75
Přednášky České společnosti novořeckých studií Διαλέξεις της Τσεχιϰής Εταιρείας Νεοελληνιϰών Σπουδών NEOGRAECA BOHEMICA (11) Brno 2011

Neograeca Bohemica

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Νέα ελληνικά_Τσεχία

Citation preview

Page 1: Neograeca Bohemica

Přednášky České společnosti novořeckých studiíΔιαλέξεις της Τσεχιϰής Εταιρείας Νεοελληνιϰών Σπουδών

NEOGRAECA BOHEMICA

(11)

Brno 2011

Page 2: Neograeca Bohemica

Sborník vznikl a byl vydán díky finanční podpoře Akademie věd ČR(projekt Cyklus přednášek o novořecké kultuře a historii).

Na obálce Melina Merkuri ve filmu Phaedra

© Česká společnost novořeckých studií, o. s., 2011

ObsahΑRIADNI MOUTAFIDOU

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται. . . . . . . . . . . . . . . 5 Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka . . . . . . . . . . . . . . . . 19

NIΚΟLAOS ZAGKLAS

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα . . . . . . . . . . . 31 Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století . . . . . . . . . . . . . . . . . 47

RŮŽENA DOSTÁLOVÁ Problém byzantského humanismu a renesance . . . . . . . . . . . . . . . . . 57 Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης . . . . . . . . . 67

ΚOSTAS TSIVOS

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας – μια κοινότητα σε διαρκή κίνηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 79 Řečtí političtí uprchlíci v Československu – komunita v neustálém pohybu . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 95

EVA STEHLÍKOVÁ

Setkání Julese Dassina s řeckou tragédií . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 107 Η συνάντηση του Ζυλ Ντασέν με την ελληνική τραγωδία . . . . . . . . . . . . 111

DIMITRIS NOLLAS

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 117 Kosmas Politis: Ve čtvrti Chadzifrangu. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 127

KATEŘINA BOČKOVÁ LOUDOVÁ

Neogrecista Alois Koudelka (1861–1942). Vzpomínka při příležitosti 150. výročí jeho narození . . . . . . . . . . . . . . 131 Νεοελληνιστής Alois Koudelka (1861–1942). 150 χρόνια από τη γέννησή του. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 135

NICOLE VOTAVOVÁ SUMELIDISOVÁ

Seferisova „řecká odysea“ v českém překladu. . . . . . . . . . . . . . . . . . 137

Řečtina na Masarykově a Karlově univerzitě . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 141

Page 3: Neograeca Bohemica

4 5

∆ημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται1

ΑΡΙΑΔΝΗ ΜΟΥΤΑΦΙΔΟΥ

Η έρευνα πάνω στις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αντιλήψεις των μεγαλεμπόρων2 είναι διεθνώς εξαιρετικά περιορισμένη. Στο πλαίσιο αυτό η περίπτωση του Δημήτριου Βικέλα, που ακολούθησε την τυπική σταδιοδρομία των μελών μεγάλων εμπορικών οικογενειών της ελληνικής διασποράς στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ως επιτυχημένος έμπορος, αλλά και πεζογράφος, διανοούμενος και διακεκριμένος άνθρωπος των γραμμάτων, ο Βικέλας άφησε πίσω του ένα έργο το οποίο μας επιτρέπει να διερευνήσουμε τον τρόπο που αντιλαμβανόταν τον κόσμο γύρω του. Tο έργο αυτό περιλαμβάνει την αυτοβιογραφία του,3 ένα ιδιωτικό αρχείο πάνω στο οποίο βασίζεται μία πιο λεπτομερής βιογραφία, γραμμένη από τον ανεψιό του Αλέξανδρο Οικονόμου,4 πολλές λογοτεχνικές και ιστορικές μελέτες, μεταφράσεις, ποίηση, κι ένα σημαντικό αφηγηματικό έργο,5 όπως για παράδειγμα διηγήματα αλλά και το προδρομικό μυθιστόρημα Λουκής Λάρας,6 το οποίο εισάγει το νέο ιδανικό της αστικής ευημερίας και μη συμμετοχής στη δημόσια ζωή.

Η παρούσα μελέτη θα εξετάσει το πώς ο Βικέλας αντιλαμβανόταν ορισμένες όψεις του κόσμου των εμπόρων, αλλά και την πολιτική, τις διεθνείς εξελίξεις και την εθνική ιδέα, καθώς και την πρωτοπόρο παρουσίαση ενός νέου τύπου εμπόρου που αντιπροσώπευε το ιδανικό της ειρηνικής και εύπορης αστικής ζωής.

Η ζωή και το έργο του Βικέλα7

Ο Βικέλας γεννήθηκε στην Ερμούπολη το 1835, και πέθανε στην Αθήνα το 1908. Καταγόταν από οικογένεια εμπόρων και ανήκε κοινωνικά και οικονομικά στους Έλληνες της διασποράς. H οικογένεια του πατέρα του καταγόταν από τη Βέροια, ενώ της μητέρας του από τα Ιωάννινα. Και οι δύο παππούδες του μετακόμισαν σε πολύ νεαρή ηλικία στην οθωμανική πρωτεύουσα, όπου εγκαθίδρυσαν σημαντικούς εμπορικούς οίκους στο Γαλατά. Και

1 Το κείμενο αυτό βασίζεται σε μία ευρύτερη μελέτη που δημοσιεύθηκε στα αγγλικά με τίτλο «Greek Merchant Families Perceiving the World: The Case of Dimitrios Vikelas», Mediterranean Historical Review 23/2, 2008, 143–164.

2 Ο όρος «μεγαλέμπορος» δηλώνει τους εμπόρους που ασχολούνταν με το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Η εμβέλεια των επιχειρήσεών τους ήταν ευρύτατη, και συγκέντρωναν τεράστια κέρδη. Το μεγάλο κεφάλαιο που διέθεταν τους έδινε τη δυνατότητα να κάνουν επενδύσεις και να εγκαινιάζουν νέες οικονομικές επιχειρήσεις. Βλ. ΚΑΡΔΑΣΗΣ 1997, 58–59, ΚΑΡΔΑΣΗΣ 1998, 25–26, 114–135, 135–143. Πρβλ. με GILBAR 2003, 1–2, υποσ. 1, υποσ. 2.

3 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908.4 ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953.5 ΒΙΚΕΛΑΣ 1997.6 ΒΙΚΕΛΑΣ 1879.7 Για τη ζωή και το έργο του Βικέλα βλ. ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, ΜΠΑΛΑΝΟΣ 1945, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, ΣΑΧΙΝΗΣ 1982, ΒΙΚΕΛΑΣ

1991, ΤΕΡΔΗΜΟΥ 1991, ΒΙΚΕΛΑΣ 1997, ΛΕΤΣΑΣ 1951, ΧΙΟΝΙΔΗΣ 1986, ΧΙΟΝΙΔΗΣ 2006, ANASTASOPOULOS 2006, TZIOVAS 2009.

Page 4: Neograeca Bohemica

6

Αριάδνη Μουταφίδου

7

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

οι δύο εμπορικοί οίκοι άκμασαν μέχρι την εποχή της ελληνικής επανάστασης, οπότε οι δύο οικογένειες αναγκάστηκαν να διαφύγουν και έχασαν όλη την περιουσία τους. O παππούς Δημήτριος Βικέλας διέφυγε στη Μύκονο με τους δυο γιους και τις δυο κόρες του, και από εκεί η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Σύρο. O Γεώργιος Μελάς ακολούθησε τη διαδρομή Οδησσό – όπου οι αδελφοί Μελά είχαν επίσης ένα εμπορικό κατάστημα –, Ανκόνα (μέσω Φιούμε), Κέρκυρα, και μετά πάλι πίσω στην Οδησσό και Κέρκυρα, για να εγκατασταθεί τελικά στη Σύρο μαζί με την οικογένειά του.8 Στη Σύρο ο Εμμανουήλ Βικέλας, συνάντησε και παντρεύτηκε την Σμαράγδα Μελά.

Μετά το γάμο των γονιών του, και σύμφωνα με το μοντέλο των εμπορικών οικογενειών, οι δεσμοί με την οικογένεια Μελά έγιναν δεσμοί οικονομικής συνεργασίας. O ίδιος ο Δημήτριος Βικέλας ακολούθησε την επικερδή σταδιοδρομία του εμπορικού οίκου Αδελφοί Μελά, που είχε ιδρυθεί από τον εμπορικό οίκο Ανεψιοί Μαύρου με έδρα στην Οδησσό και Ταγκανρόγκ, και που συνδεόταν επίσης με την οικογένεια Μελά.9 Το 1866, ο Βικέλας παντρεύτηκε την Καλλιόπη Γεραλοπούλου, κόρη ενός από τους πλουσιότερους Έλληνες εμπόρους του Λονδίνου, του Κωνσταντίνου Γεραλόπουλου.10

Σε πολύ νεαρή ηλικία ο Δημήτριος Βικέλας ξεκίνησε να εργάζεται ως μαθητευόμενος στο γραφείο του πατέρα του στην Οδησσό, σύμφωνα με τη συνηθισμένη τακτική των ελληνικών εμπορικών οικογενειών. Tο 1852, σε ηλικία δεκαεπτά ετών, άρχισε την εμπορική του σταδιοδρομία στο Λονδίνο στην επιχείρηση του θείου του, Βασιλείου Μελά, μία μέση επιχείρηση της ελληνικής κοινότητας της βρετανικής πρωτεύουσας. Tο 1854 η εταιρεία που συνδεόταν με τον εμπορικό οίκο του Μαύρου στην Οδησσό διαλύθηκε, και οι αδελφοί Βασίλειος και Λέων Μελάς ίδρυσαν μία δική τους ανεξάρτητη επιχείρηση με βάση το Λονδίνο. Βασιζόμενοι σε μέλη της οικογένειας, δύο επιπλέον εμπορικοί οίκοι ιδρύθηκαν το 1857: ένας στο Γαλατά υπό τη διεύθυνση του νεώτερου αδελφού Μιχαήλ, ο άλλος στη Μασσαλία υπό τη διεύθυνση του Κωνσταντίνου, που εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη, και του Λέοντα, που εγκατέλειψε το Λονδίνο, ενώ ο Βασίλειος έμεινε επικεφαλής του εμπορικού οίκου στη βρετανική πρωτεύουσα.11 Οι θείοι του Βικέλα εμπορεύονταν σιτηρά, εισήγαγαν φορτία με ιστιοφόρα από το Δούναβη και τη νότια Ρωσία. O εμπορικός οίκος των αδελφών Μελά με τα δύο υποκαταστήματα στη Μασσαλία και στο Γαλατά διέθετε κεφάλαιο 37.000 λιρών.12 Μετά τη διάλυση της εταιρείας Αδελφοί Μελά και Δ. Βικέλας,13 είκοσι τέσσερα χρόνια μετά την άφιξή του στο Λονδίνο, ο Βικέλας μπορούσε πια να αποσυρθεί από το εμπόριο και να ζήσει μια εύπορη ζωή. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1876, αλλά έφυγε γρήγορα για την Ευρώπη εξαιτίας της ξαφνικής αρρώστιας της συζύγου του, και μπόρεσε τελικά να εγκατασταθεί στην Αθήνα μόλις το 1896.

Ο Βικέλας είναι ευρύτερα γνωστός ως πεζογράφος και άνθρωπος των γραμμάτων. Μαζί με το Γεώργιο Βιζυηνό θεωρείται πρόδρομος του ελληνικού ηθογραφικού διηγήματος. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες, συχνά από γνωστούς νεοελληνιστές. Ήταν μία προσωπικότητα με ευρύτατες πολιτιστικές και κοινωνικές δραστηριότητες, και πήρε ενεργό μέρος σε διάφορες διεθνείς επιτροπές, κυρίως λογοτεχνικής φύσεως. Tο 1894 εξελέγη πρώτος πρόεδρος (1894–1896) της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων που διεξήχθησαν στην Αθήνα το 1896. Στις πρωτοβουλίες του οφείλεται η σύσταση και η λειτουργία του Συλλόγου προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, η ίδρυση του Οίκου Τυφλών και της Προτύπου Μαθητικής Σκοπευτικής Σχολής, καθώς και η θεμελίωση της Εργατικής Σχολής. H κοινωνική του δράση απορρόφησε όλη σχεδόν τη δραστηριότητά του στα τελευταία χρόνια της ζωής του.14

«Ευγένεια» και εμπορικός κόσμοςΟ τρόπος που ο Βικέλας αντιλαμβανόταν και προσδιόριζε τις παραμέτρους και το βαθύτερο νόημα του κόσμου των εμπόρων, στον οποίο ανήκε, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε όλο το αυτοβιογραφικό του έργο τονίζει επανειλημμένα την εσωτερική αντίθεση μεταξύ «κλίσεως» και «καθήκοντος». Από τη μια τοποθετείται η επιθυμία και το πάθος του να γίνει άνθρωπος των γραμμάτων, και οι ειλικρινείς προσπάθειές του να συνδυάσει λογοτεχνικές και λόγιες ενασχολήσεις πλάι στις εμπορικές του δραστηριότητες, κι από την άλλη βρίσκεται ο προορισμός και το καθήκον του να γίνει έμπορος, όχι μόνο επειδή έπρεπε να ακολουθήσει την οικογενειακή παράδοση, αλλά και επειδή μετά την χρεοκοπία του πατέρα του δεν είχε άλλη επιλογή.15

Παρόλα αυτά, ο κόσμος των εμπόρων περιελάμβανε σημαντικές πτυχές, τις οποίες εκτιμούσε βαθύτατα, όχι μόνο για λόγους πίστης και αφοσίωσης προς την οικογενειακή παράδοση. O Βικέλας αναφερόταν τόσο στην καταγωγή όσο και στον κόσμο των εμπόρων ως έναν κόσμο «ευγενείας»: ήταν, για τον Βικέλα, ένας κόσμος προνομίων, καθηκόντων, ευθυνών, που βασιζόταν στην παιδεία, παράδοση και εντιμότητα· ένας κόσμος που έδινε στα μέλη του την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια της οικονομικής ανεξαρτησίας. O όρος «ευγένεια», που χρησιμοποιείται στο κείμενο, αναφέρεται στην αποφασιστική αλληλεξάρτηση μεταξύ αξιοπρέπειας και οικονομικής ανεξαρτησίας που διασφάλιζε η ενασχόληση με το εμπόριο:

«Αλλ’ όμως θεωρώ ως ευτύχημα την καταγωγήν εξ οικογενείας, της οποίας πολλαί κατά διαδοχήν γενεαί έτυχαν ελευθερίου αγωγής και διετήρησαν παραδόσεις συντελούσας προς εξύψωσιν της ηθικής αξιοπρεπείας των μελών της. Κατά τοσούτον, και μόνον κατά

8 ΜΕΛΑΣ χ.χ., 201–218, ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 5.9 ΜΕΛΑΣ χ.χ., 201, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 18–19.10 ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 291.11 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 325.12 ΔΗΤΣΑ 1991, 38*.13 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 326, ΤΕΡΔΗΜΟΥ 1991, 43.

14 ΣΑΧΙΝΗΣ 1982, 58–59. Ο Απόστολος Σαχίνης διαχωρίζει τρεις φάσεις στη ζωή του Βικέλα: Στην πρώτη φάση (Λονδίνο, 1852–1876) ήταν κυρίως έμπορος, στη δεύτερη φάση (Παρίσι, 1878–1896) ήταν κυρίως ο λογοτέχνης και ο λόγιος, ενώ στην τρίτη φάση (Αθήνα, 1896–1908) ήταν κυρίως ο κοινωνικός άνθρωπος, ο οργανωτής κοινωφελών έργων, συλλόγων και ιδρυμάτων. Ibid.

15 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 170–172.

Page 5: Neograeca Bohemica

8

Αριάδνη Μουταφίδου

9

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

τοσούτον, εκτιμώ τα αγαθά της ευγενείας και εννοώ την αξίαν της. Άλλως, η ευγένεια δεν έχει σημασίαν άνευ πλούτου, ή τουλάχιστον άνευ βαθμού τινός υλικής ανεξαρτησίας. O μη δυνάμενος να συντηρηθή εις την κοινωνικήν βαθμίδα όπου εγεννήθη, θα εκπέση εξ ανάγκης εις βαθμίδα υποδεεστέραν, η δε λάμψις της καταγωγής εξατμίζεται τότε, λησμονουμένη και παρά άλλων και παρ’ αυτού του εξ ευγενών καταγωμένου.»16

Απαντώντας σε μία νέα γενιά Ελλήνων, που εξιδανίκευε την εργασία στο δημόσιο, αλλά ήθελε γρήγορη επιτυχία και πολλά χρήματα, και ταυτόχρονα περιφρονούσε τον κόσμο των εμπόρων, ο Βικέλας τόνιζε την ψευδαίσθηση μιας τέτοιας αντίληψης της πραγματικότητας. H εργασία σε δημόσια υπηρεσία, υποστηρίζει, μπορεί να προσφέρει αναμφίβολα μία έντιμη ζωή, αλλά δεν μπορεί ποτέ να προσφέρει τον πλούτο και την οικονομική ανεξαρτησία, που διασφαλίζει το εμπόριο.17

Αυτό ισχύει όχι μόνο για τους απλούς δημοσίους υπαλλήλους, αλλά και για όσους κατέχουν υψηλά κρατικά αξιώματα. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα από την ίδια του την οικογένεια. Στo πλαίσιo του συστήματος της συγγενικής αλληλοβοήθειας και της επιχειρηματικής συνεργασίας18 η οικογένεια έφερνε στους κόλπους της όχι μόνο, όπως στην περίπτωση του Βικέλα, νεαρά μέλη που είχαν ανάγκη από εργασία και οικονομική ανεξαρτησία, αλλά και μέλη που ήταν επιτυχημένα και διαπρεπή σε άλλους τομείς, αλλά που έπρεπε να ενταχθούν στις οικογενειακές επιχειρήσεις για μεγαλύτερη ασφάλεια και πλούτο, όπως στην περίπτωση του Λέοντα και του Κωνσταντίνου Μελά.

Ο Λέων Μελάς (1812–1879) υπήρξε ένας εξέχων νομικός, πολιτικός και συγγραφέας. Διετέλεσε δικαστής, διορίστηκε καθηγητής στη Νομική του Πανεπιστημίου Αθηνών, και υπήρξε δύο φορές Υπουργός Δικαιοσύνης. Είχε ήδη μία επιτυχημένη πολιτική καριέρα, όταν αποσύρθηκε αποθαρρυμένος και απογοητευμένος από την πολιτική. Συνέχισε να εργάζεται ως δικηγόρος μέχρι το 1848, όταν ο αδελφός του Βασίλειος ήρθε στην Αθήνα. O Βασίλειος Μελάς έπεισε το Λέοντα να τον ακολουθήσει ως συνεταίρος στο νέο εμπορικό κατάστημα που επρόκειτο να ιδρύσει στο Λονδίνο.19

Ο Βασίλειος έπεισε επίσης τον αδελφό του Κωνσταντίνο να παραιτηθεί από τη θέση του πρωτοδίκη στην Ελλάδα, και να ακολουθήσει την εμπορική σταδιοδρομία. O Κωνσταντίνος Μελάς (1814–1905) πήγε στην οθωμανική πρωτεύουσα ως βοηθός του πατέρα του Γεωργίου, ενώ αργότερα ανέλαβε μαζί με τον πατέρα του τη διεύθυνση του εμπορικού οίκου της Κωνσταντινούπολης. Tο έτος 1857, μαζί με τον αδελφό του Λέοντα, ανέλαβε τη διεύθυνση του νέου εμπορικού καταστήματος της οικογένειας Μελά στην Μασσαλία.20

Ο Βασίλειος Μελάς (1819–1894) φρόντισε ιδιαίτερα να εντάξει τους αδελφούς του, αλλά και τον ανεψιό του, Δημήτριο Βικέλα, στην οικογενειακή επιχείρηση, εξασφαλίζοντας έτσι πλούτο και άνετη ζωή γι’ αυτούς και τις οικογένειές τους. O Βασίλειος ξεκίνησε την εμπορική του σταδιοδρομία στη Σύρο ως υπάλληλος του Ευστράτιου Ράλλη, ο οποίος και υπήρξε και ο πρώτος δάσκαλός του στο εμπόριο. Ακολούθησε τον πατέρα του στην Ταγκανρόγκ, και τον διαδέχθηκε ως διευθυντής του εμπορικού οίκου Μαύρου, όταν ο πατέρας του έφυγε και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Αργότερα πήγε στο Λονδίνο. Καθώς ανδρώθηκε μέσα στις περιπέτειες της ελληνικής επανάστασης, αισθανόταν έντονα την ανάγκη για οικονομική ανεξαρτησία. Οι κακουχίες που πέρασε σε νεαρή ηλικία άναψαν μέσα του τον πόθο να εξασφαλίσει μια άνετη ζωή για τον εαυτό του και την οικογένειά του.21

«… φρονώ δε,» γράφει ο Βικέλας στην αυτοβιογραφία του, «ότι, άνευ του Βασιλείου Μελά, και εκείνοι και εγώ αυτός θα ήμεθα ευϋπόληπτα και ίσως όχι άχρηστα μέλη της κοινωνίας, αλλά θα εγηράσκαμεν όλοι χωρίς να έχωμεν την δια του εμπορίου αποκτηθείσαν άνεσιν, έστω και την σχετικήν.»22

Έτσι λοιπόν ούτε ο μισθός του δημοσίου υπαλλήλου ούτε τα υψηλά κρατικά αξιώματα μπορούν να εξασφαλίσουν την οικονομική άνεση, που διασφαλίζει την αξιοπρέπεια, μια και πλούτος σημαίνει ταυτόχρονα και απαλλαγή από εξωτερικές δεσμεύσεις, και προσωπική ελευθερία – και ελευθερία κινήσεων –, που παρέχει η ένταξη στο εμπόριο και τις ευρύτατες οικογενειακές επιχειρήσεις.

Ωστόσο ο Βικέλας επισημαίνει πως η επιτυχία στον εμπορικό κόσμο ήταν μία πολύ δύσκολη υπόθεση, και απαιτούσε πολλές ικανότητες και προσόντα. H διεθνής διάκριση των Ελλήνων μεγαλεμπόρων οφειλόταν στην αφοσίωσή τους στη δουλειά, στη συνεχή επιμέλεια, την ιδιοφυΐα, το ταλέντο στο συνδυασμό επιχειρήσεων, την αγάπη για τα χρήματα και την οικονομία, και κυρίως την ακρίβεια στις συναλλαγές – χωρίς την οποία δεν μπορούν να επιτευχθούν ούτε η εμπιστοσύνη ούτε το καλό όνομα, οι κύριες βάσεις της συνεχούς και σταθερής προόδου του εμπόρου.23

Στην Εμπορική Εγκυκλοπαιδεία Ερμής ο Κερδώος (1815–1817), οι έμποροι παρακινούνταν να υιοθετούν σεμνότητα, λιτότητα, σεβασμό στους μεγαλύτερους, εντιμότητα στις συναλλαγές τους, συνέπεια στις πληρωμές και τις υποχρεώσεις τους, και να υποστηρίζουν την εκπαίδευση των νέων εμπόρων. Δεν ήταν αρκετό για έναν έμπορο το να είναι ελληνικής καταγωγής και να ανήκει σε οικογένεια εμπόρων. Tο πιο σημαντικό απ’ όλα ήταν να έχει τη φήμη πως είναι έντιμος, ενώ ταυτόχρονα υπήρχαν άγραφοι κανόνες σωστής ηθικής και εμπορικής συμπεριφοράς.24

16 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 8.17 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 320–321.18 Για τη σημασία του συστήματος της συγγενικής αλληλοβοήθειας και της επιχειρηματικής συνεργασίας για τον

έλεγχο και την οργάνωση των δικτύων βλ. ΧΑΡΛΑΥΤΗ 2001, 145–151.19 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 172, 231, 243, ΜΕΛΑΣ χ.χ., 239–264.20 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 59, 172, 243, ΜΕΛΑΣ χ.χ., 199, 252, 285.

21 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 243, ΜΕΛΑΣ χ.χ., 286–292.22 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 243.23 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 320–321.24 ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ 1815, BITROS, PEPELASIS MINOGLOU 2007, 12.

Page 6: Neograeca Bohemica

10

Αριάδνη Μουταφίδου

11

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

Ο κώδικας συμπεριφοράς, οι ικανότητες και τα προσόντα που αναφέρει ο Βικέλας με τόση ακρίβεια, είναι γνωστά και θα μπορούσαν να θεωρηθούν κοινός τόπος. O Ανδρέας Συγγρός, το αναγνωρισμένο πρότυπο του πιο επιτυχημένου εμπόρου – επιχειρηματία – τραπεζίτη της εποχής του, έκανε ανάλογες αναφορές στα Απομνημονεύματά του την ίδια περίπου εποχή.25 Ο Βικέλας ωστόσο ακολουθεί έναν διαφορετικό δρόμο. Προσπαθώντας να ορίσει τα συστατικά στοιχεία του πραγματικού εμπόρου, παρουσιάζει τον εαυτό του ως μία εναλλακτική περίπτωση. Επισημαίνει πως παρόλο που από την αρχή της εμπορικής του σταδιοδρομίας είχε την υποστήριξη, την καθοδήγηση και την αγάπη των θείων του και επίσης πολλά από τα απαραίτητα προσόντα, του έλειπε αυτό που χρειαζόταν περισσότερο για να γίνει κάποιος ένας αληθινός έμπορος: η εμπορική ιδιοφυΐα, το ταλέντο, και η επιθυμία για πλούτο.26 Αλλά όχι μόνον αυτό. Εφόσον η αφοσίωση και το πάθος χαρακτήριζαν τον ιδεώδη τύπο εμπόρου, ο Βικέλας θεωρούσε πως ο ίδιος δεν ταίριαζε σε αυτό το πρότυπο.27

Στην πραγματικότητα ο Βικέλας είχε πλήρη συναίσθηση των ικανοτήτων και της επιτυχίας του στην εμπορική του σταδιοδρομία. Ωστόσο αυτό που προσπαθεί να τονίσει αφορά την ουσία του αληθινού εμπόρου, που περιλαμβάνει όχι μόνο ταλέντο, αλλά και πάθος και αφοσίωση στη δουλειά, ένα ζήτημα που ήταν στενά συνδεδεμένο με την «κλίση» στο επάγγελμα. Και ενώ στην περίπτωση του Συγγρού, η «κλίση» του ήταν το εμπόριο,28 στην περίπτωση του Βικέλα, η «κλίση» του ήταν τα γράμματα.29

Ελληνική επανάσταση και διεθνείς κρίσειςΕνδιαφέρον παρουσιάζει η αντιμετώπιση των μεγάλων εθνικών και διεθνών γεγονότων από τον Βικέλα. Στα πλαίσια αυτά ο ελληνικός αγώνας για την ανεξαρτησία κατέχει κεντρική θέση. O τρόπος που ο Βικέλας προσλαμβάνει την ελληνική επανάσταση ενέχει διαφορετικά επίπεδα και διαφορετικές οπτικές γωνίες πρόσληψης. Για τον Βικέλα, η επανάσταση του 1821 ήταν συνδεδεμένη τόσο με την ιστορική και την εθνική μνήμη, όσο και με τη συλλογική μνήμη της οικογένειας.

Πριν από την έκρηξη της επανάστασης, και οι δύο οικογένειες των γονέων του Βικέλα ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη και οι εμπορικοί οίκοι Μελά και Βικέλα ευημερούσαν. Όπως και οι υπόλοιποι έλληνες έμποροι της οθωμανικής πρωτεύουσας, και οι δύο οικογένειες ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας, αν και η οικογένεια Βικέλα δεν συμμετείχε ενεργά στις δραστηριότητες της μυστικής οργάνωσης, σε αντίθεση με όλα τα μέλη της οικογένειας

Μελά, τους υπαλλήλους και τους συνεταίρους τους.30 Η έκρηξη της επανάστασης σήμαινε για όλους απώλειες ζωής, φυγή, πολυάριθμες μετακινήσεις και στάσεις σε διαφορετικά μέρη και χώρες, προσφυγική ζωή, απώλεια περιουσιών και ζωή στη φτώχεια.31

Φαίνεται πως οι γυναίκες είχαν διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης και διαχείρισης του παρελθόντος και ήταν εκείνες που αφηγούνταν κατά κανόνα τις ιστορίες της φυγής και τις περιπέτειες κάθε μέλους της οικογένειας ξεχωριστά, ενώ οι άνδρες είχαν άλλους τρόπους αντιμετώπισης, διαχείρισης και επεξεργασίας του παρελθόντος.32 Ο Βικέλας προσφέρει μία ακριβή εικόνα της σιωπηλής θλίψης για ό,τι χάθηκε, και για τη ριζική αλλαγή και μετάβαση από τον πλούτο στη φτώχεια.33 Στην αυτοβιογραφία του περιγράφει μία χαρακτηριστική σκηνή με τον πατέρα του, Εμμανουήλ, να πηγαίνει μαζί του μια βόλτα στο Φανάρι, μιλώντας και δείχνοντάς του τα μεγαλόπρεπα κτίρια των δύο οικογενειών και των συγγενών τους, ενώ το παιδί με έκπληξη άρχισε να αντιλαμβάνεται τη διαφορά από την πραγματικότητα στην οποία είχε γεννηθεί στη Σύρο.34

Στην παιδική του ηλικία ο Βικέλας προσελάμβανε την επανάσταση μέσα από τις διηγήσεις της οικογενειακής ιστορίας, με φόβο και τρόμο, μέσα από τα μάτια ενός παιδιού.35 Από την αφήγησή του γίνεται εμφανές πως η ιστορία της οικογένειας υιοθετείται, γίνεται σεβαστή και τιμάται από τη νεώτερη γενιά, ενώ η πίστη και η αφοσίωση στην οικογένεια είναι κεντρικής σημασίας.

Μία άλλη σημαντική όψη της επανάστασης αποτελούσε η ξαφνική απώλεια περιουσιών, κυρίως η διακοπή των εμπορικών δραστηριοτήτων και του τρόπου ζωής των παραδοσιακών ελληνικών εμπορικών οικογενειών (εμπορικά δίκτυα, επικοινωνία, κινητικότητα, κοσμοπολιτισμός κ.λπ.). H σημασία της αναζήτησης ευρύτερου ορίζοντα μετά την επανάσταση αφορούσε όχι μόνο τη διεύρυνση και αποκατάσταση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αλλά και μία διαφορετική αντίληψη και έναν διαφορετικό τρόπο ζωής.36

Ο Βικέλας τόνιζε ιδιαίτερα τη διεύρυνση των οριζόντων, που υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για τη δομή και τη λειτουργία των ελληνικών εμπορικών οίκων και των δικτύων

25 ΣΥΓΓΡΟΣ 1908, 122–123.26 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 321.27 Βλ. ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 320–321.28 Ο πατέρας του Συγγρού επιθυμούσε ο γιος του να σπουδάσει ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, αλλά η κλίση

του, ο προορισμός του και η βαθιά επιθυμία του ήταν να γίνει έμπορος. Βλ. ΣΥΓΓΡΟΣ 1908, 78–79.29 Η Δήτσα υποστηρίζει πως εδώ δεν πρόκειται για άμεση σύνδεση της κλίσεως του ατόμου, ιδιαίτερα της κλίσεως

στο εμπόριο, με τον προτεσταντισμό, ωστόσο θεωρεί πως αντικατοπτρίζονται κάποιες από τις ιδέες που διακηρύσσονταν από τον Λουθηρανισμό και τον Καλβινισμό. Βλ. ΔΗΤΣΑ 1991, 44*. Για την έννοια της «κλίσεως» (Beruf, Berufung) στο Λούθηρο και του «προορισμού» στον Καλβίνο, βλ. WEBER 1976.

30 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 4–5, 216–219, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 21–23, ΜΕΛΑΣ χ.χ., 207–217.31 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 4–5, 216–219.32 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 4–5.33 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 17–18.34 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 18.35 Πρβλ. επίσης με ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 29–30, 310–313.36 Κινητικότητα και κοσμοπολιτισμός χαρακτήριζε τη ζωή του Βικέλα και μετά την εγκατάστασή του στην

Ελλάδα, γεγονός που επικρίθηκε έντονα από τους συγχρόνους του. Ιδιαίτερα διαφωτιστικό γι’ αυτήν την αντίληψη είναι το σχόλιο του Βικέλα λίγο πριν φύγει από την Κωνσταντινούπολη για το Λονδίνο, όπου θα ξεκινούσε την επαγγελματική του σταδιοδρομία: «Η ιδέα ότι θα μεταβώ εις την Αγγλίαν, ότι θα διέλθω την Ιταλίαν, την Γαλλίαν, ότι θα ίδω τα θαυμάσια του πολιτισμού, εμετρίαζε την λύπην μου δια τον χωρισμόν από την μητέρα μου. Άλλως, ο ανέκαθεν πλάνης βίος μας και η διασπορά της οικογενείας εις Δύσιν και Ανατολήν με είχαν προετοιμάσει προς εύκολον παραδοχήν παντός σχεδίου μετατοπίσεως.» (ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 169.)

Page 7: Neograeca Bohemica

12

Αριάδνη Μουταφίδου

13

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

τους.37 Μετά την ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, και μια κάποια ομαλοποίηση των σχέσεων με την οθωμανική αυτοκρατορία, πολλές εμπορικές οικογένειες κινήθηκαν πέρα από τα στενά όρια του ελληνικού κράτους και στράφηκαν στην αναζήτηση ευρύτερου ορίζοντα.38 Πάντα με βάση το σύστημα της συγγενικής αλληλοβοήθειας και συνεργασίας, ο Γεώργιος Μελάς, για να μείνουμε στο παράδειγμα του παππού του Βικέλα, εγκατέλειψε την υψηλή θέση που κατείχε στην Ελλάδα στον τομέα της δικαιοσύνης, και έφυγε από τη Σύρο για την Ταγκανρόγκ και αργότερα για την Κωνσταντινούπολη, όπου κατάφερε είκοσι περίπου χρόνια μετά την ελληνική επανάσταση, να αποκαταστήσει τις επιχειρήσεις του στην οθωμανική πρωτεύουσα. Μέχρι το 1848 οι εμπορικές δραστηριότητες της οικογένειας Μελά (των αδελφών και εξαδέλφων Μελά) εξαπλώνονταν στη Μόσχα, Οδησσό, Κωνσταντινούπολη, Ταγκανρόγκ, Βηρυτό, Μασσαλία και Λονδίνο.39

Η εμπειρία της ελληνικής επανάστασης συνδεόταν, όπως είναι φυσικό, και με μία εξιδανίκευση του εθνικού ιδεώδους, που ποτέ δεν αμφισβητήθηκε και η οποία εντασσόταν σε μια φιλελεύθερη παράδοση γενεών. Εθνικές ιδέες, το ιδανικό της ελευθερίας και το μίσος για τους τυράννους καλλιεργούνταν μέσω της εκπαίδευσης και της παράδοσης, και ήταν επηρεασμένα από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό και τις αρχές της γαλλικής επανάστασης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο γίνονταν αντιληπτές οι διεθνείς εξελίξεις στην περίπτωση του Βικέλα νωρίς ακόμα μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, και αργότερα ενός νέου άντρα.

Κατά τη διάρκεια του επαναστατικού έτους 1848 ο Βικέλας ήταν δεκατριών ετών και ζούσε με την οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη. Όπως και οι συνομήλικοί του έτσι και ο Βικέλας παρακολουθούσε τις εξελίξεις στην Ευρώπη με περιέργεια και ενθουσιασμό. Oι δυτικές επαναστάσεις προσλαμβάνονταν ως ο αγώνας των ευρωπαϊκών καταπιεσμένων λαών εναντίον των τυράννων τους. Tο σχήμα ήταν ξεκάθαρο: η Αυστρία και η Ρωσία αντιπροσώπευαν την τυραννία· οι Ιταλοί και οι Ούγγροι αγωνίζονταν για την εθνική τους ελευθερία εναντίον των τυράννων.40

«Ο γενικός σάλος της Ευρώπης είχε τον αντίκτυπόν του εις τας νεαράς μας καρδίας. Πώς ήτο δυνατόν οι συνηλικιώται μου και εγώ να συμπαθώμεν προς τους αντιπάλους της Ελευθερίας;»41

«Εκ βρεφικής ηλικίας ανετράφην ακούων παιάνας ελευθερίας και υμνουμένην την αντίστασιν κατά της τυραννίας· τροφή μου διανοητική υπήρξαν τα θούρια άσματα του Ρήγα και οι στίχοι των δύο Σούτσων.»42

Ο κριμαϊκός πόλεμος (1845–1856) βρήκε τον Βικέλα στο Λονδίνο να εργάζεται στο εμπορικό κατάστημα των θείων του. Στην αυτοβιογραφία του παρουσιάζει αναλυτικά τις αντιδράσεις και τις προσπάθειες της ελληνικής εμπορικής κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης και της δικής του συμβολής, στην υποστήριξη και προάσπιση του εθνικού ζητήματος.43 ο τρόπος που προσλαμβάνει, αναλύει και αξιολογεί την κρίση και την πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων είναι αυτός που θα περίμενε κανείς από έναν άνδρα με την παιδεία του, το οικογενειακό του υπόβαθρο, και την εθνική του παράδοση.44 Ο Βικέλας αποσύρεται από το προσκήνιο και παρατηρεί από μία απόσταση και με έντονη κριτική ματιά τις εξελίξεις του παρελθόντος. Δύο διαφορετικά επίπεδα αφήγησης συναντώνται: στη μια μεριά βρίσκεται ο νεαρός Βικέλας στην αρχή της εμπορικής του σταδιοδρομίας, στην άλλη ο Βικέλας στα χρόνια της ωριμότητας, με νοοτροπία και απόψεις που διαμορφώθηκαν μέσα από τα χρόνια ζωής και εργασίας στον εμπορικό κόσμο. Από μία απόσταση ο Βικέλας σχολιάζει όλες εκείνες τις ειλικρινείς και σοβαρές δραστηριότητες με ελαφρά ειρωνεία, χιούμορ, ρεαλισμό, αλλά και σκεπτικισμό σχετικά με το εάν αυτές οι πράξεις σήμαιναν πραγματικά κάτι σχετικά με την επίδραση που ονειρεύονταν πως θα μπορούσαν να έχουν στην βρετανική κοινωνία ή πολιτική.45 Φαίνεται πως αυτό το δεύτερο και παράλληλο επίπεδο – δηλαδή, του κριτικού Βικέλα στα χρόνια της ωριμότητας – αντικατοπτρίζει όχι μόνο έναν πραγματισμό, που είναι επακόλουθο της εμπειρίας, αλλά επίσης μία πιο διαφοροποιημένη η μάλλον συντηρητική στάση που συνδέεται και απορρέει από τη θέση του ως μέλους μιας εμπορικής κοινότητας.

Το νέο ιδανικό της αστικής ευημερίαςΧαρακτηριστικό για τη νέα αυτή διαμορφωμένη ματιά του ενήλικα Βικέλα είναι το αφηγηματικό του έργο, Λουκής Λάρας,46 το οποίο γράφει όσο βρίσκεται στο Παρίσι, το 1878. Tο έργο, που δημοσιεύθηκε το 1879, βασίστηκε στη γραπτή μαρτυρία ενός Χιώτη εμπόρου από το Λονδίνο, του Λουκά Ζίφου (ή Τζίφου). O Βικέλας, που γνώριζε προσωπικά το γέροντα, του είχε ζητήσει να γράψει τα απομνημονεύματά του.47 Βασισμένο στα απομνημονεύματα του Ζίφου, ο Λουκής Λάρας του Βικέλα αποτελεί έναν ύμνο στην

37 Σύμφωνα με τον Παναγιωτόπουλο το τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης που εγκαταστάθηκε στο εθνικό κέντρο κατάφερε μέσω των Ελλήνων της οθωμανικής αυτοκρατορίας να διατηρήσει ένα ευρύ πεδίο δράσης στην αυτοκρατορία και τις χώρες που συνδέονταν με αυτήν, παρά την χαμηλή οικονομική της κατάσταση. Βλ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, 1980, 223.

38 Βλ. ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 20. Πρβλ. επίσης με ΔΕΡΤΙΛΗΣ 1985, 58, ΚΑΡΔΑΣΗΣ 1987, ΑΓΡΙΑΝΤΩΝΗ 1986, 84–98.39 ΜΕΛΑΣ χ.χ., 201–235, 198–199, ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 5, 20, 59.40 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 84–85.41 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 85.42 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 84.

43 Mέσω της συγγραφής άρθρων (ο Λέων Μελάς έγραψε το γνωστό άρθρο Hints on the solution of the Eastern Question), μέσω της έκδοσης εφημερίδας (η ελληνική εφημερίδα Eastern Star δημοσιευόταν στο Λονδίνο), καθώς και με τη διοργάνωση μεγάλων συγκεντρώσεων (όπως εκείνη που διοργανώθηκε στο Crosby Hall κοντά στο City του Λονδίνου).

44 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 289–230.45 ΒΙΚΕΛΑΣ 1908, 292, 298–300.46 ΒΙΚΕΛΑΣ 1879, ΒΙΚΕΛΑΣ 1991, ΜΟΥΛΛΑΣ 1974, 17–19, 20–21, 18–19, ΣΑΧΙΝΗΣ 1982, 65–103. Το έργο

δημοσιεύθηκε αρχικά σε δέκα συνέχειες στο περιοδικό Εστία, ξεκινώντας από τον Ιανουάριο του 1879. Τον Ιούνιο του 1879 το βιβλίο δημοσιεύθηκε στα ελληνικά, και το ίδιο έτος μεταφράστηκε στα γαλλικά και στα γερμανικά. Βλ. ΤΕΡΔΗΜΟΥ 1991, 45–50.

47 Το χειρόγραφο του Ζίφου βρίσκεται στο προσωπικό αρχείο του Βικέλα στην Εθνική Βιβλιοθήκη στην Αθήνα, και δημοσιεύθηκε το 1991 στην εισαγωγή της νέας έκδοσης του έργου από τη Μαριάννα Δήτσα. Βλ. ΒΙΚΕΛΑΣ 1991, 1–21, ΣΑΧΙΝΗΣ 1982, 92–95.

Page 8: Neograeca Bohemica

14

Αριάδνη Μουταφίδου

15

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

εμπορική και αστική ζωή, που φέρνει ευημερία και πλούτο. Tο έργο παρουσιάζει έναν τύπο εμπόρου, ο οποίος κατά τη διάρκεια της επανάστασης επέλεξε τη στάση της μη συμμετοχής στη δημόσια ζωή, και αντ’ αυτού το δρόμο του πλούτου και της ευημερίας.48 Το βιβλίο γνώρισε επιτυχία, είχε συνεχείς εκδόσεις και ευνοϊκές σύγχρονες κριτικές, και μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες.49

Ο Βικέλας έγραψε αυτό το έργο κατά τη διάρκεια μιας από τις πιο σοβαρές κρίσεις του Ανατολικού Ζητήματος. Οι μελετητές αναρωτιούνται σήμερα πώς ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο σε αυτήν την ειδική ιστορική και κοινωνική συγκυρία των ετών 1878–1879. O Παναγιώτης Μουλλάς εξηγεί πως ο Βικέλας ήθελε «να δείξει πως, για μια νέα αστική γενιά, θρεμμένη μέσα στο εμπορικό και κοσμοπολίτικο κλίμα του εξωτερικού, η εποχή της έντονης ιδεολογικής κινητοποίησης είχε τελειώσει μαζί με το ρομαντισμό· πως το 21 δεν μπορούσε πια να "λειτουργήσει" παρά μόνο σαν ανάμνηση και μαρτυρία, δηλαδή αποδραματοποιημένο, απομυθοποιημένο· πως μόνο ένα πιο νηφάλιο, νοικοκυρίστικο και μετρημένο ιδανικό ανταποκρινόταν σε μια νέα πραγματικότητα που επέβαλλε την προσγείωση και την αλλαγή του τόνου.»50 Ωστόσο γεγονός παραμένει πως μέσω του πρωτοποριακού αυτού έργου, ο Βικέλας αντιπροσώπευε όχι μια ολόκληρη γενιά, αλλά – όπως τονίζουν σύγχρονοι κριτικοί – μια μικρή πιο «ώριμη» μειονότητα.51

Χωρίς να εξιδανικεύει την ελληνική επανάσταση στο διήγημά του, επικεντρώνεται αντ’ αυτού στην ατομική επιτυχία του Λουκή Λάρα και προβάλει τον θρίαμβο της ατομικότητας και του επιχειρηματικού πνεύματος πάνω στην ιστορική αντιξοότητα. Tο αφήγημα αυτό, υποστηρίζει ο Δημήτρης Τζιόβας, αντικατόπτριζε την κύρια ενασχόληση της εποχής (1830–1880), που ήταν η δημιουργία μιας αστικής και εύπορης κοινωνίας.52

Ειρήνη, πρόοδος και ελεύθερο εμπόριοΠαρόλο που ο Δημήτριος Βικέλας ποτέ δεν αμφισβήτησε το εθνικό ιδεώδες και εργάσθηκε έντονα ως διανοούμενος και άνθρωπος των γραμμάτων για να υποστηρίξει το εθνικό ζήτημα, φαίνεται πως οι Έλληνες του εξωτερικού είχαν ένα διαφορετικό, μάλλον πιο συντηρητικό τρόπο να αντιλαμβάνονται την πολιτική πραγματικότητα και τις εθνικές ιδέες από τους Έλληνες του εθνικού κέντρου. H ιστοριογραφία υποστηρίζει πως η απάντηση των Ελλήνων του εξωτερικού στη Μεγάλη Ιδέα ήταν το δόγμα του Ελληνο-οθωμανισμού, το οποίο συνδεόταν κυρίως με τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις, και που προϋπέθετε την αποδοχή – έστω και προσωρινά – της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας.53

Τον Βικέλα απασχολούσαν τα σύνθετα ζητήματα της ειρήνης και του ελεύθερου εμπορίου, της οικονομικής ανάπτυξης και μιας ισχυρής και εύρωστης κρατικής οικονομίας. Tο έτος 1877 δημοσίευσε στο περιοδικό Εστία δύο άρθρα σχετικά με τον οικονομολόγο Ρίτσαρντ Κόμπντεν.54 Σύμφωνα με τον Κόμπντεν (1804–1865) – βιομήχανο, πολιτικό, υποστηρικτή του ελεύθερου εμπορίου, βουλευτή – οι πολιτικές συγκρούσεις και ο πόλεμος δρούσαν ανασταλτικά στην ελεύθερη ανάπτυξη του εμπορίου, το οποίο αντίθετα ευημερούσε σε περιόδους ειρήνης, ενώ ταυτόχρονα ένα ακμάζον κλίμα ελεύθερου εμπορίου αποτελούσε εγγύηση για την ειρήνη και την ευημερία. οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις κατά τη διάρκεια της Ανατολικής κρίσης το 1877–1878 εμφανώς παρεμπόδιζαν την οικονομική ανάπτυξη, ενώ η ειρήνη ήταν η μόνη που μπορούσε να εγγυηθεί την υλική πρόοδο.

Το έτος 1877 ο Συγγρός διατύπωσε την άποψη πως υπήρχε μία διαφορά μεταξύ των συμφερόντων του σκλαβωμένου και του ελεύθερου ελληνισμού, και πως η υλική ευημερία του πρώτου τον έκανε απρόθυμο να ξεσηκωθεί.55 Φαίνεται πως υπήρχε μία αντίφαση μεταξύ εθνικού ιδανικού και οικονομικής πραγματικότητας. Tο 1878 ο Βικέλας έγραφε στον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη από το Παρίσι: «Η γνώμη των ισχυόντων εν Παρισίοις είναι ότι το μέλλον της Ανατολής ανήκει εις εκείνο το κράτος του οποίου τα οικονομικά θα είναι υγιή.»56

Αυτός ο τρόπος σκέψης και πρόσληψης της εθνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας αντιπροσώπευε όχι μόνο τους Έλληνες της Ευρώπης, αλλά και την επονομαζόμενη Ελληνο-οθωμανική αστική τάξη, η οποία ισχυροποιήθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα.57 Σε μία περίοδο που ο ελληνικός αλυτρωτισμός παίρνει τις πιο αντιφατικές μορφές του, ο Βικέλας υποστηρίζει την ειρηνική, μη βίαιη μορφή της ερμηνείας της Μεγάλης Ιδέας, που αφορούσε το μετασχηματισμό της κοινωνίας εκ των έσω, και συνδεόταν με τις ιδέες του Διαφωτισμού. O Βικέλας πίστευε βαθιά στην αποφασιστική σημασία και επιρροή της γνώσης και εκπαίδευσης για την αλλαγή της κατάστασης του έθνους.58 Για το Βικέλα οι εθνικές ιδέες ήταν στενά συνδεδεμένες με την προτεραιότητα της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας, της ειρήνης, της οικονομικής ανάπτυξης, και της ευημερίας,

48 Πρβλ. με ΜΟΥΛΛΑΣ 1974, 17.49 ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 261, ΣΑΧΙΝΗΣ 1982, 59, 65–79, ΔΗΤΣΑ 1991, 31*, 91* κ.εξ.50 ΜΟΥΛΛΑΣ 1974, ιζ–ιη.51 Ibid., ιη, υποσ. 1.52 ΤZIOVAS 2003, 31–32.53 ΣΚΟΠΕΤΕΑ 1988, 309–325.

54 Το άρθρο Ο Βράιτ περί του Άγγλου οικονομολόγου Ρίτσαρντ Κόβδεν δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 28 Αυγούστου 1877, και η μετάφραση μιας επιστολής του Κόμπντεν με τίτλο Μία εξ Αθηνών επιστολή του Κόβδεν στις 18 Δεκεμβρίου 1877. Βλ. ΤΕΡΔΗΜΟΥ 1991, 44–45. Σχετικά με την κριτική των Μαρξ και Ένγκελς στον Κόμπντεν βλ. ΔΗΤΣΑ 1991, 97*.

55 ΔΗΤΣΑ 1991, 98*, υποσ. 214.56 ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 247. Για το διαφορετικό τρόπο ερμηνείας αυτής της συγκεκριμένης φράσης από το βιογράφο

του Βικέλα, Οικονόμου, και από τη Δήτσα, βλ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 247, ΔΗΤΣΑ 1991, 98*.57 ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ 1980, 224, EXERTZOGLOU 1999, PEPELASIS MINOGLOU 2002. Για μία σύντομη παρουσίαση της

οικονομικής σημασίας των Ελληνο-Οθωμανών, βλ. ΙSSAWI 1999. 58 Πρβλ. με: «Τον πανσλαβισμόν, τους Τούρκους, τους Βουλγάρους και τους Φράγκους θα τους νικήσωμεν

μορφούντες το έθνος δια της διαδόσεως γνώσεων και της αναπτύξεως της υλικής ευημερίας του, δύο πράγματα άτινα μεγάλως συνέχονται.» (ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 183.) Επίσης με: «Δεν είμαι υπέρ της ‘Μεγάλης Ιδέας’, δια δύο ή τρεις τουλάχιστον γενεάς· θέλω να ενισχυθή ο ελληνισμός εντός της καθ’ αυτό εστίας του. Ο Ελληνισμός εις την Τουρκίαν προάγεται μόνος του.» (ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 1953, 183, υποσ. 2.)

Page 9: Neograeca Bohemica

16

Αριάδνη Μουταφίδου

17

Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται

και η «κυκλοφορία των ιδεών» θεωρείτο ως το μόνο αποτελεσματικό μέσο για τον μετασχηματισμό της πραγματικότητας και του κόσμου.

Σύνοψη / ΣυμπεράσματαΟ Δημήτριος Βικέλας, έμπορος και διακεκριμένος άνθρωπος των γραμμάτων, ακολούθησε την τυπική καριέρα των μελών των μεγάλων εμπορικών οικογενειών της ελληνικής διασποράς στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. O Βικέλας αντιλαμβανόταν τον κόσμο των εμπόρων ως έναν κόσμο «ευγενείας»: έναν κόσμο με προνόμια, καθήκοντα, ευθύνες, βασισμένο στην παιδεία, την παράδοση και την τιμή· έναν κόσμο που δίνει στα μέλη του την περηφάνια και την αξιοπρέπεια της οικονομικής ανεξαρτησίας. Ένας κώδικας συμπεριφοράς, ικανότητες και προσόντα ήταν απαραίτητα για έναν πετυχημένο έμπορο, αλλά ο ιδεώδης τύπος, η «ουσία» του πραγματικού εμπόρου, συμπεριλάμβανε όχι μόνο ταλέντο, αλλά και πάθος και αφοσίωση στη δουλειά, ένα ζήτημα που ήταν στενά συνδεδεμένο με την «κλίση» στο επάγγελμα.

Το σύστημα της αλληλοβοήθειας και της συνεργασίας στην οικογένεια, μια από τις πιο σημαντικές παραμέτρους της επιτυχίας και ευημερίας των ελληνικών εμπορικών οίκων του 19ου αιώνα, αποδείχθηκε πολύτιμη όχι μόνο σε περιπτώσεις μεγάλων εθνικών και διεθνών κρίσεων, ή προσωπικών ατυχιών, αλλά και όταν μέλη της οικογένειας, πετυχημένα και διακεκριμένα σε άλλους τομείς, οδηγήθηκαν στην οικογενειακή επιχείρηση για μεγαλύτερη ασφάλεια, πλούτο και οικονομική ανεξαρτησία.

Διεθνείς και εθνικές εξελίξεις προσλαμβάνονταν στο πλαίσιο των εθνικών ιδεών· το ιδανικό της ελευθερίας και το μίσος κατά της τυραννίας καλλιεργούνταν μέσω της παιδείας και της παράδοσης και βρίσκονταν υπό την επίδραση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και των αρχών της γαλλικής επανάστασης. H ελληνική επανάσταση ήταν για τον Βικέλα στενά συνδεδεμένη με την εθνική μνήμη και με τη συλλογική μνήμη της οικογένειας. H έκρηξη της επανάστασης σήμαινε για την ευρύτερη οικογένεια απώλειες ζωής, φυγή στην ασφάλεια, πολλές στάσεις σε διαφορετικά μέρη και χώρες, προσφυγική ζωή, απώλεια περιουσιών και μία ζωή στη φτώχεια. Την ιστορία της οικογένειας υιοθετούσε, σεβόταν και τιμούσε η νεώτερη γενιά, ενώ η πίστη και η αφοσίωση στην οικογένεια ήταν ένας αδιάσπαστος δεσμός. Ταυτόχρονα η ελληνική επανάσταση συνεπαγόταν τη διακοπή των εμπορικών δραστηριοτήτων και τον τρόπο ζωής των παραδοσιακών ελληνικών εμπορικών οικογενειών (εμπορικά δίκτυα, επικοινωνία, κινητικότητα, κοσμοπολιτισμός). Οι σπουδαιότερες διεθνείς πολιτικές εξελίξεις στη δυτική Ευρώπη και στην Ανατολή προσλαμβάνονταν όχι μόνο στα πλαίσια της φιλελεύθερης παιδείας και παράδοσης, αλλά και με ρεαλισμό και σκεπτικισμό στα πλαίσια μιας μάλλον συντηρητικής στάσης που απέρρεε από τη θέση του ως μέλους της εμπορικής κοινότητας.

Παρόλο που ο Βικέλας δεν αμφισβήτησε ποτέ την εθνική ιδέα, αντίθετα εργάσθηκε ως διανοούμενος και άνθρωπος των γραμμάτων έντονα για να υποστηρίξει το εθνικό ζήτημα, είναι γεγονός πως οι Έλληνες του εξωτερικού είχαν ένα διαφορετικό, μάλλον συντηρητικό τρόπο πρόσληψης της πολιτικής πραγματικότητας και των εθνικών ιδεών από τους Έλληνες που ζούσαν μέσα στο εθνικό κράτος. H προβληματική της οικονομικής ανάπτυξης και μιας

εύρωστης κρατικής οικονομίας, της ειρήνης και του ελεύθερου εμπορίου διαπερνούν τις σκέψεις και τα γραπτά του Βικέλα. Tο μέλλον της Ανατολής, υποστηρίζει, ανήκει σε ένα κράτος με ακμάζουσα οικονομία. O Βικέλας πίστευε βαθιά στη σημασία της γνώσης και παιδείας για τον μετασχηματισμό της κατάστασης του έθνους εκ των έσω, αλλά και στην προτεραιότητα της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας, της ειρήνης, της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας. Οι απόψεις και οι αξίες του επικεντρώνονταν στη σταθερότητα στην κοινωνία, στην πολιτική και την οικονομία, μία ισχυρή κυβέρνηση, δημόσια τάξη, ειρήνη, και ευημερία, και αντιπροσώπευαν το συντηρητικό χαρακτήρα και τη νοοτροπία του εμπορικού κόσμου.

Βιβλιογραφία

ΑΓΡΙΑΝΤΩΝΗ Χ. Oι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα, Αθήνα 1986.ΒΙΚΕΛΑΣ Δ. H ζωή μου. Παιδικαί αναμνήσεις. Νεανικοί χρόνοι, Αθήνα 1908.ΒΙΚΕΛΑΣ Δ. Λουκής Λάρας. Eπιμ. Μ. Δήτσα, Αθήνα 1991.ΒΙΚΕΛΑΣ Δ. Άπαντα. Επιμ. Ά. Αγγέλου, τόμ. 1–8, Αθήνα 1997. ΒΙΚΕΛΑΣ Δ. Λουκής Λάρας: Αυτοβιογραφία γέροντος Χίου, Αθήνα 1879.ΔΕΡΤΙΛΗΣ Γ. Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880–1909, Αθήνα

1985.ΔΗΤΣΑ Μ. Εισαγωγή. In: Μ. Δήτσα (επιμ.). Δ. Βικέλας, Λουκής Λάρας, Αθήνα 1991.ΚΑΡΔΑΣΗΣ Β. Σύρος: Σταυροδρόμι της Ανατολικής Μεσογείου, 1832–1857, Αθήνα 1987. ΚΑΡΔΑΣΗΣ Β. Έλληνες ομογενείς στη Νότια Ρωσία, 1775–1861, Αθήνα 1998.ΚΑΡΔΑΣΗΣ Β. O Ελληνισμός του Ευξείνου Πόντου, Αθήνα 1997.ΛΕΤΣΑΣ Α. Δημήτριος Βικέλας, Θεσσαλονίκη 1951.ΜΕΛΑΣ Λ. Ηπειρωτικές μελέτες. Μία οικογένεια, μία ιστορία, Αθήνα 1967.ΜΟΥΛΛΑΣ Π. Εισαγωγή. In: Π. Μουλλάς (επιμ). Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Α. Παπαδιαμάντης αυτοβιογραφούμενος, Αθήνα 1974.ΜΠΑΛΑΝΟΣ Δ. Δημήτριος Βικέλας. Νέα Εστία 38, 1945, 493–498, 574–581.ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Α. Τρεις άνθρωποι. Συμβολή εις την ιστορίαν του ελληνικού λαού, 1780–1935.

Τόμος 2, Δημήτριος M. Βικέλας 1835–1908, Αθήνα 1953.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Β. H βιομηχανική επανάσταση και η Ελλάδα 1832–1871. In:

K. D. Grothusen (επιμ.). Εκσυγχρονισμός και βιομηχανική επανάσταση στα Βαλκάνια τον 19ο αιώνα, Αθήνα 1980.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ν. Ερμής ο Κερδώος, ήτοι Εμπορική Εγκυκλοπαίδεια, Βενετία 1815 κ.εξ.ΣΑΧΙΝΗΣ Α. Παλαιότεροι πεζογράφοι, Αθήνα 1982.ΣΚΟΠΕΤΕΑ Ε. Tο ‘πρότυπο’ βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος

στην Ελλάδα, 1830–1880, Αθήνα 1988.ΣΥΓΓΡΟΣ Α. Απομνημονεύματα, τόμ. 1, Αθήνα 1908.ΤΕΡΔΗΜΟΥ, Μ. Χρονολόγιο Δημήτριου Βικέλα, Ηράκλειο 1991.

Page 10: Neograeca Bohemica

18

Αριάδνη Μουταφίδου

19

ΧΑΡΛΑΥΤΗ ΤZ. Ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας, 19ος–20ος αιώνας, Αθήνα 2001.ΧΙΟΝΙΔΗΣ Γ. H αρχοντική οικογένεια της Βέροιας των Μπικέλλα-Βικέλα, Βέροια 2006.ΧΙΟΝΙΔΗΣ Γ. O Δημήτριος Βικέλας και ο δεσμός του με τη Βέροια. 150 χρόνια από τη

γέννησή του, 1835–1985, Θεσσαλονίκη 1986.

ANASTASOPOULOS A. Building alliances: A Christian merchant in eighteenth-century Kara-ferye. In: Oriente Moderno 25/1, 2006, 65–75.

BITROS G., PEPELASIS MINOGLOU I. Entrepreneurship and market order: Some historical evidence. Munich Personal RePEc Archive, 2007, paper no. 573, 1–17.

EXERTZOGLOU H. The Development of a Greek Ottoman Bourgeoisie: Investment Patterns in the Ottoman Empire, 1850–1914. In: D. Gondicas, Ch. Issawi (επιμ.). Ottoman Greeks in the Age of Nationalism: Politics, Economy and Society in the Nine-teenth Century, Princeton NJ, 1999, 89–114.

GILBAR G. The Muslim big merchant-entrepreneurs of the Middle East, 1860–1914. In: Die Welt des Islam 43/1, 2003, 1–36.

ΙSSAWI CH. Introduction. In: D. Gondicas, Ch. Issawi (επιμ.), Ottoman Greeks in the Age of Nationalism: Politics, Economy and Society in the Nineteenth Century, Princeton NJ, 1999, 1–16.

PEPELASIS MINOGLOU I. Ethnic Minority Groups in International Banking: Greek Diaspora Bankers of Constantinople and Ottoman State Finances ca. 1840–1881. In: Financial History Review 9/2, 2002, 125–146.

TZIOVAS D. Indigenous Foreigners: The Greek Diaspora and Travel Writing (1880–1930). In: D. Tziovas (επιμ.). Greek Diaspora and Migration since 1700. Society, Politics and Culture, Farnham, 2009, 157–175.

TZIOVAS D. The Other Self. Selfhood and Society in Modern Greek Fiction, Lanham, MD 2003.

WEBER M. The protestant ethic and the spirit of capitalism. London 1976.

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka1

ΑRIADNI MOUTAFIDOU

Výzkum společenských, ekonomických a politických názorů velkoobchodníků2 je ve světě velmi omezený. V tomto kontextu je obzvlášť zajímavý případ Dimitriose Vikelase, který ve 2. polovině 19. století absolvoval kariéru typickou pro členy velkých obchodnických rodin řecké diaspory. Jako úspěšný obchodník, prozaik, intelektuál a význačný vzdělanec za se-bou Vikelas zanechal dílo, jež nám umožňuje prozkoumat způsob, kterým chápal svět kolem sebe. Toto dílo zahrnuje jeho vlastní životopis,3 dále soukromý archiv, na němž je založen Vikelasův podrobnější životopis sepsaný jeho synovcem Alexandrem Oikonomou,4 mnoho literárních a historických studií, překlady, poezii a množství narativních textů,5 např. po-vídky nebo jeho průkopnický román Λουκής Λάρας (Lukis Laras),6 který přináší nový ideál městského blahobytu a neúčasti na veřejném životě.

Vikelasův život a dílo7

Vikelas se narodil v Ermupoli roku 1835 a zemřel v Aténách v roce 1908. Pocházel z ob-chodnické rodiny a společensky i ekonomicky náležel k Řekům žijícím v diaspoře. Rodina jeho otce pocházela z Verie a rodina matky z Ioanniny. Oba Vikelasovi dědečci se již ve vel-mi mladém věku přestěhovali do hlavního města osmanské říše, kde založili významné pod-niky ve čtvrti Galatas. Obě firmy vzkvétaly až do řeckého národního povstání, kdy byly oběrodiny nuceny uprchnout a celý svůj majetek ztratily. Dědeček Dimitrios Vikelas uprchl se svými dvěma syny a dvěma dcerami na Mykonos a poté na Syros, kde se rodina usadila. Jeorjios Melas prošel trasu Oděsa (zde měli bratři Melasové rovněž firmu) Ancona (přesFiume), Kerkyra a poté zase zpět do Oděsy a na Kerkyru, aby se nakonec usadil s rodinou na Syru.8 Tam Emmanuil Vikelas potkal svou ženu Smaragdu Melasovou.

Po svatbě Vikelasových rodičů se vazby s rodinou Melasů staly v souladu s modelem obchodnických rodin vazbami ekonomické spolupráce. Sám Dimitrios Vikelas absolvoval

1 Tento článek vychází z širší studie zveřejněné pod názvem „Greek Merchant Families Perceiving the World: The Case of Dimitrios Vikelas“, Mediterranean Historical Review 23/2, 2008, 143–164.

2 Termín „velkoobchodník“ (μεγαλέμπορος) označuje obchodníky, kteří se zabývali dovozem a vývozem. Záběr jejich podnikání byl velmi široký, s obrovskými zisky. Velký kapitál, kterým disponovali, jim umožňoval investovat a zahajovat další podnikání. Viz KARDASIS 1997, 58–59, KARDASIS 1998, 25–26, 114–135, 135–143. Srov. GILBAR 2003, 1–2, pozn. 1 a 2.

3 VIKELAS 1908.4 OIKONOMOU 1953.5 VIKELAS 1997.6 VIKELAS 1879.7 K Vikelasovu životu a dílu viz VIKELAS 1908, BALANOS 1945, OIKONOMOU 1953, SACHINIS 1982, VIKELAS 1991, TERDIMOU

1991, VIKELAS 1997, LETSAS 1951, CHIONIDIS 1986, CHIONIDIS 2006, ANASTASOPOULOS 2006, TZIOVAS 2009.8 MELAS s.d., 201–218, VIKELAS 1908, 5.

Page 11: Neograeca Bohemica

20

Αriadni Moutafidou

21

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka

výnosnou kariéru v podniku Bratři Melasové, který byl dceřiným podnikem firmy Bratran-ci Mavrosové se sídlem v Oděse a Taganrogu a byl rovněž spojen s rodinou Melasů.9 V roce 1866 se Dimitrios Vikelas oženil s Kalliopi Jeralopulu, dcerou jednoho z nejbohatších řec-kých obchodníků v Londýně, Konstantina Jeralopulose.10

Dimitrios Vikelas začal již ve velmi mladém věku, v souladu s obvyklou taktikou řeckých obchodnických rodin, pracovat jako praktikant v otcově kanceláři v Oděse. V roce 1852, ve věku 17 let, zahájil svou obchodní kariéru v Londýně v podniku svého strýce Vasiliose Me-lase. Byl to středně velký podnik řecké obce v britském hlavním městě. V roce 1854 došlo k rozpuštění společnosti, která byla spojena s podnikem Mavrosových v Oděse, takže bratři Vasilios a Leon Melasovi založili vlastní nezávislou firmu se základnou v Londýně. Dalšídvě obchodní společnosti opírající se o členy rodiny byly založeny v roce 1857: jedna v kon-stantinopolské čtvrti Galatas pod vedením mladšího bratra Michaila, druhá v Marseille pod vedením Konstantina, který opustil Konstantinopol, a Leona, který zase odešel z Londý-na. Vasilios pak zůstal ředitelem obchodní společnosti v Londýně.11 Vikelasovi strýci ob-chodovali s obilím, náklad dováželi plachetnicemi po Dunaji a z jižního Ruska. Obchodní společnost bratrů Melasových se dvěma pobočkami v Marseille a v Galatasu disponovala kapitálem 37 000 lir.12 Po rozpuštění společnosti Bratři Melasové a D. Vikelas13 se Dimi-trios Vikelas 24 let po svém příchodu do Londýna již mohl stáhnout z obchodního života a pohodlně si žít. Do Řecka se vrátil v roce 1876, ale brzy odjel zpět do Evropy kvůli náhlé nemoci své ženy. V Aténách se mohl usadit nakonec až v roce 1896.

Vikelas je známý převážně jako prozaik a vzdělanec. Spolu s Jeorjiosem Vizyinosem je považován za předchůdce řecké mravoličné povídky. Jeho dílo bylo přeloženo do mnoha evropských jazyků, často významnými neogrecisty. Byl osobností s velmi širokou kulturní a společenskou činností, aktivně působil v různých mezinárodních komisích zejména lite-rárního zaměření. V roce 1894 byl zvolen prvním předsedou (1894–1896) Mezinárodního olympijského výboru pro oživení olympijských her, které se uskutečnily v Aténách v roce 1896. Z jeho iniciativy byl založen Spolek pro šíření užitečných knih, Domov pro zrako-vě postižené, První matematické střelecké lyceum a Dělnické gymnázium. Téměř veškerou svou činnost v posledních letech života věnoval těmto společenským aktivitám.14

„Urozenost“ a obchodní světZpůsob, kterým Vikelas chápal a stanovoval kritéria pro svět obchodníků, do nějž patřil, a jeho hlubší smysl, si zasluhuje zvláštní pozornost. V celém svém životopise opakovaně zdůrazňuje vnitřní rozpor mezi „inklinováním“ člověka a „povinností“. Na jednu stranu klade své přání a touhu stát se vzdělancem, upřímnou snahu spojit svou činnost literáta a intelektuála s činností obchodní, na straně druhé pak stojí jeho poslání a povinnost stát se obchodníkem, a to nejen proto, že si to žádala rodinná tradice, ale i proto, že po bankrotu svého otce neměl jinou možnost.15

I přesto pro něj svět obchodníků obsahoval důležité aspekty, kterých si hluboce vážil nejen kvůli věrnosti a oddanosti rodinné tradici. Vikelas se zmiňuje o svém původu i o světě obchodníků jako o světě „urozenosti“. Je to pro něj svět privilegií, povinností a odpověd-nosti založený na vzdělání, tradici a poctivosti. Svět, který poskytuje svým členům hrdost a důstojnost ekonomické nezávislosti. Termín „urozenost“ (ευγένεια), který používá v tex-tu, se vztahuje k určující vzájemné závislosti mezi důstojností a ekonomickou nezávislostí, již zabezpečuje obchodní činnost:

„A přece považuji za štěstí svůj původ v rodině, jejíž mnohé generace po řadě získaly svobodnou výchovu a zachovaly tradice přispívající k pozvednutí morální důstojnosti jejích členů. Proto a jen proto si vážím přínosu urozenosti a uznávám její hodnotu. Urozenost ne-má význam bez bohatství nebo alespoň bez jakéhosi stupně hmotné nezávislosti. Ten, kdo se nemůže udržet na společenském stupni, na kterém se narodil, upadne nutně na stupeň nižší a záře jeho původu vyhasne, zapomenutá ostatními i tím, kdo má urozený původ.“16

V odpověď mladé generaci Řeků, která si idealizovala práci ve státní správě, chtěla rych-lý úspěch a mnoho peněz, ale současně pohrdala obchodním světem, zdůrazňoval Vikelas iluzornost takového vnímání skutečnosti. Práce ve veřejné správě, jak tvrdí, může přinést nepochybně důstojný život, ale nikdy nemůže přinést bohatství a ekonomickou nezávislost, kterou zabezpečí obchod.17

To platí nejen pro obyčejné státní zaměstnance, ale i pro ty, kteří zastávají vysoké státní úřady. Charakteristické jsou příklady z Vikelasovy vlastní rodiny. V rámci systému příbu-zenské vzájemné pomoci a podnikatelské spolupráce18 rodina přijímala do své náruče nejen své mladé členy jako v případě Vikelase, kteří potřebovali práci a ekonomickou nezávislost, ale i ty členy, kteří vynikali a byli úspěšní v jiných oblastech. Museli být nicméně zapojeni do rodinných podniků pro zajištění většího hmotného zabezpečení a bohatství. Tak tomu bylo v případě Leona a Konstantina Melasových.

9 MELAS s.d., 201, OIKONOMOU 1953, 18–19.10 OIKONOMOU 1953, 291.11 VIKELAS 1908, 325.12 DITSA 1991, 38*.13 VIKELAS 1908, 326, TERDIMOU 1991, 43.14 SACHINIS 1982, 58–59. Apostolos Sachinis rozlišuje v životě Vikelase tři fáze: v první (Londýn, 1852–1876)

byl především obchodníkem, v druhé (Paříž, 1878–1896) především literátem a vzdělancem, zatímco ve třetí fázi (Atény, 1896–1908) byl hlavně společensky činný, inicioval obecně prospěšná díla, sbírky či nadace. Ibid.

15 VIKELAS 1908, 170–172.16 VIKELAS 1908, 8.17 VIKELAS 1908, 320–321.18 Pro význam systému příbuzenské vzájemné pomoci a podnikatelské spolupráce pro kontrolu a organizaci

obchodních sítí viz CHARLAFTI 2001, 145–151.

Page 12: Neograeca Bohemica

22

Αriadni Moutafidou

23

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka

Leon Melas (1812–1879) byl vynikající právník, politik a spisovatel. Působil jako soud-ce, stal se profesorem na Právnické fakultě Aténské univerzity a dvakrát byl i ministrem spravedlnosti. Úspěšnou politickou kariéru opustil rozčarovaný a zklamaný. Pracoval dále jako právník až do roku 1848, kdy přijel do Atén jeho bratr Vasilios. Ten přesvědčil Leona, aby ho následoval jako společník do nového podniku, který hodlal založit v Londýně.19

Vasilios přesvědčil rovněž svého bratra Konstantina, aby rezignoval na pozici soudce nejvyššího soudu v Řecku a aby se věnoval obchodní kariéře. Konstantinos Melas (1814–1905) odešel do Konstantinopole jako pomocník otce Jeorjiose, později se zde však spolu s ním ujal vedení obchodní firmy. V roce 1857 začal spolu s bratrem Leonem řídit novýpodnik rodiny Melasových v Marseille.20

Vasilios Melas (1819–1894) se obzvlášť snažil zapojit do rodinného podnikání nejen své bratry, ale i bratrance Dimitriose Vikelase, a tak zabezpečit bohatství a pohodlný život jim i jejich rodinám. Vasilios zahájil svou obchodní kariéru na Syru jako zaměstnanec Efstratiose Rallise, který se stal jeho prvním učitelem v oblasti obchodu. Se svým otcem pak odešel do Ta-ganrogu a nastoupil po něm na místo ředitele firmy Mavrosových, když jeho otec odešel a usa-dil se v Konstantinopoli. Později odjel do Londýna. Protože dospěl uprostřed dobrodružství řeckého národního povstání, cítil naléhavou potřebu ekonomické nezávislosti. Strádání, jímž prošel v mladém věku, v něm vzbudilo touhu zabezpečit pohodlný život sobě i své rodině.21

„Domnívám se,“ píše Vikelas ve svém životopise, „že bez Vasiliose Melase bychom já i oni byli váženými a snad ne neužitečnými členy společnosti, ale všichni bychom zestárli bez pohodlí získaného obchodem, třebaže jen relativního.“22

Ani plat státního zaměstnance, ani vysoké státní úřady nemohou tedy zabezpečit ekono-mické pohodlí, jež zajišťuje důstojnost. Vždyť bohatství znamená současně jak vysvobození z vnějších závazků, tak osobní svobodu (a svobodu jednání), kterou poskytuje zapojení do obchodu a do rodinného podnikání.

Vikelas přesto poznamenává, že úspěch v obchodním světě byla velmi obtížná věc vyžadu-jící mnoho schopností a povahových předností. Mezinárodní úspěch řeckých velkoobchodníků byl důsledkem jejich oddanosti práci, neustálé péče, velkého nadání, talentu spojovat různé podniky, lásky k penězům, hospodárnosti a zejména přesnosti v transakcích, bez níž nelze získat důvěryhodnost ani dobré jméno, tedy základ trvalého a stálého obchodního pokroku.23

V encyklopedii Ερμής o Κερδώος, ήτοι Εμπορική Εγκυκλοπαιδεία (Ermis Kerdoos neboli Encyklopedie obchodu) (1815–1817) byli obchodníci vyzýváni, aby si osvojili skromnost, ne-

okázalost, úctu ke starším, poctivost při transakcích, odpovědnost při placení a povinnostech a aby podporovali výchovu mladých obchodníků. Obchodníkovi nestačilo, že měl řecký původ a patřil do obchodnické rodiny. Nejdůležitější ze všeho bylo, aby se o něm vědělo, že je čestný. Současně pak existovala nepsaná pravidla správného etického a obchodního chování.24

Kodex chování, schopnosti i povahové přednosti, které Vikelas uvádí s takovou přesností, jsou známé a mohly by být považovány za locus communis. Andreas Syngros, všeobecně uznávaný jako nejúspěšnější obchodník, podnikatel a bankéř doby, uvádí zhruba ve stejné do-bě podobné zmínky ve svém díle Απομνημονεύματα (Vzpomínky).25 Vikelas jde i přesto jinou cestou. Ve snaze určit jednotlivé rysy skutečného obchodníka prezentuje sám sebe jako alter-nativní případ. Poznamenává, že ačkoliv měl od začátku své obchodní kariéry podporu, vedení a lásku svých strýců a rovněž mnohé z nezbytných povahových předností, chybělo mu to, co je potřeba nejvíc, aby se člověk mohl stát opravdovým obchodníkem: obchodní nadání, talent a touha po bohatství.26 A nejen to. Protože zanícení a zápal pro věc byly charakteristickými rysy dokonalého obchodníka, Vikelas se domníval, že do tohoto modelu nezapadá.27

Ve skutečnosti si Vikelas plně uvědomoval své schopnosti a úspěch v obchodní kariéře. Přesto se to, co se snaží zdůraznit, dotýká podstaty pravého obchodníka, který má nejen talent, ale i pra-covní nadšení a zápal. Tato otázka byla úzce spojena s „inklinováním“ (κλίση) k povolání. A za-tímco v případě Syngrose byl jeho „inklinací“ obchod,28 v případě Vikelase to bylo vzdělání.29

Řecké národní povstání a mezinárodní krizeZajímavý je také Vikelasův postoj k významným národním a mezinárodním událostem. V jejich rámci zaujímal ústřední pozici řecký boj za nezávislost. Způsob, kterým Vikelas chápe řecké povstání, obsahuje různé roviny a úhly pohledu. Pro Vikelase bylo povstání roku 1821 spojeno jak s historickou a národní pamětí, tak s kolektivní pamětí rodiny.

Před vypuknutím povstání žily obě rodiny Vikelasových rodičů v Konstantinopoli a pod-niky Melasových i Vikelasových prosperovaly. Obě rodiny byly členy Filiki Eteria tak jako ostatní řečtí obchodníci v Konstantinopoli. Vikelasova rodina se však aktivně nepodílela na aktivitách tohoto tajného spolku na rozdíl od všech členů rodiny Melasových, jejich za-městnanců i obchodních společníků.30 Vypuknutí povstání znamenalo pro všechny ztráty na

19 VIKELAS 1908, 172, 231, 243, MELAS s.d., 239–264.20 VIKELAS 1908, 59, 172, 243, MELAS s.d., 199, 252, 285.21 VIKELAS 1908, 243, MELAS s.d., 286–292.22 VIKELAS 1908, 243.23 VIKELAS 1908, 320–321.

24 PAPADOPOULOS 1815, BITROS, PEPELASIS MINOGLOU 2007, 12.25 SYNGROS 1908, 122–123.26 VIKELAS 1908, 321.27 Viz VIKELAS 1908, 320–321.28 Otec Syngrose si přál, aby jeho syn studoval Lékařskou fakultu na Aténské univerzitě, ale jeho „inklinací“,

předurčením a hlubokou touhou bylo stát se obchodníkem. Viz SYNGROS 1908, 78–79.29 M. Ditsa tvrdí, že se zde nejedná o přímé spojení „inklinace“ jedince, obzvláště jeho inklinování k obchodu,

s protestantismem. Přesto se domnívá, že se zde odrážejí některé myšlenky, které byly hlásány luteránstvím a kalvinismem. Viz DITSA 1991, 44*. Pro význam slov „poslání/povolání“ (Beruf, Berufung) u Luthera a „předurčení“ u Kalvína viz WEBER 1976.

30 VIKELAS 1908, 4–5, 216–219, OIKONOMOU 1953, 21–23, MELAS s.d., 207–217.

Page 13: Neograeca Bohemica

24

Αriadni Moutafidou

25

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka

životech, útěk, početné přesuny a zastávky na různých místech a v různých zemích, uprch-lický život, ztrátu majetku a život v chudobě.31

Zdá se, že ženy čelily minulosti jiným způsobem než muži a zacházely s ní jinak. Byly to ony, kdo zpravidla vyprávěl příběhy útěku a dobrodružství každého člena rodiny zvlášť.32 Vikelas přináší přesný obraz tichého zármutku kvůli tomu, co bylo ztraceno, kvůli zásadním změnám a přechodu od bohatství k chudobě.33 Ve svém životopise popisuje charakteristic-kou scénu se svým otcem Emmanuilem, kdy s ním otec jde na procházku po čtvrti Fanar a ukazuje mu nádherné domy obou rodin a jejich příbuzných. Chlapec přitom s překvape-ním začíná chápat rozdíl oproti realitě, do níž se narodil na Syru.34

V dětském věku Vikelas vnímal národní povstání prostřednictvím líčení rodinné historie, se strachem a děsem, dětskýma očima.35 Z jeho vyprávění je zřejmé, že rodinná historie se dědí a mladší generace ji má v úctě, přičemž hlavní význam má věrnost a oddanost rodině.

Další důležitou stránku národního povstání tvořila náhlá ztráta majetku, zejména přeru-šení obchodní činnosti a způsobu života tradičních řeckých obchodnických rodin (obchodní sítě, komunikace, mobilita, kosmopolitismus atd.). Význam hledání širšího horizontu po skončení povstání se týkal nejen expanze a obnovení podnikatelských aktivit, ale také roz-dílného chápání a rozdílného způsobu života.36

Vikelas obzvlášť zdůrazňoval rozšiřování horizontů, které mělo rozhodující význam pro strukturu a fungování řeckých podniků a jejich sítí.37 Po založení nezávislého řeckého státu a po jakémsi znormalizování vztahů s osmanskou říší mnohé obchodnické rodiny překročily těsné hranice řeckého státu a začaly hledat širší horizonty.38 Na základě systému příbuzenské vzá-jemné pomoci opustil Jeorjios Melas – abychom zůstali u příkladu Vikelasova dědečka – vysoký post, který v Řecku zastával v oblasti soudnictví, a odjel ze Syru do Taganrogu a později do Konstantinopole, kde dokázal přibližně 20 let po řeckém národním povstání obnovit své pod-niky. Do roku 1848 se obchodní aktivity rodiny Melasových (bratrů a bratranců Melasových) rozšířily do Moskvy, Oděsy, Konstantinopole, Taganrogu, Bejrútu, Marseille a Londýna.39

Zkušenost z řeckého národního povstání byla spojována, jak bylo přirozené, i s idealizováním národního ideálu. To se nikdy nezpochybňovalo a zařadilo se do liberální tradice generací. Národ-ní ideje, ideál svobody a nenávist k tyranům byly pěstovány prostřednictvím vzdělání a tradice. Ovlivňovalo je také evropské osvícenství a zásady francouzské revoluce. V tomto kontextu byl mezinárodní vývoj vnímán v případě Vikelase ještě očima dítěte a později mladého muže.

V průběhu revolučního roku 1848 bylo Vikelasovi 13 let a žil s rodinou v Konstanti-nopoli. Stejně jako jeho vrstevníci sledoval i Vikelas vývoj v Evropě se zvědavostí a nad-šením. Povstání na Západě byla vnímána jako boj evropských utlačovaných národů proti jejich tyranům. Scénář byl jasný: Rakousko a Rusko zastupovaly tyrany; Italové a Maďaři bojovali za národní svobodu proti tyranům.40

„Obecný nepokoj v Evropě měl své účinky na mé mladické srdce. Jak bychom já a mí vrstevníci mohli soucítit s nepřáteli Svobody?“41

„Od nemluvněte jsem byl vychován za poslechu chvalozpěvů na svobodu a opěvování odporu proti tyranům; mou duchovní potravou byly vojenské pochody Rigasovy a verše bratrů Sutsosových.“42

Krymská válka (1845–1856) zastihla Vikelase v Londýně při práci pro firmu jeho strýců.Ve svém životopise dopodrobna líčí reakce a snahy řecké obchodnické komunity (včetně svého vlastního přispění) podpořit a ochránit národní otázku.43 Způsob, kterým přijímá, analyzuje a hodnotí postoj a politiku velmocí, je takový, jaký lze očekávat od muže s jeho výchovou, rodinnou základnou a národní tradicí.44 Vikelas ustupuje do pozadí a pozoruje s odstupem a velmi kritickým pohledem vývoj v minulosti. Setkávají se tu dvě rozdílné roviny vyprávění: na jedné straně se ocitá mladý Vikelas na začátku své obchodní kariéry, na druhé straně Vi-kelas ve zralém věku, jehož způsob uvažování a názory se zformovaly v průběhu života a jeho činnosti v obchodním světě. Vikelas komentuje všechny ty dobře myšlené a vážné aktivity z odstupu, s lehkou ironií, humorem, realisticky, ale i skepticky podle toho, jestli tyto aktivity skutečně měly nějaký význam, pokud jde o jejich vysněný dopad na britskou společnost nebo politiku.45 Zdá se, že tato druhá paralelní rovina, tedy rovina Vikelase-kritika ve zralém věku, odráží nejen pragmatismus, který následuje za zkušeností, ale také více diferencovaný, resp. konzervativní postoj, který je spojen s jeho pozicí člena obchodní komunity a pramení z ní.

31 VIKELAS 1908, 4–5, 216–219.32 VIKELAS 1908, 4–5.33 VIKELAS 1908, 17–18.34 VIKELAS 1908, 18.35 Srov. rovněž VIKELAS 1908, 29–30, 310–313.36 Mobilita a kosmopolitismus byly pro život Vikelase charakteristické i poté, co se usadil v Řecku. Tato skutečnost

byla silně odsuzována jeho současníky. Obzvlášť ilustrativní pro toto vnímání života je Vikelasova poznámka, kterou napsal nedlouho předtím, než odjel z Konstantinopole do Londýna, kde měl začít svou profesionální kariéru: „Myšlenka, že pojedu do Anglie, že projedu Itálii, Francii, že uvidím obdivuhodné výdobytky kultury, zmírňovala můj žal z odloučení od matky. Jinak mě náš odedávna potulný život a roztroušenost naší rodiny na Západě i na Východě připravily na snadné přijetí každé změny plánu.“ (VIKELAS 1908, 169).

37 Podle Panajotopoulose si ta část řecké městské třídy, která se usadila v Řecku, dokázala prostřednictvím Řeků z osmanské říše udržet široké pole působnosti v osmanské říši a v zemích, které s ní byly spojeny, a to i přes svoji nízkou ekonomickou úroveň. Viz PANAJOTOPOULOS 1980, 223.

38 Viz VIKELAS 1908, 20. Srov. též DERTILIS 1985, 58, KARDASIS 1987, AGRIANDONI 1986, 84–98.

39 MELAS s.d., 201–235, 198–199, VIKELAS 1908, 5, 20, 59.40 VIKELAS 1908, 84–85.41 VIKELAS 1908, 85.42 VIKELAS 1908, 84.43 Psaním článků (Leon Melas napsal slavný článek Hints on the solution of the Eastern Question), vydáváním novin

(řecké noviny Eastern Star byly vydávány v Londýně) i pořádáním velkých shromáždění (např. takového, jaké se uskutečnilo v Crosby Hall poblíž londýnského City).

44 VIKELAS 1908, 289–230.45 VIKELAS 1908, 292, 298–300.

Page 14: Neograeca Bohemica

26

Αriadni Moutafidou

27

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka

Nový ideál městského blahobytuCharakteristické pro tento nově vytvořený pohled dospělého Vikelase je jeho narativní dílo Lukis Laras,46 které napsal v roce 1878 v době svého pobytu v Paříži. Vyšlo v roce 1879 a bylo založeno na písemném svědectví chijského obchodníka žijícího v Londýně, Lukase Zifose (Tzifose). Vikelas starce osobně znal a požádal ho o sepsání vzpomínek.47 Lukis Laras je tak hymnem na obchodní a městský život, který přináší blahobyt a bohatství. Toto dílo představuje typ obchodníka, jenž si v průběhu povstání zvolil neúčast na veřejném životě a místo toho si vybral cestu bohatství a blahobytu.48 Kniha zaznamenala úspěch, byla opakovaně vydávána, příznivě hodnocena soudobou kritikou a přeložena do mnoha evropských jazyků.49

Vikelas napsal toto dílo v době jedné z nejvážnějších krizí tzv. východní otázky. Bada-telé se dnes ptají, jak se něco takového mohlo stát za tak zvláštních historických a spole-čenských okolností let 1878–1879. Panajotis Moullas vysvětluje, že Vikelas chtěl „uká-zat, že pro mladou městskou generaci, vychovanou v obchodním a kosmopolitním klimatu zahraničí, skončilo období intenzivní ideologické mobilizace spolu s romantismem; že rok 1821 nemohl ‚fungovat‘ jinak než jako vzpomínka a svědectví, tedy zbavený dramatických a mytizujících prvků; že pouze střízlivější, rozumnější a uměřenější ideál odpovídal nové skutečnosti, která nastolila návrat do reality a změnu naladění společnosti.“50 Faktem pře-sto zůstává, že svým průkopnickým dílem Vikelas nezastupoval celou generaci, ale, jak zdůrazňují soudobí kritikové, jen malou „vyzrálejší“ menšinu.51

Ve své povídce neidealizuje řecké národní povstání, ale soustředí se místo toho na osobní úspěch Lukise Larase. Předvádí triumf individualismu a podnikavého ducha na pozadí ne-přízně dějin. Toto vyprávění, jak uvádí Dimitris Tziovas, odráželo hlavní aktivitu té doby (1830–1880), jíž bylo vytváření městské blahobytné společnosti.52

Mír, pokrok a svobodný obchodTřebaže Dimitrios Vikelas nikdy nezpochybnil národní ideál a jako intelektuál a vzdělanec pracoval intenzivně na podpoře národní otázky, zdá se, že Řekové žijící v zahraničí mě-li rozdílný, spíše konzervativnější způsob vnímání politické skutečnosti a národních idejí než Řekové žijící v Řecku. Historiografie uvádí, že Řekové žijící v zahraničí odpověděli na

Velkou myšlenku dogmatem o řecko-osmanství, které bylo spojeno především s osmanský-mi reformami a které předpokládalo akceptování, byť i jen dočasné, celistvosti osmanské říše.53

Vikelase zaměstnávaly složité otázky míru, svobodného obchodu, ekonomického rozvoje a silné a rozvinuté národní ekonomiky. V roce 1877 zveřejnil v časopise Estia dva články o ekonomovi Richardu Cobdenovi.54 Podle Cobdena (1804–1865) – továrníka, politika, příznivce svobodného obchodu a poslance – brzdily politické konflikty a válka svobodnýrozvoj obchodu, kterému se naopak dobře dařilo v dobách míru, přičemž vzkvétající klima svobodného obchodu bylo současně i garancí míru a blahobytu. Politický a vojenský vývoj v době východní krize v letech 1877–1878 zjevně bránil ekonomickému rozvoji, zatímco pouze mír mohl zaručit materiální pokrok.

V roce 1877 Syngros formuloval názor, že existoval rozdíl mezi tím, co přinášelo pro-spěch podrobeným a co svobodným Řekům, a že materiální blahobyt těch podrobených způsobil jejich neochotu se vzbouřit.55 Zdá se, že existoval rozpor mezi národním ideálem a ekonomickou realitou. V roce 1878 Vikelas píše z Paříže premiérovi Charilau Trikupiso-vi: „Názor vlivných lidí v Paříži je ten, že budoucnost Východu náleží takovému státu, jehož ekonomika bude zdravá.“56

Tento způsob myšlení a pojímání národní, politické a ekonomické reality byl charak-teristický nejen pro evropské Řeky, ale také pro tzv. řecko-osmanskou městskou třídu, která se upevnila od pol. 19. stol.57 V době, kdy řecké osvobozenecké hnutí získává svou nejrozporuplnější podobu, podporuje Vikelas mírový a nenásilný výklad Velké myšlenky, který se týkal proměny společnosti zevnitř a byl spojen s myšlenkami osvícenství. Vikelas hluboce věřil v rozhodující význam a vliv vědění a vzdělání na proměnu stavu národa.58 Pro Vikelase byly národní ideje úzce spojeny s prioritou politické a ekonomické stability, míru, ekonomického rozvoje a blahobytu. „Cirkulace myšlenek“ byla jediným efektivním prostředkem pro proměnu reality a světa.

46 VIKELAS 1879, VIKELAS 1991, MOULLAS 1974, 17–19, 20–21, 18–19, SACHINIS 1982, 65–103. Toto dílo bylo nejdříve vydáno v 10 pokračováních v časopisu Estia (od ledna 1879). V červnu 1879 vyšlo knižně v řečtině a ve stejném roce bylo přeloženo do francouzštiny a do němčiny. Viz TERDIMOU 1991, 45–50.

47 Zifosův rukopis se nachází v osobním Vikelasově archivu v Národní knihovně v Aténách. Byl vydán v roce 1991 v úvodu k nové edici Lukise Larase od Marianny Ditsa. Viz VIKELAS 1991, 1–21, SACHINIS 1982, 92–95.

48 Srov. MOULLAS 1974, 17.49 OIKONOMOU 1953, 261, SACHINIS 1982, 59, 65–79, DITSA 1991, 31*, 91*ff.50 MOULLAS 1974, 17–18.51 Ibid., 18, pozn. 1.52 TZIOVAS 2003, 31–32.

53 SKOPETEA 1988, 309–325.54 Článek Wright o anglickém ekonomovi Richardu Cobdenovi vyšel v Estii 28. srpna 1877 a překlad jednoho

Cobdenova dopisu pod názvem Cobdenův dopis z Atén 18. prosince 1877. Viz TERDIMOU 1991, 44–45. Ke kritice Marxe a Engelse u Cobdena viz DITSA 1991, 97*.

55 DITSA 1991, 98*, pozn. 214.56 OIKONOMOU 1953, 247. Pro různé způsoby interpretace této věty Vikelasovým životopiscem Oikonomοu

a Mariannou Ditsa viz OIKONOMOU 1953, 247, DITSA 1991, 98*.57 PANAJOTOPOULOS 1980, 224, EXERTZOGLOU 1999, PEPELASIS MINOGLOU 2002. Pro stručné představení

ekonomického významu řecko-osmanské společnosti viz ISSAWI 1999.58 Srov. „Panslavismus, Turky, Bulhary i Franky přemůžeme tím, že budeme vzdělávat národ šířením vědomostí

a rozvíjet jeho hmotný blahobyt, tedy dvěma věcmi, které spolu úzce souvisí.“ (OIKONOMOU 1953, 183). Viz také: „Nejsem pro Velkou myšlenku alespoň po dvě nebo tři generace. Chci, aby se řectví upevnilo ve svém vlastním domově. Řectví v Turecku se prosazuje samo.“ (OIKONOMOU 1953, 183, pozn. 2).

Page 15: Neograeca Bohemica

28

Αriadni Moutafidou

29

Dimitrios Vikelas: Životopis jednoho obchodníka

Shrnutí / ZávěrDimitrios Vikelas, obchodník a významný vzdělanec, absolvoval kariéru typickou pro členy velkých obchodnických rodin řecké diaspory ve 2. pol. 19. stol. Vikelas vnímal svět obchodu jako svět „urozenosti“: svět s privilegii, povinnostmi, odpovědností, svět založený na výcho-vě, tradici a cti; svět, který dává svým členům hrdost a důstojnost ekonomické nezávislosti. Pro úspěšného obchodníka byl nezbytný kodex chování, schopnosti a povahové přednosti. Ideální typ obchodníka či „podstata“ (ουσία) skutečného obchodníka však zahrnovala nejen talent, ale také nadšení a oddanost práci, přičemž tato otázka byla úzce spojena s „inklino-váním“ k určitému typu zaměstnání.

Systém vzájemné pomoci a spolupráce v rodině, jedno z nejdůležitějších kritérií úspě-chu a blahobytu řeckých podniků v 19. stol., se ukázal jako velmi cenný nejen v případech velkých národních či mezinárodních krizí nebo v případě osobního neúspěchu, ale také když byli členové rodiny, kteří uspěli a vynikli v jiných oblastech, přivedeni do rodinného podniku kvůli většímu zabezpečení, bohatství a ekonomické nezávislosti.

Vývoj na národní a mezinárodní scéně byl přijímán v rámci národních idejí. Ideál svobo-dy a nenávist k tyranům se pěstovaly prostřednictvím výchovy a tradice a byly ovlivňovány evropským osvícenstvím a zásadami francouzské revoluce. Řecké národní povstání bylo pro Vikelase úzce spojeno s národní pamětí a s kolektivní pamětí rodiny. Vypuknutí povstání znamenalo pro širší rodinu ztráty na životech, útěk do bezpečí, mnoho zastávek na různých místech a v různých zemích, uprchlický život, ztrátu majetku a život v chudobě. Mladší generace rodinnou historii přejímala a chovala v úctě, přičemž věrnost a oddanost rodině tvořily nerozlučitelné pouto. Důsledkem řeckého národního povstání bylo současně přeru-šení obchodních aktivit a způsobu života tradičních řeckých obchodnických rodin (obchodní sítě, komunikace, mobilita, kosmopolitismus). Nejdůležitější mezinárodní politický vývoj v západní Evropě a na Východě byl Vikelasem pojímán nejen v rámci výchovy ke svobodě a v rámci tradice, ale také realisticky a skepticky v rámci spíše konzervativního postoje, který vyplýval z jeho pozice člena obchodní komunity.

Třebaže Dimitrios Vikelas nikdy nezpochybnil národní ideál a jako intelektuál a vzdě-lanec pracoval intenzivně na podpoře národní otázky, je faktem, že Řekové žijící v zahra-ničí měli ve srovnání s Řeky žijícími v Řecku spíše konzervativní způsob vnímání politické skutečnosti a národních idejí. Problematika ekonomického rozvoje, silné národní ekono-miky, míru a svobodného obchodu proniká do Vikelasových myšlenek a textů. Budouc-nost Východu, jak uvádí, patří státu s prosperující ekonomikou. Vikelas hluboce věřil ve význam vědění a výchovy pro proměnu stavu národa „zevnitř“, ale také v prioritu politické a ekonomické stability, míru, ekonomického rozvoje a blahobytu. Jeho názory a hodnoty se soustředily na stabilitu ve společnosti, politice a ekonomice, na silnou vládu, veřejný pořádek, mír a blahobyt. Zosobňovaly konzervativní charakter a způsob myšlení obchodního světa.

Přeložila Kateřina Bočková Loudová

Bibliografie

AGRIANDONI CH. Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα, Athina 1986.ANASTASOPOULOS A. Building alliances: A Christian merchant in eighteenth-century Kara-

ferye. Oriente Moderno 25/1, 2006, 65–75.BALANOS D. Δημήτριος Βικέλας. Νέα Εστία 38, 1945, 493–498, 574–581.BITROS G., PEPELASIS MINOGLOU I. Entrepreneurship and market order: Some historical

evidence. Munich Personal RePEc Archive, paper no. 573, 2007, 1–17.DERTILIS G. Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880–1909, Athina

1985.DITSA Μ. Εισαγωγή. In: Μ. Ditsa (ed.). Δ. Βικέλας, Λουκής Λάρας, Athina 1991.EXERTZOGLOU H. The Development of a Greek Ottoman Bourgeoisie: Investment Patterns

in the Ottoman Empire, 1850–1914. In: D. Gondicas, Ch. Issawi (eds.). Ottoman Gre-eks in the Age of Nationalism: Politics, Economy and Society in the Nineteenth Century, Princeton NJ 1999, 89–114.

GILBAR G. The Muslim big merchant-entrepreneurs of the Middle East, 1860–1914. Die Welt des Islam 43/1, 2003, 1–36.

CHARLAFTI TZ. Ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας, 19ος–20ός αιώνας, Athina 2001.CHIONIDIS G. Η αρχοντική οικογένεια της Βέροιας των Μπικέλλα-Βικέλα, Veria 2006.CHIONIDIS G. Ο Δημήτριος Βικέλας και ο δεσμός του με τη Βέροια. 150 χρόνια από τη

γέννησή του, 1835–1985, Thessaloniki 1986.ISSAWI CH. Introduction. In: D. Gondicas, Ch. Issawi (eds.). Ottoman Greeks in the Age of

Nationalism: Politics, Economy and Society in the Nineteenth Century, Princeton NJ 1999, 1–16.

KARDASIS V. Σύρος: Σταυροδρόμι της Ανατολικής Μεσογείου, 1832–1857, Athina 1987. KARDASIS V. Έλληνες ομογενείς στη Νότια Ρωσία, 1775–1861, Athina 1998.KARDASIS V. Ο Ελληνισμός του Ευξείνου Πόντου, Athina 1997.LETSAS A. Δημήτριος Βικέλας, Thessaloniki 1951.MELAS L. Ηπειρωτικές μελέτες. Μία οικογένεια, μία ιστορία, Athina 1967.MOULLAS P. Εισαγωγή. In: Idem (ed.). Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Α. Παπαδιαμάντης

αυτοβιογραφούμενος, Athina 1974.OIKONOMOU A. Τρεις άνθρωποι. Συμβολή εις την ιστορίαν του ελληνικού λαού, 1780–1935.

Τόμος 2, Δημήτριος M. Βικέλας 1835–1908, Athina 1953.PANAJOTOPOULOS Β. Η βιομηχανική επανάσταση και η Ελλάδα 1832–1871. In: K. D. Grot-

husen (ed.). Εκσυγχρονισμός και βιομηχανική επανάσταση στα Βαλκάνια τον 19ο αιώνα, Athina 1980.

PAPADOPOULOS Ν. Ερμής ο Κερδώος, ήτοι Εμπορική Εγκυκλοπαίδεια, Venetia 1815–1817.PEPELASIS MINOGLOU I. Ethnic Minority Groups in International Banking: Greek Diaspo-

ra Bankers of Constantinople and Ottoman State Finances ca. 1840–1881. Financial History Review 9/2, 2002, 125–146.

Page 16: Neograeca Bohemica

30

Αriadni Moutafidou

31

SACHINIS A. Παλαιότεροι πεζογράφοι, Athina 1982.SKOPETEA E. Το ‘πρότυπο’ βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος

στην Ελλάδα, 1830–1880, Athina 1988.SYNGROS A. Απομνημονεύματα, τόμ. 1, Athina 1908.TERDIMOU Μ. Χρονολόγιο Δημήτριου Βικέλα, Iraklio 1991.TZIOVAS D. The Other Self. Selfhood and Society in Modern Greek Fiction, Lanham, MD

2003.TZIOVAS D. Indigenous Foreigners: The Greek Diaspora and Travel Writing (1880–1930).

In: D. Tziovas (ed.). Greek Diaspora and Migration since 1700. Society, Politics and Culture, Farnham 2009, 157–175.

VIKELAS D. Η ζωή μου. Παιδικαί αναμνήσεις. Νεανικοί χρόνοι, Athina 1908.VIKELAS D. Λουκής Λάρας. Εd. Μ. Ditsa, Athina 1991.VIKELAS D. Άπαντα,. Ed. A. Angelou, τόμ. 1–8, Athina 1997. VIKELAS D. Λουκής Λάρας: Αυτοβιογραφία γέροντος Χίου, Athina 1879.WEBER M. The protestant ethic and the spirit of capitalism, London 1976.

NIΚΟΛΑΟΣ ΖΑΓΚΛΑΣ

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

Όταν ξεκίνησα να γράφω την εισήγησή μου συνειδητοποίησα – από την πρώτη κιόλας στιγμή – τη δυσκολία του εγχειρήματος, καθώς τα 40 λεπτά δεν επαρκούν για να αναφερθεί κάποιος σε έναν συγγραφέα που κατέχει μια από τις πιο εξέχουσες θέσεις τόσο στη μακρόχρονη ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας όσο και στην ακόμη σχετικά νέα επιστήμη της βυζαντινολογίας. Ο Θεόδωρος Πρόδρομος είναι κυρίως γνωστός για το ποιητικό του έργο, αφού είναι ένας από τους πιο σημαντικούς αλλά και πολυγραφότερους βυζαντινούς ποιητές με μια παρακαταθήκη που ξεπερνά τους 17.000 στίχους. Θα πρέπει ωστόσο να αναφέρουμε ότι το συγγραφικό έργο του Προδρόμου δεν περιορίζεται μόνο στον έμμετρο λόγο, καθώς του αποδίδονται επίσης περίπου 30 επιστολές,1 θεολογικά έργα, όπως μια εξήγηση στους κανόνες του Κοσμά και του Ιωάννη του Δαμασκηνού2 – έργο που έτυχε μάλιστα ιδιαίτερα μεγάλης διάδοσης τόσο στη βυζαντινή όσο και στη μεταβυζαντινή περίοδο – καθώς και ένας βίος του Αγίου Μελετίου του Νέου·3 επίσης, έργα φιλοσοφικής φύσεως, όπως ο ακόμη ανέκδοτος σχολιασμός στο δεύτερο βιβλίο της πραγματείας Ἀναλυτικὰ Ὕστερα του Αριστοτέλη·4 έργα σατιρικά,5 μια γραμματική6 καθώς και ένα από τα πιο γνωστά και σημαντικά μυθιστορήματα του 12ου αιώνα: Τὰ κατὰ Ροδάνθην καὶ Δοσικλέα.7 Η ποικιλία και ο πλούτος του έργου του μας επιτρέπει λοιπόν να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα και να τον χαρακτηρίσουμε ως έναν από τους πιο «ολοκληρωμένους» βυζαντινούς λογίους.

Σκοπός της εισήγησής μου είναι να προσφέρω μια σφαιρική εικόνα τόσο για τον ίδιο τον ποιητή όσο και για το ποιητικό του έργο. Η ομιλία μου χωρίζεται σε τρία μέρη· στο πρώτο, θα αναφέρω μερικά βασικά βιογραφικά στοιχεία για τον Πρόδρομο. Στο δεύτερο μέρος, θα αναφερθώ στο ποιητικό του έργο, και πιο συγκεκριμένα στο θεματικό περιεχόμενο των ποιημάτων του, σε κάποια βασικά μοτίβα και σε κάποιες καινοτομίες που εισήγαγε ο Πρόδρομος στον ποιητικό λόγο. Θα κλείσω την ομιλία μου με μια πολύ σύντομη αναφορά στη χειρόγραφη παράδοση του συγγραφικού του έργου καθώς και στο λεγόμενο «προδρομικό ζήτημα».

1ο μέρος: Βιογραφικά στοιχείαΠαρότι η ζωή και η δράση του Προδρόμου έχουν υπάρξει αντικείμενο αρκετών μελετών, δε θα μπορούσαμε να πούμε πως η εικόνα που έχουμε για τον ποιητή είναι ξεκάθαρη.

1 HÖRANDNER 1974, 41–43 και OP DE COUL 2009, 231–239.2 HÖRANDNER 1974, 112.3 Ibid., 45 αρ. 113.4 Ibid., 48 αρ. 134.5 Ibid., 49–52 αρ. 131–152. 6 Ibid., 49 αρ. 38.7 Ibid., 55 αρ. 163 και MARCOVICH 1991.

Page 17: Neograeca Bohemica

32

Nικόλαος Ζάγκλας

33

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

Η βασική αιτία είναι ότι τις περισσότερες φορές αναγκαζόμαστε να βασίσουμε τα συμπεράσματά μας σε σκόρπιες, αποσπασματικές και πολύ συχνά διφορούμενες σε σχέση με το νόημά τους αναφορές που βρίσκουμε είτε στο ποιητικό του έργο είτε σε έργα άλλων σύγχρονων συγγραφέων του 12ου αιώνα. Για παράδειγμα, ενώ γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι ο Πρόδρομος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, καθώς το αναφέρει ο ίδιος σε ένα από τα ποιήματά του,8 δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τη χρονολογία γέννησής του. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Παπαδημητρίου, ένας από τους πρώτους ερευνητές του προδρομικού έργου, τοποθέτησε τη χρονολογία γέννησης του ποιητή ανάμεσα στα 1070 και 1077.9 Η πρότασή του όμως απορρίφθηκε από άλλους μελετητές, οι οποίοι με πειστικά επιχειρήματα μετέθεσαν χρονικά τη γέννηση του ποιητή γύρω στο 1096.10 Ο Hörandner, ο οποίος είναι ο εκδότης του μεγαλύτερου μέρους του ποιητικού έργου του Προδρόμου, αλλά ταυτόχρονα και ο καλύτερος γνώστης του, τοποθέτησε τη γέννηση του ποιητή στο 1100 ± 4 χρόνια, υποστηρίζοντας ότι ο Πρόδρομος ίσως να ήταν λίγο νεότερος από το δάσκαλό του Στέφανο Σκυλίτζη, του οποίου η χρονολογία γέννησης μπορεί να τοποθετηθεί με απόλυτη βεβαιότητα στο έτος 1096.11

Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ως κριτήριο τη δυνατή φιλία που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους δύο άνδρες, μπορούμε με σχετική ασφάλεια να πούμε ότι η διαφορά ηλικίας ανάμεσα στον Σκυλίτζη και στον Πρόδρομο ήταν μικρή. Πιστεύω, όμως, ότι η διαφορά ηλικίας από τον έτερο δάσκαλό του Μιχαήλ Ιταλικό θα πρέπει να ήταν αρκετά μεγαλύτερη, καθώς ο τελευταίος (γεννημένος το 1090) σε μία επιστολή του προς τον Πρόδρομο αναφέρει χαρακτηριστικά: περιμένουσι γὰρ οἱ γεραίτεροι τὰς τῶν νεοτέρων προσαγορείας, ἔπειτα κἀκεῖνοι προσαγορεύουσι.12 Βάσει, λοιπόν, αυτής της αναφοράς, και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το πρώτο ποίημά του χρονολογείται στο έτος 1122,13 μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Πρόδρομος θα πρέπει να γεννήθηκε λίγο μετά το 1100.14

Ακόμα μεγαλύτερη ασάφεια επικρατεί πάντως ως προς τη χρονολογία θανάτου του ποιητή. Σύμφωνα με τον Hörandner, ο θάνατός του θα πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στο 1156 και 1158/1159,15 καθώς το τελευταίο χρονολογημένο ποίημά του είναι ένας έμμετρος επιτάφιος λόγος για το Μιχαήλ Παλαιολόγο, ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας στην Ιταλία στο τέλος του 1155 ή στις αρχές του 1156 (αρ. ποιημ. LXVI–LXVII), ενώ, την ίδια στιγμή, σε ένα ποίημα του Μαγγανείου Προδρόμου, το οποίο χρονολογείται στα 1158/59, ο Πρόδρομος μνημονεύεται ως νεκρός.16 Αντίθετα, ο Kazhdan τοποθετεί το θάνατο του ποιητή αρκετά αργότερα, και πιο συγκεκριμένα προς το τέλος της δεκαετίας του 1160 ή ακόμα και προς το τέλος της επόμενης δεκαετίας. Ο Kazhdan χρησιμοποιεί τρία επιχειρήματα για να στηρίξει την υπόθεσή του· πρώτον, στο γνωστό ποίημα για το αδελφάτο, ο Μαγγάνειος δεν αναφέρεται στον Θεόδωρο Πρόδρομο αλλά πιθανότατα στον παππού του.17 Δεύτερον, ο Πρόδρομος έγραψε κατά παραγγελία του Ανδρονίκου Καματηρού, που βρέθηκε στο προσκήνιο από το 1157 μέχρι τη δεκαετία του ‘70, ένα επίγραμμα για μια εικόνα της Θεοτόκου (αρ. ποιήμ. LVII). Και τρίτον, η ύπαρξη μιας έμμετρης μονωδίας για τον Αλέξιο Κοντοστέφανο, ο οποίος έζησε τουλάχιστον μέχρι το 1166 ή ακόμα και μέχρι το 1176. Παρόλο που ο Hörandner χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο ποίημα ως νόθο, κυρίως, εξαιτίας της χρονολογίας σύνθεσής του,18 ο Kazhdan διαφωνεί μαζί του και το κατατάσσει στα αυθεντικά ποιήματα του Προδρόμου.19

Θα πρέπει βέβαια να τονίσουμε ότι τα προαναφερθέντα επιχειρήματα του Kazhdan δεν είναι καθόλου πειστικά και μπορούν εύκολα να αντικρουστούν.20 Όσον αφορά το πρώτο επιχείρημα, ο Hörandner σε μια βιβλιοκρισία του έχει ήδη αποδείξει ότι η συγκεκριμένη αναφορά έχει να κάνει με τον ίδιο τον ποιητή και όχι με κάποιον άλλο.21 Δεύτερον, ο Ανδρόνικος Καματηρός γεννήθηκε περίπου το 111022 και προερχόταν από μια πολύ ισχυρή οικογένεια,23 είναι πολύ πιθανό επομένως να είχε παραγγείλει το συγκεκριμένο επίγραμμα αρκετά νωρίτερα. Επιπλέον, ο Καματηρός ήδη από το 1155 έφερε το αξίωμα του ἐπὶ τῶν δεήσεων,24 δεν αποκλείεται λοιπόν εκείνη τη χρονική στιγμή να θέλησε με το συγκεκριμένο επίγραμμα να ευχαριστήσει τη Θεοτόκο. Τέλος, σχετικά με το τρίτο επιχείρημα του Kazhdan, ο Βάρζος, ο οποίος έχει ασχοληθεί επισταμένα με τη γενεαλογία

8 Ibid., 551 στ. 36 (Χαῖρε, φίλη γενέτειρα, τί μοι, φίλε θυμέ, πατάσσεις;).9 PAPADIMITRIOU 1902, 1–54. 10 PETIT 1903, 1–14, κυρίως από σ. 3 και εξής. Πρβλ. επίσης KURTZ 1904, 535–538.11 HÖRANDNER 1974, 23.12 BROWNING 1962, 286. Πρβλ. επίσης την αγγλική μετάφραση: “it is the older ones that await to be addressed by

the younger ones” PAPAIOANNOU 2007, 224.13 HÖRANDNER 1974, 182. 14 Αν μάλιστα αποδεχθούμε ότι το ποίημα του Majuri γράφτηκε από τον Πρόδρομο, τότε ο στίχος 20 (ἀλλ’ ἀπ’

αὐτῆς τῆς βρεφικῆς καὶ πρώτης ἡλικίας) του συγκεκριμένου ποιήματος μας βοηθάει ακόμα περισσότερο στο να υποστηρίξουμε ότι ο Πρόδρομος γεννήθηκε λίγο μετά το 1100 αφού αναφέρει ότι έγραψε τα πρώτα ποιήματα για την οικογένεια των Κομνηνών σε πολύ νεαρή ηλικία – βλ. MAJURI 1919, 399. Όσον αφορά την πατρότητα του συγκεκριμένου ποιήματος, θα πρέπει να αναφέρουμε την ύπαρξη κάποιων λέξεων και φράσεων που απαντούν μόνο σε ποιήματα του Προδρόμου. Για παράδειγμα, στον στ. 28 η λέξη πορφυράνθητος (νεολογισμός) χρησιμοποιείται έξι φορές στο ποιητικό έργο του Προδρόμου, ενώ δεν υπάρχει σε άλλο κείμενο του 12ου αιώνα, παρά μόνο δύο φορές στο έργο του Μανουήλ Φιλή. Επίσης, στον στ. 3 η λέξη ἀγλάϊσμα δεν απαντά σε άλλο ποιητικό έργο του 12ου αιώνα παρά μόνο σε ένα ιστορικό ποίημα του Προδρόμου (αρ. ποιήμ. XLV, στ. 384).

15 HÖRANDNER 1967, 96 και HÖRANDNER 1974, 22 και 32.16 HÖRANDNER 1967, 96. Για το κείμενο βλ. BERNARDINELLO 1972, 71 στ. 27–47.17 Σύμφωνα με μια άλλη υπόθεση, ο Μαγγάνειος σε αυτό το σημείο αναφέρεται στον Ιωάννη τον Πρόδρομο βλ.

BEATON 1987, 17–20.18 HÖRANDNER 1974, 69.19 ΚAZHDAN, FRANKLIN 1984, 88–89 και 92–93.20 O Migliorini στην εισαγωγή της διδακτορικής του διατριβής έχει ασκήσει κριτική στο συγκεκριμένο κεφάλαιο του

Kazhdan βλ. MIGLIORINI 2010, XI–XVI.21 HÖRANDNER 1988, 469. Πρβλ. επίσης KULHÁNKOVÁ 2011,34–35.22 BUCOSSI 2009, 114.23 Ibid., 115.24 BURY 1911, 77–78, OIKONOMIDES 1972, 322 και KAZHDAN 1991, 724.

Page 18: Neograeca Bohemica

34

Nικόλαος Ζάγκλας

35

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

των Κομνηνών, τοποθετεί το θάνατο το Αλέξιου Κοντοστέφανου στο έτος 1176·25 αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο Πρόδρομος τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο θα ήταν περίπου 75 χρόνων. Η υπόθεση του Kazhdan αποδυναμώνεται ακόμη περισσότερο, αν λάβουμε μάλιστα υπ’ όψιν μας ότι ο Πρόδρομος έπασχε από ευλογιά, μια πολύ σοβαρή ασθένεια για την οποία κάνει λόγο τόσο στο ποιητικό όσο και στο επιστολογραφικό του έργο ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1140.

Η έλλειψη πληροφοριών και η αοριστία για τη ζωή του Προδρόμου δεν περιορίζεται όμως στα χρονικά όρια δραστηριότητας του ποιητή. Εξίσου λίγες είναι οι πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας για την οικογένεια του ποιητή, το στενό και ευρύτερο περιβάλλον του, καθώς και για την εκπαίδευση που έλαβε. Σε δύο μόνο σημεία του ποιητικού του έργου αναφέρει ότι ο πατέρας του έφερε το ίδιο όνομα,26 ενώ σε ένα άλλο ποίημα τον χαρακτηρίζει ως έναν άνθρωπο μορφωμένο και πολυταξιδεμένο.27 Κάποιες επιπλέον πληροφορίες για την οικογένειά του μπορούμε να εντοπίσουμε στο ιστορικό ποίημα LIX, όπου ο Πρόδρομος υπερασπίζεται τον εαυτό του εναντίον κάποιου Βαρύ, καθώς ο τελευταίος τον είχε κατηγορήσει ως αιρετικό. Στον στίχο 186 του συγκεκριμένου ποιήματος αναφέρει ότι και ο παππούς του λεγόταν Πρόδρομος, ενώ στους επόμενους δύο στίχους κάνει λόγο για κάποιο θείο του, ο οποίος λεγόταν Χριστὸς και κατείχε κάποιο υψηλό εκκλησιαστικό αξίωμα στην ευρύτερη περιοχή της Ρωσίας. Πολλοί μελετητές μάλιστα τον έχουν ταυτίσει με το μητροπολίτη Κιέβου Ιωάννη Β΄,28 ενώ ο Kazhdan με τον επίσκοπο Σμολένσκ που έδρασε περί τα μέσα του 12ου αιώνα.29 Και στις δύο περιπτώσεις όμως τα επιχειρήματα των μελετητών στερούνται απτών αποδεικτικών στοιχείων, με αποτέλεσμα να παραμένουν απλές υποθέσεις.

Όπως αναφέρθηκε ήδη, δάσκαλοί του ήταν ο Στέφανος Σκυλίτζης, ο οποίος πριν γίνει μητροπολίτης Τραπεζούντας υπήρξε δάσκαλος στο ορφανοτροφείο του Αγίου Πέτρου και Παύλου,30 καθώς και ο μετέπειτα μητροπολίτης Φιλιππούπολης Μιχαήλ Ιταλικός. Κάποιες βασικές πληροφορίες για τη μόρφωσή του αντλούμε από το ποίημα XXXVIII, όπου αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ξεκίνησε με την τέχνη της γραμματικής, την οποία μάλιστα παρομοιάζει με μια απέραντη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Στη συνέχεια πέρασε στα στενά αλλά και ορμητικά νερά της ρητορικής, ενώ στο τέλος τον δέχθηκε ο ωκεανός της φιλοσοφίας.31 Βέβαια, τη μεγαλύτερη απόδειξη για το εύρος της μόρφωσής του αποτελούν τα ίδια τα έργα του, καθώς εκεί βρίσκουμε αναρίθμητες παραπομπές τόσο σε κλασικούς όσο και σε βυζαντινούς συγγραφείς. Ανάμεσα σε αυτούς ξεχωρίζουν ο Όμηρος, οι τραγικοί

ποιητές, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Γεώργιος Πισίδης, ο Χριστόφορος Μυτιληναίος, και φυσικά τα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.32

Τέλος, το ερώτημα κατά πόσο ο ίδιος Πρόδρομος υπήρξε δάσκαλος έχει προκαλέσει ενδιαφέρουσες συζητήσεις μεταξύ των μελετητών. Ο Browning, βάσει μιας επιστολής του Προδρόμου προς το δάσκαλό το Μιχαήλ Ιταλικό, υποστήριξε ότι ο Πρόδρομος διέμενε στο ορφανοτροφείο των αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου που τον 12ο αιώνα αποτέλεσε τμήμα της λεγόμενης Πατριαρχικής σχολής.33 Αναφέρει μάλιστα ότι ο Πρόδρομος δίδαξε εκεί είτε ως γραμματικός είτε ως μαΐστωρ τῶν ῥητόρων.34 O Hörandner, από την άλλη πλευρά, αντιμετώπισε με σκεπτικισμό την πρόταση του Browning, και χρησιμοποιώντας ως βάση τη χρονολογία συγγραφής αυτής της επιστολής – δεκαετία του 1140 – αναφέρει ότι ο Πρόδρομος, λόγω της σοβαρότητας της ασθένειάς του, πιθανότατα απλώς διέμενε στο ορφανοτροφείο χωρίς απαραίτητα να διδάσκει.35

Παρόλα αυτά υπάρχουν αρκετά στοιχεία – μερικά από τα οποία τα αναφέρει και ο Hörandner –36 που μαρτυρούν τη διδακτική δραστηριότητα του Προδρόμου. Πρώτα απ’ όλα, υπάρχουν αρκετές αναφορές στο ποιητικό του έργο· θα αναφέρω, για παράδειγμα, το ιστορικό ποίημα LXXI προς τον αυτοκρατορικό γραμματέα Θεόδωρο Στυπιώτη, όπου ο Πρόδρομος ξεκινάει το ποίημα ως εξής: Ὦ βέλτιστε γραμματικῶν καὶ μαθητῶν καὶ φίλων. Στους στίχους μάλιστα 7–15 του ίδιου ποιήματος θυμίζει στον πρώην μαθητή του ότι τον δίδαξε σχεδογραφία, γραμματική και ποίηση, και πως για τον Στυπιώτη τα λόγια του ήταν τροφή και νερό, ενώ τα αυτοκρατορικά εγκώμια τον συνάρπαζαν. Παρόμοιες αναφορές υπάρχουν και σε έργα άλλων συγγραφέων του 12ου αιώνα: π.χ. ο Νικήτας Ευγενιανός σε μια μονωδία του για τον Πρόδρομο γράφει: γλῶτταν (sc. Πρόδρομος) ἀσόφους σοφίζουσαν.37 Ένα ακόμη στοιχείο αποτελεί η συγγραφή μιας γραμματικής· το έργο αυτό μπορεί να είναι αφιερωμένο στη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη, αλλά αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα στη συνέχεια να χρησιμοποιήθηκε και ως σχολικό εγχειρίδιο.38 Το πιο πειστικό ίσως στοιχείο αποτελεί η ενασχόληση του ποιητή με τη σχεδογραφία, όπως αυτή αποτυπώνεται με την παραγωγή του έργου Σχέδη τοῦ μυός,39 αλλά και μιας σειράς άλλων σχεδών.40 Τέλος, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι το εύρος και ο πλούτος του συγγραφικού του έργου είχαν καταστήσει τον Πρόδρομο έναν από τους πιο περιζήτητους δασκάλους του 12ου αιώνα.

25 BARZOS 1984, 58.26 HÖRANDNER 1974, 201, στ. 1–2 και 465, στ. 17–18.27 Ibid., 378, στ. 19–21.28 Ibid., 23.29 ΚAZHDAN, FRANKLIN 1984, 100.30 BROWNING 1963, 25 και εξής. Βλ. επίσης MILLER 2003, κυρίως 209–246.31 Ο Πρόδρομος αναφέρεται στη συγκεκριμένη ακολουθία (γραμματική–ρητορική–φιλοσοφία) και στο έργο του:

Περὶ τοὺς διὰ πενίαν βλασφημοῦντας τὴν πρόνοιαν (PG 133,1291–1302), αλλά και σε έναν λόγο προς τον Πατριάρχη Ιωάννη Θ΄ Αγαπητό βλ. MANAfiS 1974, 233–234, σειρές 166–192.

32 Πρβλ. το ευρετήριο στην έκδοση του Παπαγιάννη για τα τετράστιχα για την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. PAPAGIANNIS 1997, 391–403.

33 BROWNING 1962, 174–177.34 BROWNING 1963, 22 και εξής.35 HÖRANDNER 1974, 28.36 Ibid. 27–30.37 PÉTIT 1902, 446–463, κυρίως 452, 7–8.38 ZAGKLAS 2011, 13–22.39 HÖRANDNER 1974, 52. Πρβλ επίσης PAPADIMITRIOU 1969, 210–222 και PAPATHOMOPOULOS 1979, 377–399.40 HÖRANDNER 1974, 62–64· SCHIRÒ 1949, 11-29· GALLAVOTTI 1983, 3–35, 29–30 και VASSIS 1993–1994, 1–19.

Page 19: Neograeca Bohemica

36

Nικόλαος Ζάγκλας

37

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

2ο μέρος: Το ποιητικό έργο του ΠροδρόμουΟ Hörandner στην εισαγωγή της έκδοσής του για τα ιστορικά ποιήματα έχει συντάξει έναν αναλυτικό κατάλογο για το σύνολο του προδρομικού έργου· στον κατάλογο αυτό κεντρική θέση κατέχουν τα 113 αυθεντικά ποιητικά του έργα,41 τα οποία μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις βασικές κατηγορίες: α) τα ιστορικά ποιήματα, β) τα θεολογικά ποιήματα, γ) τα σατιρικά ποιήματα και δ) μια ομάδα ποιημάτων των οποίων η θεματική ποικίλλει.

Αυτά τα 113 διασωθέντα ποιήματα αποτελούν αναμφισβήτητα την καλύτερη απόδειξη για τη γόνιμη δράση του ποιητή μας. Φυσικά, στην πλούσια ποιητική του παραγωγή συνέβαλε και το γεγονός ότι ο Πρόδρομος ήταν ένας «επαγγελματίας ποιητής», αυτό που περιγράφεται ακόμη ακριβέστερα με το γερμανικό όρο Auftragsdichter. Ο Πρόδρομος βέβαια δεν αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα, καθώς οι περισσότεροι ποιητές – ειδικά από τις αρχές του 12ο αιώνα – συνηθίζουν να λαμβάνουν για τα έργα τους ως αντάλλαγμα κάποιου είδους αμοιβή, η οποία μπορεί να είναι χρηματικής φύσεως ή κάποια επιφανής και επικερδής θέση τόσο στη δημόσια όσο και στην εκκλησιαστική διοίκηση της αυτοκρατορίας.42 Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας σχέσης εξάρτησης ανάμεσα στους διανοούμενους της εποχής και τους παραγγελιοδότες των έργων τους, την οποία, μάλιστα, θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως μια σχέση προστάτη και προστατευομένου.43 Σε αυτό το παγιωμένο σύστημα πρέπει να εισήχθη και ο Πρόδρομος μετά το πέρας των σπουδών του, πιθανότατα από το δάσκαλό το Μιχαήλ Ιταλικό, ο οποίος ανήκε ήδη στον κύκλο της Ειρήνης Δούκαινας.44 Από το 1122 μάλιστα και εξής η αυτοκρατορική οικογένεια των Κομνηνών αποτελεί τον κύριο παραγγελιοδότη των ποιημάτων του, καθώς 55 από τα 113 ποιήματα είναι αφιερωμένα σε κάποιο από τα μέλη της.45

Τα περισσότερα απ’ αυτά τα ποιήματα είναι αφιερωμένα στον αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνό (1118–1143). Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι ο Πρόδρομος αποτέλεσε «τον προσωπικό ποιητή» του αυτοκράτορα Ιωάννη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι ανήκε στον πολύ στενό κύκλο του. Όσον αφορά τη θεματική αυτών των έργων, ο ποιητής στα περισσότερα απ’ αυτά εξυμνεί κάποια στρατιωτική επιτυχία του αυτοκράτορα εναντίον των βαρβάρων. Το γεγονός αυτό συνδέεται με τον έντονο μιλιταρισμό της δυναστείας των Κομνηνών και κατ’ επέκταση με το ιδιαίτερο βάρος που δίνεται στην ανάδειξη των στρατιωτικών αρετών του εκάστοτε αυτοκράτορα.46 Σε κανένα σημείο του ποιητικού του έργου δεν βλέπουμε, για παράδειγμα, τον ποιητή να θαυμάζει τον αυτοκράτορα για τη φιλομάθειά του ή για το πόσο δίκαιος ήτανε. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ακόμα

και σε περιπτώσεις, όπου άμεσος σκοπός του ποιήματος δεν είναι να εξυμνήσει κάποια συγκεκριμένη στρατιωτική επιτυχία του αυτοκράτορα, υπάρχει σαφής αναφορά στα στρατιωτικά κατορθώματά του. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ενδεικτικά ένα επιτάφιο ποίημα (αρ. ποιήμ. ΧΧΙΧ) προς τιμήν του Ιωάννη, στο οποίο δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις στρατιωτικές αρετές και ικανότητες του αυτοκράτορα, καθώς στους 13 από τους 52 στίχους ο ποιητής αναφέρεται ονομαστικά στις πόλεις και στα έθνη που υπέταξε και υποδούλωσε.

Ένα άλλο στοιχείο, το οποίο τονίζεται ιδιαίτερα στα ποιήματα του Προδρόμου για τον Ιωάννη Β΄ Κομνηνό, είναι το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας γεννήθηκε στην πορφύρα. Τον αποκαλεί τουλάχιστον πενήντα φορές πορφυρογέννητο, ενώ πλούσιο και πρωτότυπο είναι και το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί όταν αναφέρεται στο γεγονός αυτό: πορφυρόβλαστος, πορφυρανθής, πορφυράκτινος, πορφυραυγής και πορφυρογεννής. Τέλος, όπως έχει ήδη επισημανθεί από άλλους μελετητές, ο Πρόδρομος χρησιμοποιώντας κάποια συμβατικά μέσα των αυτοκρατορικών εγκωμίων παρομοιάζει συνήθως τον Ιωάννη είτε με τον ήλιο είτε με λιοντάρι.47

Η θεματική του προδρομικού έργου δεν περιορίζεται όμως στον αυτοκράτορα Ιωάννη και στις στρατιωτικές επιτυχίες του. Στο ποίημα XIII που φέρει τον τίτλο: Εἰς γάμον βασιλικὸν παιάνις ·τοῖς δήμοις, ο Πρόδρομος έγραψε για τον γάμο μιας εκ των θυγατέρων του αυτοκράτορα Ιωάννη. Περίπου την ίδια θεματική έχει και το ποίημα με τίτλο: Εἰσιτήριοι ἐπὶ τῇ νυμφευθείση ἐξ Ἀλαμανῶν τῷ πορφυρογεννήτῳ κῦρ Μανουὴλ καὶ σεβαστοκράτορι (αρ. ποιήμ. ΧΧ), όπου ο ποιητής καλωσορίζει τη μελλοντική γυναίκα του Μανουήλ Κομνηνού (1143–1180) Bertha-Ειρήνη του Sulzbach.48 Ο ποιητής αφορμάται επίσης από το θάνατο μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας: π.χ. το ιστορικό ποίημα με τίτλο: Ἐπιτάφιοι τῇ μακαρίτιδι βασιλίσσῃ Ῥωμαίων κυρᾷ Εἰρήνῃ ὡς ἀπὸ τῆς κειμένης (αρ. ποιήμ. VII) είναι ένας επιτάφιος λόγος για την Ειρήνη της Ουγγαρίας, τη σύζυγο του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού. Βέβαια, ο μεγαλύτερος αριθμός επιτάφιων ποιημάτων είναι και πάλι αφιερωμένος στον αυτοκράτορα Ιωάννη. Δεν θα μπορούσαν, φυσικά, να λείπουν από το προδρομικό έργο και ποιήματα για τις γεννήσεις μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας, όπως, για παράδειγμα, το ποίημα για τη γέννηση του σεβαστοκράτορα Ισαακίου Κομνηνού (αρ. ποιήμ. XLII).

Τέσσερα από τα ιστορικά ποιήματα (αρ. ποιημ. ΧLIV–XLVIII) του Προδρόμου σχετίζονται με τη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη, η οποία θεωρείται η πιο σημαντική προστάτιδα των γραμμάτων το 12ο αιώνα.49 Η αφιέρωση αυτών των τεσσάρων ποιημάτων, καθώς και μιας γραμματικής μας επιτρέπουν μάλιστα να τον τοποθετήσουμε στο λεγόμενο «κύκλο», τον οποίο είχε δημιουργήσει η Ειρήνη και στον οποίο ανήκαν μερικοί από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της εποχής, όπως ο Μαγγάνειος Πρόδρομος, ο Ιωάννης Τζέτζης, ο Κωνσταντίνος Μανασσής και ο Ιάκωβος Μοναχός. Μια άλλη σημαντική ομάδα αποτελείται

41 HÖRANDNER 1974, 37–56.42 BROWNING 1980, 152. Πρβλ. επίσης BEATON 1987, 4.43 Για τη σχέση ποιητών και προστατών στο 12ο αιώνα βλ. MAGDALINO 1993, 346-352 για τους αιώνες 7ο με 10ο

πρβλ. LAUXTERMANN 2003, 34–45.44 MAGDALINO 1993, 348.45 Τα συγκεκριμένα ποιήματα – μαζί με άλλα 24 – ανήκουν στην κατηγορία των ιστορικών ποιημάτων βλ.

HÖRANDNER 1974, 37–40.46 HÖRANDNER 1974, 79–109. Βλ. επίσης KAZHDAN, WHARTON EPSTEIN 1985, 106–110.

47 Βλ. HÖRANDNER 1974, 79–109 και JEffREYS 2011, 28.48 Ibid., 268–270.49 Για τη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη βλ. BARZOS 1984, I, 362–378· JEFFREYS 1994, 40–68 και RHOBY 2009, 305–336.

Page 20: Neograeca Bohemica

38

Nικόλαος Ζάγκλας

39

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

από ποιήματα που απευθύνονται σε διάφορους υψηλόβαθμους αξιωματούχους, όπως στον ορφανοτρόφο Αλέξιο Αριστηνό (αρ. ποιήμ. LVI), το λογοθέτη Στέφανο Μελή (αρ. ποιήμ. LXVIII–LXX), και σε πρώην μαθητές του, όπως το γραμματικό Θεόδωρο Στυπιώτη (αρ. ποιήμ. LXXI–LXXIII). Αυτά τα ποιήματα μας προσφέρουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για την επισφαλή κοινωνική και οικονομική θέση του Προδρόμου, καθώς γίνεται φανερό ότι ο ποιητής δεν είχε άμεση πρόσβαση στο παλάτι και γι’ αυτό τον λόγο έπρεπε συχνά να απευθυνθεί στους προστάτες του ούτως ώστε να λάβει την αμοιβή του. Ο Πρόδρομος δεν δίστασε, όμως, να κάνει λόγο για τη φτώχεια του και στα ποιήματα τα οποία απευθύνονται στον ίδιο τον αυτοκράτορα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ιστορικό ποίημα ΧV, όπου ο ποιητής παραπονιέται στον Ιωάννη Κομνηνό αναφέροντας ότι ενώ ο αυτοκράτορας διεξάγει επιτυχώς πολέμους εναντίον των βαρβάρων, δεν πράττει το ίδιο με τον εχθρό του ποιητή που δεν είναι άλλος από την πενία του.50 Τα συγκεκριμένα χωρία, στα οποία ο ποιητής παραπονιέται για τη φτώχεια του και τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, είναι διάσπαρτα στο προδρομικό έργο, ενώ είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Πρόδρομος χαρακτηρίζεται από αρκετούς μελετητές ως ο πατέρας της επαιτικής ποίησης.51

Μεγάλη είναι η συνεισφορά του ποιητή και στη θεολογική ποίηση. Την πρώτη θέση κατέχουν τα Τετράστιχα για την Παλαιά και Καινή Διαθήκη.52 Στο συγκεκριμένο ποιητικό έργο ο Πρόδρομος σε 293 ζεύγη τετραστίχων (ένα σε δωδεκασύλλαβο και ένα σε εξάμετρο), καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της διήγησης τόσο της Παλαιάς όσο και Καινής Διαθήκης, χωρίς όμως να διστάζει να συμπεριλάβει και γεγονότα, τα οποία δεν ανήκουν στη διήγηση της Βίβλου, όπως, λ.χ. η Κοίμηση της Θεοτόκου.53 Εκτός από τα Τετράστιχα για την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, ο Πρόδρομος αφιέρωσε και μια σειρά τετραστίχων στους πατέρες της εκκλησίας: Γρηγόριο Ναζιανζηνό, Μέγα Βασίλειο και Ιωάννη Χρυσόστομο.54 Επίσης, σώζονται πολυάριθμα ποιήματα – επιγράμματα για τη Θεοτόκο, το Χριστό, καθώς και για ένα πλήθος αγίων, όπως τον άγιο Γεώργιο, την αγία Βαρβάρα, τον άγιο Δημήτριο κλπ., ενώ, όπως μαρτυρούν και οι τίτλοι μερικών επιγραμμάτων, κάποια απ’ αυτά χρησιμοποιήθηκαν και σε διάφορα αντικείμενα τέχνης· για παράδειγμα, ο αριθμός 130 από τον κατάλογο του Hörandner αφορά ένα επίγραμμα που χαράχθηκε σε μια εικόνα της Θεοτόκου.55 Τέλος, ένα ζεύγος θεολογικών ποιημάτων μαρτυρούν τις καινοτομίες που εισήχθησαν στην τέλεση της βυζαντινής λειτουργίας το 12ο αιώνα. Πρόκειται για τα ποιήματα με τον αριθμό 123

και 133· μια προσεκτική ανάγνωση των δύο τελευταίων στίχων των δύο αυτών ποιημάτων αποκαλύπτει πως πρόκειται για «έμμετρους προλόγους» (recited metrical prefaces),56 οι οποίοι απαγγέλλονταν σε εκκλησιαστικό περιβάλλον πριν από κάποιο ομιλητικό ή αγιολογικό έργο. Τα δύο προδρομικά μάλιστα ποιήματα αποτελούν την πρώτη μαρτυρία για τη συγκεκριμένη πρακτική, η οποία διήρκεσε περίπου δύο αιώνες (ως τα μέσα του 14ου αιώνα).57

Πριν αναφερθώ στη χειρόγραφη παράδοση του προδρομικού έργου, θα ήθελα να κάνω μια τελευταία παρατήρηση σε σχέση με το ποιητικό έργο του. O ποιητής προσπάθησε να εισαγάγει στα ποιήματά του στοιχεία από άλλα λογοτεχνικά είδη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο αριθμός 120 από τον κατάλογο του Hörandner, όπου μεταξύ άλλων, εμπεριέχεται και ένα ποίημα 12 ελεγειακών διστίχων προς τιμήν του Αποστόλου Παύλου. Ο Πρόδρομος γνωρίζοντας πολύ καλά το επιστολογραφικό έργο του Παύλου του αφιερώνει ένα ποίημα το οποίο σε αρκετά σημεία θυμίζει έντονα μια βυζαντινή επιστολή (στ. 20 φίλη κεφαλή, στ. 3 ἐμὸν ἦτορ Παῦλε, στ. 4 φίλτρῳ ὑπ’ ἀμβροσίῳ θυμὸν ἁλισκόμενος, στ. 21 ἀλλά με ὀξὺς ἔσωθι βιάσκεται ἰὸς ἐρώτων).

3ο μέρος:Α. Χειρόγραφη παράδοση:Η μεγάλη διάδοση τόσο του ποιητικού όσο και του πεζού έργου του Προδρόμου είναι

δεδομένη· ο Hörandner, ο πρώτος που μελέτησε επισταμένα τη χειρόγραφη παράδοση του προδρομικού έργου, μας προσφέρει έναν κατάλογο με 465 χειρόγραφα, τα οποία χρονολογούνται από το 12ο ως και το 19ο αιώνα,58 και στα οποία σώζονται ένα ή και περισσότερα προδρομικά έργα. Ο αριθμός αυτός μάλιστα αυξάνεται όλο και περισσότερο με τη δημοσίευση νέων κριτικών εκδόσεων των προδρομικών έργων. Για παράδειγμα, ο Παπαγιάννης στην έκδοση του για τα τετράστιχα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης εντόπισε 53 νέα χειρόγραφα που δεν αναφέρονται στον κατάλογο του Hörandner,59 ενώ είναι ενδεικτικό ότι ο Lauxtermann στη βιβλιοκρισία του για την έκδοση του Παπαγιάννη πρόσθεσε ακόμα δύο χειρόγραφα.60 Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ποίημα Εἰς τὰς ἀρετὰς καὶ κακίας·61 σύμφωνα με τον κατάλογο του Hörandner, το ποίημα μας παραδίδεται σε οκτώ χειρόγραφα· παρόλα αυτά έχω ήδη εντοπίσει 17 νέα χειρόγραφα.62 Και στα δύο προαναφερθέντα παραδείγματα αποτυπώνεται ξεκάθαρα ότι ο ήδη μεγάλος αριθμός χειρογράφων του καταλόγου του Ηörandner εμπλουτίζεται συνεχώς με νέα. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρόδρομος ήταν ένας από τους πιο διαδεδομένους συγγραφείς τόσο κατά

50 HÖRANDNER 1974, 274 81–87.51 EIDENEIER 1982–1983, 140· πρβλ. επίσης KULHÁNKOVÁ 2010, 241–256.52 PAPAGIANNIS 1997.53 LAUXTERMANN 1999, 368.54 Για τα τετράστιχα στον Γρηγόριο Ναζιανζηνό βλ. D’AMBROSI 2008. Ο ίδιος μάλιστα προετοιμάζει και μια νέα

κριτική έκδοση για τα τετράστιχα στους Μέγα Βασίλειο και Ιωάννη Χρυσόστομο.55 Το συγκεκριμένο ποίημα παραμένει ακόμη ανέκδοτο βλ. HÖRANDNER 1974, 48. Σκοπεύω να το εκδώσω μαζί

με κάποια άλλα προδρομικά ποιήματα στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής με τίτλο: Studies in the poetical work of Theodoros Prodromos: A critical edition of selected poems with introduction and commentary (επιβλέποντες καθηγητές: Andreas Rhoby, Theodora Antonopoulou, Andreas E. Müller).

56 ANTONOPOULOU 2010, 62.57 Ibid., 58.58 Ibid., 135–148.59 PAPAGIANNIS 1997, 13–17. 60 LAUXTERMANN 1999, 366.61 HÖRANDNER 1974, 53.62 Για τον ολοκληρωμένο κατάλογο των χειρογράφων βλ. RHOBY, ZAGKLAS 2011, 171.

Page 21: Neograeca Bohemica

40

Nικόλαος Ζάγκλας

41

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

τους τρεις τελευταίους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας όσο και στη μεταβυζαντινή περίοδο.

Όσον αφορά τα χειρόγραφα αυτά καθ’ αυτά, θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το πρώτο είναι ένα χειρόγραφο από τη συλλογή του Παναγίου Τάφου. Το χειρόγραφο αρ. 52 της συγκεκριμένης συλλογής περιλαμβάνει τη γραμματική του Προδρόμου,63 η οποία αφιερώνεται στη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη. Αυτό που είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον σχετικά με αυτό το χειρόγραφο είναι το γεγονός ότι αποτελεί το μοναδικό δείγμα εικονογραφημένης γραμματικής στα χίλια και πλέον χρόνια ζωής του Βυζαντίου, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί ίσως και το πιο παλιό χειρόγραφο, στο οποίο μας παραδίδεται κάποιο προδρομικό έργο. Το συγκεκριμένο χειρόγραφο ανήκει στη λεγόμενη ομάδα του Κοκκινοβάφου·64 τα χειρόγραφα αυτής της ομάδας αντιγράφηκαν στο δεύτερο τέταρτο ή στα μέσα του 12ου αιώνα, είναι συνεπώς σίγουρο ότι το συγκεκριμένο χειρόγραφο αντιγράφηκε ενώ ο Πρόδρομος ήταν ακόμα ζωντανός ως δώρο για τη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη.65

Το δεύτερο χειρόγραφο στο οποίο θέλω να αναφερθώ είναι ο βατικανός κώδικας 305 του 13ου αιώνα.66 Το χειρόγραφο μπορεί να μην παρουσιάζει το ίδιο εικονογραφικό ενδιαφέρον, όπως αυτό του Παναγίου Τάφου, αλλά αποτελεί το πιο σπουδαίο χειρόγραφο για το συγγραφικό έργο του Προδρόμου. Η σπουδαιότητά του έγκειται στο γεγονός ότι στην ουσία αποτελεί τη μεγαλύτερη ανθολογία του προδρομικού έργου που διαθέτουμε. Ο κώδικας αντιγράφηκε περίπου 100 χρόνια μετά το θάνατο του ποιητή και περιέχει 68 αυθεντικά έργα του.67

B. «Προδρομικό ζήτημα»:Θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου με μια σύντομη αναφορά στο λεγόμενο «προδρομικό

ζήτημα». Με τον όρο αυτό αναφέρομαι στη συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα μεταξύ των βυζαντινολόγων σχετικά με τους τρεις Προδρόμους: Θεόδωρος Πρόδρομος, Μαγγάνειος Πρόδρομος και Πτωχοπρόδρομος. Όσον αφορά τον Μαγγάνειο Πρόδρομο, είναι ξεκάθαρο από τα τέλη του 19ου αιώνα κιόλας πως πρόκειται για έναν άλλο ποιητή,68 του οποίου το έργο (148 ποιήματα) σώζεται στον Μαρκιανό κώδικα XI 22. Ο Μαγγάνειος Πρόδρομος είναι ένας μιμητής του Προδρομικού έργου, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε έντονα από τις αρχές της δεκαετίας του 1140 στην αυλή του Μανουήλ Κομνηνού και ανήκε, όπως και ο Θεόδωρος Πρόδρομος, στον κύκλο της σεβαστοκρατόρισσας Ειρήνης. Όπως έχουν ήδη αναφέρει αρκετοί μελετητές, ο Μαγγάνειος μιμείται σε μεγάλο

βαθμό τον Πρόδρομο, τόσο στη χρήση των μοτίβων όσο και στη θεματική των ποιημάτων του,69 παρόλα αυτά δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στο επίπεδο του προτύπου του και να γράψει ποιήματα σε ομηρικό εξάμετρο.

Ενώ λοιπόν η περίπτωση του Μαγγανείου Προδρόμου είναι σήμερα κάπως ξεκάθαρη, δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο για τα λεγόμενα «πτωχοπροδρομικά» ποιήματα. Με το συμβατικό όρο «πτωχοπροδρομικά» εννοούμε μια ομάδα τεσσάρων ποιημάτων, τα οποία είναι γραμμένα σε δημώδη γλώσσα.70 Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις για την ταυτότητα του συγγραφέα αυτών των τεσσάρων ποιημάτων. Ο Eideneier, ο οποίος έχει εκδώσει τα συγκεκριμένα ποιήματα, πιστεύει ότι πρόκειται για έναν ή περισσότερους ανώνυμους ποιητές,71 ενώ άλλοι μελετητές, όπως ο Hörandner72 και η Alexiou,73 υποστηρίζουν ότι πίσω από τον Πτωχοπρόδρομο «κρύβεται» ο Θεόδωρος Πρόδρομος. Πιο πρόσφατα, προστέθηκε μια ακόμη υπόθεση: ο Andreas Rhoby μέσα από διάφορα παραδείγματα παρατήρησε ότι τα χωρία των πτωχοπροδρομικών ποιημάτων, τα οποία είναι γραμμένα σε λόγια γλώσσα, θυμίζουν περισσότερο τα ποιήματα του Μαγγανείου Προδρόμου παρά τα αντίστοιχα του Θεοδώρου Προδρόμου.74 Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η Kulhánko-vá βασίζοντας τα επιχειρήματά της στην κοινή χρήση σχημάτων λόγου, όπως η παρονομασία και τα λογοπαίγνια ετυμολογικής φύσεως (figurae etymologicae).75 Και οι δύο μελετητές σημειώνουν όμως ότι αυτό δεν μας επιτρέπει να πούμε με απόλυτη σιγουριά ότι ο Μαγγάνειος Πρόδρομος είναι ο συγγραφέας των Πτωχοπροδρομικών. Εξ άλλου οι παρατηρήσεις τους περιορίζονται σε ένα μικρό αριθμό ποιημάτων του Μαγγανείου Προδρόμου, αφού αρκετά από τα ποιήματά του παραμένουν μέχρι και σήμερα ανέκδοτα ή σκόρπια σε διάφορες εκδόσεις.76 Επιπλέον, ο Rhoby έχει ήδη παρατηρήσει ότι ο Μαγγάνειος Πρόδρομος στο ποίημά του για το γάμο της Θεοδώρας, κόρη της σεβαστοκρατόρισσας Ειρήνης, μιμείται το 13ο ποίημα του Προδρόμου που γράφτηκε για το γάμο κάποιας κόρης του Ιωάννη Β΄ Κομνηνού.77 Δεν θα μπορούσε επομένως και στην περίπτωση των παράλληλων χωρίων του Πτωχοπροδρόμου και του Μαγγανείου Προδρόμου να μιλάμε για μια απλή μίμηση; Βέβαια σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ δύσκολο να πούμε ποιος είναι το πρότυπο και ποιος ο μιμητής. Το σίγουρο είναι, όμως, ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τα ζητήματα πατρότητας αυτή τη χρονική περίοδο, καθώς έχουμε να κάνουμε με συγγραφείς που χρησιμοποιούν πανομοιότυπο λεξιλόγιο, παρόμοια φρασεολογία, κοινά μοτίβα και κοινή

63 PAPADOPOULOs-KERAMEUS 1891, I, 129. Πρβλ. επίσης VOCOTOPOULOS 2002, 186–189.64 VOCOTOPOULOS 2002, 186.65 SPATHARAKIS 1985, 243.66 MERCATI, FRANCHI DE’ CAVALIERI 1923 443–450· HÖRANDNER 1974, 159–161 και PAPAGIANNIS 1997, 56–58.67 Για την χρονολογία βλ. HÖRANDNER 1974, 161.68 Για σχετική βιβλιογραφία βλ. RHOBY 2009, 314, σημ. 52. Για βιβλιογραφία μελετητών που υποστήριξαν το

αντίθετο βλ. JEffREYS 2011, 27, σημ. 3.

69 JEffREYS 2011, 27.70 EIDENEIER 1991. 71 EIDENEIER 2007, 56–76.72 HÖRANDNER 1993, 314–324.73 ALEXIOU 1999, 91–109.74 RHOBY 2009, 330.75 KULHÁNKOVÁ 2011, 37–39. 76 Το ζεύγος Michael και Elizabeth Jeffreys έχει υποσχεθεί από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 1980 μια νέα

έκδοση των ποιημάτων του Μαγγανείου Προδρόμου. 77 RHOBY 2009, 315.

Page 22: Neograeca Bohemica

42

Nικόλαος Ζάγκλας

43

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

θεματική. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη σύγχυση αυτή αποτελεί η περίπτωση ενός αστρολογικού ποιήματος που είναι αφιερωμένο στη σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη. Στο σχετικό κατάλογο του Hörandner το ποίημα κατατάσσεται μεταξύ των αυθεντικών έργων του Προδρόμου, καθώς η πλειοψηφία των χειρογράφων το αποδίδει στον ποιητή. Πολύ πρόσφατα όμως, ο Rhoby απέδειξε ότι το ποίημα αποτελεί στην πραγματικότητα έργο του Κωνσταντίνου Μανασσή που έδρασε την ίδια περίπου περίοδο με τον Πρόδρομο.78

ΕπίλογοςΟ Θεόδωρος Πρόδρομος υπήρξε ποιητής, ρήτορας, θεολόγος, μυθιστοριογράφος και

αναμφισβήτητα ένας από τους πιο σημαντικούς λογίους ολόκληρης της βυζαντινής περιόδου. Οφείλουμε όμως να πούμε ότι το ποιητικό του έργο είναι αυτό που ξεχωρίζει και στέκει επιβλητικό στην κορυφή της συγγραφικής του τέχνης. Η αξεπέραστη ικανότητά του να παράγει στίχους σε οποιοδήποτε μέτρο – όπως δωδεκασύλλαβο, δεκαπεντασύλλαβο, πεντάμετρο, εξάμετρο, και ανακρεόντειο – και με οποιαδήποτε αφορμή – για τις στρατιωτικές επιτυχίες του Ιωάννη Κομνηνού, τις γεννήσεις, τους γάμους και τους θανάτους μελών της κομνήνειας δυναστείας – είναι εξ άλλου αυτό που τον καθιέρωσε στους κύκλους της αυλής των Κομνηνών για περίπου τρεις δεκαετίες. Δεν θα ήταν μάλιστα καθόλου υπερβολικό να πούμε ότι τα ποιητικά του έργα αποτέλεσαν την κορωνίδα της ποιητικής παραγωγής του 12ου αιώνα, καθώς συνέβαλε τα μέγιστα στη διαμόρφωση του ποιητικού λόγου της εποχής και άσκησε πολύ μεγάλη επίδραση σε πολλούς βυζαντινούς ποιητές, τόσο σε σύγχρονούς του, όπως στον Μαγγάνειο Πρόδρομο, όσο και σε μεταγενέστερους, όπως στον Μανουήλ Φιλή.

Bιβλιογραφία

ALEXIOU Μ. Ploys of Performance: Games and Play in the Ptochoprodromic Poems. Dum-barton Oaks Papers 53, 1999, 91–109.

ANTONOPOULOU T. On the Reception of Homilies and Hagiography in Byzantium: The re-cited Metrical Prefaces. In: Α. Rhoby, Ε. Schiffer (επιμ.). Imitatio – Aemulatio – Va-riatio. Akten des internationalen wissenschaftlichen Symposions zur byzantinischen Sprache und Literatur (Wien, 22.–25. Oktober 2008), Wien 2010, 57–79.

ΒΑRZOS K. Ἡ γενεαλογία τῶν Κομνηνῶν, I–ΙΙ, Θεσσαλονίκη 1984.BEATON R. The Rhetoric of Poverty: The Lives and Opinions of Theodore Prodromos. By-

zantine and Modern Greek Studies 11, 1987, 1–28. BERNARDINELLO S. Theodori Prodromi de Manganis, Padova 1972.BROWNING R. The Patriarchal School at Constantinople in the Twelfth Century (continua-

tion). Byzantion 32, 1962, 167–202.

BROWNING R. Unpublished Correspondence between Michael Italicus and Theodore Prodro-mos. Byzantinobulgarica 1, 1962, 279–297.

BROWNING R. The Byzantine Empire, London 1980.BUCOSSI A. New Historical Evidence for the Dating of the Sacred Arsenal by Andronikos

Kamateros. Revue des Études Byzantines 67, 2009, 111–130.BURY J. B. The Imperial Administrative System of the Ninth Century, New York 1911.D’AMBROSI M. I Tetrastici giambici ed esametrici sugli episodi principali della vita di Grego-

rio Nanzianzeno (Introduzione, edizione critica, traduzione e commento), Roma 2008.EIDENEIER H. Leser- oder Hörerkreis? Ζur byzantinischen Dichtung in der Volkssprache.

Ελληνικά 34, 1982–1983, 119–150. EIDENEIER H. Ptochoprodromos, Köln 1991. EIDENEIER H. Tou Ptochoprodromou. In: M. Hinterberger, E. Schiffer (επιμ.). Byzanti-

nische Sprachkunst. Studien zur byzantinischen Literatur gewidmet Wolfram Hörand-ner zum 65. Geburtstag, Berlin–New York 2007, 56–76.

GALLAVOTTI C. Nota sulla schedografia di Moscopulo e suoi precedenti fino Teodoro Prodro-mo. Bollettino dei Classici 4, 1983, 3–35.

HÖRANDNER W. Theodoros Prodromos und die Gedichtsammlung des Cod. Marc. XI 22. Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft 16, 1967, 91–99.

HÖRANDNER W. Theodoros Prodromos, Historische Gedichte, Wien 1974.HÖRANDNER W. Bιβλιοκρισία του A.P. Kazhdan in collaboration with S. Franklin, Byzan-

tine Literature of the Eleventh and Twelfth Centuries. Cambridge 1984. Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 38, 1988, 468–473.

HÖRANDNER W. Autor oder Genus? Diskussionsbeiträge zur «Prodromischen Frage» aus gegebenem Anlaß. Byzantinoslavica 54, 1993, 314–324.

JEffREYS E. and M. Who was Eirene the Sevastokratorissa? Byzantion 64, 1994, 40–68.JEffREYS Μ. Versified Press-releases on the Role of the Komnenian Emperor: The Public

Poems of Manganeios Prodromos. In: N. S. Geoffrey (επιμ.). Essays on Imperium and Culture in Honour of E. M. and M. J. Jeffreys [Byzantina Australiensia 17], Brisbane 2011, 27–38.

KAZHDAN A. P., FRANKLIN S. Studies on Byzantine Literature of the Eleventh and Twelfth Centuries, Cambridge 1984.

KAZHDAN Α. P., WHARTON EPSTEIN A. Change in Byzantine Culture in the Eleventh and Twelfth Centuries, Berkeley–Los Angeles–London 1985.

KAZHDAN A. P. Oxford Dictionary of Byzantium, Oxford 1991. KULHÁNKOVÁ Μ. Vaganten in Byzanz, Prodromoi im Westen. Parallellektüre von byzan-

tinischer und lateinischer Betteldichtung des 12. Jahrhunderts. Byzantinoslavica 68, 2010, 241–256.

KULHÁNKOVÁ M. Figuren und Wortspiele in den byzantinischen Bettelgedichten und die Frage der Autorschaft. Graeco-Latina Brunensia 16/1, 2011, 29–39.

KURTZ E., Βιβλιοκρισία του S. PAPADIMITRIU, Joann II, Metropolit von Kiev, und Theodoros 78 RHOBY 2009, 321–329.

Page 23: Neograeca Bohemica

44

Nικόλαος Ζάγκλας

45

Θεόδωρος Πρόδρομος: ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα

Prodromos. Χρῖστος (sic) καὶ Θεόδωρος Πρόδρομοι. Byzantinische Zeitschrift 13, 1904, 535–538.

LAUXTERMANN M. D. Βιβλιοκρισία του Theodoros Prodromos. Jambische und Hexamet-rische Tetrasticha auf die Haupterzählungen des Alten und des Neuen Testaments. Ein-leitung, Kritischer Text, Indices besorgt von Grigorios PAPAGIANNIS. Teil 1: Einleitung; Teil 2: Text und Indices (Meletemata 7/1.2). Wiesbaden 1997. Jahrbuch der Öster-reichischen Byzantinistik 49, 1999, 365–370.

LAUXTERMANN Μ. D. Byzantine Poetry from Pisides to Geometres. Texts and Contexts, I, Vienna 2003.

MAGDALINO P. The Empire of Manuel I Komnenos, 1143–1180, Cambridge 1993. MAJURI A. Una nuova poesia di Teodoro Prodromo in Greco volgare. Byzantinische Zeit-

schrift 23, 1919, 397–407.MANAfiS K. A. Θεοδώρου τοῦ Προδρόμου Λόγος εἰς τὸν πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννην

Θ΄ τὸν Ἀγαπητόν. Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν 41, 1974, 223–242. MARCOVICH M. Theodori Prodromi Rhodanthes et Dosiclis amorum libri IX, Stuttgart–Leip-

zig 1991.MERCATI I., FRANCHI DE’ CAVALIERI P. Codices Vaticani Graeci I (codd. 1–329), Romae

1923. MIGLIORINI Τ. Gli Scritti Satirici in Greco Letterario di Teodoro Prodromo: Introduzione,

Edizione, Traduzione e Commento, Università di Pisa 2010.ΜILLER T. S. The Orphans of Byzantium, Child Welfare in the Christian Empire Washing-

ton, D.C. 2003.OIKONOMIDES N. Les listes de préséance byzantines des IXe et Xe siècles, Paris 1972. OP DE COUL M. D. J. The Letters of Theodore Prodromus and some other 12th Century

Letter Collections. Medioevo Greco 9, 2009, 231–239. PAPADIMITRIOU J. Th. Τὰ σχέδη τοῦ μυός: New Sources and Text. [Classical Studies pre-

sented to B. E. Perry by his students and colleagues at the University of Illinois, 1924–1960]. Illinois Studies in Language and Literature 58, 1969, 210–222.

PAPADOPOULOS-KERAMEUS Α. Ἱεροσολυμιτικὴ Βιβλιοθήκη: Κατάλογος τῶν ἐν ταῖς Βιβλιοθήκαις τοῦ Ἁγιωτάτου Ἀποστολικοῦ τε καὶ Καθολικοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου τῶν Ἱεροσολύμων καὶ πάσης Παλαιστίνης ἀποκειμένων Ἑλληνικῶν Κωδίκων, Αγία Πετρούπολη 1891 (επανέκδοση Βρυξέλλες 1963).

PAPAGIANNIS G. Theodoros Prodromos. Jambische und Hexametrische Tetrasticha auf die Haupterzählungen des Alten und des Neuen Testaments, Wiesbaden 1997.

PAPAIOANNOU S. Language Games, Not the Soul’s Beliefs: Michael Italikos to Theodoros Prodromos, on Friendship and Writing. In: M. Hinterberger, E. Schiffer (επιμ.). By-zantinische Sprachkunst. Studien zur byzantinischen Literatur gewidmet Wolfram Hörandner zum 65. Geburtstag, Berlin–New York 2007, 218–233.

PAPATHOMOPOULOS M. Τοῦ σοφωτάτου Θεοδώρου τοῦ Προδρόμου τὰ σχέδη τοῦ μυός. Παρνασσός 21, 1979, 377–399.

PÉTIT L. Monodie de Nicétas Eugéneianos sur Théodore Prodrome. Vizantijskij Vremen-nik 9, 1902, 446–463.

PÉTIT L. Monodie de Théodore Prodrome sur Étienne Skylitzès métropolitain de Trébizon-de. Izvĕstija Russkago Archeologičeskago Instituta v Konstantinopolĕ 8, 1903, 1–14.

RHOBY Α. Verschiedene Bemerkungen zur Sebastokratorissa Eirene und zu Autoren in ih-rem Umfeld. Nea Rhome 6, 2009, 305–336.

RHOBY A., ZAGKLAS Ν. Zu einer möglichen Deutung von Πανιώτης. Jahrbuch der Öster-reichischen Byzantinistik 61, 2011, 171–177.

SCHIRÒ G. La schedografia a Bisanzio nei secoli XI–XII e la scuola dei ss. XL Martiri. Bol-letino della Badia Greca di Grottaferrata 3, 1949, 11–29.

SPATHARAKIS Ι. An Illuminated Greek Grammar Manuscript in Jerusalem. A Contribution to the Study of Comnenian Illuminated Ornament. Jahrbuch der Österreichischen By-zantinistik 35, 1985, 231–244.

VASSIS I. Graeca sunt, non leguntur. Zu den schedographischen Spielereien des Theodoros Prodromos. Byzantinische Zeitschrift 86–87, 1993–1994, 1–19.

VOCOTOPOULOS P. L. Μικρογραφίες των Βυζαντινών χειρογράφων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Αθήνα–Ιερουσαλήμ 2002.

ZAGKLAS N. A Byzantine Grammar Treatise Attributed to Theodoros Prodromos. Graeco-Latina Brunensia 16/1, 2011, 13–22.

Page 24: Neograeca Bohemica

46 47

Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století

ΝIKOLAOS ZAGKLAS

Jakmile jsem začal psát tuto přednášku, uvědomil jsem si náročnost svého počinu: 40 mi-nut nepostačí k načrtnutí portrétu spisovatele, který zaujímá jedno z nejpřednějších míst jak v dlouhé historii byzantské literatury, tak v dosud relativně mladé vědecké disciplíně byzan-tologii. Theodóros Prodromos je známý především díky své poezii: je jedním z nejvýznam-nějších a nejplodnějších byzantských básníků, jeho básnický odkaz přesahuje 17 000 veršů. Prodromova tvorba se však neomezila jen na vázanou řeč: známe asi 30 jeho dopisů,1 teolo-gická díla, komentář ke kánonům Kosmy a Jana z Damašku,2 značně rozšířený jak v byzant-ském, tak v pobyzantském období, a také životopis svatého Meletia Mladšího.3 Dochovaly se též jeho texty filozofické včetně dosud nevydaného komentáře k Aristotelovu spisu Ἀναλυτικὰ Ὕστερα (Druhé analytiky),4 satirická díla, 5 gramatika6 a také jeden z nejznámějších a nejvý-znamnějších románů 12. století Τὰ κατὰ Ροδάνθην καὶ Δοσικλέα (O Rodantě a Dosikleovi).7 Rozmanitost a bohatství Prodromova spisovatelského díla nám dovolují pokročit ještě o krok dál a charakterizovat jej jako jednoho z „nejkomplexnějších“ byzantských učenců.

Cílem této přednášky je nabídnout ucelený portrét samotného básníka i jeho básnického díla. Je rozdělena do tří částí: první je věnována Prodromovu životu, ve druhé představím jeho básnické dílo, především po tematické stránce, nastíním základní motivy a inovační prvky v jeho poezii a přednášku uzavřu stručnou zmínkou o rukopisné tradici Prodromova díla a o tzv. prodromské otázce.

ŽivotPřestože se Prodromův život a dílo staly předmětem intenzivního bádání, není náš obraz o nich nikterak jasný a jednoznačný. Hlavní příčinou nejasností je fakt, že většinou musíme své závěry zakládat na roztroušených, útržkovitých a velmi často rozporuplných zprávách, které nalézáme buď v Prodromových vlastních textech, nebo v dílech jiných spisovatelů 12. století. Víme například bezpečně, že se Prodromos narodil v Konstantinopoli, protože to sám zmiňuje v jedné ze svých básní,8 nejsme však schopni s jistotou určit rok jeho naro-zení. Na začátku 20. století jeden z prvních prodromských badatelů J. Th. Papadimitriou

1 HÖRANDNER 1974, 41–43 a OP DE COUL 2009, 231–239.2 HÖRANDNER 1974, 112.3 Ibid., 45 č. 113.4 Ibid., 48 č. 134.5 Ibid., 49–52 č. 131–152.6 Ibid., 49 č. 38.7 Ibid., 55 č. 163 a MARCOVICH 1991.8 Ibid., 551 v. 36 (Χαῖρε, φίλη γενέτειρα, τί μοι, φίλε θυμέ, πατάσσεις;).

Page 25: Neograeca Bohemica

48

Νikolaos Zagklas

49

Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století

datoval básníkovo narození mezi roky 1170 a 1077.9 Jeho domněnka byla však odmítnuta dalšími vědci, kteří na základě přesvědčivých argumentů kladli básníkovo narození do roku 1096. 10 W. Hörandner, vydavatel největší části Prodromova básnického díla a zároveň jeho největší znalec, datuje jeho narození do roku 1000 ± 4 roky. Domnívá se totiž, že Prodro-mos musel být alespoň o něco mladší než jeho učitel Stefanos Skylitzés, jehož narození je s naprostou jistotou kladeno do roku 1096.11 Vezmeme-li v úvahu pevné přátelské pouto, které se mezi oběma muži vytvořilo, můžeme oprávněně předpokládat, že věkový rozdíl mezi Skylitzem a Prodromem byl poměrně malý. Domnívám se však, že věkový rozdíl mezi Prodromem a jeho druhým učitelem Michaélem Italikem musel být podstatně větší, ne-boť Italikos (narozený v roce 1090) v jednom dopise Prodromovi říká: περιμένουσι γὰρ οἱ γεραίτεροι τὰς τῶν νεοτέρων προσαγορείας, ἔπειτα κἀκεῖνοι προσαγορεύουσι.12 Na základě této zmínky a také skutečnosti, že první Prodromova báseň je datována do roku 1122,13 lze předpokládat, že se Prodromos narodil krátce po roce 1100.14

Ještě méně jisté je datum básníkova úmrtí. Podle Hörandnera musel Prodromos ze-mřít mezi roky 1156 a 1158/1159,15 protože poslední jeho datovatelnou básní je veršova-ný epitaf na Michaéla Palaiologa, který zahynul v průběhu tažení do Itálie na konci roku 1155 nebo na začátku roku 1156 (básně č. LXVI–LXVII). Zároveň je v básni Manganeia Prodroma datované do roku 1158/59 Theodóros Prodromos zmiňován jako již mrtvý.16 Naopak A. Kazhdan klade básníkovu smrt do doby podstatně pozdější, na konec 60. let 12. století, nebo dokonce i na konec desetiletí následujícího. Kazhdan opírá svoji hypotézu o tři argumenty: za prvé ve slavné básni o adelfatu17 Manganeios nehovoří o Theodórovi Prodromovi, ale pravděpodobně o jeho dědovi.18 Za druhé Prodromos napsal na objednáv-

ku Andronika Kamatera, jehož veřejná činnost se datuje od roku 1157 do konce 70. let 12. století, epigram na ikonu Bohorodičky (báseň č. LVII). A za třetí je to existence básně na smrt Alexia Kontostefana, který žil alespoň do roku 1166, možná dokonce do roku 1176. Hörandner označuje tuto báseň za nepravou především právě z důvodu datování,19 Kazhdan však nesouhlasí a řadí ji mezi Prodromovy autentické básně.20

Kazhdanovy argumenty nejsou ovšem nikterak přesvědčivé a lze jim úspěšně opono-vat.21 Co se týká prvního z nich, Hörandner v jedné ze svých recenzí přesvědčivě dokázal, že ona zmínka se týká skutečně básníka Prodroma a nikoho jiného.22 Za druhé Andronikos Kamateros se narodil asi v roce 111023 a pocházel z velmi významné rodiny,24 je tedy do-sti pravděpodobné, že si zmíněný epigram mohl objednat i dříve. Navíc Kamateros byl již v roce 1155 nositelem hodnosti epi tón deéseón,25 není tedy vyloučeno, že v té době chtěl zmíněným epigramem vyjádřit vděčnost Bohorodičce. A konečně co se týká Kazhdanova třetího argumentu, K. Barzos, který se podrobně zabýval komnenovskou genealogií, da-tuje smrt Alexia Kontostefana do roku 1176.26 V té době by však muselo být Prodromovi zhruba 75 let. Kazhdanovu hypotézu dále oslabuje fakt, že Prodromos trpěl neštovicemi, velmi závažnou chorobou, o níž se zmiňuje i ve svých básních a dopisech, a to již od počát-ku 40. let 12. století.

Nedostatečnost a neurčitost informací se netýká jen Prodromových biografických dat.Stejně málo informací máme k dispozici o jeho rodině, užší i širší, a také o jeho vzdělání. Na dvou místech ve svých básních Prodromos zmiňuje, že jeho otec se jmenoval stejně jako on,27 jinde jej zase označuje za vzdělaného a zcestovalého.28 Další informace o básníkově rodině můžeme čerpat z historické básně č. LIX, kde se Prodromos hájí proti jakémusi Baryovi, který jej označil za heretika. Ve verši 186 této básně Prodromos říká, že jeho dědeček se také jmenoval Prodromos, a v dalších verších hovoří o svém strýci, který se jmenoval Christos a zaujímal vysokou církevní hodnost v kyjevské Rusi. Mnozí badatelé jej ztotožňují s kyjevským metropolitou Ióannem II.,29 zatímco Kazhdan se smolenským bis-kupem činným okolo poloviny 12. století.30 Ani v jednom z těchto případů se však nemohou badatelé opřít o skutečně hmatatelné důkazy, a tak zůstávají pouhými hypotézami.

9 PAPADIMITRIOU 1902, 1–54. 10 PETIT 1903, 1–14, zvláště od v. 3 dále. Srov. také KURTZ 1904, 535–538.11 HÖRANDNER 1974, 23.12 BROWNING 1962, 286. Srov. také anglický překlad: “it is the older ones that await to be addressed by the younger

ones” PAPAIOANNOU 2007, 224.13 HÖRANDNER 1974, 182. 14 Přijmeme-li hypotézu, že Prodromos je autorem tzv. Majuriho básně, pak verš 20 (ἀλλ’ ἀπ’αὐτῆς τῆς βρεφικῆς

καὶ πρώτης ἡλικίας) této básně nás ještě více podporuje v domněnce, že se Prodromos narodil krátce po roce 1100, zmiňuje-li se zde, že napsal své první básně o rodině Komnénů ve velmi mladém věku, srov. MAJURI 1919, 399. Co se týká autorství této básně, lze zmínit, že některá slova a fráze zde použité se objevují jinak pouze v básních Theodóra Prodroma. Například neologismus πορφυράνθητος (verš 28) je použit šestkrát v díle Theodóra Prodroma, ale neobjevuje se v žádném jiném textu ze 12. století, pouze později dvakrát v díle Manuéla Fila. Také slovo ἀγλάϊσμα ze 3. verše nenalezneme v jiném básnickém díle 12. století, pouze v jedné z Prodromových historických básní (č. XLV, verš 384).

15 HÖRANDNER 1967, 96 a HÖRANDNER 1974, 22 a 32.16 HÖRANDNER 1967, 96. Text viz BERNARDINELLO 1972, 71 v. 27–47.17 Instituce tzv. adelfata (ἀδελφᾶτον) zajišťovala vybraným osobám ubytování a opatěru v klášteře na císařský

účet, pozn. překl.18 Podle jiné hypotézy zde Manganeios má na mysli Jana Křtitele, srov. BEATON 1987, 17–20.

19 HÖRANDNER 1974, 69.20 ΚAZHDAN, FRANKLIN 1984, 88–89 a 92–93.21 Migliorini v úvodu ke své disertaci tuto Kazhdanovu studii kritizuje, viz MIGLIORINI 2010, XI–XVI.22 HÖRANDNER 1988, 469. Srov. také KULHÁNKOVÁ 2011, 34–35.23 BUCOSSI 2009, 114.24 Ibid., 115.25 ἐπὶ τῶν δεήσεων, „ten, kdo má na starosti žádosti na císaře“, jedna z významných hodností na císařském dvoře,

pozn. překl. BURY 1911, 77–78 OIKONOMIDES 1972, 322 a KAZHDAN 1991, 724.26 BARZOS 1984, 58.27 HÖRANDNER 1974, 201, v. 1–2 a 465, v. 17–18.28 Ibid., 378, v. 19–21.29 Ibid., 23.30 ΚAZHDAN, FRANKLIN 1984, 100.

Page 26: Neograeca Bohemica

50

Νikolaos Zagklas

51

Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století

Jak jsme již uvedli, Prodromovými učiteli byli Stefanos Skylitzés, který předtím, než se stal trapezuntským metropolitou, působil jako učitel v sirotčinci svatého Petra a Pavla,31 a také pozdější plovdivský metropolita Michaél Italikos. Důležité informace o Prodromově vzdělání čerpáme z básně č. XXXVIII, kde uvádí, že je započal studiem gramatiky, kterou přirovnává k nekonečnému vzbouřenému moři. Dále proplul úzkým, ale též bouřlivým průlivem rétoriky a nakonec jej přijal oceán filozofie.32 Nejlepším dokladem básníkovy vzdělanosti jsou však sa-mozřejmě samotná jeho díla, v nichž nalézáme nesčetné odkazy ke klasikům i k byzantským spisovatelům. Mezi nimi vyniká Homér, tragičtí básníci, Řehoř z Nazianzu, Geórgios Pisidés, Christoforos z Mytilény a samozřejmě také texty Starého a Nového zákona.33

Konečně vzbuzuje zájem badatelů otázka, zda byl Prodromos učitelem, a pokud ano, jakou formou toto povolání vykonával. R. Browning na základě jednoho z Prodromových dopisů jeho učiteli Michaélu Italikovi tvrdí, že sám Prodromos působil v sirotčinci svatých apoštolů Petra a Pavla, který byl ve 12. století součástí školy při patriarchátu. 34 Tvrdí také, že tam Prodromos učil jako grammatikos35 nebo jako maistór ton rétorón.36 W. Hörandner se k Browningově hypotéze staví skepticky. Na základě datování tohoto dopisu – 40. léta 12. století – tvrdí, že Prodromos z důvodu své vážné nemoci prostě v sirotčinci žil, aniž by tam nutně též vyučoval. 37

Přesto existuje dost důkazů – některé z nich uvádí i Hörandner38 –, že Prodromos pe-dagogicky činný byl. Především se o tom sám nezřídka zmiňuje ve svých básních; uvedu např. historickou báseň č. LXXI věnovanou císařskému sekretáři Theodóru Stypiótovi, kterou Prodromos začíná slovy Ὦ βέλτιστε γραμματικῶν καὶ μαθητῶν καὶ φίλων.39 Ve verších 7–15 této básně připomíná svému bývalému žákovi, že jej učil schedografii,40 gra-matiku a poezii a že Stypiótés jeho slova žíznivě hltal a uchvacovala jej Prodromova císař-ská enkómia. Podobné zmínky se objevují i v dílech jiných spisovatelů 12. století: např. Nikétas Eugenianos v pohřební básni na Prodroma píše: γλῶτταν (tím myslí Prodroma) ἀσόφους σοφίζουσαν.41 Dalším argumentem je sepsání gramatiky: dílo bylo sice věnováno

sebastokratorisse Ireně, ale to nevylučuje, že bylo používáno jako školní příručka.42 Asi nejpřesvědčivějším důkazem je Prodromův zájem o schedografii a jeho autorství díla Σχέδη τοῦ μυός (List o myši),43 ale i dalších schedografických děl.44 Je ostatně logické, aby byl Prodromos, autor takového množství spisů s tak širokým záběrem, jedním z nejvyhledáva-nějších učitelů 12. století.

Básnické díloW. Hörandner pro svůj úvod k historickým básním sestavil podrobný soupis celého Prodro-mova díla. V něm zaujímá centrální místo 113 autentických básnických děl,45 jež můžeme rozdělit do čtyř základních kategorií: a) historické básně, b) teologické básně, c) satirické básně a d) skupina básní rozličných témat.

Těchto 113 zachovaných básní je nepochybně nejvýmluvnějším dokladem plodné čin-nosti našeho básníka. K bohatství jeho básnické produkce přispěla i skutečnost, že Prodro-mos byl „profesionálním básníkem“, či ještě lépe vyjádřeno německým termínem Auftrag-sdichter. Není samozřejmě jediným takovým případem: většina básníků – především od začátku 12. století – měla ve zvyku přijímat za svá díla jistý druh odměny, buď peněžité, nebo v podobě významného a placeného místa ve státní či církevní správě.46 Výsledkem této praxe bylo vytvoření vztahu závislosti mezi intelektuály a objednavateli jejich děl, jejž mů-žeme charakterizovat jako vztah patrona a chráněnce.47 Do tohoto systému se byl zřejmě uveden po absolvování studia i Prodromos, velmi pravděpodobně svým učitelem Michaélem Italikem, který patřil do kruhu spisovatelů kolem Ireny Dukainy.48 Po roce 1122 se stala hlavním zadavatelem Prodromových básní císařská rodina Komnénů: 55 z celkových 113 je věnováno některému z jejích členů.49

Většinou jde o císaře Ióanna II. Komnéna (1118–1143). Mohli bychom dokonce říci, že Prodromos byl jeho „osobním básníkem“ – to však nutně neznamená, že by patřil do jeho nejužšího okruhu. Tématem básní býval často některý z vojenských úspěchů císaře proti barbarům, což souvisí se silným militarismem komnénovské dynastie a následně s ob-zvláštním důrazem, který byl kladen na předvedení císařových vojenských ctností.50 Nikde v celém Prodromově básnickém díle se například nesetkáváme s obdivnými slovy o císařově lásce ke vzdělání nebo spravedlnosti. Je také typické, že dokonce i v básních, jejichž hlav-

31 BROWNING 1963, 25ff. Viz také MILLER 2003, především 209–246.32 Prodromos se o této posloupnosti (gramatika – rétorika – filozofie) zmiňuje i ve svém díle Περὶ τοὺς διὰ πενίαν

βλασφημοῦντας τὴν πρόνοιαν (PG 133,1291–1302), ale také v řeči k patriarchovi Ióannovi IX. Agapitovi, srov. MANAfiS 1974, 233–234, řádky 166–192.

33 Srov. rejstřík k Papagiannisově vydání Čtyřverší ke Starému a Novému zákonu. PAPAGIANNIS 1997, 391–403.34 BROWNING 1962, 174–177.35 Učitel na druhém vyučovacím stupni. Zároveň však stejný termín označuje císařského sekretáře, jako o kousek

níže v tomto článku ve spojení s osobou Theodóra Stypióta, pozn. překl.36 μαΐστωρ τῶν ῥητόρων, profesor rétoriky, pozn. překl. BROWNING 1963, 22ff.37 HÖRANDNER 1974, 28.38 Ibid. 27–30.39 „Nejlepší z grammatiků, žáků a přátel“, pozn. překl.40 Metoda výuky gramatiky založená na slovních hříčkách a analýzách slov a vět zavedená v 11. století, pozn. překl.41 „Jazyk, který předával moudrost nevědoucím“, pozn. překl. PÉTIT 1902, 446–463, především 452, 7–8.

42 ZAGKLAS 2011, 13–22.43 HÖRANDNER 1974, 52. Srov. také PAPADIMITRIOU 1969, 210–222 a PAPATHOMOPOULOS 1979, 377–399.44 HÖRANDNER 1974, 62–64; SCHIRÒ 1949, 11–29; GALLAVOTTI 1983, 3–35, 29–30 a VASSIS 1993–1994, 1–19.45 HÖRANDNER 1974, 37–56.46 BROWNING 1980, 152. Srov. také BEATON 1987, 4.47 Ke vztahu básníků a patronů ve 12. století viz MAGDALINO 1993, 346–352 pro 7.–10. stol. srov. LAUXTERMANN

2003, 34–45.48 MAGDALINO 1993, 348.49 Tyto básně – společně s dalšími 24 – patří do skupiny historických básní, viz HÖRANDNER 1974 37–40.50 HÖRANDNER 1974, 79–109. Srov. také KAZHDAN, WHARTON EPSTEIN 1985, 106–110.

Page 27: Neograeca Bohemica

52

Νikolaos Zagklas

53

Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století

ním cílem není opěvovat císařovy vojenské úspěchy, jsou jeho vojenské ctnosti zmíněny. Jako příklad můžeme uvést epitaf (č. XXIX) na Ióannovu počest, kde jsou jeho vojenské kvality obzvláště zdůrazňovány: 13 z 52 veršů je věnováno výčtu měst a národů, které císař pokořil.

Další výrazný motiv v Prodromových básních pro Ióanna II. Komnéna tvoří císařovo zrození v purpuru. Alespoň padesátkrát ho označuje jako πορφυρογέννητος (narozený v purpuru) a používá též množství dalších originálních výrazů, aby tuto skutečnost zdů-raznil: πορφυρόβλαστος (ratolest purpuru ), πορφυρανθής (květ purpuru), πορφυράκτινος a πορφυραυγής (zářící purpurem) a πορφυρογεννής (zrozený v purpuru). Konečně, jak bylo již dříve konstatováno, Prodromos v souladu s konvencemi císařských enkómií často Ióanna přirovnává ke slunci nebo lvu.51

Prodromovy básně se však netýkají pouze císaře Ióanna a jeho vojenských úspěchů. V básni č. XIII s titulem Εἰς γάμον βασιλικὸν παιάνις ·τοῖς δήμοις (Paján na císařskou svatbu; pro démy) Prodromos opěvuje svatbu jedné z dcer císaře Ióanna. Podobné téma má i báseň s názvem Εἰσιτήριοι ἐπὶ τῇ νυμφευθείση ἐξ Ἀλαμανῶν τῷ πορφυρογεννήτῳ κῦρ Μανουὴλ καὶ σεβαστοκράτορι (Na uvítanou pro německou nevěstu v purpuru zrozené-ho sebastokratora Manuéla) č. ΧΧ , jíž básník vítá budoucí manželku Manuéla Komnéna (1143–1180) Berthu-Irenu ze Sulzbachu.52 Prodromos dále skládal básně k úmrtí členů císařské rodiny, např. Ἐπιτάφιοι τῇ μακαρίτιδι βασιλίσσῃ Ῥωμαίων κυρᾷ Εἰρήνῃ ὡς ἀπὸ τῆς κειμένης (Báseň na smrt císařovny Ireny) č. VII je epitafem na Irenu z Uher, manželku císaře Ióanna II. Komnéna. I ze skupiny básní pohřebních je největší počet věnován císaři Ioannovi. A v korpusu Prodromových básní samozřejmě nemohou chybět ty, které oslavují narození členů císařské rodiny, jako je na příklad báseň o narození sebastokratora Isaakia Komnéna (č. XLII).

Čtyři z historických básní (XLIV–XLVIII) se vztahují k sebastokratorisse Ireně, která je považována za největší patronku literatury ve 12. století.53 Adresování těchto čtyř básní a gramatiky nám dovolují zařadit Prodroma do takzvaného kruhu sebastokratorissy Ireny, do kterého patřili někteří z nejvýznamnějších básníků epochy jako Manganeios Prodromos, Ióannés Tzetzés, Kónstantinos Manassés a Iakobos Monachos. Další významnou skupi-nu tvoří básně adresované vysokým hodnostářům, jako byl orfanotrofos Alexios Aristénos (č. LVI), logothetés Stefanos Melés (č. LXVII–LXX) a básníkovi bývalí žáci jak gramma-tikos Theodóros Stypiótés (č. LXXI–LXXIII). Tyto básně nám poskytují cenné informace o Prodromově nejistém společenském a ekonomickém postavení: je totiž zjevné, že básník neměl bezprostřední přístup do paláce, a proto se musel často obracet na své patrony, aby si zajistil honorář. Prodromos neváhal o své chudobě hovořit ani v básních, které byly určeny přímo císaři. Reprezentativním příkladem je historická báseň č. XV, kde si básník stěžuje

Ióannu Komnénovi a hovoří o tom, jak císař vede úspěšné války proti barbarům, ale nebo-juje proti nepříteli básníkovu, jímž není nikdo jiný než chudoba.54 Pasáže, v nichž si básník stěžuje na svou chudobu a životní těžkosti, prostupují celé Prodromovo dílo a jsou hlavním důvodem, proč je mnoha badateli označován za otce žebravé poezie.55

Významný je též Prodromův přínos poezii teologické. Především jde o Tετράστιχα ἰαμβεῖα και ἡρῶα εἰς τὰ κεφαλαιωδῶς ρηθέντα ἐν τῇ Παλαιᾷ πάσῃ γραφῇ (Čtyřverší ke Starému a Novému zákonu).56 V tomto díle Prodromos ve 293 párech čtyřverší (jedno v byzantském dvanáctislabičném verši a jedno v hexametru) pokrývá větší část vyprávění jak Starého, tak Nového zákona a vypráví také události, které v Bibli zahrnuty nejsou, jako je například nanebevzetí panny Marie.57 Kromě Čtyřverší ke Starému a Novému záko-nu věnoval Prodromos také řadu čtyřverší církevním otcům Řehoři z Nazianzu, Basileiovi Velikému a Janu Zlatoústému.58 Zachoval se rovněž velký počet epigramů o Bohorodičce, Kristovi a různých svatých, jako např. svatý Jiří, svatá Barbara, svatý Démétrios a dal-ší. Podle titulů můžeme soudit, že některé epigramy se vztahovaly k různým uměleckým předmětům, např. č. 130 z Hörandnerova seznamu nese epigram, který byl vyryt na ikonu Bohorodičky.59 Dvojice teologických básní je konečně dokladem inovací byzantské liturgie ve 12. století. Jde o básně s čísly 123 a 133: pozorná četba posledních dvou veršů obou básní odhaluje, že jde o „veršované prology“ (recited metrical prefaces),60 které byly re-citovány v církevním prostředí před čtením homiletického nebo hagiografického díla. DvěProdromovy básně jsou prvním svědectvím o této praxi, jež pak pokračovala zhruba 200 let do poloviny 14. století.61

Než se budu zabývat rukopisnou tradicí Prodromových spisů, chtěl bych uvést poslední poznámku k jeho básnickému dílu, totiž že se snažil vnést do svých básní prvky jiných lite-rárních žánrů. Charakteristickým příkladem č. 120 z Hörandnerova katalogu, které kromě jiného obsahuje i báseň o 12 elegických distiších na počest apoštola Pavla. Prodromos znal dobře Pavlovy epištoly a věnoval mu báseň, která v několika prvcích silně připomíná by-zantský dopis (v. 20 φίλη κεφαλή, v. 3 ἐμὸν ἦτορ Παῦλε, v. 4 φίλτρῳ ὑπ’ ἀμβροσίῳ θυμὸν ἁλισκόμενος, v. 21 ἀλλά με ὀξὺς ἔσωθι βιάσκεται ἰὸς ἐρώτων).

51 Srov. HÖRANDNER 1974, 79–109 a JEffREYS 2011, 28.52 Ibid., 268–270.53 K sebastokratorisse Ireně viz BARZOS 1984, I, 362–378, JEffREYS 1994, 40–68 a RHOBY 2009, 305–336.

54 HÖRANDNER 1974, 274, 81–87.55 EIDENEIER 1982–1983, 140, srov. také KULHÁNKOVÁ 2010, 241–256.56 PAPAGIANNIS 1997.57 LAUXTERMANN 1999, 368.58 K čtyřverším k Řehoři z Nazianzu viz D’AMBROSI 2008. Tentýž badatel připravuje novou kritickou edici čtyřverší

k Basileiovi Velikému a Janu Zlatoústému.59 Báseň je dosud nevydaná, viz HÖRANDNER 1974, 48. Připravuji její edici společně s edicí několika dalších

Prodromových básní v rámci svojí disertace s názvem Studies in the poetical work of Theodoros Prodromos: A critical edition of selected poems with introduction and commentary (pod vedením Andrease Rhobyho, Theodory Antonopoulou a Andrease E. Müllera).

60 ANTONOPOULOU 2010, 62.61 Ibid., 58.

Page 28: Neograeca Bohemica

54

Νikolaos Zagklas

55

Theodóros Prodromos: poeta doctus 12. století

Rukopisná tradiceProdromovo básnické i prozaické dílo se stalo poměrně rozšířeným. W. Hörandner jako první důkladně studoval jeho rukopisnou tradici a sestavil katalog 465 rukopisů datovaných od 12. až do 19. století, 62 v nichž je zachováno jedno nebo více Prodromových děl. Tento počet se však s novými kritickými vydáními jeho spisů stále zvyšuje. Např. G. Papagiannis při přípravě vydání Čtyřverší ke Starému a Novému zákonu nalezl 53 nových rukopisů, které Hörandnerův seznam neuvádí,63 a je příznačné, že M. Lauxterman v recenzi na Pa-pagiannisovu edici upozornil ještě na další dva.64 Dalším charakteristickým příkladem je báseň Εἰς τὰς ἀρετὰς καὶ κακίας (O ctnostech a neřestech):65 podle Hörandnerova katalogu je dochována v osmi rukopisech, přesto jsem už našel 17 rukopisů nových.66 V obou zmí-něných případech se jasně ukazuje, že už tak vysoký počet položek Hörandnerova seznamu je stále obohacován dalšími manuskripty. To znamená, že Prodromos byl jedním z nej-rozšířenějších spisovatelů jak v průběhu posledních tří století byzantské říše, tak v období pobyzantském.

Rád bych ještě krátce zmínil dva charakteristické příklady prodromských rukopisů. Prv-ním z nich je rukopis ze sbírky chrámu Božího hrobu v Jeruzalémě. Rukopis č. 52 této sbírky obsahuje Prodromovu gramatiku67 věnovanou sebatokratorisse Ireně. Je to jediný případ iluminované gramatiky za více než tisíc let existence Byzance a zároveň zřejmě nej-starší rukopis s Prodromovým dílem. Náleží do tzv. skupiny Kokkinovafu,68 do které patří manuskripty vzniklé ve druhé čtvrtině nebo okolo poloviny 12. století. Je tak jisté, že byl vytvořen ještě za Prodromova života jako dar pro sebastokratorissu.69

Druhý rukopis, o kterém bych se zde chtěl krátce zmínit, je vatikánský kodex 305 z po-loviny 13. století. 70 Není ikonograficky tak zajímavý jako ten předchozí, ale je manuskrip-tem pro Prodromovo spisovatelské dílo nejdůležitějším: obsahuje nejrozsáhlejší antologii Prodromových děl, kterou máme k dispozici. Kodex byl opsán zhruba sto let po Prodromově smrti a nalézá se v něm 68 jeho autentických děl.71

„Prodromská otázka“Rád bych svou přednášku uzavřel stručnou zmínkou o tzv. prodromské otázce. Pod tímto termínem rozumíme diskusi, která mezi byzantology započala před více než jedním stoletím

a týká se tří „Prodromů“: Theodóra Prodroma, Manganeia Prodroma a Ptóchoprodroma. Již od konce 19. století je jasné, že v případě Manganeia Prodroma se jedná o samostat-nou osobu,72 jejíž dílo (148 básní) je zachováno v řeckém kodexu č. XI 22 knihovny sv. Marka v Benátkách. Manganeios Prodromos byl napodobitel Theodóra Prodroma, činný od počátku 40. let 12. století na dvoře Manuéla Komnéna a řadící se stejně jako Theodóros Prodromos do kruhu sebastokratorissy Ireny. Jak už se konstatoval větší počet badatelů, Manganeios do velké míry Prodroma imituje, jak v použití motivů, tak v tematice svých básní.73 Nikdy se však nedokázal svému vzoru vyrovnat a psát básně v homérském hexa-metru. Zatímco tedy případ Manganeia Prodroma je dnes víceméně jasný, neplatí totéž o básních takzvaných Ptochoprodromik. Tímto konvenčním termínem označujeme čtveřici básní napsaných v lidovém jazyce.74 V průběhu doby byly vysloveny různé hypotézy o to-tožnosti jejich autora. Vydavatel básní H. Eideneier se domnívá, že jde o jednoho nebo více anonymních básníků,75 zatímco jiní badatelé, jako je W. Hörandner76 nebo M. Alexiou,77 podporují hypotézu, že za přezdívkou Ptóchoprodromos se skrývá Theodóros Prodromos. Nedávno byla vyslovena ještě další hypotéza: Andreas Rhoby na různých příkladech pou-kázal na to, že pasáže Ptochoprodromik napsané v učeném jazyce připomínají více básně Manganeia Prodroma než Theodóra Prodroma.78 K tomu se kloní i M. Kulhánková, která své argumenty zakládá na použití rétorických figur, jako je paronomázie a etymologickéhříčky (figurae etymologicae).79 Oba badatelé jsou si však vědomi, že tyto shody nám ne-dovolují tvrdit s jistotou, že Manganeios Prodromos je autorem Ptochoprodromik. Ostatně jejich pozorování jsou omezena jen na malý počet básní Manganeia Prodroma, protože jejich velká část zůstává dodnes nevydaná nebo jen částečně vydaná v různých roztrouše-ných edicích.80 A. Rhoby navíc ukázal, jak Manganeios Prodromos ve své básni o sňatku Theodóry, dcery sebastokratorissy Ireny, napodobuje 13. báseň Theodóra Prodroma, jež byla napsána pro jednu z dcer Ióanna Komnéna.81 Nemohlo by se tedy i v případě paralel mezi Ptóchoprodromem a Manganeiem jednat o podobnou imitaci? Samozřejmě by bylo velmi složité rozhodnout, kdo je originál a kdo napodobitel. Jisté je, že o otázkách autorství v tomto období je nutno se vyjadřovat se značnou obezřetností, neboť máme co dělat s auto-

62 Ibid., 135–148.63 PAPAGIANNIS 1997, 13–17. 64 LAUXTERMANN 1999, 366.65 HÖRANDNER 1974, 53.66 Úplný seznam rukopisů viz RHOBY, ZAGKLAS 2011, 171.67 PAPADOPOULOS-KERAMEUS 1891, I, 129. Srov. také VOCOTOPOULOS 2002, 186–189.68 VOCOTOPOULOS 2002, 186.69 SPATHARAKIS 1985, 243.70 MERCATI, FRANCHI DE’ CAVALIERI 1923, 443–450; HÖRANDNER 1974, 159–161 a PAPAGIANNIS 1997, 56–58.71 K dataci viz HÖRANDNER 1974, 161.

72 Bibliografii k tématu viz RHOBY 2009, 314, pozn. 52. Bibliografické odkazy k opačnému názoru viz JEffREYS

2011, 27, pozn. 3.73 JEffREYS 2011, 27.74 EIDENEIER 1991. 75 EIDENEIER 2007, 56–76.76 HÖRANDNER 1993, 314–324.77 ALEXIOU 1999, 91–109.78 RHOBY 2009, 330.79 KULHÁNKOVÁ 2011, 37–39. 80 Michael a Elizabeth Jeffreys ohlásili již na konci 80. let 20. století nové kompletní vydání básní Manganeia

Prodroma. 81 RHOBY 2009, 315.

Page 29: Neograeca Bohemica

56

Νikolaos Zagklas

57

ry používajícími podobnou slovní zásobu, frazeologii, shodné motivy a společnou tematiku. Jako charakteristický příklad můžeme uvést zmatek ohledně astrologické básně věnované sebastokratorisse Ireně. Ve svém seznamu Hörandner tuto báseň řadí mezi Prodromova autentická díla a také většina rukopisů ji Prodromovi připisuje. Nedávno však A. Rhoby dokázal, že báseň je ve skutečnosti dílem Kónstantina Manassa, který byl činný zhruba ve stejném období jako Prodromos.82

ZávěrTheodóros Prodromos byl básník, rétor, teolog, autor románu a nepochybně jeden z nej-významnějších učenců celého byzantského období. Vrcholem jeho literárního umu je jeho tvorba básnická. Nepřekonatelná je jeho schopnost psát verše v jakémkoli metru – ve dva-náctislabičném jambu, patnáctislabičném jambu, pentametru, hexametru i anakreontském verši – a k jakékoli příležitosti: k vojenským úspěchům Ióanna Komnéna, k narozením, sňatkům, úmrtím v rodině Komnénů. Díky těmto schopnostem si získal místo v básnických kruzích komnénovského dvora na zhruba tři desetiletí. Rozhodně nebude nadsazené tvrzení, že jeho poezie je vrcholem básnické tvorby 12. století. Významně přispěl k utváření básnic-kého slova doby a měl velký vliv na mnohé byzantské básníky, jak své současníky, jako byl Manganeios Prodromos, tak i pozdější, jako byl Manuél Filés.

Přeložila Markéta Kulhánková

Bibliografie viz str. 42

82 RHOBY 2009, 321–329.

Problém byzantského humanismu a renesance

RŮŽENA DOSTÁLOVÁ

V pracích o vývoji byzantské kultury zpravidla čteme o třech obdobích byzantského kla-sicismu nebo humanismu – o období fótiovském v 9. a 10. st., o období komnénovském, zvláště o filologických studiích Michaéla Psella nebo o úvodu Anny Komnény k jejímu his-torickému dílu, který zdůrazňuje klasičnost jejího jazyka, a o období palaiologovském (14.–15. st.) a v něm o díle Maxima Planuda, Theodóra Metochita a Geórgia Gemista Pléthóna. Podíváme-li se však na činnost a dílo těchto mužů blíže a srovnáme-li je s definicí italskéhohumanismu, který je definován jako „zájem poantického světa o antiku jako ztělesnění do-konalého lidství, jehož se mělo dosáhnout vzděláním, a to studiem antické literatury jako příkladným výrazem antiky“, pak si uvědomíme, že zájem o antické literární dědictví se v Byzanci projevil daleko dříve, a to zvláště už ve 4. st. v díle Basileia Velikého Πρὸς τοὺς νέους (K mládeži) v němž autor zdůvodňuje, proč mládež musí studovat – ovšem jen vy-brané autory, z tzv. ἔξω, θύραθεν μαθήματα. V páté kapitole Basileiovy řeči čteme např.: Πᾶσα μὲν ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἔστιν ἔπαινος, a autor zde doporučuje svým žákům číst básníky, historiky a rétory, a užitečně tak zušlechťovat ducha.

Basileiovou řečí, která je snad reakcí na Juliánův zákon zakazující křesťanům učit an-tické autory (daleko později zřejmě z Basileia čerpá Erasmus v roce 1504 v Enchiridiu radou: „Přípravu ke studiu Písma nám dá antická literatura ... s básníky a řečníky bude křesťan studovat filozofy, nejraději platónské, kteří mají nejblíže k prorokům a evange-liu“), se dostáváme ke způsobu byzantského a vlastně už starověkého školství a vzdělávání a k těžko jedním výrazem přeložitelnému pojmu παιδεία, v základním významu „výchova“, „vzdělání“. Cicero je do latiny překládá slovem humanitas a lze je chápat i jako „kultura“, jak je tomu ve známém výroku Isokratově, že „Helénem je každý, kdo prošel helénským vzděláním a přijal helénskou kulturu“.

Po vystoupení Basileiově a poté, co Řehoř z Nazianzu odsoudil ve svých řečech tehdy již mrtvého císaře Juliána za to, že zakazoval křesťanům číst a vykládat antické autory,1 byla cesta antických autorů do škol otevřená, a v 9. st. badatelé mluví dokonce o makedon-ské renesanci. Je pravda, že řecké slovo ἀναβίωσις je, jak později uvidíme, použito např. Theodórem Metochitem v jeho řeči na oslavu Nikaie,2 kam se uchýlil byzantský dvůr po dobytí Konstantinopole křižáky v roce 1204 a která uchovala byzantské kulturní dědictví jako παρακαταθήκη – dočasně uložený vklad, zde po dobu trvání obsazení hlavního města, termín známý z papyrů římské doby císařské a z pozdní antiky. Termín ἀναβίωσις však zde neznamená specifické kulturní období jako slovo ἀναγέννησις, jež je překladem italského

1 DOSTÁLOVÁ 1983, 1–12. 2 SATHAS 1872, 151.

Page 30: Neograeca Bohemica

58

Růžena Dostálová

59

Problém byzantského humanismu a renesance

rinascimento, ale znovuožití v původním významu, jako protiklad k pojmu νέκρωσις, který použil Nikéforos Grégoras v dialogu Φλωρέντιος.3

Důvod, proč se i o době Fótiově někdy mluví jako o renesanci, je předchozí úpadek vzdělanosti za ikonoklastických sporů. Fótios si ve své Βιβλιοθήκη všímá hlavně formální stránky popisovaných děl, zejména jejich jazyka. Kladně např. hodnotí i Lukiana pro jeho uhlazený jazyk a sloh.

O době vlády dynastie Komnénovců se mluví jako o komnénovském klasicismu. Před-stavitelem školství a kultury této doby je hlavně Michaél Psellos, který ve svém díle Χρο-νογραφία (č. Byzantské letopisy, 1982) mluví o svém návratu a cestě k řecké filozofii odPlatóna k Proklovi. Už zde musím upozornit na Psellův zájem i o přírodní vědy, zvláště o matematiku. Sám o sobě říká: „…usilovně se zabýval metodami početními a naučil se dů-kazům geometrickým“. Zdůrazňoval rovněž, že vždy spojoval teorii a praxi, tedy onen sta-rověký βίος θεωρητικός a βίος πρακτικός. Člověk, který zná jen filozofii a rétoriku a nevínic o politických záležitostech, mu připomíná hluše „dunící činely“.4

Tento problém bude zajímat i Theodóra Metochita. Jím se dostáváme k třetímu období zesíleného zájmu o antické kulturní dědictví – k době vlády palaiοlogovské dynastie, kdy se v souvislosti s výkladem o některých učencích začíná mluvit o humanistických tendencích. Metochita označili významní byzantologové, např. H. Hunger a G. Beck,5 jako předchůdce (Vorläufer) humanismu, zvláště když se téměř současně seznámili s jeho řečí Ἠθικός ἢ περὶ παιδείας (O etice neboli o výchově) v rukopisu Rakouské národní knihovny Cod. Phil. gr. 95 roku 1952. Tato řeč však byla vydána až roku 1997 a podruhé v opraveném vydání roku 2002 aténským profesorem I. D. Polemisem jako první svazek řady Κείμενα βυζα-ντινής λογοτεχνίας.6

Theodóros Metochités (kol. 1270–1332) byl v každém případě významnou postavou své doby. Dětství prožil za otcova vyhnanství a za jeho uvěznění jako latinofróna, přívržen-ce unie s římskou církví. Ve třinácti letech Metochités osiřel, ale díky svému nadání, výsled-kům ve studiích a literární činnosti byl povolán k císařskému dvoru a posléze dosáhl vysoké hodnosti mesazón, jakéhosi ministerského předsedy, i bohatství, ale nakonec po svržení císaře Andronika II. vnukem Andronikem III. vše ztratil a poslední dva roky života strávil v klášteře Chóra v Konstantinopoli. Jeho žák Nikéforos Grégoras jej pro jeho znalosti cha-rakterizuje jako βιβλιοθήκη nebo βίβλος ἔμψυχος, obdivoval jeho píli, když se Metochités „...od rána do večera oddával správě státu a po návratu domů znal jenom studium, jako by byl vědcem, který nemá nic společného s politikou“. Šlo zde o ono již ve starověku známé spojení βίος θεωρητικός a βίος πρακτικός, a jak sám přiznává ve své řeči O etice (kap. 36)

„musí někdy člověk podřídit své zájmy požadavkům společnosti“.7 Dříve než se budeme zabývat nově vydanou řečí, podívejme se na Metochitovu sbírku esejů Ὑπομνηματισμοί καὶ σημειῶσεις γνωμικαί (Miscellanea, Rozmanitosti filozofické a historické),8 napsaných snad po vzoru Plutarchových Moralia. V této sbírce se autor dotýká mnoha témat, jež uplatňuje v řeči O etice, která je pro dějiny novodobé klasické filologie důležitá, protože na mno-ha místech zdůrazňuje myšlenky, o něž se v 19. a 20. st. opírá druhý a třetí humanismus (Humboldt, Jäger).

Patří sem např. esej 113 o Řecích (Metochités zde zdůrazňuje, že Řekové jeho doby jsou τοῦ γένους καὶ τῆς γλώττης αὐτοῖς κοινωνοὶ καὶ διάδοχοι), kteří zpočátku neprosluli svými činy nebo šťastným osudem, ale přirozenou bystrostí mravů a smýšlení. Autor vyzdvihuje jejich uměřenost i to, že jejich obce se posléze shodly na společné správě věcí: Τελευτῶντες γὲ μὴν μεθ’ ὕστερον Ἕλληνες ἅπαντες μετέβαλον τὰ πολιτεύματα καὶ κοινοπολιτείας ἅπαντες ἤγοντο ... ὀλιγαρχικῶς ἤ δημοκρατικῶς...

Nebo esej 83 o tom, že „udržujeme v paměti vše, co se týká Řeků, ať jsou to věci veliké nebo i takové, které sotva stojí za řeč, o tom psali naši historikové Hérodotos, Thukydidés a Xenofón. Snad i u jiných národů byly podobné činy, o nichž nic nevíme, a podobně snad oni nevědí nic o nás, protože jejich spisovatelé o nás nepsali.“

Přes obdiv projevovaný historikům v těchto esejích vyzdvihuje autor důležitost studia matematiky a v jistotách matematiky hledal vzor pro společenský soulad, protože „v názo-rech o jejich obtížných výrocích jsou všichni jednotni a v těchto věcech lidé tvoří společnou obec – κοινοπολιτεία, a kdyby lidský život probíhal jen v této oblasti, byl by stále hluboký mír, společnost by žila bez krizí a lidé by všechno řešili společně“.

Matematika a geometrie je prospěšná pro vše, čím se lidé zabývají (πρὸς πάντα τ’ ἀνθρωπινά...), pro měření půdy, pro stavbu domů, pro výrobu strojů, ve válkách a v bo-jích (zde dává za příklad Archiméda) a uzavírá: εἶναι καὶ τὰ παραλιπόμενα τῇ ἐπιστήμῃ ὁδοῦ ... πάρεργα πολὺ βιωφελέστατα.

Metochitovy myšlenky tu ovšem nejsou originální. Už Theodóros II. Laskaris o generaci dříve kladně hodnotil exaktní vědy, opíral se ovšem také o Platóna (Ústava 522c–531c).

S Metochitovými historickými úvahami souvisí i kapitola 111, že ti, co studují litera-turu (οἱ περὶ λόγου σπουδάζοντες), musí věnovat pozornost zvláště historiografii (πρὸς τὸ ἱστορικὸν ἐπιμέλεια), protože kdo chce být opravdu vzdělancem, musí se zdokonalovat i při-pomínáním starých. Z toho bude mít prospěch i způsob jeho vyjadřování – ἅμα τῇ κατὰ τὴν γλῶτταν ἀσκήσεις εὖ ἔχειν.

Kdy Theodóros Metochités své eseje shromáždil a vydal, nevíme. Patrně vznikaly na zá-kladě diskuzí, které vedl se svými přáteli, zvláště s Josefem Filozofem. Upozornili jsme na ně před charakteristikou řeči O etice, protože některé eseje nás přivádějí též k pramenům,

3 LEONE 1975.4 RENAULT 1926, 1928, kap. 37 nn.5 HUNGER 1952, 4–19; HUNGER 1953, t. 3, 12–19; BECK 1952; ŠEVČENKO 1966, vol. 4, 19–55; GIGANTE 1967, 11–25.6 POLEMIS 2002.

7 POLEMIS 1999, 245–275.8 MÜLLER, KIESSLING 1821.

Page 31: Neograeca Bohemica

60

Růžena Dostálová

61

Problém byzantského humanismu a renesance

jimž esej věnoval, např. vedle Platóna a Aristotela je to esej o Filónovi, Pýthagorovi a Plu-tarchovi. Podle Tatakise cituje autor v Miscellaneích více než sedmdesát antických autorů.

Řeč sepsaná Metochitem asi roku 1305 je věnována neznámému mladému muži, kte-rého má pohnout k většímu zájmu o vzdělání a četbu. V prvních kapitolách autor zdůraz-ňuje, že jen vzdělanost může člověku pomoci na cestě k ἀρετή, která zůstane trvalým ma-jetkem člověka, nemůže ji nikdy ztratit jako hmotný majetek a bohatství. Z tohoto místa vychází při svém datování řeči až do roku 1328 H. Hunger, který soudí, že Metochités tu vychází z vlastní zkušenosti, protože po svržení Andronika II. z trůnu byl poslán do vyhnanství, ztratil dům a veškerý majetek a poslední léta života strávil v klášteře Chóra, který sám dal renovovat.

Metochités vyzdvihuje význam knih a četby pro kultivovaného člověka. Zvláště historic-ká literatura zachovala dalším generacím zprávy o významných činech Řeků. Chvála knih se vyskytuje u řady byzantských autorů od samého počátku tohoto období. Podle Metochita poskytuje četba čtenáři duchovní požitek (πνευματικὴ ἡδονή) a rozkoš (132, 9–17) a po-skytuje mu úlevu od námahy duševní práce. Spisovatel svým dílem dosahuje nesmrtelnosti, podobně jako jiní umělci svým dílem sochařským nebo malířským. Zde lze uvést, že už jeden z prvních byzantských historiků – Prokopios z Kaisareie – zdůrazňuje v úvodu svého díla, „že popsal války, které vedl římský císař Justinián…, aby vynikající činy, budou-li o nich chybět zprávy, nebyly po dlouhém čase zasuty opomenutím a … vymazány z lidské paměti“. Tato myšlenka se pak stává topem úvodů byzantských historiků.

Podívejme se nyní na lásku ke knihám, z níž se vyznává řada byzantských autorů. Rétor Libanios ve své autobiografii popisuje kopii ztraceného rukopisu historika Thukydida a pro-hlašuje: „z jiného rukopisu by mne četba netěšila“; až jeden z jeho žáků po delší době tento rukopis našel. Z toho je ovšem i patrné, že knih nemohl kolovat velký počet. V roce 867 si patriarcha Fótios v jednom ze svých listů z vyhnanství císaři Basileiovi stěžuje: „Je novým druhem trestu, že jste mi vzali mé knihy. Proč jste mi vzali knihy? Jestliže v něčem chybuji, měli jste mi dát více knih…, aby mne poučení napravilo.“ Téměř ve stejné době psal Fótiův žák Konstantin-Cyril, misionář na Velké Moravě, úvod k slovanskému překladu evangelií, v němž říká: „Duše knih zbavená zdá se být člověku mrtvá – nahé jsou všechny národy bez knih,“ a položil tím základ k literaturám ve slovanských jazycích.

V tzv. Κεφάλαια Παραινετικά (Morální naučení) přičítaných Basileiovi I. v 2. pol. 9. st. doporučuje autor, snad vychovatel při císařském dvoře, četbu historických děl: „V četbě staré historie najdeš bez námahy, co druzí s námahou shromáždili.“ A generál Kekaumenos v 11. st. radí ve své knize Στρατηγικόν (O umění válečném) synovi: „Kdykoli máš volný čas … čti historické a teologické knihy.“ Tyto dva žánry patří skutečně k nejčastějším literár-ním žánrům v byzantské literatuře. A konečně i Metochités v jedné ze svých básní prohla-šuje knihy za své jediné bohatství, přeje si, aby našly útočiště v knihovně kláštera Chóra.

Výroky byzantských autorů o knihách vzbuzují dojem, že Byzantinec mohl vlastnit mnoho knih. Tak tomu ovšem nebylo. Cena knih v poměru k příjmům byla nesmírně vyso-ká. Rukopis s listy apoštola Pavla mohl stát téměř tolik jako městský dům. Biskup Arethas

platil v 10. st. za opsání knihy včetně pergamenu téměř polovinu ročního platu úředníka, pořízení opisu knihy byla velmi namáhavá práce a kvůli tomu všemu si přátelé knihy často půjčovali, jak víme ze zachované korespondence a konečně i ze zpráv o činnosti knihoven. Metochités shrnuje svůj výklad o četbě knih závěrem, že knihy pomáhají člověku řešit jeho problémy, poskytují mu bez nákladů a v krátkém čase znalosti o různých národech a ze-mích, aniž musí čtenář podnikat dlouhé cesty.

Autor si ve své řeči poměrně málo všímá křesťanství a jeho nauk. Činí tak hlavně v úvo-du, kde se hlásí – asi i na základě zkušeností svého otce – k ortodoxnímu křesťanství (kap. 6): Ὁ μὲν δὴ λόγος οὕτω χρῆναι φησὶν οἴεσθαι, πρὸ πάντων εὐσεβῆσαι τὰς περὶ τοῦ Θεοῦ δόξας ἀληθεῖς, které pak v této kapitole rozvádí. Metochités je přesvědčen, že právě παιδεία přivádí člověka k Bohu. V dalším výkladu se zabývá pojmem θεωρία, který avšak v jeho výkladu nesouvisí s mystickým nazíráním Boha, ale s vědeckým studiem kosmu a jsoucna. Je přesvědčen, že vědecké poznání stvoření a přírody přispívá k poznání Boha, a studium filozofie, jímž παιδεία vrcholí, chápe jako studium jevů stvořeného světa, které musí vést i k poznání jeho stvořitele. Cestou k poznání Boha tak může být i astronomie. V těchto názo-rech se projevuje vliv Filónův a Metochités jimi vyjadřuje duchovní proud své doby, který se snaží spojit křesťanské učení s vědeckým poznáním své doby (kap. 32). Také tyto myšlenky nacházíme už u Theodóra II. Laskarise a kořeny mají v Platónově Ústavě (522b–530a). O něco později, v době hésychastických sporů, shrnoval Grégorios Palamas (1296–1359), odpůrce humanistů, taková stanoviska slovy: „Slyšel jsem, že podle některých by měli i mniši usilovat o nabytí světské moudrosti, poněvadž bez ní se nikdy nezbaví nevědomosti a myl-ných názorů. … Podle nich je třeba shromažďovat vědění odevšad, zvláště s přihlédnutím k starověké řecké vzdělanosti (ἑλληνικὴ παιδεία). I ona je darem Božím stejně jako zjevení, jehož se dostalo apoštolům a prorokům.“ Tak charakterizuje Palamas názory humanistů, kteří měli víru v sílu lidského rozumu a vědění, zvláště v poznávání přírody.

Pro lidi, kteří neusilovali o hlubší studium filozofie, byly antické texty hlavně zdrojempro poznání a ovládnutí klasické řečtiny, která se stále více vzdalovala mluvenému jazy-ku a stávala se i těžko srozumitelnou. Proto se nám z této doby alespoň zčásti zachovaly tzv. metafráze, přepisy původního klasicizujícího textu, např. díla Anny Komnény Ἀλεξιάς z 12./13. st.9 nebo metafráze Nikéfora Blemmyda (Βασιλικὸς Ἀνδριάς, Obraz vladaře)10 usnadňující soudobému čtenáři porozumění textu. Schopnost skládat řeči, např. oslavné nebo pohřební, případně přivítání císaře z tažení, byla důležitá pro životní dráhu každého vyššího úředníka. Proto i rétorika byla důležitou částí vzdělání.

Upozornili jsme již na místo, v němž Metochités uvádí, že řečtí historikové – jmenu-je tu Hérodota, Thukydida a Xenofónta – si všímali jen činů Řeků a opomíjeli ostatní národy. V Miscellaneích 101 a 108 však sám věnuje pozornost Římanům, a to zvláště

9 HUNGER 1981.10 HUNGER, ŠEVČENKO 1986.

Page 32: Neograeca Bohemica

62

Růžena Dostálová

63

Problém byzantského humanismu a renesance

postavám, které známe z Plutarchových životopisů (Numa Pompilius, Tarquinius Super-bus, Sulla, Lucullus, Pompeius), z nichž zde zřejmě čerpal. V dalším eseji pak rozvádí byzantský topos, podle něhož božská prozřetelnost učinila z tzv. κοινοπολιτεία (zde: z re-publiky) monarchii za císaře Augusta a z ní největší a nejmocnější říši na světě, a umož-nila tak rychlé rozšíření křesťanství.

Tento zájem o Řím, případně o latinskou literaturu, se v Byzanci znovu objevuje až v palaiologovské době v díle Maxima Planuda, který v 13. st. patřil k největším znalcům latinské literatury, ačkoli studium latiny vždy vzbuzovalo podezření, že zájemce oň je lati-nofron. O generaci později se z tohoto obvinění musel obhajovat Démétrios Kydónés.

Ačkoli se Metochités v Miscellaneích ani v řeči O etice nevyjadřuje obšírněji o svých názorech na způsob vlády, setkáváme se v těchto esejích s termínem κοινοπολιτεία, která v Evropě byla δημοκρατική nebo ὀλιγαρχική, kdežto v Asii šlo vždy o δεσποτικαὶ μοναρχίαι (Misc. 101, 102). Zatímco H. V. Beyer v tom termínu vidí synonymum pro slovo δημοκρα-τία, Medvedev v knize Vyzantijskij gumanizm XIV–XV vv. soudí, že ideálem byzantských humanistů byla osvícená monarchie,11 to je podle Platónova dialogu Politikos (302d–303b) „monarchie vázaná dobrými zákony“. Je zajímavé, že slovo κοινοπολιτεία je v byzantských textech doloženo jen v Metochitových Miscellaneích, ale je známo z antických nápisů, např. SIG 622, B 12 z Delf z 2. st. př. Kr. (Lidell-Scott: „citizenschip of a κοινόν or league”). Zde můžeme vyjít z Aristotela (Polit. 1252a a 1276b: κοινωνία πολιτῶν ἥ πόλις). Pak se objevuje až v novořeckých slovnících (Dimaras uvádí jako pramen jen Metochita: ἔχειν ἴσα πολιτικὰ δικαιώματα, Babiniotis a Kriaras též jako řecký překlad slova commonwealth ne-bo fédération). Je možné, že hojné použití slova κοινοπολιτεία Metochitem souvisí s oblibou složených slov v řečtině 13. st.12

Hlavní vědou tohoto období byla filologie. Zachovala se z této doby řada nejstaršícha nejlepších rukopisů, z nichž některé posloužily i novodobé textové kritice. Sám Metochités říká ve svém panegyriku na Nikaiu, že „toto město přijalo uprchlíky a také celé vědecké obory jako druhá Akropolis“. Působení starověké literatury, které v Byzanci trvalo po celou dobu její existence s ohledem na stálost školské výchovy, zde bylo obzvláště silné.

Nikájský císař Jan III. Dukas Vatatzés zakládal ve městech své říše knihovny, takže dobový kronikář Theodóros Skutariotés jej srovnával s Ptolemaiem Filadelfem, vlastním zakladatelem alexandrijské knihovny.13 Vyvíjelo se tu školství a diskusní shromáždění, tzv. Μουσῶν θέατρον, při cestách do knihoven na Athos a do Thesálie se nacházely knihy, jejichž jména prý neznali ani mnozí lidé zběhlí v literatuře (πολλοὶ τῶν ἐν λόγοις βεβιωκότων).

Po obsazení Konstantinopole křižáky roku 1204 a po odchodu byzantské vlády i pa-triarchátu do Nikaie lze mluvit o prvním, byť jen dočasném exodu vědců a vzdělanců z Konstantinopole.

Po pádu Konstantinopole to byli řečtí vzdělanci, kteří přinesli na Západ metody práce s řeckými texty. Sice už dříve se jako první Ital zajímal o řečtinu básník Petrarca (1304–1374), kterého řečtinu učil Řek Barlaam z jihoitalské Kalábrie (1290–1350), odpůrce Palamasův v hésychastických sporech, po svém návratu do Itálie. Po roce 1453 ovšem těchto filologů – učitelů řečtiny, kteří přicházeli nejdříve do Itálie, pak do Francie, Německai Anglie, byla celá řada (Manuél Chrysolóras, Ióannés Argyropulos, Theodóros Gazés, Dé-métrios Chalkokondylés, Kónstantinos Laskaris aj.). Po vynalezení knihtisku (1455) pak pracovali i na edicích textů. Nejznámější je tu tiskárna Alda Manutia v Benátkách, z jehož tiskárny pocházejí řecké prvotisky – editiones Aldinae.

Zde je třeba připomenout, že na tento vývoj měl vliv koncil ve Ferraře a Florencii (1434–1438), který jednal o unii ortodoxní a katolické církve, jehož se účastnili i Geórgios Pléthón, představitel vyvrcholení byzantského humanismu, nebo Béssarión, který sem při-nesl rukopis Platóna z 10. st., uložený dnes v knihovně sv. Marka v Benátkách v souboru 482 rukopisů, které tu Béssarión zanechal.

Zde bych chtěla upozornit na málo známou skutečnost, totiž že evropští humanisté ne-omezovali zpočátku svůj zájem jen na antické řecké autory. Pojem „středověk“ – medium aevum mezi antikou a novověkem nebo mezi antikou a jejím „znovuzrozením“, renesancí, nebyl posud vyhraněný. Evropští humanisté, nebo alespoň někteří, se zajímali o všechny texty napsané řecky. Např. i zakladatel platónské akademie ve Florencii Lorenzo Medicej-ský se snažil získat i rukopisy „nových“ řeckých autorů. Později známý německý humanista Martin Crusius (1526–1607) z univerzity v Tübingenu, který si kvůli řeckým rukopisům dopisoval s tajemníkem řeckého patriarchátu, se snažil opatřit si i díla autorů 15. a 16. st. a zajímal se i o soudobý řecký jazyk, nechtěl τῶν παρὰ πόδας σχεδὸν αμαθῶς ἔχειν. Chce, aby mu poslali učebnici novořečtiny, slovník nebo alespoň texty, z nichž by se mohl učit jako samouk.14 Ale archaizující vzdělanci v okruhu patriarchátu traumatizovaní zánikem byzantské říše sami obraceli pozornost evropských humanistů k antice. Jeden z nich psal Crusiovým studentům: „Nevšímejte si nás, nyní barbarizovaných Řeků, obraťte svou pozor-nost k Helladě, odkud vzešlo vše krásné a hodnotné – zákony, písemnictví, ústavní zřízení obcí, vojenství, vědy a ušlechtilé mravy,“ a filolog Ióannés Argyropulos řekl Reuchlinovi:Ecce Graecia nostra exilio transvolavit Alpes.

Studium řečtiny mohlo souviset i s různými místními praktickými zájmy. Např. v Augs-burku působila bohatá kupecká rodina Fuggerů, která se zajímala o situaci ve východní Evropě a na Balkáně v zájmu svého zahraničního obchodu a první soubor německé edice byzantských historiků sponzoroval Antonín Fugger. Také Francouzi se zajímali o východní Středomoří v návaznosti na někdejší křížové výpravy. Tak vzniklo první Corpus Parisinum byzantských historiků, v předmluvách tu překladatelé poukazují na aktuálnost daných děl,

11 BEYER 1989, 7–77, MEDVEDEV 1997, 156–161. 12 BROWNING 1969, 87.13 SATHAS 1894. 14 DOSTÁLOVÁ 2005, 137–145.

Page 33: Neograeca Bohemica

64

Růžena Dostálová

65

Problém byzantského humanismu a renesance

např. překlad Laonika Chalkokondyla z 15. st. je označován jako traduction d´un moderne Grec a jeho deset původních knih bylo rozšířeno o aktuální další knihu, týkající se soudo-bých událostí.

Obrat nastává s nástupem novohumanismu v Německu, kdy se studium řeckých textů koncentruje výhradně na texty klasické antiky, které se četly už ve starověkých i byzant-ských školách. Výuka klasických jazyků na středních školách pak díky W. Humboldtovi a W. Jägerovi, autorovi třídílné knihy Paideia, měla za cíl výchovu člověka na základě ide-álů lidskosti přijímaných četbou textů, které se četly už na antických a později byzantských školách.

Vraťme se však k často řešené otázce humanismu a renesance v Byzanci, o níž existuje rozsáhlá literatura zejména ve spojení s jednotlivými osobnostmi, jakými byli např. v 11. st. Michaél Psellos se svou vírou v lidský rozum, svým zájmem o přírodní vědy i uznáváním tělesné krásy (např. v pohřební řeči na svou dceru).

Zatímco výtvarní umělci – malíři ikon a fresek, stavitelé – byli v Byzanci vždy považo-váni za řemeslníky a jako příklady byli uváděni antičtí sochaři Feidias a Praxitelés, Psellos se jako snad jediný z byzantských autorů přiznává k zájmu o výtvarné umění, které sehrálo tak významnou úlohu v západní renesanci, když v jednom ze svých dopisů přiznává, že od-nášel z chrámů pod pláštěm ikony, a v jiném popisuje malou sochu Eróta.15

Nebo je tu žák Nikéfora Blemmyda císař Theodóros II. Laskaris, zakladatel škol a kniho-ven v Nikájském císařství, které jako παρακαταθήκη měly zachovat byzantskou vzděla-nost pro její ἀναβίωσις po νέκρωσις trvající po dobu obsazení Konstantinopole Latiny. I v jeho odkazu nacházíme důraz kladený na vzdělání, podobně jako Theodóros Metochités klade na nejvyšší místo filozofii, i on se opíral o matematické argumenty a vzdělání spo-joval s dobrem, jako Metochités spojoval παιδεία a ἀρετή (podobně jako Platón v Ústavě 585d–588a).

Lze souhlasit s ruským byzantonologem I. Medvedevem, autorem knihy Vyzantijskij gumanizm XIV–XV vv.,16 že Byzanc této doby předešla v miniatuře evropské dějiny následujících století a že v té době existoval zárodek humanismu, totiž zvýšený zájem o antickou kulturu, který se tu objevoval občas už dříve, ale poprvé i zájem o jiné kultu-ry, zejména o kulturu římskou a o exaktní vědy a o uznání jejich převzetí z Egypta a od Chaldejců. Pro rozvoj těchto zárodků však v tehdejší době už v Byzanci neexistovaly předpoklady, jaké poskytovaly italské městské republiky, např. Benátky a Janov, jež mě-ly v rukou byzantský obchod. V Byzanci nad humanismem zvítězil hésychasmus a mniš-ská kultura a nebyla tu ani měšťanská třída, která na Západě poskytovala živnou půdu pro rozvoj renesanční ideologie.

Jen marně navrhoval Geórgios Pléthón vládcům Mistry v později spálené knize Νόμων συγγραφή (O zákonech) „nejlepší ústavu o tom, jak mají lidé smýšlet, jak mají žít v sou-kromém i veřejném životě, aby prožili v souladu s lidskými možnostmi svůj život co nejlépe a nejšťastněji“.17 Tato věta nám jen poněkud připomíná povzdech Theodóra Metochita, že „kdyby lidský život probíhal stále jen v oblasti matematiky, byl by stále mír, lidé by žili bez krizí a řešili by všechno společně“.

Bibliografie

ALEXANDRE CH. Pléthón. Traité des lois (Πλήθωνος Νόμων συγγραφής τα σωζόμενα), Pa-ris 1858, repr. 1982.

BECK H. G. Theodoros Metochites. Die Krise des byzantinischen Weltbildes im 14. Jahr-hundert. München 1952.

BEYER H. V. Studien zum Begriff des Humanismus und zur Frage nach dessen Anwendbar-keit auf Byzanz und andere vergleichbare Kulturen. Βυζαντινά 15, 1989, 7–77.

BROWNING R. Medieval and Modern Greek, London 1969.DOSTÁLOVÁ R. Christentum und Hellenismus. Zur Herausbildung einer neuen kulturellen

Identität im 4. Jahrhundert. Byzantinoslavica 44, 1983, 1–12.DOSTÁLOVÁ R. Zu den Vorworten der ältesten Ausgaben der spätbyzantinischen Historiker.

In: Geschehenes und Geschriebenes. Studien zu Ehren von Günther S. Henrich und Klaus-Peter Matschke, Leipzig 2005, 137–145.

DOSTÁLOVÁ R. Byzantinoslavica 69/ 3, 2010, Suppl. Ekphrasis, 137–135.GIGANTE M. Per l’interpretazione di Teodoro Metochites quale umanista bizantino. Rivista

di studi bizantini e neoellenici 4 (XIV), 1967, 11–25.HUNGER H. Metochites als Vorläufer des Humanismus in Byzanz. Byzantinische Zeitschrift

45, 1952, 4-19.HUNGER H. Der Éthikos des Theodoros Metochites. In: Πεπραγμένα του 9ου διεθνούς βυζα-

ντινολογικού συνεδρίου, Thessaloniki 1953, τ. 3, 12–19.HUNGER H. Anonyme Metaphrase zu Anna Komnene, Alexias XI.–XIII. Wiener byzanti-

nistische Studien 15, Wien 1981.HUNGER H., ŠEVČENKO I. Des Nikephoros Blemmydes Βασιλικὸς Ἀνδριάς und dessen Me-

taphrase von Georgios Galesiotes und Georgios Oinaiotes: Ein weiterer Beitrag zum Verständnis der byzantinischen Schrift-Koine. Wiener byzantinistische Studien 18, Wien 1986.

15 DOSTÁLOVÁ 2010, 137–145.16 MEDVEDEV 1997. 17 ALEXANDRE 1858.

Page 34: Neograeca Bohemica

66

Růžena Dostálová

67

LEONE P. A. M.. Fiorenzo o interno alla sapienza. Byzantina et neo-hellenica neapolitana 4, Napoli 1975.

MEDVEDEV I. P. Vizantinskij gumanizm XIV–XV vv., St. Petersburg 1997.MÜLLER CH. G., KIESSLING G. Theodórou tou Metochitou Hypomnématismoi Kai Sémeióseis

Gnómikai (Theodori Metochitae Miscellanea philosophica et historica), Leipzig 1821, repr. 1966.

POLEMIS I. D. Η ηδονή της θεωρίας των όντων στόν Θεοδώρο Μετοχίτη. Eλληνικά 49, 1999, 245–275.

POLEMIS Ι. D. Θεόδωρος Μετοχίτης. Ἠθικὸς ἢ περὶ παιδείας. Κείμενα βυζαντινής λογοτε-χνίας, Athina 20022, 52–274.

RENAULT M. Michel Psellos. Chronographie ou histoire d‘un siècle de Byzance (976–1077) (Konstantin IX.), Paris 1926 (vol. 1) , 1928 (vol. 2), repr. 1967.

SATHAS K. N. Theodóros Metochités. Nikaeus. In: Mεσαιωνική βιβλιοθήκη Ι, Venice 1872, 139–153.

SATHAS K. N. Αnonymou. Synopsis chroniké. Mεσαιωνική βιβλιοθήκη VII, Venice 1894, repr. Athina 1972.

ŠEVČENKO I. Theodoros Metochites, the Chora and the intellectual trends of this time. Ιn: P. A. Underwood (ed.), The Kariye Djami, vol. 4, New York 1966, 19–55.

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

RŮŽENA DOSTÁLOVÁ

Στις εργασίες που δημοσιεύονται για την εξέλιξη του βυζαντινού πολιτισμού συνήθως διαβάζουμε για τις τρεις περιόδους του βυζαντινού κλασικισμού ή του ουμανισμού: για την περίοδο του Φωτίου τον 9ο και 10ο αιώνα, την περίοδο των Κομνηνών, ιδιαίτερα στις φιλολογικές εργασίες του Μιχαήλ Ψελλού ή στον πρόλογο της Άννας Κομνηνής στο ιστορικό της έργο – το οποίο υπογραμμίζει την κλασικότητα της γλώσσας που χρησιμοποιεί – καθώς και την περίοδο των Παλαιολόγων (14ος και 15ος αιώνας), ιδιαίτερα στα έργα των Μάξιμου Πλανούδη, Θεόδωρου Μετοχίτη και Γεώργιου Γεμιστού Πλήθωνα. Μια πλησιέστερη γνωριμία με τη δράση και το έργο αυτών των ανδρών και η σύγκρισή του με τον ορισμό του ιταλικού ουμανισμού, ο οποίος έμεινε γνωστός ως «το ενδιαφέρον του νεώτερου κόσμου για την αρχαιότητα ως ενσάρκωση της τέλειας ανθρωπιάς, η οποία επιτυγχάνεται με τη μόρφωση, ειδικότερα με τη μελέτη της αρχαίας φιλολογίας ως παραδειγματικής έκφρασης της αρχαιότητας», αντιλαμβανόμαστε ότι το ενδιαφέρον για τη φιλολογική κληρονομιά της αρχαιότητας παρουσιάστηκε πολύ νωρίτερα, ήδη τον 4ο αιώνα στο έργο του Μέγα Βασιλείου Πρὸς τοὺς νέους, στο οποίο ο συγγραφέας παραθέτει τους λόγους για τους οποίους οι νέοι πρέπει να μελετούν μόνο επιλεγμένους συγγραφείς από τα λεγόμενα ἔξω, θύραθεν μαθήματα. Στο 5ο κεφάλαιο του βιβλίου του ο Βασίλειος γράφει: Πᾶσα μὲν ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἔστιν ἔπαινος και συνιστά στους μαθητές του να διαβάζουν ποιητές, ιστορικούς και ρήτορες προκειμένου έτσι να καλλιεργούν χρήσιμα το πνεύμα τους.

Από το λόγο του Βασιλείου, που προφανώς αποτελεί αντίδραση στο νόμο του Ιουλιανού, με τον οποίο ο αυτοκράτορας απαγόρευε στους χριστιανούς να διδάσκουν τους αρχαίους συγγραφείς, αντλεί, πολύ αργότερα από το Βασίλειο, ο Έρασμος, ο οποίος στο Εγχειρίδιον συμβουλεύει: «Την προετοιμασία για τη μελέτη των Γραφών μας την παρέχει η αρχαία λογοτεχνία..., με ποιητές και ρήτορες ο χριστιανός θα μελετά τους φιλοσόφους, ει δυνατόν τους πλατωνικούς, οι οποίοι βρίσκονται πολύ κοντά στους προφήτες και στο Ευαγγέλιο». Αγγίζουμε έτσι το θέμα της βυζαντινής και της αρχαίας εκπαίδευσης, καθώς και του δύσκολου στη μετάφραση όρου παιδεία, υπό τη βασική έννοια της «ανατροφής» και της «μόρφωσης». O Κικέρων μεταφράζει αυτό τον όρο στα λατινικά ως humanitas, κάτι που μπορεί να γίνει αντιληπτό ως «πολιτισμός», έτσι όπως αυτός είναι γνωστός από την περίφημη ρήση του Ισοκράτη: Ἕλληνες εἰσὶν οἱ τῆς ἡμετέρας παιδείας μετέχοντες.

Μετά το λόγο του Βασιλείου και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός καταδίκασε στους δικούς του λόγους τον ήδη νεκρό αυτοκράτορα Ιουλιανό για την απαγόρευση που είχε επιβάλει στους χριστιανούς να διαβάζουν και να ερμηνεύουν τους αρχαίους συγγραφείς.1 Με αυτό τον

1 DOSTÁLOVÁ 1983, 1–12.

Page 35: Neograeca Bohemica

68

Růžena Dostálová

69

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

τρόπο άνοιξε ο δρόμος και για τα έργα των ειδωλολατρών συγγραφέων τα οποία μπήκαν στα σχολεία κι έτσι τον 9ο αιώνα οι ερευνητές κάνουν λόγο για τη μακεδονική αναγέννηση. Είναι αλήθεια ότι η ελληνική λέξη ἀναβίωσις χρησιμοποιείται, όπως θα δούμε αργότερα, από το Θεόδωρο Μετοχίτη στον πανηγυρικό του λόγο για τη Νίκαια της Μικράς Ασίας,2 στην οποία κατέφυγε η βυζαντινή αριστοκρατία μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους το 1204 και η οποία διαφύλαξε τη βυζαντινή πολιτιστική κληρονομιά ως παρακαταθήκη – δηλαδή ένας νομικός όρος για την προσωρινή εξασφάλιση για όσο διάστημα θα διαρκούσε η κατοχή της Πόλης, τον οποίο ξέρουμε από παπύρους της εποχής των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και της ύστερης αρχαιότητας. O όρος ἀναβίωσις εδώ δεν σημαίνει μια ειδική πολιτιστική περίοδο, όπως η έννοια ἀναγέννησις, η οποία αποτελεί μετάφραση του ιταλικού όρου rinascimento, αλλά μια νέα χρήση του όρου υπό την αρχική του έννοια, ίσως αντίθετης του όρου νέκρωσις, τον οποίο χρησιμοποίησε ο Νικηφόρος Γρηγοράς στο διάλογο Φλωρέντιος.3

Ο λόγος που ακόμα και η περίοδος του Φωτίου αναφέρεται από ορισμένους ως αναγέννηση, οφείλεται στην πρωθύστερη παρακμή της παιδείας κατά την περίοδο των εικονοκλαστών. Ο Φώτιος στη Βιβλιοθήκη του στέκεται περισσότερο στις τυπικές μορφές των αρχαίων έργων, κυρίως στη μορφή της γλώσσας. Θετικά π.χ. αξιολογεί ακόμα και το Λουκιανό για την άρτια γλώσσα που χρησιμοποιεί.

Η περίοδος της δυναστείας των Κομνηνών είναι γνωστή περισσότερο ως κλασικισμός. Εκπρόσωπος της παιδείας και του πολιτισμού αυτής της εποχής θεωρείται κυρίως ο Μιχαήλ Ψελλός, ο οποίος στη Χρονογραφία του κάνει λόγο για επιστροφή στο δρόμο της ελληνικής φιλοσοφίας από τον Πλάτωνα μέχρι τον Πρόκλο. Πρέπει επίσης να υπενθυμίσω και το ενδιαφέρον που επέδειξε ο Ψελλός για τις θετικές επιστήμες, κυρίως για τα μαθηματικά. O ίδιος μιλώντας για τον εαυτό του σημείωνε: «επίμονα ασχολήθηκα με τις μεθόδους των υπολογισμών και τα γεωμετρικά θεωρήματα». Υπογράμμιζε επίσης ότι πάντα προσπαθούσε να συνδυάζει τη θεωρία με την πράξη, κατά τους αρχαίους βίος θεωρητικός και βίος πρακτικός. Σημείωνε δε ότι ο άνθρωπος που ασχολούνταν μόνο με τη φιλοσοφία και τη ρητορική χωρίς να ξέρει τίποτα για τις πολιτικές εξελίξεις του θύμιζε «κύμβαλον αλαλάζον».4

Αυτό το ζήτημα θα απασχολήσει και το Θεόδωρο Μετοχίτη. Μέσω αυτού φτάνουμε στην τρίτη εποχή του ενισχυμένου ενδιαφέροντος για την αρχαία πολιτισμική κληρονομιά, δηλαδή στην περίοδο της δυναστείας των Παλαιολόγων, όταν σε συνδυασμό με την ερμηνεία ορισμένων λογίων αρχίζει να γίνεται λόγος για τις ουμανιστικές τάσεις. Ορισμένοι σημαντικοί βυζαντινολόγοι, παράδειγμα οι καθηγητές H. Hunger και G. Beck,5 χαρακτήρισαν

το Μετοχίτη πρόδρομο (Vorlaufer) του ουμανισμού, ειδικά όταν μπόρεσαν να διαβάσουν το λόγο του Ἠθικός ἢ περί παιδείας σε χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αυστρίας Cod. Phil. gr.95 το έτος 1952. Αυτός ο Λόγος εκδόθηκε ωστόσο μόλις το 1997 και στη συνέχεια – σε νέα επιμελημένη έκδοσή του – το 2002 από τον καθηγητή Αθηνών Ι. Δ. Πολέμη στον πρώτο τόμο της σειράς Κείμενα Βυζαντινής Λογοτεχνίας.6

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (περίπου 1270–1332) αποτελούσε μια ξεχωριστή προσωπικότητα της εποχής του. Την παιδική του ηλικία την πέρασε στον τόπο εξορίας του πατέρα του, ο οποίος φυλακίστηκε ως λατινόφρων, υποστηριχτής της ένωσης με την καθολική εκκλησία. Στα δεκατρία του χρόνια ο Μετοχίτης ορφάνεψε, όμως εξαιτίας του ταλέντου και των επιδόσεών του στα μαθήματα, καθώς και των λογοτεχνικών του δεξιοτήτων, κλήθηκε στην αυτοκρατορική αυλή όπου πολύ γρήγορα ανήλθε στο ανώτερο ιεραρχικό αξίωμα του Μεσάζοντα, ένα είδος πρωθυπουργού, συγκεντρώνοντας παράλληλα αρκετό πλούτο, τα οποία όμως έχασε μετά την ανατροπή του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ από τον εγγονό του Ανδρόνικο Γ΄. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο μοναστήρι Χώρα της Κωνσταντινουπόλεως. O μαθητής του Νικηφόρος Γρηγοράς με αφορμή την ευρυμάθεια του δασκάλου, τον χαρακτήρισε βιβλιοθήκη ή άλλως βίβλος ἔμψυχος θαυμάζοντάς τον για την εργατικότητά του καθώς «από το πρωί έως το βράδυ παρέμεινε αφοσιωμένος στις υποθέσεις του κράτους… και μετά την επιστροφή στο σπίτι αφιερωνόταν αποκλειστικά στη μελέτη, ωσάν να επρόκειτο για επιστήμονα που δεν έχει τίποτα το κοινό με την πολιτική». Επρόκειτο ακριβώς για συνδυασμό του αρχαίου ιδανικού μεταξύ του βίου πρακτικού και βίου θεωρητικού, όπως άλλωστε και ο ίδιος παραδέχεται στον Ηθικό του (κεφ. 36), όπου σημείωνε «ότι υπάρχουν στιγμές που ο άνθρωπος πρέπει να υποτάσσει τα συμφέροντά του στο συμφέρον της κοινωνίας».7

Πριν ασχοληθούμε με τον νεοκδοθέντα λόγο του ας ρίξουμε μια ματιά στη συλλογή μελετών του Μετοχίτη ’Υπομνηματισμοἰ καἰ σημειῶσεις γνωμικαί8 γραμμένες κατά το πρότυπο των Ηθικών (Moralia) του Πλουτάρχου. Σε αυτή τη συλλογή ο συγγραφέας ασχολείται με πολλά θέματα, στα οποία αναφέρεται και στο λόγο του Ἠθικός ἢ περὶ παιδείας, και είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τη μελέτη της νεότερης κλασσικής φιλολογίας, καθώς σε αρκετά σημεία προβάλει τις ιδέες πάνω στις οποίες στηρίχτηκε ο δεύτερος και ο τρίτος ουμανισμός (Humboldt, Jäger).

Σε αυτή ανήκει παράδειγμα η μελέτη 113 για τους Έλληνες (ο Μετοχίτης εδώ τονίζει ότι οι Έλληνες της εποχής του είναι τοῦ γένους καὶ τῆς γλώττης αὐτοῖς κοινωνοὶ καὶ διάδοχοι, οι οποίοι στην αρχή δε διακρίθηκαν για τα έργα τους ή την ευτυχή μοίρα τους, αλλά για τη φυσική ευστροφία τους, την ευγένεια των ηθών και της σκέψης. O συγγραφέας επαινεί

2 ΣΑΘΑΣ 1872, 151.3 LEONE 1975.4 RENAULT 1926, 1928, κεφ. 37 κε.5 HUNGER 1952, 4–19; HUNGER 1953, τ. 3, 12–19; BECK 1952; ŠEVČENKO 1966, vol. 4, 19–55; GIGANTE 1967, 11–25.

6 ΠΟΛΕΜΗΣ 2002.7 ΠΟΛΕΜΗΣ 1999, 245–275.8 MÜLLER, KIESSLING 1821.

Page 36: Neograeca Bohemica

70

Růžena Dostálová

71

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

την αίσθηση του μέτρου καθώς και το γεγονός ότι τελικά οι Δήμοι τους συναίνεσαν σε μια από κοινού διαχείριση των υποθέσεών τους: Τελευτῶντες γὲ μὴν μεθ’ ὕστερον Ἕλληνες ἅπαντες μετέβαλον τὰ πολιτεύματα καὶ κοινοπολιτείας ἅπαντες ἤγοντο ... ὀλιγαρχικῶς ἤ δημοκρατικῶς...

Ή στη μελέτη 83 αναφέρει ότι «πρέπει να διατηρήσουμε στη μνήμη όλα, όσα έχουν σχέση με τους Έλληνες, ασχέτως εάν πρόκειται για σημαντικές υποθέσεις ή κι όσες δεν αξίζει να γίνεται λόγος, καθώς γι αυτά έγραψαν οι ιστορικοί μας Ηρόδοτος, Θουκυδίδης και Ξενοφών. Πιθανόν και σε άλλα έθνη να υπάρχουν παρόμοια έργα, για το οποία δε γνωρίζουμε τίποτα και ομοίως κι εκείνοι δε γνωρίζουν τίποτα για εμάς, καθώς οι συγγραφείς τους δεν έγραψαν τίποτα για εμάς».

Παρά το θαυμασμό που εκφράζει ο συγγραφέας προς τους ιστορικούς, δεν ξεχνά να υπογραμμίζει τη σημασία της μελέτης των μαθηματικών και στη σιγουριά των μαθηματικών αναζητεί αντιστοιχίες για την κοινωνική αρμονία, καθώς, όπως γράφει, «στις γνώμες για τα δύσκολα αποτελέσματα είναι όλοι ενωμένοι και σε αυτά τα θέματα οι πολίτες δημιουργούν μία κοινοπολιτεία, κι εάν η ανθρώπινη ζωή περιοριζόταν μόνο σε αυτό τον τομέα θα βασίλευε παντού μια βαθιά ειρήνη, η κοινωνία θα ζούσε χωρίς κρίσεις και οι πολίτες θα έλυναν τα πάντα από κοινού».

Ο Μετοχίτης θεωρούσε (όπως ο Πλάτωνας, Πολιτ. 522e–521c) ότι τα Μαθηματικά και η Γεωμετρία αποβαίνουν ωφέλιμα πρὸς πάντα τ’ ἀνθρωπινά... στην καταμέτρηση των εκτάσεων, στην οικοδόμηση οικιών, στην κατασκευή εργαλείων, στους πολέμους και στους αγώνες (εδώ φέρνει ως παράδειγμα των Αρχιμήδη), ενώ συνοψίζοντας επισημαίνει τα εξής: εἶναι καὶ τὰ παραλιπόμενα τῇ ἐπιστήμῃ ὁδοῦ ... πάρεργα πολὺ βιωφελέστατα ... ὥς ἄρα πολλὴν ἔχει τὴν τοῦ λόγου πρόθεσιν, ὥς ἄρα πολλὴν ἔχει τὴν ὄνησιν τ΄ ἀνθρώπινα κατὰ τὸν βίον πράγματα τοῦ μαθηματικοῦ τῆς φιλοσοφίας εἴδους. Οι ιδέες του Μετοχίτη εδώ δεν είναι πρωτότυπες, γιατί μια γενιά νωρίτερα ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης εκτίμησε θετικά τις φυσικές επιστήμες.

Με τις ιστορικές μελέτες του Μετοχίτη σχετίζεται και το κεφάλαιο 111, όπου αναφέρει ότι, οἱ περὶ λόγου σπουδάζοντες πρέπει να αφιερώσουν ειδική προσοχή στην ιστοριογραφία (πρὸς τὸ ἱστορικὸν ἐπιμέλεια), καθώς όποιος πραγματικά θέλει να γίνει λόγιος πρέπει να τελειοποιείται φρεσκάροντας τα παλιά. Από αυτό θα έχει όφελος και ο τρόπος έκφρασής του ἅμα τῇ κατὰ τὴν γλῶτταν ἀσκήσεις εὖ ἔχειν.

Δε γνωρίζουμε πότε ο Θεόδωρος Μετοχίτης συνέλεξε και εξέδωσε τους Υπομνηματισμούς του. Το πιθανότερο είναι να δημιουργήθηκαν σε συζητήσεις που διεξήγαγε με τους φίλους του, ειδικότερα με τον Ιωσήφ το Φιλόσοφο. Αναφερθήκαμε σε αυτόν πριν το χαρακτηριστικό λόγο Ἠθικός ἢ περί παιδείας, επειδή κάποιες μελέτες μας οδηγούν στις ίδιες πηγές, στις οποίες αφιέρωσε τις μελέτες του. Παράδειγμα δίπλα στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, μελέτες για τον Πυθαγόρα, τον Πλούταρχο και τον Φίλωνα. Σύμφωνα με τον Τατάκη, ο συγγραφέας κάνει στους Υπομνηματισμούς αναφορές σε πάνω από εβδομήντα αρχαίους συγγραφείς.

Ο λόγος που έγραψε ο Μετοχίτης περίπου το 1305 είναι αφιερωμένος σε έναν άγνωστο νεαρό άνδρα, τον οποίο επιθυμεί να ωθήσει στη μόρφωση και τη μελέτη. Στα πρώτα κεφάλαια

ο συγγραφέας υπογραμμίζει πως μόνο η μόρφωση μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο στο δρόμο προς την ἀρετή, η οποία παραμένει εσαεί περιουσία του ανθρώπου, καθώς δεν μπορεί ποτέ να την απολέσει, όπως μπορεί να γίνει με την περιουσία ή τον πλούτο. Από αυτή τη θέση ο H. Hunger προβαίνει σε χρονολόγηση του λόγου έως το 1328, δηλαδή τη χρονιά που – όπως υποθέτει – ο Μετοχίτης αναφέρεται στη δική του περίπτωση, καθώς μετά την ανατροπή του Ανδρόνικου Β΄ από το θρόνο ο ίδιος οδηγήθηκε στην εξορία, χάνοντας το σπίτι του και όλη του την περιουσία, περνώντας τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο μοναστήρι Χώρα, το οποίο ο ίδιος ανακαίνισε.

Ο Μετοχίτης υπογραμμίζει την αξία των βιβλίων και της μελέτης για έναν πολιτισμένο άνθρωπο. Ειδικά για την ιστορική βιβλιογραφία θεωρεί ότι διατήρησε για τις επόμενες γενιές μαρτυρίες για σημαντικές πράξεις Ελλήνων. Απονέμει επαίνους και σε αρκετούς βυζαντινούς συγγραφείς, ακόμα εξ αρχής της βυζαντινής περιόδου. Κατά τον Μετοχίτη η μελέτη παρέχει στον αναγνώστη «πνευματική ηδονή» (Ηθ. 132, φ.17, βλ. επίσης Πλάτων Πολιτ. 585 α–β) και παράλληλα ανακούφιση από την κούραση της πνευματικής εργασίας. O συγγραφέας με το έργο του αγγίζει την αθανασία, όπως άλλωστε και οι καλλιτέχνες με το έργο τους. Εδώ να αναφέρουμε ότι ένας από τους πρώτους Βυζαντινούς ιστορικούς, ο Προκόπιος της Καισαρείας, τονίζει στον πρόλογο του έργου του πως «περιέγραψε τους πολέμους που διεξήγαγε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ιουστινιανός..., προκειμένου αυτά τα εξαιρετικά γεγονότα, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχουν για αυτά ειδήσεις, να μην οδηγηθούν στη λήθη του χρόνου και να μην σβηστούν από την ανθρώπινη μνήμη». Αυτή η ιδέα καθίσταται στη συνέχεια κεντρική στους προλόγους των βυζαντινών ιστορικών.

Ας εξετάσουμε τώρα την αγάπη προς τα βιβλία που τρέφει σειρά βυζαντινών συγγραφέων. O ρήτορας Λιβάνιος στην αυτοβιογραφία του περιγράφει το αντίγραφο ενός χαμένου χειρογράφου του ιστορικού Θουκυδίδη και δηλώνει: «δε θα με ικανοποιούσε η ανάγνωση από άλλο χειρόγραφο», έως ότου ένας από τους μαθητές του μετά από αρκετό χρόνο βρήκε το χαμένο χειρόγραφο. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν κυκλοφορούσε μεγάλος αριθμός βιβλίων. Το 867 ο Πατριάρχης Φώτιος σε μια από τις επιστολές του στην εξορία προς τον αυτοκράτορα Βασίλειο παραπονείται: «Πρόκειται για επιβολή μιας νέας τιμωρίας η αφαίρεση των βιβλίων. Γιατί μου στερήσατε τα βιβλία; Εάν κάνω λάθος σε κάτι θα πρέπει να μου δώσετε περισσότερα βιβλία, έτσι ώστε τα διδάγματα που θα λάβω να με διορθώσουν». Σχεδόν την ίδια περίοδο ο μαθητής του Φώτιου, Κωνσταντίνος-Κύριλλος, ισαπόστολος στη Μεγάλη Μοραβία, καθώς έγραφε τον πρόλογο της σλαβικής μετάφρασης του Ευαγγελίου, σημείωνε: «Η ψυχή στερημένη βιβλίων φαίνεται στον άνθρωπο νεκρή. Γυμνά είναι τα έθνη που δεν έχουν βιβλία». Με αυτό τον τρόπο έθεσε τη θεμέλιο λίθο του γραπτού λόγου στις σλαβικές γλώσσες.

Στα λεγόμενα Κεφάλαια παραινετικά που αποδίδονται στον Βασίλειο Α' στο δεύτερο ήμισυ του 9ου αιώνα, ο συγγραφέας, κατά πάσα πιθανότητα παιδαγωγός στην αυτοκρατορική αυλή, συνιστά την ανάγνωση ιστορικών έργων: «Στη μελέτη της αρχαίας ιστορίας θα βρεις χωρίς κόπο αυτό που οι άλλοι συνέλλεξαν με κόπο». Και ο στρατηγός Κεκαυμένος τον 11ο αιώνα στο βιβλίο του Στρατηγικόν συμβουλεύει το γιο του: «Οποτεδήποτε έχεις ελεύθερο

Page 37: Neograeca Bohemica

72

Růžena Dostálová

73

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

χρόνο, να διαβάζεις ιστορικά και θεολογικά βιβλία». Αυτά τα δύο είδη γραπτού λόγου κατέχουν πραγματικά τα σκήπτρα της βυζαντινής λογοτεχνίας. Και τελικά ακόμα και ο Μετοχίτης σε ένα από τα ποιήματά του κηρύσσει τα βιβλία ως τη μοναδική περιουσία του, ευχόμενος να βρουν καταφύγιο στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού της Χώρας.

Οι ρήσεις των βυζαντινών συγγραφέων για τα βιβλία ίσως μας αφήνουν με την εντύπωση ότι οι Βυζαντινοί είχαν στην κατοχή τους πολλά βιβλία. Στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Ένα χειρόγραφο με τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου στοίχιζε το ίδιο με την αξία ενός αστικού σπιτιού. O επίσκοπος Αρέθας πλήρωσε το 10ο αιώνα για την αντιγραφή ενός βιβλίου, συμπεριλαμβανομένης της περγαμηνής, το ήμισυ της ετήσιας αμοιβής ενός υπαλλήλου. Η εξασφάλιση της αντιγραφής ενός βιβλίου αποτελούσε ένα ιδιαίτερα κουραστικό έργο και γι’ αυτούς τους λόγους οι φίλοι αντάλλασσαν μεταξύ τους βιβλία, τουλάχιστον σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε από την αλληλογραφία που διατηρήθηκε και από τις σχετικές εκθέσεις των βιβλιοθηκών. O Μετοχίτης συνοψίζει την ερμηνεία του για την ανάγνωση των βιβλίων με το συμπέρασμα ότι τα βιβλία βοηθούν τον άνθρωπο να λύσει τα προβλήματά του, του δίνουν χωρίς δαπάνες και σε σύντομο χρόνο γνώσεις για διάφορα έθνη και διάφορες χώρες χωρίς να χρειαστεί να επιδοθεί σε μακρινά ταξίδια.

Ο συγγραφέας στους λόγους του λίγες φορές αναφέρεται στο χριστιανισμό και στις διδαχές του. Συνήθως αυτό το πράττει στον πρόλογο, όπου – μάλλον κι εξαιτίας της εμπειρίας του πατέρα του – δηλώνει την πίστη του στην Ορθοδοξία (κεφ. 6) γράφοντας: Ὁ μὲν δὴ λόγος οὕτω χρῆναι φησὶν οἴεσθαι, πρὸ πάντων εὐσεβῆσαι τὰς περὶ τοῦ Θεοῦ δόξας ἀληθεῖς, τις οποίες κι αναπτύσσει συνέχεια στο ίδιο κεφάλαιο. O Μετοχίτης είναι πεπεισμένος ότι ακριβώς η παιδεία φέρνει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Στη συνέχεια ασχολείται με την ερμηνεία του όρου θεωρία η οποία στη δική του εκδοχή δε σχετίζεται με τη μυστικιστική αναζήτηση του Θεού αλλά με την επιστημονική μελέτη του κόσμου και του Είναι. Είναι πεπεισμένος ότι η επιστημονική προσέγγιση της δημιουργίας και της φύσης συνεισφέρει στη γνωριμία με το Θεό και στη μελέτη της φιλοσοφίας, την οποία θεωρεί ως κορύφωση της παιδείας, καθώς την αντιλαμβάνεται ως μελέτη των φαινομένων του κόσμου, η οποία πρέπει να οδηγήσει και στη γνωριμία με το δημιουργό του. Ένας δρόμος για τη γνωριμία με το Θεό μπορεί να είναι και η αστρονομία. Σε αυτές τις απόψεις αποκαλύπτεται η επιρροή του Φίλωνα και ο Μετοχίτης εκφράζει με αυτές την πνευματική τάση της εποχής του, η οποία επιχειρεί το συγκερασμό της χριστιανικής διδασκαλίας με την επιστημονική γνώση της εποχής (κεφ. 32). Λίγο αργότερα, την περίοδο των ησυχαστικών διαφορών, ο Γρηγόριος Παλαμάς (1296–1359), αντίπαλος των ουμανιστών, συνοψίζει αυτές τις απόψεις με τα εξής λόγια: «Άκουσα πως σύμφωνα με κάποιους θα έπρεπε και οι μοναχοί να προσπαθούν να αποκτήσουν κοσμική μόρφωση, καθότι χωρίς αυτή δεν θα μπορέσουν ποτέ να αποτινάξουν την αμάθεια και τις λαθεμένες απόψεις… Σύμφωνα με αυτούς είναι ανάγκη να συλλέγουμε γνώσεις από παντού, ιδιαίτερα δε να λαμβάνεται υπόψη η αρχαία ελληνική παιδεία. Κι αυτή αποτελεί θείο δώρο όπως κι η Αποκάλυψη που εμφανίστηκε σε αποστόλους και προφήτες». Έτσι χαρακτηρίζει ο Παλαμάς τις απόψεις των ουμανιστών, οι οποίοι πίστευαν στη δύναμη της ανθρώπινης λογικής και γνώσης, ειδικά σε ότι αφορά τη γνώση της φύσης.

Όσου δεν ενδιαφερόταν για μια βαθύτερη μελέτη της φιλοσοφίας, τα αρχαία κείμενα αποτελούσαν πηγή γνωριμίας και κατανόησης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η οποία όλο και περισσότερο απομακρυνόταν από την καθομιλουμένη γλώσσα, καθιστάμενη όλο και περισσότερο δυσκολονόητη. Από την ίδια εποχή τουλάχιστον διασώθηκαν εν μέρει οι λεγόμενες μεταφράσεις, δηλαδή οι αντιγραφές των αυθεντικών αρχαίων κειμένων, όπως π.χ. της Ἀλεξιάδας της Άννας Κομνηνής (13 αι.)9 ή της μετάφρασης του Νικηφόρου Βλεμμύδη (Βασιλικός Ἀνδριάς)10 που επέτρεψαν στον αναγνώστη την κατανόηση του κειμένου.

Η ικανότητα να γράφει κάποιος λόγους, π.χ. επετειακούς ή επικήδειους, ή λόγους για την υποδοχή του αυτοκράτορα, όταν αυτός επέστρεφε από κάποια εκστρατεία, αποτελούσε σημαντικό σταθμό στη ζωή κάθε ανωτέρου υπαλλήλου. Γι αυτό και η ρητορική αποτελούσε αναπόσπαστο συστατικό της εκπαίδευσης.

Επισημάναμε ήδη το σημείο όπου ο Μετοχίτης αναφέρει ότι οι Έλληνες ιστορικοί, κατονομάζει τους Ηρόδοτο, Θουκυδίδη και Ξενοφώντα, επικέντρωναν την προσοχή τους μόνο στα έργα των Ελλήνων παραμελώντας τα υπόλοιπα έθνη. Στα Miscellanea 107 και 108 αναφέρεται στους Ρωμαίους, ειδικότερα σε εκείνες τις μορφές που γνωρίζουμε από τις βιογραφίες του Πλουτάρχου (Numa Pompilius, Tarquinius Superbus, Sulla, Lucullus, Pompei-us), από τις οποίες φυσικά αντλούσε. Σε άλλη μελέτη του αναλύει το βυζαντινό τόπο, σύμφωνα με τον οποίο η θεία χάρις μετέτρεψε την κοινοπολιτεία σε μοναρχία την εποχή του Αυγούστου καθιστώντας την τη μεγαλύτερη και ισχυρότερη αυτοκρατορία στον κόσμο, διευκολύνοντας έτσι τη γοργή εξάπλωση του χριστιανισμού (Ωριγένης, Contra Celsum II, 30).

Το ενδιαφέρον για τη Ρώμη ή για τους Λατίνους συγγραφείς επανεμφανίζεται στο Βυζάντιο την εποχή των Παλαιολόγων στο έργο του Μάξιμου Πλανούδη, ο οποίος το 13ο αιώνα θεωρούνταν από τους καλύτερους γνώστες των Λατίνων συγγραφέων, μολονότι η μελέτη των λατινικών προκαλούσε την υποψία ότι ο άμεσα ενδιαφερόμενος είναι λατινόφρων. Μια γενιά αργότερα αντιμέτωπος με αυτή την κατηγορία βρέθηκε ο Δημήτριος Κυδώνης.

O Μετοχίτης αναφέρει στα Miscellanea του τρεις μορφές κυβέρνησης – τη δημοκρατία, την αριστοκρατία και βασιλική μοναρχία. Εκτός τούτου, απαντούμε στις μελέτες του τον όρο κοινοπολιτεία, η οποία στην Ευρώπη μπορούσε να είναι δημοκρατική ή ολιγαρχική, ενώ στην Ασία πάντα κυριαρχούσαν αἱ δεσποτικαὶ μοναρχίαι (Misc. 101, 102). Αυτό το σύστημα (δημοκρατικό) όμως δεν εφαρμόστηκε μόνο από τους Έλληνες αλλά και από άλλα έθνη. Ενώ ο H. V. Bayer εμφανίζει αυτό τον όρο – κοινοπολιτεία – ως συνώνυμο της δημοκρατίας, ο Medvedev στο βιβλίο του Vyzantijskij gumanizm XIV–XV vv. φρονεί ότι το ιδανικό πολίτευμα για τους βυζαντινούς ουμανιστές ήταν μια φωτισμένη μοναρχία.11 Είναι ενδιαφέρον ότι η λέξη κοινοπολιτεία στα βυζαντινά κείμενα απαντάται μόνο στα Mis-cellanea του Μετοχίτη, βρίσκεται ωστόσο και σε αρχαίες επιγραφές καθώς και σε παπύρους

9 HUNGER 1981.10 HUNGER, ŠEVČENKO 1986.11 BEYER 1989, 7–77, MEDVEDEV 1997, 156–161.

Page 38: Neograeca Bohemica

74

Růžena Dostálová

75

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

(παράδειγμα SIG 622, B 12 από τους Δελφούς του 2ου π.Χ. αιώνα, που εξηγείται «id est Bundesbürgerrecht esdem quae ισοπολιτεία» ή «identisch mit πολιτεία») και στη συνέχεια στα νεοελληνικά λεξικά (ο Δημαράς εμφανίζει ως πηγή μόνο τον Μετοχίτη: ἔχειν ἴσα πολιτικὰ δικαιώματα, οι Μπαμπινιώτης και Κριαράς επίσης, ταυτίζοντας τον όρο με τη μετάφραση στα ελληνικά του αγγλικού όρου commonwealth ή του γαλλικού όρου fédéra-tion (βλ. και Αριστοτέλη, Πολιτ. 1252α και 1276β: κοινωνία πολιτῶν ἥ πόλις). Από ότι φαίνεται και σε αυτή την περίπτωση ο Μετοχίτης άντλησε από τη νομική ορολογία, όπως και στην περίπτωση της χρήσης του όρου παρακαταθήκη. Επίσης, στα ελληνικά του 13ου αιώνα συντανάμε συχνά σύνθετες λέξεις,12 και αυτό το γεγονός μπορεί να σχετίζεται με τη συχνή χρήση του όρου κοινοπολιτεία από το Μετοχίτη.

Βασική επιστήμη αυτής της εποχής υπήρξε η φιλολογία. Από εκείνη την εποχή διατηρήθηκαν μια σειρά από τα αρχαιότερα και τα καλύτερα χειρόγραφα, εκ των οποίων ορισμένα χρησιμοποιούνται για τη νεώτερη ανάλυση κειμένων. O ίδιος ο Μετοχίτης στον πανηγυρικό του λόγο για τη Νίκαια γράφει ότι «αυτή η πόλη δέχτηκε πρόσφυγες και επιστημονικούς κλάδους ωσάν μια δεύτερη Ακρόπολις». Η επίδραση της αρχαίας γραμματείας η οποία στο Βυζάντιο διήρκησε καθ΄ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του, λαμβανομένης υπόψη της σχολικής εκπαίδευσης, υπήρξε ιδιαίτερα ισχυρή.

Ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατατζής ίδρυε βιβλιοθήκες στις πόλεις της αυτοκρατορίας κι έτσι ο χρονογράφος εκείνης της εποχής Θεόδωρος Σκουταριώτης13 τον συνέκρινε με τον Πτολεμαίο Φιλάδελφο, τον ιδρυτή της βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας. Αναπτύχτηκε η σχολική εκπαίδευση, οι δημόσιες συγκεντρώσεις στις οποίες γινόταν συζήτηση διάφορων επίκαιρων θεμάτων, τα Μουσῶν θέατρα, ενώ κατά τη διάρκεια των ταξιδιών προς τις βιβλιοθήκες του Άθωνα και της Θεσσαλίας ανακαλύπτονταν βιβλία την ύπαρξη των οποίων αγνοούσαν αρκετοί λόγιοι (πολλοὶ τῶν ἐν λόγοις βεβιωκότων).

Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους το 1204 και την αποχώρηση της κυβέρνησης και του Πατριαρχείου στη Νίκαια μπορούμε να μιλάμε και για αποχώρηση, έστω προσωρινή, των επιστημόνων και των λογίων από την Κωνσταντινούπολη.

Μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως οι Έλληνες λόγιοι ήταν αυτοί που μετέφεραν στη Δύση τις μεθόδους εργασίας με τα ελληνικά κείμενα. Είναι αλήθεια ότι λίγο νωρίτερα άρχισε να ενδιαφέρεται για τα ελληνικά, ως πρώτος Ιταλός, ο ποιητής Πετράρχης (1304–1374), ο οποίος διδάχτηκε τα ελληνικά από τον Έλληνα Βαρλαάμ της νοτιοανατολικής Καλαβρίας (1290–1350), αντίπαλο του Παλαμά στην ησυχαστική διαμάχη, αμέσως μετά την επιστροφή του τελευταίου στην Ιταλία. Μετά την πτώση του 1453 όμως ο αριθμός των φιλολόγων – δασκάλων των ελληνικών που έφταναν στην αρχή στην Ιταλία, στη συνέχεια στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία ήταν αρκετά περισσότεροι (Μανουήλ Χρυσολωράς,

Ιωάννης Αργυρόπουλος, Θεόδωρος Γαζής, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Κωνσταντίνος Λάσκαρης κ.ά.) Μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας (1455) άρχισαν να εργάζονται και στη σύνταξη των κειμένων. Το πλέον γνωστό τυπογραφείο υπήρξε αυτό του Άλδο Μανούτιου στη Βενετία, από το οποίο προέρχονται και τα πρώτα ελληνικά εκτυπωμένα φυλλάδια – editiones Aldinae.

Εδώ πρέπει να υπενθυμίζουμε ότι σε αυτή την εξέλιξη αρκετή επιρροή είχε και η Σύνοδος της Φερράρας – Φλωρεντίας (1434–1438), η οποία ασχολήθηκε με την ένωση της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας, και στην οποία συμμετείχε και ο Γεώργιος Πλήθων, κορυφαίος εκπρόσωπος του βυζαντινού ανθρωπισμού, ή ο Βησσαρίων, ο οποίος έφερε μαζί του το χειρόγραφο του Πλάτωνα από το 10ο αιώνα, και το οποίο φυλάσσεται σήμερα στη Βιβλιοθήκη του Αγίου Μάρκου, σε ένα σύνολο 482 χειρογράφων τα οποία ο Βησσαρίων άφησε στη Βενετία.

Θα επιθυμούσα να υπογραμμίσω μια λίγο γνωστή πραγματικότητα: οι Ευρωπαίοι ουμανιστές δεν περιόριζαν το ενδιαφέρον τους μόνο στα αρχαία ελληνικά κείμενα. O όρος «μεσαίωνας» – medium aevum μεταξύ της αρχαιότητας και της νέας εποχής ή άλλως μεταξύ της κλασσικής εποχής και της «αναγέννησής» της δεν είχε μέχρι τότε οριοθετηθεί. Οι Ευρωπαίοι ουμανιστές, ή τουλάχιστον κάποιοι εξ αυτών, έδειχναν ενδιαφέρον για όλα τα κείμενα που ήταν γραμμένα ελληνικά. Π.χ. o ιδρυτής της Πλατωνικής Ακαδημίας στη Φλωρεντία, Λορέντζο ο Μέδικος, προσπαθούσε να αποκτήσει και χειρόγραφα «νέων» Ελλήνων συγγραφέων. Αργότερα ο γνωστός Γερμανός ουμανιστής Μαρτίν Κρούσιος (1526–1607) του Πανεπιστημίου Τύμπιγκεν, ο οποίος λόγω των ελληνικών χειρογράφων διατηρούσε επικοινωνία με το γραμματέα του ελληνικού Πατριαρχείου, προσπαθούσε να αποκτήσει κι έργα συγγραφέων του 15ου και του 16ου αιώνα, ενώ ενδιαφερόταν και για τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα, δεν ήθελε τῶν παρὰ πόδας σχεδὸν αμαθῶς ἔχειν, ζητούσε να του αποστείλουν ένα αναγνωστικό των νέων ελληνικών, λεξικό ή τουλάχιστον κάποια κείμενα προκειμένου από αυτά να μάθει τη γλώσσα ως αυτοδίδακτος.14 Ωστόσο και οι αρχαιολάτρες λόγιοι του Πατριαρχείου, τραυματισμένοι από την εμπειρία της πτώσης της βυζαντινής αυτοκρατορίας, άρχισαν να προτρέπουν τους Ευρωπαίους ουμανιστές να στρέψουν την προσοχή τους στην αρχαιότητα. Ένας εξ αυτών έγραψε στους μαθητές του Κρούσιου: «Μη δίνετε προσοχή σε εμάς τους εκβαρβαρισμένους Έλληνες. Στρέψτε την προσοχή σας στην Ελλάδα, διότι από αυτή προέρχεται ότι είναι ωραίο και αξιόλογο: νόμοι, γραπτά έργα, η συνταγματική οργάνωση των κοινοτήτων, η στρατιωτική οργάνωση, οι επιστήμες και τα ευγενή αισθήματα». O φιλόλογος Ιωάννης Αργυρόπουλος έλεγε στον Reuchlin: Ecce Graecia nostra exilio transvolavit Alpes.

Οι σπουδές των ελληνικών συχνά αποτελούσαν εξάρτηση διάφορων ντόπιων συμφερόντων. Παράδειγμα στο Άουγκσμπουργκ δραστηριοποιούνταν η πλούσια οικογένεια εμπόρων

12 BROWNING 1969, 87.13 ΣΑΘΑΣ 1894. 14 DOSTÁLOVÁ 2005, 137–145.

Page 39: Neograeca Bohemica

76

Růžena Dostálová

77

Τo ζήτημα του βυζαντινού ανθρωπισμού και της Αναγέννησης

Φούγγερ, η οποία φυσικά ενδιαφερόταν για την κατάσταση στην Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια κι έτσι στο πλαίσιο των εμπορικών δραστηριοτήτων ο Αντονίν Φούγγερ χρηματοδότησε την πρώτη γερμανική έκδοση των βυζαντινών ιστορικών. Επίσης οι Γάλλοι ενδιαφέρονταν για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο επικαλούμενοι τις σχέσεις που είχαν συνάψει από την εποχή των Σταυροφοριών. Έτσι εκδόθηκε το πρώτο Corpus Parisinum των βυζαντινών ιστορικών. Στον πρόλογό του οι μεταφραστές επισημαίνουν την επικαιρότητα των έργων, π.χ. η μετάφραση του Λαόνικου Χαλκοκονδύλη από το 15ο αιώνα χαρακτηρίζεται ως traduction d´un moderne Grec κι έτσι στα δέκα αρχικά βιβλία προστέθηκε ένα επιπλέον, το οποίο αφορούσε τις σύγχρονες εξελίξεις.

Μια τομή παρατηρείται με την άνοδο του νέο-ουμανισμού στη Γερμανία, όταν η μελέτη των ελληνικών κειμένων επικεντρώνεται αποκλειστικά στα κείμενα της αρχαιότητας, τα οποία διαβάζονταν τόσο στα σχολεία της αρχαιότητας όσο και του Βυζαντίου. Η διδασκαλία των κλασικών γλωσσών στη μέση εκπαίδευση χάρις στον Humboldt και στον Jäger, συγγραφέα του τρίτομου έργου Παιδεία, είχε ως στόχο τη διαπαιδαγώγηση ανθρώπων με τα ιδανικά του ανθρωπισμού, η πρόσληψη των οποίων θα γινόταν με την ανάγνωση των κειμένων στα σχολεία της αρχαιότητας αρχικά κι αργότερα στα σχολεία του Βυζαντίου.

Ας επιστρέψουμε ωστόσο στο θέμα της ύπαρξης του ουμανισμού και της αναγέννησης στο Βυζάντιο, για το οποίο υπάρχει ήδη μια σεβαστή βιβλιογραφία, ειδικά σε σχέση με συγκεκριμένες προσωπικότητες, όπως π.χ. o Μιχαήλ Ψελλός και η πίστη του στην ανθρώπινη λογική, το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες και η αναγνώριση της σωματικής ομορφιάς (βλ. παράδειγμα τον επικήδειο λόγο στην κηδεία της κόρης του).

Ενώ οι εικαστικοί καλλιτέχνες – αγιογράφοι και οικοδόμοι – θεωρούνταν ανέκαθεν τεχνίτες και ως πρότυπά τους αναφέρονταν οι αρχαίοι γλύπτες Φειδίας και Πραξιτέλης, ο Ψελλός – μόνος αυτός από τους βυζαντινούς συγγραφείς – αναγνωρίζει την αξία των εικαστικών τεχνών, οι οποίες διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη δυτική αναγέννηση, όταν σε μία από τις επιστολές του παραδέχεται ότι αφαιρούσε από ναούς εικόνες, τις οποίες έκρυβε κάτω από τα ρούχα του, ενώ σε άλλη επιστολή περιγράφει ένα μικρό άγαλμα του Έρωτα.15

Υπάρχει και η περίπτωση του μαθητή του Νικηφόρου Βλεμμύδη του αυτοκράτορα Θεόδωρου Β΄ Λάσκαρη, ιδρυτή σχολείων και βιβλιοθηκών στην αυτοκρατορία της Νίκαιας, οι οποίες ως παρακαταθήκη προορίζονταν για τη διατήρηση του βυζαντινού πνεύματος και την ἀναβίωσή του μετά την αποσύνθεσή του (νέκρωσις) που ακολούθησε μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους. Και στη δική του διαθήκη δίνεται έμφαση στη μόρφωση κι όπως κι ο Θεόδωρος Μετοχίτης, τοποθετεί στην πρώτη θέση τη φιλοσοφία. Κι ο ίδιος στηριζόταν στις μαθηματικές αρχές και συνέδεε την εκπαίδευση με την αρετή, όπως εξάλλου κι ο Μετοχίτης συνέδεε την παιδεία με την ἀρετή.

Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με το Ρώσο βυζαντινολόγο Ι. Medvedev, συγγραφέα του βιβλίου Vyzantijskij gumanizm XIV-XV vv.16 ότι το Βυζάντιο εκείνης της εποχής υπερκέρασε σε μικρογραφία την ευρωπαϊκή ιστορία των επομένων αιώνων και ότι ήδη τη συγκεκριμένη περίοδο προυπήρχαν οι φύτρες του ουμανισμού, συγκεκριμένα ένα υψηλό ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό, το οποίο περιστασιακά εμφανιζόταν και νωρίτερα, αλλά για πρώτη φορά έκανε την εμφάνισή του το ενδιαφέρον για άλλους πολιτισμούς, ειδικότερα για το ρωμαϊκό πολιτισμό και για τις θετικές επιστήμες μαζί με την παραδοχή της πρόσληψής τους από την Αίγυπτο και τους Χαλδαίους. Για την περαιτέρω ανάπτυξη αυτής της φύτρας στο Βυζάντιο εκείνης της εποχής δεν υπήρχαν οι απαραίτητες προϋποθέσεις τις οποίες όμως παρείχαν οι ιταλικές δημοκρατικές πόλεις, π.χ. η Βενετία ή η Γένουα, οι οποίες εξάλλου κρατούσαν στα χέρια τους το βυζαντινό εμπόριο. Στο ίδιο το Βυζάντιο ο ουμανισμός νικήθηκε στη διαμάχη του από τoν ησυχασμό και το μοναστικό πολιτισμό καθώς δεν δημιουργήθηκε η αστική τάξη, η οποία στη Δύση διαμόρφωσε εκείνο το ζωτικό χώρο που επέτρεψε την ανάπτυξη της ιδεολογίας της Αναγέννησης.

Μάταια ο Γεώργιος Πλήθων, στο αργότερα καμένο βιβλίο του Νόμων συγγραφή, πρότεινε στους τότε διοικούντες τα Μιστρά τα εξής: «το καλύτερο σύστημα για το πώς πρέπει οι άνθρωποι να σκέπτονται και πώς πρέπει να ζουν στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο τους, έτσι ώστε να ζουν σε αρμονία με τις ανθρώπινες δυνατότητες όσο το δυνατόν καλύτερα και ευτυχισμένα».17 Αυτή η πρόταση κατά κάποιο τρόπο μας παραπέμπει στον αναστεναγμό του Θεόδωρου Μετοχίτη: «εάν ζούσαμε το βίο μας σε καθεστώς κοινοπολιτείας και μόνο στον τομέα των μαθηματικών, τότε θα υπήρχε μια διαρκής ειρήνη, οι άνθρωποι θα ζούσαν χωρίς κρίσεις και θα επίλυαν τα πάντα από κοινού».

Μετέφρασε Κώστας Τσίβος

Bιβλιογραφία

ALEXANDRE CH. Pléthón. Traité des lois (Πλήθωνος Νόμων συγγραφής τα σωζόμενα), Pa-ris 1858, ανατ. 1982.

BECK H. G. Theodoros Metochites. Die Krise des byzantinischen Weltbildes im 14. Jahr-hundert, München 1952.

BEYER H. V. Studien zum Begriff des Humanismus und zur Frage nach dessen Anwendbar-keit auf Byzanz und andere vergleichbare Kulturen. Βυζαντινά 15, 1989, 7–77.

BROWNING R. Medieval and Modern Greek, London 1969.

15 DOSTÁLOVÁ 2010, 137–145.

16 MEDVEDEV 1997.17 ALEXANDRE 1858.

Page 40: Neograeca Bohemica

78

Růžena Dostálová

79

DOSTÁLOVÁ R. Christentum und Hellenismus. Zur Herausbildung einer neuen kulturellen Identität im 4. Jahrhundert. Byzantinoslavica 44, 1983, 1–12.

DOSTÁLOVÁ R. Zu den Vorworten der ältesten Ausgaben der spätbyzantinischen Historiker. In: Geschehenes und Geschriebenes. Studien zu Ehren von Günther S. Henrich und Klaus-Peter Matschke, Leipzig 2005, 137–145.

DOSTÁLOVÁ R. Byzantinoslavica 69/3, 2010, Suppl. Ekphrasis, 137–135.GIGANTE M. Per l´interpretazione di Teodoro Metochites quale umanista bizantino. Rivista

di studi bizantini e neoellenici 4 (XIV), 1967, 11–25.HUNGER H. Metochites als Vorläufer des Humanismus in Byzanz. Byzantinische Zeitschrift

45, 1952, 4–19.HUNGER H. Der Éthikos des Theodoros Metochites. In: Πεπραγμένα του 9ου διεθνούς

βυζαντινολογικού συνεδρίου, Thessaloniki 1953, τ. 3, 12–19.HUNGER H. Anonyme Metaphrase zu Anna Komnene, Alexias XI.–XIII. Wiener byzanti-

nistische Studien 15, Wien 1981.HUNGER H., ŠEVČENKO I. Des Nikephoros Blemmydes Βασιλικὸς Ἀνδριάς und dessen Me-

taphrase von Georgios Galesiotes und Georgios Oinaiotes: Ein weiterer Beitrag zum Verständnis der byzantinischen Schrift–Koine. Wiener byzantinistische Studien 18, Wien 1986.

LEONE P. A. M.. Fiorenzo o interno alla sapienza. Byzantina et neo-hellenica neapolitana 4, Napoli 1975.

MEDVEDEV I. P. Vizantinskij gumanizm XIV–XV vv., St. Petersburg 1997.MÜLLER CH. G., KIESSLING G. Θεοδώρου τοῦ Μετοχίτου Ὑπομνηματισμοί καὶ σημειῶσεις

γνωμικαί (Theodori Metochitae Miscellanea philosophica et historica), Leipzig 1821, ανατ. 1966.

ΠΟΛΕΜΗΣ I. D. Η ηδονή της θεωρίας των όντων στόν Θεοδώρο Μετοχίτη. Eλληνικά 49, 1999, 245–275.

ΠΟΛΕΜΗΣ Ι. D. Θεόδωρος Μετοχίτης. Ἠθικὸς ἢ περὶ παιδείας. Κείμενα βυζαντινής λογοτεχνίας, Αθήνα 20022, 52–274.

RENAULT M. Michel Psellos. Chronographie ou histoire d'un siècle de Byzance (976–1077) (Konstantin IX.), Paris 1926 (vol. 1), 1928 (vol. 2), ανατ. 1967.

ΣAΘAS K. N. Θεόδωρος Μετοχίτης. Νικαεύς. In: Mεσαιωνική βιβλιοθήκη I, Venice 1872, 139–153.

ΣAΘAS K. N. Ανώνυμου. Σύνοψις χρονική. Mεσαιωνική βιβλιοθήκη VII, Venice 1894, ανατ. Αθήνα 1972.

ŠEVČENKO I. Theodoros Metochites, the Chora and the intellectual trends of this time. Ιn: P. A. Underwood (επιμ.), The Kariye Djami, vol. 4, New York 1966, 19–55.

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας – μια κοινότητα σε διαρκή κίνηση1

ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΒΟΣ

Η μετακίνηση των σχεδόν εκατό χιλιάδων πολιτικών προσφύγων, που την περίοδο 1948–49 υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα αναζητώντας καταφύγιο στις πρώην κομμου-νιστικές χώρες, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «σταγόνα στον ωκεανό» συγκρινόμενη με τα περίπου 50 εκατομμύρια προσφύγων που προκάλεσε o Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο αριθ-μός των πολιτικών προσφύγων υστερεί και σε σχέση με τους υποχρεωτικά μετακινηθέντες (τους λεγόμενους «ανταρτόπληκτους») στο εσωτερικό της ίδιας της Ελλάδας, o αριθμός των οποίων έφτασε τις 700.000. Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής πολιτικής προσφυγιάς έγκειται στο ότι προέκυψε τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη είχαν ήδη ολοκληρωθεί οι μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών, ενώ καταβαλλόταν προσπάθεια για την παγίωση ενός στατικού – ψυχροπολεμικού status quo, χωρίς μετακινήσεις ατόμων, πόσο δε ομάδων ή πληθυσμών. Αυτό στην περίπτωση των χωρών του Ανατολικού μπλοκ εκφράστηκε με την υιοθέτηση μιας σειράς νομοθετικών και κατασταλτικών μέτρων που αποσκοπούσαν στον αυστηρό πε-ριορισμό των μετακινήσεων των πολιτών τους.

Σε ένα εχθρικό για μετακινήσεις κλίμα οι πυκνές μετακινήσεις των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων που είχαν καταφύγει στη Σοβιετική Ένωση και στους δορυφόρους της αποτελού-σαν ένα παράταιρο φαινόμενο. Οι μετακινήσεις τους σχετίζονταν με ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες και σε μεγάλο βαθμό αντέγραφαν τις μεταπτώσεις που καταγράφονταν στην αντιπαράθεση των δύο στρατοπέδων αλλά και τις φυγόκεντρες τάσεις που εκδηλώνονταν εντός του ίδιου του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Η παραφωνία της υποδοχής των Ελλήνων πολιτι-κών προσφύγων κρίθηκε επιβεβλημένη προκειμένου να διακηρυχθεί προπαγανδιστικά η αρχή της προλεταριακής αλληλεγγύης της ΕΣΣΔ και των νεοπαγών κομμουνιστικών καθεστώτων προς τους κατατρεγμένους Έλληνες συντρόφους. Από την άλλη λειτούργησε αντισταθμιστικά για τις δεκάδες χιλιάδες εμιγκρέδες που μαζικά εγκατέλειπαν τους σοβιετικούς δορυφόρους μετά την ανάληψη της εξουσίας από τα κατά τόπους κομμουνιστικά κόμματα.

Η παρούσα ανακοίνωση επικεντρώνει στο παράδειγμα των 12.000 περίπου πολιτικών προσφύγων της Τσεχοσλοβακίας επιχειρώντας να αναδείξει:– τις πορείες που ακολούθησαν οι Έλληνες πρόσφυγες προς την υπερορία, την εθνοτική

τους σύνθεση και τις στρατηγικές εγκατάστασής τους στις σουδητικές περιοχές που είχαν εκκενωθεί από το γηγενή γερμανικό πληθυσμό λίγο πριν την άφιξη των προσφύγων

1 Πρόκειται για το κείμενο που o συγγραφέας παρουσίασε στο επιστημονικό συνέδριο της Ομάδας Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων, αφιερωμένο στις Μετακινήσεις πληθυσμών τη δεκαετία του ΄40. Το συνέδριο διεξήχθη στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης από την 1η έως τις 3 Ιουλίου 2011.

Page 41: Neograeca Bohemica

80

Κώστας Τσίβος

81

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

– την επιχείρηση επανένωσης των προσφυγικών οικογενειών, καθώς και τις μετακινήσεις των προσφύγων από τα χωριά προς τα αστικά κέντρα της Τσεχοσλοβακίας

– τους διαφορετικούς τρόπους επαναπατρισμού στην Ελλάδα η σε άλλες χώρες. Το νομοθετικό καθεστώς που ρύθμιζε το δικαίωμα μετακίνησης και το δικαίωμα μετε-

γκατάστασης στην Τσεχοσλοβακία, αλλά και στα υπόλοιπα κομμουνιστικά καθεστώτα της Κεντρικής Ευρώπης (Πολωνία, Ουγγαρία), παρατηρήθηκε μια δραματική υπαναχώρηση, που ορισμένοι ιστορικοί τη συγκρίνουν με την περίοδο της απολυταρχίας που επικρατούσε στην Κεντρική Ευρώπη μετά τη λήξη των ναπολεόντειων πολέμων. Στην περίπτωση της Τσεχοσλοβακίας αυτό εκφράστηκε με δραματικό περιορισμό της έκδοσης θεωρήσεων όχι μόνο προς τις καπιταλιστικές, αλλά και προς τις όμορες κομμουνιστικές χώρες. Επίσης με την αφαίρεση της ιθαγένειας από τους χιλιάδες Τσεχοσλοβάκους εμιγκρέδες, τη θέσπιση συνοριοφυλακής και τη δημιουργία ειδικού καθεστώτος στα σύνορα με απροσπέλαστα ηλε-κτροφόρα συρματοπλέγματα, ναρκοπέδια κλπ. Η ευθύνη έκδοσης διαβατηρίων και θεωρή-σεων πέρασε αποκλειστικά στην ευθύνη του τσεχοσλοβάκικου Yπουργείου Εσωτερικών και τα ταξίδια στο εξωτερικό θεωρούνταν προνόμιο και ηθική επιβράβευση μόνο για τα πολιτι-κά έμπιστα στελέχη και τους πρωτοπόρους εργαζόμενους.

Μέσα σε αυτό το κλίμα από τον Απρίλιο του 1948 άρχισαν να φτάνουν στην πρώην Τσεχοσλοβακία τα εκατοντάδες τυραννισμένα και ρακένδυτα Ελληνόπουλα.2 Τα προσφυ-γόπουλα έφτασαν σε έξι συνολικά σιδηροδρομικές αποστολές, μέσω Γιουγκοσλαβίας και Ουγγαρίας. Η πρώτη αποστολή με 746 παιδιά έφτασε με τρένο στο συνοριακό σταθμό Μικούλοφ, κοντά στα σύνορα με την Αυστρία, στις 27 Απριλίου.3 Τα περισσότερα από αυ-τά ήταν σλαβομακεδονικής καταγωγής, κυρίως από χωριά της περιοχής των Πρεσπών, με αποτέλεσμα ορισμένοι Σλαβομακεδόνες ιστορικοί να ισχυρίζονται σήμερα ότι η πλειοψη-φία ή σχεδόν το σύνολο των παιδιών και των ενήλικων προσφύγων που κατέφυγε το 1948 και το 1949 στην Τσεχοσλοβακία αποτελούνταν από «Μακεδόνες».4 Από τον Μάιο του 1948 έως το καλοκαίρι του 1949 ακολούθησαν άλλες έξι παρόμοιες αποστολές, οι οποίες μετέφεραν συνολικά στην Τσεχοσλοβακία 3.900 παιδιά, τα οποία μετά από ένα σύντομο διάστημα που πέρασαν σε καραντίνα, οδηγήθηκαν σε περίπου 50 διαφορετικούς παιδικούς σταθμούς που λειτούργησαν σε όλη την τσεχική επικράτεια, χωρισμένους με βασικό κρι-τήριο την ηλικία των παιδιών. Μετά τον Αύγουστο του 1949 έφτασαν με τις αποστολές

των ενηλίκων επιπλέον 1.321 παιδιά, η πλειοψηφία των οποίων επίσης οδηγήθηκε στους παιδικούς σταθμούς. Συνολικά στην Τσεχοσλοβακία στα τέλη του 1949 βρίσκονταν 5.185 παιδιά από την Ελλάδα, κατά το ¼ περίπου σλαβομακεδονικής καταγωγής.5 Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία η Τσεχοσλοβακία δέχτηκε την τρίτη μεγαλύτερη ομάδα παιδιών προσφύ-γων από την Ελλάδα, μετά τη Γιουγκοσλαβία και τη Ρουμανία.

Η υποδοχή που επιφυλάχτηκε στα παιδιά των «Ελλήνων αγωνιστών», σύμφωνα με όσα καταμαρτυρούν τα άρθρα των τσεχικών εφημερίδων εκείνης της εποχής, ήταν θριαμβευτι-κή.6 Μολονότι εκδηλώθηκε ενδιαφέρον φιλοξενίας ή και υιοθέτησης των παιδιών από τσεχι-κές οικογένειες ακολουθήθηκαν αυστηρά οι οδηγίες του ελληνικού και του τσεχοσλοβάκικου κόμματος για τη διαφύλαξη της εθνικής τους ταυτότητας και τη διαπαιδαγώγησή τους βάσει της κομμουνιστικής ιδεολογίας έτσι ώστε να αποτελέσουν την ελίτ της μελλοντικής «λαϊκο-δημοκρατικής Ελλάδας».7 Για τη φιλοξενία τους χρησιμοποιήθηκαν παλάτια ευγενών, που μετά το 1945 είχαν εθνικοποιηθεί, εγκαταστάσεις σε λουτροπόλεις κλπ. Σύμφωνα με μαρ-τυρίες των ίδιων των παιδιών οι συνθήκες φιλοξενίας τους στην Τσεχοσλοβακία, σε σύγκριση με τις συνθήκες που επικρατούσαν στα χωριά καταγωγής τους, ήταν σαφώς καλύτερες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι στους παιδικούς σταθμούς δεν παρατηρούνταν ελλείψεις ή και περιπτώσεις βάναυσης συμπεριφοράς έναντι των παιδιών. Τον Απρίλιο του 1951 o Βασίλης Μπαρτζιώτας, μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ, μετά από περιοδεία του στην Τσεχοσλοβακία και σε ορισμένους παιδικούς σταθμούς (ΠΣ) ανέφερε ότι «οι παιδικοί σταθμοί που επισκέφτηκε είναι σε καλή κατάσταση και τα παιδιά έχουν καλή φροντίδα». Ο ίδιος ωστόσο διαπίστωσε ότι στους ΠΣ Σόμποτιν και (Κυσίμπλ) Κυσέλκα τα παιδιά εμφανίζονται πεινασμένα («γρά-φουν στους γονείς τους ότι τους λείπει το ψωμί») και ρακένδυτα.8 Ο Μπαρτζιώτας μετά την περιοδεία του στους Παιδικούς Σταθμούς ζήτησε επίσης την άμεση υπαγωγή των ελλη-νόπουλων στο τσεχοσλοβάκικο εκπαιδευτικό σύστημα προβάλλοντας κυρίως «το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης των Ελλήνων δασκάλων».9

Άφιξη ενηλίκων Μεμονωμένοι Έλληνες άρχισαν να καταφτάνουν από τη Δύση στην Τσεχοσλοβακία ήδη από την Άνοιξη του 1949. Ως επί το πλείστον επρόκειτο για Έλληνες ναυτεργάτες ή άλλα μέλη των υπερπόντιων ελληνικών κοινοτήτων που συνήθως μέσω Γαλλίας – ειδικότερα μέσω της

2 Στις περιοχές της πρώην Τσεχοσλοβακίας, σε αντίθεση με την Αυστρία και την Ουγγαρία, δεν καταγράφεται πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η ύπαρξη ούτε μιας ελληνικής κοινότητας. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου αναφέρεται παρουσία μόνο μεμονωμένων Ελλήνων.

3 Národní archiv, Praha (NA Praha) (Εθνικό Αρχείο, Πράγα), KSČ, ÚV, 100/3, (Κομμουνιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας – Κεντρική Επιτροπή), κιβ. 140, φακ. 547.

4 Βλ. π.χ. άρθρο του Τσεχο-σλαβομακεδόνα ιστορικού DOROVSKÝ Šedesát let od příchodu dětí z Řecka do Československa το οποίο δημοσιεύθηκε το 2008 στο περιοδικό Slovanský jih που εκδίδεται από τον εν Τσεχία σύλλογο Přatelé jižních Slovanů (Φίλοι των Νότιων Σλάβων). Αντίστοιχα βλ. ROBOVSKI 1988 και SAPURNA, PETROVSKA 1997.

5 Έκθεση για την Ελληνική Προσφυγιά στην Τσεχοσλοβάκικη Σοσιαλιστική Δημοκρατία – ΤΣΣΔ, NΑ Praha, KSČ, ÚV, 100/3, κιβ. 140, φακ. 547.

6 Βλ. π.χ. ρεπορτάζ της «νεολαιίστικης» εφημερίδας Mladá fronta στις 7 Απριλίου 1948 με τίτλο Τέλος Απριλίου φτάνουν στην Τσεχοσλοβακία τα Ελληνόπουλα, όπως και αντίστοιχο ρεπορτάζ στην εφημερίδα Zemědělské Noviny στις 8 Ιουνίου 1948 υπό τον τίτλο Τα ελληνόπουλα είναι στη χώρα μας ικανοποιημένα, όπως και επιθετικό σχόλιο στην εφημερίδα Obrana lidu στις 10 Ιουνίου 1948 με τον τίτλο Αναιδής νότα της αθηναϊκής κυβέρνησης, αναφορικά με τα διπλωματικά διαβήματα των Αθηνών στον ΟΗΕ.

7 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, κιβ. 141, φακ. 550.8 Ibid., κιβ. 145, φακ. 553.9 Ibid., κιβ. 141, φακ. 550.

Page 42: Neograeca Bohemica

82

Κώστας Τσίβος

83

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

γιάφκας που είχε στηθεί γι’ αυτό το σκοπό στη Μασσαλία – στέλνονταν στην Τσεχοσλοβακία προκειμένου να προωθηθούν στην «Ελεύθερη Ελλάδα», όπου υπήρχε απελπιστική έλλειψη εφεδρειών. Όσοι από αυτούς έφταναν στην Τσεχοσλοβακία έρχονταν σε επαφή με το δημοσιογράφο Σεραφείμ Μάξιμο, ημι-επίσημο εκπρόσωπο της «Ελεύθερης Ελλάδας» στην Τσεχοσλοβακία, με έδρα το ξενοδοχείο Centrál.10 Τα αρχειακά υλικά αναφέρονται σε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις δεν υπάρχει ωστόσο εικόνα για το πόσοι ήταν οι Έλληνες που έφτασαν στην Τσεχία με αυτό τον τρόπο και πόσοι τελικά από αυτούς προωθήθηκαν στην Ελλάδα.

Το πρόβλημα φιλοξενίας αισθητά μεγαλύτερου αριθμού ενηλίκων προσφύγων προέκυ-ψε ένα χρόνο μετά τη ρήξη Τίτο – Στάλιν, οπότε αυξήθηκαν οι γιουγκοσλαβικές πιέσεις προς την ηγεσία του ΚΚΕ για την εκκένωση της προσφυγικής κοινότητας του Μπούλκες. Η αναχώρηση των προσφύγων από το Μπούλκες συζητήθηκε στη συνάντηση που είχε στην Πράγα στις 13 Ιουνίου του 1949 αντιπροσωπεία του ΚΚΕ από τους Ιωάννη Ιωαννίδη και Μιλτιάδη Πορφυρογένη με τον Μπέντρζιχ Γκέμιντερ, επικεφαλή του Διεθνούς Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΤσ. Από ελληνικής πλευράς ζητήθηκε η Τσεχοσλοβακία να αναλάβει τη μέριμνα 4 έως 5.000 προσφύγων.11 Οι υπόλοιποι πρόσφυγες θα πήγαιναν στη Ρουμανία οι δε τραυματίες θα στέλνονταν για θεραπεία στην Ουγγαρία. Η ελληνική αντιπροσωπεία ζήτησε να διατεθούν στους πρόσφυγες δυο ή τρία χωριά, στα οποία θα ζούσαν αυτοτελώς και με οικονομική αυτάρκεια, καθώς κρινόταν ότι περίπου 2.000 εξ αυτών ήταν ικανοί προς εργασία (με άλλα λόγια ζητούσαν τη δημιουργία μιας αντίστοιχης «ελληνικής κομμούνας» με αυτή που λειτούργησε στο Μπούλκες). Τον Ιούλιο του 1949 το Προεδρείο του ΚΚΤσ. αποφάσισε αρχικά να αναθέσει την υπόθεση της περίθαλψης των «δημοκρατικών Ελλή-νων» στους Τσεχοσλοβάκικους Κρατικούς Συνεταιρισμούς ορίζοντας υπεύθυνο τον Γιόζεφ Σμρκόφσκι, κατοπινό ηγετικό παράγοντα της Άνοιξης της Πράγας.12 Τελικά, με νέα απόφα-σή του το Προεδρείο του ΚΚΤσ. ανέθεσε την πλήρη ευθύνη της μέριμνας τόσο των ενηλίκων όσο και των παιδιών προσφύγων στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας διατυ-πώνοντας παράλληλα επιφυλάξεις για την επάρκεια της φροντίδας που μέχρι τότε παρείχε o Τσεχοσλοβακικο-ελληνικός Σύνδεσμος.

Σε ότι αφορά τις διαδρομές που ακολούθησαν οι 8.130 Έλληνες ως επί το πλείστον ενή-λικοι πρόσφυγες προς την Τσεχοσλοβακία διακρίνουμε τρεις κύριες ομάδες:1. Οι μισοί πρόσφυγες (4.192 άτομα) έφτασαν από το Μπούλκες με τέσσερις σιδηροδρομι-

κές αποστολές κατά το διάστημα από τις 30 Αυγούστου έως τις 10 Σεπτεμβρίου 1949. Για ένα δίμηνο περίπου φιλοξενήθηκαν στα στρατόπεδα απολύμανσης Λεσάνι της Κε-ντρικής Τσεχίας, Μικούλοφ της Νότιας Μοραβίας και Σβατομπορζίτσε (κοντά στο Μπρνο – προορισμένο για τη φιλοξενία υπερηλίκων).

2. Η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα έφτασε (3.415 άτομα) με ιδιαίτερα περιπετειώδη τρόπο στην Τσεχοσλοβακία: πολωνικά πλοία τους παρέλαβαν από το αλβανικό Δυρράχιο και μετά από ένα 15ήμερο ταξίδι μέσω Γιβραλτάρ και Μάγχης τους οδήγησαν στο πολωνικό λιμάνι της Γδύνιας. Από εκεί η μεν πρώτη ομάδα έφτασε στις 4 Νοεμβρίου στο στρατό-πεδο Λεσάνι η δε δεύτερη στις 12 Δεκεμβρίου στο Μικούλοφ.

3. Η τρίτη ομάδα προσφύγων αποτελούμενη από 444 άτομα έφτασε στις 28 Ιανουαρίου 1950 προερχόμενη από τη Βουλγαρία.

4. Δύο μικρότερες ομάδες (περίπου 100 άτομα) έφτασαν μεμονομένα από τη Γαλλία ή άλ-λες χώρες και ενσωματώθηκαν στα τρία προαναφερθέντα στρατόπεδα υποδοχής.

Τους πρόσφυγες υποδέχονταν στα σύνορα ομάδες που αποτελούνταν από εκπροσώπους του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, της τσεχοσλοβάκικης Ασφάλειας καθώς και νοσοκόμες για την παροχή των πρώτων βοηθειών. Ως μεταφραστές χρησιμοποιήθηκαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα προσφυγόπουλα που είχαν φτάσει ένα χρόνο νωρίτερα, συνήθως σλαβομακεδονικής καταγωγής. Τα στρατόπεδα όπου οδηγήθηκαν οι πρόσφυγες σε συνθήκες μυστικότητας ήταν περιφραγμένα με αγκαθωτό σύρμα και η είσοδός τους φυλάσσονταν από την τσεχοσλοβάκικη Αστυνομία (SNB) και σε όργανα ασφάλειας των Ελλήνων. Λίγο μετά την άφιξη των προσφύγων ξέσπασαν επιδημίες δυσεντερίας και μηνιγγίτιδας. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας οι πρόσφυγες πέρασαν από ιατρικό έλεγχο. Εκπρόσωποι της τσεχοσλοβάκικης υπηρεσίας Κρατικής Ασφάλειας – StB φωτογράφησαν όλους τους πρόσφυγες, πήραν τα δακτυλικά τους αποτυπώματα και προέβησαν στην έκδοση προσωρινών ταυτοτήτων παραμονής. Ας σημειωθεί ότι o προσωρινός χαρακτήρας των ταυτοτήτων των προσφύγων θα αποκτήσουν ...μόνιμο χαρακτήρα, καθώς στη μεν δεκαετία του ΄50 το Σύνταγμα της Τσεχοσλοβακίας δεν προέβλεπε χορήγηση ασύλου, ωστόσο ακόμα και μετά τη θέσπιση αυτού του θεσμού στο Σύνταγμα του ΄62 οι Έλληνες εξαιρέθηκαν από τη διαδικασία αυτή.

Σύμφωνα με την απογραφή με ημερομηνία 17 Δεκεμβρίου του 1949 έφτασαν με τις δύο μεγάλες αποστολές από το Μπούλκες και το Δυρράχιο 7.635 άτομα. Εξ αυτών 3.529 άνδρες, 2.792 γυναίκες, 1.025 παιδιά ηλικίας έως 6 ετών και 289 παιδιά ηλικίας έως 14 ετών. Η συντριπτική τους πλειοψηφία καταγόταν από περιοχές της Βόρειας Ελλάδας (Φλώ-ρινα, Καστοριά, Πέλλα). Το ¼ των προσφύγων ήταν σλαβομακεδονικής καταγωγής. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία επρόκειτο για αγρότες ή κτηνοτρόφους, λίγους τεχνίτες και ελάχιστους αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ακόμα λιγότερους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εξαιρουμένων των τραυματιών επρόκειτο συνήθως για άτομα που δεν συμμετείχαν σε μάχιμες μονάδες του ΔΣΕ. Επιπλέον τους «Μπουλκιώτες» πρόσ-φυγες τους συνόδευε το στίγμα της πρωθύστερης παραμονής στην τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία, άρα και η υποψία ότι μπορεί να ήταν πράκτορες των γιουγκοσλαβικών υπηρεσιών (αυτό εκφράστηκε με καταψήφιση των εκπροσώπων του Μπούλκες στην πρώτη συνδιάσκεψη του ΚΚΕ στην Τσεχοσλοβακία). Πολιτικά ιδιαίτερα ανυπόληπτοι θεωρούνταν επίσης οι δεκάδες ναυτεργατών που έφτασαν από την Αλβανία ή τη Γαλλία καθώς και περίπου 150 πρόσφυ-γες, αιχμάλωτοι του ΔΣΕ ή αυτόμολοι από τις τάξεις του Εθνικού Στρατού.

10 Για το Σεραφείμ Μάξιμο και το έργο του βλ. ΑΣΔΡΑΧΑΣ 2001, 60–64, καθώς και ΜΑΤΘΑΙΟΥ, ΠΟΛΕΜΗ 2001, 65–89.

11 BOTU, KONEČNÝ 2005, 270.12 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/24, Klement Gottwald, κιβ. 99, φακ. 1142.

Page 43: Neograeca Bohemica

84

Κώστας Τσίβος

85

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

Σε ότι αφορά τη διαδικασία εγκατάστασης, από το Νοέμβριο του 1949 συστήθηκε στο τσεχοσλοβάκικο Υπουργείο Εργασίας ειδικός τομέας με την επωνυμία ελληνική επιχείρηση, την ευθύνη του οποίου ανέλαβε για την επόμενη τριετία o Τόμας Κόστα. Ενδεικτικό του τρόπου λειτουργίας είναι ότι στις σχετικές εκθέσεις που έγραφε o Τόμας Κόστα ή άλλοι υπεύθυνοι της ελληνικής επιχείρησης, ποτέ δεν ορίζονταν ως αποδέκτης o αρμόδιος υπουρ-γός (το όνομά του οποίου δεν αναφέρεται ούτε σε ένα έγγραφο) αλλά το Διεθνές Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΤσ. Ο τομέας ελληνική επιχείρηση λειτούργησε από το Νοέμβριο του 1949 μέχρι το τέλος του 1951, οπότε και διαλύθηκε παραχωρώντας τη συνολική ευθύνη για τους Έλληνες πρόσφυγες στον Κοινωνικό Τομέα του Τσεχοσλοβάκικου Ερυθρού Σταυρού. Στo πλαίσιo της ελληνικής επιχείρησης εργάζονταν το 1951 700 έως 1.100 εργαζόμενοι. Υπο-θέτουμε ότι οι περισσότεροι εξ αυτών εργάζονταν στους δεκάδες παιδικούς σταθμούς αλλά και στα σημαντικότερα κέντρα υποδοχής των ενηλίκων. Ιδιαίτερο ρόλο στη λειτουργία της ελληνικής επιχείρησης διαδραμάτισε το Τμήμα Προσωπικού (kádrové oddělení), το οποίο έθετε ως προϋπόθεση οι προσλαμβανόμενοι να είναι «ηθικά ακέραιοι και πολιτικά έμπι-στοι». Μια σειρά υποψηφίων προς εργασία απορρίφτηκε ακριβώς επειδή δε διέθεταν τον χα-ρακτηρισμό του «πολιτικά έμπιστου» προσώπου. Ο Τόμας Κόστα υπολόγισε ότι το συνολικό κόστος της φιλοξενίας των Ελλήνων Προσφύγων μόνο από την 1η Απριλίου 1949 έως τις 31 Οκτωβρίου 1950 έφρασε στις 339.220.000 κορώνες.13

Πίνακας αποστολών ενηλίκων πολιτικών προσφύγων στην Τσεχοσλοβακία:

Ας σημειωθεί πως στις αρχές Φεβρουαρίου 1950 o Ι. Ιωαννίδης ενημέρωνε το τσεχοσλοβάκικο κόμμα ότι στη Γιουγκοσλαβία παρέμειναν περίπου 100 έως 200 ενήλικες πρόσφυγες και συνιστούσε να γίνουν δεκτοί στην Τσεχοσλοβακία. Παράλληλα ανέφερε ότι σε γιουγκοσλάβικους παιδικούς σταθμούς παρέμειναν δεκάδες παιδιά οι γονείς των οποίων

βρίσκονται στην Τσεχοσλοβακία. Οι γιουγκοσλάβικες αρχές αρνούνταν να παραδώσουν αυτά τα παιδιά ισχυριζόμενα ότι επρόκειτο για Μακεδονόπουλα. Με αφορμή αυτή τη διένεξη o Γιουγκοσλάβικος και o Τσεχοσλοβάκικος Ερυθρός Σταυρός – ΤΣΕΣ διεξήγαγαν άκαρπες διαπραγματεύσεις επί μια πενταετία. Τελικά η υπόθεση έληξε το 1955 με την εξομάλυνση που παρατηρήθηκε στις σοβιετο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις.14

Εγκατάσταση προσφύγωνΑπό τις αρχές Σεπτεμβρίου 1949 άρχισαν οι προετοιμασίες αποστολής των προσφύγων σε τρεις παραμεθόριους νομούς της Τσεχίας. Για τον σκοπό αυτό επιλέχτηκαν οι νομοί Ζάμπερκ, Γιέσενικ και Κρνοφ, από τους οποίους νωρίτερα είχαν αποχωρήσει οι Γερμανοί (Σουδήτες) κάτοικοί τους παρέχοντας έτσι αρκετές διαθέσιμες κατοικίες αλλά και δυνατότητες απασχόλησης στο γεωργικό και κτηνοτροφικό τομέα, όπως ζητούσε το ΚΚΕ. Οι τρεις νομοί βρίσκονταν κοντά στα πολωνικά σύνορα απομονωμένοι από τα κύρια αστικά κέντρα και τις βασικές οδικές αρτηρίες της χώρας. Εξυπηρετούσαν δηλαδή τους κανόνες συνωμοτικότητας και ασφάλειας που διείπαν τη διαδικασία εγκατάστασης των προσφύγων. Αρχικά επιλέχτηκαν 24 χωριά και οικισμοί που χωρίστηκαν σε τρεις ή τέσσερις «τομείς» ανά νομό.15 Μέχρι τις 10 Νοεμβρίου 1949 είχαν εγκατασταθεί σε αυτά 2.555 πρόσφυγες. Ο αριθμός αυτός έμεινε λίγο-πολύ σταθερός και κατά τη διάρκεια των επομένων μηνών, καθώς οι Τσεχοσλοβάκοι στην αρχή, αλλά και οι Έλληνες στη συνέχεια, αντιλήφθηκαν την αδυναμία των προσφύγων να βρουν εργασία στις προεπιλεγείσες περιοχές. Αποδείχτηκε ότι οι αρχικές εκτιμήσεις των στελεχών του ΚΚΕ και του ΚΚΤσ. δεν ήταν ρεαλιστικές καθώς στους προεπιλεγέντες νομούς μπορούσε να βρει μόνιμη απασχόληση μόνο το ένα τρίτο του συνόλου των ικανών προς εργασία προσφύγων. Η δυσχέρεια απασχόλησης αποδόθηκε στο γεγονός ότι αρκετές από τις βιοτεχνίες και τις μικρές βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούσαν προπολεμικά στους τρεις νομούς είχαν τεθεί οριστικά εκτός λειτουργίας. Ακόμα και στην περίπτωση που θα ξαναλειτουργούσαν δύσκολα θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν από τους πρόσφυγες, οι οποίοι δεν διέθεταν καμία απολύτως πρωθύστερη εργασιακή εμπειρία σε εργοστάσια. Εκεί πάλι που κάποιες μονάδες λειτουργούσαν προέκυψε το πρόβλημα των απαγορευτικών αποστάσεων και της πρόσβασης, λόγω του άσχημου συγκοινωνιακού δικτύου και των δυσλειτουργιών που εμφανίζονταν το χειμώνα με τις χιονοπτώσεις και τους αποκλεισμούς χωριών που κρατούσαν ολόκληρους μήνες. Όσοι Έλληνες βρήκαν εργασία στα κρατικά αγροκτήματα και στα δάση η απασχόλησή τους ήταν ευκαιριακή, πάλι εξαιτίας του ψύχους.

Διαπιστώθηκε ότι οι Έλληνες αγρότες δεν αντιλαμβάνονταν τον τρόπο καλλιέργειας που επικρατούσε στις άγονες περιοχές της Τσεχίας. Όπως είναι γνωστό, οι Έλληνες αγρότες

α/α Άτομα αποστολής

Προέλευση από Ημερομηνία άφιξης

Στρατόπεδο φιλοξενίας

1 1.221 Μπούλκες 30/8/1949 Λεσάνι

2 1.200 Μπούλκες 31/8/1949 Λεσάνι

3 1.172 Μπούλκες 7/9/1949 Μικούλοφ

4 599 Μπούλκες 10/9/1949 Σβατομπορζίτσε

5 20 Γαλλία 09/1949 Λεσάνι

6 1.803 Αλβανία 4/11/1949 Λεσάνι

7 1.612 Αλβανία 12/12/1949 Μικούλοφ

8 444 Βουλγαρία 28/1/1950 Λεσάνι

9 59 τραυματίες 23/6/1950 νοσοκομεία

σύνολο 8.130

13 BOTU, KONEČNÝ 2005, 279.

14 ΧΡΑΝΤΕΤΣΝΙ 2007, 138–143. Στην Τσεχοσλοβακία επέστρεψαν περίπου 100 Ελληνόπουλα. Μετά από μια τουλάχιστον εξαετία αναγκαστικού αποχωρισμού από τους γονείς τους πολλά από αυτά ξέχασαν τα ελληνικά και δυσκολεύτηκαν να ξαναβρούν κοινή γλώσσα επικοινωνίας και επαφής με τους φυσικούς γονείς τους.

15 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, κιβ. 140, φακ. 547.

Page 44: Neograeca Bohemica

86

Κώστας Τσίβος

87

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

ήταν ανέκαθεν συνηθισμένοι στην εντατική καλλιέργεια μικρών κλήρων σε οικογενειακή βάση. Η φροντίδα τεράστιων εκτάσεων σε συνεταιριστική βάση τους ήταν εντελώς άγνωστο φαινόμενο. Οι προτάσεις ορισμένων υψηλόβαθμων στελεχών (Μπαρτζιώτας) για επιλογή Ελλήνων καλλιεργητών καπνού στις κλιματολογικές συνθήκες της Τσεχίας μόνο γέλιο μπο-ρούν να προκαλέσουν.16 Το ίδιο άδοξο τέλος είχε και η έμπνευση για δημιουργία του Γεωργι-κού Συνεταιρισμού Νίκος Ζαχαριάδης στην κοινότητα Βρχνι Ορλίτσε την άνοιξη του 1950. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να κλείσει οριστικά το 1953 o Γεωργικός Συνεταιρισμός Νίκος Ζαχαριάδης παράλληλα με την ομαδική εγκατάλειψη των οικισμών αρχικής εγκατάστασης ιδιαίτερα στο νομό Ζάμπερκ, όπου το Δεκέμβριο του 1952 είχαν απομείνει μόλις 262 Έλ-ληνες πρόσφυγες.

Μολονότι οι αρμόδιοι εκπρόσωποι των τσεχικών Νομαρχιακών Επιτροπών και o επικε-φαλής της «ελληνικής Αυτοδιοίκησης», που είχε στο μεταξύ συσταθεί, διαβεβαίωναν ότι οι Έλληνες είναι ικανοποιημένοι από τον τρόπο εγκατάστασης και ότι οι κατοικίες τους διαθέτουν επαρκή εξοπλισμό και κυρίως θέρμανση για να βγάλουν το χειμώνα, δεν έλειπαν τα προβλήματα. Παράδειγμα σε ορισμένους οικισμούς δεν υπήρχε ηλεκτρικό, οι περισσό-τεροι Έλληνες δεν είχαν επαρκή ρουχισμό και υπόδηση προκειμένου να τα βγάλουν πέρα με το βαρύ κλίμα της Βόρειας Μοραβίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα τον Απρίλιο του 1951 o Βασίλης Μπαρτζιώτας, μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ και Νο 2 στην κομματική ιεραρχία, διαπίστωνε ότι στο Κρνοφ και στο Γιέσενικ τα προβλήματα κατοικίας είναι ιδιαίτερα δύσκο-λα. Σε έκθεση του Διεθνούς Τμήματος του ΚΚΤσ. αναφερόταν ότι o Μπαρτζιώτας «επι-σκέφτηκε σπίτι όπου οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με βρύα λόγω της υγρασίας. Συνέστησε να επιδιορθωθούν από τους ίδιους τους πρόσφυγες κάποια παλαιά σπίτια και να μεταφερθούν εκεί οι οικογένειες που ζουν στα χειρότερα οικήματα».17

Προβλήματα εμφανίζονταν και στη διατροφή καθώς οι Έλληνες πρόσφυγες αγνοούσαν τον τρόπο παρασκευής φαγητών αλά τσεχικά, όπου κύριο ρόλο έπαιζε το αλεύρι και οι πα-τάτες με διάφορα παράγωγά τους συνοδευμένα από παχιές σάλτσες. Οι Έλληνες επέμειναν στον εφοδιασμό τους με όσπρια, τα οποία όμως οι Τσέχοι διέθεταν σε μικρές ποσότητες που δεν επαρκούσαν για την καθημερινή τους διατροφή. Οι δυσκολίες προσαρμογής και τα προ-αναφερθέντα προβλήματα σε μεγάλο βαθμό πηγάζανε από το χαμηλό πολιτιστικό και μορ-φωτικό επίπεδο των ενηλίκων προσφύγων, αρκετοί από τους οποίους (16 %) ήταν εντελώς αγράμματοι, καθώς και από την άγνοια της τσεχικής γλώσσας.18 Οι ευκαιρίες συναναστρο-φής με Τσέχους ήταν περιορισμένες και συνυπολογιζομένων των αδυναμιών επικοινωνίας Τσέχοι και Έλληνες, όταν έρχονταν σε επαφή, αντιμετωπίζονταν αρχικά με καχυποψία. Εί-ναι χαρακτηριστικό ότι o Τόμας Κόστα, υπεύθυνος του Κοινωνικού Τομέα του Τσεχοσλοβά-κικου Ερυθρού Σταυρού, στις εκθέσεις του έκανε λόγο για εμφάνιση φαινομένων ξενοφοβίας σημειώνοντας ότι πολλά στελέχη τσεχικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν τους Έλληνες με

τον ίδιο τρόπο όπως και τους Τσιγγάνους.19 Επίσης όσοι Έλληνες άρχισαν να δουλεύουν σε επιχειρήσεις είχαν, συν τοις άλλοις, να αντιμετωπίσουν προβλήματα εργασιακής πειθαρχί-ας, συχνά δεν εμφανίζονταν στις δουλειές τους ή απλά έφευγαν επειδή δεν τους άρεσε.

Βλέποντας οι Τσέχοι την αδυναμία απασχόλησης των Ελλήνων ζήτησαν από την ελληνική καθοδήγηση να προβεί σε εξαιρέσεις επιτρέποντας την τοποθέτηση Ελλήνων προσφύγων σε βιομηχανικές μονάδες που βρίσκονταν σε μεγάλα αστικά κέντρα, οι οποίες υπέφεραν από έλ-λειψη εργατικών χεριών. Η ελληνική καθοδήγηση συμφώνησε με την πρόταση των «Τσέχων συντρόφων» επιμένοντας ωστόσο στο αίτημα να παραμείνουν οι Έλληνες συγκεντρωμένοι. Λόγω αδυναμίας των επιχειρήσεων να απορροφήσουν τόσο μεγάλο αριθμό εργαζομένων και κυρίως να τους στεγάσουν συμφωνήθηκε σε κάθε επιχείρηση να αποστέλλονται ομάδες του-λάχιστον 50 προσφύγων.20 Έτσι από την άνοιξη του 1950 άρχισε η διασπορά των Ελλήνων όχι μόνο στις πόλεις αλλά και σε χωριά πέραν αυτών που είχαν εγκριθεί αρχικά. Παράδειγμα Έλληνες εγκαταστάθηκαν στο Ζλάτε Χόρυ, Ρέϊβιζ, Γιντρζίχοβ στα πλαίσια του νομού Κρνοφ, στο Γιάβορνικ (όπου λειτουργούσε και ελληνική κλινική δυναμικότητας 35 κλινών), στη Ζού-λοβα και στην Μπούκοβα του νομού Γιέσενικ.21 Οι κλωστοϋφαντουργικές μονάδες γειτονικών νομών ζητούσαν επειγόντως ενίσχυση κι έτσι οι Έλληνες τοποθετήθηκαν αρχικά στους γειτο-νικούς νομούς Τρούτνοφ, Σούμπερκ και Ντβούρ Κράλοβε, ενώ στη συνέχεια πήραν το δρόμο για τις βαριές βιομηχανίες της Οστράβας και του Μπρνο. Η διαδικασία εργασιακής αποκατά-στασης ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 1950. Στις 19 Αυγούστου 1950 εμφανιζόταν να ερ-γάζονται 4.711 πρόσφυγες. Εξ αυτών οι 2.593 εργάζονταν στα όρια των τριών νομών αρχικής εγκατάστασης, ενώ 2.118 άτομα είχαν τοποθετηθεί «κεντρικά» σε αστικά κέντρα.

Σε ότι αφορά τους τομείς εργασίας το 36 % εργαζόταν στην κλωστοϋφαντουργία, το 32 % στη γεωργία και στα δάση, ενώ στις οικοδομές το 16 %. Ένα πολύ μικρό ποσοστό Ελλήνων εργαζόταν το 1950 στη βαριά βιομηχανία.22

16 Ibid., κιβ. 140, φακ. 548.17 Ibid., κιβ. 142, φακ. 553.18 Ibid., κιβ. 132, φακ. 523.

Εργασιακή κατανομή σε αστικά κέντρα και νομούς αρχικής εγκατάστασης

Νομοί αρχικής εγκατάστασης 2.593 άτομα (54,24 %)

Αστικές περιοχές 2.188 άτομα (45,76 %)

Εργασιακή κατανομή προσφύγων – Αύγουστος 1950

Κλωστ/ργία 36 %

Γεωργία 32 %

Οικοδομές 16 %

Βαριά βιομηχανία 14 %

19 Ibid., κιβ. 140, φακ. 547.20 Ibid., κιβ. 140, φακ. 559.21 Ibid., κιβ. 140, φακ. 547.22 Ibid., κιβ. 140, φακ. 547.

Page 45: Neograeca Bohemica

88

Κώστας Τσίβος

89

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

Το επόμενο διάστημα ενισχύθηκε η τάση φυγής προς τα αστικά κέντρα με αποτέλεσμα η κατάσταση να γίνει ανεξέλεγκτη τόσο για το ΚΚΕ όσο και για το ΚΚΤσ. Στα τέλη του 1952 στην πόλη του Γιέσενικ βρέθηκαν να κατοικούν 600 πρόσφυγες και στην πόλη του Κρνοφ 700. Η φυγή προς τις πόλεις επέφερε για αρκετούς πρόσφυγες περαιτέρω μείωση του βιοτικού τους επιπέδου καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών εγκαταλείποντας τα χωριά με την «κεντρική φροντίδα» μετακόμισαν σε αμφίβολης ποιότητας διαμερίσματα στα οποία ήδη έμειναν φιλικά η συγγενικά τους πρόσωπα. Στις πόλεις οι Έλληνες δημιούργησαν κλει-στές κοινότητες, οι οποίες έπρεπε να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους σε αντίξοες συνθήκες και χωρίς κεντρική μέριμνα. Οι άσχημες συνθήκες σε συνδυασμό με το μεγάλο βαθμό απο-μόνωσης των Ελλήνων προσφύγων στην πόλη Κρνοφ, ιδιαίτερα στη βομβαρδισμένη συνοι-κία της οδού Πεκάρσκα, αποτυπώνεται πολύ εύγλωττα σε σχετική έκθεση που υπογράφει το 1951 το στέλεχος του Διεθνούς Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΤσ. Βάτσλαβ Μόραβετς. Μετά από επίσκεψή του στους τόπους διαμονής των Ελλήνων διατύπωσε έμμεσες πλην σαφείς επικρίσεις για τα κριτήρια με τα οποία επιλέχτηκαν οι τόποι εγκατάστασης των Ελλήνων σημειώνοντας την ακαταλληλότητά τους για τη «σωστή διαπαιδαγώγηση και εξειδίκευση των μελλοντικών στελεχών της Ελεύθερης Ελλάδας».23

Η ηγεσία του ΚΚΕ από το 1952 συνειδητοποίησε πλέον για τα καλά ότι η παραμονή των προσφύγων στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης δεν θα έχει προσωρινό χαρακτήρα, όπως αρχικά υπολόγιζε. Για αυτό το λόγο o Ζαχαριάδης, που πριν ζητούσε να μείνουν οι πρόσφυγες συγκεντρωμένοι με το «όπλο παρά πόδα», άρχισε να ζητάει επειγόν-τως από τα αδελφά κόμματα την τοποθέτηση των προσφύγων στη βαριά βιομηχανία. Ακο-λούθησε μια νέα μαζικότερη μετακίνηση των προσφύγων προς την περιοχή της Οστράβας, όπου εκατοντάδες Έλληνες συμμετείχαν στην οικοδόμηση νέων συνοικιών και πόλεων όπως το Χάβιρζοφ, ενώ άλλοι βρήκαν εργασία στα χαλυβουργεία και στα ορυχεία της ίδιας της Οστράβας αλλά και της ευρύτερης περιοχής, π.χ. στην Κάρβινα και στο Τρίνετς. Μικρότε-ρες ομάδες προσφύγων κατευθύνθηκαν προς το Μπρνο της Νότιας Μοραβίας, το Μπέροουν και το Πρζίμπραμ της Κεντρικής Τσεχίας. Στο τέλος του 1952 σε κύριο κέντρο της ελλη-νικής προσφυγιάς αναδεικνύεται η περιφέρεια της Οστράβας (4.500 άτομα), η περιφέρεια του Όλομοουτς (3.200 άτομα), καθώς και οι περιφέρειες του Χράντετς Κράλοβε (1.500) και το Μπρνο (800).24

Η διασπορά της προσφυγιάς δεν βρήκε σύμφωνο το Διεθνές Τμήμα του ΚΚΤσ. το οποίο επικαλούμενο την ανάγκη βελτίωσης «της οργανωτικής και πολιτικής δουλειάς» πρότεινε την εκ νέου συγκέντρωση τον προσφύγων σε δύο περιφέρειες, Όλομοουτς και Οστράβα, με προοπτική αργότερα να συγκεντρωθούν σε μία. Αυτό το σχέδιο δεν εφαρμόστηκε τελικά ποτέ, ωστόσο δέκα χρόνια αργότερα διαπιστώνονταν ότι τα ¾ των προσφύγων, περίπου 9.500 άτομα σε σύνολο 13.000, ζούσαν στις δύο προαναφερθείσες περιφέρειες. η τελευταία μαζική αποστολή Ελλήνων προσφύγων εμφανίζεται παραδόξως το 1956. Πρόκειται για 800 Έλληνες πρόσφυγες που μετά τα αιματηρά γεγονότα του 1956 στην Ουγγαρία ζήτη-σαν καταφύγιο στην Τσεχοσλοβακία, η οποία ανταποκρίθηκε θετικά σε σχετικό αίτημα της ηγεσίας του ΚΚΕ. Επρόκειτο για 160 οικογένειες Ελλήνων που οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στο Γιάμπλονετς και στο Λίμπερετς.

Συνένωση οικογενειών – ένταξη παιδιών στο τσεχικό εκπαιδευτικό σύστημαΑπό τις αρχές του 1952 καταγράφονται αρκετά δείγματα άμεσης η έμμεσης αμφισβήτησης της πολιτικής του «όπλου παρά πόδα» και χαλάρωσης του στρατιωτικού τρόπου οργάνωσης. Το επίκεντρο της προσοχής των πολιτικών προσφύγων μεταφέρθηκε από την προσφυγική κοινότητα στην προσφυγική οικογένεια. Μετά το 1949 πολλές οικογένειες βρέθηκαν διαλυμένες σε αρκετές χώρες του Ανατολικού Μπλοκ. Άρχισαν λοιπόν οι γονείς να ζητούν να ξαναβρούν τα παιδιά τους, οι άνδρες τις γυναίκες τους κλπ. Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, που έλαβε τη σύμφωνη γνώμη των αδελφών κομμάτων «των λαϊκο-δημοκρατικών χωρών» και του ΚΚΣΕ, τέθηκε σε εφαρμογή από το 1952 το σχέδιο επανένωσης οικογενειών. Στην πρώτη φάση, δηλ. στο διάστημα από το 1952 έως το 1954, πραγματοποιήθηκαν συνολικά 22 αποστολές. Στο ίδιο διάστημα αναχώρησαν από την Τσεχοσλοβακία για τις υπόλοιπες «λαϊκοδημοκρατικές χώρες» και την ΕΣΣΔ συνολικά 1.470 άτομα, ενώ στην Τσεχοσλοβακία ήρθαν από άλλες χώρες 1.210 άτομα.25 Η επιχείρηση συνένωσης οικογενειών συνεχίστηκε και το 1955 με αποτέλεσμα από την Τσεχοσλοβακία να αναχωρήσουν 860 άτομα ενώ ήρθαν στις οικογένειές τους που ζούσαν εγκατεστημένες στην Τσεχοσλοβακία 1.000 πρόσφυγες.26 Σύμφωνα με τη γνώμη του Διεθνούς Τμήματος του ΚΚΤσ. οι μετακινήσεις των προσφύγων θα έπρεπε να γίνονται βάσει των εξής κριτηρίων: οι γυναίκες προς τους άνδρες, τα παιδιά προς τους γονείς, ενώ οι υπόλοιπες μετακινήσεις έπρεπε να κρίνονται βάσει «ανθρωπιστικών» κριτηρίων.

Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι από τις ανταλλαγές δεν επήλθε σημαντική αλλοίωση του συ-νόλου των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στην Τσεχοσλοβακία. Αντίθετα, οι ανταλλαγές συνέβαλαν στην επούλωση πολλών ανθρώπινων πληγών και στην ομαλοποίηση της λειτουρ-γίας των προσφυγικών οικογενειών. Δύσκολα όμως εκτιμούνται οι ψυχολογικές συνέπειες αυτού του μακρόχρονου αποχωρισμού, που για κάποιους, ιδιαίτερα για τα παιδιά, πρακτικά σήμαινε ότι πέρασαν όλη τους την παιδική ηλικία χώρια από τους γονείς τους, πολλές φορές σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που ζούσαν οι δικοί τους. Υπάρχουν αρκετές

23 Ibid., κιβ. 140, φακ. 547.24 Ibid., κιβ. 140, φακ. 547. Βλ. ακόμα Ibid., κιβ. 140, φακ. 548.

Γεωγραφική κατανομή στη Μοραβία

Οστράβα 4.500 άτομα (45 %)

Όλομοουτς 3.200 άτομα (32 %)

Χράντετς Κράλοβε 1.500 άτομα (15 %)

Μπρνο 800 άτομα (8 %)

25 ΧΡΑΝΤΕΤΣΝΙ 2007, 68.26 Ibid., 176–181.

Page 46: Neograeca Bohemica

90

Κώστας Τσίβος

91

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

περιπτώσεις παιδιών που ερχόμενα από τους παιδικούς σταθμούς άλλων χωρών, ιδίως αυ-τών που δεν μιλούσαν σλαβική γλώσσα, όπως η Ρουμανία ή η Ουγγαρία, δεν ήταν σε θέση να συνεννοηθούν με τους γονείς τους και χρειάστηκε να περάσουν αρκετοί μήνες για την προσαρμογή τους στο νέο περιβάλλον. Από την άλλη υπάρχουν εκατοντάδες περιπτώσεις οι-κογενειών που δεν κατόρθωσαν να ξανασμίξουν ποτέ. Στις σελίδες της προσφυγικής εφημε-ρίδας Αγωνιστής, ιδιαίτερα στη στήλη με τις νεκρολογίες, αναφέρονται δεκάδες μαρτυρίες για πρόσφυγες που πέθαναν χωρίς να ξαναδούν τις γυναίκες, τα παιδιά ή άλλους συγγενείς τους, οι οποίοι έμειναν αποκομμένοι στην Ελλάδα.

Στην ομαλή λειτουργία των προσφυγικών οικογενειών και ιδιαίτερα στην προσέγγισή τους με το τσεχικό περιβάλλον διαδραμάτισε η σταδιακή παύση της λειτουργίας των παι-δικών σταθμών και η ένταξη των Ελληνόπουλων στην τσεχική εκπαίδευση. Από το σχο-λικό έτος 1952–1953 άρχισε η σταδιακή ένταξη των πρώτων Ελληνόπουλων στο τσεχικό εκπαιδευτικό σύστημα. Από τα επόμενα χρόνια μειώθηκε σταδιακά o αριθμός των παιδι-κών σταθμών μέχρι που o τελευταίος εξ αυτών (Σιλχερζοβίτσε) έκλεισε οριστικά το 1964. Τα τελευταία χρόνια τα παιδιά των παιδικών σταθμών αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από ορφανά παιδιά ή παιδιά οι γονείς των οποίων δεν ζούσαν στην Τσεχοσλοβακία. Το φαι-νόμενο της σύγκρουσης γενιών παρατηρήθηκε ακόμα πιο έντονα τις ερχόμενες δεκαετίες καθώς ακόμα και τα παιδιά που ζούσαν με τους γονείς τους αποδέχτηκαν με μεγαλύτερη ευκολία τον τσεχικό τρόπο ζωής. Αρκετά από αυτά τα παιδιά βίωσαν μια «σχιζοφρενή» κατάσταση: στο στενό οικογενειακό κύκλο και τον ευρύτερο παροικιακό κύκλο μεγάλωναν σε μια ατμόσφαιρα παρωχημένων στερεοτύπων σε σχέση με τα πρότυπα που έβλεπαν στο σχολείο και στην ευρύτερη τσεχική κοινωνία. Στην οικογένεια οι γονείς τους τα ανέτρεφαν με την προοπτική της επιστροφής σε μια πατρίδα ιδανική, την οποία όμως τα ίδια δεν είχαν ποτέ γνωρίσει ή είχαν από αυτή μόνο θολές αναμνήσεις και η οποία, από την άλλη, συμπε-ριφέρθηκε έναντι των γονιών της με το σκληρότερο δυνατό τρόπο.27 Σε κάθε περίπτωση όμως η καθημερινή επαφή των μικρότερων σε ηλικία Ελληνόπουλων με τους Τσέχους συμ-μαθητές τους και η έξοδος στην παραγωγή των μεγαλύτερων σε ηλικία εφήβων βοήθησε αποφασιστικά στο σπάσιμο της απομόνωσης των ελληνικών κοινοτήτων και συνέβαλε ση-μαντικά στην αποκατάσταση επαφών με την τσεχική κοινωνία.

ΕπαναπατρισμόςΣχεδόν σε όλους τους Έλληνες πρόσφυγες ήταν διάχυτο το αίσθημα της προσωρινότητας στην προσφυγιά και το ίδιο αίσθημα καλλιέργησαν και στις νεώτερες γενιές. Οι πρώτες απόπειρες επαναπατρισμού αποδίδονται σε πρόσφυγες που βρέθηκαν παρά και ενάντια στη θέλησή τους στην υπερορία. Επρόκειτο για τους αιχμάλωτους του ΔΣΕ, παιδιά των οποίων οι γονείς παρέμειναν στην Ελλάδα ή ηλικιωμένους πρόσφυγες. Μετά το θάνατο του Στάλιν και του Γκότβαλντ στην Τσεχοσλοβακία, σε συνεννόηση με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, συμφωνήθηκε o πρώτος – και συνάμα τελευταίος – μαζικός επαναπατρισμός προσφύγων

από την Τσεχοσλοβακία. Η ανακοίνωση για τον επαναπατρισμό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αγωνιστής και συνολικά η αρμόδια επιτροπή συνέλεξε 1.000 περίπου αιτήσεις επαναπατρισμού. Στην αποστολή αυτή το ΚΚΕ απέκλεισε τα μέλη του η όποιον θεωρούσε ότι θα μπορούσε με τον ερχομό του στην Ελλάδα να αποκαλύψει ευαίσθητες πληροφορίες για τη δραστηριότητά του. Τον Δεκέμβριο του 1954 αναχώρησε για την Ελλάδα η πρώτη αποστολή. Η τελετή αποχωρισμού έγινε σε μια ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένη ατμόσφαιρα. Ο Αγωνιστής στο σχετικό ρεπορτάζ περιγράφει λεπτομερώς τα δώρα που οι πρόσφυγες έφεραν στην Ελλάδα (ρολόγια, ραδιόφωνα, ραπτικές μηχανές, ποδήλατα) προκειμένου να υπογραμμιστεί η τεχνολογική υπεροχή της Τσεχοσλοβακίας σε σχέση με την Ελλάδα αλλά και η γενναιόδωρη συμπεριφορά των τσεχοσλοβάκικων αρχών έναντι των επαναπατρισμένων.

Μια ιδιαίτερη δυσάρεστη έκπληξη περίμενε την ομάδα των επαναπατρισθέντων στα σύ-νορα με την πολυπόθητη Ελλάδα, καθώς σε 300 από αυτούς απαγορεύτηκε o επαναπατρι-σμός με τη δικαιολογία ότι δεν μπορεί να διασταυρωθεί η ταυτότητά τους στα μητρώα των χωριών τους. Επρόκειτο προφανώς για Σλαβομακεδόνες ή άτομα με πολιτικά επιλήψιμο παρελθόν. Από τότε και στο εξής οι ελληνικές Αρχές απαγόρευσαν τις μαζικές αποστολές επαναπατρισμού και οι αιτήσεις κρίνονταν μόνο βάσει ατομικών αιτήσεων. Οι αιτήσεις γι-νόταν στις Πρεσβείες και τα στοιχεία των αιτούντων διασταυρώνονταν σε συνεργασία με τις κατά τόπους αρχές Ασφαλείας. Δεν ήταν λίγες φορές που οι αρμόδιοι υπάλληλοι των Πρεσβειών ζητούσαν από τους αιτούντες υπογραφή δηλώσεων μετανοίας η αποκήρυξης της ιδεολογίας τους. Είναι γνωστή η περίπτωση που υπάλληλος Πρεσβείας ζήτησε από γυναίκα πρόσφυγα να πάρει διαζύγιο από τον κομμουνιστή σύζυγο της αλλά ακόμα και περιπτώσεις που o επαναπατρισμός χρησιμοποιήθηκε ως δέλεαρ για την απόκτηση απόρρητων πληρο-φοριών ή μιας μονιμότερης συνεργασίας με το αρμόδιο παράρτημα της ΚΥΠ. Τα αιτήματα χορήγησης γενικής αμνηστίας και επαναπατρισμού προβλήθηκαν εκ μέρους του ΚΚΕ λί-γο μετά την αποκαθήλωση του Ζαχαριάδη και ιδιαίτερα μετά την εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ το 1958. Στις χώρες φιλοξενίας των προσφύγων άρχισαν να δημιουργούνται Επιτρο-πές Επαναπατρισμού των Πολιτικών Προσφύγων από την Ελλάδα (ΕΠΠΕ). Πρόεδρος του συντονιστικού της οργάνου ορίστηκε o Πέτρος Κόκαλης ενώ Γραμματέας o Δημήτρης Πα-παδημήτρης με έδρα τη Βουδαπέστη. Στην τσεχοσλοβάκικη ΕΠΠΕ κατά καιρούς διαδρα-μάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο o Ανδρέας Τζήμας (Σαμαρινιώτης), o υφηγητής Δημήτρης Παπάς, o δικηγόρος Αλέκος Μάργαρης και o γιατρός Τάκης Σκύφτης.

Σύμφωνα με στοιχεία του Τσεχοσλοβάκικου Ερυθρού Σταυρού από το 1959 έως τις παραμονές της δικτατορίας επαναπατρίστηκαν ατομικά 967 Έλληνες πρόσφυγες. Με την επιβολή της δικτατορίας o αριθμός των επαναπατρισμένων μειώθηκε δραστικά. Αντίθετα, από τις αρχές της δεκαετίας του ΄60 και μέχρι το 1975 ένας συγκριτικά μεγάλος αριθμός προσφύγων – 445 άτομα – αποφάσισε να μετακινηθεί σε «καπιταλιστικές χώρες». Οι πε-ρισσότεροι εκ των προαναφερθέντων μετακινήθηκαν προς παραδοσιακά κέντρα φιλοξενίας των Ελλήνων μεταναστών όπως Αυστραλία (131), Καναδάς (112), ΗΠΑ (69) και Δυτική Γερμανία (69). Στον κατάλογο επιλογών των προσφύγων συμπεριλαμβάνονται και εξωτικοί «καπιταλιστικοί» προορισμοί (Κίνα, Αίγυπτος, Σουδάν). Την ίδια περίοδο 404 πρόσφυγες 27 Αγωνιστής 16/2/1968, αρ. τ. 4, 3.

Page 47: Neograeca Bohemica

92

Κώστας Τσίβος

93

Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες Τσεχοσλοβακίας

μετακινήθηκαν προς άλλες σοσιαλιστικές χώρες, οι περισσότεροι προς τη Βουλγαρία (139) και τη Σοβιετική Ένωση (112).

Μετακινήσεις προς «καπιταλιστικές χώρες» – «σοσιαλιστικές χώρες»:

Αν και στη στατιστική του ΤΣΕΣ δεν γίνεται εθνοτική διάκριση των αναχωρούντων προσφύγων υποθέτουμε ότι η εκπροσώπηση των Σλαβομακεδόνων προσφύγων στις ως άνω μετακινήσεις ήταν αρκετά υψηλή. Καθοριστικής σημασίας για την κοινότητα των Σλαβομα-κεδόνων προσφύγων υπήρξε το 1968 η πρόταση του Τίτο για εγκατάσταση των «Μακεδό-νων» προσφύγων στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Η πρόταση του γιουγκοσλάβου ηγέτη συ-νοδευόταν με σημαντικές παροχές (κατοικία, αναγνώριση συντάξεων καθώς και της θητείας στον ΔΣΕ κλπ). Σύμφωνα με στοιχεία του ΤΣΕΣ την πρόταση αυτή αποδέχτηκαν 1.226 πρόσφυγες, μεταξύ αυτών και ορισμένοι Έλληνες που πολιτογραφήθηκαν «Μακεδόνες».

Το θέμα του επαναπατρισμού επανήλθε στην επικαιρότητα αμέσως μετά τη μεταπολί-τευση και τη σταδιακή άρση των σημαντικότερων εμφυλιοπολεμικών νόμων. Σύμφωνα με στοιχεία του ΤΣΕΣ το Δεκέμβριο του 1974 εξακολουθούσαν στην Τσεχοσλοβακία να ζουν 12.013 πολιτικοί πρόσφυγες. Μέχρι τον Αύγουστο του 1977 στην Ελλάδα επαναπατρίστη-καν περίπου 2.000. Ο επαναπατρισμός τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης γινόταν αυ-θόρμητα, ορισμένες φορές χωρίς καν να έχει επιτραπεί από τις επίσημες αρχές. Τη διαδικα-σία επαναπατρισμού προσπάθησε να διευκολύνει και η ηγεσία του ΚΚΕ η οποία με διάφορα διαβήματά της προς το «αδελφό» τσεχοσλοβάκικο κόμμα ζητούσε την απαλλαγή η μείωση των δασμών ή των αποζημιώσεων για προηγούμενες σπουδές. Θεσμικά το πρόβλημα του

επαναπατρισμού λύθηκε με την απόφαση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να επιτρέψει τον ελεύθερο επαναπατρισμό των «Ελλήνων το γένος» πολιτικών προσφύγων. Η απόφαση αυτή αποτυπώθηκε θεσμικά στην κοινή απόφαση αρ. 106841 των τότε υπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξεως, Γ. Γεννηματά και Δ. Σκουλαρίκη, αντίστοιχα, ενώ το 1985 ακολούθη-σε o νόμος 1543 για την επιστροφή περιουσιών καθώς και η υπογραφή διμερούς συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τσεχοσλοβακίας για την αναγνώριση των συνταξιοδοτικών δικαιωμά-των κλπ. Παραδόξως η πλειοψηφία των προσφύγων δεν περίμενε τη θεσμική τακτοποίηση και επαναπατρίστηκε νωρίτερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 1979–1985 κάθε χρόνο επαναπατρίζονταν στην Ελλάδα περί τους 500 πρόσφυγες ετησίως, ενώ από το 1985 έως το 1989 οι αριθμοί των επαναπατρισθέντων ακολουθούν καθοδική τάση (κυμαίνονται μεταξύ 150 έως 350 ατόμων ετησίως). Σύμφωνα με την καρτελοθήκη του ΤΣΕΣ Ερυθρού Σταυρού εμφανίζονται ότι συνολικά επαναπατρίστηκαν η μετακινήθηκαν σε τρίτες χώρες σχεδόν 10.000 Έλληνες πρόσφυγες. Καθώς η πρώτη απογραφή της μετακομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας το 1991 κατέγραψε 3.379 Έλληνες πολίτες συνάγουμε ότι περίπου τα ¾ των προσφύγων επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα.

Με τον επαναπατρισμό των προσφύγων ωστόσο δεν έληξε το θέμα των μετακινήσεων καθώς σύμφωνα με όσα παρατηρούμε εμπειρικά ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων προσφύ-γων, ειδικά της δεύτερης γενιάς, δεν άντεξε την επάνοδο στην πατρίδα και οι δυσκολίες προ-σαρμογής το οδήγησαν σε νέους δρόμους. Αυτοί τους έφεραν είτε πίσω στην Τσεχία είτε σε νέους προορισμούς, συνήθως σε χώρες όπου ζούσαν συγγενείς τους, όπως η Αυστραλία, η Γερμανία, o Καναδάς κλπ. Θα λέγαμε ότι η γενιά των παιδικών σταθμών χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη υψηλή κινητικότητα η οποία όμως λόγω της μεγάλης διασποράς είναι φύ-σει αδύνατον να καταμετρηθεί. Εμπειρικές και μόνο παρατηρήσεις μας οδηγούν επίσης στη διαπίστωση ότι τον τελευταίο χρόνο λόγω της κρίσης στην Ελλάδα ένα αυξημένο ποσοστό των επαναπατρισθέντων προσφύγων αναζητεί και πάλι τρόπους εγκατάστασης και εργασίας στους γνώριμους τόπους των πρώην προσφύγων στην Τσεχία. Συμπερασματικά, τα περισσό-τερα μέλη της μικρής σχετικά κοινότητας των προσφύγων της Τσεχοσλοβακίας στη διάρκεια περίπου μισού αιώνα βρέθηκαν αντιμέτωπα με υποχρεωτικές μετακινήσεις (τουλάχιστον σε τέσσερα διαφορετικά σημεία, συνήθως όμως περισσότερα) σε εντελώς διαφορετικά πολιτι-στικά και γλωσσικά περιβάλλοντα από αυτά που είχαν συνηθίσει να ζουν. Επέδειξαν μεγάλη ζωτικότητα και προσαρμοστικότητα, αρκετοί όμως από αυτούς στερήθηκαν τη δυνατότητα να ριζώσουν σε ένα συγκεκριμένο τόπο και η διαρκής μετακίνηση τους έγινε δεύτερη φύση.

Βιβλιογραφία

ΑΣΔΡΑΧΑΣ Σ. Ο Σεραφείμ Μάξιμος ως ιστορικός της γενεαλογίας της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας. Αρχειοτάξιο, τ. 3, Μάιος 2001, 60–64.

BOTU A., KONEČNÝ M. Řečtí uprchlíci. Kronika řeckého lidu v Čechách, na Moravě a ve Slezsku 1948–1989, Praha: Řecká obec Praha, 2005.

Χώρα προορισμού Αριθμός ατόμων Χώρα προορισμού Αριθμός ατόμων

Αλβανία 1 Βουλγαρία 139

Aργεντινή 1 Ουγγαρία 22

Αυστραλία 131 ΛΔΓ 18

Βέλγιο 3 Πολωνία 76

Κίνα 4 Ρουμανία 39

Αίγυπτος 8 ΕΣΣΔ 112

Γαλλία 2 σύνολο 406

Ιταλία 3

Kπύρος 13

Δυτική Γερμανία 69

Σουδάν 3

Σουηδία 26

Καναδάς 112

ΗΠΑ 69

σύνολο 445

Page 48: Neograeca Bohemica

94

Κώστας Τσίβος

95

DOROVSKÝ, I. Šedesát let od příchodu dětí z Řecka do Československa. Slovanský jih, č. 2, 2008.HRADEČNÝ P. H Ελληνική Διασπορά στην Τσεχοσλοβακία – Ίδρυση και αρχικά στάδια

ανάπτυξης (1948–1954), Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, 2007.ΜΑΤΘΑΙΟΥ A., ΠΟΛΕΜΗ Π. Ο Σεραφείμ Μάξιμος στα ΑΣΚΙ. Αρχειοτάξιο, τ. 3, Μάιος 2001,

65–89.ROBOVSKI, N. Makedončite od Egejskot del Makedonija vo Čechoslovakija, Skopje 1988. SAPURNA K., PETROVSKA P. Children of the Bird Goddess. A Macedonian Autobiography,

Australia 1997.Národní archiv Praha (Εθνικό Αρχείο Πράγα)

Άλλη βιβλιογραφία στο θέμαHEROLDOVÁ I. Imigranti z Řecka v českém pohraničí. Ιn: Zpravodaj KSVI, příl. 3 (Etnické

procesy v novoosídleneckém pohraničí. Dělnictvo v etnických procesech, sv. 2), Praha: ÚEF ČSAV 1986.

HRADEČNÝ P. Zdrženlivý internacionalismus. Občanská válka v Řecku a československá ma-teriální pomoc Demokratické armádě Řecka. Soudobé dějiny 10, 2003, č. 1–2, 58–92.

KRÁLOVÁ K. Otázka loajality řecké emigrace v Československu v letech 1948 až 1968. Slo-vanský přehled 3, 2009.

MALKKI L. Refugees and Exile: From „Refugee Studies“ to the National Order of Things. Annual Review of Antropology 24, 1995.

ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ Ν. H ιστορία του ΔΣΕ, Αθήνα 2010.MAZOWER M. (επιμ.), After the War Was Over – Reconstructing the Family, Nation, and

State in Greece, 1943–1960, Princeton 2000.RYCHLÍK J. Cestování do ciziny v habsburské monarchii a v Československu – Pasová, vízová

a vystěhovalecká politika 1848–1989, Praha: Ústav pro soudobé dějiny AV ČR 2007.SAMARAS K. Co je makedonský problém, Opava 2009.TSIVOS K. Makedonská otázka v souvislosti s řeckou občanskou válkou – Slavomakedonci

jako součást řecké emigrace v Československu. Slovanský přehled 3, 2009.TSIVOS K. Československá angažovanost v řecké občanské válce a v tajných misích KS Řec-

ka. Slovanský přehled 3–4, 2010.

Αυτοβιογραφίες και βιογραφίεςΔΡΙΤΣΙΟΣ Θ. Aπό τον Γράμμο στην πολιτική προσφυγιά, Αθήνα 1983.ΘΕΟΔΩΡΟΥ Μ. Φυγή και Επιστροφή, Αθήνα 2004.KARADZOS G. Ukradené slunce, Lomnice nad Popelkou 2004.ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Λ. Παιδιά της θύελλας – Děti bouře, Praha 1998. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Λ. Νόστιμον Ήμαρ – Den návratu, Praha 1999.CIRONIS (TSIRONIS) Petros. Cizinci bez pasu, Rokycany 1994.

Řečtí političtí uprchlíci v Československu – komunita v neustálém pohybu1

KOSTAS TSIVOS

Přesun téměř sto tisíc politických uprchlíků, kteří byli mezi léty 1948–49 donuceni opustit Řecko a hledali útočiště v tehdejších zemích komunistického bloku, lze označit za „kapku v oceánu“ ve srovnání s přibližně padesáti miliony utečenců, které měla na svědomí dru-há světová válka. Počet politických uprchlíků zaostává i ve vztahu k povinně přesunutým (označovaným jako oběti guerillové války) na území samotného Řecka, jejichž počet se vyšplhal na 700 000. Osobitý rys řeckého politického uprchlictví spočívá v tom, že vypuklo v době, kdy už ve zbytku Evropy skončily velké přesuny obyvatelstva a existovala snaha o konzervaci trvalého statusu quo studené války bez pohybu jednotlivých osob, tím spíše jednotek nebo skupin obyvatelstva. V případě zemí východního bloku byla tato snaha vy-jádřena přijetím řady právních a represivních opatření, která měla za cíl přísné omezení pohybu občanů.

Časté přesuny řeckých politických uprchlíků, kteří se uchýlili do Sovětského svazu nebo jeho satelitních států, představovaly v prostředí, které bylo migraci nepřátelsky naladěné, disharmonický prvek. Přesuny běženců souvisely s vnitřními i vnějšími činiteli a do značné míry kopírovaly nejen proměny zaznamenané v konfrontaci obou táborů, ale i odstředivé tendence objevující se uvnitř socialistického bloku. Kvůli disharmonii mezi výše popsanou situací a přijetím řeckých politických uprchlíků bylo nezbytné, aby byla propagandistic-ky vyhlášena zásada proletářské solidarity SSSR a nově zřízených komunistických režimů vůči strádajícím řeckým kolegům. Na druhou stranu uprchlíci tvořili náhradu za desítky tisíc emigrantů, kteří masově opouštěli sovětské satelity poté, co se k moci dostaly místní komunistické strany.

Předkládaný článek se zabývá příkladem přibližně dvanácti tisíc politických uprchlíků v Československu se zaměřením na trasy, po kterých řečtí uprchlíci odcházeli do exilu, je-jich etnické složení a strategie jejich usazování v Sudetech. Dále se bude věnovat snahám o opětovné spojení rodin uprchlíků, jejich přesunům z vesnic do městských center v rámci Československa a různým způsobům repatriace uprchlíků do Řecka nebo do jiných zemí.

Legislativní systém, který upravil právo na svobodný pohyb a následné usídlení v Čes-koslovensku, ale také ve zbývajících komunistických zřízeních střední Evropy (Polsko, Ma-ďarsko), zaznamenal dramatické okleštění srovnatelné podle některých historiků s obdobím absolutismu převládajícím ve střední Evropě po skončení napoleonských válek. V případě Československa se tyto změny projevily výrazným omezením udělování víz nejen do kapita-

1 Tento článek byl přednesen na konferenci Společnosti pro výzkum občanských válek na téma Přesuny obyvatelstva ve čtyřicátých letech, která se konala na univerzitě v Thrákii od 1. do 3. července 2011.

Page 49: Neograeca Bohemica

96

Kostas Tsivos

97

Řečtí političtí uprchlíci v Československu

listických, ale také do sousedních komunistických zemí. Dále odejmutím domovského práva tisícům československých imigrantů, ustanovením pohraniční stráže a vytvořením mimo-řádného stavu na hranicích s neprostupným elektrickým ostnatým drátem, minovými poli atd. Odpovědnost za vydávání pasů a víz přešla výhradně do kompetence československého ministerstva vnitra a cestování do zahraničí bylo považováno za privilegium a ideovou od-měnu pouze pro politicky důvěryhodné funkcionáře a přední pracující.

Za této situace začaly od dubna 1948 přijíždět do tehdejšího Československa stovky zbědovaných a špatně ošacených řeckých dětí.2 Malí utečenci přijeli v celkem šesti vlako-vých transportech přes Jugoslávii a Maďarsko. První transport se 746 dětmi přijel vlakem do pohraniční stanice Mikulov nedaleko hranic s Rakouskem 27. dubna.3 Většina z nich byla slavomakedonského původu, především z vesnic okolo Prespanského jezera, proto dnes někteří slavomakedonští historikové tvrdí, že většina nebo téměř všechny děti a dospělí, kteří uprchli v letech 1948 a 1949, byli „Slavomakedonci“.4 Od května 1948 do léta 1949 následovalo šest podobných transportů, jež dopravily do Československa celkem 3 900 dětí, které zamířily po krátkém pobytu v karanténě do přibližně padesáti dětských domovů fun-gujících na celém českém území. Základním kritériem pro rozdělení byl věk dětí. Od srpna 1949 přijelo s transporty dospělých dalších 1 321 dětí, většina z nich byla také umístěna do dětských domovů. Celkově se na konci roku 1949 v Československu nacházelo 5 185 dětí z Řecka, z toho asi čtvrtina slavomakedonského původu.5 Československo tak podle těchto údajů přijalo třetí největší skupinu dětských utečenců z Řecka po Jugoslávii a Rumunsku.

Přijetí přichystané pro děti „řeckých bojovníků“ bylo dle dobových českých novinových článků triumfální.6 Ačkoli české rodiny projevily zájem poskytnout dětem útočiště nebo si je osvojit, byly striktně dodrženy pokyny řecké i československé komunistické strany o ucho-vání národní identity dětí a jejich vzdělávání na základě komunistické ideologie, aby mohly vytvořit elitu budoucího „lidově demokratického Řecka“.7 Pro ubytování dětí byly použity šlechtické paláce, znárodněné po roce 1945, prostory v lázeňských městech atd. Podle vý-povědí samotných dětí byly podmínky ubytování v Československu nesporně lepší než v je-

jich rodných vesnicích. To ovšem neznamená, že se v dětských domovech nevyskytovaly ne-dostatky nebo i případy krutého zacházení s dětmi. V dubnu 1951 Vasilis Bartziotas, člen politického výboru řecké komunistické strany, po inspekci v Československu a v několika dětských domovech uvedl, že „dětské domovy, které navštívil, jsou v dobrém stavu a o děti je dobře postaráno“. Současně prohlásil, že v Sobotíně a Kyselce děti vypadají hladově, doslova „píší rodičům, že jim chybí chleba“, a jsou otrhané.8 Bartziotas také po inspekci dětských domovů požádal o bezprostřední zařazení řeckých dětí do československého vzdě-lávacího systému, odvolával se především „nízkou úroveň vzdělání řeckých učitelů“.9

Příchod dospělých imigrantůJednotliví Řekové začali přijíždět do Československa ze západu už od jara 1949. Většinou se jednalo o námořníky nebo další příslušníky řeckých zámořských obcí, kteří byli posíláni do Československa obvykle přes Francii, zejména prostřednictvím k tomu zřízené buňky v Marseille, aby pokračovali do „svobodného Řecka“, kde byl zoufalý nedostatek záložníků. Všichni, kteří přijeli do Československa, se spojili s novinářem Serafimem Maximem, po-looficiálním zástupcem „svobodného Řecka“ v Československu se sídlem v hotelu Centrál.10 Archivní materiály zmiňují několik takových případů, přesto neexistuje celkový obrázek o tom, kolik Řeků přišlo do Čech tímto způsobem a kolik z nich nakonec pokračovalo do Řecka.

Problém přijetí citelně většího počtu dospělých uprchlíků vyvstal rok po roztržce Tito--Stalin, kdy se zvýšil jugoslávský tlak na vedení Komunistické strany Řecka (Kommounis-tiko Komma Ellados, KKE), aby vyprázdnila uprchlickou komunitu v Buljkesu. O příjezdu uprchlíků z Buljkesu se diskutovalo 13. června 1949 v Praze na setkání zástupců KKE Io-annise Ioannidise a Miltiadise Porfyrogenise s vedoucím mezinárodního oddělení KSČ Bed-řichem Geminderem. Řecká strana vznesla požadavek, aby Československo přijalo čtyři až pět tisíc běženců.11 Zbývající uprchlíci se měli přesunout do Rumunska a zranění měli být posláni na ošetření do Maďarska. Řecká delegace požadovala, aby byly utečencům k dispo-zici dvě nebo tři vesnice, kde by žili nezávisle a ekonomicky soběstačně, protože se soudilo, že přibližně dva tisíce z nich jsou práceschopní. Jinými slovy požadovali vytvoření podobné řecké komuny, jaká existovala v Buljkesu. V červenci 1949 se představenstvo KSČ rozhod-lo oficiálně předat záležitost péče o „demokratické Řeky“ československým státním druž-stvům a jako odpovědnou osobu určilo Josefa Smrkovského, pozdějšího představitele Praž-ského jara.12 Nakonec představenstvo KSČ novým rozhodnutím svěřilo plnou odpovědnost

2 Na území bývalého Československa, na rozdíl od Rakouska a Maďarska, nebyla za první světové války zaznamenána existence ani jedné řecké obce. Během meziválečného období se uvádí přítomnost pouze jednotlivých Řeků.

3 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, sv. 140, a.j. 547.4 Viz článek česko-slavomakedonského historika Ivana Dorovského: Šedesát let od příchodu dětí z Řecka do

Československa. Článek vyšel v roce 2008 v časopisu Slovanský jih, který vydává česká společnost Přátelé jižních Slovanů. Dále viz ROBOVSKI 1988 a SAPURNA, PETROVSKA 1997.

5 „Výstava o řeckých uprchlících v Československé socialistické republice – ČSSR“, NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, sv. 140, a.j. 547.

6 Viz např. reportáž v Mladé frontě ze 7. dubna 1948 nesoucí název Na konci dubna přijedou do Československa řecké děti nebo obdobný článek v Zemědělských novinách z 8. června 1948 s názvem Řecké děti jsou v naší zemi spokojené či útočný komentář v Obraně lidu z 10. června 1948 s titulem Bezostyšná nóta řecké vlády, který se vztahoval k diplomatickým krokům Atén v OSN.

7 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, sv. 141, 550.

8 Ibid., sv. 145, a.j. 553.9 Ibid., sv. 141, a.j. 550.10 Pro více informací o Serafimu Maximovi a jeho díle viz ΑSDRACHAS 2001, 60–64, dále také ΜΑΤHEU, ΠOLEMI

2001, 65–89.11 BOTU, KONEČNÝ 2005, 270.12 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, Klement Gottwald, sv. 99, a.j. 1142.

Page 50: Neograeca Bohemica

98

Kostas Tsivos

99

Řečtí političtí uprchlíci v Československu

za péči o dospělé i dětské běžence ministerstvu práce a sociálních věcí a současně vyjádřilo výhrady k přiměřenosti péče, kterou do té doby poskytoval Československo-řecký spolek.

Co se týče tras, které využilo 8 130 převážně dospělých řeckých uprchlíků pro cestu do Československa, existují tři hlavní skupiny:1. Polovina běženců (4 192 osob) přijela z Buljkesu čtyřmi železničními transporty v obdo-

bí od 30. srpna do 10. září 1949. Přibližně dva měsíce strávili v karanténních táborech v Lešanech ve středních Čechách, v Mikulově a Svatobořicích u Brna, který byl určen pro péči o staré.

2. Druhá největší skupina (3 415 osob) přicestovala do Československa velmi strastiplným způsobem: polské lodi je vyzvedly v albánském přístavu Drač a po dvoutýdenní cestě přes Gibraltar a La Manche dorazili do polského přístavu Gdyně. Odtud dorazila první skupina 4. listopadu do tábora v Lešanech a druhá 12. prosince do Mikulova.

3. Třetí skupina tvořená 444 uprchlíky přijela 28. ledna 1950 a pocházela z Bulharska.4. Dvě menší skupiny (přibližně 100 osob) dorazily samostatně z Francie nebo dalších zemí

a byly umístěny do tří výše uvedených přijímacích táborů.

Uprchlíky na hranicích přivítaly skupiny složené ze zástupců KSČ, československé Stát-ní bezpečnosti a zdravotních sester, které měly poskytovat první pomoc. Jako překladatelé sloužily některé ze starších řeckých dětí, které přijely o rok dříve a byly obvykle slavomake-donského původu. Tábory, do kterých byli utečenci v tajnosti odvedeni, byly oploceny ost-natým drátem a vstup střežila SNB a řecké pořádkové jednotky. Krátce po příjezdu uprch-líků vypukly epidemie úplavice a meningitidy. Během karantény prošli utečenci lékařskou prohlídkou, zástupci československé Státní bezpečnosti je všechny vyfotografovali, vzali jim otisky a přistoupili k vydání prozatímních průkazů totožnosti.

Podle soupisu ze dne 17. prosince 1949 přijelo ve dvou velkých transportech z Buljkesu a Drače 7 635 osob, z toho 3 529 mužů, 2 792 žen, 1 025 dětí mladších šesti let a 289 dětí mladších čtrnácti let. Naprostá většina z nich pocházela ze severního Řecka (Florina, Kastoria, Pella) a čtvrtina byla slavomakedonského původu. V drtivé většině případů se jednalo o zemědělce a farmáře, dále pak o pár řemeslníků, hrstku absolventů středních škol a ještě méně držitelů vysokoškolského diplomu.

Co se týče procesu usidlování uprchlíků, od listopadu 1949 bylo zřízeno při českosloven-ském ministerstvu práce zvláštní oddělení zvané „řecká záležitost“, za nějž byl na další tři roky odpovědný Tomáš Kosta. Oddělení fungovalo od listopadu 1949 do konce roku 1951, kdy bylo rozpuštěno, a plnou odpovědnost za řecké uprchlíky přebralo sociální oddělení Československého červeného kříže. Tomáš Kosta odhadoval, že celkové náklady za ubyto-vání řeckých běženců jen od 1. dubna 1949 do 31. října 1950 dosáhly částky 339 220 000 korun.13

Tabulka s transporty dospělých politických uprchlíků do Československa:

Usídlování uprchlíkůOd začátku září 1949 vypukly přípravy na přesun uprchlíků do tří českých pohraničních okresů; pro tento účel byly vybrány okresy Žamberk, Jeseník, Krnov, z nichž dříve odešli sudetští Němci, a poskytovaly tak dostatek volného ubytování i možnost práce v oblasti zemědělství a chovu dobytka, jak požadovala řecká komunistická strana. Tyto tři okresy se nacházely v blízkosti polských hranic a byly izolované od nejdůležitějších městských center i hlavních dopravních tepen. Splňovaly tedy konspirační a bezpečnostní podmínky, které byly vytčeny pro proces usídlování uprchlíků. Původně bylo vybráno 24 vesnic a usedlostí rozdělených do tří až čtyř „oblastí vesnic“ podle okresu.14

Do 10. listopadu 1949 bylo do těchto oblastí umístěno 2 555 uprchlíků. Toto číslo zů-stalo více méně stabilní i během následujících měsíců, protože si nejprve česká, ale pozdě-ji i řecká strana přiznaly neschopnost běženců nalézt práci v předem určených oblastech. Původní odhady funkcionářů KKE a KSČ se ukázaly jako nerealistické, protože v předem vybraných okresech mohla najít trvalé zaměstnání pouze třetina všech práceschopných uprchlíků. K obtížím při hledání zaměstnání přispěl i fakt, že v několika z řemeslnických a malých průmyslových závodů, které fungovaly v těchto třech okresech před válkou, byl definitivně zrušen provoz. A i kdyby byl jejich provoz obnoven, jen stěží by v nich mohlipracovat uprchlíci, kteří neměli absolutně žádnou předchozí zkušenost s prací v továrnách. A tam, kde některé závody stále fungovaly, vyvstal problém s dostupností kvůli špatné dopravní síti a výlukám, které se objevovaly v zimě v době sněhových závějí a izolace ves-nic, která trvala celých několik měsíců. Pokud Řekové našli práci na státních statcích nebo lesích, jednalo se opět kvůli mrazům o sezónní zaměstnání.

13 BOTU, KONEČNÝ 2005, 279.

Počet osob Místo původu Datum příjezdu Ubytovací tábor

1 1 221 Buljkes 30. 8. 1949 Lešany

2 1 200 Buljkes 31. 8. 1949 Lešany

3 1 172 Buljkes 7. 9. 1949 Mikulov

4 599 Buljkes 10. 9. 1949 Svatobořice

5 20 Francie 09/1949 Lešany

6 1 803 Albánie 4. 11. 1949 Lešany

7 1 612 Albánie 12. 12. 1949 Mikulov

8 444 Bulharsko 28. 1. 1950 Lešany

9 59 zranění 23. 6. 1950 nemocnice

Celkem 8 130

14 NA Praha, KSČ, ÚV, 100/3, sv.140, a.j. 547.

Page 51: Neograeca Bohemica

100

Kostas Tsivos

101

Řečtí političtí uprchlíci v Československu

Ukázalo se, že řečtí zemědělci nepřijali způsob pěstování převládající v neúrodných čes-kých oblastech. Jak víme, řečtí rolníci byli vždy zvyklí intenzivně obhospodařovat malá políčka na rodinné bázi. Obhospodařování obrovských polí na družstevním principu pro ně bylo naprosto neznámé. Návrhy některých vysoce postavených členů strany (Bartziotas) využít zkušeností řeckých pěstitelů tabáku v českých klimatických podmínkách mohly vyvo-lat pouze úsměv.15 Stejně nevalný konec měl i nápad na vytvoření Zemědělského družstva Nikose Zachariadise u Vrchní Orlice na jaře 1950. Výsledkem bylo definitivní uzavřenídružstva v roce 1953 současně s hromadným odchodem uprchlíků z osad původního osídle-ní, obzvláště v okrese Žamberk, kde v prosinci 1952 zůstalo pouze 262 řeckých běženců.

Navzdory faktu, že příslušní zástupci českých krajových komisí i vůdčí představitel řec-ké samosprávy, která se mezitím ustavila, tvrdili, že Řekové jsou spokojení se způsobem usídlení, že jejich obydlí jsou dostatečně vybavená nábytkem a především topením, aby přežili zimu, nechyběly problémy. V některých osadách např. nebyla zavedena elektřina, většina Řeků neměla dostačující oblečení a obuv, aby se vyrovnali s nehostinným klimatem na severní Moravě.

Problémy se objevovaly také v oblasti stravování, protože řečtí utečenci neznali postup přípravy jídel na český způsob, kde hlavní roli hrála mouka a brambory v různých varian-tách doplněné hutnými omáčkami. Řekové trvali na přídělech luštěnin, které jim ale Češi dodávali v malém množství, jež nestačilo na každodenní stravování. Těžkosti s přizpůso-bením se a výše uvedené problémy z velké části pramenily z nízké kulturní a vzdělanostní úrovně dospělých uprchlíků, někteří z nich (16 %) byli naprosto negramotní, a z neznalosti českého jazyka.16

Řekové měli omezené příležitosti k navázání kontaktů s Čechy, a pokud uvážíme i pro-blémy komunikace mezi Čechy a Řeky, obě etnika se setkávala zprvu s vzájemnou pode-zřívavostí. Když Češi viděli, že Řekové nemohou sehnat práci, požádali řecké vedení, aby přistoupilo na výjimky umožňující umístění řeckých utečenců do průmyslových závodů, kte-ré se nacházely ve velkých městských centrech a trpěly nedostatkem pracovních sil. Řecké vedení souhlasilo s návrhem „českých soudruhů“, ale trvalo na tom, aby Řekové zůstali pospolu. Protože podniky nebyly schopné pojmout tak velký počet pracovníků a především je ubytovat, bylo dohodnuto, že se do každého podniku pošlou skupiny nejméně padesáti uprchlíků.17 Tak se na jaře 1950 začali Řekové rozptylovat nejen do měst, ale i do jiných než předem dohodnutých vesnic. Řekové se např. usídlili v obcích Zlaté Hory, Rejvíz, Jin-dřichov v krnovském okrese, v Javorníku, kde existovala i řecká klinika čítající 35 lůžek, a ve vesnicích Žulová a Buková v okrese Jeseník.18 Textilní továrny v sousedních okre-sech žádaly naléhavě o pomoc, a tak byli Řekové umístěni zpočátku v sousedních okresech

Trutnov, Šumperk a Dvůr Králové, ale později se vydali za těžkým průmyslem do Ostravy a Brna. Proces návratu běženců do práce byl dokončen v létě 1950, kdy 19. srpna 1950 pracovalo údajně 4 711 uprchlíků. Z toho 2 593 pracovalo v rámci tří okresů původního usídlení a 2 118 osob bylo centrálně umístěno do městských středisek.

Co do zařazení, pracovalo 36 % Řeků v oděvním průmyslu, 32 % v zemědělství a lesnic-tví a 16 % ve stavebnictví. Jen velmi malé procento Řeků pracovalo v roce 1950 v těžkém průmyslu.19

V následujícím období posílil trend odchodu do městských center, což mělo za následek, že ani KKE, ani KSČ nebyly schopné kontrolovat situaci. Na konci roku 1952 žilo v Jesení-ku 600 uprchlíků a v Krnově 700. Odchod do měst přinesl některým běžencům další snížení životní úrovně, protože většina z nich se po odchodu z vesnic s „centrální péčí“ přestěhovala do bytů pochybné kvality, kde už bydleli jejich příbuzní nebo přátelé. Ve městech si Řekové vytvořili uzavřené obce, které měly zajistit jejich přežití v nepříznivých podmínkách a bez centrální péče.

Vedení KKE si roku 1952 definitivně přiznalo, že pobyt uprchlíků v zemích východnía střední Evropy nebude mít dočasný charakter, jak se původně předpokládalo. Z tohoto důvodu Zachariadis, který původně požadoval, aby běženci zůstali pohromadě a připravení k boji, začal naléhavě žádat po bratrských stranách zařazení uprchlíků do těžkého prů-myslu. Následoval masový přesun utečenců do ostravského regionu, kde se stovky Řeků podílely na výstavbě nových čtvrtí a měst, jako je Havířov, zatímco další našli uplatnění v ocelárnách a dolech přímo v Ostravě i v širším okolí, např. v Karviné a v Třinci. Menší skupinky uprchlíků zamířily do Brna, Berouna a Příbrami. Na konci roku 1952 byly hlavní-mi centry řeckých utečenců okrajové oblasti Ostravy (4 500 osob), Olomouce (3 200 osob), ale také Hradce Králové (1 500) a Brna (800).20

15 Ibid. sv.140, a.j. 548.16 Ibid., sv. 132, a.j. 523.17 Ibid., sv. 140, a.j. 559.18 Ibid., sv.140, a.j. 547.

Pracovní zařazení v městských střediscích a okresech původního usídlení

okresy původního usídlení 2 593 osob (54,24 %)

městská centra 2 188 osob (45,76 %)

Pracovní zařazení uprchlíků – srpen 1950

tkalcovství 36 %

zemědělství 32 %

stavebnictví 16 %

těžký průmysl 14 %

19 Ibid., sv.140, a.j. 547.20 Ibid., sv.140, a.j. 547. Viz dále Ibid., sv.140, a.j. 548.

Page 52: Neograeca Bohemica

102

Kostas Tsivos

103

Řečtí političtí uprchlíci v Československu

Rozptýlení uprchlíků se nesetkalo se souhlasem mezinárodního oddělení KSČ, které se odvolalo na nutnost zlepšit „organizační a politickou práci“ a navrhlo znovu shromáždit uprchlíky do dvou krajů, olomouckého a ostravského, s vyhlídkou, že se později sdruží v je-diném kraji. Tento plán nebyl nakonec nikdy realizován, přesto se o deset let později zjistilo, že tři čtvrtiny uprchlíků, přibližně 9 500 osob z celkových 13 000, žily ve dvou výše uvede-ných krajích. K poslednímu masovému transportu řeckých uprchlíků došlo překvapivě v roce 1956. Jednalo se o 800 řeckých běženců, kteří po krvavých událostech roku 1956 v Maďar-sku požádali o azyl v Československu, které kladně zareagovalo na odpovídající žádost vede-ní KKE. Šlo o sto šedesát řeckých rodin, z nichž se většina usadila v Jablonci a Liberci.

Sjednocení rodin – začlenění dětí do českého vzdělávacího systémuOd začátku roku 1952 bylo zaznamenáno několik případů přímého i nepřímého zpochyb-nění politiky připravenosti k boji a uvolnění vojenského způsobu organizace. Těžiště zájmu o politické uprchlíky se přesunulo z běženecké komunity na uprchlickou rodinu. Po roce 1949 bylo mnoho rodin rozptýlených v několika zemích východního bloku. A tak rodiče za-čali žádat o opětovné nalezení svých dětí, muži manželek apod. Na základě iniciativy KKE, která obdržela souhlas bratrských stran lidově demokratických republik i KSSS, byl roku 1952 uskutečněn plán na opětovné sloučení rodin. V první fázi, tedy v období mezi léty 1952 a 1954, se uskutečnilo celkem 22 transportů. V této době odešlo z Československa do zbývajících lidově demokratických republik a SSSR celkem 1 470 osob, zatímco do Čes-koslovenska přišlo z jiných zemí 1 210 osob.21 Akce slučování rodin pokračovala i v roce 1955, a tak z Československa odjelo 860 osob a naopak přijelo ke svým rodinám, usa-zeným v Československu, tisíc uprchlíků.22 V souladu s míněním mezinárodního oddělení KSČ měly probíhat přesuny utečenců na základě následujících kritérií: ženy k mužům, děti k rodičům, zatímco další přesuny se měly posuzovat na základě humánních kritérií.

Vidíme tedy, že výměny utečenců nezpůsobily výrazné změny v celkovém počtu řec-kých politických uprchlíků v Československu. Výměny naopak přispěly ke zhojení mnoha lidských ran a obnovení funkčnosti utečeneckých rodin. Ovšem jen stěží můžeme posoudit psychologické důsledky tohoto dlouhého odloučení, které především u dětí prakticky zna-menalo, že prožily celé své dětství bez rodičů, mnohokrát v úplně jiném prostředí, než jim bylo vlastní. Existuje několik případů dětí, které po příchodu z dětských domovů v jiných

zemích, obzvláště těch, kde se nehovořilo slovanským jazykem, jako bylo Rumunsko a Ma-ďarsko, nebyly schopné dorozumět se se svými rodiči a potřebovaly několik měsíců, aby se adaptovaly v novém prostředí. Na druhou stranu existovaly stovky případů rodin, které se nikdy nedokázaly znovu spojit. Na stránkách uprchlických novin Bojovník, a to především ve sloupku s nekrology, se nacházejí desítky svědectví o uprchlících, kteří zemřeli, aniž by znovu uviděli svoje ženy, děti nebo další příbuzné, kteří zůstali odříznutí v Řecku.

Důležitou roli v řádném fungování utečeneckých rodin a především v jejich sblížení se s českým okolím sehrálo postupné uzavírání dětských domovů a začlenění řeckých dětí do českého školství. Od školního roku 1952–1953 začalo postupné začleňování prvních řec-kých dětí do českého vzdělávacího systému. Od té doby se postupně snižoval počet dětských domovů, poslední z nich (Šilheřovice) byl definitivně zavřen v roce 1964. V posledních le-tech byli chovanci v dětských domovech téměř výhradně sirotci nebo děti, jejichž rodiče nežili v Československu.

RepatriaceTéměř všichni řečtí uprchlíci si uchovávali vědomí dočasnosti exilu a stejný pocit pěstovali i v mladších generacích. První možnost na návrat do vlasti získali ti uprchlíci, kteří byli v exilu proti své vůli. Jednalo se o zajatce Demokratické armády Řecka, děti, jejichž rodiče zůstali v Řecku, nebo starší běžence. Po smrti Stalina a Gottwalda byl domluven s přispě-ním Mezinárodního červeného kříže první – a současně poslední – masový návrat uprchlíků z Československa do vlasti. Oznámení o repatriaci vyšlo v novinách Bojovník a příslušná ko-mise celkem shromáždila přibližně tisíc žádostí o návrat do vlasti. KKE z tohoto transportu vyloučila své členy nebo ty, u nichž předpokládala, že by mohli po příjezdu do Řecka vyzra-dit citlivé informace o fungování strany. V prosinci 1954 odjel do Řecka první transport. Slavnost na rozloučenou proběhla v emočně velmi nabité atmosféře. Bojovník v příslušné reportáži podrobně popisoval dary, které uprchlíci vezli do Řecka (hodinky, rádia, šicí stroje, kola), aby zdůraznili technologickou vyspělost Československa v porovnání s Řeckem, ale také velkorysé chování československých úřadů k uprchlíkům vracejícím se do vlasti.

Na hranicích s vytouženým Řeckem čekalo na skupinu navrátilců obzvláště nepříjem-né překvapení, protože třem stovkám z nich byl zamítnut návrat do vlasti s vysvětlením, že nemůže být ověřena jejich totožnost v evidenci příslušných vesnic. Jednalo se zřejmě o Slavomakedonce nebo o osoby s politicky podezřelou minulostí. Od té doby řecké úřady zakázaly masové repatriační transporty a žádosti se posuzovaly pouze jednotlivě. Žádosti se podávaly na velvyslanectvích a údaje žadatelů se posuzovaly ve spolupráci s lokálními úřady bezpečnosti. Nebylo výjimkou, že odpovědní úředníci velvyslanectví požadovali po žadatelích podepsání „prohlášení o lítosti“ nebo odvolání jejich politického přesvědčení. Je znám případ, kdy pracovník velvyslanectví požadoval po běženkyni, aby se rozvedla se svým komunistickým manželem, nebo případy, kdy úředníci použili repatriaci jako návnadu, aby získali tajné informace nebo trvalou spolupráci s příslušnou pobočkou tajné služby. KKE vznesla požadavky na udělení všeobecné amnestie a repatriace krátce po odchodu Zachari-

Geografické rozdělení na Moravě

Ostrava 4 500 osob (45 %)

Olomouc 3 200 osob (32 %)

Hradec Králové 1 500 osob (15 %)

Brno 800 osob (8 %)

21 HRADEČNÝ 2007, 68.22 Ibid., 176–181.

Page 53: Neograeca Bohemica

104

Kostas Tsivos

105

Řečtí političtí uprchlíci v Československu

adise a především po úspěchu Sjednocené demokratické levice ve volbách roku 1958. V ze-mích, které přijaly uprchlíky, se začaly vytvářet Rady pro repatriaci politických uprchlíků do Řecka. Předsedou jejich koordinačního výboru byl určen Petros Kokalis a sekretářem Dimitris Papadimitris se sídlem v Budapešti. V československé Radě pro repatriaci zastá-vali vůdčí roli postupně Andreas Tzimas (Samariniotis), docent Dimitris Papas, soudce Alekos Margaris a lékař Takis Skyftis.

Podle údajů Československého červeného kříže se do vlasti od roku 1959 do počátku diktatury vrátilo jednotlivě 967 uprchlých Řeků. Po ustanovení diktatury počet repatriova-ných dramaticky klesl. Naopak od počátku šedesátých let do roku 1975 se poměrně velký počet uprchlíků (445 osob) rozhodl přestěhovat do kapitalistických zemí. Většina z výše uvedených uprchlíků se přestěhovala do tradičních center běženců z Řecka, jako je Aus-trálie (131), Kanada (112), USA (69) a Západní Německo (69). Mezi zvolené destinace uprchlíků patřily také exotické „kapitalistické“ země (Čína, Egypt, Súdán). Ve stejném období se 404 uprchlíků přesunulo do dalších socialistických zemí, většina do Bulharska (139) a Sovětského svazu (112).

Přesuny do „kapitalistických“ a do „socialistických“ zemí

Téma repatriace začalo být aktuální hned po změně politického režimu a postupném rušení nejdůležitějších zákonů z doby občanské války. Podle údajů Československého čer-veného kříže stále žilo v prosinci 1974 v Československu 12 013 politických uprchlíků. Do

srpna 1977 se jich do Řecka vrátilo přibližně 2 000. Během prvních let po změně režimu docházelo k nekontrolovaným návratům do vlasti, často dokonce bez povolení úředních or-gánů. Proces repatriace se snažilo usnadnit i vedení KKE, které prostřednictvím různých kroků vůči bratrské československé straně požadovalo osvobození od daní či náhrad za před-chozí studia nebo jejich snížení. Problém repatriace se legislativně vyřešil rozhodnutím vlády strany PASOK, která povolila volný návrat všem politickým uprchlíkům, kteří byli národností Řekové. Toto rozhodnutí bylo legislativně vydáno ve veřejné vyhlášce č. 106841 tehdejších ministrů vnitra a veřejného pořádku G. Gennimatase a D. Skularikise, zatímco roku 1985 následoval zákon 1543 o restituci majetku i podepsání bilaterálních dohod mezi Řeckem a Československem o uznání nároků na důchod apod. Kupodivu většina uprchlíků nečekala na legislativní uspořádání a vrátila se do vlasti dříve. Je příznačné, že se mezi léty 1979–1985 do vlasti vracelo každoročně asi 500 uprchlíků, zatímco mezi léty 1985–1989 mají počty repatriovaných klesající tendenci a pohybují se mezi 150 až 350 osobami ročně. Podle údajů z databáze Českého červeného kříže se ukazuje, že se celkem vrátilo do vlasti nebo přesunulo do dalších zemí téměř 10 000 řeckých uprchlíků. Při prvním sčítání lidu v postkomunistickém Československu roku 1991 bylo zaznamenáno 3 379 řeckých občanů, z čehož vyplývá, že se přibližně tři čtvrtiny uprchlíků vrátily zpět do Řecka.

Téma přesunu osob neskončilo s repatriací uprchlíků a podle toho, co na vlastní oči pozoru-jeme, významná část řeckých utečenců, především druhé generace, nezvládla návrat do vlasti a problémy s adaptací je vyslaly na nové cesty. Ty je zavedly buď zpět do Čech, nebo do nových oblastí, obvykle do zemí, kde žili jejich příbuzní, jako jsou Austrálie, Německo, Kanada atd. Můžeme říct, že pro generaci z dětských domovů je typická poměrně vysoká mobilita, kterou z důvodu velkého rozptylu není možné vyčíslit. Pouze individuální pozorování nás také vedou k přesvědčení, že v posledním roce hledá kvůli krizi v Řecku zvýšený podíl repatriovaných uprch-líků způsoby, jak se znovu usadit a pracovat na známých místech bývalých uprchlíků v Čechách.

Na závěr uveďme, že většina členů poměrně malé komunity uprchlíků v Československu v průběhu přibližně padesáti let čelila nuceným přesunům (nejméně na čtyři různá místa, obvykle ovšem na více) do kulturně i jazykově naprosto odlišných prostředí, než ve kterých byli zvyklí žít. Ukázali velkou životaschopnost i přizpůsobivost, někteří z nich ale postrádali schopnost zakořenit na jednom konkrétním místě a neustálý pohyb se stal jejich druhou přirozeností.

Přeložila Hana Coufalová

Bibliografie

ΑSDRACHAS S. Ο Σεραφείμ Μάξιμος ως ιστορικός της γενεαλογίας της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας. Αρχειοτάξιο, τ. 3, Μάιος 2001, 60–64.

BOTU A., KONEČNÝ M. Řečtí uprchlíci. Kronika řeckého lidu v Čechách, na Moravě a ve Slezsku 1948–1989, Praha: Řecká obec Praha, 2005.

Cílová země Počet osob Cílová země Počet osob

Albánie 1 Bulharsko 139

Argentina 1 Maďarsko 22

Austrálie 131 NDR 18

Belgie 3 Polsko 76

Čína 4 Rumunsko 39

Egypt 8 SSSR 112

Francie 2 celkem 406

Itálie 3

Kanada 112

Kypr 13

Súdán 3

Švédsko 26

USA 69

Západní Německo 69

celkem 445

Page 54: Neograeca Bohemica

106

Kostas Tsivos

107

Dorovský, I. Šedesát let od příchodu dětí z Řecka do Československa, Slovanský jih, č. 2, 2008.HRADEČNÝ P. Η Ελληνική Διασπορά στην Τσεχοσλοβακία – Ίδρυση και αρχικά στάδια

ανάπτυξης (1948–1954), Thessaloniki 2007.ΜΑΤHEU A., PΟLEMI P. Ο Σεραφείμ Μάξιμος στα ΑΣΚΙ. Αρχειοτάξιο, τ. 3, Μάιος 2001,

65–89.ROBOVSKI, N. Makedončite od Egejskot del Makedonija vo Čechoslovakija, Skopje 1988. SAPURNA K., PETROVSKA P. Children of the Bird Goddess. A Macedonian Autobiography,

Australia 1997.

Další literatura k tématuHEROLDOVÁ I. Imigranti z Řecka v českém pohraničí. Ιn: Zpravodaj KSVI, příl. 3 (Etnické

procesy v novoosídleneckém pohraničí. Dělnictvo v etnických procesech, sv. 2), Praha: ÚEF ČSAV 1986.

HRADEČNÝ P. Zdrženlivý internacionalismus. Občanská válka v Řecku a československá materiální pomoc Demokratické armádě Řecka. Soudobé dějiny 10, 2003, č. 1–2, 58–92.

KRÁLOVÁ K. Otázka loajality řecké emigrace v Československu v letech 1948 až 1968. Slo-vanský přehled 3, 2009.

MALKKI L. Refugees and Exile: From „Refugee Studies“ to the National Order of Things. Annual Review of Antropology 24, 1995.

ΜΑRANTZIDIS Ν. Η ιστορία του ΔΣΕ, Athina 2010.MAZOWER M. (ed.) After the War Was Over – Reconstructing the Family, Nation, and State

in Greece, 1943–1960, Princeton 2000.RYCHLÍK J. Cestování do ciziny v habsburské monarchii a v Československu – Pasová, ví-

zová a vystěhovalecká politika 1848–1989, Praha: Ústav pro soudobé dějiny AV ČR 2007.

SAMARAS K. Co je makedonský problém, Opava 2009.TSIVOS K. Makedonská otázka v souvislosti s řeckou občanskou válkou – Slavomakedonci

jako součást řecké emigrace v Československu. Slovanský přehled 3, 2009.TSIVOS K. Československá angažovanost v řecké občanské válce a v tajných misích KS Řec-

ka. Slovanský přehled 3–4, 2010.

Autobiografie a biografieCIRONIS (TSIRONIS) P. Cizinci bez pasu, Rokycany 1994.DRITSIOS TH. Aπό τον Γράμμο στην πολιτική προσφυγιά, Athina 1983.KARADZOS G. Ukradené slunce, Lomnice nad Popelkou 2004.PΑPADOPULOS L. Παιδιά της θύελλας – Děti bouře, Praha 1998. PΑPADOPULOS L. Νόστιμον Ήμαρ – Den návratu, Praha 1999.THEODORU Μ. Φυγή και Επιστροφή, Αthina 2004.

Setkání Julese Dassina s řeckou tragédií

EVA STEHLÍKOVÁ

Když ve věku 96 let zemřel Jules Dassin, světové agentury přinesly zprávu, že odešel ame-rický filmař, mistr žánru film noir. Pravda ovšem je, že jeho výtečné filmy ze čtyřicátých let(Brute Force a The Naked City) by asi byly zapomenuty, nebýt toho, že odešel do evropského exilu, když se ocitl během antikomunistického honu na čarodějnice v padesátých letech na černé listině. Ve Francii natočil Du rififi chez les hommes (1955, Rvačka mezi muži), vychá-zející z novely Augusta le Bretona. Ten je dodnes připomínaný díky legendární dvaatřiceti-minutové scéně, která je hrána bez dialogu a bez hudebního podkresu. Za tento film, kterýFrançois Truffaut s obdivem označil za nejlepší film noir, který kdy viděl, dostal Dassin cenupro nejlepšího režiséra na festivalu v Cannes roku 1955. Dodnes je tento film považovánza jeden z největších francouzských snímků z žánru film noir. Je možné, že nakonec zbudev dějinách filmu právě jen odkaz na tuto proslulou scénu loupeže, ačkoli Dassin natočil mnohofilmů, za mnohé z nich byl oceněn a pracoval na nich s nejslavnějšími herci své doby.

Nezemřel ovšem v Americe ani ve Francii, ale v zemi, která se mu stala osudem, v Řec-ku, kde mu bylo uděleno roku 1981 občanství. Sám o sobě řekl tento velký filhelén, kterýbyl jedním z osmi dětí židovského holiče z Ruska usazeného v Middletownu v Connecticutu, že byl Řekem ještě dřív, než o tom sám věděl. Ke zprávě o úmrtí pronesl do médií s typic-kým antickým patosem kondolenci i tehdejší řecký předseda vlády Kostas Karamanlis.1

Dassinův první film věnovaný Řecku byl natočen ještě ve Francii. Film Celui qui doit mourir (1957, Ten, který musí zemřít) byl založen na románu Nikose Kazantzakise Kristus znovu ukřižovaný. I když patří k méně známým Dassinovým filmům, je to dílo velmi zajíma-vé a naplněné vroucím humanismem. Ve filmu se pracovně poprvé sešel s Melinou Merkuri, která se stala múzou jeho filmů. Z nich především komedie Ποτέ την Κυριακή (1970, Never on Sunday) obletěla celý svět – také díky známé písni Τα παιδιά του Πειραιά (Děti z Pi-rea) Manose Chatzidakise, který získal Oskara za nejlepší hudbu. Svižná komedie o mladém americkém filozofovi s dobrým jménem Homer a jeho setkání s okouzlující prostitutkou, kte-rá rozvrátí všechny jeho představy o Řecku, obsahuje i půvabnou pygmalionovskou pasáž. Homer se totiž snaží Iliu převychovat, nutí ji změnit životní styl, číst dobrou literaturu. Na základě filmu vznikl i muzikál Illya Darling režírovaný Dassinem, který běžel na Brodwayi, ve Filadelfii, Torontu a Detroitu v letech 1967–1968.2 Charismatická Melina Merkuri pak ztvárnila komplikované hrdinky dvou dalších filmů – filmu Phaedra z roku 1962, moderní adaptace Euripidova Hippolyta založené na melodramatu napsaném Margaritou Lyberaki,3

1 „Řecko pociťuje zármutek nad ztrátou vzácné lidské bytosti, důležitého tvůrce a skutečného přítele. Jeho nadšení, energie, bojovný duch a šlechetnost nebudou nikdy zapomenuty,“ prošlo internetem.

2 Melina Merkuri hrála titulní roli. Byla za ní nominována na Tony Award, inscenace sama si vysloužila mnoho recenzí – od velmi nadšených až po zcela negativní.

3 TSOMIS 2002, 107–116.

Page 55: Neograeca Bohemica

108

Eva Stehlíková

109

Setkání Julese Dassina s řeckou tragédií

a Κραυγή γυναικών (A Dream of Passion)4 z roku 1978, drama herečky, která studuje roli Médey a navštěvuje ve vězení matku, která – jako Médea – zavraždila své děti.

Všechny tyto tři filmy spojuje jeden motiv: dědictví řecké tragédie.5 Ve filmu Never on Sunday má půvabnou podobu diskuse o řecké tragédii, která probíhá mezi filozofem a pro-stitutkou poté, co se zjistí, že veskrze pozitivní Ilia nechápe podstatu tragédie a má zato, že všechno vždycky dobře skončí. Její přátelé dávno znají její výklady Médey či Oidipa. Ho-mer však musí přímo při představení tragédie zjistit, že její víra je neotřesitelná: zatím co publikum v divadle Heroda Attika pláče, dojatá Ilia dává najevo, že vše jde tak, jak říkala. Důkazem je to, že se představitelka Médey přijde na konci uklonit s dětmi. Znamená to, že je jenom někde schovala, všechno dobře dopadlo, Iasón se k ní vrátil – a všichni radostně odešli na pláž k moři. Atmosféra pirejských doků s jejich hospůdkami a jejich typickým mužským osazenstvem je přerušena vlastně jen jednou, a to právě když po představení Médey klopýtají obě strany sporu noční Akropolí…

Dassinova Phaedra je příběh z druhé strany sociálního spektra, ze života bohatých do-kařů. Sleduje v kostře dobře známý mytologický příběh. Faidra (novořecky Fedra), žena dokařského magnáta Thanose6 (Raf Vallone, hvězda neorealistických filmů), se zamilujedo Alexe, Thanosova syna z prvního manželství. Ten žije v Londýně a zajímá se daleko spíše o výtvarné umění než o to, aby převzal rodinný podnik (Anthony Perkins, kterého dva roky předtím proslavila role Normana Batese v Hitchcockově Psychu). Jejich cit vzpla-ne okamžitě a není v silách ani jednoho z nich se ubránit. Když Faidra sdělí muži, že má poměr s Alexem, otec jej vyžene a potupí. Zoufalý Alex se zabije v autě, které mu otec daroval, a Faidra, která marně vede boj s vášnivým citem, spáchá sebevraždu. Některé aluze spojující moderní příběh s antickým mýtem jsou samozřejmě lehce čitelné, třebaže je tu marné toužení Faidřino po nevlastním synovi radikálně odstraněno – tento Hippolytos opětuje macešinu lásku a po vzoru Racinově je tu přidána mladá konkurentka, na niž tvrdá a nelítosná Faidra žárlí. Trochu ironický je pochopitelně konec Alexův – není usmýkán koni, zabije se (jak ostatně odpovídá době) v autě s mnoha koňmi pod kapotou… Dnes už se asi nikdo nepozastaví nad odvážnou milostnou scénou, která byla ve své době označena za skandální. Spíš se stále podivujeme nádherné Theodorakisově písni na slova Nikose Gat-

sose nebo závěrečnému Perkinsovu zpěvu Bacha mísícího se s řevem motorů. Senekovsky zuřivá vášeň titulní hrdinky nám neumožňuje, abychom se s ní identifikovali. Když si celáv bílém a ukryta za tmavými brýlemi bezohledně razí cestu davem hořekujících černých vdov po námořnících, je nám jasné, že skutečná tragédie se odehrává jinde.

Ačkoli Euripidova tragédie Hippolytos je jasným pretextem tohoto filmu, jeho znalostnení nikterak nutná. Příběh může být vnímán prostě jako melodramatický milostný troj-úhelník se špatným koncem. Valná většina diváků nezná etymologii jména „Hippolytos“. Potom prezentace parthenonského vlysu při úvodních titulcích a setkání Faidry s Alexem, kreslícím hlavu koně z Parthenónu, je pro ně pouhou turistickou atrapou (ať už spojenou s Britským muzeem nebo s dědictvím řecké plastiky). Symbolické spojení Faidry se stejno-jmennou lodí, kterou křtí a která pak na moři ztroskotá, je pro diváka zcela jasné. S příbě-hem Hippolyta však nemusí být vůbec spojováno.

Naproti tomu motiv Médey prostupující A Dream of Passion je nepřehlédnutelný a interpre-tace filmu je bez něho zcela nemožná. Sama tragédie figuruje ve filmu ve dvou podobách – v po-době filmu, který natáčí BBC a v konečné podobě inscenace odehrávající se v divadle v Delfách.7 Navíc, jak už bylo řečeno, hlavní hrdinka filmu Maia představující Médeu (Melina Merkuri) na-vštěvuje mladou (zřejmě duševně nemocnou) Američanku Brendu (Ellen Burstyn), která je ve vězení, protože zabila své tři děti, aby se pomstila svému muži. Main zájem o Brendu je dvojí. Jednak je to na počátku pouhý reklamní trik, jednak se chce osudem vražednice inspirovat a najít tak klíč ke své roli. Obě ženy však mají cosi společného s Médeou: jsou cizinky. Brenda se nikdy nedokázala přizpůsobit zemi, ve které žila, nikdy se nenaučila řecky a děti, ve čtvrti, v níž bydlela, na ni volali: „Cizinko!“ Také Maia byla všude cizí. Když žila v zahraničí, říkali jí: „Kdy se konečně vrátíš do Řecka?“ Teď, když se vrátila, ozývají se hlasy: „Kdy odjíždíš?“ V hysterické scéně „na pravdu“ se Maia přizná, že zradila svou milovanou přítelkyni a že zabila své nenarozené dítě, aby si nezničila kariéru. Je tedy i ona zrádce a vražedkyně (a její oddaný muž tím celá léta trpí). Není tedy divu, že se obě postavy začnou prolínat. Navíc je zřejmé, že role Mai je na tělo ušita Melině Merkuri (dalo by se říci, že její osud je pretextem postavy Mai): Život Merkuri v emigraci a zřejmě i její osobní problémy jsou pro řeckého diváka dostatečně známé a podporují představu ztotožnění obou filmových hrdinek. Maino postupné pronikání do Brendina osudu a uvědomová-ní si souvislostí vlastního života proměňuje její interpretaci Médey, ne vždy k radosti režiséra Kostase, někdejšího Maina milence (Andreas Vutsinas). Ten si přeje, aby Maia naplnila jeho vizi („Celá Médea je o lásce, vášni a kouzelnictví… Médeinou bohyní je Hekaté.“).

Nakonec Maia dokáže splynout s postavou, kterou ztvárňuje – ne však intelektuálně (jak se ji snažil pohnout Kostas tím, že hercům předvádí úryvek z Bergmanovy Persony),

4 Anglický titul odkazuje k Shakespearovi (Hamlet ii, 2, 543): Is it not monstrous that this player here,

But in a fiction, in a dream of passion,Could force his soul so to his own conceit That from her working all his visage wann‘d, Tears in his eyes, distraction in‘s aspect, A broken voice, and his whole function suiting With forms to his conceit? and all for nothing!

5 Dassinovy filmy Phaedra a A Dream of Passion zaznamenaly ve svých studiích věnovaných antické tematice ve filmu MACKINNON 1986, 98, 156, SOLOMON 2001, 268–269, 273–274 a MCDONALD 1983.

6 TSOMIS (2002, 111) upozorňuje, že Thanosovo příjmení Kyrilis obsahuje aluzi na jeho panství nad mořem (κύριος + ἅλς) a nepochybně odkazovalo i k tehdejšímu vládci moří, rejdaři Onassisovi.

7 Melina Merkuri se objevila roku 1976 – po patnácti letech absence na scéně – v Euripidově tragédii inscenované ve Státním divadle Severního Řecka. Jejím režisérem byl Minos Volonakis. Inscenace objela celou Makedonii a objevila se i v divadle na Lykavittu, ale nebyla přijata do oficiálního programu festivalu v Epidauru. Říkalo se jíproto „Médea v exilu“. Ve filmu je využita tato inscenace, ale v konečné fázi je přesazena do prostředí delfského divadla, které je pochopitelně výtvarně zajímavější než nové divadlo na Lykavittu. Autorem užité adaptace je rovněž Minos Volonakis (1925–1999).

Page 56: Neograeca Bohemica

110

Eva Stehlíková

111

ale emocionálně. Prožitek tragiky a smutek nad ztrátou milovaných bytostí tak poznamenal finále filmu, v němž probíhá paralelní děj: Ellen vraždí své děti, zatímco Maia exceluje v zá-věrečné pasáži z Euripidovy Médey v Delfách.

Tak jako ve filmu Phaedra i zde buduje Dassin atmosféru Řecka pomocí vizuálních od-kazů na antickou kulturu: Pod titulky se zjevují řecké nápisy tesané do kamene, detaily antického divadla (především schody) a Parthenónu (kanelury dórských sloupů), čitelná připomínka práce velkého řeckého scénografa Dionysia Fotopulose, který je autorem kos-týmů. Zkouškám na Médeu dominuje chór žen v černém, typický prvek řeckých inscenací antického dramatu, jakási spojnice mezi minulostí a současností, stejně jako píseň, kterou zpívá Maia s Dimitrisem, představitelem Iasóna (Dimitris Papamichail).

Za film A Dream of Passion obdržel Jules Dassin Zlatou palmu na festivalu v Cannes roku 1978. Shodou okolností to byl i poslední film, který s Melinou Merkuri natočil a poslední film,ve kterém herečka účinkovala. Vzpomeňme, že jako Maia s jistou ironií hovoří o tom, že je už stará, aby točila filmy. Pak už zřejmě jen propůjčila hlas vypravěčce ve filmu Γυναίκες στην εξορία (Ženy ve vyhnanství) v roce 1981 a věnovala se politice. Stala se první ministryní kultury (a také starostkou Atén). Také Dassin od osmdesátých let už netočil filmy, ale dálepracoval pro divadlo8 a připravil Melině Merkuri triumfální návrat na scénu.9 Byl dále v Řec-ku ctěn pro filmy, které zemi daroval, i pro svou neutuchající činnost ve prospěch Řecka. Ne-může být zapomenuto, že po boku Meliny Merkuri bojoval proti juntě.10 I po její smrti třímal její prapor a bojoval za navrácení Elginových mramorů do Řecka. Bohužel se nedožil otevření nového aténského muzea, které je pro návrat parthenónského vlysu připraveno…

Bibliografie

MACKINNON K. Greek Tragedy into Film. London – Sydney 1986.MCDONALD M. Euripides in cinema: the heart made visible, Philadelphia 1983.SOLOMON J. The Ancient World in the Cinema, Yale Univ. Press 2001. TSOMIS G. Die Rezeption des Euripideischen Hippolytos im Film Phaedra von Jules Dassin.

In Kornjak–Töchterle (eds.), Pontes II. Antike im Film (Comparanda 5), Ins-bruck–Wien–München–Bozen 2002, 107–116.

8 Mezi léty 1975 a 1994 režíroval v Aténách Brechtovu a Weillovu Třígrošovou operu, Williamsovo Sladké ptáče mládí, Albeeho Kdo se bojí Virginie Wolfové?, Čechovova Racka, Millerovu Smrt obchodního cestujícího atd.

9 Melina triumfovala ve Williamsově Sladkém ptáčeti mládí (1979/80), v paměti divadla však zůstal zapsán její první úspěch, role Blanche DuBois v Tramvaji do stanice Touha režírované Karolosem Kounem v Divadle umění již v roce 1950.

10 Melina Merkuri proslula svou neohroženou aktivitou, s níž bojovala proti juntě. V roce 1974 natočil Dassin film The Rehearsal, jehož byla producentkou. V této ostré obžalobě junty účinkovali Olympia Dukakis, Lillian Hellman, Melina Merkuri, Arthur Miller, Laurence Olivier, Maximilian Schell, Mikis Theodorakis aj.

Η συνάντηση του Ζυλ Ντασέν με την ελληνική τραγωδία

EVA STEHLÍKOVÁ

Όταν πέθανε Ο Ζυλ Ντασέν στην ηλικία των 96 χρονών, τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων ανακοίνωσαν ότι έφυγε o δεξιοτέχνης του φιλμ νουάρ Αμερικανός σκηνοθέτης κινηματογράφου. Είναι όμως γεγονός ότι οι αριστουργηματικές ταινίες του από τη δεκαετία του ΄40 – Brut Force (Ο δήμιος των κολασμένων) και Naked City (Γυμνή πόλη) – κατά πάσα πιθανότητα θα είχαν ξεχαστεί, εάν δεν είχε διαφύγει στην Ευρώπη, όταν βρέθηκε κατά την περίοδο του μακαρθισμού στη δεκαετία του ΄50 στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ. Στη Γαλλία γύρισε την ταινία Du rififi chez les hommes (1955, Ριφιφί), η οποία βασίζεται στη νουβέλα του Auguste le Breton. Αυτή συζητιέται μέχρι σήμερα για τη θρυλική σκηνή των 32 λεπτών χωρίς διάλογο και μουσική υπόκρουση. Με την ταινία αυτή, που την ονόμασε με θαυμασμό o Francois Truffaut το καλύτερο φιλμ νουάρ, που έχει δει, κέρδισε o Ντασέντο βραβείο για τον καλύτερο σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ των Καννών το 1955. Και το έργο αυτό θεωρείται μέχρι σήμερα ένα από τα καλύτερα γαλλικά φιλμ νουάρ. Είναι πιθανό, ότι τελικά θα μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου μόνο αυτή η αναφορά στην περίφημη σκηνή της ληστείας, αν και o Ντασέν έχει γυρίσει πολλές ταινίες που για πολλές απ’ αυτές έχει βραβευθεί και συνεργαστεί με τους πιο διάσημους ηθοποιούς της εποχής του.

Δεν πέθανε όμως στην Αμερική, ούτε στη Γαλλία, αλλά στη χώρα, που στάθηκε μοιραία για τη ζωή του, στην Ελλάδα, όπου το 1981 απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα. Αυτός o μεγάλος φιλέλληνας ήταν ένα από τα οκτώ παιδιά ενός Εβραίου κουρέα από τη Ρωσσία, που εγκαταστάθηκε στο Μίντλταουν του Κονέκτικατ, και υποστήριζε για τον εαυτό του, ότι ήταν Έλληνας πριν ακόμα γνωρίσει την Ελλάδα. Μαζί με την είδηση για το θάνατo του Ντασέν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης εξέφρασε με χαρακτηριστικό αρχαίο πάθος τα συλλυπητήριά του o τότε Έλληνας πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής.1

Την πρώτη του ταινία, αφιερωμένη στην Ελλάδα, την γύρισε όταν βρισκόταν ακόμα στη Γαλλία. H ταινία Celui qui doit mourir (1957) βασίστηκε στο μυθιστόρημα του Νίκου Κα-ζαντζάκη Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Παρά το γεγονός ότι ανήκει στις λιγότερο γνωστές ταινίες του Ντασέν, είναι πολύ ενδιαφέρουσα και ιδιαίτερα ανθρώπινη. Στην ταινία αυτή για πρώτη φορά συνεργάστηκε με τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία έγινε και η Μούσα των ταινιών του. Από αυτές ειδικά η κωμωδία Ποτέ την Κυριακή (Νever on Sunday, 1960) κυκλοφό-ρησε με μεγάλη επιτυχία σε όλο τον κόσμο – και επίσης χάρη στο γνωστό τραγούδι Τα παιδιά του Πειραιά του Μάνου Χατζιδάκι, για το οποίο κέρδισε το ΄Οσκαρ για την καλύτερη μουσική. Πρόκειται για μία ζωντανή ταινία για έναν νεαρό Αμερικανό φιλόσοφο με το ωραίο όνομα Όμηρος και τη συνάντησή του με τη γοητευτική πόρνη Ίλια, η οποία ανατρέπει όλη

1 «Η Ελλάδα θρηνεί την απώλεια ενός σπάνιου ανθρώπου, ενός σημαντικού δημιουργού και πραγματικού φίλου. … το πάθος, η ακατάβλητη δημιουργική του ενέργεια, η αγωνιστικότητα και η ευγένεια του θα μείνουν αξέχαστα,» μπορούσαμε να διαβάσουμε στο Διαδίκτυο.

Page 57: Neograeca Bohemica

112

Eva Stehlíková

113

Η συνάντηση του Ζυλ Ντασέν με την ελληνική τραγωδία

την ιδεαλιστική του εικόνα για την Ελλάδα. Στην ταινία θα βρούμε και ένα απόσπασμα με το αγαπημένο θέμα του Πυγμαλίωνα, στο οποίο προσπαθεί o Όμηρος να εκπαιδεύσει την Ίλια, την αναγκάζει να αλλάξει τρόπο ζωής και να διαβάζει σοβαρή λογοτεχνία.

Με βάση αυτή την ταινία παρουσιάστηκε το μιούζικαλ Illya Darling σε σκηνοθεσία του Ντασέν, το οποίο κυκλοφορούσε στο Μπρόντγουεϊ, στη Φιλαδέλφεια, στο Τορόντο και στο Ντιτρόιτ το 1967–1968.2 H χαρισματική Μελίνα Μερκούρη έπαιξε το ρόλο περίπλο-κων ηρωίδων σε άλλες δύο ταινίες – Phaedra (Φαίδρα) το 1962, σύγχρονη προσαρμογή της τραγωδίας του Ευριπίδη Ιππόλυτος, η οποία βασίζεται σε μελόδραμα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη,3 και Κραυγή Γυναικών (A Dream of Passion)4 από το 1978, δράμα μιας ηθο-ποιού, η οποία μελετάει το ρόλο της Μήδειας, και επισκέπτεται στη φυλακή μια μητέρα, η οποία (όπως και η Μήδεια) δολοφόνησε τα παιδιά της.

Τις τρεις αυτές ταινίες συνδέει το ίδιο θέμα: η κληρονομιά της ελληνικής τραγωδίας.5 Στο Ποτέ την Κυριακή υπάρχει μια γοητευτική συζήτηση με θέμα την ελληνική τραγωδία, που γίνεται μεταξύ του φιλόσοφου και της πόρνης, μέχρι να αντιληφτεί o φιλόσοφος, ότι η πάντα αισιόδοξη Ίλια δεν καταλαβαίνει την ουσία της τραγωδίας και πιστεύει ότι όλα έχουν ένα αίσιο τέλος. Οι φίλοι της ξέρουν προ πολλού τις ερμηνείες της της Μήδειας ή του Οιδίποδα. Ο Όμηρος όμως ακριβώς κατά την παράσταση καταλαβαίνει ότι η πίστη της είναι ακλόνητη: Ενώ οι θεατές στο θέατρο του Ηρώδη Αττικού κλαίνε, η συγκινημένη Ίλια φανερώνει πως όλα είναι εντάξει, όπως έλεγε από την αρχή. Αυτό αποδεικνύεται στο τέλος, όταν η πρωταγωνίστρα της Μήδειας έρχεται να υποκλιθεί μαζί με τα παιδιά. Αυτό σημαίνει ότι τα έκρυψε κάπου προσωρινά και αφού o Ιάσων επέστρεψε σ’ αυτήν, όλοι ευτυχισμένοι έφυγαν στην παραλία στη θάλασσα. H ατμόσφαιρα στα ναυπηγεία του Πειραιά με τους θαμώνες στις ταβέρνες και στις μπιραρίες του διακόπτεται μόνο μία φορά, όταν μετά την παράσταση και οι δύο συμμετέχουσες πλευρές της διαμάχης παραπατώντας διασχίζουν τη νυχτερινή Ακρόπολη...

Η Φαίδρα του Ντασέν είναι μία ιστορία από την άλλη πλευρά του κοινωνικού φάσματος, από τη ζωή των πλουσίων στα ναυπηγεία. Παρακολουθεί το βασικό θέμα του γνωστού μύθου. H Φαίδρα, η γυναίκα του πλούσιου εφοπλιστή Θάνου6 (Raf Vallone, αστέρας των νεορεαλιστικών ταινιών) ερωτεύεται τον Αλέξη, γιο του Θάνου από τον πρώτο γάμο του. Αυτός ζει στο Λονδίνο και ενδιαφέρεται πιο πολύ για τις καλές τέχνες παρά για την οικογενειακή επιχείρηση (Antony Perkins, o οποίος έγινε γνωστός χάρη στο ρόλο του Norman Bates στην ταινία Psycho του Hitchcock). Ερωτεύονται κεραυνοβόλα o ένας τον άλλο και κανένας από τους δύο δεν μπορεί να αντισταθεί. Όταν η Φαίδρα γνωστοποιεί στον άντρα της ότι έχει σχέση με τον Αλέξη, αυτός διώχνει τον Αλέξη από το σπίτι τους και τον ταπεινώνει δημόσια. Ο απελπισμένος Αλέξης σκοτώνεται μέσα στο αυτοκίνητο, που του δώρισε o πατέρας του, και η Φαίδρα, η οποία μάταια καταπολεμά τα παθιασμένα αισθήματά της, αυτοκτονεί. Φυσικά, μερικοί υπαινιγμοί που συνδέουν τη μοντέρνα ιστορία με τον αρχαίο μύθο είναι εύκολα αντιληπτοί, αν και στο σύγχρονο έργο λείπει η μάταιη λαχτάρα της Φαίδρας για το θετό της γιο, γιατί o «Ιππόλυτος» ανταποδίδει την αγάπη της μητριάς. Επιπλέον, με πρότυπο τον Ρακίνα, υπάρχει ακόμα μία νέα κοπέλα-αντίπαλος, την οποία ζηλεύει η σκληρή και αλύπητη Φαίδρα .

Λίγο ειρωνικό είναι φυσικά το τέλος του Αλέξη, τον οποίο δεν έσυραν τα άλογα μέχρι θανάτου, αλλά σκοτώνεται μόνος του – σύμφωνα με την εποχή, σε αυτοκίνητο με πολλά άλογα. Σήμερα δε θα σοκαριστεί κανένας στην τολμηρή ερωτική σκηνή, η οποία εκείνη την εποχή θεωρήθηκε σκανδαλώδης. Αυτό που μας κάνει εντύπωση μέχρι σήμερα είναι το όμορφο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη με στίχους του Νίκου Γκάτσου, ή η τελική σκηνή στην οποία o Perkins τραγουδάει Μπαχ με τον βρυχηθμό των κινητήρων. Το ασίγαστο πάθος σε στυλ του Σενέκα της κύριας ηρωίδας δεν μας επιτρέπει να ταυτιστούμε μαζί της. Όταν ντυμένη στα λευκά, κρυμμένη πίσω από τα σκούρα γυαλιά της, αδίσταχτα ανοίγει το δρόμο μέσα στο πλήθος μαυροφορεμένων γυναικών που κλαίνε τους άνρες τους, τους ναύτες που χάθηκαν, καταλαβαίνουμε ότι η πραγματική τραγωδία παίζεται αλλού.

Αν και η τραγωδία Ιππόλυτος του Ευριπίδη είναι σαφής βάση της ταινίας μας, δεν είναι απαραίτητο να την ξέρει o θεατής. Την ιστορία της ταινίας μπορεί να την αντιλαμβάνεται κανείς απλά ως μια μελοδραματική ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου με τραγικό τέλος. Οι περισσότεροι θεατές δε γνωρίζουν την ετυμολογία του ονόματος «Ιππόλυτος». Έτσι η παρουσίαση της ζωφό-ρου του Παρθενώνα, όταν προβάλλονται οι τίτλοι στην αρχή της ταινίας, και η συνάντηση της Φαίδρας με τον Αλέξη τη στιγμή που ζωγραφίζει το κεφάλι του αλόγου από τον Παρθενώνα εί-ναι για τους θεατές απλά ένα στοιχείο της τουριστικής Ελλάδας (είτε συνδέεται με το Βρετανικό Μουσείο είτε με την κληρονομιά της ελληνικής γλυπτικής). Συμβολική σύνδεση της Φαίδρας με το ταυτώνυμο πλοίο, το οποίο βαφτίζει και το οποίο ναυαγεί, είναι πασιφανής για τους θεατές. Όμως δεν είναι καθόλου απαραίτητο να συνδέεται με την ιστορία του Ιππολύτου.

2 Η Μελίνα Μερκούρη έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ήταν υποψήφια για το βραβείο Tony Award, για την ίδια την παράσταση γράφτηκαν πολλά σχόλια – από τα πιο ενθουσιώδη μέχρι τα πιο αρνητικά.

3 Βλ. TSOMIS 2002, 107–116.4 Ο τίτλος στα αγγλικά αναφέρεται στον Σάιξπηρ (Άμλετ ii, 2, 543): Is it not monstrous that this player here,

But in a fiction, in a dream of passion,Could force his soul so to his own conceit That from her working all his visage wann’d, Tears in his eyes, distraction in’s aspect, A broken voice, and his whole function suiting With forms to his conceit? and all for nothing!

5 Τα έργα του Ντασέν, Φαίδρα και Κραυγή γυναικών, επεξεργάστηκαν στις μελέτες, που ασχολούνται με θέμα αρχαία μυθολογία στον κινηματογράφο, ο MACKINNON 1986, 98, 156, SOLOMON 2001, 268–269, 273–274 και MCDONALD 1983.

6 Ο TSOMIS (2002, 111) υπενθυμίζει, ότι το επίθετο του Θάνου Κυρίλη αναφέρεται στην κυριαρχία της θάλασσας (κύριος + ἅλς) και αναμφίβολα και στον τότε κυρίαρχο των θαλασσών, τον εφοπλιστή Ωνάση.

Page 58: Neograeca Bohemica

114

Eva Stehlíková

115

Η συνάντηση του Ζυλ Ντασέν με την ελληνική τραγωδία

Αντίθετα, το μοτίβο της Μήδειας που διαπερνά την Κραυγή γυναικών είναι ανυπέρβλητο και η ερμηνεία της ταινίας χωρίς αυτό είναι αδύνατη. H ίδια η τραγωδία εμφανίζεται στην ταινία σε δύο μορφές – στη μορφή της ταινίας που γυρίζει το BBC και στην τελική μορφή της θεατρικής παράστασης στο θέατρο των Δελφών.7 Επιπλέον, όπως έχουμε αναφέρει, η κύρια πρωταγωνίστρια η Μάγια, η οποία αντιπροσωπεύει τη Μήδεια (Μελίνα Μερκούρη), επισκέπτεται μια νέα (προφανώς ψυχικά ασθενή) Αμερικανίδα την Μπρέντα (Ellen Burstyn), η οποία βρίσκεται στη φυλακή γιατί δολοφόνησε τα τρία παιδιά της, για να εκδικηθεί τον άντρα της. H Μάγια ενδιαφέρεται για την Μπρέντα για δύο λόγους. Πρόκειται στην αρχή αφενός μόνο για ένα διαφημιστικό κόλπο, αφετέρου, θέλει να εμπνευστεί από τη μοίρα της δολοφόνου και να βρει το κλειδί στο ρόλο της. Και οι δύο γυναίκες έχουν κάτι κοινό με την Μήδεια: και οι δύο είναι ξένες. H Μπρέντα δεν κατάφερε ποτέ να προσαρμοστεί στη χώρα, στην οποία έζησε, ποτέ δεν έμαθε ελληνικά, και τα παιδιά στη γειτονιά την ονόμαζαν „ξένη!“ Και η Μάγια ήταν ξένη παντού. Όταν ζούσε στο εξωτερικό, τη ρωτούσαν: „Πότε θα επιστρέψεις επιτέλους στην Ελλάδα;“ Τώρα όμως, που γύρισε, ακούει πάλι: „Πότε θα φύγεις;“ Σε μια υστερική σκηνή εξομολογείται ειλικρινά, ότι πρόδωσε την αγαπημένη της φίλη και ότι και αυτή σκότωσε το δικό της αγέννητο παιδί για να μην καταστρέψει την καριέρα της. Και αυτή είναι δηλαδή προδότρια και δολοφόνος (και o πιστός της σύζυγος όλα τα χρόνια υποφέρει για αυτό το λόγο). Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο ότι τα δύο πρόσωπα αρχίζουν να αλληλοσυμπλέκονται.

Επιπλέον, o ρόλος της Μάγιας φαίνεται να είχε γραφτεί ειδικά για την Μελίνα Μερκούρη και της ταιριάζει πολύ (μπορούμε να πούμε ότι η μοίρα της αποτελεί πρόσχημα του χαρακτήρα της Μάγιας). H ζωή της στην εξορία και πιθανώς και τα προσωπικά της προβλήματα είναι αρκετά γνωστά στον Έλληνα θεατή και υποστηρίζουν την ιδέα συνταύτισης και των δύο κινηματογραφικών ηρωίδων. H σταδιακή διείσδυση της Μάγιας στη μοίρα της Μπρέντας και η συνειδητοποίηση της συσχέτησης της δικής της ζωής αλλάζει την ερμηνεία της της Μήδειας, όχι πάντα προς ευχαρίστηση του σκηνοθέτη Κώστα, πρώην εραστή της Μάγιας (Αντρέας Βουτσινάς), που επιθυμεί να εκπληρώσει η Μάγια το όραμά του («Όλη η Μήδεια αναφέρεται στην αγάπη, στο πάθος και στη μαγεία... H θεά της Μήδειας είναι η Εκάτη»).

Τελικά, η Μάγια καταφέρνει να προσαρμοστεί με το χαρακτήρα που απεικονίζει, όχι όμως πνευματικά (όπως προσπάθησε να την κινήσει o Κώστας, όταν παρουσιάζει στους

ηθοποιούς απόσπασμα από την Persona του Bergman), αλλά συναισθηματικά. H εμπειρία της τραγωδίας και η θλίψη για την απώλεια των αγαπημένων προσώπων της σημειώνουν το τέλος της ταινίας, στην οποία υπάρχουν δύο παράλληλες υποθέσεις: η Έλεν σκοτώνει τα παιδιά της, ενώ η Μάγια διαπρέπει στο τελικό κομμάτι της Μήδειας του Ευριπίδη στο θέατρο των Δελφών.

Όπως και στη Φαίδρα και εδώ δημιουργεί o Ντασέν την ελληνική ατμόσφαιρα χάρη σε οπτικές αναφορές στον πολιτισμό της αρχαίας Ελλάδας. Όταν προβάλλονται οι τίτλοι, εμφανίζονται ελληνικές επιγραφές χαραγμένες σε πέτρα, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες του αρχαίου θεάτρου (κυρίως οι σκάλες) και του Παρθενώνα (οι ραβδώσεις των δωρικών κιόνων), σαφής αναφορά στο έργο του μεγάλου Έλληνα σκηνογράφου Διονυσίου Φωτόπουλου, που δημιούργησε τα κοστούμια. Στις θεατρικές πρόβες της Μήδειας δεσπόζει η χορωδία γυναι-κών ντυμένων σε μαύρα ρούχα, χαρακτηριστικό στοιχείο παραστάσεων αρχαίου ελληνικού δράματος, που δημιουργεί μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, όπως και το τραγούδι, που τραγουδάει η Μάγια με τον Δημήτρη, εκπρόσωπο του Ιάσονα (Δημήτρης Παπαμιχαήλ).

Με την ταινία Κραυγή γυναικών κερδίζει o Ζυλ Ντασέν το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστι-βάλ στις Κάννες το 1978. Είναι η τελευταία ταινία που γύρισε με τη Μελίνα Μερκούρη και η τελευταία στην οποία έπαιξε η ίδια. Ας θυμηθούμε, ότι ως Μάγια λέει με ειρωνία ότι είναι μεγάλη πια να γυρίζει ταινίες. Αργότερα μόνο δάνεισε τη φωνή της στην αφηγήτρια στην ταινία Γυναίκες στην εξορία το 1981 και ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική. Έγινε πρώ-τη υπουργός Πολιτισμού και επίσης δήμαρχος της Αθήνας. Επίσης o Ντασέν σταμάτησε να γυρίζει ταινίες από τη δεκαετία του ογδόντα, αλλά συνέχισε να εργάζεται για το θέατρο8 και προετοίμασε τη θριαμβευτική επιστροφή της Μελίνας στη σκηνή.9 Εκτιμήθηκε στην Ελλάδα για τις ταινίες που της προσέφερε και για την αδιάκοπη δράση του υπέρ της χώρας. Δεν μπορεί να ξεχαστεί ότι μαζί με τη Μελίνα καταπολέμησε τη Χούντα.10 Ακόμα και μετά το θάνατό της υποστήριζε τις ιδέες της και μαχόταν για την επιστροφή των μαρμάρων του Έλγιν στην Ελλάδα. Δυστυχώς, έφυγε πριν τα εγκαίνια του νέου μουσείου της Ακρόπολης, το οποίο είναι έτοιμο για την επιστροφή της ζωφόρου του Παρθενώνα...

7 Η Μελίνα Μερκούρη εμφανίστηκε το 1976 – μετά από 15 χρόνια που πέρασε εκτός σκηνής – στην τραγωδία του Ευριπίδη, την οποία παρουσίασε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε σκηνοθεσία του Μίνου Βολονάκη. Η παράσταση αυτή έκανε το γύρο όλης της Μακεδονίας και εμφανίστηκε και στο Θέατρο Λυκαβηττού, αλλά δεν έγινε δεκτή στο επίσημο πρόγραμμα του φεστιβάλ Επιδαύρου. Για αυτό το λόγο ονομάστηκε «Μήδεια στην εξορία». Στην ταινία μπορούμε να δούμε αυτή την παράσταση, αλλά τελικά μεταφέρεται στο θέατρο των Δελφών, το οποίο είναι προφανώς πιο ενδιαφέρον όσον αφορά την καλλιτεχνική σκηνή από το νέο Θέατρο Λυκαβηττού. Αυτή η θεατρική διασκευή είναι επίσης έργο του Μίνου Βολονάκη (1925–1999).

8 Ανάμεσα στο 1975 και 1994 σκηνοθέτησε στην Αθήνα την Όπερα της Πεντάρας του Μπρεχτ και του Βάιλ, το Γλυκό πουλί της νιότης του Ουίλιαμς, το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; του Άλμπι, το Γλάρο του Τσέχωφ, το Θάνατο του εμποράκου του Μίλλερ κλπ.

9 Η Μελίνα θριάμβευσε στο Γλυκό πουλί της νιότης του Ουίλιαμς (1979/80), στην ιστορία του θεάτρου μένει για πάντα η πρώτη της επιτυχία, ο ρόλος της Blanche DuBois στο Λεωφορείο ο Πόθος σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν στο Θέατρο Τέχνης ήδη το 1950.

10 Η Μελίνα Μερκούρη έγινε γνωστή χάρη στην τολμηρή της δραστηριότητα με την οποία αγωνίστηκε εναντίον της Χούντας. Το 1974 γύρισε ο Ντασέν την ταινία The Rehearsal (Δοκιμή), της οποίας η ίδια ήταν παραγωγός. Σ’ αυτή την οξεία κατηγορία της Χούντας έπαιξαν: Ολυμπία Δουκάκη, Lillian Hellman, Μελίνα Μερκούρη, Laurence Olivier, Maximilian Schell, Μίκης Θεοδωράκης κλπ.

Page 59: Neograeca Bohemica

116

Eva Stehlíková

117

Βιλιογραφία

MACKINNON K. Greek Tragedy into Film, London – Sydney 1986.MCDONALD M. Euripides in cinema: the heart made visible, Philadelphia 1983.SOLOMON J. The Ancient World in the Cinema, Yale Univ. Press 2001. TSOMIS G. Die Rezeption des Euripideischen Hippolytos im Film Phaedra von Jules Dassin.

In: Kornjak-Töchterle (eds.), Pontes II. Antike im Film (Comparanda 5), Insbruck-Wien- München-Bozen 2002, 107–116.

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΟΛΛΑΣ

Όλη η ιστορία της γενιάς του ’30, που ασφαλώς εμπλέκει και τις άλλες τέχνες, και κυρίως τη ζωγραφική, έχει να κάνει με ένα πνεύμα γενικής ανανέωσης, που εμφύσησε αυτή η γενιά στην ελληνική κοινωνία. Που αποτόλμησε πρέπει να πούμε εκείνη η γενιά, αν και τα αποτελέσματα του τολμήματος υπήρξαν αμφίβολα, ως προς τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία της εποχής. Μια ανανέωση που έρχεται σε μια ιστορική στιγμή πολύ σημαντική για τη σύγχρονη Ελλάδα: μια Ελλάδα, στην οποία είχε πρόσφατα καταρρεύσει το ιδεολόγημα της Μεγάλης Ιδέας και είχε αναγκαστεί να ενσωματώσει 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Και η χώρα το είχε ανάγκη.

Ίσως γι’ αυτό, για την αποτυχία της γενιάς του ’30 στο κοινωνικό επίπεδο, δηλαδή στην αλλαγή νοοτροπιών και τη μετάλλαξη της κοινωνίας από παραδοσιακή σε νεωτερική, ίσως γι’ αυτή την αποτυχία, το πνεύμα της γενιάς αυτής παραμένει ακόμη ζωντανό και συζητιέται μέχρι σήμερα.

Τώρα, αν εξαιρέσει κανείς την ποίηση, η οποία άλλαξε τη ρότα των ελληνικών γραμμάτων στη διάρκεια του 20ού αιώνα, η πεζογραφία αυτής της γενιάς δημιούργησε περισσότερο θόρυβο γύρω απ’ την παρουσία της και λιγότερο έργο, στο οποίο αξίζει κανείς να σταθεί σήμερα. Βεβαίως υπήρξε σημαντική γιατί η πλειοψηφία των μελών αυτής της γενιάς αποτέλεσε την πνευματική ελίτ του τόπου, διαμορφώνοντας τα πολιτιστικά πράγματα της εποχής, καθώς η κοινωνία είχε αναγνωρίσει την εξουσία τους, απονέμοντάς τους τιμές και διάφορα αξιώματα και θέσεις, απ’ όπου είχαν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν.

Επιμένω πάντως στην αρνητική μου αξιολόγηση ως προς το πεζογραφικό έργο αυτής της γενιάς ξεχωρίζοντας απολύτως τρεις: τον Κοσμά Πολίτη, το Γιάννη Μπεράτη και το Νίκο Γ. Πεντζίκη, συγγραφείς οι οποίοι, ενώ συμπορεύονται με τα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά κινήματα της εποχής τους, παραμένουν αταλάντευτα ελληνικοί στην ουσία του έργου τους, το οποίο δεν μιμείται άλλο από τον εαυτό του και δείχνει αξιοσημείωτη αντοχή στο χρόνο.

Η παιδική ηλικία στα έργα των κυριοτέρων εκπροσώπων αυτής της γενιάς (όπως είναι ο Καραγάτσης, Θεοτοκάς, Τερζάκης, Βενέζης, Μυριβήλης), όποτε αυτή αναφέρεται, αφορά κυρίως σε εφήβους, σε νέους που βρίσκονται ήδη στο δρόμο διαμόρφωσης του χαρακτήρα τους και όχι στην τρυφερή και «άγραφτη» ακόμη παιδική ηλικία. Έτσι στο Λεωνή του Θεοτοκά, έτσι και στο Ταξίδι με τον έσπερο του Τερζάκη. Αντιθέτως στο μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη Στου Χατζηφράγκου, με το οποίο θα ασχοληθούμε περισσότερο στη συνέχεια αυτού του μαθήματος, η παιδική ηλικία πρωταγωνιστεί και επισκιάζει κάθε άλλη ηλικιακή παρουσία, όσο σημαντική κι αν είναι αυτή στην έκβαση του μύθου και της πλοκής.

Η ζωή και το έργο του Κοσμά ΠολίτηΟ Κοσμάς Πολίτης (Παρασκευάς Ταβελούδης) γεννήθηκε στην Αθήνα το 1888, αλλά μεγάλωσε και σπούδασε στη Σμύρνη, όπου η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στα 1890, και ο συγγραφέας έζησε εκεί από δύο ετών έως 34.

Page 60: Neograeca Bohemica

118

Δημήτρης Νόλλας

119

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου

Γνωστότερα μυθιστορήματά του:Λεμονοδάσος (1930)Εκάτη (1934)Εroica (1938)Το Γυρί (1945)Η κορομηλιά (1959)Στου Χατζηφράγκου (1963)το θεατρικό έργο Κωνσταντίνος ο Μέγας (1957) και αμέτρητες μεταφράσεις.

Όταν συνταξιοδοτήθηκε στη διάρκεια της ναζιστικής Κατοχής, έχοντας δουλέψει σε διάφορες τράπεζες κοντά 40 χρόνια, μετέφρασε πολλά βιβλία και για ένα διάστημα, το 1945, εργάστηκε σαν μεταφραστής στο British Council της Αθήνας.

Ο Πολίτης από νωρίς είχε μεταμοσχεύσει πολλά στοιχεία του ευρωπαϊκού μοντερνισμού στο νεοελληνικό μυθιστόρημα. Με πολύ περισσότερη επιτυχία απ’ ό,τι κάθε άλλος πεζογράφος της γενιάς του. Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’30, οπότε δημοσιεύεται ο κύριος όγκος των έργων του, ήδη από το πρώτο του μυθιστόρημα (Λεμονοδάσος) είναι χαρακτηριστική η λυρική νοσταλγία για τον κόσμο των παιδιών και των εφήβων που διαπερνά τα μυθιστορήματά του.

Μια ουσιαστική στροφή στο έργο του έχουμε με Το Γυρί, το 1945, η οποία συμπίπτει με τη στράτευσή του στο ΚΚΕ. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα το ενδιαφέρον του συγγραφέα έχει μετατοπιστεί απ’ τους παλιούς του ήρωες – αστούς με απεριόριστο ελεύθερο χρόνο – στους ανθρώπους των λαϊκών τάξεων, τους φτωχούς μεροκαματιάρηδες.

Αυτό πρέπει να οφείλεται στο πνεύμα του ριζοσπαστισμού που διαπέρασε την ελληνική κοινωνία εκείνη την εποχή, το οποίο στηριζόταν στο πνεύμα της αντίστασης στη ναζιστική κατοχή. Πράγμα που, με τη σειρά του, γίνεται αιτία ο μοντερνισμός στο έργο του να υποχωρήσει μετά την ένταξή του στο ΚΚΕ. Κι εδώ, πρέπει να σημειώσουμε πως το 1944 ο Πολίτης ήταν ήδη 57 ετών.

Κι ενώ όλοι θεωρούσαν κατά τη δεκαετία του ’50 πως ο Πολίτης είχε ολοκληρώσει τη λογοτεχνική του προσφορά, συγγράφει στα 75 του το Στου Χατζηφράγκου, το οποίο δημοσιεύεται σε συνέχειες στο μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικό ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ. Εδώ ολοκληρώνεται η στροφή του στον ελληνοκεντρισμό, μέσα σε ένα μυθιστόρημα-καθρέφτη του ελληνικού κόσμου, ενώ ταυτοχρόνως, μέσα στο Στου Χατζηφράγκου ανασυνθέτει όλα τα διδάγματα και όλους τους τρόπους του μοντέρνου ευρωπαϊκού μυθιστορήματος.

Στου ΧατζηφράγκουΗ δράση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται στου Χατζηφράγκου, μια γειτονιά στην πόλη της Σμύρνης στις αρχές του 1900. Ανάμεσα σε τόσες άλλες γειτονιές, όπως ο Φραγκομαχαλάς, η Οβραιϊκή, τα Σχοινάδικα, η Αρμένικη, τα Βυρσοδεψεία, οι Μεγάλες Ταβέρνες. Μια γειτονιά ελλήνων νοικοκυραίων και φτωχών ανθρώπων καταμεσής μιας πολιτείας, όπου

από την πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος δίνεται το κοινωνικό της στίγμα: ένα μωσαϊκό διαφορετικών πολιτισμών και εθνοτήτων. Εξάλλου είναι πασιφανής ο συμβολισμός του ονόματος της συνοικίας Χατζηφράγκου. Η λέξη αποτελείται από δύο θέματα: το χατζής, αραβοτουρκικής προέλευσης, έρχεται απ’ το ισλάμ, ενώ το φράγκος, γερμανογενές, προέρχεται απ’ τη χριστιανική Δύση.

Τρία είναι τα βασικά θέματα του μυθιστορήματος που τέμνονται, ενώ η αφήγηση ξεδιπλώνει αυτή την τοιχογραφία της μετάβασης του 19ου στον 20ό αιώνα, στη Σμύρνη, στις ακτές της Ιωνίας.

* O παράδεισος της παιδικής ηλικίας και η νοσταλγία του Ο συμβολισμός της παιδικής ηλικίας σαν την εποχή του παραδείσου δεν μπορεί να διαφύγει κανενός. Το ανέμελο παιχνίδι, η αθωότητα και η απουσία μέριμνας για το αύριο συνιστούν τον απόλυτο συμβολισμό του απολεσθέντος παραδείσου.

Λοιπόν, απούντο τέσσερις, ο Αρίστος και ο Σταυράκης ανταμώσανε μπροστά στην εγγλέζικη εκκλησιά. Περάσανε την πλατεία του Σταθμού, ύστερα στρίψανε δεξιά, εκεί που είτανε οι αποθήκες, και βγήκανε στο Ναραγάτσι. Από κει και πέρα, ο δρόμος τράβαγε ίσια. Χωματόδρομος, που η πετρωμένη λάσπη του, τώρα που είχε να βρέξει πάνω από μήνα, είχε αλεστεί σε σκόνη. Ένας δρόμος μακρύς, προαστιακός, λιγοστά σπίτια εδώ κι εκεί, εργαστήρια, φάμπρικες, γύφτικα κι αποθήκες. Κι ανάμεσά τους χορταριασμένοι ταρλάδες.

Μα είχε και κάτι άλλο αυτός ο δρόμος, που ο Σταυράκης το ’δειξε του Αρίστου, χοντραίνοντας τη φωνή του:

– Όχου, το νεκροταφείο!– Ε, και; έκανε ο Αρίστος.– Βουρκόλακοι.– Θαρρείς πως φοβάμαι;Μα δε γύρισε να δει.– Δε θα φοβηθείς κι αν δούμε τη νεράιδα του Χαλκαμπουνάρ, που ’λεγε η κυρά

Ντουντού;– Όχι, δε θα φοβηθώ... κι έπειτα, δεν έχει βρέξει για να βγει η Άγια Ζώνη και να

κατέβει η Άρτεμη.– Να, το λοιπόν, φοβάσαι! Αν είχε βρέξει δε θα ’ρχόσουνα.– Θα ’ρχόμουνα. Και για να ξέρεις, εγώ μπήκα στο νεκροταφείο, τότε που θάψαμε τη

νενέ, πριν τρία χρόνια. Εσύ, μπήκες;Ο Σταυράκης δεν αποκρίθηκε. Προχωρήσανε αμίλητοι κάμποση ώρα. Μα τον Αρίστο

δεν τον άφινε ήσυχο το συναίσθημα πως είχε πάρει κάπως τον αέρα του Σταυράκη. Αφού το ζύγιασε μες στο μυαλό του, θέλησε να επωφεληθεί από την προσωρινή υπεροχή του. Ξαναρώτησε ξεκάρθωτα:

– Εσύ, μπήκες;– Πού;

Page 61: Neograeca Bohemica

120

Δημήτρης Νόλλας

121

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου

– Στο νεκροταφείο.– Πφ! Εγώ είδα νεκροκεφαλή.– Σώπα μωρέ! Πού την είδες;– Τι σε νοιάζει; Εγώ σου λέω πως είδα νεκροκεφαλή. Κ’ είχε από κάτω δύο κόκαλα

σταυρωτά – να, έτσι.(σελ. 124, 125)1

Για τη σχέση των παιδιών με το ιερό και το δέος που αυτό τους εμφυσά, έχει γράψει η Γιουρσενάρ: «Οικτίρω όσους δεν έζησαν απλά και αβίαστα το θρησκευτικό μύθο στα παιδικά τους χρόνια. Η παιδεία μου υπήρξε πολύ ελεύθερη, ποτέ δεν μου είπαν ότι θα έπρεπε να πιστέψω στο άλφα ή στο βήτα δόγμα, όμως, ήταν ο θρησκευτικός μύθος που μού εμφύσησε το συναίσθημα του απέραντου αόρατου και του απέραντου μυστηρίου που μας περιβάλλει».

Η γοητεία και η ζωντάνια του μυθιστορήματος του Πολίτη έγκειται στο γεγονός πως ο παράδεισος της παιδικής ηλικίας δεν χάνεται μόνον με το πέρασμα του χρόνου αλλά και με την απώλεια του τόπου. Δε χάνεται μόνο επειδή τα παιδιά μεγάλωσαν, χάνεται επειδή μαζί τους σβήνει και η Σμύρνη: καταστρέφεται ο τόπος των ονείρων τους κι οι κάτοικοί της εξορίζονται όπως οι πρωτόπλαστοι.

Θέατρα, λέσχες, ξενοδοχεία, μεγάλοι καφενέδες, στον ίσκιο οι λουστρατζήδες, ο Δήμος, πλάι του ο Μογγόλος με το σπανό μουστάκι, μάστορης κι αυτός στο γυάλισμα, καθρέφτης οι μποτίνες. (Βρε Δήμο, αμάν! κάνε κουράγιο κανένα χρόνο ακόμα. Τίποτα, λες και το ’βαλε γινάτι ο Δήμος, πέθανε τον τρίτο χρόνο της Κατοχής, σ’ ένα υπόγειο στα Πετράλωνα, πλάι στο κασελάκι του, το ίδιο εκείνο κασελάκι με τα μπρούτζινα στολίδια, που το ’χε φέρει μαζί του ο Δήμος, εδώ στην ξενιτιά). Πιο πέρα, εκείνος ο στρογγυλομούρης ο ξανθός, ο αμίλητος, καθισμένος στο σκαμνί του, μπροστά του αραδιασμένα πέντ’ έξι μπουκαλάκια, και πλάι του στημένο ένα χαρτόνι με κεφαλαία γράμματα: ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΟΝ, ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΘΕΡΑΠΕΥΟΝΤΑΙ. Κ’ η θάλασσα πάντα δεξιά, γλάροι, αφροί, αρμύρα, λατίνια, φλόκοι, σμάλτα, κεχριμπάρια, ύστερα το λιμάνι, παπόρια που αφροστέκουνε αδειανά, κι άλλα πλακουτσωτά πάνω στη θάλασσα, γεμάτα ώσαμε τα μπούνια, δεμένα με την πρύμη στο μουράγιο, παντιέρες, κάθε λογής παντιέρες, μηχανόλαδα, μπογιές, κατράμι, σιδερίλα – η πιο κρύα μυρωδιά – σφυρίγματα των παποριών, σφυρίγματα του παραστάτη...

(σελ. 114)

Ύστερα, από το δρόμο πάλι στη Μπόρσα κι από το Αραπιάν Τσαρσί, κι από το Τσοχατζί Μπεζεστένι με τα ραφτάδικα, ή από το Σκοτεινό Μπεζεστένι με τα ψιλικατζίδικα και τα σαράφικα, πλάι στο Βεζίρ Χάνι, ο Αρίστος έβγαινε στο Ισάρ Τζαμί, περνούσε απ’ τα

Κερεστετζίδικα κι έφτανε στο Τσάγκρι Τσαρσί. Ο πολτός του σαπουνιού, άσπρος ή πράσινος, ανάλογα με την ποιότητα, χυμένος χάμω στο σανίδωμα, μέσα σε μεγάλα τελάρα, περίμενε να ξεραθεί αρκετά, να πήξει, για να κοπεί σε κομμάτια μ’ ένα μαχαίρι δεμένο σε μακριά βέργα. Αυτό, είταν δουλειά του πατέρα του με το άτρεμο χέρι. Όλα με το χέρι, εκείνο τον καιρό.

(σελ. 115)

Μετά την καταστροφή του ’22 το τουρκικό Ιζμίρ μπορεί να καλύπτει το ίδιο έδαφος με τη Σμύρνη, αλλά δεν είναι πια η ίδια πόλη. Ο Μάκριτζ σημειώνει:

Φαινόμενο μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία, τουλάχιστον των νέων χρόνων: να εξοντωθούν ή να ξεριζωθούν οι μισοί κάτοικοι μιας μεγαλούπολης, η οποία καταστρέφεται συστηματικά για να εξαλειφθεί κάθε ίχνος της. Αλλά η Σμύρνη εξαφανίστηκε όχι τόσο πολύ από τη φωτιά όσο από την έξοδο του Ορθόδοξου πληθυσμού της: μια πόλη είναι κοινωνικός οργανισμός που αποτελείται από τους ανθρώπους της, όχι τα σπίτια της. Η παλιά Σμύρνη – όσο επιζεί – υπάρχει μόνο στη μνήμη των ανθρώπων που την έζησαν: έχει πλέον γίνει μια νοερή πολιτεία. Αυτή τη νοερή πολιτεία επιχειρεί να χαρτογραφήσει ο Πολίτης.

(Εισαγωγή του P. Mackridge, σελ. 35)

Όπως τα φανταστικά επεισόδια του «Χατζηφράγκου» επικαλύπτονται με την ιστορική πραγματικότητα, έτσι και η μυθιστορηματική πολιτεία συναντιέται, χωρίς να ταυτίζεται, με την αληθινή προκαταστροφική Σμύρνη. Έτσι από ένα βιβλίο του Χρ. Σολομωνίδη διαπιστώνουμε ότι «του Ζέρβα ο φούρνος» ήταν πραγματική τοποθεσία, και τα «πολιτάκια» του Σιδερή, για τα οποία γίνεται λόγος «Στου Χατζηφράγκου», υπήρχαν κι αυτά στην πραγματικότητα. Επίσης ο Σολομωνίδης μας πληροφορεί για κάποιο δρόμο «της Λυπημένης Παναγιάς», που προφανώς ενέπνευσε στον Πολίτη το εικόνισμα της Πικραμένης Παναγιάς. ...Από την άλλη μεριά, όμως, διαπιστώνουμε ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρχε εκκλησία στην συνοικία του Χατζηφράγκου, που βρισκόταν κάπου ανάμεσα στις ενορίες του Αϊ-Γιάννη στο Κερατοχώρι (Σχοινάδικα) (σελ. 39) και της Αγίας Αικατερίνης... (σελ. 118)...

(Εισαγωγή του P. Mackridge, σελ. 32, 33)

* Αυτό μας οδηγεί στο δεύτερο μοτίβο του βιβλίου που είναι ο μυθιστορηματικός ρόλος της πόλης.

Σ’ αυτή την πόλη, τη Σμύρνη, που κατέχει ρόλο σημαντικό στο μυθιστόρημα, πρωταγωνιστικό, καθώς περιπλανιόμαστε, μαζί με τα παιδιά – εξερευνητές, σε κάθε δρόμο και πλατεία της, σε κάθε στροφή και παραλία, σε κάθε αυλή και σπίτι, γνωρίζουμε από κοντά τον κόσμο των μεγάλων. Γνωρίζουμε τις μικρές και μεγάλες χαρές κάθε οικογένειας, καθώς δίπλα τους η ζωή των παιδιών πάλλει και ανίσταται, ενώ τρέχουν να βουτήξουν στα νερά του Αιγαίου, διασχίζοντας μποστάνια και μπαξέδες. Μέσα στα σοκάκια και τις πλατείες γινόμαστε μάρτυρες, μαζί με τα παιδιά, του αφανισμού μιας ολόκληρης πολιτείας και των

1 Tα αποσπάσματα πάρθηκαν από την έκδοση ΠΟΛΙΤΗΣ, Π. Στου Χατζηφράγκου. P. Mackridge (επιμ.), Αθήνα: Εστία 2010.

Page 62: Neograeca Bohemica

122

Δημήτρης Νόλλας

123

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου

ανθρώπων της. Η συνάντηση των δυο αγοριών, του Αρίστου και του Σταυράκη, με το πτώμα της νέας κοπέλας είναι το κύριο δραματικό στοιχείο αυτής της ενότητας. Προοιωνίζει τον πνιγμό του Αρίστου και μας υπενθυμίζει πως μέσα σ’ αυτό το γαϊτανάκι των παιδικών παιχνιδιών, η ανεμελιά της παιδικής ηλικίας μπορεί να συμβαδίζει με τη συμφορά. Ακόμα και με το θάνατο.

Mια ταραχή μέσα στη θάλασσα. Ζύγωνε ο Αρίστος κολυμπώντας μ’ όλη του τη δύναμη σπαθί, αφροί σηκώνονταν μπροστά του, το μισό πανωκόρμι όξω απ’ το νερό, δεν κολυμπούσε, τιναζότανε μπροστά. Σαν πάτωσε, σηκώθηκε ορθός, κι αρχίνησε να τρέχει στα ρηχά, να βγει, λες κι είτανε φωτιά η θάλασσα.

– Εκεί! Εκεί! φώναζε του Σταυράκη, δείχνοντας πίσω με το χέρι του, μα δίχως να γυρίζει να κοιτάξει.

Σηκώθηκε ο Σταυράκης και σίμωσε ως το κύμα.– Τι έπαθες;– Εκεί! Εκεί!– Τι πράμα;– Δεν ξέρω... ψάρι... χελώνα... άλμπουρο......Αλήθεια κάτι μεγάλο έπλεκε στον αφρό, λικνιζότανε ανέμελα, σα να χαιρότανε τη

θάλασσα, ό,τι κι αν είτανε αυτό το πράμα. Πότε το αναμάμαλο το ’σπρωχνε πίσω μια χεριά, πότε το κυματάκι το ’φερνε δυο χεριές μπροστά, να το ξεβράσει, σα να μην το ’θελε η θάλασσα, να μην το γνώριζε δικό της. Ο ήλιος είταν μονάχα δυο μπόγια πάνω από το Κορδελιό, ανάχτιδος, άρχιζε κιόλας να κοκκινίζει.

...– Βρε συ..., αρχίνησε ο Σταυράκης και σταμάτησε.– Το βλέπεις;– Βρε συ, αυτό το πράμα είναι άνθρωπος.– Το ξέρω.– Τότε τι κοπανάς για ψάρια και σουπιές;– Είτανε πιο κρύο κι από το νερό σαν τ’ άγγιξα... Πάμε να φύγομαι, είπε πιο σιγά

ο Αρίστος.Μα ο Σταυράκης είχε κιόλας ξεκινήσει κατά κει που θά ’βγαινε το ντερμπεντέρικο

κορμί. ...– Είναι γυναίκα, είπε ο Σταυράκης.Ο Αρίστος έβαλε τις φούχτες του μπροστά του.Τη σκέπαζε ακόμα η θάλασσα. Τα μάτια της είταν κλειστά. Κοιμότανε μες στη

νεροφεγγιά, δυο τρία δάχτυλα κάτω από το νερό, και τα μακριά μαύρα μαλλιά της, χυμένα πίσω, σαλεύανε ανασηκωμένα στον αφρό, δίνοντας μια ζωντάνια στη γαλήνη της.

(σελ. 135–137)

Οι δύο φίλοι, αυτά τα δυο παιδιά ο Αρίστος κι ο Σταυράκης, είναι οι δυο όψεις του ίδιου κόσμου. Ο Σταυράκης είναι παιδί της ζωής και της δράσης, ηρωικός, αθλητικός, αλλά και βαθιά δηλητηριασμένος από τη χαμηλή, σκοτεινή και εξαθλιωτική κατάσταση της οικογένειάς του. Ο Αρίστος πάλι, είναι το δειλό, μελετηρό, καλομαθημένο, ονειροπόλο παιδί που ζει σε σταθερή οικογένεια. Οι διαφορετικές τους φύσεις και οι διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις τους (πάντα μέσα στο ίδιο κοινωνικό σύνολο), τους κάνει να αλληλοβοηθιούνται και να αλληλοσυμπληρώνονται. Τα αμοιβαία τους αισθήματα είναι μπερδεμένα, ιδιαίτερα του Σταυράκη, που οι πληγές στην ψυχή του έρχονται στιγμές που αναστρέφουν τη φιλία σε ζήλεια και φθόνο.

Η λεπτομερής καταγραφή της πόλης στο μυθιστόρημα του Πολίτη γίνεται με τον τρόπο της μελέτης ενός ζωντανού σώματος. Θα μπορούσαμε, με βάση το κείμενο, να χαρτογραφήσουμε την Σμύρνη με ακρίβεια. Ο συγγραφέας του Στου Χατζηφράγκου εκφράζει την αγάπη του για τον τόπο, περιγράφοντας και ονοματίζοντας όλα όσα τραβούν το βλέμμα του, αλλά και την καρδιά του, με τρόπο ανάλογο και άλλων ομοτέχνων του. Όπως ο Τζόυς, ο Προυστ, ο Παπαδιαμάντης και άλλοι. Η ουσιαστική διαφορά του Πολίτη από τους άλλους «τοπογραφικούς» πεζογράφους, είναι πως η Σμύρνη του είναι ένας κατ’ εξοχήν νοερός τόπος, είναι μια πόλη που έχει χαθεί οριστικά και η μνήμη καλείται να τον ανασυνθέσει.

* H ζήλεια και η σύγκρουση των δύο παιδιών, που θα καταλήξει στον πνιγμό του Αρίστου και την αυτοκτονία του Σταυράκη, διαπερνά όλη την πλοκή του μυθιστορήματος αποτελώντας το τρίτο βασικό θέμα του μυθιστορήματος, που δεν είναι άλλο από τη δυσκολία της συμβίωσης – τη δυσκολία να ζεις με τον άλλον. Είναι χαρακτηριστικό το επεισόδιο της σύγκρουσης των δύο παιδιών και του πνιγμού του Αρίστου:

Ο Σταυράκης έβαλε τα γέλια:– Βρε συ, Αρίστο, είτανε γένια τσούχτρας! Τι μπερντέ κάθεσε και μου λες!Γελούσε κοροϊδευτικά. ...Ο Αρίστος θύμωσε σα να προσβάλανε τον έρωτά του:– Να μετράς τα λόγια σου!– Βρε Αρίστο, είσαι μωρό, είπε υπομονητικά ο Σταυράκης.– Ά, έτσι; γινάτεψε ο Αρίστος με κακία. Μπορεί να ’μαι μωρό, μα εγώ σε προμελετάω,

κι εγώ συμμάζεψα τη σκύλα σου, κ’ η...– Τ’ είπες μωρέ; Τον έκοψε ο Σταυράκης, και το αίμα φούντωσε στο μούτρο του. – Γιατί

με ξευτελίζεις; Γιατί μου το χτυπάς;– ... κ’ η μητέρα μου σε κράτησε κ’ ήφαγες δυο φορές στο σπίτι μας...– Ανάθεμα την ώρα! μούγγρισε ο Σταυράκης – και σκύβοντας από πάνω τον άδραξε

από το σβέρκο και του βούτηξε το κεφάλι στο νερό. – Ελεημοσύνη, βρε, μου κάνατε; Φάε θάλασσα, μωρέ! Φάε θάλασσα, μωρέ!

Τον κράταγε από το λαιμό με τις χερούκλες του και του βούταγε το κεφάλι στο νερό, απανωτά, δίχως να προφταίνει να πάρει ανάσα ο Αρίστος.

Page 63: Neograeca Bohemica

124

Δημήτρης Νόλλας

125

Κοσμάς Πολίτης: Στου Χατζηφράγκου

– Βρε σεις, ελεημοσύνη μου κάνατε;Ο Αρίστος τιναζότανε για να ξεφύγει, κλώτσαγε το νερό...– Βρε σεις, γιατί δε μ’ αφίνετε να ’μαι καλός;Βούταγε το κεφάλι του αγοριού, μηχανικά, πιο γρήγορα ολοένα. Ο Αρίστος πνιγότανε.

Το παρατράβηξε ο Σταυράκης το χωρατό, είπε μέσα του.... Μια κόκκινη αχλύ σκέπασε τα μάτια του......– Βρε Αρίστο, γιατί μου το ’κανες αυτό; Γιατί με πλήγωσες στο φιλότιμο; Εγώ σ’ ήξερα

για φίλο μου. Έλα μωρέ, βούτα, και ύστερα τα ξαναλέμε.Του παράτησε το λαιμό. Το κορμί του Αρίστου βούλιαξε κατακόρυφα, με μια ταλάντεψη.

Ένα χταπόδι, χταποδομάνα, πέταξε τα πλοκάμια του μεσ’ από τη σπηλιά, μα δεν πρόκανε ν’ αδράξει ένα ποδάρι. Κατέβηκε στο βυθό, και βαδίζοντας ορθό πάνω στα οχτώ πλοκάμια του, με τα μοχθηρά του μάτια γουρλωμένα, πήγε να εξερευνήσει αυτό το πράμα που δε σάλευε.

(σελ. 207, 208)

Σε μια πόλη με ανάμεικτο πληθυσμό (Ρωμιοί, Τούρκοι, Εβραίοι, Αρμένηδες, Άγγλοι, και Φραγκολεβαντίνοι «κατολίκ»), όπου η πλειοψηφία είναι ελληνική, η σχέση του παπα--Νικόλα με τον εβραίο σιόρ Ζαχαρία, φανερώνει πως η Σμύρνη είναι μια κοινωνία ανεκτική. Εδώ, «στου Χατζηφράγκου», χριστιανοί κι εβραίοι συμβιώνουν χωρίς προβλήματα κι η έχθρα προς τον άλλον, όταν ξεσπάει, είναι απρόσωπη, δεν ακουμπάει τον κοντινό, το γείτονά σου. Για τους ρωμιούς «γενικά οι ‘Οβραίοι’ ήτανε κάτι σαν μιαν αφαίρεση, μια ιδέα», αφηγείται ο αφηγητής του Πολίτη. Γι’ αυτό και «τσιφούτηδες» εκτόξευαν προς τους εβραίους οι ρωμιοί, «εσείς το βρωμιός» οι άλλοι, ενώ εξακολουθούσαν να μοιράζονται την ίδια ζωή.

Το μεράκι του σιορ Ζαχαρία είναι το ούτι που τον συνοδεύει στους Ψαλμούς, κι αυτό φέρνει τον παπα-Νικόλα, φιλόμουσο, νυχτερινό, κρυφό επισκέπτη του τις ώρες που δεν τον βλέπουν οι άλλοι χριστιανοί για να μην σκανδαλιστούν. Ανεκτικοί οι έλληνες χριστιανοί, αλλά το χάσμα των θρησκειών είναι τεράστιο και οπωσδήποτε μεγαλύτερο με τους εβραίους παρά με τους οθωμανούς. Ο παπα-Νικόλας, με την κλυδωνιζόμενη πίστη του, διαρκώς βυθισμένος στις αμφιβολίες είναι αφανάτιστος, σκεπτικιστής, με πολλά ανθρώπινα ερωτήματα για το Θεό του. Μια συμπαθητική μορφή ιερωμένου, που πιστεύει και κηρύσσει την αγάπη, την ανθρωπιά και την κατανόηση.

Και μια νύχτα σκοτεινή, του περασμένου χειμώνα, κοντά δέκα η ώρα, κουκουλωμένος ώσαμε τ’ αφτιά, δίχως καλυμμαύκι, με το σκούφο που φόραγε στο σπίτι, χτύπησε την πόρτα του φιόρ Σιμωνά. Ψυχή στο δρόμο. Μονάχα η μαγκούρα του πασβάντη ακουγότανε, μακριά, πάνω στο καλντερίμι.

Του άνοιξε ο ίδιος ο σιόρ Ζαχαρίας. Έμεινε μ’ ανοιχτό στόμα, ύστερα είπε:– Πέρασε μέσα, γέροντα.

Στη σάλα, η σιόρα Φιόρα καρίκωνε κάλτσες, κ’ η Πέρλα δεν είχε τελειώσει ακόμα να μελετάει τα μαθήματά της. Σηκωθήκανε κ’ οι δυο, όχι λιγότερο σαστισμένες από το σιόρ Ζαχαρία. η Πέρλα θέλησε, μάλιστα, να του φιλήσει το χέρι, μα εκείνος τ’ αποτράβηξε.

– Να μη σας ενοχλώ, είπε ο παπα-Νικόλας.– Γέροντα, δε μας ενοχλείς, είπε η σιόρα Φιόρα. Κάθισε, ματάκια μου, να σου ψήσω

έναν καφέ.– Δεν πάμε καλύτερα στην κάμαρή μου; πρότεινε ο σιόρ Ζαχαρίας, που κάτι σα να ’χε

μυριστεί. Θα μας φέρει εκεί τα καφεδάκια η σιόρα Φιόρα.Σα βρεθήκανε μονάχοι τους οι δυο, ο σιόρ Ζαχαρίας τον κοίταξε χαμογελαστά:– Στους ορισμούς σου, γέροντα.– Το ούτι. Λαχτάρησα να τ’ ακούσω, ψιθύρισε ο παπάς, δείχνοντας το όργανο, που

το πήρε το μάτι του σε μια γωνιά, μέσα στην πράσινη σακουλοθήκη του.Ο σιόρ Ζαχαρίας το ’βγαλε με προσοχή, έδειξε στον παπα-Νικόλα μια καρέγλα, ο ίδιος

κάθισε σταυροπόδι στο διπλό κρεβάτι, με τ’ όργανο στα γόνατά του. Έμεινε μια δυο στιγμές συλλογισμένος, περνώντας ανάλαφρά τα δάχτυλά του πάνω στις κόρδες.

– Να σου παίξω ένα σαρκί;(σελ. 72, 73)

Ο παπα-Νικόλας επίσης μέσα Στου Χατζηφράγκου εκφράζει τις ανθρωπιστικές και σοσιαλιστικές – θα λέγαμε – ιδέες του συγγραφέα. Μέσα απ’ όσα πράττει, λέει και σκέφτεται αυτός ο προοδευτικός και στοχαστικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος, είναι ο συγγραφέας που μας μιλάει.

Συνοψίζοντας αυτή την παρουσίαση του μυθιστορήματος του Κοσμά Πολίτη Στου Χατζηφράγκου, πρέπει να υπενθυμίσουμε πως τους δύο πυλώνες του μύθου αποτελούν η παιδική παρέα και η λαϊκή γειτονιά, όπου ο Πολίτης δίνει μεγαλύτερη σημασία στα παιδιά παρά στους μεγάλους. Έτσι αυτή η επιλογή του: κοινωνικό υπόβαθρο και ηλικία, φανερώνουν την πρόθεση του Πολίτη να εξιστορήσει το δράμα της Σμύρνης και των λαϊκών ανθρώπων έτσι όπως χαράχτηκαν στην παιδική συνείδηση.

Κλείνοντας, υπάρχει ένα άλλο στοιχείο που αξίζει τον κόπο να συγκρατήσουμε, κι αυτό είναι πως, παρ’ όλες τις αναφορές στους Τούρκους, τους Αρμένηδες και τους Φραγκολεβαντίνους, οι κοινότητες αυτές δεν παίζουν ουσιαστικό ρόλο στο μυθιστόρημα. Ο Πολίτης θέλει να ανασυνθέσει μια πόλη κατά βάθος ελληνική. Θέλει επίσης να υπενθυμίσει, όπως μαρτυρεί και η συμμόρφωση μιας ξένης λέξης σαν το Χατζηφράγκου με το φωνολογικό και μορφολογικό σύστημα της νεοελληνικής γλώσσας, θέλει να υπογραμμίσει πως η ελληνική γλώσσα, αλλά και ο ελληνισμός γενικότερα, φημίζονται ότι μπορούν κι αφομοιώνουν τα ξένα στοιχεία.

Page 64: Neograeca Bohemica

126 127

Kosmas Politis: Ve čtvrti Chadzifrangu

DIMITRIS NOLLAS

Generace 30. let, jejíž působení se neomezilo jen na literaturu, ale zasahovalo i do dalších oblastí, zejména malířství, vnáší do řecké společnosti touhu po celkové obnově. Přestože konkrétní dopady na tehdejší řeckou společnost jsou sporné, je třeba ocenit odvahu, se kterou umělci této doby přistoupili k nutnosti změn v oblasti umělecké i společenské. Země tento nový impuls potřebovala. Přišel v okamžik historicky pro ni velmi důležitý: ideologie Velké myšlenky se teprve nedávno zhroutila a po maloasijské katastrofě v roce 1922 bylo Řecko nuceno přijmout 1,5 milionu přistěhovalců. Možná právě pro nezdar ve společenské rovině, tedy v otázce změny způsobu myšlení a přeměně společnosti z tradiční na moderní, jsou myšlenky generace 30. let stále živé a dodnes se o nich diskutuje.

Nechme nyní stranou poezii, která v průběhu 20. století změnila směr řecké literatury. Naopak próza této generace vyvolávala sice ve své době značný rozruch, avšak přinesla málo děl, která by dnes stála za pozornost. Měla samozřejmě svůj význam, protože většina členů této generace byla součástí místní duchovní elity a podílela se na formování kultury této doby. I společnost si uvědomovala hodnotu svých prozaiků a udělovala jim ocenění a různé hodnosti a postavení, která jim poskytovala značný vliv.

Přesto musím trvat na svém kritickém postoji k prozaické tvorbě této generace. Jedinou výjimku, a to zcela jednoznačně, pro mě představují následující tři autoři: Kosmas Politis, Jannis Beratis a Nikos J. Pentzikis. Ačkoli tito spisovatelé tvoří v souladu s evropskými literárními hnutími této doby, jádro jejich díla zůstává jednoznačně řecké. Jejich tvorba nenapodobuje, je autonomní a i po mnoha desetiletích si udržela svou hodnotu.

Kdykoli se v dílech hlavních představitelů této generace (jako byli Karagatsis, Theoto-kas, Terzakis, Venezis, Myrivilis) objevuje motiv dětství, týká se především dospívajících mladých lidí, kteří se nachází v procesu přeměny svého charakteru, a ne v útlém a ješ-tě „neposkvrněném“ dětském věku. Tak je tomu například v Theotokasově díle Λεωνής (1940, č. Slzy dospívání, 1979) nebo v díle Ταξίδι με τον Έσπερο (1946, Výlet se západem slunce) od Terzakise. Naopak v románu Kosmase Politise Στου Χατζηφράγκου (Ve čtvrti Chadzifrangu) hraje dětství velkou roli a zastiňuje každou další zmínku o věku, ať je jakkoli důležitá pro vývoj příbehu.

Stručně o životě a díle Kosmase PolitiseKosmas Politis (vlastním jménem Paris Taveludis) se narodil v Aténách v roce 1888, ale vyrůstal a studoval ve Smyrně, kam se jeho rodina přestěhovala v roce 1890 a kde žil od 2 do 34 let věku.

Jeho nejznámější romány:Λεμονοδάσος (1930, Citronový háj)

Page 65: Neograeca Bohemica

128 129

Εκάτη (1934, Hekata)Eroica (1938, Eroica)Το Γυρί (1945, To Jiri1)Στου Χατζηφράγκου (1963, Ve čtvrti Chadzifrangu)divadelní hra Κωνσταντίνος ο Μέγας (1957, Konstantin Veliký)a bezpočet překladů.Když v době nacistické okupace odešel do důchodu po téměř 40 letech práce v různých

bankách, přeložil mnoho knih. V roce 1945 pracoval krátce jako překladatel pro British Council v Aténách.

Zásadní obrat nacházíme v románu To Jiri vydaném v roce 1945. Časově odpovídá Po-litisovu vstupu do služeb Komunistické strany Řecka. V tomto románu se autorův zájem o původní hrdiny – měšťáky s nadbytkem volného času – přesouvá k lidem z nižších vrstev, k chudým nádeníkům.

Tento fakt můžeme přisoudit radikalismu, který v té době zavládl v řecké společnos-ti a který byl podpořen odbojem proti nacistické okupaci. Z tohoto důvodu také znamená vstup do KSŘ ústup modernismu v Politisově díle. Zde musíme upozornit na skutečnost, že v roce 1944 bylo Politisovi již 57 let.

A zatímco se všeobecně předpokládalo, že v průběhu 50. let se autorův literární pří-nos završil, napsal Politis ve svých 75 letech román Ve čtvrti Chadzifrangu, který byl na pokračování vydáván v literárním časopise s vysokým nákladem ΤΑCHYDROMOS. Zde byl dovršen jeho příklon k námětům z řeckého prostředí a k řecké tradici prostřednictvím románu, který je odrazem života řeckého lidu a který zároveň spojuje všechny principy a znaky moderního evropského románu.

Román Στου ΧατζηφράγκουDěj románu se odehrává ve čtvrti Chadzifrangu ve městě Smyrna na počátku 20. stol. Další čtvrtě ve Smyrně se nazývaly Francká, Židovská, Provaznická, Arménská, Kože-lužská a Velké hostince. Byla to čtvrť obyčejných řeckých rodin a chudých lidí ve městě, jehož hlavní společenské stigma je zřejmé hned z prvních stránek románu: je to mozaika různých kultur a národností. Kromě toho je tato symbolika zcela zřejmá i z názvu čtvrti Xατζηφράγκου (chadzifrangu). Slovo je tvořeno dvěma kořeny, a to slovem tureckoarab-ského původu χατζής (chadzis), které pochází z islámu, zatímco druhé slovo φράγκος (fran-gos)2 je německého původu a pochází z křesťanského Západu.

Vyprávění rozvíjí obraz Smyrny, města na březích Iónie, na přelomu 19. a 20. stol. Románem se prolínají tři základní motivy:

* Ráj dětství a nostalgické vzpomínky na nějSymbolika dětského věku jako období ráje je každému zřejmá. Bezstarostné hry, nevinnost

a žádné obavy ze zítřku, s těmito jasnými symboly ztraceného ráje se v románu setkáváme. Půvab a živost Politisova románu spočívá ve skutečnosti, že ráj dětského věku nekončí

pouze s plynutím času, ale také se ztrátou místa. Ráj nekončí pouze proto, že děti už nejsou dětmi, že dospěly, končí, protože spolu s nimi mizí také Smyrna: je ničeno místo jejich snů a obyvatelé města jsou vyhnáni z ráje jako Adam a Eva.

Ačkoli po katastrofě v roce 1922 nacházíme na území bývalé Smyrny turecký Izmir, už to není to stejné město. K tomuto poznamenává Mackridge: „Takto odstranit nebo vykořenit polo-vinu obyvatel velkého města a město systematicky zničit, aby po nich nezůstala jediná stopa, je ojedinělý fenomén ve světové historii, alespoň v té novodobé.”3 Ale zánik Smyrny nezpůsobil ani tak požár, jako spíše odchod ortodoxního obyvatelstva: město je společenský organismus, který je tvořen lidmi, nikoli stavbami. Původní Smyrna již existuje pouze v paměti lidí, kteří ji zažili: stala se téměř imaginárním městem. A toto pomyslné město se Politis pokouší zmapovat.

* To nás vede k druhému motivu díla, kterým je role města v románu.Když se ve městě Smyrna, které je hlavním aktérem románu, protloukáme společně s dětmi

– malými objeviteli, v každé uličce a na každém náměstí, v každém zákoutí a na každé pláži, na každém dvorku a v každém obydlí poznáváme zblízka svět dospělých. Seznamujeme se s malými i velkými radostmi jednotlivých rodin, s životem jejich dětí, která probíhají zahradami s melou-ny a zeleninou, aby skočily do vln Egejského moře. V uličkách a na náměstích se spolu s dětmi stáváme svědky zničení celého města a jeho obyvatel. Významným dramatickým prvkem romá-nu je setkání dvou chlapců, Aristose a Stavrakise, s mrtvým tělem mladé dívky. Toto setkání předznamenává Aristosovo utopení, a jsme tak nuceni si uvědomit, že uprostřed tohoto reje dětských her může bezstarostnost kráčet ruku v ruce s neštěstím, dokonce i se smrtí.

Podrobný popis města vzniká způsobem, jako by Politis studoval živou bytost. Na zákla-dě tohoto díla bychom mohli Smyrnu přesně zmapovat. Autor v díle vyjadřuje svou lásku k místu a popisuje a pojmenovává vše, co přitahuje jeho pohled, ale také jeho srdce, obdob-ným způsobem jako jeho kolegové, např. Joyce, Proust, Papadiamandis aj. Podstatný rozdíl mezi Politisem a ostatními spisovateli, v jejichž díle se často objevuje místopisný motiv, je ten, že Smyrna je již zcela imaginární místo, město, které se navždy ztratilo a může být vzkříšeno pouze prostřednictvím vzpomínek.

* Celý děj románu provází žárlivost a konflikt dvou chlapců, jejichž příběh končí uto-

pením Aristose a sebevraždou Stavrakise. Jejich komplikovaný vztah tvoří třetí základní motiv díla. Jedná se o problém spolužití – neschopnosti žít s někým jiným.

1 Pozn. překl.: Název čtvrti ve městě Patra na Peloponésu.2 Pozn. překl.: Termínem frangos byli označováni obyvatelé západní Evropy (Francouzi, Italové, …), tedy katoličtí

či protestantští křesťané.

3 MACKRIDGE P. H ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Χατζηφράγκου. In: K. Politis. Στου Χατζηφράγκου, Athina: Estia 2010, 35.

Dimitris Nollas Kosmas Politis: Ve čtvrti Chadzifrangu

Page 66: Neograeca Bohemica

130 131

Dva kamarádi, Aristos a Stavrakis, představují dva pohledy na tentýž svět. Stavrakis je živý a akční chlapec, je odvážný, sportovec, ale také hluboce zasažený bídnou situací své ro-diny. Na druhou stranu Aristos je plachý, hloubavý, snílek s dobrým vychováním a dobrým rodinným zázemím. Jejich rozdílné povahy i odlišné společenské postavení (avšak v rámci jednoho společenského celku) je vedou k tomu, aby si navzájem pomáhali a doplňovali se. Jejich vzájemné city jsou komplikované, zvláště u Stavrakise, u něhož přicházejí chvíle, kdy rány na duši obrací přátelství v závist a žárlivost.

Charakteristická je část s potyčkou obou chlapců a utopením Aristose.Ve městě se smíšeným obyvatelstvem (Řeci, Turci, Židé, Arméni, Angličani, katolič-

tí Levantinci evropského původu), z něhož většina je řecká, se přátelí řecký pop Nikolas s židem Zachariasem, a tak se Smyrna zdá být velmi tolerantní společností. Zde, „ve čtvrti Chadzifrangu“, spolu křesťané a židé žijí bez problémů, a když už se objeví nějaký projev nepřátelství, není osobní a netýká se blízkých nebo sousedů. „Pro Řeky bylo označení ,židʻ spíše abstraktním pojmem,“ vysvětluje Politisův vypravěč. A tak občas Řekové nazývali ži-dy „příživníky“, židé naopak Řeky označovali za „špinavce“, a dál vedle sebe žili svůj život.

Velkou vášní žida Zachariase je hra na arabskou loutnu, která ho provází při zpěvu žalmů. Pop Nikolas, velký milovník hudby, navštěvuje židovskou rodinu tajně v noci, kdy jej nemůžou spatřit ostatní křesťané a způsobit tak skandál. Řečtí křesťané jsou sice tolerantní, ale propast mezi církvemi je nesmírně veliká, rozhodně mnohem větší směrem k židům než k Osmanům. Pop Nikolas se svojí vírou, nepřetržitě ponořený do pochybností, nepodléhá fanatismu, je čas-to skeptický a neustále si jako každý člověk pokládá otázky týkající se Boha. Je sympatickou podobou duchovního, který věří v lásku, lidskost a porozumění, a o tom také káže.

Skrze popa Nikolase autor v tomto díle vyslovuje vlastní humanistické a – řekněme – socialistické myšlenky. Za tím, co pop Nikolas dělá, říká a o čem přemýšlí, za touto po-krokovou a hloubavou postavou se skrývá autor, který k nám promlouvá.

Pokud bych chtěl svou přednášku o románu Kosmase Politise Ve čtvrti Chadzifrangu shrnout, poukázal bych především na dva pilíře, na kterých autor svůj román staví, a těmi jsou dětské přátelství a lidová čtvrť, kde Politis přikládá větší význam dětem než dospělým. Zdá se, že společenské pozadí a věk zvolil Politis s úmyslem převyprávět drama Smyrny a prostých lidí tak, jak se vryla do dětského vědomí.

Na závěr bych rád uvedl, že existuje ještě jeden motiv, který stojí za povšimnutí, a to fakt, že přes mnohé zmínky o Turcích, Arménech a evropských Levantincích tyto společnosti nehrají v románu podstatnou roli. Politis chce zrekonstruovat město v podstatě řecké. Chce také upo-zornit na skutečnost, na kterou poukazuje i samotné zapojení cizího slova jako chadzifrangu do fonologického a morfologického systému novořečtiny, a totiž že řecký jazyk, ale Řekové obecně, jsou známí svojí schopností přejímat cizí prvky.

Přeložila Věra Šmídová

Neogrecista Alois Koudelka (1861–1942). Vzpomínka při příležitosti 150. výročí jeho narození

KATEŘINA BOČKOVÁ LOUDOVÁ

Letos si připomínáme již 150 let od doby, kdy se v moravském Kyjově narodil překladatel O. S. Vetti, vlastním jménem Alois Koudelka (1861–1942). Protože do okruhu jeho pře-kladatelského zájmu patřila také novořecká povídková tvorba, je toto výročí dobrou příleži-tostí ke krátké vzpomínce na tuto (nejen) ve své době obdivuhodnou osobnost.

Koudelka pocházel z chudé katolické rodiny, ale jako nadaný student na sebe upozornil již při studiu na brněnském gymnáziu, které absolvoval v roce 1879. Poté vstoupil do bis-kupského alumnátu (kněžský seminář, zejm. pro žáky bez prostředků; z lat. alumnus „žák“) v Brně, kde se až do roku 1883 věnoval studiu teologie. Jak vzpomíná jeho životopisec a přítel Ignát Zháněl, Koudelkův vášnivý zájem o studium cizích jazyků byl patrný již při studiu bohoslovectví, kdy každou volnou chvilku trávil pilným studiem angličtiny. Jeho píli a talent rozpoznal také jeho profesor bohovědy, dr. Josef Chmelíček, sám znalec mnoha moderních jazyků, který Koudelku podporoval ve studiu dalších jazyků.1

V roce 1884 byl vysvěcen na kněze a poté postupně působil v různých farnostech na Vysočině (Rovečné u Olešnice) a zejména na jižní Moravě (Bučovice, Kobylí, Nikolčice, Prace u Slavkova). Do kněžského „důchodu“ odešel v roce 1933. Dožil, vážně nemocen, v brněnském starobinci, tzv. Augustineu, kde zemřel roku 1942 ve věku 81 let.

Dnes na něj vzpomínáme především jako na autora překladů z téměř třiceti jazyků. Odtud pochází také jeho soudobá přezdívka „moravský Mezzofanti“, kterou získal podle italského kardinála Giuseppeho Mezzofantiho (1774–1849), polyglota ovládajícího údajně přes sedm-desát cizích jazyků. Koudelka publikoval pod mnoha pseudonymy, často volenými podle míst, kde žil (např. Al. K. Nikolčický, Kyjovský), příp. podle jazyků, z nichž překládal. V případě řečtiny známe tři pseudonymy: A., B. nebo K. Kakomoiros („Nešťastník“) a dubia Aidios Diorismenos („Věčně omezovaný“) a Prosechis Nystazon („Potomky (?) unavující“).2 Nej-známější je však pod pseudonymem O. S. Vetti, jenž vznikl z genitivu názvu divadelního a literárního spolku Osvěta, který existoval v Bučovicích (Osvěty = O. S. Vetti).

Předmětem jeho zájmu byly především romány, novely a soubory povídek. Literárně činný byl již na gymnáziu, kdy začal psát do časopisu Hlídka, kam od 90. let přispíval také kritikami a esejemi o cizích literaturách. Debutoval překlady z „větších“ jazyků v 80. letech 19. století (angličtina, italština, francouzština, španělština), od 90. let 19. století a v 1. desetiletí 20. sto-letí rozšířil svůj záběr také o jazyky „menší“ (novořečtina, finština, islandština), zejména pakslovanské (např. bulharština, slovinština, chorvatština, ukrajinština). Za 1. světové války dále

1 ZHÁNĚL 1911, 4–5.2 MACURA 1993, 894.

Dimitris Nollas

Page 67: Neograeca Bohemica

132 133

přibyly jazyky v té době v českém prostředí málo známé (např. estonština, gruzínština, rumun-ština). Některé jeho překlady byly vydány knižně jako samostatné sbírky povídek (zejména v pražském Ottově nakladatelství), jiné vyšly časopisecky (např. Květy, Hlas, Lidové listy).

Vzhledem k množství zveřejněných překladů však nebyla Koudelkova bibliografie nikdysystematicky zpracována (součet jeho překladů v době jeho 60. narozenin uvádí šedesát šest knižně vydaných překladů v rozsahu 14 600 stran a dvoj- nebo trojnásobný počet překladů časopiseckých).3 Koudelka se díky své překladatelské činnosti seznámil s literáty té doby, mezi jeho dobré přátele patřil např. Vilém Mrštík, dopisoval si s hlavními představiteli tzv. katolické moderny, Sigismundem Bouškou,4 Vilémem Bitnarem či Karlem Dostálem Lutinovem.5

Koudelkovo překladatelské nadšení bylo provázeno řadou potíží, a to zejména exis-tenčních, neboť náklady spojené s opatřováním cizojazyčných knih či slovníků bylo z platu venkovského faráře obtížné pokrýt. Nashromáždil nicméně úctyhodnou sbírku gramatik a slovníků všemožných jazyků, z nichž překládal.6 O rozsáhlé knihovně se zmiňuje také sám Koudelka v posledním rozhovoru s Rudolfem Fejfušou v brněnském Augustineu7. Pokud jde o Koudelkovo „vybavení“ pro překlady z novořečtiny, disponujeme jen kusým svědectvím brněnského gymnaziálního profesora Jana Korce, který na základě svých cest po Řecku pu-blikoval na konci 19. století o novořečtině několik odborných statí.8 V jedné z nich nazvané O novořečtině9 zmiňuje Koudelku jako našeho nejlepšího znalce novořečtiny a poukazuje na smutnou skutečnost, že „si ku svým novořeckým překladům ze spousty dialektologic-kého materiálu v různých novořeckých, německých, vlaských a francouzských spisech sem tam roztroušeného novořecký slovník sám teprve musí pracně sestavovati“. Co se však po Koudelkově smrti s jeho rozsáhlou pozůstalostí stalo, bohužel nevíme (na tuto skutečnost poukazoval již v 50. letech 20. stol. Koudelkův životopisec dr. Jaroslav Krčmář), a tak se můžeme jen dohadovat, jak jeho novořecký slovník vypadal.

Koudelkův zájem o novořeckou literaturu se omezil na povídkovou tvorbu, množství jeho překladů však není zanedbatelné, neboť povídkám z novořečtiny věnoval hned tři samo-statné výbory. Jako první byl vydán v roce 1894 v Ottově nakladatelství soubor čtyř po-vídek pod názvem Kus jižního nebe (Vikelas: U očního lékaře, Drosinis: Amaryllis, Karka-vitsas: Z církve vyobcovaný, Vizyinos: Matčina muka). V roce 1897 byl pak tamtéž vydán

tematicky zaměřený výbor povídek z období řecké osvobozenecké revoluce pod názvem Z bojů za volnost otčiny: několik povídek z různých novořeckých nářečí. Sem byly zahrnu-ty dvě povídky Andrease Karkavitsase (Chrysanthos a Assimo), dále pak Zmrzlá mohyla Dimitriose Chadzopulose a Angelos Jeorjiose Drosinise. O dva roky později (1899) pak Ottovo nakladatelství vydalo v rámci své řady Světová knihovna Tři novořecké povídky Di-mitriose Vikelase, opět v Koudelkově překladu (Škaredá sestra, Vzteklinou postižený, Otec Narcis). Tento výbor je jako jediný opatřen krátkou předmluvou týkající se postavy autora – z ní je zřejmé, že byl Koudelka o Vikelasově tvorbě dobře informován, kromě jeho po-vídkové tvorby zde zdůrazňuje také jeho zásluhy na poli překladů ze světových literatur do novořečtiny i jeho cestopisnou tvorbu. Zdá se, že je informován také o Vikelasově aktuální tvorbě na poli politiky a lingvistiky. Můžeme se však jen domýšlet, zda byl s tímto autorem v nějakém kontaktu nebo jeho znalosti pramení z pečlivého sledování Vikelasovy tvorby v Řecku a ve Francii. Po delší odmlce pak nacházíme ve výboru překladů z několika cizích jazyků Na táčkách u cizích spisovatelů I (Brno 1910) dvě Damverjisovy povídky Otec Jan-nis a Dcera kapitánova (ze sbírky Οι Kρήτες μου: Διηγήματα, Atény 1898). Koudelkovy časopisecké překlady z novořečtiny nejsou zatím zmapovány vůbec.

Jak je patrné z Koudelkova výběru autorů, zajímala ho zejména žánrová národopisná povídka zobrazující každodenní život na řeckém venkově a k překladu volil zejména díla au-torů generace 80. let 19. století. V Koudelkově výběru povídek od těchto autorů je zřejmé, že si vybíral jak žánrový popis venkovského života včetně jeho morálních a etických specifik(např. Assimo), tak povídky naturalistické, laděné spíše jako psychologické či sociologické sondy. Často překládal povídky, jejichž hlavní postavou je kněz řešící morální dilema (např. v povídce Otec Jannis, kde se kněz dopustí hříchu zabití, nebo v povídce Otec Narcis, jejíž hlavní hrdina – mladý kněz – musí u případu malomocného mladíka překonat svůj strach z poslední služby umírajícím). Důležitým tématem byl pro Koudelku také statečný boj Řeků proti Turkům, např. v povídce Dcera kapitánova, kde otec raději zabije svou nejmilejší dce-ru, než aby ji provdal za Turka. Nevyhýbá se však ani humorným hříčkám ze života venkov-ského lidu, např. v povídce Škaredá sestra, kde se gymnaziální profesor, starý mládenec, rozhodne oženit – nejprve chce pouze pomoci svému příteli, který si může vzít milovanou dívku pouze tehdy, najde-li se nejdříve ženich i pro její starší „ošklivou“ sestru. Nakonec však dosahuje vytouženého štěstí nejen profesorův přítel, ale nečekaně i sám profesor.

Za Koudelkova života byla ceněna především vysoká umělecká úroveň jeho překladů a dobrá čeština. V neposlední řadě byl kladně hodnocen za uvedení „odlehlých“ literatur do českého povědomí, přičemž u některých jazyků předstihl o mnoho let i literaturu ně-meckou.10 Jeho role při seznamování českého publika s novořeckou literaturou však zatím zůstává nezhodnocena, ani Koudelkovy překlady z novořečtiny se v české neogrecistice ne-dočkaly žádné recepce a čekají tak stále na své zhodnocení.

3 KRČMÁŘ 1954, 181–182. Základní přehled Vettiho bibliografie viz MACURA 1993, 894–895.4 Sigismund Bouška věnoval Vettimu svou knižní prvotinu, sbírku sonetů Pietas (1895). V korespondenci

Sigismunda Boušky a Karla Dostála Lutinova však Bouška projevuje svoji nelibost nad tím, že Vetti není ztotožněn s literárními cíli katolické moderny: „S Vettim nic není. Nechápe nás. Ač by byl pro nás neocenitelným. Vše je tu marno. On jde se starou generací, překládá věci děsné, kožené.“ In MAREK 2002, 256.

5 FEJFUŠA 1941, 5–6.6 ZHÁNĚL 1911, 5.7 FEJFUŠA 1941, 6.8 Viz LOUDOVÁ 2009.9 KOREC 1897, 123. 10 KRČMÁŘ 1954, 181–182.

Kateřina Bočková Loudová Neogrecista Alois Koudelka (1861–1942)

Page 68: Neograeca Bohemica

134 135

Bibliografie

FEJFUŠA, R. Český Mezzofanti. Lidové noviny 19. 1. 1941, 5–6.MACURA, V. Alois Koudelka. In: V. Forst a kol. (ed.) Lexikon české literatury: osobnosti,

díla, instituce 2/II K–L, Praha 1993, 894–895.KOREC, J. O novořečtině. České museum filologické 3, 1897, 118–135.KRČMÁŘ, J. Český Mezzofanti. Duchovní pastýř 4, 1954, 181–182.LOUDOVÁ, K. „Nynější nové řečtině netřeba se učit.“ Novořečtina v českých cestopisných

zprávách přelomu 19. a 20. století. Neograeca Bohemica 9, 2009, 41–49.MAREK P. (ed.) „Jsem disgustován“: vzájemná korespondence Sigismunda Ludvíka Boušky

a Karla Dostála-Lutinova, Olomouc 2002.VETTI, O. S. (přel.) Kus jižního nebe: povídky, Praha 1894.VETTI, O. S. (přel.) Z bojů za volnost otčiny: několik povídek z různých novořeckých nářečí,

Praha 1897.VETTI, O. S. (přel.) Dimitros Vikelas: Tři novořecké povídky, Praha 1899.VETTI, O. S. (přel.) Na táčkách u cizích spisovatelů I, Brno 1910.ZHÁNĚL, I. O. S. Vetti – Alois Koudelka jako padesátník, Našinec 12. 11. 1911, 4–5.

Kateřina Bočková Loudová

Νεοελληνιστής Alois Koudelka (1861–1942). 150 χρόνια από τη γέννησή του*

KATEŘINA BOČKOVÁ LOUDOVÁ

Φέτος γιορτάζουμε την 150ή επέτειο γέννησης του Τσέχου μεταφραστή Alois Koudelka (1861–1942) που στη μεταφραστική του δραστηριότητα ήταν γνωστός κυρίως υπό το ψευδώνυμο O. S. Vetti. Γεννημένος σε μια φτωχή οικογένεια στο Kyjov της Μοραβίας, σπούδασε θεολογία και το 1884 χειροτονήθηκε ρωμαιοκαθολικός ιερέας. Aπό τότε υπηρετούσε όλη τη ζωή του σε διάφορες επαρχιακές ενορίες στη Vysočina και Νότια Μοραβία. Σήμερα τον θυμόμαστε περισσότερο ως μεταφραστή σχεδόν από 30 γλώσσες. Από εδώ προέρχεται επίσης η επωνυμία του „μοραβικός Mezzofanti“ την οποία απέκτησε βάσει της ομοιότητάς του με τον Ιταλό καρδινάλιο Giuseppe Mezzofanti (1774–1849) που γνώριζε, δήθεν, πάνω από 70 ξένες γλώσσες.Ο Koudelka άρχισε να δημοσιεύει τις μεταφράσεις του από „μεγαλύτερες γλώσσες“ (αγγλικά, ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά) στο λογοτεχνικό περιοδικό Hlídka κατά το 1880. Από τη δεκαετία του ΄90 και στην πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα επέκτεινε το ενδιαφέρον του και σε γλώσσες „μικρότερες“, κυρίως σλαβικές, αλλά και στα νέα ελληνικά. Τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο προσέθεσε επίσης γλώσσες τότε ελάχιστα γνωστές στο τσεχικό περιβάλλον, π.χ. ρουμανικά, γεωργιανά ή την εσθονική γλώσσα. Η συστηματική καταγραφή της βιβλιογραφίας του Κoudelka δεν έχει γίνει ποτέ, στα 60 του χρόνια όμως λογαριάζαμε 66 μεταφράσεις δημοσιευμένες σε βιβλία και περίπου διπλάσιο ή τριπλάσιο αριθμό μεταφράσεων σε περιοδικά (π.χ. Květy, Hlas, Lidové listy).Το ενδιαφέρον του Koudelka για τη νεοελληνική λογοτεχνία περιορίστηκε στην πεζογραφία, πιο συγκεκριμένα στο ηθογραφικό διήγημα της γενιάς του ΄80. Το ποσό των μεταφράσεών του όμως δε είναι αμελητέο, γιατί στα νεοελληνικά διηγήματα αφιέρωσε τρεις συλλογές διηγημάτων. Ως πρώτη εμφανίστηκε το 1894 η συλλογή Kus jižního nebe (Ένα κομμάτι του νότιου ουρανού) με συνολικά τέσσερα διηγήματα του Βικέλα, του Δροσίνη, του Βιζυηνού και του Καρκαβίτσα. Το 1897 εκδόθηκε μια άλλη συλλογή με θέμα τον ελληνικό εθνικό απελευθερωτικό αγώνα του 1821 υπό όνομα Z bojů za volnost otčiny: několik povídek z různých novořeckých nářečí (Από τον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας: μερικά διηγήματα από διάφορες ελληνικές διαλέκτους). Εδώ εντάχθηκαν δύο διηγήματα του Καρκαβίτσα και από ένα διήγημα του Δημήτρη Χατζόπουλου και του Δροσίνη. Δύο χρόνια αργότερα (1899) εκδόθηκε σε μετάφραση του Koudelka η συλλογή Tři novořecké povídky (Τρία ελληνικά διηγήματα) που περιείχε διηγήματα του Βικέλα. Μετά από μια μεγαλύτερη διακοπή εμφανίζονται το 1910 άλλα δύο μεταφρασμένα διηγήματα του Δαμβέργη από τη συλλογή του Οι Kρήτες μου: Διηγήματα (Aθήνα 1898), εντεταγμένα σε

* Πρόκειται για περίληψη του άρθρου Neogrecista Alois Koudelka..., Neograeca Bohemica 11, str. 131–4.

Page 69: Neograeca Bohemica

136 137

συλλογή μεταφράσεων από περισσότερες ξένες γλώσσες Na táčkách u cizích spisovatelů I (Κουβεντιάζοντας με ξένους συγγραφείς Ι). Για τις νεοελληνικές μεταφράσεις του Koudelka στα περιοδικά δεν γνωρίζουμε προς το παρόν τίποτα.Οι σύγχρονοι του Koudelka εκτιμούσαν κυρίως το υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο των μεταφράσεών του, συμπεριλαμβανομένων και των τσεχικών του, και το γεγονός ότι εισήγαγε τις λίγο γνωστές λογοτεχνίες στο τσεχικό αναγνωστικό κοινό. Όμως ο ρόλος του στην εισαγωγή της νεοελληνικής λογοτεχνίας στους Τσέχους αναγνώστες μένει ακόμη ανεκτίμητος και οι μεταφράσεις του περιμένουν ακόμη την αξιολόγισή τους.

Kateřina Bočková Loudová

Seferisova „řecká odysea“ v českém překladu

NICOLE VOTAVOVÁ SUMELIDISOVÁ

Ke konci roku 2011 vyšel v nakladatelství Pavel Mervart dlouho očekávaný překlad básnic-kého díla Jorgose Seferise, řeckého modernisty, nositele Nobelovy ceny, básníka, který ve svém díle zobrazil novodobou odyseu řeckého národa, jeho těžkou pouť dvacátým stoletím i nelehkou konfrontaci se slavnou minulostí. Čekání se vyplatilo. Růžena Dostálová, Jiří Pelán a Vojtěch Hladký českému čtenáři předkládají celé Seferisovo vydané básnické dílo, což je překladatelský počin hodný uznání.

Jiří Pelán s Růženou Dostálovou spolupracoval už na překladech básní Konstantina Kavafi-se, které vyšly ve výboru pod názvem Nebezpečné touhy v roce 1997. Tentokrát se věnoval překladu první Seferisovy sbírky Στροφή (1931, Obrat), a to konkrétně její první části s podtitulem Κοχύλια, σύννεφα (Lastury, mraky), která zahrnuje třináct básní. Druhou část, kterou tvoří pouze báseň Ερωτικός λόγος (Milostné slovo) v patnáctislabičném jambu přeložil Vojtěch Hladký. Hned název této první sbírky nutí překladatele, aby si vybral jeden ze dvou významů, které slovo στροφή v řečtině má, tedy „strofa“ nebo „obrat“. První vý-znam by bylo možné vztáhnout ke skutečnosti, že Seferis v době, kdy se intenzivně zajímá o poezii modernismu, píše vázané verše. Naopak „obrat“, což je význam, který měl zřejmě Seferis v první řadě na mysli, jak uvádí v jednom ze svých pozdějších komentářů, znamená obrat od lyrické poezie řeckých neosymbolistů 20. let minulého století k poezii nové doby. Skutečnost, že řecká poezie ustrnula v slepé uličce melachnolie a pesimismu, či případně sarkasmu, které ovládají řeckou literaturu po maloasijské katastrofě, a že je potřeba sku-tečná změna, obrat, si uvědomují všichni mladí, začínající spisovatelé, představitelé nové nastupující generace 30. let, ke které Seferis patřil.

Básně sbírky Obrat jsou velmi různorodé. Na jedné straně se vzdalují lyrismu starší poezie a koncentraci na básnický subjekt a jeho vnitřní prožitky, na straně druhé zůstávají vyjádřením básníkova přesvědčení, že život je utrpením a tragédií beze smyslu. To vše je v kontrastu s formální lehkostí a hravostí básní i jemnou ironií, která nikdy nesklouzá-vá k sarkasmu. Lehkost a hravost originálu, dojem prvoplánovosti některých rýmů (Druzi v Hádu) se J. Pelánovi, zkušenému překladateli, daří zachovat i v českém překladu.

Básní Milostné slovo se Seferis vrací k „čisté poezii“ a formálně se inspiruje řeckou literární tradicí. Pindarovy verše, které báseň uvozují, naznačují, že se z oblasti „každodennosti“ prvních třinácti básní přesouvá k tématům charakteristickým pro poezii „vyšší“, k tématům jako nesmrtelnost umění, pomíjivost lidského života nebo nezvratnost osudu. Patnáctisla-bičný jamb (politický verš) odkazuje na lidovou poezii, krétskou renesanci i řeckého ro-mantického básníka Dionysia Solomose. Přestože interpretace textu je nesnadná, formální dokonalost, melodický verš s pravidelným střídavým rýmem v řeckém originálu podpoří

Page 70: Neograeca Bohemica

138 139

výsledný dojem a řecký čtenář je vtažen do hry tradičních forem a inovačních pokusů (od-vážné přesahy, narušení diereze).

Je pravda, že patnáctislabičný jamb by českému čtenáři nenabídl všechny možné remi-niscence na tradici jako v případě originálu, přesto je škoda, že se Vojtěch Hladký nepokusil najít případně jiný zůsob, jak převést Seferisovu melodičnost do českého textu a že na tuto stránku básně rezignoval.

Vojtěch Hladký přeložil i báseň Μυθιστόρημα (Mýtická historie), která vyšla poprvé v ori-ginále v roce 1935 a stala se přelomovou po stránce formální i obsahové. Zřejmý je zde vliv T. S. Eliota, kterého Seferis překládal do řečtiny, a to nejen ve využití antických mýtů, na které odkazuje i rozdělení díla na dvacet čtyři částí jako v případě Homérových eposů, ale i v přechodu k volnému verši. Inspiraci Eliotem dokazuje i útržkovitá, zlomkovitá forma bás-ní, neustálé změny básnického subjektu i časoprostorového rámce. Název zvolil básník proto, že vyjadřuje spojení mýtu s historií, tedy realitou, a také český překlad „mýtická historie“ vystihuje oba aspekty řeckého slova μυθιστόρημα. Byzantoložka Růžena Dostálová, třetí ze Seferisových překladatelů, k tomuto tématu v doslovu „Svět potřebuje poezii...“ dodává:

„Obecný smysl díla je často vyjadřován obrazy starých řeckých mýtů, a tak se tato sbírka evropskému čtenáři, pokud ještě byl vychován v antických tradicích, stává nejsro-zumitelnější a nejbližší. Svět této skladby je světem trosek mramorových chrámů, světem zmrzačených starých soch, na jejichž rtech strnul onen záhadný archaický úsměv, je světem lodí bloudících bez cíle nekonečnými moři, básníkův svět, který se zhroutil.“

Básníkova odysea se zde stává odyseou jeho generace i jeho země, cestou do minulosti a snahou o spojení současného Řecka s dlouholetou kulturní tradicí, která je zdrojem du-chovního bohatství, ale může být i břemenem. Báseň Mýtická historie končí symbolickou cestou do podsvětí, kam si hrdina přichází pro radu. Té se mu nedostává, nenachází tedy východisko, ale v budoucnu se může stát pomocníkem a rádcem jiných, kteří sem sestoupí s prosbou o radu, kudy se dát.

Báseň Στέρνα (1932, Studna), která vyšla o tři roky dříve než Mýtická historie, a většinu ostatních Seferisových děl přeložila Růžena Dostálová. Je to sbírka Τετράδιο Γυμνασμάτων (1940, Cvičný sešit), kde se objevuje alter ego básníka Stratis Thalassi-nos, věčně putující a toužící po vlasti, a dále například Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄-Γ΄ (1940–1955, Palubní deník). Ve třetím z nich najdeme Seferisovu báseň Οι γάτες τ’ Αϊ--Νικόλα (Kočky sv. Mikuláše), politickou alegorii a původně ústřední dílo sbírky Δεκαοχτώ Κείμενα (1970, Osmnáct textů), která vyšla za vlády vojenské junty jako protest řeckých intelektuálů proti diktátorskému režimu. Sbírka Κίχλη (1947, Drozd) patří k Seferisovým nejobtížněji interpretovatelným dílům, pochází z ní ale jedny z jeho nejkrásnějších veršů:

Zpívej, malá Antigono, zpívej, zpívej...nemluvím s tebou o minulosti, mluvím o lásce.

Temná dívko,ozdob své vlasy slunečními ostny,srdce štíra zapadlo,tyran v člověku zmizela všechny dcery moře, Néreovny i Graiespěchají k té, jež se noří z moře.Kdo nikdy nemiloval, bude milovat ve světle;

Básně zahrnují všechna Seferisova vydaná básnická díla, překlad je doplněn autorovými poznámkami, erudovaným doslovem a chronologickým přehledem od profesorky Růženy Dostálové, která připojila i překlad Seferisovy řeči přednesené u příležitosti udělení Nobe-lovy ceny v roce1963.

Takto komplexní překlad díla novořeckého básníka u nás vychází poprvé. Růžena Do-stálová, tentokrát společně s Jiřím Pelánem a Vojtěchem Hladkým, tak po prvním řeckém moderním básníkovi K. Kavafisovi a „básníkovi Egejského moře“ O. Elytisovi představuječeským čtenářům dalšího řeckého modernistu, zástupce literární generace, která do řecké poezie přinesla nové přístupy i témata a stala se inspirací pro generace následující. Doufej-me, že obdobně toto obrovské úsilí o představení novodobé řecké poezie českým čtenářům bude inspirací pro další generace překladatelů.

H «ελληνική οδύσσεια» του Σεφέρη σε τσεχική μετάφραση

NICOLE VOTAVOVÁ SUMELIDISOVÁ

Στα τέλη του 2011 ο εκδοτικός οίκος Pavel Mervart δημοσίευσε το πλήρες ποιητικό έργο του Γιώργου Σεφέρη, του κύριου αντιπροσώπου της γενιάς του ΄30 και ενός από τους δύο Έλληνες Νομπελίστες, σε μετάφραση στην τσεχική γλώσσα με τον τίτλο Básně (Ποιήμα-τα). Ως μεταφραστές συνεργάστηκαν οι Jiří Pelán, Vojtěch Hladký και η γνωστή βυζαντι-νολόγος και νεοελληνίστρια η καθηγήτρια Růžena Dostálová που συστηματικά ασχολείται με τις μεταφράσεις σύγχρονων Ελλήνων συγγραφέων και ήδη στο τσεχικό αναγνωστικό κοινό έχει παρουσιάσει ανθολογίες ποιημάτων του Καβάφη (Nebezpečné touhy, 1997) και του Ελύτη (Bláznivý granátovník, 2003). Στην έκδοση συμπεριλαμβάνεται η ομιλία του Σεφέρη από την απονομή του βραβείου Νόμπελ στη Λογοτεχνία στις 10 Δεκεμβρίου 1963 και επίσης το κατατοπιστικό κείμενο της R. Dostálová για τον ποιητή και το έργο του.

Πρόκειται για αξιόλογο μεταφραστικό έργο. Για πρώτη φορά έχει ο Τσέχος αναγνώστης στα χέρια του μια πλήρη μετάφραση του έργου ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές.

Nicole Votavová Sumelidisová Seferisova „řecká odysea“ v českém překladu

Page 71: Neograeca Bohemica

140 141

Rok 2011 na Ústavu klasických studií FF MU

V roce 2011 se na Ústavu klasických studií konala řada přednášek domácích i zahra-ničních badatelů a expertů. Česká společnost novořeckých studií pořádala či se podílela na pořádání následujících:

– Zuzana Ráczová: Archív grécko-ortodóxnej náboženskej obce sv. Juraja vo Viedni (2. března 2011)

– Eva Stehlíková, Kabinet divadelních studií MU: Jules Dassin a Melina Merkuri a jejich hledání antické tragédie (28. března 2011)

– Jerneja Kavčič, Katedra klasické filologie Univerzity v Ljubljani: Historie řeckého infi-nitivu (29. března 2011)

– Ariadni Moutafidou, Řecká otevřená univerzita: Dimitrios Vikelas: Autobiografie ob-chodníka (19. dubna 2011)

– Dimitris Nollas: Ráj dětství v literatuře 30. let 20. století a román K. Politise «Στου Χατζηφράγκου» (10. listopadu 2011)

– Nikolaos Zaglas, Institut byzantských a novořeckých studií Vídeňské univerzity: The-odóros Prodromos (24. listopadu 2011)

Glossa – pilotní fáze e-learningového kurzu novořečtiny na úrovni C1, C2

DITA VOŘECHOVSKÁ

V předchozím vydání Neograeca Bohemica (č. 10) jsme referovali o probíhajícím ev-ropském projektu Glossa – řečtina jako prostředek pro podporu jazykové rozmanitosti, kterého se mj. účastní Ústav klasických studií FF MU, přičemž jsme popsali jeho pracovní plán a hlavní výstupy.

Pilotní fáze samotného e-learningového kurzu novořečtiny započala v prosinci 2011 a bude ukončena v květnu 2012. Kurz je rozdělen do pěti lekcí (věnujících se vždy konkrét-nímu tématu) pro každou ze dvou úrovní, každá lekce má jednotnou strukturu, zohledňující prohlubování znalostí frekventantů ve všech čtyřech oblastech jazykové gramotnosti, tj. po-rozumění slyšenému a čtenému slovu, jako i schopnost ústně a písemně se vyjádřit v daném jazyce. Součástí jsou také testy sloužící k přípravě na mezinárodní zkoušky z novořečtiny. Aby mohli být uchazeči zařazeni do pilotní fáze, museli úspěšně absolvovat rozřazovací test.

Page 72: Neograeca Bohemica

142 143

Poté byli na základě určitých kritérií rozděleni do studijních skupin. Každá skupina má k dispozici svého lektora-konzultanta, který opravuje písemné práce a vede jednou týdně ve stanovenou dobu konverzaci prostřednictvím softwaru Skype. Účastníci pilotního projektu pocházejí z různých zemí světa, což je v mnoha směrech obohacující, mezi nimi je i něko-lik studentů z České republiky, včetně studentů magisterského cyklu a doktorského studia oboru Novořecký jazyk a literatura Ústavu klasických studií FF MU. Dosavadní ohlasy ze strany studentů e-learningového kurzu, získané prostřednictvím evaluačních dotazníků, jsou velmi kladné.

V rámci pilotní fáze byli osloveni učitelé novořečtiny za účelem zhodnotit část hlavních výstupů projektu. Byl jim umožněn přístup k jedné lekci kurzu a poskytnuta k prostudování jak metodika vývoje online jazykového kurzu pro vyšší úrovně znalostí, tak evropský profilučitele cizích jazyků.

Cílem je získat od výše zmíněných účastníků maximum informací, na jejichž základě bu-de možné provést případné žádoucí modifikace tak, aby celý projekt, po oficiálním ukončenív říjnu 2012 v Bruselu, dosáhl plánované udržitelnosti.

To έτος 2011 στο Ινστιτούτο Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ

Το έτος 2011 πραγματοποιήθηκε στο Ινστιτούτο Κλασικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ σειρά διαλέξων ερευνητών και ειδικών από την Τσεχία και το εξωτερικό. Η Τσεχική Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών διοργάνωσε ή συμμετείχε στη διοργάνωση των ακόλουθων διαλέξεων:

– Zuzana Ráczová: To αρχείο της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησιαστικής Κοινότητας του Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη (2 Μαρτίου 2011)

– Eva Stehlíková, Τμήμα Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ: O Ζυλ Ντασέν, η Μελίνα Μερκούρη και η αρχαία τραγωδία (28 Μαρτίου 2011)

– Jerneja Kavčič, Ινστιτούτο Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Λιουμπλιάνας: Ιστορία του ελληνικού απαρεμφάτου: ανάμεσα στη συγχρονία και διαχρονία (29 Μαρτίου 2011)

– Αριάδνη Μουταφίδου, Ανοιχτό Πανεπιστήμιο της Ελλάδας: Δημήτριος Βικέλας: Ένας έμπορος αυτοβιογραφείται (19 Απριλίου 2011)

– Δημήτρης Νόλλας: Ο παράδεισος της παιδικής ηλικίας στη λογοτεχνία της γενιάς του '30 και το μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη «Στου Χατζηφράγκου» (10 Νοεμβρίου 2011)

– Νικόλαος Ζάγκλας, Ινστιτούτο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Βιέννης: Θεόδωρος Πρόδρομος: Ένας λόγιος ποιητής του 12ου αιώνα (24 Νοεμβρίου 2011)

Glossa – πιλοτική εφαρμογή των διαδικτυακών μαθημάτων νέας ελληνικής γλώσσας σε επίπεδα Γ1, Γ2

DITA VOŘECHOVSKÁ

Στο προηγούμενο τεύχος του Neograeca Bohemica (αρ. 10) περιγράψαμε το τρέχων ευρωπαϊκό πρόγραμμα Γλώσσα – τα ελληνικά ως όχημα για την προώθηση της γλωσσικής ποικιλομορφίας, στο οποίο συμμετέχει και το Ινστιτούτο Κλασικών Σπουδών της ΦΣ του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ, και αναφερθήκαμε στην προετοιμασία των μαθημάτων e-learning. Η πιλοτική εφαρμογή ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2011 και θα τελειώσει το Μάιο του 2012. Τα μαθήματα αποτελούνται από πέντε ενότητες για κάθε επίπεδο, η καθεμιά πάνω σε συγκεκριμένο θέμα. Οι ενότητες έχουν ενιαία δομή σχετικά με τις τέσσερις δεξιότητες των γλωσσικών γνώσεων. Τα μαθήματα περιλαμβάνουν και τεστ σχεδιασμένα με βάση τις προδιαγραφές των εξετάσεων Πιστοποίησης της Ελληνομάθειας. Οι συμμετέχοντες μαθητές προέρχονται από διάφορες χώρες του κόσμου (συμπεριλαμβανομένης της Νότιας Αφρικής ή Αυστραλίας και εγγεγραμμένοι είναι επίσης φοιτητές του μεταπτυχιακού κύκλου και υποψήφιοι διδάκτορες της Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ του Μπρνο) και δουλεύουν σε ομάδες που έχουν στη διάθεση έναν/μια σύμβουλο καθηγητή/καθηγήτρια. Ο καθηγητής/η καθηγήτρια διορθώνει τα γραπτά των μαθητών και κάνει μαζί τους συνομιλία μέσω του προγράμματος Skype. Μέχρι στιγμής υπάρχει θετική απήχηση από την πλευρά των μαθητών. Στα πλαίσια της πιλοτικής εφαρμογής υλοποιήθηκε και ένα πρόγραμμα των καθηγητών-αξιολογητών στους οποίους δόθηκε πρόσβαση σε μία ενότητα και ζητήθηκαν να αξιολογήσουν τη μεθοδολογία ανάπτυξης online περιεχομένου για ανώτερα επίπεδα και το επαγγελματικό προφίλ. Στόχος είναι να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του προγράμματος μετά την επίσημη ολοκλήρωσή του που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο του 2012 στις Βρυξέλλες.

Rok 2011 na Ústavu řeckých a latinských studií FF UK

Rok 2011 znamenal pro pražskou novořečtinu rok mnoha významných událostí. Z těch nejdůležitějších je třeba uvést:

– Ve čtvrtek 24. března 2011 vystoupil na Filozofické fakultě Univerzity Karlo-vy v Praze Roderick Beaton, přední neogrecista a byzantolog z King´s Colle-

Rok na Ústavu klasických studií FF MU Rok na Ústavu klasických studií FF MU

Page 73: Neograeca Bohemica

144 145

ge v Londýně, s přednáškami Lord Byron a řecké povstání v letech 1823–24 a Nikos Kazantzakis: tvůrce Řeka Zorby a Posledního pokušení 50 let poté. Akce se zúčastnili kromě akademických pracovníků a studentů i významní hosté: řecký velvyslanec Konstantinos Kokossis, profesorka Růžena Dostálová, dlouho-letá pracovnice Ústavu řeckých a latinských studií FF UK, a Hana Mottlová, absol-ventka novořečtiny na FF UK a velvyslankyně ČR v Řecku v letech 2006–2010. Řecký velvyslanec při této příležitosti předal profesorce Dostálové jedno z nejvyšších státních vyznamenání Řecké republiky, které jí udělil řecký prezident Karolos Papuli-as za její dlouholetý přínos v šíření řecké vzdělanosti v ČR. Státní řecké vyznamenání obdržela z rukou řeckého velvyslance také její excelence Hana Mottlová. Řeckého velvy-slance a profesora Beatona přijal na rektorátu profesor Václav Hampl, rektor Univer-zity Karlovy.

– 21. Festival spisovatelů Praha (16.–20. dubna) soustředěný na téma studené války hostil mezi jinými jednoho z nejvýznamnějších řeckých básníků Dionysia Kapsalise, básnířku a žurnalistku Athinu Papadaki a Konstantina Kokossise, prozaika a bývalého řeckého vyslance v Praze. Nelze opomenout, že za českou stranu byla hostem festivalu také kolegyně Sylva Fischerová.

Spolupráce hlavního organizátora festivalu Michaela Marche a řeckého velvyslance v Praze vedla o několik měsíců později, 14. a 15. listopadu, k dalšímu mimořádnému setkání, kdy byl hostem ÚŘLS FF UK prof. Thanos Veremis, který proslovil přednášku na téma The Modern Greek State and its relations with neighbouring countries, po níž následovala dlouhá diskuse, a o den později tentokrát v rezidenci řeckého velvyslance proběhla rozprava nad tématem budoucnosti Řecka.

– V rámci tematických přehlídek na Mezinárodním filmovém festivalu Karlovy Vary ko-naném od 1.–9. července byla představena tvorba mladých řeckých tvůrců, kteří v po-sledních několika letech zaujali světové filmové festivaly i kritiky. O svých filmech a o fe-noménu současného mladého řeckého filmu s diváky (a studenty novořečtiny) debatovalirežiséři Syllas Tzumerkas, Alexis Alexiu, Argyris Papadimitropulos a producentka Ma-ria Drandaki.

Dlouho připravovaná událost byla zároveň impulzem k realizaci výběrového jednosemes-trálního semináře k řecké filmové tvorbě v rámci ÚŘLS FF UK.

– 12. září absolvovali první tři studenti znovu obnoveného oboru novořečtina při ÚŘLS FF UK s výbornými výsledky.

– Ústav mezinárodních vztahů, v. v. i., uspořádal kulatý stůl Mezinárodní politiky nad té-matem Řecko v krizi, jehož se zúčastnili autoři hlavních článků aktuálního čísla časopisu Mezinárodní politika. Tentokrát to byli: Kateřina Králová, Institut mezinárodních studií,

FSV UK a Kostas Tsivos, Seminář pro novořecká studia ÚŘLS FF UK. Měsíčník Mezi-národní politika tak navázal na dřívější tradici pravidelných diskusních setkání, přičemž autoři tak dostali možnost rozvíjet myšlenky a teze svých příspěvků v přímém kontaktu se širokou veřejností.

– Další mimořádná přednáška proběhla 8. listopadu, kdy ÚŘLS přivítal spisovatele Di-mitrise Nollase. Jeho příspěvek měl název Ráj dětství v řecké literatuře 30. let 20. století a román Kosmase Politise „Στου Χατζηφράγκου”.

To έτος 2011 στο Ινστιτούτο Ελληνικών και Λατινικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Καρόλου

Κατά τη διάρκεια του 2011 στις δραστηριότητες του Τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας της Πράγας καταγράφηκαν ορισμένα σημαντικά γεγονότα, τα οποία και παραθέτουμε:

– Στις 24 Μαρτίου 2011 ο κορυφαίος βρετανός νεοελληνιστής και βυζαντινολόγος του γνωστού King’s College, Roderick Beaton, έδωσε δύο σημαντικές διαλέξεις: η πρώτη είχε τίτλο Ο Λόρδος Μπάϋρον και η ελληνική επανάσταση, η δε δεύτερη Ο Νίκος Καζαντζάκης, δημιουργός του Τελευταίου Πειρασμού, 50 χρόνια μετά.

Τις διαλέξεις του καθηγητή Beaton παρακολούθησαν πολλοί φοιτητές, καθώς και εκπρόσωποι της ακαδημαϊκής κοινότητας και, εκτός άλλων, ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Τσεχία κ. Κωνσταντίνος Κοκόσσης, η πρώην Πρέσβης της Τσεχικής Δημοκρατίας στην Ελλάδα κ. Hana Motlová, όπως και η καθηγήτρια κ. Růžena Dostálová.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης διάλεξης ο Έλληνας Πρέσβης επέδωσε στην κ. Dostá-lová μία από τις υψηλότερες διακρίσεις που χορήγησε στην κ. Dostálová Πρόεδρος της Ελλάδας κ. Κάρολος Παπούλιας, ως ένδειξη αναγνώρισης της πολυετούς προσφοράς της στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στην Τσεχία. Αντίστοιχη διάκριση έλαβε και η κ. Motlová, απόφοιτος του Τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας από το 1995.

Τόσο ο καθηγητής Beaton όσο και ο Πρέσβης κ. Κοκόσσης έγιναν νωρίτερα δεκτοί από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου του Καρόλου κ. Václav Hampl.

– Το 21ο Φεστιβάλ Συγγραφέων της Πράγας (16–20 Απριλίου), που ήταν αφιερωμένο στο θέμα του ψυχρού πολέμου, φιλοξένησε την ελληνίδα ποιήτρια Αθηνά Παπαδάκη, τον ποιητή Διονύσιο Καψάλη, καθώς και τον Πρέσβη Κωνσταντίνο Κοκόσση με την ιδιότητα του λογοτέχνη. Μεταξύ των καλεσμένων παραβρίσκοταν επίσης η Σύλβα Φισέροβα, εξαίρετη συνάδελφος του Ινστιτούτου Ελληνικών και Λατινικών Σπουδών της Πράγας.

Μερικούς μήνες αργότερα αφίχθη στην Πράγα, καλεσμένος του προέδρου του Φεστιβάλ Συγγραφέων Michael March, ο γνωστός καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Θάνος Βερέμης, ο οποίος στις 14 Νοεμβρίου έδωσε διάλεξη στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου με

Rok na Ústavu latinských studií FF MU Rok na Ústavu latinských studií FF MU

Page 74: Neograeca Bohemica

146 147

θέμα Το νεοελληνικό κράτος και οι σχέσεις του με τα γειτονικά κράτη. Άλλη μια διάλεξη του κ. Βερέμη πραγματοποιήθηκε μια μέρα αργότερα στην κατοικία του Έλληνα πρέσβη. Ο κ. Βερέμης κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Πράγα παραχώρησε επίσης αρκετές συνεντεύξεις στα τσεχικά ΜΜΕ.

– Στα πλαίσια του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ στο Κάρλοβυ Βάρυ, που έλαβε χώρα από την 1η έως τις 9 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε αφιέρωμα στους νέους Έλληνες κινηματογραφιστές. Στα πλαίσια του αφιερώματος οι κινηματογραφιστές Σύλλας Τζουμέρκας, Αλέξης Αλεξίου, Αργύρης Παπαδημητρόπουλος και Μαρία Δραντάκη είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με το τσεχικό κοινό, καθώς και με φοιτητές της Νεοελληνικής Φιλολογίας.

– Στις 12 Σεπτεμβρίου, μετά από τη δεκαπενταετή διακοπή της διδασκαλίας, από το Τμήμα Νεοελληνικής Φιλολογίας της Πράγας αποφοίτησαν με άριστα οι πρώτοι τρεις φοιτητές του προπτυχιακού προγράμματος.

– Το Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (IMS) της Πράγας, με αφορμή τις εξελίξεις στην Ελλάδα, διοργάνωσε στις 18 Σεπτεμβρίου συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στην οποία συμμετείχε η Kateřina Králová, διδάσκουσα στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών, και ο συνάδελφος Κώστας Τσίβος του Τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας. Και οι δυο ομιλητές δημοσίευσαν νωρίτερα εκτενή άρθρα στο μηνιαίο περιοδικό Mezinárodní politika αναφορικά με την κρίση στην Ελλάδα.

– Στις 8 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε στο Ινστιτούτο Ελληνικών και Λατινικών Σπουδών διάλεξη του γνωστού συγγραφέα Δημήτρη Νόλλα με θέμα τον Κοσμά Πολίτη και την ελληνική λογοτεχνία της περιόδου του μεσοπολέμου.

Page 75: Neograeca Bohemica

NEOGRAECA BOHEMICA

PřednáškyČeské společnosti novořeckých studií

Redakce Simone Sumelidu,sazba písmem Old Standard Boris Klepal.

Vydala Česká společnost novořeckých studií, o. s.Arna Nováka 1, 602 00 Brno.

Vytiskla MSD, spol. s r. o.,Lidická 23, 602 00 Brno.

Náklad 100 výtisků.Počet stran 148.

Brno 2011.

ISSN 1803-6414