105
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ» ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : Λάμπρος Μαργαρίτης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Μηλιά Δ. Μαντικίδου (Α.Μ. 538)

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

  • Upload
    others

  • View
    12

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : Λάμπρος Μαργαρίτης

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Μηλιά Δ. Μαντικίδου (Α.Μ. 538)

Page 2: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Εισαγωγή 2

2. Εξέλιξη του θεσμού 3

3. Η τελευταία τροποποίηση του άρθρου 282 ΚΠΔ

με τον Ν. 3346/2005 8

4. Το τεκμήριο αθωότητας 12

5. Προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης 15

5.1 Τυπικές προϋποθέσεις 15

5.2 Ουσιαστικές προϋποθέσεις 21

Η βαρύτητα της πράξης – προσωρινή κράτηση μόνο

στα κακουργήματα 23

Η προϋπόθεση συνδρομής σοβαρών ενδείξεων ενοχής του

κατηγορουμένου 27

Η προϋπόθεση συνδρομής της αρχής της αναγκαιότητας 31

Η προϋπόθεση της σφρόδρα πιθανής φυγής 33

Η συνδρομή της προϋπόθεσης του κινδύνου τέλεσης νέων

εγκλημάτων 35

Οι «κρυφοί» λόγοι επιβολής της προσωρινής κράτησης 36

6. Ένταλμα προσωρινής κράτησης 37

6.1 Προϋποθέσεις εκδόσεως 38

6.2 Περιεχόμενο του εντάλματος 40

6.3 Η εκτέλεση του εντάλματος 41

Page 3: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

7. Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι

σε ανήλικους δράστες 43

8. Η διάρκεια της προσωρινής κράτησης 46

9. Ο έλεγχος της διάρκειας της προσωρινής κράτησης 48

9.1 Προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης 49

Προθεσμία ασκήσεως της προσφυγής 50

Άσκηση προσφυγής μέσω αντιπροσώπου 51

Τρόπος άσκησης της προσφυγής 53

Η εκτέλεση του εντάλματος ή της διατάξεως ως

Προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής 54

9.2 Αίτηση άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης 55

9.3 Διαδικασία ελέγχου της διάρκειας της προσωρινής κράτησης 62

Εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης 63

Παράτηση της προσωρινής κράτησης 66

10. Παύση, αναστολή, αναβολή και διακοπή

της προσωρινής κράτησης 69

10.1. Παύση 69

10.2 Αναστολή 72

10.3 Αναβολή 72

10.4 Διακοπή 73

11. Προσωρινή κράτηση και έκτιση ποινής 74

11.1 Συνέκτιση ή όχι στερητικών της ελευθερίας ποινών 74

Page 4: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76

11.3 Χρονική σύμπτωση ποινής και προσωρινής κρατήσεως 80

Η ισχύουσα νομοθεσία 80

Η κρατούσα νομολογία 84

12. Αντικατάσταση περιοριστικών όρων με προσωρινή κράτηση 88

13. Η αποζημίωση εκείνων που άδικα κρατήθηκαν προσωρινά 91

14. Επίλογος 94

15. Βιβλιογραφία 96

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η προσωρινή κράτηση αποτελεί το πιο ακραίο μέτρο δικονομικού

καταναγκασμού και συνίσταται στην στέρηση της προσωπικής ελευθερίας του

κατηγορουμένου δυνάμει αιτιολογημένης διατάξεως του ανακριτή,

Page 5: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

βουλεύματος ή δικαστικής αποφάσεως πριν την έκδοση αμετάκλητης

αποφάσεως επί της ενοχής του. Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ορίζει τις

προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης στο άρθρο 282 καθώς και το

Σύνταγμα προβλέπει στο άρθρο 6 την μέγιστη διάρκεια αυτής.

Ο νομοθέτης με τη θέσπιση του θεσμού της προσωρινής κράτησης

αποσκοπεί:

α) Στην διασφάλιση της ομαλής, νομότυπης και δίκαιης διεξαγωγής της

καθόλου ποινικής διαδικασίας, κυρίως της απρόσκοπτης συλλογής των

αποδεικτικών στοιχείων που είναι απαραίτητα για την ορθή διάγνωση της

υπόθεσης και την συνακόλουθη δικαιοδοτική απόφανση, στο μεταγενέστερο

της προδικασίας στάδιο. Σ’αυτήν την περίπτωση, η κράτηση του

κατηγορουμένου, εφόσον βέβαια από τα υπάρχοντα στοιχεία υπαγορεύεται η

προς τούτο αναγκαιότητα, αποκλείει δραστικά το ενδεχόμενο αρνητικής

εξέλιξης της ανακριτικής διαδικασίας (απόκρυψη στοιχείων, επηρεασμός

μαρτύρων, αλλοίωση εγγράφων, αποφυγή παροχής εξηγήσεων και

διευκρινιστικών της κατηγορίας περιστατικών), ενώ η παρουσία του κατά την

επ’ακροατηρίω διαδικασία καθιστά εφικτή την εκτέλεση της δικαστικής

απόφασης, εφόσον αυτή είναι βέβαια καταδικαστική (δικονομικός σκοπός), και

β) Στην αποτροπή του κινδύνου τέλεσης νέων εγκλημάτων

(εγκληματοπροληπτικός σκοπός), που μόνο με την κράτηση του

κατηγορουμένου προσώπου πραγματώνεται.1 Η προσωρινή κράτηση, συνεπώς,

θεωρείται αναγκαία, καθόσον διευκολύνει το έργο της ανακρίσεως, για τη

συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού, διασφαλίζει τη δημόσια τάξη,

απομακρύνει τον κίνδυνο ανεκδικήσεων και καταπραΰνει την κοινή γνώμη. 2

1 Βλ. Βουρλιώτη Χ., Η στέρηση της ελευθερίας ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού και τα όρια επιβολής

του, ΠοινΧρ 2002/396.2 Βλ. Τσάκο Ν., Η προσωρινή κράτηση, σ. 53.

Page 6: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Στον αντίποδα αυτών των επιχειρημάτων, ωστόσο, προβάλλεται το

επιχείρημα ότι η προσωρινή κράτηση συνίσταται στην στέρηση του υπέρτατου

δικαιώματος του ατόμου, δηλαδή της προσωπικής ελευθερίας του.

Συγκεκριμένα, αποτελεί προσβολή της προσωπικότητάς του, αφού μειώνει την

τιμή και την υποληψή του στην κοινωνία, αποκόπτει το άτομο από την

κοινωνική ζωή, θέτει σε κίνδυνο το οικογενειακό και επαγγελματικό του

περιβάλλον, δεδομένου ότι το στερεί από τα απαραίτητα μέσα συντηρήσεως και

από τη δυνατότητα να προσφέρει την προσωπική του εργασία και συμμετοχή

στην επιχείρησή του και το φέρει σε επαφή με άλλα άτομα τα οποία είναι ηθικά

και κοινωνικά μειωμένα, με κίνδυνο να μυηθεί πολλές φορές, ακόμη και στην

τακτική τους προς τέλεση αξιόποινων πράξεων. Σε περίπτωση αθωώσεώς του,

τέλος, γεννιέται η ανάγκη της ηθικής και υλικής αποκαταστάσεώς του.3

ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ

Ο θεσμός της προσωρινής κρατήσεως συναντάται ήδη στην αρχαία

Ελλάδα όταν οι οφειλέτες του Δημοσίου φυλακίζονταν για να αποτραπεί η

φυγή τους και να εξασφαλισθεί η καταβολή της οφειλής τους σε αυτό.4 Παρόλα

αυτά, η προσωρινή κράτηση εφαρμοζόταν μόνο κατ’ εξαίρεση του κανόνα,

σύμφωνα με τον οποίο ο κατηγορούμενος για την τέλεση αξιόποινης πράξεως

όφειλε να προσέλθει ενώπιον του άρχοντα, για να λάβει γνώση της εναντίον

του κατηγορίας, να προτείνει τις ενστάσεις του και να προπαρασκευάσει την

υπεράσπισή του.5

Η εξαιρετική αυτή εφαρμογή του μέτρου διήρκησε μέχρι τον 15ο αιώνα

όταν η επιβολή του θεωρούνταν πλέον σαν αυτονότητη συνέπεια της

3 Βλ. ό.π., σ. 54.

4 Βλ. ό.π., σ. 10.

5 Βλ. Τσουκαλά, Ερμηνεία Ποινικής Δικονομίας, σ. 137.

Page 7: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ανάκρισης. Τότε εμφανίζεται για πρώτη φορά ο όρος «προφυλάκιση» με την

έννοια της επιβαλλόμενης από την δικαστική εξουσία σύμφωνα με το νόμο

φυλάκισης του κατηγορουμένου κατά τη διάρκεια της προδικασίας . Ο όρος

αυτός διατηρήθηκε μέχρι και τελευταία και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του

ν. 1128/1981 «περί προσωρινής κρατήσεως και άλλων τινών διατάξεων».

Η λεγόμενη προφυλάκιση καθιερώθηκε ως «ανεκτόπιστο μέσο για τη

συγκράτηση της έννομης τάξης» [Ποινική Δικονομία του 1834], χωρίς να

διαφέρει αυτή η αντίληψη από τις σχετικές επιλογές που αποτυπώθηκαν κατά

τη σύνταξη του ΣχΚΠΔ του 1934, κατά το οποίο «ουδεμία καινοτομία

ενδείκνυται» (ΕισΕκθΣχΚΠΔ). Εξάλλου, μικρές βελτιώσεις επήλθαν,

αναφορικά με το θέμα, κατά την τελική διατύπωση του ΚΠΔ που τελικά

κυρώθηκε με τον ν. 1493/1950. Σημειωτέον δε ότι πριν από την ψήφιση του ν.

ΓΨΠΓ’/1911 επιτρεπόταν η προφυλάκιση ακόμα και επί πταισμάτων, ενώ το

πρώτον με τον ν. 4441/1929 αναγνωρίστηκε στον κατηγορούμενο το δικαίωμα

ανακοπής κατά του σχετικού εντάλματος.6

Το προ του 1981 νομικό πλαίσιο γενικά χαρακτηρίζεται από την

υποχρεωτική επιβολή της προφυλάκισης από τον ανακριτή με μόνη

προϋπόθεση την αφηρημένη βαρύτητα της πράξης. Το πλαίσιο αυτό καθίστατο

προβληματικό και στην επιβολή επί πλημμελημάτων αφού δεν συνοδευόταν

ούτε από τη θέσπιση υποκατάστατων μέτρων, ούτε από τις αναγκαίες

περιοριστικές προϋποθέσεις.7

Στις αρχές του 19ου αιώνα ο έλληνας νομοθέτης ευθυγραμμιζόμενος με

τα κρατούντα στην ηπειρωτική Ευρώπη προέβη σε ευρύτατη αναμόρφωση του

δικαίου της προφυλάκισης. Υπό την επίδραση των ιδεωδών που διέπουν τις

διακηρυγμένες αρχές της από 10.12.1948 Οικουμενικής Διακήρυξης των

Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΗΕ αλλά και των δεσμευτικών για το

εσωτερικό μας δίκαιο διατάξεων της ΕΣΔΑ του 1950 (ΝΔ 53/1974), όπου ρητά 6 Βλ. Βουρλιώτη Χ., Η στέρηση της ελευθερίας ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού και τα όρια επιβολής

του, ΠοινΧρ 2002/395.7 Δαλακούρα, Προσωρινή Κράτηση και περιοριστικοί όροι, σ. 20-21.

Page 8: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

προβλέπεται το τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2) και μόνο υπό

συγκεκριμένες προϋποθέσεις επιτρέπεται η στέρηση της ελευθερίας (άρθρο 5

παρ. 1 γ’), έγινε η πρώτη από τις νομοθετικές παρεμβάσεις για την

αναμόρφωση του θεσμού και την ανάλογη προς τις πιο πάνω αρχές κι επιταγές

προσαρμογή με την ψήφιση του ν 1128/1981. Η αντίληψη που επικράτησε τότε

ήταν ότι η δικαστική απόφαση περί προσωρινής κρατήσεως έχει τότε μόνο

αξία, όταν παρασχεθεί στο δικαστήριο το δικαίωμα να ενεργεί τις αναγκαίες

διαπιστώσεις περί της υπάρξεως των προϋποθέσεών της.8

Η σημαντικότερη καινοτομία που επέφερε ο ν. 1128/1981 είναι η

καθιέρωση της προσωρινής κράτησης ως δυνητικού μέτρου καθιστώντας έτσι

κανόνα τη μη επιβολή της προσωρινής κράτησης παρά μόνο εφόσον

συνέτρεχαν αποχρώντες λόγοι και καταφασκόταν επιπλέον η απόλυτη

αναγκαιότητα του μέτρου για την υλοποίηση των σκοπών της ανάκρισης και εν

γένει της ποινικής δίκης.9 Ειδικότερα, καταργήθηκε η υποχρέωση επιβολής του

μέτρου της προσωρινής κράτησης επί κακουργημάτων προσδίδοντας στο μέτρο

έναν εξαιρετικό χαρακτήρα.

Δεύτερη σημαντική καινοτομία του νόμου αυτού ήταν η θέσπιση

περιοριστικών όρων. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 283 ΚΠΔ καθορίζονταν με

σαφήνεια τα βήματα που έπρεπε να ακολουθήσει ο ανακριτής· ο ανακριτής

έπρεπε να εξετάσει, πρώτον, τη δυνατότητα να αφήσει ελεύθερο τον

κατηγορούμενο άνευ όρων, δεύτερον, την αναγκαιότητα επιβολής

περιοριστικών όρων και τελευταίο, εάν ήταν απολύτως αναγκαίο, την επιβολή

της προσωρινής κράτησης.10

Την θεμελιακή αυτή νομοθετική αναμόρφωση του θεσμού της

προσωρινής κράτησης συμπλήρωσαν οι διατάξεις των άρθρων 285 και 286

ΚΠΔ καθορίζοντας τις δυνατότητες άρσης ή αντικατάστασης των ήδη

8 Βλ. Τσουκαλά, Ερμηνεία Ποινικής Δικονομίας, σ. 145.

9 Βλ. Δαλακούρα, Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι, σ. 23.

10 Βλ. Δαλακούρα, ό.π., σ. 25.

Page 9: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

επιβληθέντων προσωρινών μέτρων. Ειδικότερα, παρασχέθηκε η ευχέρεια στον

κατηγορούμενο υποβολής αίτησης στον ανακριτή προς άρση ή αντικατάσταση

της προσωρινής κράτησης ή των περιοριστικών όρων, καθώς και το δικαίωμα

προσφυγής του στο Δικαστικό Συμβούλιο – κατά του εντάλματος προσωρινής

κράτησης ή κατά της διάταξης με την οποία επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι.

Ακολούθησε ο ν. 2207/1994, ο οποίος προσέταξε σε ιδιαίτερη

παράγραφο τους περιοριστικούς όρους, καθόρισε με αυστηρότερο τρόπο τις

προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης και τόνισε τον εξαιρετικό

χαρακτήρα της, ενώ περιόρισε τον αριθμό των πλημμελημάτων για τα οποία

μπορούσε να διαταχθεί προσωρινή κράτηση μεταβάλλοντας το ελάχιστο όριο

απειλούμενης ποινής που επέτρεπε ο ΚΠΔ για την επιβολή της προσωρινής

κράτησης επί πλημμελημάτων. Συγκεκριμένα, προσωρινή κράτηση μπορούσε

να επιβληθεί πλέον μόνο στα πλημμελήματα που τιμωρούνταν με ποινή

φυλακίσεως τουλάχιστον ενός έτους και όχι τριών μηνών, όπως γινόταν μέχρι

τότε.

Δεύτερον, ο νόμος αυτός αντικειμενοποίησε τον κίνδυνο φυγής του

κατηγορουμένου ως ουσιαστική προϋπόθεση επιβολής της προσωρινής

κρατήσεως (: ο δράστης έχει μόνιμη ή γνωστή διαμονή ή υπήρξε φυγόποινος ή

φυγόδικος στο παρελθόν). Τρίτον, προβλέφθηκε ότι ο κίνδυνος διαπράξεως

νέων εγκλημάτων από μέρους του κατηγορουμένου ως προϋπόθεση επιβολής

της προσωρινής κρατήσεως πρέπει να προκύπτει από συγκεκριμένα

χαρακτηριστικά της πράξεως. Στην οικεία εισηγητική έκθεση του ν. 2207/1994

επισημαίνεται η ανάγκη εξασφάλισης ειδικής αιτιολόγησης της προσωρινής

κράτησης, που έτεινε να καταστεί τυπική και μηχανική, με την επανάληψη

απλώς των προϋποθέσεων που έθετε ο νόμος.

Ο ν 2408/1996 που ακολούθησε, περιόρισε την επιβολή της προσωρινής

κράτησης μόνο στα κακουργήματα, που ουσιαστικά είναι μία απάντηση του

νομοθέτη στην τότε τάση της δικαστηριακής πρακτικής να ερμηνεύει με

Page 10: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ευρύτητα τους αξιολογικούς όρους που περιγράφουν τις προϋποθέσεις για την

επιβολή του επαχθούς αυτού μέτρου (βλ. ΕισΕκθ ν 2408/1996). Όπως

χαρακτηριστικά τονίζεται στη σχετική εισηγητική έκθεση:

«Μετά τη διαπίστωση ότι το ένα τρίτο των κρατουμένων στις ελληνικές

φυλακές είναι προσωρινά κρατούμενοι, πολλοί από τους οποίους όταν γίνει η

δίκη τους κρίνονται αθώοι, επιτακτική είναι η ανάγκη δραστικής μείωσης του

αριθμού των κρατουμένων που ανήκουν σ’αυτή την κατηγορία. Οι μέχρι

σήμερα νομοθετικές επεμβάσεις...οδήγησαν σε σχετική μόνο βελτίωση της

κατάστασης, αφού τα αρμόδια για την επιβολή του επαχθούς αυτού

προσωρινού μέτρου δικαστικά όργανα συνέχισαν να ερμηνεύουν με ευρύτητα

τους αξιολογικούς όρους που περιγράφουν τις προϋποθέσεις για την επιβολή

του...».

Επιπλέον, σε σχέση με την προϋπόθεση του κινδύνου φυγής του

κατηγορουμένου προστέθηκαν διάφορες παράμετροι που διευκρινίζουν (πλέον)

πότε συντρέχει η προϋπόθεση αυτή. Άλλη μία προσθήκη στην οποία προέβη ο

νόμος αυτός ήταν η προσθήκη του όρου «ιδιαίτερα» στα χαρακτηριστικά της

πράξεως από τα οποία πρέπει να προκύπτει ο κίνδυνος διάπραξης νέων

εγκλημάτων εκ μέρους του κατηγορουμένου για να του επιβληθεί η προσωρινή

κράτηση.

Ο παρών νόμος έλυσε επίσης ένα ερμηνευτικό πρόβλημα που

προέκυπτε από την δυνατότητα επιβολής της προσωρινής κράτησης στους

ανήλικους – εφήβους που διώκονταν για πράξεις με απειλούμενη ποινή

«κάθειρξη άνω των δέκα ετών». Διευκρινίστηκε λοιπόν με την καινούρια

νομοθεσία ότι απαιτείται η πράξη με την οποία διώκεται ο έφηβος

κατηγορούμενος να «τιμωρείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης κατ’ ελάχιστο

όριο δέκα ετών», ώστε να μπορεί να του επιβληθεί η προσωρινή κράτηση.

Ακόμη μία θετική παρέμβαση του ν. 2408/1996 ήταν η προσθήκη

δεύτερης παραγράφου στο άρθρο 288 ΚΠΔ το οποίο ρύθμιζε την προσωρινή

κράτηση επί συρροής εγκλημάτων. Συγκεκριμένα, με βάση τη ρύθμιση του

Page 11: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

άρθρου 288 ΚΠΔ η διάρκεια της προσωρινής κράτησης επί αληθινής

πραγματικής συρροής εγκλημάτων υπολογιζόταν ιδιαιτέρως για καθένα από τα

συρρέοντα εγκλήματα με αποτέλεσμα στην πράξη να καταστρατηγείται η

διάταξη με την άσκηση ποινικής δίωξης για τις πράξεις της κατηγορίας

ξεχωριστά, ώστε να αρχίζει η έναρξη του δεκαοκτάμηνου της προσωρινή

κράτησης από την εκτέλεση του καθενός από αυτές. Η νέα διάταξη

απαγόρευσε, εν ολίγοις, την επιβολή νέας προσωρινής κράτησης του ίδιου

κατηγορουμένου για άλλη πράξη, για την οποία ήταν δυνατό να ασκηθεί

ποινική δίωξη ή να απαγγελθεί κατηγορία, ταυτόχρονα με την ποινική δίωξη η

οποία οδήγησε στην προηγούμενη προσωρινή κράτηση.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 282 ΚΠΔ ΜΕ ΤΟΝ Ν.

3346/2005

Με το άρθρο 11 του ν. 3346/2005 προστέθηκε τελευταίο εδάφιο στην

παρ. 3 του άρθρου 282 ΚΠΔ που έχει ως εξής:

«Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να

επιβληθεί προσωρινή κράτηση και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από

αμέλεια κατά συρροή. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο της προσωρινής

κράτησης είναι διάρκειας έως έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί για άλλους

τρεις μήνες».

Η δικονομική αυτή ρύθμιση λειτουργεί συμπληρωματικά προς την

τροποποίηση του άρθρου 94 ΠΚ, στην παράγραφο 2 του οποίου προστέθηκε β’

εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας από αμέλεια σε

κατ’ιδέα συρροή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις θα υπάρχει ευχέρεια επιβολής

συνολικής ποινής ως 10 χρόνια (και όχι μόνο ως 5 χρόνια που ίσχυε μέχρι

σήμερα) «σταθμίζοντας τη βαρύτητα των επελθόντων αποτελεσμάτων και το

βαθμό υπαιτιότητας του δράστη».

Page 12: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Η νέα αυτή ρύθμιση είναι η απάντηση του νομοθέτη στο φαινόμενο των

πολύνεκρων ανθρωποκτονιών εξ αμελείας (υποθέσεις «RICOMEX», «Εξπρές

Σάμινα», «Τέμπη», «Πέταλο Μαλλιακού») που απασχόλησαν έντονα τα Μέσα

Μαζικής Ενημέρωσης και διατάραξαν την κοινή γνώμη της χώρας κατά την

πενταετία αυτή. Προς κατευνασμό των αντιδράσεων των οικογενειών των

πολυάριθμων θυμάτων και καταπράυνσης της κοινή γνώμης, οι ανακριτικές

αρχές ασκούσαν δίωξη κατά των δραστών για ανθρωποκτονία κατά συρροή

από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο με σκοπό να διευκολύνουν την επιβολή

προσωρινής κράτησης, αφού το 282 ΚΠΔ μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο επί

κακουργημάτων.11

Ως προς την πρακτική εφαρμογή του νέου αυτού άρθρου θα πρέπει να

παρατηρηθούν τα εξής:

i) Παρότι η Αιτιολογική Έκθεση του νομοσχεδίου επιχειρεί να

περιορίσει την εφαρμογή της νέας ρύθμισης μόνο στις

περιπτώσεις των «πολύνεκρων δυστυχημάτων» και

«πολλαπλών θανάτων», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο

κείμενό της, η διατύπωση του άρθρου αφήνει ανοικτό το

ενδεχόμενο επιβολής προσωρινής κράτησης και σε

περιπτώσεις που το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από

αμέλεια κατά συρροή έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο ακόμη

και δύο μόνο ανθρώπων.12

ii) Με την προσθήκη αυτή αποτρέπεται μεν η εμφάνιση του

παρατηρούμενου τα τελευταία χρόνια σε νομολογιακό

επίπεδο φαινομένου της κακουργηματοποιήσεως του

11 Βλ. Συμεωνίδου – Καστανίδου, Θέματα ουσιαστικού ποινικού δικαίου στο νομοσχέδιο «για την επιτάχυνση

της διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων», ΠοινΔικ 2005, σ. 189, Τσιρίδη Π., Ο

ενδεχόμενος δόλος – Θεωρία και Πρακτική, ΠοινΧρ ΝΒ/2002, σ. 961, Χαραλαμπάκη Α.Ι., Η υπαιτιότητα ως

«εργαλείο» ανεγκληματικής πολιτικής, ΠοινΧρ ΝΔ/2004.12 Βλ. Ζαχαριάδη Α.Κ., ΠοινΔικ 2/2005, σ. 199.

Page 13: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

συγκεκριμένου πλημμελήματος με τη μεταβάπτιση της

αμέλειας σε ενδεχόμενο δόλο.13

Ειδικότερα, η πλειοψηφία των ουσιαστικών ποινικών δικαστηρίων και

δικαστικών συμβουλίων τα οποία απασχόλησαν έντονα οι υποθέσεις

πολύνεκρων δυστυχημάτων για τα οποία είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για

ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά συρροή με ενδεχόμενο δόλο,

απέρριψε τη νομική κατασκευή του ενδεχόμενου δόλου.

Αξιοσημείωτη είναι η υπ’αριθμ. 1661/2004 απόφαση του Αρείου Πάγου

επί του πολύνεκρου ναυαγίου «ΣΑΜΙΝΑ», όπου έγινε δεκτό ότι «δεν

συντρέχει δε περίπτωση ενδεχόμενου δόλου, όταν δεν μπορεί, κατ’

αντικειμενική κρίση, να καταφαθεί και το βουλητικό στοιχείο της

πρόθεσης, όπως συμβαίνει όταν δεν προκύπτει κάποιο λογικό κίνητρο

του υπαιτίου προς διάπραξη ενός σοβαρού εκ δόλου εγκλήματος ή όταν ο

δράστης καθίσταται και ο ίδιος εν δυνάμει θύμα ενδεχομένως της

σχετικής πράξης ή παράλειψής του».14 Παρόλα αυτά, υπήρξαν

μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως η πολιτική Ολομέλεια του Αρείου

Πάγου στην υπόθεση RICOMEX15 που δέχθηκε ότι ο αρχιτέκτονας

μηχανικός ευθύνεται με ενδεχόμενο δόλο για την κατάρρευση του

εργοστασίου από το σεισμό.

iii) Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η νέα διάταξη καθιστά τον

θεσμό της προσωρινής κράτησης προτιμωρητικό και

κατασταλτικό, αντίστοιχο με εκείνο της προ του 1981

νομικού καθεστώτος «προφυλάκισης», «η οποία ως βασικό

σκοπό έχει το να αντισταθμίσει τη μεγάλη κοινωνική

βαρύτητα μιας αμελούς συμπεριφοράς με δυσανάλογα, λόγω

13 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Το νέο Νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας: Μια πρώτη προσέγγιση,

ΠοινΔικ 11/2004, σ. 1289.14 ΠοινΧρ ΝΕ/2005/328, Βλ. Τσιρίδη Π., Ο νέος νόμος για την επιτάχυνση της ποινικής δίκης (Ν. 3346/2005),

σ. 98-108.15 ΟλΑΠ 10/2005, ΝοΒ 2005/53.

Page 14: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

του μεγάλου αριθμού των θυμάτων, αποτελέσματα»16

οδηγώντας σε σύγκρουση με το τεκμήριο αθωότητας.

iv) Μία τέτοια νομοθετική επιλογή «λησμονεί τα διδάγματα της

ελληνικής νομοθετικής εμπειρίας, τα οποία λένε ότι όταν

εισάγεται μια εξαίρεση εύκολα ακολουθεί και άλλη με

αποτέλεσμα η εξαίρεση να γίνεται κανόνας και ο κανόνας

εξαίρεση».17

v) Με τη νέα αυτή ρύθμιση ανάγεται η βαρύτητα των

αποτελεσμάτων του πλημμελήματος της ανθρωποκτονίας

από αμέλεια σε κριτήριο επιβολής της προσωρινής

κρατήσεως. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα ισχύοντα ακόμη

και επί κακουργημάτων, όπου σύμφωνα με το άρθρο 282

ΚΠΔ «μόνη η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί

για την επιβολή προσωρινής κράτησης».

vi) Στο βαθμό που το δικονομικό μέτρο της επιβολής

προσωρινής κράτησης τείνει να επιστρατεύεται για την

εξυπηρέτηση γενικοπροληπτικών σκοπών, εξίσου εμφανές

είναι ότι επέρχεται ταυτόχρονα και ευθεία προσβολή της

αρχής του σεβασμού της ανθρώπινης αξίας, δεδομένου ότι

για το πρόσωπο που κάθε φορά «χρησιμοποιείται» για

λόγους παραδειγματισμού, υποβιβάζεται αυτόματα σε

«αντικείμενο», που χρησιμοποιείται κατ’αυτόν τον τρόπο ως

εργαλείο για την εξυπηρέτηση γενικών σκοπών και

σκοπιμοτήτων.18

16 Βλ. Χαραλαμπάκη Α.Ι., Παρατηρήσεις στο νέο νομοσχέδιο για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης,

ΠοινΧρ ΝΕ/2005, σ. 194.17 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Το νέο νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της πονικής διαδικασίας: Μια πρώτη προσέγγιση,

ΠοινΔικ 2004/1288.18 Βλ. Συμεωνίδη Δ. Γ., Δικονομικές παράμετροι της συζήτησης για την οριοθέτηση ενδεχόμενου δόλου και

συνειδητής αμέλειας και δυνατότητα επιβολής προσωρινής κράτησης σε περίπτωση συρροής ανθρωποκτονιών

από αμέλεια (άρθρο 11 Ν 3346/2005), ΠοινΔικ 2006/455.

Page 15: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΤΟ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ

Το τεκμήριο αθωότητας κατοχυρώνεται τόσο στην Οικουμενική

Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Ο.Η.Ε. (άρθρο 11), όσο και

με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (άρθρο 6 παρ. 2). Το

άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

(Ε.Σ.Δ.Α.), η οποία κυρώθηκε με το ΝΔ 53/1994, ορίζει: «Παν πρόσωπον

κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου

αποδείξεως της ενοχής του». Η κατοχύρωση του τεκμηρίου της αθωότητας του

κατηγορουμένου στη σύμβαση μαζί με την επαυξημένη τυπική ισχύ του που

της προσδίδει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος έχει τις εξής συνέπειες:

Η Σύμβαση αναγνωρίζει τον απολύτως εξαιρετικό χαρακτήρα της

σύλληψης και της προσωρινής κράτησης, παραθέτοντας στην διάταξη του

άρθρου της 5 παρ. 1 εδ. γ’ μια σειρά από συγκεκριμένες, ουσιαστικές

προϋποθέσεις – εγγυήσεις της προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας κάθε

ατόμου, που μπορούν να δικαιολογήσουν την από μέρους των αρχών λήψη

τόσο επαχθών μέτρων εις βάρος του ατόμου.19 Ο Κώδικας Ποινικής

Δικονομίας20, όπως και η Σύμβαση, δεν αναφέρονται ρητά στους λόγους που

μπορούν να δικαιολογήσουν την σύλληψη και την προσωρινή κράτηση του

κατηγορουμένου αλλά διαγράφουν ένα πλαίσιο υπό το οποίο μπορούν να

επιβληθούν.

19 Βλ. Μακρή Γ.Κ., “Η προδικαστική στέρηση της ελευθερίας”, Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της σύλληψης και

προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του

Ανθρώπου – Επισκόπηση της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σ. 101.20 Βλ. άρθρο 276 παρ. 2 εδ α’ σε συνδυασμό με άρθρο 282 παρ. 3 ΚΠΔ.

Page 16: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 γ’ της Σύμβασης είναι επιτρεπτή η

στέρηση της ελευθερίας κάποιου, εφόσον αυτός συλληφθεί ή κρατηθεί με την

προοπτική να οδηγηθεί στον αρμόδιο δικαστή, όταν υφίστανται εύλογες

υποψίες ότι έχει διαπράξει ένα έγκλημα ή όταν υπάρχουν δικαιολογημένες

ανησυχίες ότι θα επιχειρήσει κάποιο έγκλημα ότι θα διαφύγει μετά τη διάπραξή

του. Κανείς δεν μπορεί να κρατηθεί όταν ο λόγος που θα δικαιολογούσε ένα

τέτοιο μέτρο δεν εμπίπτει στις απαριθμημένες περιπτώσεις του άρθρου 5.

Η Σύμβαση επομένως εξαρτά την δυνατότητα της σύλληψης ή επιβολής

της προσωρινής κράτησης από ορισμένους λόγους· ειδικότερα, κατά πρώτον

πρέπει να συντρέχουν «εύλογες υπόνοιες» εκ μέρους των διωκτικών αρχών ότι ο

ύποπτος ενέχεται στην τέλεση του εν λόγω εγκλήματος-όπως στον ΚΠΔ

απαιτείται η συνδρομή «σοβαρών υπονοιών ενοχής» - σε συνδυασμό με την

συνδρομή είτε του δικονομικού λόγου «της δραπέτευσης του κατηγορουμένου

μετά την τέλεση του αδικήματος» - ο αντίστοιχος του «κινδύνου φυγής» του

κατηγορουμένου του ΚΠΔ - είτε του προληπτικού λόγου «της αποτροπής του

από το να διαπράξει νέο αδίκημα – αντίστοιχος δηλαδή του «κινδύνου

τελέσεως νέων εγκλημάτων» από τον κατηγορούμενο που προβλέπεται στον

ΚΠΔ.

Όπως εύλογα καταδεικνύεται από τα ανωτέρω, σκοπός της διάταξης του

άρθρου 5 παρ. 1 εδ. γ’ δεν είναι να υποδείξει τον τρόπο και τις προϋποθέσεις

υπό τις οποίες τα κράτη – μέλη μπορούν να επιβάλουν την σύλληψη ή την

προσωρινή κράτηση, αλλά να θέσει συγκεκριμένα όρια και περιορισμούς κατά

την εφαρμογή των μέτρων σύλληψης και προσωρινής κράτησης από τις εθνικές

αρχές, ώστε να αποφεύγεται τυχόν κατάχρηση αυτών στην πράξη και να

κατοχυρώνεται έτσι το άτομο απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, κάτι που

αποτελεί άλλωστε και θεμελιώδη σκοπό του άρθρου 5 της Σύμβασης.

Ως εύλογες υπόνοιες, έχει ορίσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, «τα

γεγονότα ή πληροφορίες που είναι ικανές να πείσουν έναν αντικειμενικό

Page 17: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

παρατηρητή ότι το άτομο για το οποίο πρόκειται μπορεί να έχει τελέσει το

αδίκημα».21 Αντίστοιχα, ο ελληνικός ΚΠΔ στην διάταξη του άρθρου 282 παρ. 1

αξιώνει την ύπαρξη «σοβαρών ενδείξεων» ενοχής για την επιβολή τόσο του

μέτρου της σύλληψης όσο και του μέτρου της προσωρινής κράτησης.

Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη στην ελληνική θεωρία «σοβαρές

ενδείξεις» ενοχής εις βάρος κάποιου συντρέχουν, όταν «από το σύνολο των

αποδεικτικών στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι το χρονικό σημείο

έκδοσης του ένταλματος σύλληψης προκύπτει ότι συντρέχει υψηλός βαθμός

πιθανολόγησης ότι ο κατηγορούμενος είναι και ο δράστης του διωκόμενου

εγκλήματος».22 Σε σύκριση με τις «επαρκείς ενδείξεις» ενοχής που αξιώνει ο

ΚΠΔ για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, οι «σοβαρές

ενδείξεις» ενοχής αντικατοπτρίζουν έναν υψηλότερο βαθμό πιθανολόγησης της

ενοχής ή εντάσεως των υπονοιών που απαιτείται εκ μέρους των ανακριτικών

αρχών για την επιβολή της σύλληψης ή της προσωρινής κράτησης στον

κατηγορούμενο.

Ζήτημα προέκυψε από την μεταγλώττιση του ΚΠΔ, κατά την οποία ο

όρος «αποχρώσες ενδείξεις» της καθαρεύουσας αντικαταστάθηκε με τον όρο

«σοβαρές» και αλλού με τον όρο «επαρκείς» ενδείξεις. Κατά ορθή άποψη, οι

ενδείξεις πρέπει ανεξαρτήτως διακρίσεως, για να μπορέσουν να

δικαιολογήσουν το μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, να είναι επαρκείς,

δηλαδή: όσο πιο επαχθές είναι το μέτρο τόσο πιο ισχυρές πρέπει να είναι οι

ενδείξεις ενοχής (αρχή του προσήκοντος βαθμού υπονοιών ή ισχύος των

ενδείξεων).23

Απόρροια λοιπόν του τεκμηρίου αθωότητας είναι η αρχή του

προσήκοντος βαθμού υπονοιών ή ισχύος των ενδείξεων. Όσο πιο επαχθές είναι

το μέτρο που λαμβάνεται στο στάδιο της προδικασίας εις βάρος του κατά

21 Βλ. Μακρή, ό.π., σ. 102.

22 Βλ. Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, σ. 508.

23 Βλ. Κάβουρα Γ., Το τεκμήριο αθωότητας, σ. 199.

Page 18: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

τεκμήριον αθώου κατηγορουμένου, τόσο πιο ισχυρές πρέπει να είναι οι

ενδείξεις ενοχής που το δικαιολογούν.24 Και όσο πιο ισχυρές ενδείξεις

χρειάζονται, τόσο πιο πολύ πρέπει να έχουν εξαντληθεί οι ανακριτικές

δυνατότητες συλλογής αποδεικτικών στοιχείων.

Στο στάδιο της προδικασίας, παραδείγματος χάριν, γίνεται προσπάθεια

απλής πιθανολόγησης της ενοχής και αυτό που μετράει δεν είναι η βεβαιότητα

ή μη της συνδρομής των ενδείξεων αυτών, αλλά η ορθή κρίση της

προγνωστικής τους αξίας.25

Συμπερασματικά, δύο στοιχεία πρέπει να συντρέχουν σύμφωνα και με

την ευρωπαϊκή νομοθεσία για να δικαιολογηθεί η στέρηση της ελευθερίας: η

ύπαρξη μιας νόμιμης βάσης στο εθνικό δίκαιο και η έλλειψη αυθαιρεσίας από

την πλευρά της δικαστικής εξουσίας. Η αυθαίρετη κράτηση έδωσε αφορμή στο

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να δημιουργήσει σχετική νομολογία. Οι προσφυγές που

την καταγγέλλουν είναι πράγματι πολλές.26

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

Τυπικές προϋποθέσεις

Η προσωρινή κράτηση διατάσσεται όσο διαρκεί η προδικασία, μετά από

την έγγραφη απολογία του κατηγορουμένου και προηγούμενη σύμφωνη γνώμη

του εισαγγελέα, ο οποίος πριν εκφράσει τη γνώμη του υποχρεούται να ακούσει

τον κατηγορούμενο και τον συνήγορό του (άρθρο 282 παρ. 1 ΚΠΔ).

24 Βλ. Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, σ. 370, Μπακόπουλο, Το τεκμήριο της αθωότητας – Συνέδριο στην

Κύπρο, σ. 91,96.25 Βλ. Κάβουρα Γ., Το τεκμήριο αθωότητας, σ. 190.

26 Βλ. Σικαλοπούλου Μ., Οι λόγοι που επιτρέπουν τη διατήρηση του μέτρου της προσωρινής κράτησης (Με

αφορμή την απόφαση Kemmache κατά Γαλλίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του

Ανθρώπου), Υπερ 1994/448.

Page 19: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Με τη φράση «όσο διαρκεί η προδικασία» ο νόμος εννοεί προφανώς το

στάδιο της κύριας ανακρίσεως, δεδομένου ότι μόνο ο τακτικός ανακριτής

εκδίδει ένταλμα προσωρινής κρατήσεως. Επομένως, μετά το τέλος της

ανακρίσεως δεν επιτρέπεται η έκδοση αυτού ή η θέση περιοριστικών όρων.

Κατ’ άρθρο 246, η κύρια ανάκριση ενεργείται μόνο από τον ανακριτή,

μετά από προηγούμενη έγγραφη παραγγελία του εισαγγελέα, η οποία

μνημονεύει ορισμένως και ειδικώς την αξιόποινη πράξη και την ποινική

διάταξη που την προβλέπει. Παραγγελία προς τον ανακριτή μπορεί να δώσει ο

εισαγγελέας σε κάθε στάση της προανάκρισης ή και αμέσως μόλις λάβει την

πρώτη καταμήνυση ή πληροφορία σχετική με την τέλεση του εγκλήματος.

Τέτοια παραγγελία από μέρους του εισαγγελέα δίνεται για κακουργήματα και

πλημμελήματα, όταν κατά την κρίση αυτού πρέπει να εκδοθεί κατά του

κατηγορουμένου ένταλμα συλλήψεως ή προσωρινής κρατήσεως ή όταν η

προανάκριση πρέπει να συμπληρωθεί με κύρια ανάκριση.

Πρέπει να διακρίνουμε επί τυπικής και ουσιαστικής περατώσεως της

κύριας ανάκρισης:

Α. Επί τυπικής περατώσεως της κύριας ανακρίσεως

Η κύρια ανάκριση περατώνεται με την απολογία του κατηγορουμένου

(άρθρο 270 παρ. 1 ΚΠΔ), η οποία είναι αναγκαία προκειμένου να δοθεί η

ευχέρεια σε αυτόν να υπερασπίσει τον εαυτό του και βοηθήσει τον ανακριτή

στην ανακάλυψη της αλήθειας. Σε περίπτωση, ωστόσο, που ο κατηγορούμενος

αποφασίζει να μην εμφανισθεί ενώπιον του ανακριτή, ο νομοθέτης δέχθηκε σε

ορισμένες περιπτώσεις αναπλήρωση της απολογίας του κατηγορουμένου, είτε

με την κλήση αυτού για εξέταση είτε με την κλήση και έκδοση εντάλματος

συλλήψεως ή βίαιης προσαγωγής.

Έτσι, η απολογία του κατηγορουμένου αναπληρώνεται και η ανάκριση

θεωρείται περατωμένη και χωρίς αυτή:

Page 20: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

α) Αν ο κατηγορούμενος δεν προσήλθε να απολογηθεί, μολονότι

κλητεύθηκε και δεν προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις εναντίον του (άρθρο 270

παρ. 1). Στην περίπτωση αυτή η απολογία αναπληρώνεται από την κλήση, η

οποία πρέπει να επιδοθεί στον κατηγορούμενο.27

β) Αν ο κατηγορούμενος κλητεύθηκε σε απολογία, αλλά δεν

προσέρχεται από απείθεια, και ο ανακριτής πιστεύει ότι υπάρχουν ενδείξεις

εναντίον του, τότε η ανάκριση μπορεί να θεωρηθεί περατωμένη με την έκδοση

εντάλματος συλλήψεως ή βίαιης προσαγωγής κατά τα άρθρα 272, 276 ΚΠΔ.

γ) Αν εκδόθηκε ένταλμα συλλήψεως κατά του κατηγορουμένου, χωρίς

να προηγηθεί κλήτευσή του σε απολογία, εφόσον πρόκειται για περίπτωση για

την οποία συγχωρείται η προσωρινή κράτηση (άρθρα 276 παρ. 2, 271 παρ. 1

ΚΠΔ). Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης, η

κλήση του κατηγορουμένου προς απολογία είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική

και η ανάκριση θεωρείται ότι περατώθηκε νομίμως με την έκδοση του

εντάλματος σύλληψης, έστω και αν προηγήθηκε κλήτευσή του.28

Στις περιπτώσεις, όπου υφίσταται διαφωνία μεταξύ ανακριτή και

εισαγγελέα, θα αρθεί, από το δικαστικό συμβούλιο κατά το άρθρο 307 ΚΠΔ. Το

συμβούλιο στην περίπτωση αυτή αίρει τη διαφωνία και η προσωρινή κράτηση

του κατηγορουμένου υπέρ της οποίας τυχόν τάσσεται, απαγγέλλεται με την

έκδοση του σχετικού εντάλματος από τον ανακριτή.

Τέλος, η απολογία του κατηγορουμένου και η έγγραφη σύμφωνη γνώμη

του εισαγγελέα πρέπει να προηγηθούν από την έκδοση του σχετικού

εντάλματος της προσωρινής κρατήσεως. Στην αντίθετη περίπτωση, το ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως που εκδόθηκε είναι άκυρο. Και αυτό γιατι εκδόθηκε

κατά παράβαση των διατάξεων που αφορούν: α) την εμφάνιση, εκπροσώπηση

και υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων του,

27 Αντιθετες, οι ΠλημΑθ 2506/1969 ΠοινΧρ 1969/489, ΠλημΑθ 1223/1974 ΠοινΧρ 1974/463, σύμφωνα με τις

οποίες δεν απαιτείται επίδοση της κλήσεως στον κατηγορούμενο.28 ΣυμβΑΠ 1399/2003 ΠοινΔικ 2004/108.

Page 21: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

και β) την υποχρεωτική συμμετοχή αυτού σε ορισμένες πράξεις της

προδικασίας που ορίζονται από το νόμο (άρθρο 171 παρ. 1 στ. β΄).

Β. Επί ουσιαστικής περατώσεως της κύριας ανακρίσεως

α) Η ουσιαστική περάτωση της κύριας ανακρίσεως επέρχεται κατά

κανόνα από το συμβούλιο πλημμελειοδικών (άρθρο 308). Γι’αυτό

διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση μετά την τελευταία ανακριτική πράξη τα

έγγραφα στον εισαγγελέα, ο οποίος, αν κρίνει ότι πρέπει να επιστρέψει αυτά

στον ανακριτή για συμπλήρωση της ανακρίσεως, υποβάλλει το ταχύτερο

πρόταση στο συμβούλιο για την οριστική ή προσωρινή παύση της παραπέρα

διώξεως ή για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο ή για το

ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία εναντίον του.

Οι διάδικοι δικαιούνται να γνωστοποιήσουν και προφορικά στον

εισαγγελέα και πριν από την κατάρτιση της προτάσεώς του, ότι επιθυμούν να

λάβουν γνώση αυτής. Ο εισαγγελέας οφείλει στην περίπτωση αυτή να

ειδοποιήσει τον γνωστοποιήσαντα, αν κατοικεί στην έδρα του δικαστηρίου,

διαφορετικά το διορισμένο αντίκλητο σε αυτή, να προσέλθει και να λάβει

γνώση της προτάσεώς του και μετά την υποβολη αυτής στο συμβούλιο. Για το

σκοπό αυτό κατατίθεται στη γραμματεία της εισαγγελίας αντίγραφο της

προτάσεως. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις ο ανακριτής οφείλει πριν από τη

διαβίβαση της δικογραφίας στον εισαγγελέα να γνωστοποιήσει στους διαδίκους

την περάτωση της ανακρίσεως, με σκοπό να ασκήσουν τα δικαιώματά τους που

ορίζονται από τα άρθρα 101, 106 επ. Η γνωστοποίηση αυτή πρέπει να

αποδεικνύεται είτε με αποδεικτικό του εγγράφου της γνωστοποιήσεως είτε με

έκθεση κοινοποιήσεως που συντάσσεται από τον ανακριτή προς το διάδικο που

είναι παρών, ότι η ανάκριση περατώθηκε.

Page 22: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Αλλά και μετά τη γνωστοποίηση του τέλους της ανακρίσεως στον

κατηγορούμενο, αν ο ανακριτής ενεργήσει και άλλες ανακριτικές πράξεις (π.χ.

συμπληρωματική απολογία του κατηγορουμένου), οφείλει να επαναλάβει τη

γνωστοποίηση πριν διαβιβάσει τη δικογραφία στον εισαγγελέα, γιατί

διαφορετικά παράγεται απόλυτη ακυρότητα του βουλεύματος που τυχόν θα

εκδοθεί. Αν έγινε εξέταση μάρτυρα ή άλλη ανακριτική πράξη, όχι όμως και

παραλαβή εγγράφου από τον ανακριτή και υποβολή αυτού στον εισαγγελέα,

μετά την απολογία του κατηγορουμένου, δεν επιτάσσεται νέα κλήση αυτού από

τον ανακριτή για συμπληρωματική απολογία, αλλά μόνο η γνωστοποίηση του

τέλους της ανακρίσεως. Συνέπεια της απόλυτης ακυρότητας είναι ότι

καθίστανται άκυρες και οι εξαρτημένες από αυτή μεταγενέστερες πράξεις της

ποινικής διαδικασίας. Όμως ο δικαστής μπορεί να κηρύξει άκυρες και πράξεις

σύγχρονες ή προγενέστερες μόνο όταν είναι συναφείς με εκείνη που

ακυρώθηκε (άρθρο 175 ΚΠΔ), της διαδικασίας που έχουν ενεργηθεί μετά από

αυτή. Η ακυρότητα αυτή ανάγεται στην προδικασία και καλύπτεται.

β) Σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις έχουμε εξαίρεση του κανόνα της

περατώσεως της ανακρίσεως από το συμβούλιο πλημμελειοδικών: αα) Η κύρια

ανάκριση για πλημμέλημα περατώνεται και με απευθείας κλήση του

κατηγορουμένου στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου. Για να διατάξει

στην περίπτωση αυτή ο εισαγγελέας την απευθείας κλήση του κατηγορουμένου

στο ακροατήριο, πρέπει να έχει τη σύμφωνη γνώμη του ανακριτή. Εφαρμοστέα

στην περίπτωση αυτή είναι και η διάταξη του άρθρου 322 και ο εισαγγελέας

των εφετών μπορεί, αν γίνει δεκτή η προσφυγή, να διατάξει είτε την υποβολή

στο συμβούλιο είτε τη συμπλήρωση της ανακρίσεως, οπότε αυτή περατώνεται

με βούλευμα του συμβουλίου. Πρόταση στο συμβούλιο μπορεί να γίνει μόνο,

αν ο εισαγγελέας φρονεί ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για παραπομπή

του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Αν υπάρχουν περισσότεροι του ενός

κατηγορούμενοι και δεν προκύπτουν ενδείξεις εναντίον ορισμένων από αυτούς,

η υπόθεση εισάγεται ως προς όλους στο δικαστικό συμβούλιο. Τέλος, για τη

Page 23: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

διάρκεια ή μη της προσωρινής κρατήσεως του κατηγορουμένου αποφαίνεται το

συμβούλιο των πλημμελειοδικών αμετάκλητα (άρθρα 308 παρ. 3, 245 παρ. 2).

ββ) Αν γίνει ανάκριση για κακούργημα και από αυτή προκύπτουν αρκετές

ενδείξεις κατά του κατηγορουμένου για την παραπομπή του στο ακροατήριο, ο

εισαγγελέας των πλημμελειοδικών, αφού συμφωνεί και ο ανακριτής, υποβάλλει

τη δικογραφία στον εισαγγελέα των εφετών. Ο εισαγγελέας των εφετών, αν

συμφωνεί με τη γνώμη των δύο προηγούμενων, υποβάλλει το ταχύτερο

πρόταση στο συμβούλιο των εφετών, το οποίο αποφαίνεται σε πρώτο και

τελευταίο βαθμό σύμφωνα με το άρθρο 318. Η παραπάνω διάταξη ισχύει και αν

συγκατηγορούνται πρόσωπα, κατά των οποίων δεν προκύπτουν ενδείξεις. Και

ως προς αυτά ακολουθείται η διαδικασία ενώπιον του συμβουλίου κατά την

παράγραφο 4 του άρθρου αυτού.

γγ) Στα εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρο 1 του ν. 1608/1950,

η περάτωση της κύριας ανάκρισης κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών. Για

το σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία

ανακριτική πράξη στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση

δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο συμβούλιο

εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή πλημμελήματα.

δδ) Αφού εξαιρεθούν οι περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες

ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία, τα πλημμελήματα εμπρησμού, δασών

των άρθρων 265 και 266 του Ποινικού Κώδικα καθώς και τα πλημμελήματα

του άρθρου 285 του Δασικού Κώδικα, εισάγονται με απευθείας κλήση ενώπιον

του αρμόδιου τριμελούς πλημμελειοδικείου είτε μετά από προηγούμενη

προανάκριση είτε και χωρίς αυτή, εφόσον προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις

εε) Μετά την ολοκλήρωση της ανακρίσεως η δικογραφία υποβάλλεται

από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος αν

κρίνει ότι προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου και ότι

η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, εισάγει με σύμφωνη γνώμη του

προέδρου εφετών την υπόθεση με απευθείας κλήση στο ακροατήριο.

Page 24: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

στ) Μόλις περατωθεί η ανάκριση, η δικογραφία υποβάλλεται από τον

εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι

προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις και ότι δεν πρέπει να την επιστρέψει για

συμπλήρωση της ανακρίσεως, εισάγει, εφόσον συμφωνεί και ο πρόεδρος

εφετών, την υπόθεση στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, κατά της οποίας δεν

επιτρέπεται προσφυγή.

Επομένως, εν ολίγοις, οι εξής τυπικές προϋποθέσεις πρέπει να

πληρωθούν, ώστε να είναι δυνατή η επιβολή της προσωρινής κράτησης:

α) η προηγούμενη απολογία του κατηγορουμένου, ή τουλάχιστον η παροχή

δυνατότητας στον κατηγορούμενο να απολογηθεί, άσχετα αν αυτός θα κάνει

χρήση του εν λόγω δικαιώματος,29

β) η ακρόαση του κατηγορουμένου και του συνηγόρου του από τον εισαγγελέα,

και

γ) η σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα. Σε περίπτωση διαφωνίας του ανακριτή

και του εισαγγελέα, αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο (άρθρο 283

παρ. 1 εδ. τελευταίο).

Ουσιαστικές προϋποθέσεις

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 282 ΚΠΔ όπως ισχύει

σήμερα μετά τις τροποποιήσεις και συμπληρώσεις που υπέστη με τα άρθρα 2

του ν. 2207/1994 και 2 παρ. 11 εδ. α’ του ν. 2408/1996 αλλά και του άρθρου 11

του ν. 3346/2005, για να εκδοθεί ένταλμα προσωρινής κράτησης, πρέπει να

συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του

άρθρου αυτού, ήτοι όταν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του

κατηγορουμένου και επιπλέον εφόσον:

29 Βλ. Καραγιανόπουλο, Επιτομή Ποινικής Δικονομίας, σελ. 179.

Page 25: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

α) Ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα ή για το πλημμέλημα

της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή και δεν έχει γνωστή διαμονή

στη χώρα ή β) έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη

φυγή του ή γ) υπήρξε φυγόποινος κατά το παρελθόν ή δ) υπήρξε φυγόδικος ή ε)

κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή στ) κρίνεται δικαιολογημένα ότι

αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά

μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή απο τα

συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία

κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά νόμο βαρύτητα

της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης.30

Από το κείμενο του νόμου συνάγεται σαφώς ότι η προσωρινή κράτηση

μπορεί να επιβληθεί τότε μόνο όταν είναι απόλυτα αναγκαία για την πρόληψη

τέλεσης νεών εγκλημάτων, για την παρεμπόδιση εξαιρετικά πιθανής φυγής του

κατηγορουμένου ή όταν ο κατηγορούμενος κρίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνος, και

δεν επιβάλλεται παρά μόνον ως η έσχατη πιθανή λύση όταν έχει προηγουμένως

κριθεί ότι ο κατηγορούμενος δε μπορεί να αφεθεί ελεύθερος και ότι η

ενδεχόμενη επιβολή περιοριστικών όρων δεν θα είναι αρκετή για να αποτρέψει

τους παραπάνω κινδύνους.

Πρέπει να μνημονεύονται λοιπόν τα στοιχεία που αποδεικνύουν στη

συγκεκριμένη περίπτωση τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου.

Απαιτείται, δηλαδή, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασης για

την επιβολή της προσωρινής κράτησης, υποχρέωση που συνάγεται όχι μόνο

από αυτή τη λογική ερμηνεία του νόμου, αλλά και που προκύπτει ταυτόχρονα

άμεσα από τα άρθρα 6 § 1 εδ. α και 93 § 3 εδ. α Συντ και από το άρθρο 139

ΚΠΔ. Η τυπική επομένως παράθεση των προϋποθέσεων του νόμου χωρίς να

30 Βλ. παρατηρήσεις Ανδρέου Φ. στο βούλευμα Συμ.Εφετ.Λάρ. 311/1994 Υπερ 1995/526, ΣυμβΠλημΑγρ

290/99 Υπερ 2000/582, ΣυμβΠλημΑθ 5967/2003 ΠοινΧρ 2004/936.

Page 26: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

μνημονεύεται κανένα στοιχείο που να τις θεμελιώνει, δεν μπορεί ασφαλώς να

θεωρηθεί σύμφωνη με το νόμο.

Σύμφωνα με το κείμενο του νόμου, για την επιβολή ή διατήρηση της

προσωρινής κράτησης πρέπει σε κάθε περίπτωση να αναφέρονται: α)

συγκεκριμένα στοιχεία με βάση τα οποία κρίνεται ως εξαιρετικά πιθανή η

τέλεση νέων εγκλημάτων, η φυγή του κατηγορουμένου ή η ιδιαίτερη

επικινδυνότητά του, και β) συγκεκριμένα επίσης στοιχεία από τα οποία να

αποδεικνύεται ότι η προσωρινή κράτηση είναι απόλυτα αναγκαία, και ότι η

ενδεχόμενη επιβολή περιοριστικών όρων δε θα ήταν αρκετή.31

Η βαρύτητα της πράξης - προσωρινή κράτηση μόνο στα κακουργήματα

Υπό το καθεστώς πριν το νόμο 1128/1981, εφόσον υπήρχαν «σοβαρές

υπόνοιες ενοχής» ο κατηγορούμενος για κακούργημα προφυλακιζόταν πάντοτε

υποχρεωτικά, ακόμα και αν δεν ήταν ύποπτος φυγής ή ιδιαίτερα επικίνδυνος,

ενώ επί πλημμελημάτων μπορούσε να επιβληθεί προφυλάκιση μόνο αν ο

δράστης ήταν αλλοδαπός ή ύποπτος φυγής ή ιδιαίτερα επικίνδυνος. Κάποιο

αντίβαρo, βέβαια, στην σκληρότητα της ρύθμισης παρείχε ο θεσμός της

προσωρινής απόλυσης των άρθρων 291- 292 Κ.Π.Δ., κατά τον οποίο «έπρεπε»

να απολυθεί προσωρινά ο προφυλακισμένος για πλημμέλημα ή κακούργημα

τιμωρούμενο με κάθειρξη μέχρι 10 ετών, εφόσον, όμως, δεν ήταν

αποδεδειγμένα ύποπτος φυγής ή υπότροπος ή καθ’ έξιν ή κατ’ επάγγελμα

εγκληματίας ή εάν δεν υπήρχε βάσιμη υποψία ότι θα εξαλείψει τα ίχνη του

εγκλήματος. Στα δε βαριά κακουργήματα η προσωρινή απόλυση του

κατηγορουμένου ήταν δυνητική32. Κατ’ εξαίρεση δε, στα βαριά κακουργήματα 31 Βλ. Συμεωνίδου – Καστανίδου Ε. , Προσωρινή κράτηση – νομικός κανόνας και πράξη, Υπερ 1991/105.32 Κατ’ εξαίρεση δε, στα βαριά κακουργήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση , του βιασμού , της

αποπλάνησης παίδων , της ακούσιας απαγωγής , της εκβίασης και της ληστείας προσωρινή απόλυση δε

μπορούσε να διαταχθεί πριν συμπληρωθεί ένας μήνας προφυλάκισης.

Page 27: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, του βιασμού, της αποπλάνησης παιδιών, της

ακούσιας απαγωγής, της εκβίασης και της ληστείας προσωρινή απόλυση δε

μπορούσε να διαταχθεί πριν συμπληρωθεί ένας μήνας προφυλάκισης.

Σήμερα το άρθρο 282 παρ 1 και 3, όπως ισχύει, μετά τη γενναία

μεταρρύθμιση του θεσμού της προσωρινής κράτησης που επέφεραν οι νόμοι

1128/1981, 2207/1994, 2408/1996, 2721/1999, 3160/2003, 3189/2003 και

3346/2005, ορίζει ότι προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί για

περιοριστικούς όρους μόνο αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και

αποδεικνύεται ότι συντρέχει είτε κίνδυνος φυγής είτε κίνδυνος τέλεσης νέων

εγκλημάτων από αυτόν.

Ο περιορισμός της επιβολής μόνο στα κακουργήματα καταδεικνύει την

αγωνιώδη προσπάθεια του νομοθέτη να εξασφαλίσει τον εξαιρετικό χαρακτήρα

της προσωρινής κράτησης, επενδύοντας κυρίως στη μετατόπιση του ορίου

βαρύτητας για τη μείωση του αριθμού των προσωρινά κρατουμένων. Η επιλογή

του αυτή να επιτρέψει την προσωρινή κράτηση μόνο για τα κακουργήματα

πρέπει να χαρακτηριστεί ως ριζοσπαστική, όχι μόνο για την εγχώρια έννομη

τάξη, αλλά και διεθνώς33. Μία συγκριτική επισκόπηση των δικαίων της

Ευρώπης αποδεικνύει ότι στην πλειοψηφία των έννομων τάξεων των κρατών

μελών της Ε.Ε. προσωρινή κράτηση επιτρέπεται και για πλημμελήματα

ήσσονος ακόμα σημασίας34 π.χ. στα πλαίσια του γερμανικού δικαίου

επιτρέπεται η επιβολή προσωρινής κράτησης για την αποτροπή του κινδύνου

φυγής του κατηγορουμένου σε όλα τα πλημμελήματα, ενώ για την αποτροπή

του κινδύνου συσκότισης της υπόθεσης σε πλημμελήματα για τα οποία

απειλείται ποινή φυλάκισης άνω των έξι μηνών, αντίστοιχα στην Βρετανία

προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί όταν διεξάγεται ανάκριση για

πλημμελήματα που τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης πάνω από 1 μήνα, ενώ στο

33 Δαλακούρας Θ., ο.α. , σελ .61

34 Bλ. συγκριτική επισκόπηση των κυριότερων νομοθεσιών των Ευρωπαικών χωρών σε Έκθεση Διεύθυνσης

Επιστημονικών Μελετών της Βουλής, Ποιν.Χρ. ΜΣΤ΄/763 και Δαλακούρα, ο.α.

Page 28: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ολλανδικό δίκαιο υπό προϋποθέσεις μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση

και για τα πταίσματα ακόμα .

Για τη Νομολογία μας ο κακουργηματικός χαρακτήρας του εγκλήματος,

παρά τις υπόλοιπες αυστηρές προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος, αποτελεί τον

κυριότερο λόγο επιβολής προσωρινής κράτησης. Αυτό που μετράει πάνω από

όλα είναι η είναι η βαρύτητα του εγκλήματος, στο οποίο αφορά η κατηγορία,

και στη συνέχεια η πιθανολόγηση της ενοχής του κατηγορουμένου. Οι

υπόλοιποι όροι, όπως η σφόδρα πιθανή φυγή ή το απολύτως αναγκαίο της

προσωρινής κράτησης έχουν εκπέσει σε επίπεδο απλού τύπου35, αφού τις

περισσότερες φορές απλώς επαναλαμβάνεται η διατύπωση του νόμου.

Η στάση αυτή της Νομολογίας παραγνωρίζει ότι μετά την αλλαγή του

νομοθετικού πλαισίου για την προσωρινή κράτηση, η βαρύτητα της πράξης

έπαψε να αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση, η συνδρομή της οποίας

«νομιμοποιεί» την επιβολή προσωρινή κράτηση. Υπό το ισχύον νομοθετικό

καθεστώς ο κακουργηματικός χαρακτήρας της πράξης λειτουργεί αρνητικά,

περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής της προσωρινής κράτησης, ώστε και αν

ακόμα διαπιστωθούν οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος δε μπορεί

να επιβληθεί εναντίον ατόμου εάν αυτό δεν διώκεται για κακούργημα. Αλλά

και αντίστροφα μόνο ο κακουργηματικός χαρακτήρας δε μπορεί να

δικαιολογήσει την επιβολή προσωρινής κράτησης, εφόσον δεν συντρέχουν και

οι υπόλοιπες προϋποθέσεις του 282 Κ.Π.Δ.

Πάντως πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο νομοθέτης στην προσπάθειά του

να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής της προσωρινής κράτησης, απαγορεύοντάς

την επιβολή της στα πλημμελήματα, φαίνεται να «θυσιάζει» την ανάγκη για

αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης. Τούτο φαίνεται καθαρά σε

περιπτώσεις σοβαρών πλημμελημάτων, που ενώ διαπιστώνεται σχεδόν με

βεβαιότητα ο κίνδυνος φυγής του κατηγορουμένου, εντούτοις το μόνο

35 Ανδρουλάκης , Θεμελιώδεις Έννοιες της Ποινικής Δίκης , 1994 , σελ. 287.

Page 29: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο που μπορεί να εμποδίσει την φυγή του δε μπορεί

να επιβληθεί, ενώ από την άλλη πλευρά οι περιοριστικοί όροι που τυχόν θα

επιβληθούν, αδυνατούν να εξασφαλίσουν την παρουσία του κατηγορουμένου

σε όλη τη διάρκεια της δίκης και την υποβολή του στην εκτέλεση της ποινής,

de lege lata κάτι τέτοιο φαίνεται να είναι ανεκτό.

Υποστηρίζεται de lege ferenda ότι το όριο ποινής που αξιώνεται για την

επιβολή προσωρινής κράτησης πρέπει να διαβαθμιστεί ανάλογα με τι σκοπό θα

καλείται να επιτελέσει στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση πχ. ενώ για την

πρόληψη υποτροπής του δράση προσωρινή κράτηση να επιβάλλεται μόνο επί

κακουργημάτων, κατ’ εξαίρεση για την αποτροπή του κινδύνου φυγής του

κατηγορουμένου να μπορεί να διαταχθεί και επί σοβαρών αδικημάτων36.

Ωστόσο, η πικρή εμπειρία από την μέχρι τώρα εφαρμογή του θεσμού στην

πράξη, μας κάνει να διατηρούμε ισχυρές επιφυλάξεις κατά πόσο μια τέτοια

τροποποίηση του status της προσωρινής κράτησης δε θα οδηγήσει σε μια

άμετρη και άλογη χρήσης της παραπάνω δυνατότητας από τους εφαρμοστές

του δικαίου, ίσως και σε μια de facto επαναφορά του νομικού καθεστώτος του

προ της μεταρρύθμισης του 1981, δεδομένης της σταθερής εμμονής τους σε

παραδοσιακές αντιλήψεις για τον προ-τιμωρητικό χαρακτήρα της προσωρινής

κράτησης.

Η προϋπόθεση συνδρομής σοβαρών ενδείξεων ενοχής του

κατηγορούμενου

36 Βλ. Δαλακούρα, ο.α., σελ. 68, Βουρλιώτη, Η στέρηση της ελευθερίας ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού

και τα όρια επιβολής του , Ποιν.Χρ. 2002 , σελ. 399.

Page 30: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Προκειμένου να επιβληθούν περιοριστικοί όροι ή προσωρινή κράτηση

εις βάρος του κατηγορουμένου πρέπει να προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής

του. Η αξίωση συνδρομής συγκεκριμένων ενδείξεων ή υπονοιών ενοχής

αναδεικνύεται σε διαχρονική προϋπόθεση αφού παρά τις συνεχείς

μεταρρυθμίσεις του νομικού πλαισίου της προσωρινής κράτησης και των

περιοριστικών όρων διατηρείται από την θέση σε ισχύ του ΚΠΔ μέχρι και

σήμερα.

Η σημασία των ενδείξεων ενοχής καταφάσκεται σε γενικότερο επίπεδο,

αφού τοσο η άσκηση της ποινικής δίωξης και η διενέργεια των ανακριτικών

πράξεων, όσο και η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο

προαπαιτούν τη συνδρομή του κατά περίπτωση κατάλληλου βαθμού υπονοιών

τέλεσης ενός εγκλήματος. Όσον αφορά μάλιστα την προδικαστική φάση της

ανάκρισης μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι αξιώνεται νομοθετικά μια

διαβάθμιση των ενδείξεων ενοχής, ανάλογα με την ένταση προσβολής του

ατομικού συμφέροντος και ανάλογα με το πρόσωπο που την υφίσταται

(κατηγορούμενος ή τρίτος), ώστε η συνδρομή του εκάστοτε απαιτούμενου

βαθμού υπονοιών να τελεί σε εύλογη σχέση με την επιβολή των καθέκαστον

δικονομικών μέτρων.

Για παράδειγμα, ενώ για τη διενέργεια μιας έρευνας σε κατοικία αρκεί η

συνδρομή απλών ενδείξεων ενοχής του ενοίκου, για μεν τη σωματική έρευνα σε

τρίτα πρόσωπα απαιτείται να υπάρχει σοβαρή (βαρεία) και βάσιμη υπόνοια, για

δε τη βίαιη προσαγωγή του κατηγορουμένου αποχρώσες ενδείξεις. Σε σχέση με

την προσωρινή κράτηση δε ο νομοθέτης εξαρτά την επιβολή της στο ισχύον

νομικό πλαίσιο από την κατάφαση σοβαρών ενδείξεων ενοχής του

κατηγορουμένου.

Το μεταγλωττισμένο κείμενο του ΚΠΔ χρησιμοποιεί τον όρο «σοβαρές

ενδείξεις ενοχής» αποδίδοντας στη δημοτική τον όρο «αποχρώσες ενδείξεις»

του νόμου 1128/1981, στο άρθρο 282 για την προσωρινή κράτηση και τους

περιοριστικούς όρους, αλλά και στα άρθρα 310 παρ. 1 και 319 παρ. 3 για την

Page 31: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

παραπομπή του κατηγορουμένου στη δίκη. Από τα παραπάνω θα μπορούσε

εύκολα κανείς να συμπεράνει καταρχήν ότι ο νομοθέτης απαιτεί τον ίδιο βαθμό

υπόνοιας τόσο για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όσο

και για την επιβολή της προσωρινής κράτησης, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται

εξαρχής ως περιττή η προσπάθεια ουσιαστικής διάκρισης των δύο

περιπτώσεων.37

Ήδη από το προγενέστερο του 1981 νομικό καθεστώς της

προφυλάκισης, ωστόσο, που αξίωνε για την επιβολή της να «γεννώνται

σοβαραί υπόνοιαι ενοχής του κατηγορουμένου», είχε καταγραφεί μια τάση

διαφοροποίησης του βαθμού υπόνοιας σε σχέση με τις ως άνω περιπτώσεις,

αφού υποστηριζόταν38 ότι οι «σοβαρές υπόνοιες» του άρθρου 282 ΚΠΔ

σήμαιναν κάτι περισσότερο από τις απαραίτητες για την παραπομπή

«αποχρώσες ενδείξεις». Η τάση αυτή μάλιστα επαναδιατυπώνεται και υπό το

ισχύον νομικό πλαίσιο της προσωρινής κράτησης με την προώθηση της θέσης

ότι οι σοβαρές ενδείξεις του άρθρου 282 ΚΠΔ δεν ταυτίζονται με τις επαρκείς

ενδείξεις για την παραπομπή σε δίκη αλλά απαιτούν ισχυρότερη

πιθανολόγηση.39

Έτσι, προτάσσεται από ορισμένους θεωρητικούς (Συμεωνίδου –

Καστανίδου, Κουράκης, Β. Ζησιάδης) ότι, παρά το γράμμα του νόμου, υπάρχει

δυνατότητα διαφορετικής προσέγγισης και ανάλογης αξιολόγησης των

σοβαρών από τις επαρκείς ενδείξεις, ενώ η αντίθετη άποψη στην επιστήμη

αποδέχεται την εννοιολογική ταύτιση των επαρκών και αποχρωσών (σοβαρών)

ενδείξεων ενοχής (Ι. Ζησιάδης, Καρράς, Σταμάτης).

Παρόλα αυτά, η φύση και η σημασία της προσωρινής κράτησης

επιβάλλει τη διαφοροποίηση των απαιτούμενων ενδείξεων ενοχής του

κατηγορουμένου στο ακροατήριο, αφού αυτό επιτάσσεται από τη γενικότερη

37 Βλ. Τσάκο Ν., ό.π., σ. 89.

38 Βλ. Ζησιάδη, Ποινική Δικονομία ΙΙ, σ. 261.

39 Βλ. Καρρά, Επιτομή Ερμηνεία, σ. 528

Page 32: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

αρχή του σεβασμού της προστασίας της αξίας του ανθρώπου. Η προσβολή ενός

ιδιαίτερα σημαντικού ατομικού εννόμου αγαθού σε καμιά περίπτωση δεν

μπορεί να εξαρτηθεί από τη συνδρομή υπονοιών ενοχής ισοσθενών με τις

απαιτούμενες για άλλες δυσμενείς ποινικοδικονομικές πράξεις, όπως η

παραπομπή στο ακροατήριο. Τα μεγέθη είναι δυσανάλογα, αφού η δοκιμασία

του ακροατηρίου υπολείπεται ασυγκρίτως, από τον επαχθέστερο εγκλεισμό,

έστω και προσωρινά, στις φυλακές.40

Επιπροσθέτως, η χρονική προτεραιότητα της δικαιοδοτικής κρίσης με

την οποία επιβάλλεται προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι έναντι

αυτής της παραπομπής καθώς και η ένταση της προσβολής της ελευθερίας του

ατόμου που επιφέρουν, η οποία πρέπει να εναρμονίζεται με την συνταγματική

αρχή της αναλογικότητας, επιβάλλουν την ποιοτική διαφοροποίηση των δύο

αυτών «σοβαρών ενδείξεων», έτσι ώστε για την επιβολή προσωρινής κράτησης

και περιοριστικών όρων να είναι απαραίτητη η συνδρομή υψηλότερου βαθμού

ενδείξεων σε σχέση με την παραπομπή στο ακροατήριο του κατηγορουμένου41.

Η διαπίστωση της ειδικοτερης λειτουργίας των σοβαρών ενδείξεων

ενοχής κατά την επιβολή των εξεταζόμενων προσωρινών μέτρων απαιτείται,

αφενός για να εξασφαλισθεί η ορθή επίκληση και εφαρμογή της εν λόγω

προϋπόθεσης και αφετέρου για να διασαφηνισθεί η σχέση της με το τεκμήριο

αθωότητας. Ο Ανδρουλάκης, όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, έχει προτείνει ότι

οι ενδείξεις ενοχής αποδίδουν το περιεχόμενο της αρχής του προσήκοντος

βαθμού υπονοιών ή ισχύος των ενδείξεων.42

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη διατύπωση του ιδίου «όσο βαρύτερο

είναι το μέτρο του καταναγκασμού και όσο πιο κοντινό γίνεται με την οικεία

πράξη το ενδεχόμενο της καταδίκης, τόσο εντονότερος πρέπει να είναι ο 40 Βλ. Βουρλιώτη Χ., ό.π., σ. 397.

41 Βλ. Δαλακούρα , ό.π.. σελ. 91 επ.

42 Βλ. Ανδρουλάκη, Θεμελιώδεις έννοιες της Ποινικής Δίκης, σ. 19.

Page 33: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

βαθμός υπονοίας (δηλαδή δύναμης των ενδείξεων) για τέλεση του εγκλήματος,

ο οποίος προϋποτίθεται για την επιβολή του καταναγκασμού, και τόσο

μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να αποδίδεται στην in concreto διακρίβωση του εν

λόγω βαθμού». Μία αντίστοιχη διατύπωση προσαρμοσμένη στην αρχή της

αναλογικότητας έχει ως εξής: «Όσο αυξημένη είναι η προσβολή του ατομικού

συμφέροντος που επέρχεται με τη λήψη του δικονομικού μέτρου, τόσο

υψηλότερος απαιτείται να είναι ο βαθμός υπονοιών σχετικά με την ενοχή του

κατηγορουμένου».43

Οι σοβαρές ενδείξεις ενοχής κατά την επιβολή προσωρινής κράτησης ή

περιοριστικών όρων επιτελούν περιοριστική λειτουργία. Συγκεκριμένα, η μη

συνδρομή τους έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της δυνατότητας λήψης

του επίμαχου ανακριτικού μέτρου, ακόμα κι αν καταφάσκονται οι υπόλοιπες

τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, που επιτάσσει ο νόμος, καθόσον η

προϋπόθεση συνδρομής σοβαρών ενδείξεων δρα αυτοτελώς και η επίκλησή της

προηγείτα χρονικά του ελέγχου των άλλων προϋποθέσεων. Έτσι λ.χ. αν οι

υπάρχουσες κατά την κρίσιμη περίσταση ενδείξεις ενοχής ενός

κατηγορουμένου για κακούργημα δεν χαρακτηρίζονται ως σοβαρές, η στέρηση

της προσωπικής του ελευθερίας είναι ανεπίτρεπτη, έστω κι αν τα στοιχεία της

δικογραφίας θα μπορούσαν να θεμελιώσουν την επιβολή προσωρινής κράτησης

λόγω κινδύνου φυγής.44

Επιπλέον, η επίκληση σοβαρών ενδείξεων ενοχής δικαιολογεί την

επιβολή προσωρινής κράτησης χωρίς την κάμψη του τεκμηρίου αθωότητας, το

οποίο απαγορεύει την αντιμετώπιση του κατηγορουμένου ως ενόχου και την

επιβολή σε αυτόν κυρώσεων πριν την νομότυπη απαγγελία της ενοχής του.

Συγκεκριμένα, η νομοθετική κατοχύρωση του τεκμηρίου αθωότητας στο άρθρο

6 παρ. 2 ΕΣΔΑ κατατείνει εμφανώς όχι στον αποκλεισμό καθαυτών των

43 Βλ. Δαλακούρα, Η αρχή της αναλογικότητας και μέτρα δικονομικού καταναγκασμού, σ.231.

44 Βλ. Δαλακούρα, Η προσωρινή κράτηση, σ. 96.

Page 34: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

δικονομικών μέτρων, αλλά και στην εξασφάλιση ενός τρόπου διεξαγωγής της

ποινικής διαδικασίας, ο οποίος θα εγγυάται αφενός την αποτροπή του

στιγματισμού και εν γένει της πρόωρης εκφοράς κρίσεων για την ενοχή του

κατηγορουμένου και αφετέρου τη μη επιβολή των δικονομικών μέτρων ως

προκαταβολικών κυρώσεων σε βάρος του φερόμενου ως δράστη μιας

αξιόποινης πράξης. Έτσι, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για κάμψη

του τεκμηρίου αθωότητας στις περιπτώσεις στις οποίες τα μέτρα δικονομικού

καταναγκασμού λαμβάνονται για την ομαλή διεξαγωγή της δίκης και προς

υλοποίηση του σκοπού της ανάκρισης, δηλαδή τη βεβαίωση τέλεσης του

εγκλήματος και τη διευκρίνιση της ενοχής ή αθωότητας του κατηγορουμένου.45

Η προϋπόθεση συνδρομής της αρχής της αναγκαιότητας

Προϋπόθεση του επιτρεπτού επιβολής των μέτρων της προσωρινής

κράτησης και των περιοριστικών όρων αποτελεί σύμφωνα με το άρθρο 282

παρ. 1 ΚΠΔ η κατάφαση της απόλυτης αναγκαιότητας των υπό λήψη μέτρων

για την επίτευξη των επιδιωκόμενων νομίμων σκοπών.

Η λειτουργία της αρχής της αναγκαιότητας συνίσταται στην αναζήτηση

εναλλακτικών πρόσφορων λύσεων, με τη συσχέτιση των οποίων θα αναδειχθεί

η προσήκουσα και λιγότερο επαχθής λύση για την υλοποίηση του

επιδιωκόμενου σκοπού. Ο έλεγχος αναγκαιότητας διενεργείται σε αναφορά

προς ένα σταθερό μέγεθος, δηλαδή τον συγκεκριμένο σκοπό, και αποβλέπει

στην αποτροπή θέσπισης ή επιβολής μη αναγκαίων περιορισμών των

θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Ως αναγκαίο θεωρείται ένα μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, όταν

περιορίζει την άσκηση του κατά περίπτωση θιγόμενου ατομικού δικαιώματος

λιγότερο από οποιοδήποτε άλλο εξίσου πρόσφορο μέτρο προς υλοποίηση του

45 Βλ. Δαλακούρα, Η προσωρινή κράτηση, σ. 97.

Page 35: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

επιδιωκόμενου σκοπού. Το κρίσιμο ερώτημα έγκειται, επομένως, στο αν ο in

concreto επιδιωκόμενος σκοπός μπορεί ή όχι να επιτευχθεί το ίδιο καλά με

κάποιον λιγότερο επιβαρυντικό τρόπο.46

Το απολύτως αναγκαίο αποτελεί κρίσιμο μέγεθος και για το ποιο μέτρο

δικονομικού καταναγκασμού (προσωρινή κράτηση ή περιοριστικοί όροι) θα

επιβληθεί τελικά μεταξύ αυτών που διεκδικούν την εφαρμογή τους στην κάθε

περίπτωση. Καθώς μεταξύ της προσωρινής κράτησης και των περιοριστικών

όρων δεν υπάρχει σχέση διάζευξης αλλά σχέση επικουρικότητας, αν δεν

κρίνεται απολύτως αναγκαία η επιβολή περιοριστικών όρων δεν είναι νομικά

δεκτή η επιβολή προσωρινής κράτησης.47

Τούτο προκύπτει ευθέως από τη ρύθμιση του άρθρου 282 ΚΠΔ, κατά το

γράμμα της οποίας «στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 282 ο

ανακριτής, αμέσως μετά την απολογία του κατηγορουμένου, μπορεί να τον

αφήσει ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη που να του θέτει περιοριστικούς ή

άλλους όρους ή, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου, να

εκδώσει εναντίον του ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα

προσωρινής κράτησης, αφού προηγουμένως και σε κάθε περίπτωση λάβει τη

γραπτή και σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα».

Η κατά σειρά προτεραιότητας απαρίθμηση των τριών δυνατοτήτων του

ανακριτή, όπως συνάγεται από την ως άνω διατύπωση, αποτυπώνει σαφέστατα

την αξίωση της αρχής της αναγκαιότητας, η οποία καθορίζει αποφασιστικά την

έκβαση της συναφούς κρίσης για τη στέρηση ή τον περιορισμό της προσωπικής

ελευθερίας του κατηγορουμένου.

«Η επιλογή επιβολής στον κατηγορούμενο κάποιου ή κάποιων από τα

άνω δικονομικά μέτρα καταναγκασμού, εφόσον προκύπτουν σε βάρος του

σοβαρές ενδείξεις ενοχής, μπορεί να επιτευχθεί λυσιτελώς βάσει της αρχής της

46 Βλ. Δαλακούρα, Η προσωρινή κράτηση, σ. 102.

47 Παπαδαμάκης , ο.α. , σελ. 329

Page 36: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το

ψήφισμα της 6.4.2001 της Ζ΄Αναθεωρητικής Βουλής) και των ειδικότερων

εκφάνσεων αυτής. Δηλαδή επιλέγεται μόνο εκείνο ή εκείνα τα μέτρα,

(i) που είναι κατάλληλα για την επίτευξη των άνω σκοπών (αρχή

προσφορότητας),

(ii) αλλά και αναγκαία («απολύτως» κατ’ άρθρο 282 παρ. 1 ΚΠΔ),

είτε γιατί είναι τα μοναδικά προς επίτευξή τους, είτε γιατί είναι τα

ηπιώτερα από τα διατιθέμενα προς τούτο, απαγορευμένης της

επιλογής του επαχθέστερου υπερμέτρου (αρχή της

αναγκαιότητας) και εν τέλει

(iii) ευρίσκονται σε μία παραδεκτή λογική σχέση αναλογίας με την

βαρύτητα της διωκόμενης αξιόποινης πράξεως αρχή της υπό

στενή έννοια αναλογικότητας». 48

Η προϋπόθεση της σφόδρα πιθανής φυγής

Η έννοια της πιθανής φυγής προσδιορίζεται αυθεντικά από τον ίδιο το

νομοθέτη στο άρθρο 282 παρ. 3, ώστε σφόδρα πιθανή να θεωρείται η φυγή του

δράση που δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει

προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το

παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση

κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής49. Εφόσον, λοιπόν, συντρέχει

μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις αυτές, δημιουργείται ένα αμάχητο τεκμήριο

ότι ο δράστης είναι ύποπτος φυγής50, το οποίο δεν αφήνει περιθώρια για

48 ΠλημμΡοδοπ 22/2003, ΠοινΔικ 2004/543.49 Βλ. ορθή εφαρμογή σε Πλημ. Αθ. 4276/2001 , Ποιν.Χρ. 2003/64.

50 Μανωλεδάκης, παρατηρήσεις στην Συμβ.Πλημ.Θεσ. 563/2000, Υπερ. 2000/1049επ., Παπαδαμάκης, ο.α. ,

σελ. 302 επ.

Page 37: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ελεύθερες δικαστικές εκτιμήσεις ή αξιολογήσεις π.χ. με την σκέψη ότι

απειλείται μια ιδιαιτέρως υψηλή στερητική ποινή της ελευθερίας ποινή

εναντίον του. Ποτέ δε μπορεί να κρατηθεί προσωρινά ο δράστης στη βάση της

υποψίας φυγής, αν δεν συντρέχει μία από τις αναφερθείσες προϋποθέσεις.

Αναλυτικότερα, ο κατηγορούμενος που διώκεται για κακούργημα ή το

πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή θα πρέπει να μην

έχει γνωστή διαμονή στην Ελλάδα ή να έχει κάνει προπαρασκευαστικές

ενέργειες για να διευκολύνει την φυγή του, ώστε να είναι επιτρεπτή η επιβολή

της προσωρινής κράτησης. Έχει, ωστόσο, κριθεί ότι «το στοιχείο του μη

αποκλεισμού της πιθανότητας μετάβασης του κατηγορουμένου στο εξωτερικό,

από μόνο του, δεν θα δικαιολογούσε την επιβολή προσωρινής κράτησης».51

Η διάταξη αυτή πάντως επιβεβαιώνει τον χαρακτήρα της προσωρινής

κράτησης ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, που σκοπό έχει να

εξασφαλίσει την παρουσία του κατηγορουμένου στη δίκη και τη διάθεση του

εαυτού του στην περαιτέρω εκτέλεση της ποινής που τυχόν θα του επιβληθεί.52

Επιπλέον, εάν ο κατηγορούμενος υπήρξε φυγόποινος στο παρελθόν

σημαίνει ότι, πρώτον, δεν έχει λευκό ποινικό μητρώο, και, δεύτερον, ότι

αποφεύγει να θέσει τον εαυτό του σε εκτέλεση μιας καταδικαστικής απόφασης.

Επιπλέον, η ενοχή για απόδραση κρατουμένου ή για παραβίαση περιορισμών

διαμονής δείχνει μία αντικοινωνική συμπεριφορά του κατηγορουμένου, ο

οποίος δεν σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις και τους νόμους και αποδεικνύει

μία συμπεριφορά που κατά πάσα πιθανότητα θα επιδείξει και στο μέλλον για τη

δίκη που σε βάρος του εκκρεμεί.

51 ΣυμβΠλημΠειρ 130/2005 Αρμ 2005/413.

52 Βλ. Ανδρέου Φ., σ. 1071.

Page 38: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Η συνδρομή της προϋπόθεσης του κινδύνου τέλεσης νέων

εγκλημάτων

Κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 282 παρ. 3 ο κατηγορούμενος

δύναται να κρατηθεί προσωρινά έαν κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί

ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευμένα

περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα

χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα

εγκλήματα.

Η αιτιολογία για την επιβολή της προσωρινής κρατήσεως δεν πρέπει να

κάνει χρήση γενικών κριτηρίων, όπως των εννοιών (αντικοινωνικός,

ριψοκίνδυνος, επίβουλος), αλλά πρέπει να στηρίζεται στις περιστάσεις και στα

χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης πράξης που διενεργήθηκε και να εξηγεί

γιατί από αυτά ανάγει την κρίση περί πιθανότητας επαναλήψεως από τον

κατηγορούμενο παρόμοιων πράξεων.53

Ο παλιός νόμος (1493/1950) μιλούσε για ύποπτο φυγής και ιδιαίτερα

επικίνδυνο κατηγορούμενο. Σαν ύποπτος φυγής χαρακτηριζόταν εκείνος για τον

οποίο υπήρχε βάσιμη πιθανότητα, ότι αν αφηνόταν ελεύθερος, θα προσπαθούσε

να διαφύγει είτε στο εξωτερικό, είτε σε τόπο διάφορο του τόπου στον οποίο

διεξάγονταν ανακρίσεις, με αποτέλεσμα να δυσχερανθεί το έργο των

ανακριτικών υπαλλήλων. Ο νέος νόμος μιλά για παρεμπόδιση εξαιρετικά

πιθανής φυγής του κατηγορουμένου, δηλαδή πάρα πολύ πιθανής φυγής, σχεδόν

βέβαιης.

Αυτό σημαίνει ότι η προσωρινή κράτηση διατάσσεται στην προκείμενη

περίπτωση μόνο όταν από τα στοιχεία της δικογραφίας αποδεικνύεται κατά

τρόπο που δημιουργεί στον ανακριτή δικανική πεποίθηση για τη συνδρομή της

προϋποθέσεως αυτής, όχι υποθετικά η συμπερασματικά, αλλά με βάση θετικά,

53 ΠλημΧαλ 143/1999 ΠοινΧρον 1999/858, ΑΠ 1150/1996 ΠοινΧρον 1997/1308.

Page 39: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

βέβαια και αναμφισβήτητα αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται στη

δικογραφία. Η κρίση περί της εξαιρετικά πιθανής φυγής του κατηγορουμένου

θα έχει σαν βάση την προηγούμενη διαγωγή του δράστη, τη διαγωγή που έδειξε

μετά το έγκλημα και γενικά την προσωπικότητά του.

Επικίνδυνος είναι αυτός που μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν πιθανή αιτία

εγκλημάτων που θα τελεσθούν στο μέλλον. Κατά τη νομική άποψη σαν

επικίνδυνος νοείται η παράνομη κατάσταση από την οποία πρέπει να

αναμένεται με πιθανότητα ότι και πάλι θα παραβιασθεί το δίκαιο. Επικίνδυνος

είναι κυρίως ο υπότροπος και ο κατά συνήθεια ή κατ’επάγγελμα εγκληματίας.54

Οι «κρυφοί» λόγοι επιβολής της προσωρινής κράτησης

Πέρα από τις νομοθετικά κατοχυρωμένες προϋποθέσεις επιβολής της

προσωρινής κράτησης, υπάρχουν κάποιοι άλλοι απόκρυφοι, αλλά ουσιαστικοί

στην πράξη παράγοντες, που επηρεάζουν, αλλά και πολλές φορές

διαμορφώνουν την κρίση των αρμοδίων δικαιοδοτικών οργάνων για την

επιβολή ή όχι του εν λόγω μέτρου και οι οποίοι δεν συμβαδίζουν επ’ ουδενί με

το δικονομικό χαρακτήρα και σκοπό της προσωρινής κράτησης.55

Πρωταρχικός παράγοντας στην απόφαση για την επιβολή ή μη της

προσωρινής κράτησης αποτελεί στην πράξη η βαρύτητα του εγκλήματος και η

αναμενόμενη ποινική κύρωση. Άλλα εξωνομικά μεγέθη που επηρεάζουν την

απόφαση των δικαστικών οργάνων ως προς την λήψη του δικονομικού αυτού

μέτρου αποτελούν ο κίνδυνος αποδεικτικής δυσχέρανσης του εγκλήματος, ο

54 Βλ. Τσάκο Ν., Η προσωρινή κράτηση, σ.66.

55 Για το όλο ζήτημα βλ. σχετικά Δαλακούρα , ό.π., σ. 107επ. , Καλφέλη , Η περάτωση της ανάκρισης, σ.

160επ.

Page 40: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

πειθαναγκασμός του κατηγορουμένου σε συνεργασία με τις διωκτικές αρχές,

καθώς και η αποφυγή αντεκδικήσεων.

Τέλος, μεγάλη βαρύτητα κερδίζει τα τελευταία χρόνια η καταπράϋνση

της κοινής γνώμης, η οποία διαπλάθεται στο μέγιστο βαθμό από τα Μέσα

Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία συχνά προκαλούν τις αντιδράσεις των πολιτών

με την προβολή ειδεχθών εγκλημάτων που συγκεντρώνουν το γενικό

ενδιαφέρον.

ΕΝΤΑΛΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 283 παρ. 1 ο ανακριτής αμέσως μετά την απολογία

του κατηγορουμένου, μπορεί είτε να τον αφήσει ελεύθερο ή να εκδώσει

διάταξη που να του θέτει περιοριστικούς ή άλλους όρους ή αν συντρέχουν οι

προϋποθέσεις του άρθρου 282, να εκδώσει εναντίον του ειδικά και

εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα προσωρινής κράτησης, αφού

προηγουμένως και σε κάθε περίπτωση λάβει τη γραπτή σύμφωνη γνώμη του

Εισαγγελέα.56 Ο Εισαγγελέας, πριν εκφράσει τη γνώμη του, υποχρεούται να

ακούσει τον κατηγορούμενο και το συνήγορό του.57

Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα, όσον αφορά

το αν ο κατηγορούμενος πρέπει να παραμείνει ελεύθερος, να επιβληθούν σε

αυτόν περιοριστικοί όροι ή προσωρινή κράτηση, αρμόδιο να τη λύσει είναι το 56 Πεντζιάς Γ., Η ποινική δίκη, σελ. 336

57 Η υποχρεωτική ακρόαση του κατηγορουμένου και του συνηγόρου του πριν τη διατύπωση εκ μέρους του

Εισαγγελέα της γνώμης του θεσμοθετήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του ν.2207/1994 , ώστε να εξασφαλίζεται η

άσκηση του δικαιώματος ακρόασης του κατηγορουμένου.

Page 41: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

δικαστικό συμβούλιο. Αυτό αίρει τη διαφωνία, δεν απαγγέλλει όμως και την

προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, γιατί γι’αυτό απαιτείται έκδοση

σχετικού εντάλματος από τον ανακριτή (άρθρα 305 και 307 στοιχ. Στ΄).58

Προϋποθέσεις εκδόσεως

Οι προϋποθέσεις επομένως για την έκδοση του εντάλματος προσωρινής

κρατήσεως ή των περιοριστικών όρων είναι: η απολογία του κατηγορουμένου,

ο έλεγχος του αποδεικτικού υλικού και η γραπτή σύμφωνη γνώμη του

εισαγγελέα.

Α) Απολογία του κατηγορούμενου

Όταν ο κατηγορούμενος εμφανισθεί ενώπιον του ανακριτή, αυτός έχει

την υποχρέωση να λάβει τα στοιχεία της ταυτότητάς του και να τον καλέσει να

δηλώσει τη διεύθυνση της κατοικίας του ή διαμονής του για να τα καταχωρήσει

στην έκθεση απολογίας. Μετά τη βεβαίωση της ταυτότητας του

κατηγορουμένου και την εξήγηση σε αυτόν των δικαιωμάτων του, ακολουθεί η

σαφής και πλήρης έκθεση της πράξεως από τον ανακριτή, για την οποία

κατηγορείται και καλείται να απολογηθεί και να υποδείξει τα μέσα της

υπερασπίσεώς του.

Η απολογία θεωρείται ότι έχει περατωθεί, όταν ο ανακριτής και ο

κατηγορούμενος δηλώσουν ότι τίποτε άλλο δεν έχουν να προσθέσουν. Στην

περίπτωση που δεν έχει τελειώσει η απολογία, ο ανακριτής δεν μπορεί να

προχωρήσει παραπέρα. Όταν διακόπτεται η απολογία για άλλο χρόνο ο οποίος

έχει προκαθοριστεί και ο κατηγορούμενος δεν εμφανίζεται, ο ανακριτής δεν

έχει το δικαίωμα να εκδώσει ένταλμα προσωρινής κρατήσεως ή διάταξη

58 Κατά την Συμβ. Πλημ. Μυτ. 15/1997 δεν απαιτείται από το νόμο η αυτοπρόσωπη εμφάνιση του

κατηγορουμένου ενώπιον του Συμβουλίου που επιλύει τη διαφωνία ανάμεσα στον ανακριτή και τον εισαγγελέα

για την επιβολή προσωρινής κράτησης.

Page 42: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

περιοριστικών όρων, γιατί δεν έχει τελειώσει η απολογία. Στην περίπτωση αυτή

ο ανακριτής δικαιούται να εκδώσει ένταλμα συλλήψεως ή βίαιης προσαγωγής,

κατά τα άρθρα 276 παρ. 2, 272, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του

άρθρου 282, οπότε και η απολογία του κατηγορουμένου θεωρείται ότι έχει

αναπληρωθεί και επέρχεται τυπική περάτωση της ανάκρισης.

Β) Έλεγχος του αποδεικτικού υλικού

Αφού απολογηθεί ο κατηγορούμενος ή περατωθεί η ανάκριση, με νόμιμο

τρόπο, ο ανακριτής θα ελέγξει όλο το αποδεικτικό υλικό. Αν κρίνει ότι δεν

υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορούμενου, θα τον αφήσει

ελεύθερο. Αν, αντίθετα, προκύψουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής εναντίον του, θα

εκδώσει διάταξη με την οποία θα επιβάλει περιοριστικούς όρους και μόνο αν

κρίνει απόλυτα αναγκαίο, θα εκδώσει ένταλμα προσωρινής κρατήσεως,

σύμφωνα με το άρθρο 282.

Γ) Έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα

Ο ανακριτής, αμέσως μετά την απολογία του κατηγορούμενου, την

εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και πριν αποφασίσει, πρέπει να λάβει την

έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, αφού προηγούμενως ακούσει τον

κατηγορούμενο και τον συνήγορό του. Διαφορετικά, σε περίπτωση διαφωνίας,

θα αποφανθεί το αρμόδιο συμβούλιο γι’ αυτή, κατά τα άρθρα 305, 307 στοιχ

ΣΤ’.

Μέχρι να εκδοθεί το βούλευμα του συμβουλίου των πλημμελειοδικών, ο

κατηγορούμενος είναι ελεύθερος, γιατί δεν υφίσταται τίτλος εκτελεστός.

Εφόσον η διαφωνία μεταξύ του ανακριτή και του εισαγγελέα αρθεί υπέρ της

εκδόσεως εντάλματος προσωρινής κρατήσεως, τίτλος θα είναι το ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως που εκδίδεται από τον ανακριτή. Σημειωτέον δε ότι με

Page 43: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

το να απαιτεί ο νόμος έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, εννοεί

έγγραφη αιτιολογημένη έκφραση γνώμης (άρθρο 32 παρ. 4).

Περιεχόμενο του εντάλματος

Το ένταλμα προσωρινής κρατήσεως ή η διάταξη που επιβάλλει

περιοριστικούς όρους πρέπει να περιέχει: α) το όνομα και επώνυμο, την

κατοικία και ακριβή, κατά το δυνατόν, περιγραφή του κατηγορούμενου που

έχει συλληφθεί, β) ακριβή σημείωση του κακουργήματος ή πλημμελήματος για

το οποίο εκδίδεται, δηλαδή λεπτομερή περιγραφή των περιστατικών που

συνιστούν το έγκλημα59, γ) μνεία του άρθρου που το προβλέπει, και δ) την

επίσημη σφραγίδα και την υπογραφή του ανακριτή και του γραμματέα (άρθρο

276 παρ. 3 σε συνδυασμό με το 283 παρ. 2 ΚΠΔ).

Η μνεία του άρθρου έχει σαν σκοπό να ελέγχεται, αν το αξιόποινο

αδίκημα για το οποίο διατάσσεται προσωρινή κράτηση ή περιοριστικοί όροι,

επισύρει ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών. Όσον αφορά το θέμα της

σημειώσεως με ακρίβεια του κακουργήματος που έχει τελεσθεί, κατά το άρθρο

276 παρ. 3 απαιτείται σημείωση του εγκλήματος, ενώ κατά το άρθρο 283 παρ. 2

απαιτείται ακριβής σημείωση. Επομένως, η διατύπωση αυτού για το ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως είναι αυστηρότερη από εκείνη του εντάλματος

συλλήψεως. Το ένταλμα της προσωρινής κρατήσεως απαιτείτα να περιέχει

λεπτομερή μνεία των πραγματικών γεγονότων τα οποία απαρτίζουν την

αξιόποινη πράξη, με την αναφορά της νόμιμης αιτίας, η οποία δικαιολογεί την

προσωρινή κράτηση, δεδομένου ότι αυτή διατάσσεται μετά από προηγούμενη

έρευνα των νομικών ζητημάτων και πραγματικών γεγονότων.

59 Βλ. Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, σ. 508 επ.

Page 44: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Σε περίπτωση που λείπει ένα από τα παραπάνω στοιχεία, το ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως γίνεται μη εκτελεστό, γιατί εκδόθηκε κατά το μη

αρμόζοντα τύπο, όχι όμως και άκυρο (άρθρα 277 παρ. 1, 283 παρ. 2). Και αυτό,

γιατί το άρθρο 170 παρ. 1 που απαγγέλλει την απόλυτη και σχετική ακυρότητα,

ορίζει ότι η ακυρότητα μίας πράξεως ή ενός εγγράφου της ποινικής διαδικασίας

επέρχεται μόνο όταν αυτό ορίζεται ρητά στο νόμο. Εν προκειμένω, δεν γίνεται

πουθενά μνεία για ακυρότητα του εντάλματος προσωρινής κρατήσεως.

Κατά συνέπεια, το ένταλμα προσωρινής κρατήσεως, λόγω των

ελλείψεων αυτών στερείται εκτελεστότητας και συνεπώς δεν μπορεί να

διαταχθεί με το βούλευμα η παραπέρα διάρκεια της ισχύος του. Αντίθετα,

πρέπει να διαταχθεί, με το βούλευμα η κατάργησή του, οπότε για τη δικονομική

αντικατάστασή του η διάταξη του βουλεύματος που θα διατάσσει τη νέα

σύλληψη και προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, θα επέχει θέση

προσωρινής κράτησης.60

Η εκτέλεση του εντάλματος

Ο ανακριτής, μετά την έκδοση του εντάλματος της προσωρινής

κρατήσεως, το στέλνει στον εισαγγελέα, ο οποίος επιμελείται την εκτέλεσή του.

Το ένταλμα συλλήψεως, επίσης, είναι εκτελεστό σε όλη την Επικράτεια και

υπεύθυνος είναι πάλι ο εισαγγελέας. Εξάλλου, σύμφωνα με την πρώτη

παράγραφο του άρθρου 6 του Συντάγματος, κανείς δεν συλλαμβάνεται ούτε

φυλακίζεται χωρίς αιτιολογημένο δικαστικό ένταλμα, που πρέπει να επιδοθεί τη

στιγμή που γίνεται η σύλληψη ή προσωρινή κράτηση, με εξαίρεση τα

αυτόφωρα εγκλήματα.

60 Βλ. Τσάκο., Η προσωρινή κράτηση, σ. 100.

Page 45: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Σύμφωνα με το άρθρο 284, εκείνος που εναντίον του εκδόθηκε ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως οδηγείται στις φυλακές υποδίκων61 και παραδίδεται

στον διευθυντή τους μαζί με το ένταλμα προσωρινής κρατήσεως. Η σχετική

έκθεση που συντάσσεται επισυνάπτεται στη δικογραφία. Από την ημέρα που

έγινε η παράδοση αρχίζει η διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως. Αν όμως ο

κρατούμενος είχε κρατηθεί πριν από την ημέρα αυτή επειδή είχε συλληφθεί

επ’αυτοφώρω ή με ένταλμα, η διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως θεωρείται

ότι άρχισε από την ημέρα που κρατήθηκε.

Κατά τη σύνταξη της εκθέσεως, όταν ο νόμος δε διατάζει διαφορετικά,

παρίσταται γραμματέας ή ανακριτικός υπάλληλος και αν δεν υπάρχουν αυτοί,

δύο μάρτυρες. Μετά τη σύνταξη της έκθεσης, αυτή διαβάζεται με την παρουσία

και των προσώπων που έχουν συμπράξει σε αυτή και υπογράφεται από όλους.

Η έκθεση είναι άκυρη, όταν λείπουν η χρονολογία, εκτός αν αυτή προκύπτει με

βεβαιότητα από όλο το περιεχόμενο της εκθέσεως ή από άλλα έγγραφα, τα

οποία είναι συνημμένα σε αυτή, τα ονοματεπώνυμα ή η υπογραφή των

προσώπων που έχουν συμπράξει ή η υπογραφή του διευθυντή που την έχει

συντάξει κατά τα άρθρα 148 επ.

61

Στην Εγκύκλιο υπ’ αριθμό 61966/13-5-1997 του Υπουργείου Δικαιοσύνης καθορίζονται τα σωφρονιστικά

καταστήματα στα οποία φυλακίζονται οι προσωρινά κρατούμενοι και οι κατάδικοι. Συγκεκριμένα οι άνδρες ενήλικοι προσωρινά κρατούμενοι κρατούνται στις φυλακές της περιφέρειας του Εφετείου , στο οποίο υπάγεται η αρμόδια αρχή , που αποφάσισε σχετικά και ειδικότερα σε μια από τις εξής φυλακές : Θεσσαλονίκης , Ιωαννίνων , Κομοτηνής , Κορίνθου , Κορυδαλλού , Κω , Ναυπλίου , Νεάπολης , Πρεβαντορίου , Άμφισσας , Χανίων και Χίου . Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν φυλακές της ανωτέρω κατηγορίας στην περιφέρεια αυτή , θα παραγγέλλεται η κράτησή τους στις πλησιέστερες φυλακές της ίδιας κατηγορίας . Οι άνδρες ενήλικοι ενήλικες προσωρινά κρατούμενοι , προερχόμενοι από τις δικαστικές υπηρεσίες των Περιφερειών των Εφετείων Ναυπλίου και Πάτρας κρατούνται στη Δικαστική Φυλακή Τρίπολης. Οι ανήλικοι κρατούμενοι κρατούνται στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνας , Βόλου , στη Δικαστική Φυλακή Βόλου και στο Αγροτικό Κατάστημα Ανηλίκων Κασσαβέτειας , όπως και στο ιδιαίτερο τμήμα ανηλίκων της Φυλακής Θεσσαλονίκης , στο οποίο θα παραμένουν προσωρινά μέχρι της μεταγωγής τους στα ανωτέρω καταστήματα. Οι δε γυναίκες προσωρινά κρατούμενες κρατούνται στην κλειστή Κεντρική Φυλακή Γυναικών Κορυδαλλού ,όπως και στα ιδιαίτερα τμήματα γυναικών των φυλακών Θεσσαλονίκης και Νεάπολης , στα οποία θα παραμένουν προσωρινά , μέχρι της μεταγωγής τους στην ανωτέρω φυλακή γυναικών. Τέλος οι προσωρινά κρατούμενοι απαγορεύεται να μετάγονται σε αγροτικές φυλακές , με εξαίρεση τους ανήλικους κρατούμενους. Βλ. Μουζακίτη, Ζητήματα Εκτελέσεως ποινικών Αποφάσεων , 2002 , σελ. 8 επ.

Page 46: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΕ

ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ ΔΡΑΣΤΕΣ

Με την παράγραφο 5 του άρθρου 282 ΚΠΔ, όπως αυτή ισχύει μετά την

τελευταία τροποποίησή της με το άρθρο 4 παρ. 4 του ν 3189/2003 μεταξύ των

περιοριστικών όρων οι οποίοι μπορούν να επιβληθούν σε ανήλικο

περιλαμβάνονται και τα μη ιδρυματικά αναμορφωτικά μέτρα του άρθρου 122

ΠΚ, δηλαδή όλα πλην της περίπτωσης ιβ’ της πρώτης παραγράφου του εν λόγω

άρθρου και ειδικότερα: α) την επίπληξη του ανηλίκου, β) την ανάθεση της

υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς, ή στους επιτρόπους του, γ)

την ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια, δ)

την ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε

ιδρύματα ανηλίκων ή σε επιμελητές ανηλίκων, ε) τη συνδιαλλαγή μεταξύ

ανήλικου δράστη και θύματος για έκφραση συγγνώμης και εν γένει για εξώδικη

διευθέτηση των συνεπειών της πράξης, στ) την αποζημίωση του θύματος ή την

κατ’ άλλον τρόπο άρση ή μείωση των συνεπειών της πράξης από τον ανήλικο,

ζ) την παροχή κοινωφελούς εργασίας από τον ανήλικο, η) τη φοίτηση του

ανηλίκου σε σχολές επαγγελματικής ή άλλης εκπαίδευσης ή κατάρτισης, ι) την

παρακολούθηση από τον ανήλικο ειδικών προγραμμάτων κυκλοφοριακής

αγωγής και ια) την ανάθεση της εντατικής επιμέλειας και επιτήρησης του

ανήλικου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε επιμελητές ανηλίκων.62

Περαιτέρω προσωρινή κράτηση σε ανήλικο επιβάλλεται εφόσον

συντρέχουν δύο προϋποθέσεις: α) ο ανήλικος να κατηγορείται για τέλεση

62 Βλ. ΕισΕκθ ν 3189/2003.

Page 47: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

αξιόποινης πράξης για την οποία απειλείται για ενήλικο ποινή κάθειρξης

τουλάχιστον 10 ετών και β) ο ανήλικος να έχει συμπληρώσει το 13ο έτος της

ηλικίας του. Έτσι, στην πρώτη προϋπόθεση διατηρείται ως ελάχιστο όριο

επιβολής προσωρινής κράτησης η απειλή από το νόμο για την πράξη που

φέρεται ότι τέλεσε ο ανήλικος, ποινή τουλάχιστον 10 ετών, αν αυτή είχε

διαπραχθεί από ενήλικο.

Ζήτημα είχε προκύψει κατά το παρελθόν σε σχέση με το επιτρεπτό και

τις προϋποθέσεις επιβολής περιοριστικών όρων σε βάρος ανηλίκων

κατηγορουμένων για το λόγο ότι, όπως ίσχυε η παρ. 5 του 282 Κ.Π.Δ. πριν το

ν. 3189/2003 παρέπεμπε μόνο στην παρ. 3 του άρθρου 282 Κ.Π.Δ., η οποία ως

γνωστό ρυθμίζει τις προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης, με συνέπεια

να υπάρχει νομοθετικό κενό αναφορικά με τη δυνατότητα επιβολής ή μη

περιοριστικών όρων. Όμως, και έτσι εχόντων των πραγμάτων κατά την

ορθότερη άποψη γινόταν δεκτό ότι επιτρέπεται η επιβολή περιοριστικών όρων

κατά ανηλίκων (εφήβων) με τις προϋποθέσεις του 282 παρ. 1, αφού η παρ. 5

του 282 Κ.Π.Δ. αποτελούσε ειδική ρύθμιση, η οποία δε μπορούσε να

αποκλείσει την εφαρμογή της γενικής ρύθμισης του παρ. 1 του ίδιου άρθρου.

Με το ν. 3189/2003 προστέθηκε στην παράγραφο 5 με την οποία η

αδυναμία παροχής εγγύησης δεν επιτρέπεται να οδηγήσει από μόνη της σε

προσωρινή κράτηση. Επομένως, ο νομοθέτης ρητά αναγνωρίζει πλέον τη

δυνατότητα επιβολής εγγύησης σε βάρος ανηλίκων, της συνηθέστερης

περίπτωσης περιοριστικού όρου στην πράξη και συνεπώς, για την ταυτότητα

του νομικού λόγου το ίδιο πρέπει να δεχτούμε και για όλους τους

περιοριστικούς όρους, μιας και κατά την κρατούσα άποψη η απαρίθμηση των

περιοριστικών όρων στην παρ. 2 του 282 Κ.Π.Δ. είναι ενδεικτική. Κατά

συνέπεια επιτρέπεται η επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος ανηλίκων.

Όσον αφορά τώρα τις προϋποθέσεις επιβολής τους πρέπει να

παρατηρήσουμε τα εξής: Οι πράξεις των ανηλίκων είναι πλημμελήματα

(18ΠΚ), τιμωρούμενα με ποινικό σωφρονισμό ή αναμορφωτικά ή θεραπευτικά

Page 48: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

μέτρα, όπως προβλέπει το άρθρο 121 Π.Κ., και όχι με κάθειρξη (ισόβια ή

πρόσκαιρη) ή με φυλάκιση (τουλάχιστον τριών μηνών). Κατ’ εξαίρεση, όμως, ο

νομοθέτης επιτρέπει την προσωρινή κράτηση μόνο όταν η πράξη τιμωρείται

κατ’ ελάχιστο όριο δέκα ετών (π.χ. 336 παρ. 2ΠΚ: 10-20 χρ. και 299 παρ.

1ΠΚ: ισόβια κάθειρξη) με συνέπεια για τις υπόλοιπες πράξεις (κακουργήματα

που ο νόμος απειλεί ποινή μέχρι 10 ετών, δηλ. 5 έως 10 χρόνια κάθειρξη: 374,

375, 386 παρ 3ΠΚ) να επανερχόμαστε στον κανόνα ότι αυτές τιμωρούνται μόνο

ποινικό σωφρονισμό και επομένως δε μπορούν να επιβληθούν για αυτές ούτε

περιοριστικοί όροι. Έχοντας δε υπόψη τη σχέση επικουρικότητας μεταξύ των

περιοριστικών όρων και της προσωρινής κράτησης, με την έννοια ότι

προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που οι

περιοριστικοί όροι δεν αρκούν για να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς που

αναφέρονται στο άρθρο 296 Κ.Π.Δ., σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η

οποιαδήποτε λύση υιοθετήσουμε πρέπει να μην αποβαίνει σε βάρος των

ανηλίκων (υπό το πρίσμα της αρχής «in dubio pro mitiore»), θα πρέπει κατά

την ορθότερη εκδοχή να δεχτούμε ότι η επιβολή περιοριστικών όρων κατά

ανηλίκου κατηγορουμένου είναι δυνατή μόνο για πράξη που απαιτείται στο

νόμο με ποινή κάθειρξης κατ’ ελάχιστο όριο 10 ετών και πάντα υπό την

προϋπόθεση ότι έχει συμπληρώσει το 13ο έτος ηλικίας του63.

«Από τις διαδοχικές τροποποιήσεις του άρθρου 282 ΚΠΔ

δημιουργήθηκε προβληματισμός ως προς τη δυνατότητα επιβολής

περιοριστικών όρων σε βάρος των ανηλίκων παραβατών, όταν η πράξη που

τέλεσαν τιμωρείται με ποινή κάθειρξης της οποίας το ελάχιστον όριο είναι 10

ετών. Ρητή πρόβλεψη για τη δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων στους

ανηλίκους παραβάτες δεν περιλήφθηκε στο άρθρο 282 ΚΠΔ ούτε με την

63 Έτσι Συμβ. Πλημ. Αγρ. 23/1998 , Υπερ. 1998/1250 με παρατηρήσεις Λ.Μαργαρίτη , Ζαχαριάδης ,

Περιοριστικοί όροι και έφηβος κατηγορούμενος, Υπερ. 1998/1329επ., Αρβανίτης Γ, Καλφέλης Γ. ,

Καράμπελας Λ., Μαργαρίτης Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (Σχόλια- Νομολογία) τ. Α΄, Νομική

Βιβλιοθήκη 2001, σελ. 647 , Παπαδαμάκης, ό.π., σελ. 312.

Page 49: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

τροποποίηση της παρ. 5 με το ν 3189/2003, ωστόσο η απορρέουσα από τη

θεμελιώδη αρχή της αναγκαιότητας και αποτυπωμένη νομοθετικά σχέση

προτεραιότητας των περιοριστικών όρων έναντι της προσωρινής κράτησης,

οδηγεί εκ του ασφαλούς στο συμπέρασμα, ότι είναι δυνατόν και μάλιστα θα

πρέπει να προτιμάται αντί για την προσωρινή κράτηση, η επιβολή

περιοριστικών όρων στους ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το 13ο έτος της

ηλικίας τους. Με βάση τα ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτό, ότι είναι δυνατή η

επιβολή περιοριστικών όρων στον ανήλικο κατηγορούμενο που συμπλήρωσε το

13ο έτος της ηλικίας του, μόνο εφόσον κατηγορείται για πράξη που απειλείται

στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών.»64

Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

Από το συνδυασμό των άρθρων 6 παρ. 4 του Συντάγματος και 287 παρ. 2

Κ.Π.Δ. η προσωρινή κράτηση για τα κακουργήματα δε μπορεί να υπερβαίνει το

ένα έτος για το ίδιο έγκλημα. Κατ’ εξαίρεση υπάρχει η δυνατότητα παράτασης

του ανωτάτου ορίου για έξη ακόμα μήνες σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις,

με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα. ΕΠΟΜΕΝΩΣ Ο ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ

ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟΥΣ 18 ΜΗΝΕΣ.65

64 ΣυμΠλημΘεσς 334/2005 ΠοινΔικ 2005/1272.

65 Έχει κριθεί, ότι η προσωρινή κράτηση διακόπτεται , αν κατά τη διάρκειά της επιβληθεί στον προσωρινά

κρατούμενο ποινή φυλάκισης, ο δε χρόνος έκτισης της επιβληθείσας ποινής δεν υπολογίζεται για τη

συμπλήρωση των ανωτάτων ορίων της προσωρινής κράτησης. βλ. Συμβ.Α.Π. 1496/1996 , Ποιν.Χρ. 1997 , σελ.

1445 , Συμβ.Εφ.Πατρ. 83/1996 , Ποιν.Χρ. 1996 , σελ. 400 , Συμβ.Εφ.Αθ. 896/1995 , Ποιν.Χρ. 1996 , σελ. 395.

Μάλιστα αν η ποινή φυλάκισης έχει μετατραπεί και ο κατηγορούμενος δηλώσει ότι δεν καταβάλει το ποσό της

μετατροπής, ή δηλώσει ότι θα καταβάλλει αλλά δεν το πράττει σχετικά, και αν ακόμα μεταγενέστερα

καταβάλλει το ποσό της μετατροπής , ο εκτιθείς χρόνος της ποινής δεν υπολογίζεται ως χρόνος προσωρινής

κράτησης, βλ. Συμβ.Πλημ.Αθ. 1967/1995 , Ποιν.Χρ. 1997 , σελ. 898. Επίσης έχει κριθεί ότι δεν υπολογίζεται

Page 50: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 287 παρ. 2 Κ.Π.Δ., όπως

αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 19 Ν. 3727/2008, ΦΕΚ

257/18.12.2008:

«Σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις και εφόσον η κατηγορία αφορά σε

εγκλήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή ισόβιας κάθειρξης ή πρόσκαιρης

κάθειρξης με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη, η προσωρινή κράτηση μπορεί να

παραταθεί για έξι το πολύ μήνες με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα».

Με το νέο αυτό άρθρο η προσωρινή κράτηση μπορεί να παραταθεί πέραν

του ενός έτους μόνο στις περιπτώσεις της ισόβιας κάθειρξης ή της πρόσκαιρης

κάθειρξης με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη και εφόσον συντρέχουν εντελώς

εξαιρετικές περιστάσεις.

Επίσης, όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 286 παρ. 4 και

298 Κ.Π.Δ., αν οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο για

πλημμέλημα παραβιαστούν από αυτόν, μπορούν να αντικατασταθούν με

προσωρινή κράτηση, όσο και από το άρθρο 291 παρ. 2 Κ.Π.Δ, που ορίζει ως

αρμόδιο για την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης το Συμβούλιο

πλημμελειοδικών, αν η υπόθεση εκκρεμεί σε αυτό, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ

ΓΙΑ ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΜΟΝΟ ΣΕ

ΑΣΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΩΝ.

Η διάρκεια της προσωρινής κράτησης για πλημμελήματα δεν ορίζεται

σήμερα από το νόμο καθώς με το ν. 2408/1996 και τον περιορισμό της

προσωρινής κράτησης μόνο επί κακουργημάτων, τροποποιήθηκε το άρθρο 287

παρ. 1 και 2, χωρίς να ληφθεί μέριμνα για τη διάρκεια επί πλημμελημάτων στην

περίπτωση που μας απασχολεί. Το κενό που προκύπτει μπορεί να καλυφθεί

μόνο με την αναβίωση της διάταξης του άρθρου 287 παρ. 1, όπως αυτή ίσχυε

πριν από την αναφερθείσα τροποποίησή66, έτσι ώστε ΟΙ ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ

για τη συμπλήρωση των ανωτάτων ορίων της προσωρινής κράτησης , το χρονικό διάστημα προσωρινής

κράτησης στην αλλοδαπή. Βλ. Εφ.Αθ. 291/1995 , Ποιν.Χρ. 1995 , σελ. 1459.

66 Συμβ.Πλημ.Κατερ. 1/2000 , Υπερ. 2000/868 , Παπαδαμάκης , ο.α. ,σελ. 314. Άλλωστε κατάλοιπο της άλλοτε

ισχύουσας προσωρινής κράτησης για τα πλημμελήματα , συνιστά η παρ. 3 του 287 Κ.Π.Δ. , όπου προβλέπεται

Page 51: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΕΠΙ ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑΤΩΝ

ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ 3, 6 ΚΑΙ ΣΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΕΣ

ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ 9 ΜΗΝΕΣ.

Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΚΡΑΤΗΣΕΩΣ

Οι μηχανισμοί ελέγχου της διάρκειας της προσωρινής κρατήσεως

αφενός εξοπλίζουν τον κατηγορούμενο με πολύτιμα ένδικα μέσα, ώστε να

μπορέσει να αμυνθεί κατά της επιβληθείσας προσωρινής κρατήσεως, αφετέρου

δε υποχρεώνει τα δικαιοδοτικά όργανα να προβαίνουν σε αυτεπάγγελτο έλεγχο

ως προς την εξακολούθηση ή παράταση της προσωρινής κρατήσεως με

ιδιαίτερη προσοχή στα ανώτατα όρια της διάρκειας αυτής. Ο έλεγχος της

διάρκειας της προσωρινής κρατήσεως μπορεί να διενεργηθεί σε συγκεκριμένο

μόνο χρονικά στάδια, καθορισμένα από το νομοθέτη, τα οποία μπορούν να

διακριθούν στα εξής:

Α) Το πρώτο στάδιο αφορά τη διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως όσο

διαρκεί η κύρια ανάκριση και μέχρι την έκδοση αμετάκλητου βουλεύματος

(άρθρα 285 και 286 ΚΠΔ)

η δυνατότητα παράτασης της προσωρινής κράτησης των τριών ή των έξη μηνών που προέβλεπε η παρ. 1 του

ιδίου άρθρου .

Page 52: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Β) Το δεύτερο στάδιο εντοπίζεται μετά την τελεταία ανακριτική πράξη

(=τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης) (άρθρα 308 παρ. 1, 315 παρ. 1 και

παρ. 3 ΚΠΔ).

Γ) Το τρίτο στάδιο εκτείνεται από την αμετάκλητη παραπομπή του

κατηγορουμένου, ήτοι την επίδοση του αμετάκλητου παραπεμπτικού

βουλεύματος έως την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας (άρθρο 291 παρ. 1

α΄ ΚΠΔ).

Δ) Το τέταρτο στάδιο, τέλος, τοποθετείται χρονικά στη διαδικασία του

ακροατηρίου (άρθρο 291 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠΔ).

Αναλυτικότερα, ο κατηγορούμενος συγκεκριμένα, στον οποίο

επιβλήθηκε προσωρινή κράτηση ή περιοριστικοί όροι, έχει από το νόμο δύο

δικονομικές δυνατότητες αντίδρασης: είτε να ασκήσει προσφυγή κατά του

εντάλματος ή της διάταξης του ανακριτή κατ’ άρθρο 285 Κ.Π.Δ., είτε να

υποβάλει αίτηση για αντικατάσταση ή άρση της προσωρινής κράτησης ή των

περιοριστικών όρων κατ’ άρθρο 286 Κ..Π.Δ.

Προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κρατήσεως

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 285 παρ. 1 α΄ Κ.Π.Δ. , κατά του

εντάλματος για προσωρινή κράτηση και της διάταξης του ανακριτή που

επέβαλε περιοριστικούς όρους επιτρέπεται στον κατηγορούμενο να προσφύγει

στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.

Page 53: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Παγίως γίνεται δεκτό τόσο από τη Νομολογία67, όσο και από τη θεωρία68,

ότι η προσφυγή του 285 Κ.Π.Δ. αποτελεί «οιονεί» ένδικο μέσο, με αποτέλεσμα

να εφαρμόζονται και γι’ αυτήν οι γενικοί ορισμοί των ενδίκων μέσωn, που

αναφέρονται στον τρόπο και τη διατύπωση ασκήσεως των, εφόσον

προσιδιάζουν στη φύση της προσφυγής αυτής.

Προθεσμία ασκήσεως της προσφυγής

Η διάταξη του άρθρου 285 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠΔ ορίζει πως «η προσφυγή

γίνεται μέσα σε πέντε ημέρες από την προσωπική κράτηση». Η διάταξη

παραλείπει να οριοθετήσει την ακριβή προθεσμία του ενδίκου αυτού μέσου.

Κατά την ορθότερη ερμηνευτική προσέγγιση η πενθήμερη προθεσμία

ασκήσεως προσφυγής αρχίζει από την ημέρα παραδόσεως του κατηγορουμένου

στο διευθυντή των φυλακών υποδίκων σε εκτέλεση του εντάλματος· στη

διάρκεια όμως της προσωρινής κρατήσεως συνυπολογίζεται και ο

(ενδεχόμενος) χρόνος κρατήσεως, σε περίπτωση συλλήψεως επ’αυτοφώρω ή με

ένταλμα.69

Επιπλέον, η πενθήμερη προθεσμία υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα

168-169 ΚΠΔ, κατά τα οποία η ημέρα της παραδόσεως δεν υπολογίζεται – η

προθεσμία αρχίζει από την επομένη – η δε τελευταία μέρα της προθεσμίας για

άσκηση της προσφυγής θεωρείται ότι λήγει τη στιγμή που λήγει η τελευταία

67 Συμβ.Πλημ.Αγρ. 151/1998 , Υπερ. 1998/104 , Συμβ. Πλημ.Χαλκ. 797/1996 , Ποιν.Χρ. 1997/1071,

Συμβ.Πλημ.Βολ. 24/1994 , Υπερ. 1994/1123 , Τριμ.ΠλημΑθ.3982/1993 , Ποιν.Χρ. 1994/665 , Πλημ.Ηρακλ. 64/1984 , Ποιν.Χρ. ΛΔ΄/545.

68 Βλ. Παπαδαμάκη Α., ό.π., σελ. 305 , Ζησιάδη , Ποινική Δικονομία , τ. Γ΄ , σελ. 95 και τ. Γ΄σελ. 441-444 ,

Δέδε, Ποινική Δικονομία , σελ. 555 69 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Προσωρινή κράτηση: Ο με πρωτοβουλία του κατηγορουμένου τερματισμός της διάρκειας

αυτής πριν από τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου της, ΠοινΔικ 2008/451.

Page 54: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

εργάσιμη ώρα του αρμόδιου δικαστικού γραφείου. Παρέκταση της προθεσμίας

λόγω αποστάσεως δεν νοείται, ενόψει καταργήσεως του θεσμού στο άρθρο 169

ΚΠΔ.

Η διάταξη του άρθρου 282 παρ. 1 ΚΠΔ δεν ορίζει προθεσμία για την

άσκηση προσφυγής κατά της επιβάλλουσας περιοριστικούς όρους διατάξεως

του ανακριτή, παρόλο που κατοχυρώνει ρητά το δικαίωμα προσφυγής. Ως

ερμηνευτική λύση ορθότερη φαίνεται να είναι αυτή που δέχεται πως η διάταξη

του άρθρου 285 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠΔ πρέπει να εφαρμοστεί αναλογικά εδώ. Η

πενθήμερη προθεσμία, λοιπόν, πρέπει κατ’ ορθή ερμηνεία να αρχίζει από την

κοινοποίηση της διατάξεως του ανακριτή στον κατηγορούμενο, η οποία κινείται

προς τη ρύθμιση της λειτουργικά εγγύτερης προβλέψεως του άρθρου 286 παρ.

2 ΚΠΔ.70

Άσκηση προσφυγής μέσω αντιπροσώπου

Σύμφωνα με το άρθρο 285 παρ. 1 ΚΠΔ προσφυγή κατά του εντάλματος

ή της διατάξεως του ανακριτή ασκείται καταρχήν αυτοπροσώπως. Καθώς όμως,

όπως έχει ήδη αναφερθεί, η προσφυγή είναι οιονεί ένδικο μέσο και ακριβώς ο

χαρακτήρας της αυτός δικαιολογεί την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 465

παρ. 1 εδ. α’ ΚΠΔ. Μάλιστα η πληρεξουσιότητα, η οποία πρέπει να είναι

ειδική, μπορεί να δοθεί (άρθρο 465 παρ. 1 σε συνδυασμό με άρθρο 96 παρ. 2

και άρθρο 42 παρ. 2 εδ. β’ και γ’ ΚΠΔ): είτε με προφορική δήλωση που

καταχωρίζεται στην έκθεση κατά την απολογία του κατηγορουμένου, είτε με

70 Βλ. Παπαδαμάκη Α., Άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης στη διάρκεια της ανάκρισης (άρθρο

286 παρ. 2 ΚΠΔ), Το πρόβλημα της κράτησης του κατηγορουμένου ως προϋπόθεση για το τυπικά παραδεκτό

της αίτησης, ΠοινΔικ 2003/1108επ., ιδίου, Απαιτείται να υποβληθεί σε εκτέλεση εκείνος που ζητεί άρση ή

αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης; Αρμ 2004/305.

Page 55: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

απλή έγγραφη δήλωση του εντολέαν, η γνησιότητα της υπογραφής του οποίου

πρέπει να βεβαιώνεται από οποιαδήποτε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή ή

δικηγόρο.71

Η πληρεξουσιότητα πρέπει να περιέχει τα εξής: α) Εάν η προσφυγή

ασκείται από το συνήγορο, ο οποίος διορίστηκε με προφορική δήλωση που

καταχωρήθηκε στην έκθεση κατά την απολογία του κατηγορουμένου, αρκεί η

ρητή μνεία της δυνατότητας ασκήσεως ενδίκων μέσων. Δεν απαιτείται ούτε

συγκεκριμενοποίηση του ενδίκου μέσου, αλλά και ούτε ειδικότερος

προσδιορισμός της ποινικής υποθέσεως στα πλαίσια της οποίας ασκείται το

ένδικο μέσο.

Β) Εάν η προσφυγή ασκείται από το συνήγορο, ο οποίος διορίστηκε με

έγγραφη δήλωση κατά το άρθρο 42 παρ. 2 εδ. β’ και γ’ ΚΠΔ, απαιτείται ρητή

μνεία της δυνατότητας ασκήσεως ενδίκων μέσων και εξατομίκευση της

ποινικής υποθέσεως.

Γ) Εάν η προσφυγή ασκείται από άλλο, πλην του συνηγόρου, πρόσωπο,

αδιάφορα αν αυτό είναι δικηγόρος ή όχι, επιβάλλεται το περιεχόμενο της

πληρεξουσιότητας να είναι τέτοιο ώστε να μην καταλείπεται καμιά αμφιβολία

για τη βούληση του εντολέα. Απαιτείται, δηλαδή, η πληρεξουσιότητα να

εξειδικεύει το ένδικο μέσο και να ορίζει ατομικά την κολάσιμη πράξη.

Η διάταξη του άρθρου 465 παρ. 1 εδ. β’ και γ’ ΚΠΔ, όπως

τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν 1653/1986, ορίζει: «Το πληρεξούσιο

ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στη σχετική έκθεση. Στις

περιπτώσεις άσκησης ενδίκου μέσου κατά βουλεύματος, καθώς και κατά

αποφάσεως όταν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία του, το

πληρεξούσιο μπορεί να προσκομισθεί στο γραμματέα ενώπιον του οποίου

ασκήθηκε το ένδικο μέσο, μέσα σε 20 ημέρες από την άσκησή του». Η νέα

αυτή ρύθμιση δημιούργησε σοβαρό ερμηνευτικό πρόβλημα σχετικά με το

71 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Άσκηση ενδίκου μέσου με αντιπρόσωπο, Υπερ 1993/408.

Page 56: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

χρόνο παροχής της εντολής για την άσκηση του ενδίκου μέσου στον

αντιπρόσωπο, ήτοι εάν πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο ασκήσεως απ’αυτόν

του ενδίκου μέσου, δηλαδή κατά τη στιγμή της υπογραφής της σχετικής

εκθέσεως ενώπιον του γραμματέα, ή αρκεί να χορηγηθεί και μεταγενέστερα,

εντός πάντως του εικοσαημέρου.

Πειστικότερη εμφανίζεται η νομολογιακή στάση72 και η άποψη των

θεωρητικών ότι στην κατ’ άρθρο 285 ΚΠΔ προσφυγή έχει εφαρμογή η

πρόβλεψη του άρθρου 465 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠΔ και έτσι η έγγραφη

πληρεξουσιότητα μπορεί να προσαχθεί και μετά την άσκησή της. Ενδεχόμενη

αντίρρηση ότι η προσφυγή μπορεί ήδη, ενόψει του επείγοντα χαρακτήρα του

ζητήματος, να κριθεί πριν την πάροδο του 20ημέρου από την άσκησή της

παρακάμπτεται με την παραδοχή της απόψεως ότι υπάρχει δυνατότητα

προσαγωγής του πληρεξουσίου μετά την άσκηση και πριν την κρίση της

προσφυγής, ουδέποτε όμως πέραν του 20ημέρου από την άσκηση.

Τρόπος άσκησης της προσφυγής

Κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 285 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠΔ, η προσφυγή

γίνεται με δήλωση για την οποία συντάσσεται έκθεση από το γραμματέα των

πλημμελειοδικών ή από εκείνον που διευθύνει τις φυλακές, σύμφωνα με το

άρθρο 474 παρ. 1 ΚΠΔ. Αναλυτικότερα, εάν ο κατηγορούμενος κρατείται για

την ίδια ή άλλη αιτία, η προσφυγή, ανεξάρτητα αν στρέφεται κατά εντάλματος

ή διατάξεως, ασκείται είτε ενώπιον του διευθύνοντος τις φυλακές, αν η δήλωση

είναι αυτοπρόσωπη είτε ενώπιον του γραμματέα πλημμελειοδικών, όταν τη

δήλωση κάνει αντιπρόσωπος· αν ο κατηγορούμενος δεν κρατείται καν – και

αυτό θα συμβαίνει μόνον όταν επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι, γιατί επί

προσωρινής κρατήσεως η κρατούσα άποψη αξιώνει για το παραδεκτό της

72 ΑΠ 1250/1988 ΝοΒ 1988/1488, ΑΠ 1932/1999 ΠοινΧρ 2000/820, ΑΠ 185/2002 ΠοινΔικ 2002/686.

Page 57: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

προσφυγής εκτέλεση του εντάλματος και άρα κράτηση – η δήλωση γίνεται

μόνον ενώπιον του γραμματέα πλημμελειοδικών.

Ενόψει του χαρακτήρα της προσφυγής ως οιονεί ενδίκου μέσου,

ισχύουν επ’ αυτής οι γενικές αρχές που διέπουν τα γνήσια ένδικα μέσα. Έτσι

πρέπει να περιέχει κατά τρόπο σαφή και ορισμένο τους λόγους για τους οποίους

ασκείται (άρθρο 474 παρ. 2 ΚΠΔ), πρέπει να ασκείται μόνο μία φορά,

αναστέλλεται η σχετική προθεσμία για όσο διάστημα ο δικαιούχος εμποδίζεται

στην άσκησή της από λόγους ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητα κωλύματα, ενώ η

παραίτηση είναι δυνατή με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 474 ΚΠΔ,

αποκλειόμενης της δυνατότητας ανακλήσεως της γενόμενης παραιτήσεως

(άρθρο 475 παρ. 1 ΚΠΔ).

Η εκτέλεση του εντάλματος ή της διατάξεως ως προϋπόθεση

παραδεκτού της προσφυγής

Ζήτημα έχει ανακύψει σχετικά με το εάν προϋπόθεση παραδεκτού της

κατ’ άρθρο 285 ΚΠΔ προσφυγής αποτελεί η εκτέλεση της διαταχθείσας με το

ένταλμα προσωρινής κρατήσεως ή των περιοριστικών όρων, και ιδιαίτερα

εκείνου της παροχής εγγυήσεως, που επιβλήθηκαν με την ανακριτική διάταξη.

Κρατούσα άποψη στη νομολογία73 αποτελεί η αντίληψη πως προϋπόθεση του

παραδεκτού της προσφυγής αποτελεί η προηγούμενη υποβολή του

προσφεύγοντος σε εκτέλεση της διαταχθείσας προσωρινής κρατήσεως.

Αντίθετα, στη θεωρία επικρατεί διχογνωμία: κατά τη μία άποψη74, ειδικότερα,

ακολουθείται η νομολογιακή λύση, ενώ κατά άλλη75, δεν είναι απαραίτητη η

εκτέλεση του εντάλματος για την άσκηση της προσφυγής κατά αυτού.

73 ΠλημΚαβ 10/1970 ΠοινΧρ 1990/476. 74 Βλ. Ζησιάδη, ό.π., σ. 271, Καίσαρη, ό.π. 3798, Παπαδαμάκη, ό.π. 314.75 Βλ. Μαργαρίτη Μ, ό.π., σ. 565.

Page 58: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Η πρώτη άποψη βασίζει τα επιχειρήματά της στα άρθρα 285 παρ. 1 εδ.

β΄ ΚΠΔ, ιδιαίτερα στο σημείο της ρύθμισης που προβλέπει ότι «η προσφυγή

γίνεται μέσα σε πέντε ημέρες από την προσωρινή κράτηση...», και στη διάταξη

του άρθρου 285 παρ. 2 ΚΠΔ που τονίζει ότι «η προσφυγή δεν έχει ανασταλτική

δύναμη».

Η εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη στηρίζει την επιχειρηματολογία της στη

μη ειδική πρόβλεψη του νόμου και στις Διεθνείς Συμβάσεις. Έτσι,

υποστηρίζεται ότι όπου ο νόμος θέλησε την προηγούμενη φυλάκιση του

κατηγορουμένου για το παραδεκτό του ενδίκου βοηθήματος το ορίζει ρητά,

όπως στις περιπτώσεις των (καταργηθέντων) άρθρων 478 παρ. 2 και 508 παρ. 1

για το παραδεκτό της εφέσεως και της αιτήσεως αναιρέσεως. Επιπλέον, η

κατάργηση της παραγράφου 2 του άρθρου 478 ως αντικείμενη στο άρθρο 6 της

ΕΣΔΑ, με την οποία το παραδεκτό της έφεσης κατά βουλεύματος που διέτασσε

προσωρινή κράτηση, εξηρτάτο από την υποβολή του στην εκτέλεση αυτής της

διάταξης, αποτελεί το δεύτερο επιχείρημα κατά της εκτέλεσης της διάταξης της

προσωρινής κρατήσεως για το παραδεκτό της προσφυγής.

Ορθότερο είναι να δεχτούμε ότι ο νόμος μεν ορίζει την έναρξη της

πενθήμερης προθεσμίας από την προσωρινή κράτηση και το ρητό αποκλεισμό

της ανασταλτικής δύναμης από την προσφυγή. Καμία, όμως, από τις δύο

προβλέψεις δεν μπορεί να εκληφθεί, ως αναγωγή της εκτελέσεως της

προσωρινής κρατήσεως σε προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής. Η έναρξη

της εκτελέσεως αποτελεί απλά το εναρκτήριο σημείο για την προθεσμία της

πενθήμερης προθεσμίας, ενώ το ότι η προσφυγή δεν έχει ανασταλτική δύναμη

δεν σημαίνει ότι η εκτέλεση διαταχθείσας προσωρινής κρατήσεως ανάγεται σε

προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής. Κατά συνέπεια, ορθά έχει διατυπωθεί

ότι η εκτέλεση της διαταχθείσας με το ένταλμα του ανακριτή προσωρινής

Page 59: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

κρατήσεως δεν αποτελεί προϋπόθεση παραδεκτού της κατά του εντάλματος

ασκούμενης προσφυγής.76

ΑΙΤΗΣΗ ΑΡΣΗΣ Η΄ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΚΡΑΤΗΣΗΣ

Στο προϊσχύον δικονομικό καθεστώς ο κατηγορούμενος δεν είχε

δικαίωμα να υποβάλει στον ανακριτή αίτηση για άρση της (επιβληθείσας)

προφυλάκισης. Παρόμοια, δεν είχε ούτε δικαίωμα αίτησης για αντικατάσταση

της προφυλάκισης με περιοριστικούς όρους, καθώς οι περιοριστικοί όροι δεν

αναγνωρίζονταν ως αυτοτελές μέτρο δικονομικού καταναγκασμού.

Στην ισχύουσα Ποινική Δικονομία και σύμφωνα με τη διάταξη του

άρθρου 286 παρ. 2 Κ.Π.Δ., εκείνος που κρατείται προσωρινά ή εκείνος στον

οποίο έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι μπορεί να υποβάλει αίτηση στον

ανακριτή για την άρση των μέτρων αυτών ή για την αντικατάσταση της

προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους ή για την αντικατάσταση των

περιοριστικών όρων με άλλους ή ακόμη δε και για την μεταβολή του ιδίου κατ’

είδος περιοριστικού όρου πχ. αίτηση για μείωση του ποσού της εγγυήσεως που

επιβλήθηκε.77

Κατά γενική παραδοχή στη θεωρία78 και στη νομολογία79 η κατ’ άρθρο

286 παρ. 2 αίτηση για άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κρατήσεως φέρει

χαρακτήρα ενδίκου βοηθήματος με την ευρεία του όρου έννοια. Βασικό

χαρακτηριστικό των ενδίκων βοηθημάτων αποτελεί το γεγονός ότι σ’ αυτά ο

76 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Προσωρινή κράτηση: Ο με πρωτοβουλία του κατηγορουμένου τερματισμός της διάρκειας

αυτής πριν από τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου της, ΠοινΔικ 2008/451.77 Τριμ.Εφ.Αθ. 3153/1992 , Ποιν.Χρ. 1993/431.

78 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Ποινική Δικονομία – Ένδικα Μέσα, σ. 15, Ζαχαριάδη, Ποινική Δίκη και παραίτηση από

τα ένδικα μέσα, σ. 176, Παπαδαμάκη, ό.π., σ. 316.79 ΕφΑθ 2868/1995, ΕφΘες 330/2005 Αρμ 2005/1302.

Page 60: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ενδιαφερόμενος διατυπώνει αίτημα επανεκτιμήσεως κάποιας κρίσης που

συνεπάγονται έννομες συνέπειες.80 Η διαφορά, δηλαδή, των ενδίκων

βοηθημάτων με τα ένδικα μέσα έγκειται στο ότι τα πρώτα δεν περιέχουν

ισχυρισμό σφάλματος, γι’ αυτό και κρίνονται από την ίδια δικαιοδοτική αρχή.

Στην περίπτωση της κατ’ άρθρο 286 παρ. 2 ΚΠΔ αιτήσεως ζητείται

επανάληψη της δικαστικής κρίσεως με επανεκτίμηση των δεδομένων που τη

στηρίζουν από το ίδιο δικαιοδοτικό όργανο. Ο χαρακτήρας της αιτήσεως της

άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης συνεπάγεται σε πρακτικό

επίπεδο ότι επ’ αυτής εφαρμόζονται, με την επιφύλαξη αντίθετης ειδικής ή από

τη φύση του πράγματος συνεπαγόμενης προβλέψεως, οι γενικές αρχές, όπως

αυτές έχουν τονισθεί ανωτέρω, που διέπουν τα «γνήσια» ένδικα μέσα.

Η αίτηση υποβάλλεται στον ανακριτή μέχρι την περάτωση της

ανάκρισης, δηλαδή την διαβίβαση της δικογραφίας στον εισαγγελέα81. Αν η

προσωρινή κράτηση συνεχιστεί και μετά την παραπομπή του κατηγορουμένου

σε δίκη, όπως ορίζει το άρθρο 291 Κ.Π.Δ. η αίτηση υποβάλλεται στο αρμόδιο

συμβούλιο οποτεδήποτε ή στο δικαστήριο σε περίπτωση που αναβληθεί ή για

οποιοδήποτε λόγο ματαιωθεί η εκδίκαση. Αρμόδιο συμβούλιο, μετά την

τροποποίηση που επήλθε με τον ν. 3160/2003 στο άρθρο 291 Κ.Π.Δ., είναι

πλέον το Συμβούλιο Εφετών, ακόμα και αν το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών

είχε αποφανθεί σχετικά, εκτός αν η υπόθεση εκκρεμεί στο Πλημμελειοδικείο.

Εδώ πρέπει να παρατηρήσουμε ότι μετά την κατάργηση της προσωρινής

κράτησης για τα πλημμελήματα, η μόνη περίπτωση που μπορεί το Συμβουλίου

Πλημμελειοδικών να αποφανθεί επί του αιτήματος του κατηγορουμένου για

άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης, είναι εκείνη κατά την οποία

οι περιοριστικοί όροι που του επιβλήθηκαν για πλημμέλημα , παραβιάστηκαν

80 Βλ. Ζαχαριάδη, ό.π., Μαργαρίτη Λ., ό.π.

81 Παπαδαμάκης , ο.α. , σελ. 307 , Συμβ.ΠΛημ.Χαν. 10/1999 , Υπερ. 1999/ με παρατηρήσεις Λ.Μαργαρίτη.

Page 61: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

από αυτόν και σύμφωνα με το 298 Κ.Π.Δ. αντικαταστάθηκαν με προσωρινή

κράτηση82.

Πρόβλημα εμφανίζεται κατά το στάδιο που μεσολαβεί ανάμεσα στην

τυπική και ουσιαστική περάτωση της ανάκρισης καθώς ο Νόμος δεν ορίζει

τίποτα γι’ αυτήν. Η διάταξη του άρθρου 295, όπως αυτή ίσχυε μέχρι το 1981

ρητά όριζε ότι σε αυτό το στάδιο αρμόδιο για να διατάξει την προσωρινή

απόλυση του κατηγορουμένου ήταν το Συμβούλιο Πλη/κών, και μετά την

εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο αρμόδιο το Συμβούλιο Πλημ/κών αν η

υπόθεση εκκρεμεί στο Πλημ/κειο, αλλιώς το Συμβούλιο Εφετών. Με την

κατάργηση του άρθρου 295 το 1981 δημιουργήθηκε νομοθετικό κενό, για την

πλήρωση του οποίου υπήρξε έντονη διχογνωμία. Έτσι υποστηρίχθηκαν στο

χώρο της επιστήμης και της Νομολογίας και οι δύο θεωρητικά δυνατές εκδοχές:

τόσο αρμοδιότητα του Συμβουλίου Πλημ/κών, όσο και του Συμβουλίου

Εφετών83. Η λύση στο προκείμενο πρόβλημα κατά την προσωπική μου άποψη ,

προκύπτει από την διάταξη του άρθρου 291, όπως αυτή ισχύει σήμερα . Έτσι

αρμόδιο καθίσταται πλέον το Συμβούλιο Εφετών, εκτός αν η υπόθεση πρέπει

να εισαχθεί στο Πλημμελειοδικείο , οπότε αρμόδιο θα είναι το Συμβούλιο

Πλημμελειοδικών.

Ένα σημαντικό θέμα που ανακύπτει , όσον αφορά την αίτηση για άρση ή

αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και των περιοριστικών όρων είναι

κατά πόσον είναι προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης η προηγούμενη

υποβολή του κατηγορουμένου στην προσωρινή κράτηση, καθώς ο νόμος σε

αντίθεση με την προσφυγή του άρθρου 285 Κ.Π.Δ. σιωπά. Η Νομολογία μας

δεν έχει πάρει ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα, καθώς άλλοτε έχει ταχθεί υπέρ της

συνδρομής της προηγούμενης υποβολής στην προσωρινή κράτηση84 και άλλοτε

82 Παπαδαμάκης , ό.π.

83 Βλ. σχετικά Ζαχαριάδη , Ο ν.1608/1950 και οι καταχραστές του δημοσίου ( παρα ) τραπεζικού χρήματος ,

2000 , σελ.64-68.

84 Διατ.Ανακρ.Πατρ. 9/2000 , Υπερ. /1101 , Συμβ. Εφ. 1436/1981 , Ποιν.Χρ. 1982/183.

Page 62: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

υπέρ της μη συνδρομής 85. Ως κύρια επιχειρήματα υπέρ του προαπαιτούμενου

της κράτησης για την αίτηση άρσης ή αντικατάστασης προβάλλονται τόσο το

γράμμα του νόμου (αυτός που κρατείται προσωρινά), όσο και η αναλογική

εφαρμογή στην περίπτωση αυτή του άρθρου 478 παρ. 2 α΄ Κ.Π.Δ.

Πρέπει, όμως, να παρατηρήσουμε ότι τα επιχειρήματα υπέρ της άποψης

αυτής πάσχουν καθώς δεν είναι λίγες οι νομοτεχνικά πλημμελείς διατυπώσεις

των διατάξεων για την προσωρινή κράτηση και για τους περιοριστικούς όρους,

ενώ από την άλλη δεν πρέπει να εφαρμόζουμε αναλογικά διατάξεις (ακόμα και

δικονομικές) εις βάρος του κατηγορουμένου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας

ότι το άρθρο 291 παρ. 3 του Κ.Π.Δ. ρητά ορίζει ότι για να γίνει τυπικά

παραδεκτή η αίτηση αντικατάστασης μετά την παραπομπή του

κατηγορουμένου στο ακροατήριο δεν χρειάζεται να υποβληθεί προηγουμένως ο

αιτών στην εκτέλεση του βουλεύματος ή της απόφασης που του επιβάλλει

προσωρινή κράτηση καθίσταται αδικαιολόγητο να πρέπει πριν τη παραπομπή

του να ζητάμε την υποβολή του σε εκτέλεση του εντάλματος προσωρινής

κράτησης ή του αντιστοίχου βουλεύματος. Έτσι πειστικότερη εμφανίζεται η

άποψη ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της σχετικής αίτησης η

προηγούμενη κράτηση του αιτούντα, καθώς υποβάλλει την αίτηση για άρση ή

αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και των περιοριστικών όρων στις

ίδιες διατυπώσεις καθ’ όλο το φάσμα της ποινικής προδικασίας86.

Κατά της διάταξης του ανακριτή που απέρριψε την αίτηση επιτρέπεται

στον κατηγορούμενο η άσκηση προσφυγής στο Συμβούλιο μέσα σε πέντε μέρες

από τότε που του κοινοποιήθηκε η ανακριτική διάταξη. Κατά του βουλεύματος

του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών που απορρίπτει προσφυγή του

κατηγορουμένου κατά της διάταξης του ανακριτή με την οποία απορρίφθηκε

85 Εισαγγελική πρόταση στην Διατ.Ανακρ.Πατρ. 9/2000 , Υπερ. /1101 , Συμβ.Εφ.Αθ.757/1981 με σύμφωνη

γνώμη εισαγγελέα Λαμπίρη

86 Βλ. Παπαδαμάκη Α., Άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης στη διάρκεια της ανάκρισης (άρθρο

286 παρ. 2 Κ.Π.Δ.) Το πρόβλημα της κράτησης του κατηγορουμένου ως προϋπόθεση για το τυπικά παραδεκτό

της αίτησης , Ποιν.Δικ. 2003/1108 επ.

Page 63: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

αίτησή του περί άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης ή των

περιοριστικών όρων δεν επιτρέπεται η άσκηση ενδίκου μέσου87. Η απόρριψη

πάντως από τον ανακριτή της αίτησης δεν παράγει κανένα δεδικασμένο88, έτσι

μπορεί να υποβληθεί νέα αίτηση χωρίς να είναι απαραίτητο να περάσει κάποιος

χρόνος από την απόρριψη της πρώτης89.

Η άρση της προσωρινής κράτησης ή των περιοριστικών όρων καθ’ όλη

τη διάρκεια της ανάκρισης μπορεί να επέλθει και άνευ της αιτήσεως του

κατηγορουμένου, ύστερα από πρωτοβουλία του ανακριτή ή κατόπιν σχετικής

προτάσεως του εισαγγελέα. Την άρση ή αντικατάσταση αυτή μπορεί να την

διατάξει είτε ο ίδιος ο ανακριτής προσωπικά με διάταξή του είτε το Συμβούλιο

Πλημμελειοδικών με βούλευμά του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του

Ανακριτή σε αυτό. Εναντίον της τυχόν απορριπτικής αποφάσεως του

Συμβουλίου πλημμελειοδικών, ο κατηγορούμενος μπορεί να προσφύγει στο

Συμβούλιο Εφετών (άρθρο 286 παρ. 1 Κ.Π.Δ.), μέσα σε 10 μέρες από την

επίδοση του βουλεύματος, σύμφωνα με την οριζόμενη στο άρθρο 473 παρ. 1 εδ.

α γενική προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων90.

Ο ανακριτής επίσης, είναι δυνατόν, ύστερα από έγγραφη γνώμη του

εισαγγελέα , με αιτιολογημένη διάταξή του να αντικαταστήσει την προσωρινή

κράτηση με περιοριστικούς όρους ή να μεταβάλλει τους τεθέντες όρους με

άλλους δυσμενέστερους ή επιεικέστερους.

Έχει ακόμα τη δυνατότητα να αντικαταστήσει τους τεθέντες

περιοριστικούς όρους με προσωρινή κράτηση, εκδίδοντας στην περίπτωση αυτή

και ένταλμα συλλήψεως για έναν από τους εξής λόγους : α) αν χωρίς να

υπάρχουν εύλογα κωλύματα, τα οποία καθιστούν την εμφάνισή του αδύνατη, ο

κατηγορούμενος δεν εμφανίζεται ενώπιον του ανακριτή, μολονότι κλητεύθηκε

87 Συμβ.Εφ.Πειρ.472/1999 , Υπερ.2000/860 , Συμβ.Α.Π. 610/2003 , Ποιν.Δικ. 2003/626.

88 Εφ.Θεσ.74/1982 , Αρμ. 1982/1005.

89 Βλ. Παπαδαμάκη Α., Ποινική Δικονομία ( Θεωρία- πράξη- νομολογία ), σελ. 308.

90 Καρράς Α. , Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο , 1994 , σελ. 510.

Page 64: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

νόμιμα, Β) αν φεύγει ή ετοιμάζεται να φύγει γ) όταν παραβαίνει τους τεθέντες

όρους ή δεν δηλώσει τη μεταβολή της κατοικίας που δήλωσε κατά την απόλυσή

του δ) αν αναφανούν εναντίον του σοβαρές υπόνοιες τελέσεως άλλου

κακουργήματος για το οποίο επιτρέπεται νέα προσωρινή κράτηση (άρθρο 286

παρ. 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 298).91

Εναντίον της ανωτέρω διάταξης του ανακριτή επιτρέπεται προσφυγή

στον κατηγορούμενο και τον εισαγγελέα ενώπιον του Συμβουλίου

Πλημμελειοδικών μέσα σε προθεσμία 10 ημερών, η οποία αρχίζει για τον

εισαγγελέα από την έκδοση της διάταξης, ενώ για τον κατηγορούμενο από την

επίδοσή της. Η προσφυγή καθώς και η προθεσμία ασκήσεώς της δεν

αναστέλλει την εκτέλεση, κατά συνέπεια η προηγούμενη υποβολή στην

προσωρινή κράτηση να αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της εν λόγω

προσφυγής, σύμφωνα και με όσα ισχύουν για την προσφυγή του 285 Κ.Π.Δ.

Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε ότι θεσπίζεται εξαίρεση, σύμφωνα με

τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 3 εδ. β΄ του ν. 1729/1987 καθώς προβλέπεται

ότι αίτηση άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης με

περιοριστικούς όρους επιτρέπεται μόνο μετά την παρέλευση διμήνου από την

έναρξη της προσωρινής κράτησης, ενώ αν αυτή απορριφθεί, νέα αίτηση μπορεί

να υποβληθεί μόνο μετά από ένα μήνα από την απόρριψη της πρώτης92.

Η ρύθμιση αυτή του νόμου είναι προβληματική καθώς αποκλείει την

υποβολή αίτησης σε περίπτωση που κατά τα διαστήματα αυτά ανακύψουν

γεγονότα που είτε υπήρχαν αλλά ήταν άγνωστα μέχρι τώρα είτε ανέκυψαν για

πρώτη φορά μέσα στα διαστήματα αυτά. Κατά το παρελθόν το θέμα αυτό

αντιμετωπιζόταν από τις διατάξεις του άρθρου 286 παρ. 2 και 291 παρ. 4, κατά

τις οποίες ο χρονικός περιορισμός που υπήρχε για την υποβολή νέας αίτησης

91 Για το κατά πόσο επιτρέπεται νέα προσωρινή κράτηση θα γίνει λόγος στη συνέχεια όταν εξετάζουμε το θέμα

της διάρκειας της προσωρινής κράτησης.

92 Πάντως ο χρονικός αυτός περιορισμός αφορά μόνο την αίτηση για άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής

κράτησης και όχι την αίτηση που αφορά τους τεθέντες περιοριστικούς όρους.Συμβ.Εφ.Αθ.3370/1991 , Υπερ.

1992/608.

Page 65: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

άρσης ή αντικατάστασης, όπως αυτός ίσχυε πριν καταργηθεί από τον ν.

2207/1994, δεν εμπόδιζε την υποβολή νέας αίτησης όταν ο κατηγορούμενος

επικαλούταν νεότερα γεγονότα.

Η εν λόγω εξαίρεση από τον ως άνω χρονικό περιορισμό ίσχυε και για τις

υποθέσεις του νόμου περί ναρκωτικών, καθώς δεν υπήρχε αντίθετη πρόβλεψη

στο σχετικό νόμο και ναι μεν οι χρονικοί αυτοί περιορισμοί των άρθρων 286

και 281 μπορεί να καταργήθηκαν με το ν. 2207/94, όμως ο χρονικός

περιορισμός του ν.1729/1987 παρέμεινε με συνέπεια να εμφανίζεται το

παραπάνω πρόβλημα στο νόμο περί ναρκωτικών. Στο ζήτημα αυτό η

νομολογία93 έχει προσπαθήσει να δώσει λύση εφαρμόζοντας το δίμηνο

περιορισμό αποκλειστικά μόνο επί της αιτήσεως του κατηγορουμένου για άρση

ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και όχι επί της δυνατότητας του

εισαγγελέα ή του ανακριτή να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση με

όρους, ενεργώντας είτε αυτεπαγγέλτως είτε και με αφορμή την αίτηση του

κρατουμένου στα πλαίσια του άρθρου 286 Κ.Π.Δ.

Ωστόσο, θα ήταν ορθότερο αν δεν καταργηθεί και στο νόμο περί

ναρκωτικών ο χρονικός περιορισμός των δύο μηνών και του ενός μηνός

αντίστοιχα, να προστεθεί έστω στο τέλος της παρ. 3 εδ. β΄ του εν λόγω άρθρου

η εξής φράση: «ο περιορισμός των δύο μηνών και του ενός μηνός αντίστοιχα

δεν ισχύουν αν ο κατηγορούμενος επικαλείται νεότερα γεγονότα από τα οποία

προκύπτει ότι εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους είχε διαταχθεί η προσωρινή

κράτηση»94.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

93 Εφ.Αθ. 1293/1995 , Ποιν.Χρ. ΜΕ΄/487 , Αντιεισαγγελέας Πλημ/κών Πολυγύρου Ποιν.Δικ. 2003/1091.

94 Καχριμάνης , παρατηρήσεις επί της Διατ.Ανακ.Πλημ.Χαλκ. 8/2003 , Ποιν.Δικ. 2003/1093.

Page 66: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Η διαδικασία ελέγχου της διάρκειας της προσωρινής κράτησης

προβλέπεται λεπτομερώς από τη διάταξη του άρθρου 287 Κ.Π.Δ., και μπορεί να

διακριθεί σε διαδικασία για την εξακολούθηση και διαδικασία για την

παράταση της95. Για εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης μπορούμε να

κάνουμε λόγο, όταν το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο αποφασίζει τη συνέχιση

της προσωρινής κράτησης και μετά την συμπλήρωση εξαμήνου από την

επιβολή της, μέχρι του ανώτατου ορίου του ενός έτους. Αντίστοιχα παράταση

της προσωρινής κράτησης θα έχουμε όταν το δικαστικό συμβούλιο αποφασίζει

τη συνέχισή της για έξι ακόμα μήνες μετά τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου

του ενός έτους, υπό τον όρο όμως ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις και

τούτο κρίνεται απολύτως αναγκαίο.

Πρέπει εδώ να παρατηρήσουμε ότι κατά το παρελθόν είχε απασχολήσει

τόσο τη θεωρία, όσο και τη Νομολογία το ζήτημα εάν το δικαίωμα που

παρεχόταν, τόσο στον κατηγορούμενο, όσο και στον εισαγγελέα, ασκήσεως

αναίρεσης κατά των βουλευμάτων με τα οποία διατασσόταν η παράταση των

ανωτάτων ορίων της προσωρινής κράτησης, μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικά

και για τα βουλεύματα που διέτασσαν την εξακολούθησή της. Με το ν.

3160/2003 καταργήθηκαν τα τελευταία εδάφια των παρ. 2 β και 5 του άρθρου

287 που προέβλεπαν το εν λόγω δικαίωμα, κατά συνέπεια η κρίση των

αρμοδίων συμβουλίων για την εξακολούθηση και την παράταση της

προσωρινής κράτησης είναι πλέον αμετάκλητη.

Ι ) Εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης

Το άρθρο 287 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. ορίζει ότι αν η ανάκριση συνεχίζεται,

πέντε μέρες πριν από τη συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος των έξη 95 Βλ. Συμβ. Εφ.Θεσ. 1277/1995 , Υπερ. 1996/78.

Page 67: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

μηνών (από την επιβολή της προσωρινής κράτησης), ο ανακριτής αναφέρει με

αιτιολογημένη έκθεσή του στον Εισαγγελέα Εφετών τους λόγους για τους

οποίους δεν περατώθηκε η ανάκριση και διαβιβάζει τη δικογραφία στον

Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Αυτός με τη σειρά του, μέσα σε δέκα μέρες

εισάγει τη δικογραφία στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών96.

Αν πάντως η ανάκριση διεξάγεται από Εφέτη κατά το άρθρο 29 Κ.Π.Δ.,

αρμόδιο να αποφανθεί είναι το Συμβούλιο Εφετών. Πέντε τουλάχιστον ημέρες

πριν από τη συνεδρίαση ειδοποιείται με οποιοδήποτε μέσο (έγγραφο,

τηλεγράφημα, τηλετύπημα, τηλεομοιοτυπία) ο κατηγορούμενος, ο οποίος

μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του με έγγραφο υπόμνημα97. Το Συμβούλιο

μπορεί να καλέσει με τον ίδιο τρόπο τον κατηγορούμενο να εμφανιστεί ενώπιον

του 98 για να αναπτύξει και προφορικά τις απόψεις του, είτε αυτοπροσώπως,

είτε δια του συνηγόρου του, ο οποίος διορίζεται με απλό έγγραφο, θεωρημένο

από το διευθυντή της φυλακής.

Αν η ανάκριση έχει περατωθεί ο Εισαγγελέας του δικαστηρίου, στο

οποίο θα δικαστεί η υπόθεση ή ο Εισαγγελέας Εφετών , πέντε ημέρες πριν από

τη συμπλήρωση του εξαμήνου εισάγει τη δικογραφία με αιτιολογημένη

πρότασή του είτε στο Συμβούλιο Εφετών , αν η υπόθεση εκκρεμεί σε αυτό ,

μετά από έφεση του παραπεμπτικού βουλεύματος ή πρέπει να εισαχθεί στο

ακροατήριο του Εφετείου ή του Μικτού Ορκωτού δικαστηρίου , ή επειδή το

Συμβούλιο Εφετών είναι αρμόδιο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό (άρθρα 287 96 Έχει κριθεί ότι η προθεσμίες αυτές των πέντε και δέκα ημερών δεν είναι ανατρεπτικές , με συνέπεια να μην

προκαλείται καμία ακυρότητα από τη μη τήρησή τους βλ. Συμβ.Πλημ. Αθ. 5034/ 1996 , Ποιν.Χρ. 1997 , σελ.

127.

97 Παγίως θεωρείται ότι προκαλείται απόλυτη ακυρότητα από τη μη ειδοποίηση του κατηγορουμένου πέντε

τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, καθώς πρέπει να παρέχεται ο αναγκαίος χρόνος προετοιμασίας

για την άσκηση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων βλ. Συμβ.Α.Π. 2201/2002, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 137,

Συμβ.Α.Π. 319/1997, Ποιν.Χρ. 1998, σελ. 52, Συμβ.Α.Π. 1602/1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 872.

98 Παρά τις επικρίσεις της θεωρίας , από τη Νομολογία πάγια θεωρείται ότι η αυτοπρόσωπη εμφάνιση του

κατηγορουμένου είναι δυνητική για το Συμβούλιο , ώστε δεν προκαλείται καμία ακυρότητα από την άρνηση

του Συμβουλίου την να επιτρέψει βλ. Συμβ. Α.Π. 1239/1996 , Ποιν.Χρ, 1997 , σελ. 1405 , Συμβ.Α.Π.

1169/1996, Υπερ. 1997 , σελ. 299.

Page 68: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

παρ. 1 β και 287 παρ. 2 α Κ.Π.Δ.) είτε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών σε

κάθε άλλη περίπτωση. Και εδώ εφαρμόζονται όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω για

την ακρόαση του κατηγορουμένου (ειδοποίηση πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν,

δυνατότητα υποβολής έγγραφου υπομνήματος κ.τ.λ.).

Πρόσφατα απασχόλησε τη Νομολογία το εάν η εξακολούθηση της

προσωρινής κράτησης προϋποθέτει ή όχι δικαιοδοτική κρίση (του Συμβουλίου

ή του Δικαστηρίου) στην περίπτωση που η υπόθεση εκδικάζεται ήδη στο

ακροατήριο. Με το βούλευμα του Συμβ. Εφ. Αθ. 2066/200399 έγινε δεκτό ότι η

εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης εκείνου που συμπλήρωσε το εξάμηνο

και εκδικάζεται η υπόθεσή του στο ακροατήριο δεν επέρχεται ποτέ αυτόματα,

αλλά προϋποθέτει δικαιοδοτική κρίση, αρμόδιο για την οποία είναι το

Συμβούλιο και όχι το δικάζον δικαστήριο. Το τελευταίο έχει τέτοια

αρμοδιότητα μόνο και μόνο τότε, όταν αναβάλλει τη συζήτηση της υπόθεσης

και στις επόμενες τριάντα ημέρες από την αναβολή συμπληρώνεται το ανώτατο

όριο της προσωρινής κράτησης και εφόσον είναι παρών ο κατηγορούμενος

(άρθρο 291 παρ. 1 εδ. τελευταίο , όπως προστέθηκε με το ν. 3160/2003).

Το Συμβούλιο, αφού ακούσει πρώτα τον Εισαγγελέα, προβαίνει σε

δικαστικό έλεγχο της ανάγκης εξακολούθησης της προσωρινής κράτησης μέχρι

τη συμπλήρωση των ανωτάτων ορίων.Εξετάζει καταρχήν αν κατά τη χρονική

στιγμή συντρέχουν οι προϋποθέσεις του 282 Κ.Π.Δ., οπότε εάν αυτές δεν

συντρέχουν, διατάσσει την απόλυση του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, εξετάζει

μήπως η προσωρινή κράτηση έχει πάψει πλέον να κρίνεται απολύτως αναγκαία,

προκειμένου να εξασφαλιστούν οι σκοποί του νόμου. Στην περίπτωση αυτή

99 Συμβ.Εφ.Αθ. 2066/2003, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 931, το οποίο αφορούσε κατηγορούμενο για συμμετοχή στην

εγκληματική οργάνωση «17 Νοέμβρη». Κατά την αντίθετη Εισαγγελική πρόταση η εξακολούθηση της

προσωρινής κράτησης επέρχεται αυτόματα όταν η υπόθεση εκδικάζεται στο ακροατήριο με κύρια επιχειρήματα

: α) την διατύπωση του 287 παρ. 1, η οποία κάνει λόγο για υποχρέωση υποβολής σχετικής πρότασης περί

εξακολούθησης του εισαγγελέα του δικαστηρίου στο οποίο θα δικαστεί η υπόθεση και όχι του Εισαγγελέα στο

οποίο δικάζεται β) τη μη εναρμονισμένη με την αλληλουχία της ποινικής διαδικασίας και δημιουργούσα

πρακτικής φύσεως προβλήματα , παρεμβολή του δικαστικού συμβουλίου σε χρόνο που η διαδικασία στο

ακροατήριο βρίσκεται σε εξέλιξη.

Page 69: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

μπορεί να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση με περιοριστικούς όρους ,

εφόσον αυτοί κρίνονται «επαρκείς». Είναι αυτονόητο ότι εάν εξακολουθούν να

συντρέχουν οι προϋποθέσεις του 282 Κ.Π.Δ., και εξακολουθεί η προσωρινή

κράτηση να κρίνεται απολύτως αναγκαία, το Συμβούλιο θα διατάξει την

εξακολούθησή της, χωρίς να χρειάζεται να ορίσει τη διάρκειά της π.χ. για τρεις

μήνες ακόμα, αφού αυτή ισχύει μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτάτων ορίων100.

Τέλος, σε κάθε περίπτωση, αν μέσα σε χρονικό διάστημα τριάντα

ημερών από τη συμπλήρωση των έξη μηνών (ή των 3 μηνών για τα

πλημμελήματα) δεν αποφασιστεί η εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης,

όπως αναλύθηκε ανωτέρω, το ένταλμα ή το βούλευμα με το οποίο είχε

διαταχθεί, παύει να ισχύει και ο αρμόδιος εισαγγελέας διατάσσει την απόλυση

του κατηγορουμένου. Πρέπει εδώ να παρατηρήσουμε, ότι εξαιτίας της σχέσης

επικουρικότητας μεταξύ προσωρινής κράτησης και περιοριστικών όρων, αν

παραλείφθηκε η εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης, τότε συνεπές είναι

να γίνει δεκτό , ότι δεν είναι δυνατή ούτε η επιβολή περιοριστικών όρων101.

ΙΙ) Παράταση της προσωρινής κράτησης

Σύμφωνα με το άρθρο 287 παρ. 2 Κ.Π.Δ. η προσωρινή κράτηση για το

ίδιο έγκλημα δε μπορεί να υπερβεί το ένα έτος. Σε εντελώς εξαιρετικές

περιστάσεις η προσωρινή κράτηση μπορεί να παραταθεί για έξη το πολύ μήνες

με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα είτε του Συμβουλίου Εφετών, αν η υπόθεση

εκκρεμεί σε αυτό, μετά από έφεση του παραπεμπτικού βουλεύματος ή πρέπει

να εισαχθεί στο ακροατήριο του Εφετείου ή του Μικτού Ορκωτού δικαστηρίου,

ή επειδή το Συμβούλιο Εφετών είναι αρμόδιο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό

(άρθρα 287 παρ. 1 β και 287 παρ. 2 α Κ.Π.Δ.) είτε του Συμβούλιου 100 Συμβ.Α.Π. 21/2000 , Ποιν.Χρ. 2000 , σελ. 16.

101 Παπαδαμάκης , ο.α. , σελ. 342

Page 70: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Πλημμελειοδικών σε κάθε άλλη περίπτωση. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία

διαβιβάζεται από τον ανακριτή, εφόσον η υπόθεση εκκρεμεί στον ανακριτή και

συνεχίζεται η προσωρινή κράτηση, τριάντα ημέρες πριν από τη συμπλήρωση

του ανωτάτου ορίου των δώδεκα μηνών, στον Εισαγγελέα , ο οποίος μέσα σε

δεκαπέντε ημέρες την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο.

Σε κάθε άλλη περίπτωση α αρμόδιος εισαγγελέας (αυτός προκύπτει από

τις διατάξεις του 287 παρ. 2 α και β) τουλάχιστον είκοσι πέντε ημέρες πριν από

τη συμπλήρωση του δωδεκαμήνου ή πριν από το τέλος της παράτασης που είχε

χορηγηθεί υποβάλει πρόταση για παράταση ή όχι της προσωρινής κράτησης

στο αρμόδιο συμβούλιο. Και εδώ εφαρμόζονται όσα ισχύουν για την ακρόαση

του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα, σύμφωνα με την παρ. 1 του 287

Κ.Π.Δ. Οποιαδήποτε αμφιβολία ή αντίρρηση για την παράταση της προσωρινής

κράτησης ή τη συμπλήρωση των ανωτάτων ορίων της, επιλύεται από τα

αρμόδια δικαστικά συμβούλια 102, όπως αυτά προσδιορίζονται από την παρ. 2

του άρθρου 287 (και εφαρμόζονται και εδώ όσα αναπτύχθηκαν ανωτέρω για

την ακρόαση του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα).

Επ’ αυτών πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής :

Α) O όρος «εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις» παραπέμπει αναμφίβολα

σε κάποιο ιδιαίτερο πρόσθετο αίτιο για τη δικαιολόγηση της παράτασης της

προσωρινής κράτησης πέραν του έτους, και επομένως δεν πρέπει να

ταυτίζεται , όπως συμβαίνει συχνά στην πράξη με τις προϋποθέσεις του

άρθρου 282 Κ.Π.Δ.103 Κάτι τέτοιο προκύπτει από τη σχέση κανόνα επιβολής 102 Οι αμφιβολίες ή αντιρρήσεις αφορούν μόνο την παράταση των ανωτάτων ορίων ή τη συμπλήρωσή τους , και

όχι τα βουλεύματα της παρ. 1 του 287 Κ.Π.Δ. βλ. Συμβ.Α.Π. 329/1995 , Ποιν.Χρ. 1995 , σελ. 715.103 Δαλακούρας, Παρατηρήσεις σε Συμβ.Εφ.Θρ. 184/1991 , Υπερ. 1992 , σελ. 619 επ. Την άποψη αυτή φαίνεται

να ακολουθεί και η Νομολογία του Ε.Δ.Δ.Α. , κατά το οποίο η διατήρηση της προσωρινής κράτησης πρέπει να

βασίζεται σε διαφορατικούς λόγους από ότι η επιβολή της βλ. σχετικά Σικαλόπουλο , Οι λόγοι που επιτρέπουν

τη διατήρηση του μέτρου της προσωρινής κράτησης , Υπερ. 1994 , σελ. 457. Πάντως σύμφωνα με τη

Νομολογία εντελώς εξαιρετική περίσταση κατά την έννοια του άρθρου 287 παρ. 2 μπορεί να αποτελεί και η

Page 71: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

προσωρινής κράτησης μέχρι δώδεκα μήνες και εξαίρεσης (παράταση πέρα από

τους δώδεκα μήνες), αλλά και από το γράμμα του νόμου, ο οποίος απαιτεί την

παράταση μόνο εφόσον συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Περαιτέρω δεν

αρκεί η τυπική επίκληση του νόμου, ότι συντρέχουν δηλαδή εξαιρετικές

περιστάσεις, αλλά πρέπει να περιέρχονται στο βούλευμα ειδικά και

συγκεκριμένα περιστατικά, στα οποία να θεμελιώνονται οι εντελώς εξαιρετικές

περιστάσεις, ώστε να θεωρείται η παράταση ως απολύτως αναγκαία104. Έτσι ως

εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις κατά την ορθή έννοια του νόμου μπορούν να

θεωρηθούν οι προπαρασκευαστικές ενέργειες του προσωρινά κρατούμενου για

τη διαφυγή του από τις φυλακές, η απόπειρα απόδρασης του, η διάπραξη από

αυτών άλλων σοβαρών εγκλημάτων κατά τη διάρκεια της κράτησής του κτλ. 105

Β) Τα αρμόδια κατά τα εδ. γ και δ παρ. 2 του άρθρου 287 περιορίζονται

μόνο στην έρευνα συνδρομής των εξαιρετικών περιστάσεων και δεν εξετάζουν

τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 282 παρ. 3 κατά το χρόνο

επιβολής, αλλά και ούτε και κατά το χρόνο εξέτασης του ζητήματος της

παράτασης, καθώς για τη συνδρομή ή όχι αυτών ο προσωρινά κρατούμενος έχει

τη δυνατότητα να προσφύγει στα αρμόδια όργανα κατά άρθρα 286 παρ. 2 και

291 παρ. 1 Κ.Π.Δ., ανάλογα με το διαδικαστικό στάδιο στο οποίο εκκρεμεί η

υπόθεση106.

Γ) Αν και οι προθεσμίες για την υποβολή της προτάσεως του Εισαγγελέα

δεν είναι ανατρεπτικές, ωστόσο σε κάθε περίπτωση το βούλευμα του

Συμβουλίου που αποφασίζει την παράταση της προσωρινής κράτησης, πρέπει

να εκδοθεί πριν από τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου.

βαρύτητα της πράξης σε συνδυασμό με τον τρόπο τέλεσής αυτής. Βλ. Συμβ.Α.Π. 1216/1998 , Ποιν.Δικ. 1998 ,

σελ. 1114.

104 Συμβ.Α.Π. 2201/2002 , Ποιν.Δικ. 2003 , σελ. 137.

105 Δαλακούρας , ο.α. , σελ. 603 επ.

106 Συμβ.Α.Π. 1216/1998 , Ποιν.Δικ. 1998 , σελ. 1114.

Page 72: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Δ) Όπως προκύπτει από το άρθρο 287 παρ. 2 εδ. δ΄ είναι δυνατό πριν από

τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου των δώδεκα μηνών, να διαταχθεί η

παράταση της προσωρινής κράτησης και για διάστημα λιγότερο των έξη μηνών

(το πολύ έξη μήνες αναφέρει ο νόμος). Επομένως, πριν τη συμπλήρωση του

διαστήματος αυτού, μπορεί να κινηθεί εκ νέου η ως άνω διαδικασία και να

διαταχθεί νέα παράταση, μέχρι βέβαια τη συμπλήρωση του δεκαοκτάμηνου.

Ε) Σύμφωνα με το άρθρο 291 παρ. 1 εδ. τελευταίο, όπως προστέθηκε με

το ν. 3160/2003, το δικαστήριο που δικάζει σε περίπτωση που η εκδίκαση

αναβληθεί ή ματαιωθεί για οποιονδήποτε λόγο107, αποφαίνεται και για την

παράταση ή μη της προσωρινής κράτησης, αν στις επόμενες τριάντα ημέρες

από την αναβολή, συμπληρώνεται το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης

και εφόσον είναι παρών ο κατηγορούμενος.

ΠΑΥΣΗ, ΑΝΑΣΤΟΛΗ, ΑΝΑΒΟΛΗ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

1. Παύση

Η προσωρινή κράτηση παύει στις εξής περιπτώσεις:

Α) Όταν πρόκειται για δικαστική απόφαση, η οποία τελειώνει την

ποινική δίκη (άρθρο 370), ήτοι α) με την καταδίκη ή αθώωση του

κατηγορουμένου, β) με την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, αν έγινε

107 Η δυνατότητα αυτή εφαρμόζεται και όταν το δικαστήριο διαπιστώνει ότι είναι καθ’ ύλη αναρμόδιο και

παραπέμπει την εκδίκαση στο αρμόδιο δικαστήριο π.χ. λόγω νομοθετικής τροποποίησης μετά το παραπεμπτικό

βούλευμα ή το κλητήριο θέσπισμα. Βλ. και Τριμ.Εφ.Θεσ. 260/1998 , που έκρινε ότι δικαιούται να διατάξει την

κατάργηση της διάταξης για τον περιοριστικό όρο , καθώς και της εγγύησης.

Page 73: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

παραίτηση από το δικαίωμα της εγκλήσεως ή ανακλήσεως αυτής ή όταν η

πράξη έχει αμνηστευθεί ή παραγράφηκε το αξιόποινο αυτή ή ο

κατηγορούμενος έχει αποβιώσει, γ) με την κήρυξη της ποινικής διώξεως ως

απαράδεκτης, όταν συντρέχει δεδικασμένο (άρθρο 57) ή δεν υπάρχει η

απαιτούμενη έγκληση, αίτηση ή άδεια για δίωξη (άρθρα 41 και 55).

Η δικαστική απόφαση που εκδόθηκε απαιτείται να είναι αμετάκλητη για

να εκτελεσθεί, κατά το άρθρο 546 παρ. 1. Αν είναι δυνατή η προσβολή της με

έφεση ή αναίρεση, τότε πρέπει να διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:

1) Ως προς την αναίρεση, αν έχουμε καταδικαστική απόφαση, η

άσκηση του ένδικου αυτού μέσου και η προθεσμία προς άσκησή του έχουν

ανασταλτικό αποτέλεσμα όταν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά. Δεν

αναστέλλεται όμως η διάταξη του βουλεύματος που αφορά τη σύλληψη και την

προσωρινή κράτηση (άρθρο 471 παρ. 1). Κατ’ εξαίρεση η προθεσμία για την

άσκηση του ένδικου μέσου της αναιρέσεως και η αίτηση για την αναίρεση δεν

αναστέλλουν την εκτέλεση της καταδικαστικής αποφάσεως, αν με αυτή

επιβλήθηκε ποινή στερητική της ελευθερίας.

Το δικαστήριο όμως που έχει εκδώσει αυτή την απόφαση, αν το ζητήσει

ο εισαγγελέας ή ο κατηγορούμενος μπορεί να αποφασίσει την αναστολή της

εκτελέσεως της αποφάσεως που προσβλήθηκε μόλις ασκηθεί η αίτηση

αναιρέσεως (άρθρο 471 παρ. 2 εδ. β΄ΚΠΔ). Συνεπώς, όσο διαρκεί η προθεσμία

για αναίρεση και σε κάθε περίπτωση μέχρι την έκδοση αποφάσεως από το

ακυρωτικό, ο κατηγορούμενος εκτίει την ποινή του, αν το δικαστήριο δεν

αποφασίσει για την αναστολή της εκτελέσεώς της.

Επιπλέον, αν η απόφαση είναι αθωωτική, σύμφωνα με το άρθρο 547, η

ασκηθείσα αναίρεση δεν αναστέλλει την εκτέλεση αυτής και η προσωρινή

κράτηση παύει από την έκδοσή της.

2) Κατά το άρθρο 947 παρ. 2, αν με την καταδικαστική απόφαση

επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως έξι μηνών και πάνω ή αν αυτός που

Page 74: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

καταδικάστηκε βρισκόταν σε προσωρινή κράτηση ή αν η προσβαλλόμενη

απόφαση κηρύσσει το δικαστήριο αναρμόδιο και παραπέμπει τον

κατηγορούμενο στο μικτό ορκωτό, η κρίση για το αν η έφεση που ασκείται από

τον κατηγορούμενο έχει το κατά το άρθρο 471 ανασταλτικό αποτέλεσμα ανήκει

στο δικαστήριο που δίκασε. Αυτό αποφασίζει αμετάκλητα αμέσως ύστερα από

την απαγγελία της αποφάσεως είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από δήλωση του

κατηγορουμένου ότι θα ασκήσει έφεση. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο

μπορεί να εξαρτήσει το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης και από την

καταβολή χρηματική εγγυήσεως από εκείνον που ασκεί την έφεση.

Αν, περαιτέρω, πρόκειται για αθωωτική απόφαση, η έφεση που

ασκήθηκε εναντίον της δεν έχει ανασταλτική δύναμη, όταν ο εκκαλών είναι ο

κατηγορούμενος ο οποίος αθωώθηκε λόγω έμπρακτης μετάνοιας ή για

αιτιολογία που θίγει χωρίς ανάγκη την υπόληψή του.

Β) Όταν πρόκειται για απαλλακτικό βούλευμα, αναστέλλεται, η εκτέλεσή

του με την άσκηση εναντίον του ενδίκου μέσου το οποίο ασκείται με τον

προσήκοντα τρόπο και εμπρόθεσμα (άρθρο 471 παρ. 1).

Απαλλακτικό είναι το βούλευμα όταν: α) δεν υπάρχουν καθόλου

ενδείξεις ενοχής ή οι υπάρχουσες δεν είναι σοβαρές για παραπομπή στο

ακροατήριο (εκτός αν πρόκειται να παύσει προσωρινά η δίωξη κατά τα άρθρα

309 παρ. 1 στ. Γ’ και 311 παρ. 1), β) το γεγονός δεν περιέχει αξιόποινη πράξη,

ή υπάρχουν λόγοι που αποκλείουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως ή τον

καταλογισμό.

Συνεπώς, αν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ο κατηγορούμενος

εξακολουθεί να κρατείται προσωρινά. Απολύεται από τις φυλακές, αν το

απαλλακτικό βούλευμα έχει καταστεί αμετάκλητο ή όταν το συμβούλιο είναι

σύμφωνο με την πρόταση του εισαγγελέα και αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να

Page 75: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

γίνει κατηγορία, μολονότι ασκήθηκε ένδικο μέσο (άρθρα 471 παρ. 1, 310 παρ.

1). Και στις δύο περιπτώσεις το ένταλμα προσωρινής κρατήσεως αίρεται.

2. Αναστολή

Σε περίπτωση πραγματογνωμοσύνης που αφορά τη διανοητική υγεία του

κατηγορουμένου, ο ανακριτής έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα,

τη γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων, έστω και κατά πλειοψηφία, και μετά

από ακρόαση του συνηγόρου αυτού, μπορεί να διατάξει τον εγκλεισμό του σε

δημόσιο ψυχιατρείο για παρατήρηση.

Κατά της διατάξεως αυτής του ανακριτή επιτρέπεται στον

κατηγορούμενο ή το συνήγορό του προσφυγή ενώπιον του δικαστικού

συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει ανέκκλητα, μέσα σε προθεσμία τριών

ημερών από την επίδοση της διατάξεως σε αυτούς και η οποία έχει ανασταλτικό

αποτέλεσμα.

Αν η ανάγκη ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης έχει ανακύψει ενώπιον

του ακροατηρίου, αρμόδιο να διατάξει τον εγκλεισμό είναι το δικαστήριο, το

οποίο αποφασίζει ανέκκλητα και αναβάλλει τη συζήτηση μέχρι το τέλος αυτής,

εκτός αν πρόκειται να εκδώσει απαλλακτική απόφαση, οπότε προχωρεί στην

εκδίκαση και χωρίς αυτή.

Σε κάθε περίπτωση, η διάρκεια του εγκλεισμού στο δημόσιο ψυχιατρείο

δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες. Κατά το χρόνο αυτό, ο οποίος αφαιρείται

σε περίπτωση καταδίκης από την ποινή που έχει επιβληθεί, η προσωρινή

κράτηση θεωρείται ότι έχει ανασταλεί (άρθρο 200).108

108 Βλ. Τσάκο, ό.π., σ. 110.

Page 76: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

3. Αναβολή

Αναβολή της εκτέλεσεως του εντάλματος της προσωρινής κρατήσεως

μπορεί να υπαρξει μόνο εφόσον αυτό δεν έχει εκτελεσθεί. Μετά την εκτέλεσή

του γίνεται λόγος μόνο περί διακοπής της προσωρινής κρατήσεως που έχει ήδη

αρχίσει.

Η αναβολή της εκτελέσεως του εντάλματος προσωρινής κρατήσεως

διακρίνεται σε υποχρεωτική και δυνητική. Ειδικότερα:

1. Υποχρεωτική αναβολή έχουμε, αν εκείνος κατά του οποίου εκδόθηκε

ένταλμα προσωρινής κρατήσεως έχει προσβληθεί μετά την έκδοση του

εντάλματος από ψυχοπάθεια, ώστε εξαιτίας αυτής να μην έχει συνείδηση της

εκτελέσεως του σχετικού εντάλματος. Στην περίπτωση αυτή διατάσσεται

συγχρόνως η έγκλειση του υπόδικου σε δημόσιο ψυχιατρείο, κατά προτίμηση

δικαστικό (άρθρο 555 παρ. 2, 3).

2. Δυνητική αναβολή διατάσσεται, όταν εκείνη κατά της οποίας εκδόθηκε

ένταλμα προσωρινής κρατήσεως διανύει τους δύο τελευταίους μήνες της

εγκυμοσύνης ή γέννησε πρόσφατα, ωσότου να περάσουν 3 μήνες το πολύ από

τον τοκετό (άρθρο 556 περ. α).

4. Διακοπή

Η προσωρινή κράτηση που έχει αρχίσει δυνάμει του σχετικού

εντάλματος διακόπτεται στις εξής περιπτώσεις:

α) Αν έχει ασκηθεί έφεση κατά του βουλεύματος και ο εισαγγελέας

πεισθεί ότι ο εκκαλών δεν είναι ύποπτος φυγής (άρθρο 429 παρ. 3).

Page 77: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

β) Αν πρόκειται να γίνει κατά γυναίκας, η οποία είναι έγκυος και διανύει

τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης της ή γέννησε πρόσφατα, ωσότου

περάσουν το πολύ 3 μήνες από τον τοκετό (άρθρα 557 παρ. 1 και 556 στ. α).

γ) Αν το δικαστήριο που τον δίκασε πρότεινε να δοθεί χάρη (άρθρα 557

και 556 στ. β).

δ) Αν ο εισαγγελέας που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση μπορεί

μόλις πληροφορηθεί ότι ασκήθηκε η αίτηση για ακύρωση, να διατάξει την

διακοπή αν κρίνει ότι ο αιτών δεν είναι ύποπτος για απόδραση (άρθρα 557, 556

στ. γ και 430 παρ. 2).

ε) Αν ο κατηγορούμενος που κρατείται προσωρινά νοσηλεύεται σε

νοσοκομείο, βρίσκεται όμως εξαιτίας βαριάς νόσου σε τέτοια κατάσταση, ώστε

η συνέχιση της νοσηλείας του σε οποιοδήποτε παρόμοιο νοσοκομείο δεν θα

αποτρέψει βλάβη στην υγεία του ή κίνδυνο της ζωής του. Επίσης, μπορεί

εφόσον η αποτροπή είναι δυνατή με τη νοσηλεία του σε άλλο νοσηλευτικό

ίδρυμα, ειδικά κατονομαζόμενο, να ζητήσει την εισαγωγή του σε αυτό με δικές

του δαπάνες για τη συνέχιση της νοσηλείας του. Η νοσηλεία αυτού στο σπίτι

αποκλείεται (άρθρο 557 παρ. 1, 2).

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΣΗ ΠΟΙΝΗΣ

Ο τίτλος του κεφαλαίου αναφέρεται στο φαινόμενο εκείνο, κατά το οποίο

ένα και το αυτό πρόσωπο υποχρεούται την ίδια χρονική στιγμή από τη μια να

κρατηθεί προσωρινά και από την άλλη να εκτίσει (σε εκτέλεση καταδικαστικής

αποφάσεως) στερητική της ελευθερίας ποινή. Σημειωτέον δε ότι εδώ

προσωρινή κράτηση και ποινή αφορούν διαφορετικά εγκλήματα. Η λύση σε

αυτού του είδους το ζήτημα δεν είναι αποτέλεσμα ομοφωνίας αλλά κυρίαρχης

τάσης. Το ζήτημα μάλιστα σχετίζεται με τα προβλήματα της συνεκτίσεως των

ποινών και της συνεκτίσεως τίτλων προσωρινής κρατήσεως.

Page 78: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Συνέκτιση ή όχι στερητικών της ελευθερίας ποινών

Η συνολική ποινή σχηματίζεται στις εξής περιπτώσεις: α) Στις

περιπτώσεις της «αρχικής» ή «σύγχρονης» συρροής (άρθρα 94-96 ΠΚ), β) στις

περιπτώσεις της «επιγενόμενης» ή «αναδρομικής» συρροής (άρθρα 97 ΠΚ)109,

και γ) στις περιπτώσεις της «συρροής καταδικαστικών αποφάσεων» (άρθρο 551

ΚΠΔ).110

Στην πρώτη περίπτωση η δικαστική κρίση είναι ενιαία και το φαινόμενο

αντιμετωπίζεται από την εμφάνισή του. Στην δεύτερη περίπτωση, αντίθετα, η

συρροή ανακύπτει αφού το δικαστήριο έχει αποφανθεί για ορισμένα από τα

εγκλήματα και έχει ήδη επιβάλει ποινή και ο δράστης καταδικάζεται ξανά πριν

και από την ολοσχερή απότιση, παραγραφή ή χάρη της επιβληθείσας ποινής για

άλλη αξιόποινη πράξη που τέλεσε οποτεδήποτε. Τέλος, στην τρίτη περίπτωση

υπάρχουν περισσότερες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα

που συρρέουν, οι οποίες πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ίδιου προσώπου

και εφαρμόζονται οι ορισμοί του Ποινικού Κώδικα για τη συρροή.111

Πάντως, η συνολική ποινή προϋποθέτει, σε όλες τις περιπτώσεις,

συνάντηση ποινών: είτε στο στάδιο της επιμετρήσεως και επιβολής τους, όπως

στην «αρχική συρροή» (άρθρα 94-96 ΠΚ) είτε στο στάδιο της εκτελέσεως και

της εκτίσεώς τους, όπως στην «επιγενόμενη συρροή» (άρθρο 97 ΠΚ) και στη

«συρροή καταδικαστικών αποφάσεων» (άρθρο 551 ΚΠΔ). Επομένως, αν μια

ποινή έχει εκτιθεί ολοκληρωτικά, δεν μπορεί να προσμετρηθεί κατά το

σχηματισμό συνολικής ποινής.

109 Βλ. ενδεικτικά ΑΠ 568/1966 ΠοινΧρ 1967/226, ΑΠ 925/1975 ΠοινΧρ 1976/303, ΑΠ 179/1980 ΠοινΧρ 1980/459.110 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Προσωρινή κράτηση και έκτιση ποινής, ΠοινΔικ 2007/994.111 ΑΠ 1605/2002 ΠοινΧρ 2003/595.

Page 79: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΣΥΡΡΟΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ

Χρονική σύμπτωση περισσότερων τίτλων προσωρινής κρατήσεως

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω η προσωρινή κράτηση για το ίδιο έγκλημα

δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί σε διάρκεια τους 18 μήνες.

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 288 Κ.Π.Δ. στην περίπτωση

που το έγκλημα για το οποίο επιβλήθηκε προσωρινή κράτηση συρρέει κατ’

ιδέαν με άλλο έγκλημα ή αν το έγκλημα τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση, η

προθεσμία του άρθρου 287 (περί της διάρκειας της προσωρινής κράτησης)

υπολογίζεται από τότε που για πρώτη φορά κρατήθηκε ο κατηγορούμενος είτε

για ένα από τα εγκλήματα που συρρέουν κατ’ ιδέαν, είτε για μια από τις

μερικότερες πράξεις που απαρτίζουν το κατ’ εξακολούθηση έγκλημα.

Επομένως, εδώ ο νόμος αναγνωρίζει την συνέκτιση της προσωρινής κράτησης

που επιβλήθηκε με περισσότερα του ενός εντάλματα προσωρινής κράτησης για

τα κατ’ ιδέαν συρρέοντα ή για έγκλημα κατ’ εξακολούθηση.

Και ναι μεν όσον αφορά την περίπτωση των κατ’ ιδέαν συρρεόντων και

του κατ’ εξακολούθηση εγκλήματος δεν ανακύπτουν ιδιαίτερες δυσχέρειες,

καθώς ο νόμος είναι σαφής, αντίθετα στην περίπτωση της πραγματικής

συρροής εγκλημάτων τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά .

Με την παρ. 2 του 288 Κ.Π.Δ., κατόπιν παρεμβάσεως του ν. 2408/1996,

επιχειρήθηκε η ρύθμιση του θέματος της διάρκειας της προσωρινής κράτησης

επί εκδόσεως περισσοτέρων του ενός ενταλμάτων προσωρινής κράτησης στις

Page 80: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

περιπτώσεις της αληθούς πραγματικής συρροής εγκλημάτων και η οποία ορίζει

ότι από την επιβολή της προσωρινής κράτησης έως την έκδοση οριστικής

απόφασης δεν μπορεί να διαταχθεί νέα προσωρινή κατά του ίδιου

κατηγορουμένου για άλλη πράξη για την οποία με βάση τα στοιχεία της

δικογραφίας, ήταν δυνατό να ασκηθεί ποινική δίωξη ή να απαγγελθεί

κατηγορία, ταυτόχρονα με την ποινική δίωξη συνέπεια της οποίας επιβλήθηκε η

προηγούμενη προσωρινή κράτηση ή μέσα σε εύλογο διάστημα από αυτήν.

Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή νέα προσωρινή κράτηση για άλλη πράξη, αν

η ποινική δίωξη γι’ αυτήν δε μπορούσε να ασκηθεί παρά μόνο μέσα στους τρεις

τελευταίους μήνες πριν από τη πάροδο του χρόνου διαρκείας της προηγούμενης

προσωρινής κράτησης ή την τυχόν απόλυση του κρατουμένου. Στην περίπτωση

αυτή η νέα προσωρινή κράτηση δε μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από ένα

έτος και δεν παρατείνεται.

Εδώ ο νομοθέτης προσπάθησε να περιορίσει την καταστρατήγηση του

συνταγματικά προβλεπόμενου ορίου, κυρίως εξαιτίας της συνήθους στην πράξη

κατάτμησης του αντικειμένου της κατηγορίας, και της απαγγελίας κατηγοριών

«με δόσεις», με βάσει στοιχεία που ήταν ήδη γνωστά κατά την ανάκριση.

Πρόκειται για μια επέμβαση με θετικό προσανατολισμό, ωστόσο με πολλά

αδύναμα σημεία, καθώς δεν ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος του νέου

εντάλματος προσωρινής κράτησης (χρόνος έκδοσής του ή χρόνος εκτέλεσής

του), ο όρος εύλογος χρόνος είναι ιδιαίτερα αφηρημένος ως νομική έννοια, ενώ

προβληματικό είναι και το τελευταίο τρίμηνο, καθώς δεν εξειδικεύεται πως

αυτό υπολογίζεται ( με βάση το 12 μηνο ή το 18 μηνο )112.

Πάντως κατά την ερμηνεία τόσο της παρ. 1 όσο και της παραγράφου 2

του άρθρου 288 Κ.Π.Δ. πρέπει να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη το γ΄ εδάφιο της

παραγράφου 4 του άρθρου 6 του Συντάγματος, όπως αυτό προστέθηκε με την

112Μαργαρίτης Λ., Παρατηρήσεις, Υπεράσπιση 1997, σελ. 301, Νάμιας Ο. , Η προσωρινή κράτηση επί

πραγματική συρροής εγκλημάτων υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς του Ν. 2408/1996 , Ποιν.Χρ. 1996/1194επ.

Παπαδαμάκης , ο.α. , σελ. 315.

Page 81: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος (με το από 6/4/2001 ψήφισμα της Ζ΄

Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων) και το οποίο απαγορεύει την υπέρβαση

των ανωτάτων ορίων της προφυλάκισης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου

αυτού για τις επιμέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης. Ως δε «ίδια» θα πρέπει

να θεωρείται η υπόθεση, όταν η εγκληματική συμπεριφορά του δράστη

εμφανίζει μία φυσική ενότητα η οποία είναι ενταγμένη σε ένα χωροχρονικά

εγκληματικό σχέδιο113. Με άλλα λόγια η δραστηριότητα του δράστη πρέπει να

έχει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της συνάφειας , άρθρα 129 Κ.Π.Δ. επ.) και

οι επιμέρους πράξεις του να αποτελούν εκδηλώσεις του ίδιου εν ευρεία έννοια

ιστορικού γεγονότος114 .

Έτσι, αν οι επιμέρους πράξεις του κατηγορουμένου εντάσσονται στην

ίδια υπόθεση, όπως αυτή ερμηνεύτηκε ανωτέρω, ανεξάρτητα από τη συρροή

που της συνδέει, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης που θα μπορεί να

επιβληθεί για το σύνολο των πράξεων αυτών είναι το 18μηνο.

Αν οι επιμέρους πράξεις δεν εμπίπτουν στην έννοια της ίδιας υπόθεσης,

αν πρόκειται για συρροή κατ’ ιδέαν εγκλημάτων ή για κατ’ εξακολούθηση

εγκλήματα θα εφαρμόζεται η 1η παράγραφος του 288 Κ.Π.Δ. με συνέπεια το

ανώτατο όριο να είναι και πάλι το 18 μηνο. Αν, αντίθετα, οι επιμέρους αυτές

πράξεις (που δεν εμπίπτουν στην έννοια της ίδιας υπόθεσης) βρίσκονται σε

σχέση αληθινής πραγματικής συρροής θα εφαρμόζεται η παρ. 2 του 288 Κ.Π.Δ.

με τις εξής παρατηρήσεις:

Α) Ο εύλογος χρόνος δεν προκύπτει από πουθενά. Πρόκειται για μια

αόριστη έννοια που χρήζει εξειδίκευσης από το αρμόδιο όργανο το οποίο

εκούσια ή ακούσια μπορεί να προβεί σε απερισκεψίες.

113 Παπαδαμάκης , ό.π.

114 Παπαδαμάκης, ό.π. Έτσι η Συμβ.ΕφΘες.1045/2001, Ποιν.Δικ. 2001/1011 με σύμφωνες παρατηρήσεις

Λ.Μαργαρίτη , Συμβ. Πλημ.Θες.1889/2002 , Ποιν.Δικ.2003/53

Page 82: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Μια άποψη που θα ευσταθούσε είναι η εξής: το εύλογο διάστημα θα

πρέπει να ταυτίζεται με το 6μηνο της παρ. 1 του 287 με τη συμπλήρωση του

οποίου επιβάλλεται έλεγχος και απόφανση επί του αναγκαίου ή μη της

συνέχισης της προσωρινής κράτησης από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών115,

ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε πρόσφατα δεκτό από τη Νομολογία.

Συγκεκριμένα, τόσο η Συμβ.Εφ.Θεσ.514/2000116 όσο και Α.Π. 1261/2000117

έκριναν ότι το τετράμηνο από την έκδοση του πρώτου εντάλματος προσωρινής

κράτησης δεν αποτελεί εύλογο χρονικό διάστημα, και έτσι μπορεί με τη

συμπλήρωσή του να εκδοθεί και νέο ένταλμα προσωρινής κράτησης.

Β) Όταν τα στοιχεία που δικαιολογούν τη νέα ποινική δίωξη δεν υπήρχαν

κατά την έναρξη της ποινικής δίωξης, αλλά ούτε και μέσα σε εύλογο χρονικό

διάστημα, όποιο και αν θεωρήσουμε ότι είναι αυτό δεν θα πρέπει κατά την

πειστικότερη εκδοχή να επιβληθεί νέα προσωρινή κράτηση κατά του

κατηγορουμένου για άλλο πραγματικά συρρέον έγκλημα παρά μόνο αν η

ποινική δίωξη για την πράξη αυτή μπορούσε να ασκηθεί μόνο μέσα στους

τρεις τελευταίους μήνες πριν από τη πάροδο του χρόνου διαρκείας της

προηγούμενης προσωρινής κράτησης ή την τυχόν απόλυση του

κατηγορουμένου118 και η οποία στην περίπτωση αυτή δε μπορεί να διαρκέσει

περισσότερο από ένα χρόνο και δεν είναι δυνατή η παράτασή της.

Γ) Σε κάθε περίπτωση η προσωρινή κράτηση επί πραγματικής συρροής

θα πρέπει να αρχίζει από την εκτέλεση κάθε δικαστικού τίτλου που την

διατάσσει και όχι από την εκπνοή της συνταγματικώς προβλεπομένης διάρκειας

115 Παπαδαμάκης , ο.α., Μαργαρίτης , ο.α. , Καρράς , Ποινικό Δικονομικό δίκαιο 1998 , σελ. 517.

116 Υπερ. 2000/1019

117 Υπερ. 2000/1202

118 Παπαδαμάκης , ο.α.

Page 83: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

του προηγούμενου τίτλου για να αρχίσει η εκτέλεση του επομένου119, αν και

κρατούσα μπορεί να θεωρηθεί στη Νομολογία η αντίθετη άποψη120.

ΧΡΟΝΙΚΗ ΣΥΜΠΤΩΣΗ ΠΟΙΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΚΡΑΤΗΣΕΩΣ

Η αφαίρεση του χρόνου προσωρινής κρατήσεως από την ποινή

1. Η ισχύουσα νομοθεσία

Σύμφωνα με το άρθρο 371 παρ. 4, όπως αντικαταστάθηκε από την

παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν 1649/1986, το δικαστήριο αφαιρεί από την

ποινή που επιβλήθηκε το χρόνο της προσωρινής κρατήσεως του

καταδικασμένου σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα.121 Αν το

δικαστήριο παρέλειψε να τον αφαιρέσει στην καταδικαστική απόφαση, μπορεί

να το πράξει με μεταγενέστερη απόφασή του, με αίτηση του κατάδικου ή του

εισαγγελέα. Με την ίδια απόφαση μπορεί, επίσης, να διορθώσει τυχόν

σφάλματα κατά τον υπολογισμό.

Ειδικότερα, κατ’ άρθρο 87 ΠΚ: Όταν επιβάλλεται στερητική της

ελευθερίας ποινή και αφού ορισθεί η διάρκειά της, αφαιρείται ο χρόνος της

προσωρινής κρατήσεως του καταδικασμένου την οποία διέταξε ανακριτική

αρχή οποιασδήποτε δικαιοδοσίας. Επίσης αφαιρείται ο χρόνος που κρατήθηκε

από τη σύλληψη έως την προσωρινή κράτησή του. Στην περίπτωση συρροής

εγκλημάτων που συνεκδικάζονται αφαιρείται από την ποινή που επιβλήθηκε

για κάποιο από αυτά ο χρόνος της προσωρινής κρατήσεως που διατάχθηκε για

119 Ζύγουρας Α., Η σύμπτωσις πλειόνων δικαστικών τίτλων προσωρινής κρατήσεως επί αληθούς πραγματικής

συρροής εγκλημάτων, Ποιν.Δικ 2001/396επ.

120 βλ. Γνωμ.Εισ.ΠρωτΘεσ. 1/2001, Ποιν.Δικ.2001/613, Α.Π. 1261/2000, Υπερ. 2000/1202, Α.Π. 1316/1993 ,

Ελ.Δ. 41/1478, Εφ.Θεσ. 511/200 και 514/2000, Υπερ. 2000/1016, Εφ. Αθ.3174/1992 , Ποιν.Χρ. ΜΓ΄/205.121 Λυμπερόπουλος , Η αφαίρεση του χρόνου της προσωρινής κράτησης , Ποιν.Χρ. ΛΑ΄, σελ. 827 επ.

Page 84: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

οποιοδήποτε από αυτά. Επίσης αφαιρείται και ο χρόνος της κρατήσεως που

προβλέπει το εδάφιο Ι αυτού του άρθρου, ακόμη και ο όταν η απόφαση κήρυξε

τον καταδικασμένο αθώο για το έγκλημα για το οποίο είχε κρατηθεί

προσωρινά. Επίσης αφαιρείται ο χρόνος παραμονής του κατηγορουμένου σε

ψυχιατρείο (άρθρο 200).122

Η αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων αφαιρεί

από την ποινή το χρόνο φυλακίσεως που μεσολάβησε από την έκδοση της

αποφάσεως έως τότε που έγινε αμετάκλητη.

Η αφαίρεση του χρόνου προσωρινής κρατήσεως γίνεται κατά την

παραπομπή του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σύμφωνα με τα άρθρα 87, 94

παρ. 1 και 97.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 87 ΠΚ, ορίζει στην πρώτη παράγραφο αυτού

ότι, μετά τον καθορισμό της διάρκειας της ποινής που έχει καταγνωσθεί,

αφαιρείται α) ο χρόνος κρατήσεως, ο οποίος αρχίζει από τη σύλληψη του

κατηγορουμένου μέχρι την προσωρινή κράτηση, β) ο χρόνος προσωρινής

κρατήσεως που διατάχθηκε από οποιαδήποτε ανακριτική αρχή. Επίσης, και στο

άρθρο 284 παρ. 1 προσδιορίζεται η έναρξη της προσωρινής κρατήσεως, η οποία

αρχίζει από την παράδοση αυτού εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί ένταλμα

προσωρινής κρατήσεως στις φυλακές των υποδίκων. Αν όμως ο κρατούμενος

προσωρινά κρατήθηκε πριν από την ημέρα αυτή, αφού είχε συλληφθεί επ’

αυτοφώρω ή δυνάμει εντάλματος, η διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως

θεωρείται ότι αρχίζει από την ημέρα που κρατήθηκε αυτός και η οποία

καθορίζεται στο σχετικό ένταλμα.

Περαιτέρω, σχετικά με το άρθρο 87 ΠΚ πρέπει να παρατηρηθούν τα

εξής:

Α) Η αφαίρεση του χρόνου προσωρινής κρατήσεως είναι υποχρεωτική

γαι το δικαστήριο.123

122 Βλ. Τσάκο, ό.π., σ. 142επ.123 ΑΠ 67/1965 ΠοινΧρ 1965/278.

Page 85: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Β) Ο υπολογισμός του χρόνου της προσωρινής κρατήσεως στην ποινή

εφαρμόζεται μόνο όταν αυτή διατάχθηκε για την πράξη για την οποία έχει

ακολουθήσει καταδίκη.

Γ) Στα συρρέοντα και στα εγκλήματα που συνεκδικάζονται, από την

ποινή που έχει επιβληθεί για ορισμένα από αυτά αφαιρείται ο χρόνος της

προσωρινής κρατήσεως που διατάχθηκε για οποιοδήποτε από αυτά. Και όταν

ακόμη με την απόφαση κηρύχθηκε αθώος του εγκλήματος, για το οποίο είχε

κρατηθεί προσωρινά. Στο χρόνο της προσωρινής κρατήσεως υπολογίζεται και ο

χρόνος κρατήσεως.

Δ) Ως από τη φύση και τη μορφή του ενιαίου, του εγκλήματος που

τελείται κατ’ εξακολούθηση καθώς και του εγκλήματος που τελείται με μία

εγκληματική ενέργεια, η τυχόν προσωρινή κράτηση για μία από τις

περισσότερες πράξεις των εγκλημάτων αυτών, πρέπει να υπολογίζεται και

αφαιρείται ο χρόνος προσωρινής κρατήσεω, εξαιτίας της ιδιάζουσας μορφής

τους και με την προϋπόθεση σύγχρονης ποινικής διώξεως. Αυτό συμβαίνει σε

κάθε περίπτωση κατά την οποία μεταξύ της αιτίας της προσωρινής κρατήσεως

και της ποινής υπάρχει συνάφεια και κυρίως σε κάθε περίπτωση κατά την οποία

περισσότερα αδικήματα έχουν αποτελέσει το αντικείμενο της ίδιας ποινικής

διώξεως, γιατί εδώ η προσωρινή κράτηση έχει χρησιμεύσει για τη φύλαξη του

κατηγορουμένου όσο διαρκούσε η ποινή για όλες τις πράξεις της

προδικασίας.124

Ε) Στην ισόβια κάθειρξη προσδιορίζεται απλά κατά το άρθρο 87 παρ. 1

ΠΚ στην απόφαση ο χρόνος της προσωρινής κρατήσεως. Αντίθετα, αναγκαίος

καθίσταται ο υπολογισμός του χρόνου της προσωρινής κρατήσεως στην

παραπάνω περίπτωση. Άλλωστε, δεν είναι χωρίς έννομες συνέπειες η αφαίρεση

αυτή σε αυτόν που καταδικάσθηκε σε ισόβια κάθειρξη, εφόσον υπάρχει

περίπτωση δυνητικής απολύσεως του παραπάνω κατάδικου, μετά από είκοσι

έτη τουλάχιστον κατά το άρθρο 105 παρ. 1 ΠΚ.

124 ΕφΝαυ 249/1952 ΠοινΧρον 1959/469.

Page 86: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Επίσης, στον υπολογισμό του χρόνου προσωρινής κρατήσεως αξίζει να

παρατηρηθούν και τα εξής:

α) Στο άρθρο 87 παρ. 2 ΠΚ ορίζεται ότι αφαιρείται από την ποινή που

έχει καταγνωσθεί ο χρόνος της παραμονής του κατηγορουμένου στο

ψυχιατρείο. Ειδικότερα, μετά από παραπομπή του παραπάνω άρθρου στο άρθρο

200 παρ. 3, ο χρόνος εγκλεισμού, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι

μήνες, αναστέλλει την προσωρινή κράτηση, αφαιρείται όμως, σε περίπτωση

καταδίκης, από την ποινή που έχει καταγνωσθεί.

β) Αντίθετα, δεν αφαιρείται ο χρόνος εισαγωγής του ανηλίκου στο

Τμήμα Παρατηρήσεων του Αναμορφωτικού Καταστήματος, γιατί το μέτρο

αυτό έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα και δε θεωρείται προσωρινή κράτηση.125

γ) Ο χρόνος της προσωρινής κρατήσεως ο οποίος αφαιρείται, καθώς και

η διάρκεια της ποινής που απομένει μετά την αφαίρεση αυτού, πρέπει να

ορίζονται συγκεκριμένα στην απόφαση. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν

έγινε η αφαίρεση αυτή, με αίτηση αυτού που έχει καταδικασθεί ή του

εισαγγελέα (άρθρο 371 παρ. 4 εδ. β΄ΚΠΔ).126

δ) Αν η αίτηση για αφαίρεση της προσωρινής κρατήσεως απορρίφθηκε

σαν μη νόμιμη, δεν μπορεί να γίνει αφαίρεση με μεταγενέστερη απόφαση.127

ε) Εξάλλου είναι δυνατή η διόρθωση τυχόν σφαλμάτων του δικαστηρίου

κατά τον υπολογισμό, όπως το άρθρο 371 παρ. 4 εδ. γ΄ ΚΠΔ ορίζει, με

προσφυγή σε αυτό ή αναίρεση.128 Απόφαση εφετείου η οποία έχει προβεί στη

διόρθωση σφάλματος αποφάσεως του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, που αφορά

τον υπολογισμό του χρόνου της προσωρινής κρατήσεως, δεν είναι

καταδικαστική.129 Επομένως, η συμπλήρωση ή η διόρθωση καταδικαστικής

αποφάσεως ως προς το χρόνο κατά τον οποίο έχει διατελέσει σε προσωρινή

125 ΠλημΝαυπ 360/1961 ΠοινΧρον 1961/494.

126 ΑΠ 19/1963 ΠοινΧρον 1963/166.

127 ΑΠ 236/1951 ΠοινΧρον 1951/364.

128 ΑΠ 1270/1984 ΠοινΧρον 1985/321.

129 ΑΠ 297/1970 ΠοινΧρον 1970/598.

Page 87: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

κράτηση αυτός που καταδικάσθηκε, είναι επιτρεπτή σε δύο περιπτώσεις με

μεταγενέστερη απόφαση και με αίτηση αυτού ή του εισαγγελέα, α) αν

παρέλειψε να πράξει αυτό το δικαστήριο το οποίο έχει επιβάλει τη στερητική

της ελευθερίας ποινή, και β) αν υπολόγισε την προσωρινή κράτηση εσφαλμένα

κατά το χρόνο. Όταν ο χρόνος της προσωρινής κρατήσεως συμπίπτει με το

χρόνο της εκτίσεως άλλης ποινής γεννιέται το ζήτημα αν πρέπει να υπολογισθεί

ο χρόνος φυλακίσεως και να αφαιρεθεί από την ποινή που έχει καταγνωσθεί ή

αν δε λαμβάνεται υπόψη εξαιτίας της εκτίσεως της άλλης ποινής και της

υποχρεωτικής ως προς αυτό φυλακίσεώς του.

Αντίθετα, προς τα παραπάνω νομολογούμενα, από την ερμηνεία

παρατηρείται, ότι α) είναι πάντοτε δυνατή η διόρθωση κάθε σφάλματος στον

υπολογισμό και όχι στις δύο παραπάνω περιπτώσεις τις οποίες αναφέρει η

σχολιαζόμενη απόφαση, η οποία διακρίνει εκεί όπου δε διακρίνει ο νόμος, και

β) εφαρμόζεται η γενικότερη διάταξη του άρθρου 371 παρ. 4 και όχι του

άρθρου 145, αφού καμία σχέση δεν έχει με το επίμαχο θέμα.

στ) Τέλος, ο υπολογισμός της προσωρινής κρατήσεως πραγματοποιείται

στις πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές κατά τη διάταξη του άρθρου

51 παρ. 2 ΠΚ, δηλαδή η ημέρα υπολογίζεται σε είκοσι τέσσερις ώρες και ο

μήνας σύμφωνα με το ημερολόγιο που χρησιμοποιούμε.

2. Η κρατούσα νομολογία

Παρά το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο ισχύει από το 1960 έως

και σήμερα, ως προς την συνέκτιση της προσωρινής κρατήσεως και της ποινής

επιβληθείσας για άλλο έγκλημα, η κυρίαρχη στάση της νομολογίας μας

(συμπεριλαμβανομένων των εφετείων και του ανώτατου ακυρωτικού

δικαστηρίου μας) αντανακλά την ως το έτος 1960 επικρατήσασα άποψη.

Υποστηρίζει, δηλαδή, το ασύμπτωτο προσωρινής κρατήσεως και ποινής (=

Page 88: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ασύμπτωτο της ιδιότητας του υποδίκου με εκείνη του καταδίκου) επικαλούμενη

τα εξής επιχειρήματα:

- τον διαφορετικό τρόπο εκτίσεως ποινής και προσωρινής κρατήσεως

- τη μη αναγνώριση από το νόμο της προσωρινής κρατήσεως ως λόγου

διακοπής εκτίσεως της ποινής

- την ικανοποίηση των σκοπών της προσωρινής κρατήσεως με την

έκτιση της ποινής

- την ανυπαρξία γενικής προβλέψεως επιτρέπουσας τη σύμπτωση

- το ανεπίτρεπτο της συνεκτίσεως ποινών ή προσωρινών κρατήσεων

- την αποτροπή του ενδεχόμενου διπλής αφαιρέσεως από την ποινή του

ίδιου χρονικού διαστήματος προσωρινής κρατήσεως, γεγονός που θα

κατέληγε σε (απαγορευμένη) συνέκτιση ποινών.130

Αναλυτικότερα, γίνεται ευρέως δεκτό ότι «δεν επιτρέπεται η ταυτόχρονη

έκτιση περισσοτέρων ποινών, η δε εκτέλεση αυτών όταν επιβλήθηκε για

συρρέοντα εγκλήματα, είναι διαδοχική μέχρι την κατάγνωση συνολικής ποινής,

αλλά ούτε επιτρέπεται η συνέκτιση ποινής και προσωρινής κράτησης (ή

προσωρινών κρατήσεων μεταξύ τους), όταν δε αυτές συνυπάρχουν, προηγείται

η έκτιση της ποινής και έπεται η προσωρινή κράτηση, η οποία αν έχει αρχίσει,

διακόπτεται προς έκτιση της ποινής και συνεχίζεται μετά από αυτήν κατ’

εξαίρεση, είναι δυνατόν να αφαιρεθεί και να υπολογισθεί προσωρινή κράτηση

από άλλο αντί άλλου αδικήματος, στην περίπτωση μόνο των συνεκδικαζομένων

συρρεόντων εγκλημάτων, κατά την οποία αφαιρούνται από την ποινή που

επιβλήθηκε για ένα των συρρεόντων εγκλημάτων, ακόμη και αν αυτό ήταν

αδίκημα για το οποίο δεν είχε κρατηθεί προσωρινά ο καταδικασθείς

κρατούμενος, ο χρόνος προσωρινής κρατήσεως που του είχε επιβληθεί για

130 Βλ. Μαργαρίτη, Προσωρινή κράτηση και έκτιση ποινής, ΠοινΔικ 2007/1007.

Page 89: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

οποιοδήποτε από αυτά, ακόμη και αν αυτό το αδίκημα για το οποίο είχε τελικά

αθωωθεί – συνεπεία ασκήσεως ενδίκου μέσου – ο προσωρινά κρατηθείς». 131

Την αντίθετη εκδοχή ασπάστηκαν οι εξής γνωμοδοτήσεις: η ΓνωμΕισΑΠ

2/1991132 υιοθέτησε τη γνώμη ότι «υπολογίζεται ο χρόνος φυλακίσεως ως

χρόνος προσωρινής κρατήσεως σε περίπτωση ακυρώσεως του τίτλου

φυλακίσεως ή αθώωσεως του κατηγορουμένου». Ομοίως, και η ΓνωμΕισΕφΑθ

45/1990133 υποστήριξε ότι «σε περίπτωση χρονικής συμπτώσεως προσωρινής

κρατήσεως και (βραχυχρόνιας συνήθως) εκτελέσεως στερητικής της ελευθερίας

ποινής, θεωρείται ότι διακόπτεται η προσωρινή κράτηση, για να εκτελεσθεί η

παρεμπίπτουσα ποινή, εάν όμως ο τίτλος εκτελέσεως της στερητικής της

ελευθερίας ποινής εξαφανισθεί κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου εκ μέρους

του ενδιαφερομένου, τότε ο χρόνος κρατήσεώς του θα πρέπει να θεωρείται

συνολικός και αδιάλειπτος, δηλαδή ο χρόνος φυλακίσεώς του θεωρείται ως

χρόνος φυλακίσεώς του».

Την κυρίαρχη νομολογιακή τάση για το ασύμπτωτο προσωρινής

κρατήσεως και ποινής δεν επηρέασε το περιεχόμενο των διατάξεων των

άρθρων 5 ν 1128/1981 και 3 παρ. 10 ν 2408/1996. Ειδικότερα, η διάταξη του

άρθρου 5 ν 1128/1981 ορίζει ότι «εάν η απόφασις εις εκτέλεσιν της οποίας

κρατείται τις, ανηρέθη ή εξηφανίσθη συνεπεία ασκήσεως ενδίκου τινός μέσου

και παραπέμπεται η υπόθεσις εις νέαν δίκη, η κράτησις του κατηγορουμένου

λογίζεται ως προσωρινή κράτησις και διέπεται υπό των διατάξεων του

παρόντος, συμπεριλαμβανομένης και της τοιαύτης περί ανωτάτου χρονικού

ορίου διαρκείας αυτής».

Ως προς την έκταση εφαρμογής της διατάξεως αυτής, στη νομολογία

κυριάρχησε η άποψη ότι η εφαρμογή της διατάξεως προϋποθέτει αναίρεση

131 ΑΠ 1329/1999 ΝοΒ 2000/110, ΑΠ 1334/1999 ΠοινΔικ 2000/110· και οι δύο παραπέμπουν για το θέμα της

διαδοχικής εκτίσεως της ποινής στην ΟλΑΠ 443/1976. Όμοια στάση κα οι: ΕφΘες 730/1994 Υπερ 1995/104,

ΕφΑθ 896/1995 ΠοινΧρον 1996/395, ΕφΠατρ 83/1996 ΠοινΧρον 1996/400.132 ΠοινΧρον 1991/1205.

133 ΠοινΧρον 1991/106.

Page 90: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ανέκκλητης πρωτόδικης και όχι δευτεροβάθμιας καταδικαστικής αποφάσεως.134

Ο χρόνος κρατήσεως από την έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως μέχρι την

αμετάκλητη εκδίκαση της υποθέσεως λογίζεται ως χρόνος προσωρινής

κρατήσεως, μόνο αν το ένδικο μέσο της αναιρέσως έγινε δεκτό κατά της

ανέκκλητης πρωτόδικης αποφάσεως και όχι και όταν διαμεσολάβησε απόφαση

του Εφετείου. Στην περίπτωση της αναίρεσης ανέκκλητης πρωτόδικης

αποφάσεως, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 287 ΚΠΔ περί ανωτάτου

ορίου προσωρινής κρατήσεως. Αν, όμως, μεσολάβησε απόφαση Εφετείου, ο

χρόνος κρατήσεως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως χρόνος

προσωρινής κρατήσεως.

Περαιτέρω, σημαντική συζήτηση προκάλεσε η σχέση της διατάξεως του

άρθρου 5 ν 1128/1981 με το άρθρο 87 παρ. 4 ΠΚ, το οποίο ορίζει πως «η

αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων αφαιρεί από την

ποινή το χρόνο φυλάκισης που μεσολάβησε από την έκδοση της απόφασης έως

τότε που έγινε αμετάκλητη». Στα πλαίσια ερμηνείας του άρθρου 87 παρ. 4 ΠΚ

κυριάρχησε η θέση ότι δεν είναι εφικτή η εξομοίωση ποινής και προσωρινής

κρατήσεως επί αναιρέσεως αποφάσεως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και επί

αναιρέσεως ανέκκλητης αποφάσεως πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Η ρύθμιση

του άρθρου 5, ωστόσο, ανατρέπει ως ειδική διάταξη, την κρατούσα ερμηνεία

του άρθρου 87 παρ. 4 ΠΚ και χαρακτηρίζει αυθεντικά ως χρόνο προσωρινής

κρατήσεως το χρόνο εκτίσεως της επιβληθείσας ποινής.

Η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 10 ν 2408/1996 ορίζει: «Προκειμένου να

εκτιθούν ποινές φυλάκισης, που έχουν μετατραπεί, από προσωρινώς

κρατούμενο για άλλο έγκλημα, γίνεται τυπική διακοπή της προσωρινής

κράτησης και επαναφυλάκιση, μόνο εάν ο προσωρινώς κρατούμενος δηλώσει

ότι δεν καταβάλλει το ποσό της μετατροπής. [...] Εάν καταβάλλουν το ποσό της

μετατροπής, ο χρόνος κρατήσεως για τις ποινές που εξαγοράσθηκαν θεωρείται

134 Βλ. ΑΠ 116/1984,718, ΑΠ 353/1985 721.

Page 91: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

χρόνος προσωρινής κρατήσεως και αφαιρείται από το χρόνο της ποινής που

εκτίεται ή θα εκτιθεί».

Η πρόβλεψη αυτή θεωρήθηκε ειδική με την έννοια ότι μόνον κατ’

εξαίρεση και αποκλειστικά στη ρυθμιζόμενη περίπτωση ανατρέπει την αρχή ότι

ο χρόνος εκτίσεως ποινής δεν αποτελεί χρόνο προσωρινής κρατήσεως.

Ειδικότερα, έγινε δεκτό ότι «καθιερώνεται νέα ευνοϊκή ρύθμιση, σύμφωνα με

την οποία, σε αντίθεση με την προηγούμενη πάγια τακτική, δεν διακόπτεται η

προσωρινή κράτηση του υποδίκου για να εκτιθεί ποινή φυλακίσεως για άλλο

έγκλημα, που έχει μετατραπεί, εκτός αν ο προσωρινά κρατούμενος δηλώσει ότι

δεν καταβάλλει το ποσό της μετατροπής...»135

ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΜΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 298 Κ.Π.Δ. είναι δυνατή η επιβολή

προσωρινής κράτησης σε αντικατάσταση των περιοριστικών όρων που έχουν

τεθεί σε βάρος του κατηγορουμένου , ακόμα και για πλημμελήματα136, εφόσον

συντρέχει διαζευκτικά μία από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται

αποκλειστικά στο εν λόγω άρθρο. Ως τέτοιες αναφέρονται αποκλειστικά η μη

εμφάνιση του κατηγορουμένου στον ανακριτή ή στο δικαστήριο για να

δικαστεί, η φυγή του ή η εκδήλωση διάθεσης φυγής του137, η παραβίαση των

135 ΑΠ 628/1997 ΠοινΧρον 1998/147.

136 Εντεύθεν ελλοχεύει ο κίνδυνος καταστρατήγησης του γενικού κανόνα απαγόρευσης καταρχήν επιβολής

προσωρινής κράτησης για πλημμελήματα , με την επιβολή περιοριστικών όρων εξ ορισμού μη δυνάμενων να

τηρηθούν και την συνακόλουθη επιβολή προσωρινής κράτησης εξαιτίας παραβίασή των. Υποστηρίζεται

σχετικά ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα μπορούσε να περιοριστεί με την ποινικοποίηση της παραβάσεως , είτε με

την πρόβλεψη δυνατότητας αντικατάστασης των περιοριστικών όρων με προσωρινή κράτηση , υπό τον όρο ότι

η παραβίασή τους οφείλεται σε απείθεια . βλ. Μαργαρίτη , Υπερ. 1997/536.

137 Η εκδήλωση διάθεσης φυγής προϋποθέτει λεκτικά και νοηματικά ενεργητική συμπεριφορά και όχι αδράνεια

– παράλειψη του κατηγορουμένου. Βλ. σχετικά Μαργαρίτης , Παρατηρήσεις στο βούλευμα Συμβ.Πλημ.Βερ.

Page 92: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

τεθειμένων περιοριστικών όρων και η ύπαρξη σοβαρών υπονοιών σε βάρος του

για άλλο κακούργημα για το οποίο επιτρέπεται νέα προσωρινή κράτηση.

Ειδικότερα, λόγοι αντικαταστάσεως των περιοριστικών όρων που έχουν

τεθεί στον κατηγορούμενο με την προσωρινή κράτηση είναι:

α) Αν, μολονότι προσκλήθηκε νόμιμα, δεν εμφανίζεται στον ανακριτή ή

στο δικαστήριο για να δικασθεί, χωρίς να συντρέχουν εύλογα κωλύματα που να

κάνουν αδύνατη την εμφάνισή του.138 Συγκεκριμένα, απαραίτητη προϋπόθεση

είναι να προγηθεί νόμιμη κλήτευση του κατηγορουμένου για να εμφανισθεί είτε

ενώπιον του ανακριτή, είτε ενώπιον του δικαστηρίου για να δικασθεί και να μην

υπάρχουν εύλογα κωλύματα, τα οποία να κάνουν αδύνατη την εμφάνισή του.

Η ύπαρξη εύλογων κωλυμάτων θα κριθεί από τον ανακριτή ή το

δικαστήριο αντίστοιχα. Σαν εύλογα κωλύματα θεωρούνται η ασθένεια του

κατηγορουμένου, η οποία να μην επιτρέπει τη μετακίνησή του καθώς και των

μελών της οικογενείας του, φυσικά ή γενικά γεγονότα που εμποδίζουν τη

διακίνησή του, όπως γενική απεργία των συγκοινωνιακών μέσων, σεισμός,

πλημμύρα, κ.ά. Δεν απαιτείται, κατά την έννοια του νόμου, να υπάρχει ανώτερη

βία.

β) Αν φεύγει ή εκδηλώνει διάθεση φυγής. Ο νόμος δε μιλά για ύποπτο

φυγής, δηλαδή για εκείνον κατά του οποίου υπάρχει βάσιμη πιθανότητα ότι αν

μείνει ελεύθερος θα φύγει, αλλά για τον κατηγορούμενο ο οποίος φεύγει ή

εκδηλώνει διάθεση φυγής. Ο κατηγορούμενος είναι δυνατόν είτε να διαφύγει

στο εξωτερικό, είτε σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο, όπου διεξάγονται

ανακρίσεις για την πράξη για την οποία κατηγορείται και έτσι δυσκολεύεται το

έργο της ανακρίσεως. Στην υποπερίπτωση αυτή υπάγεται και αυτός που

κρύβεται ή αυτός που μεταβάλλει τη διαμονή του για να κρυφθεί, αυτός που

43/2003 , Ποιν.Δικ. 2003 , σελ. 521 επ. 138 ΕφΚρ 52/1954 ΑρχΝ 1954/647.

Page 93: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

έχει προμηθευτεί διαβατήριο με το σκοπό αναχωρήσεως, καθώς και αυτός που

πουλά την περιουσία του χωρίς λόγο.139

γ) Αν παραβιάζει τους όρους που του επιβλήθηκαν ή δε δηλώσει τη

μεταβολή της κατοικίας του. Σαν παράβαση των όρων που του έχουν τεθεί

νοείται ιδίως η μη καταβολή της εγγυήσεως, η μη εμφάνισή του περιοδικά

ενώπιον άλλης αρχής, η μετάβαση ή διαμονή του στον τόπο που του έχει

απαγορευθεί ή στο εξωτερικό καθώς και η συναναστροφή του ή συνάντησή του

με ορισμένα πρόσωπα. Οι παραπάνω απαγορεύσεις140 έχουν τεθεί από το

νομοθέτη για την αποφυγή διασαλεύσεως της τάξεως.

δ) Αν εμφανισθούν σε βάρος του σοβαρές υπόνοιες για άλλο

κακούργημα που τελέσθηκε οποτεδήποτε και για το οποίο επιτρέπεται

προσωρινή κράτηση. Αυτό συμβαίνει μόνο όταν από αυτή τη δικογραφία

αποδεικνύεται κατά τρόπο που να δημιουργεί στο δικαστή δικανική πεποίθηση

για τη συνδρομή της προϋποθέσεως αυτής, όχι υποθετικά ή συμπερασματικά,

αλλά με βάση θετικά και χωρίς αμφισβήτηση αποδεικτικά στοιχεία που

βρίσκονται στη δικογραφία και για τα οποία αποφαίνεται ο ανακριτής ή

γνωμοδοτεί ο εισαγγελέας. Κάθε άλλη εκδοχή είναι χωρίς έρεισμα, ξένη προς

το γράμμα και πνεύμα του νόμου και κατά ακολουθία contra legem.

Ο νόμος απαιτεί να υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες άλλου κακουργήματος,

το οποίο να είχε τελεσθεί οποτεδήποτε. Σαν σοβαρές υπόνοιες ενοχής θα πρέπει

να θεωρηθούν αυτές που προκαλούν πεποίθηση για την αλήθεια των γνώσεων

που βασίζονται σε οποιεσδήποτε αποδείξεις και όχι απλά μία βεβαιότητα. Είναι

αδύνατη η αντικατάσταση των περιοριστικών όρων με την προσωρινή κράτηση

από μόνο το λόγο ότι ο ανακριτής έχει υποψίες ότι κατά πιθανότητα ο

κατηγορούμενος θα πρέπει να είναι ο ζητούμενος δράστης. Οι σοβαρές

υπόνοιες ενοχής ταυτίζονται με τις αποχρώσες ενδείξεις για τη στήριξη

κατηγορίας.141

139 Βλ. Τσάκο, ό.π., σ. 131.140 ΕφΘες 1278/1998 ΠοινΧρ 1998/255.

141 ΠλημΜυτ 23/1974 ΠοινΧρ 1974/791.

Page 94: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Εφόσον υπάρχει παράβαση των όρων του άρθρου 298 ΚΠΔ, η

αντικατάσταση των περιοριστικών όρων με την προσωρινή κράτηση έγκειται

στη δυνητική ευχέρεια του ανακριτή, όταν βέβαια συντρέχουν και οι

προϋποθέσεις του άρθρου 282 και μάλιστα το απόλυτο αναγκαίο αυτής. Ο

ανακριτής, με έγγραφη γνώμη του εισαγγελέα, μπορεί με διάταξή του, η οποία

πρεπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, να αντικαταστήσει τους

περιοριστικούς όρους που έχουν τεθεί με την προσωρινή κράτηση, οπότε

εκδίδει και ένταλμα συλλήψεως (άρθρο 286 παρ. 3 ΚΠΔ).

Η αντικατάσταση αυτή μπορεί να λάβει χώρα και εάν προηγουμένως είχε

αντικατασταθεί η προσωρινή κράτηση με περιοριστικούς όρους κατ’ άρθρο 286

ή 291 Κ.Π.Δ., ενώ υποστηρίζεται ότι επιτρέπεται αίτηση άρσης ή

αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης και όταν αυτή έχει επιβληθεί

δυνάμει του άρθρου 298 Κ.Π.Δ.142

Η αποζημίωση εκείνων που άδικα κρατήθηκαν προσωρινά

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η πρόβλεψη του Κ.Π.Δ. για την αποζημίωση

των αδίκως προσωρινά κρατηθέντων αν αθωώθηκαν μεταγενέστερα με

αμετάκλητο βούλευμα ή απόφαση δικαστηρίου. Ειδικότερα, κατά την

πρόβλεψη του άρθρου 536 παρ. 1, σχετικά με την υποχρέωση του δημοσίου για

αποζημίωση του αδίκως προσωρινά κρατηθέντος αποφαίνεται το δικαστήριο

που εξέδωσε την απόφαση για την υπόθεση, με ιδιαίτερη ταυτόχρονη απόφαση,

ύστερα από προφορική ή γραπτή αίτηση εκείνου που αθωώθηκε και αφού

προηγουμένως ο αιτών και ο εισαγγελέας ακουσθούν.

Σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση εκείνου που αθωώθηκε, του

επιδικάζεται κατ’ αποκοπή ημερήσια αποζημίωση συνολικά για τεκμαρτή

142 Σταθέα , Προσωρινή κράτησις και περιοριστικοί όροι , 1981 , σελ. 153.

Page 95: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

περιουσιακή ζημία και για ηθική βλάβη, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη

των 8,804 ευρώ ούτε ανώτερη των 29, 347 ευρώ την ημέρα και της οποίας το

ύψος προσδιορίζεται αφού ληφθεί υπόψη και η οικονομική και οικογενειακή

κατάσταση του δικαιούχου. Το κατώτερο και το ανώτερο όριο της

αποζημιώσεως μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών

Οικονομικών και Δικαιοσύνης (άρθρο 536 παρ. 2).

Εκείνος που ζημιώθηκε μπορεί να υποβάλει και αργότερα την αίτησή του

για αποζημίωση στο ίδιο δικαστήριο (άρθρο 537 παρ. 1).

Στην περίπτωση αυτή η αίτηση παραδίδεται στον εισαγγελέα του

δικαστηρίου αυτού μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δέκα ημερών από την

απαγγελία της αποφάσεως στο ακροατήριο ή από την κοινοποίηση στον

προσωρινά κρατούμενο του απαλλακτικού βουλεύματος ή της απαλλακτικής

αποφάσεως που εκδόθηκε ερήμην του. Η παραπάνω προθεσμία δεν

παρεκτείνεται λόγω απόστασεως. Η αίτηση εισάγεται στο δικαστήριο ή στο

συμβούλιο, που συγκαλείται ειδικώς και εκτάκτως για την εκδίκασή της κατά

το δυνατό σε μία από τις πρώτες εργάσιμες ημέρες μετά την παράδοση της

αιτήσεως (άρθρα 537 παρ. 2 ΚΠΔ).

Το δικαστήριο αποτελείται κατά προτίμηση από τους ίδιους δικαστές που

αποφάνθηκαν για την ποινική απόφαση (άρθρο 537 παρ. 3 ΚΠΔ).

Επίσης, απόφαση που αναγνωρίζει υποχρέωση του δημοσίου για

αποζημίωση, αν εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 536 και

537 ΚΠΔ, είναι άκυρη (άρθρο 538 ΚΠΔ).

Εξάλλου, αν αναγνωρισθεί από το ποινικό δικαστήριο μόνο η υποχρέωση

για αποζημίωση από το δημόσιο, χωρίς να επιδικασθεί η αποζημίωση, ή αν η

επιδικασθείσα αποζημίωση κρίνεται από τον δικαιούχο ανεπαρκής για να

καλύψει το σύνολο της ζημίας του ή από το δημόσιο υπερβολική, οι διάδικοι

μπορούν να εγείρουν αγωγή στα πολιτικά δικαστήρια, κατά τη διαδικασία των

άρθρων 663 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που δεν μπορούν να

εξετάσουν πάλι την ύπαρξη αυτής της αποζημιώσεως. Μόνο σε εξαιρετικές

Page 96: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

περιπτώσεις μπορεί το δικαστήριο να υπερβεί το ανώτατο όριο της παραγράφου

2 του άρθρο 536 ΚΠΔ (άρθρο 539 παρ. 1 ΚΠΔ).

Η αποζημίωση παραγράφεται ύστερα από δύο χρόνια από την ημέρα που

έγινε αμετάκλητη η απόφαση για την ποινική υπόθεση (άρθρο 539 παρ. 2). Η

αξίωση αυτή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους εκείνου που ζημιώθηκε, αφού

αναγνωρισθεί από το ποινικό δικαστήριο. Είναι δε άκυρη η εκχώρηση και η

κατάσχεσή της πριν τελεσιδικήσει η απόφαση που επιδικάζει την αποζημίωση

(άρθρο 539 παρ. 3 ΚΠΔ).

Αντικείμενο της αξίωσης για αποζημίωση στα πολιτικά δικαστήρια είναι

κάθε ζημία που προκλήθηκε από την ολική ή μερική εκτέλεση της ποινής ή της

προσωρινής κρατήσεως στην περιουσιακή κατάσταση εκείνου που κρατήθηκε

προσωρινά ή καταδικάσθηκε, κρατήθηκε και μετέπειτα αθωώθηκε και η ηθική

βλάβη που αυτός υπέστη. Τα όρια των άρθρων 536 και 539 ΚΠΔ δεν αφορούν

του δικαιούχους του άρθρου 534 ΚΠΔ ( άρθρο 540 παρ. 1 ΚΠΔ).

Εκτέλεση ποινής θεωρείται και η προσωρινή κράτηση που υπολογίστηκε

σ’αυτή (άρθρο 540 παρ. 2 ΚΠΔ) και στην προσωρινή κράτηση υπολογίζεται

και η κράτηση που έγινε πριν από αυτήν με ένταλμα της ανακριτικής αρχής για

την πράξη για την οποία διατάχθηκε η κράτηση (άρθρο 540 παρ. 3).

Έως και το ποσό της αποζημιώσεως που πληρώθηκε, το δημόσιο

υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα δικαιώματα του ζημιωμένου, ως ειδικός

διάδοχος, εναντίον οποιουδήποτε με παράνομη ενέργεια έγινε αίτιος να

καταδικασθεί ή προσωρινά να κρατηθεί αυτός που ζημιώθηκε. Οι δικαστικοί

λειτουργοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις τους σύμφωνα με το νόμο δεν

ευθύνονται για καταδίκη ή προσωρινή κράτηση που επέβαλαν, εκτός αν δεν

ενήργησαν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους και θεμελιώνεται σε βάρος τους

ποινικό αδίκημα (άρθρο 541 ΚΠΔ).

Επίσης οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων (536 – 541 ΚΠΔ)

εφαρμόζονται ανάλογα και από τον Άρειο Πάγο, όταν αυτός απαλλάσσει

εκείνον που καταδικάσθηκε ή παραπέμφθηκε για κακούργημα από τα

Page 97: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

στρατιωτικά δικαστήρια (άρθρο 542 ΚΠΔ) καθώς και υπέρ των αλλοδαπών ή

ανιθαγενών (άρθρο 543 ΚΠΔ).

Τέλος, αν ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε από την κατηγορία λόγω

αμφιβολιών ή επειδή δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία, δεν έχει δικαίωμα

αποζημιώσεως.143

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Αυτό που θα πρέπει να ειπωθεί και να υπογραμμιστεί ως συμπέρασμα

όλων των ανωτέρω, είναι ότι η προσωρινή κράτηση αποτελεί ένα εξαιρετικό

δικονομικό μέτρο, στο οποίο πρέπει να καταφεύγει ο δικαστής, μόνον όταν δεν

επαρκούν οι περιοριστικοί όροι, οι οποίοι τελούν σε σχέση επικουρικότητας ως

προς την προσωρινή κράτηση. Σημαντική, επομένως, είναι η διαπίστωση της

συνδρομής της αναγκαιότητας της επιβολής του μέτρου.

Η τήρηση της αρχής του τεκμηρίου αθωότητας και του εξαιρετικού

χρακτήρα του μέτρου της προσωρινής κράτησης, κατ’ επιταγή της Ευρωπαϊκής

Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επιβάλλουν τον σεβασμό των

δικαιωμάτων του κατηγορουμένου όχι μόνον από τον νομοθέτη, ο οποίος

υποχρεούται στο σεβασμό της ευρωπαϊκής και διεθνούς νομοθεσίας κατόπιν

συνταγματικής επιταγής, αλλά και από τους εφαρμοστές του δικαίου που

αντικατοπτρίζουν την πρακτική όψη του νομίσματος που καλείται προσωρινή

κράτηση.

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι είναι απαραίτητη πάντοτε μία στάθμιση

μεταξύ αφενός των εννόμων αγαθών της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, προς

όφελος της οποίας επιβάλλεται καταρχήν το δικονομικό μέτρο της προσωρινής

κράτησης, και αφετέρου της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και του δικαιώματος

της προσωπικής ελευθερίας. Τα δικαιώματα αυτά είναι όλα κατοχυρωμένα με

αυξημένη ισχύ στο δίκαιό μας και περιβάλλονται με το συνταγματικό υμένα

143 ΠλημΑθ 2882/1968 ΠοινΧρ 1968/496.

Page 98: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

προστασίας. Για το λόγο αυτό, η ευθύνη του νομοθέτη και του δικαστή, εν

προκειμένω, έχει κεντρική σημασία για τη σωστή λειτουργία ενός κοινωνικού

κράτους δικαίου.

Page 99: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αναγνωστόπουλος Η., Δικονομικές εγγυήσεις και «δημόσια αγανάκτηση», ΝοΒ, τόμος 31, σελ. 770 επ.

Αναγνωστόπουλος Η., «Επικίνδυνοι» κατηγορούμενοι και δικονομικά προληπτικά μέτρα, Ποιν.Χρ. ΛΓ΄, σελ. 49 επ.

Ανδρέου Φ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Κατ’ άρθρο κείμενο – Ερμηνεία – Νομολογία, εκδ. Σάκκουλα, 2004

Ανδρουλάκης Ν., Θεμελιώδεις Έννοιες της Ποινικής Δίκης , 1994

Ανδρουλάκης Ν., Τα όρια της ανακριτικής δράσεως και η «αρχή της αναλογικότητος», Ποιν.Χρ. ΚΕ΄, σελ. 3 επ.

Αρβανίτης Γ, Καλφέλης Γ., Καράμπελας Λ., Μαργαρίτης Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (Σχόλια- Νομολογία) τ. Α΄, Νομική Βιβλιοθήκη 2001

Βουρλιώτης, Η στέρηση της ελευθερίας ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού και τα όρια επιβολής του, Ποιν.Χρ. 2002 , σελ. 399

Δαλακούρας, Η αρχή της αναλογικότητας και μέτρα δικονομικού καταναγκασμού , 1993

Δαλακούρας, Νέες κατευθύνσεις στο δίκαιο της προσωρινής κράτησης , Υπερ. 1994 , σελ. 1275 επ.

Δαλακούρας, Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι Θεωρητικά πρότερα και Νομολογιακά ύστερα, 1998

Δαλακούρας, Παρατηρήσεις σε Συμβ.Εφ.Θρ. 184/1991, Υπερ. 1992 , σελ. 619 επ

Δέδες, Ποινική Δικονομία, 1991

Ζαχαριάδης Α.Κ., Ο ν.1608/1950 και οι καταχραστές του δημοσίου (παρά) τραπεζικού χρήματος, 2000

Page 100: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Ζαχαριάδης Α.Κ., Περιοριστικοί όροι και έφηβος κατηγορούμενος, Υπερ. 1998, σελ. 1329επ.

Ζησιάδης Ι., Ποινική Δικονομία , τ. Β΄ 1976 και Γ΄ 1977

Ζύγουρας Α., Η σύμπτωσις πλειόνων δικαστικών τίτλων προσωρινής κρατήσεως επί αληθούς πραγματικής συρροής εγκλημάτω , Ποιν.Δικ 200 , σελ. 396επ.

Κάβουρας Γ., Το τεκμήριο της αθωότητας, εκδ. Αντ. Σάκκουλα,

Καλφέλης, Η περάτωση της ανάκρισης, 1995

Καραγιανόπουλος, Επιτομή Ποινικής Δικονομίας

Καρράς Α., Ποινικό Δικονομικό δίκαιο, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 1998

Καρράς Α., Μαθήματα Ποινικού Δικονομικού Δικαίου, 2ο τεύχος, 3η εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 1990

Καχριμάνης, Παρατηρήσεις επί της Διατ.Ανακ.Πλημ.Χαλκ. 8/2003, Ποιν.Δικ. 2003/1093

Κόλιας Κ., Πρακτική Ποινικών Υποθέσεων, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2001

Κουράκης Ν., Προσωρινή κράτηση: οι δυσλειτουργίες ενός θεσμού, Ποιν.Χρ. ΛΣΤ΄, σελ. 40 επ.

Λαφαζάνος Θ., Προβλήματα από την εφαρμογή του θεσμού της προσωρινής κράτησης, Εισήγηση σε επιστημονική συζήτηση της Ελληνικής εταιρίας του Ποινικού δικαίου την 25/2/1982, Δ.Σ.Α, Ποιν.Χρ. ΛΒ΄, σελ. 29 επ.

Λυμπερόπουλος, Η αφαίρεση του χρόνου της προσωρινής κράτησης, Ποιν.Χρ. ΛΑ΄, σελ. 827 επ.

Μανωλεδάκης Ι., Παρατηρήσεις στην Συμβ.Πλημ.Θεσ. 563/2000, Υπερ. 2000/1049 επ.

Μαργαρίτης Λ., Παρατηρήσεις σε Συμβ. Πλημ. Αγρ. 23/1998, Υπερ. 1998/1250

Page 101: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Μαργαρίτης Λ., Εφαρμοσμένη Ποινική Δικονομία , τ. Α΄, 1997

Μαργαρίτης Λ., Υπερ. 1997 , σελ. 301.

Μαργαρίτης Λ., Υπερ. 1997 , σελ. 536.

Μαργαρίτης Λ., Υπερ. 2000, σελ. 1026.

Μαργαρίτης Λ., Παρατηρήσεις στο βούλευμα ΣυμβΠλημΒερ. 43/2003, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 521 επ.

Μαργαρίτη Λ., Άσκηση ενδίκου μέσου με αντιπρόσωπο, Υπερ 1993/408.

Μαργαρίτης Λ., Το νέο νομοσχέδιο για την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας: μια πρώτη προσέγγιση, ΠοινΔικ 11/2004, (ΕΤΟΣ 7ο), 1288 επ.

Μαργαρίτη Λ., Προσωρινή κράτηση: Ο με πρωτοβουλία του κατηγορουμένου τερματισμός της διάρκειας αυτής πριν από τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου της, ΠοινΔικ 2008/451.

Μαργαρίτη Λ., Προσωρινή κράτηση και έκτιση ποινής, ΠοινΔικ 2007/994.

Νάμιας Ο., Η προσωρινή κράτηση επί πραγματική συρροής εγκλημάτων υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς του Ν. 2408/1996, Ποιν.Χρ. 1996/1194επ.

Παπαδαμάκης Α., Ποινική Δικονομία , Θεωρία – Πράξη – Νομολογία , B έκδοση , 2004

Παπαδαμάκης Α., Άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης στη διάρκεια της ανάκρισης (άρθρο 286 παρ. 2 Κ.Π.Δ.) Το πρόβλημα της κράτησης του κατηγορουμένου ως προϋπόθεση για το τυπικά παραδεκτό της αίτησης, Ποιν.Δικ. 2003/1108 επ.

Παρασκευόπουλος Ν., Η αιτιολόγηση του εντάλματος συλλήψεως με αφορμή το ΒουλΣυμβΠλημΘεσ 931/1982, Αρμενόπουλος 1983, σελ. 262 επ.

Page 102: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Πέντζιας Γ., Η ποινική δίκη, τόμος Α΄, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 1993

Σικαλοπούλου Μ., Οι λόγοι που επιτρέπουν τη διατήρηση του μέτρου της προσωρινής κράτησης , Υπερ. 1994 , σελ. 457.

Σπινέλλης Δ., Βασικά στοιχεία ποινικού δικαίου και ποινικής δικονομίας, εκδ. Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή, 1990

Σταθέας, Προσωρινή κράτησις και περιοριστικοί όροι, 1981

Σικαλοπούλου Μ., Οι λόγοι που επιτρέπουν τη διατήρηση του μέτρου της προσωρινής κράτησης (Με αφορμή την απόφαση Kemmache κατά Γαλλίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), Υπερ 1994/448.

Συμεωνίδη Δ. Γ., Δικονομικές παράμετροι της συζήτησης για την οριοθέτηση ενδεχόμενου δόλου και συνειδητής αμέλειας και δυνατότητα επιβολής προσωρινής κράτησης σε περίπτωση συρροής ανθρωποκτονιών από αμέλεια (άρθρο 11 Ν 3346/2005), ΠοινΔικ 2006/455.

Συμεωνίδου - Καστανίδου Ε., Θέματα ουσιαστικού ποινικού δικαίου στο νομοσχέδιο «για την επιτάχυνση ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων», ΠοινΔικ 2005/189.

Τσιρίδης Π., Ο νέος νόμος για την επιτάχυνση της ποινικής δίκης (Ν. 3346/2005), εκδ. Αντων. Σάκκουλα

Τσουκαλάς Κ., Ερμηνεία Ποινικής Δικονομίας, Αθήνα, 1943.

Έκθεση Διεύθυνσης Επιστημονικών Μελετών της Βουλής, Ποιν.Χρ. ΜΣΤ΄, σελ.763

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Page 103: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Συμβ.Α.Π. 1496/1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 1445

Α.Π. 1261/2000, Υπερ. 2000, σελ. 1202

Συμβ.Α.Π. 2201/2002, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 137

Συμβ.Α.Π. 319/1997, Ποιν.Χρ. 1998, σελ. 52

Συμβ.Α.Π. 1602/1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 872

Συμβ. Α.Π. 1239/1996, Ποιν.Χρ, 1997, σελ. 1405

Συμβ.Α.Π. 1169/1996, Υπερ. 1997, σελ. 299

Συμβ.Α.Π. 21/2000, Ποιν.Χρ. 2000, σελ. 16

Συμβ.Α.Π. 329/1995, Ποιν.Χρ. 1995, σελ. 715

Συμβ.Α.Π. 1216/1998, Ποιν.Δικ. 1998, σελ. 1114

Συμβ.Α.Π. 2201/2002, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 137

Συμβ.Α.Π. 1216/1998, Ποιν.Δικ. 1998, σελ. 1114

Α.Π. 333/1989, Ποιν.Χρ. 1989, σελ. 901 επ.

Συμβ.Α.Π. 610/2003, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 626

ΕΦΕΤΕΙΩΝ

Εφ.Θεσ. 74/1982, Αρμ. 1982, σελ. 1005

Συμβ.Εφ.Αθ.3370/1991, Υπερ. 1992, σελ. 608

Εφ.Αθ. 1118/1989, Ποιν.Χρ. ΛΘ΄, σελ. 992

Εφ.Αθ. 862/1991, Ποιν.Χρ. ΜΑ΄, σελ. 430

Εφ.Αθ. 1293/1995, Ποιν.Χρ. ΜΕ΄, σελ. 487

Συμβ.Εφ.Πατρ. 355/1995, Υπερ. 1996, σελ. 332

Page 104: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Συμβ.Εφ.Πατρ. 83/1996, Ποιν.Χρ. 1996, σελ. 400

Συμβ.Εφ.Αθ. 896/1995, Ποιν.Χρ. 1996, σελ. 395

Εφ.Αθ. 291/1995, Ποιν.Χρ. 1995, σελ. 1459

Συμβ.Εφ.Θεσ. 1045/2001, Ποιν.Δικ. 2001, σελ. 1011

Εφ.Θεσ. 511/200, Υπερ. 2000, σελ. 1016

Εφ.Θεσ. 514/2000, Υπερ. 2000, σελ. 1016

Εφ. Αθ.3174/1992, Ποιν.Χρ. ΜΓ΄, σελ. 205

Συμβ. Εφ.Θεσ. 1277/1995, Υπερ. 1996, σελ. 78

Συμβ.Εφ.Αθ. 2066/2003, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 931

Συμβ.Εφ.Πειρ. 472/1999, Υπερ.2000, σελ. 860

Τριμ.Εφ.Αθ. 3153/1992, Ποιν.Χρ. 1993, σελ.431

Συμβ. Εφ. 1436/1981, Ποιν.Χρ. 1982, σελ. 183

Συμβ.Εφ.Πειρ.472/1999, Υπερ.2000, σελ. 860

ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΩΝ

Πλημ. Αθ. 4276/2001, Ποιν.Χρ. 2003, σελ. 64

Πλημ. Αθ. 2882/1968, Ποιν.Χρ. 1968, σελ. 496.

Συμβ.Πλημ. .Θεσ. 563/2000, Υπερ. 2000, σελ.1045

Πλημ.Χαλκ.143/1999, Ποιν.Χρ. 1999, σελ. 856

Συμβ. Πλημ. Αγρ. 23/1998, Υπερ. 1998, σελ. 1250

Συμβ.Πλημ.Αθ. 1967/1995, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 898

Συμβ.Πλημ.Κατερ. 1/2000, Υπερ. 2000, σελ. 868

Page 105: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»11.2 Προσωρινή κράτηση στα πλαίσια συρροής εγκλημάτων 76 11.3

Συμβ. Πλημ.Θεσ.1889/2002, Ποιν.Δικ.2003, σελ. 53

Συμβ. Πλημ.Θεσ. 446/1994, Υπερ. 1995, σελ. 342

Συμβ.Πλημ. Αθ. 5034/ 1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 127

Πλημ. Πατρ. 107/1989, Ποιν.Χρ. ΛΘ΄, σελ. 416

Πλημ. Πατρ. 181/1989, Ποιν.Χρ. ΛΘ΄, σελ. 527

Συμβ.Πλημ.Αγρ. 151/1998, Υπερ. 1998, σελ. 104

Συμβ. Πλημ.Χαλκ. 797/1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 1071

Συμβ.Πλημ.Βολ. 24/1994, Υπερ. 1994, σελ.1123

Τριμ.ΠλημΑθ.3982/1993, Ποιν.Χρ. 1994, σελ. 665

Πλημ.Ηρακλ. 64/1984, Ποιν.Χρ. ΛΔ΄, σελ. 545

Συμβ. Πλημ.Χαλκ.797/1996, Ποιν.Χρ. 1997, σελ. 1071

Συμβ.Πλημ.Καβ. 10/1990, Ποιν.Χρ. 1990, σελ. 476

Συμβ. Πλημ.Μυτ. 49/1996, Ποιν.Χρ. 1996, σελ. 1153

Συμβ.Πλημ.Χαν. 10/1999, Υπερ. 1999, σελ.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ – ΑΝΑΦΟΡΕΣ – ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Διατ.Ανακ.Πλημ.Χαλκ. 8/2003, Ποιν.Δικ. 2003, σελ. 1091

Γνωμ.Εισ.ΠρωτΘεσ. 1/2001, Ποιν.Δικ.2001, σελ. 613

Διατ.Ανακρ.Πατρ. 9/2000, Υπερ. 2000, σελ. 1101

Γνωμ.Εισ.Εφ.Αθ 45/1990, Ποιν.Δικ.2001, σελ. 613