, λόγω οικονομικών δυσχερειών, η Σχολή του

Επιφάνιου Ηγούμενου συγχωνεύεται στη νεωτεριστική Μαρούτσειο Σχολή, στην οποία θα

αναφερθούμε στη συνέχεια156.

150. Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στα Ιωάννινα>>, Ήπειρος, σ. 11. 151. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 27. 152. Μιχολόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 31-32. 153. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή, σσ. 19-20. 154. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 267. 155. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σ. 58. 156. Αυτόθι, σ. 58.

Page 47: Paideia in Ioannina

47

Σύμφωνα με τον Αραβαντινό, χάρη σε κάποιες επιστολές που διασώθηκαν από τον

Κερκυραίο Γεράσιμο Παλλαδά, μαθαίνουμε τα ονόματα των σημαντικότερων μαθητών της

Επιφανίου Σχολής, άνδρες που διακρίθηκαν μεταξύ των συγχρόνων κληρικών Ελλήνων και

είναι οι εξής:

<<Βησσαρίων ο Μακρής εκ των πρώτων ακροατών 1652

Σίλβεστρος αρχιδιάκονος από τα Ιωάννινα

Εμμανουήλ ιερέας ο Δέκαρχος

Παϊσιος Τσίπουρας από την Παραμυθιά

Γρηγόριος Μελισσηνός ιεροδιάκονος

Γεράσιμος Παλλαδάς από την Κέρκυρα

Γεώργιος Σουγδουρής ιερέας από τα Ιωάννινα

Αναστάσιος Παπαβασιλέιου ιερέας από τα Ιωάννινα

Μεθόδιος Ανθρακίτης ιερομόναχος »»

Μακάριος ιερομόναχος »»

Παρθένιος Κατζιούλης »»

Αθανάσιος ο Αδριανουπόλεως »»

Αθανάσιος Βουθροντής από τα Ιωάννινα

Βαρθολομαίος ο Άρτης »»

Μελέτιος ο Γεωγράφος »»

Μπαλάνος ο πρεσβύτερος »» >>157.

Με τη Σχολή του Επιφάνιου Ηγούμενου εγκαινιάζεται μια νέα εποχή για την παιδεία

στον ελλαδικό χώρο και ιδιαίτερα στα Ιωάννινα. Η Σχολή αυτή αποτελεί την απαρχή μιας

ριζοσπαστικής πνευματικής ανανέωσης, σχετικής με την εισαγωγή των νεωτεριστικών ιδεών

και των νέων επιστημονικών δεδομένων που κυοφορούνται στην Ευρώπη158.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως η ίδρυση της Επιφανίου Σχολής (1648)

θεωρείται ένα γεγονός μεγάλης σπουδαιότητας. Τα Ιωάννινα μια ολιγάριθμη επαρχιακή πόλη

της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ευτύχησαν να έχουν νωρίς μια Σχολή διαφορετικής υφής

από αυτές που προϋπήρχαν χάρη στη γενναία χορηγία του Επιφάνιου Ηγούμενου, Ιωαννίτη

εμπόρου του εξωτερικού. Το ότι αποτελεί η Επιφάνιος Σχολή κάτι καινούριο για τα δεδομένα

της εποχής καθίσταται γνωστό όχι μόνο από τα προγράμματα διδασκαλίας που

ανακοινώθηκαν, ούτε από τους δασκάλους που διέτριψαν στην Ευρώπη, αλλά από το γεγονός

157. Αραβαντινός, Ιστορία, σσ. 112-113. 158. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 110.

Page 48: Paideia in Ioannina

48

ότι θα ετύγχαναν παιδείας, σύμφωνα με την επιθυμία του δωρητή για τη σύσταση της Σχολής

και κορίτσια. Αυτό έβγαζε τη γυναίκα από την αμάθεια και ανέβαζε την κοινωνική της θέση,

πράγμα σημαντικό για την πρόοδο της κοινωνίας.

2. Σχολή Εμμανουήλ Γκιόνμα (1677-1723)

Η στενή σχέση της ηπειρωτικής πρωτεύουσας με τη Βενετία είχε διαμορφώσει μια

έφεση προς την παιδεία και είχε εξασφαλίσει κατάλληλη γι’ αυτήν όρους. Ενώ η Σχολή του

Επιφανίου συνέχιζε τη δράση της, λίγο αργότερα, ιδρύεται μια δεύτερη Σχολή από άλλο

χορηγό, τον Εμμανουήλ Γκιόνμα (1677)159.

Σύμφωνα με τον Κ. Βακαλόπουλο, η Σχολή του Γκιόνμα ή ( Γκιούμειος Σχολή),

οφείλει το όνομά της στον ιδρυτή της. Ονομάστηκε επίσης Μεγάλη και Πρώτη Σχολή για να

διαφοροποιηθεί από τη Σχολή του Επιφανίου (<<Μικρή>>)160. Ακόμη, ο Κ. Λαζαρίδης

προσθέτει, ότι η Σχολή Γκιόνμα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πνευματική κίνηση των

Ιωαννίνων και έλαβε το όνομά της από τον ιδρυτή της Εμμανουήλ Γκιόνμα. Η Σχολή

χαρακτηρίστηκε ως <<Μεγάλη>>, εξαιτίας των μεγάλων κληροδοτημάτων που δόθηκαν για

τη σύστασή της161.

Αναφορικά με τη διαθήκη του Μάνου Γκιόνμα, ιδρυτή της ομώνυμης Σχολής, η

Κουρμαντζή γράφει πως επιθυμία και προσταγή του ευεργέτη ήταν: α) να ιδρυθεί στα

Ιωάννινα, πόλη που αποτελούσε την ιδιαίτερη πατρίδα του, Ιεροσπουδαστήριο β) να

προσλαμβάνεται Έλληνας δάσκαλος με καλή φήμη και διαγωγή γ) να διδάσκει γραμματική,

ανθρωπιστικές και φυσικές επιστήμες στην ελληνική γλώσσα, σε παιδιά που θα αποτελέσουν

τους μαθητές του προαναφερθέντος Ιεροσπουδαστηρίου162.

Πρώτος δάσκαλος της Σχολής αυτής διετέλεσε ο κληρικός και λόγιος Βησσαρίων

Μακρής, ο οποίος είχε γεννηθεί στα Ιωάννινα το έτος 1635. Διεύθυνε τη Σχολή από τα (1672-

1683) με μόνη διακοπή το 1681 όπου αντικαταστάθηκε από τον Παΐσιο Τσίπουρα163. Ο

Βησσαρίων Μακρής, παρόλο που σπούδασε στα Ιωάννινα και στην Κωνσταντινούπολη και

όχι στο εξωτερικό, ήταν καλός γνώστης της ελληνικής γλώσσας, οικείος της αρχαίας

ελληνικής Γραμματείας, της Ρητορικής, των Μαθηματικών και της Αστρονομίας. Αυτό

συνάγεται από διάφορα έγγραφά του που βρέθηκαν σκορπισμένα. Η μορφωτική του στάθμη

φανερώνεται και από το διδακτικό του εγχειρίδιο Σταχυολογία Τεχνολογική κατ’

159. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 138. 160. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 272. 161. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 598. 162. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 129.

Page 49: Paideia in Ioannina

49

ερωταπόκρισιν της Γραμματικής τέχνης, έργο πρωτότυπο για την εποχή του164. Με το έργο

του αυτό ο Βησσαρίων Μακρής έρχεται να αντικαταστήσει τις μεσαιωνικές Γραμματικές των

Κ. Λάσκαρη (1476) και Θ. Γαζή165, έργα ως επί το πλείστον ξεπερασμένα166.

Ο Μιχαλόπουλος ισχυρίζεται πως ο Βησσαρίων Μακρής ήταν ο πρώτος που εισήγαγε

στη Σχολή Γκιόνμα την τεχνολογική μέθοδο ή ψυχαγωγία, δηλαδή την ερμηνεία των

αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων με τη συσσώρευση πολλών συνώνυμων λέξεων. Οι μαθητές

αντέγραφαν τα αρχαία κείμενα και στη συνέχεια σημείωναν πάνω από κάθε λέξη μερικά

συνώνυμα της ερμηνευμένης λέξης. Η μέθοδος αυτή, που ήταν σε χρήση στα ελληνικά

σχολεία από την εποχή του Βυζαντίου, επέφερε πλήρη σύγχυση στους μαθητές, με

αποτέλεσμα να μην ερμηνεύονται τα αρχαία κείμενα, αλλά να παρανοούνται. Ο τρόπος αυτός

της ερμηνείας των αρχαίων κειμένων αποδείχτηκε τελείως αντιπαιδαγωγικός και

μεταγενέστερα αντικαταστάθηκε από μια μέθοδο όπου η κάθε λέξη ερμηνεύονταν από μόνο

μια λέξη167.

Διάδοχος του Βησσαρίωνα Μακρή στη Σχολή Γκιόνμα χρημάτισε ο κληρικός

δάσκαλος Γεώργιος Σουγδουρής (1683-1709), σπουδασμένος στην Ιταλία168. Η πολυσχιδής

συγγραφική δράση του, ασχολείται με γραμματική, ρητορική, λογική, φιλοσοφία και

αριθμητική, φανερώνει άτομο με πολύπλευρες γνώσεις και νεωτεριστικές αντιλήψεις169.

Πρώτος δίδαξε φυσική, ομοίως παρέδωσε συστηματικά τα μαθήματα της Αριστοτελικής και

σύγχρονης φιλοσοφίας και συνέταξε ένα επιστημονικό σύγγραμμα με τον τίτλο Εισαγωγή της

Λογικής Μεθόδου170. Εφάρμοσε καινούριες μεθόδους διδασκαλίας στα παρεχόμενα

μαθήματα (φιλοσοφία, θεολογία, φυσική, μαθηματικά και ελληνικά) στη Σχολή Γκιόνμα και

ανέθεσε στον ιερέα Αναστάσιο Παπαβασιλείου ή Παπαβασιλόπουλο τη διδασκαλία των

μαθηματικών. Ο τελευταίος είχε εκπονήσει και την Εισαγωγή Μαθηματικής (1695)171. Σε

γενικές γραμμές, ο Γεώργιος Σουγδουρής υπήρξε πολυμαθής και ελευθερόφρων στις

αντιλήψεις, του όσον αφορά την επιστήμη και τη θρησκεία. Δυστυχώς η διδασκαλία του δεν

έτυχε καλής υποδοχής εκ μέρους της εκκλησίας και με το πρόσχημα των δογματικών

διαφορών, ότι δεν ομολογούσε δηλαδή ο Σουγδουρής <<την εις αίμα και σώμα του Χριστού

163. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 273. 164. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 129. 165. Αυτόθι, σ. 119. 166. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 27. 167. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 33-34. 168. Αυτόθι, σ. 35. 169. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 130. 170. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 35. 171. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 274.

Page 50: Paideia in Ioannina

50

μετουσίωσιν του άρτου και του οίνου της μεταλήψεως>>, ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Κλήμης

ζητούσε τον αφορισμό του. Πραγματική αιτία της εξέγερσης εναντίον του Σουγδουρή ήταν η

προοδευτική προσωπικότητά του και η διδασκαλία του. Ο Σουγδουρής μπροστά στον κίνδυνο

της καθαίρεσης υπέβαλε <<ομολογία πίστης>>, εγκατέλειψε τη νεωτεριστική διδασκαλία και

οδηγήθηκε σε παραίτηση από τη Σχολή Γκιόνμα172.

Τοποθετούμενος εμβόλιμα στο σημείο αυτό ο Κιτρομηλίδης, αναφέρεται στο

νεωτεριστικό πνεύμα της Σχολής Γκιόνμα, διαμέσου της διδασκαλίας και των συγγραμμάτων

των δασκάλων της, όπου τα συγγράμματα αποτελούσαν και διδακτικά εγχειρίδια, για μια

πρώτη αποδέσμευση της παιδείας από τις τροχοπέδες της γραμματικής μάθησης. Με την

εισαγωγή των θετικών επιστημών που επιχειρήθηκε στη Σχολή Γκιόνμα, δημιουργούνται οι

προϋποθέσεις μιας πνευματικής ανακαίνισης, που θα οδηγούσε στην απελευθέρωση της

νεοελληνικής σκέψης από τα δεσμά του παρελθόντος. Από τις αρχές του 18ου αιώνα, στην

αρχή δειλά και στη συνέχεια με σταθερότερα βήματα προχωρούμε προς μια σημαντική τομή

στο χώρο της παιδείας στα Ιωάννινα, με σαφείς ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς και

ξεκάθαρη τη διάθεση να διαφοροποιηθεί απ’ αυτό που αντιπροσώπευε το χθες στα

εκπαιδευτικά πράγματα. Ένας εκ των πρωταγωνιστών της φάσης αυτής και υπέρμαχος του

αναγεννητικού πνεύματος ήταν ο τελευταίος δάσκαλος της Σχολής Γκιόνμα, ο Μεθόδιος

Ανθρακίτης173.

Ο Μεθόδιος Ανθρακίτης υπήρξε μαθητής και διάδοχος του Γεώργιου Σουγδουρή στη

Σχολή Γκιόνμα (1709-1723). Σπούδασε στην Ιταλία φιλοσοφία, θεολογία και μαθηματικά.

Ήταν άριστος μαθηματικός κι οπαδός των δυτικών ορθολογιστών174 φιλοσόφων Descartes

και Malebranche. Ο ίδιος μετέφρασε τα έργα τους στα ελληνικά. Πρώτος δίδαξε συστηματικά

άλγεβρα, γεωμετρία και τριγωνομετρία στην Ελλάδα. Χρησιμοποίησε ως μέθοδο

διδασκαλίας τη <<μονολεκτική ψυχαγωγία>> για την ερμηνεία των αρχαίων Ελλήνων

συγγραφέων, όπου η κάθε αρχαία λέξη μεταφράζονταν με μια μόνο λέξη, απορρίπτοντας την

κοπιαστική <<πολλαπλή ψυχαγωγία>> που ίσχυε στα εκπαιδευτικά πράγματα των

Ιωαννίνων. Το φιλοσοφικό του σύστημα απέβλεπε στη σύζευξη της φιλοσοφίας με τη

θεολογία και όπως ήταν επόμενο τον έφερε αντιμέτωπο με τις σκοταδιστικές αντιλήψεις της

εποχής του. Ερμηνεύθηκε το σύστημά του ως μείγμα πανθεϊσμού και μυστικισμού,

172. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 35-36. 173. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σσ. 27-28. 174. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1287. Ορθολογισμός: θεωρία που υποστηρίζει πως ο ορθός λόγος (δηλ. η λογική) αποτελεί την κύρια και ασφαλέστερη πηγή γνώσης, σε αντιδιαστολή προς τον εμπειρισμό, τη θεοκρατία του Μεσαίωνα ή την αναγωγή της παράδοσης σε αυθεντία

Page 51: Paideia in Ioannina

51

επηρεασμένο ετερόδοξα από τη νεοφανή αίρεση του Μολίνου175. Βλέποντας κι ο ίδιος τις

αντιδράσεις που εξήγειρε το φιλοσοφικό του σύστημα το εγκατέλειψε και περιορίστηκε στη

διδασκαλία της γραμματικής των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, της άλγεβρας και της

γεωμετρίας176.

Φορέας του πνεύματος του θρησκευτικού ουμανισμού και οπαδός της ορθολογιστικής

φιλοσοφίας, ο Μεθόδιος Ανθρακίτης στο πρώτο σύγγραμμά του που εκδόθηκε στη Βενετία

το 1699, με τίτλο Θεωρίαι Χριστιανικαί τοποθετείται επικριτικά έναντι του ανώτερου κλήρου,

σημειώνοντας: <<Βοούσι κατά τούτων των αφροντίστων και αλάλων ποιμένων οι νόμοι οι

φυσικοί. Διατί λαμβάνοντες τον διωρισμένον μισθόν δια να ποιμένουσι τον λαό και

υποσχόμενοι του Θεού δια τούτο το έργον, καταπατούσιν την υπόσχεσίν τους, και

λαμβάνοντες τας εισοδίας τας μεταχειρίζονται μόνο εις άφθονον απόλαυσιν των επιθυμιών

τους>>. Με τις μομφές του αυτές ο Μεθόδιος Ανθρακίτης εμφανίζεται ως πρόδρομος της

κοινωνικής κριτικής κατά της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, κριτική που θα διατυπωθεί με

οξύτητα αργότερα από τους ταγούς του νεοελληνικού Διαφωτισμού έναντι του ανώτερου

κλήρου177.

Σύμφωνα με τον Μιχαλόπουλο, ο Μεθόδιος Ανθρακίτης απέβλεπε με τη διδασκαλία

του, αφενός στην πνευματική καλλιέργεια του υπόδουλου ελληνισμού, αφετέρου στην

πολιτική του αποκατάσταση. Όταν μιλούσαν κάποιοι δάσκαλοι για <<κοινωφέλεια>> ή

ζητούσαν το <<σηκωμό του πεσμένου Γένους των Ελλήνων>>, υπαινίσσονταν μαζί με την

πνευματική καλλιέργεια και την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Άμα οι συντηρητικοί

κύκλοι της λόγιας παράδοσης αντελήφθησαν πως απώτερος σκοπός της διδασκαλίας των

νεωτεριστών δασκάλων δεν ήταν μόνο η πνευματική καλλιέργεια των υπόδουλων Ελλήνων, ο

εκσυγχρονισμός και η πρόοδος, αλλά η ίδια η ελευθερία από τους Τούρκους,

δραστηριοποιήθηκαν δυναμικά εναντίον τους με σκοπό την εξόντωσή τους. Κινούμενοι από

φθόνο, συμφέρον, μίσος και συκοφαντία, τα ταπεινά ενίοτε ελατήρια των Ελλήνων, θέλησαν

να εξαφανίσουν καθετί που θα απέβλεπε στην αναγέννηση, στην ανανέωση, στην ίδια την

απελευθέρωση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία178.

175. Βλ. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή Λογίων της Τουρκοκρατίας, σ. 10. Μιχαήλ Μολίνος, ιερέας από την Αραγόζα της Ισπανίας. Εμφανίστηκε στην Ευρώπη ως αιρεσιάρχης των αποκαλούμενων <<Ακάθαρτοι Ιουδαϊστές>>. Ο δυσεβέστατος αυτός δογμάτιζε ότι προς τη μακαριότητα του ανθρώπου αρκούσαν η εξαφάνιση των ψυχικών δυνάμεων, η μετά της θεότητας ένωση και η άρνηση της πίστης. Απέβαλε ως μάταια την προσευχή, την αγαθοποϊα και την εκτέλεση των ιερών μυστηρίων. Για τις απόψεις του αυτές κλείστηκε σε φυλακή, όπου και πέθανε. 176. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 37-38. 177. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 28. 178. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 38-39.

Page 52: Paideia in Ioannina

52

Η ρηξικέλευθη για την εποχή διδασκαλία του Μεθόδιου Ανθρακίτη, τον έφερε

αντιμέτωπο με τους οπισθοδρομικούς οπαδούς της παράδοσης και θεματοφύλακες του

Πατριαρχείου. Τον κατηγόρησαν ενώπιον της κοινότητας των Ιωαννίνων, ως <<άθεο και

νεωτεριστή>>. Στην προσπάθειά τους αυτή ζήτησαν και τη συνδρομή της εκκλησίας. Η

στάση της εκκλησίας απόλυτα συντηρητική, προσηλωμένη στον αριστοτελισμό και εχθρικά

διακείμενη απέναντι στον ορθολογισμό ήταν θετική. Παρουσιαζόμενος ο Μεθόδιος

Ανθρακίτης μπροστά στους κοινοτικούς άρχοντες, ομολόγησε την ορθόδοξη πίστη και

δικαιώθηκε. Όμως οι φανατικοί του εχθροί δε σταμάτησαν εκεί. Βλέποντας ότι απέτυχε ο

σκοπός τους, που δεν ήταν άλλος απ’ το να πλήξουν τη διδασκαλία του Μεθόδιου

Ανθρακίτη, απευθύνθηκαν στο ίδιο το Πατριαρχείο ζητώντας τον αφορισμό του179.

Η θέση της Κουρμαντζή είναι πως, η κοινότητα των Ιωαννίνων υπήρξε αρωγός του

Μεθόδιου Ανθρακίτη στη δίωξη που υπέστη από την εκκλησία. Υπενθυμίζουμε εδώ, ότι οι

δάσκαλοι ήταν φορείς της θέλησης των ιδρυτών των Σχολών, των φωτισμένων δηλαδή

εμπόρων που ζούσαν και διέπρεπαν στο εξωτερικό. Οι καλλιεργημένοι αυτοί πραματευτάδες

αποτέλεσαν τον πυρήνα της διαμορφούμενης κυρίως στο εξωτερικό, νεοελληνικής αστικής

τάξης. Η τάξη αυτή λόγω της ώσμωσής της με τα ευρωπαϊκά νάματα της παιδείας, αλλά και

λόγω του εμπορικού χαρακτήρα της, ήταν πλησιέστερα στις επιταγές του ορθολογισμού ως

βιοθεωρία και φιλοσοφία, παρά σε αυτό που εξέφραζε το Πατριαρχείο. Γι’ αυτό και έστερξε

στο πλευρό του Μεθοδίου στέλνοντας στο Πατριαρχείο υπερασπιστικό έγγραφο για τον

τελευταίο, με το οποίο ζητούσε τη μη μετάβασή του στην Κωνσταντινούπολη, όπου

επρόκειτο να δικαστεί με την κατηγορία της αθεΐας και του νεωτεριστή ενώ στην ουσία

υπεραμύνονταν των θέσεών της διαμέσου του δασκάλου της180.

Ο Μιχαλόπουλος υποστηρίζει, ότι παρ’ όλες τις προσπάθειες της κοινότητας των

Ιωαννίνων, για αποφυγή του πηγαιμού του Μεθοδίου Ανθρακίτη στην Κωνσταντινούπολη,

αυτό δεν κατέστη δυνατό. Το Πατριαρχείο, πιστός φύλακας της ορθοδοξίας, ερήμην του

Μεθοδίου, δια του Πατριάρχη Ιερεμία του Γ΄ καθαίρεσε το Μεθόδιο από κληρικό, αφόρισε

αυτόν και απαγόρευσε τη διδασκαλία του. Ένα απ’ τα σημαντικότερα έγγραφα και σχετικό με

το κλίμα που επικρατούσε στην εκπαίδευση, είναι η πατριαρχική διάταξη με την οποία

αφοριζόταν ο Μεθόδιος Ανθρακίτης (1723). Ο συντάκτης της διάταξης αυτής,

παραβλέποντας το φιλοσοφικό σύστημα του Μεθοδίου και εχθρικά διακείμενος προς κάθε

αναγεννητική προσπάθεια, έγραφε:

179. Αυτόθι, σ. 39. 180. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 110.

Page 53: Paideia in Ioannina

53

<< Επειδή τοιγαρούν καν τοις καθ’ ημάς χρόνοις τοιούτον αποφώλειον τέρας και

ανεμώλιος άνθρωπος ανεφάνη, όστις και παρ’ αξίαν, ως μη ώφειλε της ιεροσύνης εδράξατο

Μεθόδιος τόνομα, τον δε τρόπο Κακομεθόδιος μάλλον, προς την ορθήν παιδεία και

ευσέβειαν πάντη και αφυής και ατέλειος, προς δε και σφαλερά και πονηρά και δυσεβείας

γέμοντα, μεθοδικόν τινά εαυτόν ευήθως φανταζόμενος, όστις αδρανή και κενόν οίκοθεν

κεκτημένος τον νούν, ήκιστά τε προς κατάληψιν και κρίσιν και της αληθείας επίγνωσιν

ικανός… Του δε ψεύδους και της απάτης όλως γενόμενος την άθεον και δυσεβεστάτη αίρεσιν

του Μολίνου αιρείται και εκδιδάσκεται, την επινοηθείσαν υπό του διαβόλου… Και γαρ

επιδείξασθαι θέλων εαυτόν νέον φιλόσοφον και θεολόγον παρητήσατο τας ιεράς βίβλους…

Τα δε του Μολίνου δυσεβή συγγράμματα ευρών ως έοικε λατινιστί γεγραμμένα, μεταφράσας

και τετράδια τινά συγκροτήσας, εν οις μεν νους υγιής ουδαμού, φλυαρία δε απνταχού, μίξας

τε, ως λέγει, φιλοσοφίαν θεολογίαν ο εν εκατέρα τυφλός και αμύητος συνέχεε τα πάντα…

Ούτε γαρ κατά τι και ειδικώς αμαρτάνει και της αληθείας αποπεπλάνηται, ουδέ μια και

ωρισμένη βλασφημία περιπέπτωκεν, αλλ’ ως ειπείν μισγάγγειά τις έστι σύρροιαν έχουσα

πάσης σαπηδόνος βορβόρου τε και ακαθάρτου ύλης σωρεία τε και συνάθροισις πάσης και

παντοίας βλασφημίας τε και αιρέσεως… Ου γαρ τα ιερά της εκκλησίας τε και ιεράς ημών

πίστεως μυστήρια κανόνες τε και παραδόσεις υπολείπονται κατ’ αυτήν, αλλά κοινός τις εστί

πόλεμος και άρνησις πάσης της εκκλησίας και της ιεράς ημών πίστεως και θρησκείας. Επί

τοσούτον γαρ ήκεν αβελτηρίας ο αλιτήριος εις διακωμωδείν τα θεία και παίζειν εν ου

παικτοίς καταφερόμενος κατ’ αυτών των ιερών πατέρων της εκκλησίας. Ου ένεκα σκέψεως

συνοδικής προβάσης μετά των συνεκδημούντων ημίν απεφάνθη και εγνωμοδοτήθη κοινώς

αυτόν καθαιρέσει παντελεί της ιεροσύνης, τα δε ρηθέντα αυτού συγγράμματα αναθέματι

καθυποβληθήναι>>181.

Επιπλέον, ο Μιχαλόπουλος τονίζει πως, όσοι διαβάσουν το παραπάνω καταδικαστικό

έγγραφο διαπιστώνουν ότι ο υπόδουλος ελληνισμός βρίσκεται ακόμη στο Μεσαίωνα. Η

εκκλησία σχετικά με την παιδεία δε φαίνεται διατεθειμένη να απεμπολήσει τα κυριαρχικά της

δικαιώματα, πράγμα το οποίο γίνεται σαφές απ’ τη σωρεία των καταδικαστικών αποφάσεων,

καθαιρέσεων και αφορισμών που εκδόθηκαν απ’ την εποχή της Άλωσης μέχρι τη στιγμή που

εξετάζουμε182.

Σύμφωνα με τον Ν. Σαρρή ένα από τα δραστικότερα μέτρα που μετέρχονταν η

Εκκλησία για τη <<συμμόρφωση>> των πιστών ήταν ο αφορισμός. Επρόκειτο για την πιο

181. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 41-42. 182. Αυτόθι, σ. 42.

Page 54: Paideia in Ioannina

54

βαριά εκκλησιαστική ποινή με πρόσκαιρη ή μόνιμη αποκοπή ενός ατόμου από τους κόλπους

της Εκκλησίας και της ομόδοξης κοινότητάς του. Στην ουσία όμως ο αφορισμός απέκτησε

διευρυμένο πεδίο εφαρμογής. Εξαπολύονταν φριχτές και αποτρόπαιες κατάρες εναντίον

ατόμων που παραβίαζαν τους θεσπισμένους κανόνες, το εθιμικό δίκαιο, τις τουρκικές

εντολές, τις οδηγίες των τοπικών αρχών και επεδείκνυαν αντισυμβατική συμπεριφορά. Η

Εκκλησία λειτούργησε ως ιδεολογικός μηχανισμός του Οθωμανικού κράτους, δηλαδή ως

μηχανισμός που διασφάλιζε τη συνέχιση της Οθωμανικής κατάστασης και μετέβαλε γι’ αυτό

τον αφορισμό από πνευματικό επιτίμιο (τιμωρία) σε πράξη καταναγκασμού κατά των

ομοεθνών της με έντονη πολιτική χροιά183.

Σχετικά με την αργοπορημένη εμφάνιση του Μεθόδιου Ανθρακίτη στο Πατριαρχείο,

με σκοπό να απολογηθεί ενώπιον της ιερής Συνόδου, ο Κ. Βακαλόπουλος γράφει, ότι ο

Ανθρακίτης υπογράφοντας ομολογία πίστης στο ορθόδοξο δόγμα απαλλάσσεται από την

κατηγορία του άθεου. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και για τη διδασκαλία του. Αυτή

απαγορεύθηκε, αφού προηγουμένως ρίχτηκαν τα τετράδια των παραδόσεών του στη φωτιά

και μάλιστα απ’ τον ίδιο ( Σεπτέμβριος του 1723)184.

Ο Κιτρομηλίδης επισημαίνει, ότι μετά το τέλος της περιπέτειάς του ο Μεθόδιος

Ανθρακίτης απομακρύνεται οριστικά απ’ τη διεύθυνση της Σχολής Γκιόνμα (1723).

Απόρροια της απόσυρσής του ήταν η φθίνουσα πορεία της Σχολής. Η πρωτοποριακή για την

εποχή διδασκαλία του Ανθρακίτη δε συνάδει με το συντηρητικό πνεύμα της εκκλησίας και

του κύκλου των λογίων. Η προσπάθειά του να ανακαινίσει την εκπαίδευση, να μεταβάλλει

συνειδήσεις και να αλλάξει κάποια στερεότυπα, πέφτει με το πρώτο χτύπημα Προς επίρρωση

του κλίματος που επικρατούσε, χαρακτηριστική είναι η επιστολή που έστειλε προς τους

κοινοτικούς άρχοντες των Ιωαννίνων από την Κωνσταντινούπολη, όπου είχε πάει για ν’

απολογηθεί. Γράφει:

<<…Καταδικάζομαι λοιπόν υπό της Συνόδου όχι ως κακός χριστιανός, όχι εις κανένα

δόγμα της Εκκλησίας, αλλά πως φιλοσοφώ διαφόρως από τους Αριστοτελικούς…

Στοχασθείτε αν κινούνται από ζήλον πίστεως, και αν δια Πνεύματος Αγίου

συναθροίζουν λογικάς και φυσικάς και Ευκλείδην και έτερα μαθηματικά και ανάπτουν

φωτίαν εις την αυλήν της εκκλησίας… και τα έριψαν μέσα… ωσάν να ήτον Αρείου

αιρέσεις… βιβλία οπού όλος ο κόσμος τα σπουδάζει, οπού δεν έχουν να κάμουν ολότελα με

183. Σαρρής, Οσμανική Πραγματικότητα, σσ. 291-294. 184. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 276.

Page 55: Paideia in Ioannina

55

την πίστιν. Το όλον δια να με καταισχύνουν και την καλήν μου πατρίδα, διατί έγραψεν εις

την Σύνοδο πως τον εκλέξαμε δια δάσκαλον…

Μετά ταύτα μου συνθέτουν μίαν ομολογίαν να υπογραφώ… (και) ανεχώρησα να τα

στοχασθώ και γνωρίζοντας-τα ενάντια της συνειδήσεώς- μου… εκρυβήθην… Τώρα μελετώσι

να στείλουν εις όλην την Ρούμελην, όπου ακούεται διδάσκαλος να τον αφορέσουν και να τον

διώξουν>>.

Γι’ αυτό ο Μεθόδιος Ανθρακίτης προτρέπει τους κοινοτικούς άρχοντες των

Ιωαννίνων να στείλουν αναφορές γραμμένες σε έντονο ύφος όπου να δηλώνουν:

<<ημείς διδάσκαλον θέλομεν να μη είναι αιρετικός… και να έχει και ήθη καλά δεν

μας μέλλει όμως ό,τι φιλοσοφίαν και αν μελετά, ή την του Πλάτωνος ή Αριστοτέλους, ή

παλαιάν ή νέαν φιλοσοφίαν>>…αλλιώς <<θέλομεν λάβει κατηγορίαν από όλα τα έθνη>>185.

Η παρακμή που ακολούθησε την αποχώρηση του Μεθοδίου Ανθρακίτη απ’ τη Σχολή

του Εμμανουήλ Γκιόνμα, μετέτρεψε αυτή σε εφαλτήριο της πνευματικής συντήρησης. Κάτω

από τον έλεγχο της οικογένειας των Μπαλάνων, η Σχολή Γκιόνμα έγινε το προπύργιο του

σχολαστικισμού και της παράδοσης. Τόσο μεγάλη υπήρξε η επιρροή των νέων διευθυντών

της Σχολής, ώστε μετέβαλλαν κι αυτό το όνομα της. Απ’ την εμφάνισή τους και εντεύθεν η

Σχολή ονομάζεται Μπαλαναία. Πριν όμως δούμε τη δράση της Μπαλαναίας Σχολής, η

ανακαινιστική προσπάθεια στο χώρο της παιδείας στα Ιωάννινα γνώρισε μια ακόμη περίοδο

ανάτασης με τη δημιουργία της Μαρούτσειου Σχολής186.

Ανακεφαλαιώνοντας τα όσα διημείφθησαν στη Σχολή του Εμμανουήλ Γκιόνμα

διαπιστώνουμε πως η εύρυθμη λειτουργία της Σχολής εξαρτώνταν από παράγοντες εξωγενείς

(Εκκλησία, συντηρητικό κατεστημένο) πολύ περισσότερο παρά από την ίδια τη φύση της

εκπαίδευσης. Βλέπουμε μια προσπάθεια από την επίσημη Εκκλησία να περιορίσει την

αυτοτέλεια των δασκάλων και να μεταβάλλεται σε τροχοπέδη σε όσους επιθυμούν να

σπουδάσουν στη Δύση. Τα ρηξικέλευθα μηνύματα των εκπαιδευτικών εκείνων που σκοπό

δεν είχαν άλλο από το φωτισμό του Γένους και την προετοιμασία του για την πολιτική του

αποκατάσταση προσέκρουαν στις οπισθοδρομικές αντιλήψεις ορισμένων ιεραρχών, οι οποίοι

ικανοποιούνταν με την υπάρχουσα κατάσταση (χορήγηση εκκλησιαστικών και πολιτικών

προνομίων) και δεν επιθυμούσαν την αλλαγή της καθεστηκυίας τάξης.

3. Μαρούτσειος Σχολή (1742-1797)

185. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 28. 186. Αυτόθι, σ. 28.

Page 56: Paideia in Ioannina

56

Η Μαρούτσειος Σχολή, που αποτελεί συνέχεια της Επιφανίου Σχολής, σύμφωνα με

τον Σ. Εργολάβο, αναδείχτηκε σε αξιόλογη Σχολή στα Ιωάννινα κατά τον 18ο αιώνα. Οι

αδερφοί Μαρούτση, έμποροι στη Βενετία, είχαν αποκτήσει τεράστια περιουσία και είχαν

κατασταθεί στη συνείδηση του Γένους <<ως οι πρώτοι των Ελλήνων>>, αληθινοί Μαικήνες

της εποχής τους. Το 1742 διέθεσαν ένα σημαντικό ποσό για να λειτουργήσει στα Ιωάννινα

κατά συγχώνευση της Σχολής Επιφανίου νέα Σχολή, η οποία έλαβε την επωνυμία

Μαρουτσαία, εξαιτίας του ονόματος τους187.

Σύμφωνα με τον Κ. Βακαλόπουλο, οι ιδρυτές της Μαρουτσαίας Σχολής έδωσαν ένα

φιλελεύθερο πνεύμα στο περιεχόμενο της διδασκαλίας και επέβαλλαν σύγχρονες μεθόδους,

αντιδρώντας στον στείρο συντηρητισμό και στη λόγια παράδοση. Όριζαν να παραδίδονται

στη Σχολή, εκτός από τη γραμματική και τα αρχαία ελληνικά, επιπλέον τα λατινικά, η

φιλοσοφία και οι θετικές επιστήμες188.

Η Κουρμαντζή, σχετικά με τη διαθήκη της Μαρούτσειου Σχολής γράφει σε μελέτη

της, ότι προσταγή του διαθέτη του κεφαλαίου που ήταν κατατεθειμένο στη Βενετία ήταν να

πηγαίνουν οι τόκοι: <<… προς όφελος της Ελληνικής νεότητας υπέρ ενός δασκάλου

διακεκριμένης και εξαιρετικής μόρφωσης με υποχρέωση του ίδιου να διδάσκει στα Γιάννενα

τις επιστήμες δηλαδή: λογική, φυσική, μεταφυσική, θεολογία σε όποιον ήθελε να τη

σπουδάσει189, και μαθηματικά, ελληνιστί και λατινιστί, θεωρώντας αναγκαία τη σπουδή της

λατινικής για την επιτυχία των ομοεθνών μας σπουδαστών οι οποίοι ζημιώθηκαν τα μέγιστα

από τη μοιραία απώλεια του ελληνικού κράτους (del Greco Impero, της Ελληνικής

Αυτοκρατορίας, μεταφράζοντας κατά λέξη το ιταλικό κείμενο), εκ της οποίας απώλειας

χάθηκαν οι κύριες βάσεις των επιστημονικών εγγράφων>>. Για τους αδερφούς Μαρούτση ο

<<διακεκριμένος και εξαιρετικής μόρφωσης>> δάσκαλος ήταν ο Ευγένιος Βούλγαρης,

πιθανόν μαθητής του Μεθόδιου Ανθρακίτη190.

Ο Κιτρομηλίδης γράφει για τις σπουδές του Ευγένιου Βούλγαρη σε άρθρο του, ότι

είχε σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, ήταν γλωσσομαθής, άριστα καταρτισμένος

όσον αφορά τις θετικές επιστήμες και υπέρμαχος της σύγχρονης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας.

Επηρεάστηκε κυρίως από το γερμανικό ορθολογισμό και αποτέλεσε τον πρώτο φορέα του

187. Εργολάβος, Ζωσιμαία, σ. 42. 188. K. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 268. 189. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 134. Αξιοσημείωτο είναι εδώ ότι η Θεολογία τίθεται απέναντι στ’ άλλα μαθήματα, ως μάθημα προαιρετικό. Επίσης, η Κουρμαντζή παραπέμπει στο Κ. Δ. Μέρτζιου, <<Το εν Βενετία Ηπειρωτικό Αρχείο>> ό. π., σ. 158. 190. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ. 133-134.

Page 57: Paideia in Ioannina

57

νεοελληνικού Διαφωτισμού191. Με την ανάληψη της διεύθυνσης της Μαρουτσαίας Σχολής

(1742), γίνεται ο ουσιαστικός εισηγητής στα Ιωάννινα της διδασκαλίας των θετικών

επιστημών, της νεώτερης φιλοσοφίας και της λατινικής γλώσσας. Χρησιμοποιεί τα πειράματα

στη φυσική και τη χημεία. Διδάσκει μεθοδικά τη λογική, την άλγεβρα και τα μαθηματικά.

Ταυτόχρονα διδάσκει την αστρονομία, σύμφωνα με το σύστημα του Brachet192.

Ο Άλ. Αγγέλου σχετικά με την περίοδο που μας αφορά υποστηρίζει πως, η λατρεία

του αριστοτελισμού μεσουρανούσε στις σχολές, γιατί ήταν ένα φιλοσοφικό σύστημα απόλυτα

σύμφωνο με το δόγμα της ορθόδοξης εκκλησίας. Η επίταση του φαινομένου αυτού, θα

προκαλέσει στον εκπαιδευτικό χώρο την αμφισβήτηση του αριστοτελικού συστήματος με

ορατά τα σημάδια της αντίδρασης στον χώρο πολλών σχολών. Η μη παραδοχή του παραπάνω

φιλοσοφικού συστήματος απ’ αυτούς που αντιδρούσαν συνεπάγονταν την αντικατάσταση του

αριστοτελισμού από τη μια μεριά με τη διδασκαλία της νεώτερης φιλοσοφίας και από την

άλλη την εισαγωγή των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών στα εκπαιδευτικά

προγράμματα. Στην εναρκτήρια προσπάθεια για εισδοχή των θετικών επιστημών στο χώρο

του σχολείου μετά την προδρομική μορφή του Μεθόδιου Ανθρακίτη, έρχεται να προστεθεί η

πολυσχιδής προσωπικότητα του Ευγένιου Βούλγαρη193.

Με τον ερχομό του στα Ιωάννινα ο Ευγένιος Βούλγαρης αποποιείται τα αριστοτελικά

κείμενα στον φιλοσοφικό χώρο και εισάγει εν πρώτοις μεταφρασμένα ή αποσπασματικά

χρήσιμα και αναμφισβήτητης αξίας ξένα έργα: τη Λογική του Γάλλου J. B. Duhamel, το

Δοκίμιο για την ανθρώπινη γνώση του Άγγλου J. Locke, τη Λογική του Γάλλου E. Purchot,

την Εισαγωγή στη Φιλοσοφία του Ολλανδού G. I. Graavesand και τη Μεταφυσική του Ιταλού

Α. Genovesi. Παράλληλα, σε ένα δεύτερο στάδιο, χρησιμοποιώντας εκτενή βιβλιογραφία

γράφει προσωπικά έργα για τους βασικούς κλάδους της φιλοσοφίας, τα οποία δημοσιεύτηκαν

πολύ αργότερα, όταν ο ίδιος αποτελούσε πια παρελθόν για την εκπαίδευση και για την

Ελλάδα. Όμως, το σύγγραμμα που τον εξέφραζε και αποτέλεσε συνάμα αντικείμενο

πολύχρονης διδασκαλίας ήταν η Λογική του (1766), έργο το οποίο ήγειρε πολλές αντιδράσεις.

Ο Ευγένιος Βούλγαρης, συνεχίζει ο Αγγέλου, εναρμονίζοντας παλαιότερες και σύγχρονες

διαθέσεις του διαρθρώνει τον χώρο της φιλοσοφίας στους τρεις τομείς του, Λογική,

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία και Μεταφυσική, μη στηριζόμενος σ’ ένα συγκεκριμένο, σύγχρονο

φιλοσοφικό σύστημα, αλλά υιοθετώντας γενικότερες ευρωπαϊκές φιλοσοφικές απόψεις,

ορμώμενος από το πνεύμα του εγκυκλοπαιδισμού και του φιλοσοφικού εκλεκτισμού. Στο

191. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 28. 192. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 47. 193. Αγγέλου, <<Εκπαιδευτικές καινοτομίες>>, Ιστορία, σ. 326.

Page 58: Paideia in Ioannina

58

χώρο των θετικών επιστημών, συμπεριλαμβανομένων της αριθμητικής, της γεωμετρίας, της

φυσικής και της κοσμογραφίας, ακολουθεί την ίδια τακτική: μεταφράζει τα Στοιχεία

Αριθμητικής του Γερμανού Wolff και τα Στοιχεία της Γεωμετρίας του Γάλλου Taquet, και από

τη Φυσική το έργο του Γερμανού Wuckerer194.

Ο Δημαράς γράφει για τον Βούλγαρη ότι είναι ενθουσιώδης στις παραδόσεις του.

Διδάσκει τους δυτικούς συγγραφείς παράλληλα με τους αρχαίους. Θέλγεται από τη φυσική

επιστήμη του καιρού του και χρησιμοποιεί το πείραμα σαν μέθοδο για την ανακάλυψη της

αλήθειας195. Είμαστε στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και στην Ευρώπη έχει αρχίσει η εποχή

του Διαφωτισμού. Ρουσσώ: <<Αξίζουν οι γνώσεις που ανακαλύπτονται και όχι αυτές που

αποκαλύπτονται>>196. Οι καινοτομίες του Βούλγαρη στο περιεχόμενο των μαθημάτων μαζί

με τη χρήση της πειραματικής μεθόδου δημιούργησαν έκπληξη στους γύρω του. Στα

Ιωάννινα, μια πόλη πολιτικά υπόδουλη, μια πόλη που προσπαθούσε ν’ απαλλαγεί από τον

σχολαστικισμό, οι ενέργειες αυτές του Βούλγαρη θεωρήθηκαν τερατωδίες και θαύματα από

τους συντηρητικούς κύκλους197.

Ο Μιχαλόπουλος αναφέρει για τον Ευγένιο Βούλγαρη πως υπήρξε από τους

πρωταγωνιστές που προσπάθησαν συστηματικά να συγχρονίσουν τον νεοελληνικό κόσμο.

Πρωτοπόρησε στην πνευματική αναγέννηση της Ανατολής, εργάστηκε άοκνα στην

προετοιμασία δασκάλων και νεωτέρισε σχετικά με το περιεχόμενο της διδασκαλίας. Με

παρρησία και θάρρος μιλούσε στους μαθητές του για την πολιτική κατάσταση του Γένους.

Αψηφώντας τους κινδύνους που ελλόχευαν, τόσο από τους Τούρκους, όσο και από τον

ανώτερο κλήρο και τους άρχοντες των Ιωαννίνων, υποδείκνυε προς τους ακροατές του, πως

μόνο δια της πνευματικής αναγέννησης μπορεί να συντελεσθεί το έργο της αποκατάστασης

και της ελευθερίας. Στον πολιτικό τομέα στάθηκε ανυπέρβλητος, αλλά δεν μπορούμε να

ισχυριστούμε το ίδιο και για τη γλώσσα που χρησιμοποίησε στη διδασκαλία του, η οποία

παρόλο τον ενθουσιασμό του δασκάλου είχε πολλά τρωτά. Είχε μιλήσει στους υπόδουλους

Έλληνες, καθώς παρατηρούσε και ο Κοραής σε μια γλώσσα νεκρή. Ο Βούλγαρης, που με

τόση δεξιοσύνη έγραφε στη δημοτική αλληλογραφώντας με τους συγγενείς του στη Ζάκυνθο,

πίστευε πως μόνο στην αττική διάλεκτο έπρεπε να γίνεται η παράδοση των μαθημάτων και η

συγγραφή των βιβλίων. Επηρεασμένος βαθύτατα από το αρχαίο ελληνικό παρελθόν και τους

κλασικούς χρόνους θεωρούσε ότι μέσα από την αρχαία γλώσσα θα ανασταίνονταν το

194. Αυτόθι, σ. 326. 195. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 175. 196. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σ. 13. 197. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 47.

Page 59: Paideia in Ioannina

59

ελληνικό Γένος198. Για τον λόγο αυτό τον κατέκρινε ο Κοραής, ο οποίος φρονούσε πως βάση

του γλωσσικού οργάνου του Γένους πρέπει να είναι η νέα γλώσσα: αποδοκιμάζεται η <<κακή

και διεστραμμένη συνήθεια να καταφρονώμεν την νέαν, την οποίαν μόνην είναι δυνατόν να

φέρωμεν εις τελειότητα>>. Το αποσαφηνισμένο όριο βρίσκεται προς την αρχαία. Θαύματα

δεν πραγματοποιούνται: νεκρανάσταση της αρχαίας δεν θα επιζητήσουμε199.

Ακόμη, ο Μιχαλόπουλος γράφει για το ζήτημα αυτό, ότι και στα προηγούμενα χρόνια

η γλώσσα των νεοελληνικών βιβλίων ήταν ως επί το πλείστον αρχαΐζουσα, αλλά από της

εμφανίσεως του Βούλγαρη κατάντησε αφόρητη. Έτσι το νεωτεριστικό πρόγραμμα της

διδασκαλίας του, εξαιτίας της δυσνόητης γλωσσικής διατύπωσής του καταντούσε κενό

περιεχομένου200.

Η άποψη του Νούτσου είναι πως ο Βούλγαρης δεν έκρυβε την προτίμησή του για τις

φιλοσοφικές και επιστημονικές απόψεις των νεωτεριστών φιλοσόφων και πως τις γνώριζε

ολόπλευρα και με σαφήνεια. Ο τίτλος του έργου του: Λογική εκ παλαιών τε και νεωτέρων

συνερανισθείσα δηλώνει το διπολικό του βασικό πλαίσιο: την αξιοποίηση των δημιουργικών

νεωτερισμών και την επαναφορά των ζωντανών στοιχείων του χθες μέσα σ’ ένα πλαίσιο

εκλεκτικής συνύπαρξης201. Ο Δημαράς μιλάει για τις αντιθέσεις που συνυπάρχουν στον

Βούλγαρη. Ένα απτό παράδειγμα είναι η Λογική του. Γλωσσικά ο συγγραφέας διατηρεί την

ακρότατη συντηρητική θέση: υποστηρίζει στον πρόλογό του ότι η φιλοσοφία δεν μπορεί να

διδαχθεί παρά μόνο στον γνώστη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και κάνοντας μια αναγωγή,

σύμφωνη με τον παλιό τρόπο διδασκαλίας των επιστημών σε αρχαία γλώσσα (στη Δύση

λατινικά, στην Ανατολή ελληνικά), θεωρεί ότι τα φιλοσοφικά βιβλία πρέπει να γράφονται

στην αρχαία γλώσσα. <<Εκσυρικτέον άρα τα χυδαϊστί φιλοσοφείν επαγγελόμενα

βιβλιδάρια>>. Κι από την άλλη είναι θαυμαστής των ευρωπαίων φιλοσόφων του καιρού του

και φορέας του πνεύματος τους στον ελληνικό χώρο202.

Κατά την άποψη του Μιχαλόπουλου, ο Βούλγαρης έκανε σε τρία σφάλματα: α)

υιοθέτησε το ύφος και τη γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων β) έγραψε και μετέφρασε μελέτες

δυσκολότερες απ’ αυτές που ήταν σε θέση να αφομοιώσει ο υπόδουλος ελληνισμός και γ)

προσπάθησε και δημιούργησε τεράστια σε έκταση έργα, εντελώς ανώφελα203.

198. Αυτόθι, σσ. 47-54. 199. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 265. 200. Αυτόθι, σσ. 47-51. 201. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 208. 202. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 175. 203. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 52.

Page 60: Paideia in Ioannina

60

Δε χωράει αμφιβολία, σύμφωνα με την άποψη του Κ. Βακαλόπουλου, ότι παρά τη

στρυφνή διδασκαλία και τη χρήση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από τον Ευγένιο

Βούλγαρη, θεωρήθηκε από τους σημαντικότερους καινοτόμους της εποχής του. Η

πνευματική ακτινοβολία του, ο ενθουσιασμός του για την επιστήμη και το πλήθος των

μαθητών του προκάλεσαν τον φθόνο των αντιπάλων του και ιδίως της οικογένειας των

Μπαλάνων. Το γεγονός και μόνον ότι ο Ευγένιος Βούλγαρης δίδασκε μαθηματικά

αποτελούσε πρόκληση. Κατά τα χρόνια που διερχόμαστε, δεύτερο μισό του 18ου αιώνα,

συνεχίζει ο Κ. Βακαλόπουλος, η διδασκαλία των μαθηματικών θεωρούνταν πηγή της

αθεΐας204. Ο Μιχαλόπουλος υποστηρίζει πως, η διδασκαλία των θετικών επιστημών από τον

Ευγένιου Βούλγαρη προκάλεσε την οργή των οπισθοδρομικών αντιπάλων του, οι οποίοι του

προσήψαν την κατηγορία της αθεΐας και του νεωτεριστή205. Ο Κιτρομηλίδης αναφέρει πως οι

έριδες του Βούλγαρη με τον Μπαλάνο Βασιλόπουλο, εκφρασμένες σε επιστημονικό επίπεδο,

συμβόλιζαν στην πραγματικότητα την αρχή μιας κοινωνικής σύγκρουσης μεταξύ των κόσμων

της συντήρησης και του εκσυγχρονισμού206.

Ο Τ. Ευαγγελίδης επισημαίνει ότι λόγω των σφοδρών διενέξεων μεταξύ του

Βούλγαρη και των συντηρητικών πνευμάτων της πόλης των Ιωαννίνων, απεχώρησε ο

τελευταίος για την πόλη της Κοζάνης, αφού προηγουμένως είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του

στα Ιωάννινα για μια τετραετία (1742-1746)207.

Τον Ευγένιο Βούλγαρη διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Μαρουτσαίας Σχολής ο

Ιωάννης Αναστάσιος Μοσπινιώτης για τέσσερα χρόνια (1746-1750). Όμως, μετά από

παράκληση των Μαρουτσαίων επανέκαμψε ο Βούλγαρης στα Ιωάννινα και ανέλαβε εκ νέου

τα διδακτικά του καθήκοντα στη Μαρούτσειο Σχολή, αυτή τη φορά για μια τριετία (1750-

1753), έχοντας ως συνδιδάσκαλο τον επιστήθιο φίλο και μαθητή του ιερομόναχο Τρύφωνα

τον εκ Μετσόβου. Αλλά και πάλι νέες απειλές εκτοξεύθηκαν εναντίον του Ευγένιου

Βούλγαρη, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει αυτός για την Αθωνιάδα Ακαδημία, στην οποία

παρέμεινε από το 1753 μέχρι το 1758208. Στο μεταξύ όμως τη διεύθυνση της Μαρουτσαίας

Σχολής ανέλαβε ο Νικόλαος Στίγνης (1753-1761), τον οποίον διαδέχτηκε ως σχολάρχης πια

(1761), ο Τρύφωνας εκ Μετσόβου. Μετά την απεβίωση του Τρύφωνα δεν είναι γνωστό ποιος

σχολάρχησε στη Μαρουτσαία Σχολή. Εικάζεται ότι την σχολαρχία αυτής ανέλαβε το 1795 ο

204. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 270. 205. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 55. 206. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 28. 207. Ευαγγελίδης, Παιδεία, σ. 161. 208. Αυτόθι, σ. 161.

Page 61: Paideia in Ioannina

61

Αθανάσιος Ψαλίδας, ο οποίος παρέμεινε μέχρι το οριστικό κλείσιμό της το 1797, λόγω της

απώλειας του κληροδοτήματος των Μαρουτσών209.

Κατά την πρώτη και δεύτερη σχολαρχία του Βούλγαρη πολλοί μαθητές

συγκεντρώθηκαν στη Μαρουτσαία Σχολή για να τύχουν ακρόασης των μαθημάτων του, που

διέφεραν από τα αντίστοιχα της Μπαλαναίας Σχολής. Σύμφωνα με τον Αραβαντινό από το

πλήθος των μαθητών του Βούλγαρη μόνο οι επόμενοι μας γνωστοί:

<<Αναστάσιος Μοσπινιώτης Ιωαννίτης

Τρύφων ο εκ Μετσόβου κατά την πρώτη περίοδο

Θεόφιλος Παπαφίλος

Διονύσιος ιεροδιάκονος ο εκ Ραψάνης

Κωνσταντίνος Τσίκας ο εκ Μετσόβου μαθητής του Τρύφωνος

Δημήτριος Βαρδάκας »»

Αθανάσιος Ψαλίδας »»

Τριαντάφυλλος Χατζής Στεργίου εκ Μετσόβου »»

Κωνσταντίνος ο εξ Ιωαννίνων »» >>210.

Συμπεραίνοντας ο Δημαράς τονίζει πως, η κρίση μας θα κατασταίνονταν άδικη αν

κρίναμε τον Ευγένιο Βούλγαρη μόνο από τα γλωσσικά του μειονεκτήματα και τις

επιστημονικές του ατέλειες. Στον αντίποδα όλων αυτών έχουμε έναν άνθρωπο αεικίνητο,

εξωστρεφή και με δημιουργική φαντασία. Θέλγεται από τον φυσικό κόσμο και μέσα από τις

γλαφυρές περιγραφές των ειδυλλιακών τοπίων αφήνει να φανούν η γοητεία και η έλξη που

ασκούν στην ψυχή του οι ομορφιές και οι χάρες της φύσης.

Την εποχή του Βούλγαρη έχουμε τη δημιουργία ενός τρίτου λόγιου κοινωνικού

σώματος, εκτός της Εκκλησίας και των Φαναριωτών, που είναι ο κοσμικός δάσκαλος.

Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κατάσταση. Οι κοσμικοί δάσκαλοι ανεξαρτητοποιούνται

από την κηδεμονία της Εκκλησίας και του θρησκευτικό ιδανικού, βάση της παιδείας μέχρι

εκείνη τη στιγμή και αρχίζουν να προσφέρουν στην εκπαίδευση παράλληλα με το

θρησκευτικό πνεύμα, το ιδανικό του αρχαίου, του προχριστιανικού κόσμου211.

Το φαινόμενο γίνεται ορατό από τη θεαματική αύξηση των ελληνικών συγγραμμάτων

γραμματικής υφής, που καθίστανται ευρέως γνωστά κατά τον 18ο αιώνα: σχεδόν 10 στην

209. Αραβαντινός, Ιστορία, σ. 121. 210. Αυτόθι, σσ. 121-122. 211. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 177-184.

Page 62: Paideia in Ioannina

62

πρώτη εικοσιπενταετία, 13 στη δεύτερη, 46 στην τρίτη, 101 στην τέταρτη. Μια προσεκτική

εκτίμηση ανεβάζει τα βιβλία του είδους αυτού σε 25.000 αντίτυπα212.

Αν και τα συγγράμματα αυτά λόγω του περιεχομένου τους δεν αντιστρατεύονταν την

επίσημη θέση της Εκκλησίας, εντούτοις η ραγδαία εξάπλωσή τους θορύβησε τους

εκκλησιαστικούς κύκλους και δια του Οικουμενικού Πατριαρχείου προέβησαν σε ανάλογες

δηλώσεις: πολλοί που κατατρίβονται με τη μελέτη των αρχαίων ελληνικών βιβλίων δεν

επιθυμούν πλέον την επαναγωγή τους στη μελέτη των εκκλησιαστικών συγγραμμάτων και

αυτό αποτελεί την απαρχή της απόσχισης των πιστών από το σώμα της Εκκλησίας μέχρι του

σημείου της αθεΐας213.

Η αναθέρμανση της συστηματικής ενασχόλησης των αρχαίων γραμμάτων, έστω και

στο σημείο που οφείλεται σε τοπικούς λόγους, αποτέλεσε μια έκφανση του νεοελληνικού

Διαφωτισμού. Ήταν μια ενέργεια αποδέσμευσης από την τροχοπέδη της ορθόδοξης

εκκλησιαστικής ποδηγέτησης. Αν έπειτα, με την εξελικτική πορεία της παιδείας, εμφανίστηκε

στα μάτια των νεωτεριστών προσεταιρισμένη με τη συντήρηση, αν η γραμματική διδασκαλία

με την έλλειψη ευελιξίας της και τους ανάλογους αντιπροσώπους της, προκαλούσαν θυμηδία

στον Κοραή και τους οπαδούς του, αν μεταγενέστερα η λατρεία του αρχαίου κόσμου

ενσωματώθηκε μαζί με τη θρησκεία σε ενιαία αναχρονιστική βάση, όλα αυτά δεν αλλάζουν

τον αληθινά ανατρεπτικό χαρακτήρα που πρόβαλλε το κίνημα στο ξεκίνημά του214.

Στην πραγματικότητα ο Βούλγαρης συνέχισε και εκσυγχρόνισε το περιεχόμενο της

διδασκαλίας του Μεθόδιου Ανθρακίτη, έχοντας ως βάση τα μαθήματα της αριθμητικής,

γεωμετρίας, αστρονομίας και της φιλοσοφίας.

Συμπερασματικά, οι Σχολές των Ιωαννίνων παρέμειναν πρωτοποριακές από της

συστάσεώς τους μέχρι τα μισά του 18ου αιώνα, δηλαδή ως την αναχώρηση του Βούλγαρη από

τα Ιωάννινα, είτε όσον αφορά τους δασκάλους, είτε τις επιστημονικές ιδέες που εκεί

έβρισκαν ευνοϊκές περιστάσεις για να εξαπλωθούν215.

Τέλος, πιστεύουμε πως ο Ευγένιος Βούλγαρης αν είχε αξιολογήσει σωστά την

εσωτερική κατάσταση του ελλαδικού χώρου, αν είχε λάβει υπόψη του το πνευματικό

υπόβαθρο των Ελλήνων και από ποιες παλινωδίες είχε διέλθει ο ελληνισμός, αν δεν

διακατέχονταν ο ίδιος από υπέρμετρο ζήλο για την αρχαία ελληνική γλώσσα και αν είχε

αποδεχτεί την κοινή καθομιλουμένη στις παραδόσεις του, θα μπορούσε να συνεισφέρει τα

212. Αυτόθι, σ. 184. 213. Αυτόθι, σσ. 184-185. 214. Αυτόθι, σ. 185. 215. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 134.

Page 63: Paideia in Ioannina

63

μέγιστα σ’ αυτό που αποκαλούνε πνευματική ανόρθωση του Γένους. Παρ’ όλα αυτά η

προσφορά του δε μειώνεται, γιατί συντελέστηκε σε μια περίοδο που η εκπαίδευση ήταν

αποκλειστικό δικαίωμα της Εκκλησίας και ο ίδιος βρέθηκε στη δίνη των προβλημάτων που

απορρέουν από τη διχογνωμία με τους εκκλησιαστικούς και συντηρητικούς κύκλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΩΝ ΜΠΑΛΑΝΩΝ ΚΑΙ Η ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΤΑ

ΙΩΑΝΝΙΝΑ

1. Μπαλάνειος Σχολή (1723-1821)

Κατά την άποψη του Κιτρομηλίδη, η αναχώρηση του Ευγένιου Βούλγαρη από την

πόλη των Ιωαννίνων, ισοδυναμούσε με νίκη του λόγιου συντηρητισμού και του αρχαϊσμού

στον χώρο της παιδείας στην ηπειρωτική πρωτεύουσα. Μαζί με την εμφάνιση των

αναχρονιστικών αντιπάλων του Ευγένιου Βούλγαρη στα εκπαιδευτικά πράγματα των

Ιωαννίνων, αναβιώνει και η παλιά παράδοση στη διδασκαλία216. Σύμφωνα με την

Κουρμαντζή, η αποχώρηση του Βούλγαρη από τη Μαρουτσαία Σχολή, το 1749, αποτελεί τη

συμβατική έναρξη μιας πνευματικής περιόδου για τις Σχολές των Ιωαννίνων που

χαρακτηρίζεται από συντηρητικότητα. Η περίοδος αυτή κυριαρχείται από την οικογένεια των

κληρικών Μπαλάνων, οι οποίοι νέμονται τον χώρο της εκπαίδευσης στα Ιωάννινα,

αποκλειστικά. Οι Μπαλάνοι θα διδάξουν διαδοχικά σε μια Σχολή ως το 1820217.

Ο Μιχαλόπουλος αναφέρει ότι μετά τη δίωξη του Μεθόδιου Ανθρακίτη από τη Σχολή

του Εμμανουήλ Γκιόνμα (1723), ανέλαβαν τη Σχολή οι Μπαλάνοι και πρωταγωνίστησαν σ’

216. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 29. 217. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 111.

Page 64: Paideia in Ioannina

64

αυτήν για έναν περίπου αιώνα, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στο εκπαιδευτικό εκείνο

ίδρυμα και γενικότερα στον χώρο της εκπαίδευσης στα Ιωάννινα. Οι Μπαλάνοι, οικογένεια

πολιτικά ισχυρή, επηρέαζε τους Έλληνες άρχοντες και τους δυνατούς Τούρκους σχεδόν σε

όλα τα ζητήματα. Είτε συκοφαντώντας <<επί νεωτερισμοίς>>, είτε κατηγορώντας <<επί

αθεΐα>>, απέρριπταν κάθε νεωτεριστικό στοιχείο του παρελθόντος και επέβαλλαν νέες δομές

στη λειτουργία της Σχολής, εγκαθιστώντας ένα πνεύμα αναχρονιστικό και συντηρητικό.

<<Καλός ο Ευγένιος έλεγαν οι Μπαλάνοι, αλλ’ άθεος>>. Χρησιμοποιώντας τέτοιου είδους

συκοφαντίες και μικρότητες, επιβλήθηκαν στον χώρο της παιδείας των Ιωαννίνων για εκατό

περίπου χρόνια, εμποδίζοντας την πρόοδο της νεολαίας. Πίστευαν πως μόνο με τη διατήρηση

της παράδοσης και την καταπολέμηση των νεωτερισμών θα μπορούσε να ωθηθεί το Γένος

στην εξέλιξη και στην πρόοδο και κατάντησαν οι υπέρμαχοι της οπισθοδρόμησης. Όσον

αφορά την παράδοση, δεν αμφιβάλλει κανείς, ότι πρέπει να αποτελεί την πλατφόρμα κάθε

εθνικής αγωγής, κάθε δημιουργικής προσπάθειας. Όμως παράδοση με την καλή έννοια,

παράδοση που δεν αντιμάχεται το νεώτερο πνεύμα, παράδοση εποικοδομητική. Αλλά οι

Μπαλάνοι, ως παράδοση θεωρούσαν τη φανατική προσήλωση στο σχολαστικισμό και την

αναίρεση των πνευματικών επιτευγμάτων που είχαν αφήσει οι προηγούμενοι δάσκαλοι218.

Και συνεχίζοντας ο Μιχαλόπουλος σημειώνει πως, οι Μπαλάνοι, με ακατάβλητους

κόπους και μεγάλες θυσίες κατάφεραν να μετατρέψουν τη Σχολή τους <<σε αρχιγυμνάσιο

των Ιωαννίνων>>, εμπλουτίζοντας τη βιβλιοθήκη της και συγκεντρώνοντας τους

περισσότερους μαθητές219. Ο Κ. Βακαλόπουλος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στη Σχολή

τους οι Μπαλάνοι συγκέντρωσαν πολλά βιβλία και σπάνια χειρόγραφα Ελλήνων συγγραφέων

και Πατέρων της εκκλησίας. Μεταξύ των βιβλίων εκείνων συμπεριλαμβάνονταν και ο

Μικρός Κουβαράς δηλαδή η επιτομή των Ηπειρωτικών χρονικών, έργο το οποίο είχε

συνταχθεί από το Μπαλάνο Βασιλόπουλο. Με την λέξη κουβαράς εννοούσαν στα Ιωάννινα

κάποιον κώδικα, που περιείχε την ιστορία της μεσαιωνικής Ηπείρου. Ο Μεγάλος Κουβαράς

περιλάμβανε αναλυτικά την ιστορία της Ηπείρου από τον 3ο μ.Χ. αιώνα μέχρι την

επανάσταση του 1821 και βρίσκονταν στη μονή του Αγ. Νικολάου του Σπανού, στο νησί της

λίμνης των Ιωαννίνων. Ήταν σημαντικές ιστορικές μαρτυρίες και πηγές, οι οποίες

εμπλουτίζονταν κατά καιρούς από τους Πατέρες της Μονής, και συγκροτήθηκαν

μεταγενέστερα σ’ ένα μεγάλο τόμο Κουβαράς. Οι δε μικρότεροι κουβαράδες συνιστούσαν τις

διάφορες επιτομές του πρώτου. Από την πυρκαγιά των Ιωαννίνων (1820) σώθηκε μόνο η

218. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 59-60. 219. Αυτόθι, σ. 60.

Page 65: Paideia in Ioannina

65

επιτομή του Μπαλάνου Βασιλόπουλου, που αποτέλεσε τον πυρήνα του έργου Χρονογραφία

της Ηπείρου του Παναγιώτη Αραβαντινού220.

Επιπλέον ο Κ. Βακαλόπουλος γράφει πως, για έναν ολόκληρο αιώνα η Μπαλαναία

Σχολή, υπήρξε <<η πνευματική κιβωτός του νεογραικικού κόσμου στη Βαλκανική

χερσόνησο>>. Είναι γεγονός ότι η Σχολή εκείνη είχε απομείνει το μοναδικό εκπαιδευτικό

κέντρο στα Ιωάννινα. Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα τα οικονομικά της Σχολής

πήγαιναν καλά. Όταν όμως ο Ναπολέων Βοναπάρτης κατέλαβε τη Βενετία στα 1797 και

δήμευσε τις κρατικές καταθέσεις, τότε η Σχολή κινδύνευσε να κλείσει. Οι Μπαλάνοι με

ικετευτικές επιστολές προς τα Πατριαρχεία κατόρθωσαν και πήραν τους πόρους της μονής

του Προφήτη Ηλία του Θεσβίτου στη Ζίτσα και έτσι εξακολούθησαν τα μαθήματα της

Σχολής. Αργότερα οι Ζωσιμάδες ενισχύοντας πλουσιοπάροχα τη Σχολή, στάθηκαν οι

πραγματικοί σωτήρες της. Απόρροια της οικονομικής βοήθειας των Ζωσιμάδων ήταν η

οικονομική ευρωστία της Σχολής και η δημιουργία εργαστηρίου φυσικής και χημείας. Το

εργαστήριο αυτό ονομάστηκε <<Μουσείο Φυσικής>> και εξοπλίστηκε με τα απαραίτητα

επιστημονικά όργανα για την εκτέλεση των πειραμάτων. Επίσης η βιβλιοθήκη εφοδιάστηκε

με νέα βιβλία και αποκτήθηκαν σπάνιοι γεωγραφικοί πίνακες. Παρόλο που η φήμη της

Σχολής απλώθηκε σε ολόκληρη τη Βαλκανική χερσόνησο, παρόλο που έγινε το επίκεντρο της

προσοχής των ευρωπαίων περιηγητών, η Μπαλαναία Σχολή δε συνέβαλε στην πνευματική

άνοδο της παιδείας στα Ιωάννινα. Οι λόγοι που συντέλεσαν σ’ αυτό ήταν από τη μια μεριά οι

συντηρητικές αντιλήψεις των Μπαλάνων και από την άλλη η πώρωση, η μισαλλοδοξία και η

μοχθηρία που καλλιέργησαν μεταξύ των συμπατριωτών τους με αποτέλεσμα ν’ ανακοπεί η

ροή των μαθητών που φοιτούσαν στη Σχολή221.

Παρακολουθώντας τη δράση των Μπαλάνων, τονίζει ο Μιχαλόπουλος,

διαπιστώνουμε ότι πρώτος σχολάρχης της Μπαλαναίας Σχολής χρημάτισε ο Μπαλάνος

Βασιλόπουλος (1723-1760). Ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος κατάγονταν από τα Ιωάννινα,

υπήρξε μαθητής του Μεθόδιου Ανθρακίτη και δεν είχε σπουδάσει στο εξωτερικό.

Προερχόμενος από οικογένεια κληρικών και μάλιστα πρωτοπρεσβύτερος ο ίδιος, εξέφραζε το

Ιερατείο και υποστήριζε τα συμφέροντα του κλήρου. Ως ανώτερος κληρικός ασκούσε μεγάλη

πολιτική επιρροή στα Ιωάννινα, σε αντίθεση με τους προηγούμενους διευθυντές της Σχολής,

ιερομόναχους Βησσαρίων Μακρή, Γεώργιο Σουγδουρή και Μεθόδιο Ανθρακίτη που είλκυαν

την καταγωγή τους από τα λαϊκά στρώματα. Ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος, μη θέλοντας να

220. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 278-279. 221. Αυτόθι, σσ. 278-279.

Page 66: Paideia in Ioannina

66

συνεχίσει τη νεωτεριστική διδασκαλία των προκατόχων του, ξαναγύρισε την εκπαίδευση στο

σύστημα του Αριστοτέλη222. Ο Κ. Βακαλόπουλος υπογραμμίζει πως, με την ανάληψη της

διεύθυνσης της Μπαλαναίας Σχολής από το Μπαλάνο Βασιλόπουλο, επανήρθε ο λόγιος

συντηρητισμός στην εκπαίδευση και άρχισε η υποβάθμιση της Σχολής σε όλους τους τομείς.

Παρά το γεγονός ότι ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος υπήρξε βαθύς γνώστης της ελληνικής

γλώσσας, δίδασκε στα αρχαία ελληνικά και καλλιέργησε τη λόγια παράδοση. Στην ερμηνεία

των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και τη θεολογία, χρησιμοποίησε την παλαιότερη

<<ψυχαγωγική>> μέθοδο223. Επανατοποθετούμενος στο θέμα ο Μιχαλόπουλος, αναφέρει ότι

ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος ήταν πολύ καλός μαθηματικός. Στα μαθηματικά εφάρμοζε δικό

του σύστημα. Επηρεασμένος κι εδώ από τον αριστοτελισμό και τα Στοιχεία του Ευκλείδη,

εκπόνησε ένα τετράτομο έργο με τίτλο: Οδός Μαθηματικής. Αυτό το μαθηματικό έργο

ξεκίνησε να το μεταφράσει πρώτος ο Μεθόδιος Ανθρακίτης στην κοινή γλώσσα και με τρόπο

εύληπτο για τους μαθητές. Όμως ο Μπαλάνος παραλαμβάνοντάς το σε χειρόγραφο, το

μετέφρασε στα αρχαία ελληνικά, <<επί το ελληνικότερον>>, το αύξησε και το

αναδιαμόρφωσε ριζικά. Μη γνωρίζοντας καμιά ευρωπαϊκή γλώσσα και άμοιρος των

επιστημονικών δεδομένων της εποχής του, μεταμόρφωσε το παραπάνω μαθηματικό πόνημα

σε κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ τον αρχικό του προορισμό. Για την επιστημονική του

ανεπάρκεια και τη χρήση της αττικής διαλέκτου στη διδασκαλία του κατακρίθηκε από τους

ευρωπαίους και τους Έλληνες σύγχρονους του. Αυτά έχοντας κατά νου ο δημοτικιστής

Ιώσηπος Μοισιόδακας κατέκρινε τη γλώσσα του Ευγένιου Βούλγαρη και του Μπαλάνου

Βασιλόπουλου. Υποστήριζε θερμά τη χρήση της δημοτικής σε όλες τις πνευματικές

εκφάνσεις. Μόνο με τη δημοτική, έλεγε, μπορούσε να επιτευχθεί η αναγέννηση. Με την

απλοποίηση του συστήματος και την υιοθέτηση των νέων επιστημονικών δεδομένων ήταν

δυνατό να φωτισθεί το Γένος. Υπέρμαχος του παραπάνω τρόπου σκέψης ήταν και ο

Γρηγόριος Κωσταντάς και έλεγε γεμάτος θλίψη: <<Αχ πότε θ’ αρχίσουν και οι δικοί μας να

καλλιεργούν τη φυσική τους γλώσσα. Επειδή εποχή της τελειοποίησης του πνεύματος ενός

έθνους είναι η αρχή της καλλιέργειας της γλώσσας του. Γιατί το πνεύμα ενός έθνους δεν

μπορεί να τελειοποιείται παρ’ όταν τελειοποιεί τη γλώσσα του. Αρχίστε λοιπόν, ω απόγονοι

των περίφημων Ελλήνων να τους μιμείσθε καλλιεργώντας τη γλώσσα σας και τότε θέλετε

μανθάνει και τα ελληνικά πού καλύτερα κι ευκολότερα. Επειδή διαβάζοντας κάποιος στη

φυσική του γλώσσα Γραμματική τη μαθαίνει πολύ ευκολότερα. Τότε να είστε βέβαιοι, πως

222. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 65-66. 223. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 279-281.

Page 67: Paideia in Ioannina

67

γυρίζει και η σοφία πάλι στην πρώτη της φωλιά. Επειδή αυτή αγαπά να μιλεί με ζωντανούς

ανθρώπους κι όχι με πεθαμένα κόκαλα>>. Έτσι μιλούσαν οι γύρω από το Μπαλάνο, αλλά

αυτός συνέχιζε να διδάσκει για σαράντα σχεδόν χρόνια στην αρχαία ελληνική γλώσσα και με

την ίδια σχολαστική μέθοδο προκαλώντας την πνευματική καταδίκη των ακροατών του224.

Τον Μπαλάνο Βασιλόπουλο διαδέχτηκε ο πρωτότοκος γιος του Κοσμάς Μπαλάνος

στη διεύθυνση της Μπαλαναίας Σχολής (1760-1799)225. Όπως ο πατέρας του έτσι κι αυτός

έμεινε σταθερά κι αποκλειστικά προσηλωμένος στην αρχαία ελληνική γλώσσα, στους

αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και στην ορθόδοξη θεολογία. Στον τρόπο εξάσκησης των

μαθητών στην επεξεργασία των κειμένων (εξήγηση, γραμματική, σύνταξη) χρησιμοποιούσε

την αρχαιότατη ψυχαγωγική μέθοδο και τη θεματογραφία. Με τη θεματογραφία ασκούνταν

οι μαθητές στο να συνθέτουν αρχαία κείμενα ακολουθώντας συγκεκριμένη σύνταξη στα

ρήματα και σύμφωνα με τις αντίστοιχες πτώσεις. Από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα αυτή η

μέθοδος άρχισε να φθίνει, λόγω της χρήσης στα κείμενα παντός είδους ρημάτων. Σε πείσμα

των καιρών, ο Κοσμάς Μπαλάνος συνέχιζε να διδάσκει τη θεματογραφία με αμείωτο

ενδιαφέρον, έχοντας ως πρότυπο τα Προγυμνάσματα του Αφθονίου (1689) και το Περί

Επιστολικών Τύπων του Κορυδαλλέα (1625). Με τις θετικές επιστήμες και κυρίως τα

μαθηματικά ασχολείται επουσιωδώς226. Ο Μιχαλόπουλος τονίζει εδώ ότι ο Κοσμάς

Μπαλάνος έτρεφε εχθρικά αισθήματα προς κάθε νεώτερη ιδέα ή θεωρία κατηγορώντας την

ως άθεη. Όπως ο πατέρας του, έτσι κι αυτός θεωρούσε ανάξια προσοχής τα επιτεύγματα του

ευρωπαϊκού πολιτισμού και περιχαρακώνονταν στην αναχρονιστική και στείρα διδασκαλία

των αρχαίων ελληνικών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την φθίνουσα πορεία της Σχολής και τη

δραματική μείωση των μαθητών του. Δηλωτική της άσχημης κατάστασης στην οποία

περιήλθε η Σχολή, είναι η επιστολή που έστειλε προς τον Κρομμύδη: <<Τελευταία, γράφει,

παρουσιάστηκε έλλειψη μαθητών και ξέπεσε η φήμη του σχολείου>>. Η φθίνουσα πορεία

της Σχολής δεν οφείλονταν μόνο στον Κοσμά Μπαλάνο. Το 1796 εμφανίζεται στα Ιωάννινα,

άρτι αφιχθείς από τη Βιέννη, ο Αθανάσιος Ψαλίδας, φορέας των νέων ιδεών που

επικρατούσαν στην Ευρώπη. Ανακαινιστής της πάλαι ποτέ Μαρουτσαίας Σχολής και

υποστηριζόμενος από τον Αλή Πασά θα καταστεί ο ουσιαστικός αντίπαλος της οικογένειας

των Μπαλάνων. Αλλά για τον Ψαλίδα θα μιλήσουμε στη συνέχεια227.

224. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 66-70. 225. Παρανίκας, Σχεδίασμα, σσ. 64-65. 226. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ. 112-114. 227. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 72-73.

Page 68: Paideia in Ioannina

68

Συνεχίζοντας με την οικογένεια των Μπαλάνων στον διδακτικό χώρο, ο Κ.

Βακαλόπουλος γράφει, ότι τον Κοσμά Μπαλάνο διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Σχολής ο

αδερφός του Κωνσταντίνος Μπαλάνος ή Μπαλανίδης (1799-1818). Ο Κωνσταντίνος

Μπαλάνος υπήρξε υποδεέστερος των προκατόχων του. Κατά τη διεύθυνσή του η Σχολή

άρχισε να πνέει τα λοίσθια. Φανατικός υποστηρικτής του σχολαστικισμού, απέκλεισε κάθε

καινοτομία και επέβαλε τον αυταρχισμό στους μαθητές του. Τελευταίος σχολάρχης της

Μπαλαναίας Σχολής υπήρξε ο Αναστάσιος Μπαλάνος (1818-1821). Ήταν αδερφός των δύο

προηγούμενων διευθυντών και γιος του Μπαλάνου Βασιλόπουλου. Λίγο πριν από την

επανάσταση του 1821 η Μπαλάνειος Σχολή δεν θύμιζε σε τίποτε την αρχική της κατάσταση

και οι μαθητές της είχαν μειωθεί σημαντικά228.

Σύμφωνα με τον Αραβαντινό μαθητές της Μπαλαναίας Σχολής κατά τη διάρκεια της

μακρόχρονης διαδρομής της υπήρξαν πάρα πολλοί. Οι μόνοι γνωστοί, που διετέλεσαν

δάσκαλοι και συγγραφείς είναι οι ακόλουθοι:

<<Μιχαήλ Μήτρας ιερέας Ιωαννίτης του Βησσαρίωνος Κλήμης ο Χίος, μητροπολίτης Ιωαννίνων » Παϊσιος Μικρός ο Θεσπρωτός » Χρύσανθος ο Ηπειρώτης » Ανδρέας Σουγδουρής Ιωαννίτης » Σεβαστός Λεοντιάδης από την Καστοριά του Ανθρακίτη Μπαλάνος Βασιλόπουλος Ιωαννίτης » Αναστάσιος Βασιλόπουλος » » Αναστάσιος Πώπας » » Νικόλαος Στίγνης » » Νικόλαος Μπάρκοσης » » Νικόλαος ή Νεκτάριος ο Λιτσάς και Αγράφων » Νικόλαος Μιχ. Καραϊωάννης » Αλέξιος Τυρναβίτης του Μπαλάνου Βασιλόπουλου Παρθένιος ο Χειμάρας Ιωαννίτης » Δημήτριος Ρώτας » » Ιωάννης ο εκ Φουρνά του Αγρινίου » Βησσαρίων Ρούφος Αθηναίος » Κοσμάς Μπαλάνος » Νικόλαος Ζαρζούλης Μετσοβίτης » Γεώργιος Κωνσταντίνου Ζαγορίσιος » Παγκράτιος Δήμαρος Ιωαννίτης » Παϊσιος Δήμαρος ο Παραμυθίας » Αλέξιος Τσέτσης Ιωαννίτης » Αναστάσιος Μοσπινιώτης » Μιχαήλ ιερέας από τη Σιάτιστα » Καλλίνικος ιεροδιάκονος Μπάρκοσης Ιωαννίτης » Αμφιλόχιος μοναχός ο του Παρασκευά » »

228. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 281-283.

Page 69: Paideia in Ioannina

69

Γεώργιος Σιανόπουλος » » Λάμπρος Πάσχου » » Τρύφων ο εκ Μετσόβου του Μπαλάνου Βασιλόπουλου Δημήτριος ο Μπαλανίδης Ιωαννίτης » Κωνσταντίνος Καμινάρης » » Δοσίθεος ο Ουγγροβλαχίας » » Ιάκωβος μοναχός » » Αναστάσιος Μπαλανίδης » του Κοσμά Μπαλάνου Ιερεμίας ο εξ Αργυροκάστρου » Ζήσης ιερέας Δροβιανίτης » Κύριλλος ο εξ Αγράφων » Λάμπρος Φωτιάδης Ιωαννίτης » Ιωάννης Στάνος » » Λάμπρος Δήμαρος » » Πολυζώης Κοντός » » Πάνος Ιερομνήμων » » Σπυρίδων Σπάχος » » Χριστόφορος Εμποροκομίτης Ιωαννίτης » Ιωάννης Δημητριάδης Πέζαρος Θεσσαλός » Νικόλαος Καρατσάς εξ Αγράφων » Γεώργιος Κρομμύδης Ιωαννίτης » Ευστράτιος ο εκ Μπιθικουκίου » Αλέξανδρος Βασιλείου ο εξ Αργυροκάστρου » Αναστάσιος ο από Κοζάνης » Κωνσταντίνος Χρυσίδης Ιωαννίτης » Θεοδώρητος ιερομόναχος » » Ιωάννης Βηλαράς » » Δημήτριος ιερέας Οικονόμος » (υποδιδάσκαλος) » Γρηγοράσκος Μπαλανίδης » » Ζαφείριος ο εκ Γραμμένου (υποδιδάσκαλος) » Γεώργιος Δρόσος Ιωαννίτης » Δημήτριος Ιατρός » » Αλέξανδρος Βηλαράς » » Αγάπιος Λίγκαρος » » Γεώργιος πρωτοπρεσβύτερος Καλαρρυτιώτης » Κωνσταντίνος Καραγιάννης Ιωαννίτης του Κοσμά Μπαλάνου Ιωάννης Φραγκόπουλος » » Ιωάννης Τσουκαλάς » » Κυρίτσης Χατσή Πολύζου » » Αλέκος Γκάγκας » » Θεοφάνης ο εκ Ναούσης » Αναστάσιος Γεωργίου Μετσοβίτης » Βασίλειος Κότσης » Γεώργιος Μόστρας Αρταίος » Δοσίθεος ο εκ Μακρύνου Ζαγορίσιος » Μάνθος Οικονόμου » » Κωνσταντίνος Μάνος Πρεβεζαίος » Χριστόδουλος Τατάνης Ζαγορίσιος » Ιωάννης Πανταζής » » Χρήστος Φιλητάς (υποδιδάσκαλος) Ιωαννίτης »

Page 70: Paideia in Ioannina

70

Κωνσταντίνος Φιλητάς » » Ιωάννης Χαρισιάδης (υποδιδάσκαλος) » » Κωνσταντίνος Γραμμενιάτης » Θεοφιλάς Ιακωβάκης διδ. Αχρίδας » Αναστάσιος Σύψας εκ Κονίτσης » Ισίδωρος πρωτοψάλτης (υποδιδάσκαλος) » Κύρος ιερομόναχος Αλβανός (υποδιδάσκαλος) » Χαράλαμπος Πεζοδρόμος ανεψιός των Ζωσιμάδων »

Μπαλάνος ο αδερφός τούτου »>>229.

Όπως ισχυρίζεται η Κουρμαντζή όλη η γενιά των δασκάλων Μπαλάνων ακολουθεί

μια πορεία εντελώς αποκομμένη από τον υπόλοιπο πνευματικό κόσμο χωρίς να δέχεται

επιδράσεις από κάποια ιδεολογικά περιβάλλοντα ή να μετέρχεται των ευρωπαϊκών ιδεών,

γιατί κανένας τους δεν έρχεται σε επαφή με τη Δύση. Εχθρικά διακείμενοι απέναντι στα

ρηξικέλευθα μηνύματα των καιρών, θα δημιουργήσουν μια κατάσταση αφόρητη στο χώρο

της Σχολής τους, αποκλείοντας ηθελημένα τις θετικές επιστήμες, την ευρωπαϊκή φιλοσοφία

και τις ξένες γλώσσες. Στο σημείο αυτό η Κουρμαντζή αναφέρεται σε κρίσεις λογίων

σύγχρονων με τους Μπαλάνους ή και μεταγενέστερων επικαλούμενη τον Κούμα. Ας

παρακολουθήσουμε πως περιγράφει τους Μπαλάνους και τη Σχολή τους ο προειρημένος

λόγιος230.

Ο Κων/νος Κούμας, περιγράφοντας τους Μπαλάνους και τη Σχολή τους, γράφει για

τον Κοσμά Μπαλάνο ότι από τη στιγμή που ανέλαβε τη διεύθυνση της Σχολής και προϊόντος

του χρόνου η φήμη του σχολείου άρχισε να καταπίπτει γιατί ο συγκεκριμένος δάσκαλος δεν

ήθελε να υιοθετήσει κανένα εκπαιδευτικό πρόγαρμμα από την Ευρώπη ούτε κανένα από τα

μαθήματα που παρέδιδε ο Ευγένιος Βούλγαρης.231. Ο Λαζαρίδης, παραθέτοντας απόσπασμα

από την προεπαναστατική εφημερίδα Λόγιος Ερμής (Βιέννη 1817), διαμέσου της γραφίδας

του λόγιου Δ. Αθανασίου, περιγράφει το εκπαιδευτικό σύστημα της Μπαλαναίας Σχολής: Στη

Μπαλαναία Σχολή είναι στις μέρες μας διευθυντής ο Κωνσταντίνος Μπαλάνος, αδερφός του

αποθανόντος Κοσμά Μπαλάνου. Ο δάσκαλος αυτός έπρεπε να έχει για μαθητές μάλλον τους

παππούδες και τους προσπαππούδες μας και όχι σύγχρονους μαθητές. Γιατί το εκπαιδευτικό

πρόγραμμα που ακολουθεί είναι της εποχής εκείνης. Στο σχολείο του τα μόνα βιβλία που

έχουν τιμητική θέση είναι η Εγκυκλοπαίδεια του Πατούσα, η Γραμματική του Γαζή, η δική

του Ανθολογία και η Λογική του Κορυδαλέα. Βιβλία που είναι γραμμένα στην απλή γλώσσα,

τα οποία μπορεί και αντιλαμβάνεται η μαθητιώσα νεολαία είναι εξοστρακισμένα μακριά από

το σχολικό περιβάλλον του. Ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα του προαναφερόμενου

229. Αραβαντινός, Ιστορία, σσ.118-120. 230. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 137.

Page 71: Paideia in Ioannina

71

σχολείου είναι ότι προαναφερόμενος δάσκαλος δεν επιτρέπει στους μαθητές του να

μαθαίνουν ξένες γλώσσες, λέγοντας ότι αυτές οδηγούν στην αθεΐα. Στο συγκεκριμένο

σχολείο οι μαθητές τελειώνουν την περίοδο των ξηρών γραμματικών μετά από δέκα χρόνια

και δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι από ιστορία, γεωγραφία και άλλες φιλολογικές σπουδές.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι διδάσκονται σε μια γλώσσα ακατάληπτη, με αποτέλεσμα να

μη μαθαίνουν τίποτε και να μισούν την περίοδο της σχολικής τους ζωής. Ο Κωνσταντίνος

Μπαλάνος δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εποχής του, ενώ ταυτόχρονα

γέρασε και κουράστηκε. Άλλα τον ρωτούν τα παιδιά στο σχολείο και άλλα αυτός απαντά.

Και καταλήγοντας ο Δ. Αθανασίου αναφορικά με το θέμα αυτό γράφει: Ορίστε λοιπόν

αγαπητοί μου συμπατριώτες ποια είναι τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης όταν κάποιος

δάσκαλος είναι ανενημέρωτος από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα, μεθόδους

διδασκαλίας και προγράμματα. Η παιδεία αντί να προάγεται φθίνει με γοργό ρυθμό.

Δεν χρειάζεται, κατά την άποψη του Λαζαρίδη, να παρατεθούν περισσότερα γύρω

από το συγκεκριμένο θέμα για να δειχτεί πόσο, χωρίς να το θέλουν, έβλαψαν την εκπαίδευση

των Ιωαννίνων οι Μπαλάνοι με την υπερβολική συντηρητικότητά τους232.

Εμείς δεν θα συμφωνήσουμε με την άποψη του Λαζαρίδη πως οι Μπαλάνοι έβλαψαν

την παιδεία άθελα τους. Και αυτό γιατί πρώτον ήταν συνειδητή η επιλογή των σχολικών

εγχειριδίων από αυτούς, τα οποία θα δίδασκαν. Τα συγκεκριμένα βιβλία δεν είχαν τίποτε το

καινούριο να προσφέρουν το αντίθετο μάλιστα είχαν κατασταθεί αναποτελεσματικά λόγω

του χρόνου που διδάσκονταν, αλλά και του περιεχομένου τους. Δεύτερον οι ίδιοι ως

εκπαιδευτικοί δεν φρόντισαν να ενημερωθούν για τα εκπαιδευτικά πορίσματα που

κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη και τα επιτεύγματα του πολιτισμού.

Επιπλέον, εκείνο το οποίο είναι εκπαιδευτικά αδικαιολόγητο είναι η εμμονή τους στη

μη εκμάθηση των ξένων γλωσσών, με αποτέλεσμα να μη μπορεί κάποιος να κάνει συγκρίσεις

των όσων διδάσκονταν στη Σχολή τους και στα όσα προσφέρονταν στη Δύση. Αρνητικά

σημεία επίσης στο βίο και την πολιτεία των Μπαλάνων στην εκπαίδευση των Ιωαννίνων ήταν

η χρήση της αρχαΐζουσας στην παράδοση και η μέθοδος διδασκαλίας που χρησιμοποίησαν.

Τέλος, η στενή λόγω ιδιότητάς τους (ιερωμένοι) σχέση που είχαν με τη στρεβλή έννοια της

παράδοσης και του εκκλησιαστικού κατεστημένου δεν τους επέτρεψαν να κάνουν την

υπέρβαση και να γίνουν οι ιεροφάντες εκείνοι δάσκαλοι, που θα μνημονεύονταν ως

παράδειγμα προς μίμηση.

231. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ.112-114, 137-138. 232. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 91-92.

Page 72: Paideia in Ioannina

72

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΨΑΛΙΔΑΣ (1767-1829) ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΤΑ

ΙΩΑΝΝΙΝΑ

1. Η συγγραφική και εκδοτική του δραστηριότητα

Σύμφωνα με την Κουρμαντζή, στους υπέρμετρα αρχαιολάτρες, οπαδούς του

σχολαστικισμού και αναχρονιστικούς στις ιδέες και στη μέθοδο διδασκαλίας Μπαλάνους,

όπου κάθε σύγχρονη άποψη είναι εξορισμένη από τη Σχολή τους γιατί προκαλεί την αθεΐα

έρχεται αντιμέτωπη η Καπλάνειος Σχολή, η Σχολή που χρημάτισε δάσκαλος ο Αθανάσιος

Ψαλίδας. Διαμετρικά αντίθετος στη βιοθεωρία του ο Αθ. Ψαλίδας από τους Μπαλάνους, θα

εισάγει κάθε καινοτομία, κάθε νεωτερισμό στην Καπλάνειο Σχολή και θα καταστήσει αυτή

εφαλτήριο του εκσυγχρονισμού και της προόδου. Ο Αθ. Ψαλίδας φορέας του δυτικού τρόπου

σκέψης, εισάγει στη Σχολή του την απλή ελληνική γλώσσα και τις δυτικοευρωπαϊκές

γλώσσες και εκείνα τα φιλοσοφικά διανοήματα που δεν μπορούν να συνυπάρξουν σε χώρους

που επικρατούν θρησκευτικές και συντηρητικές ιδεολογίες. Ακόμη μια αντίθεση μεταξύ του

Ψαλίδα και των Μπαλάνων είναι ότι, ενώ οι Μπαλάνοι είναι ιερείς, ο Ψαλίδας είναι

λαϊκός233.

233. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 141.

Page 73: Paideia in Ioannina

73

Κατά τον Βρανούση, τα βιογραφικά του Ψαλίδα, μας είναι με αρκετή σαφήνεια

γνωστά, χάρη στις ιδιόγραφες σημειώσεις του, τις οποίες χρησιμοποίησε ο βιογράφος του Στ.

Κρίνος.

Ο Αθ. Ψαλίδας γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1767234. Ο πατέρας του Πέτρος Ψαλίδας,

κατάγονταν από παλιά, ευκατάστατη οικογένεια235 των Ιωαννίνων λόγω της επίδοσής της στο

εμπόριο μαζί με άλλους συγγενείς της στη Βλαχία και τη Ρωσία. Το γεγονός ότι προέρχονταν

από οικογένεια κοινωνικοοικονομικά ανώτερη, συγκριτικό πλεονέκτημα για εκείνη την

εποχή, βοήθησε τον Αθ. Ψαλίδα μετέπειτα να εδραιωθεί στην κοινωνία των Ιωαννίνων και να

αντιπαρέλθει τους τριγμούς που προκαλούσαν οι ριζοσπαστικές απόψεις του.

Ο Ψαλίδας σπουδάζει τα πρώτα γράμματα στα Ιωάννινα και σε ηλικία 18 χρονών

(1785) περνάει στη Ρωσία, όπου συνχίζει τις σπουδές του αρχικά στη Νίζνα και αργότερα

στην Πολτάβα της Ουκρανίας, φοιτώντας σ’ ένα Σεμινάριο. Εκεί, προσλαμβάνεται ως

οικοδιδάσκαλος ενός νεαρού ομογενή και μετά από δυο χρόνια (Αύγουστος του 1787),

βρίσκεται στη Βιέννη συνοδεύοντας και επιβλέποντας το νεαρό μαθητή στις περαιτέρω

σπουδές του. Το αντικείμενο των σπουδών του Ψαλίδα δεν μας είναι απόλυτα γνωστό. Πέραν

των συνηθισμένων σπουδών του καιρού του, σπουδές που αποπεράτωσε με επιτυχία και μετά

από ένα γρήγορο πέρασμα από την ιατρική, ο Ψαλίδας προσπάθησε να ικανοποιήσει τις

έντονα υπαρξιακές και φιλοσοφικές του ανάγκες236.

Επιπλέον ο Βρανούσης σημειώνει ότι το 1791, σε ηλικία εικοσιτεσσάρων ετών,

εμφανίζεται συγγραφικά ο Αθ. Ψαλίδας στη Βιέννη με το φιλοσοφικό του έργο, Αληθής

Ευδαιμονία237, μελέτη καθαρά ακαδημαϊκής υφής. Η φιλοσοφική αυτή πραγματεία του

234. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 333-345. Αναφέρει ο Βρανούσης ότι: κατά τον Σ. Κρίνο, ο Αν. Γούδας, συγγενής του Ψαλίδα, αλλά πολύ μεταγενέστερος, ανεβάζει τη γέννηση του Ψαλίδα στα 1760. Ο Σπ. Βλαντής, στηριζόμενος στη νεκρολογία του G. Grasseti (In morte di Athanasio Psalidas… Corfu 1829, σ. 3), τοποθετεί τη γέννηση του Ψαλίδα στα 1764. Αλλ’ ήδη ο Γ. Ζαβίρας (1744-1806) μας υπέδειξε (Νέα Ελλάς… Αθ. 1872, σ. 187) σχετική μαρτυρία του ίδιου του Ψαλίδα, ο οποίος στον πρόλογο του πρώτου του φιλοσοφικού βιβλίου (Αληθής Ευδαιμονία… Βιέννη 1791) μας λέει πως ήταν τότε μόλις 24 ετών: <<… και ει που τι καγώ παρέβλεψα, σύγγνώτε μοι ως εικοσιτεσσάρων ετών νέω…>> (σ. λστ΄ ). Άρα γεννήθηκε στα 1767, όπως γράφει κι ο Κρίνος, ο οποίος στηρίζεται, φαίνεται, σε αυτοβιογραφικά σημειώματα του Ψαλίδα. 235. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σελ. 345. Σημειώνει ο Βρανούσης πως οικογένεια Ψαλίδα μνημονεύεται ήδη σε γιαννιώτικες ενθυμήσεις του 1597 (βλ. Αθηναγόρα, Νέος Κουβαράς… Ηπειρ. Χρον. Δ΄ 1929, σ. 10 και μεταγενέστερες σ. 25. Ίσως δεν είναι άσχετη και παλαιότερη μνεία του ονόματος σε βυζαντινή επιγραφή του 1315 (Σπ. Λάμπρου, Έλληνες ζωγράφοι προ της Αλώσεως, περιοδ. <<Νέος Ελληνομνήμων>> Ε΄ 1908, σ. 280.- Πρβλ. και Σωκρ. Κουγέα, Η εκ Βερροίας βυζαντινή, περιοδ. <<Ελληνικά>> Θ΄1936, σ. 168. 236. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 333-334. 237. Αυτόθι, σ. 345. <<Αληθής ευδαιμονία, ήτοι βάσις πάσης θρησκείας, συντεθείσα υπό Αθανασίου Πέτρου Ψαλίδα του εξ Ιωαννίνων εις την απλήν διάλεκτον και υπό του αυτού εις την λατινικήν μεταφρασθείσα. Τόμ. Α΄… Εν Βιέννη της Αουστρίας 1791, εν τη τυπογραφία Ιωσήφ του Βαουμαϋστέρου>>. Απέναντι και ο λατινικός τίτλος : <<Vera felicitas, sive fundamentum omnis religionis. Graece et latine authore Athanasio

Page 74: Paideia in Ioannina

74

Ψαλίδα δημοσιεύτηκε ταυτόχρονα και στη λατινική γλώσσα, στην οποία έγραφαν τις

διατριβές τους οι σοφοί της Ευρώπης. Στο εξωτερικό φύλλο του βιβλίου ήταν τυπωμένη η

φράση του Δημόκριτου <<Αιτίη ουδέν ίδμεν εν βυθώ γαρ η αλήθεια>> (και λατινικά

<<Ratione nil scimus; in profundis enim veritas latet>>). Καίρια υπαρξιακά και μεταφυσικά

προβλήματα απασχολούν τον Αθ. Ψαλίδα σε αυτό το έργο: η ύπαρξη του Θεού, η αθανασία

της ψυχής, η ελευθερία του ανθρώπου καθώς και η έννοια και τα όρια της ευδαιμονίας.

Επρόκειτο για φιλοσοφικό πόνημα, που θα αποτελούνταν από τρεις τόμους, όπως λέει ο ίδιος,

το οποίο θα μας αποκάλυπτε ένα εμπεριστατωμένο φιλοσοφικό σύστημα, προορισμένο να

τύχει ευρύτερης αποδοχής. Ο Αθ. Ψαλίδας δεν υιοθέτησε κανένα φιλοσοφικό σύστημα της

εποχής του ολοκληρωτικά. Η σκέψη του κινείται ελεύθερα, επιθυμώντας σφοδρά να

εκφράσει με τον πιο κατηγορηματικό και προσωπικό τρόπο τις απόψεις του: εμείς εδώ δε

δογματίζουμε σύμφωνα με τον Κάντ, υπερθεματίζει238. Ταυτόχρονα όμως δηλώνει πως το

βιβλίο του, έστω και με έμμεσο τρόπο, έρχεται να αντιταχθεί σε όλους τους εχθρούς της

θρησκείας, όπως είναι ο Ρουσσώ, ο Βολτέρος, ο Ελβέτιος και τόσοι άλλοι. Τελικά οι άλλοι

δυο τόμοι αυτής της φιλοσοφικής μελέτης του δεν είδαν το φως της δημοσιότητας. Ο Αθ.

Ψαλίδας περίμενε προφανώς την υποστήριξη του αναγνωστικού κοινού, με τη συνδρομή του

οποίου θα έρχονταν στο φως της δημοσιότητας ο δεύτερος και ο τρίτος τόμος αυτής της

έκδοσης239.

Η άποψη του Κ. Βακαλόπουλου είναι ότι ο Αθ. Ψαλίδας παραμένοντας στη Βιέννη,

συνεχίζει τις φιλοσοφικές του αναζητήσεις με παράλληλη συγγραφική δραστηριότητα.

Σύμφωνα με τον Λ. Πολίτη, δυο χρόνια μετά το πρώτο έργο του Ρήγα Φεραίου, Σχολείον των

ντελικάτων εραστών, που τυπώθηκε στη Βιέννη το 1790, δημοσιεύεται και πάλι στη Βιέννη

το 1792, από έναν άγνωστο αυτή τη φορά συγγραφέα ένα παρόμοιο βιβλίο, τα Έρωτος

αποτελέσματα, <<προς ευθυμίαν και εγλεντζέν των ευγενών νέων>> πράγμα που αναφέρεται

Petride Psalida Joanninensi ex Epiro… κτλ. Σχ. 8ο, σ. 1-48 (χωρίς αρίθμηση)+ 1-408. Δεύτερος και τρίτος τόμος δεν κυκλοφόρησε. 238. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 204. Λογική, σ. 76, πρβλ. Φιλοσοφία, σ. 102. Ο Ψαλίδας απορρίπτει την <<a priori>> καταγωγή των ιδεών : <<ημείς εδώ δεν δογματίζομεν κατά Κάντ, ενείναι τη ψυχή δυνάμεις τινάς, ας αυτός κατηγορίας καλεί, καθ’ ας εννοεί και προσλαμβάνει μη υπό της πείρας ειδοποιουμένας, αλλά λέγομεν, ότι αύται αι δυνάμεις ένεισι μεν τη ψυχή, ουχί δε και ειδοπεποιημέναι, αλλ’ ειδοποιούνται υπό της πείρας, καθώς θέλομεν το δείξει εις τον τρίτον Τόμον. Ημείς εδώ προς τούτοις κανένα επιχείρημα εκ των προτέρων δε δεχόμεθα, αλλ’ όλα εκ των υστέρων, δηλαδή εκ των υπαρχόντων πραγμάτων ωσάν, οπού η ύπαρξις είναι η πηγή κάθε γνώσεως, μάλιστα δε της βεβαίου, επειδή ημείς και ότι εννοούμεν, και ότι προσλαμβάνομεν, και ότι ημπορούμεν να εννοήσωμεν και να προσλάβωμεν, εξ αυτής της πείρας γιγνώσκομεν, δηλαδή υπάρξεως όθεν εις κανένα άλλο δεν δογματίζομεν, παρά μόνο εις τα υπάρχοντα>>. Σ’ αυτό το παράθεμα ο Ψαλίδας φαίνεται να συγχέει τις καντιανές κατηγορίες- που λειτουργούν a priori όχι χρονικά, αλλά λογικά- με τις έμφυτες ιδέες (π.χ. του Descartes) και να θεωρεί δογματική την κριτική ανασκευή του δογματικού ρασιοναλισμού που επιχείρησε ο Kant. 239. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 334-335.

Page 75: Paideia in Ioannina

75

στον τίτλο του. Το βιβλίο αυτό, που απαρτίζεται από τρία διηγήματα πρωτοποριακά, με

Έλληνες <<τσελεμπήδες>> και <<κοκώνες>> της Πόλης και της Βλαχίας, έρχεται να

αντικαταστήσει τους <<μουσιού>> και τις <<ντάμες>> του Σχολείου των ντελικάτων

εραστών. Ο άγνωστος συγγραφέας240, πολύ περισσότερο από τον Ρήγα έβαλε στα διηγήματά

του διάφορα λαϊκά ποιήματα της εποχής, που μεταδίδονταν είτε με τη μουσική είτε με τις

χειρόγραφες ανθολογίες. Είναι χαρακτηριστικά για το ενδιαφέρον του διευρυμένου κοινού,

και συνάμα περίεργα διότι συνταιριάζουν την ανατολίτικη ηδύτητα και μελαγχολία μ’ έναν

πρόωρο και αξεκαθάριστο ρομαντισμό241. Στα 1795 έχει έτοιμα εννέα συγγράμματα και

αναγγέλλει πως θα εκδοθούν γρήγορα (Γραμματική, Ρητορική, Λογική, Μεταφυσική,

Πειραματική Φυσική, Ηθική, Το Δίκαιον της Φύσεως, Παγκόσμια Ιστορία και Γεωγραφία), τα

οποία δεν εκδόθηκαν, εντούτοις διασώθηκαν σε χειρόγραφα242. Στα προαναφερόμενα έντυπα

μπορούν να συμπεριληφθούν δυο ακόμη βιβλία, που ανήκουν στη σειρά των διδακτικών

εγχειριδίων: η μεγάλη Αριθμητική του Metzburg, την οποία μετέφρασε, εμπλούτισε και

τύπωσε ο Αθ. Ψαλίδας στη Βιέννη το 1791, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί στα σχολεία της

Ελλάδας και η Πραγματεία περί των Ελληνικών Συγγραφέων, γραμμένη επίσης το 1791,

έντυπο το οποίο βρίσκεται σήμερα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Κοζάνης243. Περαιτέρω ο

Κ. Βακαλόπουλος επισημαίνει ότι η πολυσχιδής συγγραφική του ενασχόληση τυπωμένη κι

ανέκδοτη, δείχνει άνθρωπο με μεγάλη πολυμέρεια, με έντονες πνευματικές αγωνίες που

συγκλίνουν όλες στο διαφωτισμό του Γένους και τελικά στην απελευθέρωση της υπόδουλης

πατρίδας του244.

Οι ομογενείς του Ψαλίδα γνωρίζουν καλά πως, όλα τα έθνη οφείλουν πολλά σ’

αυτούς τους πεφωτισμένους λογίους, τους <<πολυΐστορες>> και <<εγκυκλοπαιδικούς>>,

τους προδρόμους, που δρούσαν έμμεσα και απαρατήρητα, αλλά σαφώς προσανατολισμένοι

προς την αφύπνιση και παλινόρθωση του Γένους.

240. Πολίτης, Λογοτεχνία, σ. 127. Πολλές προσπάθειες έγιναν από τους ερευνητές για ν’ ανακαλύψουν τον συγγραφέα του βιβλίου. Πολλοί, χωρίς σοβαρά επιχειρήματα, υπέθεσαν τον Ρήγα, άλλοι άλλους. Τις μεγαλύτερες πιθανότητες έχει η απόδοση στον Αθανάσιο Ψαλίδα, πράγμα για το οποίο υπάρχουν και αξιόλογες μαρτυρίες της εποχής και τεκμήρια εσωτερικά. Για το ζήτημα βλ. κυρίως Γ. Γ. Λαδά – Δ. Χατζηδημητρίου, Ελληνική Βιβλιογραφία των ετών 1791-1795, Αθήνα 1970, σσ. 128-136. Βλ. τη λαμπρή μελέτη του Λ. Βρανούση, <<Κείμενα και χειρόγραφα του Βηλαρά και του Ψαλίδα>>, Νέα Εστία 94 (Χριστούγεννα 1973) σσ. 57-86. Για τον Ψαλίδα βλ. ακόμα Του ίδιου, Ο Αθανάσιος Ψαλίδας, Ιωάννινα 1952, και Χρ. Π. Φράγκου, <<Η συμβολή του Αθανασίου Ψαλίδα στη δημιουργία επαναστατικού πνεύματος στην Ήπειρο>>, Δωδώνη 1 (1972) 87-108 – όπου υποστηρίζεται η άποψη ότι ο Ψαλίδας είναι και ο συγγραφέας του Έρωτος αποτελέσματα και της Ελληνικής Νομαρχίας. 241. Πολίτης, Λογοτεχνία, σσ. 126-127. 242. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 287. 243. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 335-336. 244. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 287-288.

Page 76: Paideia in Ioannina

76

Σ’ ένα από τ’ αδημοσίευτα συγγράμματα του Ψαλίδα αυτής της εποχής, γραμμένο

στη Βιέννη το 1793 και φυλασσόμενο σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη (αριθ. Χειρογρ.

1155), απαντούμε στην αρχή ένα ολιγόστιχο ποίημα, που του αφιέρωσε κάποιος θαυμαστής

του, για να χαιρετίσει με αυτόν τον έμμετρο τρόπο, τον συγγραφέα και το έργο του, που

προανήγγειλε τη ριζική ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης:

<<Ελλάς τλασίπον’, ευφραίνου οράουσα γόνους σους

Δέλτους ποιεύντας, ας ζυγός ώλεσ’ αδρός!…>>245.

Ο <<φωτισμός του Γένους>> είναι η μεγάλη προσδοκία της εποχής. Όλες οι δυνάμεις

του Ελληνισμού εκεί κατατείνουν: <<όπως βοηθήσωμεν πανταχόθεν να αναλάβει το

πεπτοκώς Γένος των Ελλήνων>>, καθώς γράφει χαρακτηριστικά την ίδια εποχή ο Ρήγας246.

Ο Δημαράς τονίζει πως οι Φυσικές που εκδίδονται πληροφορούν τον αναγνώστη, στην

επιγραφή τους, πως είναι <<εις παύσιν της δεισιδαιμονίας>>. Η φυσική μετουσιώνεται σε

σύμβολο της ελευθερίας. Ο Ρήγας, που φέρνει στο φως της δημοσιότητας μια Φυσική στα

1790, γράφει: <<όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά>>247. Όλα τα φιλοπρόοδα

στοιχεία, πραματευτάδες και λόγιοι των ελληνικών χωρών και περισσότερο των ελληνικών

κοινοτήτων της Ευρώπης, ζουν μέσα στην ένταση της μεγάλης προετοιμασίας. Η

απελευθέρωση του Γένους πλησιάζει. Το διαισθάνονται όλοι κι αναλώνουν όλες τους τις

δυνάμεις στην προετοιμασία της κατάστασης. Βλέπουν επιβεβλημένο το καθήκον τους και το

έργο τους ιερό, χωρίς αυτό να επιδέχεται χρόνου χάσιμο. Νομίζει κανείς πως, το ελληνικό

Γένος έχει αποδυθεί σ’ έναν αγώνα δρόμου, για να κερδίσει μεμιάς αυτό που είχε χάσει

αργοπορώντας επί τρεις αιώνες κάτω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, να αποκτήσει

γρήγορα <<τα φώτα της Ευρώπης>>, που τα θαρρεί δική του φυσική κληρονομιά. Θιασώτης

αυτού του κλίματος ο Αθ. Ψαλίδας, κατανέμει τη δράση του σε πολλούς τομείς,

προσπαθώντας να φανεί χρήσιμος στην πατρίδα του και στους ομογενείς του248.

Η απελευθέρωση της Ελλάδας, σύμφωνα με του διακαείς πόθους των Ελλήνων,

φάνταζε τώρα γι’ αυτούς κάτι το εφικτό. Ο Ψαλίδας και οι ομογενείς του στηρίζουν τις

ελπίδες τους για απελευθέρωση από τους Τούρκους στην χριστιανική αυτοκρατορία του

Βορρά, στην ομόδοξη Ρωσία και στην αυτοκράτειρά της Αικατερίνη Β΄. Κατανοεί απόλυτα

τον ενθουσιασμό και τον θαυμασμό των συγκαιρινών του για την <<κραταιοτάτη άνασσα>>,

245. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 336-347. Πρβλ. Ι. Σακελλίωνος, Κατάλογος των χειρογράφων της Εθν. Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, Αθ. 1892, σ. 209-210. Συνθέτης του επιγράμματος αυτού είναι ο Γρηγόριος Παλιουρίτης κατά τον Π. Ζερλέντη (Δελτ. Ιστ. Εθν. Ετ. Η΄1923, σελ. 111). 246. Αυτόθι, σσ. 336-347. <<Φυσικής Απάνθισμα δια τους αγχίνους και φιλομαθείς Έλληνας… παρά Ρήγα Βελεστινλή Θετταλού… Εν Βιέννη… 1790>>, σ. θ΄. 247. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 190-191.

Page 77: Paideia in Ioannina

77

τη <<Σεμίραμη του Βορρά>>, όπως την αποκαλούσε ο Βολτέρος, την <<Αθηνά της

Άρκτου>>, καθώς την ονόμαζε ο Ευγένιος Βούλγαρης και γι’ αυτό της αφιερώνει το έργο του

Αληθής Ευδαιμονία249.

Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούμε και την πολιτική: μέχρι τα 1790, η πεπατημένη

οδός για να κερδίσει κανείς την εύνοια της Αικατερίνης ήταν να κολακεύει τις πνευματικές

της αξιώσεις, δείχνοντας φιλελευθερισμό, ελευθεροφροσύνη και θαυμασμό στο μεγάλο της

φιλόσοφο, το Βολτέρο. Η Εκκλησία δε θορυβείται ιδιαίτερα, γιατί τα σοβαρά περιστατικά

είναι λιγοστά και καταστέλλονται εύκολα. Περίπου στα 1790, τα πράγματα αλλάζουν άρδην:

η γαλλική επανάσταση συνταράζει τα πνεύματα, ο φιλελευθερισμός εισδύει στην Ελλάδα από

τους εμπόρους και γενικότερα από τους αστούς, η Αικατερίνη αποτεφρώνει τα παλιά της

είδωλα, ευθυγραμμίζεται με τη συντήρηση, αποκαθιστά τις σχέσεις της με τους Τούρκους. Η

Εκκλησία, αναστατωμένη από τα σοβαρά κρούσματα ελευθεροφροσύνης που αρχίζουν να

πυκνώνουν, βλέπει ευμενώς αυτή τη μεταστροφή. Ο διανοητικός φιλελευθερισμός προκαλεί

συναισθήματα έντονης αποστροφής τόσο στη Ρωσία όσο και στην Εκκλησία. Στα 1793 ο

Βολτέρος, ο κατ’ εξοχήν και υποδειγματικός εκφραστής του φιλελευθερισμού, καταδικάζεται

επίσημα από το Πατριαρχείο. Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως, ο Βούλγαρης, που πρώτος αυτός

έφερε το όνομα του Βολτέρου στην Ελλάδα δεν περίμενε αυτή την καταδίκη για να

μεταβάλει απόψεις. Από το 1790, ο μεταφραστής και εγκωμιαστής του Βολτέρου ρίχνει τον

λίθο του αναθέματος πάνω στον Γάλλο φιλόσοφο, κατατάσσοντάς τον ανάμεσα στα

<<μεγάλα και εξακουστά επί δυσσεβεία ονόματα>>. Χαρακτηριστική λοιπόν η τροπή του

Βούλγαρη προς τη συντήρηση, αυτού του πρώιμου εκπροσώπου του νεοελληνικού

Διαφωτισμού, τα χρόνια που εξετάζουμε250.

Επακόλουθο της συμφιλίωσης της Αικατερίνης Β΄ με τους Τούρκους ήταν ο

τερματισμός του δεύτερου ρωσσοτουρκικού πολέμου (1787-1792) και η επικύρωσή του με τη

Συνθήκη του Ιασίου, 12 Ιανουαρίου 1792. Η λήξη του πεντάχρονου πολέμου δεν προσκόμισε

κανένα ουσιαστικό κέρδος για τους Έλληνες, οι οποίοι είχαν στέρξει στο πλευρό της Ρωσίας,

μάλλον επιπόλαια. Η δεύτερη διάψευση των ελληνικών ελπίδων για απελευθέρωση από την

Οθωμανική Αυτοκρατορία με τη συνδρομή της Ρωσίας, μετά τα Ορλωφικά (1770),

απογοήτευσε τον Αθ. Ψαλίδα και περιόρισε κατά κάποιο τρόπο τον συγγραφικό του οίστρο

μέχρι το 1795. Η πραγματικότητα μετατρέπει τον Ψαλίδα σε ρεαλιστή. Συνειδητοποιεί πως η

απελευθέρωση της πατρίδας του δεν πρόκειται να συντελεστεί από εξωγενείς παράγοντες.

248. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 336. 249. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ.287-288. 250. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 182.

Page 78: Paideia in Ioannina

78

Πιστεύει πως, μόνο οι ίδιες οι δυνάμεις του Γένους μπορούν ν’ αναλάβουν το βάρος της

ανόρθωσης, αρκεί να καλλιεργηθούν, να ωριμάσει ο Ελληνισμός, ν’ αποκτήσει αυτεπίγνωση

και εμπιστοσύνη στον εαυτό του για να διεκδικήσει τη θέση του μέσα στην ιστορία. Το κύριο

βάρος πρέπει να το επωμισθεί η πνευματική ηγεσία του τόπου και ο ίδιος αναλαμβάνει το

μερίδιο που του αναλογεί251.

Ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο της γαλλικής επανάστασης (1789) υπήρξαν τα

διδάγματα των Ευρωπαίων και κυρίως των Γάλλων διανοουμένων. Ο απόηχος της

επαναστατημένης Γαλλίας δεν αφήνει ασυγκίνητους σε πρώτη φάση τους Έλληνες της

διασποράς. Οι Έλληνες της Αυστρίας, που είχαν σπεύσει στο πλευρό της Μ. Αικατερίνης,

που είχαν συνδράμει οικονομικά στην επάνδρωση του στόλου του Λάμπρου Κατσώνη και

γιόρταζαν άλλοτε τη <<ρωσσογαρικική συμμαχία>>, μετά την απογοήτευση των προσδοκιών

τους από την ομόδοξη Ρωσία, αρχίζουν να στρέφονται προς τη Γαλλία και να θέλγονται από

τα κηρύγματα της γαλλικής επανάστασης. Ήδη από το 1796, χρονολογία άφιξης του Ρήγα

στη Βιέννη, τα πνεύματα βρίσκονταν ευθυγραμμισμένα με τις γαλλικές επαναστατικές

ιδέες252. Μεγάλος αριθμός πρακτόρων δρα αυτή την εποχή στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες,

αναφέρονται πολλές μυστικές υπηρεσίες, ενδεχομένως παρακλάδια κάποιας τεκτονικής

στοάς, που κατευθύνονται, πιθανόν, από τη Γαλλία μεταδίδοντας παντού τα ανατρεπτικά

μηνύματα και τα ανθρωπιστικά ιδανικά253. Ο Δημαράς αναφέρει για τον Ρήγα ότι ίσως να

μυήθηκε τότε στον τεκτονισμό. Πράγματι, τεκτονικές στοές με σφριγηλό ακόμη τον αρχικό

φιλελεύθερο παλμό τους, βρίσκουμε από πολύ νωρίς στην Ελλάδα, ειδικότερα από το 1745.

Η πρόωρη αυτή τεκτονική κίνηση θεωρείται ένα επιπρόσθετο τεκμήριο της πνευματικής και

πολιτικής ανάπτυξης του ελληνισμού. Ο τεκτονισμός, παρ’ όλο που καταγγέλθηκε με συνεχή

δημοσιεύματα ενορχηστρωμένα από την Εκκλησία, προπάντων στα τέλη του 18ου αιώνα, δεν

σταμάτησε να ακμάζει στην Ελλάδα και να εμφανίζονταν σχεδόν όπου υπήρχε εθνική δράση

(Ρήγας, Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο254, Φιλική Εταιρεία)255. Τα μηνύματα της

251. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 337-340. 252. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 340-347. Τα έγγραφα της Αστυνομίας και οι σχετικές αναφορές του Υπουργείου των Εξωτερικών της Αυστρίας, που ασχολούνται με τη συνωμοσία του Ρήγα και τις σχέσεις των Ελλήνων πατριωτών της Βιέννης με τους Γάλλους, αναφέρουν ότι <<τα πρώτα σχέδια ανέρχονται εις πολλά ήδη έτη>>. Legrand – Λάμπρου, Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή, Αθ. 1930, σ 11 : <<Η αστυνομία εγνώριζεν ήδη από τινών ετών ότι πολλοί Έλληνες ήσαν οπαδοί των γαλλικών επαναστατικών ιδεών και ότι μυστικά ειργάζοντο δια διαδόσεως δημοκρατικών συγγραμμάτων να συγκινήσουν δια την ελευθερίαν και ισότητα τους διεσπαρμένους εις διαφόρους χώρας ομοδόξους των…>>. 253. Αυτόθι, σ. 340. 254. Δρούλια, <<Ελευθερία>>, Ιστορία, σ. 362. Στα πλαίσια των πολιτικών επιδιώξεων των Μεγάλων Δυνάμεων στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου εντάσσεται και η ενθάρρυνση των Ελλήνων να ιδρύσουν μυστικές εταιρείες οι οποίες, με το πρόσχημα ότι συμβάλλουν στην πνευματική ανάπτυξη και διαφώτιση του Γένους, προετοίμαζαν τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Η ενεργητική συμμετοχή ξένων μελών σε αυτές τις

Page 79: Paideia in Ioannina

79

<<φωτισμένης>> Ευρώπης ήταν επόμενο ότι θα προκαλούσαν το ενδιαφέρον των υπόδουλων

Ελλήνων256. Με κυριότερο εκπρόσωπο τον Κοραή (1748-1833), μόνιμο κάτοικο των

Παρισίων τα τελευταία σαράντα χρόνια της ζωής του, ο οποίος ζει από κοντά τη γαλλική

επανάσταση (1789), ενστερνίζεται τις φιλελεύθερες ιδέες της, τυπώνει ανώνυμα φυλλάδια με

πολιτικές και παραινετικές υποδείξεις257, άρχισε η μετακένωση των ευρωπαϊκών ιδεών προς

το υπόδουλο ελληνικό Γένος, πιστεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Κοραής πως η παιδεία θα

του φέρει ελευθερία258. Από το 1792 κιόλας οραματίζεται μια μεγάλη Γαλλογραικική

Δημοκρατία ως τη μοναδική λύση για τους Έλληνες, για να μπορέσουν να απολαύσουν την

αληθινή των προπατόρων τους ελευθερία, ασυγκρίτως διαφορετική από τη ρωσική ελευθερία.

Καταβάλλοντας εργώδεις προσπάθειες για την υλοποίηση του οράματός του αυτού ο Κοραής,

γράφει συνεχώς προς τους συμπατριώτες του, καλλιεργώντας τη μεταστροφή των πνευμάτων

από την απολυταρχική Ρωσία προς τη δημοκρατική Γαλλία259. Η πολιτική είναι στη βάση

των ενδιαφερόντων του. Πιστός στα φιλοσοφικά διανοήματα της γαλλικής επανάστασης, τα

χρόνια της εξόρμησης των ναπολεόντειων στρατευμάτων στην Ανατολή και ιδιαίτερα όταν

πλησιάζουν οι Γάλλοι στην Ελλάδα, η πολιτική δράση του Κοραή γίνεται πιο άμεση.

Δημοσιεύει εναντίον της Πατρικής διδασκαλίας260 την Αδελφική διδασκαλία261 (1798), το

Άσμα πολεμιστήριον (1800), σε στίχους, το Σάλπισμα πολεμιστήριον (1801), πεζό, και τα δυο

με στόχο να εμφυσήσουν πίστη στις γαλλικές δυνάμεις και αισθήματα ψυχικής ευφορίας

στους Έλληνες. Τελευταίο σε αυτή την περίοδο (στην οποία συγκαταλέγεται και ένα γαλλικό,

οργανώσεις άφηνε να διαφαίνεται – πέρα από κάποιο αίσθημα φιλελληνισμού- η διάθεση των ευρωπαϊκών δυνάμεων να ελέγχουν τις ελληνικές κινήσεις και να τις κατευθύνουν σε όφελος της ανατολικής τους πολιτικής. Έτσι αναφέρεται ενδεικτικά η Γαλλία αναφορικά με την ίδρυση στο Παρίσι (1809) του <<Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου>>, από Έλληνες και Γάλλους, φίλους της Ελλάδας, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν ο Γρηγ. Ζαλίκογλου και ο κόμης Choiseul – Gouffier. 255. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 220. 256. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 340. 257. Πολίτης, Λογοτεχνία, σ. 99. 258. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 340. 259. Αυτόθι, σ. 340. 260. Βρανούσης, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΑ΄, σ. 449. Το 1798 κυκλοφόρησε ένα φυλλάδιο στον υπόδουλο ελληνισμό με τίτλο Πατρική Διδασκαλία, που είχε τυπωθεί στην Κωνσταντινούπολη. Το περιεχόμενο του φυλλαδίου αυτού, γραμμένο με ένα πνεύμα εθελοδουλίας, συμβούλευε τους Έλληνες να μην προβαίνουν σε επαναστατικές ενέργειες. Η πατρότητά του αποδόθηκε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμο. Ήταν ένα κείμενο δουλικής υποταγής στους Τούρκους και λιβελογράφημα για τους Γάλλους: Ο Θεός <<ύψωσε την βασίλειαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερο από κάθε άλλην, δια να αποδείξει αναμφιβόλως ότι θείω εγένετω βουλήματι>>. Ο διάβολος <<μεθοδεύτηκε στον τρέχοντα αιώνα μια άλλη πονηριά και απάτη ξεχωριστή, δηλαδή το νυν θρυλούμενο σύστημα της ελευθερίας, δέλεαρ του διαβόλου και φαρμάκι ολέθριο δια αν κατακρημνίσει τους λαούς εις την απώλεια και ακαταστασία. Αδελφοί, μη πλανηθείτε, κλείστε τα αυτιά σας και μη δώσετε καμιά ακρόαση σε αυτές τις νεοφανείς ελπίδες της ελευθερίας. Φυλάξτε στέρεα την πατροπαράδοτή σας πίστη και, ως οπαδοί του Ιησού Χριστού, απαρασάλευτη την υποταγή σας στην πολιτική διοίκηση…>>. 261. Αυτόθι, σ. 449. Ο Κοραής, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον και αγωνία ό,τι συνέβαινε στο υπόδουλο Γένος, αντέδρασε σθεναρά με ένα αντιρρητικό κείμενο, που τύπωσε στο Παρίσι το 1798, με τίτλο Αδελφική

Page 80: Paideia in Ioannina

80

σημαντικό, Υπόμνημα για την κατάσταση του ελληνισμού, 1803), μπορεί να θεωρηθεί ένα

φυλλάδιο διαλογικής μορφής: Τι πρέπει να κάμωσιν οι Γραικοί κατά τας παρούσας

περιστάσεις. Διάλογος δύο Γραικών, όταν ήκουσαν τας λαμπράς νίκας του αυτοκράτορος

Ναπολέοντος (1805). Για τη σωτηρία δεν πρέπει πια να προσβλέπετε στη Ρωσία, αλλά στη

Γαλλία262.

Σ’ όλες αυτές τις διεργασίες ο Αθ. Ψαλίδας δεν μένει αδιάφορος και διατρανώνει πως

ο φωτισμός του Γένους πρέπει να γίνει με σύστημα και υπομονή, γιατί μόνο έτσι θα

επιτευχθεί η πολιτιστική του αναγέννηση, η οποία θα αφυπνίσει τους Έλληνες και θα τους

οδηγήσει στη συνειδητοποίηση της εθνικής τους ταυτότητας και κατ’ επέκταση στην

πολιτική τους αποκατάσταση. Όλη η ορμητικότητα του Ψαλίδα στρέφεται τώρα προς την

κατεύθυνση αυτή. Είναι άλλωστε η γενικότερη απαίτηση της εποχής. Η πρόοδος των

φυσικών επιστημών επιδρά καταλυτικά στον τρόπο σκέψης των διανοουμένων. Τα

πορίσματα των νέων επιστημών μεταδίδονται ως κηρύγματα αποδέσμευσης από τις

προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες. <<Ελευθερία πολιτική και ελευθέρα έρευνα

συναδελφούνται>>263. Στο σημείο αυτό ο Βρανούσης, περιγράφει με αδρές γραμμές το

αναγεννητικό πνεύμα και τις προσπάθειες των καλλιεργημένων ατόμων της εποχής, που

επιθυμούν, όπως ο Ψαλίδας, να συγκροτήσουν την καινούρια πνευματική ηγεσία του Γένους:

σπουδάζοντας στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια οι Έλληνες φοιτητές έγιναν κάτοχοι των νέων

τεχνολογικών και φιλοσοφικών δεδομένων, απέβαλαν τις προλήψεις, αντελήφθησαν την

κατάσταση της εκπαίδευσης στην πατρίδας τους, η οποία μαστίζονταν από το λογιοτατισμό

και την αμάθεια του κλήρου, επίσης, συνειδητοποίησαν πως, τέτοιου είδους εκπαιδευτικές

πρακτικές αποτελούσαν παρελθόν για την Ευρώπη. Έχοντας απόλυτη αίσθηση της

κατάστασης που επικρατεί, αποφάσισαν πως, η παιδεία έπρεπε να μεταφερθεί μέχρι τα λαϊκά

στρώματα, να αναδιαρθρωθούν και να εμπλουτιστούν τα σχολικά προγράμματα σύμφωνα με

τα ευρωπαϊκά και, τέλος, εντάθηκε ακόμη περισσότερο ο πόθος τους για μια ελεύθερη

Ελλάδα, μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας και εστία του νέου θαυμαστού πολιτισμού264.

2. Φιλοσοφικές διαστάσεις και η σημασία τους στο συγγραφικό έργο του Ψαλίδα

Διδασκαλία. Σ’ αυτό μέμφεται τον συντάκτη της Πατρικής Διδασκαλίας, στηλιτεύει την εθελοδουλία και υπενθυμίζει τον αγώνα του Ρήγα και των άλλων αγωνιστών για την ελευθερία του Γένους. 262. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 256-257. 263. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 340-341. Βλ. Μιχ. Στεφανίδης, Αι φυσικαί επιστήμαι εν Ελλάδι προ της Επαναστάσεως- Η εκπαιδευτική επανάστασις, Αθ. 1926, σ. 9. 264. Αυτόθι, σσ. 340-341.

Page 81: Paideia in Ioannina

81

Σύμφωνα με τον Νούτσο, τα φιλοσοφικά συγγράμματα του Αθ. Ψαλίδα (1767-1829)

εκδόθηκαν πριν ακόμη ο νεαρός δάσκαλος εγκαταλείψει τη Βιέννη (1795), για να αφοσιωθεί

στην πολύχρονη εκπαίδευση της ιδιαίτερης πατρίδας του. Μελετώντας κανείς διεξοδικά τα

φιλοσοφικά έργα του: Αληθής Ευδαιμονία (1791) και Καλοκινήματα (1795) διαπιστώνει ότι η

αρχική φιλοσοφική κατεύθυνση του νεαρού Ιωαννίτη δασκάλου δε συνάδει με τη μετέπειτα

λάμψη του, που την οφείλει στις γλωσσικές και παιδαγωγικές του θέσεις. Πολλές φορές οι

δυο αυτές φάσεις της πνευματικής του πορείας, που διαφέρουν ποιοτικά, μπερδεύονται με

αποτέλεσμα να ερμηνεύεται ο συντηρητισμός των νεανικών χρόνων του ως <<προληπτική

προστασία>>265 της κατοπινής δράσης (που προξένησε πολλές αντιδράσεις) ή να κρίνεται η

εποχή της πνευματικής του ωρίμασης αρκετή για να υπερκεράσει τις διαμετρικά αντίθετες

απόψεις που υποστήριξε με σθένος διάγοντας την τρίτη δεκαετία της ζωής του. Για τον λόγο

αυτό ο Κορδάτος έγραψε για τον Ψαλίδα πως υπήρξε, ως <<καθαυτό φιλόσοφος>>,

<<θεωρητικός αρχηγός στο κόμμα των άκρων γλωσσοεκπαιδευτικών μεταρρυθμιστών>>266.

Ο Δημαράς διέκρινε στην επινόηση της Αληθούς Ευδαιμονίας από τον νεαρό συγγραφέα μια

<<ιδέα καινούρια, πρωτότυπη και ανατρεπτική>>, αφού για τον ίδιο μελετητή ο Ψαλίδας

ήταν <<πνεύμα ζωηρό, αυθόρμητο, ασχολήθηκε κι αυτός με τη φιλοσοφία, δίδαξε με

επιτυχία και ανήκε στην προοδευτική πτέρυγα της ελληνικής λογιοσύνης>>. Ο Βρανούσης,

με κάποιους ενδοιασμούς, πίστευε πως οι <<φυσιοκρατικές, αισθησιαρχικές και

λογοκρατικές αντιλήψεις του 18ου αιώνα, η υλοφροσύνη του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού,

διαφαίνονται στο έργο του Ψαλίδα και με μια πρόχειρη ματιά>>. Ο Παπανούτσος

επιδοκιμάζοντας και αποδεχόμενος την άποψη του Δημαρά σημείωνε πως οι <<συμπάθειες

του Ψαλίδα στρέφονται κατά κανόνα προς τους υστερώτερους φιλοσόφους, τους

εκπροσώπους του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού>>267.

Η αιτία για τη σύγχυση των δυο φάσεων της πνευματικής εξέλιξης του Αθ. Ψαλίδα

εστιάζεται στην απάντηση που έδωσε ο Ευγένιος Βούλγαρης (1797) στα Καλοκινήματα

φιλοσοφικό έργο του Ψαλίδα268. Ο Άγγλος περιηγητής H. Holland παρερμήνευσε τον σκοπό

της Αληθούς Ευδαιμονίας θεωρώντας πως σ’ αυτήν είναι διάσπαρτο το πνεύμα του

265. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 187. Βλ. και G. P. Henderson, Η αναβίωση του ελληνικού στοχασμού (1620-1830) (1970, μεταφρ. Φ. Κ. Βώρου, Αθήναι 1977), σ. 164. 266. Αυτόθι, σ. 188. 267. Αυτόθι, σ. 188. 268. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 345. Ο Ευγένιος Βούλγαρης (Επιστολή… Τεργέστη 1797, σ. 34 και 36), είχε καταφερθεί εναντίον του Ψαλίδα επικρίνοντάς τον ότι <<σφοδρώς ημίν επισείει τον περίφημον αυτού καθηγήτορα Κάντιον>>, ενώ συγχρόνως <<επιδεικτιάν εθέλει, ως ουκ αϊδρίς εστίν ουδ’ ανήκοος των αεροστατικών μετεωρισμάτων, ων καθ’ ημάς οι Γάλλοι επινενοηκότες διεθρυλλήθησαν>>.

Page 82: Paideia in Ioannina

82

σκεπτικισμού269. Ο Κούμας ολοκληρώνοντας και καθιστώντας επίσημα την παρανόηση,

βεβαίωνε ρητά πως ο Ψαλίδας <<φιλοσοφίας άλλης είδησιν δεν είχεν, ειμή της τότε,

θρυλλουμένης των Γάλλων υλοφροσύνης>>. Ο καθηγητής G. P. Henderson εξέθεσε

συνθετικά τα φιλοσοφικά έργα του Ψαλίδα τονίζοντας πως η <<Αληθής Ευδαιμονία>> δεν

<<είχε συνέχεια ούτε στη συγγραφική δραστηριότητα του Ψαλίδα ούτε στο στοχασμό των

κριτικών>>. Η παρερμηνεία πάνω στο φιλοσοφικό έργο του Ψαλίδα μπορεί να αρθεί αν

αναχθούμε στα ίδια τα κείμενα, ανασυνθέσουμε τις κύριες θέσεις τους και υπογραμμίσουμε

τις πνευματικές τους αφετηρίες270.

2.1. Οι μεθοδολογικές προϋποθέσεις της Αληθούς Ευδαιμονίας

Εκ προοιμίου διαπιστώνουμε πως, οι μεθοδολογικές προϋποθέσεις που χρησιμοποιεί ο

νεαρός φιλόσοφος στον πρόλογο της Αληθούς Ευδαιμονίας, με το ελληνικό κείμενο αριστερά

και τη λατινική μετάφραση δεξιά, αποκαλύπτουν την αντίθεσή του προς τις φιλοσοφικές και

επιστημονικές απόψεις του ευρωπαϊκού και ιδιαίτερα του γαλλικού Διαφωτισμού. Συχνά ο

Ψαλίδας αναφερόμενος στον ορθό λόγο δεν τον θεωρούσε ως τη μοναδική και αυτοτελής

πηγή της ανθρώπινης γνώσης, όπως λόγου χάρη οι Εγκυκλοπαιδιστές271 όταν έλεγαν πως ο

λόγος είναι για τους φιλόσοφους ό,τι η χάρη για τους χριστιανούς. Η ισχύς του ορθού λόγου,

έγραφε ο Ψαλίδας, εμφανίζεται ελαττωμένη στην αναζήτηση της αλήθειας, συνεπεία τούτου

να προσαρμόζεται στα ομολογήματα της πίστης. Εκτός αυτού για να μην παρεκκλίνει και

<<πίπτει εις άτοπα>>, μιας και τα πάθη που κυριαρχούν στον αισθητό κόσμο δεν μπορούν να

νικηθούν, είναι υποχρεωμένος να δέχεται τις τέσσερις <<Αλήθειες>>: την ύπαρξη του Θεού,

την αθανασία της ψυχής, τη μεταθανάτια αντίδοση και την ηθική ελευθερία272.

Επίσης ο νεαρός συγγραφέας καταγίνεται με το ζήτημα της πλάνης του νου, αρχικά

για τις γνωσιολογικές και ύστερα για τις ηθικές συνέπειες, όπως το ερεύνησε ο Descartes και

ο Leibniz. Η πρόθεσή του όμως είναι να πάψουν να υφίστανται: η ανάγωγη συμπεριφορά, η

ραθυμία και η αλαζονεία και όχι η απαλλαγή του νου από τις θρησκευτικές προλήψεις, αφού

η κριτική της θρησκείας, η οποία ήταν σε μεγάλη έξαρση την εποχή του γαλλικού

Διαφωτισμού, του είναι τελείως άγνωστη. Επιπλέον το ενδιαφέρον του εστιάζεται στην

269. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 188. 270. Αυτόθι, σ. 189. 271. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 551. Εγκυκλοπαιδιστής: <<καθένας από τους συντάκτες της Μεγάλης Γαλλικής Εγκυκλοπαιδείας, που εκδόθηκε από το 1751 ως το 1772 από τους επιφανέστερους Γάλλους επιστήμονες, φιλοσόφους, λογοτέχνες κ.λ.π. (επικεφαλής ο Ντιντερό και ο Ντ’ Αλαμπέρ). Κατ’ επέκταση οι φιλόσοφοι, λόγιοι και καλλιτέχνες του 18ου αι., που ασπάσθηκαν και ανέπτυξαν το μεταρρυθμιστικό και επαναστατικό κίνημα του Διαφωτισμού, κυρίως στη Γαλλία>>. 272. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 189-190.

Page 83: Paideia in Ioannina

83

αναίρεση της κριτικής που δέχεται η χριστιανική θρησκεία. Εκτός αυτού καταδικάζει τον

σκεπτικισμό273, επειδή επιζητεί να αποδείξει ότι η φύση μας εξαπατά συστηματικά με το να

μας προμηθεύει <<όργανα απάτης, όργανα ψευδή, όργανα άγνοιας>>. Ο Ψαλίδας γνωρίζει

ότι οι Λιμπερτίνοι (ελευθερόφρονες) κατεύθυναν στα άκρα τη θεωρία της <<διπλής

αλήθειας>>274, της φιλοσοφικής και της θεολογικής, διαχωρίζοντας ολότελα την ενέργεια

του νου από την ομολογία της πίστης. Γι’ αυτόν όμως το σημαντικότερο εφόδιο για τη

απόκτηση της αλήθειας παραμένει η αποκάλυψη που <<ησυχάζει τον νου, καταπραΰνει το

πνεύμα, διευθύνει την βούλησιν του ανθρώπου>>. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρουσιάζεται ο

<<μακαρισμός του ορθοδόξου>> σε ανοιχτή πια αντιπαραβολή με τον <<ψόγο του άθεου>>,

χωρίς τη λογική σύγκριση που επιδίωξε λίγα χρόνια νωρίτερα ο Καταρτζής275.

2.2. Η σημασία της Αληθούς Ευδαιμονίας

Πού αποκοπεί ο Ψαλίδας με την υπογράμμιση του επιθέτου <<αληθής>> στην

επικεφαλίδα και στις επιμέρους αναλύσεις του συγγράμματός του; Είναι προφανής η διάθεσή

του να αντιπαραθέσει την <<αληθή>>276 ευδαιμονία προς την ιδέα της ανθρώπινης ευτυχίας,

αίτημα ορόσημο, που έρχεται να ταράξει τα πνεύματα από τους Γάλλους και τους Άγγλους

<<ηθικολόγους>> και απετέλεσε τη ριζοσπαστική ιδεολογία της εποχής του γαλλικού

Διαφωτισμού. Βασικό γνώρισμα στις σχετικές θεωρήσεις των <<ηθικολόγων>> ήταν η

ανάμειξη της φιλοσοφίας του Επίκουρου277 και του στωικισμού278. Η κοινωνική διάσταση

273. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1624. Σκεπτικισμός: <<φιλοσοφικό ρεύμα που δεν αποδέχεται την ύπαρξη πραγματικής γνώσεως για τα πράγματα, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την αυθεντικότητα και την ισχύ γενικώς παραδεκτών αληθειών>>. 274. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 192. Ο Νούτσος αναφέρει στον Locke. Ο Locke ζήτησε να ορισθούν τα σύνορα ανάμεσα στην πίστη και το λόγο τονίζοντας πως ο λόγος πρέπει να είναι ο <<last judge and guide in every thing>>: Essay, Book 4, ch. 19. (τ. ΙΙΙ, σ. 156). Βλ. και τις αναλύσεις του φίλου του Α. Collins (ο Ψαλίδας τον εξελληνίζει σε <<Κολίνος>>), Discourse of Free- Thinking (London 1713), σ. 5 κκ. Για τις υστερομεσαιωνικές απαρχές της <<διπλής αλήθειας>> βλ. Π. Χ. Νούτσου, Ο νομιναλισμός (Αθήνα 1980), σ. 89, 93. 275. Αυτόθι, σ. 192. Εγκώμιο του Φιλοσόφου, Μακαρισμός του Ορθοδόξου, Ψόγος του άθεου, Ταλάνισμα του Δεισιδαίμων (1785), Τα Ευρισκόμενα (έκδ. Κ. Θ. Δημαρά, Αθήνα 1970), σ. 72 κκ. Για τον αρχαιοελληνικό όρο <<μακαρισμός>> βλ. Αριστοτέλη, Ρητορική 1367 b 33-36. Τη διάκριση της <<μακαριότητας>> από την <<ευδαιμονία>> υιοθετεί ο Κούμας, Σύνταγμα, τ. 1, σ. 172/73. Για τις σχετικές πηγές βλ. Ρ. Αργυροπούλου-Λουγγή, Η <<Ηθική>> του Κ. Μ. Κούμα και η <<Σύνοψις πρακτικής φιλοσοφίας>> του W. Krug: Φιλοσοφία, 7 (1977) 455 κκ. Την αριστοτελική (Μεταφρ. 1047 b 18, 1072 b 17, 1178 a 18, Ηθ. Νικ. 1101 a 6) αυτή διάκριση δέχεται και ο Λούκας, όπ. Παπ., σ. 182. 276. Αυτόθι, σ. 192. Με τον ίδιο τίτλο (<<Περί της αληθούς ευδαιμονίας>>) υπάρχει κείμενο του Αλ. Μαυροκορδάτου (+ 1709) που δημοσιεύεται αργότερα στα: Φροντίσματα (Βιέννη 1805). Πρβλ. Δ. Ν. Δάρβαρη, Αληθής οδός εις την ευδαιμονίαν (Βιέννη 1796). Την έκφραση <<αληθή ευδαιμονία>> επισημαίνουμε στον Καταρτζή όπ., παρ., σ. 77. 277. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 655. Επίκουρος: <<αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος (341-270 π. Χ. ), η σχολή του οποίου υπήρξε από τις σημαντικότερες της εποχής του, ενώ η ηθική του φιλοσοφία χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη σημασία που δίνεται στην ψυχική αταραξία, στην ευζωία και στη φιλία έναντι του έρωτα και της πολιτικής>>.

Page 84: Paideia in Ioannina

84

της ευτυχίας του ανθρώπου συνιστούσε το ιδεολογικό υπόβαθρο της γαλλικής επανάστασης

και το σημείο αναφοράς φυσιοκρατών και εγκυκλοπαιδιστών. Το 1754 ο Turgo έγραφε πως η

αληθινή ηθική βλέπει όλους τους ανθρώπους υπό το ίδιο πρίσμα. Αποδέχεται για όλους το

ίδιο δικαίωμα στην ευδαιμονία. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Helvetius, συνδέοντας την ηθική

με την πολιτική και θεωρώντας τον Επίκουρο ως τον <<μόνον απ’ τους αρχαίους που έκανε

ανθρώπινη την αξία των φιλοσόφων>>, είχε την πεποίθηση πως με την πρέπουσα αγωγή οι

άνθρωποι μπορούν να γίνουν πιο δυνατοί, πιο άξιοι και σε τελευταία ανάλυση ικανοί να

συμμετέχουν εξίσου στο κοινωνικό αγαθό που λέγεται ευτυχία. Στα ίδια περίπου ιδεολογικά

όρια κυμαίνεται και ο Ανώνυμος της Ελληνικής Νομαρχίας, όταν κάνει λόγο για τους

<<πολυπράγμονες της ανθρώπινης ευδαιμονίας>> και εκφράζει την άποψη πως στη

<<νομαρχία>> (= αρχή του νόμου) εντοπίζεται η ευτυχία μας και πως <<η ελευθερία και η

ομοιότης (= ισότητα) είναι τα πρώτα και σημαντικότερα μέσα της ανθρώπινης

ευδαιμονίας>>279.

Στο σημείο αυτό διαπιστώνουμε πως ο Νούτσος διαφωνεί με τον Δημαρά, ο οποίος

ισχυρίζεται πως η Αληθής Ευδαιμονία αποτελεί μια <<καινούρια>>, <<πρωτότυπη>> και

πολύ περισσότερο <<ανατρεπτική ιδέα>>. Κατά τον Νούτσο, όταν ο Ψαλίδας ορίζει την

ευδαιμονία: ως ησυχία του νου και ευρωστία του σώματος, δεν υιοθετεί το επικούρειο

πνεύμα αυτού του ορισμού, αντίθετα, διασαφηνίζει πως η θεία Αποκάλυψη καθησυχάζει τον

νου, γαληνεύει το πνεύμα, κατευθύνει την επιθυμία του ανθρώπου. Άλλωστε αυτός είναι ο

σκοπός του βιβλίου του, όπως παρουσιάζεται από τον ίδιο τον δημιουργό του: αυτοί που θα

διαβάσουν το συγκεκριμένο βιβλίο με μεγάλη προσοχή, θα καταλάβουν την έννοια της

αληθινής ευδαιμονίας, η οποία βρίσκεται σε αντιστοιχία με τη φύσει μας, σε αρμονική σχέση

με τον λόγο, που δεν αντιβαίνει στη θεία βούληση, η οποία θεία βούληση είναι ο ίδιος ο

φυσικός νόμος280. Σε κάθε περίπτωση σ’ αυτό το έργο του νεαρού συγγραφέα από τα

278. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1690. Στωικισμός: <<η φιλοσοφική σχολή και το φιλοσοφικό σύστημα που ιδρύθηκε από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα και αναπτύχθηκε από μαθητές του στην ελληνιστική εποχή και την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, διδάσκοντας την αποφυγή των υπερβολών (που οδηγούν στην ταραχή και την ανησυχία), την ενότητα όλων των ανθρώπων βάσει της κοινής φύσης τους και την υπεροχή της λογικής και έδινε έμφαση στις έννοιες της ηθικής τάξεως, του καθήκοντος, της δικαιοσύνης, καθώς και στην ουσιαστική αξία του ανθρώπου και στην καλοκαγαθία της θεϊκής φύσης>>. 279. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 192-194. 280. Αυτόθι, σσ. 194-196. Η έκφραση: <<φυσικός νόμος>> (ΑΕ, σ. 12, 16, 20, 22) είναι αυτονόητο πως δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως <<droit naturel>> των Γάλλων διαφωτιστών (όπως το επιχειρεί ο Βρανούσης, όπ., παρ., σ. 364 και ο Παπανούτσος, όπ., παρ., σ. 31.), γιατί ο Ψαλίδας εμπνέεται από την παραδοσιακή φιλοσοφία του δικαίου που εξισώνει το <<jus naturale>> με το <<jus divinum>>. Γι’ αυτούς τους όρους βλ. Νούτσου, Ο νομιναλισμός, σ. 51 κκ.. Στα ανέκδοτα <<Στοιχεία Ηθικής>> του Βενιαμίν Λεσβίου υπάρχουν δυο κεφάλαια (<<Περί του φυσικού δικαιώματος του ανθρώπου>> και <<Περί φυσικών χρεών>>) που απηχούν τις απόψεις του γαλλικού Διαφωτισμού για το <<φυσικό δίκαιο>> (Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών, 10, 1939, 465 κκ.). Τελικά θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως η <<κοσμική>> θεώρηση του <<φυσικού δικαίου>>,

Page 85: Paideia in Ioannina

85

Ιωάννινα είναι εμφανής ο μεσσιανισμός του και η πρόθεσή του να αφοπλίσει αυτούς που

μεταφέρουν την ιδέα της αμφιβολίας και γίνονται παραίτιοι της ανησυχίας του νου των

πιστών της χριστιανικής εξ αποκαλύψεως αλήθειας και τη διασύρουν σαν δόξα και φαντασία.

Γι’ αυτό το λόγο συμμερίζεται τη γνώμη του Αθανάσιου Πάριου, ο οποίος δήλωνε

προκλητικά ότι <<τα μαθήματα της έξω σοφίας δεν είναι αναγκαία προς την αληθινή

ευδαιμονία… Η Ευρώπη είναι το χάος της απωλείας>>281.

2.3. Η επίγνωση των τεσσάρων αρχών της Αληθούς Ευδαιμονίας

Η επίτευξη της αληθινής ευδαιμονίας πραγματοποιείται με την εις βάθος συναίσθηση

των τεσσάρων αρχών τις οποίες επεξεργάζεται ο Ψαλίδας στο φιλοσοφικό έργο του: η

ύπαρξη του Θεού, η αθανασία της ψυχής, η μεταθανάτια αντίδοση, και η ελευθερία του

ανθρώπου. Ο συγγραφέας διαπραγματεύεται τις τέσσερις αρχές λογικά, κατά την

Αποκάλυψη, ιστορικά και τελικά φιλοσοφικά. Αναφορικά με την ύπαρξη του Θεού,

προσπαθεί να αποδείξει πως η οντότητα ή όχι της θεότητας δεν είναι έργο του λόγου, αλλά

της Αποκάλυψης. Παραινετικά προστρέχει στη θρησκευτική και όχι στην κοσμική ιστορία

και στις ιδέες των φιλοσόφων παλαιότερων και νεώτερων, επειδή νομίζει πως αποδεικνύουν

τη μαζική και ατομική εκπροσώπηση της Αποκάλυψης.

Η δεύτερη αρχή συνδέεται με την αθανασία της <<λογικής ψυχής>>, που η

Αποκάλυψη την παρέχει απευθείας στον άνθρωπο, χωρίς να μπορεί να την αποδείξει με τη

λογική του. Σ’ αυτό το σημείο ο Ψαλίδας, αν και μιλάει θετικά για τον Locke και τον

Voltaire, αντιτάσσεται στον Helvetius, ο οποίος δεν αναγνώριζε καμιά ποιοτική διαφορά

μεταξύ ανθρώπων και ζώων, ενώ εκθειάζει τον Leibniz και τον Wolff που υπεραμύνονται του

άλλου χαρακτήρα του ψυχικού κόσμου. Σε γενικές γραμμές όσοι πιστεύουν σ’ αυτό το

γεγονός <<τη θεία Αποκαλύψει εμμένοντες>> διαφυλάσσουν την ηρεμία και τη γαλήνη του

νου, προϋποθέσεις που συντελούν στην κατάκτηση της αληθινής ευδαιμονίας.

Η τρίτη και τέταρτη αρχή προβληματίζουν εξίσου το νεαρό συγγραφέα. Ιδιαίτερα η

ελευθερία ορίζεται ως <<η δύναμη της λογικής Υποστάσεως, δια της οποίας μπορεί να

ενεργήσει άνευ ποιητικού εξωτερικού αιτίου, δηλαδή έτσι, όπου αυτή να είναι ποιητικό αίτιο

της πράξεως>>. Κι εδώ ο Ψαλίδας απορρίπτει κατηγορηματικά τις ντετερμινιστικές282 θέσεις

από τις αρχές κιόλας, θέτει σε διαθεσιμότητα τη θεότητα: <<Το φυσικό δίκαιο θα υπήρχε κι αν ακόμα δεν υπήρχε Θεός, κι αν αυτός δεν έδειχνε ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα>>. 281. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 197. 282. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1210. Ντετερμινισμός: <<η θεωρία σύμφωνα με την οποία όλα τα φαινόμενα, τα γεγονότα, τα συμβάντα κ.λπ. της πραγματικότητας είναι αιτιωδώς προσδιορισμένα, γίνονται κατά αιτιώδη συνάφεια και σύμφωνα με τους φυσικούς και τους αντικειμενικούς νόμους>>.

Page 86: Paideia in Ioannina

86

για την ελευθερία που εξέφρασαν οι Hobbes, Collins και Helvetius για να οδηγηθεί στους

εξής συλλογισμούς του: να καλοτυχίσουμε και να επαινέσουμε εκείνους, που όντως γνώστες

της έλλειψης και της αδυναμίας του ανθρώπινου λόγου, μένουν σταθεροί και αταλάντευτοι

στην ιδέα της Αποκάλυψης για την ελευθερία. Αναμφίβολα η μεταφυσική (και όχι η

κοινωνικοπολιτική) επισκόπηση της ελευθερίας αρνείται να δεχτεί το μηχανιστικό

κοσμοείδωλο της Ευρώπης, από τον ύστερο Μεσαίωνα μέχρι τον 19ο αιώνα, το ρολόι. Ενώ

για παράδειγμα οι Ντετερμινιστές La Mettrie και R. Boyle ερμηνεύουν με το ρολόι τις

ψυχοσωματικές κινήσεις του ανθρώπου, ο Ψαλίδας αντικρούει την ιδέα πως αυτός είναι μια

μηχανή που κινείται εξαιτίας των φυσικών δυνάμεων283.

2.4. Η φιλοσοφική διαφοροποίηση του Ψαλίδα σε σχέση με τα πορίσματα των

<<νεώτερων φιλοσόφων>>

Σύμφωνα με τον Νούτσο, ο Αθ. Ψαλίδας, διαμέσου των απόψεών του στην Αληθή

Ευδαιμονία διαφωνεί ριζικά με τα πορίσματα των νεώτερων φιλοσόφων. Άλλοτε

απερίφραστα και άλλοτε συγκαλυμμένα ο Ψαλίδας προσπαθεί να εξουδετερώσει τη

θεωρητική υπόστασή τους και κατ’ επέκταση να ανακόψει τη διάδοσή τους στον χριστιανικό

κόσμο. Στην αντιπαράθεση μεταξύ παλαιότερων και νεώτερων φιλοσόφων284, η οποία

ταλάνιζε την Ευρώπη ειδικά κατά τον 18ο αιώνα, ο Ψαλίδας θα πορευθεί με τους πρώτους

χωρίς να τους θεωρεί ισάξιους ή ίδιους με τους αρχαίους κλασικούς, αλλά θεωρώντας τους

φορείς (<<σπερματικά ή ολοκληρωμένα) της εξ Αποκαλύψεως>> χριστιανικής αλήθειας. Στο

εισαγωγικό τμήμα του βιβλίου του γνωστοποιεί έγκαιρα και απροσχημάτιστα τις προθέσεις

του: <<θέλετε έχει διά παίγνιον όλους τους εχθρούς της θρησκείας, καθώς και ο Ρουσσώ, ο

Βολτέρος, ο Ελβέτιος, και άλλοι παρόμοιοι, δεν θέλετε τους τιμά πλέον ως νόες

αλάνθαστους, και ως μάλλον ημών εννοούντας, αλλ’ ως εαυτοίς μη συνειδότας>>.

Τη στιγμή που ο Ψαλίδας βρίσκεται στο δίλημμα τι να επιλέξει, ανάμεσα στην

αυθεντία των παλαιότερων φιλοσόφων και τον νεωτερισμό των σύγχρονων, αντιτίθεται χωρίς

δισταγμό στις θέσεις των νεωτεριστών προβάλλοντας την ακόλουθη επιχειρηματολογία: εν

πρώτοις δεν συμμερίζομαι τις απόψεις των νεωτεριστών, επειδή η εκτίμηση που τρέφει ο

κόσμος γι’ αυτούς δεν είναι μεγάλη, μιας και υιοθέτησαν απόψεις παλαιοτέρων και τις

283. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 197-200. 284. Αυτόθι, σ. 197. Εύγλωττη της διάστασης απόψεων προβάλλει η άποψη του Holbach πως η ευτυχία του ανθρώπου κερδίζεται με τη διάλυση των θρησκευτικών προλήψεων που καταδυναστεύουν τον νου του. Επίσης δεν ακολουθεί τον Ψαλίδα στην αποσιώπηση των δικαιωμάτων του σώματος.

Page 87: Paideia in Ioannina

87

υπερασπίζονται για δικές τους και κατά δεύτερο λόγο, γιατί τα συγγράμματά τους δεν

τυγχάνουν εκτίμησης ανάμεσα στους συνετούς και τους εκπαιδευμένους.

Από την άλλη μεριά η δήλωση του Ψαλίδα: <<δεν δογματίζομεν κατά Κάντ>>

ερμηνεύτηκε σε σχέση πάντα με ό,τι δεσμεύεται πως θα πράξει στα Καλοκινήματα, έργο

μεταγενέστερο του Ψαλίδα, στο οποίο θα αναφερθούμε ακολούθως, ως η απαρχή της

διεξοδικής αναίρεσης όσων είχε υπεραμυνθεί μέχρι πρότινος. Σύμφωνα με τον Νούτσο, με

βάση όσα εκτέθηκαν ως τώρα δεν προκύπτει πουθενά επηρεασμός της Αληθούς Ευδαιμονίας

από τη φιλοσοφία του Κάντ. Η παρερμηνεία σχετικά με τον καντιανισμό του πρωτόλειου

συγγράμματος του Ψαλίδα ανέκυψε από συμφυρμό με τις λογικές και γνωσιολογικές θεωρίες

που εκφράζει στα Καλοκινήματα και στην ανέκδοτη Λογική του. Στο σημείο αυτό η άποψη

του Νούτσου διαφοροποιείται από του Παπανούτσου285, του Δημαρά286, και της

Αργυροπούλου287. Σε έκφραση επιφυλάξεων αρκείται ο Henderson, γράφοντας πως ο νεαρός

Ψαλίδας αξιοποιεί καταλλήλως τον Κάντ για δικούς του μάλλον σκοπούς, παρά ότι

αναλαβαίνει την υπεράσπιση και την εξάπλωση των απόψεων του τελευταίου. Τέλος,

συμπεραίνει ο Νούτσος, αποκωδικοποιώντας κανείς τα μηνύματα της Αληθούς Ευδαιμονίας

και εξετάζοντας διεξοδικά τις πηγές της διαπιστώνει τη ριζική αντίθεση του έργου του

Ψαλίδα σε σχέση με τον φιλοσοφικό τρόπο σκέψης του Κάντ. Ο Ψαλίδας φαίνεται πως

επηρεάζεται φιλοσοφικά από τη σχολή του Wolff, η οποία σχολή είχε εστιάσει την προσοχή

της Μεταφυσικής στον κόσμο, την ψυχή και τον θεό. Εκπρόσωπος αυτής της τάσης και

καθηγητής της <<θεωρητικής φιλοσοφίας>> υπήρξε ο F. S. Karpe (+ 1806) δυναμικός

αντίπαλος του Kant. Η διάσταση του εισηγητή της <<κριτικής φιλοσοφίας>> με τον

εκπρόσωπο της παραδοσιακής μεταφυσικής και η προσπάθειά του να την ανακαινίσει δε

συνάδουν με αυτό το σύγγραμμα του Αθ. Ψαλίδα, που επαίρεται για τις καινούριες ιδέες και

κρίσεις που κομίζει και παροτρύνει τον αναγνώστη να μην είναι <<Πλατωνικός, ούτε

285. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 197-203. Ό. π., σ. 33: <<Η συγγένεια της κριτικής του Ψαλίδα προς την Καντιανή κριτική της Κοσμολογίας, της Ψυχολογίας και της Ηθικής του δογματικού ρασιοναλισμού είναι ολοφάνερη>>. Πρβλ. Ι. Ο. Καλογήρου, Αι θρησκευτικαί πεποιθήσεις του Αθανασίου Ψαλίδα: Ηπειρωτική Εστία, 1 (1952), 492 : <<… δεικνύει εξάρτησιν από μιας απόψεως εκ του Κάντ>>. Πρβλ. Αγγέλου, Πώς η νεοελληνική σκέψη εγνώρισε το <<Δοκίμιο>> του John Locke : Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, 7 (1954), 146. 286. Αυτόθι, σ. 203. Νεοελληνικός Διαφωτισμός, σ. 289 : <<Η φιλοσοφική παραγωγή του […] προσγράφεται στην διδασκαλία του Κant>>. Πρβλ. Αγέλου, Πλάτωνος, σ. 94 : <<… καμμιά στιγμή δεν παύει να ακολουθεί πολύ πιστά τον Kant>>. 287. Αυτόθι, σ. 203. Αναφέρει ο Νούτσος πως ο Κ. Μ. Κούμας ως φιλόσοφος, Επιλεγόμενα στο: Tennemann, ό. π. 231 (σημ. 22): <<Ήδη το 1791 ο Αθανάσιος Ψαλίδας επηρεασμένος από τον Καντιανισμό εκδίδει το έργο του Αληθής Ευδαιμονία>>. Πρβλ. Μ. Δραγώνα – Μονάχου, ό. π., σ. 99/100: <<… από σαφή καντιανή επίδραση… ένας καντιανός φιλόσοφος>>. Πρβλ. Ν. Ψημμένου, Βιβλιογραφία για την Ήπειρο (1969-1979). Φιλοσοφία: Ηπειρωτικά Χρονικά, 22 (1980), 274.

Page 88: Paideia in Ioannina

88

Αριστοτελικός, ούτε κατά Λαϊβνίτιον, ούτε κατά Ουόλφιον, ούτε κατά Κάντ, ούτε κατ’ άλλον

τινά>>288.

3. Ο νέος φιλοσοφικός προσανατολισμός του Αθ. Ψαλίδα και η σημασία του

Σύμφωνα με τον Βρανούση, ο νεαρός φιλόσοφος, ύστερα από τρία χρόνια

συγγραφικής απραξίας, εμφανίζεται με το σύγγραμμα Καλοκινήματα, έργο που τύπωσε ο

ίδιος ο Ψαλίδας ανώνυμα στη Βιέννη το 1795. Οι λόγοι που οδήγησαν τον Ψαλίδα στην

έκδοση του νέου φιλοσοφικού πονήματός του ήταν: η αντίθεσή του προς το παλαιό και

ξεπερασμένο πνεύμα, που επισκίαζε τη ζωή και τις αντιλήψεις των ομογενών του, η

ενσυνείδητη αναγεννητική εξόρμηση του ίδιου, που έρχεται να επικρίνει την αμετάβλητη και

οπισθοδρομική στάση των <<αναγνωρισμένων>> λογίων της εποχής του και σηματοδοτεί

έτσι την καινούρια γραμμή που πρέπει ν’ ακολουθήσει η πνευματική πορεία του νέου

ελληνισμού.

Ο τίτλος Καλοκινήματα ερμηνεύεται ως προοίμιο και δημόσια ανακοίνωση ενός νέου

ξεκινήματος. Δεν είναι το πρώτο φιλοσοφικό πόνημα του Ψαλίδα, αλλά είναι η πρώτη του

εξόρμηση με στόχο την υλοποίηση ενός ανακαινιστικού προγράμματος που θα αποσκοπεί

στην αφύπνιση του Γένους.289.

Ο Νούτσος σε μελέτη του υποστηρίζει, ότι τα Καλοκινήματα υπάρχουν σε κάποιο

αρχικό στάδιο στην εισαγωγή της ελληνικής μετάφρασης της Λογικής του Chr. Baumeister.

Το σύγγραμμα αυτό διέκοψε τη νόμιμη κυκλοφορία του από την αγορά για να αφαιρεθούν οι

επικριτικοί σχολιασμοί που γίνονταν στην αντίστοιχη Λογική του Ευγένιου Βούλγαρη. Μετά

την απόσυρση των επίμαχων σημείων από τον εκδότη λόγω των σφοδρών αισθημάτων οργής

εκ μέρους των εκκλησιαστικών παραγόντων της Βιέννης, ο Αθ. Ψαλίδας δημοσιεύει ανώνυμα

πια τα Καλοκινήματα που σηματοδοτούν τον νέο προσανατολισμό της σκέψης του. Το βιβλίο

288. Αυτόθι, σ. 205. Ο Kant θεωρεί την ηθική βεβαιότητα, που προσφέρει ο πρακτικός λόγος, προϋπόθεση της θρησκευτικής βεβαιότητας και όχι το αντίστροφο. Επίσης η a priori (εκ των προτέρων) γνώση της <<υπερβατικής ελευθερίας>>, που τον οδηγεί στην τρίτη αντινομία, γίνεται η πηγή για την αντικειμενική πραγματικότητα της ιδέας του Θεού και της αθανασίας της ψυχής. Ο Ψαλίδας αρχίζει με την θεότητα και καταλήγει σ’ αυτήν. Ο Kant αναφέρεται στην <<καθαρή πνευματική πίστη>> που διακρίνει τον καθαρό λόγο στην απριορική του λειτουργία, ενώ ο συγγραφέας της <<Αληθούς Ευδαιμονίας>> δέχεται τα πάντα a posteriori (εκ των υστέρων) για να φτάσει <<δια της εις άτοπον απαγωγής>> στην παντοδυναμία της Αποκάλυψης, που κάποτε την ειρωνεύτηκε ο Kant. Όπως μάλιστα έγραφε ο ίδιος η μεταφυσική του διαλεκτική δεν πήγασε από τα προβλήματα της ύπαρξης του Θεού ή της αθανασίας της ψυχής, αλλά από τις <<αντινομίες του καθαρού Λόγου>>. Η καντιανή κριτική των αποδείξεων της θεότητας (οντολογική, κοσμολογική και φυσικο-θεολογική) προϋποθέτει βασικά τις νεώτερες αντιλήψεις (Descartes, Leibniz, εκπρόσωποι της <<φυσικής θεολογίας>>, όπως ο W. Derham), ενώ ο Ψαλίδας έχει κυρίως υπόψη του τις αριστοτελικές και σχολαστικές συζητήσεις. Μια συστηματική συνεξέταση των θέσεων της <<Αληθούς Ευδαιμονίας>>, της <<Κριτικής του καθαρού λόγου>> ίσως δείξει τη διαφορετική τους επιχειρηματολογία και τον αντίθετο προσανατολισμό: Ο νεαρός Ψαλίδας μάλλον δε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν εισηγητής της κριτικής φιλοσοφίας στον τόπο μας. Πρβλ. την αντίθετη άποψη του Κύρκου, ό. π., σ. 251 κκ. 289. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 341-342.

Page 89: Paideia in Ioannina

89

αυτό είναι μια έκδηλη δυσαρέσκεια κατά του Ευγένιου Βούλγαρη και ιδιαίτερα κατά της

Λογικής του, η οποία είχε επιβληθεί στον πνευματικό κόσμο του ελλαδικού χώρου. Τα

επιμέρους σημεία που επικεντρώνουν τις βολές του ριζοσπάστη μαθητή προς τον

αναχρονιστικό πια δάσκαλο είναι τα ακόλουθα: α) ο προβληματισμός της πηγής των ιδεών

δεν επιλύεται με φιλοσοφικό τρόπο, αλλά με φιλοσοφικοθεολογικό, β) η Αποκάλυψη ως

πεδίο εκπόρευσης των ιδεών είναι πλέον ανεδαφική στο χώρο της φιλοσοφίας, γ) η ίδια (αυτή

καθαυτή) η ψυχή δεν πρέπει να λαμβάνεται ως αφετηρία των ιδεών, δ) η ασάφεια του

νοήματος και η γλωσσική λογιότητα της Λογικής καθιστούν αυτή τελείως ακατάλληλη για

την ακαδημαϊκή διδασκαλία και την ευόδωση της φιλοσοφικής σκέψης, ε) η μη συστηματική

επεξεργασία των <<Προδιατριβών>> και η ένταξή τους σε έργα Λογικής και όχι

Μεταφυσικής συνιστά θεμελιώδους σημασίας αδυναμία290.

Οι ευπρεπείς αυτές κατηγορίες αναμειγνύονται με πολλές καθαρά προσωπικές και

ανεξήγητες κατακρίσεις, όπως για παράδειγμα ήταν η αναφορά στη ματαιοδοξία και τον

εγωισμό του Βούλγαρη, ο οποίος περιφρόνησε την πατρίδα και το γένος του και βρέθηκε σε

ξένα μέρη ανάμεσα σε αλλογενείς, μη ενδιαφερόμενος για την πατρίδα του παρά μόνο για την

προσωπική του άνεση. Έπραττε σωστά ο Ψαλίδας προβαίνοντας σε τέτοιου είδους επικρίσεις;

Μια πρώτη ανασκευή των ειρημένων του Ψαλίδα επιχειρήθηκε από τον ίδιο τον Βούλγαρη,

αλλά και από τον Henderson. Φαίνεται πως ο Ψαλίδας συγχέει τις δυο φάσεις της

πνευματικής πορείας του Βούλγαρη: η πρώτη, περισσότερο εκσυγχρονιστική με

αποκορύφωμα την έκδοση της Λογικής το 1766 και η δεύτερη, στην αυλή της Αικατερίνης

Β΄, χαρακτηρίζεται από τη βαθμιαία του μεταστροφή προς τον συντηρητισμό.

Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατεθεί πως, από τους κύκλους των ακροατών του

Βούλγαρη ξεκίνησε η αμφισβήτηση της καθηγητικής του αυθεντίας, μιας και έβλεπαν τον

δάσκαλό τους προϊόντος του χρόνου να ρέπει προς έναν άκαρπο συντηρητισμό ασύμφωνο με

τις αρχικές του πεποιθήσεις. Αυτή η μη παραδοχή του κύρους του Βούλγαρη επεκτείνονταν

και στο εγχειρίδιό του τη Λογική. Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας τον κατηγορούσε ότι στο

ογκωδέστατο βιβλίο του δεν επιδοκίμαζε ούτε αποδέχονταν το απλό ύφος με αποτέλεσμα η

διδασκαλία του να προσπορίζει μια ατελή, μπερδεμένη και επιφανειακή έννοια της λογικής.

Οι γλωσσικές προτιμήσεις του Βούλγαρη αποτέλεσαν σημείο σφοδρής επίθεσης από τον

Ψαλίδα, ο οποίος είχε σχολιάσει: παρόλο που το σύστημα και η μέθοδος της Λογικής του

είναι σύμφωνα με τις νεωτεριστικές επιταγές, υπάρχει τέτοια σύγχυση ιδεών, που

κατασταίνεται δυσνόητη και ανώφελη όχι μόνο στους μαθητές, αλλά και στους δασκάλους.

290. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σσ. 205-206.

Page 90: Paideia in Ioannina

90

Αν παραλείψουμε αυτή τη δικαιολογημένη κριτική μήπως τα Καλοκινήματα συνιστούν ένα

νέο ξεκίνημα του Ψαλίδα και κατά συνέπεια μια έμμεση αποδοκιμασία της Αληθούς

Ευδαιμονίας; Μήπως φιλοσοφοθεολογών δεν υπήρξε και ο ίδιος στο πρώτο του βιβλίο;

Μήπως δεν ωθήθηκε στο αποκορύφωμα της Αποκάλυψης με την ανάδειξή της σε μοναδική

πηγή γνώσης των <<τεσσάρων αρχών>>; Μήπως δεν εκτίμησε θετικά την <<εσωτερική

αίσθηση>>; Στο σημείο αυτό έγκειται η σπουδαιότητα της επίθεσης εναντίον του

Βούλγαρη291: αποτελεί την αποδοκιμασία και των δικών του θέσεων (τις οποίες είχε

υποστηρίξει λίγα χρόνια νωρίτερα, επηρεασμένος από τον Κερκυραίο δάσκαλό του) και τη

σηματοδότηση μιας νέας πορείας292.

3.1. Μαρτυρίες της μεταστροφής του Ψαλίδα και η σημασία τους

Μελετώντας κανείς προσεκτικά τα Καλοκινήματα ανακαλύπτει ορισμένα σημεία

δηλωτικά της αλλαγής του τρόπου σκέψης του Ψαλίδα. Παραθέτουμε τα σημαντικότερα:

1) Η διάθεση από τον ίδιο ν’ ασκήσει κριτική στις αυθεντίες.

Ο Δημαράς γράφει ότι στα 1795, ένας νέος επικριτικός και ίσως ζηλόφθονος, ο Αθ.

Ψαλίδας, εκδίδει στη Βιέννη ένα ολιγοσέλιδο έντυπο, με σκοπό να πλήξει τη Λογική του

Ευγένιου Βούλγαρη και τον ίδιο: <<όκνος, λύπη, αισχύνη και θυμός τη αληθεία έχει με, όταν

στοχάζομαι τα λοιπά συγγράμματα του Ευγενίου, και την υπόληψιν οπού έχουν οι ομογενείς

μου περί αυτού, μη εννοούντες ότι ο ανήρ ποτέ δεν εστοχάσθη να κοπιάσει δια την ωφέλειαν

αυτών, επειδή εις κάθε του σύγγραμμα φαίνεται φανερά η κενοδοξία του, ο εγωισμός, η

υπερηφάνεια και έπαρσις>>293. Επίσης, ο Νούτσος υποστηρίζει πως, παρά τον προσωπικό

και ίσως εμπαθή χαρακτήρα αυτής της επίθεσης του Αθ. Ψαλίδα κατά του Βούλγαρη,

εναντιώνεται σ’ έναν νέο <<κορυδαλισμό>>294 τον <<ευγενισμό>>295: <<τους ομογενείς μου

σπουδαίους κάμνωντάς τους περιεργοτέρους δια να μη λέγουν αυτός έφα και να μένουν

291. Αυτόθι, σ. 209. Το 1792 ο Ψαλίδας ονομάζει το Βούλγαρη <<καύχημα του Γένους, το κλέος της Κερκύρας, η κορωνίς των διδασκάλων>>. 292. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 209. 293. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 178-179. 294. Πολίτης, Λογοτεχνία, σσ. 61-63. Κορυδαλισμός: διδασκαλία του Θεόφιλου Κορυδαλέα (1560-1645), που είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος στην Ελλάδα του <<αριστοτελισμού>> της σχολής της Πάντοβας, όπου είχε μορφωθεί. Το έργο του αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από υπομνήματα στα έργα του Αριστοτέλη, που αποτέλεσαν για όλη την Τουρκοκρατία τα κυριότερα διδακτικά σχολικά βιβλία (άλλα τυπωμένα, τα περισσότερα χειρόγραφα). Τα έργα του Κορυδαλέα είναι φυσικά γραμμένα στην αρχαία και αρχαιόγλωσση θα μείνει η αναγεννώμενη παιδεία, που κύριος σκοπός της θα είναι η γλωσσική ερμηνεία των αρχαίων, με την οξύμωρα ονομαζόμενη <<ψυχαγωγική>> μέθοδο της σχολαστικής παραθέσεως συνωνύμων. 295. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 209. Ο Ψαλίδας χρησιμοποιεί το ρήμα <<ευγενίζω>> με σκωπτική διάθεση. Η επίθεση εναντίον του <<κλεινού>> Ευγένιου, όπως συνήθιζαν να αποκαλούν τον Βούλγαρη με θαυμασμό στην εποχή του ή με ειρωνεία οι νεώτεροί του, εγκαινιάζει μια μαχητική αντίδραση προς την ενδεχόμενη επανάληψη ενός νέου <<κορυδαλισμού>> του <<ευγενισμού>>.

Page 91: Paideia in Ioannina

91

πάντοτε εις ψευδείς προλήψεις κατασταίνοντες τον νουν τους περιορισμένο υπέρ το δέον και

ενδότερον των φυσικών ορίων, αλλά να ερευνούν, να συγκρίνουν>>296.

2) Η καταδίκη του προς τον γλωσσικό λογιοτατισμό.

Ο Κ. Βακαλόπουλος επισημαίνει πως, με το έργο του Καλοκινήματα ο Ψαλίδας ασκεί

έντονη κριτική στους ξερούς γραμματικούς και σ’ αυτούς που χρησιμοποιούν το πομπώδες

ύφος στην έκφραση και γράφει γι αυτούς: <<Όλοι σχεδόν οι διδάσκαλοι του γένους μας είναι

διδασκαλάκια, τα οποία ήτοι μεταφράζοντα καμμίαν γραμματικίτζαν ή διδάσκοντα το τύπτω

και το εκ τρίτου και εκ τετάρτου του Γαζή ή συγγράφοντα τρεις τέσσαρας στίχους ποιητικούς

νομίζουν ότι έκαμαν μεγάλον τι εις το κοινόν ή αύξησαν κανένα μέρος της φιλοσοφίας, όθεν

κομπάζουν θέλοντες να νομίζονται Φιλόσοφοι οι ανόητοι, δια τα λεξίδια οι λεξιθήρες>>297.

3) Η συμβολή του Ψαλίδα στη δημιουργία επαναστατικού κλίματος.

Η αντιπαραβολή του παρελθόντος με το παρόν από τον Ψαλίδα του επιβάλλει όχι

μόνο να θλίβεται για περασμένες δόξες, αλλά και να επιθυμεί με πάθος ένα καλύτερο μέλλον

για το <<ταλαιπωρημένο γένος>>298. Για τον λόγο αυτό αποτείνεται στους συμπατριώτες του

με πάθος, ζωηρότητα και έντονο ενδιαφέρον προσπαθώντας να αφυπνίσει τις συνειδήσεις

τους, να τους μάθει το βαθύτερο νόημα των μελλοντικών προσπαθειών τους και να τους

ενθαρρύνει προς την απελευθέρωση του έθνους299. Αν και το 1790 οι απόψεις του Ψαλίδα δε

συνάδουν απόλυτα με τις ιδέες του Ρήγα, σύμφωνα με μια πληροφορία του Περραιβού (ο

νεαρότερος από τους συντρόφους του Ρήγα) τον βρίσκουμε να αλληλογραφεί μαζί του,

μυημένος πια στα της επανάστασης, πριν από το 1800300.

4) Η απομάκρυνση από τη ρωσόφιλη πολιτική.

Ενώ στο πρωτόλειό του την Αληθή Ευδαιμονία προτάσσει έναν υπερβολικά

επαινετικό χαιρετισμό στην Αικατερίνη Β΄ και με αφορμή την επίσκεψη της Τσαρίνας στους

Έλληνες της Κριμαίας της αφιερώνει ένα λυρικό χρονικό, τώρα τάσσεται αναφανδόν υπέρ

της γαλλικής πολιτικής. Αιτίες αυτής της μεταστροφής υπήρξαν οι διαψεύσεις των ελληνικών

ελπίδων μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου (1792) και η αναζωπύρωση τους στην

πορεία από τα μηνύματα της γαλλικής επανάστασης.

5) Η εναρμόνιση προς την ευρωπαϊκή πολιτική.

Τη δυσφήμιση των ευρωπαϊκών και προπαντός, μετά το 1789, των γαλλικών ιδεών

είχαν επωμισθεί το Πατριαρχείο και οι Φαναριώτες, αφού είχαν διαγνώσει τον λυσιτελή τους

296. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 209. 297. Κ Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 288. 298. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σελ. 210. 299. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού- Ήπειρος, σ. 288.

Page 92: Paideia in Ioannina

92

ρόλο στην κατάλυση των παραδοσιακών κοινωνικών σχέσεων παραθεωρώντας (συνειδητά ή

όχι) την απελευθερωτική τους σημασία. Από αυτή την οπτική γωνία ο Κάλφογλου

στιχουργούσε: <<Δεν πηγαίν’ εις εκκλησίαν, γαλλικόν ότι έχει φως>>, ενώ ο Ιερόθεος

<<κατεβόα σφαδάζων>> στον Ιώσηπο Μοισιόδακα, ο οποίος είχε την πρόθεση να πάει για

ανώτερες σπουδές στο Πατάβιο: Αθεΐζουν όσοι σπουδάζουν στη Φραγκιά και μετά την

επιστροφή τους συμβάλλουν στο να αθεΐζουν και αυτοί που τους συναναστρέφονται. Ο

Ψαλίδας, όμως, στα Καλοκινήματα παροτρύνει κατηγορηματικά τους συμπατριώτες του να

έχουν ως πρότυπο τους Ευρωπαίους, τα λαμπρά και πολιτισμένα γένη όπως τους αποκαλεί. Ο

ίδιος δίνει το παράδειγμα αναφερόμενος θετικά στον Kant, τον Leibniz και τον Descartes,

χωρίς ωστόσο να υιοθετεί πλήρως τις προωθημένες θέσεις του γαλλικού Διαφωτισμού.

6) Το αυτεξούσιο της φιλοσοφίας

Παρά το γεγονός ότι στην Αληθή Ευδαιμονία ως ανώτατη πηγή γνώσης θεωρείται η

Αποκάλυψη, τώρα εγκαταλείπεται αυτή η εκδοχή με την παραδοχή των διαφορετικών τομέων

που αντιμετωπίζει ο φιλοσοφικός λόγος από τη μια μεριά και η θρησκευτική πίστη από την

άλλη. Χαρακτηριστικό των επιθέσεων που εκπορεύονταν από εκκλησιαστικούς κύκλους ήταν

το προσωνύμιο Βολταιροψαλιδίτης, που αποδόθηκε στον Ψαλίδα γι’ αυτή την μεταστροφή

του.

7) Η διδαχή της φυσικής και των μαθηματικών

Μετά την άφιξή του στη Βιέννη ο Ψαλίδας μετέφρασε την Αριθμητική του Metzburg

με σκοπό τη διάδοσή της στα ελληνικά σχολεία. Στα Καλοκινήματα μας γνωστοποιεί πως,

έχει έτοιμη προς έκδοση μια Πειραματική Φυσική κατά το πρότυπο των νεώτερων φυσικών

και χημικών. Την ίδια χρονιά που θα επέστρεφε στα Ιωάννινα θα έφερνε μαζί του όργανα για

την πειραματική απόδειξη των όσων επαγγέλλονται οι θετικές επιστήμες, πειράματα που

αναγκάζονταν να πραγματοποιεί μπροστά στα μάτια του Αλή Πασά και των συντηρητικών

παραγόντων της πόλης, με σκοπό τη διάλυση των δεισιδαιμονικών φόβων. Όμως, η έντονη

αντιπάθεια των εκκλησιαστικών κύκλων προς τις θετικές επιστήμες ήταν κατάφωρη. Τα

τρίγωνα και οι λογάριθμοι προκαλούν την αδιαφορία προς τα θεία έλεγε ο Πατριάρχης

Κύριλλος Ζ΄ και ο Αθανάσιος Πάριος πρόσθετε πως, τα μαθηματικά ήταν πηγή της αθεΐας, με

πρώτο εμφανές αποτέλεσμα την κατάργηση της νηστείας301.

8) Η επιβαλλόμενη επιστροφή του στην πατρίδα.

300. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 210. 301. Αυτόθι, σσ. 210-212.

Page 93: Paideia in Ioannina

93

Μια από τις σημαντικότερες κατηγορίες που απέδωσε ο Αθ. Ψαλίδας στον Ευγένιο

Βούλγαρη ήταν το γεγονός πως, ο τελευταίος, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του

μακριά απ’ την πατρίδα του, μέσα στις ανέσεις που του εξασφάλισε η ρωσική αυλή και για το

λόγο αυτό τον έψεξε δριμύτατα: <<καταφρονήσας την πατρίδα του και όλον του το γένος,

επρόσφυγεν εις ξένα βάρβαρα γένη, τον πατριωτισμόν δεύτερον ποιούμενος της ηδονής και

της γαστέρος…>>

Απαντώντας στις κατηγορίες του Αθ. Ψαλίδα, ο Ευγένιος Βούλγαρης, έγραφε

(Λογική, σελ. 12, παρ. ιγ΄): <<του γαρ σοφού πάσα μεν η Γη πατρίς, πόλις δε ο Κόσμος>>. Κι

ο Ψαλίδας κάνοντας κριτική στις θέσεις αυτές του Βούλγαρη, ανταπαντούσε με σκωπτική

διάθεση, αλλά και με πόνο:

<<… ώστε οπού και αυτού η πατρίς είναι όλη η Γη και πόλις η Ρωσία και συμπολίται

οι άρκτοι, φευ! Αλίμονο εις τους ομογενείς μου, οπού από παρόμοιο σοφό άνδρα προσδοκούν

φωτισμό και ωφέλεια…>>. Και διερωτάται:

<<Έτσι έλεγαν οι σοφοί πρόγονοί μας; … όχι βέβαια, όχι, επειδή αυτοί μάχονταν

υπέρ πατρίδος, προηρούντο θανείν υπέρ της πατρίδος και ζην κατά τα διάφορα περιστατικά

και όχι φυγείν…>>.

Το 1792 ο Ψαλίδας εκτιμούσε βαθύτατα τον Βούλγαρη και ένιωθε περήφανος γι’

αυτόν, όπως όλοι οι ομογενείς του, που διέτριβε στην αυλή της Αικατερίνης Β΄. Οι

χαρακτηρισμοί του τότε ήταν γεμάτοι επιδοκιμασία: <<ο Αρχιεπίσκοπος Σλαβωνίου και

Χερσώνος, ο Σοφότατος Ευγένιος, το καύχημα του Γένους, το κλέος της Κερκύρας, η

κορωνίδα των διδασκάλων, επισκόπων τε και αρχιεπισκόπων…>>. Το 1795 του απευθύνει

ολόκληρο κατηγορητήριο. Ο σοφότατος Ευγένιος, που υπήρξε άλλοτε η δόξα του Γένους,

μεταπίπτει τώρα σε φωτεινό παράδειγμα προς αποφυγήν. Δείγμα κι αυτό της αλλαγής που

έχει συντελεσθεί στον Ψαλίδα.

Ο Αθ. Ψαλίδας, εμφορούμενος από νέους φιλοσοφικούς προσανατολισμούς και

ριζοσπαστικές ιδεολογικοπολιτικές αντιλήψεις, θέλοντας να κάνει πράξη τους παραπάνω

συλλογισμούς του, έθετε εαυτόν στην υπηρεσία της πατρίδας του καθιστώντας την επιστροφή

σ’ αυτήν, εκ των ων ουκ άνευ. Οι θούριοι του Ρήγα Φεραίου αντηχούσαν μέσα του ως άλλες

σειρήνες καλώντας τον στην υπόδουλη Ελλάδα: <<Σας κράζει η Πατρίδα, σας θέλει, σας

πονεί!…>>302.

Εν κατακλείδι ο Αθ. Ψαλίδας θεωρούσε αυτούς που σταδιοδρομούν και μένουν για

πάντα στο εξωτερικό ανώφελους για το υπόδουλο Γένος, μιας και βρίσκονται μακριά και δεν

302. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 343-344.

Page 94: Paideia in Ioannina

94

μπορούν να συμβάλλουν στην ανόρθωσή του. Ο ίδιος ο Αθανάσιος Ψαλίδας λίγο πριν την

οριστική επιστροφή του στα Ιωάννινα, αρνήθηκε δελεαστική πρόταση της Ακαδημίας της

Πέστης για ανάληψη από μέρους του της διδασκαλίας της φιλοσοφίας, με το σκεπτικό να

επιστέψει στα Ιωάννινα303.

4. Ο Αθ. Ψαλίδας και η αναγεννητική συμβολή του στην Καπλάνειο Σχολή Ιωαννίνων

(1805-1820)

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1795 ο Αθανάσιος Ψαλίδας επιστρέφει στην ιδιαίτερη

πατρίδα του τα Ιωάννινα304. Χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερες δυσκολίες, αναλαμβάνει τη

διεύθυνση της παλιάς Μαρουτσαίας Σχολής και αρχίζει το διδακτικό του έργο από την 1η

Φεβρουαρίου 1796. Ένα χρόνο όμως αργότερα (1797), το υπάρχον κληροδότημα εκπίπτει

και η Σχολή στην οποία διδάσκει ο Ψαλίδας οδηγείται σε μαρασμό. Με δικές του ενέργειες

προσεταιρίζεται τον Ηπειρώτη έμπορο Ζώη Καπλάνη και κατορθώνει να εξασφαλίσει τους

πόρους που απαιτούνται για τη βιώσιμη συνέχιση της Σχολής305.

Η Καπλάνειος Σχολή αποτελούσε τη συνέχεια της Μαρουτσαίας Σχολής και ιδρύθηκε

το 1805, χάρη στη γενναία χορηγία του Ζώη Καπλάνη από το Γραμμένο Ιωαννίνων (1736-

1806)306, Ιωαννίτη μεγαλέμπορου στη Ρωσία307. Επιθυμία του Καπλάνη ήταν η ανάληψη

πρωτοβουλιών από τους διδάσκοντες της Σχολής του να συγκεντρώσουν, αξιολογήσουν και

ταξινομήσουν από τα υπάρχοντα λεξικά, βιβλία, αλλά και από την καθομιλουμένη γλώσσα

τις δύσκολες και δυσερμήνευτες λέξεις και στη συνέχεια να προβούν στη σύνταξη ενός

σύγχρονου λεξικού, το οποίο θα ωφελούσε το κοινωνικό σύνολο308.

Η Καπλάνειος Σχολή, εκπαιδευτικό ορμητήριο του Αθ. Ψαλίδα, μαζί με τη Σχολή του

Κουρουτσεσμέ στην Πόλη και το Φιλολογικό Γυμνάσιο της Σμύρνης, αποτελούσαν τα

σπουδαιότερα κέντρα της νεωτεριστικής παιδείας του 19ου αιώνα. Οι Σχολές αυτές

αντιτάχθηκαν στα προπύργια της πνευματικής συντήρησης, όπως ήταν η Πατριαρχική Σχολή,

η Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και η Μπαλαναία Σχολή309.

Ακόμη, ο Βρανούσης σημειώνει πως, ο Αθ. Ψαλίδας με θαυμαστό σθένος, σταθερή

προσήλωση και αταλάντευτη συνέπεια, επιβάλλει τις καινοτόμες απόψεις του, αλλάζει άρδην

την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, εκσυγχρονίζει τη διδασκαλία και τροποποιεί

303. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>>, Ηπειρωτικά Χρονικά, σ. 210. 304. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 344. 305. Αυτόθι, σσ. 344-349. 306. Φαρμάκης, Έπαινος, σ. 17. 307. Κιτρομηλίδης, <,Αγώνες>>, Αντί, σ. 30. 308. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 16.

Page 95: Paideia in Ioannina

95

το πρόγραμμά του ώστε να εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις των καιρών. Παράλληλα διδάσκει

και γράφει στην απλή γλώσσα, εισάγει τις φυσικές επιστήμες, φροντίζει για την ανάπτυξη της

ελεύθερης σκέψης, διδάσκει τα προοδευτικότερα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής του,

προσφέρει τη ζωντανή μάθηση, την οποία είχε στερηθεί το Γένος, διαπλάθει ψυχές και

συνειδήσεις και τέλος δημιουργεί φιλελεύθερους ανθρώπους 310.

Σύμφωνα με την Κουρμαντζή, το είδος της ύλης που διδάσκεται από τον Αθ. Ψαλίδα

στην Καπλάνειο Σχολή, πράγμα το οποίο προσυπογράφει και ο μαθητής του τελευταίου,

Φιλητάς, είναι: 1) φιλοσοφία, εναρμονισμένη με τις απόψεις των νεώτερων Μεταφυσικών της

Ευρώπης, Λώκιου και Κάντ. 2) Τα μαθηματικά του καθηγητή της Βιέννης, Μετζβούργου,

μεταφρασμένα στα ελληνικά. 3) φυσική πειραματική του καθηγητή Χορβέτη, που δίδασκε

στο Γενικό Σχολείο της Πέστης, χρησιμοποιώντας την πειραματική μέθοδο στο βαθμό που

επέτρεπε η εποχή. 4) γεωγραφία μαθηματική και πολιτική, αποτελούμενη από τα

συγγράμματα των καλύτερων και νεώτερων Γεωγράφων. 5). Το μάθημα των Λατινικών

αναλυτικά και εμπεριστατωμένα311.

Ακόμη, η Κουρμαντζή αναφέρει πως, είναι ενδεικτικά τα όσα παραθέτει ο Αθ.

Ψαλίδας σε επιστολή του στις 1.12.1805, προς τον διαθέτη Ζώη Καπλάνη, στον οποίο

προτείνει την αναδιάρθρωση της Σχολής, ώστε να μεταβληθεί η Καπλάνειος, σε σχολείο

ευρωπαϊκού επιπέδου: Αρχικά ο Αθ. Ψαλίδας μιλάει για το οικοδόμημα της Σχολής,

υπογραμμίζοντας ότι η βιβλιοθήκη πρέπει να βρίσκεται σε ξεχωριστό κτίριο και πως

σκέφτεται να την εμπλουτίσει με κάποια βιβλία που έχει παραγγείλει στη Βιέννη. Στη

συνέχεια, γράφει, πρέπει να σταλούν δυο σπουδαστές ο ένας στη Γαλλία και ο άλλος στην

Ιταλία για ειδικευμένες σπουδές. Αυτός που θα πάει στην Ιταλία θα καταρτισθεί στην ιταλική

γλώσσα και στα μαθήματα που αποσκοπούν στη γνώση του εμπορίου και επιστρέφοντας θα

αναλάβει καθήκοντα δασκάλου στη Σχολή. Ο άλλος που θα πάει στη Γαλλία θα

τελειοποιηθεί στη γαλλική γλώσσα και στα Μαθηματικά, έτσι ώστε να είναι σε θέση να

διδάξει στη Σχολή σας. Ευελπιστώ, συνεχίζει ο Αθ. Ψαλίδας, μετά από τρία χρόνια να

διδάσκονται όλες οι επιστήμες στη Σχολή σας, οι καλύτερες γλώσσες, όπως η ελληνική, η

ιταλική, η λατινική και η γαλλική, ομοίως και τα εμπορικά μαθήματα. Η Σχολή να είναι

εφάμιλλη των ευρωπαϊκών, να μην μοιάζει με αυτές της Τουρκίας και να κατασταθεί πόλος

έλξης για μαθητές από όλα τα μέρη της Ελλάδας312.

309. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 30. 310. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 349. 311. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 144. 312. Αυτόθι, σ. 144.

Page 96: Paideia in Ioannina

96

Με τον Αθ. Ψαλίδα, η παιδεία στα Ιωάννινα επανακτά την ακτινοβολία που είχε με

τις πρωτοποριακές Σχολές, στις οποίες δίδαξαν οι, Μ. Μήτρου, Γ. Σουγδουρής, Α.

Παπαβασιλόπουλος, Μ. Ανθρακίτης και Ευγένιος Βούλγαρης, λόγιοι που είχαν σπουδάσει

στη Βενετία, ενώ σε αντίθεση παρακολουθήσαμε ότι <<… ο Κοσμάς Μπαλάνος δεν ηθέλησε

να παραδεχτεί καμιά νεώτερη θεωρία εκ της φιλοσοφίας των Ευρωπαίων, ουδέ να εισαγάγει

κανένα από τα μαθήματα του Ευγενίου>>313.

Δεν ήταν μόνο οι προοδευτικές ιδέες που θέτονταν σε κυκλοφορία διαμέσου των

μαθημάτων της Σχολής που διηύθυνε ο Αθ. Ψαλίδας, αλλά και η ίδια η υφή της διδασκαλίας.

Η δομή της διδασκαλίας, εκτός του ότι είναι χωρισμένη σε τρεις κύκλους ή <<κλάσεις>>

ανάλογα με τα επίπεδα των διδασκομένων, περιλαμβάνει και μια μορφή αλληλοδιδακτικής

μεθόδου, πράγμα το οποίο υποστηρίζει κι ένας ξένος περιηγητής314. Σε σχέση με τους

κύκλους μαθημάτων, αυτοί είναι: << Α΄ τάξις (Κατώτερα). 1) Στοιχεία Ελληνικής γλώσσας.

2) Αριθμητική. 3) Κατήχησις (2 ώρες εβδομαδιαίως). 4) Ασκήσεις τεχνολογίας. Β΄ τάξις. 1)

Ελληνική Ορθογραφία και Σύνταξις. 2) Γνώσις βαθυτέρα της Ελληνικής εν συγκρίσει προς

τη νεωτέραν. 3) Παγκόσμιος Ιστορία. 4) Γεωγραφία σύγχρονος. 5) Ελληνική Αρχαιολογία. Γ΄

τάξις (Ανωτέρα) ή τάξις Ελλήνων Συγγραφέων. 1) Διάλεκτοι Ελληνικής γλώσσας. 2)

Ποιητική. 3) Ρητορική. 4) Επιστολών ύφος. 5) Μαθηματικά. 6) Λατινικά. 7) Φυσική. 8)

Φιλοσοφία (Λογική, Ψυχολογία, Ηθική, Μεταφυσική).>>315. Ο Αθ. Ψαλίδας σε επιστολή του

προς τον Ζώη Καπλάνη το 1805, τονίζει πως ο ίδιος παραδίδει <<… εφτά κλάσεις τέσσερα

φιλοσοφικά, δυο λατινικά και μια γαλλική,…>>, ήτοι: διδάσκει σε τέσσερις κατηγορίες

μαθητών. Στις κατώτερες τάξεις αξιοποιούνται υποδιδάσκαλοι, κι αυτό έγκαιρα, γιατί

καθίσταται γνωστό, ότι νωρίτερα από το 1803, ο μαθητής Παλιουρίτης βοηθούσε σαν

υποδιδάσκαλος το διευθυντή της Σχολής Αθανάσιο Ψαλίδα316.

313. Αυτόθι, σ. 147. 314. Αυτόθι, σ. 147. Επίσης, βλέπε Στ. Μπέττης, <<Ζώης Καπλάνης και Καπλάνειος Σχολή>>, ό. π., σ. 77-78 και Ευρ. Σούρλα, <<Ο Αθανάσιος Ψαλίδας ως παιδαγωγός>>, ό. π., σ. 476. Κατά τον περιηγητή Τ. S. Hughes, << Voyage a Jannina en Albanie, …>>, Librairie de Gide Fils, Paris, 1821, Tome I, σ. 299, <<Ένα σύστημα διδασκαλίας, το οποίο έχει κάποια σχέση με εκείνο του δόκτορα Bell, έχει εφαρμοστεί εδώ [ στη Σχολή Ψαλίδα, σ.σ. ] ήδη από αρκετό καιρό>>, πράγματι ο Μπελλ μαζί με το συμπατριώτη του Λάγκαστερ είναι οι δημιουργοί του αλληλοδιδακτικού συστήματος, βλ. εκτενώς, <<Παιδαγωγική>> (Μετάφραση του άρθρου του Ch. Delaysterie, <<Nouveau Systeme d’ Education>>), Ερμής ο Λόγιος, 1816, Τεύχ. 1, 2, 3, 4, 8. 315. Αυτόθι, σσ. 147-148. 316.Αυτόθι, σ. 148. Η Κουρμαντζή αναφέρει στον Στ. Μπέττη, ό. π., σ. 219 κ.ε. Γράφει ο Αναστάσιος Γούδας, <<Βίοι Παράλληλοι,…>>, Εκ του Τυπογραφείου Μ. Π. Περίδου, Εν Αθήναις, 1870, Τόμ. Β΄, σ. 291: <<Εν βραχύ μεν διαστήματι χρόνου συνέρρευσαν εν τη νέα σχολή άπειροι μαθηταί. Ο δε Ψαλίδας, μόλις καταρτίσας τινάς τούτων ικανούς να διδάξωσι και άλλους, καθίστα εκείνους υποδιδασκάλους των κατ’ έτος σχηματιζομένων νέων τάξεων, και τοιούτος κατέστη, ως είδομεν, ο Ασώπιος, τοιούτος ο Κρανάς, τοιούτος ο Σακελλάριος και άλλοι τινές, αυτός δε ο Ψάλιδας περιωρίσθη να διδάσκει μόνον εν τη ανωτάτη τάξη, οιονεί πανεπιστημιακά μαθήματα της υψηλοτέρας Ελληνικής και Λατινικής φιλολογίας και ιδίως της φυσικής πειραματικής.>>.

Page 97: Paideia in Ioannina

97

Σύμφωνα με τον Βρανούση, ο Αθ. Ψαλίδας δεν περιορίζεται στο καθαρά

εκπαιδευτικό του έργο, αλλά συμμετέχει ενεργά στα κοινωνικά και εθνικά ζητήματα της

εποχής του. Η πληθωρική προσωπικότητά του δεν τιθασεύεται εντός των τεσσάρων τοίχων

του σχολείου και της διδασκαλικής έδρας. Θέλοντας να βρει διέξοδο το πλούσιο θυμικό του

ωθείται στον ευρύτερο στίβο της δημόσιας ζωής. Ο ίδιος είχε δηλώσει, λίγο πριν την

επιστροφή του στα Ιωάννινα : <<Δεν κατασταίνουν αριπρεπέας τους άνδρας τα οικίδια και αι

γωνίαι, αλλ’ αι αγοραί, αλλά τα δημόσια, αλλά το κοινόν>>! (Καλοκινήματα σ. 25).

Η ρεαλιστική κατάσταση των πραγμάτων που συναντά με την επιστροφή του στα

Ιωάννινα, επιτάσσουν από την πρώτη στιγμή, να κερδίσει την εύνοια και την εμπιστοσύνη

του Αλή Πασά. Ο Αθ. Ψαλίδας ευθύς εξ αρχής προσεταιρίζεται τον Αλή, γιατί πίστευε πως

με τον τρόπο αυτό θα προσφέρει καλύτερα τις υπηρεσίες του στην πατρίδα. Θέτοντας τη

γλωσσομάθεια και την πολιτική ευστροφία του στην υπηρεσία του Αλή, κατασταίνεται από

τους στενότερους και σημαντικότερους συνεργάτες του πασά της Ηπείρου. Ο ίδιος ο Βεζίρης

των Ιωαννίνων θεωρώντας τον Ψαλίδα, δεξί χέρι του, τον αξιοποιεί στις διαπραγματεύσεις

του με τους Γάλλους, τους Ρώσους και τους Άγγλους, που κυριαρχούν στο Ιόνιο πέλαγος και

γενικότερα στα Ηπειρωτικά παράλια317.

Επίσης, ο Βρανούσης υποστηρίζει, πως παράλληλα με τις διπλωματικές υποχρεώσεις

που αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας ο Ψαλίδας για λογαριασμό του Αλή Πασά,

νομιμοφρονέστατα, αρχίζει μυστική αλληλογραφία με τον Περραιβό, συνοδοιπόρο του Ρήγα,

που βρίσκεται στην αδούλωτη Πάργα. Η σπουδαιότητα των σχέσεων του Ψαλίδα με τον

Περραιβό θα αποτιμηθεί κατάλληλα, αν λάβουμε υπόψη μας ότι ο τελευταίος συντονίζει τον

αγώνα των Παργινών εναντίον του Αλή Πασά. Καθαρότερα όμως και σαφέστερα για τον ίδιο

το Χριστόφορο Περραιβό μιλούν τα εποχικά κείμενα. Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιερόθεος,

απευθυνόμενος τότε στους Παργινούς, έγραφε: <<… Και άλλοτε σας έγραψα και

προφορικώς, όταν επέρασα από την πατρίδα σας, σας ωμίλησα και σας συμβούλευσα

πνευματικώς και πατρικώς δια να τραβήξετε χέρι από τους Σουλιώτας και να μην τους δίδετε

καμμίαν βοήθεια, ούτε εις τον τόπον σας να τους δεχθείτε, επειδή είναι κακούργοι και

φερμανλήδες από το Δοβλέτι… Σεις όμως δεν εδώσατε ποτέ ακρόασιν και κλίσιν εις τας

πατρικάς και σωτηριώδεις δια την πατρίδα σας νουθεσίας μου, αλλ’ ακούετε και ακολουθάτε,

ως μανθάνω, τας συμβουλάς του Περραιβού, ο οποίος σας απατά, και δεν ηξεύρετε ότι αυτός

με κάποιον Ρήγα Θεσσαλόν και με άλλους μερικούς παρομοίους λογιωτάτους, συνεννοημένοι

και με τους Φραντζέζους εσκόπευον να κάμουν επαναστάσεις κατά του κραταιοτάτου

317. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 354-355.

Page 98: Paideia in Ioannina

98

Σουλτάνου. Αλλ’ ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον

θάνατον οπού τους έπρεπε, μόνος δε ο Περραιβός εσώθη δια τας ιδικάς σας αμαρτίας…>>318.

Διαβάζοντας κάποιος το γράμμα του Ιερόθεου, συνεχίζει ο Βρανούσης,

αντιλαμβάνεται ξεκάθαρα την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής: Από το ένα μέρος οι

Τούρκοι, οι εκούσια υποταγμένοι Έλληνες, οι κοντόθωροι <<ποιμένες>>, που φοβούνται

τους <<άθεους>> Γάλλους του Ναπολέοντα Βοναπάρτη κι από την άλλη, ο Ρήγας Φεραίος, ο

Περραιβός και <<μερικοί άλλοι παρόμοιοι λογιώτατοι>>, που προωθούν την υπόθεση της

πνευματικής αναγέννησης του υπόδουλου Γένους, που συμβάλλουν στη διεύρυνση της

ατομικής, κοινωνικής, πολιτικής και θρησκευτικής ελευθερίας. Ανάμεσα σ’ αυτά τα

<<φωτισμένα>> πνεύματα συγκαταλέγεται κι ο Αθανάσιος Ψαλίδας319.

Ακόμη, ο Βρανούσης υποστηρίζει πως, λόγω της εγνωσμένης αξίας του κύρους του

Ψαλίδα μέσα στην κοινωνία των Ιωαννίνων, της ενορατικότητας και της αδέκαστης γνώμης

του, οι συμπατριώτες του προσέφευγαν σ΄ αυτόν, αλλά και σε άλλους έγκριτους πολίτες,

ζητώντας τον ως αιρετοκριτή, δηλαδή διαμεσολαβητή, κριτή, για τη δίκαιη λύση της

διαφοράς τους με ειρηνικό τρόπο. Η πολυσχιδής δράση του νεαρού δασκάλου, είχε ως

αποτέλεσμα τον αρνητικό σχολιασμό του. Κατηγορήθηκε πως παραμελεί τα διδασκαλικά του

καθήκοντα και ότι αναλώνεται σε άλλες δραστηριότητες που δε συνάδουν με το λειτούργημά

του. Η Σχολή του, έλεγαν οι επικριτές του, έχει ανάγκη από την καθημερινή και ουσιαστική

παρουσία του και <<κατά δυστυχίαν δεν πηγαίνει και καθ’ ημέραν εις το σχολείον, επειδή

ανακατώνεται και εις υποθέσεις εμπορικάς, ήγουν αιρετοκρισίας κ.τ.τ., και εις άλλας

διαφόρους ασχολίας…>>. Οι συντηρητικοί αντίπαλοί του δε σταματούν εκεί. Βρίθουν

318. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 382. Παρατηρεί ο Βρανούσης πως το γράμμα αυτό, καθώς και άλλα ανάλογα της εποχής, τα παραθέτει αυτούσια ο Χριστ. Περραιβός στην Ιστορία του Σουλίου ( στην τελευταία έκδοση [ = ε΄] Δημητράκου, Αθ. 1933, σ. 69-70), ο Π. Σ[αλαπάντας], Η Πάργα… Αθ. 1861, σ. 137-138 και τα’ αναδημοσιεύουν πολλοί μεταγενέστεροι: Τρύφ. Ευαγγελίδου, Ιστορ. Αλή Πασά… Αθ. 1896, σ. 391-392, κ.π.ά.- Υπέροχη είναι και η απάντηση των Παργινών στο γράμμα αυτό του Ιερόθεου! Αντιγράφω μια περικοπή: <<… οπόταν ο ίδιος Ιησούς Χριστός μας διδάσκει τρανότατα λέγων << Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος >>, τις άρα φιλόχριστος και φιλόπατρις τολμά έπειτα να καταδικάσει του Ρήγα και των συνεταίρων αυτού τας πράξεις; Ούτε της παρούσης εποχής, ούτε της ιδικής μας δυνάμεως έργον είναι, Πανιερώτατε, να διακρίνωμεν τα εμβριθή αυτών αισθήματα… Η αμερόληπτος ιστορία μέλλει βέβαια να εξιχνιάσει και ευκρινίσει τας πράξεις αυτών και τα αποτελέσματα… >> (ένθα’ ανωτ., Περρ. 71-72, Σαλαπ. 139-141, Ευαγγ. 393-4).- Η <<αμερόληπτος ιστορία >> δεν μπόρεσε να δώσει καμμιά ηθική δικαίωση στον Ιερόθεο και στους ομοίους του. Χρέος της όμως είναι να προσπαθεί πάντα να κατανοεί την ιστορική πταγματικότητα και να εξηγεί τα ιστορικά φαινόμενα. Και στην περίπτωσή μας, μόνο τον ανιστόρητο ξενίζουν τα κείμενα αυτά και οι πράξεις του Ιερόθεου, που δεν είναι παρά φυσικές συνέπειες και γνήσιες εκδηλώσεις του πνεύματος και της πολιτικής που ακολουθούσε τότε το ρωσόφιλο Φανάρι και η επίσημη Εκκλησία απέναντι των Γάλλων και των νέων ιδεών. ( Αρκεί να θυμηθούμε ένα απροκάλυπτο κήρυγμα εθελοδουλίας, την << Πατρική Διδασκαλία >>, την πολεμική του Πατριαρχείου κατά του Ρήγα, του Κοραή κ.ά., κατά των νεωτεριστικών μαθημάτων κλπ.). Γι’ αυτό, άδικα επιχείρησε παλαιότερα ν’ αμφισβητήσει τα κείμενα αυτά του Ιερόθεου ως πλαστά ο Περ. Ζερλέντης ( Ιερόθεος ο από Ευρίπου Ιωαννίνων και η ανασύστασις της μητροπόλεως Κερκύρας, στο περ. << Νέος Ποιμήν >> Κων/πόλεως, Γ΄1921 σ. 409416).

Page 99: Paideia in Ioannina

99

συκοφαντικών κατηγοριών και ανυπόστατων δυσφημίσεων εναντίον του ρηξικέλευθου

Ψαλίδα. Αυτός ο τελευταίος εμμένει στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών και των

μαθηματικών ενώ ταυτόχρονα δεν παραλείπει να επικεντρώνει την προσοχή του στα

ευρωπαϊκά φιλοσοφικά ρεύματα. Ήταν ευρύτατα διαδεδομένη η άποψη γι’ αυτούς που

σχετίζονταν με την Ευρώπη, γράφει ο σύγχρονός του Κούμας, ότι <<όστις επάτει την

Ευρώπην, ήτο χωρίς άλλην εξέτασιν άθεος, η μαθηματική… ήτο πηγή της αθεΐας, της οποίας

πρώτον αποτέλεσμα ήτο η κατάλυσις της νηστείας>>. Με προεξάρχοντες τους Μπαλάνους,

το συντηρητικό κατεστημένο και τον ανώτερο κλήρο, που- όπως είδαμε πιο πάνω- αυτή την

εποχή βρίσκεται σε ευθεία ρήξη με τους <<γαλλόφρονες>> και με καθετί ριζοσπαστικό, ο

διωγμός που υφίσταται ο ψαλίδας είναι πολυμέτωπος και ποικιλότροπος. Από τη δίνη των

διώξεων δεν εξαιρούνται ούτε οι μαθητές του. Αναφέρεται γραπτώς περιστατικό με

ημερομηνία (10 Μαρτίου 1804) προς το Μιχαήλ Ζωσιμά και αφορά το Γρηγόριο Παλιουρίτη:

<<Αυτός κατ’ αρχάς εχρημάτισεν εις τον άγιον οικονόμον [= στον Κοσμά Μπαλάνο ]

μαθητής, και έπειτα έφυγεν και επήγεν υποκάτω εις τον κυρ Αθανάσιο Ψαλίδα, τον

εκατάτρεξαν οι Μπαλάνοι προ χρόνων, αλλ’ ο Ψαλίδας τον εβοήθησε… >>. Ο Ψαλίδας

συνέδραμε τον παραπάνω μαθητή του όπως και πολλούς άλλους, οι οποίοι χαρακτηρίζονταν

από τους αντιπάλους του ως <<άθεοι>> και <<αχρείοι>>320. Σύμφωνα με τον Μιχαλόπουλο,

στις αρχές του 19ου αιώνα, οι Μπαλάνοι κατηγορούν τον Αθανάσιο Ψαλίδα στον Αλή Πασά,

ως <<άθεο>>. Όμως ο Αλή Πασάς, εκτιμώντας βαθύτατα τον Ψαλίδα, κατέκρινε τους

ψυθιριστές, κι η εκσυγχρονιστική φωνή του Ψαλίδα συνέχισε να υφίσταται321.

Σύμφωνα με την Κουρμαντζή, η αυτόνομη πορεία του Ψαλίδα στην Καπλάνειο Σχολή

δεν ήταν αρεστή σε κάποιους κύκλους των Ιωαννίνων και προκάλεσε τη φυσική παρέμβασή

τους, τόσο στον Ψαλίδα όσο και στον ιδρυτή της Καπλανείου Σχολής. Μέμφονται τον

Ψαλίδα στο Ζώη Καπλάνη για επιζήμια οικονομική διευθέτηση του κληροδοτήματος, για

<<αθεΐα>> και έκλυτο βίο, προσβλέποντας στην κατάργηση της οικονομικής και διδακτικής

αυτοτέλειας του νεωτεριστή δασκάλου από μέρους του ευεργέτη322.

Ο Βρανούσης επισημαίνει πως, ο ίδιος ο Καπλάνης, θέλοντας να προστατέψει το

κύρος της Σχολής του καταφεύγει στην προστασία του Πατριαρχείου και ζητάει την άμεση

εκπόνηση λεπτομερούς κανονισμού, ο οποίος θα διέπει τα της Σχολής του από εκείνη τη

στιγμή και εντεύθεν, επικυρωμένος με πατριαρχικό σιγίλιο. Με το πατριαρχικό σιγίλιο

319. Αυτόθι, σσ. 355-357. 320. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 362-367. 321. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 90. 322. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 148.

Page 100: Paideia in Ioannina

100

(Σεπτέμβριος 1805), τοποθετούνται καινούριοι υπόλογοι του κληροδοτήματος της πόλη των

Ιωαννίνων οι επίτροποι των τεσσάρων κεντρικών ενοριών της πόλης και ταυτόχρονα

αφαιρείται το δικαίωμα της οικονομικής δικαιοπραξίας από τους δασκάλους της Σχολής323.

Με την απώλεια του δικαιώματος της οικονομικής διαχείρισης των περιουσιακών

στοιχείων της Σχολής από τον Ψαλίδα και την υπαγωγή τους σε εξωτερικούς παράγοντες και

πιο συγκεκριμένα στο Πατριαρχείο, η Σχολή μετατρέπεται σε <<πατριαρχική>>. Αυτό

συνεπάγονταν, γράφει η Κουρμαντζή, όχι μόνο προσπάθεια οικονομικού ελέγχου της Σχολής,

αλλά και ιδεολογικής κηδεμονία της324.

Η άποψη του Βρανούση είναι πως, η έκδοση του πατριαρχικού σιγιλίου, δεν αποτελεί

απλά οικονομική τροχοπέδη για τον Αθ. Ψαλίδα, αλλά είναι ταυτόχρονα μια δριμεία

προειδοποίηση, επαπειλούμενη με αφορισμό, για να σταματήσει την πολυεπίπεδη

δραστηριότητά του. Γράφουν χαρακτηριστικά με κύριο αποδέκτη τον καινοτόμο δάσκαλο,

Αθανάσιο Ψαλίδα:

<<Εντελλόμεθα δε και παρακελευόμεθα σφοδρώς τοις Διδασκάλοις τούτοις, ίνα

απέχουσι δι’ όλου των πολιτικών υποθέσεων, μάλιστα ο φιλόσοφος, και μήτε κρίσεις και

ανακρίσεις και αιρετοκρισίας αναδέχεσθαι, μήτε εν ταις περί των συμβαινόντων φιλονεικίας

και διχογνωμίαις περί βιωτικών και αγοραίων και της Κοινότητος όλης δοσιμάτων

παρεμβάλλεσθαι, μήτε εις Μητρόπολιν ή εις Κριτήρια και εξουσιαστάς μαρτυρίαν φέρειν, και

το δημοτικόν ποιείν, προσέχοντας μόνο και μόνο τω ιδίω αυτών καλώ και επαινουμένω

επαγγέλματι. Ταύτα δε παραφυλαξάτωσαν εν βάρει αργίας και αλύτου αφορισμού>>325.

Με την κατάργηση της αυτονομίας και της αυτοδιοίκησης της Σχολής από μέρους του

Ψαλίδα, απέστειλε επιστολή προς το χρηματοδότη Ζώη Καπλάνη γράφοντας τα εξής: Όταν

αφαιρεθεί το διοικητικό προνόμιο του διευθυντή της Σχολής, ποιος μπορεί να διοικήσει το

σχολείο; Ο μπακάλης και ο λαχανοπώλης; Ο μερτζάρης και ο γούναρης; Ο πραματευτής και

ο κοτσάμπασης; Όλοι αυτοί, όπως γνωρίζετε, είναι αμαθείς και αυτό αποτελεί μια

επιπρόσθετη δυστυχία για την πατρίδα. Είθισται, οι Ευρωπαίοι στις Ακαδημίες τους να

ορίζουν διοικητές, που δεν είναι δάσκαλοι, αλλά αυτοί είναι σοφότεροι και από τους

δασκάλους και γνωρίζουν να διοικούν, τουτέστιν να καθορίζουν τα βιβλία της παράδοσης σε

κάθε δάσκαλο, τη μέθοδο που θα ακολουθήσει και τη χρονική διάρκεια που απαιτείται για

την αποπεράτωση της ύλης, δηλ. με ποιο σύστημα θα παραδοθεί η Λογική και σε πόσο καιρό

θα τελειώσει, ποιου συγγραφέα η Μεταφυσική, η Φυσική, τα Μαθηματικά και η Θεολογία θα

323. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 368. 324. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 148. 325. Βρανούσης, << Αθανάσιος Ψαλίδας >>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 368-369.

Page 101: Paideia in Ioannina

101

διδαχτούν και σε πόσο καιρό, και τέλος γνωρίζουν οι διοικητές να προσλαμβάνουν έμπειρους

δασκάλους και υπότροφους ευφυείς και ούτω καθεξής326.

Γράφει επίσης η Κουρμαντζή πως, ο Ψαλίδας κατάφερε να αντιμετωπίσει με επιτυχία

τους κραδασμούς που εκπορεύονταν από τέτοιου είδους ενέργειες, με τελική απόληξη το

ιδεολογικό και γνωστικό περιεχόμενο των μαθημάτων της Σχολής του. Στο παραπάνω

συνέβαλε τα μέγιστα η ιδιότυπη μορφή του ανεξίθρησκου, εξισορροπιστή των εθνοτήτων,

ανεπαρκώς μορφωμένου, αλλά ενορατικού Αλή Πασά, ο οποίος ως γνωστόν προστάτεψε τη

Σχολή του Ψαλίδα και γενικότερα συνέδραμε την εκπαίδευση στα Ιωάννινα. Μια άλλη

περίπτωση επέμβασης στα εσωτερικά της Καπλανείου Σχολής, είναι η προσπάθεια κάποιων

προσώπων, γηγενών και μη, για την ένωσή της με τη Μπαλαναία Σχολή. Πρωταγωνιστικό

ρόλο σ’ αυτή την κίνηση διαδραμάτισε ο Κοραής, ενώ ακολούθησαν εκ των υστέρων οι, Γρ.

Παλιουρίτης, Νεόφυτος Δούκας, Στ. Ιωάννου, Δημ. Αθανασίου, και άλλοι. Η ενοποίηση των

δυο Σχολών, ακόμη και αν διατηρούσαν οι διδάσκοντες την αυτονομία των παραδόσεών

τους, δεν ήταν δυνατό να επιτευχθεί εξαιτίας του συντηρητικού πνεύματος της μιας και του

απόλυτα προοδευτικού της άλλης. Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έγιναν προς αυτή την

κατεύθυνση και ειδικά από έγκριτα πρόσωπα, όπως ο Σταύρος Ιωάννου, ο οποίος

οραματίζονταν τη δημιουργία μιας μικρής Ακαδημίας, αυτό δεν επιτεύχθηκε. Η έκβαση

αυτού του εγχειρήματος θα ήταν ένας συμβιβασμός μέσης οδού, όπου η Σχολή του Αθ.

Ψαλίδα θα έπρεπε να απομακρύνει τα νεωτεριστικά χαρακτηριστικά της. Λόγου χάρη, ενώ ο

Ψαλίδας είναι υπέρμαχος της φυσικής γλώσσας και της μονοφωνικής γραφής, μολονότι δεν

μπορούσε να εφαρμόσει αυτό το τελευταίο στη Σχολή του γιατί θα αντιδρούσαν πολύ έντονα,

από την άλλη ο Κων/νος Μπαλάνος, χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις του την αρχαία

ελληνική327.

Ο προαναφερόμενος σχολάρχης της Καπλαναίας, πολυμαθέστατος και χαλκέντερος

στις παραδόσεις του δια των οποίων κατέστησε τη Σχολή του φωτεινό πόλο έλξης328, παρά

τις ανοίκειες επιθέσεις των αντιπάλων του, παραμένει αταλάντευτα ο υπέρμαχος των

φιλελεύθερων ατόμων στα Ιωάννινα329. Αν και αλληλογραφεί ευγενικά με τον Κοραή, η

αντίθεσή τους στο γλωσσικό ζήτημα είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Εκτός αυτού, ένα

άλλο θέμα που θλίβει τον Ψαλίδα σχετικά με τον Κοραή είναι η κηδεμονία που ασκεί ο

τελευταίος στα πνευματικά ζητήματα των Ιωαννίνων και κυρίως στους Ιωαννίτες ευεργέτες

326. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 116. 327. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ. 148-151. 328. Αραβαντινός Ιστορία, σ. 123. 329. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 350.

Page 102: Paideia in Ioannina

102

Καπλάνη και Ζωσιμάδες, τους οποίους επηρέαζε με τις επιστολές του και έπειθε συχνά να

επιβάλουν σ’ αυτόν τις απόψεις του. Ο Ψαλίδας όμως, συνοδοιπορεί πνευματικά με τον

Βηλαρά, γράφει στον Χριστόπουλο και στον Ζαμπέλιο330, έχει επαφές με τον Περραιβό, και

τέλος βρίσκεται σε στενή σχέση και επικοινωνία με τους Κωλέτη, Γ. Σακελλάριο, Κυρίτση

Καραγιάννη και το Διον. Ταγιαπιέρα, το γνωστό δηλαδή κύκλο του Βηλαρά στα Ιωάννινα και

γενικότερα με όλα τα δημιουργικά άτομα της εποχής του331.

4.1. Ο ριζοσπαστικός και συνωμοτικός κύκλος των Ιωαννίνων

Για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα γενικά και το ιδεολογικοπολιτικό κλίμα μέσα στο

οποίο δραστηριοποιούνται αυτοί οι κύκλοι των Ιωαννίνων, παραθέτουμε ορισμένα

επεξηγηματικά στοιχεία. Πρόκειται περί ατόμων στα οποία έχει ασκήσει βαθιά επίδραση ο

γαλλικός Διαφωτισμός και η γαλλική επανάσταση. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης τους εμπνέει

ενθουσιασμό. Αγωνιούν για τη σύλληψη του Ρήγα Φεραίου και εισηγούνται στον Αλή Πασά

να μεσολαβήσει για τη διάσωσή του. Σ’ αυτούς τους ανθρώπινους κύκλους πρέπει ν’

αναζητήσουμε τον ποιητή της διαλογικής σάτιρας Ρωσσαγγλογάλος332. Πρόκειται περί ενός

έργου λόγιου, χωρίς ιδιαίτερες λογοτεχνικές αρετές, υπό μορφή σκηνική: τρεις περιηγητές,

ένας Ρώσος, ένας Άγγλος και ένας Γάλλος, συναντώνται στον ελληνικό χώρο, με έναν

αρχιερέα, ένα Φαναριώτη, έναν έμπορο και έναν προύχοντα. Οι τέσσερις αυτοί εκπρόσωποι

της ελληνικής καθεστηκυίας τάξης, παρουσιάζονται απαθείς για την τύχη του υπόδουλου

Γένος333. Μ’ αυτήν τη χειρόγραφη σάτιρα ο άγνωστος συγγραφές καταφέρεται εναντίον των

κοτζαμπάσηδων, των Φαναριωτών, των εμπόρων και του ανώτερου κλήρου. Εκεί έχουμε τον

μητροπολίτη που δηλώνει:

330. Φαρμάκης, Έπαινος, σ. 30. Γράφει ο Φαρμάκης ότι σε μια επιστολή που έστειλε ο Ψαλίδας στον Ζαμπέλιο στις 13 Φεβρουαρίου 1813 για αν άρει την παρεξήγηση μεταξύ του ίδιου και του Κοραή, όπως την εμφάνισε ο περιηγητής Έμερσον, αναφέρει και τα εξής υπό μορφή ερωταπόκρισης: Μήπως τα συγγράμματα του Κοραή δεν ήταν αυτά που διέδωσαν τη φιλεπιστημοσύνη; Δεν είχα σκοπό είχα να κατηγορήσω τον αξιότιμο Κοραή, στον οποίον το γένος χρωστάει πολλά, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν μπορώ να παραβλέψω την αλήθεια. Και πριν από τα συγγράμματα του Κοραή οι Ιωαννίτες είχαν εντρυφήσει στη φιλομάθεια και την φιλεπιστημοσύνη. Αυτό αποδεικνύεται με την ίδρυση σχολείων από πολύ παλιά, ενδόξως προστατευομένων σήμερα από τους Καπλάνηδες και τους Ζωσιμάδες, που με τις χορηγίες τους ο Κοραής κάνει ό,τι ωφελιμότερο νομίζει για την Ελλάδα (προφανώς υπονοεί τις εκδόσεις των αρχαίων κλασικών με τις χορηγίες των Ζωσιμάδων). Αποδεικνύεται ακόμη η φιλομάθεια από τους σοφούς άνδρες που γέννησε κατά καιρούς η περιοχή, Μελέτιο το μέγα στην αρετή και μάθηση, Σουγδουρή και άλλους, ενώ, η υπόλοιπη Ελλάς τον καιρό εκείνο σε βαθύ κοιμούνταν ύπνο. <<Έχε λοιπόν απάντηση στο πρώτο σου ζήτημα, ότι οι Ιωαννίτες και πριν από τον Κοραή έπνεαν τη φιλεπιστημοσύνη, ως έμφυτο δη τούτο εις των Γραικών το έθνος, και τώρα πολύ περισσότερο. Και αν είναι έλλειψις, είναι των καιρών, και όχι της πόλεως, εδιώρθωσαν όσα ήσαν διορθωτά και δεν περιμένουν, ειμή καιρόν εύκαιρον ίνα διορθώσουν και τα’ άλλα>>. 331. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 350. 332. Αυτόθι, σ. 352. 333. Δημαράς, <<Διαφωτισμός>>, Ιστορία, σ. 336.

Page 103: Paideia in Ioannina

103

<<Αφού το ράσο τούτο φόρεσα,

πλέον τινά ζυγό δε γνώρισα.

Δύο ποθώ, ναι μα τις Εικόνες,

άσπρα334 πολλά και καλές κοκόνες.

Ο Φαναριώτης:

Της Ελλάδος η ελευθερία

Εις εμέ είναι πτωχεία.

Ο πραγματευτής:

Ημείς, το πλείστον μέρος εκ των πραγματευτών,

θέλομεν πάντα άσπρα, κι ας έχομε ζυγόν>>335.

Ανάλογα είναι και τα λόγια του προεστού μέσα σ’ αυτή τη σάτιρα:

<<Αχ, το γένος μου πολλά με κατατρέχει.

Αυτό, φίλοι μου, το παράπονο έχω,

και εις τους Τούρκους δια τούτο προστρέχω>>336.

Στην προειρημένη χορεία ανθρώπων συγκαταλέγεται ή είναι γνώριμος και φιλικά

προσκείμενος ο επίσης ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας337. Γίνεται λόγος

αυτή τη φορά για ένα βιβλίο με περιεχόμενο όχι απλώς προοδευτικό, αλλά καταλυτικό.

Συνεπεία τούτου, η Ελληνική Νομαρχία, που εκδόθηκε στα 1806, πρέσβευε: Οι πρόκριτοι;

<<άφρονες και μωροί άνθρωποι>>, ο ανώτατος κληρικός; <<ληστής της εκκλησίας>>, οι

Φαναριώτες; <<οι βρωμοάρχοντες της Κωνσταντινούπολης>>. Αυτό που αξίζει να αναφερθεί

είναι ότι, παρά τον δυσφημιστικό χαρακτήρα του το εν λόγω φυλλάδιο, παρουσιάζει μια

εξαιρετική ωριμότητα σκέψης: προσφέρει πολλές και ωφέλιμες πληροφορίες, στατιστικές

σχετικά με την Ελλάδα και ένα πρόγραμμα για την πνευματική και ηθική αναγέννηση του

υπόδουλου ελληνισμού. Τέλος, εκφράζει έναν εξελιγμένο βαθμό εθνικής συνείδησης και

κοινωνικής παιδείας338.

Συνακόλουθο αυτών των προοδευτικών πνευματικών ενεργειών ήταν η συζήτηση του

γλωσσικού ζητήματος στην ηπειρωτική πρωτεύουσα και η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης του.

Η γλώσσα είναι μια υπαρκτή κατάσταση, ένα γεγονός σημαντικό, που διαμορφώθηκε από τις

γλωσσικές ανάγκες όλων των κοινωνικών στρωμάτων, η οποία αλλάζει, εξελίσσεται ή

παρακμάζει σε συνάρτηση με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική κατάσταση ενός

334. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 302. Άσπρα: << (κατά την Τουρκοκρατία) το χρήμα, η περιουσία σε μετρητά. 335. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 206-207. 336. Δημαράς, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σ. 336. 337. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 352.

Page 104: Paideia in Ioannina

104

έθνους. <<Όσο ένα γένος φωτίζεται, έλεγε ο Βηλαράς, άλλο τόσο η αίσθησή του λεπταίνει

και σε κάθε είδος και η γλώσσα του αποκτά την γλυκάδα και την ημεροσύνη, όπου αποκτούν

τα ήθη του. Μόνο αυτό δεν το απολαμβάνει με μιας, χρειάζεται να περάσει καιρός>>339.

Ο Βηλαράς γεννήθηκε στα Κύθηρα το 1771, αλλά ανδρώθηκε στην πατρίδα του την

Ήπειρο, και έπειτα από ιατρικές σπουδές στην Ιταλία, επέστρεψε στα Ιωάννινα, όπου

υπηρέτησε ως γιατρός στην αυλή του Αλή Πασά. Ζώντας σε μια μικρή σχετικά πόλη, μακριά

από τα κοσμοπολίτικα κέντρα του φαναριωτισμού, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά

και να ενστερνιστεί τις πιο γνήσιες εκφάνσεις του λαϊκού μας πολιτισμού και τη ζωντανή

γλωσσική μας παράδοση. Τα χρόνια της ελληνικής επανάστασης τον βρήκαν στα Ιωάννινα

απ’ όπου έφυγε, πήγε στα Ζαγοροχώρια κι εκεί πέθανε, στα 1823, έρημος και φτωχός. Κατά

τη διάρκεια της ζωής του, εξέδωσε ένα μόνο έργο, στα 1814, την Ρωμέικη γλώσσα. Σ’ αυτό

εκθέτει το ορθογραφικό του σύστημα και τις γλωσσικές του απόψεις. Ιδιαίτερα προοδευτικός,

ορθολογιστής, συνειδητά επηρεασμένος από το γαλλικό Διαφωτισμό, ο Βηλαράς όχι μόνο

διδάσκει έναν ασυμβίβαστο δημοτικισμό, αλλά ταυτόχρονα αίρει την ισχύ της ιστορικής

ορθογραφίας, των διπλών συμφώνων και των ποικίλων φωνηέντων που εκφράζουν τον ίδιο

φθόγγο.

Θέλοντας να τιμήσει τον Ψαλίδα για όσα πρόσφερε στο Γένος του αφιερώνει το

βιβλίο του. Στο μότο που ακολουθεί αφηγείται σύντομα ένα περιστατικό, πως ένας

αυτοσχέδιος βιολιτζής έπαιζε με περισσότερη τρυφερότητα από τον ευρυμαθή δάσκαλο της

μουσικής. Κάποιος που είχε ξεκινήσει να μαθαίνει μουσική θέλγεται από τον αυτοδίδακτο

βιολιτζή. Από τότε εγκατέλειψε την υπέρμετρη πολυμάθεια του σοφού δασκάλου του και

υιοθέτησε τον αυθόρμητο τρόπο του γείτονά του, και σε λίγο χρονικό διάστημα ένιωθε και ο

ίδιος τη γλύκα του παιξίματός του, αλλά και αυτοί που τον άκουγαν. Το μήνυμα γίνεται

αισθητό στους αναγνώστες μέσα από τους στίχους που ακολουθούν το παράθεμα:

<< Ω πρόληψες του κόσμου

Τύραννοι της ψυχής,

ο κόσμος σας λατρεύουν

για να ’ναι δυστυχείς>>340.

Ο Βηλαράς είναι οντότητα πληθωρική και δραστήρια. Στο γλωσσικό (όπως και στο

ορθογραφικό) πρόβλημα υπερνικώντας τις συμβιβαστικότητες οδηγείται σε λύσεις ακραίες

και επαναστατικές. Η σάτιρα, καλόπιστη αλλά και δηκτική, καταλαμβάνει μεγάλο μερίδιο

338. Δημαράς, Λογοτεχνία, σ. 206. 339. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σ. 21. 340. Δημαράς, Λογοτεχνία, σσ. 240-241.

Page 105: Paideia in Ioannina

105

στο έργο του, είτε όταν γράφει ατόφυα ποιήματα σατιρικά, είτε όταν συνθέτει σε στίχους

<<Μύθους>> δανεισμένους από τον Αίσωπο ή τον La Fontaine. Βαθιά καλλιεργημένος,

λόγιος, με έμφυτη κλίση στη φιλοσοφία ο Βηλαράς εκφράζει επίσημα τους συλλογισμούς του

για το γλωσσικό και εκπαιδευτικό ζήτημα πότε σε ευχάριστα πεζογραφήματα (Ο λογιότατος

ταξιδιώτης, Ο λογιότατος ή ο Κολοκυθούλης) και πότε σε επιστολές προς τον φίλο του

γυμνασιάρχη στα Ιωάννινα, Αθανάσιο Ψαλίδα341.

Ο Βηλαράς πίστευε στην εξέλιξη της κοινής με το πέρασμα του χρόνου και την

τελειοποίησή της από τεχνίτες ικανούς και επιδέξιους, από προικισμένους καλλιτέχνες του

λόγου με τη λεπτή αίσθηση της φυσικής γλώσσας, ανάγοντας αυτή σε καθολικό όργανο

εθνικής συνεννόησης. Δε θεωρούσε εθνική γλώσσα τη δημοτική ή απλά την κοινή, αλλά τη

γλώσσα που <<συνηθιέται από όλο το Γένος>>. Επιθυμούσε γλώσσα καλλιεργημένη με βάση

τη δημοτική342. Ο Δημαράς γράφει ότι σημαντική υπήρξε η προσφορά του Βηλαρά στον

έμμετρο λόγο και μέσα από τους στίχους του:

<<Βουλή μου ήρθε κι όρεξη, σε νέας λύρας κόρδες

να κρούξω μέλος χωριστό, και με νηχόν καινούριο>>.

Διαγράφεται καθαρά η συμβολή του στη μεταστροφή της ποίησης από τα

φαναριώτικα χαριτολογήματα στην μεστή και ολοκληρωμένη ποίηση, αυτήν που θα

παραλάβει αργότερα ο Σολωμός343. Μεταγενέστερα ο Σολωμός, επηρεασμένος από τις

γλωσσικές θεωρίες του Βηλαρά, συνιστούσε την ανάπτυξη και εμπέδωση της δημοτικής:

<<Καλόν είναι να θεμελιώνεται κανείς στα δημοτικά τραγούδια, αλλά δεν είναι καλό αν

σταματά εκεί. Το έθνος ζητεί από μας το θησαυρό της διανοίας μας ενδεδυμένον εθνικά>>,

επεδίωκε γλώσσα εθνική και όχι απλώς δημοτική344.

Είναι αλήθεια λυπηρό που οι ενέργειες του Βηλαρά δεν έτυχαν της ανταπόκρισης που

θα έπρεπε στον καιρό τους. Οι λόγιοι στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση θα στραφούν σε

πολύ διαφορετικές ατραπούς345.

Για τον Ιωάννη Κωλέτη υποστηρίζεται πως υπήρξε μαθητής του Ψαλίδα. Σπούδασε

στην Ιταλία, συνδέθηκε με τον Φώσκολο και τις εκεί επαναστατικές οργανώσεις. Συνέδραμε

τον Φώσκολο στη δημιουργία μυστικής εταιρείας με σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας

συνεπικουρούμενοι από τους Γάλλους. Αν δε θεωρείται ο πνευματικός δημιουργός της

341. Πολίτης, Λογοτεχνία, σσ. 136-137. 342. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 21-22. 343. Δημαράς, Λογιοσύνη, σ. 6. 344. Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση, σσ. 21-22. 345. Πολίτης, Λογοτεχνία, σσ. 136-137.

Page 106: Paideia in Ioannina

106

Ελληνικής Νομαρχίας, πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι, επιστρέφοντας στα Ιωάννινα,

προσκόμισε μαζί του ένα αντίτυπο του επαναστατικού αυτού φυλλαδίου.

Όσον αφορά τον Γεώργιο Σακελλάριο (1765-1838), γιατρό και ποιητή από την

Κοζάνη, οικείος ασφαλώς του Ψαλίδα κι από τη Βιέννη, γνωρίζουμε πως είχε αρχίσει να

μεταφράζει και να τυπώνει τον Νέον Ανάχαρση, που συνέχισε ο Ρήγας, επίσης, πως μοίραζε

στους ομοεθνείς του στη Βιέννη χειρόγραφα αντίγραφα του Θούριου του Ρήγα.

Για τον επίσης γιατρό Κυρίτση Καραγιάννη, που είχε άδικο τέλος συνοδεία των

κατάρων του μητροπολίτη, μαθαίνουμε ότι θρηνήθηκε από το φίλο του Βηλαρά, σε ανέκδοτη

ωδή του τελευταίου. Οι γνωστές σχέσεις του με την Κυρά Φροσύνη θα μπορούσαν ίσως να

μας προσδώσουν μια βάσιμη ερμηνεία για τα αληθινά αίτια του πνιγμού της τολμηρά

εκσυγχρονισμένης αρχόντισσας. Ο Καραγιάννης υπήρξε υπέρμετρα ορθολογιστής. Είναι ίσως

μέσα στον κύκλο του ο πιο ενθουσιώδης οπαδός των γαλλικών επαναστατικών ιδεών, που

κάποτε αγγίζουν τα ακρότατα σημεία: Μέσα στην πόλη των Ιωαννίνων προπαγάνδιζε

<<παρρησία εις τους πολλούς την αθεΐα και την ασέβεια>> γι’ αυτό ο Φιλητάς τον αποκαλεί

<<άθλιο>>. Σ’ αυτόν ανήκει η πρωτοβουλία της πρότασης που έγινε στον Αλή για τη

σωτηρία του Ρήγα Φεραίου. Στη Βιέννη όπου σπούδαζε, διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον

φιλέλληνα Πέτρο Φράγκ, επιστήθιο φίλο του Ρήγα, και υπήρξε μέλος της <<Εταιρείας>>346,

η οποία είχε συσταθεί από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ηγεμόνα της Μολδαβίας, λόγιο με

προοδευτικό πνεύμα, προστάτη των γραμμάτων και ποιητή, μυημένο σε φιλελεύθερες

τεκτονικές ευρωπαϊκές οργανώσεις με σκοπό τη διεκπεραίωση των ελληνικών αιτημάτων347.

Ο Διον. Ταγιαπιέρας (1777-1842) από τη Ζάκυνθο, εξίσου γιατρός, γνωστός από τις

σχετικές σάτιρες του Βηλαρά και του Σολωμού, διαπνέεται από τις ίδιες φιλελεύθερες

γαλλικές ιδέες. Σπούδασε στο Παρίσι και ήταν ένθερμος οπαδός του Βοναπάρτη. Διώκεται

από τα Επτάνησα και προσφεύγει στα Ιωάννινα, συμβάν πολύ χαρακτηριστικό του κλίματος

που επικρατούσε στην διοικητική περιφέρεια του Αλή Πασά. Αποδόθηκε και σ’ αυτόν η

συγγραφή της Ελληνικής Νομαρχίας348.

Ο Ψαλίδας ενέτεινε τις προσπάθειες του για τη χρήση και εμπέδωση της απλής, της

καθομιλουμένης γλώσσας, με επίκεντρο αυτόν τον ανθρώπινο κύκλο. Οι ριζοσπαστικές

γλωσσικές αντιλήψεις του εκφράζονται με σαφήνεια σ’ ένα γράμμα του στα 1812: Όλες οι

προσπάθειές μου κατατείνουν στην αφαίρεση των ανώφελων ορθογραφικών στοιχείων, τα

οποία ήταν απαραίτητα στη χρήση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και εντελώς περιττά στη

346. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 353. 347. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 383. 348. Αυτόθι, σσ. 352-353.

Page 107: Paideia in Ioannina

107

χρησιμοποίηση της νέας. Για του λόγου το αληθές, Έλληνες ήταν οι Έλληνες και πριν από

την ανακάλυψη του η και του ω, και Έλληνες θα παραμείνουν αν τα καταργήσουν ως μη

απαραίτητα349. Και η σαφής αυτή εξαγγελία των γλωσσικών του θέσεων καταλήγει με τη

φράση: << Είμαι έτοιμος σε υπεράσπισή της επί παντός δικαστηρίου>>350.

Ο Ψαλίδας θεωρούσε λυμένο πια το γλωσσικό ζήτημα από την εποχή της εδραίωσης

στα Ιωάννινα τόσο των απόψεών του όσο και του Βηλαρά. Λογάριαζε ως φυσικό

επακόλουθο την επικράτηση της δημοτικής στην απελευθερωμένη τώρα Ελλάδα, γι’ αυτό και

εκπλήσσεται διαβάζοντας τα Χρονικά και διάφορα βιβλία και εφημερίδες <<εις γλώσσαν

κορακιστικήν, της οποίας το ύφος αναγουλιάζει τινάς [=κανείς] ακουοντάς το…>>351.

Γράφει στις 18 Ιανουαρίου 1824 από την Κέρκυρα όπου διέτριβε στον Μαυροκορδάτο: <<Ο

κόσμος θέλει το κοινό ύφος του Ρήγα, του Χριστόπουλου και άλλων παρόμοιων, και όχι το

μιξοσόλοικο, το ανόητο και τραγελαφικό. Το ύφος το εθνικό μαγεύει τα αυτιά του Γένους,

διότι το καταλαβαίνει>>352.

Ασίγαστο ήταν το πάθος του για την υιοθέτηση και επιβολή της δημοτικής γλώσσας,

ώστε σε επιστολή του (1824) αυτή τη φορά προς τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Σπυρίδωνα

Τρικούπη, γράφει: <<Του κάκου πασχίζετε να φτιάξετε το Κράτος, αν δεν σπάσετε τα

κεφάλια των λογιώτατων και δεν αποδεχθείτε την κοινή γλώσσα, τη γλώσσα του

Έθνους>>353.

Ο Αθ. Ψαλίδας διαπνεόμενος από αυτού του είδους τις ιδέες όσον αφορά το γλωσσικό

ζήτημα, κατασταίνεται υπέρμαχος του <<ύφος του Γένους>> του <<κοινού ύφους του Ρήγα

και του Χριστόπουλου>>. Στις έντονες αντιπαραθέσεις των φιλελεύθερων του στενού

περίγυρου του Ψαλίδα με τους αντίμαχούς τους της παραδοσιακής ομάδας της Μπαλαναίας

Σχολής, αποτυπώνονταν με σαφή και ολοκληρωμένο τρόπο οι πνευματικοί και κοινωνικοί

αγώνες του ελληνισμού πριν από την επανάσταση. Με το αποκορύφωμα της διαπάλης

ανάμεσα στην εκσυγχρονιστική και τη συντηρητική ιδεολογία, ο συγγραφέας του έργου της

Αληθούς Ευδαιμονίας, που είχε διατυπώσει τις ενστάσεις του απέναντι σε βασικές θέσεις του

γαλλικού Διαφωτισμού, θα καταγγελθεί ως άθεος και βολταιριστής. Ο όρος

<<Βολταιροψαλιδίτης>> θα επινοηθεί για να αποδοθεί στους θιασώτες του Διαφωτισμού,

που ταυτόχρονα θεωρούνταν και άθεοι από τους πολέμιούς τους354.

349. Κιτρομηλίδης, << Αγώνες>>, Αντί, σ. 30. 350. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 351. 351. Αυτόθι, σσ. 411-412. 352. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σσ. 50-51. 353. Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στα Ιωάννινα>>, Ήπειρος, σ. 25. 354. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, σ. 30.

Page 108: Paideia in Ioannina

108

Παρατηρεί ακόμη ο Κιτρομηλίδης, ότι παρά τις έντονες εκδηλώσεις αντίθεσης και

διατύπωσης κατηγοριών εναντίον του Ψαλίδα, ο τελευταίος υπερίσχυσε στα εκπαιδευτικά

πράγματα των Ιωαννίνων στα πρώτα είκοσι χρόνια του 19ου αιώνα, σε αντιδιαστολή με τη

Μπαλαναία Σχολή που βρισκόταν σε πλήρη αποδιοργάνωση, ιδιαίτερα με τον Κων/νο

Μπαλάνο. Την ίδια εποχή οι πληροφορίες που αρύονται μέσα από τα οδοιπορικά των

ευρωπαίων περιηγητών που επισκέφτηκαν τα Ιωάννινα και συνάντησαν τον Ψαλίδα μιλούν

με θαυμασμό για τη μόρφωση του και γενικότερα εκφράζονται θετικά για την όλη

προσωπικότητα που λέγεται Αθανάσιος Ψαλίδας355.

Σύμφωνα με τον Γκανιάτσα, οι αναδημιουργικές ενέργειες του Ψαλίδα θα ανακοπούν

το 1820, λόγω του ότι τα Ιωάννινα θα μεταβληθούν σε θέατρο μαχών μεταξύ των

σουλτανικών στρατευμάτων και του Αλή Πασά. Από την αναστάτωση αυτή δεν ξέφυγε ούτε

η Καπλάνειος Σχολή, η οποία έγινε παρανάλωμα του πυρός μαζί με τη βιβλιοθήκη και τα

άφθονα διδακτικά της όργανα. Ο Αθανάσιος Ψαλίδας διαπεραιώνεται στην Κέρκυρα κι από

εκεί στην Λευκάδα, όπου και πεθαίνει το 1829356.

Κατά την άποψη της Κουρμαντζή, το απόγειο των εκπαιδευτικών καινοτομιών που

έλαβαν χώρα στα Ιωάννινα συντελέστηκε με την Καπλάνειο Σχολή και τον ενσαρκωτή της

Αθανάσιο Ψαλίδα. Στα Ιωάννινα, για πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο, υιοθετούνται

σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας357 και απορρίπτονται οι παραδοσιακές, διδάσκονται σε

οργανωμένη βάση τα ευρωπαϊκά φιλοσοφικά διανοήματα, γίνονται πειράματα στη φυσική

και τη χημεία και τέλος η βιβλιοθήκη της Σχολή εμπλουτίζεται με σύγχρονα ευρωπαϊκά

βιβλία και περιοδικά. Η Καπλάνειος Σχολή εξακολουθεί να βρίσκεται σε εκσυγχρονιστική

τροχιά σε σύγκριση με τις Σχολές της Κων/πόλης, της Χίου και της Σμύρνης, που αρκετά

αργότερα θα αποδεχθούν παρεμφερή περιεχόμενα διδασκαλίας. Παρόλο που στις Σχολές

αυτές (Χίου, Σμύρνης, Κυδωνιών), θα διδάξουν οι, Κ. Βαρδαλάχος, Ν. Βάμβας, Κ. Κούμας,

355. Αυτόθι, σ. 30. 356. Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στα Ιωάννινα>>, Ήπειρος, σσ. 25-26. 357. Αραβαντινός, Ιστορία, σσ. 123-124. Αναφέρει ο Αραβαντινός: <<Η μέθοδος ην εκείνος μετήρχετο διέφερεν αρκούντως της εν τη Μπαλαναία καθιερωμένης, διότι και γραμματικής και γεωγραφίας και μαθηματικών, συντετμημένα κείμενα συνέταξε και μετεχειρίζετο αναπληρών και ανπτύσσων τα παραλειπόμενα δια των προφορικών εξηγήσεων και ερμηνειών του, εις δε τα φιλοσοφικά διδάγματα, επόμενος τω συστήματι του διδασκάλου του Καντίου μετεχειρίζετο αυτοσχέδια και σύντομα κείμενα, άπερ προς τον σκοπόν συνέταξε περί λογικής, μεταφυσικής και φυσικής εφηρμοσμένης εις ποικίλα πειράματα. Πρώτος ο αοίδιμος αυτός διδάσκαλος αποσκυβαλήσας το πολύλεκτον και την ψυχαγωγίαν τα παρά πάσαις ταις σχολαίς της Ηπείρου όντα εν χρήσει απλοποίησε το εξηγηματικόν και ερμηνευτικόν μέρος των Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών, αλλ’ ατυχώς ουδ’ εις την θεματογαρφίαν, ουδ’ εις την ρητορικήν ενησχόλει τους μαθητάς του, οίτινες και εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν και τα της θεολογίας όργια ουδαμώς ενεβάτευον ολιγωρίας του διδασκάλου, και ως εκ τούτου οι Μπαλαναίοι και οι οπαδοί αυτών εθεώρουν τους μαθητάς του Ψαλίδα ως μη εγκρατείς του Έλληνος λόγου, και χωλαίνοντες εις το θρησκευτικό και τούτο ουκ ολίγον ηλάττωσε την ηθικήν της σχολής ταύτης αξίαν παρά τω λαώ>>.

Page 109: Paideia in Ioannina

109

Κ. Οικονόμος, Θ. Καϊρης, οι Σχολές τους δε θα νεωτερίσουν σημαντικά όσον αφορά τη

γλώσσα, την επιστημονική γνώση και την τοποθέτησή τους έναντι της εκκλησιαστικής

ιδεολογίας. Η Σχολή στην οποία δίδαξε ο Αθ. Ψαλίδας θα διατηρήσει την πρωτοπορία της, θα

παράγει αξιόλογους μαθητές και δασκάλους, οι οποίοι θα εξακτινωθούν σε όλο τον

ελληνόφωνο χώρο, ελλαδικό και παροικιακό, συνεχίζοντας κατά τον τρόπο αυτό τη

μακρόχρονη αναγεννητική παράδοση των Σχολών των Ιωαννίνων358. Σύμφωνα με τον

Αραβαντινό από τους πολυπληθείς φοιτητές της Καπλανείου Σχολής που αναδείχθηκαν σε

σημαντικούς δασκάλους, μόνοι οι επισυναπτόμενοι μας είναι γνωστοί:

<<Γρηγόριος ιεροδιάκονος Παλιουρίτης

Κωνσταντίνος Ασώπιος εκ Γραμμένου

Γεώργιος Κρανάς ή Αίσωπος

Χριστόδουλος Φιλητάς

Κοσμάς ιεροδιάκονος Θεσπρωτός

Ιωάννης Σάββας εκ Ζαγορίου

Ιωσήφ Νάξιος ο μετά ταύτα Βελλάς

Αναστάσιος Σύψας εκ Κονίτσης

Νικόλαος Δημητρίου Αθανασίου Ιωαννίτης

Δημήτριος Κωνστ. Αθανασίου

Ευαγγέλης Μέξης Αλβανός

Λουκάς Βάγιας »»

Ιωάννης Κωλέτης εκ Συρράκου

Κωστάκης Κροκίδας

Χρύσανθος Κονοφάος ιεροδιάκονος Πάργιος

Νικόλαος Μανιάκης »»

Στέφανος Πετσάλης »»

Ιωάννης Μυρτίλος Βησσανιώτης εκ Πωγωνιανής

Αναστάσιος Σακελλαρίου εκ Ζαγορίου>>359.

Αναφορικά με την Καπλάνειο Σχολή στην οποία δίδαξε ο Ψαλίδας, θα επιτευχθεί για

πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο ολοκληρωτική ρήξη με την κοινωνική τάξη που έχει την

οικονομική και την πολιτική ισχύ, με την κοινωνική τάξη που φρονεί συντηρητικές ή

<<μέσες οδούς>>. Ρήξη που έγκειται στην πλήρη υιοθέτηση του δυτικού επιστημονικού και

358. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σσ. 152-154. 359. Αραβανιτνός, Ιστορία, σ. 124.

Page 110: Paideia in Ioannina

110

ορθολογικού τρόπου σκέψης, προ πάντων, στην ολοφάνερη ένταξη και επιβολή της σ’ ένα

χώρο, ο οποίος για πρώτη φορά υποχρεώνεται να ενδώσει σε κάτι που δεν μπορεί να

αποδεχθεί. Τα Ιωάννινα, φορέας του νεοελληνικού Διαφωτισμού, είναι η πόλη που πληροί τις

απαιτούμενες προϋποθέσεις, ώστε εδώ να αναπτυχθεί η ορθολογική σκέψη, σε αντιδιαστολή

με την πανίσχυρη θρησκευτική ιδεολογία. Αυτό επιτυγχάνεται από τη στιγμή που οι έμποροι-

ευεργέτες, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους θρησκευόμενοι, ορίζουν στα σχολεία που

δημιουργούν και συντηρούν οικονομικά, την άμεση προτεραιότητα των <<επιστημών>>. Ο

Αθ. Ψαλίδας είναι το πρόσωπο που θα υλοποιήσει πληρέστερα την προσδοκία της αστικής-

εμπορικής τάξης, της τάξης του, που είναι η απαντοχή της πνευματικής <<ανόρθωσης του

πεπτωκότος Γένους>>360.

Τη δεκαετία του 1790 ο νεοελληνικός Διαφωτισμός έφθασε στο αποκορύφωμά του.

Φορέας των νέων ιδεών στα Ιωάννινα υπήρξε ο Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829), τις

ρηξικέλευθες ενέργειες του οποίου ευόδωσαν οι ιστορικές συνθήκες, επειδή ο Αλή Πασάς

συνιστούσε ως ένα βαθμό προσωπικότητα νεωτεριστικής πολιτικής, μέσα στα πλαίσια της

Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με τον Ψαλίδα και τον κύκλο του, τα Ιωάννινα ξεχωρίζουν σαν

το σημαντικότερο κέντρο του νεοελληνικού Διαφωτισμού στην ελληνική επικράτεια. Επίσης,

δεν είναι τυχαίος ο σχηματισμός μέσα σ’ αυτόν τον κύκλο ενός πολιτιστικού και ιδεολογικού

ρεύματος με ακραιφνείς γλωσσικές απολήξεις, πράγμα που αποτελεί πρωτόγνωρο ιστορικό

για τα ελληνικά δεδομένα. Αυτό προσυπογράφεται από το ότι ο ίδιος ο Ψαλίδας δίνει στη

διδασκαλία του προτεραιότητα στη δυτική φιλοσοφία, στα μαθηματικά, στη γεωγραφία, στην

ιστορία, και τις ξένες γλώσσες, ενώ έπονται οι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς, η αρχαία

ελληνική γλώσσα και η θεολογία. Όλα αυτά μας επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε τον Ψαλίδα

καινοτόμο και τη Σχολή του ριζοσπαστική.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ (1828-1913)

1. Η Ζωσιμαία Σχολή (1828)

360. Κουρμαντζή, Εκπαίδευση, σ. 154.

Page 111: Paideia in Ioannina

111

Σύμφωνα με τον Κιτρομηλίδη, μετά την επανάσταση του 1821, απόρροια της οποίας

υπήρξε η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους (1832), η Ήπειρος δεν συμπεριελήφθη σ’ αυτό.

Η περίοδος της ύστερης Τουρκοκρατίας αναφορικά με την εκπαίδευση στην πρωτεύουσα της

Ηπείρου, εγκαινιάστηκε με την ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής (1828), χορηγία των αδελφών

Ζωσιμάδων. Οι Ιωαννίτες αδελφοί Ζωσιμάδες, ευκατάστατοι έμποροι στη Ρωσία,

χρηματοδότες κατά το παρελθόν των εκδόσεων του Κοραή, εξακολούθησαν την παράδοση

των Ηπειρωτών ευεργετών του απόδημου ελληνισμού, για συνδρομή της παιδείας στη

γενέτειρα γη361.

Κατά την άποψη του Κ. Βακαλόπουλου, η χρονική περίοδος που δημιουργήθηκε η

Ζωσιμαία Σχολή, ήταν πολύ σημαντική, γιατί αποτέλεσε την αρχή μιας νέας πνευματικής

ανάτασης για τα Ιωάννινα και την Ήπειρο γενικότερα, ύστερα από τις δυσάρεστες συνέπειες

που είχε η επανάσταση των Ελλήνων του 1821 για την εκπαίδευση στην πόλη των

Ιωαννίνων. Το κτήριο που ανεγέρθηκε για την ευόδωση των εκπαιδευτικών σκοπών, έφερε

αρχικά την ονομασία <<Γενικό Σχολείο>> και κατόπιν <<Ζωσιμαία Σχολή>>. Σύμφωνα με

τη διαθήκη των Ζωσιμάδων, τα χρήματα για τις πληρωμές των δασκάλων, του προσωπικού,

την αγορά βιβλίων, τις υποτροφίες μαθητών και γενικότερα τα τρέχοντα έξοδα, τα

διαχειρίζονταν η εφορεία της Σχολής και η επιτροπή των τεσσάρων εκκλησιών (μητρόπολη

Αγ. Αθανασίου, Κοίμηση της Θεοτόκου ή Αρχιμανδρειού, Αγ. Νικολάου, Αγ. Μαρίνας), της

πόλης των Ιωαννίνων362.

Σύμφωνα με την άποψη του Κ. Παπαγεωργίου, η αρχική στέγαση της Ζωσιμαίας

Σχολής ήταν σ’ ένα τουρκικό σπίτι κοντά στα εβραϊκά μνήματα (πλατεία Βενιζέλου αριθ.

45), χώρος στον οποίο φιλοξενήθηκε πολύ παλιά και το Βαλάνειο Δημοτικό Σχολείο363.

Επίσης ο Κ. Παπαγεωργίου σημειώνει, ότι πρώτος σχολάρχης της Ζωσιμαίας Σχολής

διετέλεσε ο Γ. Κρανάς ή Αίσωπος από το χωριό Γραμμένο των Ιωαννίνων, τόπος που είλκυαν

την καταγωγή τους και οι ιδρυτές της Ζωσιμαίας Σχολής. Ο Γ. Κρανάς υπήρξε μαθητής του

Ψαλίδα και διεύθυνε δυο φορές τη Ζωσιμαία (1828-1829) και (1830-1833)364. Η θέση του Κ.

Βακαλόπουλου είναι πως, μετά το Γ. Κρανά, ανέλαβε το αξίωμα του διευθυντή της

Ζωσιμαίας Σχολής ο Αναστάσιος Σακελλάριος (1833-1838), επίσης μαθητής του Ψαλίδα365.

Παρατηρεί στο σημείο αυτό η Νικολαΐδου, ότι στο διάστημα της πρώτης σχολαρχίας του

(1833-1838) ο Σακελλάριος κλήθηκε να αντιμετωπίσει σωρεία προβλημάτων, λόγω της

361.Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες>>, Αντί, σ. 30. 362. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 721-722. 363. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σ. 64. 364. Αυτόθι, σ. 64.

Page 112: Paideia in Ioannina

112

αντιπαλότητας των Ιωαννιτών με τους Ζαγορίσιους προκρίτους. Οι Ιωαννίτες κοτζαμπάσηδες

απαίτησαν από τον Σακελλάριο να μη γίνεται δεκτός στη Σχολή κανένας νέος μαθητής, άνευ

της σχετικής άδειάς τους, με σκοπό να περιστείλουν την ομαδική είσοδο των Ζαγορισίων

μαθητών. Η αδικαιολόγητη αξίωση απορρίφθηκε και ο Σακελλάριος εξαναγκάστηκε σε

παραίτηση (Δεκέμβριος 1833). Οι Ζαγορίσιοι προύχοντες, εκδηλώνοντας την αντίθεσή τους

στα πλάνα των Ιωαννιτών, σύστησαν δια συνδρομών σχολή ανταγωνιστική της Ζωσιμαίας

υπό τη διεύθυνση του Σακελλαρίου, στην οποία παρακολουθούσαν μαθήματα και πολλοί

Ιωαννίτες μαθητές, συνεπεία τούτου η Ζωσιμαία Σχολή να περιοριστεί αριθμητικά, αλλά και

να υποβιβασθεί ποιοτικά. Εν τέλει ο Σακελλάριος ανέλαβε και πάλι (Μάρτιος 1834) τη

σχολαρχία της Ζωσιμαίας Σχολής με την προϋπόθεση να δέχεται όσους νέους ήθελαν να

τύχουν παιδείας, ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσής τους. Το 1838, καινούρια διαμάχη

ήρθε στο προσκήνιο με στόχο αυτή τη φορά το μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ και τελική

απόληξη την παραίτηση του Σακελλάριου, που επανεμφανίστηκε στη διεύθυνση της

Ζωσιμαίας το 1843366. Επισημαίνει ο Κ. Παπαγεωργίου, πως το Νοέμβριο του 1841,

μεσοδιάστημα που απαιτήθηκε μέχρι την επανάκαμψη του Σακελλάριου στη διεύθυνση της

Ζωσιμαίας Σχολής, χρημάτισαν ως δάσκαλοι στη Ζωσιμαία οι, Δ. Τζίμας διδάσκοντας σε

τρεις τάξεις, Χ. Θεοδωρίδης σε μια, Γεδεών σε μια και Αγάπιος επίσης σε μια. Ως εκ τούτου

συμπεραίνεται ότι η Ζωσιμαία λειτουργούσε ως εξατάξια Σχολή. Την επόμενη χρονιά (1842),

παύεται ο Δ. Τζίμας από τα καθήκοντά του, πεθαίνει ο Ν. Ζωσιμάς στη Νίζνα της Ρωσίας και

η επιτροπή διαχείρισης του κληροδοτήματος προβαίνει στην αγορά 209 μετοχών της Εθνικής

Τράπεζας. Το έτος (1843), αποβιώσαντος του Ν. Ζωσιμά, επαναπροσλαμβάνεται ο

Σακελλάριος στη διεύθυνση της Σχολής, όπου και μένει ως το (1855). Η περιπετειώδης

καθηγητική πορεία του Σακελλάριου στη Ζωσιμαία Σχολή ολοκληρώνεται με τον

επανερχομό του το (1857) και την οριστική αυτή τη φορά αποχώρησή του το έτος (1862).

Εντωμεταξύ το (1844) η Ζωσιμαία Σχολή λειτουργεί ως τριτάξιο Γυμνάσιο και παραδίδονται

ως ακολούθως τα μαθήματα: Ελληνικά, Γαλλικά, Λατινικά, Ιταλικά, Γεωγραφία, Γενική

Ιστορία, Θεολογία, Άλγεβρα, Γεωμετρία, Φυσική, Ψυχολογία, Λογική και Ηθική.

Συνυπηρετούν με το Σακελλάριο οι, Ιουλία Βλαγκάρη, Γ. Λαζόπουλος, Αν. Γκίνος, Χ.

Θεοδώρου, Αθ. Παπαχρήσου367.

Ο Αραβαντινός αναφέρει πως, το 1852, η Ζωσιμαία Σχολή απαρτίζονταν από δυο

εκπαιδευτικές βαθμίδες, πράγμα άλλωστε που επίτασσε και η διαθήκη του Ν. Ζωσιμά. Η

365. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 722. 366. Νικολαΐδου, <<Παιδεία>>, Ιστορία, σ. 303. 367. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σσ. 65-66.

Page 113: Paideia in Ioannina

113

τροποποίηση αυτή αφορούσε να διαιρεθεί η Σχολή σε τριτάξιο ελληνικό σχολείο και

τετρατάξιο γυμνάσιο, με διδάσκοντες οχτώ καθηγητές. Ο αριθμός των μαθητών την περίοδο

εκείνη άγγιζε τους 400 εκ των οποίων οι 250 ήταν στο ελληνικό σχολείο και οι 150 στο

γυμνάσιο. Ο Αναστάσιος Σακελλάριος δίδασκε στις δυο τελευταίες τάξεις Ψυχολογία,

Λογική, Ανθρωπολογία, Φυσική, αρχαία ελληνική γραμματεία και Γενική Ιστορία368. Η

Νικολαΐδου ισχυρίζεται ότι οι περισσότεροι των μαθητών της Ζωσιμαίας Σχολής ήταν

Ηπειρώτες. Μολοντούτο στις τάξεις της Ζωσιμαίας φοίτησαν Αλβανοί και Τούρκοι, μερικοί

από αυτούς ξεχώρισαν ως σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο Εσάτ πασάς, ο Χασάν Ταξίμ

πασάς και οι αδερφοί Φράσσαρη. Αυτοί που ολοκλήρωναν τον κύκλο σπουδών τους στη

Ζωσιμαία και δεν επιθυμούσαν περαιτέρω σπουδές, πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους ως

δάσκαλοι στις ελληνικές παροικίες της Βαλκανικής369. Αναφέρει ο Κ. Λαζαρίδης, ότι το έτος

(1860), η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναγνωρίζοντας την αξία των

παρεχόμενων μαθημάτων της Ζωσιμαίας Σχολής, εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο εγγράφονταν

στο Πανεπιστήμιο Αθηνών οι απόφοιτοι της Ζωσιμαίας Σχολής, άνευ εισαγωγικών

εξετάσεων370. Σύμφωνα με τον Κ. Βακαλόπουλο, το (1862), αποτέλεσε το τελευταίο έτος

προσφοράς του Σακελλάριου στη Ζωσιμαία Σχολή. Η συνεισφορά του στην παιδεία των

Ιωαννίνων λογίζεται απ’ τις σημαντικότερες. Εκτός από το φιλολογικό, λαογραφικό και

μεταφραστικό του έργο, το όνομά του συνδέεται άμεσα με την εισαγωγή στα Ιωάννινα του

πρώτου τυπογραφείου από την Ευρώπη. Με πρωτοβουλία του και έξοδα των συγγενών του,

ετέθη σε λειτουργία στα (1862) το γνωστό τυπογραφείο <<Δωδώνη>>, το οποίο εξέδωσε

σημαντικά πονήματα. Το πρώτο βιβλίο που δημοσιεύτηκε ήταν η << Γραμματική >> του

Σακελλάριου, καρπός της δεκαπεντάχρονης διδασκαλικής του θητείας στα σχολεία της

Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας371. Κατά τον Λαζαρίδη, ως επιστέγασμα των

άτρυτων προσπαθειών του Σακελλάριου για την προώθηση της παιδείας, η ελληνική

Κυβέρνηση τίμησε αυτόν με την απονομή του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος372.

Η θέση του Κ. Βακαλόπουλου, σχετικά με τη διαδοχή του Σακλελλάριου στη

διεύθυνση της Ζωσιμαίας Σχολής είναι, ότι διαδέχτηκε τον τελευταίο, ο μαθηματικός

Σπυρίδων Μανάρης από τα Ιωάννινα το (1862). Ο Μανάρης είχε αποπερατώσει τις σπουδές

του στην Ιόνιο Ακαδημία και προϋπήρξε καθηγητής επί μακρόν στη Λευκάδα. Η Αριθμητική

και η Άλγεβρα συνιστούν τα σημαντικότερα έργα του τα οποία έτυχαν επάλληλων εκδόσεων.

368. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή, σ. 185. 369. Νικολαΐδου, <<Παιδεία>>, Ιστορία, σσ. 304-305. 370.Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 97. 371. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 722.

Page 114: Paideia in Ioannina

114

Ο Μανάρης παρέμεινε τυπικά γυμνασιάρχης μέχρι το (1886), έτος που απεβίωσε, ενώ,

σύμφωνα με το Βακαλόπουλο, στην πραγματικότητα ο έλεγχος της Σχολής είχε περάσει στο

Μιλτιάδη Πανταζή, από το (1879)373.

Ο Κ. Παπαγεωργίου σημειώνει για τα συμβαίνοντα στη Ζωσιμαία Σχολή πως, το έτος

(1871) αξίζει ιδιαίτερης μνείας. Τη χρονιά αυτή, ο καθηγητής Στέφανος Ράδος, τονίζει τον

κίνδυνο που ελλοχεύει περί αλλοίωσης του χαρακτήρα της Σχολής από κάποιους

συναδέρφους του. Γίνεται μια προσπάθεια, συνεχίζει ο Στ. Ράδος, να δοθεί μια κατ’ επίφαση

πρακτική τροπή στο Ελληνικό Σχολείο και στις κατώτερες γυμνασιακές τάξεις, σε αντίθεση

με τις ανώτερες τάξεις του Γυμνασίου, που όλες οι προσπάθειες απολήγουν στην υπέρ του

δέον θεωρητική κατάρτιση και δη στη μορφή της εκπαίδευσης των χρόνων των Μπαλάνων.

Ο Ράδος είναι αντίθετος με τη συγκεκριμένη μορφή εκπαίδευσης και προτείνει τη χρήση της

ζωντανής γλώσσας. Διαφωνεί επίσης με την υιοθέτηση του γερμανικού σχολικού κανονισμού

και της αλληλοδιδακτικής μεθόδου, λέγοντας ότι οι Γερμανοί μαθητές των Δημοτικών

Σχολείων προσερχόμενοι στα Γυμνάσια της πατρίδας τους γνωρίζουν τη μητρική τους

γλώσσα, ενώ οι Ελληνόπαιδες των αλληλοδιδακτικών τμημάτων, όχι.374. Η άποψη του Κ.

Βακαλόπουλου είναι, πως το έτος (1878), σηματοδοτεί μια νέα φάση στην ιστορία της

Ζωσιμαίας Σχολής και αυτό συνίσταται με τη θέσπιση μιας πέμπτης τάξης μετά τις τέσσερις

πρώτες γυμνασιακές. Η δημιουργία της πέμπτης τάξης, αποτέλεσε το διδασκαλικό τμήμα, το

οποίο με την πάροδο του χρόνου ενσωματώθηκε στην τελευταία γυμνασιακή τάξη. Το

διδασκαλικό τμήμα διατηρήθηκε μέχρι την απελευθέρωση των Ιωαννίνων από τους

Τούρκους (1913), έχοντας ως σκοπό την επιστημονική και παιδαγωγική κατάρτιση των

μελλοντικών δασκάλων. Τότε με νόμο του ελληνικού κράτους θεμελιώθηκε το διδασκαλείο

της ηπειρωτικής πρωτεύουσας. Τα μαθήματα στα οποία εκπαιδεύονταν οι μελλοντικοί

εκπαιδευτικοί του διδασκαλικού τμήματος ήταν τα εξής: μεταφυσική, Ηθική, ιστορία της

Φιλοσοφίας, παιδαγωγική, παιδαγωγικό φροντιστήριο, ελληνική και ρωμαϊκή γραμματολογία

Ρητορική, ποιητική, μετρική, στοιχειώδης Αρχαιολογία, ιστορία της νεοελληνικής

Φιλολογίας, Φυσική ιστορία, γεωργική και υγιεινή. Σ’ αυτό το τμήμα δίδαξαν οι Σπ.

Μανάρης, Μιλτ. Πανταζής, Γ. Κώνστας, Γ. Σωτηριάδης, Αλέξ. Ζαμαρίας, Αν. Ζιάκκας, Γ.

Καλούδης κ.ά. Στα (1884), με κατ’ ουσία γυμνασιάρχη τον Πανταζή και τύποις μόνο το

Μανάρη, η Ζωσιμαία Σχολή έχει γύρω στους 160 μαθητές, οι οποίοι εκπαιδεύονται στα

αρχαία ελληνικά, μαθηματικά, μαθηματική γεωγραφία και φυσική, ψυχολογία, σωματολογία,

372. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 97. 373. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 723. 374. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σσ. 67-68.

Page 115: Paideia in Ioannina

115

λογική, τουρκικά, γαλλικά, λατινικά και νεότερη ιστορία. Διδάσκουν μαθηματικά ο

Λιβαδέας, ελληνικά ο Σανσκριώτης και ο Ιωάννης Στούπης, γυμναστική ο Αράπης και

γαλλικά ο Χατζηγιάννης. Στα (1886) τοποθετήθηκε καθηγητής στη Ζωσιμαία ο Γ.

Καλούδης375. Κατά την άποψη της Νικολαΐδου, μετά το Μιλτ. Πανταζή, κατέλαβε το αξίωμα

του γυμνασιάρχη της Ζωσιμαίας Σχολής ο Γ. Σωτηριάδης εκ Σιδηροκάστρου ορμώμενος

(1888-1891), φιλόλογος, αρχαιολόγος, μεταγενέστερα καθηγητής του Πανεπιστημίου

Αθηνών και ακαδημαϊκός. Έπονται ο καθηγητής της Ζωσιμαίας και αρχαιολόγος Δ. Κώνστας

(1891-1893), ο Γ. Καλούδης (1893-1895) και ο γνωστός συγγραφέας διηγημάτων Αντώνης

Τραυλαντώνης (1895-1896)376. Επιπλέον ο Κ. Βακαλόπουλος γράφει, ότι για το διάστημα

που μεσολάβησε ανάμεσα στα χρόνια (1896-1901), διευθυντής στη Ζωσιμαία Σχολή

διετέλεσε ο Αλέξιος Ζαμαρίας. Στην περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου του (1897), η

Ζωσιμαία Σχολή διέκοψε την εύρυθμη λειτουργία της για 3 εβδομάδες, κατόπιν τουρκικής

παρέμβασης. Τον επόμενο χρόνο (1898), ο Τούρκος νομάρχης παύει το Γ. Καλούδη από τα

καθήκοντά του για πολιτικούς λόγους, αλλά το (1899) αίρεται η παύση και ο Καλούδης

επιστρέφει στη θέση του. Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους (1900-1901) το σύνολο των

διδασκόντων αποτελούσαν οι Ζαμαρίας (γυμνασιάρχης), Γ. Καλούδης, Ι. Στούπης, Σ.

Αράπης, Λιβαδέας, Θωμαϊδης, Γ. Κοκόλας, Αθ. Στούπης, Ι. Μπογάς, Κ. Οικονόμου,

Βερτόδουλος, Κανάτας και Χατζηγιάννης377. Επίσης ο Κ. Παπαγεωργίου παρατηρεί, πως το

(1901) κατεδαφίζεται το παλιό κτήριο της Ζωσιμαίας με προοπτική ανέγερσης νέου. Το

εγχείρημα ανέλαβε ο μηχανικός Μελίρρυτος. Στη διάρκεια των 5 ετών, χρόνος που

απαιτήθηκε για την αποπεράτωση του νέου κτηρίου, η Ζωσιμαία βρήκε στέγη, ένα χρόνο στο

Καπλάνειο Δημοτικό σχολείο τώρα πια, ένα στο ορφανοτροφείο του Γ. Σταύρου και 3 χρόνια

στο σπίτι του Βραζέλη. Η έναρξη λειτουργίας του νέου σχολικού ιδρύματος έγινε το (1905).

Τα καθήκοντα του γυμνασιάρχη ασκεί από το (1902) ο Γ. Καλούδης, που παρέμεινε στη θέση

του μέχρι το (1910). Αυτόν αντικαθιστά ο Ρώτας μέχρι το (1912), έτος που επανακάμπτει ο

Καλούδης στη διεύθυνση της Ζωσιμαίας ως το (1920)378. Η θέση του Κ. Βακαλόπουλου

είναι, ότι πολύτιμη στάθηκε η συμβολή της Ζωσιμαία Σχολής στο χώρο της εκπαίδευσης των

Ιωαννίνων, διαθέτοντας αξιόλογη βιβλιοθήκη και εργαστήριο φυσικής, διοργανώνοντας

γιορτές και περιπάτους και χορηγώντας υποτροφίες με την οικονομική υποστήριξη της

375. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 723-725. 376. Νικολαΐδου, <<Παιδεία>>, Ιστορία, σ. 305. 377. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 723-725. 378. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σσ. 72-73.

Page 116: Paideia in Ioannina

116

μητρόπολης Ιωαννίνων σε μαθητές που διέθεταν τα πνευματικά εχέγγυα και διακρίνονταν για

το ήθος τους379.

Εν κατακλείδι ο Γκανιάτσας γράφει για τη Ζωσιμαία Σχολή πως, μετά το ξέσπασμα

της πυρκαγιάς το 1820, απότοκο της οποίας υπήρξε η καταστροφή των σχολείων και η

φυγάδευση των Μουσών από την πόλη, η ευεργετική μεσολάβηση των Ζωσιμάδων διέσωσε

την εκπαιδευτική κατάσταση των Ιωαννίνων και της ευρύτερης περιοχής380.

2. Κοινά (Δημοτικά) σχολεία στα Ιωάννινα

Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα όλα τα σχολεία της Ηπείρου στηρίζονταν

οικονομικά στα πλούσια κληροδοτήματα των Ηπειρωτών ευεργετών, στις εκκλησιαστικές

επιχορηγήσεις καθώς και στις συνδρομές των γηγενών κατοίκων. Επίσης, τεράστια ήταν η

οικονομική συμβολή του ελληνικού κράτους δια του <<Συλλόγου προς διάδοσιν των

ελληνικών γραμμάτων>>, 1869 και της <<Επιτροπής προς ενίσχυσιν της Ελληνικής

Εκκλησίας και Παιδείας>>, 1886. Προς τον σκοπό αυτό, δηλαδή την πνευματική ανόρθωση

της ελληνικής παιδείας στην Ήπειρο συνέβαλε και ο ιδιωτικός σύλλογος <<Ελληνικός

Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως>>, 1861381.

Στην αρχή όπως ήταν φυσικό στα σχολεία των Ιωαννίνων δεν επικρατούσε ομοφωνία

όσον αφορά τα προγράμματα, τις μεθόδους διδασκαλίας και γενικότερα δεν υπήρχε ενιαία

αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών προβλημάτων. Όμως, το 1875 με πρωτοβουλία του

μητροπολίτη Ιωαννίνων Σωφρονίου έλαβε χώρα η πρώτη διδασκαλική σύνοδος των

Ηπειρωτών εκπαιδευτικών στην ίδια τη μητρόπολη. Αφού συζητήθηκαν διεξοδικά τα

διδασκαλικά θέματα που τους απασχολούσαν, αποφάσισαν να χωρίσουν τα σχολεία σε τρεις

κατηγορίες: προκαταρκτικά δημοτικά σχολεία, ελληνικά δημοτικά σχολεία και κεντρικά

δημοτικά σχολεία. Συντάχθηκαν τα απαραίτητα προγράμματα μαθημάτων και επελέγησαν τα

ίδια βιβλία για όλα τα σχολεία με σκοπό την ομοιόμορφη διδασκαλία382.

Στην περιοχή της μητρόπολης Ιωαννίνων, καθώς και στις μητροπολιτικές επαρχίες

που υπάγονταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, είχε καθιερωθεί με την πάροδο του χρόνου

μια παράδοση που διευθετούσε τα προβλήματα της πρόσληψης των δασκάλων, της

οικονομικής αμοιβής τους, των εκπαιδευτικών προσόντων τους και παρείχε τα εχέγγυα για

την εξασφάλιση της οικονομικής απολαβής τους κατά το διάστημα της υπηρεσίας τους. Όλα

379. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 723-725 380. Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στα Ιωάννινα>>, Ήπειρος, σ. 30. 381. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 705-706. 382. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 606-607.

Page 117: Paideia in Ioannina

117

αυτά τα ζητήματα συνδέονταν στενά με τον τρόπο διοίκησης και ελέγχου των σχολείων, τον

οποίο έλεγχο ασκούσαν οι εφοροεπίτροποι, εκλεγμένα όργανα για τη διευθέτηση των

σχολικών και εκκλησιαστικών υποθέσεων εντός των ορίων αλληλεξάρτησης που υπήρχαν

κατά την Τουρκοκρατία. Η παράδοση αυτή περιέκλειε στοιχεία εθιμικού δικαίου, κυρίως

όμως στηρίζονταν στα προνόμια που είχε κατοχυρώσει η ορθόδοξη Εκκλησία για τους

υπόδουλους, που εφάρμοζαν οι κατά τόπους μητροπολίτες. Συνισταμένη των προνομίων

αυτών της Εκκλησίας αποτελούσαν οι υποδείξεις-οδηγίες που απέστελλαν από καιρού εις

καιρόν οι μητροπολίτες, στις οποίες απεικονίζονταν έντονα η προσωπική τους θέληση.

Τέτοιου είδους δεσμευτικές υποδείξεις δημοσίευσε στα τέλη του 1870 ο τότε μητροπολίτης

Ιωαννίνων Σωφρόνιος. Οι οδηγίες αυτές, που αποτύπωναν κατά τρόπον τινά τα όσα ίσχυαν

ως τότε, είχαν βέβαια πρακτική αξιοποίηση και στις επόμενες δεκαετίες383.

Από το σύνολο των οδηγιών αυτών θα αναφερθούμε σ’ αυτές που σχετίζονται με τους

διορισμούς, την παροχή αμοιβής, τα εκπαιδευτικά προσόντα και γενικότερα το εργασιακό

καθεστώς των δασκάλων.

Την αποκλειστική ευθύνη για τον διορισμό των δασκάλων έφεραν οι εφοροεπίτροποι

και ο μητροπολίτης, ο τελευταίος σε ζητήματα ηθικής και θρησκευτικής πίστης άγνωστων

δασκάλων. Ο διορισμός τους είχε ισχύ για ένα ή δυο χρόνια, γεγονός που αποδεικνύεται και

από το βιβλίο καταχωρίσεων των συμβολαίων διορισμών της μητρόπολης Ιωαννίνων, όπου

υπέγραφαν τα συμβαλλόμενα μέρη. Απαραίτητη προϋπόθεση για να διοριστούν οι δάσκαλοι

ήταν η προσκόμιση τίτλων σπουδών ή κοινοτικών βεβαιώσεων, που είχαν υπηρετήσει. Σε

περίπτωση απουσίας τέτοιων εγγράφων ο ενδιαφερόμενος δάσκαλος υποβάλλονταν σε

αυστηρή εξέταση από τους καθηγητές της Ζωσιμαίας Σχολής. Η επικύρωση των

διοριστήριων συμβολαίων από τον επιτόπιο αρχιερέα ήταν υποχρεωτική. Ο δάσκαλος

μπορούσε να απολυθεί από τη θέση του έπειτα από δυο διαδοχικές παρατηρήσεις, μία από

τους εφοροεπίτροπους και μια δεύτερη από τον μητροπολίτη. Η παύση από τα καθήκοντά του

συνεπάγονταν και απώλεια συστατικής επιστολής για το μέλλον. Ο τρόπος πληρωμής των

δασκάλων διέφερε από τον σημερινό. Γίνονταν μια κατακράτηση των 2/12 του ετήσιου

μισθού του και αυτά δίνονταν με την τελευταία εξόφληση της οικονομικής συμφωνίας. Ήταν

ένας τρόπος εξασφάλισης των εργοδοτών απέναντι σε δασκάλους που αθετούσαν τη

συμφωνία τους και εγκατέλειπαν τη θέση τους. Σε περίπτωση άδικης παύσης δασκάλων εξ

υπαιτιότητας των εφοροεπιτρόπων, οι τελευταίοι ήταν υποχρεωμένοι να αποζημιώσουν τον

δάσκαλο με δικούς τους πόρους. Αυτό αποτελούσε ασφαλιστική δικλείδα για τους δασκάλους

383. Νικολαΐδου <<Σχολεία>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σσ. 170-171.

Page 118: Paideia in Ioannina

118

και φρένο στις αυθαίρετες επεμβάσεις των εφοροεπιτρόπων, οι οποίες δεν έλειπαν και

τότε384.

Ο Κ. Παπαγεωργίου σημειώνει ότι με την έναρξη της Ζωσιμαίας Σχολής (1828), τα

υπόλοιπα σχολεία που λειτούργησαν μέχρι το 1820 και ανέστειλαν τις δραστηριότητές τους

λόγω των δυσάρεστων επακόλουθων της αποστασίας του Αλή, επαναλειτούργησαν το 1828

ως κοινά πλέον (Δημοτικά). Τα κοινά σχολεία, που λειτούργησαν μικτά ως την εποχή που

άνοιξαν τα τρία παρθεναγωγεία, ήταν τα εξής:

Το Καπλάνειο (οδός Αραβαντινού 6) κοντά στο σημερινό.

Το Βαλάνειο, στα παλιά εβραϊκά μνήματα (πλατεία Βενιζέλου, ή πλατεία Ευεργετών

τώρα, αριθ. 45).

Το Μαρούτσειο (οδός Μπιζανίου πιο κάτω από το Δημαρχείο).

Και το Παυλίδειο (τέρμα οδού Δωδώνης κοντά στη Λούτσα). Το Παυλίδειο Δημοτικό

σχολείο οφείλει το όνομά του στον Παν. Παυλή, ο οποίος το 1850 διέθεσε το σπίτι του προς

πώληση με σκοπό τα χρήματα που θα συγκεντρώνονταν να παραχωρηθούν για τη συντήρηση

του προαναφερόμενου σχολείου.

Τα κοινά σχολεία λειτουργούσαν με 4 τάξεις, γιατί μετά την Τέταρτη τάξη οι μαθητές

πήγαιναν στο Γυμνάσιο της Ζωσιμαίας Σχολής385.

Ο Κ. Βακαλόπουλος υποστηρίζει πως, ιδιαίτερη θέση στην πρόοδο της ελληνικής

παιδείας στα Ιωάννινα και γενικότερα στην Ήπειρο γύρω στα μισά του 19ου αιώνα έχουν τα

τρία Ελισαβέτεια παρθεναγωγεία, που διατηρούνταν από τα κληροδοτήματα της

βαθύπλουτης Ελισάβετ Καστριτσίου, η οποία είχε ζήσει στο Βουκουρέστι. Πριν από μέσα

του 19ου αιώνα λειτούργησε το πρώτο Ελισαβέτειο παρθεναγωγείο (Ανώτερο). Σε σύντομο

χρονικό διάστημα συμπεριέλαβε στις παιδευτικές του προτεραιότητες νηπιαγωγείο,

τετρατάξιο δημοτικό, ελληνικό σχολείο και δυο τάξεις διδασκαλείου. Τη διεύθυνση του

παρθεναγωγείου ανέλαβε η Αικατερίνη Δαμίρη από τους Καλαρρύτες, της οποίας η

προσφορά υπήρξε πολυετής. Επάξια έφεραν τον τίτλο των διευθυντριών του ιδρύματος οι

Αρετή Σιώμου, Ελισάβετ Ιωάννου και Αμαλία Ξανθοπόλου. Στα 1855 συστάθηκε το δεύτερο

παρθεναγωγείο, που απαρτίζονταν από νηπιαγωγείο, τετρατάξιο δημοτικό και τριτάξιο

ελληνικό σχολείο. Στεγάζονταν κάτω από την πλατεία Ευεργετών, ενώ το Ανώτερο συνέχιζε

τη λειτουργία του στην οδό Αραβαντινού. Αξιόλογη διευθύντρια του δεύτερου Ελισαβέτειου

παρθεναγωγείου ήταν η Μαρία Λιβαδέ, απόφοιτη της Αρσακείου, με ευρύτερες σπουδές στο

384. Αυτόθι, σσ. 171-172. 385. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σ. 74.

Page 119: Paideia in Ioannina

119

εξωτερικό. Στην οδό Αγίου Κοσμά λαμβάνει σάρκα και οστά το τρίτο παρθεναγωγείο το έτος

1873. Αυτό περιλαμβάνει νηπιαγωγείο και δημοτικό. Στις άμεσες προτεραιότητες του ήταν η

εκμάθηση της υφαντικής τέχνης και η διδασκαλία χειροτεχνημάτων. Ονομαστή διευθύντρια

του τρίτου παρθεναγωγείου υπήρξε η Πολυξένη Μολυβάδα, με παιδαγωγικές σπουδές στο

Παρίσι και ιδιαίτερη έφεση στην οργάνωση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ο συνολικός

αριθμός μαθητριών και των τριών Ελισαβέτειων παρθεναγωγείων ξεπερνούσε τις 750. Άξιοι

αναφοράς δάσκαλοι που υπηρέτησαν στα Ελισαβέτεια παρθεναγωγεία Ιωαννίνων ήταν ο

Γρηγόριος Δρακόπουλος κατόπιν επίσκοπος Παραμυθιάς, ο Άνθιμος Τσάτσος, πατριάρχης

Κων/πόλεως (Άνθιμος Ζ΄) και ο Νικόλαος Ευαγγελίδης μετέπειτα πατριάρχης

Αλεξανδρείας386.

Συμπερασματικά, ο Κ. Βακαλόπουλος επισημαίνει πως, εκείνο, που αξίζει να

προσεχτεί είναι το γεγονός ότι στην ηπειρωτική πρωτεύουσα διατηρήθηκε η ενότητα, η

διάρκεια και η υψηλή στάθμη της ελληνικής παιδείας από τα πρώτα χρόνια της

Τουρκοκρατίας μέχρι την απελευθέρωση της πόλης (1913). Αναλυτικά στα 1878

αναφέρονται στα Ιωάννινα 1 γυμνάσιο (Ζωσιμαία Σχολή), 1 αστική και 1 ιερατική Σχολή, 4

δημοτικά σχολεία και 3 παρθεναγωγεία με 2 νηπιαγωγεία ως παραρτήματα387.

Επίσης, η Νικολαΐδου γράφει ότι ο ρόλος που διαδραμάτισε η παιδεία στα Ιωάννινα

και την ευρύτερη περιοχή για μεγάλο χρονικό διάστημα στην προσπάθεια υλοποίησης των

κοινωνικών, πολιτιστικών και εθνικών οραμάτων ολόκληρης της Ηπείρου ήταν πολύ

σημαντικός. Κάνοντας μια επισκόπηση στα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω διαπιστώνουμε ότι

στην πόλη των Ιωαννίνων και γενικότερα σε ολόκληρη τη μητροπολιτική επαρχία Ιωαννίνων

η παιδεία βρισκόταν σε πολύ αξιόλογο επίπεδο, είτε αυτό έχει να κάνει με τον αριθμό των

σχολείων είτε με το επίπεδο της παρεχόμενης γνώσης. Όλα αυτά συνιστούσαν, μέσα στο

πλαίσιο των συνθηκών που διενεργούνταν μια αξιοσημείωτη εθνική και κοινωνική

συνεισφορά, με θετικές συνέπειες στην πνευματική και πολιτισμική ανάπτυξη της περιοχής.

Ακολουθεί πίνακας με τα σχολεία της πόλης των Ιωαννίνων από τη μελέτη της Νικολαΐδου:

Σχολεία και δάσκαλοι της μητροπολιτικής επαρχίας Ιωαννίνων (στα τέλη του 19ου και τις αρχές

του 20ου αι.).

Α/Α ΕΝΟΡΙΕΣ ΓΥΜΝΑΣΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΠΑΡΘΕΝΑΓ. ΤΑΞΕΙΣ ΟΝΟΜΑ

ΣΧΟΛΗΣ

1 Βαϊραάμ πασά 1 8 Ζωσιμαία

386. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 727-728. 387. Αυτόθι, σσ. 707-708.

Page 120: Paideia in Ioannina

120

2 Τσιγαρά 1 4 Καπλάνειος

3 Βαϊράμ πασά 1 4 Βαλάνειος

Τσικούρ

4 Οσμάν Τσιαούς 1 4 Μαρούτσειος

Λούτζα

5 Τσιγαρά 1 4 Παυλείδιος

6 Τσιγαρά - Ελληνοδημοτικό 9 Ελισαβέτειον

με Νηπιαγωγείο

7 Βαϊράμ πασά - »» 7 Ελισαβέτειον

8 Γενί μαχαλά - Δημοτικό με 5 Ελισαβέτειον

Νηπιαγωγείο>>388.

3. Εκκλησιαστικές Σχολές Ιωαννίνων

Αβακούμειος Ιερατική Σχολή (1872-1922)

Ευεργετική υπήρξε η συνεισφορά της Αβακούμειας ιερατικής σχολής στην

εκπαιδευτική κατάσταση των Ιωαννίνων. Η Αβακούμειος ιερατική σχολή, ιδρύθηκε στη μονή

Μεθοδάτων ή Γκιουμάτων ή Ελεούσας στο νησί των Ιωαννίνων στα 1872 με ενέργειες του

ηγούμενου της μονής Ελεούσας Αβακούμ, με τη σύμφωνη γνώμη του μητροπολίτη

Ιωαννίνων Σωφρονίου και την έγκριση του πατριαρχείου. Ο βίος της σχολής τερματίστηκε το

1922389. Ο Λαζαρίδης αναφέρει πως, πρώτος διευθυντής της ιερατικής σχολής διετέλεσε ο

ιερομόναχος Αβακούμ, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στη σχολή390. Η άποψη του Κ.

Βακαλόπουλου είναι, ότι πρώτος σχολάρχης και διδάσκων της Αβακούμειας ιερατικής

σχολής, που στόχο είχε την πνευματική καλλιέργεια των κληρικών, ήταν ο ιερέας Απόστολος

Πρωτοπαπάς από τον Ελαφότοπο για εφτά συνεχόμενα έτη (1872-1879). Μεταξύ των

δασκάλων αναφέρονται οι Γ. Κοτζιανόπουλος (1878-1880, 1883-1913), Γεώργιος Ζηκίδης

(1880-1882), Αθανάσιος Οικονόμου (1882-1883), Κ. Μεγγλίδης (1916-1918), Χ.

Οικονομίδης (1919-1920), Νικόλαος Σίμος (1921-1922) και ο ιεροκήρυκας και κατοπινός

επίσκοπος Γόρτυνος και Μεσσηνίας Πολύκαρπος Συνοδινός (1920-1922)391.

Σχετικά με τα μαθήματα των μαθητών-ιερωμένων ο Κ. Βακαλόπουλος τονίζει, ότι οι

τελευταίοι διδάσκονταν σωματική αγωγή, πρακτική αριθμητική και γεωμετρία, φυσική,

388. Νικολαΐδου, <<Σχολεία>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, σσ. 170 και 212. 389. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 726. 390. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σ. 606. 391. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 726.

Page 121: Paideia in Ioannina

121

ιστορία, γεωγραφία, και αρχαία ελληνικά. Τα κατ’ εξοχήν θρησκευτικά μαθήματα ήταν Ιερά

Ιστορία Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, εισαγωγή στην Αγία Γραφή, ερμηνεία Κυριακών

Ευαγγελίων και σημαντικών χωρίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ιερή γεωγραφία,

εβραϊκή αρχαιολογία, εκκλησιαστική ιστορία, Κατήχηση, χριστιανική Ηθική, Ποιμαντική και

Λειτουργική392.

Από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της, η Αβακούμειος ιερατική σχολή, έτυχε γενναίας

οικονομικής υποστήριξης. Στους συνδρομητές της συγκαταλέγονται ο Χρηστάκης Ζωγράφος,

οι διαχειριστές της διαθήκης της Ελισάβετ Κασρισόϊα, ο Ιωάννης Λαμπρίδης και η

οικογένεια του Λέοντα Μελά393.

Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς Ιωαννίνων 1911

Επίσης, ο Κ. Βακαλόπουλος υποστηρίζει ότι η ίδρυση του ιεροδιδασκαλείου Βελλάς

Ιωαννίνων συνέβαλε τα μέγιστα στα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιοχής. Το

ιεροσπουδαστήριο Βελλάς δημιουργήθηκε στο μοναστήρι της Παναγίας της Βελλαϊτισσας με

πρωτοβουλία του τότε μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης, μετέπειτα μητροπολίτη Ιωαννίνων

και αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνα Βλάχο394. Ο Σ. Στούπης γράφει πως, ο μητροπολίτης

Σπυρίδων Βλάχος στην προσπάθεια ανύψωσης του πνευματικού, θρησκευτικού και

κοινωνικού επιπέδου των κατοίκων της μητροπολιτικής ευθύνης του, αγωνίστηκε για την

ανέγερση καθιδρύματος, που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες αυτές. Το ίδρυμα αυτό ήταν το

ιεροδιδασκαλείο Βελλάς, που σκοπό είχε την κατάρτιση κληρικών και λαϊκών. Για την

υλοποίηση του εγχειρήματος αυτού ο εν λόγω δεσπότης έστειλε επιστολή στον πρόεδρο του

Ηπειρωτικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως (30 Νοεμβρίου 1911),

προσβλέποντας σε οικονομική στήριξη για την περαιτέρω ευόδωση του395. Ως εναρκτήριο

έτος της Σχολής αναφέρεται το 1911. Με την κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου

σταμάτησε τις εκπαιδευτικές δραστηριότητές του και επαναλειτούργησε το 1913 οπότε και

αναγνωρίστηκε από το ελληνικό κράτος. Σκοπός της ίδρυσής του ήταν η πνευματική

καλλιέργεια ιερέων και δασκάλων, οι οποίοι θα πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην Κεντρική

και Βόρεια Ήπειρο. Σήμερα λειτουργεί ως τετρατάξιο εκκλησιαστικό λύκειο396.

4. Ξένα σχολεία που λειτούργησαν στα Ιωάννινα

Τουρκικά σχολεία

392. Αυτόθι, σ. 726. 393. Αυτόθι, σ. 726. 394. Αυτόθι, σσ. 726-727. 395. Στούπης, Πωγωνησιακά, σσ. 63-66.

Page 122: Paideia in Ioannina

122

Σύμφωνα με τον Κ. Παπαγεωργίου, κοινά τουρκικά σχολεία, Μεχτέπ, λειτούργησαν

στην πόλη των Ιωαννίνων από το 1690. Σ’ αυτά οι μαθητές διδάσκονταν ανάγνωση και

γραφή από το Κοράνι. Στα τζαμιά όμως του Οσμάν Τσαούση, Μεχμέτ Αγά, Βελή πασά και

Ασλάν πασά, λειτουργούσαν ανώτερα σχολεία, στα οποία οι ιεροσπουδαστές Τσελεμπήδες ή

Χοτζάδες διδάσκονταν ανάγνωση, γραφή, θεολογία και φιλοσοφία. Επίσης στο τζαμί του

Αναματζάχ λειτουργούσε μεντρεσές397.

Το 1868 ο Ρεσήμ πασάς επιλαμβάνεται προσωπικά της ανέγερσης μεντρεσέ και

κοινού (δημοτικού) σχολείου για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών. Το κτίριο του

δημοτικού σχολείου χρησιμοποιείται σήμερα ως στρατιωτική φυλακή με την ονομασία

(Άγιος Κοσμάς)398.

Ο Κ. Βακαλόπουλος σημειώνει πως, μια δεκαετία πριν από το συνέδριο του

Βερολίνου (1878), αναφέρονται τουρκικά σχολεία κατώτερης και μέσης βαθμίδας στο

Βιλαέτι των Ιωαννίνων. Από το 1869 μνημονεύονται τουρκικά λύκεια στα Γιάννενα, στο

Αργυρόκαστρο, την Πρέβεζα και την Παραμυθιά399.

Εβραϊκά σχολεία

Αναφορικά με τη σύσταση και λειτουργία εβραϊκών σχολείων στα Ιωάννινα ο Κ.

Παπαγεωργίου ισχυρίζεται πως, από το 1899 υπήρχε εξατάξιο σχολείο, που λειτουργούσε

κοντά στη συναγωγή400. Ο Κ. Βακαλόπουλος παρατηρεί πως από το δεύτερο μισό του 19ου

αιώνα υφίστατο στα Ιωάννινα εβραϊκή αδελφότητα επονομαζόμενη <<Ισραηλιτική

Εκπαιδευτική Εταιρεία Ιωαννίνων>>, η οποία επωμίστηκε το οικονομικό βάρος της εβραϊκής

εκπαίδευσης για την πόλη των Ιωαννίνων. Στα εβραϊκά σχολεία των Ιωαννίνων διδάσκονταν

θρησκευτική εβραϊκή γλώσσα, ελληνικά και λίγα τουρκικά μετά το 1905, όταν τα σχολεία

αποτέλεσαν μέρος της εβραϊκής εκπαιδευτικής οργάνωσης του Παρισιού <<Alliance Israelite

Universelle>>401.

Ρουμανικά σχολεία

Σύμφωνα με τη Νικολαΐδου, απόρροια των συντονισμένων ρουμανικών προσπαθειών

των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα υπήρξε η ίδρυση ρουμανικών σχολείων στα

Ιωάννινα. Αυτά περιλάμβαναν νηπιαγωγεία, δημοτικά και γυμνάσια. Το τελευταίο ρουμανικό

σχολείο της πόλης συνέχισε την εκπαιδευτική του δράση μέχρι τον πόλεμο του 1940.

396. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 726-727. 397. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σσ. 77-78. 398. Αυτόθι, σ. 78. 399. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 708. 400. Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο, σ. 78. 401. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 761.

Page 123: Paideia in Ioannina

123

Ρουμανικά σχολεία λειτούργησαν επίσης και σε κάποια από τα βλαχόφωνα χωριά του

Ζαγορίου (Φλαμπουράρι, Βωβούσα) ως το 1912. Σε μεγαλύτερα βλαχόφωνα χωριά, όπως το

Μέτσοβο, δεν τελεσφόρησαν οι ρουμανικές ενέργειες για σύσταση σχολείων402.

Ανακεφαλαιώνοντας θα λέγαμε ότι οι Ζωσιμάδες υπήρξαν συνεχιστές της παράδοσης

του παροικιακού ελληνισμού στη χρηματοδότηση και συντήρηση σχολείων στη γενέθλια

πόλη. Η ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής το 1828 έβγαλε πραγματικά τα Ιωάννινα από την

πνευματική αφάνεια στην οποία είχαν περιέλθει μετά την καταστροφή της πόλης από τις

συγκρούσεις των σουλτανικών στρατευμάτων εναντίον του Αλή Πασά.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της πνευματικής εικόνας των Ιωαννίνων ήταν η ύπαρξη

τουρκικών, εβραϊκών και ρουμανικών σχολείων, τα οποία πρόσφεραν τη δυνατότητα της

εκμάθησης των αντίστοιχων γλωσσών και του ανάλογου πολιτισμού στους άμεσα

ενδιαφερόμενους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄

ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΩΝ

ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

1. Οι βιβλιοθήκες

Ο Λαζαρίδης αναφέρει ότι εκτός από τα σχολεία που λειτούργησαν στην ηπειρωτική

πρωτεύουσα και μάλιστα εποικοδομητικά κατά την Τουρκοκρατία, τα Ιωάννινα έχουν να

επιδείξουν και άλλα στοιχεία ενδεικτικά της θαυμαστής πνευματικής κίνησής τους, ιδιαίτερα

402. Νικολαΐδου, <<Παιδεία>>, Ιστορία, σ. 306.

Page 124: Paideia in Ioannina

124

κατά τον 19ο αιώνα. Τα στοιχεία αυτά είναι τα εξής: α) οι βιβλιοθήκες, β) τα φιλολογικά

σωματεία, γ) Ο τύπος (ημερήσιος και περιοδικός) δ) το τυπογραφείο <<Δωδώνη>>.

Οι ευεργέτες που διέθεσαν την προσωπική περιουσία τους ή μέρος αυτής, για τη

δημιουργία κοινωφελών ιδρυμάτων και ειδικότερα σχολείων, δεν αμέλησαν να εμπλουτίσουν

αυτά με πολύτομες και χρήσιμες βιβλιοθήκες. Με την ανέγερση της Καπλανείου Σχολής, ο

δωρητής Ζώης Καπλάνης δεν παρέλειψε να καταβάλλει ένα σημαντικό ποσό για την αγορά

εκπαιδευτικών οργάνων και τη σύσταση αξιόλογης βιβλιοθήκης. Δυστυχώς όμως, η

βιβλιοθήκη αυτή, μαζί με το σχολείο και τα εποπτικά μέσα που διέθετε, κάηκε τον Αύγουστο

του 1820 από την πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει λόγω των σφοδρών συγκρούσεων μεταξύ του

Αλή Πασά και των σουλτανικών στρατευμάτων.

Ακόμη μια προσφορά ανεκτίμητης αξίας θεωρείται η συγκρότηση πλούσιας

βιβλιοθήκης από τους Ζωσιμάδες παράλληλα με την ομώνυμη Σχολή. Η βιβλιοθήκη

αποτελούνταν από πολλούς τόμους αρχαίων συγγραφέων και ανεκτίμητες επιστημονικές

εκδόσεις. Όμως, η μοίρα δε στάθηκε αντάξια της χειρονομίας των Ζωσιμάδων και με τον

πόλεμο του 1940, η βιβλιοθήκη υπέστη ανυπολόγιστη ζημιά. Τα εναπομείναντα βιβλία

μεταφέρθηκαν στα κτήρια της καινούρια Ζωσιμαίας Σχολής κατά πολύ αραιωμένα. Ο

αριθμός των βιβλίων αυτών, σύμφωνα με τον Ι. Λαμπρίδη, έφανε τις 5.000 χιλιάδες. Πλην

των Ζωσιμάδων, τα άτομα που συνέβαλλαν στον καταρτισμό της Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης

ήταν οι: Νεόφυτος Δούκας, Ανδρέας Κομπατής, Δημήτριος Αναγνωστόπουλος, Βασίλειος

Τσίμας, Π. Λαζαράς κ.ά.

Δεν υφίσταται λόγος πως θα υπήρχαν βιβλιοθήκες, μικρές ή μεγάλες, σε πολλά

εκπαιδευτικά ιδρύματα του καιρού που εξετάζουμε, αλλά λόγω έλλειψης στοιχείων και

καταστροφών που σημειώθηκαν δεν μπορούμε να παραθέσουμε πληροφορίες403.

2. Φιλολογικά Σωματεία

Δηλωτικό της ύπαρξης θαλερής πνευματικής κατάστασης στα Ιωάννινα μετά το

δεύτερο μισό του 19ου αιώνα συνιστά η ίδρυση δύο φιλολογικών Σωματείων (λεσχών). Η μια

έφερε τον τίτλο <<Πρόοδος>> και η άλλη τον τίτλο <<Ομόνοια>>. Αυτές ετέθησαν σε

λειτουργία γύρω στα 1870. Για το φιλολογικό Σωματείο <<Πρόοδος>>, του οποίου Γενικός

Γραμματέας υπήρξε ο γνωστός συγγραφέας, Ι. Λαμπρίδης, έχουν γράψει πως <<ήταν η

403. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και Δάσκαλοι>>, Ηπειρωτική Εστία, σσ. 254-255.

Page 125: Paideia in Ioannina

125

σημαντικότερη εστία εθνικής, πνευματικής και κοινωνικής δράσης την εποχή εκείνη>>404. Οι

δραστηριότητες των λεσχών αυτών περιλάμβαναν ομιλίες διανοουμένων και επιστημών της

περιοχής, όπως οι: Ι. Λαμπρίδης, Γ. Τσιγαράς, Ν. Τσιγαράς, Μελίρρυτος, Α. Ζάκας και

πολλοί άλλοι. Πολλές φορές το περιεχόμενο των διαλέξεών τους χρωματίζονταν πολιτικά,

αλλά φρόντιζαν πάντα να μην υπερβαίνουν τα εσκαμμένα, λόγω της τουρκικής διοίκησης.

Για το θέμα αυτό ενημερωνόμαστε από τα εξής που γράφτηκαν στην εφημερίδα της Αθήνας

Εφημερίς, δηλαδή: Την προηγούμενη εβδομάδα στη λέσχη <<Πρόοδος>> της Ζωσιμαίας

Σχολής, ο καθηγητής κ. Αναστάσιος Ζάκας ανέγνωσε αξιόλογη ανάλυση του περί Βλοσσίου

και Διοφάνους πονήματος του κ. Μ. Ρενιέρη και αυτό αποτέλεσε την αφετηρία για μια

ορθότερη εκτίμηση κάποιων ιστορικών γεγονότων. Αυτό το ανάγνωσμα, το σχεδόν άσχετο

προς την πολιτική, λίγο έλειψε να προκαλέσει σημαντική ζημιά στη πνευματική λέσχη, γιατί

βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι που πληροφόρησαν τον Τούρκο διοικητή ότι το περιεχόμενο της

ομιλίας ήταν επαναστατικό και όχι επιστημονικό405.

3. Το τυπογραφείο <<Δωδώνη>>

Όπως γράφει ο Κ. Βακαλόπουλος, η δημιουργία του τυπογραφείου <<Δωδώνη>> από

τον Αναστάσιο Σακελλάριο υπήρξε σπουδαιότατο πολιτιστικό γεγονός για την πόλη των

Ιωαννίνων. Παρά το βραχύ διάστημα της λειτουργίας του (1862-1863) κατάφερε και τύπωσε

9 βιβλία, μεταξύ των οποίων τη Συλλογή παροιμιών και το Περί Δωδώνης πνευματικά

πονήματα του Π. Αραβαντινού. Τα υπόλοιπα εφτά ήταν σχολικά εγχειρίδια. Στο τέρμα της

διάρκειας του βίου του τυπογραφείου του Σακελλάριου είχε ξεκινήσει να τυπώνεται η

Εθιμογραφία της Ηπείρου έργο του Π. Αραβαντινού καθώς και άλλα τέσσερα δημιουργήματα

του προαναφερόμενου συγγραφέα406.

4. Ο ρόλος του τύπου στην ηπειρωτική πρωτεύουσα

Η Νικολαΐδου υποστηρίζει πως, άξια λόγου υπήρξε η προσφορά του ηπειρωτικού και

δη του τύπου των Ιωαννίνων για το κοινωνικό σύνολο. Η έντυπη δημοσιογραφία του καιρού

εκείνου συνέβαλε αφ’ ενός στην πνευματική βελτίωση των Ηπειρωτών αναγνωστών και αφ’

ετέρου στην τόνωση του αγωνιστικού συναισθήματος λίγο πριν από την απελευθέρωση της

404. Αυτόθι, σ. 255. Αναφέρει ο Λαζαρίδης στον Λαμπρίδη, <<Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα>> Πρόλογος ΙΑ΄(Έκδοσης της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, 1971). 405. Αυτόθι, σ. 255. 406. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 728.

Page 126: Paideia in Ioannina

126

πόλης407. Σχετικά με τη συμβολή και το ρόλο του γιαννιώτικου τύπου ο Βακαλόπουλος μας

λέει, ότι αποτέλεσε σημαντικότατη πηγή πληροφοριών για τη γεωγραφική και ιστορική

συνέχεια της περιοχής. Το Μάιο του 1869 τίθεται σε κυκλοφορία η εβδομαδιαία εφημερίδα

του Βιλαετιού Ιωαννίνων Γιάνγια-Ιωάννινα, η οποία εκδίδονταν στα τουρκικά και στα

ελληνικά. Πριν από το 1900 είδαν το φως της δημοσιότητας στα Γιάννενα οι τουρκικές

εφημερίδες Μπασαρέτ ( Αγγελιαφόρος ) και Χαντικά (Χαρά)408. Το (1873-74) κάνει την

εμφάνισή του το σατιρικό και ταυτόχρονα δηκτικό περιοδικό Καραβίδα. Μέσα απ’ τις

γραμμές του ελέγχονταν πρόσωπα και καταστάσεις μ’ έναν εύσχημο και χιουμοριστικό

τρόπο, χωρίς να γίνεται η ύλη του ευθέως επιθετική. Εκδότης της Καραβίδας ήταν ο Κων/νος

Αραβαντινός, γιος του Παν. Αραβαντινού. Αναφορικά με την έκδοση του περιοδικού, ο

υπότιτλός του ήταν ξεκάθαρος : <<Εκδίδεται οσάκις καπνίσει εις τον εκδότη του>>. Η

εκτύπωση λάμβανε χώρα στην Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό ο εκδότης σημείωνε : <<Η

Καραβίδα κατοικεί στα Ιωάννινα, αλλά εκδίδεται στην Κωνσταντινούπολη>>409.

Επιπλέον, η Νικολαΐδου παρατηρεί ότι σημαντικότατη ήταν η προσφορά στην έρευνα

του αρχαιολογικού, λαογραφικού και ιστορικού παρελθόντος της Ηπείρου, της περιοδικής

έκδοσης του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως (1863), όπως και της

επετηρίδας του Ηπειρωτικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως (1873). Ανάλογης

ιστορικής σημασίας ήταν η προσφορά των καθαρά ηπειρωτικών περιοδικών εκδόσεων και

ημερολογίων, όπως ο Ηπειρώτης (1893-1900) του Χ. Λέσιου στην Κωνσταντινούπολη, ο

Ηπειρωτικός Αστήρ (1904) του Λ. Βασιλειάδη στην Αθήνα, το Ηπειρωτικό Ημερολόγιο

(1911-14) του Μ. Οικονομίδη, αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και εν συνεχεία στην Αθήνα,

και του περιοδικού Ήπειρος της Ελπ. Μαυρογορδάτου στην Κωνσταντινούπολη (1910-

1911)410.

Ο Βακαλόπουλος μας λέει πως, απότοκο της τουρκικής μεταπολίτευσης του 1908 για

το Βιλαέτι των Ιωαννίνων όπως και για πολλές περιοχές του υπόδουλου ελλαδικού χώρου

ήταν η έντονη πολιτική και δημοσιογραφική δραστηριότητα. Νέα έντυπα κυκλοφορούν στην

ηπειρωτική πρωτεύουσα και δημιουργούνται πολιτικοί σύλλογοι. Η εφημερίδα Γιάνγια

μετονομάστηκε στα 1908 σε Γενί-Γιάνγια (Νέα Γιάννινα) και στα 1910 κυκλοφορεί η

εφημερίδα Ιντιμπάχ (Επαγρύπνηση) η οποία εξέφραζε τις θέσεις του Νεοτουρκικού

Κομιτάτου. Στα 1912 με πρωτοβουλία του Αμπντουλάχ εφέντη έρχεται στο φως της

407. Νικολαΐδου, <<Ο ρόλος του Τύπου>>, Ιστορία, σ. 362. 408. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 728-730. 409. Νικολαΐδου, <<Ο ρόλος του Τύπου>>, Ιστορία, σ. 362 410. Αυτόθι, σσ. 362-363.

Page 127: Paideia in Ioannina

127

δημοσιότητας η Γιάνγια-Σααντασί (Ηχώ των Ιωαννίνων), η οποία αντικαθιστά την Ιντιμπάχ

που είχε στο μεταξύ σταματήσει να δημοσιεύεται. Σημαντική υπήρξε η κινητικότητα των

Αλβανών σε ολόκληρο το Βιλαέτι των Ιωαννίνων με τη δημιουργία πολιτικών λεσχών και

την έκδοση της εφημερίδας Αφύπνιση της Αλβανίας. Η τουρκική πολιτειακή μεταβολή του

1908 αποτέλεσε την απαρχή μιας σπουδαίας περιόδου για την ελληνική δημοσιογραφία της

Ηπείρου με την παρουσίαση στα Ιωάννινα της εφημερίδας Ήπειρος (1909-1940) από τον

Γεώργιο Χατζή ή Πελλερέν (1881-1930). Η εφημερίδα Ήπειρος με υπευθυνότητα και

νηφαλιότητα αντιτάχθηκε στις θέσεις των εφημερίδων Ιντιμπάχ και Γιάνγια- Σααντασί,

ειδησεογραφικά όργανα που απηχούσαν τις θέσεις των Νεότουρκων. Η Ήπειρος δεν

περιορίστηκε μόνο σε μια ατέρμονη διαδικασία αντιπαράθεσης με τα <<αντίπαλα>>

φυλλάδια της εποχής, αλλά έδωσε τη μάχη με τα καθημερινά προβλήματα των ανθρώπων,

ασχολήθηκε με τα κοινοτικά ζητήματα, με την πορεία της παιδείας, με τη μετανάστευση, με

την εγκατάλειψη της υπαίθρου όπως επίσης και με τη μοναστηριακή περιουσία411. Ακόμη μια

έντυπη έκδοση έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες στα Ιωάννινα για το χρονικό

διάστημα (1911-1912), η Ηχώ της Ηπείρου. Η πρωτοβουλία αυτή τη φορά ανήκει στο

δικηγόρο Νέστορα Γεωργίτση από το Δίκορφο Ζαγορίου. Ο Ν. Γεωργίτσης υπήρξε

δημιουργός πρωτότυπων εκτενών επιστημονικών εργασιών και μελετών, ασχολήθηκε με τη

συστηματική διερεύνηση του αρχείου της <<Συμπολιτείας του Ακρωτηρίου>>, δηλαδή της

συμπολιτείας των πόλεων Πρέβεζας, Βόνιτσας, Πάργας και Βουθρωτού, και δημοσίευσε την

εργασία Τα εν Πρεβέζη δημόσια δίκαια επί της Συμπολιτείας του Ακρωτηρίου στο περιοδικό

Ελληνισμός (1909). Η Ηχώ της Ηπείρου με δευτερεύων τίτλο Εφημερίδα Πολιτική και

Φιλολογική δημοσιεύονταν κάθε Πέμπτη και περιλάμβανε αξιοπρόσεκτες ειδησεογραφικές

πληροφορίες, μεταφράσεις ξένων έργων σχετικών με την ιστορία της Ηπείρου και τέλος

πνευματικές και καλλιτεχνικές εργασίες προϊόντα συλλογικής προσπάθειας Ελλήνων

λογίων412. Τέλος, προσπάθεια για καλυτέρευση των κοινοτικών πραγμάτων και ανόρθωση

της εκπαίδευσης επωμίσθηκε η εφημερίδα Θρησκευτική Σάλπιγξ (1911-12), δημοσιογραφικό

όργανο της αδελφότητας <<Η Θεοτόκος>>, με διευθυντή το γιατρό Στέφανο Σαλαμάγκα413.

Σημαντική προσωπικότητα στο χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας υπήρξε ο Γεώργιος

Γάγαρης εκ Πωγωνίου Ιωαννίνων ορμώμενος. Ο Γάγαρης ήταν απόφοιτος της Μεγάλης του

Γένους Σχολής και αγωνίστηκε με πίστη και αφοσίωση για τα ανθρώπινα ιδανικά. Για την

υλοποίηση των επιδιώξεών του ανέλαβε το1892 στην Αθήνα την έκδοση της εβδομαδιαίας

411. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 730-731. 412. Αυτόθι, σσ. 731-733. 413. Νικολαΐδου, <<Ο ρόλος του Τύπου>>, Ιστορία, σ. 363.

Page 128: Paideia in Ioannina

128

εφημερίδας Φωνή της Ηπείρου. Από το 1892 μέχρι το 1918 που είδε το φως της

δημοσιότητας η Φωνή της Ηπείρου λογίζονταν ως <<φωτεινός και παραδοσιακός στίβος

εθνικών και πνευματικών αγώνων>>. Μέσα από τις στήλες της εφημερίδας φιλοξενήθηκαν

αξιόλογες ανταποκρίσεις, επώνυμες και ανώνυμες, οι οποίες πρόβαλαν με παραστατικότητα

και ζωντάνια την κατάσταση της Ηπείρου, την τουρκική διοίκηση και γενικότερα τον

καθημερινό βίο των κατοίκων της περιοχής. Εκτός από τα κοινωνικά προβλήματα η Φωνή

της Ηπείρου έφερε στο φως της δημοσιότητας μεγάλο αριθμό μελετών και άρθρων σχετικών

με την ιστορία, τη λαογραφία, την αρχαιολογία και τη λογοτεχνία της Ηπείρου. Ανάμεσα σ’

αυτούς που αρθρογραφούσαν συγκαταλέγονταν οι: Σπ. Λάμπρος, Γ. Σωτηριάδης, Νικ.

Μυστακίδης, Δημ. Σάρρος, Γ. Ζηκίδης, Αθ. Πετρίδης, Κώστας Κρυστάλλης, Χρ.

Χριστοβασίλης, Σπ. Αραβαντινός, Κ. Καζαντζής κ.ά. Πνευματικό δημιούργημα του Γ.

Γάγαρη υπήρξε και το ηπειρωτικό ημερολόγιο Δωδώνη (α΄ τόμος 1896, β΄ τόμος 1899), το

οποίο αποτελούνταν από άρθρα και μελέτες σχετικές με την ιστορία της Ηπείρου414.

Σε όλη τη διάρκεια της κυκλοφορίας της και κυρίως στις δυο τελευταίες δεκαετίες της

Τουρκοκρατίας η Φωνή της Ηπείρου, η οποία παραμένει για το σύγχρονο ερευνητή της

περιοχής γνήσια πηγή ειδήσεων και πληροφοριών, αποτέλεσε το δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ

των υπόδουλων Ηπειρωτών κι εκείνων της ελεύθερης Ελλάδας415. Τοποθετήθηκε με

υπευθυνότητα απέναντι στα κεφαλαιώδους σημασίας εθνικά ζητήματα, συνέβαλε στην

πνευματική καλλιέργεια των αναγνωστών απλοποιώντας τις επιστημονικές γνώσεις, πρόβαλε

το ήθος και την παράδοση των Ηπειρωτών, άσκησε κριτική στο έργο των μητροπολιτών,

ήλεγξε τους προύχοντες που δεν ασκούσαν σωστά τα καθήκοντά τους και έψεξε όσους

διαχειρίζονταν τα κληροδοτήματα με αδιαφάνεια416. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε

μια άλλη εβδομαδιαία εφημερίδα, η οποία εκδόθηκε στην Αθήνα (1903-1912) με τον τίτλο

Πύρρος. Εκδότης του Πύρρου ήταν ο Ηπειρώτης Γ. Χατζηγιαννάκογλου και στόχος της

εφημερίδας υπήρξε η ελληνοαλβανική προσέγγιση και η ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των

δυο λαών. Ανάλογους στόχους προσπάθησε να υλοποιήσει μια άλλη εφημερίδα ο Αστήρ Ιλ

που εκδίδονταν στην Αθήνα από τον Κονιτσιώτη Θ. Χατζή στα 1901-1902. Στην Αθήνα

επίσης τυπώνονταν και ο Αγών (1899-1911) από τον Ηπειρώτη δικηγόρο και πολιτευτή

Ιωάννη Λαμπρίδη. Ο Λαμπρίδης αποδύθηκε σ’ ένα μαραθώνιο με σκοπό την

ελληνοαλβανική συνύπαρξη, την εστίαση και κριτική του ρουμανικού επεκτατισμού, τη

στρεβλή τουρκική διοίκηση και την κακοδιαχείριση των κοινοτικών ζητημάτων. Στον

414. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 734-735. 415. Αυτόθι, σ. 735. 416. Νικολαΐδου, <<Ο ρόλος του Τύπου>>, Ιστορία, σ. 363.

Page 129: Paideia in Ioannina

129

υπότιτλό του ο Αγών εμφανίζονταν ως <<Δημοσιογραφικό όργανο Ηπειρωτών και

Μακεδόνων>> προσβλέποντας στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του ελλαδικού κοινού

όσον αφορά τα συμβαίνοντα στην Ήπειρο και τη Μακεδονία. Από το φύλλο υπ’ αρ. 63 / 2-6-

1900 τροποποιήθηκε ο υπότιτλος της εφημερίδας και ο Αγών αυτοχαρακτηρίζονταν ως

<<όργανο έρευνας των ηθικών και υλικών δυνάμεων του Ελληνικού Έθνους>>417.

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι βιβλιοθήκες, τα φιλολογικά

σωματεία, το τυπογραφείο <<Δωδώνη>> και η έκδοση των εφημερίδων με τις όποιες

ατέλειες εμφάνισαν στην αρχή της κυκλοφορίας τους συνέβαλαν θετικά στην πολιτιστική

άνοδο των Ιωαννίνων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄

ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΙΩΑΝΝΙΤΕΣ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΟΙ ΚΑΤΑ

ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

1. Πνευματικές προσωπικότητες κατά τον 17ο, 18ο και 19ον αιώνα

Σύμφωνα με τον Μ. Παρανίκα η παιδεία στα Ιωάννινα αποτελούσε πρωταρχικό

σκοπό σε όλες τις περιόδους της ιστορίας τους. Η θεαματική ανάπτυξη των γραμμάτων δια

των Σχολών και των δασκάλων τους στα Ιωάννινα είχε ευεργετική επίδραση όχι μόνο στην

ίδια την πόλη, αλλά και σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο. Ο Νεόφυτος Δούκας λέει

417. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σς. 735-737.

Page 130: Paideia in Ioannina

130

χαρακτηριστικά, ότι: <<Εκ των Σχολείων των Ιωαννίνων εξερρύησαν ρύακες ικανοί να

ποτίσωσι την διψώσαν Ελλάδα και μάλιστα εν τω μεγίστω εκείνω αυχμώ, ότι οι μαθηταί

αυτών ως από μέσον του ποταμού οχετοί εχέοντο ανά πάσας τας πόλεις και καταρδεύοντες

αυτάς με των λόγων τα πότιμα νάματα, ανέστησαν σπέρματα πολλαπλάσια>>. Εκτός των

προαναφερομένων δασκάλων, στους οποίους αναφερθήκαμε διεξοδικά στα προηγούμενα

κεφάλαια, Ιωαννίτες υπήρξαν και οι ακόλουθοι: Ζώτος Τσιγαράς (1684), Πρωτοσπαθάριος

του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Πέτρου του Μιχνέστου, οι αδερφοί αυτού Απόστολος και

Στέφανος οι Τσιγαράδες (1650) λόγιοι, Πάνος Ιερομνήμων, προσωπικότητα εγνωσμένης

αξίας, κύρους και ευγενούς ήθους, διερμηνέας του μεγάλου Βεζίρη στην Κωνσταντινούπολη.

Ομοίως, ο Μιχαήλ Μακρής (1690), νοτάριος της Μεγάλης Εκκλησίας, Μιχαήλ Μήτρος

ιερέας (1650), Χριστόφορος Εμποροκομήτης (1690) ιεροδιδάσκαλος, ο οποίος έγραψε για

την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Νικόλαο Παπαδόπουλο, Μητροφάνης

Γρηγοράς από τη Δωδώνη, λόγιος (1690), κ.ά418.

Ο Ευαγγελίδης γράφει πως η εκπαίδευση στην ηπειρωτική πρωτεύουσα κατά τον 18ο

αιώνα βρισκόταν σε πολύ υψηλή στάθμη. Με μεγάλη σαφήνεια περιγράφονταν η κατάσταση

δια των ειρημένων του Νεόφυτου Δούκα, που έγραφε: <<Κατά τον 18ο αιώνα όσοι

εχρημάτισαν Έλληνες συγγραφείς υπήρξαν ή Ιωαννίται ή μαθηταί της των Ιωαννίνων

Σχολής>>419. Αυτήν την εκατονταετηρίδα, κατά τον Παρανίκα, ο αριθμός των Ιωαννιτών

λογίων αυξάνεται θεαματικά. Αναφέρονται : Αναστάσιος Πώπας (1719), που δίδαξε στις

Σέρρες, Ιωάννης Στάμος (1767), Ιωάννης Αδάμης (1772) ιατρός, Θεόφιλος ο Καμπανίας

(Παπαφίλος), θεολόγος (1780), Παϊσιος ο μικρός (1778), Χρήστος Σουγδουρής, λόγιος

(1781), Κωνσταντίνος Καραϊωάννης (1790) ιατροφιλόσοφος, Πολυζώης Κοντός, λόγιος

ιερέας στη Βιέννη (1793), Λάμπρος Φωτιάδης (1795), εξαιρετικά ικανός ελληνιστής και

σχολάρχης στο Βουκουρέστι, Νικόλαος Βηλαράς ιατροφιλόσοφος (1800) και πολλοί

άλλοι420.

Στις αρχές του 19ου αιώνα διέπρεπαν στα Ιωάννινα οι: Ιωάννης Βηλαράς, ο

χαρακτηριζόμενος και νέος της Ελλάδας Αρχίλοχος (1814), Πέτρος Βηλαράς, ιατρός,

συγκαιρινός του προηγούμενου, Κωνσταντίνος Δούκας (1820), ο οποίος ασχολήθηκε

συγγραφικά με αριθμητικές και εμπορικές μελέτες, Μάνθος Ιωάννου, ποιητής (1800),

Γρηγόριος Παλιουρίτης (1807) συγγραφέας αρχαιολογίας και δάσκαλος στην ελληνική

κοινότητα του Λιβόρνο της Ιταλίας, Ιγνάτιος Σκαλιόρας (1826) Σχολάρχης της ελληνικής

418. Παρανίκας, Σχεδίασμα, σσ. 67-68. 419. Ευαγγελίδης, Παιδεία, σ. 166. 420. Παρανίκας, Σχεδίασμα, σσ. 68-69.

Page 131: Paideia in Ioannina

131

Σχολής στην Τεργέστη, Μιχαήλ Χρησταρής ιατρός και μαθηματικός (1804), Κωνσταντίνος

Ασώπιος, μαθητής του Ψαλίδα που δίδαξε στην Τεργέστη (1817), στην Ιόνιο Ακαδημία

(1824) και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1834), Χριστόφορος Φιλητάς (1824), μαθητής και

αυτός του Ψαλίδα, ιατρός και καθηγητής της ελληνικής φιλολογίας στην Ιόνιο Ακαδημία,

Κωνσαντίνος Φιλητάς, ιατρός (1810), Αλέξανδρος Δημούσης και πλήθος άλλων πνευματικών

ανδρών, οι οποίοι διακρίθηκαν για την προσφορά τους τόσο στην πατρώα γη όσο και στην

αλλοδαπή421.

2. Διαπρεπείς Ιωαννίτες λόγιοι κατά την ύστερη Τουρκοκρατία

Σύμφωνα με τον Κ. Βακαλόπουλο, τόσο οι Ηπειρώτες λόγιοι του εξωτερικού όσο και

εκείνοι που διέμεναν στον ελλαδικό χώρο συνέβαλαν αποφασιστικά στην πνευματική άνοδο

των κατοίκων της Ηπείρου, αλλά και γενικότερα ολόκληρου του υπόδουλου ελληνισμού. Ο

αριθμός των Ηπειρωτών και ιδίως των Ιωαννιτών δασκάλων, συγγραφέων, λογίων και

ορισμένων φωτισμένων κληρικών υπήρξε πραγματικά μεγάλος σε σχέση με τις πνευματικές

προσωπικότητες του υπόλοιπου τουρκοκρατούμενου χώρου422.

Ιδιαίτερη συμβολή είχαν κάποιοι Ηπειρώτες κληρικοί, που υπερείχαν των άλλων για

την απαράμιλλη προσφορά τους στα ελληνικά γράμματα και την προάσπιση της ορθόδοξης

πίστης, οι οποίοι εμφανίζονται όψιμα στο προσκήνιο της ιστορίας. Ανάμεσα σ’ αυτούς

διακρίνονται ο Δέρκων Νεόφυτος (1820-1875), ο λόγιος Ιωακείμ Μαρτινιανός, μητροπολίτης

Ξάνθης (1875-1955)423, ο μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας (1880-1961), που

διετέλεσε καθηγητής στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Αθηνών και υπήρξε ταυτόχρονα

συγγραφέας ιστορικών και παλαιογραφικών424 μελετών. Η βιβλιοθήκη του επιμερίστηκε

μεταξύ του Αγίου Όρους και του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων425. Επίσης, σημαντική ήταν η

συνεισφορά του μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Βασίλειου Παπαχρήστου (1858-1936), του

λόγιου μητροπολίτη Αργυροκάστρου Παντελεήμων Κοτόκου (1890-1969) και του

καταγόμενου από τους Φιλιάτες οικουμενικού πατριάρχη, Άνθιμου του Ζ΄ (1832-1913)426.

Συνεχίζοντας με τον κατάλογο των Ιωαννιτών λογίων, που διέπρεψαν στα ελληνικά

γράμματα και πρωτοστάτησαν σε καίριους τομείς του πολιτιστικού βίου, αναφερόμαστε στον

421. Αυτόθι, σσ. 69-70. 422. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 771. 423. Αυτόθι, σ. 771. 424. Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 1316. Παλαιογραφία: <<ο φιλολογικός κλάδος που έχει ως αντικείμενο την ανάγνωση, χρονολόγηση και προσδιορισμό της προελεύσεως των γραπτών κειμένων παλαιότερων εποχών, τα οποία σώζονται σε παπύρους, περγαμηνές ή χαρτί>>. 425. Πλουμίδης, <<Λόγιοι>>, Ιστορία, σ. 408. 426. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 772.

Page 132: Paideia in Ioannina

132

Ιωάννη Λαμπρίδη (1839-1891), που κατάγονταν από τα Άνω Σουδενά (Άνω Πεδινά) των

Ζαγοροχωρίων και είχε σπουδάσει ιατρική στην Αθήνα και στη Γερμανία. Εντούτοις ο

Λαμπρίδης αποδύθηκε με πάθος στην ιστορική έρευνα και στην διάδοση ιστορικών στοιχείων

σχετικά με την Ήπειρο, συνισταμένη των οποίων υπήρξε η έκδοση των έργων του:

Ζαγοριακά, Περί των εν Ηπείρω Αγοθοεργημάτων, Μέρος Α΄ και Β΄, Ηπειρωτικά Μελετήματα,

τεύχη 10. Εκτός από τα πολύτιμα ιστορικά στοιχεία, ο Λαμπρίδης συνέλεξε ομοίως και

λαογραφικά, τα οποία συνιστούν και σήμερα ανυπέρβλητες πηγές για την ιστορική γνώση της

Ηπείρου427.

Κατά την άποψη του Γ. Πλουμίδη, η γειτονική επτανησιακή παράδοση αποτέλεσε σε

κάθε χρονικό διάστημα για την Ήπειρο, το δημιουργικό μέσο προσέγγισης με τη Δύση. Αυτή

η ευεργετική ώσμωση διανοητικών ρευμάτων και η ανταλλαγή προσώπων διατηρήθηκε και

μετεπελευθερωτικά Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του συγγραφέα και

λόγιου Σπυρίδων Λάμπρου, ο οποίος κατέλειπε σημαντικό μέρος της προσωπικής

βιβλιοθήκης του στη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη. Τα αδέρφια του μελέτησαν διεξοδικά και

συνάμα εμπορεύθηκαν έργα τέχνης, αποδεικνύοντας με τη στάση τους αυτή, πως πρόκειται

για μια οικογένεια ευρωπαϊκού επιπέδου, συνάδουσα με τον αστικό τρόπο ζωής των

Ιωαννίνων και της Επτανήσου Πολιτείας428. Ο Κ. Βακαλόπουλος γράφει πως, ο Σπυρίδων

Λάμπρος υπάγεται στην τάξη των ιδρυτών και υποστηρικτών της ενότητας της ελληνικής

ιστορίας. Πολυΐστωρ και εξέχων ερευνητής της μεσαιωνικής ιστορίας ο Σπυρίδων Λάμπρος

(1851-1919), ξεχώρισε τόσο για την ακαδημαϊκή όσο και για την πολιτική σταδιοδρομία του.

Χαλκέντερος, με 500 περίπου εργασίες στο ενεργητικό του και το περιοδικό Νέος

Ελληνομνήμων συνέτεινε αποφασιστικά στην έρευνα της ελληνικής ιστορίας, της

λαογραφίας, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας429. Από το χωριό Άγιοι Ανάργυροι των

Γραμμενοχωρίων Ιωαννίνων είλκε την καταγωγή του ο ακάματος ιστοριοδίφης

Κωνσταντίνος Μέρτζιος (1886-1971), του οποίου η συστηματική εντρύφηση στα Βενετικά

Αρχεία προσπόρισε ένα εξαιρετικά μεγάλο και σημαντικό ιστορικό υλικό προπαντός γύρω

από την ιστορία της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Οι πάρα πολλές μελέτες του, τυπωμένες

στα Ηπειρωτικά Χρονικά και σε εκδόσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας ανά τακτά

χρονικά διαστήματα, όπως και τα Μνημεία Μακεδονικής Ιστορίας, απαρτίζουν ουσιώδης

ερευνητικές προσπάθειες της νεώτερης ιστορίας430.

427. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 772. 428. Πλουμίδης, <<Λόγιοι>>, Ιστορία, σ. 408. 429. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 773. 430. Αυτόθι, σ. 773.

Page 133: Paideia in Ioannina

133

Πολύτιμη υπήρξε και η προσωπική συνεισφορά του Παναγιώτη Αραβαντινού (1809-

1870) που αν και εμπειρικός, μας κληροδότησε ένα σεβαστό έργο με κεντρικό θέμα την

ιστορία της Ηπείρου. Μέχρι και σήμερα το δίτομο σύγγραμμά του Χρονογραφία συνιστά

θεμελιακή πηγή για τους συγκαιρινούς ερευνητές, παρόλο που απουσιάζει η

συστηματικότητα από τα γραπτά του. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι, ο Αραβαντινός

έχει αποθησαυρίσει στα έργα του άδηλες μέχρι σήμερα μαρτυρίες από μοναδικές και

ανεκτίμητες πηγές όπως π.χ. από τον Κουβαρά, που συγκροτούνταν από διαχρονικά κείμενα

συναφή με την ιστορία της Ηπείρου. Ξεχωριστό ενδιαφέρον προκαλούν τα πονήματά του

Ηπειρωτικόν Γλωσσάριον, Παροιμιαστήριο ή Συλλογή Παροιμιών, η Ιστορία του Αλή πασά του

Τεπελενλή και η αξεπέραστη μελέτη του Βιογραφική Συλλογή Λογίων της Τουρκοκρατίας, που

δείχνουν την αδιάκοπη πορεία της ύπαρξης των Ηπειρωτών μέσα στην ιστορία και

κατασταίνουν τον ίδιο πνευματική προσωπικότητα της Ηπείρου431. Ο Δημήτριος Σάρρος

(1870-1937), καταγόμενος από τη Βίτσα Ζαγορίου, προικισμένος με πολλά χαρίσματα και

δεξιοσύνη, πρόσφερε πάρα πολλά, αλλά και ωφελήθηκε ταυτόχρονα από την άσκηση των

καθηκόντων του στον <<Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως>>432.

Παρέδωσε στους επερχόμενους ένα αξιοσημείωτο επιστημονικό έργο, που αποτελείται από

άρθρα και μελέτες. Μερικές από αυτές υπάρχουν δημοσιευμένες στα Ηπειρωτικά Χρονικά και

ωφελούν σημαντικά τους ερευνητές της ιστορίας της Ηπείρου433. Τα τελευταία χρόνια του

19ου αιώνα γεννήθηκε στους Χουλιαράδες Ιωαννίνων ο Χρίστος Σούλης (1892-1951), ο

οποίος υπηρέτησε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και σύνδεσε το όνομά του με μια λαμπρή

πνευματική παράδοση. Ως γυμνασιάρχης της Ζωσιμαίας Σχολής και επιφορτισμένος με την

καταγραφή και επίβλεψη των αρχαιοτήτων συγκέντρωσε και ταξινόμησε έντυπο και

αρχαιολογικό υλικό, ενδιαφέρθηκε να μεταβληθεί σε μουσείο το τζαμί του Ασλάν πασά,

βοήθησε στην απαλλοτρίωση των χώρων της Δωδώνης και του Σουλίου και οργάνωσε (1933)

τη <<Λέσχη Διανοουμένων>> Ιωαννίνων. Οι επιστημονικές του εργασίες ξεπερνούν τις

εξακόσιες434. Πολύσημη είναι και η εμφάνιση του Ευριπίδη Σούρλα στα ελληνικά γράμματα.

Ο Ευρ. Σούρλας προερχόταν από την Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας, ακολούθησε το

φιλοσοφικό κύκλο σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έτυχε ευρωπαϊκής

πανεπιστημιακής μετεκπαίδευσης. Ερεύνησε εξαντλητικά και πρωτοποριακά τα ηπειρωτικά

ζητήματα και τα πορίσματά του δημοσιεύτηκαν στα Ηπειρωτικά Χρονικά. Γενέτειρα του

431. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 773. 432. Πλουμίδης, <<Λόγιοι>>, Ιστορία, σ. 409. 433. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 773. 434. Πλουμίδης, <<Λόγιοι>>, Ιστορία, σ. 409.

Page 134: Paideia in Ioannina

134

Γεωργίου Χασιώτη ήταν η Ζίτσα Ιωαννίνων (1842), ο οποίος, μεταξύ των πολλών έργων του,

έγραψε στην ετήσια έκδοση του Ηπειρωτικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου

Κωνσταντινουπόλεως και σχετική έκθεση με την κατάσταση που διέπει την ελληνική παιδεία

στην Ήπειρο στα 1847. Το πρόσωπο που έγραψε το έργο Διατριβαί και Υπομνήματα περί

Ηπείρου από του έτους 1874 μέχρι του έτους 1879 ήταν ο Δημήτριος Χασιώτης από τη Βίτσα

Ζαγορίου. Στη Ζίτσα πρωτοείδε το φως ο Ματθαίος Παρανίκας γνώριμος από το σύγγραμμά

του Σχεδίασμα περί της εν τω Ελληνικώ Έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από αλώσεως

Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι των αρχών της ΙΘ΄ εκατονατετηρίδος (1867). Από τη

Βήσσανη Πωγωνίου Ιωαννίνων προερχόταν ο Σπύρος Στούπης (1899-1978), συστηματικός

και λεπτομερής μελετητής της ιδιαίτερης πατρίδας του (π.χ. τα Πωγωνησιακά και

Βησσανιώτικα), της εμφάνισης των Ηπειρωτών στην Κέρκυρα (Οι Ξένοι εν Κερκύρα) και

τους δεσμούς συνάφειας Ηπειρωτών και Αλβανών κατά την αδιάκοπη ιστορική μετεξέλιξή

τους435.

Ιωαννίτες λόγιοι που διακρίθηκαν για την προσφορά τους στα ελληνικά γράμματα,

αλλά και σε βασικούς τομείς της κοινωνικής ζωής ήταν ακόμη, ο Γεώργιος

Αναγνωστόπουλος (1884-1936), από το Πάπιγκο Ιωαννίνων. Διετέλεσε καθηγητής του

Πανεπιστημίου Αθηνών στο τμήμα της Γλωσσολογίας, επίσης, ασχολήθηκε με λαογραφικά

και γλωσσικά μελετήματα των Ζαγοροχωρίων. Ο Κώστας Λαζαρίδης (1904-1987) από το

Κουκούλι Ζαγορίου, μεταβλήθηκε στον κατ’ εξοχήν εκφραστή του τρόπου ζωής του

Ζαγορίου. Ο Άγγελος Παπακώστας (1902-1981), από την Αρίστη Ιωαννίνων, επειδή

μαθήτευσε κοντά στον Γιάννη Βλαχογιάννη, επεξεργάστηκε πλούσιο, ιστορικό, ηπειρωτικό

υλικό και προέβη στην έκδοση του Νέου Κουβαρά, την Ιστορία της πόλεως των Ιωαννίνων

1820-1822 από χειρόγραφο του Αθανασίου Ψαλίδα και σπάνιο υλικό από σουλιώτικες

πηγές436. Ποιητής, ειδικός ερευνητής των ιστορικών πηγών και ακάματος μελετητής του

λαϊκού πολιτισμού απεδείχθη ο Ιωαννίτης Δημήτριος Σαλαμάγκας (1894-1965). Ο

Σαλαμάγκας μερίμνησε με τις άοκνες προσπάθειές του και την επιμονή του να διασώσει

σημαντικότατο ιστορικό υλικό σχετικό με τα Ιωάννινα, αλλά και ολόκληρη την Ήπειρο, που

θεωρείται έως τις μέρες μας αξεπέραστη πηγή για τη νεώτερη ιστορία της Ηπείρου. Τέλος ο

Ιωαννίτης ποιητής Σωτήρης Σκίπης (1881-1952) κατέλειπε πλούσιο λογοτεχνικό έργο, που

εστιάζεται σε πολυπληθείς ποιητικές συλλογές, χρονογραφήματα, διηγήματα και δοκίμια437.

435. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σσ. 774-775. 436. Πλουμίδης, <<Λόγιοι>>, Ιστορία, σσ. 409-410. 437. Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία, σ. 776.

Page 135: Paideia in Ioannina

135

Συμφωνώντας και εμείς με τη γνώμη του Κίτσου όσον αφορά την παρουσία και το

έργο των Ηπειρωτών και κυρίως των Ιωαννιτών δασκάλων, λογίων και συγγραφέων της

Τουρκοκρατίας μπορούμε να πούμε ότι η προσφορά τους ήταν πολύ σημαντική στο χώρο

των γραμμάτων και του πολιτισμού. Με τις εργώδεις προσπάθειές τους συνέβαλαν στην

πρόοδο της φιλολογίας, της ιστορίας και της λογοτεχνίας. Οργάνωσαν εκπαιδευτικούς

συλλόγους και λέσχες, δημοσίευσαν περιοδικά, μετέφεραν το ευρωπαϊκό επιστημονικό

πνεύμα, καλλιέργησαν τη νεοελληνική γλώσσα, συνέδραμαν στη διάσωση των τοπικών

πνευματικών θησαυρών, τέλος, αξιοποίησαν την παράδοση. Πολύτιμους βοηθούς στο έργο

τους βρήκαν τους Ιωαννίτες τυπογράφους στη Βενετία, στη Βιέννη, τα Ιωάννινα, τη

Μοσχόπολη, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα: τους Γλυκύδες, τους Σάρρους, τους

Θεοδοσίου, τον Λαμπανιτζιώτη και τον Σακελλάριο438.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Σε αυτή τη μελέτη <<Η παιδεία στα Ιωάννινα κατά την Τουρκοκρατία 18ος αι.- αρχές

20ού αι.>>, εξετάσαμε από κοντά τον πνευματικό βίο και την παιδεία σε όλες τις εκφάνσεις

τους στα Ιωάννινα κατά την προαναφερόμενη περίοδο και αποδείξαμε τη θετική συμβολή της

ηπειρωτικής πρωτεύουσας στη δημιουργία του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Καθοριστικός

υπήρξε ο ρόλος των Ιωαννίνων στη δημιουργία αυτής της εκπαιδευτικής κίνησης δια των

Σχολών και των δασκάλων τους. Επακόλουθα αυτής της πολιτιστικής Αναγέννησης ήταν η

πνευματική αφύπνιση και η πολιτική αποκατάσταση του υπόδουλου Γένους.

438. Κίτσος, Ο Ηπειρωτικός Διαφωτισμός, σ. 10.

Page 136: Paideia in Ioannina

136

Στην έρευνά μας, η προσοχή συγκεντρώθηκε στη συνεισφορά των απόδημων

Ιωαννιτών εμπόρων και αποδείξαμε ότι η ανάπτυξη και η άνθηση της ελληνικής παιδείας στα

Ιωάννινα και η δημιουργία των πρώτων ελληνικών συστηματικών Σχολών οφείλονταν στην

ανάληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους τους. Οι Ιωαννίτες έμποροι της διασποράς παρέμειναν

στην πρωτοπορία τόσο για τις γενναίες οικονομικές χορηγίες τους στην ίδρυση των

ομώνυμων Σχολών όσο και για τα ριζοσπαστικά καταστατικά που συνόδευαν τη λειτουργία

των Σχολών. Το έργο των πραματευτάδων αυτών αποτιμάται θετικά και οι ίδιοι

αναδεικνύονται σε θεράποντες της παιδείας και εθνικοί ευεργέτες.

Επίσης, εξετάσαμε το ρόλο των Σχολών και το έργο των δασκάλων τους και η μελέτη

μας διαπίστωσε ότι παρά τη συντηρητικότητα ορισμένων δασκάλων και τις κατά καιρούς

ατέλειες που εμφάνισαν μερικές από αυτές τις Σχολές η προσφορά τους στους υπόδουλους

Έλληνες υπήρξε αναμφίβολα μεγάλη. Το έργο της πλειονότητας των εκπαιδευτικών

χαρακτηρίζεται επιτυχημένο, ενώ οι ίδιοι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και δε

δίστασαν να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στο συντηρητικό κατεστημένο

(κοτζαμπάσηδες) και στις οπισθοδρομικές απόψεις της επίσημης Εκκλησίας, η οποία με

εξαίρεση ορισμένους ιεράρχες όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος των νεοελληνικών

γραμμάτων, φέρει μεγάλη ευθύνη για την πνευματική υστέρηση των ομοεθνών της.

Επιπλέον, στην έρευνά μας αποκαλύψαμε πως η συνεισφορά των Ιωαννιτών

συγγραφέων, λογιών και τυπογράφων κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στο κοινωνικό

σύνολο υπήρξε αναμφίβολα μεγάλη.

Ολοκληρώνοντας με τα συμπεράσματα στη διατριβή μας διαπιστώσαμε ότι οι

παραπάνω φορείς συνέβαλαν καταλυτικά στη δημιουργία της πολιτιστικής Αναγέννησης που

επετεύχθη στα Ιωάννινα, η οποία μαζί με τις καινοτόμες εκπαιδευτικές ενέργειες των άλλων

περιοχών διαμόρφωσαν τον νεοελληνικό Διαφωτισμό, απόρροια του οποίου υπήρξε η ηθική

ανάταση του Έλληνα ανθρώπου, η εθνική ανεξαρτησία του και η πολιτική του

αποκατάσταση.

Page 137: Paideia in Ioannina

137

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι μαρτυρίες της Ιστορίας δείχνουν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι η πόλη των

Ιωαννίνων ήταν πάντοτε ένας τόπος συνάντησης, άλλοτε υπό την επίδραση ευνοϊκών

συνθηκών, άλλοτε όχι, φιλοσοφικών, επιστημονικών και θεολογικών αναδιφήσεων. Υπήρξε

επίσης τόπος συνύπαρξης τριών από τις μεγαλύτερες θρησκείες του κόσμου, της

χριστιανικής, της εβραϊκής και της μουσουλμανικής.

Η γεωγραφική θέση των Ιωαννίνων και γενικότερα της Ηπείρου απέναντι από την

Κέρκυρα, πρωτεύουσα των βενετοκρατούμενων Επτανήσων, η γειτνίασή τους με σημαντικά

Page 138: Paideia in Ioannina

138

παραθαλάσσια προγεφυρώματα (Πρέβεζα, Πάργα) και η μικρή σχετικά απόστασή τους από

την Ιταλία ευνόησαν την οικονομική ανάπτυξη της πόλης και μετέτρεψαν αυτήν σ’ ένα από

τα σημαντικότερα διαμετακομιστικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Πολλοί Ιωαννίτες από τον 17ο αιώνα και εντεύθεν μετανάστευσαν προς τα παράλια

της Αδριατικής και γενικότερα στην Ιταλία, τις παρίστριες ηγεμονίες, τη νότια Ρωσία και την

κεντρική Ευρώπη προς αναζήτηση καλύτερης τύχης και ικανοποίησης των μαθησιακών τους

αναγκών. Η αποδημία των Ιωαννιτών είχε ως αποτέλεσμα την εισροή κεφαλαίων στην

ηπειρωτική πρωτεύουσα είτε με τη μορφή των κληροδοσιών είτε με τη μορφή των δωρεών

και κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονταν πάγιες κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανάγκες.

Παράλληλα αναπτύσσεται η κοινοτική οργάνωση και η τοπική αυτοδιοίκηση στα

Ιωάννινα με την ανάδειξη των κοινοτικών αρχόντων, τις εκκλησιαστικές και σχολικές

επιτροπές, ακμάζει η βιοτεχνία των γουναρικών, η βυρσοδεψία, η κηροπλαστική, η

αργυροχοϊα, η κεντητική και γενικότερα η χειροτεχνία.

Η πόλη των Ιωαννίνων πρόσφερε στον υπόδουλο ελληνισμό τα πλαίσια και τις

προϋποθέσεις για την πνευματική του ανόρθωση και την πολιτική του αποκατάσταση. Αυτοί

οι παράγοντες ήταν οι Ηπειρώτες και ιδιαίτερα οι Ιωαννίτες ευεργέτες και δάσκαλοι, που με

το έργο τους κατέστησαν την Ήπειρο εύανδρο γη και στη συνέχεια οι οπλαρχηγοί, οι οποίοι

έδωσαν βροντερό παρών όταν ακούστηκε το σάλπισμα της επανάστασης (Δ. Φιλόσοφος,

Βλαχάβας, Κατσαντώνης, καλόγερος Σαμουήλ κ.ά.).

Από τον ηπειρωτικό χώρο όπως προαναφέραμε εξέδραμαν οι πρώτοι πραματευτάδες

που αναδείχτηκαν θεράποντες της παιδείας και εθνικοί ευεργέτες.

Πράγματι, η ανάπτυξη της παιδείας οφείλεται στην πρωτοβουλία και στα φιλογενή

αισθήματα των Ιωαννιτών εμπόρων, τραπεζιτών και κτηματιών του εξωτερικού. Ιωαννίτες

ήταν οι: Λεοντάρηδες, Γκιούμας, Τσιγαράς, Ιερομνήμονες, Μαρούτσηδες, Καραγιάννηδες,

Δομπόλης, Τσούφλης, Χατζηκώνστας, Σταύρου, Ευθυμίου, Καπλάνης, Ζωσιμάδες,

Τοσίτσηδες, Αβέρωφ, Στουρνάρας, Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης κ.ά.

Καταλυτικός υπήρξε ο ρόλος των σχολείων των Ιωαννίνων, που με το άοκνο έργο των

δασκάλων τους συνέδραμαν αποφασιστικά στην ανόρθωση του <<πεπτοκότως Γένους>>. Τα

σχολεία που ιδρύθηκαν στην πόλη των Ιωαννίνων υπήρξαν πράγματι πρωτοποριακά, τόσο

για τις ιδέες που διακινήθηκαν μέσα σ’ αυτά όσο και για τα προγράμματα διδασκαλίας τους.

Τα εκσυγχρονιστικά και ενίοτε ριζοσπαστικά ιδεολογήματα που κυοφορήθηκαν και

μετουσιώθηκαν σε πράξεις στις Σχολές αυτές, συνέβαλαν τα μέγιστα στη δημιουργία του

Page 139: Paideia in Ioannina

139

νεοελληνικού Διαφωτισμού, απότοκο του οποίου υπήρξε η πνευματική αφύπνιση και

πολιτική αποκατάσταση του ελληνικού Γένους.

Το 1648, έτος ίδρυσης της Σχολής του Επιφάνιου Ηγούμενου (1648-1742), με

δασκάλους τον Γλυκύ, τον Μήτρου και τον Κατζιούλη, θεωρείται η έναρξη της ηπειρωτικής

και ταυτόχρονα της νεοελληνικής Αναγέννησης. Η συγκεκριμένη Σχολή προξένησε το ρήγμα

στο βυζαντινοπρεπές, κλασικά ορθόδοξο, ιδεολογικοπολιτικό καθεστώς, που ήταν σε ισχύ

μέχρι εκείνη τη στιγμή. Αποτέλεσε την απαρχή της διάστασης στην εκπαίδευση από τον

αριστοτελισμό, φιλοσοφικό σύστημα που πρέσβευε η επίσημη Εκκλησία, ενώ το τέλος του

είχε συντελεστεί στη Δύση δυο αιώνες πριν.

Μεγάλη των ελληνικών γραμμάτων χαρακτηρίστηκε η Σχολή του Εμμανουήλ

Γκιόνμα (1677-1723), με δασκάλους τον Μακρή, τον Σουγδουρή και διαπρεπέστερο όλων

τον Μεθόδιο Ανθρακίτη. Οι προειρημένοι ιερομόναχοι δάσκαλοι στάθηκαν στο ύψος των

περιστάσεων και δε δίστασαν να ορθώσουν το ανάστημα τους απέναντι στο συντηρητικό

κατεστημένο και στις αγκυλωμένες απόψεις της επίσημης Εκκλησίας, η οποία με εξαίρεση

ορισμένους φωτισμένους ιεράρχες όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος των νεοελληνικών

γραμμάτων, φέρει μεγάλη ευθύνη για την πνευματική υστέρηση του υπόδουλου Γένους.

Στις νεωτεριστικές Σχολές συγκαταλέγεται η Μαρούτσειος (1742-1797), με επιφανή

δάσκαλο τον Ευγένιο Βούλγαρη. Αν και ο τελευταίος δε χρησιμοποίησε την απλή γλώσσα

στις παραδόσεις του, εντούτοις το συνολικό πέρασμά του από τη Μαρούτσειο Σχολή

αποτιμάται θετικά. Με την αποχώρηση του Βούλγαρη από την πόλη των Ιωαννίνων, δεύτερο

μισό του 18ου αιώνα, τελειώνει η πρώτη αναγεννητική φάση των ελληνικών γραμμάτων στη

Μουσοτρόφο πόλη των Ιωαννίνων.

Μετά την αποχώρηση του Μεθόδιου Ανθρακίτη από τη Γκιούμειο Σχολή λόγω των

σφοδρών διενέξεών του με την Εκκλησία, τη σκυτάλη στην εκπαίδευση θα παραλάβει η

οικογένεια των συντηρητικών ιερωμένων Μπαλάνων (1723-1821), οι οποίοι θα επιβληθούν

ως οι μόνοι επίσημοι δάσκαλοι στα Ιωάννινα για μια εκατονταετία. Με την ανάληψη της

εκπαιδευτικής πρωτοβουλίας από τους Μπαλάνους η εκπαίδευση στα Ιωάννινα θα αρχίσει να

φθίνει σε σημείο παρακμής.

Όμως, από τον αναχρονιστικό εκπαιδευτικό λήθαργο έρχεται να ζωντανέψει την

εκπαίδευση στην ηπειρωτική πρωτεύουσα ο Αθανάσιος Ψαλίδας με ορμητήριό του την

Καπλάνειο Σχολή (1805-1820). Η εμφάνιση του Ψαλίδα στα εκπαιδευτικά δρώμενα των

Ιωαννίνων θα σημάνει την έναρξη μιας σειράς αγώνων εναντίον της κοινωνικής τάξης που

πρέσβευε συντηρητικές απόψεις. Φορέας των ευρωπαϊκών ιδεών ο Ψαλίδας και υπέρμαχος

Page 140: Paideia in Ioannina

140

της δημοτικής γλώσσας κατασταίνεται ο εκφραστής της αστικής-εμπορικής τάξης, της τάξης

του, που η προσδοκία της ήταν η πνευματική ανόρθωση και η πολιτική αποκατάσταση του

υπόδουλου Γένους. Στο έργο του αυτό ο Ψαλίδας βοηθήθηκε από την παρουσία του

οξυδερκή, ανεξίθρησκου Αλή Πασά, που προστάτεψε και ενθάρρυνε την εκπαίδευση στα

Ιωάννινα, επέβαλλε σιωπή στους συντηρητικούς αντιπάλους του προαναφερόμενου

δασκάλου και υποστήριξε ανοιχτά και απροκάλυπτα τις σύγχρονες εκπαιδευτικές καινοτομίες

του.

Σε λίγο, όμως, η ανοδική πορεία της νεοελληνικής Αναγέννησης που στη δημιουργία

της είχαν συμβάλει τα Ιωάννινα θα ανακόπτονταν από την επανάσταση των Ελλήνων του

1821. Τα Ιωάννινα μετατράπηκαν σε θέατρο μαχών μεταξύ των σουλτανικών στρατευμάτων

και του Αλή Πασά, με αποτέλεσμα την καταστροφή των Σχολών της πόλης και το

διασκορπισμό των λογίων.

Η Ήπειρος δεν συμπεριελήφθη στο ελληνικό κράτος που δημιουργήθηκε μετά την

επανάσταση των Ελλήνων το 1821. Η περίοδος της ύστερης Τουρκοκρατίας εγκαινιάζεται

στο χώρο της εκπαίδευσης για την πόλη των Ιωαννίνων με την γενναία χορηγία των αδερφών

Ζωσιμάδων το 1828 και την ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής. Ελληνικό Γυμνάσιο από το 1852,

η Ζωσιμαία Σχολή με τους διακεκριμένους διευθυντές της, ανάμεσα στους οποίους

ξεχωρίζουν οι: Γεώργιος Κρανάς, Αναστάσιος Σακελλάριος, Σπυρίδων Μανάρης και

Γεώργιος Καλούδης, μεταβλήθηκε σταδιακά στο σημαντικότερο εκπαιδευτικό κέντρο της

περιοχής φιλοξενώντας μαθητές από την Ήπειρο, αλλά και από την Αλβανία.

Τέλος, άξιοι αναφοράς είναι οι Ιωαννίτες δάσκαλοι, συγγραφείς και λόγιοι, μαθητές οι

περισσότεροι των Σχολών της ηπειρωτικής πρωτεύουσας, και υπήρξαν οι: Φιλητάς, Ασώπιος,

Γούδας, Λαμπρίδης, Αραβαντινός, Λάμπρος, Βασιάδης, Πάλλης, Βηλαράς, Ζαλοκώστας,

Κρυστάλλης, και ο Χριστοβασίλης, που όπου και αν βρέθηκαν ανέπτυξαν εξαιρετικές

διαφωτιστικές επιδόσεις με τα φιλολογικά, ιστορικά και λογοτεχνικά έργα τους. Οργάνωσαν

φιλολογικούς συλλόγους και λέσχες, εξέδωσαν περιοδικά και φυλλάδια, μετακένωσαν το

πνεύμα της Ευρώπης, καλλιέργησαν τη νεοελληνική γλώσσα, διέσωσαν πνευματικούς

θησαυρούς, τέλος, αξιοποίησαν την παράδοση. Συμπαραστάτες στο έργο τους βρήκαν τους

φιλογενείς Ιωαννίτες τυπογράφους στη Βενετία, στη Βιέννη, τα Ιωάννινα, τη Μοσχόπολη,

την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα: τους Γλυκύδες, τους Σάρρους, τους Θεοδοσίους, τον

Λαμπανιτζιώτη, τον Σακελλάριο.

Έτσι η πνευματική κίνηση που συντελέστηκε στα Ιωάννινα βρήκε την πλήρη

έκφρασή της στο τρίπτυχο: πραματευτάδες, δάσκαλοι, τυπογράφοι.

Page 141: Paideia in Ioannina

141

Όλα αυτά συνθέτουν τον Διαφωτισμό που επετεύχθη στα Ιωάννινα, που μαζί τις

καινοτόμες εκπαιδευτικές ενέργειες των άλλων περιοχών συνδιαμόρφωσαν αυτό που

αποκαλούμε νεοελληνικό Διαφωτισμό, απόρροια του οποίου υπήρξε η ηθική ανάταση του

Έλληνα ανθρώπου, η εθνική ανεξαρτησία και η πολιτική του αποκατάσταση.

SUMMARY

The evidence that the history provides us with, indisputably indicates that the city of Ioannina

was always a meeting place, sometimes under the influence of favourable conditions and

other times not, for philosophical, scientific and theological investigations. The city has been

a place of cohabitation of the three largest religions of the world, Christianity, Judaism and

Islam.

Page 142: Paideia in Ioannina

142

The geographical position of Ioannina and Epirus in general, being opposite the island of

Kerkyra (Corfu) and more specifically the city of Kerkyra that was the capital city of the then

Venetian occupied Eptanisa (Ionian Islands), the close proximity to the important ports of

Preveza and Parga and the short distance of these from Italy favoured the economic

development of the city and transformed it into one of the most significant transit centres of

the Ottoman empire.

Many Ioannites (residents of Ioannina) started to emigrate during the beginning of the 17th

century and the years and centuries following. They generally emigrated to the shores of the

Adriatic and Italy, and also to the states adjoining the Danube River (Romania and Moldavia),

southern Russia and central Europe, in search of a more prosperous future and in order to

satisfy their educational improvement. This mass emigration of the Ioannites had as a result a

capital influx into the city, either in the form of bequests or grants, which could meet the daily

or educational needs of the Ioannites,

At the same time community development takes place and Local Government is established

in Ioannina with local leaders. Ecclesiastical and school committees are also established.

Home industries are established in the manufacture of furs, leather craft, candlestick making,

silver crafting, embroidery and hand crafts in general.

The city of Ioannina offered the enslaved Greeks the scope, bounds and conditions for their

spiritual recovery and the restoration of their political reestablishment. The Epirotes, and

more specifically the Ioannites, donors, teachers and instructors were the contributors to this

recovery, and with their actions they rendered Epirus a land of virtuous people. To these

contributors we must add the leaders of the Klephtes and Armatoli that made their presence

heard when the various revolutionary uprisings took place (D. Philosophos, Vlachavas,

Katsadonis, the monk Samouil, etc.).

From Epirus, as mentioned above, the first merchants set out, who became the healers and

rejuvenators of the paideia and became national benefactors.

Indeed, the development of the paideia is owed to the initiative and the actions of the

Ioannites merchants, bankers and landowners that lived abroad. Some of these Ioannites were

Page 143: Paideia in Ioannina

143

Leodarides, Gioumas, Tsigaras, Hieromnimones, Maroutsides, Karayiannides, Dobolis,

Tsouflis, Hatjikonstas, Staurou, Efthymiou, Kaplanis, Zosimades, Tositsides, Averof,

Stournaras, Manthos and Georgios Rizaris, and others.

The schools of Ioannina, and the tireless teachers, that contributed decisively to the recovery

of «a nation whose rights were infringed upon», played a catalytic role. The schools that were

established in Ioannina played a pioneering role insofar as the ideas that evolved in these

schools, as well as the teaching programmes that were taught. These modernised and often-

radical ideologies that were not only bread, but also born in these Schools greatly contributed

to the “Neo Hellenic Enlightenment.” These resulted in the intellectual arousal and the

political reinstatement of the Greek Nation.

In 1648 the School of Epiphanios Igoumenos was established and functioned until 1742,

where teachers like Glykis, Mitrou and Katzioulis taught. The year 1648 is regarded as the

commencement of the Eperotiki and simultaneously the Neo Hellenic Renaissance. This

School was the cause of the rupture of the Byzantine, classic Orthodox, political ideology that

was the status quo and in force until then. It further contributed and begun the separation of

Aristotelism, a philosophical system that was followed by the established Church, and which

system had ended in Europe two centuries earlier.

The School of Emmanouil Gionma (1677–1723) was characterised as a great and grand

school, and boasts teachers and educationists such as Makris, Sougdouris and the famous

Methodios Anthrakitis. These above-mentioned teachers stood up and never hesitated to

oppose the conservative establishment and the entrenched views of the Church. Save for a

few Chief Priests such as Kosmas o Etolos who was named the Saint of the “Neo Hellenic

Language”, the Church bears much of the responsibility for the intellectual suppression of the

then Turkish dominated Hellenic Nation.

The Maroutsios School (1742-1797) is categorised as modern and contemporary amongst the

others, with the renowned teacher, Evgenios Voulgaris. Although Voulgaris did not use and

teach the simple modern language in his teachings, his overall rating at the school was a very

positive one. The first phase of the Renaissance of the Greek paideia in the city of Ioannina

Page 144: Paideia in Ioannina

144

comes to an end during the second half of the 18th century with the departure of Voulgaris

from the city.

The reigns of education are taken over from the School of Emmanouil Gionma in 1723, with

the departure of Methodios Anthrakitis, by the conservative clergy family of Balanos (1723-

1821). The school then is renamed Balanios School. This family will establish themselves as

the only official educators of Ioannina for close to a century. With the paideia being

controlled by the Balanos family, it starts not only to diminish in standard, but also reaches a

point of decadence.

From this anachronistic and lethargic education system, Athanasios Psalidas emerges to

revive the education of the capital city of Epirus, Ioannina, while teaching at the Kaplanios

School (1805-1820). With the emergence of Psalidas in the education system of Ioannina, he

will begin a series of battles, conflicts and controversy against the conservative community of

Ioannina. Psalidas, belonging to the upper middle class that consisted mainly of merchants,

was an ardent supporter of European ideologies and the common Greek language as spoken

by the common folk. He had as his main objective and aspiration the intellectual upliftment

and the political restoration of the enslaved Hellenic Nation. In his efforts to achieve this, he

was assisted by the sharp-witted and religious tolerant Ali Pasha, who protected and

encouraged the paideia in Ioannina. He imposed upon the conservatives to be silent and

tolerant of Psalidas, and he openly gave his undisguised support to the educational methods

and innovations of the teacher.

In the near future however, the Neo Hellenic Renaissance, in which Ioannina had contributed

to, came to an abrupt end with the start of the revolution, the Greek War of Independence of

1821. Ioannina was turned into a battlefield between the forces of the Sultan and Ali Pasha,

and this resulted in the destruction of the Schools of the city and the wide spread scattering of

the scholars.

Epirus was not included in the newly formed State of Greece that was formed after the 1821

Greek War of Independence. In the city of Ioannina in the period of the late Tourkokratia the

field of paideia is inaugurated with generous donations of the brothers Zosimas in 1828, in

order to establish the Zosimea School. The school boasted a “Gymnasion” since 1852 with

Page 145: Paideia in Ioannina

145

principles such as, Georgios Kranas, Anastasios Sakellarios, Spyridon Manaris and Georgios

Kaloudis. It further transformed into the most significant educational centre of the region,

welcoming and accommodating students from Epirus and also from Albania.

Further, worth mentioning are the following Ioannites teachers, authors and scholars, who

were students of the Schools of Ioannina, and these were, Philitas, Asopios, Goudas, Labridis,

Aravadinos, Labros, Vasiadis, Pallis, Vilaras, Zalokostas, Krystallis and Christovasilis, who

with their philological and historical works, as well as their literature achieved distinguished

success. They founded philological societies and clubs, published periodicals and journals,

conveyed the European ideologies to Ioannina, cultivated the Modern Greek language,

rescued intellectual treasures, and promoted traditions. Their efforts were met by assistance

from other Ioannites in the printing trade in Venice, Vienna, Ioannina, Moschopolis,

Konstadinoupolis and Athens. Some of these are the brothers Glykides, Sarrous and

Theodosiou, and also Labanitziotis and Sakellarios.

Thus the intellectual movement that took place in Ioannina found its support in three main

vessels, namely, merchants, teachers and printers.

Therefore, all off the above-mentioned comprise the “Enlightenment” that was born in

Ioannina, and in conjunction with the modern educational efforts of the other regions,

formulated the Neo Hellenic Enlightenment. This had as a result the upliftment of the moral

of the Hellenic Nation and the National Hellenic independence.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγγέλου, <<Εκπαιδευτικές καινοτομίες>> = Α. Αγγέλου, <<Πρόγραμμα-Ύλη-

Βιβλία>>, Ιστορία του ελληνικού έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975, 321-328.

Αναστασίου, <<Εμπορική κίνηση στα Ιωάννινα>> = Ι. Αναστασίου,<<Η εμπορική,

πνευματική και κοινωνική ζωή στα Γιάννινα του 1812-1813 (Εντυπώσεις του Άγγλου Σερ

Χένρυ Χόλλαντ)>>, Ηπειρωτική Εστία 16 (1967), 550-557.

Page 146: Paideia in Ioannina

146

Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή = Π. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή Λογίων

της Τουρκοκρατίας, εισαγωγή-επιμέλεια Κ. Θ. Δημαράς. Ιωάννινα, 1960.

Αραβαντινός, Ιστορία = Π. Αραβαντινός, Ιστορία της ελληνικής παιδείας παρ’ έλλησιν,

εισαγωγή-επιμέλεια Ε. Ι. Νικολαΐδου. Ιωάννινα, 1986.

Βακαλόπουλος, <<Αλή Πασάς>> = Απ. Βακαλόπουλος, <<Η άνοδος του Αλή

πασά>>, Ιστορία του ελληνικού έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975, 86.

Βακαλόπουλος, Ιστορία = Κ. Βακαλόπουλος, Ιστορία του Βόρειου ελληνισμού-

Ήπειρος. Θεσσαλονίκη, 1992.

Βακαλόπουλος, Ιστορία = Κ. Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Ηπείρου από τις αρχές

της Οθωμανοκρατίας ως τις μέρες μας. Αθήνα, 2003.

Βιζουκίδης, <<Ηπειρωτικά θέσμια>> = Π. Βιζουκίδης, <<Ηπειρωτικών θεσμίων

έρευνα>>, Ηπειρωτικά Χρονικά 2 (1927), 5-53.

Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας>> = Λ. Βρανούσης, <<Αθανάσιος Ψαλίδας. Ο

Διδάσκαλος του Γένους. Ο πατριώτης- ο πολιτικός- ο αγωνιστής>>, Ηπειρωτική Εστία 1

(1952) 331-470.

Βρανούσης, <<Επαναστατικά κινήματα>> = Λ. Βρανούσης, <<Επαναστατικά

κινήματα και εξεγέρσεις>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα,

1997, 244-251.

Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στα Ιωάννινα>> = Κ. Γκανιάτσας, <<Η παιδεία στην

Ήπειρο και ιδιαίτερα στα Γιάννινα στην Τουρκοκρατία>>, Ήπειρος 2 (1985) 3-15, 9 (1986)

5-30.

Δημαράς, <<Διαφωτισμός>> = Κ. Θ. Δημαράς, <<Ο Ρωσσαγγλογάλλος>>, Ιστορία

του ελληνικού έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975, 336.

Δημαράς, Λογιοσύνη = Κ. Θ. Δημαράς, Η Λογιοσύνη των Ηπειρωτών. Ιωάννινα, 1960.

Δημαράς, Λογοτεχνία = Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.

Αθήνα, 2000.

Δρούλια, <<Ελευθερία>> = Λουκία Δρούλια, <<Στροφή του ευρωπαϊκού

ενδιαφέροντος προς τον ελληνισμό>>, Ιστορία του ελληνικού έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975,

360-365.

Εργολάβος, Ζωσιμαία = Σ. Εργολάβος, Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων. Ιωάννινα, 1993.

Ευαγγελίδης, Παιδεία = Τ. Ευαγγελίδης, Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας, τομ. 1. Αθήνα,

1936.

Page 147: Paideia in Ioannina

147

Κιτρομηλίδης,<<Αγώνες>> = Π. Κιτρομηλίδης, <<Αγώνες για ιδεολογική ανανέωση

στην παιδεία των Ιωαννίνων – ερμηνευτικό χρονικό>>, Αντί, τομ. ΙΔ΄. Αθήνα, 1981.

Κίτσος, Ο Ηπειρωτικός Διαφωτισμός, = Κ. Κίτσος, Ο Ηπειρωτικός Διαφωτισμός στα

χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ιωάννινα, 1978.

Κορρέ, <<Λαϊκή τέχνη>> = Αικατερίνη Ζωγράφου Κορρέ, <<Η λαϊκή τέχνη της

Ηπείρου>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα, 1997, 338-355.

Κουρμαντζής, <<Οθωμανική πόλη>> = Γ. Κουρμαντζής, <<Από τη βυζαντινή στην

οθωμανική πόλη (15ος-18ος αιώνας) (Σημειώσεις για τον προσδιορισμό της αστικής ιστορίας

της πόλης των Ιωαννίνων)>>, Ήπειρος, Κοινωνία-Οικονομία 15ος-20ός αι. Ιωάννινα, 1987, 9-

25.

Κουρμαντζή, Εκπαίδευση = Ελένη Κουρμαντζή-Παναγιωτάκου, Η εκπαίδευση στα

Γιάννενα και οι ιδεολογίες της: οι <<νεωτεριστικές>> Σχολές και οι Σχολές Μπαλάνων και

Ψαλίδα (1645-1820), Ανάτυπο από τη <<Δωδώνη: Φιλολογία>>, τομ. Κ΄. Ιωάννινα, 1991.

Κωστάντιου, <<Ναοί>> = Φραγκίσκα Κεφαλλωνίτου-Κωστάντιου, <<Η εισαγωγή

κοσμικών στοιχείων στους ναούς των Ιωαννίνων το 19ο αιώνα>>, Ήπειρος, Κοινωνία-

Οικονομία 15ος-20ός αι. Ιωάννινα, 1987, 299-318.

Λαζαρίδης, <<Σχολεία και δάσκαλοι>> = Κ. Λαζαρίδης, <<Σχολεία και Δάσκαλοι

των Γιαννίνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας>>, Ηπειρωτική Εστία 21 (1972), 595-609, 22

(1973), 80-98, 250-257.

Λαζάρου, <<Τα σχολεία των Ιωαννίνων>> = Α. Λαζάρου, <<Τα σχολεία των

Ιωαννίνων και το Γένος>>, Ηπειρωτική Εστία 20 (1971), 55/539-67/551.

Μεταλληνός, Τουρκοκρατία = Γ. Μεταλληνός, Τουρκοκρατία. Αθήνα, 2000.

Μιχαλόπουλος, Νεοελληνική Αναγέννηση = Φ. Μιχαλόπουλος, Τα Γιάννινα κι η

Νεοελληνική Αναγέννηση (1648-1820). Αθήνα, 1930.

Μπαμπινιώτης, Λεξικό = Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας.

Αθήνα, 1998.

Μπέττης, <<Διαφωτισμός>> = Σ. Μπέττης, <<Συμβολή στη μελέτη του Ηπειρωτικού

Διαφωτισμού>>, Ηπειρωτική Εστία 16 (1967), 497-499.

Nicol,<<Δεσποτάτο>> = D. Nicol, <<Η Ήπειρος ως ανεξάρτητη ηγεμονία. Το

δεσποτάτο της Ηπείρου>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα,

1997, 198-217.

Page 148: Paideia in Ioannina

148

Νικολαΐδου, <<Αποστασία>> = Ελευθερία Νικολαΐδου, <<Οι Ηπειρώτες και η

αποστασία του Αλή πασά>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα,

1997, 272-279.

Νικολαΐδου, <<Σχολεία>> = Ελευθερία Νικολαΐδου, <<Σχολεία και Δάσκαλοι της

Μητροπολιτικής Επαρχίας Ιωαννίνων (στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αι.)>>,

Ηπειρωτικό Ημερολόγιο 3 (1981), 159-212.

Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας>> = Π. Νούτσος, <<Ο νεαρός Ψαλίδας και η

φιλοσοφία του γαλλικού Διαφωτισμού>>, Ηπειρωτικά Χρονικά 23 (1981), 184-214.

Νυσταζοπούλου, Οι βαλκανικοί λαοί = Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Οι

βαλκανικοί λαοί κατά τους μέσους χρόνους. Θεσσαλονίκη, 1992.

Οικονόμου, Τα σχολεία της ενιαίας Ηπείρου = Φ. Οικονόμου, Τα σχολεία της ενιαίας

Ηπείρου στους χρόνους της Τουρκοκρατίας (1453-1913). Αθήνα, 1987.

Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο = Κ. Παπαγεωργίου, Η παιδεία στην Ήπειρο

1204-1950. Κέρκυρα, 1950.

Παπαστάθης, <<Προνόμια>> = Χ. Παπαστάθης, <<Όροι υποταγής-Τα προνόμια>>,

Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα, 1997, 241-244.

Παρανίκας, Σχεδίασμα = Μ. Παρανίκας, Σχεδίασμα περί της εν τω Ελληνικώ Έθνει

καταστάσεως των γραμμάτων από αλώσεως Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι των

αρχών της ενεστώσης (ΙΘ΄) εκατονταετηρίδος. Κωνσταντινούπολη, 1867.

Πλουμίδης, <<Λόγιοι>> = Γ. Πλουμίδης, <<Ηπειρώτες λόγιοι>>, Ήπειρος 4000

χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα, 1997, 408-420.

Πολίτης, Κλέφτικα = Α. Πολίτης, Κλέφτικα. Αθήνα, 1981.

Πολίτης, Λογοτεχνία = Λ. Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα,

1985.

Πρέπης, <<Καλλιτεχνική δραστηριότητα>> = Α. Πρέπης, <<Στοιχεία για την

πνευματική-καλλιτεχνική δραστηριότητα Γιαννιωτών στο Μελένικο και την ευρύτερη

περιοχή του το 18ο και 19ο αιώνα>>, Γιάννινα-Ήπειρος 19ος-20ός αι. Ιστορία- Κοινωνία-

Πολιτισμός. Ιωάννινα, 1988, 9-24.

Πρόντζας, <<Ήπειρος>> = Ε. Πρόντζας, <<Η Ήπειρος μεταξύ οικονομίας και

νοοτροπιών>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα, 1997, 408-

420.

Ροδάκης, Αρματολοί = Π. Ροδάκης, Αρματολοί και κλέφτες, τομ. Α΄+ Β΄. Αθήνα, 1999.

Page 149: Paideia in Ioannina

149

Σαββίδης-Hendrickx, Εισαγωγή στη Βυζαντινή Ιστορία = Α. Γ. Κ. Σαββίδης-B.

Hendrickx, Εισαγωγή στη Βυζαντινή Ιστορία. Θεσσαλονίκη, 2003, 128-249.

Σαλαμάγκας, Άπαντα = Δ. Σαλαμάγκας, Ο Νεομάρτυρας Άγιος Γεώργιος Ιωαννίνων.

Αθήνα, 1954.

Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα = Ν. Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα, τομ. Α΄.

Αθήνα, 1990.

Σπανίδης, <<Αλή Πασάς Τεπελενλής>> = Π. Σπανίδης, <<Αλή Πασάς Τεπελενλής.

Πλευρές της οικονομικής δραστηριότητας ενός αγιάννη>>, Γιάννινα-Ήπειρος 19ος-20ός αι.

Ιστορία- Κοινωνία-Πολιτισμός. Ιωάννινα, 1988, 209-221.

Στούπης, Πωγωνησιακά = Σ. Στούπης, Πωγωνησιακά και Βησσανιώτικα (Γνωριμία με

τον Ακριτικό Ελληνισμό), τομ. Α΄. Πάτρα, 1962.

Σφυρόερας, <<Κλέφτες>> = Β. Σφυρόερας, <<Οι κλέφτες>>, Ιστορία του ελληνικού

έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975, 145-148.

Τουρτόγλου, <<Δίκαιο>> = Μ. Τουρτόγλου, <<Το δίκαιο κατά την περίοδο της

Τουρκοκρατίας>>, Ιστορία του ελληνικού έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα, 1975, 110-117.

Τσιρπανλής, <<Άγνωστο Υπόμνημα>> = Ζ. Τσιρπανλής, <<Άγνωστο Υπόμνημα για

την πόλη των Ιωαννίνων (1878)>>, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο 3 (1981), 13-26.

Τριανταφυλλόπουλος, <<Τέχνη>> = Δ. Τριανταφυλλόπουλος, <<Μεταβυζαντινή

Τέχνη (1430-1913)>>, Ήπειρος 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού. Αθήνα, 1997,

318-336.

Φαρμάκης, Έπαινος = Α. Φαρμάκης, Έπαινος Ηπειρωτών. Ιωάννινα, 1998.