203

ΗΛΊΑΣ ΑΡΝΑΟΥΤΟΓΛΟΥ - repository.kallipos.gr · 8 Εισαγωγή Η Ίστορία του Δικαίου, από τη φύση της, ανήκει σε δύο επιστημονικούς

  • Upload
    others

  • View
    4

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

  • ΕΛΕΥΘΕΡΊΑ ΠΑΠΑΓΊΑΝΝΗΚαθηγήτρια Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ

    ΗΛΊΑΣ ΑΡΝΑΟΥΤΟΓΛΟΥΔιευθυντής Ερευνών Κέντρου Ερεύνης Ίστορίας του Ελληνικού Δικαίου της

    Ακαδημίας Αθηνών

    ΑΘΗΝΑ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥΕπίκουρη Καθηγήτρια Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ

    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣΔιδάκτορας Ίστορίας Δικαίου

    ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΊΑΡΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣΔιδάκτορας Ίστορίας Δικαίου

    ΊΩΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΑΚΗΣΚύριος Ερευνητής Κέντρου Ερεύνης Ίστορίας του Ελληνικού Δικαίου της Ακα-

    δημίας Αθηνών

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΕΛΜΗΣΕπίκουρος Καθηγητής Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ

    Ιστορία Δικαίου

  • Ιστορία Δικαίου

    Συγγραφή

    Ελευθερία Παπαγιάννη

    Ηλίας ΑρναούτογλουΑθηνά Δημοπούλου

    Δημήτρης ΚαράμπελαςΑλέξανδρος Λιαρμακόπουλος

    Ίωάννης Χατζάκης

    Ανδρέας Χέλμης

    Κριτικός αναγνώστης

    Καλλιόπη (Κέλλυ) Μπουρδάρα

    Συντελεστές έκδοσης

    Γλωσσική Επιμέλεια: Βασίλειος-Αλέξανδρος Κόλλιας

    Τεχνική Επεξεργασία: Κυριάκος Παπαδόπουλος

    ISBN: 978-960-603-352-0

    Copyright © ΣΕΑΒ, 2015

    Το παρόν έργο αδειοδοτείται υπό τους όρους της άδειας Creative Commons Αναφορά Δημι-ουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Όχι Παράγωγα Έργα 3.0. Για να δείτε ένα αντίγραφο της

    άδειας αυτής επισκεφτείτε τον ιστότοπο https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/

    Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών

    Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

    Ηρώων Πολυτεχνείου 9, 15780 Ζωγράφου

    www.kallipos.gr

  • ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑΙστορία Δικαίου ............................................................................................................3ΠΡΟΛΟΓΟΣ ..................................................................................................................7Εισαγωγή .......................................................................................................................8Κεφάλαιο 1. Χρονικά και πολιτειακά πλαίσια στην ελληνική αρχαιότητα .............9

    1.1. Χρονικά πλαίσια και πηγές ....................................................................................................................9

    1.2. Πολιτειακά πλαίσια και κανόνες δικαίου ............................................................................................11

    Βιβλιογραφία ................................................................................................................................................28

    Κεφάλαιο 2. Απονομή της δικαιοσύνης, αδικήματα και κυρώσεις στην ελληνική αρχαιότητα .........................................................................................29

    2.1. Εισαγωγικά ............................................................................................................................................29

    2.2. Χαρακτηριστικά του αθηναϊκού συστήματος απονομής της δικαιοσύνης ......................................30

    2.3. Τα αθηναϊκά δικαστήρια ......................................................................................................................31

    2.4. Διαδικασίες ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων ............................................................................35

    2.5. Αποδεικτικά μέσα .................................................................................................................................41

    2.6. Κυρώσεις (αστικού και ποινικού χαρακτήρα) ....................................................................................41

    2.7. Η ανθρωποκτονία ..................................................................................................................................43

    2.8. Η απονομή της δικαιοσύνης στη Σπάρτη ...........................................................................................44

    2.9. Η απονομή της δικαιοσύνης στον κόσμο των ελληνιστικών βασιλείων...........................................45

    2.10. Η απονομή της δικαιοσύνης στις ελληνόφωνες επαρχίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ............49

    Βιβλιογραφία/Αναφορές .............................................................................................................................51

    Κεφάλαιο 3. Πρόσωπα, οικογένεια και περιουσία στην ελληνική αρχαιότητα .....523.1. Εισαγωγικά ............................................................................................................................................52

    3.2. Δίκαιο των προσώπων: πολίτες, μέτοικοι, δούλοι ...............................................................................52

    3.3. Συγγένεια και οικογένεια ......................................................................................................................55

    3.4. Δίκαιο των Συναλλαγών .......................................................................................................................60

    Βιβλιογραφία/Αναφορές .............................................................................................................................62

    Κεφάλαιο 4. Πολιτειακή οργάνωση της αρχαίας Ρώμης .......................................634. Εισαγωγή ..................................................................................................................................................63

    4.1. Βασιλεία .................................................................................................................................................64

    4.2. Δημοκρατία (Respublica) .....................................................................................................................66

    4.3. Ηγεμονία ................................................................................................................................................71

    4.4. Δεσποτεία ...............................................................................................................................................73

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ..............................................................................................................................75

  • Κεφάλαιο 5. Πηγές του δικαίου και εξέλιξη της νομικής επιστήμης στη Ρώμη ...765.1. Διακρίσεις του Ρωμαϊκού Δικαίου .......................................................................................................76

    5.2. Βασιλεία .................................................................................................................................................77

    5.3. Δημοκρατία (Respublica) .....................................................................................................................77

    5.4. Ηγεμονία ................................................................................................................................................80

    5.5. Δεσποτεία ...............................................................................................................................................84

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ..............................................................................................................................89

    Κεφάλαιο 6. Απονομή της δικαιοσύνης, αδικήματα και κυρώσεις ........................916.1. Όργανα απονομής δικαιοσύνης ...........................................................................................................91

    6.2. Η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης ..................................................................................................99

    6.3. Διάδικοι και συνήγοροι .......................................................................................................................101

    6.4. Αδικήματα και ποινές .........................................................................................................................102

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ............................................................................................................................107

    Κεφάλαιο 7. Πρόσωπα, οικογένεια και περιουσία .................................................1097.1. Προσωπική κατάσταση .....................................................................................................................109

    7.2. Η ρωμαϊκή οικογένεια και πατρική εξουσία ....................................................................................114

    7.3. Γάμος ...................................................................................................................................................115

    7.4. Παλλακεία ...........................................................................................................................................117

    7.5. Προίκα και οικονομικές σχέσεις συζύγων .........................................................................................117

    7.6. Επιτροπεία ανήβων και γυναικών .....................................................................................................118

    7.7. Κληρονομικό δίκαιο ............................................................................................................................118

    7.8. Δίκαιο των πραγμάτων ......................................................................................................................120

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ............................................................................................................................121

    Κεφάλαιο 8. Γένεση, διαμόρφωση και πηγές του Βυζαντινού Δικαίου ................1228. Εισαγωγή ................................................................................................................................................122

    8.1. Παράγοντες διαμόρφωσης ενός νέου δικαίου...................................................................................122

    8.2. Οι πηγές του Βυζαντινού Δικαίου (534-1453) ...................................................................................127

    Βιβλιογραφία ..............................................................................................................................................141

    Κεφάλαιο 9. Πολιτειακή οργάνωση και κοινωνικές ομάδες. Πρόσωπα, οικογένεια και περιουσία στο Βυζάντιο. .....................................................................................142

    9. Εισαγωγή ................................................................................................................................................142

    9.1. Πολιτειακή οργάνωση και κοινωνικές ομάδες .................................................................................142

    9.2. Πρόσωπα, οικογένεια και περιουσία .................................................................................................156

    Βιβλιογραφία ..............................................................................................................................................165

    Κεφάλαιο 10. Απονομή της δικαιοσύνης-Αδικήματα και κυρώσεις ....................16610. Εισαγωγή ..............................................................................................................................................166

  • 10.1. Απονομή της δικαιοσύνης.................................................................................................................166

    10.2. Αδικήματα και ποινές .......................................................................................................................172

    Βιβλιογραφία ..............................................................................................................................................177

    Κεφάλαιο 11. Έννοια και πηγές του Μεταβυζαντινού Δικαίου .............................17911. Εισαγωγή ..............................................................................................................................................179

    11.1. Έννοια και χρονικά όρια του Μεταβυζαντινού Δικαίου ................................................................179

    11.2. Πηγές του Μεταβυζαντινού Δικαίου ...............................................................................................180

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ............................................................................................................................185

    Κεφάλαιο 12. Λατινοκρατία - Τουρκοκρατία. .......................................................18712.1. Δικαϊκές σχέσεις κατακτητών και κατακτημένων ........................................................................187

    12.2. Διοικητική οργάνωση, απονομή της δικαιοσύνης, οικογένεια και περιουσία ............................188

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ............................................................................................................................194

    Κεφάλαιο 13. Από τον ιουστινιάνειο Πανδέκτη στον Αστικό Κώδικα ..................19513. Εισαγωγή ..............................................................................................................................................195

    13.1. Η μελέτη του Πανδέκτη στη Δυτική Ευρώπη ................................................................................195

    13.2. Η διαμόρφωση του δικαίου στο Νεοελληνικό Κράτος ..................................................................199

    Βιβλιογραφία/Αναφορές ...........................................................................................................................203

  • 7

    ΠΡΟΛΟΓΟΣ

    Από αρκετά χρόνια, η κοινότητα των Ελλήνων ιστορικών του δικαίου είχε συνειδητοποιήσει την ανάγκη για τη συγγραφή νέου διδακτικού εγχειριδίου Ίστορίας του Δικαίου, συντεταγμένου όχι πλέον με τον παραδοσιακό τρόπο αλλά σύμφωνα με τις νέες τεχνολογίες, δηλαδή σε ηλεκτρονική μορφή. Η προκήρυξη, λοιπόν, των σχετι-κών προγραμμάτων της δράσης «Κάλλιππος», υπήρξε το έναυσμα για την εκπόνηση του παρόντος εγχειριδίου, που δημοσιοποιείται σήμερα. Στόχος της συγγραφικής ομάδας, που συγκροτήθηκε, υπήρξε η συγγραφή ενός εύληπτου εγχειριδίου, το οποίο θα βοηθούσε τους φοιτητές της Νομικής, να μελετήσουν την ιστορική εξέλιξη του Ελληνικού Δικαίου και που θα ξεπερνούσε τα όρια της κατάρτισης μιας ομάδας «επαγγελματιών», αποτε-λώντας, συγχρόνως, ένα χρήσιμο εργαλείο και για φοιτητές άλλων κλάδων –όπως της Πολιτικής Επιστήμης, της Ίστορίας και Αρχαιολογίας, της Φιλοσοφίας, της Κοινωνιολογίας, της Ανθρωπολογίας κ.ά.– στους οποίους προσφέρει στοιχεία για την κατανόηση των θεσμών και των νομικών πηγών, που και εκείνοι μελετούν στο πλαίσιο των σπουδών τους.

    Για να καταστεί εφικτή η παρακολούθηση της μακραίωνης εξέλιξης του Ελληνικού Δικαίου και των επιδρά-σεων που δέχθηκε –κυρίως από το Ρωμαϊκό Δίκαιο (μετά τον 3ο μ.X. αιώνα), από τη χριστιανική διδασκαλία (κατά τη βυζαντινή περίοδο) και από ευρωπαϊκά πρότυπα (κατά τον 19ο/20ο αιώνα)– η συγγραφική ομάδα προσπάθησε να παρουσιάσει τη διαχρονική πορεία βασικών θεσμών του, μέσα σε κεφάλαια με, κατά το δυ-νατόν, θεματική ομοιογένεια. Έτσι, ανά κεφάλαιο, προβάλλονται οι πηγές του δικαίου της κάθε περιόδου, οι μορφές της πολιτειακής οργάνωσης και οι μηχανισμοί απονομής της δικαιοσύνης, ενώ δίνονται στοιχεία για την οργάνωση της οικογένειας και τις περιουσιακές σχέσεις. Κάθε κεφάλαιο ανέλαβε μέλος της συγγραφικής ομάδας με εξειδίκευση στην εξεταζόμενη περίοδο. Ἐτσι, συντάκτης του κεφαλαίου 1 υπήρξε ο Ανδρέας Χέλ-μης (Επίκουρος Καθηγητής Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ), του κεφαλαίου 2 ο Ηλίας Αρναούτο-γλου (Διευθυντής Ερευνών Κέντρου Ερεύνης Ίστορίας του Ελληνικού Δικαίου της Ακαδημίας Αθηνών), του κεφαλαίου 3 ο Δημήτρης Καράμπελας (Διδάκτορας Ίστορίας Δικαίου), των κεφαλαίων 4 και 5 ο Αλέξανδρος Λιαρμακόπουλος (Διδάκτορας Ίστορίας Δικαίου), των κεφαλαίων 6 και 7 η Αθηνά Δημοπούλου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ), των κεφαλαίων 8, 9 και 10 η Ελευθερία Παπαγιάννη (Καθηγήτρια Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ) και των κεφαλαίων 11, 12 και 13 ο Ίωάννης Χατζάκης (Κύριος Ερευνητής Κέντρου Ερεύνης Ίστορίας του Ελληνικού Δικαίου της Ακαδημίας Αθηνών). Το έργο του κριτικού αναγνώστη επωμίσθηκε η Καλλιόπη (Κέλλυ) Μπουρδάρα (Ομότιμη Καθηγήτρια Ίστορίας Δικαίου Νομικής Σχολής, ΕΚΠΑ).

    Ως κύρια συγγραφέας του εγχειριδίου εκφράζω, και από τη θέση αυτή, στα μέλη της συγγραφικής ομάδας και στον κριτικό αναγνώστη τις θερμές μου ευχαριστίες για την άψογη συνεργασία. Ανάλογες ευχαριστίες πρέ-πουν στο προσωπικό της δράσης «Κάλλιππος», για την κάθε είδους συμπαράσταση, στον υποψήφιο διδάκτορα Ίστορίας Δικαίου κ. Βασίλειο-Αλέξανδρο Κόλλια, για τη γλωσσική επεξεργασία, και στον κ. Κυριάκο Παπαδό-πουλο, για την γραφιστική επιμέλεια και τεχνική επεξεργασία.

    Ελευθερία Παπαγιάννη

    Δεκέμβριος, 2015

  • 8

    Εισαγωγή

    Η Ίστορία του Δικαίου, από τη φύση της, ανήκει σε δύο επιστημονικούς χώρους, τον ιστορικό και τον νομικό. Με όρους ελληνικής μυθολογίας, θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ένα πρόσωπο με δύο όψεις: από τη μία την Κλειώ και από την άλλη τη Θέμιδα. Ως ιστορικός κλάδος προσπαθεί να φωτίσει πτυχές του παρελθόντος, μελετώντας γεγονότα, πράξεις, συναισθήματα, ιδέες και σκέψεις, που έχουν βιώσει οι άνθρωποι στη διαδοχή των αιώνων και που έχουν θεωρηθεί αξιομνημόνευτα, έχοντας αποτελέσει αντικείμενο καταγραφής. Ως νομι-κός κλάδος ασχολείται με έννοιες, κατηγορίες και μεθόδους, που προσιδιάζουν στην προσέγγιση του δικαϊκού φαινομένου.

    Είναι επόμενο ότι το παρόν εγχειρίδιο, που ανταποκρίνεται στο πλαίσιο ενός εξαμηνιαίου μαθήματος Ίστορίας Δικαίου, δεν είναι δυνατόν να καλύψει τη μελέτη όλων των νομικών θεσμών του παρελθόντος, σε οποιονδήποτε γεωγραφικό χώρο και αν εμφανίστηκαν. Επικεντρώνεται, αντιθέτως, στην ιστορία θεσμών που αποτυπώνονται σε κείμενα γραμμένα σε ελληνική γλώσσα, από την εποχή των μυκηναϊκών βασιλείων έως τη σύσταση του Νεοελληνικού Κράτους. Γεωγραφικά, το κέντρο βάρους εστιάζεται, ανάλογα με την περίοδο, στις Μυκήνες, στην Αθήνα, στη Μακεδονία, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στην Κωνσταντινούπολη, τέλος, ξανά στην Αθήνα, ως πρωτεύουσα πια ανεξάρτητου κράτους. Από τον 2ο, και κυρίως από τον 1ο π.Χ. αιώνα, ο ελληνικός κόσμος ήρθε σε στενή επαφή με τον ρωμαϊκό κόσμο και με το δίκαιό του, με το οποίο έκτοτε συμπο-ρεύθηκε· έτσι, κρίθηκε αναγκαίο να εξετασθεί συνοπτικά και το δίκαιο που είχαν διαμορφώσει οι Ρωμαίοι και που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των δικαίων του δυτικοευρωπαϊκού κόσμου, αλλά και, μέσω του Βυζαντίου, της σύγχρονης Ελλάδας.

    Για ποιον, όμως, λόγο πρέπει ο σύγχρονος νομικός να ασχοληθεί με τη γνώση του παρελθόντος; Στην εποχή των ηλεκτρονικών συσκευών και του διαδικτύου, τι μπορεί να του προσφέρει η μελέτη απολιθωμάτων, όπως η δουλεία, η προίκα, το πραιτορικό δίκαιο ή οι Νεαρές των βυζαντινών αυτοκρατόρων; Δεν θα ήταν, φυσικά, αρκετό να επικαλεστεί κανείς τη δίψα για μάθηση, η οποία, οπωσδήποτε, ικανοποιείται με την αναδρομή στο παρελθόν, και μάλιστα τόσο περισσότερο όσο πιο γραφικές και απομακρυσμένες είναι οι επιμέρους γνώσεις. Πιο ουσιαστική, ωστόσο, είναι η επιθυμία για κατανόηση, την οποία υπηρετεί η ιστορική προσέγγιση και η οποία είναι δυσχερής, έως αδύνατη, στη σύγχρονη του μελετητή κοινωνία. Η απόσταση του χρόνου, αντιθέτως, προσφέρει τη δυνατότητα σφαιρικής θεώρησης του δικαίου, αναδεικνύοντας τους αρμούς του με μία δεδομένη κοινωνία και επιτρέποντας την αποκρυπτογράφηση των συνθηκών, οι οποίες οδήγησαν στη γέννηση ή την κα-τάργηση θεσμών και κανόνων· χάρη στη χρονική απόσταση, καθίστανται ευδιάκριτοι οι δεσμοί του δικαίου με συγκεκριμένα πολιτειακά καθεστώτα (βασίλεια, πόλεις, αυτοκρατορίες) και αντιληπτές οι ποικίλες μορφές της ενδεχόμενης υπερβατικής καταγωγής του. Με αυτή τη γνώση, ο ιστορικός του δικαίου μπορεί να προσεγγίσει καλύτερα τη δική του κοινωνία. Από την άποψη αυτή, καμία από τις παρελθούσες εμπειρίες του ανθρώπου δεν είναι άχρηστη· η κατάλληλη επεξεργασία της, αντιθέτως, συνιστά προνομιακό πεδίο για την άσκηση της κριτι-κής σκέψης, απαραίτητο εφόδιο κάθε νομικού.

    Ακολουθώντας την καθιερωμένη χρονολογική σειρά, το εγχειρίδιο χωρίζεται σε τέσσερις μεγάλες ενότητες: την Ελληνική και τη Ρωμαϊκή Αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την περίοδο μετά την Άλωση.

  • 9

    Κεφάλαιο 1. Χρονικά και πολιτειακά πλαίσια στην ελληνική αρχαιότη-τα

    Σύνοψη

    Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται το χρονικό πλαίσιο των δικαϊκών θεσμών της Ελληνικής Αρχαιότητας, καθώς και οι κυριότερες μορφές πολιτευμάτων, τα οποία γνώρισε ο αρχαίος ελληνικός κόσμος. Συγκεκριμένα, εξετάζο-νται οι ιστορικές περίοδοι, στις οποίες διαιρείται η Ελληνική Αρχαιότητα, με ιδιαίτερη αναφορά στις κυριότερες πηγές ανά περίοδο, καθώς και τα πολιτειακά σχήματα, τα οποία λειτούργησαν στον αρχαίο ελληνικό κόσμο.

    Προαπαιτούμενη γνώση

    Απαραίτητες κρίνονται οι βασικές ιστορικές γνώσεις, που πρέπει να έχουν αποκτηθεί στο Λύκειο.

    1.1. Χρονικά πλαίσια και πηγέςΟι απαρχές της αρχαίας ελληνικής ιστορίας τοποθετούνται στη λεγόμενη μυκηναϊκή εποχή, στο τέλος της οποίας χρονολογείται ο Τρωικός Πόλεμος. Ακολουθεί μία περίοδος τεσσάρων, περίπου, σκοτεινών (λόγω έλ-λειψης μαρτυριών) αιώνων, ύστερα από την οποία η κατάτμηση της ελληνικής ιστορίας σε περιόδους υιοθετεί τις διαιρέσεις που, σε ένα πρώτο στάδιο, είχαν εφαρμοστεί στην ιστορία της τέχνης: αρχαϊκή, κλασική και ελ-ληνιστική εποχή. Το τέλος των ελληνιστικών χρόνων σηματοδοτείται από την επικράτηση των Ρωμαίων στην ανατολική Μεσόγειο, επομένως και στην Ελλάδα, οπότε και εγκαινιάζεται η περίοδος του αποκαλούμενου ρωμαϊκού ελληνισμού.

    1.1.1. Μυκηναϊκή εποχή (16ος -12ος π.Χ. αιώνας)

    Εικόνα 1.1. Πινακίδα γραμμένη σε Γραμμική Β΄. Βρετανικό Μουσείο. Πηγή: https://www.flickr.com (άδεια CC BY 2.0, δικαιούχος: Ann Wuyts).

    Η περίοδος αντλεί την ονομασία της από το βασίλειο των Μυκηνών, για το οποίο υπάρχουν πολύ σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Εκτός από τους εντυπωσιακούς τάφους, με τα πλούσια κτερίσματα, μας έχουν σωθεί από την περίοδο αυτή κείμενα χαραγμένα σε πινακίδες από άργιλο και γραμμένα στη Γραμμική Β, συλλαβική γραφή, η οποία αποκρυπτογραφήθηκε στα μέσα του 20ού αιώνα (εικόνα 1.1)· η γλώσσα, που αποκαλύφθηκε

  • 10

    μετά την ανάγνωση της γραφής αυτής, μπορεί να θεωρηθεί πρώιμο στάδιο της ελληνικής, δεδομένου ότι περι-λαμβάνει λέξεις, που συναντάμε αργότερα στο ελληνικό λεξιλόγιο (ἄναξ, τέμενος). Τα κείμενα αυτά αποτελούν τμήματα αρχείων από ανάκτορα (Πύλος, Μυκήνες, Κνωσός) και περιέχουν, κυρίως καταλόγους με οφειλές προς τον ηγεμόνα, προσφορές σε θεότητες κ.λπ.. Σε αντίθεση με τη Γραμμική γραφή Β του μυκηναϊκού κό-σμου, η Γραμμική Α της μινωικής Κρήτης δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί, παραμένει, επομένως, απροσπέλαστη. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες ούτε από την προϊστορική Θήρα ούτε από τα νησιά του Αιγαίου, όπου άνθησε ο κυκλαδικός πολιτισμός.

    1.1.2. Γεωμετρική και αρχαϊκή εποχή (9ος - 6ος π.Χ. αιώνας)Είναι η εποχή, κατά την οποία στην κεραμική κυριαρχεί η γεωμετρική τέχνη, ενώ στη γλυπτική ο τύπος του κούρου και της κόρης. Ως προς τη γραφή, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η διαμόρφωση του ελληνικού αλφαβήτου, που φαίνεται πως στηρίχθηκε στο αντίστοιχο φοινικικό, το οποίο εμπλουτίστηκε με την υιοθέτηση συμβόλων για την απόδοση των φωνηέντων. Λόγω της ευκολίας στη χρήση της (με ελάχιστο αριθμό συμβόλων είναι δυνατόν να εκφραστούν γραπτώς όλα τα νοήματα, ενώ τα προηγούμενα συλλαβικά ή ιδεογραμματικά συστήματα γραφής απαιτούσαν από τον γραφέα να γνωρίζει πολύ μεγάλο αριθμό συμβόλων) η αλφαβητική γραφή γνώρισε σύντομα μεγάλη διάδοση, τροποποιώντας με ριζικό τρόπο τη λειτουργία της μνήμης και διευκολύνοντας την ίδρυση θεσμών. Η γραφή, στην αλφαβητική της εκδοχή, δεν αποτελεί πλέον αντικείμενο γνώσης εξειδικευμένων γραφέων αλλά πρόσφορο εργαλείο ενός κοινού πολιτισμού. Στην επικρά-τηση του ελληνικού αλφαβήτου οφείλεται, χωρίς αμφιβολία, η καταγραφή των ομηρικών επών, στο δεύτερο ήμισυ του 8ου π.Χ. αιώνα.

    Τόσο η Ίλιάδα όσο και η Οδύσσεια αναφέρονται σε επεισόδια, που σχετίζονται με τον Τρωικό Πόλεμο και φαίνεται πως είχαν συντεθεί προφορικά, λίγο μετά τη λήξη του. Μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά (όπως, στη σύγχρονη εποχή, τα δημοτικά τραγούδια), έως ότου τους δόθηκε γραπτή μορφή από τον Όμηρο, η προσωπικό-τητα του οποίου αποτελεί άλυτο μυστήριο. Και τα δύο έπη μας παρέχουν εμμέσως πολύ σημαντικές πληροφορί-ες για τη δομή και την οργάνωση της κοινωνίας, την οποία περιγράφουν, ασχέτως αν παραμένει ένα από τα πιο δύσκολα ζητήματα ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης κοινωνίας που αντικατοπτρίζεται σ᾽ αυτά, αν, δηλαδή, πρόκειται για την κοινωνία της εποχής της τρωικής εκστρατείας, της εποχής που ακολούθησε, κατά τη διάρκεια των λεγόμενων σκοτεινών αιώνων, ή της εποχής του Ομήρου. Αξίζει, πάντως, να επισημανθεί, ότι η αρχαία ελληνική γραμματεία εγκαινιάζεται με ένα λογοτεχνικό έργο, τα έπη του Ομήρου, ενώ το θεμελιακό κείμενο της λατινικής γραμματείας είναι ένα νομοθέτημα, ο Δωδεκάδελτος νόμος (βλ. πιο κάτω, 5.3.1.1). Πέρα από τον, αναμφισβήτητα τυχαίο, χαρακτήρα των ευρημάτων, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι με τα καταστατικά του κείμενα καθένας από τους δύο αυτούς πολιτισμούς είναι σαν να δίνει το στίγμα των βαθύτερων προτιμήσεων και προτεραιοτήτων του· ο ελληνικός με την έμφαση στην ποίηση, ο ρωμαϊκός με την έμφαση στο δίκαιο. Τα ομηρικά έπη αποτέλεσαν τα κείμενα, πάνω στα οποία θεμελιώθηκε, για πολλούς αιώνες, η πνευματική καλλι-έργεια των Ελλήνων.

    Άλλη σημαντική καινοτομία, που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή, είναι η εμφάνιση και παγίωση του θεσμού της πόλης-κράτους (βλ. 1.2.2), στην οποία, για πρώτη φορά, ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο μέρος των μελών μιας κοινότητας συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων που την αφορούν.

    1.1.3. Κλασική εποχή (5ος - 4ος π.Χ. αιώνας)Στην περίοδο αυτήν κυριαρχεί, λόγω του πλούτου των μαρτυριών, μία πόλη, η Αθήνα, και ένα πολίτευμα, η δημοκρατία. Μία εντυπωσιακά μεγάλη ποικιλία γραπτών πηγών –δύσκολα θα μπορούσε κανείς να βρει το ανά-λογό της– φωτίζει πτυχές της αθηναϊκής εμπειρίας.

    Οι κύριες γνώσεις μας προέρχονται από τις φιλολογικές πηγές, οι οποίες μας έχουν διασωθεί μέσω μακράς σειράς χειρόγραφων αντιγραφών, που ξεκινά ήδη από την Αρχαιότητα και φτάνει μέχρι την εποχή της τυπογρα-φίας. Στα κείμενα αυτά περιλαμβάνονται:

    • ρητορικά έργα και, ειδικότερα, δικανικοί λόγοι, που εκφωνήθηκαν (ή επρόκειτο να εκφωνηθούν) στο δικαστήριο·

    • έργα ιστορικών, όπως του Ηρόδοτου, του Θουκυδίδη ή του Ξενοφώντα·• φιλοσοφικές πραγματείες, όπως οι Νόμοι του Πλάτωνα, που περιλαμβάνουν τη νομοθεσία μιας ιδανι-

    κής πολιτείας, ή η Ἀθηναίων Πολιτεία, που αποδίδεται στον Αριστοτέλη και παρέχει στοιχεία για την

  • 11

    ιστορία και τη λειτουργία των θεσμών της Αθήνας (το συγκεκριμένο κείμενο δεν το γνωρίζουμε από τη χειρόγραφη παράδοση των αντιγραφών, αλλά από πάπυρο που ανακαλύφθηκε στην Αίγυπτο, στο τέλος του 19ου αιώνα) και, τέλος,

    • έργα θεατρικά, τραγωδίες (π.χ. η Ὀρέστεια του Αισχύλου, η Ἀντιγόνη του Σοφοκλή) και κωμωδίες (π.χ. οι Ἐκκλησιάζουσες ή οι Σφῆκες του Αριστοφάνη), από τα οποία αντλούνται πολύ σημαντικά στοιχεία για τις αντιλήψεις γύρω από το δίκαιο, την ενοχή και την τιμωρία, καθώς και κάποιες λεπτο-μέρειες για την καθημερινότητα των λαϊκών συνελεύσεων ή των λαϊκών δικαστηρίων της Αθήνας.Αν εξαιρέσει κανείς τα ιστορικά έργα, τα υπόλοιπα ανήκουν σε κατηγορίες κειμένων που, για πρώτη φορά, εμφανίζονται στο πλαίσιο της αθηναϊκής δημοκρατίας.

    Τέλος, εξαιρετικά σημαντική πηγή πληροφοριών αποτελούν οι επιγραφές. Πρόκειται για κείμενα χαραγμένα σε σκληρή επιφάνεια, όπως η πέτρα, που είχαν αναρτηθεί σε κάποιον δημόσιο χώρο και τα έχουν φέρει στο φως οι αρχαιολογικές ανασκαφές. Τα κείμενα αυτά, που, μεταξύ άλλων, μας έχουν διασώσει αυτούσιες νομοθετικές διατάξεις, αποτελούν αντικείμενο μελέτης ιδιαίτερου φιλολογικού κλάδου, της επιγραφικής.

    1.1.4. Ελληνιστική εποχή (4ος - 1ος π.Χ. αιώνας)Κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι η επικράτηση στην Ελλάδα του βασιλείου της Μακεδονίας, με τον βασιλιά Φίλιππο Β΄, και η εξάπλωση του ελληνισμού στην Ανατολή, με τον γιο του, τον Μεγάλο Αλέ-ξανδρο. Το επίθετο ελληνιστικός, με το οποίο προσδιορίζεται η εποχή αυτή, παραπέμπει σ᾽ αυτήν ακριβώς τη μεταφύτευση του ελληνισμού έξω από τον παραδοσιακό του περίγυρο· ο όρος προέρχεται από το ρήμα ἑλληνί-ζειν, που υποδήλωνε τη γνώση της ελληνικής γλώσσας από μη-Έλληνες, φαινόμενο πολύ διαδεδομένο μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

    Ο θεσμός της βασιλείας είναι κυρίαρχος κατά την περίοδο αυτήν, ωστόσο οι πόλεις-κράτη δεν εξαφανίζο-νται, παρ᾽ όλο που, παλαιότερα θεωρούνταν ότι η μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), κατά την οποία ένας συνα-σπισμός πόλεων της νότιας Ελλάδας ηττήθηκε από τον Φίλιππο Β᾽, είχε σημάνει το τέλος τους. Ενδελεχέστερη έρευνα έχει καταδείξει ότι θεσμοί των πόλεων-κρατών εξακολουθούν να λειτουργούν, σχεδόν όπως παλαιό-τερα, με τη διαφορά, φυσικά, ότι η αυτονομία τους περιορίζεται από το μοναρχικό πλαίσιο, εντός του οποίου στο εξής λειτουργούν. Ας σημειωθεί, ακόμη, ότι κατά την ίδια αυτήν περίοδο ιδρύονται πολλές καινούργιες πόλεις-κράτη, τόσο από τον Μεγάλο Αλέξανδρο όσο και από τους διαδόχους του.

    Αν στην κλασική εποχή το κέντρο βάρους εστιάζεται στην Αθήνα, από όπου υπάρχει πλήθος πηγών, στην ελληνιστική περίοδο το κέντρο βάρους εστιάζεται στην Αίγυπτο, η οποία διοικείται από μονάρχες, που κατάγο-νται από τη μακεδονική αυλή. Στη χώρα αυτή έχει βρεθεί μεγάλος αριθμός ελληνικών κειμένων, γραμμένων σε παπύρους. Ο πάπυρος ως υλικό γραφής κατασκευαζόταν από τον μίσχο του ομώνυμου καλαμιού, που φυόταν στις όχθες του Νείλου. Αν η μεγάλη πλειονότητα των παπυρικών κειμένων, που μας έχουν σωθεί προέρχεται από την Αίγυπτο, δεν οφείλεται τόσο στο ότι εκεί ήταν ο τόπος παραγωγής της πρώτης αυτής ύλης, όσο στην ξηρασία του ερημικού της εδάφους, που δημιούργησε τις ιδανικές συνθήκες για τη διατήρησή τους. Τα κείμενα αυτά, η μελέτη των οποίων ανήκει σε ιδιαίτερο φιλολογικό κλάδο, την παπυρολογία, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, αντίγραφα βασιλικών διαταγμάτων, διοικητική αλληλογραφία, συμβάσεις, διαθήκες, κ.ά.

    1.1.5. Ρωμαϊκός ελληνισμός (1ος π.Χ. - 4ος μ.Χ. αιώνας)Η αλλαγή, η οποία συντελείται κατά την περίοδο αυτήν, συνίσταται στο ότι τη θέση των ελληνιστικών μο-ναρχών καταλαμβάνει ο Ρωμαίος αυτοκράτορας. Η ελληνόφωνη Ανατολή εθίζεται στη ρωμαϊκή εξουσία και ταυτοχρόνως απορρίπτει τον πλήρη εκρωμαϊσμό της. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξελίσσεται σε έναν κόσμο μεγάλης ποικιλίας ταυτοτήτων, επομένως και δικαίων.

    1.2. Πολιτειακά πλαίσια και κανόνες δικαίουΟι μορφές των πολιτευμάτων, τις οποίες συναντά κανείς κατά την Ελληνική Αρχαιότητα, μπορούν, αρκετά σχηματικά, να υπαχθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα μοναρχικά πολιτεύματα, στα οποία η εξουσία ασκείται από ένα μονοπρόσωπο όργανο (ἄναξ, βασιλεύς), και τις πόλεις-κράτη, στις οποίες η εξουσία ασκείται, κατά κα-νόνα, από συλλογικά όργανα. Η διάκριση, πρέπει να τονιστεί, είναι σχηματική. Δύο τουλάχιστον «υβριδικές»

  • 12

    εμπειρίες, οι οποίες αποκλίνουν από το δυαδικό σχήμα είναι σκόπιμο να αναφερθούν. Από τη μία μεριά, σε πολ-λές πόλεις-κράτη, κατά την αρχαϊκή κυρίως περίοδο, παρατηρείται το φαινόμενο, ένα άτομο να ιδιοποιείται την εξουσία, εγκαθιδρύοντας τυραννικό καθεστώς (βλ. 1.2.2.1.1). Από την άλλη μεριά, στο πολίτευμα της Σπάρτης, παράλληλα με τα συλλογικά όργανα (συνέλευση, γερουσία), λειτουργούσε και ο θεσμός της βασιλείας, με την ιδιαιτερότητα ότι οι Σπαρτιάτες βασιλείς ήταν δύο.

    1.2.1. Μοναρχικά πολιτεύματαΗ μονοπρόσωπη άσκηση εξουσίας μπορεί να λάβει διαφορετικές μορφές· η φύση και το περιεχόμενό της ποι-κίλλουν ανάλογα με την ιστορική περίοδο και τον φορέα της. Κατά τον Αριστοτέλη (Πολιτικά, Γ᾽, 1278b): «βασιλεία ονομάζουμε συνήθως την άσκηση εξουσίας από έναν, άσκηση που αποσκοπεί στο κοινό συμφέρον» («καλεῖν δ᾽εἰώθαμεν τῶν μὲν μοναρχιῶν τὴν πρὸς τὸ κοινὸν ἀποβλέπουσαν συμφέρον βασιλείαν»). Στην αρ-χαία Ελλάδα θα μπορούσε κανείς να διακρίνει τρεις τουλάχιστον εκφάνσεις της μοναρχίας: τη μυκηναϊκή, την ομηρική και τη μακεδονική (με τις προεκτάσεις της στα ελληνιστικά βασίλεια).

    1.2.1.1. Μυκηναϊκά βασίλεια

    Εικόνα 1.2. Χάρτης μυκηναϊκών ανακτόρων. Πηγή: https://commons.wikimedia.org (άδεια: CC BY-SA 3.0, δικαιούχος: Alexikoua).

    Τα αρχαιολογικά ευρήματα (κυρίως στις Μυκήνες) και τα κείμενα, που βρέθηκαν σε πινακίδες από άργιλο (κυ-ρίως στην Πύλο), παρέχουν κάποια στοιχεία για τον θεσμό της βασιλείας. Ο μυκηναϊκός κόσμος είναι διαιρεμέ-νος σε πολλά, ανεξάρτητα και ισότιμα βασίλεια, η επικράτεια των οποίων μπορεί να είναι πολύ περιορισμένη: Μυκήνες, Τίρυνθα και Άργος, σε πολύ κοντινή απόσταση μεταξύ τους (περίπου 20 χλμ.), είναι πολύ πιθανό

  • 13

    να αποτελούσαν ανεξάρτητες ηγεμονίες (εικόνα 1.2). Η υπεροχή του μονάρχη εκδηλώνεται με τον όγκο του ανακτόρου του και το μεγαλείο των τάφων της οικογένειάς του. Σε αντίθεση με τη μινωική Κρήτη, το βασιλικό ανάκτορο δεν είναι ανοικτό, αλλά περικλείεται από επιβλητικά τείχη· είναι κτισμένο στο ψηλότερο σημείο της περιοχής, κατέχοντας κεντρική θέση, γεγονός που συμβολίζει τον συγκεντρωτισμό της εξουσίας. Προκειμένου να στηρίξει την εξουσία του, ο Μυκηναίος μονάρχης αναγνωρίζει ότι υπάρχει κάποιος δεσμός με τη θρησκεία· η σχέση, ωστόσο, αυτή μοιάζει διαφορετική από τις θεοκρατικές αντιλήψεις για την εξουσία, τις οποίες συνα-ντάμε, σε διαφορετικές διαβαθμίσεις, στις μοναρχίες της αρχαίας Μεσοποταμίας και Αιγύπτου.

    Ο όρος, που υποδηλώνει τον βασιλιά στα κείμενα των πινακίδων, είναι wa-na-kα, από τον οποίο προέρχε-ται ο ομηρικός ἄναξ. Δεν διαθέτουμε στοιχεία για το περιεχόμενο της εξουσίας του· η χρήση του όρου στον ενικό αριθμό ίσως υποδηλώνει τη μοναδικότητα και, επομένως, τη σπουδαιότητα του αξιώματος. Μεταξύ των αξιωματούχων, που περιστοιχίζουν τον ἄνακτα ξεχωρίζουν ο ra-wa-ke-ta (λααγέτας), ίσως κάποιας μορφής στρατιωτικός αρχηγός, με σημαντικό όμως ρόλο και στον θρησκευτικό τομέα, και ο pa-si-re-u (πρόδρομος του ομηρικού βασιλέως). Από τα αρχεία του ανακτόρου της Πύλου (στην πραγματικότητα, ετήσιες απογραφές), τα οποία σώθηκαν σε πινακίδες Γραμμικής Β, προκύπτει ότι υπήρχε ιεραρχικά δομημένη διοικητική οργάνωση: η επικράτεια του βασιλείου ήταν κατανεμημένη σε δεκαέξι περιοχές, με επικεφαλής κυβερνήτη, επιλεγόμενο μεταξύ των μεγάλων γαιοκτημόνων· οι περιοχές αυτές υπάγονταν σε δύο ευρύτερες επαρχίες, την «κοντινή» και τη «μακρινή», σε κάθε μία από τις οποίες προΐστατο ένας διοικητής με τον βοηθό του (ko-re-ter και pro-ko-re-ter, όροι που παραπέμπουν στους λατινικούς curator και procurator). Η γραφειοκρατική αυτή οργάνωση αποσκοπούσε, κατά κύριο λόγο, στην εξασφάλιση φορολογικών εσόδων, όπως, π.χ., στην είσπραξη από τον βασιλιά του μεριδίου, που του αναλογούσε από την αγροτική παραγωγή.

    1.2.1.2. Ομηρικά βασίλειαΜετά την καταστροφή του μυκηναϊκού πολιτισμού και την εγκατάσταση στον ελλαδικό χώρο φύλων όπως των Δωριέων, ακολουθεί μία περίοδος τριών περίπου αιώνων, για την οποία δεν υπάρχουν, παρά ελάχιστες μαρτυ-ρίες. Είναι ενδεχόμενο αυτήν κυρίως την περίοδο να αντικατοπτρίζουν τα ομηρικά έπη, αν και στα δύο αυτά έργα αναμιγνύονται διαφορετικές διάλεκτοι, συνήθειες και εποχές, από το πιο πρόσφατο μέχρι το απώτερο παρελθόν.

    Η Ίλιάδα, στους περίπου 16.000 στίχους της, διηγείται ένα επεισόδιο του δέκατου χρόνου της πολιορκίας της Τροίας, το οποίο διαρκεί 51 ημέρες και έχει ως αντικείμενο την οργή του Αχιλλέα εναντίον του Αγαμέμνονα, για τη διανομή της λείας μετά από επιδρομή. Όσο για την Οδύσσεια, σε περίπου 12.000 στίχους, αφηγείται τις τελευταίες 41 ημέρες της δεκάχρονης περιπλάνησης του Οδυσσέα, μέχρις ότου επιστρέψει από την Τροία στην πατρίδα του, Ίθάκη. Και στα δύο έργα παρέχονται, εμμέσως, πληροφορίες για τον τρόπο άσκησης της εξουσί-ας· θα πρέπει, ωστόσο, να ληφθούν υπόψη οι εξαιρετικές, εκτός κανονικότητας, συνθήκες, υπό τις οποίες λει-τουργούν οι φορείς της: από τη μία μεριά, στην Ίλιάδα, ο κόσμος των Αχαιών είναι περιορισμένος στο πλαίσιο ενός εκστρατευτικού σώματος· από την άλλη μεριά, στην Οδύσσεια, η Ίθάκη είναι ένα βασίλειο, από το οποίο απουσιάζει ο κυβερνήτης του.

    Οι κυριότεροι όροι, που δηλώνουν τον ηγεμόνα είναι ἄναξ και βασιλεύς. Ο πρώτος όρος χρησιμοποιείται τόσο για τους θεούς όσο και για σημαντικούς αρχηγούς, όπως ο Αγαμέμνων. Ο δεύτερος όρος είναι πιο κοι-νός, δεν αναφέρεται όμως ποτέ σε θεούς· χωρίς να συνδέεται απαραιτήτως με κάποιο συγκεκριμένο δημόσιο λειτούργημα, ο βασιλεύς παραπέμπει σε μία ομάδα κοινωνικής υπεροχής, από την οποία προέρχονται όσοι κυβερνούν. Στην κατηγορία των ομηρικών βασιλέων υπάρχουν διαβαθμίσεις: έτσι κάποιος μπορεί να είναι βα-σιλεύτερος ή ακόμη βασιλεύτατος, ανάλογα με την καταγωγή ή τον πλούτο του. Ορισμένοι από όσους φέρουν τον τίτλο του βασιλέως ασκούν κυριαρχική εξουσία και οι αποφάσεις τους δεσμεύουν το σύνολο των πολεμι-στών ή του δήμου. Η εξουσία τους ενισχύεται από την επίκληση γενεαλογίας που φτάνει έως τον ίδιο τον Δία, όπως μαρτυρεί το επίθετο διοτρεφής ή διογενής που μπορεί να τους χαρακτηρίζει. Εξωτερικό γνώρισμα της κυριαρχικής τους εξουσίας είναι το σκήπτρο, που φέρουν οι σκηπτοῦχοι βασιλεῖς. Το σκήπτρο αυτό θεωρείται ότι έχει φτάσει στα χέρια τους μέσα από μία σειρά μεταβιβάσεων που ξεκινά, και αυτή, από τον «πατέρα των θεών». Η θεϊκή καταγωγή του βασιλιά προσδίδει αναμφισβήτητο κύρος, απέχει όμως πολύ από τις θεοκρατικές αντιλήψεις για την εξουσία στις μοναρχίες της Εγγύς Ανατολής ή της Αιγύπτου, όπου ο μονάρχης ταυτίζεται σχεδόν με τον θεό. Ένα άλλο θεμέλιο της ομηρικής βασιλείας είναι η κληρονομική μεταβίβασή της: με κάποιες εξαιρέσεις, οι περισσότεροι ήρωες έχουν διαδεχθεί ή πρόκειται να διαδεχθούν την πατρική βασιλική εξουσία.

    Το περιεχόμενο της εξουσίας του ομηρικού βασιλιά είναι ασθενέστερο από το αντίστοιχο της μυκηναϊκής

  • 14

    περιόδου. Οι κυριότερες αρετές, που τον διακρίνουν, είναι η ανδρεία στη μάχη, η γενναιοδωρία, καθώς και η ικανότητα να δίνει ορθές συμβουλές και να λαμβάνει φρόνιμες αποφάσεις, ιδιότητες, τις οποίες αποδίδει το επίθετο βουληφόρος. Παραδόξως, οι τελευταίες ειδικά αυτές αρετές λείπουν από τον αρχηγό των αχαϊκών στρατευμάτων, τον Αγαμέμνονα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της εξουσίας του, όχι όμως στην ακύρωσή της.

    Ο βασιλιάς οδηγεί τους συντρόφους του στη μάχη, ενώ παρακρατεί τιμητικό μερίδιο (γέρας) από τα λάφυ-ρα, συσσωρεύοντας πλούτη. Η ορθή του κρίση τον καθιστά προνομιακό (όχι όμως αποκλειστικό) ρυθμιστή των φιλονικιών, με περισσότερες πιθανότητες, λόγω της θέσης του, να γίνεται σεβαστή η όποια διευθέτηση προτείνει. Προκειμένου να λάβει μία απόφαση, είτε στον τομέα της δικαιοσύνης είτε σε οποιονδήποτε άλλον τομέα, ο βασιλιάς των ομηρικών επών ζητά τη γνώμη του συμβουλίου των γερόντων, η εμπειρία των οποίων αποτελεί εγγύηση ευθυκρισίας· η βασιλική απόφαση, επομένως, δεν είναι αυθαίρετη, αλλά προϊόν στάθμισης των προσφορότερων συμβουλών· όπως προτρέπει τον Αγαμέμνονα ο γηραιός βασιλιάς της Πύλου Νέστωρ: «σου πρέπει εσένα ο πρώτος λόγος, συνάμα όμως και ν᾽ ακούς· κι αν κάποιος κάτι ωφέλιμο έχει να φανερώσει, να το εφαρμόσεις, κι ας είναι λόγος άλλου» (Ἰλιάς Ί, στ. 100-103). Δεν λείπουν, τέλος, και κάποιας μορφής συνελεύσεις, των πολεμιστών στο στρατόπεδο ή του δήμου στην ἀγορά· στις συνελεύσεις αυτές ο λαός δεν λαμβάνει τον λόγο ούτε αποφασίζει, συμμετέχει μόνο ως παθητικός παρατηρητής.

    Η ύπαρξη τόσο του συμβουλίου των γερόντων όσο και των συνελεύσεων μαρτυρούν κάποιον περιορισμό στη βασιλική εξουσία· θα μπορούσε κανείς να συνοψίσει τον ρόλο των διαφορετικών αυτών οργάνων με τη φράση: «το πλήθος ακούει, οι γέροντες προτείνουν, ο βασιλιάς αποφασίζει». Σε γενικές, πάντως, γραμμές, όλοι οι θεσμοί, όπως φαίνεται να λειτουργούν στα ομηρικά έπη –τα οποία κάθε άλλο παρά ως πραγματεία «συνταγ-ματικού δικαίου» πρέπει να εκληφθούν– διακρίνονται για τον άτυπο χαρακτήρα τους, τη ρευστότητα και την ευκαμψία τους.

    1.2.1.3. Μακεδονία και ελληνιστικά βασίλειαΣτις παρυφές του ελληνικού κόσμου, η Μακεδονία μοιραζόταν, σε μεγάλο βαθμό, τον πολιτισμό του, χωρίς όμως να υιοθετήσει τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που σημειώθηκαν, μετά το τέλος του 8ου π.Χ. αιώνα, στη νότια Ελλάδα. Έτσι, στην περιοχή αυτή υπήρχαν θεσμοί και παραδόσεις, που παραπέμπουν στην ομηρι-κή κοινωνία και που στηρίζονταν στην αριστοκρατική δομή των γενών και στην πατροπαράδοτη βασιλεία. Από την εποχή του Φιλίππου Β΄ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και μέχρι την επικράτηση των Ρωμαίων στην περιοχή, η τύχη της Ελλάδας και των ελληνικών πόλεων καθορίζεται από το βασίλειο της Μακεδονίας.Στο μακεδονικό βασίλειο, συνεκτικό στοιχείο πληθυσμών από διαφορετικές προελεύσεις –ελληνικών και προελλη-νικών– ήταν η δυναστεία των Αργεαδών, η οποία θεωρούσε ότι καταγόταν από το Άργος, με επώνυμο πρόγονο τον Ηρακλή· η επίκληση της μακρινής αυτής καταγωγής την έθετε υπεράνω τοπικιστικών και οικογενειακών διενέξεων. Ο βασιλιάς είναι κατ᾽ εξοχήν πολεμιστής βασιλιάς, κύριος ρόλος του οποίου είναι να ηγείται στον πόλεμο. Η βασιλεία είναι κληρονομική, φαίνεται όμως ότι η ανάρρηση στον θρόνο του εκάστοτε διαδόχου επι-κυρώνεται από μία συνέλευση, στην οποία συμμετέχουν οι ένοπλοι στρατιώτες, που δηλώνονται με το ίδιο το εθνικό τους, Μακεδόνες· πρόκειται για ελεύθερα άτομα που επιδίδονταν σε αγροτικές, κυρίως, δραστηριότητες και επάνδρωναν τον βασιλικό στρατό. Ο ρόλος της στρατιωτικής συνέλευσης στην ανάδειξη του μονάρχη ήταν πιο σημαντικός κατά τη διάρκεια των δυναστικών κρίσεων· είναι πιθανόν να είχε κάποιον ρόλο σε ζητήματα απονομής δικαιοσύνης. Ο ηγεμόνας περιστοιχιζόταν από μία αριστοκρατία γαιοκτημόνων, που αποτελούνταν από αρχηγούς ευγενών οικογενειών, τους ἑταίρους, συντρόφους του βασιλιά, οι οποίοι υπηρετούσαν σε επίλε-κτα στρατιωτικά σώματα.

    Πρέπει να επισημανθεί ότι η ελληνική πολιτική σκέψη του 4ου π.Χ. αιώνα (Ίσοκράτης, Ξενοφών, Πλάτων, Αριστοτέλης) είχε ασχοληθεί με το μοναρχικό φαινόμενο και τις ιδιότητες, που θα έπρεπε να έχει ο βασιλικὸς ἀνήρ· είχε, επομένως, υπάρξει προετοιμασία του εδάφους, στο οποίο καλλιεργήθηκε ο θεσμός της βασιλείας στη Μακεδονία. Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί εδώ η αντίληψη, που θεωρεί τον βασιλιά ως ἔμψυχον νόμον· η έκφραση αποδίδεται στον Αρχύτα, μεγάλο διανοητή της Αρχαιότητας (5ος-4ος π.Χ. αιώνας), από τον Τάραντα της Κάτω Ίταλίας. Κατ᾽ αναλογία με την κυριαρχία του νόμου, στο πλαίσιο της πόλης-κράτους, όπου οι πολίτες συμμετέχουν στη διαμόρφωσή του, ο κυρίαρχος βασιλιάς, που θεσπίζει μόνος του κανόνες, θεωρείται πως είναι εκφραστής ενός νόμου ζωντανού, τον οποίο και ενσαρκώνει· διαπιστώνεται, δηλαδή, πλήρης αντιστροφή και στη θέση του «νόμου-βασιλέως», που εκφράζει τη συλλογική βούληση των πολιτών, υπάρχει ο «βασιλεύς-νό-μος», που εκφράζει την προσωπική βούληση του μονάρχη.

  • 15

    Εικόνα 1.3. Χάρτης ελληνιστικών βασιλείων των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πηγή: https://commons.wikimedia.org (με ένδειξη κοινό κτήμα [public domain]).

    Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι κατακτημένες περιοχές χωρίστηκαν σε ανεξάρτητα βα-σίλεια, σε καθένα από τα οποία τέθηκε επικεφαλής κάποιος από τους στρατηγούς του (εικόνα 1.3). Εκτός από το βασίλειο των Αντιγονιδών, που περιλάμβανε τη Μακεδονία και σημαντικές περιοχές της κυρίως Ελλάδας, τα βασίλεια, που διαμορφώθηκαν και σφράγισαν την ελληνιστική περίοδο είναι: των Πτολεμαί-ων (κυρίως στην Αίγυπτο), των Σελευκιδών (Βόρεια Συρία, Μεσοποταμία μέχρι το Ίράν) και, από το 263 π.Χ., των Ατταλιδών (γύρω από την πόλη Πέργαμο της Μικράς Ασίας). Τα ελληνιστικά αυτά βασίλεια της Ανατολής συνεχίζουν, κατά βάση, τη μοναρχική παράδοση των Μακεδόνων, η οποία όμως εμπλουτίζεται με τις εκάστοτε τοπικές παραδόσεις και ιδιαιτερότητες. Η βασιλική εξουσία θεμελιώνεται στην επιβολή και τη δύναμη των όπλων, γι᾽ αυτό και τα βασιλικά εδάφη χαρακτηρίζονται ως δορίκτητος χώρα, γη δηλα-δή που έχει αποκτηθεί με τη λόγχη.

    Ένα βασικό χαρακτηριστικό των ελληνιστικών μοναρχιών της Ανατολής είναι η ανομοιογένειά τους, τόσο ως προς την «εθνική» τους σύνθεση όσο και ως προς την εδαφική τους επικράτεια. Σε αντίθεση με το μακεδονικό βασίλειο, όπου η μοναρχική εξουσία ασκούνταν, κατά βάση, σε «εθνικά» ομοιογενή κοινότητα, τους Μακεδόνες, στα βασίλεια της Ανατολής μία μακεδονική ηγετική ομάδα είχε επιβληθεί σε ξένους γηγενείς πληθυσμούς· για τον λόγο αυτόν, ο βασιλικός τίτλος δεν ήταν δυνατόν να περιέχει κάποιο «εθνικό» προσδιοριστικό (π.χ. βασιλεὺς Μακεδόνων ή βασιλεὺς Αἰγυπτίων). Από την άλλη μεριά, ούτε εδαφική ομοιογένεια υπήρχε, καθόσον υπήρχαν κτήσεις και έξω από τα όρια του υπό στενή έννοια βασιλείου, όπως π.χ. η Κύπρος ή η Κυρήνη, τμήματα του πτολεμαϊκού βασιλείου της Αιγύπτου· επομένως, ούτε γεωγραφικό προσδιορισμό μπορούσε να περιλαμβάνει ο βασιλικός τίτλος (π.χ. βασιλεὺς Αἰγύπτου), ο οποίος περιοριζόταν στην αναφορά του προσωπικού ονόματος και της βασιλικής ιδιότητας (βασιλεὺς Πτολεμαῖος, βασιλεὺς Ἀντίοχος). Θα πρέπει επίσης να προστεθεί ότι στο εσωτερικό κάθε βασιλείου λει-τουργούσαν σαν θύλακες ελληνισμού, παλαιές ή προσφάτως ιδρυθείσες πόλεις-κράτη, με τους δικούς της θεσμούς η κάθε μία, οι οποίες συνιστούσαν ανεξάρτητες, μέχρι ένα σημείο, βαθμίδες λήψης αποφάσεων, χωρίς, ωστόσο, αυτό να ακυρώνει τη βασιλική κυριαρχία.

  • 16

    Εικόνα 1.4. Χρυσό οκτάδραχμο Πτολεμαίου Β΄ που φέρει παράσταση της κεφαλής του Πτολεμαίου Α΄ και της Βερενίκης Α΄. Χαρακτηριστικό των πτολεμαϊκών νομισμάτων είναι το ότι οι παραστάσεις που φέρουν αναφέρονται συνήθως στη θεοποίηση των ηγεμόνων (βλ. ιδίως την επιγραφή «θεών» στο οκτάδραχμο δεξιά). Αθήνα, Νομισματική Συλλογή Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Πηγή: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1970-2000). Εκδοτική Αθηνών. Αθήνα, τ. 4, σελ. 406.

    Η ανομοιογένεια αυτή της ελληνιστικής μοναρχίας συνδέεται με την αναζήτηση συνεκτικών στοιχείων για την εξασφάλιση βάσεων νομιμότητας, πέρα από το «δίκαιο της κατάκτησης». Δύσκολο εγχείρημα, καθόσον έπρεπε να ληφθεί υπόψη η ποικιλία των παραδόσεων, που συνυπήρχαν σε ένα βασίλειο. Διαφορετικά αντι-μετώπιζαν το μοναρχικό φαινόμενο οι Μακεδόνες, διαφορετικά οι Έλληνες από τις υπόλοιπες περιοχές του ελληνικού κόσμου, διαφορετικά οι ανατολικοί λαοί. Για το ελληνικό στοιχείο των μοναρχιών, σημαντικός είναι ο κατάλογος των προσωπικών αρετών, όπως η δικαιοσύνη, η ευσέβεια, η φιλανθρωπία, η σωτηρία, η ευεργε-σία, από τις οποίες πρέπει να εμφορείται ο βασιλιάς· ακόμη και αν οι αρετές αυτές ήταν ίσως ξένες προς το περιβάλλον της παραδοσιακής ελληνικής πόλης-κράτους και δεν χαρακτήριζαν τους τακτικά εναλλασσόμενους αξιωματούχους της, στο περιβάλλον της μοναρχίας προσέδιδαν ένα στοιχείο διάρκειας στον, αναγκαστικά εφή-μερο, χαρακτήρα της στρατιωτικής νίκης, στην οποία εδραζόταν ο μοναρχικός θεσμός. Το κατ᾽ εξοχήν όμως συνεκτικό στοιχείο των ελληνιστικών μοναρχιών είναι η λατρεία των ηγεμόνων (εικόνα 1.4). Για τους Έλληνες υπηκόους, η λατρεία αυτή μπορούσε να εκδηλωθεί με μία προνομιακή σχέση μεταξύ κάποιου θεού και του βα-σιλιά, που εμφανιζόταν ως προστατευόμενός του· μπορούσε, επίσης, να εκδηλωθεί και με την απόδοση τιμών από μία πόλη στον μονάρχη ως ἰσόθεον, παρόμοιο με θεό, όχι όμως ως θεό. Οι γηγενείς πληθυσμοί, αντιθέτως, δεν δίσταζαν να αναγνωρίζουν τον θείο χαρακτήρα της μοναρχίας, όπως οι Αιγύπτιοι, για τους οποίους ο ελλη-νιστικός μονάρχης εντασσόταν στην φαραωνική παράδοση των ζωντανών θεών. Τέλος, η καθιέρωση δυναστι-κής λατρείας οφειλόταν σε βασιλική πρωτοβουλία και συνίστατο στην απόδοση θεϊκών τιμών στους προγόνους αρχικά, στη συνέχεια και σε εν ζωή ηγεμόνες, με σκοπό την έμφαση στη δυναστική συνέχεια.

    Ένα ακόμη χαρακτηριστικό των ελληνιστικών μοναρχιών είναι ο προσωποπαγής τους χαρακτήρας. Η βασι-λεία, κατά κανόνα κληρονομική, ταυτίζεται με το πρόσωπο του μονάρχη. Το έδαφος, ιδιοκτησία του ηγεμόνα, χαρακτηρίζεται βασιλικὴ γῆ, το δημόσιο ταμείο βασιλικόν, ενώ οι κρατικές υποθέσεις δηλώνονται με τη λέξη

  • 17

    πράγματα, ζητήματα, δηλαδή, του βασιλιά. Οι τίτλοι των ανώτερων αξιωμάτων της βασιλικής αυλής αποδίδουν και αυτοί τη στενή σχέση με τον ανώτατο άρχοντα: στην κορυφή της ιεραρχίας οι αξιωματούχοι ονομάζονται σωματοφύλακες, φίλοι ή συγγενεῖς, όροι που τονίζουν τον προσωπικό δεσμό με τον βασιλιά.

    Από όλα τα ελληνιστικά βασίλεια, περισσότερες πληροφορίες ως προς τη λειτουργία του δικαίου και των θεσμών διαθέτουμε για την ελληνιστική Αίγυπτο, λόγω της πληθώρας των παπυρικών πηγών (βλ. 1.1.4). Στη χώρα αυτή συνυπάρχουν περισσότερες εθνότητες (Αιγύπτιοι, Έλληνες, Ίουδαίοι, Πέρσες κ.ά.), κάθε μία από τις οποίες διατηρεί τις παραδόσεις και το δίκαιό της. Οι Πτολεμαίοι, όπως ονομάζονται τα μέλη της βασιλικής δυ-ναστείας της ελληνιστικής Αιγύπτου, σεβάστηκαν τις νομικές ιδιαιτερότητες των εθνοτήτων αυτών που συνυ-πήρχαν στο βασίλειό τους. Η πλειονότητα των δικαίων δημιούργησε την ανάγκη ιεράρχησης των εφαρμοστέων κανόνων, έννοιας άγνωστης τόσο στο περιβάλλον μιας πόλης, όπου μόνο ο νόμος αποτελούσε πηγή δικαίου, όσο και στο περιβάλλον μιας «εθνικής» μοναρχίας, όπως του βασιλείου της Μακεδονίας, όπου ένα μόνο δίκαιο εφαρμοζόταν, εκφραστής του οποίου ήταν ο βασιλιάς· παραλλήλως, έπρεπε να καθοριστούν οι αρμοδιότητες των διαφορετικών δικαστηρίων.

    Κάποια από τα ζητήματα αυτά, που σχετίζονταν με την πλειονότητα των δικαίων, αντιμετωπίστηκαν από δύο πτολεμαϊκές διατάξεις, που μας έχουν σωθεί σε παπύρους, έναν του τέλους του 3ου και έναν του τέλους του 2ου π.Χ. αιώνα. Πρόκειται για μέρος ενός διαγράμματος καθώς και για ένα πρόσταγμα· πρόσταγμα και διάγραμ-μα είναι όροι, που δηλώνουν βασιλικά διατάγματα, δεδομένου ότι ο όρος νόμος δεν μπορούσε να χρησιμοποι-ηθεί, καθότι παρέπεμπε σε κανόνα, που είχε θεσπιστεί με τη συμμετοχή των συλλογικών οργάνων μιας πόλης.

    Στο αρχαιότερο κείμενο καθιερώνεται μία πυραμίδα κανόνων δικαίου, που εφαρμόζονταν από τα ελληνικά δικαστήρια της Αιγύπτου. Στο εν λόγω διάγραμμα, δεν γίνεται καμία αναφορά στο αιγυπτιακό δίκαιο· αυτό οφείλεται στο ότι το κείμενο αυτό αποτελούσε μέρος των εγγράφων που είχαν κατατεθεί στο πλαίσιο μιας δί-κης, στην οποία δεν εμπλέκονταν Αιγύπτιοι· οι διάδικοι, επομένως, επέλεξαν να προσκομίσουν διάταξη που να ταιριάζει στην υπόθεσή τους. Σύμφωνα με το πτολεμαϊκό αυτό διάγραμμα:

    1. Στην κορυφή της ιεραρχίας βρίσκονταν οι βασιλικές διατάξεις: «για όσα ζητήματα είτε είναι γνωστό είτε αποδεικνύεται εγγράφως ότι ρυθμίζονται από διαγράμματα, να κρίνονται σύμφωνα με τα διαγράμματα» (CPJud. I 19, στ. 42-43: «ὅσα μὲν ἐν τοῖς βασιλέως Πτολεμαίου διαγράμμασιν εἰδῇ γεγραμμένα ἢ ἐμφα-νίζῃ τις ἡμῖν, κατὰ τὰ διαγράμματα»).

    2. Σε περίπτωση κενού της βασιλικής νομοθεσίας, εφαρμόζονταν οι πολιτικοὶ νόμοι: «για τα ζητήματα που δεν ρυθμίζονται από τα διαγράμματα, αλλά από τους πολιτικοὺς νόμους, να κρίνονται σύμφωνα με τους πολιτικοὺς νόμους» (στ. 43-45: «ὅσα τε μὴ ἐστὶν ἐν τοῖς διαγράμμασιν ἀλλ᾽ ἐν τοῖς πολιτικοῖς νόμοις, κατὰ τοὺς νόμους»).

    3. Τέλος, αν ούτε οι πολιτικοὶ νόμοι προέβλεπαν κάποια διάταξη, που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μία δεδομένη υπόθεση, η απόφαση θα έπρεπε να ληφθεί με βάση τη δικαιότερη γνώμη (στ. 45: «τά δ᾽ ἄλλα γνώμῃ τῇ δικαιοτάτῃ»), έκφραση γνωστή κυρίως από τον όρκο των ηλιαστών της κλασικής Αθήνας, αλλά και από άλλες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας.

    Η ερμηνεία της έκφρασης πολιτικοὶ νόμοι προσκρούει σε δυσκολίες· κατά πάσα πιθανότητα, περιλάμβαναν νόμους τόσο ελληνικούς όσο και μη ελληνικούς. Στην πρώτη κατηγορία ανήκαν οι νόμοι των ελληνικών πό-λεων της Αιγύπτου (κατά σειρά αρχαιότητας: Ναύκρατις, Αλεξάνδρεια, Πτολεμαΐς) αλλά και των πόλεων και περιοχών του ευρύτερου ελληνικού κόσμου, από τον οποίο προέρχονταν οι Έλληνες, που είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο· επρόκειτο για ένα είδος νομικής κοινής, έκφραση που (κατ᾽ αναλογία προς την κοινή ελληνική γλώσσα της εποχής, η οποία είχε αποβάλει τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων επιμέρους διαλέκτων) παραπέμπει σε έναν κοινό πυρήνα ρυθμίσεων ελληνικής προέλευσης, που εφαρμόζονταν από τους Έλληνες κατοίκους του πτολεμαϊκού βασιλείου. Στη δεύτερη κατηγορία φαίνεται πως περιλαμβανόταν η Βίβλος, και ειδικότερα η Πεντάτευχος, θρησκευτικό αλλά ταυτοχρόνως και νομικό κείμενο της πολυπληθούς κοινότητας των Ίουδαίων, που είχε μάλιστα μεταφραστεί στα ελληνικά (μετάφραση των Εβδομήκοντα), πολύ πιθανόν με πρωτοβουλία του Πτολεμαίου Β᾽ Φιλάδελφου.

    Ενώ από την πτολεμαϊκή διάταξη, που προαναφέρθηκε, απουσιάζει το ιθαγενές δίκαιο των Αιγυπτίων, αυτό, αντιθέτως, λαμβάνεται υπόψη σε πρόσταγμα (118 π.Χ.) του Πτολεμαίου Η΄, με το οποίο καθορίζονται οι αρμο-διότητες των κυριότερων δικαστικών οργάνων, που, την εποχή αυτή, είναι δύο:

    • οι χρηματισταί, που απονέμουν ελληνικό, κατά βάση, δίκαιο στο όνομα του βασιλιά, και• οι λαοκρίται, Αιγύπτιοι ιερείς, που δικάζουν με βάση το ιθαγενές δίκαιο, το οποίο δηλώνεται στα

    ελληνικά με την έκφραση οἱ τῆς χώρας νόμοι.Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη πτολεμαϊκή διάταξη, ο εφαρμοστέος κανόνας δεν καθοριζόταν με βάση την

  • 18

    αρχή της προσωπικότητας του δικαίου, αλλά με βάση τη γλώσσα του εγγράφου, από το οποίο προέκυπτε η εκάστοτε διαφορά:

    • Αν το επίδικο έγγραφο είχε συνταχθεί στα ελληνικά, η υπόθεση, ακόμη και αν αφορούσε Αιγυπτίους, θα δικαζόταν από τους χρηματιστάς: «οι Αιγύπτιοι που έχουν συντάξει ελληνικά συμβόλαια με Έλ-ληνες να δικάζονται και να υπάγονται στην αρμοδιότητα των χρηματιστῶν» (COrdPtol. 53, στ. 211-214: «τοὺς μὲν καθ᾽ἑλληνικὰ σύμβολα συνηλλαχότας Ἕλλησιν Αἰγυπτίους ὑπέχειν καὶ λαμβάνειν τὸ δίκαιον ἐπὶ τῶν χρηματιστῶν»)·

    • αντιθέτως, αν η γλώσσα του εγγράφου ήταν η αιγυπτιακή, η υπόθεση, ακόμη και αν αφορούσε Έλλη-νες, θα δικαζόταν από τους λαοκρίτας, σύμφωνα με το αιγυπτιακό δίκαιο: «όσοι, ενώ είναι Έλληνες, συναλλάσσονται με αιγυπτιακά συμβόλαια να υπάγονται στην αρμοδιότητα των λαοκριτῶν, (που δικάζουν) σύμφωνα με το αιγυπτιακό δίκαιο» (στ. 214-217: «ὅσοι δὲ Ἕλληνες ὄντες συνγράφονται κατ᾽αἰγύπτια συναλλάγματα ὑπέχειν τὸ δίκαιον ἐπὶ των λαοκριτῶν κατὰ τοὺς τῆς χώρας νόμους»).

    • Τέλος, στο ίδιο πρόσταγμα κατοχυρώνεται η δικαιοδοσία του δικαστηρίου των λαοκριτῶν, η οποία φαίνεται πως κινδύνευε από τον «επεκτατισμό» των χρηματιστῶν: «οι χρηματισταί να μην αποσπούν τις υποθέσεις μεταξύ Αιγυπτίων, αλλά να τις αφήνουν να εκδικάζονται από τους λαοκρίτας, σύμφωνα με το αιγυπτιακό δίκαιο» (στ. 217-220: «τὰς δὲ τῶν Αἰγυπτίων πρὸς τοὺ