24
1 Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ: Ελληνικές παροικίες στην κεντρική Ευρώπη μετά την Άλωση Υπεύθυνος καθηγητής: Μιχαήλ Μιχαλιός Νέα Σμύρνη, Μάιος 2013

ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

  • Upload
    others

  • View
    5

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

1

Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης

ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ:

Ελληνικές παροικίες στην κεντρική Ευρώπη μετά την Άλωση

Υπεύθυνος καθηγητής: Μιχαήλ Μιχαλιός

Νέα Σμύρνη, Μάιος 2013

Page 2: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

2

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η προκείμενη εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «΄Ελληνες της

Διασποράς: Ελληνικές παροικίες στην κεντρική Ευρώπη μετά την Άλωση» και αποτελεί

τον καρπό της συλλογικής προσπάθειας 31 μαθητών/τριών της Γ΄ Γυμνασίου. Φιλοδοξεί

να ιχνηλατήσει αδρομερώς την παρουσία του ελληνισμού της διασποράς στην κεντρική

Ευρώπη, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, με σημείο αναφοράς τους δύο

σημαντικότερους προορισμούς αυτής της εποχής, τη Βιέννη και τη Βουδαπέστη. Στόχος

της σύνταξης αυτού του πονήματος ήταν να εντρυφήσουν οι μαθητές στην ερευνητική

πρακτική, να προάγουν το ομαδοσυνεργατικό πνεύμα, να οξύνουν τη συγγραφική τους

δεξιότητα και, κυρίως, να γνωρίσουν μια terra incognita της ελληνικής ιστορίας, τη δράση

του ελληνισμού στην κεντρική Ευρώπη στο χρονικό άνυσμα από το 15ο ως και τον 20ο

αιώνα.

Το πρόγραμμα επισφραγίστηκε με την εκδρομή σε Βιέννη και Βουδαπέστη, που

πραγματοποιήθηκε το διάστημα 13-18 Απριλίου. Έτσι το πρόγραμμα προσέλαβε και

βιωματική διάσταση, καθώς οι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα να γνωρίσουν επιτόπου

το τοπογραφικό αντικείμενο της εργασίας τους, ενώ είχαν και την ευκαιρία να γνωρίσουν,

ιδιαίτερα στη Βουδαπέστη, σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής

παροικίας. Επιπλέον, οι μαθητές/τριες διαπίστωσαν τη γονιμοποιό επίδραση του

απόδημου ελληνισμού στην οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ζωή των δύο πόλεων

και εντυπωσιάστηκαν από την ευγνώμονα αναγνώριση των ντόπιων σ’ αυτή τη

συνεισφορά του ελληνικού στοιχείου, η οποία ενσαρκώνεται στην απόδοση ελληνικών

ονομάτων σε δρόμους, στην ανέγερση τιμητικών αγαλμάτων και, κυρίως, στη μιμητική

αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική των σπουδαιότερων κτιρίων και την αλληλεγγύη και τη

στήριξη με την οποίες περιβάλλουν τους λιγοστούς εναπομείναντες Έλληνες.

Η ύλη διαρθρώνεται συμμετρικά γύρω από τους δύο γεωγραφικούς πόλους της εργασίας,

την Αυστρία και την Ουγγαρία, οι οποίες άλλωστε αποτελούσαν κάποτε και ένα ενιαίο

κρατικό μόρφωμα, υπό τη στιβαρή ηγεσία των Αψβούργων αυτοκρατόρων. Η σύνθεση της

εργασίας στηρίχτηκε κυρίως σε διαδικτυακές πηγές και λιγότερο σε έντυπες.

Με τον όρο παροικιακός ελληνισμός νοούνται το σύνολο των μετακινήσεων που

πραγματοποιήθηκαν το διάστημα 15ος αιώνας – αρχές 19ου αιώνα από διάφορες περιοχές

του ελληνικού χώρου προς κέντρα της δυτικής, κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, καθώς

και της βόρειας Αφρικής, αλλά και οι ελληνικές εστίες στις προαναφερθείσες περιοχές,

απότοκες των μετακινήσεων αυτών.

Εφαλτήριο για την ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής διασποράς αποτέλεσε η πολιτική

πρόθεση των Αψβούργων, ήδη από τα τέλη του 16ου αιώνα, να επεκτείνουν την οικονομική

εμβέλεια της αυτοκρατορίας τους στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, προσφέροντας σε

Οθωμανούς υπηκόους προνόμια εμπορίας και εγκατάστασης στα αψβουργικά εδάφη.

Η συγκρότηση των ελληνικών παροικιών κατά την περίοδο της Οθωμανικής

Αυτοκρατορίας προσδιορίζεται από την απουσία ενός ελεύθερου ελληνικού κράτους -

γεγονός που έχει συνέπειες μεταξύ άλλων και στο προσδόκιμο του χρόνου παραμονής

Page 3: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

3

στην χώρα υποδοχής - αλλά και από την ταξική διάρθρωση των Αποδήμων Ελλήνων κατά

την περίοδο αυτή.

Ο σημαντικότερος όγκος των Ελλήνων της Διασποράς είναι λόγιοι κατά την πρώτη

περίοδο μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι και μετακινούνται κυρίως

προς την ιταλική χερσόνησο και έμποροι και αναλαμβάνουν το διαμετακομιστικό εμπόριο

της χωρών των Αψβούργων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μετά δε τη συνθήκη του

Karlowitz (1699), η οποία παρείχε πολλές διευκολύνσεις στο οθωμανικό εμπόριο, και την

συνθήκη του Passarowitz (1718), η οποία καθιέρωνε την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στο

Δούναβη, οι Έλληνες έμποροι απολαμβάνουν από τις αψβουργικές χώρες ειδικών

προνομίων. Από την άποψη αυτή οι ελληνικές παροικίες αποτελούσαν στοιχείο του

μηχανισμού άσκησης της εξουσίας των Αψβούργων ή καλύτερα μια μερίδα της υπό

εκκόλαψη αστικής τάξης των χωρών αυτών.

Ο ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Μιχαήλ Μιχαλιός

Page 4: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ (σε παρενθέσεις οι συντάκτες)

1. Οι ελληνικές παροικίες στην Αυστρία (Αθανασίου Γεώργιος)

Ι. Οι κοινότητες

Α. Προνόμια

Β. Οργάνωση των κοινοτήτων

Γ. Η ίδρυση ναού στις ελληνικές κοινότητες της Βιέννης (Αμπάτη Ευτέρπη, Ανδρεάδη Ειρήνη,

Βασιλάκη Όλγα)

ΙΙ. Δημογραφική εικόνα (Βασιλόπουλος Παντελής)

ΙΙΙ. Παιδεία (Αρβανίτη Βασιλική, Αρβανίτη Ζωή)

ΙV. Φιλανθρωπία (Γαραντούδη Άρτεμις)

V. Οικονομία

Α. Εμπόριο και έμποροι

Β. Δρόμοι

Γ. Εμπορεύματα (Αφεντούλης Δημήτρης, Γεωργόπουλος Βασίλειος, Ευαγγελάτου

Ελένη)

Δ. Τεχνικές του εμπορίου

Ε. Νοοτροπίες (Ζαχαράκη Ναταλία, Καραμουσαδάκη Νίκη, Κόλλια Θεοφανώ)

VI. Πολιτική δραστηριότητα

Α. Πάροικοι και διεθνής συγκυρία (15ος

-19ος

αι.)

Β. Έλληνες πάροικοι και ελληνική επανάσταση (Κοντοθανάση Ευσταθία, Καρακώστας

Στέφανος, Κομιώτης Αντώνης)

Page 5: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

5

2. Οι ελληνικές παροικίες στην Ουγγαρία (Κουβατζή Χρύσα)

Ι. Οι κοινότητες (κομπανίες)

Α. Προνόμια

Β. Οργάνωση των κοινοτήτων και ίδρυση ναών (Κυριακίδη Δωροθέα, Μαγνήσαλη Ελένη,

Μιλάτος Διονύσης)

ΙΙ. Δημογραφική εικόνα (Παπαθανασίου Μαργαρίτα)

ΙΙΙ. Παιδεία (Πουλακίδα Άρτεμις)

ΙV. Φιλανθρωπία (Πολυμεροπούλου Μαρία)

V. Οικονομία

Α. Εμπόριο και έμποροι

Β. Δρόμοι

Γ. Εμπορεύματα

Δ. Τεχνικές του εμπορίου

Ε. Νοοτροπίες (Πρίτσι Μάριος, Πυρηνή Αλεξάνδρα, Ράμμος Σπύρος, Τηλικού Χλόη)

VI. Πολιτική δραστηριότητα

Α. Οι πάροικοι στη διεθνή συγκυρία (15ος

-19ος

αι.)

Β. Έλληνες πάροικοι και ελληνική επανάσταση (Τσαπάρα Ασημίνα, Χαλκιά Άννα)

Page 6: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

6

1. Οι ελληνικές παροικίες στην Αυστρία

Η πρωτεύουσα της αψβουργικής μοναρχίας, ακμαίο εμπορικό, τραπεζιτικό και πνευματικό κέντρο, αποτέλεσε -μεταξύ των άλλων αυστριακών πόλεων- σημαντικό πόλο έλξης για τους ορθόδοξους εμπόρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως από το 17ο αιώνα και εξής. Μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής της αψβουργικής μοναρχίας και της επιδίωξής της να διεισδύσει στις αγορές της Ανατολής και με την υπογραφή των διάφορων αυστροτουρκικών συνθηκών των αρχών του 18ου αιώνα δημιουργήθηκαν ευνοϊκότατες προϋποθέσεις για την εμπορική δραστηριοποίηση των ορθόδοξων βαλκάνιων εμπόρων στην ίδια την πρωτεύουσα του αυστριακού κράτους. Η αυστριακή κυβέρνηση χορηγώντας προνόμια και βραβεία στους καλύτερους εμπόρους προσέλκυε τους Έλληνες εμπόρους, η παρουσία των οποίων στη Βιέννη μαρτυρείται από το 1600 περίπου, αλλά έγινε πιο συστηματική και δυναμική κατά το 18ο αιώνα.

Οι κοινότητες

Προνόμια

Στα 1690 ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος Α' παραχώρησε στους ορθόδοξους Σέρβους που έρχονταν να εγκατασταθούν στη Βιέννη προνόμιο, το οποίο αναγνώριζε την άσκηση της θρησκείας τους και τη λειτουργία της εκκλησίας τους. Έτσι, οι Σέρβοι υπήρξαν οι πρώτοι ορθόδοξοι της αψβουργικής μοναρχίας στους οποίους δόθηκαν προνόμια, από τα οποία προσπάθησαν να επωφεληθούν και οι Έλληνες. Λίγο αργότερα, στα 1717, ο αυτοκράτορας Κάρολος ΣΤ' εξέδωσε πατέντα, δηλαδή "διάταξιν περί του καμπίου εις όφελος των πραγματευομένων", η οποία απευθυνόταν στους ορθόδοξους Oθωμανούς υπηκόους που εμπορεύονταν στη Βιέννη και κατοχύρωνε νομοθετικά την ανάπτυξη του εμπορίου καθορίζοντας τους όρους διεξαγωγής του. Το διάταγμα αυτό ανανέωσε η Μαρία-Θηρεσία στα 1763 ιδρύοντας παράλληλα και καμπιαλοκριτήριο, δηλαδή δικαστήριο που εκδίκαζε τις εμπορικές και χρηματικές υποθέσεις των ορθόδοξων εμπόρων. Το προνόμιο της Μαρίας-Θηρεσίας αναγνωρίστηκε και επικυρώθηκε από τους διαδόχους της Ιωσήφ Β' (1783), Λεοπόλδο Β' (1791) και Φραγκίσκο Β' (1794).

Τα προνόμια αυτά μιλούσαν για Έλληνες εμπορευόμενους και Οθωμανούς υπηκόους του ελληνικού και μη ενωτικού δόγματος και απευθύνονταν στους "εν τη Βιέννη κατοικούντας Γραικούς τε και Βλάχους της ανατολικής θρησκείας...". Είναι, λοιπόν, εμφανές ότι υπό τον όρο Έλληνες τα προνόμια αυτά συγκαταλέγουν επίσης τους Βλάχους, τους ορθόδοξους Αλβανούς και τους Σέρβους. Πρόκειται για λαούς που κατοικούσαν στη Μακεδονία ή τη βόρεια Ήπειρο, είχαν ασπαστεί την ορθόδοξη θρησκεία και μιλούσαν την ελληνική γλώσσα παράλληλα με το δικό τους γλωσσικό ιδίωμα, ενώ ήρθαν ως έμποροι στην αψβουργική μοναρχία και άσκησαν το επάγγελμά τους μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες Οθωμανούς υπηκόους. Κατά συνέπεια, οι συσσωματώσεις των ορθόδοξων εμπόρων της Βιέννης περιλάμβαναν, εκτός από τους Έλληνες, και Βλάχους (αρωμούνους) εμπόρους.

Τα αυτοκρατορικά προνόμια έδιναν στους Έλληνες και Βλάχους εμπόρους τη δυνατότητα να συγκροτηθούν οικονομικά σχηματίζοντας εμπορικές ενώσεις, τις λεγόμενες κομπανίες, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση της μεταγενέστερης πολιτικής τους μετεξέλιξης σε κοινότητες.

Αξιοσημείωτο είναι ότι στη Βιέννη σχηματίστηκαν δύο ελληνικές κοινότητες: η πρώτη χρονικά -η Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου- ήταν εκείνη που συσπείρωνε τους Έλληνες Οθωμανούς υπηκόους (τουρκομερίτες Έλληνες), ενώ στη δεύτερη -την Κοινότητα της Αγίας Τριάδας- ανήκαν οι Έλληνες ή Βλάχοι που είχαν λάβει την αυστριακή υπηκοότητα. Η

Page 7: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

7

διάκριση αυτή οφείλεται στο ότι πολλοί Έλληνες και Βλάχοι εγκατεστημένοι στη Βιέννη και συνάπτοντας επιγαμίες με Αυστριακές αλλά και για να μπορούν να ασκούν ευρύτερες εμπορικές δραστηριότητες έπαιρναν την αυστριακή υπηκοότητα, ενώ άλλοι παρέμεναν Οθωμανοί υπήκοοι απολαμβάνοντας φορολογικών ελαφρύνσεων αλλά με την υποχρέωση όμως να εμπορεύονται με ανατολικά προϊόντα και μόνο χονδρικά.

O ναός του Αγίου Γεωργίου Ο ναός της Αγίας Τριάδας

Οργάνωση των κοινοτήτων

Οι βασικές αρχές για την οργάνωση των δύο κοινοτήτων της Βιέννης, όπως ορίζονταν από τα αυτοκρατορικά προνόμια, συνίσταντο στην υπαγωγή των κοινοτήτων στην αυστριακή κυβέρνηση και στο δικαίωμα αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης στις εσωτερικές τους υποθέσεις και στην άσκηση της θρησκευτικής τους λατρείας. Τα αυτοκρατορικά προνόμια δεν αναγνώριζαν, όμως, στις Κοινότητες το δικαίωμα απονομής δικαιοσύνης στα μέλη τους.

Οι δύο κοινότητες της Βιέννης ήταν ανεξάρτητες μεταξύ τους. Η γενική συνέλευση των μελών αποτελούσε το εκλογικό σώμα κάθε κοινότητας, που συνεδρίαζε κάθε χρόνο και εξέλεγε τα διοικητικά όργανα της Κοινότητας. Η κοινότητα ως σώμα ήταν η ανώτερη αρχή, ενώ το βασικό διοικητικό όργανό της ήταν μία αντιπροσωπευτική βουλή, αρχικά 18μελής και αργότερα (από το 1777) 12μελής, η οποία εκλεγόταν από τη συνέλευση των μελών με ενιαύσια θητεία και διοικητικές αρμοδιότητες. Η βουλή αυτή αποτελούσε την αντιπροσωπευτική αρχή της κάθε κοινότητας, ήταν υπεύθυνη για κάθε υπόθεση που την απασχολούσε και ταυτόχρονα ήταν και το νομικό πρόσωπο των κοινοτήτων απέναντι στις αυστριακές αρχές. Ωστόσο, οι κοινότητες της Βιέννης δεν είχαν δικαστική δικαιοδοσία επί των μελών τους, παρά μόνο το δικαίωμα της διαιτητικής μεσολάβησης για την άρση μικροδιαφορών.

Η ίδρυση ναού στις ελληνικές κοινότητες της Βιέννης

Βασική μέριμνα των Ορθόδοξων Οθωμανών υπηκόων της Βιέννης, μόλις ισχυροποιήθηκαν οικονομικά στην πρωτεύουσα της αψβουργικής μοναρχίας, ήταν η ίδρυση ορθόδοξου ναού. Οι πρώτοι που απέκτησαν το δικαίωμα ανέγερσης ναού ήταν οι Έλληνες Οθωμανοί υπήκοοι, οι οποίοι κατόπιν της ευνοϊκής παρέμβασης του πρίγκιπα Ευγένιου της Σαβοΐας προς τον αυτοκράτορα Κάρολο ΣΤ' πέτυχαν στα 1723 τη χορήγηση μέσω αυτοκρατορικού εγγράφου του δικαιώματος ίδρυσης ορθόδοξου ναού στο όνομα του

Page 8: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

8

Αγίου Γεωργίου. Ο ναός αυτός φιλοξενήθηκε αρχικά στην κατοικία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του εξ Απορρήτων και η πρώτη ορθόδοξη λειτουργία τελέστηκε σε αυτόν το 1726. Από το ναό της ονομάστηκε η κοινότητα των τουρκομεριτών Ελλήνων, Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου.

Η ίδρυση, όμως, ορθόδοξου ναού για τους Έλληνες προκάλεσε την οργή του Σέρβου μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικούσε για τον εαυτό του τη θρησκευτική και διοικητική εποπτεία του ναού. Από το 1723 ως το 1776 οι Σέρβοι μητροπολίτες, κατόπιν και των προνομίων που τους παραχώρησε στα 1690 ο Λεοπόλδος Α', διεκδικούσαν την κυριότητα του ελληνικού ναού του Αγίου Γεωργίου και στα 1761 πέτυχαν την έκδοση εγγράφου από τη Μαρία-Θηρεσία, το οποίο παραχώρησε το ναό και την περιουσία του στο Σέρβο μητροπολίτη Κάρλοβιτς. Συνέπεια αυτού του γεγονότος ήταν να κλείσουν οι Έλληνες της Κοινότητας του Αγίου Γεωργίου το ναό από το 1761 ως το 1776. Το θέμα διευθετήθηκε οριστικά με την παραχώρηση στις 2 Μαρτίου 1776 υψηλού αυτοκρατορικού προνομίου από τη Μαρία-Θηρεσία, το οποίο επιδίκαζε την κυριότητα του ναού στην ελληνική κοινότητα και διέταζε το Σέρβο μητροπολίτη να επιστρέψει στο ναό ό,τι του ανήκε και είχαν αφαιρέσει οι προηγούμενοι μητροπολίτες. Το προνόμιο αυτό επικυρώθηκε και από τους διαδόχους της Μαρίας-Θηρεσίας, ενώ η Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου απέκτησε λίγο αργότερα ιδιόκτητο ναό, του οποίου η ανέγερση άρχισε στα 1803 και αποπερατώθηκε στα 1806.

Προνόμιο για την ίδρυση ναού χορηγήθηκε από τον Ιωσήφ Β' στα 1787 και στους Έλληνες και Βλάχους Αυστριακούς υπηκόους, οι οποίοι μετά την απόρριψη της πρότασής τους προς τους Έλληνες Οθωμανούς υπηκόους για ίδρυση κοινού και για τις δύο κοινότητες ναού, προχώρησαν στην ανέγερση δικού τους ναού, της Αγίας Τριάδας, με δαπάνες του μεγαλέμπορου Σίνα στην περιοχή Fleischmarkt της Βιέννης. Στο ναό αυτό είχαν δικαίωμα να εκκλησιάζονται και οι ορθόδοξοι Σέρβοι καλώντας για την τέλεση της λειτουργίας και της εξομολόγησης δικό τους ιερέα. Κατ' αναλογίαν προς τους τουρκομερίτες Έλληνες και η κοινότητα των ελλήνων αυστριακής υπηκοότητας ονομάστηκε από το ναό της, Κοινότητα της Αγίας Τριάδας.

Fleischmarkt, τότε και σήμερα

Page 9: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

9

Η διοικητική αρχή του ναού κάθε κοινότητας συγκροτείτο από -δύο ή τρεις- επιτρόπους του ναού, οι οποίοι εκλέγονταν από τη βουλή κάθε κοινότητας και ήταν υπεύθυνοι για τη διεκπεραίωση όλων των υποθέσεων που αφορούσαν στο ναό, ενώ υποχρεούνταν στο τέλος κάθε χρόνου να αποδίδουν ενώπιον όλης της κοινότητας λογαριασμό της διαχείρισής τους. Η 12μελής βουλή της κάθε κοινότητας εξέλεγε επίσης, κατά πλειοψηφία, τους ιερείς και εφημέριους του κάθε ναού, οι οποίοι όφειλαν να είναι Έλληνες στο γένος, ορθόδοξοι ιερομόναχοι, προερχόμενοι από κάποια από τις μεγάλες μονές του τουρκοκρατούμενου ελληνικού χώρου. Τα καθήκοντα των εφημέριων ήταν κατ' αποκλειστικότητα θρησκευτικά και οι ίδιοι ήταν υπόλογοι απέναντι στη βουλή της κοινότητας, ενώ όφειλαν σεβασμό στο Σέρβο μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος επικύρωνε τυπικά την εκλογή τους, χωρίς, όμως, να έχει ενεργό ανάμιξη στα εκκλησιαστικά πράγματα των δύο ελληνικών κοινοτήτων. Υπό την εποπτεία των εφημέριων διατελούσαν επίσης ο καντηλανάφτης και οι ψάλτες του κάθε ναού, υπάλληλοι υπαγόμενοι στη διοίκηση της κοινότητας. Ο εφημέριος και οι υπεφημέριοι λάμβαναν μισθό από την κοινότητα, η οποία τους παραχωρούσε επίσης δωρεάν κατοικία. Ανάμεσα στους εφημέριους που υπηρέτησαν στο ναό του Αγίου Γεωργίου ήταν και ο Νεόφυτος Δούκας, ο ΄Ανθιμος Γαζής και ο Θεόκλητος Φαρμακίδης.

Δημογραφική εικόνα

Στην αυστριακή πρωτεύουσα έφτασαν Έλληνες και άλλοι Ορθόδοξοι Οθωμανοί υπήκοοι (Βλάχοι, Σέρβοι κ.ά.) που προέρχονταν κυρίως από τις σημερινές βόρειες ελληνικές περιοχές, δηλαδή την Ήπειρο και τη Μακεδονία, ειδικότερα δε τη δυτική. Οι συχνότερα αναφερόμενοι ως τόποι καταγωγής των παροίκων αυτών είναι οι εξής: Κοζάνη, Σιάτιστα, Σέρρες, Σέλιτσα, Βογατσικό, Καστοριά, Κλεισούρα, Βλάστη, Σέρβια, Νάουσα, Βέροια, Μελένοικο, Μοσχόπολη, Μοναστήρι κ.ά. καθώς και πόλεις της Μικράς Ασίας, της Θεσσαλίας, της Θράκης ακόμη και των νησιών του Αρχιπελάγους.

Αναφορικά με τον αριθμό των Ελλήνων και Βλάχων της Βιέννης γνωρίζουμε ότι στα 1767 καταγράφηκαν στην αυστριακή πρωτεύουσα 79 Έλληνες και Βλάχοι Ορθόδοξοι Οθωμανοί υπήκοοι. Αν στον αριθμό αυτό προστεθούν και οι γυναίκες και τα παιδιά τους, τότε οι Έλληνες και Βλάχοι της Βιέννης πρέπει να άγγιζαν τους 300 στα 1767, ενώ ανήλθαν στις 4000 στα 1814, περίοδο ακμής της ελληνικής παροικίας.

Οι σχέσεις των παροίκων αυτών τόσο μεταξύ τους όσο και με τους ντόπιους κατοίκους παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η διοικητική κι εκκλησιαστική διαίρεση των Ελλήνων με βάση την υπηκοότητά τους σε δύο κοινότητες είχε ως συνέπεια την ανεξάρτητη δράση των δύο αυτών κοινοτήτων και την ψυχολογική διάσταση μεταξύ των μελών τους. Η δραστηριότητα και ο βίος της κάθε κοινότητας ήταν ανεξάρτητα αλλά κοινή ήταν η ιδιοκτησία τους στο ελληνικό τμήμα του νεκροταφείου Σανκτ-Μαρξ της Βιέννης, όπου ενταφιάζονταν και άλλοι ορθόδοξοι. Γεγονός, πάντως, είναι ότι γρήγορα οι Έλληνες κατόρθωσαν να κυριαρχήσουν στην τοπική κοινωνία και, προσφέροντας σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό έργο, να προβληθούν και πολλοί από αυτούς να τιμηθούν με τίτλους ευγενείας και σημαντικά αξιώματα.

Άποψη από το νεκροταφείο Sankt Marx

Page 10: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

10

Παιδεία

Ως τις αρχές του 19ου αιώνα δεν υπήρχε επίσημα οργανωμένο ελληνικό σχολείο στη Βιέννη και στα νεαρά ελληνόπαιδα παρεχόταν ιδιωτική εκπαίδευση από μισθωτούς δασκάλους που δίδασκαν κατ' οίκον τους γόνους των ευπορότερων ελληνικών οικογενειών. Καθώς, όμως, το αίτημα για ίδρυση ελληνικού σχολείου γινόταν έντονο και πιεστικό, η αψβουργική αυλή εξέδωσε μόλις στα 1804 θέσπισμα με το οποίο επέτρεπε στην κοινότητα των Ελλήνων Αυστριακών υπηκόων της Αγίας Τριάδας την ίδρυση ελληνικού σχολείου, το οποίο θα έπρεπε να στεγαστεί στο δεύτερο όροφο του σπιτιού της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας. Το σχολείο ετίθετο υπό το δημόσιο αυστριακό έλεγχο, ενώ η Κοινότητα της Αγίας Τριάδας επόπτευε τα οικονομικά και πρότεινε τους δασκάλους και τα διδακτικά βιβλία του σχολείου. Το σχολείο διαιρούνταν σε 4 τάξεις όπου οι μαθητές διδάσκονταν -χωριστά τα αγόρια από τα κορίτσια- Θρησκεία, Ανάγνωση, Γραφή, Αριθμητική, Θεματογραφία και ελληνική Γραμματική.

Ο αποκλεισμός της Κοινότητας του Αγίου Γεωργίου από τη διαχείριση του σχολείου προκάλεσε διαμάχες ανάμεσα στις δύο κοινότητες και την άρνηση των Ελλήνων Οθωμανών υπηκόων να υποστηρίξουν οικονομικά το σχολείο, αιτούμενοι παράλληλα τη χορήγηση σε αυτούς ξεχωριστού προνομίου για την ίδρυση δικού τους σχολείου, το οποίο, όμως, δε δόθηκε ποτέ. Αιτία προστριβών στάθηκε επίσης το θέμα της παροχής ελληνικής εκπαίδευσης και στους Βλάχους των ελληνικών κοινοτήτων της Βιέννης. Κατά συνέπεια, το ελληνικό σχολείο της Βιέννης, αντιμετωπίζοντας προβλήματα οικονομικά και λειτουργικά, λόγω της έλλειψης μαθητών -μετά και την ατελέσφορη προσπάθεια στα 1807 του Αυστριακού Καρλ Ελλμάουερ να προσθέσει στο ιδιωτικό εκπαιδευτήριό του "ιδιαίτερον τμήμα διά τους Γραικούς, τους από Βλαχίας και Μολδαβίας και εν γένει από τα ανατολικά της Ευρώπης ερχομένους νέους"- άρχισε να λειτουργεί συστηματικότερα για τα παιδιά και των δύο ελληνικών κοινοτήτων από το 1815 προσελκύοντας πολλούς μαθητές, κυρίως από τους κύκλους των Ελλήνων Αυστριακών υπηκόων. Διαιρούνταν σε δύο τάξεις, με 4 κλάσεις η καθεμιά και είχε δύο δασκάλους. Η διάρκεια μαθημάτων κάθε τάξης ήταν τριετής και περιλάμβανε μαθήματα κοινής και αρχαίας ελληνικής γλώσσας, αριθμητικής, γεωγραφίας αλλά και γερμανικής γλώσσας, με σκοπό την παροχή ελληνικής, ορθόδοξης και εμπορικής εκπαίδευσης, κατά το πρότυπο των περισσότερων σχολείων στις ελληνικές παροικίες.

Εκτός από τη μέριμνα για τη δημιουργία σχολείου και την παροχή οργανωμένης εκπαίδευσης στα παιδιά τους, οι Έλληνες της Βιέννης έχουν να επιδείξουν σημαντική κι εκτεταμένη πνευματική δραστηριότητα, κυρίως στο χώρο της τυπογραφίας και της έκδοσης ελληνικών βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών. Τα τυπογραφεία που συνδέθηκαν με την εκδοτική προσπάθεια των Ελλήνων της Βιέννης διακρίνονταν σε εκείνα που ανήκαν σε Βιεννέζους τυπογράφους οι οποίοι τύπωναν και ελληνικά βιβλία και σε εκείνα που ιδρύθηκαν από Έλληνες τυπογράφους στην αυστριακή πρωτεύουσα. Οι κυριότεροι Βιεννέζοι που τύπωναν ελληνικά ήταν: α) ο Θωμάς Τράτνερ, που άρχισε να τυπώνει ελληνικά βιβλία από τα μέσα του 18ου αιώνα και μαζί του συνεργάστηκαν προσωπικότητες, όπως ο Ιώσηπος Μοισιόδακας που εξέδωσε εκεί την Απολογία του (στα 1780) και τη Θεωρία της Γεωγραφίας (στα 1781) και ο Ρήγας Φεραίος, για να εκδώσει το Φυσικής Απάνθισμα (στα 1790) και β) ο Ιωσήφ Βαουμάιστερ, κοντά στον οποίο εργάστηκαν οι κατοπινοί μεγάλοι Έλληνες τυπογράφοι Γεώργιος Βεντότης και οι αδελφοί Μαρκίδες Πούλιου.

Page 11: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

11

Οι κυριότεροι Έλληνες τυπογράφοι ήταν: α) ο Γεώργιος Βεντότης, ο οποίος ίδρυσε το τυπογραφείο του στα 1785 και συνεργαζόμενος με τον εκδότη Πολυζώη Λαμπανιτζιώτη έφεραν εις πέρας λαμπρές εκδόσεις μέσα στο πλαίσιο του πνεύματος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, συγκαταλεγόμενος επίσης στους συνεργάτες του Ρήγα Φεραίου και β) οι Σιατιστινοί αδελφοί Γεώργιος και Πούμπλιος Μαρκίδες Πούλιου, οι οποίοι ανέλαβαν το τυπογραφείο του Ιωσήφ Βαουμάιστερ, όταν αυτός κλήθηκε να διδάξει τους πρίγκιπες του αυστριακού θρόνου. Oι αδελφοί Πούλιου προέβησαν στην έκδοση της "Eφημερίδος", σημαντικού ελληνικού ειδησεογραφικού φύλλου που άρχισε να κυκλοφορεί στα 1790 και έπαψε βίαια στα 1797 με το κλείσιμο του τυπογραφείου μετά τη σύλληψη του Ρήγα, καθώς οι δύο αδελφοί ήταν από τους βασικούς συνεργάτες του Ρήγα. Aκόμη, στα 1784, ο Γεώργιος Bεντότης εξέδωσε στα ελληνικά άλλη "Eφημερίδα", η οποία, όμως, υπήρξε εξαιρετικά βραχύβια και μικρής εμβέλειας.

Στη Βιέννη, εκτός από τις παραπάνω δύο απόπειρες έκδοσης δημοσιογραφικού οργάνου στα ελληνικά, κυκλοφόρησαν και άλλες σημαντικές εφημερίδες, όπως οι "Ειδήσεις διά τα Ανατολικά μέρη" με εκδότες τον Ιωσήφ Φραγκίσκο Χαλλ και τον Ευφρόνιο Ραφαήλ Πόποβιτς. Η εφημερίδα άρχισε να εκδίδεται στα 1811 και είχε περιορισμένη χρονική και ουσιαστική εμβέλεια, ενώ στα 1812 έδωσε τη θέση της στον "Ελληνικό Τηλέγραφο" με εκδότη το Δημήτριο Αλεξανδρίδη, ανιψιό του 'Ανθιμου Γαζή. Ο "Ελληνικός Τηλέγραφος" αποδείχτηκε πολύ μακροβιότερη εφημερίδα, αφού κυκλοφόρησε ως το 1836 ενημερώνοντας τους αναγνώστες της για θέματα κυρίως οικονομικά και πολιτικά, ενώ από το 1817 εκδιδόταν παράλληλα και ο "Φιλολογικός Τηλέγραφος" ως συμπλήρωμα του κύριου φύλλου με θέματα φιλολογικά και πολιτισμικά.

Παράλληλα, κυκλοφόρησαν στην αυστριακή πρωτεύουσα και ελληνικά φιλολογικά περιοδικά, με κυριότερα τα εξής: α) "Ερμής ο Λόγιος", που άρχισε να εκδίδεται από τον 'Ανθιμο Γαζή στα 1811 και τερμάτισε την πορεία του με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης στα 1821. Ωστόσο, η κυκλοφορία του δεν υπήρξε απρόσκοπτη καθ' όλη αυτή τη διάρκεια, αλλά επηρεάστηκε από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε το περιοδικό. Έτσι, με μειωμένα τεύχη κυκλοφόρησε το περιοδικό κατά τα έτη 1814, 1815 ενώ ήδη από το 1812 και ως το 1815 παρατηρούνταν επανειλημμένες αλλαγές των υπεύθυνων εκδοτών σε μια προσπάθεια εξεύρεσης οικονομικών πόρων και διάσωσης του περιοδικού, το οποίο έφτασε τελικά στην καλύτερη στιγμή του κατά την πενταετία 1816-1821. Η ύλη του περιοδικού -καθ' όλη τη διάρκεια της κυκλοφορίας του- συνδυάζοντας το ελληνικό με το ευρωπαϊκό στοιχείο περιλάμβανε φιλολογικές και πολιτισμικές ειδήσεις που θα συντελούσαν στη μετακένωση των ιδεών της δυτικής σκέψης και παιδείας στον ελληνικό κόσμο, ενώ η γλώσσα του προπαγάνδιζε τη χρήση της κοινής νεοελληνικής γλώσσας. β) "Η Καλλιόπη", που εκδόθηκε ως αντίπαλο δέος στο Λόγιο Ερμή από τον Αθανάσιο Σταγειρίτη και κυκλοφόρησε από το 1819 ως το 1821 προορισμένη να καταστεί το όργανο των οπαδών του γλωσσικού αρχαϊσμού της εποχής.

Τέλος, τη Βιέννη επέλεξαν ως τόπο έκδοσης των βιβλίων τους πολλοί Έλληνες λόγιοι προσπαθώντας να συντελέσουν στην πνευματική αφύπνιση του υπόδουλου Γένους. Ο

Το πρώτο φύλλο της "Εφημερίδος"

Page 12: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

12

Ιώσηπος Μοισιόδακας, ο Ρήγας Φεραίος, ο Πολυζώης Κοντός, ο 'Ανθιμος Γαζής, ο Νεόφυτος Δούκας είναι λίγοι μόνο από αυτούς που ήρθαν στην αυστριακή πρωτεύουσα για να εκδώσουν τα βιβλία τους ή να μεταφράσουν στα ελληνικά ξενόγλωσσα αξιόλογα έργα. Έτσι, από τα τυπογραφεία της Βιέννης κυκλοφόρησαν βιβλία θρησκευτικά, διδακτικά-εκπαιδευτικά, ημερολόγια, μεταφράσεις, εκδόσεις αρχαίων συγγραφέων, θεατρικά έργα -πρωτότυπα ή σε μετάφραση- και ποιητικές συλλογές. Αυτή η εκδοτική δραστηριότητα κατέστησε τη Βιέννη την αξιολογότερη πνευματική εστία του ελληνισμού της εποχής, το "εργαστήριον της νέας των Γραικών φιλολογίας" κατά το χαρακτηρισμό του Κοραή.

Φιλανθρωπία

Οι Έλληνες της Βιέννης μεταξύ των άλλων δραστηριοτήτων τους ανέπτυξαν και αξιόλογο φιλανθρωπικό έργο. Όντας πάμπλουτοι πολλοί από αυτούς διέθεσαν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους για την ίδρυση στη Βιέννη νοσοκομείων, πτωχοκομείων και ξενώνων για τη στέγαση των άπορων ομοεθνών τους που έρχονταν να σπουδάσουν στα αυστριακά πανεπιστήμια. Πολλοί άφησαν επίσης γενναία κληροδοτήματα για τη συντήρηση των ιδρυμάτων αυτών ή ανέλαβαν και την προικοδότηση άπορων κοριτσιών. Έντονη ήταν και η μέριμνα για την ανέγερση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων παράλληλα με την ανέγερση σχολείων και ναών και στην υπόδουλη πατρίδα και ιδιαίτερα στις πόλεις καταγωγής των Ελλήνων παροίκων. Παράλληλα, οικονομικά και κοινωνικά επιφανείς και ισχυρές οικογένειες, όπως η οικογένεια Σίνα, χρηματοδότησαν την κατασκευή δημόσιων έργων στη Βιέννη (π.χ. υδραγωγείο) κι ενίσχυσαν οικονομικά τη συντήρηση πανεπιστημιακών κτιρίων (π.χ. του Πολυτεχνείου).

Εκτός από το φιλανθρωπικό έργο μεμονωμένων περιπτώσεων Ελλήνων παροίκων και οι ελληνικές κοινότητες της Βιέννης ως σώμα άσκησαν οργανωμένη φιλανθρωπική δραστηριότητα, προσφέροντας χρήματα για την ανακούφιση των φτωχών της πόλης, ενώ οι δύο ελληνικές εκκλησίες δημιούργησαν ειδικό ταμείο για τη βοήθεια των χηρών, των ορφανών και όλων γενικά των πασχόντων, τόσο Ελλήνων όσο και Αυστριακών.

Οικονομία

Το εμπόριο και οι έμποροι

Η Βιέννη απέβη αξιόλογο εμπορικό κέντρο ιδιαίτερα κατά το 18ο και 19ο αιώνα, καθώς η επίκαιρη θέση της μεταξύ της κεντρικής Ευρώπης και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο Δούναβης που κυλούσε δίπλα της της προσκόμιζαν σημαντικά οφέλη. Τα εμπορεύματα που προέρχονταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία αποθηκεύονταν στη Βιέννη και από εκεί αποστέλλονταν στην υπόλοιπη Αυστρία, Γερμανία, βόρεια Ιταλία και Γαλλία. Επίσης, στην αυστριακή πρωτεύουσα λάμβαναν χώρα και δύο εμπορoπανηγύρεις κάθε χρόνο, οι οποίες προσέλκυαν πλήθος εμπόρων και προσέδιδαν ζωηρή εμπορική κίνηση στην πόλη. Τέλος, η Βιέννη διέθετε χρηματιστήριο και τράπεζα ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, πράγμα που διευκόλυνε πολύ τους εμπόρους στις συναλλαγές τους. Τα πλεονεκτήματα αυτά, σε συνδυασμό με τα προνόμια και τις διευκολύνσεις που η αψβουργική κυβέρνηση παραχωρούσε στους βαλκάνιους εμπόρους, οδήγησαν πλήθος Ελλήνων εμπόρων στη Βιέννη ήδη από το τέλος του 17ου αιώνα.

Δρόμοι

Οι κυριότεροι χερσαίοι δρόμοι που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες έμποροι στην πορεία τους από τα τουρκοκρατούμενα ελληνικά εδάφη προς τις αυστριακές επαρχίες ήταν οι

Page 13: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

13

εξής: α) Ο αυτοκρατορικός ή δρόμος της Κωνσταντινούπολης, που ξεκινούσε από την Κωνσταντινούπολη και ακολουθώντας την κοιλάδα του Έβρου έφτανε στη Σόφια κι από εκεί συνέχιζε προς τα νοτιοδυτικά, περνούσε από το Πιρότ και το Βελιγράδι και διαμέσου του ποταμού Σάβο κατέληγε στο Σεμλίνο. Από εκεί κατευθυνόταν προς τον τελικό σταθμό της Βιέννης. Οι περισσότεροι έμποροι από τη δυτική Μακεδονία ακολουθούσαν μία διακλάδωση του δρόμου αυτού που ξεκινούσε από τη Νίσσα και κατευθυνόταν νότια ακολουθώντας την κοιλάδα του Μοράβα, β) Ο δρόμος της Μακεδονίας ή της Βοσνίας, που ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη ένωνε τη Μακεδονία με τη Βοσνία, με ενδιάμεσους σταθμούς τα Σκόπια και το Σεράγεβο και τελικό προορισμό τη Βιέννη, γ) Ο δρόμος που ξεκινούσε από τη Θεσσαλονίκη και ακολουθούσε την κοιλάδα του Στρυμόνα σχηματίζοντας τη γραμμή Σέρρες-Σιδηρόκαστρο-Μελένοικο-Σόφια-Νίσσα-Βελιγράδι-Σεμλίνο και δ) Ο δρόμος των Σερρών, που ξεκινούσε από τις Σέρρες και ακολουθώντας την κοιλάδα του Στρυμόνα έφτανε στη Στρώμνιτσα, από εκεί στα Σκόπια και τελικά στην πρωτεύουσα της αψβουργικής μοναρχίας.

Οι δρόμοι αυτοί ήταν σε πολλά σημεία δύσβατοι, έκλειναν σε περίπτωση κακοκαιρίας και συχνά τους λυμαίνονταν ληστές και κακοποιοί. Για να αντιμετωπίσουν αυτές τις συνθήκες ανασφάλειας, οι Έλληνες έμποροι ταξίδευαν συνήθως σε κοινές πορείες, δηλαδή με τα λεγόμενα καραβάνια: σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο συγκεντρώνονταν πολλοί έμποροι από διάφορες περιοχές και ξεκινούσαν όλοι μαζί μεταφέροντας τα εμπορεύματά τους με υποζύγια -συνήθως άλογα, καμήλες και μουλάρια. Οι έμποροι αυτοί ήταν κατά κανόνα οπλισμένοι, ενώ στη διάρκεια του μακρινού ταξιδιού, το οποίο διαρκούσε ολόκληρους μήνες, σταματούσαν στα καραβάν-σεράγια και στα χάνια που βρίσκονταν κατά μήκος του δρόμου. Εκεί διανυκτέρευαν, τάιζαν τα ζώα τους, ανεφοδιάζονταν οι ίδιοι, ενώ συχνά προέβαιναν και σε εμπορικές συναλλαγές.

Οι Έλληνες έμποροι χρησιμοποιούσαν επίσης και πλωτούς δρόμους με κύριο το Δούναβη, διαμέσου του οποίου μεταφέρονταν από τη Βιέννη με πλοία μεγάλα φορτία προς το νότο, τα οποία τα παραλάμβαναν οι Έλληνες έμποροι και τα διαμετακόμιζαν μέσω των χερσαίων δρόμων στα λιμάνια της Αδριατικής.

Εμπορεύματα

Τα κυριότερα ανατολικά προϊόντα που εξήγαν οι Έλληνες πραματευτές από τις τουρκοκρατούμενες πατρίδες τους προς τη Βιέννη ήταν: γουναρικά της Καστοριάς, νήματα (κόκκινα και λευκά), χαλιά της Μοσχόπολης, δέρματα Μακεδονίας και Ανατολής, βαμβάκι Σερρών, αλατζάδες και κρόκος Κοζάνης, κρασί Σιάτιστας και Νάουσας, μαχαίρια σμυρνιώτικα, καπνός, αλάτι, πιπέρι και άλλα μπαχαρικά, μεταξωτές κλωστές, ρύζι, όσπρια κ.ά. Κατά την επιστροφή τους στις πατρίδες τους μετέφεραν από την κεντρική Ευρώπη προϊόντα επεξεργασμένα, ρούχα, είδη πολυτελείας, μεταξωτά υφάσματα, αγγεία κρυστάλλινα και πορσελάνινα, γυναικεία κοσμήματα, καθρέφτες με επίχρυσα πλαίσια κ.ά.

Τεχνικές του εμπορίου

Αρχικά οι Έλληνες έμποροι ταξίδευαν οι ίδιοι μεταφέροντας και πουλώντας τα εμπορεύματά τους στην αυστριακή πρωτεύουσα. Σταδιακά όμως, οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Βιέννη και δημιούργησαν εμπορικές συντροφίες, όπου συνεταιριζόμενοι μερικοί έμποροι μεταξύ τους αναλάμβαναν κάποιοι την αγορά και άλλοι την προώθηση των εμπορευμάτων συμμετέχοντας από κοινού στα έξοδα και τα έσοδα. 'Αλλοι ίδρυσαν επίσης μεγάλους εμπορικούς οίκους, με έδρα στη Βιέννη και υποκαταστήματα σε άλλες ευρωπαϊκές και βαλκανικές πόλεις (π.χ. οικογένεια Σίνα).

Page 14: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

14

Οι κυριότεροι τρόποι που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες έμποροι για τη διευκόλυνση του εμπορίου ήταν η ασφάλεια (σιγουριτά), η πληρωμή δηλαδή από τον έμπορο ενός ποσού σε μια ασφαλιστική εταιρεία, ώστε σε περίπτωση απώλειας ή βλάβης του εμπορεύματος να λάβει τα χρήματά του από την εταιρεία, η πρόβλεψη (κομισιόν, commissione), δηλαδή η μεσιτεία ενός φίλου του εμπόρου προκειμένου να αγοραστεί και να πουληθεί το προϊόν, η συναλλαγματική (πόλιτζα ή καμβιάλα), όπου ένας έμπορος έβαζε τα χρήματα στον ένα τόπο, ώστε να τα εισπράξει ο σύντροφός του σε κάποιον άλλο τόπο, και η ομολογία (ομπλιγκατζιόνε), δηλαδή το γράμμα που πιστοποιούσε ότι ο έμπορος είχε δανειστεί από κάποιον χρήματα, όταν ο ίδιος δε διέθετε το απαιτούμενο κεφάλαιο. Τέλος, οι έμποροι διατηρούσαν ειδικά κατάστιχα, όπου κωδικοποιούσαν όλες τις εμπορικές τους δραστηριότητες για προσωπική τους διευκόλυνση. Παράλληλα, σημαντικοί λόγιοι έμποροι ανέλαβαν στη Βιέννη την έκδοση ειδικών εμπορικών εγχειριδίων με οδηγίες για την εύκολη διεξαγωγή του εμπορίου και τη σωστή κατάρτιση και συμπεριφορά του εμπόρου (π.χ. Σκριττούρα Δόππια και Χειραγωγός έμπειρος εις τα της πραγματείας... του Θωμά Δημητρίου και μια εμπορική πραγματεία του Αθανάσιου Ψαλίδα).

Εκτός από τις εμπορικές, οι Έλληνες επιδόθηκαν στη Βιέννη και σε τραπεζιτικές και χρηματιστηριακές δραστηριότητες -με εξέχον παράδειγμα αυτό της οικογένειας Σίνα-, αλλά και σε τυπογραφικές κι εκδοτικές προσπάθειες, με σκοπό τη μεγιστοποίηση των κερδών τους. Το ελληνικό βιβλίο την εποχή αυτή -εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της πνευματικής αφύπνισης- γνώριζε μεγάλη ζήτηση και απέφερε σημαντικά κέρδη. Έτσι, οι Έλληνες έμποροι επένδυαν κεφάλαια στην ίδρυση και τον εξοπλισμό των τυπογραφείων, χρηματοδοτούσαν τη μετάφραση ξένων κι έκδοση ελληνικών βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών κι ενίσχυαν την κυκλοφορία τους συγκαταλεγόμενοι στους συνδρομητές που προμηθεύονταν τα έντυπα αυτά.

Νοοτροπίες

Οι Έλληνες έμποροι στη Βιέννη αποτελούσαν τους φορείς της νέας αστικής τάξης που εμφανίστηκε και ισχυροποιήθηκε την εποχή αυτή στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Συσσωρεύοντας υλικό πλούτο αναδείχτηκαν και κοινωνικά, έγιναν εξέχοντα μέλη της τοπικής κοινωνίας, απέκτησαν τίτλους ευγενείας (π.χ. τον τίτλο του βαρόνου πήραν οι έμποροι Κωνσταντίνος Μπέλιος, Στέργιος Δούμπας, Γεώργιος Σίνας κ.ά.), ενώ πολλοί ανήλθαν και στη διοικητική ιεραρχία της χώρας (π.χ. οι Θεόδωρος Καραγιάννης και Νικόλαος Δούμπας εισήλθαν στην αυτοκρατορική βουλή ως βουλευτές) ή κατέλαβαν υψηλές θέσεις στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της πόλης (π.χ. ο φιλόλογος Θ. Καραγιάννης διορίστηκε διευθυντής της Αυστριακής Ακαδημίας Βιέννης και της Αυτοκρατορικής Βιβλιοθήκης).

Οι αστοί αυτοί ασπάστηκαν τις νέες φιλελεύθερες κι επαναστατικές ιδέες της εποχής και παρακολουθούσαν από κοντά τα πολιτικά τεκταινόμενα του περίγυρού τους. Οι φιλολογικές, οικονομικές και πολιτικές συζητήσεις στα διάφορα καφενεία της Βιέννης όπου σύχναζαν, οι συγκεντρώσεις στα σπίτια και η επίδοση σε τυχερά παιχνίδια φαίνεται πως αποτελούσαν τις συνηθέστερες μορφές διασκέδασης για τους απόδημους αυτούς. Όσοι, όμως, είχαν πάρει την αυστριακή υπηκοότητα ή είχαν νυμφευτεί Αυστριακές φαίνεται πως αφομοιώνονταν σταδιακά όλο και περισσότερο από το ντόπιο περιβάλλον.

Ωστόσο, υπήρχαν ανάμεσα σε αυτούς τους Έλληνες παροίκους και αρκετοί που ζούσαν με το όραμα της επιστροφής στην πατρίδα τους, όταν αυτή θα ήταν ελεύθερη, και αγωνίζονταν για το σκοπό αυτό υποστηρίζοντας οικονομικά την ανέγερση σχολείων και

Page 15: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

15

εκκλησιών και την αποστολή βιβλίων για την πνευματική αφύπνιση και επαναστατική προετοιμασία των συμπατριωτών τους. Πολλοί μάλιστα επέστρεψαν στους τόπους καταγωγής τους και έχτισαν εκεί ωραιότατα αρχοντικά σπίτια κατά το πρότυπο των ευρωπαϊκών, τα οποία εξόπλισαν με έπιπλα και διακοσμητικά αντικείμενα δυτικής μόδας και κατασκευής. Πολλά από αυτά σώζονται μέχρι σήμερα σε αρκετές πόλεις της δυτικής -κυρίως- Μακεδονίας.

Πολιτική δραστηριότητα

Οι πάροικοι στη διεθνή συγκυρία (15ος-19ος αι.)

Οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης βρήκαν πρόσφορο έδαφος διάδοσης μεταξύ των Ελλήνων παροίκων της Βιέννης. Οι Έλληνες διανοούμενοι της αυστριακής πρωτεύουσαςενστερνίστηκαν τις γαλλικές διακηρύξεις περί ισότητας, δημοκρατίας και ελευθερίας, διάβασαν και μετέφρασαν τα έργα των Γάλλων διαφωτιστών -Montesqieu, Rousseau, Voltaire- και δημοσίευσαν στις ελληνικές εφημερίδες που εκδίδονταν στη Βιέννη τη γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Παράλληλα, η προσδοκία λυτρωτικής επέμβασης του Ναπολέοντα στην Ανατολή μετέφερε τον επαναστατικό προβληματισμό των Ελλήνων από το θεωρητικό στο πρακτικό επίπεδο και ώθησε πατριώτες, όπως ο Ρήγας, να επιδιώξουν προσωπική επαφή με το Βοναπάρτη. Τέλος, τα δημοκρατικά φυλλάδια με τον προγραμματικό τους χαρακτήρα και την κωδικοποίηση των επαναστατικών αρχών παρείχαν το πρότυπο για τη σύνταξη των δημοκρατικών πολιτευμάτων που οραματίζονταν κάποιοι λόγιοι της διασποράς, όπως ο Ρήγας.

Έλληνες πάροικοι και Ελληνική Επανάσταση του 1821

Αποφασιστική υπήρξε η συμβολή των Ελλήνων της Βιέννης στην Ελληνική Επανάσταση και ιδιαίτερα στο στάδιο της ιδεολογικής και πρακτικής προετοιμασίας της. Τα ελληνικά βιβλία, οι εφημερίδες, οι ξένες μεταφράσεις που βγήκαν από τα ελληνικά τυπογραφεία της Βιέννης διοχετεύονταν και στον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο, συμβάλλοντας στην πνευματική αφύπνιση και ιδεολογική εξοικείωση των υπόδουλων Ελλήνων με τις επαναστατικές ιδέες της εποχής. Την αυστριακή πρωτεύουσα, όμως, επέλεξε και ο Ρήγας Φεραίος, για να εκδώσει το επαναστατικό του υλικό σχεδιάζοντας τον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Στο τυπογραφείο των Μαρκίδων Πούλιου τύπωσε το επαναστατικό του μανιφέστο σε 3000 αντίτυπα, τους περίφημους χάρτες του και τη χαλκογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, προοριζόμενα όλα να φτάσουν στην υπόδουλη πατρίδα. Επίσης, στη Βιέννη στρατολόγησε από τους εκεί εγκατεστημένους Έλληνες τους πρώτους συνεργάτες του, πολλοί από τους οποίους βρήκαν μαρτυρικό θάνατο μαζί του (Θ. Τουρούτζιας, Παν. και Ιωάννης Εμμανουήλ κ.ά.), ενώ γρήγορα ο κύκλος των οπαδών του περιέλαβε Έλληνες και από άλλες παροικίες για τη συνέχιση και ολοκλήρωση του έργου του.

Με τη σύσταση της Φιλικής Εταιρείας πολλοί Έλληνες της Βιέννης μυήθηκαν στους κόλπους της και αρκετοί κατατάχθηκαν στον Ιερό Λόχο του Υψηλάντη που κατατροπώθηκε στη μάχη του Δραγατσανίου (π.χ. Γεώργιος Λασσάνης), ενώ άλλοι μετέβησαν στην επαναστατημένη Ελλάδα για να αγωνιστούν εκεί. Οι ελληνικές κοινότητες της Βιέννης υποστήριξαν οικονομικά την Επανάσταση, στέλνοντας χρήματα κι εφόδια, αλλά προσέφεραν και ηθική συμπαράσταση, υποδεχόμενες και περιθάλπτοντας γυναικόπαιδα από την επαναστατημένη Ελλάδα και αγωνιστές από άλλες χώρες που χρησιμοποιούσαν τη Βιέννη ως ενδιάμεσο σταθμό για τη μετάβασή τους στον ελληνικό επαναστατημένο χώρο.

Page 16: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

16

2. Οι ελληνικές παροικίες στην Ουγγαρία

Η Ουγγαρία κατά το 16ο αιώνα ήταν διαιρεμένη σε τρεις περιοχές: την Τρανσυλβανία, τη βασιλική επικράτεια και τα κατεχόμενα από τους Τούρκους εδάφη. Η Τρανσυλβανία πέρασε στα 1669 στην αυστριακή επικράτεια, ενώ και οι Τούρκοι έχασαν στα 1687 τα εδάφη που κατείχαν στην Ουγγαρία. Καθώς, λοιπόν, η Ουγγαρία αποτελούσε σημαντικό τμήμα της αψβουργικής μοναρχίας, η παρουσία και η δράση των Ελλήνων στα εδάφη της συνδέονται άμεσα με τις ευνοϊκές για την άσκηση του εμπορίου συνθήκες, που επικρατούσαν τότε στα πλαίσια της αψβουργικής μοναρχίας για τους βαλκάνιους εμπόρους. Κατ' αναλογίαn με την Αυστρία και την Τρανσυλβανία, οι Έλληνες πήραν και στην Ουγγαρία το διαμετακομιστικό εμπόριο στα χέρια τους, ενώ ανάμεσα στους Σέρβους, Αλβανούς και Μακεδονοβλάχους, που προσκλήθηκαν από τον Ούγγρο βασιλιά Λίποτ Α΄ μετά το 1687 για να ενισχύσουν τα αποδεκατισμένα πληθυσμιακά ουγγρικά εδάφη, μετά τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής, υπήρξαν και μερικοί Έλληνες. Το βασικό, όμως, κύμα εισροής Ελλήνων στην Ουγγαρία σημειώθηκε στα 1718, ενώ το επόμενο και μεγαλύτερο στα 1760-1770.

Οι Έλληνες της Ουγγαρίας πάντα αποτελούσαν μία σχετικά ολιγάριθμη κοινότητα. Ο αριθμός της κυμαινόταν ανάμεσα στις 4 έως 10 χιλιάδες άτομα. Η παρουσία τους ωστόσο στην οικονομική, στη δημόσια και την πολιτική ζωή της χώρας ήταν αισθητή. Αυτό ισχύει τόσο για την παλαιά διασπορά όσο και για τη σημερινή, αν και τα αίτια της εγκατάστασής τους, τα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους διαφέρουν.

Οι ιστορικές ρίζες της ελληνικής μειονότητας της Ουγγαρίας βρίσκονται στην εποχή των κατακτητικών επιδρομών των Τούρκων στα Βαλκάνια. Το κύμα των προσφύγων από τη μαρτυρική χερσόνησο προς βορρά και δύση, που δεν άφησε άθικτη και την Ουγγαρία, είχε αρχίσει πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, πρωτεύουσας, μαζί και το τελευταίο κάστρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την κατάληψη της Ουγγαρίας από τους Τούρκους, στα μέσα του 16ου αιώνα, ιδιαίτερα στην Τρανσυλβανία ήταν αισθητή η παρουσία των Ελλήνων μεταναστών και εμπόρων. Εδώ ευνόησαν την εμπορική δραστηριότητά τους η υποστήριξη και τα διάφορα ευεργετήματα που τους παρείχε ο ηγεμόνας της Τρανσυλβανίας, Γκιόργκυ Ράκοτσι. Αυτά τους παρότρυναν, τους ενθάρρυναν και αύξησαν την οικονομική τους βαρύτητα στην χώρα αυτή. Για εκείνη την περίοδο οι ερευνητές του θέματος βρήκαν πολλά ντοκουμέντα στα αρχεία των πόλεων Έγκερ, Σιάροσπατακ, Τόκαϊ, Μίσκολτς και Κάσσα.

Το δεύτερο και το τρίτο κύμα μετανάστευσης από τα Βαλκάνια κατέφτασε στην Ουγγαρία μετά την υπογραφή των συμφωνιών της Κάρλοτσα (1699) και του Ποζιάροβατς (1718), και αργότερα, το 1769, όταν οι Τούρκοι κατέστρεψαν τη Μοσχόπολη και τα περίχωρά της και οι κατατρεγμένοι από τον Αλή πασά βρήκαν άσυλο στην Ουγγαρία.

Οι κοινότητες (κομπανίες)

Προνόμια

Υπό τον όρο Έλληνες εννοούνταν και στην Ουγγαρία -όπως και στη Βιέννη- όχι μόνο οι Έλληνες στο γένος, αλλά και οι ορθόδοξοι βαλκάνιοι λαοί που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, δηλαδή οι ΜακεδονοΒλάχοι, οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, ενώ συχνά Έλληνες αποκαλούνταν συλλήβδην όλοι οι βαλκάνιοι έμποροι. Τα παραχωρηθέντα λοιπόν

Page 17: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

17

προνόμια αφορούσαν και απευθύνονταν σε όλους τους ορθόδοξους βαλκάνιους εμπόρους που προέρχονταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Στα 1667 ο βασιλιάς Λίποτ Α΄ παραχώρησε τα πρώτα ειδικά προνόμια στους ορθόδοξους Οθωμανούς υπηκόους, κυρίως Σέρβους, που ζούσαν στα βασιλικά κτήματα της βόρειας Ουγγαρίας, ενώ στα 1690 ο αυτοκράτορας κάλεσε Σέρβους να έρθουν να εγκατασταθούν στις εκκενωμένες περιοχές της Ουγγαρίας, υποσχόμενος σε αυτούς πλήρη ελευθερία. Ανάμεσα σε αυτούς τους Σέρβους υπήρχαν και κάποιοι Έλληνες. Στα 1725 το συμβούλιο της βασιλικής Ουγγαρίας, με διάταγμά του, επέτρεψε στους ορθόδοξους Σέρβους, Έλληνες και Βλάχους να πουλούν στο εξής λιανικά τα προϊόντα τους στις αγορές-παζάρια των πόλεων, ενώ κατά τις υπόλοιπες ημέρες όφειλαν να παραδίδουν χονδρικά τα εμπορεύματά τους στις συντεχνίες των ντόπιων και βέβαια να εμπορεύονται μόνο τουρκικά είδη. Νέο διάταγμα στα 1741 όρισε ότι ελεύθερα μπορούν να εμπορεύονται μόνο όσοι ορθόδοξοι είχαν εγκατασταθεί μόνιμα με τις οικογένειές τους στην Ουγγαρία, ενώ οι υπόλοιποι αναγκάζονταν να πουλούν μόνο χονδρικά τα τουρκικά προϊόντα. Τέλος, στα 1769 η Μαρία Θηρεσία απαίτησε από τους ορθόδοξους Οθωμανούς υπηκόους, με διάταγμά της, τη μεταφορά των οικογενειών τους στην Ουγγαρία και την υποβολή όρκου πίστης στον αυστριακό αυτοκράτορα. Το διάταγμα αυτό, μαζί με το λίγο μεταγενέστερο του Ιωσήφ Β΄ στα 1784, το οποίο εμπόδιζε την ανάπτυξη του ανατολικού εμπορίου, σήμαναν την απαρχή της παρακμής της εμπορικής δραστηριότητας των ορθόδοξων βαλκάνιων εμπόρων στην Ουγγαρία.

Οργάνωση των κοινοτήτων και ίδρυση ναών

Τη θέση και τη διαβίωση των Ελλήνων στην Ουγγαρία ευνόησε και το διάταγμα περί ανεξιθρησκίας του Ιωσήφ Β' το 1781, το οποίο, αν και με ορισμένους περιορισμούς, τους έδωσε το δικαίωμα ανέγερσης δικών τους ορθόδοξων εκκλησιών. Νωρίτερα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι Έλληνες δεν είχαν τέτοιο δικαίωμα. Τις θρησκευτικές τελετουργίες τις τελούσαν στα σπίτια τους διακοσμώντας κατάλληλα τους χώρους για προσευχή ή πήγαιναν στις εκκλησίες των Σέρβων ομοθρήσκων τους. Ύστερα από την έκδοση του διατάγματος αυτού, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, οικοδομήθηκαν πολλές ελληνικές εκκλησίες και σημειώθηκε σοβαρή ανάπτυξη της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και της εικονογραφίας που άφησε μεγάλης αξίας έργα. Ταυτόχρονα με την οικοδόμηση των εκκλησιών ανεγείρονταν δίπλα σ' αυτές και ελληνικά σχολεία. Την περίοδο εκείνη στο έδαφος της Ουγγαρίας χτίστηκαν πάνω από τριάντα ελληνικές εκκλησίες και λειτουργούσαν άλλα τόσα περίπου ελληνικά σχολεία. Οι πιο γνωστές ορθόδοξες εκκλησίες οικοδομήθηκαν στις πόλεις Ντούναφιουλντβαρ (1788), Μπήκης (1789), Έγκερ (1792), Χόντμεζουβασιαρχεϊ (1786), Σέντες (1786), Τόκαϊ (1790), Βατς 1793, Κάρτσαγκ (1798), Πέστ (1801), Γκιούγκιους (1809), και Κέτσκεμητ (1824).

Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ουγγαρίας, με σημαντικότερο κέντρο τους την Πέστη, ενώ άλλες αξιόλογες βάσεις τους ήταν οι πόλεις: Kecskemet, Eger, Miskolc, Tokaj, Gyoengyoes, Nagyvαrad, Arad και η περιοχή Temesvαr, όπου και δημιουργήθηκαν ακμαίες ελληνικές κοινότητες. Οι κοινότητες αυτές ιδρύονταν αρχικά ως κομπανίες -συνενώσεις εμπόρων με οικονομικό δηλαδή χαρακτήρα- ενώ μέσω των διάφορωνρων προνομίων που απέσπασαν από τις αρχές απέκτησαν και το δικαίωμα της αυτονομίας και αυτοδιοίκησης.

Η πρωιμότερη χρονικά από αυτές τις ελληνικές κομπανίες της Ουγγαρίας είναι εκείνη της πόλης Tokaj, η οποία ιδρύθηκε στα 1667 με αυτοκρατορικό προνόμιο, που επέτρεπε στα μέλη της την άσκηση εμπορίου παρέχοντάς τους φορολογικές απαλλαγές και τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης. Η κομπανία ίδρυσε επίσης στα 1790 ναό, στον οποίο

Page 18: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

18

διατηρούσε δικούς της ιερείς και μπορούσε να απονέμει δικαιοσύνη στα μέλη της για κάποιες κατηγορίες αδικημάτων.

Σε ανάλογη οργανωτική βάση ιδρύθηκαν και λειτούργησαν και άλλες ελληνικές κομπανίες στην Ουγγαρία, όπως της πόλης Gyoengyoes, η οποία ιδρύθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα και παρά τους περιορισμούς αναφορικά με την ίδρυση ναού και σχολείου, φαίνεται πως κατόρθωσε να αναπτυχθεί και να δράσει με αρκετή επιτυχία· της πόλης Eger, η οποία συστήθηκε στο β΄ μισό του 18ου αιώνα, με περιορισμένες δυνατότητες αυτοδιοίκησης, ενώ απέκτησε σχολείο και ναό, και της πόλης Miskolc, η οποία συστήθηκε στο τελευταίο τέταρτο του 17ου αιώνα (1687) και φαίνεται πως ήταν ιδιαίτερα ακμαία και σημαντική κομπανία. Τα μέλη της απαλλάσσονταν από τις ισχύουσες για τους ντόπιους εμπόρους φορολογικές επιβαρύνσεις καθώς και από την υποχρέωση να παρέχουν στέγη στα ουγγρικά στρατεύματα, είχαν το δικαίωμα αυτοδιοίκησης και στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα απέκτησαν ναό που τον αφιέρωσαν στον 'Αγιο Ναούμ. Η μεγαλύτερη, όμως, ελληνική κομπανία της Ουγγαρίας κατά το 18ο αιώνα ήταν εκείνη του Kecskemet, η οποία ιδρύθηκε στα 1708, αριθμούσε τα περισσότερα μέλη και απέκτησε και αυτή δικαίωμα αυτοδιοίκησης με την εκλογή ενός προεστού για τη διαχείριση των εσωτερικών υποθέσεων της κομπανίας. Τέλος, άλλες σημαντικές σερβικές κι ελληνοβλαχικές κομπανίες ιδρύθηκαν στις πόλεις Novi Sad, Pest, Disszeg και στην περιοχή Bαcs, όλες οργανωμένες κατά το ίδιο πρότυπο.

Οι περισσότερες από αυτές πρέπει να υποθέσουμε ότι απέκτησαν ορθόδοξους ναούς για την άσκηση της λατρείας τους, αλλά δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ακριβή στοιχεία για την ίδρυση και λειτουργία των ναών αυτών, εκτός από το ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Πέστη, όπου γνωρίζουμε ότι διετέλεσαν εφημέριοι ο Πολυζώης Κοντός και ο Χαρίσιος Μεγδάνης, γνωστοί λόγιοι της εποχής.

Δημογραφική εικόνα

Ο αριθμός των Ελλήνων και Βλάχων που εγκαταστάθηκαν στην Ουγγαρία ήταν πολύ μεγάλος και σύμφωνα με εκτιμήσεις άγγιζε κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα τις 10.000 ψυχές. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών καταγόταν από τη Μακεδονία και τα αλβανικά εδάφη, ενώ λιγότεροι έφθασαν από την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Θράκη. Οι κυριότερες πόλεις καταγωγής των Ελλήνων και Βλάχων εμπόρων ήταν: Μοσχόπολη -αξιοσημείωτο είναι ότι οι Έλληνες και Βλάχοι της κομπανίας του Miscolc κατάγονταν σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από τη Μοσχόπολη- Κοζάνη, Σιάτιστα, Σέρβια, Δοϊράνη, Βογατσικό, Μελένοικο, Μοναστήρι, Σέλιτσα, Μπέλες, Κλεισούρα, Νάουσα κ.ά.

Μπαίνει το ερώτημα: πόσοι άραγε να ήταν οι Έλληνες μόνο που ζούσαν τότε στην Ουγγαρία; Η απάντηση είναι δύσκολη, αν και αξιόλογοι ερευνητές έκαναν προσπάθειες να συγκεκριμενοποιήσουν τον αριθμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία απογραφής και τα ληξιαρχικά αρχεία διάφορων πόλεων, στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα στην Ουγγαρία ζούσαν περί τις δέκα χιλιάδες "Ελληνες. Κατά τον καθηγητή Έντρε Χόρβατ, εκείνη την περίοδο λειτουργούσαν τριάντα ελληνικές θρησκευτικές κοινότητες και 26 σχολεία. Σύμφωνα με την στατιστική του Έλεκ Φήνυες, στη δεκαετία του 1840, στην Ουγγαρία ζούσαν 5.680 Έλληνες και λειτουργούσαν 17 ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες στο εσωτερικό της χώρας και τρεις στην Τρανσυλβανία. Ο Ο. Τσόεριγκ το 1857 υπολόγιζε τον αριθμό των Ελλήνων σε 9.159 άτομα, στον οποίο περιελάμβανε όμως και τους Έλληνες των εδαφών που σήμερα ανήκουν στη Σερβία και την Κροατία. Η δυσκολία έγκειται και στο παράδοξο στην ιστορία της ελληνικής διασποράς, ότι, δηλαδή, ταυτόχρονα με την άνθηση των ελληνικών κοινοτήτων, όταν σ' αυτές άκμαζαν η πνευματική, η θρησκευτική και η πολιτιστική ζωή, εξελισσόταν με γοργούς ρυθμούς και η αφομοίωσή τους. Ως αποτέλεσμα της

Page 19: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

19

αφομοιωτικής διαδικασίας στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας ουσιαστικά παύει και να υπάρχει ενμέρει η ελληνική διασπορά από την άποψη της χρήσης της μητρικής γλώσσας, της διατήρησης των συνηθειών, των ηθών και εθίμων. Θα μπορούσε κανείς να συναντήσει ελληνικής καταγωγής ανθρώπους, οι οποίοι δεν διατήρησαν ούτε τη γλώσσα ούτε τις συνήθειες των Ελλήνων και μόνον από τις διηγήσεις των προγόνων τους γνώριζαν κάτι για την προέλευσή τους. Ο εξαίρετος ερευνητής της ελληνικής διασποράς, Ούντουν Φιούβες, σε μελέτες του, ασχολούμενος με την ιστορία της αφομοίωσης των Ελλήνων, τονίζει ότι αυτοί αφομοιώθηκαν όχι μονάχα στους Ούγγρους, αλλά και στις σέρβικες και ρουμανικές κοινότητες.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχέσεις των ορθόδοξων εμπόρων -Ελλήνων, Βλάχων και Σέρβων- τόσο μεταξύ τους όσο και με τους αυτόχθονες ουγγρικούς πληθυσμούς. Οι μαρτυρίες που διαθέτουμε αποκαλύπτουν συνεχείς και αυξανόμενες διαμάχες και διαφωνίες μεταξύ των Ελλήνων και Σέρβων της Ουγγαρίας, αναφορικά με τη χρήση και λειτουργία των ορθόδοξων ναών και των σχολείων των διάφορων κομπανιών. Η γλώσσα και η ώρα στην οποία θα τελούνταν η λειτουργία για Έλληνες και Σέρβους, αλλά και το είδος και ο προσανατολισμός της εκπαίδευσης που θα παρείχαν τα σχολεία των κομπανιών έφερναν συχνά Έλληνες και Σέρβους αντιμέτωπους, με αποτέλεσμα σε κάποιες ορθόδοξες κοινότητες -όπως της Πέστης στα 1788- να επέλθει ο χωρισμός Ελλήνων και Σέρβων, ενώ σε άλλες όχι. Ανάλογες υπήρξαν και οι διαμάχες μεταξύ Ελλήνων και Βλάχων των διάφορων κομπανιών της Ουγγαρίας, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο της ορθόδοξης κοινότητας της Πέστης, στα τέλη του 18ου αιώνα, αναφορικά με τη λειτουργία της ορθόδοξης εκκλησίας της κοινότητας. Ωστόσο, οι διαμάχες μεταξύ Ελλήνων και Βλάχων δεν κατέληξαν σε καμία περίπτωση στο χωρισμό των μεν από τους δε, αλλά, αντίθετα, οι Βλάχοι αποτέλεσαν σταθερά σημαντικό συστατικό στοιχείο των ορθόδοξων κοινοτήτων της Ουγγαρίας.

Από την άλλη μεριά, και οι σχέσεις των ορθόδοξων βαλκάνιων εμπόρων με τους αυτόχθονες πληθυσμούς της Ουγγαρίας δεν ήταν πάντα αρμονικές. Οι ντόπιοι κάτοικοι των ουγγρικών πόλεων ενοχλούνταν από τις εκτεταμένες εμπορικές δραστηριότητες των ορθοδόξων, ενώ η οθωμανική υπηκοότητα των περισσοτέρων από αυτούς δημιουργούσε την υποψία ότι ασκούσαν κατασκοπεία εις όφελος των Τούρκων, παράλληλα με το φόβο της μεταφοράς επιδημιών από τα Βαλκάνια. Κατά συνέπεια, συχνά οι δήμοι των πόλεων έπαιρναν περιοριστικά μέτρα κατά των ορθόδοξων εμπόρων και δυσχέραιναν την εγκατάστασή τους και διαμονή τους στα ουγγρικά εδάφη.

Συγκεκριμένα, οι Ούγγροι ανταγωνιστές των Ελλήνων εμπόρων, με την βοήθεια των κρατικών αρχών, σε πολλά μέρη κωλυσιεργούσαν την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους και την εγκατάστασή τους. Δεν είχαν δικαίωμα να αγοράζουν ακίνητα, να χτίζουν σπίτια, εκκλησίες, σχολεία, και δεν τους επέτρεπαν να νοικιάζουν μαγαζιά, αποθήκες, βοσκοτόπια κλπ. Γι’ αυτό επιδίδονταν στο διαμετακομιστικό εμπόριο. Τα εμπορεύματα που έφερναν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία τα πουλούσαν στην Ουγγαρία και την Αυστρία και από εδώ αγόραζαν εμπορεύματα που είχαν ζήτηση στην Τουρκία. Τα καραβάνια των εμπόρων, με συνοδεία ένοπλων φρουρών, έφταναν στον προορισμό τους ύστερα από βδομάδες ή και μήνες και αντιμετώπιζαν κακοκαιρίες, ληστρικές επιθέσεις και άλλους κινδύνους. Ξεκινούσαν την άνοιξη από τη Μακεδονία και περνούσαν το Δούναβη στο Σεμλίνο. Στα σύνορα τους περίμενε μακρά και δύσκολη διαδικασία: υγειονομικός έλεγχος, καραντίνα από 20 ως 80 μέρες προς αποφυγή μεταφοράς επιδημιών. Όταν τους χορηγείτο η υγειονομική βεβαίωση και πλήρωναν τους τελωνειακούς δασμούς, συνέχιζαν το δρόμο τους στις ακτές του Δούναβη με προορισμούς σε όλη σχεδόν τη χώρα.

Page 20: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

20

Ωστόσο, οι Έλληνες και Βλάχοι έμποροι κατόρθωσαν να επιβληθούν και ξεπερνώντας τις δυσκολίες να εγκατασταθούν σε μεγάλο αριθμό ουγγρικών πόλεων, αναρριχώμενοι πολλοί από αυτούς και στην πολιτική και κοινωνική ιεραρχία, αποκτώντας τίτλους ευγενείας και υπολογίσιμη δύναμη (π.χ. οικογένεια Σίνα, Γεώργιος Ταϊκατζής, Νικόλαος Αρμενούλης κ.ά.). Αποτέλεσαν έτσι την ακμαία αστική τάξη της χώρας, η οποία εισήγαγε τις αρχές της καπιταλιστικής οικονομίας στην, κατά βάση, αγροτική ουγγρική οικονομία.

Παιδεία

Οι περισσότερες από τις κομπανίες της Ουγγαρίας πρέπει να διέθεταν και ορθόδοξα σχολεία για τη μόρφωση των παιδιών των μελών τους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, λειτουργούσαν 26 συνολικά σχολεία στις κομπανίες της Ουγγαρίας. Ωστόσο, ιδιαίτερα αξιόλογο και σημαντικό αναφαίνεται το σχολείο της κοινότητας στην Πέστη, το οποίο ιδρύθηκε με δωρεά του λογίου Γ. Ζαβίρα και διέθετε και πλούσια βιβλιοθήκη. Παράλληλα, στην Πέστη λειτούργησε και σχολή ανώτερης μόρφωσης, για την προπαρασκευή δασκάλων προοριζόμενων για τα ελληνικά σχολεία της Αυστρίας-Ουγγαρίας. Σημαντικό επίσης σχολείο απέκτησαν οι Έλληνες στο Novi Sad, το οποίο ιδρύθηκε στα 1782, ενώ ως τότε φαίνεται ότι υπήρχαν Έλληνες ιδιωτικοί δάσκαλοι ή οι Έλληνες έστελναν τα παιδιά τους στο κοινό για όλους τους ορθοδόξους της πόλης σχολείο. Το ελληνικό σχολείο του Novi Sad απέκτησε μεγάλη φήμη και συγκέντρωσε και Σέρβους μαθητές, που έρχονταν σε αυτό για να αποκτήσουν ανώτερη μόρφωση, ενώ λειτούργησε ως τα 1870.

Διεξοδικές λεπτομέρειες για την ύπαρξη, τη λειτουργία και το πρόγραμμα άλλων ελληνικών σχολείων στις πόλεις της Ουγγαρίας δε γνωρίζουμε, αλλά πρέπει να υπήρχαν. Πρέπει να προσθέσουμε ότι -εκτός από τα σχολεία της Πέστης και του Novi Sad- τα ελληνικά σχολεία της Ουγγαρίας δεν είχαν την ακτινοβολία άλλων ελληνικών σχολείων, όπως εκείνου της Βιέννης.

Εκτός από ελληνικά σχολεία, στην Ουγγαρία λειτούργησαν και τυπογραφεία που εκτύπωναν ελληνικά βιβλία, όπως το τυπογραφείο του Πανεπιστημίου της Βούδας, το τυπογραφείο του Θωμά Τράτνερ στην Πέστη κ.ά. Για την εντατική ελληνική δραστηριότητα μαρτυρεί το γεγονός ότι από τα τέλη του 18ου αιώνα ως τα μέσα του 19ου αιώνα εκδόθηκαν στην ελληνική γλώσσα περίπου 100 σχολικά, ιστορικά, θεολογικά, λογοτεχνικά και άλλα βιβλία. Ανάμεσα σ’ αυτά είναι και του εμπόρου και εξαίρετου λόγιου εκείνης της εποχής Γεώργιου Ζαβίρα, ο οποίος έγραψε 17 έργα και μετέφρασε στα ελληνικά άλλα τόσα. Μεταξύ των έργων του είναι η πρώτη επιστημονικά επεξεργασμένη ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας με τον τίτλο ”Νέα Ελλάς ή ελληνικόν θέατρον, ήτοι Ιστορία των πεπαιδευμένων Ελλήνων, των μετά την θλιβεράν του γένους ημών κατάστασιν ακμασάτων”.

Η εκδοτική, όμως, και τυπογραφική δραστηριότητα των Ελλήνων της Ουγγαρίας υστερεί έναντι εκείνης της Βιέννης, καθώς στην Ουγγαρία δεν κυκλοφόρησαν οι σημαντικές ελληνικές εφημερίδες και τα περιοδικά που συναντά κανείς στη Βιέννη.

Φιλανθρωπία

Τα μέλη των ελληνικών κομπανιών της Ουγγαρίας ανέπτυξαν σημαντική φιλανθρωπική δραστηριότητα μέσα στους κόλπους των κομπανιών, αλλά και στις ουγγρικές πόλεις όπου έδρασαν. Έτσι, ίδρυσαν νοσοκομεία, πτωχοκομεία, οίκους ευγηρίας και ορφανοτροφεία για την

Ο Γεώργιος Σίνας

Page 21: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

21

ανακούφιση των πασχόντων μεταξύ των μελών τους, ενώ προσέφεραν χρήματα και για πολεμικές ανάγκες ή για την περίθαλψη ασθενών στρατιωτών. Παράλληλα, πολλά μέλη κληροδότησαν χρηματικά ποσά για τη λειτουργία διάφορων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, ενώ άλλα συνέβαλαν και στην κατασκευή κοινωφελών έργων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του Γ. Σίνα, που χρηματοδότησε εξ ολοκλήρου την κατασκευή της μεγάλης κρεμαστής γέφυρας της Βουδαπέστης. Σημαντικά, τέλος, ήταν τα ποσά που οι Έλληνες και Βλάχοι αυτοί έστελναν στις υπόδουλες πατρίδες τους για την ίδρυση εκεί σχολείων, εκκλησιών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και για την κατασκευή δημόσιων κτιρίων, (π.χ. το Αστεροσκοπείο Αθηνών χτίστηκε με δαπάνες του Γ. Σίνα).

Οικονομία

Εμπόριο και έμποροι

Η βασική απασχόληση των ερχόμενων προς την Ουγγαρία ορθοδόξων ήταν το εμπόριο. Οι βασικοί τύποι βαλκάνιων εμπόρων ήταν τρεις: α) οι πλανόδιοι έμποροι, δηλαδή αυτοί που περιφέρονταν από τόπο σε τόπο, χωρίς να είναι μόνιμα εγκατεστημένοι κάπου, β) οι μόνιμα εγκατεστημένοι έμποροι, οι οποίοι έρχονται να κατοικήσουν στα διάφορα αστικά κέντρα της Ουγγαρίας και γ) οι μεταφέροντες εμπορεύματα έμποροι, δηλαδή όσοι κυκλοφορούσαν μεταξύ Ουγγαρίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταφέροντας τα τουρκικά προϊόντα κι έχοντας ως τελικό σταθμό συχνά τη Βιέννη. Οι ορθόδοξοι έμποροι ήταν κυρίως παντοπώλες, πουλούσαν δηλαδή στα καταστήματά τους πολλά και διάφορα είδη προϊόντων, ενώ υπήρχαν και μερικοί που εξειδικεύονταν σε ένα ή δύο προϊόντα κι ασχολούνταν αποκλειστικά με αυτά. Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν ο τύπος του ζωεμπόρου, που αγόραζε μεγάλα ζώα (μοσχάρια, χοίρους κ.ά.) στην ουγγρική πεδιάδα και τα μετέφερε έπειτα στη Βιέννη.

Δρόμοι

Οι Έλληνες και Βλάχοι, που ξεκινούσαν από τη Μακεδονία με κατεύθυνση προς την Ουγγαρία, ακολουθούσαν τους μεγάλους δρόμους που οδηγούσαν προς τα εδάφη της αψβουργικής μοναρχίας. Για να φτάσουν, ειδικότερα, στην καρδιά της Ουγγαρίας (Βούδα και Πέστη), οι περισσότεροι Έλληνες φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν τους εξής δρόμους: Zimony-Ujvidιk-Kecskemet, Mehαdia-Temesvαr-Kecskemet και Brasov-Szeben-Arad-Kecskemet. Οι έμποροι αυτοί ταξίδευαν κατά το γνωστό τρόπο των καραβανιών, τα οποία ξεκινούσαν συνήθως από την Κοζάνη, τη Σιάτιστα και τα Ιωάννινα και τα ταξίδια τους διαρκούσαν περί τους δύο μήνες, επαναλαμβανόμενα 5-6 φορές το χρόνο. Στη διάρκεια της διαδρομής στάθμευαν σε χάνια και καραβάν-σεράγια, ενώ μόλις έφταναν στους τελωνειακούς σταθμούς των συνόρων περνούσαν από τη διαδικασία της καραντίνας, δηλαδή της ιατρικής εξέτασης και απομόνωσης, ώστε να διαπιστωθεί αν είναι φορείς κάποιας επιδημίας. Σε περίπτωση που συνέβαινε κάτι τέτοιο, έμεναν στα ειδικά νοσοκομεία για θεραπεία, ενώ στην αντίθετη περίπτωση έπαιρναν το ειδικό πιστοποιητικό υγείας, το οποίο τους εξασφάλιζε την απρόσκοπτη είσοδο στη χώρα.

Εμπορεύματα

Οι ορθόδοξοι βαλκάνιοι έμποροι ήταν υποχρεωμένοι να εμπορεύονται μόνο με ανατολικά προϊόντα, στην πράξη, όμως, συχνά παρενέβαιναν αυτό τον περιορισμό και πουλούσαν και τοπικά ουγγρικά προϊόντα. Τα εμπορεύματα που μετέφεραν οι έμποροι αυτοί από και προς την Ουγγαρία ήταν σε γενικές γραμμές όλα εκείνα τα προϊόντα της Μακεδονίας που έφταναν και στις άλλες αγορές της αψβουργικής μοναρχίας. Εκτός αυτών, σημαντική

Page 22: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

22

εξαγωγή από την Ουγγαρία αποτελούσαν τα περίφημα κρασιά της και ιδιαίτερα το κρασί των πόλεων Tokaj και Eger, καθώς και τα μεγάλα ζώα και τα κτηνοτροφικά προϊόντα.

Τεχνικές του εμπορίου

Από τους μόνιμα εγκατεστημένους στην Ουγγαρία ορθόδοξους εμπόρους, οι περισσότεροι εμπορεύονταν αρχικά ως ανεξάρτητοι έμποροι, οι οποίοι διέθεταν ένα κατάστημα μέσα στις πόλεις και πουλούσαν διάφορα αγαθά, ενώ απασχολούσαν ως βοηθητικό προσωπικό τσιράκια, βοηθούς και δούλους. Μερικοί έπαιρναν κοντά τους και κάποιον συνέταιρο. Αργότερα, άρχισαν να ιδρύονται οι λεγόμενες κομπανίες, δηλαδή εμπορικές ενώσεις με σκοπό την αλληλοβοήθεια, κυρίως στη διεξαγωγή του εμπορίου, οι οποίες, όμως, γρήγορα εξελίχθηκαν, όπως είδαμε, σε τύπο κοινοτικών ενώσεων με σκοπό την εκπροσώπηση των ορθοδόξων προς τις τοπικές αρχές. Τέλος, από το 1770 εμφανίστηκε μία εξελιγμένη μορφή κομπανίας, η μετοχική εταιρεία, που αποτελείτο από 2 ή 3 εμπόρους-μετόχους, από τους οποίους ο ένας ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στην Ουγγαρία και άρα Ούγγρος υπήκοος και ο άλλος παρέμενε Οθωμανός υπήκοος και μετέφερε τα εμπορεύματα. Έτσι, οι μέτοχοι απολάμβαναν των προνομίων τόσο των Ούγγρων -ελεύθερο εμπόριο, χωρίς περιορισμούς- όσο και των Οθωμανών υπηκόων -τελωνειακός δασμός μόνο 3%- στη διεξαγωγή του εμπορίου. Συχνά, τέτοιες μετοχικές εταιρείες ήταν επιχειρήσεις μιας οικογένειας, π.χ. Νάκος, Πώποβιτς, Τακάτσης κ.ά.

Νοοτροπίες

Με βάση τις διάφορες περιγραφές, οι Έλληνες της Ουγγαρίας κατά την άφιξή τους στην Ουγγαρία φορούσαν την τουρκική ενδυμασία, ενώ με το πέρασμα των χρόνων και μετά τη μόνιμη εγκατάστασή τους στη χώρα υιοθέτησαν την ουγγρική εθνική φορεσιά. Βασικά προτερήματά τους θεωρούνταν ο δυναμισμός τους και η ευστροφία τους, ενώ η κλίση τους στο εμπόριο τους καθιστούσε συχνά ανέντιμους.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, η ζωή τους ήταν μετρημένη και παραδειγματική, ιδιαίτερα μετά τον όρκο πίστης, όταν ήρθαν και οι οικογένειες πολλών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η βασική τους διασκέδαση ήταν οι συγκεντρώσεις στα διάφορα καφενεία, που βρίσκονταν στα χέρια Ελλήνων και Βλάχων, ενώ ιδιαίτερα περιορισμένες ήταν οι επαφές τους με τους ντόπιους Ούγγρους, λόγω της αντιπάθειας που ορισμένοι Ούγγροι έτρεφαν για τους ξένους κερδοσκόπους εμπόρους. Επίσης, προβλήματα συνύπαρξης και συχνές συγκρούσεις παρατηρούνταν, όπως ήδη αναφέρθηκε, και μεταξύ Ελλήνων, Σέρβων και Βλάχων. Η γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι έμποροι αυτοί ήταν η προφορική και γραπτή ελληνική και η προφορική μόνο αρωμουνική, εμπλουτισμένες, όμως, με αρκετές λέξεις δανεισμένες από την ουγγρική διάλεκτο, ενώ χαρακτηριστική ήταν η προσήλωσή τους στην ορθόδοξη θρησκεία (π.χ. ίδρυση εκκλησιών, χριστιανικά τα ονόματά τους κ.λπ.). Από τα μέσα του 19ου αιώνα, όμως, η αφομοιωτική δύναμη των Ούγγρων έγινε ιδιαίτερα ισχυρή και άρχισε ο εξουγγρισμός των Ελλήνων και Βλάχων, που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.

Πολιτική δραστηριότητα

Πάροικοι και διεθνής συγκυρία (15ος-19ος αι.)

Οι Έλληνες της Ουγγαρίας, όπως και οι Έλληνες της Βιέννης, υποστήριξαν και βοήθησαν τον αυστριακό στρατό στις μεγάλες του αναμετρήσεις με τους Οθωμανούς και με τους

Page 23: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

23

Γάλλους, στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα. Για τις στρατιωτικές υπηρεσίες που προσέφεραν τιμήθηκαν πολλοί από αυτούς από τον αυτοκράτορα με τιμητικούς τίτλους και παραχωρήσεις γαιών (π.χ. Ταϊκατζής, Νάκος, Αρμενούλης κ.ά.). Παράλληλα, όμως, οι Έλληνες και Βλάχοι αυτοί, όπως και οι συμπατριώτες τους στη Βιέννη, ήρθαν σε επαφή και με τα νέα ιδεολογικά ρεύματα της Ευρώπης και μέσα από τα ελληνικά βιβλία που εκδόθηκαν στην Ουγγαρία γνώρισαν και ασπάστηκαν τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης κι εξοικειώθηκαν με την επαναστατική ιδεολογία της εποχής.

Έλληνες πάροικοι και ελληνική επανάσταση

Οι Έλληνες και Βλάχοι της Ουγγαρίας συμμετείχαν και στην ιδεολογική και πρακτική προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης. Αρχικά, χρηματοδότησαν την ίδρυση σχολείων και την αποστολή βιβλίων στις υπόδουλες πατρίδες τους για το φωτισμό του Γένους. Παράλληλα, γνωρίζοντας τη δραστηριότητα του Ρήγα Φεραίου, υποστήριξαν το εγχείρημά του και πολλοί κατατάχθηκαν ανάμεσα στους οπαδούς του. Κατ' αναλογία, αρκετοί μυήθηκαν και στη Φιλική Εταιρεία κι έλαβαν μέρος στο κίνημα του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Μετά την αποτυχία του κινήματος, οι ελληνοβλαχικές κομπανίες της Ουγγαρίας υποδέχτηκαν και περιέθαλψαν πολλούς αγωνιστές και βοήθησαν όσους κατέφυγαν σε αυτές για να μεταβούν από εκεί στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο.

Page 24: ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣgym-evsch-n-smyrn.att.sch.gr/action/programmata2012-2013/...μητροπολίτη Κάρλοβιτς, ο οποίος διεκδικο *σε

24

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ, Ελληνική Ορθόδοξος Διασπορά στην Ουγγαρία 17ος 19ος αι., Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμοι Ι-ΙΔ.

Κοιτίδες Ελληνισμού, Βιέννη, εφημερίδα Καθημερινή.

Οι Έλληνες στη Διασπορά, 15ος – 21ος αι., Βουλή των Ελλήνων.

ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

http://epa.oszk.hu/00000/00003/00038/seirinidou_g.html http://st22npsyhicko.blogspot.gr/2012/11/blog-post_16.html http://www.academia.edu/1285610/Macedonians_of_the_Diaspora_in_t

he_Settlements_of_the_Northern_Balkans_and_Central_Europe_17th_-_19th_century_A_Historical-Geographical_Examination

http://www.fhw.gr/projects/migration/15-19/gr/v2/central_europe.html http://www.h-

ellin.com/gorog_nyelv/folyoirat/lapok/Issue_3/page_22.htm http://yaunatakabara.blogspot.gr/2012/06/m-18-19-griechische-

gemeinde-wien.html http://zotiko.gr/index.php/views/301-greek-paroikies-until-the-15th-and-

19th-centuries