154
λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΑ

ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΑ - dide-anatol.att.sch.grdide-anatol.att.sch.gr/perival/FAKELOS_LOGOTEXNIA/2013... · πούλου, Δέσποινα Φιλιά του 3ου Γυμνασίου

  • Upload
    others

  • View
    20

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΑ

Λογοτεχνικό Εργαστήριο 2013 «Οι μαθητές γράφουν!»Αθήνα 2013

ISSN 2241-7044

Υπεύθυνος έκδοσης-επιμέλεια: Νίκος ΓκόβαςΣελιδοποίηση - Εξώφυλλο: Μαίρη Καλδή

Επιμέλεια κειμένων: Κατερίνα ΑλεξιάδηΕπιμέλεια εικόνων: Αλεξάνδρα Βασιλοπούλου

Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής ΑττικήςΠολιτιστικά ΘέματαΗρώων Πολυτεχνείου 9-11 Γέρακας [email protected]://dide-anatol.att.sch.gr

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Eισαγωγικό σημείωμα - Συντελεστές 5

Μέρος Α: ΠΟΙΗΜΑΤΑΠαύλος Ζαχαρόπουλος (Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης)

«Αδιέξοδο» 13Θανάσης Καλέμης, Χριστίνα Μπαρμπαράκου (10ο Γυμν. Αχαρνών)

«Η Ρόδα» 15Γεωργία Μεθενίτη (1ο Γυμνάσιο Καλυβίων)

«Ξεθωριασμένο όνειρο» 17Παυλίνα Ξανθάκου (Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης)

«Αναμνήσεις» 21Ανθή Πρέπη (3ο Γυμνάσιο Αχαρνών)

«Ορφέας και Ευρυδίκη» 22Μάρω Χωριανοπούλου (3ο Γυμνάσιο Αχαρνών)

«Μέσα στον καθρέφτη της ζωής» 23Όλια Ανγκέλοβα (1ο Λύκειο Ν. Μάκρης)

«Ταξίδι» 27Κυριακή Ατματζίδου (6ο Λύκειο Αχαρνών)

«O πρόσφυγας» 28Ρένια Βασιλάκη (Λύκειο Εκπαιδευτήρια Γείτονα)

«Θεατής» 31Γεωργία-Κυριακή Ζαφείρη (7ο Λύκειο Αχαρνών)

«Η γυναίκα στον χρόνο» 32Ευσταθία Λαγιόκαπα (Λύκειο Καπανδριτίου)

«Μπαλάντα για τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων» 34

Κώστας Σακκάς (2ο Λύκειο Μαρκοπούλου)«Ήρωας» 36

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013

� «οι μαθητές γράφουν!»

Μέρος Β: ΠΕΖΑΜάρκος Βαρελάς (Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης)

«Η μάσκα» 40Λήδα Καλιπολίτη (Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα)

«Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα» 43Σεμέλη Μητροπούλου (Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης)

«Ένα κέρμα δύο γύρους με το ποδήλατο» 48Κωνσταντίνα Σπυροπούλου (2ο Γυμνάσιο Γέρακα)

«Με μια άλλη ματιά» 51Μάρω Χωριανοπούλου (3ο Γυμνάσιο Αχαρνών)

«Ο μονόλογος ενός ελεύθερου δούλου» 61Νίκος Καρβουνόπουλος (1ο Λύκειο Ραφήνας)

«Άδοξες στιγμές» 62Αντώνης Καρυδάκης (1ο Λύκειο Ν. Μάκρης) «Έχεις τα πινέλα, έχεις και τα χρώματα» 64Χριστίνα Κεφαλίδη (Καλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα)

«Ηλεκτρονικό μήνυμα» 73Γερασιμούλα Κοσμίδου, Αναστασία Παπαϊωσήφ (6ο Λύκ. Αχαρνών)

«Το ημερολόγιο της Αμελί» 78Σοφία Σταματοπούλου (Καλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα)

«Η Κυριακή των ονείρων μου» 87Ηρώ Τσαγκίδη (Λύκειο Λαυρίου)

«Η σόλο σονάτα ενός Αρλεκίνου» 96Δημήτρης Χριστόπουλος (2ο Λύκειο Αχαρνών)

«Χωρίς ταυτότητα» 104

Μέρος Γ: ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑΑγάπη Λαμπρινοπούλου, Μιχαέλα Βασιλάκη, Κωνσταντίνα Αλεξανδροπούλου, Νάντια Κυριακοπούλου, Κωνσταντίνα Καρυδάκη (1o Γυμνάσιο Νέας Μάκρης)

«Μάρτυρες με «ύφος»» 116Χριστίνα Κεφαλίδη (Καλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα)

«Αυτός ή Η Εντολή» 123

Μέρος Δ : Οι συμμετοχές Όλα τα ονόματα των μαθητών-τριών ανά σχολείο και των έργων τους ανά κατηγορία 134

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Κατά το σχολικό έτος 2012-2013, για πέμπτη συνεχό-μενη χρονιά, στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευ-σης Ανατολικής Αττικής και στo πλαίσιo των προγραμμά-των Πολιτιστικών Θεμάτων υλοποιήθηκε το πρόγραμμα-δίκτυο «Λογοτεχνικό Εργαστήριο: Οι μαθητές γράφουν!».

Σκοπός του προγράμματος ήταν η ενθάρρυνση και εμψύχωση των μαθητών των Γυμνασίων και Λυκείων να γράψουν – ατομικά ή ομαδικά – ποιήματα, πεζά ή θεατρικά έργα.

Επιμέρους στόχοι του προγράμματος παραμένουν:• η δραστική επαφή των εφήβων με τη Λογοτεχνία και τη Γλώσσα• η ανάπτυξη ιδιαίτερων δεξιοτήτων δημιουργικής γραφής μέσα από τις δοκιμές της συγγραφής• η ανακάλυψη καινούριων δρόμων έκφρασης και επικοινωνίας• η βίωση του αισθήματος της αυτοπραγμάτωσης ύστερα από την ολοκλήρωση μιας προσωπικής προσπάθειας και την προβολή των αποτελεσμάτων της.

Στη σχετική πρόσκληση ανταποκρίθηκαν 427 μαθητές - μαθή-τριες (Κορίτσια: 327, Αγόρια: 100) από 47 σχολεία (23 Γυμνάσια και 24 Λύκεια).

Κατατέθηκαν 404 έργα. Ειδικότερα γράφτηκαν: 237 Ποιήματα (122 από παιδιά Γυμνασίων & 115 από παιδιά Λυ-κείων)158 Πεζά (109 από παιδιά Γυμνασίων & 49 από παιδιά Λυκείων)9 Θεατρικά (4 από παιδιά Γυμνασίων & 5 από παιδιά Λυκείων)

Όλα τα έργα που υποβλήθηκαν από τους μαθητές και τις μαθήτρι-ες έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα: http://dide-anatol.att.sch.gr.

Στην Παιδαγωγική - Συντονιστική Επιτροπή συμμετείχαν 77 εκ-παιδευτικοί από τα 47 σχολεία που έλαβαν μέρος στο πρόγραμμα.

Η έκδοσηΣτο πλαίσιο του Λογοτεχνικού Εργαστηρίου έγινε και ένας «λο-

γοτεχνικός διαγωνισμός».Στην έκδοση αυτή είναι συγκεντρωμένα τα βραβευμένα έργα

των μαθητών που αξιολογήθηκαν κατά την τελική φάση από Λογο-τεχνική Επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν οι:

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �

Χρύσα Αλεξοπούλου, Θοδωρής Γκόνης, Χριστίνα Ζώνιου, Τζωρτζίνα Κακουδάκη, Τζένη Μαστοράκη, Αμάντα Μιχαλοπούλου, Βασίλης Παπαθεοδώρου, Μελίνα Πλαστή, Ελένη Σβορώνου, Μισέλ Φάις

Απονεμήθηκαν οι ακόλουθοι τίτλοι:«Βραβείο» στα έργα που ξεχώρισαν κατά την τελική φάση«Διάκριση» στα έργα που προκρίθηκαν για την τελική φάση«Έπαινος Συμμετοχής» στα υπόλοιπα έργαΕκτός από τα έργα που τιμήθηκαν με «Βραβείο» και παρου-

σιάζονται σε αυτό το βιβλίο, στο Δ΄ μέρος του βιβλίου αναφέρονται όλες οι συμμετοχές.

Το πλαίσιοΓνωρίζουμε ότι κάθε χρόνο διοργανώνονται από ποικίλους φο-

ρείς διαγωνισμοί συγγραφής λογοτεχνικού έργου ή δοκιμίου. Η πρωτοβουλία μας αυτή θεωρούμε ότι διαφοροποιείται σημαντικά από άλλες παρόμοιες προσπάθειες.

Κατ’ αρχάς, πρόκειται για μια διαδικασία που εμπλέκει ενεργη-τικά τα σχολεία που συμμετέχουν στο πρόγραμμα, αφού αφήνει περιθώρια πρωτοβουλίας στους συμμετέχοντες. Οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές δεν είναι – όπως συχνά συμβαίνει – ο τελευταίος τροχός της αμάξης με τον ρόλο των καθηγητών να περιορίζεται στο να συγκεντρώσουν, να επιλέξουν και να ταχυδρομήσουν τα έργα των μαθητών που συμμετέχουν – ορισμένες φορές μάλιστα υπο-χρεωτικά – στη διαδικασία.

Η πρωτοβουλία μας δεν έχει αποκλειστικά διαγωνιστικό προ-σανατολισμό. Δε μας ενδιαφέρει μόνο το αποτέλεσμα (δηλαδή τα λογοτεχνικά έργα των μαθητών στην τελική τους μορφή), αλλά κυ-ρίως η διαδικασία της δημιουργίας των έργων συνήθως μέσα από εργαστήρια γραφής. Κοινή πεποίθηση είναι ότι ο διαγωνισμός δεν ήταν παρά το έναυσμα για να δώσουμε στους μαθητές την ευκαι-ρία να εκφραστούν λογοτεχνικά, είτε στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Γραμματείας, είτε στο πλαίσιο ενός άλλου προ-γράμματος.

Και η φετινή εμπειρία μας απέδειξε ότι «οι μαθητές γράφουν» δημιουργώντας όμορφα και πρωτότυπα έργα. Η προθυμία και ο εν-θουσιασμός που έδειξαν σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, η επι-θυμία τους να συμμετέχουν ενεργητικά σε όλες τις φάσεις του προ-

� Οι μαθητές γράφουν!

γράμματος (συνεργασία με τους καθηγητές και με τους συμμαθητές τους, συμμετοχή σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής που πραγμα-τοποιήθηκαν στα σχολεία τους), δικαίωσαν τις προσδοκίες και τις προσπάθειες τόσο των εμπνευστών του προγράμματος όσο και των εκπαιδευτικών της Παιδαγωγικής-Συντονιστικής Επιτροπής.

Τη σχολική χρονιά 2012-2013, το πρόγραμμα «Λογοτεχνικό Ερ-γαστήριο: Οι μαθητές γράφουν» οργάνωσε επίσης επιμορφωτικές συναντήσεις για εκπαιδευτικούς και συναντήσεις - συζητήσεις με λογοτέχνες που υποστηρίζουν αυτό το έργο.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι τα κείμενα των μαθητών - βρα-βευμένα και μη - έγιναν πηγή έμπνευσης για εικαστικές και μουσι-κές παρεμβάσεις από άλλους συμμαθητές τους. Τα δίκτυα επικοι-νωνίας έχουν ήδη στηθεί. Συνεχίζουμε…

Η Παιδαγωγική - Συντονιστική ΕπιτροπήΣεπτέμβριος 2013

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �

Γιατί συμμετέχουν οι μαθητές στο «Λογοτεχνικό Εργαστήριo;«Για να μοιραστώ τις σκέψεις μου και τις ιδέες μου με τους

συνομηλίκους μου. Γιατί είναι ένα τρόπος λυτρωτικής αντίδρασης, ένα ανοιχτό ημερολόγιο.»

«Θέλω να δώσω με την ιστορία που θα γράψω ένα δίδαγμα στους συμμαθητές μου.»

«Είναι ένας τρόπος να βγω από την απομόνωσή μου.»«Μου αρέσει να σκέφτομαι καινούριους κόσμους και να τους

αποτυπώνω στο χαρτί.»«Για να πειραματιστώ πάνω σε διαφορετικούς τρόπους γραφής.»«Για να ονειρευτώ έναν καλύτερο κόσμο και να καταγράψω το

όνειρό μου.»«Για να με βοηθήσει να βρω το θάρρος να γράψω. Ζηλεύω πολύ

τα παιδιά που γράφουν ιστορίες και παίρνουν μέρος.»«Έχω γράψει τόσα πολλά πράγματα κι έχω τόσες ιδέες κάτω από

το μαξιλάρι μου…που δεν πάει άλλο. Παίρνω κάθε χρόνο μέρος, είναι κάτι σαν έθιμο για μένα.»

� «οι μαθητές γράφουν!»

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2013

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ-ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Αλεξιάδη Κατερίνα • Μουσικό Γυμνάσιο ΠαλλήνηςΑντωνίου Ιωάννα • Λύκειο Νέας ΜάκρηςΑντωνίου Μαρία • 1ο Γυμνάσιο ΓέρακαΑντωνογιάννη Βιβή • 3ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΑντωνοπούλου Χρυσούλα • 1ο Γυμνάσιο Νέας ΜάκρηςΑρβανιτάκη Μαρία • Λύκειο Ελληνογερμανική ΑγωγήΑργυράκη Χρύσα • 2ο Γυμνάσιο ΚορωπίουΑριστοδήμου Τροοδία • Μουσικό Γυμνάσιο ΠαλλήνηςΒαρελά Κάντια • Λύκειο ΡαφήναςΒασιλακάκου Βάσω • Λύκειο ΛαυρίουΒασιλοπούλου Αλεξάνδρα • Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο & Λύκειο ΓέρακαΒάσση Παναγιώτα • Λύκειο Εκπαιδευτήρια ΓείτοναΓαλιώτου Κωνσταντινιά • Λύκειο ΛαυρίουΓεωργάκη Ευαγγελία • 2ο Λύκειο ΓέρακαΓιαννησοπούλου Φιλίτσα • 12ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΓκιαούρη Θεοδώρα • Γυμνάσιο St. LawrenceΔαμιανός Πέτρος • 2ο Γυμνάσιο ΑυλώναΔημητρακόπουλος Πέτρος • Γυμνάσιο Διαπολιτισμικής Εκπ/σης ΑχαρνώνΔούκα Ελένη • 2ο Γυμνάσιο ΠαιανίαςΕυαγγελίου - Ρίζου Χάιδω – Αναστασία • Λύκειο Νέας ΜάκρηςΖαρωτιάδης Χάρης • 2ο Λύκειο ΑχαρνώνΖαχαριά Ελευθερία • Λύκειο ΜαραθώναΖώτου Ελευθερία • 1ο Γυμνάσιο ΚαλυβίωνΘεοδωράτου Έλλη • Λύκειο & Γυμνάσιο Εκπαιδευτήρια ΚαίσαρηΚαββαδά Ανθή • Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο & Λύκειο ΓέρακαΚαζάζης Νίκος • Λύκειο Εκπαιδευτήρια ΓείτοναΚαλδή Μαίρη • 3ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΚαλουδιώτη Σπυριδούλα • Λύκειο ΡαφήναςΚάλφα Αννυ • Λύκειο ΛαυρίουΚανελλάκη Κωνσταντία • 2ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΚατσιούπη Γλυκερία • 1ο Γυμνάσιο Νέας ΜάκρηςΚαψιμάλη Aντιγόνη • Λύκειο ΛαυρίουΚαψούρης Γιώργος • 2ο Λύκειο Γέρακα

Κιούση Μαρία • 1ο Γυμνάσιο ΚαλυβίωνΚοντάκης Θεοδόσιος • Λύκειο ΑυλώναΚυπριωτάκης Εμμανουήλ • Λύκειο ΜαραθώναΚωνσταντινίδης Λεωνίδας • 6ο Λύκειο ΑχαρνώνΛαζαρής Αντώνης • Λύκειο ΡαφήναςΛάσκαρη Εφη • 10ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΛιώρη Ευθυμία • 1ο Γυμνάσιο ΚορωπίουΛουκάκη Μαρία • 4ο Λύκειο ΑχαρνώνΜακρυγιάννη Ελένη • 2ο Γυμνάσιο ΓέρακαΜάρακα Καίτη • Μουσικό Γυμνάσιο ΠαλλήνηςΜοριχοβίτου Ειρήνη • Λύκειο Νέας ΜάκρηςΜπακοπούλου Δέσποινα • Λύκειο ΜαραθώναΜπουφίδου Μαρία • Γυμνάσιο Εκπαιδευτήρια Νέα Γενιά ΖηρίδηΝάντση Ευαγγελία • 1ο Γυμνάσιο ΓέρακαΝικολοπούλου Ειρήνη • 10ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΠαναγιάρη Κυπαρισσία • Γυμνάσιο-Λύκειο Εκπαιδευτήρια ΏθησηΠανταζή Ευγενία – Δήμητρα • Λύκειο ΚαπανδριτίουΠαπαχριστοφίλου Σοφία • 6ο Λύκειο ΑχαρνώνΠέππα Αθηνά • 1ο Λύκειο ΜαρκοπούλουΠολίτου Άννα • 2ο Λύκειο ΚαλυβίωνΡίκου Αφροδίτη • Λύκειο ΜαραθώναΡοδόλφου Αναστασία (Τατιάνα) • 3ο Γυμνάσιο ΓέρακαΣαμαρίδη Νικολέτα • 7ο Λύκειο ΑχαρνώνΣαπουντζάκη Ιωάννα • Γυμνάσιο St. LawrenceΣιάσιου Αφροδίτη • 2ο Λύκειο ΚαλυβίωνΣιδερά Παρασκευή • 2ο Λύκειο ΓέρακαΣινέκα Μαρία • Γυμνάσιο ΘρακομακεδόνωνΣκορδάς Αχιλλέας • ΕΠΑΛ ΚρυονερίουΣκορδομπέκη Ελένη • Λύκειο Σκάλας ΩρωπούΣπυροπούλου Κατερίνα - Χριστίνα • 2ο Γυμνάσιο ΓέρακαΣτάμου Μαρία • 3ο Γυμνάσιο ΓέρακαΣταυριανού Ευγενία • 10ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΣύρμου Ευανθία • Γυμνάσιο Εκπαιδευτήρια Κωστέα - ΓείτοναΤριαλώνη Κυριακή • 1ο Γυμνάσιο ΚαλυβίωνΤσαπατσάρη Ακριβή • 2ο Γυμνάσιο ΠαιανίαςΤσενέ Νάντια • 1ο Γυμνάσιο Αυλώνα

�λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �

10 «οι μαθητές γράφουν!»

Τσιάγγα Αναστασία • 1ο Λύκειο ΜαρκοπούλουΤσίγκα Δήμητρα • Μουσικό Γυμνάσιο ΠαλλήνηςΤσουκαλά Ειρήνη • 3ο Λύκειο ΑχαρνώνΦερεντίνου Αικατερίνη • Μουσικό Γυμνάσιο ΠαλλήνηςΦωτιάδη Χριστίνα • 2ο Λύκειο ΜαρκοπούλουΧαρίτος Κώστας • 10ο Γυμνάσιο ΑχαρνώνΧατζή Αρχοντία • Γυμνάσιο Εκπαιδευτήρια Νέα Γενιά ΖηρίδηΧρηστέα Κατερίνα • Λύκειο Ραφήνας

ΚΡΙΤΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΧρύσα Αλεξοπούλου, Θοδωρής Γκόνης, Χριστίνα Ζώνιου, Τζωρτζίνα Κακουδάκη, Τζένη Μαστοράκη, Αμάντα Μιχαλοπούλου, Βασίλης Παπαθεοδώρου, Μελίνα Πλαστή, Ελένη Σβορώνου, Μισέλ Φάις

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣΝίκος Γκόβας, υπεύθυνος Πολιτιστικών Θεμάτων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Αττικής

ΟΡΓΑΝΩΣΗΔιεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Αττικής – Πολιτιστικά Θέματα

ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΦΟΡΕΑΣΠανελλήνιο Δίκτυο για το Θέατρο στην Εκπαίδευση

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗΑθηνά Γιαννουκάκη του 2ου Λυκείου Καλυβίων, Ηρώ Τσαγκίδη του Λυκείου Λαυρίου, Εμμανουέλα Δημητρέση, Νικολέττα Τσενικλίδου του 7ου Λυκείου Αχαρνών, Σταμάτης Αλευράς, Μαρία Διαμαντο-πούλου, Δέσποινα Φιλιά του 3ου Γυμνασίου Αχαρνών και οι μαθη-τές από το Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο-Λύκειο Γέρακα Αννίτα Αδάμη, Ειρήνη Αναργύρου, Κλαύδια Αντραλή, Ειρήνη Βεντούρη, Δημήτρης Βόβλας, Γιάννης Γιαννετάκης, Μαρίνα Διαμαντίδη, Κατερίνα Ζάκ-κα, Περσεφόνη Ζυγομαλά, Γιώργκεν Ζύμπα, Παναγιώτης Καρα-γιώργος, Μαρία Κασσάνδρα, Κωνσταντίνος Λιακόπουλος, Ελένη Λουπάκη, Αλκίνοος Νικόλης, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Νικολέτα Παπακωνσταντίνου, Κατερίνα Παρνασσά, Νικόλας Πολυκανδριώ-της, Μαρίτα Σάκκουλα, Ερνέστο Σιγάλας, Μαγδαληνή Στεργίου.

Το σχέδιο για το λογότυπο του προγράμματος έκανε ο μαθητής Ιορδάνης Αλεξιάδης του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Γέρακα.

ΜΕΡΟΣ Α΄

12 «οι μαθητές γράφουν!»

Αθηνά Γιαννουκάκη

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 13

(με τον τρόπο της Κικής Δημουλά)

Παύλος ΖαχαρόπουλοςΜουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης

Διατίθεται απόγνωσιςελαφρώς μεταχειρισμένη

και λύσεις απελπισίαςσε τιμές συζητήσιμες.Αμεταχείριστα όνειρα

πωλούνταιλόγω ελλείψεως ελπίδας.

Και συμπεριφορέςτελείως απρόβλεπτες.

Τόπος: παντού.Χρόνος: περιορισμένος.

Κατερίνα Ζάκκα

1� «οι μαθητές γράφουν!»

Ειρήνη Βεντούρη

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�

Θανάσης Καλέμης, Χριστίνα Μπαρμπαράκου10ο Γυμνάσιο Αχαρνών

Στου παραλόγου τη σκηνήπαίζει η ανθρώπινη ζωήμε σκηνοθέτες σιωπηλούςλύπες, χαρές και στεναγμούς

Παρασυρόμαστε λοιπόν στη δίνη ανέμων και νερώνκι ισορροπούμε οι πολλοίσ’ αυτή τη ρόδα την τρελή

Σαν με ποδήλατο μικρότρέχουμε δρόμο πονηρόμάτια ανοιχτά, χέρια απλωτά,πόδια στην ορθοπεταλιά

Χιλιόμετρα από καρδιάφεύγουν κι αλλάζουνε γοργά…μαζί μας παίρνουν, μας κυλούν,μας παίζουν, μας ακροβατούν

Σαν φρένο που δε λειτουργείέρχεται κάποτε η στιγμή,που λάστιχο μεσοστρατίςκλείνει τον δρόμο της ζωής

Γι’ άλλους ο δρόμος σταματάκι όλα απομένουνε μισά…

1� «οι μαθητές γράφουν!»

Άλλοι σιωπούν, άλλοι ρωτούν,άλλοι γυρνούν και περπατούν…Κι εγώ διαλέγω να χωθώ σε μονοπάτι ονειρικό,να βρω μια μαγική αυλήκαι να πετάξω σαν πουλί

Να γίνω θάλασσα, ουρανός, μάγος ταχυδακτυλουργός,να χάνομαι, να ακροπατώ,μα τη ζωή μου να την ζω.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�

Γεωργία Μεθενίτη1ο Γυμνάσιο Καλυβίων

Παντού σκοτάδι, ονειρεύομαι...Έναν κόσμο μαγικό,

για κάποιους εξωπραγματικό.Ονειρεύομαι έναν ουρανό γαλάζιο,

Ένα τοπίο ανθισμένο,με ανθρώπους χαμογελαστούς.

Κι εγώ εκεί στη μέσηΝα τους κοιτώ ανέκφραστη

Λες κι έβλεπααυτό το μαύρο σύννεφο του μέλλοντος να ’ρχεται.Κοίταξα τα παιδιά που έπαιζαν με τα λουλούδια,

κοίταξα τους στρατιώτες να μαζεύουν τριαντάφυλλα,τις βόμβες να εξαφανίζονται σαν να ’ταν από καπνό.

Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου.Όλοι με διαπερνούσαν, αφού δε μ’ έβλεπαν,

δεν υπήρχα γι’αυτούς.Σ’αυτόν τον όμορφο κόσμο,εγώ ερχόμουν από αλλού.

Γι’ αυτό στο όνειρο, που διαμορφώνει ένα δικό του κόσμο,η ύλη από την οποία είμαστε πλασμένοι εξαφανίζεται

και μένει μόνο το καθαρό πνεύμα,που δημιουργεί τον κόσμο αυτό.

Εγώ ερχόμουν απ’ την καταστροφή,απ’ τη σκληρή πραγματικότητα .

Για μια στιγμή ήθελα να φωνάξω,αφού κανείς δε μ’άκουγε.

Δεν ήταν κραυγή πόνου, μίσους ή θυμούαλλά νοσταλγίας,

γιατί εγώ δεν μπορούσα να μαζέψω λουλούδια με τους στρατιώτεςπου το χαμόγελό τους έκανε αντίφαση με τα χακί ρούχα τους

1� «οι μαθητές γράφουν!»

Ειρήνη Αναργύρου

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�

και τα τεράστια όπλα τουςπου με είχαν καταντήσει έτσι.

Ήθελα ν’ αγκαλιάσω τα παιδιά που έπαιζαν στον αγρό,αλλά δεν μπορούσα.

Με σκλάβωναν οι αλυσίδες μου.Οι αλυσίδες της ψυχής μου, που μου έδειχναν

πως για το τέλος θα έφταιγα κι εγώ.Έφταιγα γιατί δεν αντέδρασα όταν έπρεπε.

Έφταιγα γιατί άφησα τα όνειρά μουνα καταστραφούν.

Δεν πραγματοποίησα τον στόχο μου.Έζησα στην απελπισία.

Κοίταξα γύρω μου για μια τελευταία φορά,ήθελα να φύγω,

γιατί οι ενοχές μου με σκότωναν.Γύρισαν όλοι και με χαιρέτησαν.

Άνοιξα τα μάτια μου.Όλα αυτά που είδα είχαν καταστραφεί.

Αυτό ήταν το μέλλον που έβλεπα.Εγώ ήμουν κάτω πεσμένη στο έδαφος,

Αναμαλλιασμένη και χτυπημένη.Γύρω μου ερείπια.

Σηκώθηκα.Δίπλα μου πετούσε μια πολύχρωμη πεταλούδα.

Θα ’χε χάσει το δρόμο της.Θα ’χε μπει λαθραία στην πραγματικότητα.Ένα δάκρυ κύλησε αργά στο πρόσωπό μου

κι έπεσε κάτω στο ξερό χώμα.Η γη άρχισε να τρέμει,

Ένα ανεξήγητο φαινόμενο.Το χώμα άρχισε να χάνεται

και ξεφύτρωνε ένα λουλούδι, μια μαργαρίτα,κι ομόρφυνε το τοπίο.

Ήταν σαν εμένα.Είχα μείνει μόνη μου,

Αλλά ήξερα πως μπορούσα να γυρίσωστον κόσμο της ελπίδας.

20 «οι μαθητές γράφουν!»

Παυλίνα Ξανθάκου Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης

Στην πλατεία της παλιάς μας γειτονιάςτώρα παίζουνε άλλοι, αντί για μας.

παιδιά μικρά, μεγάλα, άλλες παρέες,εκεί που παίζαν τα κορίτσια με τις πέρλες.

Εκεί που κάθε βράδυ μετράγαμε τα αστέρια,και τα κορίτσια το πρωί τάιζαν περιστέρια.

εκεί που η αγάπη δεν είχε όρια,εκεί που τώρα γέμισαν εστιατόρια.

Εκεί, στο μέρος αυτό που δεν αγάπησες,εκεί με μένα, που ποτέ δεν με συμπάθησες.

τώρα ο ένας μπροστά στον άλλον συναντιόμαστε,τώρα που εμείς πια δεν ακουγόμαστε.

Εκεί στο μέρος όπου πρωταγάπησα,εκεί στο μέρος οπού μεγάλωσα.

Εκεί που σχεδιάζαμε το μέλλον μας,εκεί που σκεφτόμασταν το τέλος μας.

εκεί που κάναμε οράματασαν να ’ταν ιερά συγγράμματα.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 21

Μαρία Κασσάνδρα

22 «οι μαθητές γράφουν!»

Ανθή Πρέπη3ο Γυμνάσιο Αχαρνών

Μαγεύτηκε η χιλιόμορφη απ’ τον ωραίο ΟρφέαΚι εκείνος επλανεύτηκε και ζήσανε μοιραίαΜα σχέδια αντίθετα είχε γι’ αυτούς η μοίραΟ θάνατος την ζήλεψε και έκοψε το νήμαΜερόνυχτα ακούγεται τώρα να παίζει λύραΠου μ’ έναν πένθιμο ρυθμό της λέει «πίσω γύρνα»

«Σήκω κορίτσι μου γλυκό, σήκω γλυκιά μου αγάπηΚαι έλα στην αγκάλη μου, ζέστη να νιώσεις πάλιΔεν μου μιλάς, δεν με κοιτάς κι ο ήλιος σκοτεινιάζειΜονάχη η καρδούλα μου τους χτύπους μετριάζει»

Αδύνατη η απάντηση στα λόγια τα μεγάλαΚαι δάκρυα από τα μάτια του πέφτανε στάλα στάλαΤο είπε μια, το είπε δυο, το είπε τρεις και τέρμαΑπό τον κόσμο χάθηκε και από ανθρώπου βλέμμα.

Μαρία Διαμαντοπούλου

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 23

Μάρω Χωριανοπούλου3ο Γυμνάσιο Αχαρνών

Άλλοι τον άκουσαν να μιλά για μορφές μες το σπασμένο γυαλί.Εγώ τον άκουσα να ουρλιάζει μες τη νύχτα. Να με καλεί βουβά, με άδεια ψυχή, με τη θάλασσα να καθρεφτίζεται στα μάτια του κι εγώ... Εγώ να δακρύζω, αλμυρό νερό... Του φώναξα..., δεν απάντησε..., με αγνόησε..., προχώρησε..., έφυγε..., χάθηκε... σε μια σκοτεινή πτυχή του καθρέφτη. Κι ο καθρέφτης έσπασε... σπάζοντας... Δεν τέλειωσε εδώ... Απ’ τις ρωγμές έτρεχε πια καθαρό νερό... Το νερό της ψυχής του... Το μάζεψα σαν αγιασμό... Τότε, φως με έλουσε και μια ακτίνα του ήλιου διαπέρασε τον καθρέφτη, διαπέρασε την καρδιά του, τη δικιά μου, διαπέρασε τη λογική, το συναίσθημα, έφτασε στο κενό. Και τότε και μόνο τότε τον είδα... τον είδα να χαμογελά, να ανυψώνεται... Με το ανοιγόκλειμα τον βλεφάρων μου τον έχασα, τον ξέχασα.. Κι όμως ο καθρέφτης πάντα αναδεικνύει μια σπασμένη μορφή, ένα σπασμένο χαμόγελο που τον θυμίζει... Ίσως, οι κρυστάλλινοι δρόμοι φωτιστούν ξανά. Ίσως, μια φωνή μου θυμίσει τον ήχο της φωνής του...

2� «οι μαθητές γράφουν!»

Δέσποινα Φιλιά

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 2�

Σταμάτης Αλευράς

Ίσως... ίσως δεν ξέχασε... Μια σιωπηλή, θολή φιγούρα διασχίζει τον καθρέφτη, σαν πριν από χρόνια να έβρεξε στην ψυχή του, σαν να άκουσε τους διάφανους κρυστάλλους να τον καλούν, καμπάνες, έξω απ’ τον καθρέφτη, στην ελευθερία... Όμως, η σιωπή λείπει απ’ την καρδιά του... δεν μπορεί να ακούσει τον απαλό χτύπο της τύχης, της καρδιάς, της ελευθερίας... Η αυλαία έπεσε κι ο σπασμένος καθρέφτης ξεχάστηκε σε μια σκοτεινή, απαστράπτουσα αποθήκη... Της καρδιάς;... Η λάμψη δεν θα σβήσει ποτέ... Το ανέσπερο φως θα ανατέλλει ξανά.

Με αφορμή τους στίχους του Γ. Σεφέρη: «Άλλοι τον άκουσαν να μιλά μοναχό καθώς περνούσε/ Για σπασμένους καθρέφτες πριν από χρόνια/ Για σπασμένες μορφές μέσα στους καθρέφτες» στο ποίημά του «Αφήγηση».

2� «οι μαθητές γράφουν!»

Αννίτα Αδάμη

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 2�

Όλια Ανγκέλοβα 1ο Λύκειο Νέας Μάκρης

Τύμπανα χτυπούν.

Ο ρυθμός σου δίνει το βήμα να ξεκινήσεις. Αυτός περπατάει, σιγά σιγά δίνει το πρώτο βήμα.

Βρέχει και το νερό σε φέρνει ακόμα πιο κοντά. Καρδιά με καρδιά.

Αστέρι εγώ, φεγγάρι αυτός. Μαθαίνουμε τη γλώσσα που μιλάμε μόνο εμείς.

Στην άμμο δυο πένες. Μου μαθαίνει να τις χρησιμοποιώ και εγώ.

Τώρα ταξιδεύει στο λαιμό μου. Παραλία απέραντη, περπατώ.

Τα αποτυπώματά μου χάρτης για την αλήθεια του χορού.

2� «οι μαθητές γράφουν!»

Κυριακή Ατματζίδου6ο Λύκειο Αχαρνών

Τ’ άφησες όλα πίσω σου.Ό,τι είχες χτίσει στο ξένο χώμα, τη ζωή σου την ίδια.

Τ’ άφησες.Πήρες μαζί την οικογένεια,

το ταλαίπωρο κορμί σου και το κομπολόι σου…Αυτό που σε συνόδευε στα κακά και στα καλά,

αυτό που ήξερε αυτά που νιώθεις, αυτά που σκέφτεσαι…Αυτά που ελπίζεις.

Φορτώθηκες τη μοίρα σου και πήγες να συναντήσεις την Πατρίδα…Πίστεψες! Πίστεψες σε ένα καλύτερο αύριο,

ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά σου.Τώρα πια δεν θα ’σουν ξένος!Θα ’σουν εκεί όπου ανήκεις.

Το συναίσθημα βαρύ, τα λόγια περιττά, οι σκέψεις αμέτρητες, οι πράξεις για το ξεκίνημα μετρημένες.

Το κομπολόι πάντα εκεί.Αυτό και το παγκάκι του σταθμού που σε καλωσορίζει,

δίπλα σου στην πρώτη ανάσα.Μια ανάσα την οποία θα έπαιρνες χωρίς να είσαι πρόσφυγας.

Μια ανάσα που θα γέμιζε τα πνευμόνια σου οξυγόνο Πατρίδας.

Όμως… το κομπολόι μένει ακίνητο τυλιγμένο στα δάχτυλά σου,ο ήχος της νευρικότητας και του άγχους σταματούν.

Το παγκάκι του σταθμού κρατά ακόμη το κορμί, στο οποίο η πρώτη ανάσα λευτεριάς τελευταία γίνεται ζωής.

Αναπαύσου εν ειρήνη «πρόσφυγα».Η Πατρίδα θα φροντίσει τα παιδιά.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 2�

Δημήτρης Βόβλας

30 «οι μαθητές γράφουν!»

Νικολέττα Τσενικλίδου

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 31

Ρένια ΒασιλάκηΛύκειο Εκπαιδευτήρια Γείτονα

Έτσι κάπως ξεκίνησε μικρή χιλιόκαλη και καμωμένη

στης μοίρας τα σημάδια

Νυχθημερόν εγώ κοιτούσα να περνά από μπροστά μου,

κλεισμένος σε μια γυάλα σκοτεινή αναπολούσα τις φωτεινές ελπίδες του παρελθόντος

Θεατής ορθά στεκούμενος μυριοχτυπημένος από τη βροχή

άκουγα τα βελάσματα της αλλά δεν απαντούσα...

Και τα χρυσόψαρα στη γυάλα κολυμπούσαν σιωπηλά

περιφρονώντας τη δική μου, τη μικρή απατηλή μου παρουσία

Ώσπου η μέρα εκείνη έφτασε και ο πάτος δεν με άντεξε

και ξάφνου βρέθηκα μες τα καμώματά μου τα μεγάλα τα ειρωνικά

Ήξερα ότι μόνα σίγουρα γεγονότα είναι η ΓΕΝΝΗΣΗ

και ο ΘΑΝΑΤΟΣ.

Δε στενοχωρήθηκα όμως διόλου.

32 «οι μαθητές γράφουν!»

Γεωργία-Κυριακή Ζαφείρη7ο Λύκειο Αχαρνών

Σκυμμένος πήγαινε, ο γέρο Χρόνοςκοιτούσε πίσω του, κι έβλεπε μπροςτη Γαία έβλεπε, τον γέρο-Κρόνο,που τα παιδιά της έτρωγε αυτός.Κοιτούσε κι έβλεπε, την αγωνία της μάνας έβλεπε και την οργήπου κι αν υπόμενε, με καρτερίακρυφά προστάτευε τη νέα ζωή.

Γυρνούσε, κοίταζε την Ασπασίαγυνή περίτρανη του Περικλή,που σπίτι κράταγε, με μαεστρία,κρυφός του δάσκαλος και οδηγητής.Δεν επροσπέρασε την Πηνελόπηπιστή βασίλισσα, μάνα πιστή,Οδυσσέα, Τηλέμαχο τιμούσε χρόνια,μνηστήρες έδιωχνε με υπομονή.

Είδε Σουλιώτισσες να πολεμάνεπλάι στον άνδρα τους, δόξα-τιμή,και Ηπειρώτισσες ανδρειωμένεςσεμνά που διέσχιζαν κάθε κορφή.Είδε υποζύγιο να κουβαλάει, τον άρχοντα άνδρα-εκμεταλλευτή,κι η γυναίκα του ν’ακολουθάεισαν υποζύγιο πεζή-σκυφτή.

Είδε τη μάνα του, πώς συγυρίζεικάνει μαγείρεμα, πλένει σκουτιάπαιδιά μεγάλωνε μα και γνωρίζειστη γη να μάχεται καρτερικά.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 33

Όλα τα έκανε, και για τον άνδρα,μητέρα, σύζυγος και αδερφήμα μήτε χάρηκε, μήτε και είδε δόξα, αναγνώριση μα και τιμή.

Ο χρόνος γύρισε και κουρασμένοςκάπου ξαπόστασε να κοιμηθείκαι ονειρεύτηκε πως επιτέλους,δόξα σεβάσμια είχε η γυνήκαι εκ του θαύματος, μέσα από αίμακαι πάλη αλλόκοτη μα και δεινή,η Εύα έπαψε, άλλο να φταίεικι έγινε σύντροφος ξανά σωστή.Τιμή της δόθηκε, και εργασίακαι η ισότητα, η ακριβήπαλεύει αγέρωχα πλάι στον άνδρανα κατακτήσουνε κοινή ζωή.Σπίτι να φτιάξουνε, μα και καριέρα,παιδάκια όμορφα και ευτυχή να πάει η Ελλάδα μας λίγο πιο πέρα

να κατακτήσουμε κάθε κορφή.

Εμμα

νουέ

λα Δ

ημητ

ρέση

3� «οι μαθητές γράφουν!»

Ευσταθία ΛαγιόκαπαΛύκειο Καπανδριτίου

Ποιος τραγικός, ποιος κωμικός, ποιος ποιητής;Ποιος Πλάτωνας, ποιος Σοφοκλής να μας ανιστορήσει;Και η Καλλιόπη να δοθεί στο όνειρο μιας επικήςτο δέος μας απ’ τη χαμένη μας ζωή να σβήσει.Σαν Έλληνας από παλιά να έρθει να δει τη δύσηκαι σαν ανοίξει το κουτί δυο ξεχασμένων πούρων,μία μπαλάντα θα μας πει πριν η ψυχή τα σβήσειγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

Ποια Μελπομένη, ποια Θάλεια, ποιος γητευτήςτης Μελπομένης κόρες να εμπνεύσουν μες στη ζήση;Και η Ερατώ να τραγουδά το παρελθόν μιας λυρικής για την Κλειώ που έγινε το κέντρο μες στα μίση.Κι αν θάλασσα πικρής ζωής το μαύρο μονοπάτι σβήσει, ανάλγητη θα πω σε μια παρέα Μουσών, μια μπαλάντα αληθινή στην παγωμένη κρίσηγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

Ποιος κίτρινος τύπος μιας Κυριακήςκάτι θα πει, κάτι να εξασφαλίσει.Και οι διαδηλώσεις μιας πολιτείας κυνικήςπερήφανα το κάλεσμα από ψηλά να ρίξει.Και εννιά γραμμές με μια ψυχή να ξαναζωγραφίσει.Σαν ουρανό με σύννεφα στα χέρια δύο Κούρων,που μια μπαλάντα τραγουδούν με φόβο για την πτήσηγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 3�

Ποιος Ελύτης, ποιος Χριστιανός, γίνηκε πειρατής;Ποιο ποίημα ποιον Θεό να ανυμνήσει;Το έθνος και η ψυχή που έχει ο κριτήςμέσα στο χάος να σταυρωθεί σαν λανθασμένη λύση.Και όταν το πνεύμα θα χαθεί μαζί και όλη η κτίση,από τον Άδη θα φανεί μία ευωδία μούρων, απ’ την μπαλάντα που θα πει μέχρι η γης να τρίξειγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

Ποια δημοκρατία και ποια ιστορία παντοτινήςψυχής μες στη σκλαβιά τη λευτεριά να κρύψει;Και απ’ την ντροπή το μεγαλείο να φανεί, σαν πωλητήςτης λησμονιάς τα ήθη να πουλήσει.Μαρμαρωμένου βασιλιά τα όνειρα να χτίσει.Και την ανάπτυξη να βρει στο βάθος δυο μπαούλων.Με μια μπαλάντα μυστική ελπίδα να μυρίσειγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

Το κουφάρι μιας γυναίκας γυμνήςέδεσμα για μια φωλιά ιεροδούλων.Αντίσταση με μια μπαλάντα ανοχήςγια τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων.

Αλκί

νοος

Νικ

όλης

3� «οι μαθητές γράφουν!»

Κώστας Σακκάς2ο Λύκειο Μαρκοπούλου

Τα χέρια μου δεν μπορούν να κουνηθούν μπρος ή πίσω, μόνο αριστερά και δεξιά

και αυτό με όριο. Μπροστά μου, γύρω μου, πάντα ένα γυάλινο πλαίσιο που με εμποδίζει να εκφραστώ, να μιλήσω, να τρέξω.

Εξαρτώμαι από το ρεύμα, από τον ήχο, απ’ την κάρτα μου για το πόσο όμορφος και καθαρός θα φαίνομαι.

Με καθοδηγούν, με διατάσσουν, με κάνουν ό, τι εκείνοι θέλουν.

Ποτέ δεν είχα προσωπική γνώμη. Ποτέ δεν μπορούσα να κάνω αυτό που πραγματικά ήθελα.

Όλοι με κοιτούν περίεργα από ‘κει έξω. Δεν τους βλέπω, αλλά τους αισθάνομαι.

Πρέπει να σπάσω αυτό το τζάμι, πρέπει να βγω από εδώ μέσα

μα πάντα κάτι με κρατάει, με κρατάνε πολλά εικονικά χέρια με απίστευτη δύναμη.

Ελευθερία! Κάτι που ποτέ δεν θα νιώσω.

Ανία! Κάτι που νιώθω καθημερινά.

Ααα... Συγγνώμη. Ξέχασα να συστηθώ...

Ήρωας... Ήρωας του μυαλού μου, ήρωας εικονικός.

Μα πάντα κάποιος ιός θα έρθει να με ψυχαγωγήσει. Ιός... χμμ...

Ίσως έτσι τον βλέπουν οι γονείς μου.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 3�

Αθηνά Γιαννουκάκη

3� «οι μαθητές γράφουν!»

Νικολέττα Τσενικλίδου

ΜΕΡΟΣ Β΄

Μάρκος ΒαρελάςΜουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης

Ο διευθυντής βγήκε από το γραφείο του με γρήγορα βήματα. Συνέχισε προς την εξώπορτα. Έπιασε το πόμολο της πόρτας, κοντοστάθηκε για λίγο, γύρισε το βλέμμα του πίσω και κάρφωσε την άκρη του ματιού του στον νεαρό Άβερελ, ο οποίος καθόταν στο τελευταίο γραφείο στην άκρη της αίθουσας. Τον πλησίασε επιφυλακτικά, προσπαθώντας να καταλάβει τι έκανε. Υστερα τον έπιασε από τον ώμο και του είπε: «Θα ξέρεις αγόρι μου, πως έχουμε κλείσει». Ο Άβερελ τον άκουσε χωρίς να πάρει τα μάτια του από τα χαρτιά που κρατούσε. Μετά από λίγο γύρισε το κεφάλι του και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Έδειξε έκπληκτος όταν συνειδητοποίησε ότι ο ήλιος είχε μετακινηθεί από τη θέση στην οποία βρισκότανε πριν λίγο, σαν να μην είχε καταλάβει πως πέρασε η ώρα, και τώρα δεν του άρεσε καθόλου το σκοτάδι που επικρατούσε έξω. Κοίταξε πιο μακριά και είδε τα θολά φώτα της πόλης να μισοφέγγουν στο κομμάτι ουρανού που ήταν από πάνω της. Γύρισε στο αφεντικό του και του είπε «Μην ανησυχείτε, έχω να κάνω λίγη δουλειά ακόμα αλλά εσείς μπορείτε να φύγετε, θα κλειδώσω εγώ». Ο διευθυντής το σκέφτηκε λίγο, δεν του άρεσε να βασίζεται στον Άβερελ, αλλά ήταν πολύ τεμπέλης για να καθίσει κι άλλο στο κτήριο. Του πέταξε τα κλειδιά και, «στηρίζομαι σε σένα Άβερελ», φώναξε. Ο Άβερελ έκανε ένα αδιάφορο νεύμα με το κεφάλι του ότι τα έχει όλα υπό έλεγχο καθώς ο διευθυντής έκλεισε με βρόντο την πόρτα πίσω του και έσβησε τα φώτα.

Μόνο το φως στο γραφείο του φώτιζε το τεράστιο κτίριο και τη γύρω περιοχή, καθώς φώτα εκεί γύρω δεν υπήρχαν. Άκουσε τη μαύρη μερσέντες του αφεντικού να φεύγει, σηκώθηκε από το κάθισμα για να την δει, αλλά δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς το μαύρο μες στο σκοτάδι. Τίποτε δεν έβλεπες στη μικρή εκείνη γειτονιά. Το μόνο που μπορούσες να διακρίνεις ήταν μια σκιά, μια σκιά χωρίς πρόσωπο. Και όταν το λιγοστό φως από το γραφείο του Άβερελ χτύπησε τη σκιά, εκείνη

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

μάκρυνε και τραβήχτηκε αμέσως προς τα πίσω, στο πυκνό σκοτάδι όπου ταίριαζε καλύτερα. Ο Άβερελ σαν να την είδε για λίγο, αλλά δεν έδωσε σημασία. Τότε με έναν δυνατό θόρυβο άνοιξε η πόρτα του διαδρόμου. Ο Άβερελ τινάχτηκε στον αέρα με την καρδιά του να χτυπά ασταμάτητα. Αλλά κανέναν δεν είδε να μπαίνει από την πόρτα. Μόνο σκοτάδι σκόρπισε στον χώρο και σκιές ξεχύθηκαν αθόρυβα στο δωμάτιο. Σκιές από τραπέζια, από έπιπλα, από φωτιστικά και κάτι που κινήθηκε αθόρυβα προς το μέρος του. Ο Άβερελ σα να ονειρευόταν, έκανε πίσω και μες στον τρόμο του, του φάνηκε ότι αυτό είχε ανθρώπινο σχήμα. Του φάνηκε σαν ένας άντρας δυο μέτρα ψηλός με μαύρα ρούχα. Ο άντρας καθόταν ακίνητος και ήρεμος στη μέση του δωματίου και τον παρακολουθούσε. Τον ενοχλούσε τον

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

Νικόλας Πολυκανδριώτης

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

Άβερελ που δεν μπορούσε να δει το πρόσωπο του άντρα, οπότε με επιφύλαξη και τα πόδια του να τρέμουν, τον πλησίασε. Εκείνος σαν σκιά πάλι γλίστρησε προς τα μπροστά και στο αδύναμο φως της λάμπας του γραφείου, ο Άβερελ διέκρινε μια λεπτή φιγούρα χωρίς πρόσωπο. Στεκόταν ακίνητος. Ο Άβερελ είχε επίσης κοκαλώσει. Πρόσεξε όμως ότι μια μάσκα σκέπαζε το πρόσωπο του, οπότε δεν ήτανε κάτι το φανταστικό, αλλά ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος με κατάλευκο δέρμα. Τα φώτα έσβησαν, ο άντρας βυθίστηκε στις σκιές και ο Άβερελ σωριάστηκε στο πάτωμα.

Τώρα καθόταν εκεί με τη μάσκα να του κρύβει τα μάτια. Ήταν μπερδεμένος. Δεν έβλεπε μπροστά του και κατέβαλε ανώφελες προσπάθειες να σηκωθεί όρθιος. Ήταν ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι με μια μαύρη μάσκα στο πρόσωπο να του κρύβει το φως και την αλήθεια. Αποφάσισε να δει τα πράγματα καθαρότερα. Άφησε το μα-χαίρι που κρατούσε από χθες το βράδυ και έπιασε και με τα δυο του χέρια τη μάσκα. Έβαλε δύναμη, σωματική και ψυχική, και ξεκόλλησε τη μάσκα από το πρόσωπο του. Ένα ξαφνικό φως του τύφλωσε για πρώτη φορά τα μάτια και κατάλαβε πως είχε ξημερώσει. Ένιωσε δια- φορετικά, και σαν ένα βάρος να έφυγε από τις πλάτες του. Πέταξε τη μάσκα σε μια σκοτεινή γωνιά του δωματίου μην ξέροντας πόσο θα άντεχε με αυτή την πλευρά του εαυτού του. Ήξερε πως είχε από δυο ζωές να επιλέξει .

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

Λήδα ΚαλιπολίτηΚαλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα

Είσαι ο Ορέστης. Είσαι ανήλικος. Και φυλακισμένος. Έχεις ένα μεγαλύτερο αδερφό, τον Δημήτρη. Αυτός έχει μια κοπέλα, τη Γωγώ. Μάλλον -καλύτερα- είχε. Την σκότωσες. Όταν ο δικαστής σε ρώτη-σε «Γιατί;» του απάντησες «με εκνεύριζε». Είσαι εγκληματίας. Ή και όχι. Λες πως δε μετανιώνεις. Τιμωρείσαι για μια πράξη που δεν έκα-νες, κι όμως! Κι όμως το αίμα της λέρωσε τα χέρια σου. Πάλευες μά-λιστα μέρες να καθαρίσεις τα νύχια σου απο τα υπολείμματα. Αυτή, ρε, σου τ’ άφησε για ενθύμιο κι εσύ προσπαθείς να τα ξεφορτωθείς; Αχάριστε!

Τόπος κατοικίας: Κατάστημα Κράτησης Νέων, Αυλώνα, προ-σωρινά. Γιατί; Επειδή δεν είχαν θέση στον Κορυδαλλό, οπότε ανα-γκάστηκαν να σε βολέψουν εκεί. Έχεις τη βαρύτερη κατηγορία από όλους τους κρατούμενους. Περπατάς με το κεφάλι σκυφτό και αντί να σε φοβούνται, σε χλευάζουν. Τέτοια η κατάντια σου. Κι όσοι σου λένε «καλημέρα». Πρόσεξε! Δεν είναι φίλοι σου. Είναι απλώς ανα-γκαστικοί συγκάτοικοι. Και τα σχόλια που κάνουν για τη φάτσα σου δεν είναι αστεία, τα εννοούν. Ναι, ο κόσμος είναι κακός, αλλά σ’ αυτό έχεις συμβάλλει κι εσύ. Οπότε μη γκρινιάζεις. Εσύ φταις για τα χάλια σου, εσύ φταις για τα χάλια ολωνών. Βαριά κατηγορία, το ξέρω. Ίσως με αυτή σε χώσουν ισόβια και γλιτώσει η κοινωνία. Ένα σκουπίδι λιγότερο.

Μην αναρωτιέσαι πού βρήκα το θάρρος να σου μιλήσω με αυ-τόν τον τρόπο. Έτσι πιστεύω πως σου αξίζει. Αστείο, ε; Ο καθένας να φέρεται με τον τρόπο που θεωρεί αυτός σωστό, αδιαφορώντας αν ισχύει το ίδιο και για τον διπλανό του. Κι εσύ, όμως, το ίδιο ακριβώς έκανες, δε νομίζεις; Ισχυρίζεσαι πως ήταν το σωστό, όμως κάθε φορά που είσαι στο μπάνιο, τρίβεις με μανία το σώμα σου. Μα έχουν περάσει επτά μήνες, τι προσπαθείς να ξεπλύνεις; Ίσως τώρα να συνειδητοποίησες πως η κάθε πράξη έχει και συνέπειες,

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Νικολέτα Παπακωνσταντίνου

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

έτσι δεν είναι; Τώρα κατάλαβες ότι τα θέλω σου δε συναντούν πάντα τα θέλω του άλλου. Αργά, αγοράκι μου, πολύ αργά. Τώρα είσαι ήδη πίσω από τα κάγκελα.

Αν και τελικά, τρόπος του λέγειν, τα κάγκελα. Εντάξει, έχει μερικά, αλλά η φυλακή σίγουρα δε μοιάζει με αυτή στα καρτούν που έβλεπες μικρός. Το κελί σου είναι δεκατέσσερα τετραγωνικά. Οι συγκρατούμενοί σου, που έμεναν όλοι εκεί πριν από σένα, το έχουν διακοσμήσει με υφάσματα, σημαίες ομάδων και αφίσες κάθε είδους. Οι κουκέτες είναι μοιρασμένες στις άκρες και στο κέ-ντρο έχετε ένα κόκκινο χαλί με λευκές ρίγες. Ένα δωμάτιο για έξι άτομα. Οι δύο από αυτούς -οι παλιότεροι- μαλώνουν για την αρχη-γία του κελιού. Κάθε κελί έχει τον αρχηγό του. Οι υπόλοιποι τους φοβάστε. Είναι περίεργο που έξω δε σε τρόμαζε τίποτα και εδώ μέσα φοβάσαι μέχρι και τη σκιά σου. Η γάτα έγινε ποντίκι και η αξιοπρέπεια πήγε περίπατο. Τελοσπάντων, πίσω στο θέμα μας. Στο δωμάτιο δεν πατάς και πολύ. Μέχρι να δύσει ο ήλιος, περιφέρεσαι στο προαύλιο, όπως όλοι, που μπορεί να είναι όλοι, αλλά ποτέ δεν είναι μαζί. Συνήθως γυμνάζεσαι. Μα έχετε μια εμμονή οι περισσό-τεροι εκεί μέσα να γυμνάζεστε και κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί. Μάλλον οι λόγοι είναι περισσότεροι από ένας. Άλλοι, γιατί τρέμουν τους δυνατούς και θέλουν να φαίνονται σκληροί, άλλοι γιατί ήταν ήδη αθλητές και δε θέλουν να χάσουν τη φόρμα τους και άλλοι γιατί απλώς δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν. Εσύ ανή-κεις στην πρώτη κατηγορία. Αναμενόμενο; Έχω αρχίσει να γίνομαι προβλέψιμος.

Με το ηλιοβασίλεμα σας φωνάζουν να μαζευτείτε. Κατευθύνε-σαι προς το κελί σου, ανοίγεις την πόρτα, μπαίνεις μέσα. Ξαπλώ-νεις στο κρεβάτι σου και βλέπεις τον ίδιο εφιάλτη. Ή την ίδια πραγ-ματικότητα. Ήσαστε στη Νέα Φιλαδέλφεια, λεωφόρο Δεκελείας. Δεν κρατούσες τίποτα στα χέρια σου, δεν είχες τίποτα στις τσέπες σου, βρισκόσαστε στην κορυφή της πολυκατοικίας που έμενε κι, όμως, δεν την έσπρωξες. Πίστευε πως την πλησίασες για να την σταματήσεις. Μα, τι ανόητη! Αντιθέτως εσύ πήρες με το χέρι σου το κεφάλι της και το χτύπησες δυνατά στο τσιμέντο. Τόσο δυνατά που ράγισε και το αίμα κύλησε έξω. Δεν άντεχες την ηλιθιότητά

�� «οι μαθητές γράφουν!»

της, δεν άντεχες την αχαριστία του κόσμου, τους ενοχλητικούς αν-θρώπους που αντιμετώπιζες καθημερινά. Σου προκαλούσαν αηδία. Και κατάφερες να ξεφορτωθείς έναν από αυτούς. Έξυπνη κίνηση. Στιγμιαία ανακουφίστηκες, έφυγε ένα βάρος από πάνω σου. Αλλά είχες ξεχάσει το πλήθος που είχε μαζευτεί από κάτω. Μόλις αντί-κρισες την αστυνομία, είδες τα μπλε και κόκκινα φώτα, άκουσες τις σειρήνες που βούιζαν στα αυτιά σου και κατάλαβες πως ήσουν ήδη καταδικασμένος. Δεν άντεξες και θέλησες κι εσύ να πηδήξεις, κι ας ήταν ό,τι μέχρι τώρα κορόιδευες. Και το έκανες και αγαλλίασε η ψυχή σου και αισθάνθηκες ελεύθερος. Αλλά η πτώση στο δίχτυ της Πυροσβεστικής, που είχαν ετοιμάσει ήδη για την κοπέλα, σου έκοψε τα φτερά και σε ανάγκασε να ζεις με αυτή την ανάμνηση για όλη σου τη ζωή.

Ξυπνάς ιδρωμένος. Δεν ξέρεις αν τελικά μετανιώνεις ή όχι. Δεν είσαι σίγουρος. Δεν τείνεις προς καμία κατεύθυνση. Λες «θα το συνηθίσω» και ξαναπέφτεις. Θυμάσαι τον Δημήτρη. Δεν ήσουν σωστός, φίλε μου. Τον πλήγωσες. Ένα άτομο έχασε τη ζωή του. Εσύ έχασες αυτόν από τη δική σου. Και αυτός έχασε και τους δυο σας. Ποιος είναι ο πιο χαμένος; Εσύ. Γιατί εσύ κουβαλάς τη δυστυχία του στην πλάτη σου. Ίσως να είναι ο μόνος λόγος που, αν γύριζες το χρόνο πίσω, θα το ξανασκεφτόσουν. Αλλά εκείνη τη στιγμή υπο-λόγιζες μόνο την πάρτη σου. Ο εγωισμός σου φταίει για την τωρινή σου θέση. «Μα, ήταν για το καλό του!» Αλήθεια; Το πιστεύεις;

Δεν κοιμήθηκες όλο το βράδυ. Πώς να κοιμηθείς έτσι που σε έκανε η σκέψη σου; Σηκώνεσαι και επιστρέφεις στην τωρινή καθη-μερινότητά σου. Πας στο υποτιθέμενο σχολείο. Οι περισσότεροι προσπαθούν να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Εσένα πάντα σου άρεσαν τα μαθηματικά. Σου άρεσε να βάζεις το μυαλό σου σε μια διαδικασία, σου άρεσε να σκέφτεσαι. Τώρα το σιχαίνεσαι. Δεν προ-σέχεις. Αμέσως μετά το μάθημα πας στη θεατρική ομάδα για πρώ-τη φορά. Ο Τάσος που κοιμάται στο απέναντι κρεβάτι σου το είχε προτείνει καιρό τώρα, βλέποντάς σε να βασανίζεσαι κάθε βράδυ. Είπε πως θα σε βοηθήσει. Ήσουν επιφυλακτικός, αλλα τώρα δεν έχεις άλλη επιλογή. Δεν έχεις τίποτα άλλο να χάσεις από το μυαλό σου. Η υπεύθυνη σε καλημερίζει. Γνωρίζεσαι με πολλά άτομα που

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

μέχρι τώρα δε σου είχε δοθεί η ευκαιρία. Βλέπεις πόσο διαφορετι-κά είναι τα πράγματα εκεί από ό,τι στους υπόλοιπους χώρους της φυλακής. Κάποιος ενδιαφέρεται επιτέλους για εσένα. Σε ρωτάνε τι νιώθεις.

Νιώθεις τόσο έντονα την ανάγκη να τον δεις! Ποιον; Μα τον αδερφό σου φυσικά! Τόσοι μήνες, καμία επαφή, και ξαφνικά, τι; Τι είναι αυτό που σε πνίγει, Ορέστη; Κλείσε τα μάτια σου και φαντά-σου τον μπροστά σου. Τι σου λέει; «Γιατί;» Για πολλούς λόγους. «Ήταν κάτι που δεν ήξερα;» Ότι ήταν αχάριστη, αυτό δεν ήξερε. Ότι ήθελε να πεθάνει. Ο Δημήτρης νόμιζε πως την βοηθούσε να πολεμήσει την ανορεξία, ενώ αυτή ήθελε να έχει. Οτι πίσω από την πλάτη του έβγαζε επίτηδες ό,τι έτρωγε. Άλλοι δεν έχουν φαΐ στο τραπέζι τους κι αυτή είχε το θράσος να το πετάει. «Δεν είναι έτσι, δεν είναι αλήθεια». Κι όμως είναι. Κι ο Δημήτρης έπρεπε κάποια στιγμή να το αντιμετωπίσει. Ήταν τόσο αχάριστη, που ενώ υπάρ-χουν άνθρωποι που παλεύουν, όχι για στέγη ή τροφή, αλλά για την ίδια τους τη ζωή, εκείνη ήθελε να καταστρέψει έτσι το καλύτερο δώρο που θα μπορούσαν να της προσφέρουν. «Δεν σκέφτηκε καν πως έτσι θα πλήγωνε εσένα. Αυτό το αναλογίστηκες ποτέ;» Μέσα σε δευτερόλεπτα το μίσος είχε πλημμυρίσει το είναι σου. Δεν το είχε σκεφτεί ποτέ έτσι ο Δημήτρης, όχι. «Πάντα όμως υπήρχε η ελ-πίδα να αλλάξει!», θα σου έλεγε. «Θα πηδούσε», θα του απαντού-σες. «Θα την έπιαναν».

Κι όμως είσαι τόσο σίγουρος πλέον για τον εαυτό σου. «Αν δε σεβόταν τη ζωή της, δε θα σεβόταν ποτέ εσένα Δημήτρη», θα ΄λεγες και θα ξανάλεγες μέχρι να σε πιστέψει. Καταλαβαίνεις τώρα; Κατα-λαβαίνεις τον χαρακτήρα σου; Αυτός είναι και δεν αλλάζει. Όποια πορεία και να πάρουν τα γεγονότα. Σε θέλω σταθερό. Είσαι έτοιμος; Το ελπίζω.

Σκηνή πρώτη, λήψη πρώτη. Πάμε!

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Σεμέλη ΜητροπούλουΜουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης

Είμαι πολύ χαρούμενος. Σήμερα είναι η τυχερή μου μέρα! Βρήκα επιτέλους τη σέλα για το ποδήλατό μου. Όταν πάω σπίτι θα το συναρμολογήσω και όλοι θα το θαυμάζουν. Πριν από ένα μήνα βρήκα τον σκελετό και μερικές μέρες αργότερα το τιμόνι. Τα λάστιχα μου τα χάρισε ο ξάδελφός μου. Θα το δουν τα κορί-τσια και θα με προσέξουν και θα ζηλεύουνε τα άλλα αγόρια όταν αυτές θα μαζεύονται γύρω μου.

Με λένε Γκόγκο και είμαι δεκατριών χρονών. Είμαι μικρόσωμος αλλά δυνατός, σηκώνω τα πάντα. Είμαι αρκετά παρατηρητικός. Τίποτα που γυαλίζει στη νύχτα δε μου ξεφεύγει. Έτσι όπως είμαι αδύνατος, είμαι κι ευλύγιστος, σαν τις γάτες που πηδάνε στους κά-δους. Αφού τα ’χω όλα αυτά, είμαι ο καλύτερος βοηθός του μπα-μπά και με παίρνει στη δουλειά εδώ και δυο χρόνια. Σαρώνουμε όλους τους δρόμους. Μ’ αρέσει να περιπλανιέμαι, όμως η πόλη μου φαίνεται σαν τρελοκομείο. Κάτι σ’ αυτήν με κάνει να νιώθω φτωχός και λυπημένος. Αλλά σήμερα είμαι χαρούμενος, θα φτιάξω το ποδήλατό μου!

Κάποτε πήγαινα σχολείο. Τίποτα δεν είναι. Τουλάχιστον για μένα. Δε μ’ αρέσει να βλέπω τα παιδιά που πάνε σχολείο. Δε με νοιάζει η ζωή τους, δε την θέλω. Θέλω τη δική μου ζωή να ζήσω. Να μεγαλώ-σω, να έχω οικογένεια, να πηγαίνω ταξίδια παντού, να γυρίσω τον κόσμο. Να έχω λεφτά για να τα δίνω στους δικούς μου. Όπως τώρα, που θα φτιάξω το ποδήλατο. Θα το δίνω ένα κέρμα δυο γύρους στον μαχαλά, και τα χρήματα θα τα δίνω στον μπαμπά και θα τον κάνω χαρούμενο.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Κλαύδια Αντραλή

Μέσα στην πόλη για σας είμαστε αόρατοι. Δε μας προσέχετε γιατί μαζεύουμε τα άχρηστά σας. Αλλά εμείς ό,τι χρειαζόμαστε το βρίσκουμε εκεί. Γυρνάμε όλη την πόλη. Εγώ κουράζομαι, αλλά ντρέπομαι να γυρίσω με άδεια χέρια. Μέχρι να μεγαλώσω αυτό θα κάνω, θα μαζεύω όλα τα μέταλλα και τ’ αλουμίνια ώσπου να καθαρίσει η πόλη.

Θέλω να γίνω πλούσιος και να χτίσω ένα μεγάλο σπίτι, διώροφο για όλα μου τ’ αδέλφια και τους γονείς μας. Εκεί, σ’ αυτό το σπίτι θα βάλω κι όλα τα ζώα που γυρνούν στους δρόμους σαν εμένα. Θα έχω και μια φεράρι. Είναι ωραία γιατί είναι γρήγορη και δυνατή, σαν αυτή του μαντρά.

Μ’ αρέσει να μιλώ με τα περιστέρια. Είναι σαν αδέλφια μου, εί-ναι ελεύθερα και περιπλανιούνται στην πόλη όλη μέρα. Μόνο που εκείνα πετούν. Κι εγώ θα πετάξω μια μέρα. Μ’ αυτά τα τεράστια αεροπλάνα θα δω την πόλη από ψηλά.

Βράδιασε κι εγώ ακόμα έξω. Τη νύχτα η πόλη τρελαίνεται

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

ακόμα περισσότερο. Με ζαλίζει. Με σπρώχνουν και μ’ ενοχλεί ο πολύς κόσμος. Μια φορά μου έσπασε το καροτσάκι και το ’φτια-χνα για μια βδομάδα. Είναι πιο δύσκολη η δουλειά στο σκοτάδι γιατί οι κάδοι αδειάζουν, περνάνε σκουπιδιάρικα, δε βρίσκω ούτε μια μεταλλική καρέκλα, ούτε ένα πλυντήριο…

Τώρα που γυρνώ μόνο το ποδήλατο σκέφτομαι. Θα τρέχουν όλοι πίσω μου...

Κλαύδια Αντραλή

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

Κωνσταντίνα Σπυροπούλου2ο Γυμνάσιο Γέρακα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο

Με βλέπω σε μια σκονισμένη πόλη, με ελάχιστα σπίτια και φώτα που αχνοφαίνονται στον ορίζοντα. Είμαι 14 χρονών και τίποτα πάνω μου δεν έχει αλλάξει. Τα ίδια καστανόξανθα μαλλιά, τα ίδια καστανά μάτια. Το ίδιο ύψος, το ίδιο χαμόγελο. Τα ρούχα μου είναι διαφορετικά – ένα σκισμένο πράσινο φόρεμα, λερωμένο με άμμο και στάχτη – και το τοπίο που με περιβάλλει είναι τελείως διαφορετικό από αυτό που είχα μέχρι στιγμής συνηθίσει. Είμαι σε ένα πλίνθινο σπίτι και κοιμάμαι πάνω σε κάτι κουρέλια. Δίπλα μου ένα κοριτσάκι έχει ξυπνήσει και αυτό, και με τα καστανά του χάντρινα ματάκια με κοιτάζει. Μου μοιάζει, σκέφτομαι. Συνεχίζω να κοιτάζω έξω από το παράθυρο τον πλίνθινο κόσμο. Το κοριτσάκι με κοιτάζει με απορία. Μου μιλάει σε μια άλλη γλώσσα, και όμως καταλαβαίνω τι θέλει να μου πει. «Τι έχεις;» Παραξενεύομαι. Πώς ξέρω να καταλαβαίνω αυτή τη γλώσσα; Ξέρω και να την μιλάω, άραγε; «Τίποτα», της απαντάω χωρίς καν να το σκεφτώ. Όντως μιλάω αυτή τη γλώσσα! Τι να συμβαίνει άραγε;

Συνεχίζω να κοιτάζω έξω τον νυχτερινό ουρανό. Πρώτη φορά τον έχω δει με τόσο πολλά άστρα. Θυμάμαι που στην πόλη μας, μπο-ρούσα να δω ένα αστέρι όλο κι όλο, από το παράθυρο της σοφίτας, και αυτό καμιά φορά. Μοιάζει με σπόρους σκορπισμένους ανάκατα σε μια βαθυγάλανη ποδιά. Εκατομμύρια αστέρια, πάρα πολλά, σε σχήματα και μεγέθη απίστευτα, που κανείς, ούτε σε όνειρο δε θα μπορούσε να φανταστεί. Θυμάμαι τον καημένο τον Μέλιο στο Ένα παιδί μετράει τα άστρα. Πώς να τα μετρήσεις όλα αυτά! Ο Μέλιος, βέβαια, τα μέτρησε, λέει, όλα. Εγώ σαν ήμουνα μικρή και το διάβα-ζα, πίστευα πως ήταν αλήθεια, τώρα όμως μπορώ να επιβεβαιώσω το ότι δεν είναι. Είναι αδύνατον να τα μετρήσεις. Το σύμπαν είναι

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

αχανές και άπειρο, κι εσύ, σαν ένας μικρούλης ανθρωπάκος, τι δου-λειά έχεις να μετρήσεις τα αστέρια του Θεού; Απλά, δε γίνεται. Είναι όμως ωραίο να τα βλέπεις. Τόσο ακατάστατα, μα τόσο αρμονικά! Υπάρχει μόνο ένας που τα ‘καλεί όλα ονομαστικά,’ και αυτός είναι ο Δημιουργός που τα έφτιαξε. Τι όμορφα! Δίπλα μου ένα άλλο κορι-τσάκι, πιο μικρό από το προηγούμενο, με κοιτάει με έκπληξη.

– Ποτέ μου δεν έχω ξαναδεί τέτοιον ουρανό! αναφώνησα σε μια στιγμή.

– Τι εννοείς; ρωτάει ένα άλλο κοριτσάκι με το δάχτυλο στο στόμα. «Καλά, θα μου εξηγήσει κάποιος τι γίνεται εδώ πέρα;» σκέφτομαι.

– Ξεφεύγεις, βλέποντας τον ουρανό. Είναι οι τελευταίες στιγμές ελευθερίας σου, απαντάει το πρώτο κοριτσάκι που είδα πως μου έμοιαζε τρομερά. Ξέρεις, παντρεύεσαι αύριο! Ένιωσα το αίμα μου να παγώνει στις φλέβες μου.

– Τι έκανε λέει;;;!!! τσίριξα κι ένα σμήνος από παράξενα πουλιά, που κοιμόνταν δίπλα από ένα κοντό δεντράκι, ξύπνησαν και βγάζο-ντας κάτι κραυγές που έδειχναν ότι είχαν ενοχληθεί, πέταξαν μακριά μέσα στο φεγγαρόφωτο. Εκείνη τη στιγμή άκουσα ένα κλάμα μωρού να έρχεται μέσα από το δωμάτιο. Μάλλον δεν είχα ξυπνήσει μόνο εκείνα τα παράξενα πουλιά!

– Ωχ, ο Σαχίντ! φώναξε το κοριτσάκι που μου έμοιαζε. Τρέξε Τσε-σμιγιέ, πριν ξυπνήσει η μαμά και ο μπαμπάς. Ωχ, και τι έχουμε να ακούσουμε μετά… είπε στο δεύτερο κοριτσάκι που με κοίταζε έκπλη-κτο προηγουμένως. Εκείνο πραγματικά έτρεξε, αλλά από τον φόβο που είχε μάλλον το παιδάκι μην ξυπνήσουν οι γονείς του, σκουντού-φλησε πάνω στην κεντρική κολόνα που συγκρατούσε την ξύλινη σκε-πή σε αυτήν την καλύβα, και, έπεσε. Το άκουγα να κλαίει με αναφι-λητά, σιγανά, και να προσπαθεί να σηκωθεί για να φτάσει το μικρό αγοράκι που έκλαιγε και αυτό, επειδή δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Ο πατέρας –μάλλον ο πατέρας πρέπει να ήταν αυτός– ροχάλιζε δυνα-τά, για να καλύψει τους υπόλοιπους ήχους γύρω του. Δεν μπορούσα να το βλέπω άλλο αυτό! Κι εγώ ήμουν αδελφή και ήξερα τον πόνο για τα αδέλφια, και γι’ αυτό, παρόλο που δε γνώριζα κατά πού βρι-σκόταν η κούνια του μωρού, κινήθηκα προς τα κει που ακουγόταν το κλάμα.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

Αθηνά Γιαννουκάκη

�� «οι μαθητές γράφουν!»

– Εντάξει τώρα, Σαχίντ, είπα. Είναι εντάξει. Έλα, εντάξει, ησύχα-σε… Όσο πλησίαζα, άκουγα όλο και πιο κοντά μου την ανάσα του μικρού. Έφτασα τελικά στην κούνια του και με λίγες αρκετά νευρικές κινήσεις –μπορώ να προσθέσω– τον σήκωσα από την κούνια, στην οποία είχε μείνει ακόμη κρεμασμένο το χέρι της μητέρας του.

– Μπράβο, μου είπε η Τσεσμιγιέ. Είδες, με το που τον πήρες αγκαλιά εσύ, σταμάτησε να κλαίει. Θα γίνεις καλή μητέρα τώρα που θα παντρευτείς… Προσπάθησα να μην τσιρίξω, όπως και πριν. Στο άκουσμα και μόνο της λέξης «γάμος», ανατρίχιαζα.

– Μα είμαι μόνο 14! κατάφερα να ψελλίσω.– Η μαμά μας όταν γέννησε εσένα ήταν μόνο 12 χρονών και ξέρεις

ότι συνηθίζεται αυτό στα μέρη μας. Μα είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Πού μπορεί να

βρεθεί η ξεγνοιασιά, η χαρά, το παιχνίδι; Γιατί σε αυτόν τον ουρανό τα αστέρια να σβήνουν, χωρίς να λάμψουν έστω και λίγο; Κοίταξα για λίγο πάλι τα αστέρια επιθυμώντας για βοήθεια από κάπου εξ ουρανού, αν γινόταν. Το κεφάλι μου βούιζε και το στομάχι μου πονούσε αφόρητα. Έδωσα τον Σαχίντ στην Τσεσμιγιέ, και, χωρίς να το καταλάβω, έχασα τον ουρανό μου και άρχισα να προσγειώνομαι στην πραγματικότητα: η φτώχεια μας λογάριασε τα πράγματα αλλιώς…

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο

Έχω ξυπνήσει πια. Είναι πρωί και πρέπει να πάω στην αγορά για να προμηθευτώ το αλεύρι της «οικογένειάς μου». Δεν είναι πραγματική μου οικογένεια, σκέφτομαι. Η δική μου η οικογένεια ζει στην Ελλάδα και όχι σε ένα χωριό στη Μέση Ανατολή. Η οικογένειά μου αποτελείται από δύο μόνο παιδιά - εμένα και τον αδελφό μου - και όχι από τέσσερα κορίτσια και ένα μικρό αγόρι, καθώς και από ένα άλλο καινούριο μέλος, που θα μαθευτεί σύντομα. Δεν έμαθα και πολλά πράγματα για το πώς είμαι εδώ. Το μόνο που ξέρω είναι ότι με λένε Σερμίν, και έχω τρείς ακόμη αδερφές, και έναν αδελφό. Τον πατέρα μου τον λένε Μοχσίν και είναι γιδοβοσκός. Είχε αμέτρητα χρέη σε έναν έμπορα στην αγορά, τα οποία αδυνατούσε

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

να πληρώσει. Και με τον ερχομό του νέου μέλους στην οικογένεια, δεν μπορεί με τίποτα να μας θρέψει όλους. Εάν ήμασταν αγόρια, θα ήταν πιο εύκολα, μου είπε, γιατί θα πιάναμε δουλειά στον έμπορα που χρωστάει, και θα ξεπληρώναμε το χρέος. Όμως, λόγω του ότι είμαστε τέσσερα κορίτσια, «αναγκάστηκα, παιδί μου, δεν το ήθελα αυτό για σένα,» όπως είπε, με πούλησε στον έμπορα της αγοράς, που είναι εικοσιένα χρόνια ακριβώς, μεγαλύτερός μου. Σήμερα το απόγευμα είναι η συναλλαγή-γάμος.

Σκέφτομαι πώς να κατέληξα στη Μέση Ανατολή. Ούτε την είχα επισκεφθεί ποτέ ούτε ήταν στα άμεσα σχέδιά μου. Ίσως να είναι κά-ποιο μαγικό κόλπο, κάποιο τρικ, μα όλα μοιάζουν τόσο αληθινά! Θα έβρισκα τρόπο να φύγω από αυτό το μέρος και να γυρίσω πίσω στο σπιτάκι μου στην Αθήνα… Η ζωή εδώ είναι τόσο απελπιστική. Ούτε σχολείο ούτε τίποτα, και για τις υπόλοιπες ανάγκες τους οι άνθρωποι δεν έχουν τα στοιχειώδη. Εγώ έχω όνειρα. Το σχολείο μου, αχ, πόσο μου λείπει το σχολείο μου! Τα παιχνίδια στο προαύλιο, τα γέλια, οι φωνές, τα μαθήματα, τα βιβλία, οι εξετάσεις… Θέλω πίσω το δικαί-ωμα μου στην εκπαίδευση! Τους λυπάμαι τους ανθρώπους εδώ. Τόση αδικία, τόση ανισότητα στον κόσμο… γιατί να ζούνε έτσι εδώ; Άνθρωποι δεν είναι κι αυτοί; Τους αξίζει κάτι καλύτερο, πιστεύω, από αυτό. Μακάρι να είχα τη δύναμη να έφερνα το χαμόγελο στα πρόσωπα των παιδιών… Δεν είναι κάτω από τον ίδιο ουρανό; Γιατί να μας χωρίζουν τόσα πράγματα;

– Ει, εσύ δεν είσαι η Σερμίν; Ένα ψιλόλιγνο χαμογελαστό αγόρι με καταπράσινα μάτια, έδειχνε πως με ήξερε. Ψώνιζε από αυτά τα παράξενα κιτρινωπά φρούτα που έμοιαζαν με πορτοκάλια, σε έναν πάγκο λίγο πιο δίπλα από εμένα.

– Για κάνε κι εσύ ένα ριπλέι για το ποιος είσαι…, του απαντάω. Το έχω συνηθίσει, πια. Όλοι με ξέρουν και εγώ κανέναν. Πρέπει να αντιμετωπίζω με χιούμορ την κατάσταση και όπως φαίνεται το πέτυχα, γιατί το αγόρι έχει ξεκαρδιστεί στα γέλια.

– Δε με ξέρεις; Ο Αμίρ!– Α, ναι βέβαια, ο Αμίρ. Ποιός να είναι αυτός ο Αμίρ πάλι; Τόσο

μεγάλη κοινωνική ζωή να είχε η κοπέλα; Λοιπόν, Αμίρ, χάρηκα που

�� «οι μαθητές γράφουν!»

τα είπαμε, αλλά πρέπει να φύγω τώρα, γιατί η οικογένειά μου θα με περιμένει…

– Κάτσε, κάτσε βρε αδερφέ, να τα πούμε λίγο, τι προλάβαμε και είπαμε…, πρόσθεσε ατάραχος, καθώς έβγαζε το φεσάκι του και έξυνε λίγο το κεφάλι του με το χέρι που κράταγε ένα κιτρινωπό πορτοκάλι. Στ’ αλήθεια, τι ήταν αυτό, γκρέιπφρουτ;

– Ναι, θα το ήθελα πάρα πολύ, αλλά ίσως μια άλλη φορά, πρόσθεσα.

– Κάτσε, βρε παιδί μου. Δε σε σκοτώνει και κανείς, εάν πας στο σπίτι δέκα λεπτάκια αργότερα…, είπε και μου κράτησε το μπράτσο. Φαινόταν πως είχε όρεξη για κουβέντα, γι’ αυτό δεν του έφερα αντίρρηση. Καθίσαμε λίγο πιο πέρα, σε ένα αλσάκι. Εκείνος έβγαλε από τις τσέπες του ίσαμε ένα κιλό κιτρινωπά πορτοκάλια - φαίνεται πως δεν τα αγόραζε αλλά τα έκλεβε, και ο μαγαζάτορας ούτε που το είχε πάρει είδηση αυτό, όπως ούτε και εγώ άλλωστε, που ήμουν δίπλα του, πόσο μάλλον εκείνος! Με είδε που τον κοίταζα κάπως παράξενα μου είπε με την απόλυτη μυστικοπάθεια:

– Εάν θέλεις, μπορώ να σου μάθω κι εσένα…– Αποκλείεται! φώναξα δυνατά. Είπαμε φτωχιά, ναι, αλλά όχι και

κλέφτρα…– Σαν πολύ δεν άλλαξες εσύ, από τότε που θα παντρευτείς; – Που το ξέρεις εσύ ότι εγώ θα παντρευτώ;– Μόνο εγώ το ξέρω; Ολο το χωριό το ξέρει…– Δεν εννοώ αυτό, αλλά πού ξέρεις εσύ ότι εγώ θα δεχτώ να με

παντρέψουν, του είπα.– Γκια λέγκε, μου είπε μπουκωμένος με το φρούτο του. Εκεις

σκέντιο;– Και βέβαια, του είπα, αν και δεν είχα κανένα «σκέντιο». – Αλήθεια; μου λέει.– Ε… όχι, του απαντάω.–Και δεν το λες τόση ώρα, βρε παιδί μου! Έχεις βρει τον

κατάλληλο άνθρωπο! Άκου με προσεκτικά. Εάν θέλεις να το σκάσεις, θα σε βοηθήσω, πρόσθεσε. Τότε ήταν που ένιωσα για πρώτη φορά πιο όμορφα. Σαν κάτι να φτερούγισε μέσα μου. Ήθελα να φωνάξω, να αγκαλιάσω τον Αμίρ και να αρχίσω να χοροπηδάω. Η ελπίδα είχε φωλιάσει στην καρδιά μου.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

Δύο ώρες ακριβώς πριν από την τελετή. Η καρδιά μου πάει να σπάσει. Κι αν δεν πετύχει το σχέδιο του Αμίρ; Φοβάμαι. Τα χέρια μου τρέμουν, έχω γίνει χλωμή και προσπαθώ πάντα να χαμογελώ στη μητέρα και στον πατέρα μου, που είναι περήφανος γιατί με παντρεύει με τον καλύτερο άντρα της περιοχής. Αυτό ήταν. Μου έστειλε μήνυμα ο Αμίρ με τη Ζεϊνέπ, ότι ξεκινάμε. Όλα ή τίποτα. Ένα σχέδιο διαφυγής. Και ήταν ένα σχέδιο απόγνωσης. Κάθισα σε μια γωνιά και άρχισα να κλαίω, να κλαίω… δεν ήθελα να μείνω άλλο εδώ, δεν μπορούσα να το κάνω αυτό… έπρεπε να βάλω τα δυνατά μου, για να εκτελέσω με επιτυχία το σχέδιο. Λοιπόν, θα το έκανα. Χαιρέτησα τις αδελφές μου, φίλησα τον Σαχίντ στο μάγουλο και πήγα προς το κουζινάκι.

– Μαμά…, ψιθύρισα.– Τι είναι; απάντησε η μαμά, χωρίς καν να με κοιτάξει.– Νομίζω ότι δεν έχουμε αρκετό νερό. Ξέρεις, έχει πολλή ζέστη

σήμερα και δεν πρέπει να ξεμείνουμε από νερό. Θα ήταν μεγάλη ντροπή αυτό.

– Δε φεύγεις τώρα για να φέρεις νερό. Ξέχνα το, μου απάντησε σκληρά. Ένιωσα τις ελπίδες μου να γκρεμίζονται. Κοίταξα την Τσεσμιγιέ… Θα κάνω άλλη μία προσπάθεια.

– Μα μαμά…, είπα κάπως πιο σοβαρά αυτή τη φορά, αλλά με αγνόησε, γιατί ήρθε το παιδί για τις μεταφορές και άρχισαν να λογομαχούν για κάτι που δεν είχε φέρει. “Αυτή είναι η ευκαιρία μου” σκέφτηκα και αμέσως έφυγα τρέχοντας. Πήρα μαζί μου και τις στάμνες με το νερό για να μην κινήσω υποψίες. Ξαφνικά, το μόνο που σκέφτομαι, είναι να φύγω όσο πιο μακριά γίνεται. Πετάω τις στάμνες στον πέτρινο δρόμο ανεβαίνω σκαλιά, περνάω γειτονιές, βρίσκομαι σε αδιέξοδο, τρέχω, πέφτω κάτω, ξανασηκώνομαι, ξανατρέχω, πανικοβάλλομαι. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Δεν σκέφτομαι τίποτα, μόνο τρέχω. Δεν υπάρχει χώρος στη σκέψη, όταν ο φόβος κυριαρχεί.

Βρίσκομαι σε ένα ξέφωτο. Τρέχω ακόμη. Είμαι χαρούμενη, γιατί έχω φύγει πια πολύ μακριά, νομίζω. Μυρίζω τα λουλούδια, ακούω

�� «οι μαθητές γράφουν!»

τα γλυκά κελαηδίσματα, νιώθω ελεύθερη. Νιώθω ένα αεράκι στο πρόσωπό μου. Επιτέλους! σκέφτομαι, μπορώ να πάω σπίτι!

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

Σηκώθηκα και πήρα μια βαθιά ανάσα. Πρέπει να φώναζα στον ύπνο μου, γιατί η φωνή μου είχε κλείσει και ο λαιμός μου ήταν κα-τάξερος. Είχα ζήσει μια ολόκληρη ζωή μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Άνοιξα το φωτιστικό μου και είδα τα πάντα γύρω μου έτσι όπως τα είχα αφήσει. Τα βιβλία μου στη θέση τους, τα σχολικά μου είδη όλα εκεί, στο γραφείο μου. Το περιοδικό με το άρθρο που διάβασα πριν κοιμηθώ: η ιστορία της Σερμίν, και είχε το σύνθημα «Με ανοιχτά τα μάτια». Εγώ πραγματικά τα είχα ανοίξει. Ποτέ δεν ήξερα για τις τόσο άθλιες συνθήκες ζωής εκεί. Να δίνονται σε γάμο από τα 10 τους χρόνια, ανήλικα παιδιά, και να τιμωρούνται βάναυσα εάν προσπα-θήσουν να ξεφύγουν! Εμείς, έχουμε δικαίωμα να ζούμε! Ευτυχώς

Παναγιώτης Καραγιώργος

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

που μυαλό και υποσυνείδητο στήνουν καμιά φορά παιχνίδια σαν και αυτό απόψε. Απλά ονειρευόμουν! Κοίταξα για ακόμη μια φορά τον ουρανό. Ήταν άδειος. Σήμερα δεν είχε ούτε ένα αστέρι. Ήταν μια άλλη ματιά.

Στη δική μου ζωή δεν υπήρξε δεύτερη ματιά. Το κοριτσίστικο δωμάτιό μου, προσεγμένο και άνετο στη σοφίτα, τα σχολικά που μύριζαν χαρτί και γομολάστιχα. Τα καλοσιδερωμένα, μοδάτα ρούχα, το i-pod με τα τραγούδια μου, και η μαμά και ο μπαμπάς μου να είναι πάντα εδώ, δίπλα μου στα καπρίτσια και στα πείσματά μου.

Κλείνω τον ροζ λάπτοπ υπολογιστή μου. Στη ζωή μου ήταν όλα εύκολα, ξέγνοιαστα. Ποτέ προηγουμένως, μέσα στην τόση ξεγνοιασιά μου, δεν είχα ανοίξει τα μάτια για να δω τον κόσμο έτσι, όπως πραγματικά ήταν. Προτιμούσα να τα έχω κλειστά και απλά να ονειρεύομαι. Η πρόκληση, όμως, είναι να μπορέσεις να τα ανοίξεις και να είσαι διαθέσιμος να αντιμετωπίσεις το οτιδήποτε.

Η Σερμίν και τόσα άλλα παιδιά με τις ιστορίες τους, λάμπουν, τρε-μοπαίζοντας σαν αστέρια… μεσουρανούν σε ιστοσελίδες δημοσιο-γραφικές και μπλογκ ανθρωπιστικού χαρακτήρα, έστω και για λίγο, έστω και για να μπορέσουν να ανοίξουν τα μάτια σε κάποιους. Ισως και να καταφέρουν να ευαισθητοποιήσουν τις ναρκωμένες συνειδή-σεις των ισχυρών της γης, ίσως πάλι και όχι. Τα περισσότερα από αυτά τα αστέρια δεν μπορεί να τα δει κανείς ή, και κάποιοι που προ-σπαθούν να τα δουν, αδυνατούν, γιατί τα επισκιάζουν τα συμβολικά φώτα αυτού του κόσμου. Στο δικό μου κόσμο, θέλω να υπάρχουν χαμόγελα και μάτια χωρίς δάκρυα. Θέλω να βλέπω όνειρα, που να μην είναι πια εφιάλτες. Θέλω να βλέπω τους ανθρώπους χαρούμε-νους και ευτυχισμένους. Θέλω όλοι να αποκτήσουν μια άλλη ματιά, για τον κόσμο μας. Θέλω να υπάρχουν αστέρια, που θα λάμπουν για πάντα.

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

Μάρω Χωριανοπούλου3ο Γυμνάσιο Αχαρνών

Ο Αγγελιοφόρος γυρίζοντας πίσω στη Σπάρτη διηγείται την ιστορία του ειδώλου σε έναν συμπατριώτη του.

Τα πάτρια εδάφη... Με τη γνωστή μυρωδιά της γης... Σιχάθη-κα την αλμύρα της θάλασσας και το κύμα που μας έδερνε εδώ κι εκεί. Πρώτα, μας οδήγησε στην απυρπόλητη Τροία να ψάχνουμε μια οπτασία, γυναίκα τάχα του Μενέλαου και μετά αφού «κατά-πιαμε» την Τροία, «κατάπιε» εμάς η θάλασσα. Κι όταν ζυγώναμε την ανθισμένη Σπάρτη, τότε η θάλασσα μας τραβούσε πάλι πίσω και τα «αδυσώπητα» κύματα μας τύλιγαν μες στην ψυχρή αγκαλιά τους. Όμως, η θάλασσα μας «ξέβρασε» κάποτε σε ένα «ευλογημέ-νο» μέρος, ώστε να δωρίσει το είδωλο στους θεούς, να το επιστρέ-ψει στον «στυγνό» δημιουργό του, τον καθρέφτη απ’ όπου βγήκε. Έτσι, με μεγάλη λαμπρότητα το είδωλο αναχώρησε, πού να ’ξερα πως σαν το πιο πολύτιμο διαμάντι λάμπει ο πόλεμος;! Κι αφού η διάφανη σκιά ομολόγησε πως «έπαιξε» με τις ζωές μας, με μεγα-λοπρέπεια ανήλθε στους ουρανούς, να γυρίσει στη «χρυσοχέρα» μάνα της, την Ήρα. Μας ειρωνεύτηκε μιας και ξεχάσαμε τη ματαιό-τητα του πολέμου και ριχτήκαμε στη μάχη φορώντας χρυσές κάπες και μανδύες σε άδεια κορμιά και φεύγοντας φορώντας κουρέλια με ψυχή ελπίζω. Και σαν νόμιζα ότι αφανιζόμαστε τόσα χρόνια γα μια νεφέλη, τότε βλέπω την Ελένη, την αγνή, να λάμπει τυλιγμένη στην αγκαλιά του Μενέλαου, αληθινό αστέρι. Να το τρόπαιο της μάχης, του πολέμου ή μήπως όχι; Η Ήρα με τη νεφέλη του μίσους και σύννεφα ντροπής έφτιαξε ένα ολόιδιο είδωλο της Ελένης για εκδικηθεί την Κύπριδα και τον Πάρη που της στέρησαν το «βρα-βείο» της ομορφιάς. Έτσι, το μήλο και το είδωλο ήταν ίδια. Αφορ-

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

μές «πολέμου». Με την παρουσία του ειδώλου, διχάστηκαν Αχαιοί και Τρώες. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά «σκορπίστηκαν», γιατί; Επει-δή, ο Μενέλαος δεν μπορούσε να αναγνωρίσει τη γυναίκα του; Ή γιατί βαθιά όλοι μέσα του διψούσαν για τον πόλεμο; Φεύγοντας το είδωλο μας φώτισε. Με φως που έκαιγε την καρδιά μας. Ήταν η αιτία για τον φριχτό θάνατό μας και η αιτία για να καταλάβουμε τη ματαιοδοξία του πολέμου. Τώρα, όμως η Ελένη με τον Μενέλαο ζει, βασίλισσα και πάλι ... της ειρήνης.

Μαγδαληνή Στεργίου

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

Νίκος Καρβουνόπουλος1ο Λύκειο Ραφήνας

Η υπερβολή της στιγμής με θέλει μαζί σου, νοητά. Μα αυτές οι στιγμές είναι πλέον ορισμένες και αναδύονται, όταν μαραζώνει η όποια προσπάθεια μου να ανακτήσω το ενδιαφέρον σου. Τα ελλιπή δικαιώματά μου πάνω σου και την ασυμφωνία χαρακτήρων επικαλούμαι, συγχωρώντας την αδράνεια μου, ενόψει της δικιάς σου αδιαφορίας. Μα, αδιαφορώ και εγώ, όταν χάνομαι στα λόγια σου, ή όταν στέκω σκυφτός, δύο βήματα μακριά σου. Ποιο το νόημα να σε ζητώ; Μα όμως το κάνω.

Όμως έρχονται και στιγμές που ξεχνιέσαι, και ξεχάστηκες πολλές φορές, όσο απορροφήθηκα στα άλλα και ήσουν απούσα από την καθημερινότητα μου. Δε μετανιώνω τώρα για ό,τι γράφω, όμως μετανιώνω τις στιγμές που γυρίζω σε σένα. Γιατί ποτέ δε σου είπα όσα σκέφτομαι. Ήσουν τόσο αστραφτερή, που η εκθαμβωτική σου λάμψη τύφλωνε τη λογική μου και τα φιλόδοξα λόγια μου, τυφλά, ακροβατούσαν στο τεντωμένο από αμηχανία σκοινί των στιγμών μας. Ισως να ’ταν ο φόβος της απόρριψης που την προκαλούσε. Όμως συνέβη. Δύο άνθρωποι δίπλα ο ένας στον άλλο, υποχείρια της αδυναμίας τους να εκφραστούν. Αν έβρισκα το κουράγιο μπροστά σου (γιατί μόνος μου τα κατάφερνα πάντα να σου μιλάω!), ίσως να μην υπήρχε επιστροφή στην απλή καθημερινότητά μας και στα τυπικά. Όμως, τώρα δεν υπάρχουν ούτε αυτά. Σε θέλω, χωρίς να λογαριάζω τη δική σου πραγματικότητα, που μπορεί να μπαίνει εμπόδιο στη διακίνηση των ερωτικών μου συμβάσεων για σένα.

Βέβαια, δεν δέχτηκα ποτέ ότι δε θα ‘ναι παροδική η έγνοια μου για σένα. Ίσως να ‘χανες το οποιοδήποτε νόημα ύστερα από την επίτευξη του στόχου. Ίσως να γινόσουν παρελθόν πριν ακόμα γίνεις παρόν. Ενα καπρίτσιο ίσως να ’σαι του πληγωμένου μου εγωισμού. Όμως, αυτό συνέβη! Είπα πως δε θα ασχοληθώ ξανά.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

Και έγινε. Και θα συμβαίνει, όσο σε βλέπω στα επίγεια μέρη, που αναγκάζομαι να πηγαίνω, και όσο το μυαλό μου σε υποκρίνεται στις υπόγες που κατοικώ μόνος μου τα βράδια. Δεν είναι τυχαίο που αυτό το γραπτό απευθύνεται σε σένα, όμως είναι τυχαίο πως είσαι εσύ η αφόρμηση. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Όμως εσύ αντέχεις στο πέρασμα του χρόνου. Οι ανθυγιεινές συνθήκες του μυαλού μου είναι ιδανικές για σένα και κάθε φορά μου φαίνεσαι ομορφότερη, σε αντίθεση με τις ασήμαντες εκάστοτε άλλες. Τα αισθήματα εναλλάσσονται γρηγορότερα για σένα… Και νιώθω να μη μπορείς να ξεφύγεις από την οπτική μου γωνία, όταν είσαι κοντά. Και νιώθω να στερεύει το οξυγόνο, όταν υπονοείται η απώλειά σου στη ζωή μου. Και νιώθω να τρελαίνομαι, κάθε φορά που γράφω το ίδιο κείμενο για σένα. Το ίδιο κείμενο… Κινητήριος παράγοντας της συγγραφής του, η άγνοια για τα συναισθήματά σου. Η άγνοια…

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Αντώνης Καρυδάκης 1ο Λύκειο Νέας Μάκρης

Φαντάσου: εσύ, ένα τίποτα, ένας ξεχασμένος απ’ τη ζωή άνθρωπος, λες και η ζωή σε έφτυσε απ’ τα σιχαμερά εντόσθιά της με έναν μορφασμό αηδίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της, ένας άνθρωπος μόνος, μετέωρος, εύθραυστος, που έχεις αποτύχει σε όλα, είσαι ξεγραμμένος από όλους, ο κόσμος σε αγνοεί, κανένας δε θα έρθει στην κηδεία σου, κανένας δε θα χύσει μια στάλα δάκρυ για το ανύπαρκτο εγώ σου, κανένας δε σε κοίταξε και δε θα σε κοιτάξει με μια δόση θαυμασμού στα μάτια, με λίγη αγάπη, με λίγη συμπόνια. Πόσο θα ήθελες να το ζήσεις αυτό. Να έρθεις για μια στιγμή μονάχα, ένα δευτερόλεπτο, ένα τίποτα μέσα στην απεραντοσύνη, κοντά σε έναν άνθρωπο. Κι όχι απλά να περάσεις από δίπλα του, που είναι σα να μην έχεις περάσει από δίπλα του, αλλά να μπεις μέσα στην ψυχή του και εκείνος στη δική σου, μέσα από μια ματιά να επιβεβαιωθεί ο κόσμος σου, να νιώσεις μια σταγόνα αισιοδοξίας και γαλήνης στην ψυχή σου. Ναι, η πίκρα πρέπει να φύγει γιατί σου προκαλεί αβάσταχτο πόνο. Είναι αλήθεια ότι μονάχα γι’ αυτό το δευτερόλεπτο θα θυσίαζες τη ζωή σου, γιατί τότε θα είχε ένα νόημα και θα έφευγες ευτυχισμένος. Ποτέ δεν το έζησες αυτό όμως. Όσο κι αν περπάτησες μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, σε θεομηνία, χωρίς ομπρέλα, απλά για να σε προσέξουν και να σε κοιτάξουν με σεβασμό και θαυμασμό και να δακρύσουν, όσο κι αν αγνάντευες φυσικά τοπία σε γνωστά μέρη με ένα ψεύτικο βλέμμα βαθιάς πνευματικής διεργασίας καπνίζοντας πακέτα τσιγάρων. Όσες φορές κι αν προσπάθησες να κλέψεις την προσοχή των γονιών σου όταν ήσουν μικρός, προσποιούμενος ότι χτύπησες, κλαίγοντας σπαραχτικά. Ποτέ δε σε άκουσαν. Ποτέ δε νοιάστηκαν για σένα. Σε έφτυσαν, σε πάτησαν, σε έσβησαν. Σε κατάλαβαν φίλε μου. Είσαι ένας ψεύτης που προσπαθεί να αγοράσει τα

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Ερνέστο Σιγάλας

�� «οι μαθητές γράφουν!»

συναισθήματα. Είσαι ένας επιφανειακός που προσπαθεί να νιώσει ξεχωριστός. Είσαι κοινότοπος.

Και πώς ζεις τώρα, βρωμερό κατακάθι; Πώς επιβιώνεις; Είσαι κλέφτης. Μπαίνεις μέσα στα ξένα σπίτια και τους αρπάζεις τις περιουσίες. Δεν είναι αυτό, όμως, το χειρότερό σου αμάρτημα. Είσαι αμαρτωλός, γιατί προσπάθησες να εισβάλεις στην ψυχή τους με το πιο γλυκό, ψεύτικο βλέμμα σου. Δεν είσαι κακός επειδή έκοψες το κεφάλι μιας γριάς, αλλά γιατί προσπάθησες να κόψεις κομμάτια απ’ την καρδιά των ανθρώπων, εσύ ανασφαλή νάρκισσε.

Και τι συνέβη εκείνο το βράδυ; Πώς σκότωσες τη γριά; Η μάλλον δεν τη σκότωσες. Την λύτρωσες. Έτσι θέλεις να πιστεύεις, γιατί προσπαθείς να ταυτιστείς με τον Ρασκόλνικοφ του Ντοστογιέφσκι. Μια ζωή αυτό δεν έκανες; Ταυτιζόσουν με κάθε ήρωα της οθόνης, των βιβλίων που νόμιζες ότι διάβαζες και τους μιμούσουν. Περίμενες το θριαμβευτικό χειροκρότημα του κοινού που ξεσπά σε κλάματα και σε κοιτά με απέραντο σεβασμό και θαυμασμό. Δεν έλαβες τίποτε απ’ αυτά. Απλά κατάντησες ένας τρελός που νιώθει σημαντικός μόνο όταν βαράει ενέσεις. Είσαι απλά ένα ζώο που σέρνεται στη γη…

Θα μπορούσες να έχεις καριέρα, να βγάζεις λεφτά, να κάνεις οικογένεια όπως κάθε άνθρωπος. Αλλά νόμιζες ότι έτσι θα σου κολλούσαν την ταμπέλα «κάθε άνθρωπος». Και, αφού τα απέρριψες όλα αυτά, απέρριψες την καριέρα επιστήμονα, παράτησες τη μοναδική γυναίκα που προσπάθησε να σου σταθεί, τι κατάλαβες; Είσαι περισσότερο ξεχωριστός επειδή πέθαναν οι γονείς σου; Είναι ψέμα ότι μόλις σου ανακοινώθηκε ότι η μητέρα σου είχε καρκίνο, προσποιήθηκες ότι στεναχωρήθηκες, ενώ από μέσα σου χαιρόσουν επειδή αυτό θα σε έκανε πιο ξεχωριστό; Επειδή θα μπορούσες να το πεις σε κάποιον στο μέλλον και να σε κοιτάξει με συμπόνια, ίσως και να χύσει αυτό το πολυπόθητο δάκρυ, που όλη η ζωή σου στρέφεται γύρω απ’ αυτό; Δεν κατάφερες, όμως, να συγκινήσεις αυτόν που άκουσε την ιστορία σου. Ισως να είχε ακούσει κάτι παρόμοιο στην τηλεόραση. Κι όταν συνέβη αυτό, νευρίασες τόσο πολύ που έκαψες με το σίδερο το μισό σου πρόσωπο, το αλλοίωσες τόσο πολύ που δεν βλεπόταν πια. Ούτε έτσι κέρδισες τον σεβασμό και τη συμπόνια. Τί συνέβη όμως με τη γριά;

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Εκείνο το βράδυ θα λήστευες ένα σπίτι στην περιοχή σου. Είχες άλλους δύο συνεργάτες. Έσπασες το τζάμι, μπήκες μέσα. Ούτε ίχνος ζωής… Όσο οι συνεργάτες σου έψαχναν για αντικείμενα αξίας γύρω - γύρω εσένα η ματιά σου έπεσε σε ένα βιβλίο της βιβλιοθήκης. Σα να σε χτύπησε κεραυνός, έμεινες εκεί ακίνητος. Όλο σου το είναι απέκτησε ξαφνικά υπόσταση, όταν κατάλαβες ότι αυτό το βιβλίο ήταν το αγαπημένο σου όταν βρισκόσουν στην εφηβεία. Ηταν ένα βιβλίο που μιλούσε για απλά θέματα καρδιάς, για ανεκπλήρωτους έρωτες και για την ψυχική γαλήνη. Όλα τα συναισθήματα που είχες νιώσει όταν το διάβαζες, ξύπνησαν μέσα σου και αφύπνισαν τον εσωτερικό σου κόσμο. Ένιωσες αυτήν την πληρότητα, αυτό το θριαμβευτικό κονσέρτο των συναισθημάτων, που σου δίνουν ένα λόγο ύπαρξης. Μακάρι να κρατούσε αυτή η στιγμή για πάντα… Το πλησίασες ήρεμα και επιφυλακτικά όπως πλησιάζεις ένα άγριο και συνάμα ήμερο ζώο. Όταν έφτασες σε αυτό, το έπιασες στα χέρια σου, το αφουγκράστηκες, το μύρισες. Η καρδιά σου γέμιζε μέλι. Ήταν το βιβλίο για το οποίο ο πατέρας σου σε είχε δείρει όταν ήσουν έφηβος και μετά το πέταξε στα σκουπίδια. Δε σε άφηνε να διαβάζεις μυθιστορήματα, γιατί θεωρούσε ότι αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για τους ρομαντικούς, αλλά γι’ αυτούς που παλεύουν και ξεχωρίζουν απ’ τη μάζα. Έπρεπε να ακολουθήσεις τον στρωμένο δρόμο του πατέρα σου. Για το καλό σου. Έτσι σου λέγανε..

Πιάνοντας αυτό το βιβλίο στα χέρια σου, νιώθεις πιο κοντά στον εαυτό σου. Επικρατεί γαλήνη. Ήταν το βιβλίο που θα χάριζες σε ένα κορίτσι και που στην πρώτη σελίδα είχες γράψει ένα απόφθεγμα του Καζαντζάκη, μια αφιέρωση γι’ αυτό το ξεχωριστό κορίτσι: «έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα. Ζωγράφισε τον παράδεισό σου και μπες μέσα. Αυτό το βιβλίο εκφράζει όλα όσα νιώθω για σένα.» Οσο γυρνούσες τις σελίδες, δάκρυα γενναιόδωρα χύνονταν πάνω σε αυτό. Δεν ήταν ο ανεκπλήρωτος έρωτάς σου με το κορίτσι που σε έκανε να πονάς, αλλά ο ανεκπλήρωτος έρωτάς σου με το βιβλίο. Κι όσο το ξεφύλλιζες, σκηνές απ’ τη ζωή σου περνούσαν σαν ταινία μπροστά απ’ τα έκπληκτα μάτια σου. Εσύ ήσουν αυτός ή κάποιος άλλος; Είχες αποφασίσει να διαγράψεις απ’ τη μνήμη σου

�� «οι μαθητές γράφουν!»

τη ζωή σου, είχες μείνει ξεκρέμαστος στο παρόν, μετέωρος, σαν ένα μπάσταρδο της ζωής. Μέχρι που βρήκες αυτό το βιβλίο. Σαν το ξεφύλλιζες, σου ήρθε η μυρωδιά της μητέρας σου, μια τόσο γνώριμη μυρωδιά χαραγμένη στις αισθήσεις σου. Ένιωσες τα ξερά της χέρια να σου χαϊδεύουν το πρόσωπο, να το ψηλαφίζουν, λες και έψαχναν μια κρυφή αλήθεια, που αν την έβρισκαν τότε θα επικρατούσε η γαλήνη. Θυμάσαι την έκπληξή σου με αυτήν την κίνηση, που στην αρχή νόμιζες ότι θα σου άστραφτε μια σφαλιάρα, ενώ εκείνη σε χάιδεψε στοργικά. Ηταν η μοναδική φορά που το έκανε αυτό. Τα μάτια σου ήταν υγρά και αντιπροσώπευαν την καθηλωμένη σου ψυχή στην ομορφιά εκείνης της στιγμής. Στην επόμενη σελίδα του βιβλίου είδες τον εαυτό σου να χαστουκίζεται απ’ τον πατέρα σου και το βιβλίο να απομακρύνεται μαζί με τον πατέρα σου, μακριά σου. Ένιωσες τον πόνο εκείνης της στιγμής. Τον ψυχικό πόνο, όχι τον σωματικό. Είδες την αδερφούλα σου να χορεύει μέσα στο άσπρο της φουστανάκι. Σε κοιτούσε χαμογελώντας, σου άνοιγε τον κόσμο της, ενώ εσύ τον σφράγισες με λουκέτο. Αυτό το αθώο γέλιο της που τότε δε σου έλεγε τίποτε, τώρα θα μπορούσε να σε λυτρώσει. Στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, εκείνη που με τη λέξη «τέλος», σε αφήνει ξεκρέμαστο, με μια βαθιά αίσθηση απώλειας, είδες τον εαυτό σου να οδύρεται, όταν η μητέρα σου έμπαινε στη γη..

Δεν αντέχεις άλλο να ξεφυλλίζεις αυτό το βιβλίο. Η αλήθεια της ζωής σου είναι αβάσταχτος πόνος για σένα και προτιμάς, απλά, να ζεις στο ψυχικό κενό. Εκεί που δεν υπάρχει τίποτα και δεν ανησυχείς για τίποτα. Αφήνοντας το βιβλίο στη βιβλιοθήκη, αυτόματα, θα ξεχάσεις το παρελθόν σου. Έτσι απλά. Πριν το αφήσεις όμως, ανακαλύπτεις ότι στην πρώτη σελίδα υπάρχει μια αφιέρωση. Πλησιάζεις, την διαβάζεις. Ο πόνος που ένιωσες εκείνη τη στιγμή ήταν πολύ πιο δυνατός απ’ τον πόνο της σφαλιάρας του πατέρα σου. Ήταν ο πόνος απ’ τη σφαλιάρα της ζωής, που είχες νιώσει τόσες φορές στο παρελθόν. Η αφιέρωση ήταν η δική σου, μόνο που από κάτω σαν υπογραφή, δεν ήταν η δική σου αλλά του πατέρα σου…

Αυτό το καθίκι, σε είχε δείρει επειδή διάβαζες ένα βιβλίο το οποίο ήταν, δήθεν, υπερβολικά ρομαντικό για ένα παιδί που δεν είχε ζήσει τίποτα και που προοριζόταν για μεγαλοδικηγόρος. Σε

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

έκανε να νιώσεις σκουπίδι, ο χειρότερος υποκριτής στον κόσμο, γιατί ήθελες, απλά, να συμβαδίσεις με την καρδιά σου κι όχι με τη γνωστή συνταγή της ζωής. Σε έκανε να ντρέπεσαι για τη ρομαντική σου φύση. Μέχρι που σε έπεισε ότι δεν ήσουν ρομαντικός, αλλά σκληρός, έτοιμος να παλέψεις για την επιβίωσή σου και την ανάδειξή σου στην κοινωνία. Για πολλά χρόνια πάλευες για να περιορίσεις τη ρομαντική σου φύση, μέχρι που δεν άντεξες άλλο. Το ηφαίστειο της ψυχής σου, που σιγόβραζε τόσα χρόνια, έσκασε και δεν έβγαλε μια κόκκινη λάβα, αλλά μια μαύρη, σκοτεινή, τρομακτική, που κάλυψε όλον τον περίγυρό σου και τον έπνιξε με μιζέρια. Αυτό το τέρας ο πατέρας σου, χάρισε το αγαπημένο σου βιβλίο στην ερωμένη του, χρησιμοποιώντας την αφιέρωση που με τόση αγάπη είχες γράψει.

Είσαι άχρηστος, σκουπίδι, όλοι σε κοιτούν περιφρονητικά, σε σιχαίνονται, σιχαίνεσαι τον εαυτό σου, η αδερφή σου χορεύει, δε σε νοιάζει, τα ξερά χέρια της μητέρας σου σε χαϊδεύουν, μετά σαπίζουν, μια δυνατή σφαλιάρα σου έρχεται, πονάς, όχι τόσο όσο άλλες φορές, το βιβλίο σκίζεται, η αφιέρωση πετιέται, η ερωμένη κοιτά το βιβλίο και δακρύζει, λατρεύει τον σύντροφό της, μισείς τον πατέρα σου, η μαύρη λάβα ξεχύνεται, καλύπτει εσένα, τους γύρω σου και δε σε αφήνει να αναπνεύσεις. Δεν αναπνέεις. Θέλεις μόνο να αναπνεύσεις. Δεν μπορείς. Κάθε προσπάθεια σου προκαλεί πόνο. Μα γιατί δεν αναπνέεις; Η ζωή βρίσκεται απέναντι. Σε καλεί ηδονικά. Εσύ τρέχεις, την πλησιάζεις με λαχτάρα, αυτή απομακρύνεται. Πλησιάζεις… Μέχρι που ένας τεράστιος τοίχος πετάγεται μπροστά σου. Δε θα φτάσεις ποτέ. Πίσω απ’ τον τοίχο ακούς τον τρομερό ήχο της ζωής, που γελά με σαρκασμό, με μια ανδρική φωνή που σου προκαλεί ρίγος και ουρλιάζει: «ΑΥΤΗ Η ΖΩΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΥΣ! ΞΥΠΝΑ ΗΛΙΘΙΕ!!»

«Ξύπνα ηλίθιε! Τι έπαθες;», σου φωνάζουν οι συνεργοί σου. Επανέρχεσαι στην πραγματικότητα. Βρίσκεσαι πεσμένος στο πάτωμα, τρέμεις. Το βιβλίο έχει γίνει μούσκεμα απ’ τον ιδρώτα σου.

«Τι βλακείες είναι αυτές που κάνεις; Κάθεσαι και χαζεύεις τα βιβλία! Εμείς για άλλο πράγμα έχουμε έρθει εδώ», σου λένε και κλωτσάνε το βιβλίο στην άλλη μεριά του δωματίου. Σε κατακλύζει

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

μια οργή. Ξαφνικά, βλέπεις στα πρόσωπά τους τον πατέρα σου και ένα ρίγος σε διαπερνά. Σε περικυκλώνουν και σε πλησιάζουν. Σε κοιτούν με άγριο ύφος, αλλά ταυτόχρονα διασκεδάζουν με σένα. Αρχίζουν να γελάνε δυνατά. Το γέλιο τους σου διαπερνά τη σάρκα και ταράζει τον εσωτερικό σου κόσμο. Αρχίζεις να ουρλιάζεις.

«Φύγετε σας παρακαλώ! Είμαι απλά ένας ρομαντικός που προσπαθεί μέσα απ’ την τέχνη να ξεπεράσει τον πόνο του. Είναι τόσο κακό;»

«Τα ρομαντικά ανθρωπάκια είναι τελειωμένα σε τούτο τον κόσμο. Γι’ αυτό κι εμείς θα σε βοηθήσουμε να τελειώσεις μια ώρα αρχύτερα. Αυτή η θηλιά και το σκαμνί βρίσκονται εκεί ειδικά για σένα. Ανέβα και κρεμάσου. Θα νιώσεις καλύτερα. Θα το δεις.»

«Όχι, σας παρακαλώ! Δε θέλω να πεθάνω.», φωνάζεις απελπι-σμένα.

«Έχεις πεθάνει ήδη», σου απαντάνε γελώντας δυνατά κι αρχίζουν να σε σπρώχνουν προς τη θηλιά. Σε σέρνουν, εσύ αντιστέκεσαι. Τελικά σε ανεβάζουν στο σκαμνί.

«Τώρα θα καταλάβεις, γιε μου, ότι η τέχνη είναι η χειρότερη βλακεία που υπάρχει. Η ζωή είναι αυτό που συμβαίνει τώρα. Η ανάσα σου που θα κόβεται σιγά- σιγά, η κλείδα σου που θα σπάσει από το τράνταγμα του σώματός σου, αυτά είναι η ζωή. Και τίποτε άλλο…»

Και σε κρεμάνε… Ο θάνατος έρχεται αργά, βασανιστικά, αρχίζεις να τον ζεις. Σε φοβίζει τόσο, που δεν νιώθεις το σωματικό πόνο του απαγχονισμού. Ο θάνατος πλησιάζει, ήρθε. Επικρατεί γαλήνη.

«Ξύπνα ηλίθιε! Πρέπει να φύγουμε!», σου ουρλιάζουν οι συνεργοί σου και σε ταρακουνάνε για να σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Ξυπνάς, τρέμεις. Το βιβλίο είναι μούσκεμα απ’ τον ιδρώτα σου.

«Εξαφανιστείτε από μπροστά μου ρεμάλια, άχρηστα υποκείμενα. Θα καλέσω την αστυνομία!», τους φωνάζεις. Αυτοί εξαφανίζονται. Ξαπλώνεις στο πάτωμα. Παίρνεις βαθιές ανάσες, χαλαρώνεις. Γυρ-νάς το κεφάλι σου και βλέπεις δυο μάτια να λάμπουν στο σκοτάδι, κάτω απ’ το κρεβάτι. Ακούς ένα σιγανό κλάμα.

«Ποιος είναι εκεί; Βγες έξω αμέσως!», φωνάζεις.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

«Μη με σκοτώσεις, σε παρακαλώ.. Θα σου δώσω ό,τι θες..», σου απαντά μια γέρικη φωνή γυναίκας. Βγαίνει κάτω απ’ το κρεβάτι, σηκώνει το κουρασμένο της κορμί και στέκεται.

«Βρήκα ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη σου που υπάρχει μια αφιέ-ρωση ενός άνδρα. Τον γνωρίζεις; Να, αυτό εδώ είναι το βιβλίο», της προτείνεις το βιβλίο.

«Ναι, τον γνωρίζω. Ήμασταν σύντροφοι πριν πολύ καιρό. Γιατί ρωτάς όμως;» σε ρωτά με τρεμάμενη φωνή.

«Αντιλαμβάνεσαι ότι πρέπει να σε σκοτώσω έτσι;»«Όχι αγόρι μου, σε παρακαλώ. Δεν έχω κάνει τίποτε κακό.»«Κι όμως έχεις κάνει. Η άγνοια είναι το χειρότερο αμάρτημα.

Όποιος γνωρίζει να του βγει το ένα μάτι. Όποιος δε γνωρίζει να του βγουν και τα δύο. Ο σοφός λαός που δημιούργησε αυτήν την παροι-μία σε καταδίκασε. Δεν γνωρίζεις. Πρέπει να σου βγουν και τα δύο μάτια», της λες νιώθοντας την οργή που ξεχειλίζει.

«Δεν καταλαβαίνω τι μου λες!», φωνάζει με τον τρόμο ζωγραφι-σμένο στα μάτια της και ξεσπά σε κλάματα. Αυτός ο τρόμος σε έκανε να νιώθεις καλά. Ένιωθες ότι για πρώτη φορά κρατούσες τα ηνία στα χέρια σου, είχες τον έλεγχο, ένα ον βασιζόταν σε σένα και η επιβί-ωσή του ή η καταστροφή του ήταν δική σου επιλογή. Εσύ επιλέγεις την καταστροφή του.

«Ώστε δε γνωρίζεις ότι εσύ ήσουν η αιτία που μια ζωή καταστρά-φηκε, έχασε το νόημά της, την αξία της και άλλαξε πορεία απ’ αυτήν που της άρμοζε. Ένιωσες ξεχωριστή όταν σου χάρισε το βιβλίο μου ο πατέρας μου, ο εραστής σου. Δεν γνώριζες, ότι αυτό σήμανε την κα-ταστροφή μου, με έθαψε στη γη, με έκανε από άνθρωπο σκουλήκι. Η άγνοια αυτή είναι έγκλημα χειρότερο από αυτό που πρόκειται να διαπράξω. Θα τιμωρηθείς», της λες με ψύχραιμη, σταθερή φωνή.

«Όχι, σε παρακαλώ…», φωνάζει. Δεν προλαβαίνει, όμως να τε-λειώσει, γιατί εσύ σαν άγριο θηρίο την αρπάζεις και της κόβεις το κεφάλι.

Κοιτάς τα σταθερά, απλανή μάτια της που σου προκαλούν μια αίσθηση γαλήνης. Χαμογελάς. Η εξιλέωση έφτασε…

Πετάγεσαι απ’ το κρεβάτι. Το ξυπνητήρι βαράει. Το σταματάς. Έχεις ιδρώσει και τρέμεις. Σηκώνεσαι και κατευθύνεσαι στο σαλόνι.

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

Εκεί βλέπεις τη μητέρα σου και την αδερφή σου. Η αδερφή σου χορεύει μέσα στο άσπρο της φουστανάκι και η μητέρα σου την χαϊδεύει με το ξερό της χέρι. Κατάλαβες την ομορφιά αυτής της σκηνής γεμάτη αγάπη, το μεγαλείο της ζωής, ντυμένο στα πιο απλά ρούχα. Μέσα από μια μισάνοιχτη πόρτα, παρατηρείς τις κινήσεις ενός άνδρα. Ποιος είναι αυτός ο άνδρας που ετοιμάζεται με τόσο ακριβείς, προσχεδιασμένες κινήσεις; Αυτός που έβγαλε τις παντόφλες του και τις στοίχισε δίπλα - δίπλα και που μετά φόρεσε τα στοιχισμένα παπούτσια του; Αυτός που έχει ένα τόσο σίγουρο βλέμμα όταν κοιτιέται στον καθρέφτη και κουμπώνει το πουκάμισό του και που βάζει την κολόνια που μυρίζει σοβαρότητα και σιγουριά; Αυτός ο ξένος που εισέβαλε στο σπίτι σου, ανοίγει την πόρτα και με σίγουρο βηματισμό, σαν στρατιώτης, σε πλησιάζει κοιτώντας σε με απλανές βλέμμα.

«Καλημέρα πατέρα», του απευθύνεσαι διστακτικά. Αυτός απαντά με μια κοφτή, σίγουρη κίνηση του κεφαλιού και

κάνει κίνηση να φύγει. «Πατέρα, να σε ρωτήσω κάτι αν επιτρέπεται; Τι απέγινε το βιβλίο

που μου πήρες χτες;»Δε σου απαντά. Με μια σίγουρη κίνηση, φοράει το καπέλο του,

ανοίγει την πόρτα και φεύγει… Ο θόρυβος της πόρτας που έκλεισε σε έκανε να ανατριχιάσεις.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

Χριστίνα ΚεφαλίδηΚαλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα

Περπατούσε στον δρόμο σέρνοντας τα πόδια της. Έφτασε στην καρδιά του μικρού πάρκου. Ακούμπησε τη σάκα της σε ένα παγκάκι και κάθισε. Ένα ρίγος τη διαπέρασε. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη κι όμως εκείνη κρύωνε. Έφερε τη σάκα στα γόνατά της και έβγαλε από μέσα ένα μικρό κινητό. Στο πίσω μέρος του μυαλού της υπήρχε ακόμα μία ελπίδα. Μπορεί κανένα μήνυμα να μην υπήρχε στην οθόνη. Μπορεί όλα να τελείωναν έτσι ξαφνικά, όπως είχαν αρχίσει. Τα δάχτυλά της έτρεμαν. Πάτησε παρατεταμένα μερικά κουμπιά και η μικρή οθόνη φωτίστηκε. Όμως δεν υπήρχε τίποτα. Κανένα μήνυμα δεν έσπαγε τη μονοτονία του πράσινου φόντου. Επιτέλους θα μπορούσε να τα αφήσει όλα πίσω της και να προχωρήσει. Μάζεψε τα πράγματά της και ετοιμάστηκε να σηκωθεί από το παγκάκι, όταν στα αυτιά της ήχησε ένας τρομακτικά γνώριμος ήχος. Ένα βραχύχρονο κουδούνισμα. Σήκωσε το χέρι της και κοίταξε την οθόνη του κινητού. Αμέσως έκλεισε βίαια τα μάτια της, όμως η εικόνα του μηνύματος είχε χαραχτεί σαν με πυρωμένο σίδερο στο μυαλό της: «Μην ξεχάσεις τη συμφωνία μας».

***

Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: Τα κατάφερα!!!

Αγαπητή μου Αννυ,θυμάσαι αυτό που συζητάγαμε; Ε, λοιπόν, το έκανα: άνοιξα ένα

λογαριασμό στο facebook! Η μαμά, βέβαια, δεν ξέρει τίποτα. Αν

�� «οι μαθητές γράφουν!»

της το ‘λεγα θα μου άρχιζε πάλι τα «όχι» και τα «μη». Είμαι τόσο χαρούμενη. Έχω ήδη 35 φίλους, φοβερό;!!!

Τα λέμεΚατερίνα

Υ.Γ. Μην ξεχάσεις να με κάνεις add!!!***

Το χέρι της έπεσε σαν παράλυτο στα πλευρά της. Το κινητό γλίστρησε από τα δάχτυλά της και έπεσε με έναν μικρό γδούπο στο ξερό χώμα. Εκείνη ξανακάθισε, άτονα, στο παγκάκι.

*** Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: Φοβερά νέα!!!

Γλυκιά Αννυ,πού να στα λέω! Γνώρισα έναν φοβερό τύπο στο facebook. Είναι

γύρω στα 18 και πολύ γλυκός. Θυμάσαι εκείνες τις φωτογραφίες που είχαμε βγάλει όλες μαζί; Τις λάτρεψε! Μου ζήτησε να του στείλω και δικές μου. Λέω να του στείλω αυτές από εκείνο το πάρτι, που φοράω εκείνα τα ψηλοτάκουνα.

Εσύ τι λες;***

Πριν από λίγο είχε αρχίσει να φυσάει ένα απαλό αεράκι. Έγειρε απαλά και ξάπλωσε πάνω στο υγρό ξύλο. Κρύωνε. Μάζεψε τα γόνατά της κοντά στο στήθος της. Έφερε το χέρι της μπροστά στο πρόσωπό της και κοίταξε την ώρα. 12:01. Έκλεισε τα μάτια της. Ακούμπησε το κεφάλι της στα χέρια της και άρχισε να αναπνέει ήρεμα, μεθοδικά.

***

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: Περαστικά

Άννυ μου,τι κρίμα που αρρώστησες. Και να ’ξερες πόσα πολλά πράγματα

θέλω να σου πω. Θυμάσαι εκείνον τον τύπο που σου έλεγα; Τον διέγραψα από φίλο μου. Οταν του έστειλα εκείνες τις φωτογραφίες, άρχισε να μου λέει κάτι παλαβά. Ελπίζω να μη με ξαναενοχλήσει.

Κατερίνα***

Ένιωσε ένα χτύπημα στον ώμο. Κάποιος την σκούνταγε. Στα αυτιά της ηχούσε μια βαριά, επιτακτική φωνή. Δεν μπορούσε, όμως, να ξεχωρίσει τι έλεγε. Προσπάθησε να ανοίξει τα μάτια, όμως δεν μπορούσε. Δεν ήθελε. Νύσταζε. Ήθελε να κοιμηθεί. Η φωνή άρχισε να γίνεται όλο και πιο σιγανή, όλο και πιο σιγανή. Μέχρι που έσβησε τελείως. Ήταν επιτέλους ήσυχη.

***

Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: ...

Άννυ,έχω αρχίσει να φοβάμαι. Σήμερα, όταν άνοιξα το κινητό μου,

βρήκα ένα μήνυμά του. Είχε και κάτι φωτογραφίες μαζί. Τις δικές μου φωτογραφίες!!! Όμως δεν ήταν ακριβώς οι φωτογραφίες μου. Τις είχε αλλάξει. Ηταν φρικτές! Πρόστυχες! Απαίσιες! Στο μήνυμα έγραφε πως θέλει να με συναντήσει, γιατί αλλιώς, λέει, θα με ξεφτιλίσει. Δεν ξέρω τι να κάνω. Βοήθησε με!!!

***

Βρισκόταν σε έναν διάδρομο του σχολείου της. Ίσως να ονει-

�� «οι μαθητές γράφουν!»

ρευόταν. Σίγουρα ονειρευόταν. Από μπροστά της πέρασε μια παρέα αγοριών. Την ακολούθησε. Τα αγόρια χασκογελούσαν και έδειχναν κάτι σε ένα κινητό. Πλησίασε να δει. Το στομάχι της ανα-κατεύτηκε. Ήταν οι φωτογραφίες!

***

Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: Δεν αντέχω!!!

Δεν πέτυχε, Άννυ, δεν πέτυχε. Δεν πήγα στη συνάντηση, άλλαξα τον αριθμό μου και έσβησα τον λογαριασμό μου στο facebook. Ήμουν ήσυχη όλο το Σαββατοκύριακο. Όμως χθες που πήγα στο σχολείο όλοι γελάγανε, όταν με βλέπανε. Και όταν μπήκα μέσα στην τάξη, είδα κολλημένες στον πίνακα ανακοινώσεων τις φωτογραφίες ΤΟΥ!!

***Έμεινε αρκετή ώρα ήσυχη. Ξαφνικά κάποιος άρχισε να την

τραντάζει. Προσπαθούσε να την ξυπνήσει. Εκείνη έκλεισε πει-σματικά τα μάτια της. Δεν ήθελε να ξυπνήσει. Ήθελε απλά λίγη ησυχία. Λίγη ησυχία για να κοιμηθεί. Το μόνο που ήθελε ήταν να κοιμηθεί. Αύριο θα έβρισκε μια λύση.

***

Από: [email protected]Προς: [email protected]Θέμα: Απάντησε μου!!!

Άννυ,γιατί δε μου μιλάς; Γιατί δεν απαντάς στα mail μου; Κανένας δε

μου μιλάει πια. Σε παρακαλώ, μίλα μου. Μη με αφήνεις. Βοήθησέ με!

***

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Ελένη Λουπάκη

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Γερασιμούλα Κοσμίδου & Αναστασία Παπαϊωσήφ 6ο Λύκειο Αχαρνών

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

«Ώρα θανάτου 08:36». Εδώ και μέρες η φράση αυτή στοιχει-ώνει το μυαλό μου. Το γιατί δεν το ξέρω... Όλοι γύρω μου τις τε-λευταίες μέρες μου φέρονται πολύ περίεργα. Λες και με προε-τοιμάζουν για κάτι. Σήμερα το πρωί πέρασε η μητέρα μου από το σπίτι. Με ρωτούσε συνέχεια αν είμαι καλά και αν θυμήθηκα τίποτα. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε. Φεύγοντας, πήρε μαζί της ένα κουτί. Δε ρώτησα τι είχε μέσα ή τι το ήθελε. Το μόνο που πρόλαβα να δω ήταν ότι μέσα υπήρχαν και αντρικά ρούχα. Δεν μπορώ να φανταστώ ποιανού ήταν ή τι γύρευαν στο σπίτι μου. Ανοίγοντας την πόρτα για να φύγει μου είπε μόνο πως τα πράγματα αυτά θα πρέπει επιτέλους να φύγουν από το σπίτι μου γιατί όσο παρα-μένουν εδώ, δεν μπορώ να προχωρήσω μπροστά. Την ρώτησα τι εννοούσε με αυτό, μα εκείνη γύρισε απλά και μου είπε: «Κάποια στιγμή θα καταλάβεις πως ό,τι κάνουμε είναι μόνο για το καλό σου».

Νομίζω πως αρχίζω και τα πάω καλύτερα... Θυμάμαι όλο και πιο πολλά. Τις τελευταίες μέρες μου έρχονται στο μυαλό αναμνή-σεις από το παρελθόν μου, χαρούμενες στιγμές της ζωής μου. Νο-μίζω πως θυμήθηκα και πού εργαζόμουν πριν μου συμβεί αυτό... Δούλευα σε ένα νοσοκομείο. Δεν έχω καταλάβει ακόμα τι ακρι-βώς έκανα. Είμαι ωστόσο σε καλό δρόμο.

Παρ’ όλη όμως την πρόοδο που σημειώνω, νιώθω πως κανέ-νας δεν υποστηρίζει αυτή την προσπάθειά μου. Μπορεί να βρί-σκονται δίπλα μου και να με βοηθούν σε ό, τι χρειάζομαι, η βο-ήθεια αυτή όμως είναι υποκριτική και επιφανειακή. Νιώθω πως με κρατούν πίσω... δεν επαληθεύουν τις αναμνήσεις μου... Σαν να θέλουν να με κρατήσουν μακριά από αυτές... Λες και υπάρχει κάτι που δεν πρέπει να μάθω...

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

στον χώρο ενός χειρουργείου. Ο ασθενής ήταν ένας άνδρας, ο οποίος μου φαινόταν γνωστός, όμως δεν είμαι απόλυτα σίγουρη ότι τον γνώριζα, γιατί δεν μπορούσα να δω καθαρά το πρόσωπό του... Χειρουργός ήταν μια γυναίκα. Πρέπει να παραδεχτώ πως μου έμοιαζε αρκετά. Φαινόταν πολύ αγχωμένη, σχεδόν έτρεμε... Το πιο περίεργο όμως είναι πως όλα έμοιαζαν τόσο αληθινά. Και ό,τι ένιωθε αυτή η γυναίκα το ένιωθα κι εγώ... Έμοιαζε σαν είχα ζήσει στην πραγματικότητα αυτό το γεγονός... Κάτι σαν deja vu!

Γι’ αυτό και αργότερα πήρα τηλέφωνο την Αμάντα. Ήξερα πως αυτή, σαν καλύτερη μου φίλη, θα μπορούσε να μου πει αν αυτό το όνειρο σχετίζεται με κάποιο τρόπο με το παρελθόν μου, χωρίς να μου αποκρύψει την αλήθεια. Κι όμως όταν της περιέγραψα το όνειρό μου και ζήτησα τη γνώμη της, αυτή μασούσε τα λόγια της, μιλούσε περίεργα και αμήχανα, προσπαθούσε να αποφύγει να μου δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση. Ένιωσα πως κάτι μου έκρυβε.

Όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο πολύ περιπλέκονται τα πράγ-ματα... Αισθάνομαι πως η ζωή μου όλη, όπως τουλάχιστον τη ζω τώρα, στηρίζεται σε ένα τεράστιο ψέμα. Τώρα πλέον είμαι υπο-χρεωμένη να βρω πώς ήταν η ζωή μου πριν...

Είμαι σίγουρη όμως πως σύντομα θα θυμηθώ τα πά-ντα...

Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό...

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2012

Σήμερα το πρωί ξύπνη-σα με έναν τρομερό πονο-κέφαλο. Όλη μέρα διάφο-ρες σκέψεις διαπερνούν το μυαλό μου, χωρίς όμως να μπορώ να τις συνδέσω με-ταξύ τους με κάποιο τρόπο. Ίσως για αυτό να ευθύνε-ται και το όνειρο που είδα χθες βράδυ... Βρισκόμουν

Γιώργκεν Ζύμπα

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

Αθηνά Γιαννουκάκη

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Έχω μέρες να γράψω... Όμως τις τελευταίες αυτές 5 μέρες, έχουν συμβεί διάφορα που με έχουν προβληματίσει πολύ... Το όνειρο που είχα δει τις προάλλες μου έχει γίνει εμμονή και καθη-μερινά μέχρι τώρα το βλέπω συνεχώς στον ύπνο μου... Βέβαια, κάθε φορά γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο. Προχθές, κατάφερα να διακρίνω ότι η χειρουργός ήμουν εγώ! Εχθές κατάφερα να δω και το πρόσωπο του άνδρα που χειρουργούσα. Μου φάνηκε αρκετά οικείο και γνώριμο, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν κατάφερα να τον ανα-γνωρίσω. Προσπάθησα να «αποσπάσω» - σε τέτοιο σημείο έχω φτάσει, αφού όλοι αποφεύγουν να μου δώσουν τις απαντήσεις που ζητώ - πληροφορίες από τη μητέρα μου, που ίσως αφορούν τις εικόνες από το όνειρό μου, αλλά μάταια... με αποφεύγει και προσπαθεί να αλλάξει θέμα. Η συμπεριφορά αυτή όλων με καθι-στά σχεδόν σίγουρη πως οι εικόνες αυτές αποτελούν αναμνήσεις του παρελθόντος και δεν είναι απλά προϊόν της φαντασίας μου. Γιατί όμως να θυμάμαι κάτι σαν και αυτό; Είναι τόσο σημαντικό;

Καταλυτικό ρόλο έπαιξε και μια καινούρια ανακάλυψη μου, η οποία ξεδιάλυνε τις αμφιβολίες μου. Σήμερα το πρωί, βρήκα κρυμμένο στο πατάρι ένα κουτί με φωτογραφίες. Καθώς τις κοί-ταζα βρήκα μία φωτογραφία που ήμουν εγώ μαζί με τον άνδρα από το όνειρο. Αμέσως αναρωτήθηκα τι σχέση μπορεί να έχω εγώ με αυτό το πρόσωπο. Άρχισα να ψάχνω με μανία μήπως βρω κι άλλες φωτογραφίες με τον άνδρα αυτόν, αλλά δεν βρήκα τίπο-τα. Και τότε θυμήθηκα πως πριν ένα μήνα, η Αμάντα είχε πάρει από το πατάρι ένα κουτί με φωτογραφίες. Μου είχε πει ότι ήθελε απλά να βγάλει κάποια αντίγραφα και ότι θα μου τις επέστρεφε. Μάντεψε! Ακόμα περιμένω!

Τα πράγματα γίνονται όλο και πιο περίεργα. Είμαι σίγουρη πως υπάρχουν πολλά ακόμα να ανακαλύψω. Αλλά δε θα τα καταφέρω αν δεν αρχίσω να θυμάμαι!

Και αυτή η φράση που μου είχε καρφωθεί στο μυαλό; «Ώρα θανάτου 08:36»... Σίγουρα κάτι σημαίνει και κάποια σχέση έχει με όλα αυτά... Ελπίζω μόνο να έχει καλό τέλος αυτή η ιστορία...

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Σήμερα το πρωί πήγα στο προγραμματισμένο ραντεβού με τον γιατρό μου, ώστε να δει την εξέλιξή μου. Είναι φίλος μου από τα παλιά οπότε του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Φυσικά τον ενημέ-ρωσα για όσα έχουν συμβεί από την τελευταία φορά που τον είδα και του εκμυστηρεύτηκα τις ανησυχίες και τις αμφιβολίες μου. Του είπα και για τις υποψίες που έχω για τη μητέρα μου και την Αμάντα περισσότερο. Πως μου κρύβουν κάποια πράγματα. Είμαι σίγουρη πως δεν θα πει τίποτα σε κανέναν. Μάλιστα με διαβε-βαίωσε ότι όντως εγώ είμαι η χειρουργός στο όνειρο και ότι αυτό ήταν το επάγγελμά μου. Μου είπε και για τη φράση με την ώρα θανάτου και ότι έχει κάποια σχέση με όλα αυτά, αλλά δεν μπο-ρεί να μου πει τι ακριβώς... Πρέπει λέει να προκαλέσει τη μνήμη μου, ώστε να το θυμηθώ μόνη μου. Γυρνώντας λοιπόν στο σπίτι, σίγουρη πλέον πως έχω πολλά να βρω, άρχισα να ψάχνω. Έψαξα αρκετή ώρα, αλλά δεν κατάφερα να βρω τίποτα. Προς στιγμήν, απογοητεύτηκα. Και τότε ανακάλυψα κάποιες παλιές βιντεοκασέ-τες. Προφανώς κάτι ξέχασαν να μου πάρουν! Προσπάθησα να βρω κάποια που θα μου έδινε ίσως κάποιες απαντήσεις. Και την βρή-κα! Μια από τις βιντεοκασέτες ήταν από το γάμο μου... Αμέσως απόρησα γιατί δε θυμόμουν ότι ήμουν παντρεμένη. Τα πράγματα όμως περιπλέχτηκαν ακόμα περισσότερο όταν είδα πως σύζυγός μου είναι ο άντρας από το όνειρό μου! Σάστισα! Δεν ήξερα τι να σκεφτώ! Το βίντεο; Το όνειρο; Τίποτα δεν έβγαζε νόημα...

Δεν μπορούσα να αντέξω κι άλλη ταραχή σήμερα. Αποφάσισα να ξεχάσω τα πάντα για λίγο και απλά να πάω για ύπνο. Και αυτό θα κάνω! Αύριο, με ηρεμία, θα βρω τις απαντήσεις που θέλω.

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Τα πράγματα μπλέκονται όλο και περισσότερο. Οι χθεσινές μου ανακαλύψεις με έβαλαν σε σκέψεις. Σε συνδυασμό και με την τελευταία επίσκεψή μου στον γιατρό με οδηγούν σε αδιέξοδο. Πρέπει να ανακαλύψω την αλήθεια. Είναι δύσκολο όμως... Όσο περισσότερο σκέφτομαι τις πληροφορίες που έχω, τόσο περισσότερο μπερδεύομαι. Πρώτα απ’ όλα, το βίντεο που

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

Μαρίτα Σάκκουλα

ανακάλυψα εχθές αποτελεί μυστήριο για εμένα. Από εκεί που αγνοούσα πλήρως την ύπαρξη του άντρα που είδα στο όνειρο μου, όχι μόνο ανακάλυψα ότι είναι σύζυγός μου, αλλά δεν έχω ιδέα και πού βρίσκεται τόσο καιρό. Βέβαια, όσο το σκέφτομαι, μου έρχονται στο μυαλό εικόνες από τη ζωή μου με τον άνθρωπο αυτό... Στιγμές γεμάτες ευτυχία, αγάπη, αλλά και τσακωμούς που ξεπερνούσαμε, όμως, αμέσως. Νιώθω πως ήμασταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον, ότι ήταν το άλλο μου μισό.

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Είμαι σίγουρη πως δεν με έχει απλώς εγκαταλείψει... κάτι άλλο συμβαίνει... Και είναι ακόμα και η φράση αυτή... «Ώρα θανάτου 08:36»... Και όλοι μου κρύβουν κάτι... Και η απώλεια μνήμης που έχω. Όλα πρέπει να συνδέονται με κάποιο τρόπο!

Το αισθάνομαι... Είμαι πολύ κοντά στην αλήθεια. Χρειάζομαι ακόμα κάτι, το τελευταίο κομμάτι του παζλ, και όλα θα αποκαλυ-φθούν.

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Είμαι πολύ σοκαρισμένη. Προσπαθώ να καταλάβω όλα αυτά που άκουσα κι όμως δεν μπορώ να τα συλλάβω. Από την ώρα που τα έμαθα κλαίω ασταμάτητα. Δεν ξέρω τι ακριβώς πρέπει να νιώ-σω αυτή τη στιγμή. Όμως σίγουρα πρέπει να πω σε κάποιον όλα αυτά που πλέον ξέρω. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι τα καταλαβαί-νω κιόλας, απλά τα καταγράφω μηχανικά. Δεν μπορώ να πιστέψω πως τόσο καιρό μου έκρυβαν τόσα πράγματα και εγώ ζούσα σε μια πλήρη άγνοια. Αν δεν άκουγα σήμερα την Αμάντα να λέει...: «Μα πρέπει να της το πούμε. Είναι καιρός πια να μάθει. Για πόσο θα της κρύβουμε δηλαδή ότι ο άντρας έχει πεθάνει εδώ και ένα χρόνο; Ότι στην ουσία αυτή τον σκότωσε συμφωνώντας να τον χει-ρουργήσει; Ότι σε αυτό το γεγονός ευθύνεται η απώλεια μνήμης της; Μα πάνω απ’ όλα ότι σε δυο μέρες θα κλείσει ένας χρόνος από τον θάνατό του; Ε; Για πόσο ακόμη θα την κρατάς πίσω με την πεποίθηση ότι την προστατεύεις;...» Και η μητέρα μου από την άλλη διαφωνούσε μαζί της και φώναζε πως δεν πρέπει να μάθω ακόμα τίποτα. Και ότι καλύτερα να μη μάθω ποτέ για όλα αυτά. Έλεγε πως θα μπορούσα να ζήσω μια ήρεμη ζωή αγνοώντας όλα αυτά τα γεγονότα και πως αυτή σκόπευε να εμποδίσει οποιονδή-ποτε προσπαθούσε να μου αποκαλύψει την αλήθεια. Δεν ξέρω αν μπορώ να τα πιστέψω όλα αυτά. Μου φαίνεται αδιανόητο να έχει συμβεί κάτι τέτοιο. Από τη μία σκέφτομαι ότι μου κάνουν πλάκα, και ότι όλα αυτά είναι μια καλοστημένη φάρσα ώστε να σταματήσω να σκαλίζω το παρελθόν και να ψάχνω για ανύπαρ-κτα πράγματα, όπως λένε. Όμως είμαι σχεδόν σίγουρη πως δεν είχαν αντιληφθεί την παρουσία μου εκεί και πως δεν γνώριζαν ότι ακούω καθετί που λένε.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Δεν... δεν ξέρω τι να σκεφτώ... Είμαι συγκλονισμένη. Το μόνο που θέλω τώρα είναι να ξεχάσω τα πάντα...

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Επιτέλους ξημέρωσε! Όλη νύχτα δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι. Τριγυρνούσαν συνεχώς στο μυαλό μου τα λόγια της μητέρας μου και της Αμάντας. Μπόρεσα όμως με αυτό τον τρόπο, να θυμηθώ τα πάντα. Ό,τι είπαν είναι όντως αλήθεια... Τα θυμήθηκα όλα... Πριν από δύο χρόνια περίπου, διαγνώστηκε ότι ο άντρας μου έπασχε από μια πολύ σοβαρή και σπάνια ασθένεια. Προσπαθή-σαμε με θεραπείες να το ξεπεράσει, αλλά δυστυχώς η ασθένεια ήταν πολύ επιθετικής μορφής, είχε φτάσει σε τελικό στάδιο. Η μόνη σωτηρία του, πλέον, ήταν μια πολύ επικίνδυνη επέμβαση, η οποία κατά 80% θα κατέληγε στο θάνατο. Του είχα πει ότι δεν χρειαζόταν να το διακινδυνεύσει. Θα μπορούσε να ζήσει ακόμα δύο χρόνια βασιζόμενος στις θεραπείες. Όμως αυτός επέμενε, δεν τον ένοιαζε τι θα συμβεί. Έλεγε πως δεν μπορεί να ζει μια περιορισμένη ζωή. Έτσι λοιπόν, πριν από ένα χρόνο κανονίστη-κε το χειρουργείο για την επέμβαση. Δυστυχώς όμως χειρουρ-γός ήμουν εγώ... Επέμενε πως μόνο εμένα ήθελε και μόνο εμένα εμπιστευόταν... Προσπάθησα να αρνηθώ αλλά τελικά υπέκυψα. Τώρα καταλαβαίνω πως έπρεπε να είχα επιμείνει περισσότερο. Στις 12/12/2012, στις 08:36 άφησε την τελευταία του πνοή. Και τώρα πρέπει να υποστώ τις συνέπειες. Τον σκότωσα και μόνο εγώ φταίω γι’ αυτό. Αν δεν είχα δεχτεί... Αν είχα προσπαθήσει περισ-σότερο... ίσως να τον είχα σώσει! Οι τύψεις με κατακλύζουν. Νι-ώθω τόσο ένοχη! Μακάρι να ήμουν εγώ στη θέση του, μακάρι! Η ζωή μου δεν έχει νόημα πια... Πέρασε ένας χρόνος από τότε που τον έχασα. Δεν αντέχω άλλο μακριά του...

Στις 12/12/2012, μετά το μνημόσυνο του άντρα της η Αμε-λί συγχυσμένη και σε κατάσταση σοκ, εξαιτίας των ενοχών που την έπνιγαν, άρχισε να χάνει τα λογικά της και να λέει ασυναρ-τησίες. Επαναλάμβανε συνεχώς πως ο άντρας δεν είχε φύγει, ήταν διαρκώς δίπλα της. Έλεγε πως τώρα περνάει περισσότερο χρόνο με τον άντρα της και πως τώρα είναι πιο κοντά. Η μητέ-

�� «οι μαθητές γράφουν!»

ρα της, ανήσυχη για την κατάσταση της κόρης της, τηλεφώνησε στον γιατρό της για να τον ενημερώσει. Εκείνος κατάλαβε πως η κατάσταση ήταν σοβαρή και της είπε πως το καλύτερο θα ήταν να την πάνε το συντομότερο στο ιατρείο του. Έτσι κι έγινε... Το ίδιο βράδυ η Αμελί μεταφέρθηκε στο γιατρό της και από εκεί στο ψυχιατρείο τελικά. Η Αμελί είχε χάσει κάθε επαφή με το πε-ριβάλλον γύρω της. Νόμιζε πως πήγαινε εκδρομή με τον άντρα της... Έμοιαζε όμως ευτυχισμένη. Όταν έφτασαν, η Αμελί απο-χαιρέτησε τη μητέρα της και τη φίλη της, Αμάντα, αφού πρώτα τις ευχαρίστησε για όλα. Είπε χαρακτηριστικά: «Μην ανησυχεί-τε, θα είμαι ευτυχισμένη με τον άντρα μου. Μη φοβάστε όμως, μια μέρα θα γυρίσω». Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ... Μια μέρα ενώ καθόταν μόνη της στον κήπο, θυμήθηκε ξανά τα πάντα, και μην αντέχοντας άλλο ένα τέτοιο χτύπημα, αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή της... Δυστυχώς, οι νοσοκόμες δεν την πρόλαβαν κι όταν έφτασαν ήταν ήδη αργά.... Ο θάνατος έμοιαζε με ευλογη-μένο χάδι βελούδινου ύπνου. Η Αμελί βρήκε τη θέση της δίπλα στο άλλο της μισό. Τώρα πια ήταν ευτυχισμένη και ήρεμη.

Γιώ

ργκε

ν Ζύ

μπα

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Σοφία ΣταματοπούλουΚαλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα

«Μπαχάρια… στο φαγητό τα μυρωδικά, τα βότανα τα καρυκεύ-ματα είναι και αυτά που το κάνουν πιο νόστιμο ή, όπως θα το έλε-γα εγώ, πιο… ενδιαφέρον. Πολλές φορές αυτό που κάνει ακόμα πιο μυστηριώδες το φαγητό είναι αυτοί οι περίεργοι συνδυασμοί που, σαν τους συναντάς και τους γεύεσαι, ταξιδεύεις σε χώρες μακρινές της Άπω Ανατολής και νιώθεις στον ουρανίσκο σου ένα ευχάριστο γαργαλητό. Βέβαια, η ζωή δεν έχει πάντα τη γεύση που θέλεις, πολλές φορές δεν σου αρέσει. Δεν πειράζει, όμως. Πρέπει να είσαι έτοιμος να τα δοκιμάσεις όλα, ακόμα και αυτά που δεν σου αρέσουν. Έτσι είναι η πραγματικότητα. Υπάρχουν πράγματα που κάνεις στο ατέλειωτο γεύμα της ζωής, για να το νοστιμίσεις και για να αποκτήσει αυτήν την ιδιαίτερη γλυκόπικρη γεύση, κι όμως, στο τέλος, πάλι δεν είναι ακριβώς αυτό που αναζητούσες και ήθελες. Να, είναι κάτι σαν κέικ σοκολάτας και.... και.... ...και σιρόπι αντιβίωση για τις αμυγδαλές, ε γιαγιά... ;», πρόσθεσε όλο περηφάνια ο Οδυσσέας και ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του φωτίζοντάς το με ικανοποίηση για τη λαμπρή του ιδέα περί «σιροπιού και αντιβίωσης». Μα αυτό που έκανε τον Οδυσσέα περισσότερο χαρούμενο ήταν η επιβράβευση της γιαγι-άς που, σαν άκουσε την ατάκα του εγγονού της, γέλασε στοργικά και του χάιδεψε απαλά το κεφάλι. Κάπως έτσι περνούσε ο μικρός Οδυσσέας τα κυριακάτικα μεσημέρια, που όλη μαζί η οικογένεια επισκέπτονταν τη γιαγιά. Μα, ας αφήσουμε τον ίδιο να σας τα πει καλύτερα.

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΟΥ

Η δική μου μικρή οικογένεια αποτελείται από: Εμένα, τον Οδυσ-σέα, που μου αρέσει να παίζω στρατιωτάκια με τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο στον κήπο του σπιτιού μας. Επίσης, μου αρέσει πολύ να ζωγραφίζω. Τις προάλλες, η κυρία μας είχε βάλει να ζωγραφίσουμε τους θεούς του Ολύμπου που μάθαμε στην ιστορία, όπως εμείς τους φανταζόμαστε. Πρώτος στην λίστα μου ήταν ο Αρης, ο θεός του πολέμου. Αυτόν τον φαντάζομαι όπως τα στρατιωτάκια μου, απλά θα έχει ένα πιο αρχαίο στυλ. Να, ας πούμε, αντί για διαστημι-κά όπλα, θα έχει τόξο και πύρινα βέλη και μια βαλλίστρα και ένα τε-ράστιο σπαθί! Μετά έρχεται ο Ερμής, γρήγορος σαν αστραπή με τα χρυσά φτερωτά του σανδάλια και τα έξυπνα πόδια του. Είναι, λέει, ο πιστός αγγελιοφόρος των θεών. Να, όπως το ταχυδρομείο που έχουμε εμείς οι ταπεινοί και κοινοί θνητοί. Τέλος, ο Ποσειδώνας θα κάνει την πιο πρωτότυπη εμφάνιση στον Ολυμπο. Θα φοράει μαγιό, βατραχοπέδιλα, μάσκα και αναπνευστήρα και θα έχει λου-λούδια περασμένα στον λαιμό του από το τελευταίο του ταξίδι στη Χονολουλού. Και, φυσικά, κρατώντας τη φοβερή του τρίαινα, θα στέκεται περήφανος καβαλώντας ένα γιγάντιο παλιρροϊκό κύμα!

Την μπέμπα. Η μαμά και ο μπαμπάς λένε πως θα τη βγάλου-με Κυβέλη. Αποφάσισαν να τη φωνάζουν έτσι για να συνηθίσει, όμως, τόσο που άργησαν να αποφασίσουν, τώρα εκείνη δεν ακούει σ’ αυτό, μα μόνο στο θρυλικό «μπέμπα». Στην αρχή θα τη λέγαμε Ευρυδίκη, από τη θεία του μπαμπά, όμως η θεία Ευρυδίκη είμαι σίγουρος πως έχει μια «κατάρα», την «κατάρα» της γιγάντιας κρε-ατοελιάς! Η ίδια λέει πως την κληρονόμησε από μια μακρινή ξα-δέρφη της, μα εγώ πιστεύω πως είναι μια από αυτές τις μάγισσες, σαν αυτή που είδα στο σινεμά, με σκουπόξυλο και μυτερό καπέλο. Προκειμένου, λοιπόν, να απαλλάξουμε τη δύστυχη την μπέμπα, η μαμά, που είχε τρομοκρατηθεί πως το μωράκι θα γίνει σαν τη θεία Ευρυδίκη, αλλά και επειδή δεν της άρεσε το όνομα, αποφάσισε να αναβάλουμε το θέμα όνομα «προσωρινώς», όπως είπε. Ελπίζω αυτό το «προσωρινώς» να μην σημαίνει για πάντα.

Τον μπαμπά. Ο μπαμπάς είναι κάτι ανάμεσα σε σούπερ ήρωα και

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

ιππότη. Να, σαν τους ιππότες μινιατούρες που έχω στο δωμάτιό μου. Αυτό το πιστεύω, γιατί από τη μία μεριά είναι πολύ δυνατός και από την άλλη έχει αυτήν την αριστοκρατική ευγένεια και γοητεία, όπως συνηθίζει να λέει η μαμά, καμαρώνοντάς τον να εκτελεί όλο χάρη και ταυτόχρονα με γεμάτο επιδεξιότητα τρόπο το σφράγισμα στα βάζα με τη μαρμελάδα. Κάθε φορά λοιπόν που υπάρχει κάποιο πρό-βλημα και η μαμά θέλει βοήθεια με κάτι, φωνάζει τον «ΜΠΑΜΠΑ!», όπως οι πολίτες φωνάζουν τον ήρωα, κάθε φορά που ένας κίνδυνος καραδοκεί. Της μαμάς οι κίνδυνοι, βέβαια, είναι πιο απλοί, όπως να της κατεβάσει κάτι από το πατάρι ή να ανοίξει το βάζο που κόλλησε - σίγουρα είναι κάποιο πονηρό σχέδιο του «μπαμπά», για να παρα-πλανήσει τους κατασκόπους των κακών που παρακολουθούν κάθε κίνηση του, οπότε κι εκείνος το πρωί κάνει ότι είναι κανονικός, για να μην τον καταλάβουν. Γι’ αυτό κι εγώ πιστεύω πως, στην πραγμα-τικότητα, τη νύχτα που όλοι κοιμούνται, η μυστική ταυτότητα του μπαμπά αποκαλύπτεται κάτω από το φως του φεγγαριού. Όσο για τις «υπερδυνάμεις» του μπαμπά, αυτές προδίδουν τη μυστική του ταυτότητα, όταν παίζουμε πολεμιστές : 1) επειδή η στολή, που του έχει φτιάξει η μαμά, του πηγαίνει περισσότερο από τη δικιά μου – φυσικά, αφού είναι στ’ αλήθεια και ιππότης και σούπερ ήρωας, έχει συνηθίσει και με τις δύο στολές - 2)είναι πολύ δυνατός, αφού με σηκώνει ολόκληρο, όταν τον βάζω να κάνει το γιγάντιο εξωγήινο χέλι και 3)μάλλον πάει στη δουλειά του πετώντας, γιατί αποκλείεται να μην χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο, όπως όλοι οι άλλοι μπαμπάδες, τάχα για να γλιτώσουμε βενζίνη - δεν πειράζει όμως, εγώ θα κρατή-σω το μυστικό του.

Τη μαμά. Η μαμά ξέρει να παίζει τρομπέτα! Ακόμη, λέει τα καλύ-τερα και πιο παράξενα παραμύθια και ανεβάζει τις πιο διασκεδα-στικές παραστάσεις κουκλοθέατρου στο λαμπρό μέγαρο που στή-νεται στο σαλόνι μας κάθε απόγευμα. Επίσης, συγυρίζει θαυμάσια το σπίτι μας! Φυσικά, η μαμά είναι όπως όλα τα κορίτσια. Ασχολείται με κάτι περίεργα πινελάκια που ζωγραφίζουν το πρόσωπο της, χαλά-ει τα αγγουράκια από το ψυγείο, για να τα βάλει στα μάτια της και βάζει και κάτι που την κάνει να μυρίζει πολύ ωραία. Η αγαπημένη μου στιγμή, όμως, είναι όταν η μαμά πασαλείβει το πρόσωπό της

�0 «οι μαθητές γράφουν!»

με μια πράσινη μάσκα και τότε μου θυμίζει τη γιγάντια κακή μούχλα από το κόμικ που διαβάζω - είναι πολύ αστεία όταν το κάνει αλλά και πολύ τρομακτική!

Τη γιαγιά. Αλήθεια, αναρωτιέμαι, όλες οι γιαγιάδες μοιάζουν με γιγάντιες ζαρωμένες σταφίδες; Τέλος πάντων. Η γιαγιά μου μαγει-ρεύει καλύτερα απ’ όλες τις μαγείρισσες του κόσμου και επίσης της αρέσει να παρομοιάζει πράγματα από την αληθινή ζωή με το φαγη-τό. Είναι ντυμένη πάντα στα μαύρα και κρατάει μια μαγκουρίτσα, που κάνει το σώμα της να μοιάζει με αναποδογυρισμένο φλιτζανάκι του καφέ ή με τσουλήθρα και τα μικρά ποδαράκια της τρέμουν σαν ζελέ κάτω από το μακρύ της φόρεμα. Της γιαγιάς, της αρέσει να μου λέει να τρώω όλο μου το φαγητό. Νομίζω πως αυτή της η εμμονή οφείλεται στο ότι, όταν γινόταν ο πόλεμος - «Κατοχή», έτσι το λένε οι μεγάλοι - η γιαγιά και η θεία Ευρυδίκη δεν είχαν να φάνε. Μάλλον οι γονείς τους πεινούσαν πολύ και τους το έτρωγαν όλο το φαγητό, επειδή κουράζονταν που παίζανε πόλεμο όλη μέρα. Τόσο πολύ εξου-θενωμένοι ήταν μερικοί, που δεν γυρνούσαν σπίτι τους! Ίσως είναι αυτό που λέει ο μπαμπάς, «να έχει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει». Η γιαγιά δεν είναι σαν τα υπόλοιπα κορίτσια, ωστόσο, γιατί εκείνη δεν βάζει τίποτα αστείο στο πρόσωπό της, παρά μόνο, όταν πάμε στην εκκλησία, βάζει λίγο κοκκινάδι στα χείλη της. Τρελαίνεται να μου διηγείται ιστορίες από τα παλιά, τότε που ο παππούς δεν ήταν στον ουρανό. Τα βράδια διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα - αυτά είναι κάτι τεράστια βιβλία σαν εγκυκλοπαίδειες - αλλά και περιπέτειες. Βλέπετε, τώρα που είναι γριούλα τα αφτιά της έχουν χαλάσει κι έτσι δεν μπορεί να παρακολουθεί αυτές τις αστείες και ατελείωτες σειρές στην τηλεόραση, που πρώτα ακούγεται η φωνή των ανθρώπων και μετά κουνιέται το στόμα τους - μάλλον είναι ρο-μπότ αυτοί, γι’ αυτό κάνουν έτσι. Εγώ, όταν μεγαλώσω, θα πάρω στη μαμά μου ακουστικά βαρηκοΐας, κάτι πραγματάκια που μπαί-νουν στα αφτιά σου και ακούς - ή θα της πάρω καινούρια αφτιά, σιγά το πράγμα.

Τέλος έχουμε τη Μάγδα, τον σκύλο μας. Η Μάγδα είναι μεγάλη και παίζει μαζί μου όλη μέρα. Της αρέσουν πολύ τα τρελο-μπαλάκια και έχει τόσο απαλό τρίχωμα, που μου αρέσει να ξαπλώνω πάνω της

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �1

Περσεφόνη Ζυγομαλά

�2 «οι μαθητές γράφουν!»

και να κοιμάμαι μαζί της. Τέλος, αν και είναι σκύλος, γι’ αυτό που πραγματικά τρελαίνεται η Μάγδα είναι για μπαρμπούνια μαρινάτα. «Εμείς δεν έχουμε σκύλο! Τον Μενέλαο από απέναντι έχουμε!», φω-νάζει η μαμά κάθε φορά που εκείνη κουνά χαρωπά την ουρά μυρί-ζοντας τη λιχουδιά. Ο κ. Μενέλαος, ο γείτονάς μας, τρελαίνεται για μπαρμπούνια και κυρίως μαρινάτα. Γι’ αυτό και λατρεύει τη Μάγδα. «Μα αυτός ο σκύλος είναι χάρμα!», λέει και ξαναλέει κάθε φορά που τη βλέπει.

ΜΙΑ ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ Ήταν λοιπόν Κυριακή. Μα αυτήν τη φορά ήταν τελείως διαφορε-

τικά. Εκείνη την Κυριακή είχα τα γενέθλιά μου. Φορτωθήκαμε, λοι-πόν, όλοι στον ταλαίπωρο τον «Θόδωρο» για να πάμε στη γιαγιά. Ο «Θόδωρος» είναι το αυτοκίνητό μας. Είναι ένας μικροσκοπικός κα-τακόκκινος σκαραβαίος που βρίσκεται παρκαρισμένος στην πυλωτή της πολυκατοικίας μας. Αν και πολύ γέρος, και όχι και τόσο γερός, δεν το βάζει κάτω. Μας αρέσει πολύ το αμαξάκι μας. Ο μπαμπάς μας λέει πως, κάθε φορά που ανεβαίνουν πολλοί άνθρωποι πάνω του, εκείνος χαμηλώνει και υποκλίνεται από την τιμή που νιώθει που τον επέλεξαν για να τους πάει βόλτα κι όχι επειδή σηκώνει πολύ βάρος. Η μαμά τότε γκρινιάζει πως πρέπει να πάρουμε καινούριο αυτοκίνη-το, γιατί, για να «ζεσταθεί ο Θόδωρος», πρέπει να φτάσουμε ως τον Πειραιά…» - και, δυστυχώς, αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια! Ο «Θό-δωρος» όμως έχει συναισθηματική αξία και ας είναι κρύος τον χει-μώνα. Και η μαμά, δηλαδή, κατά βάθος το ίδιο πιστεύει, μα επιμένει πως, αν συνεχίσουμε να κινούμαστε με αυτόν, η καημένη η μπέμπα θα βγάλει στο τέλος χιονίστρες! Τέλος πάντων, για να μην σας τα πο-λυλογώ, καθισμένοι ο ένας πάνω στον άλλον σαν σαρδέλες φτάσαμε κάποτε στη γιαγιά. Εκείνη, υπομονετική, χαμογελώντας, με τα λεπτά της χείλη να παίρνουν αυτήν τη χαρακτηριστική κλίση προς τα μέσα, όπως άλλωστε όλων των παππούδων και γιαγιάδων, και μαυροφο-ρεμένη όπως πάντα, μας περίμενε στο κατώφλι της μεγάλης καφέ παλιάς πολυκατοικίας και η φιγούρα της έμοιαζε σαν από παραμύθι! Μπήκαμε από τη μικρή είσοδο και μέσα σε λίγα λεπτά φτάσαμε στο

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 �3

διαμέρισμά της. Ένα από τα αγαπημένα μας παιχνίδια, όταν πηγαί-νουμε στο σπίτι της γιαγιάς, είναι, όσο καθόμαστε στο τραπέζι μετά το φαγητό, να λέμε αινίγματα και γρίφους. Αυτή τη φορά, όμως, ενώ βρισκόμασταν στην τραπεζαρία και τελειώναμε το μεσημεριανό μας, την ώρα ακριβώς που θα ξεκίναγε το καθιερωμένο παιχνίδι, ένιωσα μια ελαφρά υπνηλία. ‘Ετσι, έγειρα το κεφάλι μου πάνω στο τραπέζι για να ξεκουραστώ λιγάκι, όσο οι γυναίκες του σπιτιού, όπως χαρι-τολογεί ο μπαμπάς, μάζευαν τα πιάτα. Ύστερα από λίγη ώρα, ενώ μερικά κλάσματα δευτερολέπτων πριν ένιωθα σαν να ήμουν πραγ-ματικά κουρέλι από την κούραση - μου αρέσει πολύ να χρησιμοποιώ αυτές τις αστείες εκφράσεις που οι μεγάλοι τόσο αγαπούν - , ένιωθα περδίκι. Σήκωσα, λοιπόν, το κεφάλι μου και ξαφνικά αντίκρισα κάτι πάρα, μα πάρα πολύ παράξενο! Ο μπαμπάς ήταν στην κούνια της μπέμπας με μια τεράστια πιπίλα στο στόμα του και έπαιζε με την πολύχρωμη κουδουνίστρα της. Κι εκείνη, ενώ κανονικά θα είχε γίνει έξω φρενών που της πήρε το αγαπημένο της παιχνίδι, αντιθέτως, βρισκόταν καθισμένη φαρδιά πλατιά στην πράσινη πολυθρόνα της γιαγιάς και φορώντας την πάνα της κάπνιζε όλο χάρη ένα πούρο. Κι από την άλλη, να σου ξαφνικά και η Μάγδα, ενώ δεν την είχαμε πάρει μαζί μας, εμφανίζεται από το πουθενά με την άσπρη ποδιά της γιαγιάς περασμένη στην τριχωτή μέση της να μαγειρεύει μπαρ-μπούνια. Ένιωθα τόσο μπερδεμένος. Μα τι είχαν πάθει όλοι; Στην αρχή γέλαγα, μετά όμως, άρχισα να φοβάμαι. Να δεις που όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα από τα μοχθηρά σχέδια των αντι-πάλων του μπαμπά προκειμένου να τον εξολοθρεύσουν. Ήθελα να ουρλιάξω σαν κοριτσάκι, μα δεν το έκανα, γιατί τότε ο Φίλλιπος και ο Αλέξανδρος θα με κορόιδευαν. Δεν θα φοβηθώ, είπα από μέσα μου. Αρπάζοντας το τραπεζομάντιλο για καμουφλάζ τυλίχτηκα σαν ντολ-μάς και τρύπωσα στην κουζίνα. Βάλθηκα να φτιάξω μια αυτοσχέδια πανοπλία. Αρχικά, έβαλα ένα σουρωτήρι στο κεφάλι μου για κρά-νος. Ύστερα, ένα τεράστιο ταψί για μπακλαβά αποτέλεσε την ασπί-δα μου. Το μόνο που μου έλειπε τώρα ήταν να βρω όπλα. Κοίταξα γύρω μου και τότε αντίκρισα μια ξύλινη κουτάλα να βρίσκεται πάνω στον πάγκο μαζί με ένα λαστιχάκι και ένα σακουλάκι φιστίκια. Αυτό ήταν! Θα έφτιαχνα τον τέλειο καταπέλτη. Τι κρίμα που έπρεπε να

�� «οι μαθητές γράφουν!»

χαλάσω τα φιστίκια γι’ αυτό! Πω πω, τελικά είναι δύσκολο να είσαι ήρωας. Φαντάζομαι ο μπαμπάς θα έχει χαλάσει φιστίκια και φιστί-κια! Ελπίζω, όταν ο πόλεμος τελειώσει, να μην θυμώσει η γιαγιά που θα της κάνω το σπίτι χάλια! Τέλος, ήξερα πως δεν είχα άλλη επιλογή. Έχοντας σιγουρευτεί ότι ήμουν έτοιμος, τυλίχτηκα ξανά με το τραπε-ζομάντιλο, αυτήν τη φορά σαν μπέρτα και σύρθηκα μέχρι το σαλόνι. Είχα δίκιο! Όταν γύρισα, βρήκα τους «εχθρούς» του μπαμπά να με περιμένουν. Ήταν πέντε πελώριοι γίγαντες που τα σώματα τους ήταν σαν φούσκες και τα πρόσωπά τους ήταν ίδια με τον κ. Μενέλαο από απέναντι. Κρατούσαν στα χέρια τους κάτι μεγάλα νεροπίστολα που, αντί για νερό, εκτόξευαν τις κακόγουστες καρό παντόφλες του μονα-χικού μας γείτονα. Ήξερα πως ήμουν χαμένος. Έκλεισα τα μάτια μου και ευχήθηκα για σωτηρία, καθώς ήταν τα γενέθλιά μου. Ξαφνικά ένιωσα ένα χέρι να μου ακουμπάει τον ώμο και μια γνώριμη φωνή ήχησε στα αφτιά μου. Γύρισα και τον κάρφωσα τα μάτια επάνω του. Ήταν ο παππούς, που ξεπρόβαλλε μέσα από ένα λευκό φως. Ήταν εδώ! Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Μέσα σε όλα αυτά τα περίεργα πράγματα που συνέβαιναν γύρω μου συνέβη και ένα τόσο υπέροχο περίεργο! Ο παππούς, στεκόταν τώρα κοντά μου, φορώντας το αγα-πημένο του μπλε σακάκι και τις κόκκινες τιράντες. Έτρεξα πάνω του, τον αγκάλιασα και ένιωσα τη μυρωδιά του ξανά. Πόσος καιρός είχε περάσει και πόσα πράγματα ήθελα να του πω! Μεγάλωσα, έμαθα να γράφω και να διαβάζω και του έγραψα και ποίημα όταν πήγε εκεί ψηλά και τώρα μπορούσα να του το διαβάσω, γιατί στον ουρανό δεν έχει και πολύ καλό σήμα και δεν θα με άκουσε, όταν του το είχα δι-αβάσει παλιότερα. Μα δεν είχαμε χρόνο τώρα για κουβέντες, έπρε-πε πρώτα να σώσουμε τους υπόλοιπους. Μακάρι να μείνει μετά ο παππούς και να παίξουμε λίγο όπως παλιά, ευχήθηκα σιωπηλά. Τόσο πολύ τον χρειάζονται στον ουρανό πια; Ισως σήμερα να του έχουν δώσει άδεια, επειδή έχω τα γενέθλια μου! Σκέφτηκα ότι ίσως μπο-ρούσαμε να κάνουμε μια συμφωνία, όπως έκανε κατά τη μυθολογία η θεά Δήμητρα με τον Πλούτωνα, τον σκοτεινό άρχοντα του Κάτω Κόσμου για την όμορφη Περσεφόνη -σίγουρα όμορφη θα ‘ταν, για-τί αλλιώς σιγά μην άνθιζαν τα λουλούδια κάθε φορά που ανέβαινε στον Επάνω Κόσμο. Ήταν, όμως, ώρα να πολεμήσουμε! Οι δυο μαζί

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

θα τα καταφέρναμε σίγουρα, γι’ αυτό τώρα πια δεν φοβόμουν!Ξαφνικά, ένιωσα ένα καινούριο σκούντημα στον ώμο και αυτήν

τη φορά δεν ήταν ο αγαπημένος μου παππούς. Ήταν επίμονο, πολύ ενοχλητικό και δεν σταματούσε με τίποτα. Άνοιξα απότομα τα μά-τια. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι ήμουν και πάλι στο τραπέζι, με το κεφάλι γερμένο, όπως ακριβώς το είχα ακουμπήσει νωρίτερα για να ξεκουραστώ, και όλοι ήταν μαζεμένοι γύρω μου! Ήταν όλα ξανά υπέροχα φυσιολογικά. Ένα όνειρο ήτανε μόνο που, όμως, το ένιω-σα τόσο αληθινό. Μου είπαν πως φώναζα δυνατά και έμοιαζα πολύ θυμωμένος. Τους εξήγησα γελώντας τι είχα ονειρευτεί. Παρόλο που δεν είδα το τέλος της περιπέτειας, ξέρω πως εγώ και ο παππούς νική-σαμε και ξέρω επίσης πως μπορεί να ήταν όνειρο, μα εγώ το ένιωσα σαν τη μεγαλύτερη πραγματικότητα που έζησα ποτέ! «Να πολεμάς για καθετί που αγαπάς, γιε μου!», είπε ο παππούς και μου έκλεισε πονηρά το μάτι… από το πορτραίτο του στον τοίχο.

Περσεφόνη Ζυγομαλά

�� «οι μαθητές γράφουν!»

Ηρώ ΤσαγκίδηΛύκειο Λαυρίου

Σε άκουσα φίλε μου… είπες πως νιώθεις μόνος… είπες πως ζεις σε ένα χώρο τόσο οικείο και ταυτόχρονα τόσο ξένο. Αμφιβάλλω αν ο κόσμος σου είναι πιο σκοτεινός από τον δικό μου…

Ψιθυρίζεις; Ξέρεις, ακόμα μπορώ να σε ακούσω! Μιλάς για τους ανθρώπους γύρω σου… αμφιβάλω αν είναι το ίδιο ψεύτικοι με τους ανθρώπους του δικού μου κόσμου…

Γελάς; Πώς μπορείς; Ίσως η ειρωνεία που μολύνει τον αέρα, πέρασε στο αίμα σου… Γίνεσαι το ίδιο τοξικός με τους ανθρώπους γύρω σου… Βέβαια εσύ, μοιράζεσαι ακόμα τα ίδια όνειρα με κάποιους, αν και ελάχιστους ανθρώπους…

Τι; Θέλεις να μάθεις για εμένα; Ώστε υπάρχει ακόμα η ευγέ-νεια μέσα σου… Αυτός ο κόσμος δεν πρόλαβε να σε καταστρέψει εντελώς… Λοιπόν, ξέρεις κάτι; Θα είσαι το πρώτο άτομο που θα ακούσει την ιστορία μου! Βέβαια! Έχω συναντήσει ανθρώπους από τον κόσμο σου… Είστε όλοι το ίδιο ανόητοι και αφελείς, αλλά, οφεί-λω να ομολογήσω πως σε εσένα βλέπω κάτι που στους υπόλοιπους έλειπε… μια μικροσκοπική φλόγα ελπίδας… Συγχώρησέ με που ήμουν αγενής μαζί σου… Δεν το θέλω εγώ, η ζωή μου το επιβά-λει… Και εγώ και εσύ ζούμε σε κόσμους ίδιους και διαφορετικούς… Διαφορετικά σκηνικά που καλύπτονται από την ίδια ομίχλη…

Σιώπα τώρα και άκουσε την ιστορία μου… Σύντομα θα καταλά-βεις πως ο κόσμος μπροστά από τον καθρέφτη είναι ίδιος με αυτόν που κρύβεται πίσω του…

Γεια σου! Το όνομά μου νομίζω πως είναι Αλλέν και είμαι ένας αρλεκίνος! Ας είμαστε ειλικρινείς, δεν ξέρω αν χάρηκα για τη γνωριμία ούτε χαίρομαι ιδιαιτέρως που σε καλωσορίζω στην πόλη μου∙ μία πόλη που η ζωή της, έφτασε μέσα σε μία νύχτα, όπως τα καραβάνια από ένα τσίρκο… Οι άνθρωποί της, σκοτεινές φιγούρες με πλατιά χαμόγελα και φανταχτερά ρούχα…

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Τα τοπία και τα σκηνικά της, εύθραυστοι καθρέφτες, πολύχρωμοι καπνοί, απόκοσμοι ήχοι… Θα μπορούσες να πεις πως μοιάζει με τον δικό σου κόσμο. Οχι; Δεν το νομίζεις; Κοίτα καλύτερα την εικόνα που οι λέξεις μου ζωγράφισαν μπροστά στα μάτια σου… Κοίτα τους ανθρώπους γύρω σου… Κοίτα τα τέλεια χαμόγελά τους, τα ατσαλάκωτα κοστούμια τους, την τέλεια εικόνα τους. Σου θυμίζουν σε κάτι τον άνθρωπο; Οχι! Οχι, γιατί πολύ απλά, δεν είναι άνθρωποι… είναι αυτές οι σκοτεινές φιγούρες που στοιχειώνουν και εμένα… είσαι το ίδιο αβέβαιος με εμένα… το ίδιο τρομαγμένος… Τι; Νόμιζες ότι δεν φοβάμαι; Επειδή είμαι κυνικός σημαίνει ότι είμαι και ατρόμητος; Θα ήθελα να σου ξεκαθαρίσω κάτι… η κυνικότητα μου, είναι ο μανδύας μου… είναι ο τρόπος μου να αντιμετωπίσω αυτή την παράνοια… Μάθε πως στους κόσμους μας ισχύει ο ίδιος κανόνας: Ή τρελαίνεσαι ή ξεχωρίζεις.

Εγώ πιστεύω πως ξεχώρισα… Μη γελάς! Εντάξει, μπορεί να έχεις δίκιο. Ισως είμαι ένα ακόμα αλλόκοτο πλάσμα αυτής της σκοτεινής πόλης, αλλά πίστεψέ με, μπορώ ακόμα να αισθάνομαι και να σκέ-φτομαι, κάτι που δεν συνηθίζεται εδώ.

Πάντα διέφερα άλλωστε από αυτούς τους γυάλινους κατοίκους της πόλης! Αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό, αφού ποτέ δεν είχα φίλους. Τώρα που το ξανασκέφτομαι βέβαια, δεν με πειράζει αυτή η μοναξιά… είναι προτιμότερη από οποιαδήποτε σχέση που μπορώ να συνάψω με αυτούς τους κρυστάλλινους ανθρώπους! Πάντα με έκριναν κοιτώντας με, με τα γυάλινα χωρίς λάμψη μάτια τους σαν τον καθρέφτη που σου ανταποδίδει το παγερό βλέμμα που του ρίχνεις… εγώ πάλι τους απέφευγα σαν φαντάσματα που στοίχειωναν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μου. Φίλε μου, μάθε πως τα αισθήματα είναι αμοιβαία!

Μεγάλωσα μαζί με αυτούς, μεγάλωσα ανάμεσά τους, ποτέ όμως δεν ένιωσα την οικειότητα που νιώθω με τη μοναξιά μου. Αυτή με οδήγησε στον διαφορετικό δρόμο που ακολουθώ… αυτή με έκανε να λατρέψω τα αστέρια… Τι; Ξαφνιάστηκες; Δηλαδή δεν μπορεί ένας αρλεκίνος, ένα σκοτεινό πλάσμα σαν εμένα να αγαπάει κάτι τόσο ρομαντικό; Το σκοτεινό δεν είναι απαραίτητα σατανικό… αλλά δεν σε αδικώ… έμαθες να ζεις με αυτό τον φόβο όπως και εγώ… στην

�� «οι μαθητές γράφουν!»

πραγματικότητα, δεν φοβόμαστε το σκοτάδι, αλλά οτιδήποτε κρύβε-ται μέσα του… Πώς το ξέρω; Όπως προείπα και όπως θα σου απο-δείξω πολλές φορές ακόμα, είμαστε όλοι ίδιοι…

Τα αστέρια ήταν η μοναδική μου συντροφιά. Θα μπορούσα να κάθομαι και να τα κοιτάω για ώρες! Χωρίς να ξέρω τον λόγο, οι μορφές τους, αυτές οι μικρούλες φλόγες που κάθε νύχτα συνοδεύουν το φεγγάρι στον ουρανό, δημιουργούν μέσα μου μία έκρηξη συναισθημάτων. Νιώθω ζωντανός, ανάμεσα σε ερείπια, νιώθω αγαπητός ανάμεσα σε μισητούς, νιώθω ουράνιο τόξο σε γκρι ουρανό, νιώθω πιο άνθρωπος κι από τους ανθρώπους, νιώθω σαν τα αστέρια να με επέλεξαν για κάποιο λόγο… Μπορείς να με πεις αισιόδοξο και ρομαντικό, αλλά μ’ αρέσει να παρομοιάζω τα αστέρια με τους ανθρώπους… πιστεύω πως, όπως τα αστέρια είναι εκείνα τα μικροσκοπικά διαμάντια που καταφέρνουν κάθε νύχτα να στολίσουν αυτόν τον απέραντο ουρανό, έτσι και οι άνθρωποι θα μπορούσαν να στολίσουν αυτόν τον απέραντο κόσμο… ο καθένας, ένα μικρό, μοναδικό και ανεπανάληπτο κομμάτι.

Ηρώ Τσαγκίδη

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 ��

Για αυτό κρίθηκα και για αυτό κρίνομαι καθημερινά… Γιατί δεν ταιριάζω σε αυτό τον κόσμο. Δεν το επέλεξα, πίστεψέ με! Πολλές φορές, όπως έχεις ήδη καταλάβει, η μοίρα με το τι θέλουμε, απέχει… δεν συμφωνείς;

Μάθε ότι στην πόλη μου ποτέ δεν ξημερώνει. Ζούμε αιώνια βυθισμένοι στα σκούρα χρώματα της νύχτας. Μάθε επίσης ότι το φεγγάρι, κρίνεται και αυτό σαν εμένα… μία παραφωνία μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Αν και τα φώτα στους δρόμους μας είναι πάντα αναμμένα, δεν παύει η πόλη μου να είναι βυθισμένη στο σκοτάδι. Δεν φταίει η νύχτα, φταίνε οι άνθρωποι που την δέχονται και της επιτρέπουν να τους γεμίσει το κούφιο εσωτερικό τους… Καταραμένοι άνθρωποι από γυαλί!! Όσο προσπαθώ να απαλλαγώ από εσάς, τόσο εσείς με στοιχειώνετε! Δεν θα σας επιτρέψω όμως να με μολύνετε! Ποτέ!

Νοσταλγώ την εποχή που ο κόσμος μου, όπως και ο δικός σου, ήταν λουσμένος από το φως του ήλιου… τότε δεν υπήρχε η μοναξιά… η ζωή, μας επέτρεπε να την γευτούμε και να την νιώσουμε παντού γύρω μας!

Δεν το πιστεύεις πως ήμουν και εγώ κάποτε χαρούμενος; Επίτρεψέ μου να γελάσω σιωπηλά… Αν δεν είχα νιώσει ποτέ χαρά, να είσαι σίγουρος, δεν θα έμπαινα καν στον κόπο να σου μιλήσω… θα ήμουν και εγώ ένας κρυστάλλινος κάτοικος της πόλης μου, με κούφιο εσωτερικό… Ω ναι φίλε μου! Ήμουν κάποτε χαρούμενος! Και μάλιστα, απ’ ότι θυμάμαι δηλαδή, μ’ άρεσε να προσφέρω χαρά και στους γύρω μου!.. Όπως ξέρουμε και οι δύο, αρλεκίνος είναι αυτός που κάνει τον κόσμο να γελάει με τα καμώματά του. Ναι, ήμουν κάτι τέτοιο! Ημουν (άλλη) μία πηγή φωτός για την πόλη μου, προσφέροντας απλόχερα τη χαρά μου και στους πιο φτωχούς χωρίς να περιμένω κάποιο αντάλλαγμα. Όλοι με αγαπούσαν και όλοι ήθελαν να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις μου, που γίνονταν δίπλα σε αυτό το μικρό σιντριβάνι!..

Δες τώρα το σιντριβάνι… αλλοιωμένο από τον χρόνο, σπασμένο, γεμάτο μούχλα, χωρίς νερό… το ίδιο συνέβη και με τη ζωή μου… αλλοιωμένη από τον χρόνο, σπασμένη, γεμάτη μούχλα και χωρίς νερό για να ξεπλυθεί… νοσταλγώ τη ζωή που είχα… τη ζωή που έδινε

100 «οι μαθητές γράφουν!»

χαρά στους ξένους, στους περαστικούς, στους κακόκεφους, στους απελπισμένους…

Εσύ; Δεν μπορεί να μη νοσταλγείς κάτι από τα περασμένα μεγα-λεία του κόσμου σου… σε όλους μας λείπει κάτι… αν δεν σου λείπει κάτι, είσαι ένα κρύσταλλο, όπως και οι υπόλοιποι. Αν δεν σου λεί-πει κάτι, τότε γιατί αγωνίζεσαι τόσο σκληρά για να ζήσεις άλλη μία μέρα;… Αρα, κάτι σου λείπει… άρα κάτι περιμένεις… αν δεν σου έλειπε κάτι, κάτι που είσαι πρόθυμος να αγωνιστείς για αυτό, να είσαι σίγουρος πως θα το είχα καταλάβει πριν καν σου μιλήσω… σου μιλάω γιατί βλέπω μία φλόγα στα μάτια σου, και όχι εκείνο το παγωμένο γυαλί που βλέπω στα μάτια των υπολοίπων…

Θα ήθελα να σου δείξω τον κόσμο μου. Όχι πως δεν σου έχω πει αρκετά, αλλά θα ήθελα να δεις τη ζωή μου μέσα από τα δικά μου μάτια… Πιστεύω πως θα το βρεις εξαιρετικά ενδιαφέρον, αλλά πρέ-πει να σε προειδοποιήσω για τους κινδύνους… εξερευνώντας αυτό τον κόσμο, κινδυνεύεις να παρασυρθείς στη σφαίρα του ονείρου, σε κάτι εντελώς ψεύτικο, σε ένα μέρος όπου θα δεις τα ομορφότερα θεάματα και δεν θα αισθανθείς απολύτως κανένα συναίσθημα… σε ένα μέρος όπου όλοι θα σου χαμογελάνε αλλά κανένας δεν θα σε νιώσει, σε ένα μέρος όπου η λαμπερή εμφάνιση παλεύει μάταια να καλύψει το κούφιο εσωτερικό… κι αν όλα αυτά σου ακούγονται γνώριμα, στο ξαναείπα… προερχόμαστε από δύο διαφορετικούς κόσμους που καλύπτονται από την ίδια ομίχλη!

Έλα λοιπόν! Εγώ θα γίνω ο ξεναγός σου, εγώ, ο αρλεκίνος που νομίζει πως λέγεται Αλλέν!

Κοίτα! Κοίτα εκείνη την κρυστάλλινη γυναίκα με τα λαμπερά ρούχα που απαγγέλλει ένα ποίημα… Βλέπεις ότι δεν μπορεί να το νιώσει; Της είναι αδύνατο να κατανοήσει τις λέξεις που διαβάζει… Εγώ αυτό το αποκαλώ κατάντια. Είναι σαν να λες σε κάποιο νεκρό να τραγουδήσει… να προσποιηθεί δηλαδή πως είναι ζωντανός…

Δες εκείνο τον πλαστικό κλόουν! Νομίζει πως προσφέρει καλό θέαμα… νομίζει πως είναι αστείος… κατά τη γνώμη μου, τραγελα-φικός!

Τους βλέπεις αυτούς τους δύο; Εκείνους εκεί, κοντά στο σπα-σμένο σιντριβάνι! Δες, προσπαθούν να κάνουν διάλογο… Τι είπα;

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 101

Ηρώ Τσαγκίδη

Διάλογο; Το μόνο που τους βλέπω να κάνουν είναι να κοιτάζει ο ένας τον άλλον! Είναι για λύπηση!

Τώρα κοίτα τους όλους μαζί… τη γυναίκα, τον κλόουν και τους δύο τύπους… όλοι τους προσποιούνται κάτι που δεν είναι… η γυναίκα ότι κατανοεί βαθιά το ποίημα, ο κλόουν ότι είναι αστείος και οι δύο τύποι ότι κάνουν διάλογο… Είναι όλοι τους γελοίοι! Αφού αρλεκίνος είναι

102 «οι μαθητές γράφουν!»

αυτός που κάνει τον κόσμο να γελάει μαζί του, τότε εγώ παραιτούμαι από τον τίτλο. Τους αξίζει δικαιωματικά!

Τέλος πάντων, άφησέ τους αυτούς τους δειλούς! Δεν αξίζουν την ώρα μας…

Έλα, ήρθε η ώρα να περάσουμε αυτή τη γέφυρα για να πάμε στην άλλη όχθη της λίμνης… μην την φοβάσαι τη γέφυρα… μπορεί να είναι παλιά, αλλά οδηγεί σε ένα ονειρικό μέρος… ένα μέρος τόσο καθαρό και απομακρυσμένο από τον άνθρωπο που μ’ αρέσει να επισκέπτομαι για να βλέπω τα πολυαγαπημένα μου αστέρια… μόνο οι ελάχιστοι τολμηροί καταφέρνουν να το επισκεφθούν γιατί οι υπόλοιποι, οι δειλοί φοβούνται να περάσουν τη γέφυρα… Έτσι είναι… ο τολμηρός θα απολαύσει το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του, ενώ ο δειλός, θα μείνει στάσιμος, θα μείνει στα γνώριμα εδάφη φοβούμενος να ξεφύγει από τα συνηθισμένα για να μην προκαλέσει κάποια μεγάλη αναστάτωση που θα αλλάξει τη ζωή του… η γέφυρα για αυτό υπάρχει… για να ξεχωρίζει τους τολμηρούς από τους δειλούς… αν δεν υπήρχε η γέφυρα, δεν θα υπήρχε ούτε το μέρος που σε πηγαίνω τώρα. Θα είχε ισοπεδωθεί. Ένα με τον υπόλοιπο κόσμο…

Να, φτάσαμε! Δεν είναι υπέροχο; Δες την ήρεμη λίμνη, το μεγάλο πλατάνι που γέρνει δίπλα της με τα ασημένια κλαδιά του να ακουμπάνε τα κρυστάλλινα νερά της. Δες τις μεγάλες ρίζες του δέντρου που ανάμεσά τους κατοικούν μικρά λουλούδια σε αποχρώσεις του μωβ και γύρω τους πετούν μικρές πυγολαμπίδες. Τα πάντα εδώ έχουν μωβ και ροζ αποχρώσεις. Γαλήνη… Δες την απέναντι όχθη της λίμνης… η πόλη μου. Είναι το μέρος απ’ όπου ήρθαμε. Δες πώς προσπαθεί να επισκιάσει την ομορφιά αυτής της όχθης με τις φωτεινές πινακίδες και τους πολύχρωμους καπνούς της!

Μην ανησυχείς! Δεν πρόκειται να τα καταφέρει! Γιατί; Γιατί, η μεγάλη πόλη φτιάχτηκε για να φιλοξενεί τις ψευδαισθήσεις των ανθρώπων, ενώ η μικρούλα όχθη για να φιλοξενεί τα όνειρά τους!

Κουράστηκα… ίσως είναι η τελευταία φορά που κάνω αυτή τη διαδρομή… πριν σε αφήσω να φύγεις, θέλω να σου πω κάτι ακόμα…

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 103

Γίνε αρλεκίνος! Δεν εννοώ αστείος απαραίτητα… εννοώ να μά-θεις να μοιράζεσαι τη χαρά σου με τους άλλους… να την προσφέ-ρεις απλόχερα και να μην περιμένεις ποτέ αντάλλαγμα… Όταν οι καιροί γίνουν δυσκολότεροι, εσύ να συνεχίσεις να είσαι μια πηγή φωτός μέσα στο σκοτάδι και να προσφέρεις το φως σου σε όποια σκιά θέλει να σε ακολουθήσει… να χαμογελάς στους ξένους και στους περαστικούς… να σφυρίζεις χαρούμενους σκοπούς όταν η βροχή ξεκινάει… να είσαι άνθρωπος!

Κοίτα με! Ο χρόνος μου τελειώνει... δες τα χέρια μου που δια-λύονται σε εκατομμύρια κομματάκια χρυσόσκονης… τι είναι αυτά που βλέπω στα μάτια σου; Δάκρυα; Γιατί κλαις; Δεν θα έπρεπε να κλαις… μη στεναχωριέσαι για εμένα… εγώ είμαι χαρούμενος που φεύγω! Είμαι χαρούμενος που επιτέλους αφήνω αυτή τη γυάλινη πόλη! Μην κλαις άλλο… θέλω να χαίρεσαι για εμένα… θα βρεθώ επιτέλους κοντά στα αστέρια! Θα γίνω ένα από αυτά τα αστέρια που τόσο αγαπάω! Εγώ έζησα με αυτό το όνειρο, πάλεψα για αυτό το όνειρο και τώρα, να, πραγματοποιείται! Θα σε συμβούλευα να κάνεις και εσύ το ίδιο!

Διάψευσε όποιον σου πει πως είσαι αδύναμος! Αμφισβήτησε τα λεγόμενα όλων και βρες τον δρόμο που ταιριάζει σε εσένα! Συγχώρησε όποιον σε ζηλεύει! Οδήγησε όποιον θεωρείς πως του αξίζει!

Ακόμα κλαις; Τελικά, είχα δίκιο που επέλεξα εσένα! Μοιάζεις με άνθρωπο, στο σώμα, αλλά και στο πνεύμα! Σπάνιο στις μέρες μας! Σπάνιο στους κόσμους μας!.. Σου είπα, μη στενοχωριέσαι για εμένα! Φόρεσε τώρα το χαμόγελό σου και δώρισε κομμάτια από τη χαρά σου σε όσους τα έχουν ανάγκη… επίτρεψε στους φοβισμένους να χαμογελάσουν ξανά και θα δεις ότι ο κόσμος θα γιατρεύεται και θα καλυτερεύει μέρα με τη μέρα… Μέρα με τη μέρα, θα πλησιάζεις τα ιδανικά σου!

Ήρθε η ώρα να φύγω λοιπόν… το έργο μου εδώ τελείωσε και αρχίζει το δικό σου! Μάθε να αλλάζεις οτιδήποτε δεν σου αρέσει σε αυτό τον κόσμο! Τώρα πλέον, μπορώ να πω με σιγουριά πως, χάρηκα για τη γνωριμία!

10� «οι μαθητές γράφουν!»

Δημήτρης Χριστόπουλος2ο Λύκειο Αχαρνών

Ο Βίκτωρ Πάουελ, ένας νέος που κατοικεί στην Ελβετία για τις σπουδές του στη βιολογία, αναγκάζεται να επιστρέψει στην πόλη του, το Λονδίνο, καθώς ο πατέρας του, Μάικ, αντιμετωπίζει ένα ιδι-αίτερα σπάνιο είδος καρκίνου στον μυελό των οστών. Στην προσπά-θειά του να βοηθήσει, αναζητεί τρόπους και ανθρώπους ικανούς να θεραπεύσουν τον πατέρα του, όμως, έρχεται σε επαφή με ένα μυ-στικό που ήταν χρόνια κρυμμένο. Ήταν πράγματι κρυμμένο ή απλώς αγνοούσε τα γεγονότα;

Νοσοκομείο Πόρτμαν, ΛονδίνοΑνυπόφορη η αναμονή. Κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε, το

στομάχι του Βίκτορα δενόταν κόμπος. Κάθε δευτερόλεπτο που περ-νούσε ο πατέρας του υπέφερε. Ξαφνικά, τις σκέψεις του διέκοψε μια νοσοκόμα. Χαμογελαστή, όπως ήταν, κατάφερε να του μεταφέ-ρει για λίγο τη ζεστασιά της, αλλά, δυστυχώς, δεν κράτησε για παρα-πάνω από πέντε λεπτά. «Ήρθε η σειρά σας», είπε και χάθηκε στους διαδρόμους του νοσοκομείου. Ισως είχε μπει σε κάποιο δωμάτιο, μα εκείνον τίποτε άλλο δεν τον ενδιέφερε, παρά μόνο ο πατέρας του.

Περπατούσε γρήγορα∙ έπρεπε να φτάσει εγκαίρως στην αιματο-λογική πτέρυγα, ώστε την ίδια μέρα να πάρει τις απαντήσεις. Ο χρό-νος ήταν πολύτιμος. Μπήκε στην αίθουσα, χαιρέτησε με ένα νεύμα και άπλωσε το χέρι του. «Πάρτε μια βαθιά αναπνοή και σκεφτείτε κάτι όμορφο», τον συμβούλεψε η νοσοκόμα και ευτυχώς πριν το κα-ταλάβει είχαν τελειώσει. Είχαν τελειώσει πριν προλάβει να σκεφτεί οτιδήποτε. Κάθε σκέψη του ήταν σκοτεινή και άγρια, κάθε σκέψη του ήταν γεμάτη φόβο...

«Θα σας ενημερώσουμε σύντομα», του αποκρίθηκε με ιδιαίτερη ευγένεια. «Ευχαριστώ πολύ, θα περιμένω» της απάντησε ο Βίκτωρ. Στη χροιά του θα καταλάβαινε κανείς πως περνάει δύσκολες στιγμές.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 10�

Ώρες, λοιπόν, αργότερα βγήκαν τα αποτελέσματα και εκείνος βρέ-θηκε έξω από την άσπρη επιβλητική πόρτα του υπεύθυνου για τα μοσχεύματα, καθώς ήθελε να του μιλήσει ιδιαιτέρως. Χωρίς σκέψη, χτύπησε την πόρτα και απότομα μπήκε μέσα.

«Καλημέρα σας» είπε ο υπεύθυνος και συνέχισε αναφέροντας αμέσως τις πληροφορίες για το σοβαρό πρόβλημα υγείας του πα-τέρα του Βίκτωρ. «Η εγχείρηση στον μυελό των οστών είναι μια δύ-σκολη και επίπονη διαδικασία. Όπως κάθε μορφή καρκίνου, έτσι και αυτή, έχει πολλές ιδιαιτερότητες ως προς την αντιμετώπισή της. Δεν γνωρίζω τη σχέση σας με τον κύριο Πάουελ, αλλά είχαμε ενημερώσει πως οι πιθανότητες να βρεθεί συμβατός δότης είναι ελάχιστες και απαραίτητη προϋπόθεση είναι να πρόκειται για συγγενή. Επομένως, καταλαβαίνετε πως τα αποτελέσματα των εξετάσεών σας είναι αρ-νητικά. Ωστόσο, μπαίνοντας στη διαδικασία των εξετάσεων αυτών, φαίνεται πως νοιάζεστε. Θα σας παρακαλούσα, λοιπόν, να επικοινω-νήσετε με το γιο του. Είναι η τελευταία μας ελπίδα». Ο Βίκτωρ για λίγα λεπτά έμεινε μουδιασμένος προσπαθώντας μάταια να συνειδη-τοποιήσει όσα του είπε ο υπεύθυνος.

Αργότερα, μπερδεμένος κατάφερε να σηκωθεί από την καρέκλα κατευθυνόμενος προς την έξοδο. Τί εννοούσε; Πέρασαν πολλά πράγ-ματα από το μυαλό του. Αυτός ήταν ο γιος που περίμεναν! Σίγουρα κάποιο λάθος θα έγινε με τα αποτελέσματα. Η μήπως όχι; Μήπως είχε και άλλον αδερφό; Κράτησε για λίγο σφιχτά τα μάτια του και παρακαλούσε όταν τα ανοίξει να βρεθεί στο σπίτι του, πίσω στην Ελβετία, κάτι που γνώριζε πως δεν ήταν εφικτό. Αμέσως έβγαλε το κινητό τηλέφωνο από την τσέπη του και με βιαστικές κινήσεις κάλε-σε την Καρολάιν, μια κοπέλα που τον είχε στηρίξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Είχε ανάγκη να ακούσει τη φωνή της. Το τηλεφώνημα, όμως, έμεινε αναπάντητο. Το μόνο που του έμενε να κάνει ήταν να βρει τη μητέρα του, ώστε να φύγει γρήγορα από το νοσοκομείο.

Ρόουζ Στριτ, ΛονδίνοΎστερα από πέντε ολόκληρα χρόνια ξαναβρέθηκε εκεί, έξω από

το σπίτι που είχε ζήσει τις καλύτερες και τις χειρότερες στιγμές του. Το σπίτι ήταν μεγάλο φωτεινό, πολύ φωτεινό. Ποτέ δεν θα μπορούσε

10� «οι μαθητές γράφουν!»

να ξεχάσει το αγαπημένο του δωμάτιο, τη σοφίτα. Εκεί, όλα του τα βράδια έμενε ξάγρυπνος να κοιτά τα αστέρια από το παράθυρο της οροφής του, με τόσες σκέψεις να βομβαρδίζουν το παιδικό μυαλό του, οι οποίες θα έμεναν για μια ζωή χαραγμένες βαθιά στην καρδιά του. Χτύπησε το κουδούνι και η πόρτα άνοιξε. Η μητέρα του, Τζέιν, έμεινε έκπληκτη να τον κοιτάζει. «Τί συμβαίνει; Γιατί δεν με ενημέ-ρωσες πως θα ερχόσουν;», μα πριν ο Βίκτωρ προλάβει να απαντή-σει, η μητέρα του είχε ήδη χαθεί μέσα στο σπίτι.

Οι σχέσεις με τη Τζέιν ποτέ δεν ήταν καλές. Συχνά και ιδιαίτερα, όταν ήταν μικρότερος, η συμπεριφορά της τον έκανε να νιώθει ανε-πιθύμητος. Για πολλά χρόνια έψαχνε φωτογραφίες που ήταν μαζί της ενώ ήταν ακόμα μωρό. Ποτέ δεν τις ανακάλυψε. Τον μάλωνε συ-νεχώς όταν κάτι τέτοιο έπεφτε στην αντίληψή της. Δεν ήταν εύκολο παιδί, όπως και τα περισσότερα παιδιά στην εφηβεία, αλλά τα ση-μάδια από τις ουλές που είχαν σχηματιστεί στο κορμί του δεν τον άφηναν ποτέ να ξεχάσει αυτά τα χρόνια. Όποτε έκανε κάτι το οποίο δεν είχε την έγκριση της μητέρας του, ήξερε πως οι συνέπειες θα ήταν πολύ αρνητικές. Με τον πατέρα του, όμως, ήταν διαφορετικά. Του έδινε πολλή αγάπη και ήταν πάντοτε ξέγνοιαστος όταν βρισκό-ταν κοντά του. Ένιωθε πρωταθλητής σε κάθε δυσκολία. Ηταν ο πρω-ταθλητής του πατέρα του.

Μόλις πέρασε το κατώφλι, συνέχισε ανυπόμονα μέχρι το δωμά-τιό του. Τόσα χρόνια και ούτε μια αλλαγή. Τόσα χρόνια και δεν είχε δει τον πατέρα του και, τώρα, ίσως να μην τον ξαναέβλεπε ποτέ. Η μητέρα του εμφανίστηκε στην πόρτα και τον έβγαλε από τον συνειρ-μό των σκέψεών του. «Πώς ήταν το ταξίδι σου;» ρώτησε αδιάφορα η Τζέιν. «Δεν βρίσκω τον λόγο να κάνεις πως σε ενδιαφέρει», απάντη-σε απότομα. «Θα πάω στο νοσοκομείο, θα έρθεις να δεις το Μάικ;», είπε η Τζέιν ενώ κατευθυνόταν προς την έξοδο. Ηταν σίγουρη πως ο Βίκτωρ θα την ακολουθούσε.

Νοσοκομείο Πόρτμαν, ΛονδίνοΒρίσκονταν για αρκετή ώρα έξω από το θάλαμο. Η Τζέιν όρμη-

σε μέσα, μα ο Βίκτωρ χρειαζόταν χρόνο. Πήρε μια βαθιά ανάσα και δειλά περπάτησε προς τα εκεί. Για μια στιγμή ένιωσε πως η δύναμή

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 10�

του δεν έφτανε για να ανοίξει την πόρτα. Μόλις μπήκε τον είδε ξα-πλωμένο στο κρεβάτι. Ο πόνος αποτυπωνόταν στα μάτια του πατέρα του και μόνο με ένα κοίταγμα, ο Βίκτωρ πόναγε μαζί του. Ένιωθε τον πόνο σε κάθε κύτταρό του. Όλα αυτά κρύφτηκαν, όμως, κάτω από ένα χαμόγελο. «Γιατί γύρισες; Είμαι σίγουρος πως δεν τελείωσες τις σπουδές σου», αποκρίθηκε ο Μάικ με δυσκολία. «Είσαι ο σημαντι-

Μαρίνα Διαμαντίδη

10� «οι μαθητές γράφουν!»

κότερος άνθρωπος για μένα! Τα πάντα θα παρατούσα, όχι μόνο τις σπουδές μου!», απάντησε. «Και για μένα είσαι εσύ. Γι’ αυτό το λόγο, θέλω να σου πω πως ό,τι κι αν συμβεί, δεν θέλω να με μισήσεις…». Ο Μάικ ήταν έτοιμος να λυγίσει και ο Βίκτωρ δεν θα το άντεχε. Βγή-κε από το δωμάτιο και προσπάθησε να καταλάβει τί ήθελε να του πει ο πατέρας του. Να τον μισήσει; Πώς θα μπορούσε να μισήσει κάποιον που του πρόσφερε τα πάντα;

Το τηλέφωνό του χτύπησε. Ήταν η Καρολάιν. Τον καλούσε τη στιγμή που την είχε περισσότερο ανάγκη από ποτέ! Σηκώνοντας, λοιπόν, το τηλέφωνό του, ολόκληρος ο κόσμος άλλαξε, τον συνε-πήρε η ξεχωριστή φωνή της. «Βίκτωρ; Με ακούς;», σχεδόν φώναζε. Ίσως το σήμα δεν ήταν καλό. «Καρολάιν, να ήξερες πόση ανάγκη είχα να σε ακούσω. Μονάχα εσύ θα μπορούσες να με βοηθήσεις να βγω από αυτά τα σκοτεινά μονοπάτια των σκέψεων που βάδιζα…». Ο Βίκτωρ ήταν φανερά θλιμμένος, η φωνή του σχεδόν έτρεμε. Εκεί-νη ακούγοντάς τον απάντησε «Τι συμβαίνει, μίλα μου! Ξέρεις πως μπορείς να εμπιστευτείς τα πάντα σε μένα». Εκείνος παρατήρησε κίνηση μέσα στο δωμάτιο και έσπευσε να της απαντήσει: «Δεν έχω χρόνο να σου μιλήσω τώρα. Θα προσπαθήσω να καλέσω σύντομα. Σε φιλώ».

Πριν ακόμη τελειώσει το τηλεφώνημά του η μητέρα του τον πλησίασε. Μόνο ένα βλέμμα της ήταν αρκετό να μαρτυρήσει στον Βίκτωρ πως σκόπιμα είχε φύγει από το δωμάτιο. Ο Βίκτωρ έπρεπε να γυρίσει πίσω στον πατέρα του κι ας σπάραζε η καρδιά του. Ηταν απαραίτητο να περάσει όσο το δυνατό περισσότερο χρόνο μαζί του. Επιστρέφοντας, τον βρίσκει συγχυσμένο. «Τί συμβαίνει; Μίλα μου!» αποκρίθηκε απεγνωσμένος. «Παιδί μου, δεν θα μείνω πολύ ακόμα εδώ. Το ξέρω, το αισθάνομαι. Θέλω να γνωρίζεις πως στη ζωή μου έχω κάνει πολλά λάθη. Ποτέ δεν θέλω να σου περάσει από το μυαλό πως εσύ είσαι ένα από αυτά. Είμαι ευγνώμων που τόσα χρόνια με-γάλωνα ένα τόσο αγνό και έξυπνο γιο σαν κι εσένα». Ο πατέρας του ήταν ήδη συγκινημένος. Ήταν, άλλωστε, μια ιδιαίτερη στιγμή. «Τις επιλογές μας δεν πρέπει να τις μετανιώνουμε, μπαμπά! Καλώς ή κα-κώς, κάνουμε πράξη τα συναισθήματα της στιγμής. Όσο ευγνώμων λες πως είσαι εσύ για μένα, άλλο τόσο είμαι κι εγώ υπερήφανος για

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 10�

σένα. Δεν ήσουν μόνο ένας καλός πατέρας, μα ένας καλός φίλος και δάσκαλος. Θα ήμουν χαμένος χωρίς εσένα να μου δίνεις δύναμη όσο τη Τζέιν απασχολούσε μόνο η καριέρα της». Ο Βίκτωρ δεν μπό-ρεσε να καταπιέσει τα συναισθήματά του και ξέσπασε σε κλάματα. Βγήκε γρήγορα και πέρασε πολλή ώρα τριγυρνώντας και περιμένο-ντας ένα σημάδι πως θα γίνει καλά.

Άλλοτε χαμογελαστός κι άλλοτε συννεφιασμένος, δεν άφηνε στιγ-μή τον πατέρα του να φύγει από τις σκέψεις του. Στην προσπάθειά του να ηρεμήσει, κάτι μέσα του τον έτρωγε... Είχε κακό προαίσθη-μα.

Πράγματι, το ίδιο βράδυ, ο γιατρός τον ενημέρωσε πως ο Μάικ ήταν πια κλινικά νεκρός. Υπέστη μια αναπάντεχη κρίση και, δυστυ-χώς, μη αναστρέψιμη. Μετά από την συνομιλία του με το γιατρό επι-κράτησε σιωπή. Δεν είχε σκεφτεί πως τα συναισθήματα έχουν ήχο. Δυνατό γέλιο και ακούς τη χαρά, ένας λυγμός και ακούς τη θλίψη. Ο φόβος, όμως, τι ήχο έχει; Οχι ο τρόμος αυτός των θρίλερ που ακού-γεται κραυγή, αλλά ο φόβος. Νόμιζε πως δεν έχει κι όμως τον άκου-σε... Ο φόβος έχει τον ήχο της απόλυτης σιωπής...

Ρόουζ Στριτ, ΛονδίνοΣτην επιστροφή στο σπίτι επέλεξε να οδηγήσει ο Βίκτωρ. Οταν

οδηγείς είναι καλό να κοιτάς πίσω, μέσα από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Είναι κανόνας σωστής οδικής συμπεριφοράς. Καμιά φορά, όμως, μπορεί το βλέμμα σου να συναντηθεί μέσα από αυ-τόν τον καθρέφτη με ένα άλλο βλέμμα και να κλειδώσει ο χρόνος σε μια μονάχα εικόνα. Η Τζέιν βρισκόταν σε τόσο άσχημη κατάσταση που βλέποντας ο Βίκτωρ πόσο αγαπούσε τον πατέρα του, σχεδόν αισθάνθηκε κάποια συμπάθεια προς το πρόσωπό της. «Ποιο ήταν το τελευταίο πράγμα που είπε;» ρώτησε η Τζέιν. «Είπε πως μας αγαπά και τους δύο πιο πολύ κι απ’ τη ζωή του», ψέλλισε ο Βίκτωρ. Δεν ήξερε γιατί είπε ψέματα, ίσως, γιατί με τον τρόπο αυτόν θα ένιωθε εκείνη καλύτερα, μα εκείνη ξέσπασε σε κλάματα. Πόση λύπη μπορεί να φωλιάζει στην ψυχή της; Μόλις έχασε ένα αγαπημένο πρόσωπο! Το σημαντικότερο πρόσωπο στη ζωή της. Έτσι κλαίνε οι άνθρωποι για τον χαμό αυτών που τους συντροφεύουν και το βύθισμά τους σ’

110 «οι μαθητές γράφουν!»

αυτό το σκοτεινό μυστήριο του θανάτου. Δάκρυα λύπης, πένθους κι απελπισίας σημαδεύουν το πέρασμα μιας ψυχής από τον ένα κό-σμο στον άλλο. Το μόνο που ήθελε ο Βίκτωρ είναι να σταματήσει το αυτοκίνητο και να την πάρει αγκαλιά, να κλάψουν μαζί, να θρηνήσει μαζί της για τον θάνατο του πατέρα του και να της εμπιστευτεί κάθε του συναίσθημα. Να εμπιστευτεί κάθε του συναίσθημα σε εκείνη, η οποία του είχε φερθεί τόσο σκάρτα… Σκέψεις κατέκλυσαν το μυ-αλό του. Ξαφνικά, τα τελευταία λόγια του πατέρα του τον γέμισαν πάλι με αμφιβολίες. Τι ήταν αυτό που θα μπορούσε να τον κάνει να τον μισήσει; Βγήκε από το βυθό των σκέψεών του, καθώς η μητέρα του άρχισε να μιλά στο τηλέφωνο. Ενημέρωνε τους συγγενείς για το χαμό του Μάικ. Αύριο θα γινόταν η κηδεία. Αύριο θα τον έβλεπε για τελευταία φορά.

Τηλεφώνησε στην Καρολάιν και εκείνη απάντησε αμέσως. «Το ήξερα ότι θα τηλεφωνούσες τώρα, το ένιωθα. Δεν θα κατάφερνα να κοιμηθώ αν δεν σε άκουγα έστω για λίγο. Ξέρεις, το Λονδίνο με τη Γενεύη έχουν μόλις μία ώρα διαφορά κι έτσι δεν θα έχουμε πρόβλη-μα να επικοινωνούμε. Ανυπομονώ να σε δω. Δύο μέρες έμειναν». Ο Βίκτωρ χαμογέλασε. Οι σκέψεις αυτή τη φορά τον ταξίδεψαν στα μάτια της Καρολάιν. Τόσο όμορφα μάτια... Μετά από δευτερόλεπτα απάντησε: «Μου λείπεις πολύ. Γυρνάω σε δύο μέρες ναι, αν γινόταν θα καθόμουν κι άλλο, μα δεν έχει νόημα. Τον χάσαμε, Καρολάιν. Ο πατέρας μου είναι νεκρός και αύριο είναι η κηδεία. Αύριο θα τον δω για τελευταία φορά...» Η Καρολάιν ξαφνιάστηκε. Δεν ήξερε τι να πει. Του ευχήθηκε μόνο συλλυπητήρια και έκλεισαν το τηλέφωνο…

Κοιμητήριο Χαϊγκέιτ, ΛονδίνοΔίσταζε να κατέβει από το αυτοκίνητο. Ήξερε πως αν το έκανε θα

ήταν για να τον αποχαιρετήσει για πάντα. Έπρεπε, όμως, να συνο-δεύσει τη μητέρα του, η οποία σήμερα έδειχνε δυνατή. Έτσι κι εκεί-νος φόρεσε ένα σκληρό και ανέκφραστο προσωπείο, προκειμένου να κρύψει κάθε του συναίσθημα.

Όλοι οι συγγενείς και οι παλιοί γνώριμοι των γονιών του, τού ήταν σχεδόν άγνωστοι. Τα βλέμματά τους επικριτικά σαν να γνώριζαν τα πιο καλά κρυμμένα μυστικά του. Σκέψεις άρχισαν να βασανίζουν το

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 111

μυαλό του. Ανάμεσα στα άλλα ένιωσε κι ένα βλέμμα πιο οικείο. Ψά-χνοντας στο πλήθος ανακάλυψε πως η περίεργη αυτή ματιά ανήκε σε κάποιον που κάποτε είχε ξαναδεί, δίχως να θυμάται λεπτομέρει-ες. «Καλησπέρα, σας γνωρίζω; Με συγχωρείτε που αδυνατώ να σας θυμηθώ, αλλά θα καταλαβαίνετε τη θλίψη μου», είπε ευγενικά ο Βί-κτωρ. Γνώριζε πως το χαμόγελο και η ευγένεια είναι το καλύτερο δια- βατήριο για να φτάσει κανείς εκεί που θέλει και ήταν σίγουρος πως κάτι θα κέρδιζε από αυτόν τον παράξενο κύριο. «Νεαρέ μου, έχουμε γνωριστεί ήδη. Δεν σε κατηγορώ που δεν θυμάσαι, άλλωστε ήσουν παιδί τότε. Λοιπόν, είμαι ο Στέφαν, μακρινός ξάδερφος του πατέρα σου, μα ταυτόχρονα πολύ κοντινός φίλος του», απάντησε εκείνος.

«Χαίρομαι που μετά από τόσα χρόνια επιτέλους σας γνωρίζω, ή καλύτερα, σας ξαναβλέπω. Παρ’ όλα αυτά, θα θέλατε να μου πείτε κάτι; Το βλέμμα σας ήταν αυτό που με τράβηξε∙ ήταν πολύ έντονο». Χωρίς να τον αφήσει να ολοκληρώσει το λόγο του, απάντησε: «Εί-σαι όντως, όπως ακριβώς σε περιέγραφε ο Μάικ, έξυπνος και καχύ-ποπτος. Η αλήθεια είναι πως θέλω να σου πω μια ιστορία που δεν πρόλαβες να μάθεις. Δεν είναι, όμως, εδώ κατάλληλο το μέρος. Στι-ούαρτ 571 είναι η διεύθυνσή μου. Θα σε περιμένω αύριο». Αμέσως μετά ο Στέφαν χάθηκε μέσα στο πλήθος των συγγενών και ο Βίκτωρ στεκόταν βουβός περιμένοντας να τελειώσει η τελετή ώστε να πάει σπίτι...

Ρόουζ Στριτ, ΛονδίνοΗ νύχτα προβλεπόταν δύσκολη. Τα λόγια του θείου του γυρνού-

σαν στο μυαλό του συνεχώς και δεν τον άφηναν στιγμή να ησυχάσει. «Μια ιστορία που δεν πρόλαβες να μάθεις»… Τι σήμαινε αυτό; Ηταν περίεργο, καθώς ο Στέφαν μέχρι πρότινος τού ήταν άγνωστος. Τί θα μπορούσε να του αποκαλύψει;

«Πώς είσαι;» τον ρώτησε η μητέρα του διακόπτοντάς τον όσο σκεφτόταν. «Δεν είναι εύκολο να ξεπεράσω τον χαμό του μπαμπά, θα πάρει χρόνο». Η απάντησή του ήταν αναμενόμενη. «Σε καταλα-βαίνω...Θα φύγεις αύριο;». Στον τόνο της αυτό υπήρχε ενδιαφέρον. Ο Βίκτωρ πρώτη φορά την άκουγε να του μιλά έτσι, αλλά επέλεξε να μην της απαντήσει. «Λυπάμαι», συμπλήρωσε η Τζέιν, «λυπάμαι για

112 «οι μαθητές γράφουν!»

όλα όσα έχουν συμβεί εξαιτίας μου. Έχω πραγματικά μετανιώσει, αλλά δεν μπορώ να ζητήσω συγχώρεση. Το ξέρω πως είναι αργά για κάτι τέτοιο». Βουρκωμένη έφυγε αφήνοντας πίσω της τον Βίκτωρ γεμάτο αμφιβολίες. Δεν πίστευε σε αυτά που άκουγε. Όσο μίσος ένιωθε τόσα χρόνια, ξαφνικά χάθηκε μέσα σε δευτερόλεπτα. Ήταν η πρώτη φορά που ο Βίκτωρ αποκοιμήθηκε ήρεμος. Την είχε συγχω-ρέσει...

Στιούαρτ 571, ΛονδίνοΕίχε κιόλας φτάσει. Αγχωμένος περίμενε έξω από το σπίτι του θεί-

ου του, ώσπου πήρε την απόφαση να χτυπήσει το κουδούνι. Καμία ανταπόκριση. Επιμένοντας για λίγα λεπτά εμφανίστηκε ο Στέφαν και τον καλωσόρισε. Φαινόταν σίγουρος πως ο Βίκτωρ θα τον επισκε-πτόταν, όμως εκείνος το μόνο που ήθελε ήταν να μάθει την αλήθεια για όσα δεν ήξερε.

«Οι γονείς σου ήταν από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια που γνώ-ρισα ποτέ μου. Πίστευαν πως το μοναδικό πράγμα που τους έλειπε για να είναι ολοκληρωμένοι, ήταν ένα παιδί. Έτσι, για αρκετά χρόνια έκαναν προσπάθειες δίχως κάποιο αποτέλεσμα. Ο οργανισμός της μητέρας σου είχε εξασθενίσει, λόγω των πολλαπλών αποβολών. Ο πατέρας σου ήταν εκείνος, λοιπόν, που αποφάσισε πως η υιοθεσία θα ήταν μια καλή ευκαιρία να αποκτήσουν το παιδί που τόσο επιθυ-μούσαν. Χωρίς δεύτερη, σκέψη έβαλαν μπροστά τις διαδικασίες της υιοθεσίας. Μια ακόμα απογοήτευση περίμενε τον Βίκτωρ. Το εισόδη-μά τους δεν ήταν αρκετό για να μπορέσουν να του προσφέρουν όσα είχαν ονειρευτεί και να καλύψουν τις ανάγκες του. Ενώ ο πατέρας σου ήταν απελπισμένος ψάχνοντας τρόπους, η μητέρα σου γινόταν όλο και πιο αδιάφορη, αφού αφοσιώθηκε στην αναζήτηση εργασίας που θα την έκανε σπουδαία. Το εμπόριο βρεφών αποτελούσε την ύστατη λύση για αυτούς. Με λίγη επιμονή, εμφανίστηκες εσύ στη ζωή τους». Ο Βίκτωρ παρέμενε βουβός. Τώρα πια όλα έπαιρναν νόη-μα. Όλα αντηχούσαν στο κεφάλι του και ο πόνος ζωγραφιζόταν στα μάτια του. «Ποιος είμαι;» κατάφερε να ψιθυρίσει. «Δεν μπορώ να απαντήσω. Μακάρι να μπορούσα, μα είναι αδύνατο! Οχι γιατί δεν θέλω, αλλά γιατί δεν γνωρίζω...»

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 113

Τα λόγια του θείου του τον χτυπούσαν σαν καρφιά. Δεν γνώριζε ποιος είναι. Ολα όσα θεωρούσε δεδομένα τόσα χρόνια, ξαφνικά εί-χαν χαθεί. Μα φυσικά! Πώς αγνοούσε όλα τα σημάδια; Ο υπεύθυνος των μοσχευμάτων σχεδόν του το είχε μαρτυρήσει! Και εκείνος φά-νηκε τόσο αφελής, πίστευε πως είχε χαμένο αδερφό. Στην πραγμα-τικότητα, όμως, ο ίδιος ήταν χαμένος και θα έμενε, έτσι, χαμένος για πάντα. Την ίδια ημέρα έφυγε από το Λονδίνο. Επέστρεφε επιτέλους στην Ελβετία.

Γενεύη, Ελβετία

Μετά την αποκάλυψη του μυστικού, ο Βίκτωρ αποφάσισε πως έπρεπε να ξεφύγει, ανοίγοντας τους δικούς του δρόμους, μακριά απ’ ό,τι τον ένωνε με τις άσχημες αναμνήσεις του παρελθόντος. Σβήνο-ντας, όμως, ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να έσβηνε και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον. Δεν είχε πια γονείς.

Σαν να μην υπήρξαν ποτέ για αυτόν. Το μόνο που τους θύμιζε ήταν η αγάπη του για τον Μάικ. Δεν τον είχε μισήσει. Ποτέ δεν θα το έκανε. Ωστόσο, με τη μητέρα του για χρόνια δεν είχε καμία επαφή. Ενημερώθηκε κάποια στιγμή για τον θάνατο της, χωρίς να τον νοι-άζει πια. Έτσι, κάθε υπόθεση του παρελθόντος που τον αφορούσε είχε κλείσει κι ήταν έτοιμος να φτιάξει τη ζωή του ξανά, τώρα, όπως ήθελε...Τίποτα πια δεν μπορούσε να τον συνδέσει με το Λονδίνο.

Κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια δίνοντας περισσότερη σημασία όχι σε αυτά που συνέβησαν, αλλά περισσότερο σε αυτά που επρό-κειτο να συμβούν. Σκοπός του πια ήταν να προσφέρει στην οικογέ-νεια που έκανε με την Καρολάιν όσα δεν του προσέφερε η δική του. Να προσπαθεί με κάθε τρόπο να εκφράζει την αγάπη του, να φρο-ντίζει, ώστε το παιδί του να έχει τα πάντα. Οι σχέσεις τους να είναι βασισμένες στην ειλικρίνεια.

Μπορεί να έμενε άγνωστος ακόμη και για τον ίδιο, μπορεί τελικά να βασανιζόταν ακόμα, αλλά το σίγουρο ήταν πως δεν μπορούσε να πάει πίσω στο χθες, γιατί ήταν κάποιος άλλος και καμία σχέση δεν θα ήθελε μαζί του∙ με τον παλιό του εαυτό… Τώρα, συνεχίζει τη ζωή του με νέα δεδομένα, πάλι από την αρχή… Αρχίζει από εκεί που ήταν κάποιος χωρίς πραγματική ταυτότητα.

11� «οι μαθητές γράφουν!»

ΜΕΡΟΣ Γ ΄

11� «οι μαθητές γράφουν!»

Αγάπη Λαμπρινοπούλου, Μιχαέλα Βασιλάκη, Κωνσταντίνα Αλεξανδροπούλου, Νάντια Κυριακοπούλου, Κωνσταντίνα Καρυδάκη

1ο Γυμνάσιο Νέας Μάκρης

Προβάλλεται βιντεοσκοπημένο δελτίο ειδήσεων.«Κυρίες και κύριοι καλησπέρα σας. Διακόπτουμε το πρόγραμμά μας

για να σας μεταδώσουμε μια έκτακτη είδηση. Λίγο μετά τις 2, τρεις δράστες μπήκαν με καλάσνικοφ στο υποκατάστημα της τράπεζας που βρίσκεται στην Ελευθερίου Βενιζέλου, στο Παλαιό Φάληρο. Οι δράστες προσπάθησαν να πάρουν τα χρήματα από το χρηματοκιβώτιο, αλλά, όπως όλα δείχνουν, η χρονοκαθυστέρηση που είχε το σύστημα τους πα-νικόβαλε. Ωστόσο, δεν έχασαν τον χρόνο τους αφού πριν διαφύγουν πήραν χρήματα από ένα ταμείο της τράπεζας και ομήρους δύο από τους υπεύθυνους του καταστήματος, τον διευθυντή και τον υποδιευθυντή. Εφυγαν από την πίσω πόρτα της τράπεζας, που βρίσκεται σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους. Λίγα μέτρα πιο κάτω, στο ρέμα της Πικροδάφνης, τους άφησαν ελεύθερους και χάθηκαν με τα αυτοκίνητά τους στους δρόμους της περιοχής. Αυτόπτες μάρτυρες παρακολούθη-σαν όλα όσα έγιναν και μας τα περιγράφουν».

‍‍ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗΠρόσωπα: Δημοσιογράφος- μάρτυρας 1 (γυναίκα με Αλτσχάιμερ)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Καλημέρα σας! Πώς ονομάζεστε; ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Εεε... Μαρία! Οχι, όχι... Κατερίνα... όχι, όχι... Δήμητρα! Ναι!

τώρα που το λες ονομάζομαι Δήμητρα!! ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορώ να σας κάνω μερικές ερωτήσεις για τη λη-

στεία που συνέβη στην τράπεζα σήμερα το πρωί;!ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ποια ληστεία; Ααα ναι τη ληστεία! Βεβαίως, κάνε μου το

τεστ!

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 11�

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εννοείται το ρεπορτάζ...! Λοιπόν, ξεκινάμε: Ήσα-σταν αυτόπτης μάρτυρας στη ληστεία που...

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Όπα όπα μορφονιέ...! Ποιος είσαι εσύ είπαμε και γιατί μου κάνεις τόσες ερωτήσεις;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εεε... δημοσιογράφος είμαι και υποτίθεται πως σας κάνω ρεπορτάζ...! Δεν μου απαντήσατε όμως στην ερώτηση που σας έκανα προηγουμένως...

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ααα ναι...! Δημοσιογράφος... σωστά...! Τι ερώτηση μου έκανες, κούκλε, είπες;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ααα μάλιστα...! Λέω... ήσασταν αυτόπτης μάρτυ-ρας στη ληστεία, σωστά;

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Εεε ναι! Αν θυμάμαι καλά είδα κάτι κυρίους να βγαίνουν από το φαρμακείο!

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιό φαρμακείο;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Είπα εγώ για φαρμακείο; Την τράπεζα είπα! Αχ, αυτό το

Αλτσχάιμερ! Κρίμα...! Κι είσαι νέο παιδί!

Κωνσ

ταντ

ίνος

Λια

κόπο

υλος

11� «οι μαθητές γράφουν!»

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ασχολίαστο...! Τέλος πάντων... Τι ακριβώς είδατε;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Τι είδα; Ααα ναι...! Είδα που λες κάτι κυρίους να βγαίνουν

από το φαρμακείο... εε απ’ την τράπεζα, με κάτι σακούλες μαντα-ρίνια!! Ή μήλα ήταν; Πάντως με κάτι σακούλες έτρεχαν προς τα κάπου που δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή...

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι περίεργο...! (ειρωνικά) Εννοείτε πως κρατούσαν σακούλες με λεφτά!

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Είπα εγώ πως κρατούσαν σακούλες;ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ααα δε βγάζω άκρη...! Τι ώρα περίπου συνέβησαν

όσα είδατε;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Γύρω στις 03.00 θα ήταν... ή στις 05.00...; Πάντως κάπου

εκεί έγινε η συναυλία του Ρέμου!ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εννοείται η ληστεία...!ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ποια ληστεία; Έγινε ληστεία; Ο Θεός να μας φυλάει!!ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ααα καλά...! Ευχαριστώ πολύ για τον κόπο σας!

Να ‘στε καλά και καλή σας μέρα!ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Να ‘σαι καλά, Αντώνη μου!

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗΠρόσωπα: Δημοσιογράφος- μάρτυρας 2(η ποιήτρια)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι ώρα έγινε η ληστεία;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Πρέπει να ήταν γύρω στις 2, όπου ο μεσημεριανός ήλιος

έλουζε τα ελάχιστα δέντρα του πάρκου της περιοχής. Οι ακτίνες ήταν καυτές και η ζέστη γλυκιά νιώθοντας ένα αίσθημα γαλήνης κάτω από το γαλάζιο ουρανό.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πόσοι ήταν οι ληστές; Μπορείτε να τους περιγρά-ψετε;

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ήταν 3. Ο ένας ήταν ψηλός και χρυσές μπούκλες άγγιζαν το τέλεια τετραγωνισμένο πρόσωπό του. Τα μάτια του ήταν γαλά-ζια σαν τη θάλασσα και φανέρωναν την ομορφιά της ψυχής του. Τους υπόλοιπους δεν τους πρόσεξα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι ακριβώς συνέβη στη ληστεία;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Όταν οι τρεις ληστές πήγαν να πάρουν τα λεφτά

τους βρήκε μεγάλη συμφορά. Αφού το σύστημα είχε προβλήματα πολλά

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 11�

πήραν όσα βρήκαν μετρητά. Έφυγαν μαζί με δυο ομήρους τον διευθυντή, τον υποδιευθυντή πήγαν μέχρι την στροφή μα τους έπιασαν εκεί.

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗΠρόσωπα: Δημοσιογράφος- μάρτυρας 3 (το «ψώνιο»)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πείτε μας, τι ξέρετε για τη ληστεία; ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ήταν λίγο μετά τις 2 να φανταστώ, αφού μόλις είχα

τελειώσει τα ψώνια μου από το εμπορικό. Βλέπετε, τα μαγαζιά κλείνουν τόσο νωρίς που μας αναγκάζουν εμάς τους ωραίους να τελειώνουμε τα πολύτιμα ψώνια μας μόλις στις 2 η ώρα! Τι να πεις; Που λέτε, περπατούσα στην Ελευθερίου Βενιζέλου –που παρεμπιπτόντως, ήταν ένας δρόμος γεμάτος απορρίμμα-τα και χίλιες βρωμιές!– και ξαφνικά βλέπω να μπαίνουν δύο άνθρωποι μέσα στην τράπεζα τρέχοντας και φωνάζοντας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς έδειχναν εμφανισιακά;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ήταν ένας ψηλός και ένας κοντός. Και οι δύο κακοντυμέ-

νοι φυσικά, αφού ήταν ολοφάνερο πως δεν είχαν ιδέα από μόδα, attitude και στυλ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και τι έκαναν;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Τους βλέπω, που λέτε, να προσπαθούν να πάρουν κάτι

χρήματα από ένα εντελώς απαρχαιωμένο χρηματοκιβώτιο, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο δεν τα κατάφεραν. Μετά, μέσα στο άγ-χος μου μήπως και με πειράξουν –έτσι και μου άγγιζαν το φόρεμα του Γαβαλά, δεν ξέρω κι εγώ τι θα γινόταν– τους πήρε το σκιστό ματάκι μου να γραπώνουν λεφτά από ένα άλλο ταμείο, να κρα-τούν πολλούς ομήρους και δύο από τους υπεύθυνους του κατα-στήματος. Μάλλον υπεύθυνοι ήταν, γιατίιι….. τους έκοψα εγώ! Κουστουμαρισμένοι, μυρωδάτοι και με λεφτάααα!!

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μετά τι έγινε;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Έπειτα, παρατήρησα πως έφυγαν από την πίσω πόρτα

που βγάζει σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους. Τα μαγαζιά που υπάρχουν εκεί, ΧΑΡΜΑ!! Α ναι! Να μην ξεχάσω! Είδα

120 «οι μαθητές γράφουν!»

και έναν κυριούλη από απέναντι που παρακολουθούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ληστείας. Πάντως τον είδα που μου έκλεινε το ματάκι, αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία…. Ήταν φανερά κατώ-τερης τάξεως! Ο μάρτυρας αυτός είπε πως είδε να φτάνουν στο σημείο μηχανές του Άρη, όπα! Της ΔΙΑΣ! Ξέρετε, αυτοί οι τύποι με τη στολή….

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και τι άλλο σας είπε;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Μετά βγήκε, λέει, μια κοπελιά από το κατάστημα και

ενημέρωσε τους αστυνομικούς ότι οι παλιομοδίτες ληστές βρίσκονταν ακόμα μέσα στο κατάστημα. Μετά από λίγη ώρα, βγήκαν οι ληστές κρατώντας τους κουστουμάτους για ομήρους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και οι αστυνομικοί τι έκαναν; ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Οι αστυνομικοί, οι καημένοι, δεν είχαν παρά να μην

πλησιάσουν τους ληστές. Στο τέλος, οι ληστές, αμέριμνοι, απο-χώρησαν πεζοί από την οδό Ερατούς. Περισσότερα, ΔΕΝ μπορώ να σας πω καθώς βιάζομαι να πάω κομμωτήριο και μετά για μα-νικιούρ!!!

ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗΠρόσωπα: Δημοσιογράφος- μάρτυρας 4 (ο μάγκας)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι ώρα συνέβη;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Πού να ξέρω ρε δικέ μου, δεν ήταν και πολύ κομπλέ

φάση για να κοιτάξω στο βραχιόλι , αυτό μωρέ το ρολόι για το τι ώρα έπαιζε να ήταν. Δεν θα ήταν 2 νταν ; Κάπου εκεί.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι ακριβώς είδατε ;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Άστα να πάνε, ρε φιλαράκι. Έκαναν ντου στο μαγαζί

για να πάρουν το ρευστό απ’ αυτό μωρέ το κουτί, το χρηματο-κιβώτιο αλλά το μηχάνημα αργούσε και καθυστερούσε και τα τυπάκια τα έπαιξαν. Έτσι πήγαν στο ταμείο και πήραν ό, τι βρή-καν, έτσι φάτσα φόρα και με ομήρους τον υποδιευθυντή και τον διευθυντή.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς απέδρασαν;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια που λες από την

πίσω πόρτα.ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι όμηροι πού βρέθηκαν;

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 121

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Τι να σου λέω ... τζάμι την έβγαλαν, γιατί δεν έπαθαν τίποτα. Τους αμόλησαν κάπου εκεί σε ένα ρέμα ρε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχει κάποιος που είδε τι συνέβη;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Από πρώτο χέρι τα γνωρίζει ένας που ήταν απένα-

ντι από το μαγαζί και τα περιέγραψε στα μπατσόνια της Δίας .

ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗΠρόσωπα: Δημοσιογράφος- μάρτυρας 5 (η πολυλογού)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είστε μάρτυς του επεισοδίου;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Μάλιστα εσείς τι είστε;ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συγγνώμη μαντάμ, κυρία, δεσποινίς , ό, τι στο

καλό είστε!ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Για εσάς, πανέμορφε κύριε, είμαι η Ρούλα, πάντως όχι

η Κορομηλά είμαι κάτι πολύ καλύτερο!ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κυρία Ρούλα , εγώ κάνω τις ερωτήσεις και εσείς

τις απαντήσεις !ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Ναι, δηλαδή μάλιστα. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ας ξεκινήσουμε! Είδατε τους 3 ληστές;ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Μάλιστα! τους είδα ήταν και οι τρεις ψηλοί, γεροδεμέ-

νοι και πολύ κούκλοι.ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Περιγράψτε μου τις κινήσεις τους!ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Βασικά ο ένας ήταν σαν τον πατέρα μου που μπαίνει

στο σούπερ μάρκετ, παίρνει ό, τι βρει, το βάζει στο καλάθι για να τελειώνει γρήγορα και φεύγει. Ετσι ακριβώς ήταν και ο ένας λη-στής. Ο άλλος πάλι σαν την αδερφή μου τη Βικτώρια, όχι μάλλον σαν την Αγάπη ήταν που κινείται με ρυθμούς χελώνας, πάει να ψωνίσει και μέχρι να παρκάρει, να βγει από το αυτοκίνητο και να μπει στο μαγαζί ξημερώσαμε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν σας είπα κυρία μου να μου περιγράψετε το σόι σας αλλά να μου πείτε τι έκαναν οι ληστές.

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Εντάξει, για να μην σας τα πολυλογώ…. Πού είχα μείνει; Ααα στο καλύτερο, μπαίνει που λες στο μα-γαζί κοιτάει τις κρεμάστρες, μετά τα ρούχα και αρχί-ζει να δοκιμάζει, κάνει 10 ΩΡΕΣ και στο τέλος φεύγει με

122 «οι μαθητές γράφουν!»

τα χέρια γεμάτα όπως οι ληστές τα πήραν όλα και έφυγαν! Ο τρίτος ληστής πάλι ήταν σαν τη θεία μου την Τούλα που όλο μιλάει. Έτσι και ο ληστής.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αφού αναλύσαμε όλο το σόι σας. Ας μιλήσουμε και........

ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Λυπάμαι, βιάζομαι δε μπορώ να σας πω περισσότε-ρα. Ο κύριος από το απέναντι κατάστημα τα είδε όλα και είμαι σίγουρη πως μπορεί να σας περιγράψει το συμβάν με κάθε λε-πτομέρεια.

Κατερίνα Παρνασσά

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 123

Χριστίνα ΚεφαλίδηΚαλλιτεχνικό Λύκειο Γέρακα

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ(Ένα μικρό πάρκο. Στα αριστερά τη σκηνής υπάρχει ένα μικρό παγκάκι. Στο παγκάκι κάθεται ο Αυτός καθισμένος σταυροπόδι με το αμερικάνικο στυλ και στρίβει ένα τσιγάρο. Μπαίνει ο Νίκος.)ΑΥΤΟΣ: Καλημέρα, φιλαράκι. (Ο Νίκος τον αγνοεί.) Καλημέρα, ρε!ΝΙΚΟΣ: Σε μένα μιλάς;ΑΥΤΟΣ: Ναι.ΝΙΚΟΣ: Και τι θες;ΑΥΤΟΣ: Να σε καλημερίσω.ΝΙΚΟΣ: Δε με παρατάς, ρε φίλε. Με ήξερες κι από χθες;ΑΥΤΟΣ: Ακριβώς, από χθες σε ξέρω.ΝΙΚΟΣ: Όρεξη έχεις, βλέπω.ΑΥΤΟΣ: Τι μέρα ήτανε χθες; Σάββατο; Ε, λοιπόν, σε ξέρω από το

Σάββατο.ΝΙΚΟΣ: Εσύ μπορεί να με ξέρεις, εγώ όμως ούτε που σε θυμάμαι, γι’

αυτό παράτα με.ΑΥΤΟΣ: Εμ, βέβαια, πού να με θυμάσαι. Δεν είμαι δα και ο τύπος

ανθρώπου που κάνει εντύπωση.ΝΙΚΟΣ: Επειδή βλέπω ότι δεν έχεις σκοπό να σταματήσεις, φεύγω.

(Ξεκινάει να φύγει.)ΑΥΤΟΣ: Ποιος θα πρόσεχε έναν άνθρωπο σαν και μένα. Χάνομαι

μέσα στον κόσμο, ιδιαίτερα σε μία στάση μετρό. (Ο Νίκος σταματάει και γυρνάει απότομα προς το μέρος του.)ΝΙΚΟΣ (πανικόβλητα): Ησουν στη στάση;ΑΥΤΟΣ: Βλέπω, άρχισες να θυμάσαι. Σε παρακαλώ, μη φοβάσαι, δεν

πρόκειται να σε καρφώσω. Δεν είναι του χαρακτήρα μου.ΝΙΚΟΣ (έχοντας βρει την αυτοκυριαρχία του): Δεν καταλαβαίνω τι

μου λες.ΑΥΤΟΣ: Ω, έλα τώρα! Ας μην πιάσουμε αυτό το τροπάρι. «Δεν

ξέρω», και καλά, «τίποτα για τον φόνο.»

12� «οι μαθητές γράφουν!»

ΝΙΚΟΣ: Ποιο φόνο;ΑΥΤΟΣ: Τι; Δε διάβασες εφημερίδες; Κρίμα, αλλά για μια στιγμή (βγά-

ζει από το μπουφάν του μια εφημερίδα και του την δίνει) να, έχω εδώ μία. Στην 5η σελίδα κοίτα.

ΝΙΚΟΣ (αφού διαβάσει): Ώστε...ΑΥΤΟΣ: Ναι, ξεψύχησε στις... δώδεκα ακριβώς δε γράφει εκεί; Αν

και η αλήθεια είναι πως είχε πεθάνει ήδη από τις δώδεκα παρά τέταρτο.

ΝΙΚΟΣ: Και πού το ξέρεις εσύ;ΑΥΤΟΣ: Ε, πες το εσωτερικό μάτι.ΝΙΚΟΣ: Μιας και ήρθαν έτσι τα πράγματα πρέπει να ξέρεις πως...ΑΥΤΟΣ: Τι; Ότι δεν ήθελες να τον σκοτώσεις και ότι κατά βάθος είσαι

καλός άνθρωπος; Μην σκοτίζεσαι, δεν είμαι εδώ για να σε κρίνω ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Θα ήθελα, όμως, να σου κάνω μια ερώτη-ση: πώς ένιωσες όταν τον χτύπησες για πρώτη φορά;

(Ο Νίκος φεύγει τρέχοντας.)

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ(Σπίτι του Νίκου. Η μάνα σιδερώνει μπροστά σε μια τηλεόραση, ενώ ο πατέρας κάθεται στον καναπέ και διαβάζει μια εφημερίδα. Ακούγεται το σήμα του δελτίου ειδήσεων).ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΡΙΑ (εκτός σκηνής): Καλησπέρα σας, κυρίες και κύριοι

και καλώς ήρθατε στο απογευματινό δελτίο ειδήσεων του σταθ-μού μας. Στις έξι σήμερα το πρωί, ομάδα νεαρών επιτέθηκε με μαχαίρια σε αλλοδαπό σε στάση του μετρό. Ο 25χρονος Αιγύπτι-ος μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο τραυματισμένος σοβαρά στην κοιλιακή χώρα και στο κεφάλι. Παρότι οι γιατροί κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, ο νεαρός μετανάστης απεβίωσε στις 12:00. Η Αστυνομία συνεχίζει τις έρευνες για εντοπισμό των δραστών που...

(Ο πατέρας παίρνει το τηλεχειριστήριο και κλείνει την τηλεόρα-ση.)

ΜΑΝΑ: ΄Ωχου, ρε Κώστα, γιατί την έσβησες; Ήθελα να δω τον καιρό.ΠΑΤΕΡΑΣ: Δε με παρατάς, που κάθεσαι και ακούς αυτά τα «παπαγα-

λάκια». Ακούς εκεί, δράστες! Το καθήκον τους προς τη χώρα που τους γέννησε έκαναν τα παιδιά.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 12�

ΜΑΝΑ: Μα σκότωσαν άνθρωπο!ΠΑΤΕΡΑΣ: Άνθρωπο! Ζώο σκότωσαν. Ένα ζώο, που αύριο μπορεί να

ερχόταν και να ’παιρνε τη δουλειά του γιόκα σου, που μπορεί να ερχόταν και να σε λήστευε ή να σε σκότωνε. Αυτά τα παιδιά είναι Έλληνες. Όχι σαν τον δικό μου τον ξεφτίλα.

ΜΑΝΑ: Μη το λες έτσι το παιδί, Κώστα. (Μπαίνει ο Νίκος.)ΠΑΤΕΡΑΣ: Κατά φωνή! Για σένα μιλούσαμε τώρα. Έμαθες γι’ αυτούς,

τους λεβέντες, που πλάκωσαν εκείνον τον Πακιστανό;ΝΙΚΟΣ: Αιγύπτιος ήταν.ΠΑΤΕΡΑΣ: Τι είπες;ΝΙΚΟΣ: Λέω, κάτι πήρε τ’ αυτί μου.ΠΑΤΕΡΑΣ: Αυτά είναι παλικάρια!ΜΑΝΑ: Πώς είσαι, Νίκο μου;ΝΙΚΟΣ (βαριεστημένα): Καλά.ΠΑΤΕΡΑΣ: Για έλα να σου πω μια στιγμή.

Γιάν

νης Γ

ιανν

ετάκ

ης

12� «οι μαθητές γράφουν!»

ΝΙΚΟΣ: Τι θέλεις, πατέρα;ΠΑΤΕΡΑΣ: Μωρέ, έλα να σου πω ένα λεπτό.ΝΙΚΟΣ: Τι θέλεις, πατέρα;ΠΑΤΕΡΑΣ (θυμωμένα): Τι να θέλω, μωρέ; Τι να θέλω; Θέλω κι εγώ

να είμαι περήφανος για σένα. Αλλά εσύ μόνο με αυτόν τον χέστη τον Θωμά κάνεις παρέα. Μόνο πίσω από τα φουστάνια της μάνας σου ξέρεις να τρέχεις.

ΝΙΚΟΣ: Τι στο διάολο θέλεις να κάνω;ΠΑΤΕΡΑΣ: Να ξεβρωμίσεις την πατρίδα μου, να τι θέλω να κάνεις.ΜΑΝΑ: Σε παρακαλώ, Κώστα, μη μιλάς έτσι.ΠΑΤΕΡΑΣ: Ω, σκάσε κι εσύ. (Βγαίνει).ΝΙΚΟΣ: Πάω στο δωμάτιό μου.

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ(Μια στάση του μετρό. Ο Νίκος περπατάει κοιτώντας δεξιά και αριστερά. Ο Αυτός στέκεται χαλαρά στον τοίχο χωρίς να έχει γίνει αντιληπτός. Στρίβει ένα τσιγάρο.)ΑΥΤΟΣ: Ο δράστης, τελικά, γυρίζει πάντα στον τόπο του εγκλήματος.ΝΙΚΟΣ: Πάλι εσύ; Τι θέλεις και με κυνηγάς;ΑΥΤΟΣ: Εγώ δεν θέλω τίποτα. Μήπως, όμως, εσύ, θέλεις κάτι από

μένα;ΝΙΚΟΣ: Σαν τι να θέλω;ΑΥΤΟΣ: Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω. Μπορεί να θέλεις χρήματα,

γυναίκες, άφεση αμαρτιών.ΝΙΚΟΣ: Βρες, ρε φίλε, κανέναν άλλο να δουλέψεις. Εντάξει;ΑΥΤΟΣ: Γιατί αλλιώς, τι θα μου κάνεις ;ΝΙΚΟΣ: Θα... (Σηκώνει απειλητικά τη γροθιά του.)ΑΥΤΟΣ: Τι; Θα με δείρεις; (Ο Νίκος ξεφυσά αγανακτισμένα.)ΑΥΤΟΣ: Ξέρεις κάτι; Ισως θα ’πρεπε να φοβηθώ. Στο κάτω κάτω

έχεις σκοτώσει και άνθρωπο.ΝΙΚΟΣ: Σκάσε!ΑΥΤΟΣ: Γιατί; Λέω ψέματα; Μήπως το αρνείσαι;ΝΙΚΟΣ: Σου είπα να σκάσεις!ΑΥΤΟΣ: Ω, έλα τώρα, πώς είναι δυνατόν να το παίρνεις τόσο στα

σοβαρά. Ξέρεις πόσα τροχαία γίνονται κάθε μέρα;

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 12�

ΝΙΚΟΣ: Όχι.ΑΥΤΟΣ: Εγώ ξέρω και, ειλικρινά, πιστεύεις ότι έχει σημασία; Μήπως

νομίζεις ότι εσύ σκότωσες αυτόν τον τύπο; Όχι δα, ο κόσμος φτιάχτηκε για να γυρίζει. Κανείς δε θα στεναχωρηθεί για έναν ακόμα νεκρό. Οι στενοί συγγενείς εξαιρούνται.

ΝΙΚΟΣ: Γιατί με βασανίζεις;ΑΥΤΟΣ: Να δεις κλάμα που έριξε η μάνα του. Πω, πω! Έπρεπε να

’σουν εκεί. Άλλο να στο λέω και άλλο να το βλέπεις.ΝΙΚΟΣ: Απορώ γιατί κάθομαι και σε ακούω.ΑΥΤΟΣ: Αλήθεια, στη μαμάκα σου το ’πες;ΝΙΚΟΣ: Τι να της πω;ΑΥΤΟΣ: Να ότι συμμετέχεις σε προγράμματα «απολύμανσης».ΝΙΚΟΣ: Μην τολμήσεις να της πεις τίποτα.ΑΥΤΟΣ: Ώστε, λοιπόν, σκοπεύεις να της το κρατήσεις κρυφό. Ενδια-

φέρον. Πάντως μην ανησυχείς. Εγώ, δεν πρόκειται να πω τίποτα.

ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ(Μπροστά από την πόρτα μιας παλιάς πολυκατοικίας. Στους τοίχους γύρω είναι γραμμένα συνθήματα: «ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΒΡΩΜΙΣΕΙ Ο ΤΟΠΟΣ». «ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΞΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΡΕΜΑΛΑ» κ.ά. .)ΘΩΜΑΣ: Επ, Νίκο, τι κάνεις εκεί;ΝΙΚΟΣ: Α, Θωμά, εσύ είσαι;ΘΩΜΑΣ: Γιατί κοντοστέκεσαι μπροστά από την πόρτα;ΝΙΚΟΣ: Να, σκεφτόμουν.ΘΩΜΑΣ: Τι σκεφτόσουν;ΝΙΚΟΣ: Για εκείνον. Το έμαθες; Πέθανε.ΘΩΜΑΣ (με ελαφρά ανησυχία): Το έμαθα. Και;ΝΙΚΟΣ: Ίσως δε θα ’πρεπε.ΘΩΜΑΣ: Δε θα ’πρεπε τι;ΝΙΚΟΣ: Ίσως δε θα ’πρεπε να τους χτυπάμε τόσο πολύ, ίσως θα ’πρε-

πε να προσέχαμε να...ΘΩΜΑΣ: Ησυχία, κάποιος έρχεται. (Μπαίνει ο 12. ΠΡΟΣΟΧΗ!!! Όλοι οι χαρακτήρες-αριθμοί πρέπει

να ενσαρκώνονται χωρίς κάποιον ιδιαίτερο χαρακτήρα, αλλά ως μια συνολική μάζα.)

12: Γεια σας, παιδιά.

12� «οι μαθητές γράφουν!»

ΘΩΜΑΣ: Γεια σου, Σταύρο.12: Τι κάνετε εδώ έξω;ΘΩΜΑΣ: Να, κάτι συζητάμε.12: Κάντε γρήγορα, γιατί έχουμε δουλειά.ΘΩΜΑΣ: Μην ανησυχείς, ερχόμαστε. (Ο 12 βγαίνει και ο Θωμάς αρπάζει τον Νίκο από τον γιακά.)ΝΙΚΟΣ: Ε, τι κάνεις;ΘΩΜΑΣ: Άκου να σου πω, κακομοίρη μου, κανόνισε να μην ξαναπείς

τέτοια πράγματα και με πάρεις και μένα στο λαιμό σου που σε έφερα εδώ.

ΝΙΚΟΣ: Μα δεν είπα και...ΘΩΜΑΣ: Τέρμα οι κουβέντες. Αμα έχεις κότσια και πατριωτισμό, συ-

νέχισε εδώ μαζί μας και μη μιλάς. Αμα δε θέλεις, δίνε του.

ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗ(Ένα παλιό, σκονισμένο δωμάτιο. Στο κέντρο βρίσκεται ένα τραπέζι. Στο τραπέζι κάθονται μισή ντουζίνα νέοι. Ο 12 κάθεται στην κορυφή του τραπεζιού. Μπαίνουν ο Θωμάς και ο Νίκος.)12: Ήρθατε και σεις. Καθίστε. Έχουμε ακόμα πέντε λεπτά για να ξε-

κινήσουμε.ΝΙΚΟΣ: Μήπως να το αναβάλουμε, ρε παιδιά;12: Τι λέει αυτός, Θωμά;ΘΩΜΑΣ: Τίποτα, βλακείες. Απλά τον ενοχλεί το σκοτάδι. Έτσι δεν εί-

ναι, Νίκο;ΝΙΚΟΣ: Ετσι.12: Κοντεύουμε, πάω να ετοιμάσω τα πράγματα.ΘΩΜΑΣ: Έρχομαι κι εγώ μαζί σου. (Βγαίνουν.)32: Η εντολή διατάζει και χώρος για φόβους δεν υπάρχει.ΝΙΚΟΣ: Τι λες;32: Η εντολή διατάζει και θα πάμε.ΝΙΚΟΣ: Εντάξει, ρε φίλε, το κατάλαβα.32: Η εντολή διατάζει και θα πάμε.ΝΙΚΟΣ: Ξεκόλλα, ρε. Πάμε να βρούμε τα παιδιά.32: Δεν υπάρχει τέτοια εντολή. Η εντολή διατάζει.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 12�

ΝΙΚΟΣ: Ποια εντολή; Τι λες;32: Μη μιλάς! Δεν υπάρχει εντολή.ΝΙΚΟΣ: Δε με παρατάς, μουρλέ! (Βγαίνει.)

ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ(Ένα άλλο δωμάτιο. Ένας καναπές βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής και ακριβώς από πίσω του μια ξύλινη πόρτα. Ο Αυτός κάθεται στον καναπέ και στρίβει ένα τσιγάρο.)ΑΥΤΟΣ (κοροϊδεύοντας): Η εντολή διατάζει.ΝΙΚΟΣ: Α, εσύ είσαι;ΑΥΤΟΣ: Μη μιλάς. Δεν έχεις πάρει εντολή.ΝΙΚΟΣ: Άφησε με ήσυχο, επιτέλους. Και σταμάτα να μου φέρεσαι σαν

να είμαι κάποιο ηλίθιο ρομπότ που δεν καταλαβαίνει τίποτα.

Γιάννης Γιαννετάκης

130 «οι μαθητές γράφουν!»

ΑΥΤΟΣ (χειροκροτά): Μπράβο, μπράβο! Οσκαρ Α΄ ανδρικού ρόλου στον Νίκο, για τον ρόλο του αδιάφθορου νέου.

ΝΙΚΟΣ: Δεν αντέχω άλλο να σε ακούω.ΑΥΤΟΣ: Τρέξε, τρέξε. Πρόσεξε μην περάσει η ώρα. Η εντολή διατάζει

και αλίμονο σ’ όποιον την παρακούσει.

ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ(Ένας δρόμος στο κέντρο. Ο 12, ο 20, ο Νίκος και ο Θωμάς μπαίνουν τρέχοντας. Από πίσω τους ακολουθούν πέντε άλλοι άνδρες.)12: Καλά, ρε, είσαι τελείως ηλίθιος;ΝΙΚΟΣ: Δεν μπορούσα να το κάνω. Δεν μπορούσα. Δεν μπορούσα.20 (τον πιάνει από το γιακά): Άκου να σου πω, δεν πρόκειται να την

πληρώσουμε όλοι εμείς εξαιτίας σου.12: Φεύγουμε τώρα και μην τολμήσεις να μας ξαναμιλήσεις, γιατί

αλλιώς θα βρεθείς στην ίδια θέση με αυτούς. (Βγαίνουν.)ΝΙΚΟΣ: Θωμά...ΘΩΜΑΣ: Γιατί, ρε Νίκο; Γιατί έβγαλες μπροστά τους τη μάσκα σου;ΝΙΚΟΣ: Μην ανησυχείς, Θωμά, αφού δεν ξέρουν ποιος είμαι.ΘΩΜΑΣ: Και νομίζεις; Πώς είναι δύσκολο να μάθουν;ΝΙΚΟΣ: Τι εννοείς;ΘΩΜΑΣ: Εγώ φταίω που σε πήρα μαζί μου, αφού το ’ξερα πως δεν

τα αντέχεις κάτι τέτοια.ΝΙΚΟΣ (πιο αγχωμένα και πιο δυνατά): Τι εννοούσες με αυτό που

είπες πριν, Θωμά; Τι θα πει δεν είναι δύσκολο να μάθουν;ΘΩΜΑΣ: Αυτοί οι άνθρωποι είναι παντού.ΝΙΚΟΣ: Ποιοι ήταν αυτοί που πήγαμε να χτυπήσουμε, Θωμά;ΘΩΜΑΣ: Δεν καταλαβαίνεις, ρε Νίκο; Υπάρχουν δύο είδη ξένων. Εί-

ναι κείνοι που μας παίρνουν τις δουλειές και κάθονται ήσυχοι στα σπίτια τους...

ΝΙΚΟΣ (ψιθυριστά): Ο Αιγύπτιος.ΘΩΜΑΣ: Και είναι και κείνοι, που οργανώνονται, που γίνονται κλί-

κες, που έχουν χαφιέδες παντού. Όποιος και να θέλει να κρυφτεί από αυτούς, δεν μπορεί. Τον βρίσκουν. Βρίσκουν αυτόν, την οικο-γένειά του…

ΝΙΚΟΣ: Η μάνα μου.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 131

ΘΩΜΑΣ: Τι;ΝΙΚΟΣ: Η μάνα μου, Θωμά. Πρέπει να γυρίσω σπίτι. Πρέπει να την

προστατεύσω. (Βγαίνει τρέχοντας.)ΘΩΜΑΣ: Πού πας, Νίκο;

ΣΚΗΝΗ ΟΓΔΟΗ(Το σαλόνι του σπιτιού του Νίκου, όπως στη 2η σκηνή. Ο Αυτός στέκεται δίπλα στην πόρτα και στρίβει ένα τσιγάρο. Στη σκηνή επικρατεί σκοτάδι, όμως ο Αυτός φαίνεται. Ο Νίκος μπαίνει, πατάει έναν διακόπτη και τα φώτα ανάβουν.)ΝΙΚΟΣ: Μάνα! Μάνα, είσαι στο σπίτι;ΑΥΤΟΣ: Ποιον ψάχνεις;ΝΙΚΟΣ: Παράτα με. Άσε με να ψάξω.ΑΥΤΟΣ: Μήπως ψάχνεις τον πατέρα σου; (Ο Νίκος τον αγνοεί και μπαίνει και βγαίνει ψάχνοντας όλα τα δω-

μάτια.)ΑΥΤΟΣ: Ή μήπως ψάχνεις τη γλυκιά σου τη μανούλα;ΝΙΚΟΣ: Ξέρεις πού είναι;ΑΥΤΟΣ: Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. (Ο Νίκος τον αρπάζει και τον κολλάει στον τοίχο.)ΝΙΚΟΣ: Λέγε, ρε! Πού είναι η μάνα μου;ΑΥΤΟΣ: Ποιος ξέρει; Ισως τώρα που μιλάμε να ταξιδεύει;ΝΙΚΟΣ: Αν δε μιλήσεις τώρα, ειλικρινά δεν ξέρω τι μπορώ να σου

κάνω.ΑΥΤΟΣ: Καλά. Όχι ότι φοβάμαι. Πήγαινε να κοιτάξεις στην κουζίνα. (Ο Νίκος στρίβει και πηγαίνει προς την πόρτα.)ΑΥΤΟΣ: Και πού ’σαι. Δεν χρειάζεται να ανησυχείς άλλο για μένα.

Φεύγω. (Ανάβει το τσιγάρο.) Αυτό που ήταν να κάνω το έκανα και για να μη με ξεχάσεις σου έχω αφήσει ένα δώρο πάνω στο ράφι της κουζίνας. Ακουσες; Πάνω στο ράφι της κουζίνας.

(Ο Αυτός βγαίνει. Το ίδιο και ο Νίκος.)ΝΙΚΟΣ (εκτός σκηνής): Μάνα; Μάνα; Μά…να…

132 «οι μαθητές γράφουν!»

ΠΡΩΤΟ ΤΕΛΟΣ

ΑΥΤΟΣ ( εκτός σκηνής, η φωνή σαν ηχογραφημένη): Και για να μη με ξεχάσεις, σου έχω αφήσει ένα δώρο πάνω στο ράφι της κουζίνας. Πάνω στο ράφι της κουζίνας. (Παύση.)

(Ξαφνικά ακούγεται ένας πυροβολισμός και την ίδια στη στιγμή μπαίνει στη σκηνή τρέχοντας το Θωμάς.)

ΘΩΜΑΣ: ΝΙΚΟ!

ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΕΛΟΣ

(Μπαίνει στη σκηνή ο Νίκος, παραπατώντας. Τα χέρια του τρέμουν. Κρατάει ένα πιστόλι. Μετά από λίγο μπαίνει μέσα ο Θωμάς και κοιτάζει τον Νίκο.)ΑΥΤΟΣ ( εκτός σκηνής, η φωνή σαν ηχογραφημένη): Και για να μη με

ξεχάσεις, σου έχω αφήσει ένα δώρο πάνω στο ράφι της κουζίνας. Πάνω στο ράφι της κουζίνας. (Ο Νίκος σηκώνει το χέρι του και φέρνει αργά το πιστόλι προς τον κρόταφό του. Ο Θωμάς τρέχει και του παίρνει το πιστόλι.)

ΘΩΜΑΣ: Μη, Νίκο. Θα βρούμε μαζί μια λύση. Θα ξεμπλέξουμε.

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 133

ΜΕΡΟΣ Δ΄

13� «οι μαθητές γράφουν!»

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓAΣΤΗΡΙΟ:

οι μαθητές γράφουν 2013!

ΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ(ελεύθερη πρόσβαση στα έργα http://dide-anatol.att.sch.gr)

1ο ΓυμνΑσιο ΑυλΩνΑ Ποιήματα

Βασιλική Σιφναίου, «Το ηφαίστειο της αγάπης μας» (Έπαινος)

2ο ΓυμνΑσιο ΑχΑρνΩν

ΠοιήματαΒαγγέλης Δελημόσης, «Η φύση μου γελά» (Έπαινος)

Αναστασία Κολπακίδη, «Μέρες χωρίς εσένα» (Έπαινος)

Εμμανουέλα Μάζη, «Ακολούθα την καρδιά σου» (Έπαινος)

ΠεζάΔημήτρης Βαλκάνης, «Το νησί χωρίς όνομα» (Έπαινος)

Μαρία Θεοδοσιάδου, Εμμανουέλα Μάζη, «Ένα νέο ξεκίνημα» (Έπαινος)

Κωνσταντίνος Θεοτοκάτος, «Η άλωση της Πόλης» (Έπαινος)

Βαλεντίνη Κολπακίδη, «Το μαύρο αγόρι» (Έπαινος)

Μαρία Κριθαρά, «Όλα για τον έρωτα» (Έπαινος)

Αθηνά Κυριακίδου, «Το στοιχειωμένο σπίτι» (Έπαινος)

Κλαούντια Μεμούσι, «Ένας άγγελος» (Διάκριση)

Σιίκα Μπαράκοβα, «Μια υπέροχη φωνή» (Έπαινος)

Φάνης Πανής, Παύλος Ζάχαρης, «Το ημερολόγιο του τρόμου» (Έπαινος)

ΘεατρικάΚλαούντια Μεμούσι, «Τα μέτρα της Τρόικας» (Έπαινος)

3ο ΓυμνΑσιο ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Σωτήρης Γκότσης, Φώτης Μοσχόβης, Δημήτρης Ουρανής, «Νιώθω» (Έπαινος)

Γεωργία Νικολαΐδη, «Τα στάδια της απόλυτης λύτρωσης» (Έπαινος)

Αντώνης Ντούμη, «Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ» (Έπαινος)

Παναγιώτα Τιρεκίδη, «Ο τρελός» (Έπαινος)

Ανθή Πρέπη, «Ορφέας και Ευρυδίκη» (Βραβείο)

Μάρω Χωριανοπούλου, «Μέσα στον καθρέφτη της ζωής» (Βραβείο)

ΠεζάΑνθή Πρέπη, «Αυτόφωρο» (Διάκριση)

Μάρω Χωριανοπούλου, «Ο μονόλογος ενός ελεύθερου δούλου» (Βραβείο)

10ο ΓυμνΑσιο ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Ελευθερία Αρβανιτάκη, «Η νύχτα» (Έπαινος)

Χριστίνα Βλάχου, «Το περιβόλι της καρδιάς» (Έπαινος)

Ιωάννα Γουρνάρη, «Όνειρο σε εφιάλτη» (Έπαινος)

Αθανασία Δασκαλάλη, «Θέλω» (Έπαινος)

Στυλιανή Δασκαλάκη, «Γράφω» (Έπαινος)Θανάσης Καλέμης, Χριστίνα Μπαρμπαράκου, «Η Ρόδα» (Βραβείο)

Γιάννης Καλογερόπουλος, «Γιατί σ’ αγαπώ» (Έπαινος)

Δαμιανός Καράμπελας, «Εσύ» (Έπαινος)

Ελένη Καρανίκα, «Μνήμες» (Έπαινος)

Χρήστος Κατσιμοίρης, «Ρώτησες για μένα» (Έπαινος)

Αδάμ Κωνσταντινίδης, «Σαν φύση» (Έπαινος)

Παρασκευή Κώστα, Ελένη Καλογράνη, «Γυάλινη Αγάπη» (Έπαινος)

Παρασκευή Κώστα, «Παγωμένα αντίο» (Έπαινος)

Μαρία Μεϊντάνη, «Μόνη μου» (Έπαινος)

Κυριακή Ναυροζίδη, «Βινιλίου Χαρακιές» (Έπαινος)

Μαρία Σπερέζη, «Σφαίρα – Μνήμη» (Έπαινος)

Ελενα Σταυροπούλου, «Ιδιαιτερότητα» (Έπαινος)

Αφροδίτη Τολιάδη, «Το ταξίδι» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 13�

ΠεζάΕλευθερία Αρβανιτάκη, «Στη σκιά του πλατάνου» (Έπαινος)

Λάμπρος Ζορμπάς, «Τα μαγικά κρύσταλλα» (Διάκριση)

Γιάννης Καλογερόπουλος, «Καλοκαιρινή απόδραση» (Έπαινος)

Ελένη Καρανίκα, «Υπόσχεση» (Έπαινος)

Ελισάβετ Μάνθου, «Η Εκστρατεία» (Διάκριση)

ΘεατρικάΕλευθερία Αρβανιτάκη, Ελένη Καρανίκα, «Από τσέπη σε τσέπη» (Έπαινος)

12o ΓυμνΑσιο ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Ξένια Δημητριάδη, «Σε μένα να έρθεις» (Έπαινος)

Ράνια Ντεμάρ, «Ανεμος της ψυχής» (Έπαινος)

Δέσποινα Παππά, «Η καρδιά μου» (Έπαινος)

Γεωργία Σολδάτου, «O ερωτοχτυπημένος και η ερωτευμένη» (Έπαινος)

ΠεζάΚωνσταντίνος Αγγελόπουλος, «Αντικαταπληκτικά» (Διάκριση)

Mαριάννα Πεχλιβάνη, «Μια γυναίκα» (Διάκριση)

Αθηνά Σαββόγλου, «Τέλος;» (Έπαινος)

Μαρία Σέκκα, «Το δώρο» (Έπαινος)

Ειρήνη Τριανταφυλλίδη, «Έτσι απλά» (Έπαινος)

1o ΓυμνΑσιο ΓΕρΑκΑ

ΠοιήματαΑγγελική Γκίκα, «Έφυγες» (Έπαινος)

Μελίνα Μαυρονάνου, «Ένα κομμάτι μάρμαρο» (Έπαινος)

Μαριέττα Νηρού, «Στοχασμοί καλοκαιρινής νύχτας» (Έπαινος)

Κατιάννα Ντελοπούλου, «Για ένα τίποτα» (Έπαινος)

Ειρήνη Ντίνου, Σοφία Αργείτη, Ξένια Γραμματικού, «Θάνατος» (Έπαινος)

Κωνσταντίνος Παχύς, «Η φύση» (Έπαινος)

Μαρία Τρίτα, «Είσαι η ελπίδα μου» (Έπαινος)

13� «οι μαθητές γράφουν!»

ΠεζάΑγγελική Γκίκα, «Σε σένα» (Έπαινος)

Αννίτα Ελισσαίου, «ADD+ στην πραγματική ζωή» (Έπαινος)

Μελίνα Μαυρονάνου, «Μια ζωή... θρανία;» (Διάκριση)

Κωνσταντίνα Μεταξά, «Παιχνίδια της μοίρας» (Έπαινος)

Ζένια Μπάρρι, «Η χρονομηχανή» (Έπαινος)

Κωνσταντίνος Παπασπύρου, «Οικογενειακά προβλήματα» (Έπαινος)

Χριστίνα Παχύ, Ανθή Δημητριάδη, Αγγελική Λαχανά, Ιωάννα Τσουραπά, «Μη μ’ αφήσεις» (Έπαινος)

Χριστίνα Παχύ, «Οι αποκαλύψεις που πληγώνουν» (Έπαινος)

2ο ΓυμνΑσιο ΓΕρΑκΑ Πεζά

Βαλάντης Μαρκάκης, «Το ταξίδι χωρίς αυτόν…» (Έπαινος)

Δήμητρα Παπαδημητρίου, «Αυτός κι εγώ» (Έπαινος)

Ελευθερία Παπανικολάου, Αγγελική Μεϊμαράκη, «Το όνειρο που έγινε πραγματικότητα» (Έπαινος)

Κωνσταντίνα Σπυροπούλου, «Με μια άλλη ματιά» (Βραβείο)

Ιωάννα Τσαντίλα, «Ένα απίστευτο γεγονός» (Έπαινος)

Ιωάννης Τσικέλης, «Η απαγωγή» (Έπαινος)

Βασιλεία Τσιτριμπίνη, «Μια πορτοκαλί σφαίρα, η ζωή μου» (Έπαινος)

Αθανασία Τσιτσίρη, «Το τηγάνι και η ιστορία του» (Διάκριση)

Μαρία Τριανταφύλλου, «Εισβολή στη ζωή μου» (Διάκριση)

3ο ΓυμνΑσιο ΓΕρΑκΑ Πεζά

Κωνσταντίνος Γεωργακόπουλος, «Η χειρότερη ημέρα της ζωής μου» (Έπαινος)

Δημήτρης Καβαλάρης, «Ένας άγγελος» (Έπαινος)

Μάριος Καλογρίδης, «Ο σταυρός» (Έπαινος)

Μάριος Καραβασίλης, «Όνειρα ζωής….» (Έπαινος)

Χριστίνα Κόττα, Ελένη Μακρή, «Αγαπητό μου ημερολόγιο…» (Έπαινος)

Παναγιώτα Τζιάμου, «Το παλιό αρχοντικό» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 13�

ΓυμνΑσιο ΔιΑπολιτισμικΗσ ΕκπΑιΔΕυσΗσ ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Ειρήνη Γιαννούλου, «Το Φως του Ήλιου» (Έπαινος)Πεζά

Μαρία Βενετικίδου, «Το μαγικό τετράδιο» (Έπαινος)

Έλενα Ζαπουνίδου, «Το μαγικό δαχτυλίδι» (Έπαινος)

Βιολέτα Καλαϊτζίδου, «Από τη φτώχια ξαφνικά στα πλούτη» (Έπαινος)

Φανή Παρασίδου, «Για ένα παιδί που ονειρεύεται φοβισμένο» (Έπαινος)

Αναστασία Σαββίδου, «Κλεοπάτρα και Αλαντίν» (Έπαινος)

Σοφία Σονίδου, «Πλανήτης Αφροδίτη» (Έπαινος)

Χαράλαμπος Τσούλφας, «Μια φανταστική ιστορία» (Έπαινος)

ΓυμνΑσιο κΑισΑρΗ

ΠοιήματαΖωή Βαρελίδη, «Το πρώτο μου ταξίδι» (Έπαινος)

Αλέξανδρος Γιαννιτσόπουλος, «Ατέλειωτα γιατί» (Έπαινος)

Κατερίνα Νέου-Κράλιεβιτς, «Χαμένος σε μια θάλασσα από πόνο» (Έπαινος)

Χριστίνα Σταμούλη, «Βρέχει» (Έπαινος)

Χριστίνα Φωτίου, Ιβάνα Φαφαλιού, «Θυμάμαι» (Έπαινος)

ΠεζάΑλεξάνδρα Μαλουκάτου, «Η δερμάτινη ζακέτα» (Έπαινος)

ΓυμνΑσιο νΕΑ ΓΕνιΑ ΖΗριΔΗ

ΠοιήματαΜαρία Ελευθερία Αποστολοπούλου, «Όλα και τίποτα» (Έπαινος)

Αλεξάνδρα Ευαγγελοπούλου, « Έκρηξη» (Έπαινος)

Αμάντα Λάμπρου, «Ίσως» (Έπαινος)

Φίλιππος Μουταφίδης, «Αναμονή» (Έπαινος)

Ελένη Τσιριγώτη, «Θαλασσινή φυλακή» (Έπαινος)

Παναγιώτης Ψύχας, «Ψυχή» (Έπαινος)

ΠεζάΡουμπίνη Θεοχάρη, «Ήρωες» (Έπαινος)

Αθηνά Χαρπαντίδη, «Πειράζει;» (Έπαινος)

13� «οι μαθητές γράφουν!»

ΓυμνΑσιο ΘρΑκομΑκΕΔονΩν

ΠοιήματαΖωή Καψύλη, «Κόκκινη κουβέρτα» (Έπαινος)

ΠεζάΜαρία-Ασπασία Βυσσίνη, «Η πρώτη συνάντηση» (Έπαινος)

Μαρία Λιόλιου, «Δύσκολα χρόνια» (Έπαινος)

Αθηνά Μιχελή, «Κάτι λείπει...» (Έπαινος)

ΓυμνΑσιο κΑλλιτΕχνικο ΓΕρΑκΑ Ποιήματα

Βιργινία Αδαμοπούλου, «Μεσολόγγι» (Έπαινος)

Νικόλας Πολυκανδριώτης, «Ταραγμένη εικόνα» (Έπαινος)

Μαρία Τσιάντη, «Tο τελευταίο λεπτό» (Διάκριση)

ΠεζάΑννίτα Αδάμη, «Ίκαρος» (Διάκριση)

Κατερίνα Καλλικάκη, Μιχαέλλα Μπαραδάκη, «Πρώτη φορά που δάκρυσε» (Έπαινος)

Λήδα Καλιπολίτη, «Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα» (Βραβείο)

Γαλάτεια Κόνδη, «Σκέψεις μιας περιπλανώμενης καρδιάς» (Διάκριση)

1ο ΓυμνΑσιο κΑλυβιΩν Ποιήματα

Δέσποινα Αθανασίου, Ηρώ Γκίνη, Ελενα Ζέρμα, Αννα-Μαρία Τσορώνη, «Η ζωή του Μπαρμπα-Στάθη» (Έπαινος)

Αιμιλία Γκίνη, «Στη φίλη μου» (Έπαινος)

Ειρήνη Γοντζέ, «Η αγάπη» (Έπαινος) Αθηνά Κεχαγιάογλου, «Συναισθήματα» (Έπαινος)

Γεωργία Μεθενίτη, «Ξεθωριασμένο όνειρο» (Βραβείο)

Ειρήνη Μενάι, «Ζωγραφίζω» (Έπαινος)

Βασιλική Παπανδρεάδη, «Το καγκουρό» (Έπαινος)

Νεφέλη Ρούσκα, «Η Αντίσταση» (Διάκριση)

Μαριαλένη Στουριώτη, «Κολύμπι με τα πιράνχας» (Έπαινος)

Στέλιος Σωτήρχος, «Φεύγω» (Έπαινος)

Κωνσταντίνα Τζιώτη, «Το τραγούδι των αναμνήσεων» (Έπαινος)

Αννα-Μαρία Τσορώνη, «Η πιο όμορφη ψυχή» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 13�

Χριστίνα Χαλίλι, Ιλιάνα Ντίνε, Θεανώ Κοντιζά, Αιμιλία Γκίνη, «Λίμερικ» (Έπαινος)

ΠεζάΔέσποινα Αθανασίου, «Το παρελθόν του Αρη» (Έπαινος)

Ελπίδα Ζάγαρη, «Τελικά ήταν ζωή» (Έπαινος)

Μαριλένα Θάνου, «Η διαθήκη» (Έπαινος)

Ιωάννα Κυριακίδη, Αλεξάνδρα Λιάπη, «Η ιστορία της Αγάπης» (Έπαινος)

Ορέστης Λάβδας, «Επείγουσα κλήση» (Έπαινος)

Μαριαλένη Στουριώτη, «Είμαστε άνθρωποι, τίποτα παραπάνω» (Έπαινος)

1o ΓυμνΑσιο κορΩπιου

ΠοιήματαΒασιλική Αϊναλάκη, «Ενας άγγελος με καστανά μαλλιά» (Έπαινος)

Νατάσα Βασιλοπούλου, Ιωάννα Βουγιούκα, Βάσια Θεοχάρη, «Χορός με το φεγγάρι» (Έπαινος)

Ελένη Μιχάλη, «Η Ζωή» (Διάκριση)

ΠεζάΙωάννα Βουγιούκα, «Ο σπασμένος καθρέφτης» (Έπαινος)

Απόστολος Ιωάννου, «Η βία γέννησε μια φιλία» (Έπαινος)

Εβελίνα Καλλιακμάνη, «Χορεύοντας στο όνειρο» (Έπαινος)

Ελένη Μιχάλη, «Αναμνήσεις μιας ζωής» (Διάκριση)

Δημήτρης Ντούνης, «Μόνο για σένα» (Έπαινος)

Βίκυ Παπαμιχάλη, «Χωρίς ελπίδα» (Έπαινος)

Δανάη Παπαμιχάλη, «Ο μελαχρινός πρίγκιπας» (Έπαινος)

Κωνσταντίνα Παπαμιχάλη, «Ενα ταξίδι συντροφιάς» (Έπαινος)

ΘεατρικάΠέτρος Νικολού, «Ο Αξιοκράτης» (Έπαινος)

2ο ΓυμνΑσιο κορΩπιου Πεζά

Δήμητρα Κόκλα, «Υ.Γ. Θα είμαστε για πάντα μαζί» (Έπαινος)

Τζωρτζίνα Κόλλια, Κατερίνα Κύρο, «Ο θρίαμβος της αγάπης» (Έπαινος)

Ελένη Κοντόβα, «Η Γειτόνισσα κυρία Ευγενία» (Διάκριση)

Νεφέλη Λουκά, «Η μεταμόρφωση της ζωής» (Έπαινος)

1�0 «οι μαθητές γράφουν!»

ΓυμνΑσιο κΩστΕΑ-ΓΕιτονΑ

ΠοιήματαΑλεξάνδρα Δαναλάτου, «Αν είσαι όνειρο, μονάχα για εμένα» (Έπαινος)

Γεωργία Μακρή, Χριστίνα Πανοπούλου, «Τρικυμίες Αγάπης» (Έπαινος)

Χρήστος Μεσογείτης, «Συμπέρασμα ζωής» (Έπαινος)

Στέλλα-Παναγιώτα Τσιριγώτη, «Ο φίλος μου ο Σουρεαλισμός» (Έπαινος)

ΠεζάΝεφέλη-Δήμητρα Βεργοπούλου, «Τα φαινόμενα απατούν» (Έπαινος)

Αλεξάνδρα Δαναλάτου, «Κάθε αγάπη, πόνος» (Έπαινος)

Μαρία Κυρίτση, «Η δύναμη της αγάπης» (Έπαινος)

Ελισάβετ Λιάπη-Φώτου, «Η μέρα ενός πλανόδιου» (Διάκριση)

Γεωργία Μακρή, «Το πολυτιμότερο αγαθό» (Έπαινος)

Χρήστος Μεσογείτης, «Το τέλος» (Έπαινος)

Ορφέας Παναγιωτόπουλος, «Ένα απίστευτο ταξίδι» (Έπαινος)

Χριστίνα Πανοπούλου, «Δεν ΕΙΝΑΙ πάντα ό,τι ΦΑΙΝΕΤΑΙ» (Έπαινος)

Μαρία Τσιλιαγκού, «Ο αχάριστος κυνηγός» (Έπαινος)

ΓυμνΑσιο μουσικο πΑλλΗνΗσ Ποιήματα

Ιωάννα Αβραμοπούλου, «Του αρέσει να λέει ιστορίες» (Έπαινος)

Δάφνη Αντωνίου, «Η ώρα κυλά» (Έπαινος)

Αλεξάνδρα Ζαφειράκη, «Ταξίδι στον ουρανό» (Έπαινος)

Παύλος Ζαχαρόπουλος, «Αδιέξοδο» (Βραβείο)Παύλος Ζαχαρόπουλος, Αναστασία Ιατρού, Ηρα Καπνίση, Μαίρη Καράγκου, Λουίζα Καρανικόλα, Δώρα Κατσιγιάννη, Ευελένα Κατσώρχη, Φίλιππος Κετεντζιάν, Βαγγέλης Κοπανάκης, Κατερίνα Κόρδη, Κωνσταντίνα Κορδούλη, Δημήτρης Κωσταρέλος, Μπάμπης Λένης, «Xαϊκού για το χειμώνα και την άνοιξη» (Έπαινος)

Σοφία Καρούση, «Μου μίλησε η θάλασσα» (Έπαινος)

Ιωάννης Κονσολάκης, «Πέπλο» (Έπαινος)

Βαγγέλης Κοπανάκης, «Κάποτε» (Διάκριση)

Έλλη Κουκίου, «Χωρίς τίτλο» (Έπαινος)

Αθηνά Κωνσταντουράκη, «Χαϊκού» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�1

Νίκος Λουκίδης, «Μια απώλεια» (Έπαινος)

Νεφέλη Λύρα, «Σαν τρένο» (Έπαινος)

Δημήτριος Μαζαράκης, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Ναυσικά- Χλόη Μαρούλη, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Ιάσων Μαρούλης, «Ονειρο» (Έπαινος)Αντωνία Μεϊμάρογλου, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Σεμέλη Μητροπούλου, «Ακροβατώντας» (Έπαινος)

Μαρίνα- Νεφέλη Μιχαλοπούλου, «Το αντίο» (Έπαινος)

Νεφέλη Μουζάκη, «Ο χρόνος» (Έπαινος)

Ζωγραφιά Μπατάλη, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Στεφανία Μυλωνά, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Χριστίνα Νικηφοράκη, «H αμυγδαλιά» (Έπαινος)

Κατερίνα Νικολάου, «Το κενό της παρουσίας σου» (Έπαινος)

Μάριος Νικολάου, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Παυλίνα Ξανθάκου, «Αναμνήσεις» (Βραβείο)

Λήδα Οικονομίδη, «Χαϊκού» (Έπαινος)

Σταυρούλα Πρίφτη, Ναταλία Προκοπίου, Σοφία Ρομπάκη, Δημήτρης Σαμαράς, Παναγιώτης Σάμιος, Αγγελική Σαμψάκη, Άννη Σταυριανού, Χριστίνα Τσίρτου, Δωροθέα Τσούνη, Eλένη Φιλιάνου, Κωνσταντίνος Χάρντεν, Διονύσης Χατζής, Βασίλης Χειλάς, Γιάννης Χετζάκης, Λάουρα Χότι, Ειρήνη Χουστουλάκη, Ιωσηφίνα Χριστοδούλου, Μαριήλια Ψαρίδη, «Οταν ζυγώνεις...» (Έπαινος)

Σταυρούλα Πρίφτη, Ζωή Ράκκα, Δημήτρης Σαμαράς, Παναγιώτης Σάμιος, Αγγελική Σαμψάκη, Αλέξανδρος Σαούκ, Δάφνη Σιουκιούρογλου, Αννη Σταυριανού, Γρηγόρης Τουτουντζιάν, Χριστίνα Τσίρτου, Eλένη Φιλιάνου, Κωνσταντίνος Χάρντεν, Βασίλης Χειλάς, Γιάννης Χετζάκης, Λάουρα Χότι, Ειρήνη Χουστουλάκη, Ιωσηφίνα Χριστοδούλου, Μαριήλια Ψαρίδη, «Αγάπην δε μη έχω...» (Έπαινος)

Βάσια Τσαρούμη, «Σκληρός θάνατος» (Έπαινος)

Χριστίνα Τσίρτου, «Στα αστέρια» (Έπαινος)

Ελένη Φιλιάνου, «Τραγουδώντας» (Έπαινος)

Διονύσιος Χατζής, «Χωρίς τίτλο» (Έπαινος)

ΠεζάΜάρκος Βαρελάς, «Η μάσκα» (Βραβείο)

1�2 «οι μαθητές γράφουν!»

Αικατερίνη Γεωργιάδη, «Το δικό μου γαλάζιο» (Έπαινος)

Αθανασία Δεληγιώργη, «Το δέντρο απέναντι» (Έπαινος)

Σοφία Καρούση, «Ενα ταξίδι ο κόσμος» (Έπαινος)

Αννα Καψούρη, «Ακόμα σε περιμένω Πίτερ» (Έπαινος)

Μαριλού Κουτσονάσιου, «Αρωμα γαρδένιας» (Έπαινος)

Νεφέλη Κυριακοπούλου, «Το τζάμι» (Διάκριση)

Σεμέλη Μητροπούλου, «Ενα κέρμα δύο γύρους με το ποδήλατο» (Βραβείο)Στεφανία Μυλωνά, «Η απόχρωση του μπαλέτου» (Έπαινος)

Βέρα Νόνη, «Η μαύρη καγκελόπορτα» (Έπαινος)

Νικολέτα Ξανθάκου, «Μοιραίο τέλος» (Έπαινος)

Γιάννης Ξάνθης, «Η Ιταλία» (Έπαινος)

Μυρσίνη Ποντικοπούλου-Βενιέρη, «Στη γέφυρα του καραβιού» (Έπαινος)

1o ΓυμνΑσιο νΕΑσ μΑκρΗσ

ΠοιήματαΚωνσταντίνα Αλεξανδροπούλου, «Μοναξιά» (Έπαινος)Σοφία Κινάη, «Bροχή» (Έπαινος)Νάντια Κυριακοπούλου, «Χαϊκού του έρωτα» (Έπαινος)Αγάπη Λαμπρινοπούλου, «Βροχή» (Έπαινος)Εύη Μαγγίνα, «Ελπίδα» (Έπαινος)Χαρά Μουτσοπούλου, «Πουλιά»(Έπαινος) Χαρά Μουτσοπούλου, Ειρήνη Μητροπούλου, «Το αλφαβητάρι της θάλασσας» (Έπαινος)Ιάσων Σημαντήρας, Ρηγανιάς Αντώνης, Νίκος Πασανικολάκης, «Το αλφαβητάρι της θάλασσας» (Έπαινος)

ΠεζάΜιχαέλα Βασιλάκη, «Κρυστάλλινη βροχή» (Έπαινος)Στέλλα Κατσαρού, Χριστιάννα Θάνου, «Ταξίδι χωρίς σύνορα» (Έπαινος)Πέτρος Μπούτζης, «Ταξιδεύοντας στη Σίκινο» (Έπαινος)

ΘεατρικάΑγάπη Λαμπρινοπούλου, Μιχαέλα Βασιλάκη, Κωνσταντίνα Αλεξανδροπούλου, Νάντια Κυριακοπούλου, Κωνσταντίνα Καρυδάκη, «Μάρτυρες με «ύφος»» (Βραβείο)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�3

2ο ΓυμνΑσιο πΑιΑνιΑσ Ποιήματα

Ζωή Μακρή, «Μια σειρά από μαντινάδες της ψυχής μου...» (Έπαινος)Πεζά

Γιώργος Κουρκουνάκης, «Μια ζωή, χίλιες ανατροπές!» (Έπαινος)Αναστασία Πουλάκη, «Ακόμα σε αγαπώ» (Έπαινος)Εσμεράλντα Τογιάλη, «Κι όμως δεν ήξερα ...» (Έπαινος)

ΓυμνΑσιο ΩΘΗσΗ

ΠοιήματαΓεωργία - Μαρία Φωτοπούλου, «Το ξωκλήσι» (Έπαινος)Γεωργία – Μαρία Φωτοπούλου, «Σαντορίνη» (Διάκριση)

Πεζά Ασημένη Μύτη, «Τα μάτια της αγάπης» (Διάκριση)

ΓυμνΑσιο St Lawrence Ποιήματα

Χριστόφορος Βαλμάς, «H φωνή μιας γενιάς» (Έπαινος)Αφροδίτη Κατσικάκη, «Τα πνεύματα» (Έπαινος)Τάνια Μαλχάς, Αγγελική Σμυρλή, «Η γάτα»(Έπαινος) Περικλής Μανιάτης, «Οι δάσκαλοι» (Έπαινος)

ΠεζάΝεκταρία Πιτόγλου, «Επικίνδυνη λέξη η «αγάπη»» (Έπαινος)

ΕπΑλ κρυονΕριου

ΠοιήματαΓεώργιος Δρίτσας, «Τρία Ποιήματα Ψυχής και Αγάπης» (Διάκριση)

ΠεζάΜαρία Κοτροκόη, «Το αερόστατο» (Έπαινος)

λΥΚΕΙΟ ΑυλΩνΑ Ποιήματα

Σιντορέλα Αβντουλάι, «Τα ρόδινα λόγια» (Έπαινος)Πεζά

Σταματία Μητράκη-Κωνσταντίνου, «Όνειρο στον κήπο με τα τριαντάφυλλα» (Έπαινος)

1�� «οι μαθητές γράφουν!»

2ο λΥΚΕΙΟ ΑχΑρνΩν Πεζά

Λένα Κεβχισβίλι, «Πριν τρεις μήνες, Αγγελε» (Έπαινος)Ασημίνα Μπράτση, «Μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου» (Έπαινος)Ελλάς Χατζησταυρίδου, «Εξετάσεις στη ζωή» (Έπαινος)Δημήτρης Χριστόπουλος, «Χωρίς ταυτότητα» (Βραβείο)

3ο λΥΚΕΙΟ ΑχΑρνΩν

ΠοιήματαΧρήστος Αργύρης, «Διαφορετικός;» (Έπαινος)Νικόλαος Ζαρειφόπουλος, «Το βομβαρδιστικό» (Έπαινος)Στράτος Καραφύλης, «Η ζωή… μια πεταλούδα» (Έπαινος)Αντώνης Καρβέλας, Νίκος Διονυσόπουλος, Κωσταντίνος Γιακουμάτος, Χρήστος Αργύρης, «Χαϊκού για τη λίμνη της Καστοριάς» (Έπαινος)Μαργαρίτα Καρύδη, «Το φύλλο του αέρα» (Έπαινος)Μαρία Κουρέτα, «Για ένα γράμμα κι ένα φιλί» (Έπαινος)Φένια Λούκα, «Φωνή» (Έπαινος)Δήμητρα Μανδαλιανού, «Εφηβική πορεία» (Έπαινος)Ξένια Μανωλάκη, Θάλεια Μιτσούλη, Αλέξανδρος Κοτσανίτης, «Χαϊκού για τη ζωοδότρα φύση» (Έπαινος)Ευθαλεία Μιτσούλη, ««Ξένοι» στη νέα πατρίδα» (Έπαινος)Ναυσικά Μπασιούκα, «Διαφορετικός κόσμος» (Έπαινος)Αφροδίτη Πενιά, «Το φεγγάρι» (Έπαινος)Δήμητρα Τσιαχρήστα, «Γαλάζιο Ταξίδι» (Έπαινος)

ΠεζάΦωτεινή Κοντοπάνου, «Αμνησία» (Έπαινος)Μάρθα Παπαδοπούλου, «Η αγάπη περιμένει…» (Έπαινος)Αφροδίτη Πενιά, «Ενα τσιγάρο» (Έπαινος)Δήμητρα Τσιαχρήστα, «Τότε δεν ήξεραν…» (Διάκριση)

4ο λΥΚΕΙΟ ΑχΑρνΩν

ΠοιήματαΑνδρομάχη Αδελφοπούλου, «Αυτή» (Διάκριση)Ντέιβιντ Λάμπρου, «Δώσε και πάρε» (Έπαινος)Αγνή Πλοτνίκοβα, «Η δικιά μου προσευχή» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1��

ΠεζάΜαρία Ιορδανίδου, «Επιχείρηση σώστε τα Χριστούγεννα» (Έπαινος)Αλεξάνδρα Ουρλόιου, «Taka-force» (Έπαινος)

6o λΥΚΕΙΟ ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Ελένη Ατματζίδου, «Το Δάκρυ» (Έπαινος)Κυριακή Ατματζίδου, «O πρόσφυγας» (Βραβείο)

Αγγελίνα Κακουλίδου, «Ο καθρέπτης της ψυχής σου» (Έπαινος)Ράνια Καραΐσκου, «Μακριά σου» (Έπαινος)Ολγα Καρακασίδου, «Απογοήτευση» (Έπαινος)Μαρία Κυπραίου, «Ο ήχος του Ερωτα» (Έπαινος)Αθανασία Σουγλέρη, «Γιατί;» (Έπαινος)Γεωργία Τσερπέ, «Ρόδο το Πορφυρό» (Έπαινος)

ΠεζάΓερασιμούλα Κοσμίδου, Αναστασία Παπαϊωσήφ, «Το ημερολόγιο της Αμελί» (Βραβείο)

Ελένη Μανούσου, «Λίγο πριν πετάξω» (Έπαινος)Μελίνα Σερήφ – Μιχελή, «Αγάπησε με» (Έπαινος)Τριάδα Τακτικού, «Γράφω για μένα» (Έπαινος)

7o λΥΚΕΙΟ ΑχΑρνΩν Ποιήματα

Ειρήνη-Θάλεια Ευαγγελοπούλου, «Το λευκό χαρτί» (Έπαινος)Γεωργία-Κυριακή Ζαφείρη, «Η γυναίκα στο χρόνο» (Βραβείο)

Μαίρη Κρεούζη, «Ταξίδι χωρίς επιστροφή» (Έπαινος)Ελενα- Μπιάνκα Μαρκουλέσκου, «Γυναίκα είσαι» (Έπαινος)Γιώργος Παπαθανασίου, «Ανθρωποι...» (Έπαινος)Στάθης Πεϊδης, «Η ουτοπία της ζωής» (Έπαινος)Νικολέτα Τσενικλίδου, «Ζητείται η Ευτυχία» (Έπαινος)Ιωάννης Χολίδης, «Ο πρίγκιπας του σκοταδιού» (Έπαινος)

1�� «οι μαθητές γράφουν!»

λΥΚΕΙΟ ΕκπΑιΔΕυτΗριΑ ΓΕιτονΑ Ποιήματα

Ρένια Βασιλάκη, «Θεατής» (Βραβείο)

Βερενίκη Βασιλειάδη, «Επαίτης της στοργής» (Διάκριση)

Κωνσταντίνος Ζωγράφος, «Ο πρώτος τοίχος» (Διάκριση)

Μαρία Κιούση, «Το Σεληνόφως της Αυγής» (Έπαινος)Νιόβη Πετρακοπούλου, «Impression Sunrise» (Έπαινος)

ΠεζάΛήδα Πέτρου, «Το πέρασμα» (Έπαινος)

2ο λΥΚΕΙΟ ΓΕρΑκΑ Ποιήματα

Χαράλαμπος Βώρος, «Ανοιξη» (Έπαινος)Χριστίνα Γεωργοπούλου, «Το παιδί απ’ τα σύννεφα» (Έπαινος)Παρασκευή-Αγορίτσα Γονίδη, «Η καρδιά σπάνια χτυπά» (Έπαινος)Μαριάννα Γουλή, «Παγκοσμιοποίηση» (Έπαινος)Χριστίνα Ελευθεριάδη, «Ορκίζομαι» (Έπαινος)Μαρία Ζερβάκη, «Αχ, άνθρωπε» (Έπαινος)Αθανασία Κόγιου, «Η λύτρωση μέσω της αγάπης» (Έπαινος)Φάνης Μπαμπαλούκας, «Το ταξίδι» (Έπαινος)

ΠεζάΧριστίνα Ελευθεριάδη, «Η νεράιδα των ζώων» (Έπαινος)

λΥΚΕΙΟ κΑισΑρΗ Ποιήματα

Καλλιόπη Αγαπητού, «Πράξεις» (Έπαινος)Δημήτρης Γιδάς, «Ο Μεσσίας δεν ήρθε ποτέ» (Έπαινος)Γιάννης Καρώνης, «Πάντα μόνος» (Έπαινος)Θανάσης Κατσικίδης, «Ταξίδι στη Τήνο» (Έπαινος)Δημοσθένης Παναγόπουλος, «Αξίζει» (Έπαινος)Ελληάννα Τσουπρά, Ελπινίκη Τρουλλινού, «Χαραυγή των ονείρων μου» (Έπαινος)

ΠεζάΑννα-Μαρία Καραμολέγκου, «Αγώνας κατά του ρατσισμού» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1��

λΥΚΕΙΟ ΕλλΗνοΓΕρμΑνικΗ ΑΓΩΓΗ Ποιήματα

Χρήστος Χριστοδουλάκης, «Η ματιά» (Έπαινος)Πεζά

Στάθης Βιτουλαδίτης, «Ηχητικές ανεπάρκειες ταξιδιωτικής παράλυσης» (Διάκριση)Χριστίνα Καλογεροπούλου, «Το τελευταίο βράδυ» (Έπαινος)Χρήστος Χριστοδουλάκης «Ο κορμός, όχι ο φλοιός του» (Έπαινος)

ΘεατρικάΧρίστος Γιακουμής, Σπύρος Διονυσιώτης, Βαγγέλης Καζιάκος, Χριστίνα Καλογεροπούλου, Ηλίας Κυριαζής, Αλεξάνδρα Πανταζή, Κώστας Πετρώνιος, Βάλια Σαρματζή, «Ελληνες σε κρίση....» (Έπαινος)

λΥΚΕΙΟ κΑλλιτΕχνικο ΓΕρΑκΑ Ποιήματα

Κατερίνα Δημητροπούλου, «Παγίδα» (Έπαινος)Ανδριανή-Ελένη Ρέλλου, «Χωρίς τίτλο» (Έπαινος)Σοφία Σταματοπούλου, «Ζωή…» (Έπαινος)

ΠεζάΧριστίνα Κεφαλίδη, «Ηλεκτρονικό μήνυμα» (Βραβείο)

Nικολέτα Παπακωνσταντίνου, «Μη σε χάσει το φεγγάρι» (Έπαινος)Σοφία Σταματοπούλου, «Η Κυριακή των ονείρων μου» (Βραβείο)

Θεατρικά Χριστίνα Κεφαλίδη, «Αυτός ή Η Εντολή» (Βραβείο)

λΥΚΕΙΟ κΑπΑνΔριτιου Ποιήματα

Ευσταθία Λαγιόκαπα, «Μπαλάντα για τον Ραγιά που έγινε δούλος Ραγιάδων δούλων» (Βραβείο)

Αναστάσιος - Συμεών Λαουλάκος, «Φήμες λένε...» (Έπαινος)Μαριλένα Παπανικολάου, «Ο δικός μου λίβας» (Έπαινος)

1�� «οι μαθητές γράφουν!»

2ο λΥΚΕΙΟ κΑλυβιΩν Ποιήματα

Βασίλης Βίττης, «Ο κόσμος» (Έπαινος)Αλεξάνδρα Γεωργούλη, «Τώρα σκυθρωπά τη σκάλα ανεβαίνεις» (Έπαινος)Κωνσταντίνα Τάτση, «Τελευταίο καλοκαίρι» (Έπαινος)Ιωάννα Τζίτζηρα, «Ένα άγγιγμα χίλια συναισθήματα» (Έπαινος) Ειρήνη Τούλουζα, «Ας αρχίσω» (Έπαινος)

ΠεζάΕλένη Μαρκάκη, «Πολίτης στην πόλη των ονείρων» (Διάκριση)Αγγελική Φυτράκη, «Η θεραπεία» (Έπαινος)

ΘεατρικάΑντώνης Γκίκας, Βάσω Μαγκιώση, Έλλη Πρεμέτη, Βάλια Τζιτζικάκη, «Ακολουθώντας το Ονειρο» (Διάκριση)

λΥΚΕΙΟ λΑυριου Ποιήματα

Γκεστιάνα Βεγγέλι, «Η στιγμή» (Έπαινος)Βασίλης Βλαστός, «Βραδιές Τζαζ» (Διεθνές Λύκειο της Δανίας- Nyborg Gymnasium - συνεργασία Λύκειο Λαυρίου) (Διάκριση)Μαρία Τερζοπούλου, «Απρόσωπος Κάποιος» (Έπαινος)

ΠεζάΕύα Δούμουρα, «Πεπρωμένο» (Έπαινος)Ελένη Θάνου, «Το μαγικό τετράδιο της Περσεφόνης» (Έπαινος)Μαριάνθη Θηβαίου, «Ασπρα Τριαντάφυλλα» (Έπαινος)Ελένη Μανωλοπούλου, «Ανοιχτή επιστολή» (Διάκριση)

Ηρώ Τσαγκίδη, «Η σόλο σονάτα ενός Αρλεκίνου» (Βραβείο)

λΥΚΕΙΟ μΑρΑΘΩνΑ Ποιήματα

Μαρία Δελλαπόρτα, «Τι είναι έρωτας;» (Έπαινος)Αθανασία Κατσή, «Λόγια ψυχής...» (Έπαινος)Δόμνα Κυριακού, «Μονάχοι» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1��

ΠεζάΕιρήνη-Λυδία Κεραμίδη, «Κοιτάζοντας τον γαλάζιο ουρανό» (Έπαινος)Λυδία Τσιακίρη, «Ανείπωτες κραυγές του σήμερα» (Έπαινος)

1ο λΥΚΕΙΟ μΑρκοπουλου Ποιήματα

Μελίνα Γιακουμή, «Φλόγες στις στάχτες» (Διάκριση)

Σοφία Γιάννη, «Εσύ» (Έπαινος)Ελένη Δουβίκα, «Αναζήτηση» (Έπαινος)Πολυξένη Δρίτσα, «Ουρανός» (Έπαινος)Σοφία Δρίτσα, «Χορός» (Έπαινος)Μαρία – Ιωάννα Θεοφιλοπούλου, «Όταν…» (Διάκριση)

Αγγελική Κατσανιώτη, «Ηταν 8 Νοέμβρη» (Έπαινος) Χριστίνα Κοκαβέση, «Ακούς;» (Έπαινος)Ελένη– Κωνσταντίνα Μακροπούλου, «Πονοκέφαλος» (Έπαινος) Γρηγορία Μεθενίτη, «Σπίτι» (Διάκριση)Ελενα Μπότη, «Και η ψυχή έρρεε…» (Διάκριση)

Ιωάννα Πίντζου, «Να πιστεύεις» (Έπαινος)Ανδρομάχη Σαΐτη, «Πάνω στην πανσέληνο» (Έπαινος) Γεωργία Σειρήνογλου, «Το κόκκινο φόρεμα» (Έπαινος) Μαριάννα Σπανίδη, «Κόκκινη σελήνη» (Έπαινος) Αθανασία Τζανενά, «Με θέα τη θάλασσα» (Έπαινος) Μαρία Τζούλα, «Τη νύχτα» (Έπαινος)

ΠεζάΧαρούλα Θεοδωρίδου, «Κοιτούσα το αίμα…» (Έπαινος)Μαριάννα Σπανίδη, «Δυο κόσμοι» (Έπαινος)

2o λΥΚΕΙΟ μΑρκοπουλου Ποιήματα

Ήλια Κίτσου, «Παραμύθια» (Έπαινος)Αλέξανδρος Μουστόγιαννης, «Θα κάνω ότι δεν υπάρχει Τίποτε» (Έπαινος)Κώστας Σακκάς, «Όταν μ’ αγγίζεις» (μελοποιημένο σε συνεργασία με τη Θάλεια Χριστοπούλου του 2ου Γυμνασίου Μαρκοπούλου) (Έπαινος)Κώστας Σακκάς, «Ήρωας» (Βραβείο)

1�0 «οι μαθητές γράφουν!»

Βαγγέλης Σπανός, «Ελπίδα, με λένε» (Έπαινος)Νεφέλη Συρίγου, «Μαργαριτάρι» (Έπαινος)

ΠεζάΝεφέλη Συρίγου, «Στην αποβάθρα» (Διάκριση)

λΥΚΕΙΟ μουσικο πΑλλΗνΗσ

ΠοιήματαΈλλη Κετετζιάν, «Τι απέμεινε;» (Έπαινος)

ΠεζάΕύη Δήμου, Παναγιώτης Ευθυμίου, «Δωμάτιο Σκοτεινό» (Έπαινος)

λΥΚΕΙΟ νΕΑσ μΑκρΗσ

ΠοιήματαΌλια Ανγκέλοβα, «Ταξίδι» (Βραβείο)

Κατερίνα Κάκαρη, «Ταξίδι στο χρώμα» (Διάκριση)

Παρασκευή Κορδερά, «Απόγνωση πλανεύτρα» (Έπαινος)Μαρία Παυλάτου, «Η ζωή είναι μια μάχη της ψυχής» (Έπαινος)Στέλιος Χαλκιάς, «Ερωτήματα» (Έπαινος)

ΠεζάΑντώνης Καρυδάκης, «Έχεις τα πινέλα, έχεις και τα χρώματα» (Βραβείο)

Βαλεντίνα Κούμουλου, «Δύο κόσμοι» (Έπαινος)Θεατρικά

Παρασκευή Κορδερά, «Αν προσπαθήσεις μπορεί να χάσεις, αν δεν προσπαθήσεις καθόλου έχεις χάσει ήδη…» (Έπαινος)

λΥΚΕΙΟ ρΑφΗνΑσ

ΠοιήματαΝίκος Καρβουνόπουλος, «Λογική Αλληλουχία» (Έπαινος)Σοφία Ραττάν, «Ζωή γεμάτη Ζωή» (Έπαινος)Ελπίδα Τσαρούχα, «Απουσία» (Έπαινος)

ΠεζάΝίκος Καρβουνόπουλος, «Άδοξες στιγμές» (Βραβείο)

Σοφία Ραττάν, «Το εφηβικό ημερολόγιο» (Έπαινος)Ελπίδα Τσαρούχα, «H αξία της διατύπωσης των σκέψεων!» (Έπαινος)

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013 1�1

ΘεατρικάΕλπίδα Τσαρούχα, «Η σχετικότητα του ψέματος» (Έπαινος)

ΛΥΚΕΙΟ ΣκΑΛΑΣ ΩρΩπου

ΠοιήματαΔέσποινα Αποστολάκη, «Συνένοχος» (Έπαινος)Αγγελική Τσιμίκου, «Ταξιδεμένη μου ψυχή» (Έπαινος)Ελένη Φαφούτη, «Τα ηνία» (Έπαινος)

ΠεζάΓιώτα Κολιμάτση, «Η πράσινη φλοκάτη» (Έπαινος)Νίκη Μπίμπη, «Το ξεχασμένο τζουκ-μποξ» (Έπαινος)Γιάννης Χιωτακάκος, «Εφιάλτης στη σοφίτα» (Έπαινος)

ΛΥΚΕΙΟ ΩθηΣη Πεζά

Δέσποινα Γεώργα, «Δυο γραμμές πριν το τέλος» (Έπαινος)Νεφέλη Στουραϊτη, «Χρώματα ψυχής» (Έπαινος)

ΛΥΚΕΙΟ St Lawrence Πεζά

Χριστίνα Πιτόγλου, «Ζωή χαμένη» (Έπαινος)

152 «οι μαθητές γράφουν!»

λογοτεχνικο εργαστηριο 2013