135
Σχέδιο |||Κ Προγράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΩΝ ΤΟΝ ΧΩΡΟΝ ΕΝΩΘΕΙΤΕ Μαρξιστική Λενινισηκη ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ ΤΕΥΧΟΣ 7 ΜΑΗΣ 1993

ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

  • Upload
    jouhou

  • View
    734

  • Download
    3

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Σχέδιο | | | ΚΠρογράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης

ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΩΝ ΤΟΝ ΧΩΡΟΝ ΕΝΩΘΕΙΤΕ

Μαρξιστική Λενινισηκη ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ

ΤΕΥΧΟΣ 7 ΜΑΗΣ 1993

Page 2: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν ΑΣΧΟΛΙΑ Της Σύνταξης: Νέο ξεκίνημα

ΣΧΟΛΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Εισαγωγικό σημείωμα της ΚΕ της ΣΑΚΕI. Γενικό μέρος του ΠρογράμματοςII. Ο ελληνικός καπιταλιστικός σχηματισμόςIII. Η Λαϊκή - Σοσιαλιστική Δημοκρατία

7112850

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Πέτρος Γιώτης: Το μέσο επίπεδο ανάπτυξηςτου ελληνικού καπιταλισμού και ολαικοδημοκρατικός - σοσιαλιστικός χαρακτήραςτης επανάστασης 71Τάκης Κολοκούρης: Αναφορά στην ταξικήαντίθεση και οριοθέτηση 84Γεράσιμος Λιόντος: Τι σχολείο θέλουμε 92

Δημήτρης Γληνός: Ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους 103

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ • Η κρίση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, η αναγκαιότητα της ρήξης και ηταξική ανασυγκρότηση 107• Μια πολεμική με τις μαοϊκές οργανώσεις 117

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ Τάκης Καλλιανιώτης: Τα Βαλκάνια και οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος 124

ΙΙΠΟΦΙ̂ ΙΡΙΙτΙΙΒτ]ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

__________ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ________ΔΙΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΕΚΔΟΤΗΣ: Πέτρος Γιώτης, Καποδιστρίου 12, 2ος όροφος, Τηλ. 3641007, FAX 3646107. ΕΚΤΥΠΩΣΗ: Σταμάτης Κορδιστός, Σπετσών 4, Νέα Λιόσια, Τηλ. 2638283. ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ-ΕΜΒΑΣΜΑΤΑ: Πέτρος Γιώτης, Καποδιστρίου 12, 106 82, Αθήνα.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 3: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΟΛΙΑ

CONTENTSCOMMENTARY

Editorial: A Fresh Start

A DRAFT PROGRAMME FOR THE PARTY OF THE WORKING CLASS

• An Introductary Note from thw CC of the SAKEI. The General Part of thw ProgrammII. Greek Capitalist FormationIII. People's - Socialist Democracy

A DEBATE ON THE DRAFT PROGRAMME

Petros Yotis: The intermediate level of development of Greek capitalism and the people's-democratic socialist character of revolution

Takis Kolokouris: A reference to class antagonisms and their delimiting Yerassimos Liondos: The kind of school we want

Dimitris Glinos: New perspectives for our young people

WORKERS’ MOVEMENT

• The crisis of the bourgeois bureaucratic trade-unions, the necessity of rupture with them and class reconstruction• A polemic against the maoist organizations

OUR EPOCH

Takis Kalianotis: The Balkans and the antagonism of the world capitalist system

m m m wTHEORETICAL AND POLITICAL JOURNAL

ORGAN OP THE CC OF THE SAKE

12 Kapodistriou str. - 106 82 ATHENS - GREECE TEL. and FAX 3641007

Ι ϋ Ι Ι ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 4: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΟΛΙΑ

της Σύνταξης £d

Νέο ξεκίνημαέρασε αχρφώς ένας χρόνος από την κυκλοφορία του προηγούμενου τεύχους της Μ ΑΛΕΉ . Μέσα σ' αυτό το χρόνο δεν μπορέσαμε να κρατήσουμε την υπόσχεσή

μας για ταχτική έκδοση του περιοδικού, που είχε δοθεί και από την 4η Συνδιάσκεψη της ΣΑ Κ Ε, το καλοκαίρι του 1992.

Η απάντηση στο «γιατί αυτή η καθυστέρηση?» βρίσκεται στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας. Ηταν η απασχόληση του Ιδεολογικού Τμήματος της Κ Ε της Σ Α Κ Ε με την εκπόνηση του Σχεδίου Προγράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης. Δουλειά που με τις δυσκολίες που παρουσίασε και με την ένταση που απαίτησε δεν επέτρεψε την έκδοση του περιοδικού. Και όπως κατ' επανάληψη έχουμε δηλώσει, εκείνο που ποτέ δεν πρόκειται να προδώσουμε είναι το επιστημονικό επίπεδο της Μ Α ΛΕΠ . Προτιμήσαμε λοιπόν να υποστούμε τα επικριτικά σχόλια των αναγνωστών μας, παρά να προχωρήσουμε σε εκδόσεις πρόχειρων τευχών, με Θέματα που δεν Θα είχαν γίνει αντικείμενο σοβαρής μελέτης και βαθειάς επεξεργασίας. Προτιμήσαμε να αφήσουμε αδημοσίευτες κάποιες αναλύσεις πάνω σε επίκαιρα ζητήματα, που ήταν έτοιμες, ή να τις δουλέψουμε για δεύτερη φορά, επειδή δεν συγκεντρωνόταν η ύλη για μια πλήρη έκδοση του περιοδικού.

Η έκδοση του τεύχους που κρατάτε στα χέρια σας είναι από κάθε άποψη ένας σταθμός στην εκδοτική προσπάθεια του περιοδικού μας. Οχι μόνο γιατί δημοσιεύει ένα τόσο σημαντικό ντοκουμέντο, όπως είναι το σχέδιο προγράμματος του κόμματος. Αλλά και γιατί σηματοδοτεί ένα καινούργιο ξεκίνημα της Μ Α ΛΕΠ . Η ολοκλήρωση του σχεδίου προγράμματος έχει στη βάση της έναν τεράστιο όγκο θεωρητική; δουλειάς, δημοσιευμένης και αδημοσίευτης. Αυτή η δουλειά μας έχει πάει πολλά βήματα μπροστά, σε σχέση με το σημείο που βρισκόμασταν ακόμα και πριν ένα χρόνο. Και αποτελεί ταυτόχρονα βάση για την ταχτική έκδοση του περιοδικού από δω και πέρα και εφαλτήριο για εκτίναξη σε ύψη ανώτερη; ποιότητας στο περιεχόμενο της αρθρογραφίας του.

Η Συζήτηση πάνω στο σχέδιο προγράμματος

ανοίγει ήδη απ' αυτό το τεύχος. Ελπίζουμε ότι από το επόμενο θα έχουμε περισσότερα άρθρα για δημοσίευση, από συντρόφους που ο χώρος του «Οχτωβρη» δεν θα είναι αρκετός για να φιλοξενήσει τις απόψεις τους. Μέσα στο σχέδιο προγράμματος υπάρχουν ζητήματα που «σηκώνουν» ολόκληρες μονογραφίες και που έτσι κι αλλιώς θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν τις θεωρητικές μας συζητήσεις, ακόμη και μετά το ιδρυτικό συνέδριο του κόμματος.

Στο χρόνο που μεσολάβησε από την έκδοση του προηγούμενου τεύχους έγιναν πολλά και στην Ελλάδα και στον κόσμο. Ο χαρακτήρας αυτού του τεύχους δεν μας επέτρεψε να ασχοληθούμε με αυτά τα τόσο σοβαρό ζητήματα της εσωτερικής και διεθνούς επικαιρότητας, επιχειρώντας τις θεωρητικές γενικεύσεις, που είναι γνωστές στους αναγνώστες από τα προηγούμενα τεύχη του περιοδικού. Δημοσιεύουμε μόνο μια ανάλυση για τις πρόσφατες εξελίξεις στα Βαλκάνια. Σύντομα όμως, το Φθινόπωρο, που θα κυκλοφορήσει το όγδοο τεύχος, η Μ Α ΛΕΠ θα αποχτήσει ξανά την επαφή της με τη ζέουσα επικαιρότητα. Οι παράγραφοι που ακολουθούν καταγράφουν απλώς, με τη μορφή τίτλων, τις σημαντικότερες από τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις.

Η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος οξύνθηκε ακόμη περισσότερο και η διαπλοκή της με την κυκλική οικονομική κρίση δημιούργησε εκρηκτική κατάσταση σ' όλες τις καπιταλιστικές οικονομίες και έφερε ακόμη πιο καταστροφικές συνέπειες για το προλεταριάτο και τους λαούς όλου του κόσμου.

Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, που απειλεί να σπάσει τα σύνορα του πρώην ομοσπονδιακού κρότους και να γίνει βαλκανικός και παγκόσμιος, αποτελεί την πιο παραστατική επιβεβαίωση της όξυνσης όλων των αντιθέσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού, που οδηγούν σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και έκρηξη προλεταριακών επαναστάσεων.

Στην Ελλάδα, βάθυνε η οικονομική και πολιτική κρίση. Οι εκτιμήσεις που περιέχονταν στο άρθρο

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 3

Page 5: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΟΛΙΑ

«Πολιτική κρίση και επαναστατική απάντηση», που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο τεύχος της Μ Α ΛΕΠ , επιβεβαιώθηκαν. Οι τάσεις έχουν δια φανεί καθαρά και αδιαμφισβήτητα. Ο ελληνικός καπιταλισμός βυθίζεται όλο και πιο βαθειά στην οικονομική κρίση και η αστική τάξη εντείνει τους ρυθμούς της συντηρητικής ανασυγκρότησης, σαρώνοντας σαν χιονιστιβάδα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και καταχτήσεις.

Τα αστικά πολιτικά κόμματα, κάτω από την απειλή της λαϊκής εξέγερσης, στην οποία οδηγεί η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, απειλή της οποίος προανακρούσματα αποτέλεσαν η μαχητική απεργία των εργατών της ΕΑ Σ και το νέο κύμα μαθητικών καταλήψεων, επιτίθενται το ένα ενάντια στο άλλο, αναζητώντας διέξοδο που θα επιτρέψει στο σύστημα να αιχμαλωτίσει τη λαϊκή διαμαρτυρία και να αποτρέψει τη μετατροπή της σε μαχητική αντίσταση. Οι τάσεις για αναδιάταξη και αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού και του αστικού κομματικού χάρτη γίνονται πιο δυνατές. Οξύνονται οι αντιθέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και τους φιλολογικούς της εκπροσώπους, από τη μια, και τις ηγεσίες των αστικών πολιτικών κομμάτων, από την άλλη.

Η σκανδαλολογία, που γνωρίζει νέο φούντωμα, αποτελεί την πιο κραυγαλέα εκδήλωση της πολιτικής κρίσης. Στη βάση της υπάρχουν βέβαια υπαρκτά σκάνδαλα και υπαρκτές αντιθέσεις. Συγκρούονται πολιτικές φατρίες και οικονομικά συμφέροντα, που δένονται με τη μια ή την άλλη μερίδα της αστικής πολιτικής, που έχουν συμφέροντα στις «ιδιωτικοποιήσεις» ή στην προνομιακή νομή των κρατικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, συγκρούονται πανίσχυρα πολίτικο—οικονομικά «λόμπι».

Στις εκδηλώσεις της σκανδαλολογίας όμως διαφαίνεται και η τάση της οικονομικής ολιγαρχίας να θέσει υπό πλήρη έλεγχο τα αστικά πολιτικά κόμματα και τις ηγεσίες τους, να τους περιορίσει τη σχετική αυτονομία, να εξαφανίσει κάθε ίχνος προσωρινής αντανάκλασης των λαϊκών αιτημάτων στην πολιτική των αστικών κομμάτων, ώστε η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού όχι μόνο να συνεχιστεί απρόσκοπτη, αλλά και να επιταχυνθεί και να βαθύνει, όπως απαιτούν οι νέες συνθήκες της κρίσης.

Από την άλλη, στα σκάνδαλα, στη σκανδαλολογία και στην εξ αυτών απορρέουσα πολιτική σύγκρουση φωτογραφίζεται η σαπίλα και η αντιλαϊκότητα του καπιταλισμού, καταδείχνεται στις εργαζόμενες μάζες και στη νεολαία η απάτη όλων των κατά καιρούς «καθαρτήριων» εξορμήσεων του συστήματος και στη συνείδησή τους κορυφώνεται το αγωνιώδες ερώτημα: μπορεί να υπάρξει κάθαρση και με ποιους όρους; Η παρέμβαση των κομμουνιστών λειτουργεί σαν καταλύτης για να δοθεί απάντηση σ' αυτό το ερώτημα και να γίνεται αυτή η απάντηση συνείδηση: κάθαρση μπορεί να υπάρξει με την ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης, με τη συντριβή του κράτους της και τη διάλυση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, κάθαρση μπορεί να υπάρξει μόνο σ' ένα άλλο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό καθεστώς, στο καθεστώς της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας.

Η εθνικιστική υστερία και η προετοιμασία του πολέμου δίνουν ώθηση στη φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής και η προετοιμασία για τη δημιουργία ενός «σύγχρονου» φασιστικού κόμματος έφτασε στο τέλος της. Η ελληνική αστική τάξη προσπαθεί να αναβαθμίσει το ρόλο της στα Βαλκάνια, προσπαθεί να «καταχτήσει» ένα πόστο ενωμοτάρχη των ιμπεριαλιστών, αναζητά θέση σ' έναν λίγο πολύ σταθερό άξονα ιμπεριαλιστικών και εξαρτημένων χωρών στην περιοχή. Οι φιλειρηνικές της διακηρύξεις κρύβουν την προετοιμασία του πολέμου. Η τάση για επέκταση, που είναι εγγενής σε κάθε κεφαλαιοκρατικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, θα εκδηλωθεί αναπόφευκτα με τη συμμετοχή σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, όπου η ελληνική αστική τάξη θα προσπαθήσει να προσφέρει την ελληνική νεολαία σαν κρέας για τα ιμπεριαλιστικά κανόνια, για να εισπράξει η ίδια ένα μερίδιο από τη λεία.

Στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, η αστικοποίηση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 80, οδηγεί τα ι όλο και πιο γρήγορα στην αντιστοίχισή της με το γενικό σύστημα της αστικής εξουσίας. Το αστικοποιημένο συνδικαλιστικό σύστημα έγινε θεσμός τον καθεστώτος και οι φορείς που το διοικούν αγωνίζονται για να το στηρίξουν οικονομικά και πολιτικά και με τις απανωτές συμφωνίες τους με τις κεφαλαιοκρατικές οργανώσεις και τις υπηρεσίες του αστικού κράτους και της ΕΟ Κ, έχουν κάνει πολλά και σημαντικά βήματα σ' αυτή την κατεύθυνση.

Το χάσμα ανάμεσα στην αστογραφειοκρατία και τις εργαζόμενες μάζες μεγαλώνει, ενώ είναι τεράστιο με τη νέα εργατική βάρδια. Οπως αποδεικνύεται και σε μια πρωτότυπη μελέτη, που έστω και καθυστερημένα δημοσιεύεται σ' αυτό το τεύχος, η οργανωτική ρήξη των εργατικών και εργαζόμενων μαζών με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει αυθόρμητα συντελεστεί. Ζητούμενο είναι να δοθεί ταξικό, ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό, περιεχόμενο σ' αυτή τη ρήξη, να δημιουργηθούν και να δυναμώσουν τα κύτταρα του νέου, του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Η γραμμή της συγκρότησης και ισχυροποίησης του ΤΑ Ξ ΙΚ Ο Υ ΠΟ ΛΟ Υ στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου, που ψήφισε η 4η Συνδιάσκεψη της Σ Α Κ Ε , αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική πολιτική πρόταση απέναντι στον αστικό τετρακομματισμό (που εξελίσσεται σε πεντακομματισμό), που στηρίζει και προωθεί τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού.

Διανύουμε μια εξ αντικειμένου προεκλογική περίοδο, ανεξάρτητα από το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών. Σ ' αυτή την περίοδο, που το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει, που το πολιτικό ενδιαφέρον οξύνεται, η προβολή και εκλαϊκενση αυτής της γραμμής πρέπει να πάρει το χαρακτήρα μιας πλατιάς και παρατεταμένης πολιτικής καμπάνιας, που θα δένει τα μέτωπα πάλης της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας με την ταξική πολιτική πρόταση των κομμουνιστών, δέσιμο που θα εκφραστεί και στις ίδιες τις εκλογές.

Μάης 1993

4 'Ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 6: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑ Μ Μ Α ΤΟΣ

ΣΧΕΔΙΟΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

του Κόμματος της Εργατικής Τάξης

Εγκρίθηκε στην 3η Ολομέλεια της ΚΕ της ΣΑΚΕ

Μάης 1993

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 5ν>Λ·Χ«ί«·

Page 7: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7
Page 8: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ

ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣΜε τη δημοσίευση του Σχεδίου Προγράμματος μπαίνουμε στην τελική ευθεία

για την πραγματοποίηση του ιδρυτικού συνέδριου του Κόμματος της Εργατικής Τάξης, όπως αποφάσισε η 4η Συνδιάσκεψη της ΣΑΚΕ το καλοκαίρι του 1992.

Το Σχέδιο Προγράμματος είναι καρπός μιας δεκαοχτάχρονης κυοφορίας του κομμουνιστικού πυρήνα της Ελλάδας. Μια δεκαοχτάχρονης βασανιστικής πο­ρείας κατάχτησης του επιστημονικού βάθους της μαρξισπκής-λενινιστικής θεω­ρίας, κριτικής μελέτης της ιστορίας του παγκόσμιου και του ελληνικού κομμουνι­στικού και εργατικού κινήματος, θεωρητικής γενίκευσης της πείρας της πρώτης σοσιαλιστικής κοινωνίας στον κόσμο, της σοβιετικής, και της αντεπαναστατικής διαδικασίας παλινόρθωσης του καπιταλισμού σ’ αυτή, μελέτης της σύγχρονης φάσης ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού και των ταξικών ανακατατάξεων που επήλθαν στην ελληνική κοινωνία, ολοκλήρωσης μιας επαναστατικής αντίλη­ψης για τη στρατηγική και την ταχτική του σοσιαλιστικού τρολεταριάτου, εκπόνη­σης της στρατηγικής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινω­νίας.

Η εκπόνηση του σχεδίου Προγράμματος δεν ήταν απλώς μια διανοητική εργα­σία. Ηταν πάνω απ' όλα μια διαδικασία συμμετοχής της ΣΑΚΕ στην ταξική πάλη, θεωρητικής γενίκευσης της πείρας απ' αυτή τη συμμετοχή, συνεχούς αναδίφη­σης στο επιστημονικό βάθρο του μαρξισμού-λενινισμού και ανάπτυξής του πέρα από τα όρια που τον άφησε η επιστημονική σκέψη των αρχών της δεκαετίας του 50.

Η δεκαοχτάχρονη αυτή πορεία ήταν βασανιστική, για διάφορους λόγους. Πρώ­το, γιατί ξεκίνησε μετά από ένα κενό ανάπτυξης της μαρξισπκολενινισπκής θεω­ρίας για πάνω από 20 χρόνια Δεύτερο, γιατί οι «μαραθωνοδρόμοι» αυτής της πο­ρείας ήταν στο ξεκίνημά της νεαροί επαναστάτες, με πίστη μεν στις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, αλλά χωρίς εκείνη την εμπειρία και τη σε βάθος γνώση αυτής της «επιστήμης των επιστημών··, που θα έκανε πιο εύκολο το έργο τους. Τρίτο, γιατί τα αρνητικά στοιχεία της κληρονομιάς του παρελθόντος, οι θεωρητι­κές καθυστερήσεις που αναπόφευκτα συνόδευαν το ελληνικό κομμουνιστικό κί­νημα, βάραιναν ιδιαίτερα στις πλάτες των νεαρών επαναστατών, που δεν ήταν σε θέση να τα ξεπεράσουν άμεσα, να τα ξεπεράσουν χωρίς σκληρή δουλειά. Τέ­ταρτο, γιατί η καταθλιππκή κυριαρχία των διάφορων ρευμάτων της σύγχρονης α­ναθεώρησης προσέθετε νέες δυσκολίες, που δεν μπορούσαν να υπερνικηθούν, σε συνδυασμό και με τους άλλους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, χωρίς α­δράνειες και καθυστερήσεις, χωρίς λάθη και πισωγυρίσματα.

Η εμβάθυνση στις φιλοσοφικές βάσεις του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού, η κατανόηση της γνωσιοθεωρίας, η συνειδητοποίηση ότι η απόλυτη αλήθεια προ­σεγγίζεται μέσα από το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, έδωσε σημαντική ώθη­ση στη θεωρητική αναζήτηση και στην προγραμματική δουλειά. Ετσι, το τέλος της πορείας βρίσκει τους «μαραθωνοδρόμους» νικητές. Αυτό το Σχέδιο Προ­γράμματος είναι πιστεύουμε η απόδειξη. Πίσω από τις λίγες σελίδες του, πίσω από τον επιγραμματικό, σχεδόν «αξιωματικό» τρόπο διατύπωσης των άρθρων του, υπάρχει ένας τεράστιος όγκος θεωρητικής δουλειάς, δημοσιευμένης κατά καιρούς στα έντυπα της ΣΑΚΕ και μη δημοσιευμένης.

Το Σχέδιο Προγράμματος αποτελείται από τρία μέρη.α) Το γενικό μέρος, που ξεκινά με την έκθεση των γενικών νόμων κίνησης του

καπιταλισμού, περνά στη διερεύνηση των ειδικών νόμων κίνησης του μονοπωλια­κού καπιταλισμού και της ωρίμανσης των όρων της προλεταριακής επανάστασης και στέκεται αναλυτικά στην εμφάνιση της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπι­ταλιστικού συστήματος και στην πορεία της παγκόσμιας προλεταριακής επανά-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 7

Page 9: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

στάσης. Κεντρική θέση σ' αυτή την ανάλυση κατέχει η διερεύνηση της ανάπτυ­ξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και κοινωνικής οργάνωσης στη Σοβιε­τική Ενωση και των αιτίων που έκαναν δυνατή την ανάπτυξη της αντεπαναστατι- κής διαδικασίας της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Υπό το φως αυτής της α­νάλυσης, αναπτύσσεται το τελευταίο κεφάλαιο του γενικού μέρους, που αναφέρεται στη νομοτέλεια της προλεταριακής επανάστασης, στον κομμουνισμό σαν τελικό σκοπό του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και στη μεταβατική περίοδο προς αυτόν, την περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

β) Το δεύτερο μέρος του Σχεδίου Προγράμματος μελετά τους νόμους κίνησης του ελληνικού καπιταλισμού, την ιστορική του πορεία μέχρι σήμερα, την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και την αντίθεση που κυριαρχεί σ' αυτή και βάσει αυτής της μελέτης καθορίζει το χαρακτήρα της επανάστασης (λαϊκσδημο- κρατικός-σοσιαλιστικός) και περιγράφει το στρατηγικό σχέδιο του σοσιαλιστικού προλεταριάτου για τη νίκη της επανάστασης.

γ) Το τελευταίο μέρος περιέχει το πρόγραμμα της Λαϊκής - Σοσιαλιστικής Δη­μοκρατίας, το πρόγραμμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, το πρόγραμμα με το οποίο οι κομμουνιστές θα εξασφαλίσουν την υλοποίηση του στρατηγικού τους σχεδίου, συσπειρώνοντας στη βάση του πς επαναστατικές τάξεις και στρώματα της κοινωνίας.

Στη διαμόρφωση των αιτημάτων-στόχων του Προγράμματος πάρθηκαν υπόψη όχι μόνο οι αντικειμενικές συνθήκες της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και οι πό­θοι και οι επιθυμίες των λαϊκών μαζών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα σε πο­λύχρονους ταξικούς και λαϊκούς αγώνες. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, το Κόμμα του σοσιαλιστικού προλεταριάτου να αγνοήσει τη μαζική λαϊκή απαίτηση για κα­τάχτηση πανεπιστημιακής μόρφωσης, όσο κι αν σ' αυτή την απαίτηση ενυπάρχει και μια περιφρόνηση προς τη χειρωνακτική δουλειά. Ακόμη, στο Σχέδιο Προ­γράμματος δεν διατυπώνονται μόνο εκείνα τα αιτήματα που θ' αρχίσουν να ικα­νοποιούνται με την κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο και τους συμ­μάχους του, αλλά και αιτήματα που τα διεκδικούμε και μέσα στον καπιταλισμό (αι­τήματα που απορρέουν από τις θεμελιώδεις απαιτήσεις του προγράμματος και καθορίζουν το σύνολο των μερικών διεκδικήσεων του Κόμματος) και που η ίδια η ταξική πάλη θα αποφασίσει για το αν και πόσα θα καταχτηθούν.

Αυτή η πολύχρονη κυοφορία δεν καθιστά το Πρόγραμμα <·τελικό··. Στοιχεία ελ­λείψεων, καθυστερήσεων, ακόμη και λαθών θα αντιμετωπιστούν στο μέλλον, με διορθωτικές παρεμβάσεις. Η προγραμματική δουλειά δεν τελειώνει ποτέ, γιατί πάντα συνεχίζεται το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, γιατί πάντα η ζωή «τροποποιεί·· ορισμένες από τις αρχικές «προβλέψεις», γιατί πάντα οι κομμουνι­στές ωριμάζουν και βλέπουν από καλύτερη σκοπιά κάποιες από τις θέσεις τους. Η αντίληψη αυτή δεν αμφισβητεί, αλλά αντίθετα αναδείχνει την επιστημονική δουλειά που βρίσκεται στη βάση του Σχεδίου Προγράμματος. Το σύνδρομο που θα χαρακτηρίζαμε σαν «φόβο του λάθους» δεν υπάρχει πια κι αυτό ανοίγει δρό­μους πολύ πιο γρήγορης ανέλιξης της θεωρητικής σκέψης.

Το Σχέδιο Προγράμματος συνδέει το «σήμερα» με το «αύριο··, αλλά και με το «χτες». Γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην περίοδο της θυελλώδους ανάπτυξης του σοσιαλισμού και του παγκόσμιου προλεταριακού κινήματος και στη σημερινή περίοδο. Το γεφυρώνει όμως όχι με έναν τυπικό, μηχανικό τρόπο, αλλά με τρόπο δημιουργικό, που από τη μια επαναβεβαιώνει την επιστημονικότητα του μαρξι- σμού-λενινισμού και από την άλλη καταχτά νέες σφαίρες αυτής της επιστημονι- κότητας. Αυτό αφορά βασικά τη θεωρητική γενίκευση της πείρας της σοσιαλιστι­κής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και τη μετατροπή αυτής της πείρας σε προγραμματικό «λόγο», σε θέσεις για την οργάνωση της σοσιαλι­στικής κοινωνίας υπό το φως αυτής της πείρας, θετικής και αρνητικής.

Σημαντική συμβολή επίσης στα θεωρητικά ζητήματα του μαρξισμού-λενινισμού στην Ελλάδα πρέπει να θεωρηθεί το συμπέρασμα ότι, παρά το μέσο επίπεδο α­νάπτυξής του, ο ελληνικός καπιταλισμός είναι καπιταλισμός που σαπίζει, σύστη­μα που καταστρέφει τον άνθρωπο και γι' αυτό η συντριβή του είναι υπερώριμο οι­κονομικό και κοινωνικό αίτημα. Τέλος, στα ζητήματα της νεολαίας και της παι­δείας, καταχτιούνται νέα, πιο ψηλά επίπεδα της θεωρίας. Η αρνητική πείρα της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, από τη μια, και η μελέτη της διαδικασίας αστι­κοποίησης των σημερινών μαζικών εργατικών οργανώσεων, από την άλλη, βοή­θησαν στην επεξεργασία αυτών των τμημάτων του προγράμματος, γεγονός που αποτελεί μια ακόμη επιβεβαίωση για το «νεολαιίσπκο» χαρακτήρα της μαρξιστι- κής-λενινιστικής κοσμοθεωρίας.

Υπερβατικό είναι το Σχέδιο Προγράμματος σε σχέση με τις θεωρηπκές κατα­χτήσεις του κομμουνιστικού κινήματος της Ελλάδας, όπως αυτές αποτυπώθηκαν

I I ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 10: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑ ΜΜΑ ΤΟΣ

στην προγραμματική του δουλειά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 50. Δεν πρό­κειται μόνο για τις αλλαγές που σημειώθηκαν στον παγκόσμιο και τον ελληνικό καπιταλισμό από τότε μέχρι σήμερα, αλλά και για τις ίδιες τις δυνατότητες που είχαν τότε καταχτήσει σι κομμουνιστές της Ελλάδας. Η μαρξιστικσλενινιστική σκέψη έχει φτάσει σήμερα σε πολύ πιο ψηλές σφαίρες ανάλυσης και σύνθεσης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων, σε σχέση με το επίπεδο των κομμουνιστών της Ελλάδας στη δεκαετία του 50, κι αυτό δεν μπορούσε πα­ρά να αντανακλαστεί και στο επίπεδο του προγραμματικού «λόγου». Η επισήμαν­ση αυτή δεν περιέχει κανενός είδους υπαινιγμό ή μομφή για το επαναστατικό ΚΚΕ και τη ζαχαριαδική ηγεσία.

Το ΚΚΕ ήταν ένα αναπτυσσόμενο επαναστατικό Κόμμα, που ακόμη δεν είχε φτάσει στην ολοκλήρωσή του, στην πλέρια μπολσεβικοποίηση, αλλά που βάδιζε με συνέπεια σ' αυτό το βασανιστικό δρόμο, μέχρ» που η αναθεωρητική αντεπανά­σταση το εκτροχίασε. Μόλις το 1934 το ΚΚΕ κάνει το πρώτο ουσιαστικό βήμα του από την αφηρημένη θεωρία στο πρόγραμμα, που πατάει στο έδαφος της νε­οελληνικής πραγματικότητας, με την απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ. Από το 1936 μέχρι το 1949, με εξαίρεση ένα σύντομο διάστημα το 1945-46, το ΚΚΕ ηταν μπλεγμένο σε αδυσώπητο ταξικό αγώνα με ξένους και ντόπιους δυ­νάστες, ο ηγετικός του πυρήνας ήταν καταδικασμένος σε ανελέητο διωγμό, η ί­δια η θεωρητική του σκέψη δεν μπορούσε να διαμορφωθεί σε λίγο-πολύ ομαλές συνθήκες. Ο ελληνικός καπιταλισμός εγκλημάτισε έτσι και ενάντια στο σώμα των κοινωνικών επιστημών. Μέχρι την αναθεωρητική ανατροπή του 1956, ο χρόνος για μια ομαλή ανάπτυξη της θεωρητικής δουλειάς του ηγετικού πυρήνα του ΚΚΕ ήταν πολύ λίγος κι είναι απόλυτα λογικό σήμερα να βρίσκουμε στη θεωρητική κληρονομιά και λάθη και κενά και έλλειψη σύμπτωσης με τη θεωρητική δουλειά που ανέπτυξαν μαρξιστές-λενινιστές διανοούμενοι παράλληλα με το Κόμμα.

Οι δυο πιο σημαντικές προσωπικότητες, που έχει να εμφανίσει ο ελληνικός μαρξισμός-λενινισμός, ο Νίκος Ζαχαριάδης και ο Δημήτρης Γληνός, για διάφο­ρους λόγους, δεν δούλεψαν μαζί, η θεωρητική τους σκέψη, η αναλυτική και συν­θετική τους ικανότητα δεν συναντήθηκαν στο έδαφος κοινής θεωρητικής και προγραμματικής δουλειάς. Σήμερα, αισθανόμαστε πως έχουμε χρέος να αφιερώ­σουμε αυτή τη συμπύκνωση των θεωρητικών μας επεξεργασιών σ' αυτούς τους προσκόπους της μαρξιστικής-λενινιστικής σκέψης στην Ελλάδα, που άνοιξαν πρώτοι το δρόμο μέσα από τα σκοτάδια της αρχαιοπληξίας και του μεσαιωνι­σμού.

Στόχος του Σχεδίου Προγράμματος δεν είναι να προσφέρει ένα εγχειρίδιο για την αυτομόρφωση των κομμουνιστών, που μετά από την ανάγνωσή του θα κοσμεί τις βιβλιοθήκες τους. Στόχος του είναι να αποτελέσει ένα «εργαλείο καθημερι­νής χρήσης», μια ισχυρή και διαρκή πηγή ενέργειας, που θα ξαναθερμάνει το συλλογικό, το σοσιαλιστικό όραμα στις συνειδήσεις των καταπιεσμένων και ιδιαί­τερα της νέας γενιάς, που έχει δεχτεί τα πιο ισχυρά πλήγματα από την ιδεολογι­κή επίθεση της αστικής τάξης και των αναθεωρητικών παραφυάδων της. Να πεί­σει τη νεολαία, ότι οι πόθοι και τα οράματά της δεν χωράνε μέσα στο σάπιο καπι­ταλιστικό σύστημα, ότι η κομμουνιστική οργάνωση της κοινωνίας είναι όχι μόνο ανώτερη μορφή κοινωνικής συγκρότησης, αλλά και οργάνωση που απελευθερώ­νει τον άνθρωπο από τα δεσμά του καταναγκασμού και του επιτρέπει να ζήσει στο βασίλειο της ελευθερίας. Γι' αυτό και πρέπει να αγωνιστούμε για τη νίκη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλιστικής επανάστασης, που αποτελεί το νεοελληνικό δρόμο προς τον κομμουνισμό. Δόθηκε έτσι μα σχετική έκταση στην ανάλυση, σε βάρος της λιτότητας που πρέπει να χαρακτηρίζει ένα Πρόγραμμα, ώστε να μπο­ρεί να «λειτουργήσει» σαν αυτόνομο ντοκουμέντο, σαν «συλλογικός αγκιτάτο­ρας και προπαγανδιστής» της κομμουνιστικής κατεύθυνσης.

Με τη δημοσίευση του Σχεδίου Προγράμματος αρχίζει και η δημόσια συζήτησή του, που θα διαρκέσει μέχρι το ιδρυτικό συνέδριο του Κόμματος της Εργατικής Τάξης. Επιδίωξή μας είναι να πάρουν μέρος ϋ αυτή τη συζήτηση όσο το δυνατόν περισσότεροι αγωνιστές, ειδικά νέοι, καταθέτοντας τον προβληματισμό και τη συμβολή τους στην καλύτερη επεξεργασία του Σχεδίου. Οι σμίλες του «Οχτώ- βρη» και της ΜΑΛΕΠ θα είναι μόνιμα ανοιχτές σ' αυτή τη συζήτηση, ενώ παράλ­ληλα θα γίνουν εκδηλώσεις πάνω σε ειδικές θεματικές ενότητες του Προγράμμα­τος. Η συζήτηση πάνω στο Σχέδιο Προγράμματος όμως δεν πρέπει να εξελιχτεί σε μια «ιδιωτική υπόθεση» των κομμουνιστών. Πρέπει να εξελιχτεί σε συζήτηση των κομμουνιστών με την εργατική τάξη και με τη νεολαία. Πρέπει η συζήτηση να πάρει το χαρακτήρα μιας μεγάλης και παρατεταμένης πολιτικής εξόρμησης, που θα δώσει ώθηση στη διαδικασία συγχώνευσής μας με το αυθόρμητο εργατικό και νεολαΰσπκο κίνημα, ώστε να φτάσουμε στο ιδρυτικό συνέδριο του Κόμματος της Εργατικής Τάξης πιο δυνατοί απ' όλες τις απόψεις.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 9

Page 11: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔ10 ΠΡΟΓΡΑ ΜΜΑ ΤΟΣ

Αν μέχρι τώρα η εκλαΐκευση του προγράμματος και ειδικά η προβολή βασικών προγραμματικών διεκδικήσεων-στόχων αποτελουσε συστατικό στοιχείο της δρά­σης του Κόμματος, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα. Η δράση αυτή απέκτησε καίρια σημασία, η εκλαΐκευση των προγραμματικών διεκδικήσεων- στόχων έγινε κεντρικό ζήτημα της κομματικής δράσης, έγινε το κλειδί που θα δώσει μεγάλη όπλα στην ανάπτυξη του στρατηγικού σχεδίου της λάίκοδημοκρα- τικής-σοσιαλισπκής επανάστασης. Γιατί η εποχή που αρκούσε η επίκληση της α­νωτερότητας του σοσιαλιστικού συστήματος για την προσέλκυση των λαϊκών μα­ζών πέρασε.

Σήμερα, πρέπει να δείξουμε στις μάζες, όπ ο καπιταλισμός που σαπίζει ξώφλη- σε ιστορικά, ότι είναι στενός για να χωρέσει τα οράματα και τους πόθους τους, ότι χρειάζεται να περάσουμε — μέσα από σκληρές ταξικές συγκρούσεις, που θα κορυφωθούν στην ένοπλη εξέγερση — σε μια ανώτερη μορφή κοινωνικής συγ­κρότησης, απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ότι σήμερα είμαστε πολύ πιο ώριμοι, γιατί έχουμε μελετήσει δημιουργικά την πείρα, αρνητική και θετική, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και επομένως δεν θα οδηγηθούμε «μοιραία» σε νέα παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Η ΚΕ της ΣΑΚΕ Μάης 1993

| | | | ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 12: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔ 10 ΠΡΟΓΡΑ Μ Μ Α ΤΟΣ

I. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

1. Οι γενικοί νόμοι ανάπτυξης του καπιταλισμού(1 ) Η κεφαλαιοκρατική κοινωνία, που αναπτύχθηκε πάνω στη βάση της εμπο-

ρευματικής παραγωγής, χαρακτηρίζεται από το μονοπώλιο της τάξης των κεφα­λαιοκρατών και των μεγάλων γαιοκτημόνων πάνω στα σπουδαιότερα και αποφα­σιστικότερα μέσα παραγωγής, από την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μισθωτών, από την υποταγή και την εκμε­τάλλευση των μικρών παραγωγών, πρώτα πρώτα των φτωχών και μεσαίων αγρο­τών, από την παραγωγή εμπορευμάτων για την αποκόμιση κέρδους και από την αναρχία της παραγωγής στο σύνολό της. Πάνω στην οικονομική βάση της κεφα­λαιοκρατικής κοινωνίας υψώνεται ένα πολιτικό και νομικό εποικοδόμημα. Οι σχέ­σεις εκμετάλλευσης και η οικονομική κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας βρίσκουν την πολιτική τους έκφραση στην κρατική οργάνωση του κεφάλαιου, σαν μηχανι­σμού κατάπνιξης του προλεταριάτου και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων.

(2 ) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού, που πραγματοποιείται σαν αποτέλεσμα του κυνηγητού του κέρδους, αναπαράγει διαρκώς σε ευρύτερη βάση όλες πς εσωτε­ρικές αντιθέσεις του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και πρωταρχικά τη βασική α­ντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στον ατομικό χαρακτήρα της ιδιοποίησης, ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμε­ων και στις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Η κυριαρχία της ατομικής ι- διοχτησίας στα μέσα παραγωγής, η άναρχη-<ιυθόρμητη πορεία της παραγωγής, οδηγούν στη ρήξη της οικονομικής ισορροπίας ανάμεσα στους διάφορους κλά­δους της παραγωγής, που συνδυάζεται με την αντίθεση ανάμεσα στην τάση προς την απεριόριστη επέκταση της παραγωγής, από τη μια, και την περιορισμέ­νη κατανάλωση των προλεταριακών και εργαζόμενων μαζών, από την άλλη, κα­θώς και με τη διαρκή όξυνση του ανταγωνισμού των κεφαλαιοκρατικών χωρών στην παγκόσμια αγορά, και κάνουν όλο και πιο δύσκολη την πούληση των εμπο­ρευμάτων. Η υπερπαραγωγή εκδηλώνεται σε περισσότερο ή λιγότερο βαθιές βιο­μηχανικές κρίσεις, τις οποίες ακολουθούν μεγαλύτερες ή μικρότερες περίοδοι βιομηχανικής στασιμότητας. Οι κρίσεις καταστρέφουν ακόμη πιο πολύ τους μι­κρούς παραγωγούς, μεγαλώνουν ακόμη πιο πολύ την εξάρτηση της μισθωτής ερ­γασίας από το κεφάλαιο, οδηγούν ακόμη πιο γρήγορα στη σχετική και καμά φορά στην απόλυτη επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης.

(3 ) Τα τεχνικά και οικονομικά πλεονε)αήματα της μεγάλης παραγωγής οδήγη­σαν, μέσω του ανταγωνισμού, στην εκτόπιση και καταστροφή των προκαπιταλι- σπκών οικονομικών μορφών και στην ολοένα αυξανόμενη συγκέντρωση και συ- γκεντροποίηση του κεφάλαιου. Στον τομέα της βιομηχανίας, ο νόμος αυτός εκ­δηλώθηκε πρώτ' απ' όλα με την άμεση καταστροφή της μικρής παραγωγής και τον υποβιβασμό της στο ρόλο των βοηθητικών εργαστηρίων της μεγάλης βιομη­χανίας. Στον τομέα της αγροτικής οικονομίας, που αναγκαστικά καθυστερεί από το γενικό ρυθμό ανάπτυξης, λόγω του μονοπωλίου του εδάφους και της απόλυ­της γαιοπροσόδου, ο νόμος αυτός βρήκε την έκφρασή του όχι μόνο στη διαφο­ροποίηση της αγροτιάς και στην προλεταριοποίηση πλατιών της στρωμάτων, αλ­λά κυρίως στις ανοιχτές και καλυμένες μορφές υποταγής της μικρής αγροτικής οικονομίας στην κυριαρχία του μεγάλου κεφάλαιου. Η μικρή οικονομία μπόρεσε να διατηρήσει φαινομενικά την ανεξαρτησία της μόνο με τη μεγάλη ένταση της εργασίας και τη συστηματική υποκατανάλωση.

(4 ) Η διευρυνόμενη εφαρμογή των μηχανών, η διαρκής τελειοποίηση της τεχνι­κής και πάνω σ' αυτή τη βάση η συνεχής ανάπτυξη της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου, που συνοδεύεται από την ανάπτυξη του καταμερισμού της εργασίας

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 § 11

Page 13: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

και την αύξηση της 'Παραγωγικότητας και εντατικότητας της εργασίας, έδωσε στο κεφάλαιο τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα τη δουλειά των γυναικών και των παιδιών στις διαδικασίες της παραγωγής και της κυκλοφορίας, ρίχνοντας έτσι την αξία της εργατικής δύναμης και αυξάνοντας την κερδοφορία του κεφάλαιου. Παράλληλα, σχηματίστηκαν τεράστιοι εφεδρικοί βιομηχανικοί στρατοί, που διαρκώς αυξάνονται με την αγροτιά που προλεταριο- ποιείται κι εκτοπίζεται από τα χωριά και με την εξαθλιούμκντ μικρή και μεσαία α­στική τάξη των πόλεων.

(5) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού οδήγησε σε μια βαθιο .·. κροπή στον πολιτι­σμό, τα ήθη και τα έθιμα της αστικής κοινωνίας. Ο παρασιτικός εκφυλισμός των ομάδων της κεφαλαιοκρατίας, η αποσύνθεση της οικογένειας, που εκφράζει την οξυνόμενη αντίθεση ανάμεσα στη μαζική συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνι­κή παραγωγή και στις μορφές της οικογενειακής ζωής και των εθίμων του σπι­τιού, που κληρονομήθηκαν σε σημαντικό βαθμό από τις προηγούμενες οικονομι­κές εποχές, και που βάζει επί τάπητος το ζήτημα για μια άλλη προοδευτική οργά­νωση πις οικογένειας, ριζικά διαφορετική και από τη φεουδαρχική κληρονομιά και από την καπιταλιστική αποσύνθεση, η τεράστια ανάπτυξη των πόλεων και η περιορισμένη αγροτική ζωή (αποτέλεσμα του καταμερισμού και της ειδίκευσης της εργασίας), που αυξάνουν την αλλοτρίωση και αποξένωση των ανθρώπων, προσθέτοντας στην εργαζόμενη κοινωνία νέες μάστιγες, θέτοντας επί τάπητος το ζήτημα για μια άλλη οργάνωση των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους, που ν' ανταποκρίνεται στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην έμφυτη κοινωνικότητα του ανθρώπου, η τεράστια καταστροφή του φυσικού περιβάλλο­ντος (αποτέλεσμα της ληστρικής συμπεριφοράς του κεφάλαιου), η φτώχεια και ο εκφυλισμός της διανόησης και του πολιτισμού, η ανικανότητα της κεφαλαιοκρα­τίας (παρά τις τεράστιες επιτυχίες των φυσιογνωστικών επιστημών) να δημιουρ­γήσει συνθετική επιστημονική κοσμοθεωρία, η έξαρση των ιδεαλιστικών, μυστικι­στικών και θρησκευτικών δοξασιών, όλα αυτά αποτελούν πρόσθετες επιβεβαιώ­σεις για το όπ ο καπιταλισμός πλησιάζει στο ιστορικό του τέλος.

(6) Η συγκέντρωση στον ένα πόλο των κοινωνικών σχέσεων των μεγιστάνων του πλούτου και στον άλλο πόλο τεράστιων μαζών προλεταριάτου, η διαρκής αύ­ξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, η αναπαραγωγή σε πλα­τιά κλίμακα των βαθύτερων αντιθέσεων του καπιταλισμού και των συνεπειών τους (κρίσεων, πολέμων κ.λπ ), η διαρκής ανάπτυξη της κοινωνικής ανισότητας, η αύξηση της αγανάκτησης του προλεταριάτου, που ενώνεται και διαπαιδαγωγεί- ται από τον ίδιο το μηχανισμό της κεφαλαιοκραπκής παραγωγής, οδήγησαν ανα­πόφευκτα στην υπόσκαψη των βάσεων του καπιταλισμού, που προαναγγέλει την καταστροφή του. Η καταστροφή του καπιταλισμού είναι νομοτέλεια, που πραγμα­τώνεται μέσω της ταξικής πάλης του προλεταριάτου και των συμμάχων του ερ­γαζόμενων στρωμάτων. Ο καπιταλισμός δεν θα πέσει μόνος του, σαν ώριμο φρούτο, αλλά μόνο κάτω από τα χτυπήματα της προλεταριακής επανάστασης, προϋπόθεση για την οργάνωση, την ανάπτυξη και τη νίκη της οποίας είναι η συγ­χώνευση του αυθόρμητου εργατικού κινήματος με το επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου.

2. Ο Ιμπεριαλισμός(7) Η περίοδος του βιομηχανικού καπιταλισμού, περίοδος βασικά του ελεύθε­

ρου ανταγωνισμού, περίοδος σχετικά γοργής ανάπτυξης και επέκτασης του κα­πιταλισμού σε όλο τον πλανήτη, με το μοίρασμα των ελεύθερων ακόμη αγορών και την ένοπλη κατάκτησή τους, με τη συνεχή ανάπτυξη των εσωτερικών αντιθέ­σεων του καπιταλισμού, παραχώρησε τη θέση της, στις αρχές του 20ού αιώνα στην περίοδο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Ο ιμπεριαλι­σμός είναι η εποχή του χρηματιστικού κεφάλαιου, όπου η ανάπτυξη του καπιταλι­σμού γίνεται με απότομα άλματα και συγκρούσεις, όπου αποφασιστική σημασία α- ποχτά η εξαγωγή κεφάλαιου, σε αντίθεση με την εξαγωγή εμπορευμάτων, που κυριαρχούσε στο στάδιο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού, όπου ο ελεύθερος ανταγωνισμός παραχωρεί τη θέση του στο μονοπώλιο, όπου τέλειωσε το εδαφι­κό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και άρχισε το οι­κονομικό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα σης μονοπωλιακές ενώσεις και όπου η πάλη για το μοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής αναπόφευκτα κατα­λήγει σε ένοπλη πάλη.

(8) Οι αντιθέσεις του καπιταλισμού σε όλο τους το μέγεθος και σε παγκόσμια κλίμακα βρήκαν την πιο καθαρή έκφρασή τους στην εποχή του ιμπεριαλισμού, που ιστορικά σημαίνει νέα σχέση ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας

t i l ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 14: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

καπιταλιστικής οικονομίας και τροποποίηση της μορφής των σχέσεων ανάμεσα στις βασικές τάξεις της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας Ο ιμπεριαλισμός αναπτύ­χθηκε πάνω στη βάση των γενικών νόμων κίνησης της κεφαλαιοκρατικής κοινω­νίας. Δημιουργήθηκε από την ανάπτυξη του βιομηχανικού καπιταλισμού, σαν ι­στορική του συνέχεια. Οξυνε την εκδήλωση όλων των βασικών αντιθέσεων. Ο νόμος της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφάλαιου οδήγησε στο σχηματισμό ισχυρών μονοπωλιακών ενώσεων. Η συγχώνευση του βιομηχανικού κεφάλαιου με το τραπεζικό κεφάλαιο, το τράβηγμα της μεγάλης γαιοκτησίας στο γενικό σύστημα των κεφαλαιοκρατικών οργανώσεων και ο μονοπωλιακός χαρα­κτήρας αυτής της μορφής του καπιταλισμού, μετέτρεψαν την εποχή του βιομηχα­νικού κεφάλαιου σε εποχή του χρηματιστικού κεφάλαιου. Ο ελεύθερος ανταγωνι­σμός του βιομηχανικού καπιταλισμού μετατράπηκε σε μονοπώλιο του χρηματιστι- κού κεφάλαιου. Ταυτόχρονα, ξεπηδώντας από τον ελεύθερο ανταγωνισμό, τα μονοπώλια δεν τον καταργούν, μα συνυπάρχουν μ' αυτόν, προκαλώντας έτσι σει­ρά οξύτατων αντιθέσεων, προστριβών και συγκρούσεων. Στην εποχή του ιμπε­ριαλισμού οι περιοδικές κρίσεις όχι μόνο δεν εξαλείφονται, αλλά γίνονται πιο ε- πώδυνες και καταστροφικές, γιατί αναπτύσσονται στο έδαφος ψηλών μονοπω­λιακών τιμών, σε αντίθεση με το στάδιο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού, όπου σε περιόδους κρίσης παρατηρούνταν κατακόρυφη πτώση των τιμών.

(9 ) Η αυξανόμενη χρήση σύνθετων μηχανών, χημικών μεθόδων, ηλεκτρικής και ατομικής ενέργειας, η ανάπτυξη της πληροφορικής και των συστημάτων αυτομα­τισμού, η αύξηση πάνω σ' αυτή τη βάση της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου, με αποτέλεσμα την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, πτώση που παρα­λύει προσωρινά μόνο στις μεγάλες μονοπωλιακές ενώσεις, με την πολιτική των ψηλών μονοπωλιακών τιμών, προκαλούν το πιο έντονο κυνήγι του υπερκέρδους στις αποικιακές, μισοαποικιακές και εξαρτημένες χώρες και την πάλη για το ξα- ναμοίρασμα του κόσμου. Η μαζική παραγωγή απαιτεί νέες εξωτερικές αγορές. Η αυξανόμενη ζήτηση πρώτων υλών και ενέργειας προκαλεί το εντατικό κυνήγι για τον έλεγχο των πηγών τους. Η προστατευτική δασμολογική πολιτική, που εμπο­δίζει την εξαγωγή εμπορευμάτων, δημιουργεί συμπληρωματικά κίνητρα για την ε­ξαγωγή κεφάλαιου, στο οποίο εξασφαλίζει πρόσθετα κέρδη. Ετσι, η εξαγωγή κε- φάλαιου γίνεται αποφασιστική και ειδική μορφή οικονομικής σύνδεσης ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. Τέλος, η μονοπωλιακή κατοχή των αγορών κατανάλωσης, των πηγών πρώτων υλών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφάλαιου δυναμώνει στο έπακρο τη γενική ανισομέ- ρεια της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και οξύνει τις συγκρούσεις ανάμεσα στα ι­μπεριαλιστικά κέντρα για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρ­ροής.

(10) Ο ιμπεριαλισμός χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δυο αντιφατικών φαινο­μένων: του ανταγωνισμού και του μονοπώλιου. Το μονοπώλιο, από την ίδια του τη φύση, γεννά αναπόφευκτα μια τάση προς τη στασιμότητα και το σάπισμα. Ε­πειδή όμως μαζί με το μονοπώλιο λειτουργεί και ο ανταγωνισμός, που έχει σπά­σει τα σύνορα των εθνικών κρατών και έχει γίνει παγκόσμιος ανταγωνισμός των μονοπωλίων, δίπλα στην τάση για σάπισμα υπάρχει η τάση για ανάπτυξη, που γεννιέται από την προσπάθεια των μονοπωλίων να ανταποκριθούν στον ανταγω­νισμό, αξιοποιώντας τα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνικής και αναπτύσσοντας έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις. Αυτή η τάση για ανάπτυξη ό­μως είναι μονόπλευρη. Δεν αφορά το σύνολο του καπιταλιστικού κόσμου, αλλά ορισμένες χώρες και ορισμένους κλάδους στο εσωτερικό των εθνικών οικονο­μιών, που για ορισμένες χρονικές περιόδους γνωρίζουν αλματική ανάπτυξη. Ταυ­τόχρονα, αυτή η τάση για ανάπτυξη προσκρούει διαρκώς στο σκληρό περίβλημα των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής και αποτελεί παράγοντα που τρο­φοδοτεί τις κρίσεις.

(11) Η ανισομετρία της ανάπτυξης είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Στην περίοδο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού οι διαφορές στην ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονταν τα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας ήταν σχετικές μικρές. Αντίθετα, στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού οι διαφο­ρές αυτές είναι τεράστιες. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκό­σμιας οικονομίας οδηγεί στην παραπέρα διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής και ταυτόχρονα, λόγω της έντασης με την οποία εκδηλώνεται η ανισόμετρη ανάπτυ­ξη, στην πάλη για το ξαναμοίρασμα του ήδη μοιρασμένου κόσμου, στην αλλαγή και όξυνση των μορφών της πάλης αυτής, στην ολοένα και σε μεγαλύτερο βαθμό αντικατάσταση της μεθόδου των χαμηλών τιμών με τις μεθόδους του ανοιχτού οικονομικού πολέμου (μποϋκοτάζ, ψιηλή προστατευτική πολιτική, τελωνειακοί, νομσματικοί και πόλεμοι επιτοκίων), που οδηγούνται σε ένοπλες συγκρούσεις. Η μονοπωλιακή μορφή του καπιταλισμού συνοδεύεται από αναπόφευκτους ιμπερια-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 13

Page 15: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

λιστικούς πολέμους, που σε έκταση και καταστροφικότητα ξεπερνούν κάθε προηγούμενο στην ιστορία.

(12) Με την ανάπτυξη σε ψηλό βαθμό των παραγωγικών δυνάμεων, ο ιμπερια­λισμός τέλειωσε την προετοιμασία των υλικών προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστι­κή οργάνωση της κοινωνίας. Οι πόλεμοι αποτελούν την καλύτερη απόδειξη για το ότι οι παραγωγικές δυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας ξεπέρασαν τα περιο­ρισμένα όρια των κεφαλαιοκρατικών κρατών και απαιτούν οργάνωση της οικονο­μίας σε παγκόσμια κλίμακα. Ο ιμπεριαλισμός προσπαθεί να λύσει αυτή την αντίθε­ση, ανοίγοντας το δρόμο σε ένα ενιαίο παγκόσμιο κρατικο-κεφαλαιοκρατικό τραστ. Εκφράσεις αυτής της τάσης αποτελούν και οι περιφερειακές ενώσεις διά­φορων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (π.χ. ΕΟΚ και NAFTA). Ο νόμος της ανισόμε- τρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, που οξύνεται στην εποχή του ιμπεριαλισμού, κάνει αδύνατες τις διαρκείς και σταθερές διεθνείς ενώσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Από την άλλη, σειρά ιμπεριαλιστικών πολέμων, που μετατρέπονται σε παγκόσμιους και που μέσω αυτών ο νόμος της συγκεντροποίησης του κεφάλαιου προσπαθεί να φτάσει το παγκόσμιό του όριο - το ενιαίο παγκόσμιο τραστ - συνο­δεύονται από τέτιες καταστροφές, φορτώνουν τέτια βάρη στις πλάτες των εκα­τομμυρίων εργατών και εργαζόμενων μικροαστών, που πολύ πριν φτάσει το πα­γκόσμιό του όριο ο καπιταλισμός θα χαθεί αναπόφευκτα κάτω από το βάρος των αντιθέσεών του, κάτω από τα χτυπήματα της προλεταριακής επανάστασης.

3. Η Προλεταριακή Επανάσταση(13) Η ιμπεριαλιστική μορφή του καπιταλισμού, εκφράζοντας την τάση για συ­

σπείρωση των διάφορων ομάδων της κυρίαρχης τάξης, αντιπαρατάσσει τις πλα­τιές μάζες του προλεταριάτου όχι στον ξεχωριστό κεφαλαιοκράτη, αλλά ολοένα και σε μεγαλύτερο βαθμό στην τάξη των κεφαλαιοκρατών συνολικά και στην κρα­τική της εξουσία. Ταυτόχρονα, ο ιμπεριαλισμός αναπνάζει τα περιφράγματα του εθνικού κράτους και πλαταίνει τα πλαίσια της εξουσίας των κυρίαρχων ιμπεριαλι­στικών δυνάμεων, αντιπαρατάσσοντας στην εξουσία αυτή εκατομμύρια μάζες κα- ταπιεζόμενων λαών των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών. Τέλος, ο ιμπε­ριαλισμός αντιπαρατάσσει με τον πιο οξύ τρόπο τα ιμπεριαλιστικά κράτη το ένα ενάντια στο άλλο.

(1 4 ). Σ' αυτές τις συνθήκες ιδιαίτερη σημασία για την κεφαλαιοκρατία αποχτά η κρατική εξουσία, που γίνεται δικτατορία της χρημαπστικής ολιγαρχίας, έκφραση της συγκεντρωμένης δύναμής της. Η ανάπτυξη των κρατικοκαπιταλιστικών μορ­φών, που διευκολύνουν τόσο την πάλη στην εξωτερική αγορά όσο και την πάλη ενάντια στην εργατική τάξη, η τερατώδης ανάπτυξη του μιλιταρισμού, η αυξανό­μενη πίεση του κράτους πάνω στην εργατική τάξη (σε συνδυασμό με την εξαγο­ρά του γραφειοκρατικού ρεφορμιστικού μηχανισμού), η κρατική ενίσχυση όλων

14 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993>><yyyyy-<>>

Page 16: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

των μέσων ιδεολογικής, πολιτικής και πολιτιστικής επιρροής πάνω στις εργαζό­μενες μάζες, με στόχο την ενσωμάτωσή τους στη λογική της αιωνιότητας του καπιταλιστικού συστήματος, η εξαγορά της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, εκ­φράζουν την τεράσπα αύξηση του ειδικού βάρους της κρατικής εξουσίας στα πλαίσια του μονοπωλιακού καπιταλισμού.

(15) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού και κυρίως το ιμπεριαλιστικό στάδιο αυτής της ανάπτυξης, η αντικατάσταση του ελεύθερου ανταγωνισμού από το μονοπω­λιακό καπιταλισμό, η προετοιμασία από μέρους των τραπεζών και των ενώσεων των κεφαλαιοκρατών του μηχανισμού για την κοινωνική ρύθμιση του προτσές της παραγωγής και της κατανομής των προϊόντων, η αύξηση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης της εργατικής τάξης και οι τεράστιες δυσκολίες της οικονομικής και πολιτικής πάλης της, τα βάσανα, οι δυστυχίες, οι καταστροφές, η αποκτήνωση που γεννά ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο παρασιτικός εκφυλισμός της κεφαλαιο- κρατίας και η δημιουργία ολόκληρων κρατών-δανειστών, που απομυζούν τερά­στια ποσά υπερκερδών από την εκμετάλλευση των εργατών και εργαζόμενων των εξαρτημένων χωρών, η πολιτιστική βαρβαρότητα, η κυριαρχία του υποκειμε­νικού ιδεαλισμού και του σκοταδισμού στον τομέα των κοινωνικών επιστημών, η τεράσπα καταστροφή του περιβάλλοντος και όλες οι άλλες μάστιγες ενάντια στην εργαζόμενη κοινωνία, όλ' αυτά μετατρέπουν τον ιμπεριαλισμό σε καπιταλι­σμό που σαπίζει και πεθαίνει, σε τελευταίο στάδιο της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυ­ξης γενικά. Ανοίγουν την εποχή της προλεταριακής, της σοσιαλιστικής επανά­στασης.

(16) Η παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση απορρέει από τις συνθήκες της ανάπτυξης του καπιταλισμού γενικά, από την ιμπεριαλιστική του φάση ιδιαίτερα. Ενάντια στις ισχυρά οργανωμένες δυνάμεις του χρηματιστικού κεφάλαιου οργα­νώνονται δυο βασικές επαναστατικές δυνάμεις: οι εργάτες των καπιταλιστικών χωρών και οι καταπιεζόμενες από το διπλό ζυγό, του μονοπωλιακού κεφάλαιου και της ντόπιας αστικής τάξης, λαϊκές μάζες των εξαρτημένων χωρών, που κάτω από την καθοδήγηση του παγκόσμιου επαναστατικού προλεταριακού κινήματος θα γίνουν οι νεκροθάφτες του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Για να νικήσει στην προλεταριακή επανάσταση, το προλεταριάτο πρέπει να έ­χει έναν ψηλό βαθμό συνειδητότητας και οργανωτικότητας, που δεν μπορεί να υ­πάρξει χωρίς την οργάνωση της πρωτοπορίας του σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμ­μα. Το αυθόρμητο κίνημα του προλεταριάτου δεν είναι σε θέση να βγει έξω από τα όρια της συνδικαλιστικής συνείδησης, της πάλης για τη βελτίωση της θέσης του μέσα στο κεφαλαιοκρατικό καθεστώς. Για να αποκτήσει η εργατική τάξη συ­νείδηση της ιστορικής της αποστολής, για να μετατραπεί από «τάξη καθεαυτή» σε «τάξη για τον εαυτό της», πρέπει η πρωτοπορία της να οργανωθεί σε ανεξάρ­τητο πολιτικό κόμμα, καθοδηγούμενο από την κοσμοθεωρία του διαλεχτικού και ι­στορικού υλισμού, εξοπλισμένο με επαναστατικό πρόγραμμα ανατροπής του κα­πιταλισμού και οικοδόμησης του σοσιαλισμού, εξοπλισμένο με στρατηγική που θα οδηγεί στη συγκέντρωση των δυνάμεων γι' αυτή την ανατροπή και με ταχτική που σε κάθε φάση θα αναπτύσσει το στρατηγικό σχέδιο.

Η ηγεσία του προλεταριάτου στην επανάσταση είναι απαραίτητος όρος και για τις εξαρτημένες χώρες, όπου τα μικροαστικά στρώματα είναι σχετικά εκτεταμένα και πολυάριθμα, ακόμη και για κείνες τις χώρες όπου το προλεταριάτο είναι η μειοψηφία του πληθυσμού. Γιατί το προλεταριάτο είναι η μοναδική μέχρι το τέλος επαναστατική τάξη, η τάξη που συνδέεται με την πιο αναπτυγμένη μορφή των παραγωγικών δυνάμεων, τη βιομηχανική παραγωγή, η τάξη που λόγω της θέσης της στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή δεν μπορεί να απελευθερώσει τον εαυτό της από τη μισθωτή δουλεία, αν δεν απελευθερώσει ταυτόχρονα όλη την εργα­ζόμενη κοινωνία από το ζυγό του κεφάλαιου.

(17) Μόνο η προλεταριακή, η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να βγάλει την ανθρωπότητα από το αδιέξοδο που δημιούργησε ο ιμπεριαλισμός. Οποιες κι αν είναι οι δυσκολίες της επανάστασης και οι προσωρινές αποτυχίες της ή τα κύμα­τα της αντεπανάστασης, η τελική νίκη του προλεταριάτου είναι αναπόφευκτη.

Η επαναστατική τάση παραλύει προσωρινά λόγω της προδοσίας των συμφερό­ντων του προλεταριάτου και του περάσματος με το μέρος της αστικής τάξης, δυ­νάμεων που βρέθηκαν επικεφαλής του παγκόσμιου προλεταριακού κινήματος. Αυτό έγινε με τη σοσιαλδημοκρατία, στην περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και με­τά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν επέφερε ισχυρό πλήγμα στο επαναστατικό προλεταριακό κίνημα της Ευρώπης, και με το σύγχρονο αναθεωρηπσμό, από το 1953 και μετά, που οδήγησε στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και τις Λαϊκές Δημοκρατίες και μετέτρεψε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σε εξάρ­τημα του αστικού συστήματος εξουσίας, συκοφαντώντας το όραμα του σοσιαλι­σμού και του κομμουνισμού στη συνείδηση των πλατιών μαζών του παγκόσμιου

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 15

Page 17: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

προλεταριάτου, της φτωχομεοαίας αγροτιάς, των γυναικών, των νέων.

4. Η γενική κρίση του καπιταλισμού και η πορεία της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης

(18) Η ανελέητη πάλη ανάμεσα στις μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου οδήγησε στον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πό­λεμο. Ο πόλεμος αυτός τράνταξε όλο το σύστημα του παγκόσμιου καπιταλισμού και εγκαινίασε την περίοδο της γενικής του κρίσης. Η όξυνση της ταξικής πάλης, που ήρθε σαν αναπόφευκτη συνέπεια, οδήγησε τις μάζες σε ανοιχτές επαναστα­τικές εκδηλώσεις και σε εμφύλιο πόλεμο. Το ιμπεριαλιστικό μέτωπο έσπασε στον πιο αδύνατο κρίκο του, την τσαρική Ρωσία. Η Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανά­σταση γκρέμισε την κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας, εγκαθίδρυσε τη δικτατορία του προλεταριάτου και έβαλε την ΕΣΣΔ στην τροχιά της σοσιαλιστικής ανάπτυ­ξης, αποσπώντας την από τη σφαίρα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς.

(19) Κάτω από την επίδραση της Οχτωβριανής Επανάστασης και στα πλαίσια του ισχυρού κλονισμού που είχε δεχτεί το παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, αναπτύχθηκαν μια σειρά επαναστάσεις, που ανεξάρτητα από το ότι δεν υπήρξαν νικηφόρες, απέδειξαν ότι αποτελούν κρίκους μιας παγκόσμιας επαναστατικής α­λυσίδας, τα συστατικά μέρη της γενικής κρίσης του καπιταλισμού. Η παγκόσμια αυτή επαναστατική διαδικασία αγκάλιασε και την άμεση πάλη για τη δικτατορία του προλεταριάτου και τους εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους και τις αποικια­κές εξεγέρσεις ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αδιάρρηχτα δεμένες με το επαναστα­τικό κίνημα των εκατομμυρίων μαζών της αγροτιάς.

(2 0 ) Μετά από μια σύντομη περίοδο σχετικής σταθεροποίησης του καπιταλι­σμού, η γενική κρίση πέρασε σε μια δεύτερη φάση όξυνσης. Ο δεύτερος παγκό­σμιος πόλεμος είχε σαν βασικό αποτέλεσμα αρχικά την απόσπαση από τη σφαίρα του καπιταλισμού μιας σειράς χωρών της Ευρώπης και στη συνέχεια της Κίνας, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας δεύτερης παγκόσμιας αγοράς, της σοσιαλιστι­κής αγοράς. Το στένεμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, η αδυναμία του καπιταλισμού να αναπτυχθεί με άλματα όπως προηγούμενα, σε συνδυασμό με τη λειτουργία όλων των γενικών νόμων του καπιταλισμού και την ένταση της ανισό- μετρης ανάπτυξης στις μεταπολεμικές συνθήκες, οδήγησαν σε νέα όξυνση των βασικών αντιθέσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού. Το κομμουνιστικό κίνημα στις ιμπεριαλιστικές και τις εξαρτημένες χώρες δυνάμω­σε και τέθηκε επικεφαλής των ταξικών αγώνων του προλεταριάτου και των συμμάχων του μισοπρολετα- ριακών στρωμάτων του χωριού και της πόλης. Αρχι­σε η ανάπτυξη ενός δεύτερου γύρου αστικοδημο- κρατικών αντιαποικιακών επαναστάσεων, σε συνθή­κες ύπαρξης ενός ισχυρού σοσιαλιστικού στρατοπέ­δου, που θα μπορούσε να βοηθήσει τις πρώην αποι­κιακές χώρες να ξεπεράσουν το καπιταλιστικό στά­διο ανάπτυξης. Οξύνθηκαν οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες, για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής, που τώρα α­πλώνονταν μόνο στα 2/3 της γήινης σφαίρας.

Αυτή η πορεία της παγκόσμιας επανάστασης ανα- κόπηκε βίαια από την κυριαρχία του χρουτσιοφισμού στην ΕΣΣΔ και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και την πορεία παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο πρώην σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Πορεία στην ο­ποία είχε τη δική του συμβολή ο μαοϊσμός καθώς και τα διάφορα ρεύματα του ριζοσπαστικού μικροαστι­κού εθνικισμού (π.χ. Αλβανία, Βιετνάμ, Κούβα). Η α­νατροπή αυτή ήταν κοσμοιστορικής σημασίας και ά­φησε τα σημάδια της στο παγκόσμιο προλεταριακό και επανασταπκό κίνημα, σημάδια που επηρεάζουν αποφασιστικά την πορεία της παγκόσμιας επανά­στασης.

(21) Η πρώτη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση στην ιστορία της παγκόσμιας προλεταριακής επανά­στασης πραγματοποιήθηκε στη Ρωσία, στην πιο κα­θυστερημένη οικονομικά, πολίτικά και πολιτιστικά

16 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 18: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

από τις «μεγάλες δυνάμεις» της εποχής. Τα καθήκοντα που έμπαιναν μπροστά στους μπολσεβίκους και την πρωτοπορία του προλεταριάτου ήταν κοσμοϊστορι- κής σημασίας. Δεν έπρεπε μόνο να νικήσουν ολοκληρωτικά την αστική τάξη, με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά να καταφέρουν να α­ναπτύξουν με γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, να τραβήξουν στο δρόμο του σοσιαλισμού τα εκατομμύρια της εξαθλιωμένης αγρο­τιάς, να ανεβάσουν το πολιτιστικό επίπεδο (στοιχείο απαραίτητο για τη σοσιαλι­στική οικοδόμηση) ενός λαού βυθισμένου στην αγραμματοσύνη και την αμορφω­σιά, που τον είχε καταδικάσει το τσαρικό απολυταρχικό καθεστώς. Κι όλα αυτά έ­πρεπε να πραγματοποιηθούν χωρίς προηγούμενη ιστορική εμπειρία σοσιαλιστι­κής οικοδόμησης και μέσα σ’ ένα περιβάλλον ασφυκτικής ιμπεριαλιστικής περικύ­κλωσης.

Βαδίζοντας με βάση τις στρατηγικές υποδείξεις των κλασσικών του μαρξισμού, μέσα από διαρκείς πειραματισμούς, που αναπόφευκτα συνοδεύονταν από λάθη, γενικεύοντας θεωρητικά την πείρα που συσσωρεύονταν σε κάθε φάση, οι μπολ­σεβίκοι κατάφεραν να οικοδομήσουν την πρώτη στην ιστορία της ανθρωπότητας σοσιαλιστική κοινωνία. Μια κοινωνία, που ανεξάρτητα από το ότι λειτουργούσε με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών της, δεν ήταν απαλλαγμένη από κα­θυστερήσεις και προβλήματα, που έβαζαν μπροστά της νέα, πρωτοφανή ζητήμα­τα για λύση.

Εχοντας μια βιομηχανία κατεστραμμένη και μια αγροτική οικονομία, που χαρα­κτηρίζονταν από τη μικρή εμπορευματική παραγωγή, οι μπολσεβίκοι εφάρμοσαν στην αρχή τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ), που ήταν αναπόφευκτη για ένα διάστημα, στο οποίο έπρεπε να ανορθωθεί η βιομηχανία και να δημιουργηθούν οι όροι για το πέρασμα της αγροτικής οικονομίας στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό.Μέσα σε μια δεκαετία έγινε δυνατό να κατανικηθεί η αστική τάξη στον εμφύλιο πόλεμο, να στερεωθεί η δικτατορία του προλεταριάτου, να ανορθωθεί βασικά η μεγάλη βιομηχανία και να δημιουργηθούν οι όροι για τη σοσιαλιστική συνεταιρι- σπκοποίηση της αγροτικής οικονομίας. Σ' αυτή τη φάση, η εργατική τάξη έδινε α­κόμη μάχη τάξης προς τάξη, όχι μόνο στα πολεμικά μέτωπα του εμφύλιου, αλλά και στο μέτωπο της αγροτικής οικονομίας, ενάντια στην αστική τάξη του χωριού, και στο μέτωπο της βιομηχανίας, ενάντια στους αστούς ειδικούς, που αναγκαστι­κά χρησιμοποιούσε η διχτατορία του προλεταριάτου, χρυσοπληρώνοντάς τους, επειδή δεν είχε δική της κόκκινη διανόηση. Ταυτόχρονα, η πρωτοπορία της ερ­γατικής τάξης έπρεπε να αναπτύσσει και μια ριζικά διαφορετικού περιεχομένου ταξική πάλη, μέσα στους ίδιους τους κόλπους της τάξης, ενάντια σ' όλα εκείνα τα φαινόμενα που κληρονομήθηκαν στη νέα κοινωνία από την προηγούμενη, την καπιταλιστική. Να ανεβάζει το επίπεδο συνείδησης των εργατών, να προωθεί τη σοσιαλιστική αυτενέργεια και τη συνειδητή πειθαρχία στη δουλειά, να καταπολε­μά τις εκδηλώσεις γραφειοκρατισμού.

Απαιτήθηκαν άλλα 8 χρόνια, ώστε το 1936 να έχουν εγκαθιδρυθεί σ' όλη την έ­κταση της οικονομίας οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, με την κατάπνιξη της αστικής τάξης του χωριού και την οργάνωση της πρώην φτωχής και μεσαίας αγροτιάς στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό, αλλά και με τη δημιουργία των πρώτων τμημάτων της κόκκινης διανόησης, που προέρχονταν από πς γραμμές της εργα­τικής τάξης και της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Η ταξική σύνθεση της σοβιετικής κοινωνίας άλλαξε και μαζί της άλλαξε ο χαρακτήρας της ταξικής πάλης, που έγι- νε μη ανταγωνιστικός, αφού οι εκμεταλλευτικές τάξεις είχαν εξαλειφτεί από όλη τη σφαίρα της κοινωνικής παραγωγής. Δίπλα στην ταξική πάλη προστέθηκαν νέ­ες κινητήριες δυνάμεις της κοινωνικής εξέλιξης, ο σοβιετικός πατριωτισμός και η ηθικοπολιτική ενότητα ανάμεσα στην εργατική τάξη, τη συνεταιρισμένη αγροτιά και τη σοβιετική διανόηση. Αναπτύχθηκαν θυελλώδη κινήματα πρωτοπόρων, το σταχανοφικό στη βιομηχανία και το ουντάρνικο στην αγροτική οικονομία. Η πα­ραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας γνώρισε πρωτοφανείς ρυθμούς ανάπτυ­ξης, το παγκρατικό σχέδιο εξασφάλιζε μια ισόρροπη και αναλογική ανάπτυξη ό­λης της κλίμακας της σοσιαλιστικής οικονομίας και η πιο καθυστερημένη χώρα της Ευρώπης έφτασε τις ιμπεριαλιστικές χώρες και ξεπέρασε αρκετές απ’ αυτές, φροντίζοντας ταυτόχρονα για την ικανοποίηση των υλικών και εκπολιτιστικών α­ναγκών της κοινωνίας, τείνοντας προς την ικανοποίησή τους στον ανώτατο βαθ­μό. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, με τα εκατομμύρια των νεκρών και τραυμα­τιών και τις πρωτοφανείς καταστροφές και λεηλασίες, έφερε πίσω τη σοβιετική κοινωνία, δεν κατάφερε όμως να την εκτρέφει από το δρόμο της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, που συνεχίστηκε με θυελλώδεις ρυθμούς και μετά το 1945.

Η κοινωνία αυτή όμως δεν ήταν μια ειδυλλιακή κοινωνία, όπου όλα βάδιζαν ήσυ­χα το δρόμο τους, χωρίς ταξική πάλη, χωρίς προβλήματα και καθυστερήσεις. Η κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής δεν εξασφαλίζει αυτόματα την κοινωνικο­ποίησή τους. Η κοινωνικοποίηση εξασφαλίζεται μόνο όταν η κρατικοποίηση συ­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 111!

Page 19: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νοδεύεται από τη σοσιαλιστική αυτενέργεια των μαζών, από τη συνειδητή πει­θαρχία στη δουλειά, από την εξάλειψη φαινομένων καταχρήσεων, γραφειοκρατι- σμού, απειθαρχίας κ.λπ., από το ανέβασμα του πολιτιστικού και του μορφωτικού επιπέδου ως το επίπεδο της πολυτεχνικής μόρφωσης και το τράβηγμα των πλα­τιών μαζών των εργαζόμενων στη διαχείριση όλων των κρατικών υποθέσεων. Ο συνεταιρισμός ήταν μεν μορφή των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, αλλά καθυστερούσε σε σχέση με τη βιομηχανία, αφού το προϊόν αποτελούσε συλλογι­κή ιδιοκτησία των συνεταιριστών και όχι παλλαϊκή ιδιοκτησία, επομένως πραγμα­τοποιούνταν σαν εμπόρευμα μέσω των σχέσεων της σοσιαλιστικής αγοράς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να επιβιώνει στον αγρότη η ατομική ψυχολογία, που ενι- σχυόταν κάθε φορά που παρουσιάζονταν προβλήματα στην παραγωγή. Υπήρχε λοιπόν αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, ανάμεσα στην εργατική τάξη και τη συνεταιρισμένη αγροτιά, η οποία βέβαια δεν είχε ανταγωνιστικό χαρακτή­ρα, όπως στον καπιταλισμό. Αυτή η ψυχολογία του αγρότη μπορεί να ξεπεραστεί μόνο σαν αποτέλεσμα της αλματώδους ανάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και της παράλληλης ανάπτυξης του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέ­δου της αγροτιάς.

Η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά διατηρούνταν, στην παραγωγή εξακολουθούσε να υφίσταται ο ιεραρχικός καταμερισμός. Λόγω της καλύτερης θέσης της στην παραγωγή, του ανώτερου πολιτιστικού της επιπέ­δου, των καλύτερων αμοιβών σε πολλές περιπτώσεις, η σοσιαλιστική διανόηση είναι επιρρεπής στην ανάπτυξη μικροαστικής ψυχολογίας, της ψυχολογίας του βολέματος και της ρουτίνας, που ερχόταν σε σύγκρουση με το νεωτεριστικό πνεύμα των πρωτοπόρων εργατών. Υπήρχε λοιπόν αντίθεση ανάμεσα στην ερ­γατική τάξη και τη σοσιαλιστική διανόηση, η οποία επίσης δεν είχε ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Προϋπόθεση για τη λύση αυτής της αντίθεσης είναι το ανέβασμα του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου της εργατικής τάξης ως το επίπεδο των ειδικών της παραγωγής και της οικονομίας.

Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, προβλήματα εμφανίζονταν και στην εκπόνηση και υλοποίηση του παγκρατικού σχεδίου, μέσω του οποίου προωθείται το στρατη­γικής σημασίας καθήκον της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου στην παρα­γωγή και την κατανομή των προϊόντων. Το παγκρατικό σχέδιο λειτουργούσε, η ανάπτυξη της οικονομίας γινόταν ισόρροπα και αναλογικά, όμως εξακολουθούσε να υφίσταται μια μη ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις, καθώς και ανάμεσα στην οικονομική βάση και το πολιτικό εποικοδόμημα.

Πάνω στη βάση αυτών όλων των καθυστερήσεων, που δεν συνιστούσαν σημά­δια κρίσης και κατάπτωσης, αλλά σημάδια ανάπτυξης, εμφανίζονταν φαινόμενα γραφειοκρατισμού, που δεν αφορούσαν μόνο τον κρατικό μηχανισμό και το μηχα­νισμό διεύθυνσης της οικονομίας, αλλά και τις ίδιες τις μαζικές οργανώσεις και το κόμμα, που απαιτούσαν συνεχή πάλη για το ξεπέρασμά τους, πάλη την οποία έδιναν με συνέπεια οι πρωτοπόροι άνθρωποι της σοβιετικής κοινωνίας, κάτω από την καθοδήγηση των μπολσεβίκων. Ο γραφειοκραπσμός υπήρχε γιατί γεννιόταν πάνω στο έδαφος της ίδιας της σοσιαλιστικής κοινωνίας, γιατί το επίπεδο ανά­πτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής δεν επέτρεπε ακόμη αφθονία προϊόντων και πάνω σ' αυτή τη βάση ψηλό υλικό και πολιτιστικό επίπεδο, ανεβα- σμένη κομμουνιστική συνειδητότητα και στάση στη δουλειά και εξάλειψη των ου­σιωδών διάφορων ανάμεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, που αποτελούν προϋποθέσεις για το οριστικό ξεπέρα­σμα των γραφειοκρατικών φαινομένων.

Η πορεία λύσης αυτών των αντιθέσεων εξασφαλίζεται με την ταξική πάλη, μια ταξική πάλη ανάμεσα σε φιλικές τάξεις και στρώματα, που διεξαγόταν υπό την καθοδήγηση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, του μπολσεβίκικου κόμμα­τος. Μια ταξική πάλη που ποτέ πριν δεν είχε εμφανιστεί στην ιστορία των ανθρώ­πινων κοινωνιών, και που έβαζε συνεχώς για λύση νέα, πρωτόφαντα ζητήματα. Η οριστική εξάλειψη αυτών των αντιθέσεων, και κάθε αντίθεσης γενικά, θα γινόταν με το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, με την εξάλει­ψη χων τάξεων γενικά, πέρασμα για το οποίο απαιτούνταν μια σειρά όροι, όπως η τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ώστε να υπάρχει αφθονία προϊ­όντων και να απαιτείται λίγος χρόνος κοινωνικής εργασίας, το πέρασμα και της συνεταιριστικής αγροτικής ιδιοκτησίας σε παλλαϊκή ιδιοκτησία και η πολυτεχνική μόρφωση όλων των εργαζόμενων, ώστε να μη μένουν εφ' όρου ζωής καθηλωμέ­νοι σ' ένα επάγγελμα και να σβήνεται βαθμιαία η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.

Η θεωρητική γενίκευση της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης από το 1936 και μετά, δηλαδή μετά την εξάλειψη των εκμεταλλευτικών τάξεων και η κατάληξη

l i p ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 20: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σε στρατηγικής σημασίας υποδείξεις για το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, μόλις είχε αρχίσει να γίνεται μετά το 1950 από τον Ι.Β. Στάλιν, χωρίς όμως ακόμη και τα πρώτα συμπεράσματα του Στάλιν να έχουν κατανοηθεί σε βάθος ακόμη και από τον ηγετικό πυρήνα των μπολσεβίκων. Ο θά­νατος του Στάλιν, από ιστορική (και όχι Βιολογική) άποψη πρόωρος, ήταν ένα βα­ρύ πλήγμα για τη σοβιετική κοινωνία, αλλά και για το παγκόσμιο προλεταριακό κί­νημα. Οι θεωρητικές γενικεύσεις της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που είχε ξεκινήσει, και οι στρατηγικής σημασίας υποδείξεις για το πέρασμα στον κομ­μουνισμό, σας οποίες είχε καταλήξει, βρίσκονταν ακόμη στα πρώτα στάδια και, όπως αποδείχτηκε, έμειναν ανολοκλήρωτες από τον μπολσεβίκικο ηγετικό πυρή­να. Ο ρόλος της εξαιρετικής προσωπικότητας (η απουσία της), σε κείνη τη φάση της ιστορικής εξέλιξης, λειτούργησε καταλυτικά και δυστυχώς σε βάρος της ερ­γατικής τάξης και της υπόθεσης του κομμουνισμού, αντίθετα από τις προηγούμε­νες φάσεις, όπου είχε λειτουργήσει καταλυτικά υπέρ (ρόλος του Λένιν στην Ο­κτωβριανή επανάσταση και στις στρατηγικές υποδείξεις για το πέρασμα στο σο­σιαλισμό, ρόλος του Στάλιν στη συνέχεια).

(22)0 χρουτσιοφισμός πάτησε πάνω σπς καθυστερήσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας και στα προβλήματα που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος και που ακόμη δεν είχαν επουλωθεί σε όλη τους την έκταση (προβλήματα στην αγροτική οικο­νομία, κυρίως στην κτηνοτροφία, χαμός ενός μεγάλου τμήματος του πρωτοπό­ρου στελεχικού δυναμικού του κόμματος και της οικονομίας). Ενίσχυσε την ατο­μική ψυχολογία, που ακόμη επιβίωνε στον αγρότη συνεταιριστή, με μέτρα που στα μάτια της αγροτιάς φάνταζαν σαν θετικά, αλλά που στην ουσία υπονόμευαν το σοσιαλισμό και ξεκινούσαν προτσές παλινόρθωσης του καπιταλισμού (ενίσχυ­ση του ατομικού νοικοκυριού, διάλυση των Μηχανοτρακτερικών Σταθμών και πούληση των βασικών μέσων παραγωγής στους αγρότες, αύξηση των κρατικών τιμών συγκέντρωσης κόντρα στο παγκρατικό σχέδιο κ.ά.). Πριμοδότησε τη σο­σιαλιστική διανόηση και ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη θέση της στη διεύθυνση των κομματικών και κρατικών υποθέσεων, ενισχύοντας έτσι το γραφειοκρατισμά. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η υπό τον Χρουτστόφ αναθεωρητική ομάδα δημιούργησε κοινωνικά στηρίγματα και στη συνέχεια κατάφερε να καταπνίξει την αντίσταση των μπολσεβίκων ηγετών (που εκδηλώθηκε με χρονική καθυστέρηση τεσσάρων ετών, ακριβώς γιατί δεν έβλεπαν που οδηγούσαν οι αλλαγές αυτές) και να ανα- τρέψει το πρόγραμμα του μπολσεβίκικου κόμματος και τις στρατηγικές υποδεί­ξεις σπς οποίες είχε καταλήξει ο Στάλιν. Ετσι, η πορεία δημιουργίας των όρων για το πέρασμα στον κομμουνισμό αναστράφηκε και βαθμιαία άρχισε να παλινορ- θώνεται ο καπιταλισμός, παλινόρθωση που ολοκληρώθηκε περίπου σε μια δεκαε­τία.

Η ΕΣΣΔ έγινε χώρα του κρατικού καπιταλισμού, όπου κάτω από το περίβλημα της κρατικής ιδιοκτησίας λειτουργούσαν οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγω­γής, με την αστική τάξη να διαχειρίζεται την παραγωγή και το κράτος και να απο­μυζά την υπεραξία της εργατικής τάξης. Η σοσιαλιστική αυτενέργεια των μαζών απονεκρώθηκε. Το ατομικό συμφέρον μπήκε στη θέση της σοσιαλιστικής αυτε­νέργειας των μαζών. Η παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας άρχισε να πέ­φτει κατακόρυφα και μαζί της άρχισαν να πέφτουν και οι ρυθμοί ανάπτυξης. Στο εξωτερικό άρχισε να ασκείται ιμπεριαλιστική πολιτική, που απαίτησε μια τεράστια στρατιωτικοποίηση της οικονομίας, γεγονός που έρριξε ακόμη περισσότερο τους ρυθμούς ανάπτυξης. Προκειμένου να διατηρηθεί το ψευτοσοσιαλιστικό πε­ρίβλημα και να εξασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη, οι ηγέτες του παλινορθωμένου καπιταλισμού εφάρμοσαν μια εκτεταμένη ρεφορμιστική πολιτική, ένα δυνατό α­στικό «κράτος πρόνοιας», που στηριζόταν βασικά στην επιδότηση των τιμών και των θέσεων εργασίας.

Αυτή η πολιτική όμως υπέσκαψε ακόμη περισσότερο τα σαθρά θεμέλια της σο­βιετικής κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και οδήγησε σε μια καταστροφική κρίση. Α­γορές και σφαίρες επιρροής άρχισαν να χάνονται, ολόκληροι βιομηχανικοί και α­γροτικοί κλάδοι υπολειτουργούσαν, τα ελλείμματα έπνιγαν πια τον κρατικό προϋ­πολογισμό. Οι αλλαγές που επιχείρησε η κλίκα Γκορμπατσόφ από το 1985 δεν μπόρεσαν να αντιστρέψουν την πορεία. Η κρίση λειτουργούσε αυθόρμητα, τυ­φλά, καταστροφικά και οδήγησε σε διάλυση του ίδιου του κρατικού ιστού, σε απώ­λεια ακρινών πρώην συνομόσπονδων δημοκρατιών, που ανεξαρτοποιήθηκαν, σε ισχυρή πολιτική κρίση, με συγκρούσεις των κέντρων εξουσίας, που συνεχίζεται και βαθαίνει.

(2 3 ) Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ δεν ήταν νομοτέλεια. Το τυχαίο (από ιστορική άποψη) γεγονός του θανάτου του Στάλιν, της ιστορικής ε­κείνης προσωπικότητας, που στη δοσμένη φάση ήταν η μοναδική που είχε συλ- λάβει τον τρόπο ξεπεράσματος των καθυστερήσεων και ανέλιξης της κομμουνι-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 19

Page 21: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σπκής κοινωνίας προς το ανώτερο στάδιό της, σφράγισε τις εξελίξεις και αποτέ- λεσε το καθοριστικό στοιχείο, που έκανε δυνατή την έναρξη του αντεπαναστατι- κού προτσές της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, που ξεκίνησε από το πολιτικό εποικοδόμημα και πέρασε στην οικονομική βάση. Η ήττα τελικά της πρώτης νικη­φόρας σοσιαλιστικής επανάστασης αποτέλεσε ένα γτγάντιο ιστορικό άλμα προς τα πίσω.

Ταυτόχρονα όμως εξόπλισε το παγκόσμιο προλεταριάτο με μια τεράστια πείρα οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Οπως η ήττα της Κομμούνας του Παρισιού επέ­τρεψε στο Μαρξ να γενικεύσει θεωρητικά την πείρα της και να καταλήξει στα συ- μπεράσματά του για τη δικτατορία του προλεταριάτου (χωρίς την οποία η Οχτω- βριανή Επανάσταση δεν θα είχε καν νικήσει), έτσι και η παλινόρθωση του καπιτα­λισμού στην ΕΣΣΔ μας επιτρέπει να γενικεύσουμε θεωρητικά την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και να δούμε την τεράστια σημασία που έχουν οι μη ανταγωνιστικές αντιθέσεις ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, καθώς και τις μορφές ανάπτυξης της ταξικής πάλης για τη λύση αυτών των αντιθέσεων. Οι μπολσεβίκοι ξεκίνησαν το 1917 έ­χοντας στη διάθεσή τους μόνο γενικές κατευθύνσεις. Οι πρωτοπόροι εκπρόσω­ποι του προλεταριάτου σήμερα έχουν στη διάθεσή τους και τη θεωρία που δη­μιούργησαν οι μπολσεβίκοι μέσα από το πρωτοφανές κοινωνικό πείραμα της σο­σιαλιστικής οικοδόμησης, και την αρνητική πείρα της παλινόρθωσης. Ετσι, το παγκόσμιο προλεταριάτο, θα είναι απείρως περισσότερο εξοπλισμένο στο νέο γύρο των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, που έρχεται.

(2 4 ) Οι χώρες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ευρώπης διένυαν ακόμη το μετα­βατικό στάδιο για την εγκαθίδρυση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, ό­ταν η ΕΣΣΔ μπήκε στην τροχιά της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Η μετάβαση αντιστράφηκε και σ' αυτές, γεγονός που απαίτησε ακόμη και πραξικοπήματα στις ηγεσίες τους και δολοφονίες ηγετών. Σύντομα μετατράπηκαν σε οικονομικά ε­ξαρτήματα της σοβιετικής καπιταλιστικής οικονομίας και σε χώρες πολιτικά υπο­τελείς του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, που τις εμπόδισε όταν χρειάστηκε ακόμη και με την ένοπλη βία να αλλάξουν στρατόπεδο. Στην Κίνα συνέβη το ίδιο, αφού ο μαοϊσμός ακολούθησε πλέον μια πορεία παράλληλη με τον χρουτσιοφισμό. Η σύγκρουσή τους δεν ήταν σύγκρουση σοσιαλισμού - παλινορθωμένου καπιταλι­σμού, αλλά μια μεγαλοκρατική σύγκρουση, για τα σκήπτρα της ηγεμονίας στο άλ­λοτε σοσιαλιστικό στρατόπεδο και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Στην Αλ­βανία, η ηγεσία της οποίας αντιστάθηκε στο χρου-τσιοφισμό, ο μικροαστικός εθνικισμός και το χαμηλό θεωρητικό-επιστημονικό επίπεδο της ηγεσίας, δεν επέτρεψαν να χαραχτεί μα γραμμή βαθμιαίας και πιο αργής ολοκλήρωσης της μεταβατικής περιόδου προς το σοσιαλισμό. Το κλείσιμο σ’ ένα επίπεδο κα­θυστερημένης αγροτοβιομηχανικής χώρας, που δεν μπορεί να εξασφαλίσει πιν ευημερία του πληθυσμού δεν μπορούσε να κρατήσει πολύ και οδήγησε στην κατάρρευση και του αλβανικού καθεστώτος, τελευ­ταίου στη σειρά των καταρρεύσεων που από το 1989 γνώρισε όλη η κεντρική και ανατολική Ευρώπη.

(2 5 ) Η αλλαγή πλεύσης στην ΕΣΣΔ πέρασε και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, όχι χωρίς προ­βλήματα και πραξικοπήματα στα διάφορα κόμματα.Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πραξικόπημα της «6ης Πλατιάς Ολομέλειας», που έγινε το 1956 στο ΚΚΕ, με το οποίο επιβλήθηκε ο χρουτσιοφισμός, ε­πιβολή που συνοδεύτηκε με ένα άγριο πογκρόμ ενά­ντια στους επαναστάτες πολιτικούς πρόσφυγες και τη φυσική εξόντωση του επαναστάτη ηγέτη Νίκου Ζαχαριάδη, που μετά από πολύχρονη εξορία δολο- φονήθηκε το 1973 στη Σιβηρία.

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα των καπιταλιστικών χωρών μετατράπηκαν σε κόμματα αστικά, σε κόμμα­τα εξαπάτησης των εργατικών και λαϊκών μαζών, σε φορείς της αντεπανάστασης, συνδεμένα και με το σοβιετικό ιμπεριαλισμό και με την αστική τάξη των χωρών τους. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να μη γεννά αντιθέσεις στο εσωτερικό των αναθεωρητι­κών κομμάτων, που αντανακλούσαν τις αντιθέσεις ανάμεσα στο μπλοκ της σοβιετικής επιρροής και στο

20 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 22: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

μπλοκ των χωρών της δύσης. Αντιθέσεις που οδήγησαν σε συγκρούσεις αναθεω­ρητικών κομμάτων με τη σοβιετική «ορθοδοξία» και σε διασπάσεις πολλών απ' αυτά.

Ομάδες επαναστατών, που αποσπάστηκαν από τα αναθεωρητικά κόμματα, δεν κατάφεραν να συγκροτηθούν σε πραγματικά κομμουνιστική βάση. Δεχόμενες την καταστροφική επιρροή άλλοτε του μαοϊσμού και άλλοτε του αλβανικού μικροαστι­κού εθνικισμού, με σημαντικές καθυστερήσεις στον τομέα της θεωρίας και του προγράμματος, με αδυναμία να συγκροτήσουν μια συνεκτική, πραγματική επανα­στατική θεωρητική - πολιτική - οργανωτική βάση, βυθίστηκαν στην κρίση, γνώρι­σαν απανωτές διασπάσεις και περιθωριοποιήθηκαν.

(2 6 ) Η λήξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου σήμανε μια νέα φάση στην α­νάπτυξη των αστικών αντιαποικιακών επαναστάσεων, που ολοκληρώθηκαν σχε­δόν σε όλο τον κόσμο τη δεκαετία του 70. Το αποικιοκρατικό σύστημα κατέρρευ- σε. Επειδή όμως οι επαναστάσεις αυτές έγιναν υπό την ηγεμονία της αστικής τά­ξης και όχι του μετώπου εργατών-αγροτών και σε συνθήκες παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, οδήγησαν μεν στην αυτοτελή κρατι­κή συγκρότηση αυτών των χωρών, αλλά σε συνθήκες ολοένα αυξανόμενης εξάρ­τησης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Τα νεοδημιουργημένα κράτη εξακολούθη­σαν να αποτελούν εξαρτήματα του παγκόσμιου συστήματος των κεφαλαιοκρατι­κών σχέσεων.

(2 7 ) Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ , η διάλυση του σοσιαλιστι­κού στρατοπέδου και η μετατροπή του σ' ένα ιμπεριαλιστικό-καπιταλιστικό μπλοκ και η κατάρρευση στη συνέχεια των καθεστώτων του παλινορθωμένου κα­πιταλισμού, η μη ολοκλήρωση των αντιαποικιοκρατικών επαναστάσεων και η γέν­νηση απ’ αυτές νέων εξαρτημένων χωρών, καθώς και η αστικοποίηση των κομ­μουνιστικών κομμάτων και η προδοσία των ταξικών συμφερόντων του προλετα­ριάτου, έφερε ένα τεράστιο πισωγύρισμα στην πορεία της παγκόσμιας προλετα­ριακής επανάστασης. Τα ιδανικά του σοσιαλισμού συκοφαντήθηκαν. Γενιές ολό­κληρες πρωτοπόρων εργατών διαφθάρηκαν και μετατράπηκαν σε γραφειοκράτες υπερασπιστές του καπιταλιστικού συστήματος. Στη συνείδηση των μαζών ο σο­σιαλισμός ταυτίστηκε με τον κρατικό καπιταλισμό, με την πολιτική καταπίεση και το γραφειοκρατισμό, με την «αξιοπρεπή φτώχεια», με τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, με τη χοντροκομένη προπαγάνδα και τον πολιτιστικό μαρασμό. Η σοσιαλδημοκρατία πέρασε στην αντεπίθεση δια­φημίζοντας το «κράτος δικαίου» και το «κράτος πρόνοιας» των καπιταλιστικών χωρών. Η συνεργασία των αναθεωρητικών κομμάτων με τη σοσιαλδημοκρατία ε­νίσχυσε την προπαγάνδα της. Το κομμουνιστικό κόμμα έγινε για τις πλατιές μά­ζες συνώνυμο του γραφειοκρατισμού, της κατάπνιξης της κριτικής στάσής, της θεωρητικής αποστέωσης και του δογματισμού, του μικροαστικού εθνικισμού και του κοινωνικού κονφορμισμού, της μυστικής διπλωματίας και του αστικού κυβερ- νητισμού, του πασιφισμού και της υποταγής στην αστική νομιμότητα. Μια παν­σπερμία μικροαστικών ριζοσπαστικών ή ριζοσπαστιζόντων ρευμάτων, παλιών και νέων, ενισχύθηκαν και θόλωσαν με τη σειρά τους ακόμη περισσότερο τον ορίζο­ντα των μαζών.

Ιδιαίτερα τ̂ νήγματα απ’ αυτή την εξέλιξη δέχτηκε η νεολαία. Η συλλογική συνεί­δηση αλλοιώθηκε, η οργανωμένη πάλη έγινε αποκρουσπκή στα μάτια της, ο μαρ- ξισμός-λενινισμός τής παρουσιάστηκε σαν ό,τι πιο οπισθοδρομικό και δογματικό υπάρχει. Τα φαινόμενα αυτά εντάθηκαν μετά την οριστική κατάρρευση των καθε­στώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού, τις διασπάσεις στα αναθεωρητικά κόμματα και την πτώση τους σε πλήρη ανυποληψία.

(2 8 ) Η κυριαρχία του χρουτσιοφικού αναθεωρητισμού και η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και στο υπόλοιπο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, οδήγησαν στην ενότητα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, που σε συνδυασμό με την υποχώρηση του παγκόσμιου επαναστατικού προλεταριακού κινήματος, οδήγησαν σε μια νέα φάση σχετικής σταθεροποίησης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Ομως, η σχετική σταθεροποίηση δεν σταμάτησε τη λειτουργία των νόμων κίνησης του παγκόσμιου καπιταλισμού, που συνέχισαν το καταστροφικό τους έργο. Οι θεωρίες του «οργανωμένου καπιταλισμού», της «παγκόσμιας ρύθ­μισης των οικονομικών προβλημάτων» και των «περιφερειακών υπερεθνικών ο­λοκληρώσεων», της «οικουμενικότητας των προβλημάτων» και της «ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών», όλ' αυτά που συμπυκνώθηκαν στο σύνθημα για το «τέλος της ιστορίας», πρόσκαιρα μόνο μπόρεσαν να κυριαρχήσουν.

Η περίοδος της σχετικής σταθεροποίησης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος, που άρχισε τη δεκαετία του 60, με την ολοκλήρωση της παλινόρθω­σης του καπιταλισμού και την αποκατάσταση της ενότητας της παγκόσμιας καπι­ταλιστικής αγοράς, έληξε. Η γενική κρίση, που συνδέεται άρρηκτα με το ιμπερια-

<ίίίίί̂ ίή%·ί

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 21

Page 23: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

7 YEA IΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

λισηκό στάδιο του καπιταλισμού, οδηγείται σε νέα κορύφωσή της, που φέρνει από τη μια ιμπεριαλιστικούς πολέμους και από την άλλη προλεταριακές επανα­στάσεις.

(2 9 ) Η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος διαπλέκεται με την κυκλική οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις αυτής της διαπλοκής είναι κατα­στροφικές πάνω στις καπιταλιστικές οικονομίες. Οι φάσεις της αναζωογόνησης και της άνθισης γίνονται όλο και πιο σύντομες, ενώ μακραίνουν οι φάσεις της κρίσης και της ύφεσης. Οι ιμπεριαλιστές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την υ­περπαραγωγή διατηρώντας ψηλές μονοπωλιακές τιμές και αυτό παρατείνει την κρίση. Χαρακτηριστικό της όξυνσης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλι­σμού είναι η προοδευτική όξυνση του προβλήματος των αγορών, που οδηγεί σε χρόνια υποαπασχόληση των επιχειρήσεων και σε χρόνια μαζική ανεργία. Η ανι- σομέρεια στην ανάπτυξη των διάφορων τμημάτων της παγκόσμιας καπιταλιστι­κής οικονομίας οδηγεί τις ιμπεριαλιστικές χώρες σε σκληρό αγώνα για να υπερ- σκελίσουν τους αντιπάλους τους. Ο αγώνας για το ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής, που αποτελούν τη βάση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου, για τον έλεγχο των πηγών πρώτων υλών, των αγορών κατανάλωσης και των σφαι­ρών τοποθέτησης κεφαλαίων μαίνεται ανελέητος σ' όλο τον κόσμο. Ο εμπορικός πόλεμος παίρνει τρωτοφανείς διαστάσεις. Οι αντιθέσεις διαπερνούν και το εσω­τερικό των διεθνών ενώσεων των ιμπεριαλιστικών χωρών (π.χ. ΕΟΚ) και παίρ­νουν όλο και οξύτερες διαστάσεις, απειλώντας αυτές τις ενώσεις με πλήρη διά­λυση. Ταυτόχρονα με την όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες οξύνονται και οι αντιθέσεις τους με τις εξαρτημένες χώρες, πάνω στις ο­ποίες οι ιμπεριαλιστές αυξάνουν την πίεση, λόγω του βαθέματος της κρίσης. Πό­λεμοι ξεσπούν σε διάφορα σημεία του πλανήτη και όλα δείχνουν ότι οι ιμπεριαλι­στές ετοιμάζονται να περάσουν από τον οικονομικό πόλεμο και από τους περι­φερειακούς πολέμους σ' ένα ακόμη γενικευμένο πολεμικό μακελειό.

Η εργατική τάξη και τα πλατιά λαιΚά στρώματα δέχονται μια πρωτοφανή επίθε­ση Ακόμη και στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού ξηλώνονται οι ελάχιστες εγ­γυήσεις του αστικού «κράτους πρόνοιας», με πς οποίες διατηρήθηκε μεταπολε­μικά η κοινωνική ειρήνη και διευθετούνταν ειρηνικά οι ταξικές συγκρούσεις. Εκα­τομμύρια εργατών σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο καταδικάζονται σε χρόνια ανεργία. Η ανεργία πλήττει ιδιαίτερα τους νέους, θάβοντάς τους τα όνειρα για μια αξιοπρεπή ζωή, ακόμη και για την ίδια την επιβίωση. Η απόλυτη εξαθλίωση πλήττει το προλεταριάτο και στις ίδιες πς μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού, ενώ σε καθυστερημένες χώρες παίρνει τη μορφή λιμού, που δημιουργεί συνεχείς αν­θρώπινες εκατόμβες. Τα κοινωνικά δικαιώματα, όπως η παιδεία, η υγεία, η πρό­νοια η κοινωνική ασφάλιση περικόβονται σε βαθμό που να συντελείται επιστρο­φή στις συνθήκες της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφάλαιου. Η φτωχή και μεσαία αγροτιά δέχεται ιδιαίτερα πλήγματα, καθώς η κρίση πλήττει με δριμύτητα την αγροτική παραγωγή και τα καπιταλιστικά κράτη περικόβουν τις επιδοτήσεις που μέχρι τώρα έδιναν στην αγροτική οικονομία, για να στηρίξουν την υποταγή της φτωχομεσαίας αγροτιάς στο καπιταλιστικό σύστημα.

Η νεολαία δέχεται άγρια την επίθεση της αστικής τάξης. Δεν είναι μόνο το δι­καίωμα στη δουλειά, που αποτελεί υποκριτική διακήρυξη των καπιταλιστικών συ­νταγμάτων. Από τη νεολαία αφαιρείται και το δικαίωμα στη μόρφωση. Το σχολείο γίνεται ολοένα και περισσότερο εξάρτημα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, γί­νεται ολοένα και περισσότερο χώρος προετοιμασίας μερικών εργαλείων της κα­πιταλιστικής παραγωγής, συνειδήσεων φοβισμένων και υποταγμένων στην καθε- στηκυία τάξη της αστικής δικτατορίας, ανθρώπων αλλοτριωμένων και αποξενω­μένων από τη συσσωρευμένη γνώση της ανθρωπότητας, που κόβεται ολοένα και περισσότερο σε «πληροφορίες» και δίνεται ανάλογα με την κοινωνική θέση και τη θέση στην καπιταλιστική παραγωγή, οξύνοντας στο έπακρο την αντίθεση ανά­μεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.

Η φύση καταστρέφεται με ρυθμούς επιδημίας από την άναρχη καπιταλιστική α­νάπτυξη, που ενδιαφέρεται μόνο για το κέρδος. Δίπλα στα εργατικά ατυχήματα, οι επαγγελματικές αρρώστιες θερίζουν την υγεία των εργαζόμενων, παρά τις υ­ποκριτικές διακηρύξεις των αστών υπέρ της υγιεινής και ασφάλειας της εργα­σίας. Ο καπιταλισμός απέδειξε ότι είναι καταστροφέας της ίδιας της γήινης σφαί­ρας, καταστροφέας του βασικότερου αγαθού, της ίδιας της ανθρώπινης ζωής.

Ο πολιτισμός επιστρέφει στη μεσαιωνική βαρβαρότητα. Ενα πέπλο ανορθολο- γισμού καλύπτει ακόμη και τις φυσιογνωστικές επιστήμες, που από τη μια φτά­νουν σε νέες ανακαλύψεις και από την άλλη ντύνονται με μυστικιστικά περιβλή­ματα. Οι θρησκευτικές προλήψεις και μια σειρά άλλες αντιδραστικές δοξασίες α­πλώνονται με μορφή χιονοστιβάδας και κατακυριεύουν την κοινωνική ζωή. Η τέχνη μπαίνει στα ίδια καλούπια, του ανορθολογισμού και του μυστικισμού, των

• ■22 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993

Page 24: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

φιλοσοφικών δοξασιών και του παράλογου, πις αισθηπκής παρακμής και της χυ­δαιότητας. Τα ναρκωτικά και ο αλκοολισμός θερίζουν τη νέα γενιά σε βαθμό που δεν ξαναγνώρισε η ανθρωπότητα. Η επαιτεία, η πορνεία και η πορνογραφία, η εγκληματικότητα θυμίζουν εποχές που ο αναπτυγμένος καπιταλισμός δεν θέλει να θυμάται. Ο εργαζόμενος αποξενώνεται από τη χαρά της ζωής, τον έρωτα, την απόλαυση της φύσης.

(3 0 ) Αυτή η βάρβαρη εκμετάλλευση και καταπίεση της εργατικής τάξης και των άλλων λάικών στρωμάτων αυξάνει την αγανάκτησή τους και πς κατεβάζει στο στίβο του ταξικού αγώνα. Τα «κοινωνικά συμβόλαια» με τα οποία η αστική τάξη αιχμαλώτισε τις εργαζόμενες μάζες, εκμεταλλευόμενη και τη μεγάλη υποχώρηση του παγκόσμιου κινήματος του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, σπάνε και οι ταξι­κές αναθέσεις προσδιορίζουν πς κοινωνικές συμπεριφορές. Το προλεταριάτο και οι άλλοι εργαζόμενοι βγαίνουν στο στίβο του ταξικού αγώνα, που παίρνει τη μορφή μαχητικών απεργιών, διαδηλώσεων, αλλά και εξεγέρσεων, που ξεσπάνε ξαφνικά με την παραμικρή αφορμή, αποκαλύπτοντας έτσι ότι σ' ολόκληρο τον πλανήτη έχει συσσωρευτεί πάρα πολύ εύφλεκτο υλικό.

Η απάντηση της αστικής τάξης σ' αυτή την υπόκωφη απειλή του προλεταριά­του και των άλλων εργαζόμενων μαζών είναι η ένταση της πολιτικής αντίδρασης. Ο κρατικός μηχανισμός καταστολής δυναμώνει και γίνεται όλο και πιο αδίστα­κτος. Φουντώνουν ο εθνικισμός και ο ρατσισμός, ενώ ο φασισμός ξανασηκώνει κεφάλι και γίνεται ολοένα και πιο πολύ συνείδηση των αστών ότι θα είναι ξανά «η τελευταία τους λύση» για να ξεφύγουν από την πολιτική κρίση και να αντιμετω- πίουν με σιδερένια γροθιά την εξεγερτική δράση του προλεταριάτου και των λαϊ­κών μαζών.

(3 1 ) Ολα δείχνουν ότι ωριμάζουν από τη μια νέοι καταστροφικοί πόλεμοι ανά­μεσα στους ιμπεριαλιστές και από την άλλη νέες επαναστάσεις του προλεταριά­του και των εργαζόμενων μικροαστών, πρώτα πρώτα των φτωχομεσαίων αγρο­τών. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βρει διέξοδο και βαδίζει στην καταστροφή μέ­σω της όξυνσης των αντιθέσεών του, στις οποίες κυριαρχεί η αντίθεση ανάμεσα στην ασπκή τάξη και το προλεταριάτο, που μόνο αυτό, με την επανάστασή του, μπορεί να βάλει τέρμα στα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα και να δώσει διέξοδο σ' ολόκληρη την εργαζόμενη κοινωνία. Η κοινωνική επανάσταση ωριμά­ζει, ένας νέος κύκλος προλεταριακών επαναστάσεων ανοίγει.

Η ενότητα της παγκόσμιας οικονομίας βρίσκει την έκφρασή της στον παγκό­σμιο χαρακτήρα της επανάστασης, ενώ η ανισομέρεια στην ανάπτυξη των διάφο­ρων τμημάτων της βρίσκει την έκφρασή της στο γεγονός ότι οι επαναστάσεις δεν ξεσπάνε ταυτόχρονα στις διάφορες χώρες. Η προλεταριακή επανάσταση μπορεί να ξεσπάσει και να νικήσει στον πιο αδύνατο κρίκο της παγκόσμιας καπι­ταλιστικής αλυσίδας και το νέο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου μπο­ρεί να προχωρήσει στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοι­νωνίας, έχοντας τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του παγκόσμιου προλεταριά­του. Κάθε τέτια νίκη του προλεταριάτου επεκτείνει τη βάση της παγκόσμιας επανάστασης και οξύνει ακόμη περισσότερο τη γενική κρίση του καπιταλισμού.

(3 2 ) Για να μπορέσει το προλεταριάτο να αναπτύξει και να καταστήσει νικηφό-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 23

Page 25: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ρα την επανάστασή του, πρέπει πέρα από τη μορφή των συνδικαλιστικών ενώσε­ων να οργανωθεί και με τη μορφή ανεξάρτητου πολιτικού κόμματος, που θα αντι- παρατίθεται σ’ όλα τα αστικά κόμματα και θα έχει σαν στόχο του να συγχωνευτεί με το αυθόρμητο κίνημα, να συνενώσει όλα τα ρυάκια της καθημερινής αγανάκτη­σης και των σκόρπιων εκδηλώσεων της ταξικής πάλης και να οδηγήσει το προλε­ταριάτο στην τελική έφοδο, στην ένοπλη εξέγερση για την κατάχτηση της πολι­τικής εξουσίας. Το κόμμα του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, το κομμουνιστικό κόμμα, πρέπει να στηρίζεται στη θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού (και στα τρία συστατικά της μέρη: διαλεχτικό και ιστορικό υλισμό, πολιτική οικονομία και επι­στημονικό σοσιαλισμό), η οποία δεν αποτελεί κλειστό δόγμα, αλλά επιστημονική θεωρία, που στηρίζεται σε θεμελιώδεις αρχές που έχουν την ισχύ απόλυτων αλη­θειών.

Ο μαρξισμός-λενινισμός εξελίσσεται, σε μια αέναη διαδικασία κατάχτησης της σχετικής αλήθειας, τείνει προς την απόλυτη αλήθεια, μέσα από το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, μέσα από το ξεπέρασμα της αντίθεσης ανάμεσα στην α­πόλυτη δυνατότητα της σκέι|ης να γνωρίσει την αντικειμενική πραγματικότητα και τον περιορισμένο χαρακτήρα της κάθε ιστορικής εποχής και της νόησης των κομμουνιστών. Κάθε νέα κατάχτηση της επισπΐμης και της ιστορίας πείρας μέ­χρι τα τώρα επιβεβαίωσε την ισχύ των απόλυτων αληθειών της μαρξιστικής- λενινιστικής επιστήμης και απέδειξε, ότι η όποια αναθεώρηση του μαρξισμού- λενινισμού σαν απόλυτης αλήθειας (όχι όμως και τελειωμένης, συστηματοποιη­μένης, οριστικής) οδηγεί αναπόφευκτα στην αγκαλιά του ιδεαλισμού και τελικά στην εγκατάλειψη της επαναστατικής προοπτικής του προλεταριάτου, δηλαδή στην ισχυροποίηση του καπιταλισμού και στην καθυστέρηση της προλεταριακής επανάστασης.

Στηριγμένοι στις επιστημονικές βάσεις του μαρξισμού-λενινισμού, γενικεύο- ντας θεωρητικά και αξιοποιώντας την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ, όντας ό,τι πιο σύγχρονο και προ­οδευτικό υπάρχει στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη, οι κομμουνιστές θα ξανακά­νουν ελκτικό το σοσιαλιστικό όραμα, θα ξαναδώσουν συλλογική συνείδηση στην εργαζόμενη ανθρωπότητα και ιδιαίτερα στις νέες γενιές του προλεταριάτου, που πληρώνουν βαριά την κρίση του καπιταλισμού και την κρίση του αναθεωρητισμού, και θα καθοδηγήσουν ξανά το κοινωνικό κίνημα στις εφόδους του για την κατά­χτηση των ουρανών, που ωριμάζουν κάθε μέρα και περισσότερο.

Τα επαναστατικά προλεταριακά κόμματα κάθε χώρας έχουν καθήκον να ενω­θούν σε παγκόσμιο επίπεδο, με τη μορφή μιας νέας Διεθνούς οργάνωσης του παγκόσμιου προλεταριάτου, στηριγμένης στις αρχές του μαρξισμού λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.

5. Ο Κομμουνισμός, η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμός στον Κομμουνισμό

και η Δικτατορία του Προλεταριάτου

(3 3 ) Ο τελικός σκοπός προς τον οποίο τείνει το κομμουνιστικό κίνημα είναι η αντικατάσταση της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας από το παγκόσμιο σύ­στημα του κομμουνισμού. Η κομμουνιστική κοινωνία προετοιμάζεται απ' όλη την πορεία της ιστορικής εξέλιξης και είναι η μοναδική διέξοδος για την ανθρωπότη­τα από την κατάπτωση και καταστροφή που φέρνει ο καπιταλισμός._ (3 4 ) Ο κομμουνισμός εξαφανίζει το χωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, εξαφανί­ζοντας μαζί με την αναρχία στην παραγωγή και κάθε μορφή εκμετάλλευσης αν­θρώπου από άνθρωπο. Στη θέση των αντιμαχόμενων τάξεων μπαίνουν τα μέλη της ενιαίας παγκόσμιας κοινωνίας των εργαζόμενων. Εξαφανίζοντας την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και μετατρέποντάς τα σε κοινωνική ιδιοκτησία, ο παγκόσμιος κομμουνισμός αντικαθιστά την αυθόρμητη πορεία της παγκόσμιας α­γοράς και του συναγωνισμού, την τυφλή πορεία της κοινωνικής παραγωγής, με τη συνειδητή και σχεδιασμένη οργάνωσή της, που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των συνεχώς και γρήγορα αυξανόμενων κοινωνικών αναγκών, με βάση την απε­ριόριστη, γοργή και αρμονική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και με από­λυτο σεβασμό στη φύση, το περιβάλλον και την υγεία των ανθρώπων. Η δουλειά παύει να είναι μόνο μέσο για την επιβίωση και μετατρέπεται σε πρώτιστη ζωτική ανάγκη. Εξαφανίζεται η φτώχεια, η οικονομική ανισότητα, η αθλιότητα των υπο­δουλωμένων τάξεων. Εξαφανίζεται η ιεραρχία των ανθρώπων στον καταμερισμό της δουλειάς και αποκαθίσταται η διαταραγμένη από τον ταξικό χωρισμό της κοι-

«βΜΜΜΜΒ24 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

111

Page 26: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νωνίας ενότητα της πνευματικής και της σωματικής δουλειάς. Εξαφανίζεται κάθε ίχνος ανισότητας των δυο φύλων. Ταυτόχρονα εξαφανίζονται και τα όργανα της ταξικής κυριαρχίας, σε πρώτη σειρά η κρατική εξουσία. Αποτελώντας την ενσάρ­κωση της ταξικής κυριαρχίας, η κρατική εξουσία σβήνει μαζί με τις τάξεις και μαζί της σβήνουν βαθμιαία και όλες οι μορφές καταναγκασμού.

(3 5 ) Η εξαφάνιση των τάξεων συνοδεύεται με την εξαφάνιση κάθε μονοπώλιου στη μόρφωση. Ο πολιτισμός γίνεται κοινό κτήμα της ανθρωπότητας και οι παλιές ταξικές ιδεολογίες παραχωρούν τη θέση τους στην επιστημονική υλιστική κοσμο­θεωρία. Σ' αυτές τις συνθήκες γίνεται αδύνατη οποιαδήποτε κυριαρχία ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο και ανοίγεται τεράστιο έδαφος για την κοινωνική επιλογή και την αρμονική ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων που ενυπάρχουν στην ανθρωπότη­τα.

(3 6 ) Κανένας περιοριομός κοινωνικού χαρακτήρα δεν μπαίνει μπροστά στην α­νάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ούτε η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παρα­γωγής ούτε οι ιδιοτελείς σκοποί του κέρδους ούτε η αμάθεια των μαζών, που ενι- σχύεται τεχνητά, ούτε η φτώχεια τους, που παρεμποδίζει την τεχνική πρόοδο στην καπιταλιστική κοινωνία, ούτε τα τεράστια μη παραγωγικά έξοδα, που δεν υ­πάρχουν στην κομμουνιστική κοινωνία. Η σχεδιασμένη, σκόπιμη, μη ληστρική χρησιμοποίηση των δυνάμεων της φύσης, που αποτελεί το ανόργανο σώμα του ανθρώπου, και των φυσικών όρων της παραγωγής στα διάφορα μέρη του κόσμου, η εξάλειψη της αντίθεσης ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, αντίθεσης που είναι συνδεδεμένη με τη συστηματική καθυστέρηση της αγροτικής οικονομίας και με το χαμηλό επίπεδο της τεχνικής της, η συνένωση σε ανώτατο βαθμό της επιστή­μης με την τεχνική, των επιστημονικών ερευνών με την πραχτική εφαρμογή τους στην πιο πλατιά κοινωνική κλίμακα, η σχεδιασμένη οργάνωση της πιο επιστημονι­κής δουλειάς, η εφαρμογή των πιο τελειοποιημένων μεθόδων σχεδιασμένης ρύθ­μισης της οικονομίας, όλ' αυτά εξασφαλίζουν το ανώτατο όριο παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας και απελευθερώνουν την ανθρώπινη δραστηριότητα για την πιο ισχυρή ανάπτυξη της επιστήμης και του πολιτισμού.

(3 7 ) Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκόσμιας κομμουνιστικής κοινωνίας δίνει τη δυνατότητα για την ευημερία όλων των μαζών της ανθρωπό­τητας και για την ελάττωση στο ελάχιστο του χρόνου που διατίθεται στην υλική παραγωγή και συνεπώς για μια πρωτοφανή στην ιστορία άνθιση του πολιτισμού.Ο νέος αυτός πολιτισμός της ενωμένης για πρώτη φορά ανθρωπότητας, που ε­ξάλειψε όλα και τα κάθε είδους σύνορα (κρατικά, εθνικά, οικονομικά, μορφωτικά), αντίθετα από τον καπιταλισμό, θα στηρίζεται στις σαφείς και ξεκάθαρες αμοιβαί­ες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Γί αυτό θα θάψει για πάντα κάθε μυστικισμό, θρησκεία, πρόληψη, δοξασία και θα δώσει ισχυρή ώθηση στην ανάπτυξη της ακα­τανίκητης επιστημονικής γνώσης.

(3 8 ) Το ανώτατο αυτό στάδιο του κομμουνισμού, όπου η κομμουνιστική κοινω­νία θα έχει πια αναπτυχθεί πάνω στη δική της βάση, όπου μαζί με την ολόπλευρη ανάπτυξη των ανθρώπων θα έχουν αναπτυχθεί σε τεράστιο βαθμό και οι κοινωνι­κές παραγωγικές δυνάμεις, όπου η κοινωνία θα έχει ήδη γράψει στη σημαία της:«Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανά­γκες του», προϋποθέτει σαν προκαταρκτικό όριο ένα κατώτερο στάδιο ανάπτυ­ξης, το στάδιο του σοσιαλισμού.

(3 9 ) Μεταξύ της κεφαλαιοκρατικής και της κομμουνιστικής κοινωνίας βρίσκεται η περίοδος του επαναστατικού μετασχηματισμού της μιας στην άλλη. Στην πε­ρίοδο αυτή αντιστοιχεί μια πολιτική μεταβατική περίοδος, το κράτος της οποίας δεν μπορεί να είναι άλλο εκτός από την επαναστατική δικτατορία του προλετα­ριάτου. Το πέρασμα από την παγκόσμια δικτατορία του ιμπεριαλισμού στην πα­γκόσμια δικτατορία του προλεταριάτου περιλαμβάνει μια μακρόχρονη περίοδο πάλης του προλεταριάτου, γεμάτη από νίκες και ήττες του. Περίοδο συνεχιζόμε­νης γενικής κρίσης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος κι ανάπτυξης των σοσιαλιστικών και των λαίκοδημοκρατικών επαναστάσεων. Περίοδο που πε­ριλαμβάνει την ταυτόχρονη ύπαρξη καπιταλιστικών και σοσιαλιστικών κοινωνικο­οικονομικών συστημάτων μέσα στην παγκόσμια οικονομία, με «ειρηνικές» σχέ­σεις και ένοπλη πάλη ανάμεσά τους. Περίοδο ιμπεριαλιστικών πολέμων, περίοδο σύνδεσης των σοσιαλιστικών κρατών με το παγκόσμιο προλεταριακό και λαϊκο- δημοκρατικό κίνημα.

Τσακίζοντας την κυριαρχία των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων σε σειρά ξεχωρι­στών επαναστάσεων, η παγκόσμια επανάσταση του προλεταριάτου, αν και δεν είναι καθόλου ταυτόχρονη πράξη, αν και περιλαμβάνει ολόκληρη εποχή, θα μπο­ρέσει, χάρη στην πιο στενή σύνδεση, να εκπληρώσει το καθήκον της σε διάστημα πολύ πιο σύντομο απ' αυτό που οι ασπκές επαναστάσεις έθεσαν τέρμα στην πο­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 25

Page 27: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

λιτική κυριαρχία της φεουδαρχικής αριστοκρατίας, απελευθερώνοντας πολιτικά το κεφαλαιοκρατικό σύστημα που είχε πια διαμορφωθεί. Μόνο μετά την πλήρη παγκόσμια νίκη του προλεταριάτου και τη στερέωση της εξουσίας του σ' όλο τον κόσμο θα επακολουθήσει μακρόχρονη εποχή εντατικής οικοδόμησης της παγκό­σμιας σοσιαλιστικής οικονομίας. Είναι όμως δυνατόν να συντελεστεί το πέρασμα στον κομμουνισμό και μιας ή περισσότερων χωρών, στις οποίες θα έχει αναπτυ­χθεί ο σοσιαλισμός, ακόμη και σε συνθήκες ιμπεριαλιστικού περίγυρου. Σ' αυτή την περίπτωση θα διατηρηθεί τμήμα της κρατικής δομής, μόνο για να εξασφαλίζει την άμυνα από τον εχθρικό περίγυρο.

(4 0 ) Η κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών μορφών της οικονομίας και για την εκπολιτι­στική ανάπτυξη όλης της κοινωνίας. Το προλεταριάτο διαπλάθοντας τον εαυτό του, γίνεται ο καθοδηγητής της κοινωνίας & όλα τα επίπεδα της ζωής, τραβά στο δρόμο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και πς υπόλοιπες τάξεις και έτσι δη­μιουργεί το έδαφος για την εξαφάνιση των τάξεων γενικά.

(4 1 ) Στην πάλη για τη δικτατορία του προλεταριάτου και για τον κατοπινό με- τασχημαπσμό του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος, ενάνπα στο αστικό μπλοκ, ορ­γανώνεται η συμμαχία του προλεταριάτου με τη φτωχή και — σε ορισμένες χώ­ρες — με τη μεσαία αγροτιά, κάτω από την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του προλεταριάτου, συμμαχία που αποτελεί τη βάση της δικτατορίας του προλετα­ριάτου.

(4 2 ) Η κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο δεν είναι ειρηνική κατά­χτηση της έτοιμης αστικής κρατικής μηχανής με την εξασφάλιση της κοινοβου­λευτικής πλειοψηφίας. Η αστική τάξη δεν μπορεί να παραχωρήσει την ιστορική της θέση στη νέα τάξη, χωρίς την πιο απεγνωσμένη και λυσσασμένη πάλη. Γι’ αυ­τό η βία της κεφαλαιοκρατίας μπορεί να τσακιστεί μόνο με τη βία του προλετα­ριάτου. Η κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο είναι η βίαιη ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας, η καταστροφή της κεφαλαιοκρατικής μηχανής και η αντικατάστασή της με νέα όργανα προλεταριακής εξουσίας, που είναι πρώτ' απ' όλα όργανα κατάπνιξης των εκμεταλλευτών. Η μεταβατική περίοδος χαρα­κτηρίζεται από την αμείλιχτη κατάπνιξη της αντίστασης των εκμεταλλευτών, από την ανώτερη μορφή δημοκρατίας για τις πρώην εκμεταλλευόμενες μάζες, από τη οργάνωση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, από τη μαζική ανάπλαση των ανθρώ­πων στο πνεύμα του σοσιαλισμού, από τη βαθμιαία εξαφάνιση των τάξεων.

(4 3 ) Στο σοσιαλισμό, η κομμουνιστική κοινωνία μόλις βγαίνει, γεμάτη απ' όλες τις απόψεις - οικονομικά, πνευματικά, ηθικά - από τα στίγματα της παλιάς κοινω­νίας από τους κόλπους της οποίας γεννιέται. Οι παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι ακόμη αρκετά αναπτυγμένες ώστε να εξασφαλίσουν το μοίρασμα των προϊόντων της δουλειάς σύμφωνα με τις ανάγκες, και η κατανομή γίνεται σύμφωνα με τη δουλειά. Οι νέες σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής δίνουν όπλα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, βρίσκονται σε πλήρη ανπστοιχία με τις παραγωγι­κές δυνάμεις, χωρίς όμως και να έχει εξαλειφτεί κάθε αντίθεση ανάμεσά τους. Οι παραγωγικές δυνάμεις όντας το πιο δυναμικό, το πιο επαναστατικό στοιχείο της παραγωγής, μπορεί να προσκρούσουν σε καθυστερημένες πλευρές των παρα­γωγικών σχέσεων, σε λαθεμένες επιλογές της κραπκής και οικονομικής διεύθυν­σης της κοινωνίας. Αν τα προβλήματα που δημιουργούνται απ' αυτή την πρό­σκρουση δε λυθούν έγκαιρα και σωστά, μπορεί να ξεπηδήσουν ανταγωνισμοί και να υπονομευτεί η πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.

Στο σοσιαλισμό η ιεραρχία των εργαζόμενων στον καταμερισμό της δουλειάς δεν έχει ακόμη εξαλειφθεί και ιδιαίτερα δεν έχει εξαλειφθεί η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά. Σε μια πρώτη φάση, που το σοσιαλιστι­κό σύστημα αναγκάζεται να χρησιμοποιεί την παλιά αστική διανόηση, η αντίθεση αυτή έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα και η δικτατορία του προλεταριάτου πρέπει να είναι έτοιμη να χτυπήσει κάθε σαμποταριστική ενέργεια της εχθρικής διανόη­σης. Βαθμιαία, με τη δημιουργία νέας, σοσιαλιστικής διανόησης, εξαλείφεται ο α­νταγωνιστικός χαρακτήρας της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σω­ματική δουλειά, χωρίς όμως και να εξαλειφτεί κάθε αντίθεση. Η επαγρύπνηση της εργατικής τάξης και η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, βασικά με τη μορφή της κρι­τικής και αυτοκριτικής, με τη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση, αποτελεί το εχέγγυο για να μην ξεπηδήσουν νέα προνομιούχα στρώματα, τα οποία μπορούν να αποτε- λέσουν κοινωνική βάση για την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά μπορεί να εξα­λειφτεί μόνο με την άνοδο του πολιτιστικού και τεχνικού επιπέδου της εργατικής τάξης ως το επίπεδο των τεχνικών και διευθυντικών στελεχών της παραγωγής και με την ανάπτυξη της κομμουνιστικής συνείδησης. Γι' αυτό και το σοσιαλιστικό

26 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 28: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σύστημα δίνει ιδιαίτερο βάρος στη μόρφωση. Μεγαλώνει τα χρόνια της υποχρεω­τικής εκπαίδευσης, αποδεσμεύει τη διαδικασία της μόρφωσης από το επάγγελμα και ωθεί ιδιαίτερα τη νεολαία στην απόκτηση της ανώτερης δυνατής γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, που μειώνει έτσι την απόσταση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, επιτρέπει στον εργαζόμενο να αλλάζει επαγγέλματα και να γνωρίζει την κοινωνική παραγωγή σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος, του δίνει τη δυνατότητα να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο σ όλα τα στελέχη της παραγω­γής, που χάνουν το μονοπώλιο της γνώσης, και δημιουργεί έτσι πς προϋποθέ­σεις για την εξάλειψη της ουσιώδικης διαφοράς ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.

Ακόμη και μετά την εξάλειψη των εκμεταλλευτριών τάξεων, εξακολουθεί να υ- φίσταται ο χωρισμός της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε τάξεις και να λειτουργεί η ταξιιρί πάλη, που δεν έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αλλά παίρνει νέες πρωτο­φανέρωτες στην ιστορία μορφές. Δεν εξαλείφτηκε η αντίθεση ανάμεσα στην πό­λη και το χωριό, αν και εξαλείφτηκε ο ανταγωνιστικός της χαρακτήρας. Η συνε­ταιριστική αγροτική οικονομία αποτελεί μεν μορφή των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, σαφώς όμως πιο ανώριμη από την κρατική-παλλάιΚή οικονομία, γιατί το προϊόν αποτελεί συλλογική ιδιοκτησία των συνεταιριστών αγροτών, που πραγματοποιείται σαν εμπόρευμα, γεγονός που επιτρέπει την επιβίωση της ατο­μικής ψυχολογίας στον αγρότη. Η εργατική τάξη πρέπει να αναπτύσσει την ταξι­κή πάλη προς τη συνεταιρισμένη αγροτιά, χρησιμοποιώντας σαν μέθοδο την πει­θώ, ώστε να επιτυγχάνονται βαθμιαία περάσματα της αγροτικής οικονομίας από τη συνεταιριστική προς την παλλαϊκή ιδιοκτησία. Περάσματα που δεν μπορεί να γίνουν παρά μόνο όταν το αποτέλεσμά τους είναι προς όφελος των αγροτών, στους οποίους εξακολουθεί να επιβιώνει η ατομική ψυχολογία για πολύ καιρό α­κόμη και μετά τη συνεταιριστικοποίησή τους.

Στο σοσιαλισμό εξακολουθεί να υφίσταται η κρατική εξουσία, βασισμένη στους νέους ταξικούς συσχετισμούς, επομένως παραμένουν υπολείμματα της ανισότη­τας, του καταναγκασμού και του δικαίου. Ακόμη, η κρατικοποίηση δεν σημαίνει αυτόματα και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Η κοινωνικοποίηση εξα­σφαλίζεται μόνο με το τράβηγμα των πιο πλατιών μαζών των εργαζόμενων (και όχι μόνο της πρωτοπορίας) στη διοίκηση όλων των κρατικών και οικονομικών υ­ποθέσεων, με την ανάπτυξη πλατιού κινήματος σοσιαλιστικής άμιλλας και αυτε­νέργειας των μαζών, με την ανάπτυξη συνειδητής πειθαρχίας στη δουλειά, προϋ­ποθέσεις που μόνο αυτές δίνουν τη δυνατότητα να λειτουργεί αποτελεσματικά η παλλαϊκή καταγραφή και ο έλεγχος στην παραγωγή και την κατανομή των προϊό­ντων και η οικονομία να αναπτύσσεται ισόμετρα και αναλογικά με βάση το παγ- κρατικό σχέδιο. Μόνο η συνεχής ανάπτυξη του επαναστατικού πνεύματος, η ά­νοδος του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου των μαζών, η ανάπτυξη της κομμουνιστικής συνείδησης, μπορεί να εξασφαλίσει τη συνεχή πάλη ενάντια στα φαινόμενα γραφειοκρατισμού που ξεπηδάνε από τις καθυστερήσεις της σοσιαλι­στικής κοινωνίας.

(4 4 ) Συνδεμένες με ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμε­ων, οι καθυστερήσεις αυτές εξαλείφονται στο μέτρο που η απελευθερωμένη από τα δεσμά του κεφαλαιοκρατικού συστήματος ανθρωπότητα, υποτάσσει με γρήγο­ρο ρυθμό τις δυνάμεις της φύσης, αναμορφώνει τον εαυτό της στο πνεύμα του κομμουνισμού και περνά από το κατώτερο (σοσιαλιστικό) στο ανώτερο στάδιο της κομμουνιστικής κοινωνίας. Στοιχείο καθοριστικό για την εξασφάλιση αυτής της ανέλιξης από την κατώτερη στην ανώτερη βαθμίδα της κομμουνιστικής κοι­νωνίας και την αποφυγή πισωγυρίσματος στον καπιταλισμό, είναι η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, με τις νέες μορφές που αυτή παίρνει στη σοσιαλιστική κοινωνία, στη βάση των μη ανταγωνιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Η ανάλυση και θεωρητι­κή γενίκευση της πείρας της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και της παλινόρθω­σης του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ, εξόπλισε το παγκόσμιο επαναστατικό προλε­ταριακό κίνημα με νέα πολύτιμα στοιχεία, στο δρόμο του προς την παγκόσμια κομμουνιστική κοινωνία.

XfiyjJgHj»ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 27

Page 29: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Π. Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ

ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

1. Μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο

(4 5 ) Το νεοελληνικό έθνος έχει τις ρίζες του στο βυζαντινό μεσαίωνα, όπου άρχισαν να εμφανίζονται οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, με την ανά­πτυξη του εμπόριου ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, που κύριο δρόμο είχε τη Μεσόγειο, όπου κυριαρχούσε το Βυζάντιο, με την ανάπτυξη του εμπόριου μέσα στο ίδιο το Βυζάντιο και με την εξέλιξη της χειροτεχνίας, που ακόμη ήταν υποτυ­πώδης και αδύνατη. Τη βασική του διαμόρφωση το νεοελληνικό έθνος την πήρε στις συνθήκες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που άσκησε και πάνω σ' αυτό, στις βασικές του μάζες, την αγροτιά και την αστική τάξη, την πιο άγρια καταπίε­ση. Στην πάλη ενάντια σ' αυτή την καταπίεση ζυμώθηκε η νεοελληνική εθνική συ­νείδηση και ανδρώθηκε το έθνος, σε ατέλειωτη σειρά εθνικών και δημοκρατικών αγώνων.

Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα συντελούνταν για μια πολύ μακριά περίοδο στις συνθήκες της στρατιωτικοφεουδαρχικής κυριαρχίας της οθωμανι­κής αυτοκρατορίας, γι' αυτό και είχε εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Πήρε κυρίως τη μορφή εμπορικής και διαμετακομιστικής δραστηριότητας. Οι έλληνες έμποροι και πλοιοκτήτες, στα τέλη του 18ου αιώνα, είχαν στα χέρια τους ένα σημαντικό μέ­ρος του εξωτερικού και εσωτερικού εμπόριου της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε αντίθεση όμως μ’ αυτό που γινόταν στη Δυτική Ευρώπη, όπου τα έσοδα από τα ε­μπόριο συσσωρεύονταν με τη μορφή βιομηχανικού κεφάλαιου και οδηγούσαν στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, στην οθωμανική αυτοκρατορία δεν υπήρχε τέ- τια δυνατότητα. Ετσι, το κεφάλαιο συσσωρευόταν με τη μορφή του εμπορικού και εφοπλιστικού κεφάλαιου, διαδικασία που προσέδινε βαθμιαία στην ελληνική αστι­κή τάξη εμπορομεσιτικό (κομπραντόρικο) χαρακτήρα. Με την εξασθένιση της ο­θωμανικής αυτοκρατορίας επιταχύνθηκε η αποσύνθεση των φεουδαρχικών σχέ­σεων παραγωγής και δόθηκε έτσι η δυνατότητα για την παραπέρα ανάπτυξη της χειροτεχνίας και τη δημιουργία των πρώτων σπερμάτων της βιομηχανικής (βιοτε­χνικής) παραγωγής, ανάπτυξη που στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τις άλλες περιοχές των Βαλκανίων, γεγονός που ωρίμασε πιο γρήγορα τους ό­ρους για το ξέσπασμα της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης.

Οσο δυνάμωνε η λαϊκή, κυρίως η αγροτική, αντίσταση στον καταχτητή τόσο α­ναπτυσσόταν το εθνικό αίσθημα. Ο ραγιαδισμός άρχισε να αποτινάζεται και η ε­θνική αφύπνιση έπαιρνε καθαρά πολιτικό περιεχόμενο και εκδηλωνόταν με τη μορφή του ένοπλου αγώνα. Η αγροτιά, που κυρίως αυτή δεχόταν το μεγάλο βά­ρος της φεουδαρχικής καταλήστευσης (από ξένους και ντόπιους φεουδάρχες) και της οθωμανικής καταπίεσης, αποτελούσε το βασικό εθνικό κορμό, ήταν αυτή που γέννησε από τις τάξεις της την κλεφτουριά, το φορέα της ένοπλης πάλης κατά του καταχτητή. Το ίδιο συνέβαινε με τη φτωχολογιά των πόλεων, της ο- ποίας όμως το ειδικό βάρος στο σύνολο του πληθυσμού ήταν ακόμη μικρό. Η α­στική τάξη των πόλεων της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των παροικιών του ε­ξωτερικού και η εμπορο-ναυτική αστική τάξη επεδίωκε να δημιουργήσει το δικό της εθνικό κράτος, με δική του αγορά, που θα απάλλασσε την αστική τάξη από τις ληστρικές επιβαρύνσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αυτές ήταν οι κινη­τήριες δυνάμεις της επανάστασης του 1821.

(4 6 ) Η επανάσταση του 1821 ήταν ένας ακόμη κρίκος στη σειρά των εθνικών και αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων, που αγκάλιασαν την Ευρώπη στα τέλη του 18ου και σπς αρχές του 19ου αιώνα, κάτω από την ιδεολογική και πολιτική ε-2$ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 30: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

πίδραση της μεγάλης γαλλικής επανάστασης του 1789. Ο χαρακτήρας της επα­νάστασης του 1821 ήταν δημοκρατικός - εθνικοαπελευθερωτικός. Η αστική τάξη ήταν ο ηγεμόνας αυτής της επανάστασης και η αγροτιά ο κύριος φορέας της. Α­ντίθετα, τα κοτζαμπάσικα στοιχεία κράτησαν στην πλειοψηφία τους προδοτικό ρόλο, απόρροια της κοινωνικής τους θέσης στα πλαίσια της οθωμανικής αυτο­κρατορίας, όπου σε συνεργασία με τον καταχτητή ασκούσαν εκμετάλλευση και καταπίεση σε βάρος κυρίως της αγροτιάς. Ο σκοπός της επανάστασης, όπως τον συνέλαβε η Φιλική Εταιρία, το κόμμα της αστικής τάξης, ήταν ασπκοδημο- κρατικός. Απέβλεπε στη δημιουργία αυτοτελούς εθνικού κράτους και στην επίλυ­ση του αγροτικού ζητήματος, με την απαλλαγή της χώρας από την κοτζαμπάσι- κη-φεουδαρχική εκμετάλλευση και τη δημιουργία ενιαίας εσωτερικής αγοράς, με τον αγρότη λεύτερο εμπορευματοπαραγωγό.

Η επανάσταση, παρόλο που είχε εξασφαλίσει την ολόθερμη και μαζική συμμε­τοχή του λαού, χαρακτηριζόταν από την αρχή από μια εσωτερική αντινομία, που σφράγισε την εξέλιξή της και στη συνέχεια σφράγισε το χαρακτήρα του νεοσύ­στατου ελληνικού κράτους. Η Φιλική Εταιρία δεν μπόρεσε με το ξέσπασμα της ε­πανάστασης να εξασφαλίσει επιτόπου ενιαία πολιτική-στρατιωτική καθοδήγηση, με καθαρό πολιτικό πρόγραμμα, που θα έδινε ενότητα στις πολιτικές ενέργειες της επανάστασης, θα επέτρεπε να διαμορφωθεί ενιαία στρατηγική και ταχτική και θα συσπείρωνε το λαό γύρω από την ενιαία πολιτική και στρατιωτική καθοδήγη­ση. Το πολιτικό αυτό κενό εκμεταλλεύτηκε η κοτζαμπάσικη αντίδραση, που αφού αρχικά απέτυχε να εμπόδισα το ξέσπασμα της επανάστασης, πάλαιψε για να την υποτάξει στους δικούς της σκοπούς, καταφέρνοντας να περνά βασικά στα δικά της χέρια την αρχικά διασπασμένη πολιτική-στρατιωτική καθοδήγηση της επανά­στασης, καθώς η ίδια διέθετε, κυρίως από τα αρματολίκια, σοβαρή στρατιωτική δύναμη και έμπειρους πολέμαρχους.

Η αστική τάξη, αφού δεν κατάφερε (βασικά από δικές της αδυναμίες, αλλά και λόγω της δυσμενούς επίδρασης του τότε ανπδρασπκού ευρωπαϊκού κλίματος, της ιερής συμμαχίας) να δώσει στην επανάσταση αυτοτελή ανττφεουδαρχική πο­λιτική και στραπωτική ηγεσία, συνθηκολόγησε με την κοτζαμπάσικη αντίδραση, πρόδωσε την επανάσταση και ευνούχισε το βασικό εσωτερικό της στόχο, τη λύ­ση του αγροτικού ζητήματος, με το ξεκαθάρισμα των φεουδαρχικών σχέσεων στο χωριό. Ταυτόχρονα, υπονομεύτηκε και ο εξωτερικός (εθνικός) στόχος της ε­πανάστασης. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος περιορίστηκε σε σύνορα που άφη­ναν εκτός μεγάλο μέρος του εθνικού χώρου, εξακολουθούσε να πληρώνει φόρο υποτέλειας στην οθωμανική αυτοκρατορία και, το κυριότερο, βρέθηκε υπό την ε­ξάρτηση του δυτικοευρωπαϊκού αποικιακού κεφάλαιου, κυρίως του αγγλικού, που άρχισε να διεισδύει στην οικονομία της Ελλάδας από τα πρώτα χρόνια της επα­νάστασης, δίνοντας δυο δάνεια (ένα το 1824 και ένα το 1825) συνολικού ύψους 2,8 εκατομμυρίων στερλινών.

(4 7 ) Η κοινωνία που βγήκε από την επανάσταση του 1821 ήταν αστοτσιφλικά- δικη. Διαμορφώθηκε ένας αστοτσιφλίκάδικος συνασπισμός, που κυριαρχούσε στο κράτος, ενώ παράλληλα εντεινόταν η εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο, που μαζί με την αστοτσιφλικάδικη αντίδραση εκμεταλλευόταν και καταπίεζε στυγνά τις πλατιές μάζες της αγροτιάς και της φτωχολογιάς των πόλεων. Οι κεφαλαιοκρα­τικές σχέσεις παραγωγής, με τα δεσμά των φεουδαρχικών σχέσεων στο χωριό και τη ληστρική αποικιακή εκμετάλλευση του ξένου κεφάλαιου, αναπτύσσονταν πολύ αργά και βασανιστικά και καθώς η διαδικασία αυτή συνοδευόταν από την τε­ρατώδη εκμετάλλευση του λαού, γέννησε και φούντωσε την ταξική πάλη, την κι­νητήρια δύναμη της κοινωνικής εξέλιξης.

Η διείσδυση του ξένου κεφάλαιου εντάθηκε κατά πς δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, περίοδο που στη Δυτική Ευρώπη ο καπιταλισμός αρχίζει να περ­νά στο μονοπωλιακό του στάδιο, που χαρακτηρίζεται από την εξαγωγή κεφάλαι- ου. Το ξένο κεφάλαιο έθεσε υπό τον απόλυτο έλεγχό του πς πηγές πρώτων υ­λών και το τραπεζικό σύστημα, ασκώντας ληστρική εκμετάλλευση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και εμποδίζοντας έτσι την εσωτερική συσσώρευση, γεγονός που προσέδωσε στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλι­σμού εξαιρετικά αργό χαρακτήρα.

Στην αγροτική οικονομία ο Τούρκος δυνάστης ανπκαταστάθηκε από το ντόπιο τσιφλικά. Ο αγρότης, που έδωσε το αίμα του στην επανάσταση, δεν έγινε ελεύ­θερος εμπορευματοπαραγωγός, γεγονός που θα τον καθιστούσε και καταναλω­τή για τα βιομηχανικά εμπορεύματα και θα είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία κι­νήτρου για την ανάπτυξη και της βιομηχανικής παραγωγής και γενικότερα της ε­σωτερικής αγοράς. Η πάλη του αγρότη για να γίνει λεύτερος εμπορευματοπαρα- γωγός σφράγισε τη νεοελληνική ιστορία του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, με δεκάδες αγροτικών κινημάτων και εξεγέρσεων.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 29

Page 31: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

*

Η ελληνική αστική τάξη είχε βασικά διαμορφωθεί σαν εμπορομεσιτική από την περίοδο της τουρκοκρατίας. Μέσω αυτών της των δραστηριοτήτων συνδέθηκε από τότε στενά με το ξένο κεφάλαιο. Ο συμβιβασμός της με την τσιφλικάδικη α­ντίδραση στη διάρκεια της επανάστασης, η μεγάλη στενότητα της εσωτερικής α­γοράς του νεοσύστατου κράτους και η εντατική διείσδυση του ξένου αποικιακού κεφάλαιου στην ελληνική οικονομία, ενίσχυσε τα εξαρχής κομπραντόρικα χαρα­κτηριστικά της ελληνικής αστικής τάξης. Αλλά και το τμήμα εκείνο της αστικής τάξης, που προσανατολίστηκε σε παραγωγικές δραστηριότητες στην εσωτερική αγορά, βρισκόταν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με το ξένο κεφάλαιο, που διείσ- δυε όλο και πιο πλατιά και δυναμικά, και αναγκαστικά υποτασσόταν σ' αυτό.

Η κατάσταση αυτή επιβράδυνε ακόμη περισσότερο την εσωτερική βιομηχανική ανάπτυξη και έστρεφε τμήματα του ντόπιου κεφάλαιου σε δραστηριοποίηση σε μη παραγωγικές σφαίρες. Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα, στην Ελλάδα βιομη­χανία δεν υπήρχε, με εξαίρεση κάποιες εξορυκτικές μονάδες, που ανήκαν στο ξένο κεφάλαιο. Οι μικρές βιοτεχνικές και χειροτεχνικές επιχειρήσεις λειτουργού­σαν με απαρχαιωμένα τεχνικά μέσα και στηρίζονταν στην εντατικότητα της χει­ρωνακτικής εργασίας. Χαρακτηριστικό για τους ανππαραγωγικούς προσανατολι­σμούς του ελληνικού καπιταλισμού αυτή την περίοδο είναι το γεγονός ότι οι τό­κοι για βιομηχανικά δάνεια καθ' όλο τον 19ο αιώνα κυμαίνονταν μεταξύ 30% και 50%, ενώ για γεωργική δραστηριότητα ήταν ακόμη μεγαλύτερα. Εδώ φαίνεται η ληστρική επιδρομή του εμπορομεσιτικού κεφάλαιου ακόμη και σε βάρος της βιο­μηχανικής αστικής τάξης.

(4 8 ) Ο καπιταλισμός στην Ελλάδα άρχισε να αναπτύσσεται εντατικότερα στις παραμονές και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στην επιτάχυνση αυτή της οι­κονομικής ανάπτυξης συνέτειναν: Πρώτο, η επέκταση του εθνικού κράτους, με την προσάρτηση σ’ αυτό διαδοχικά της Θεσσαλίας, των νησιών του Ιόνιου, της Η­πείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης και η αύξηση του πληθυσμού με τον πλη­θυσμό των νέων περιφερειών και τη μεταφορά μεγάλων πληθυσμών από τις τουρκικές περιοχές (1 .200.000 πρόσφυγες το 1922), επέκταση που δημιουργού­σε αντικειμενικά καλύτερες προϋποθέσεις για τη διεύρυνση της εσωτερικής αγο­ράς και την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής. Δεύτερο, η πιο εντατική διείσδυση του ξένου κεφάλαιου, λόγω της ολοκλήρωσης του περάσματος του κα­πιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο. Τρίτο, η βαθμιαία διανομή της γης στους αγρότες, σαν αποτέλεσμα της πάλης της αγροτιάς ενάντια στην τσιφλικά­δικη ολιγαρχία (δυο μεγάλες αγροτικές μεταρρυθμίσεις έγιναν το 1917 και το 1923).

Την περίοδο αυτή αλλάζουν και οι συσχετισμοί μέσα στον αστοτσιφλικάδικο συ­νασπισμό. Η αστική τάξη παίρνει στα χέρια της την ηγεμονία, την οποία στεριώ-

ΝΕΑ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΑ ΣΤΑΦΙΔΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝΣ' ΟΛΗ ΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΑΝΤΗΧΕΙ: KATD 0 ΛΗΣΤΡΙΚΟΣ Α.Σ\θ ΗΕΡΓΑΤΙΑΣΤΟΠΛΕΥΡΟΤΠΝΑΓΟΝΙΙΖΟΜΕΝΠΝΣΤΑΦΙΔΟΠΑΡΑΓΓίΓιίϊΙ

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 32: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νει μετά τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις, που αφαίρεσαν τη γη από τους τσιφλικά­δες και τους έστειλαν στις πόλεις να ζουν σαν παράσιτα απομυζώντας τις τερά­στιες αποζημιώσεις, που εξαναγκάστηκε να καταβάλει η αγροτιά, και ενισχύο- ντας το εμπορομεσιτικό κεφάλαιο. Η ελληνική αστική τάξη, που έχει έτσι κι αλ­λιώς εξαντλήσει τον επαναστατισμό της στην επανάσταση του 1821, ζει αυτή την περίοδο μια προσωρινή αστικοδημοκρατική άνοιξη. Στα πλαίσια του ενιαίου αστικού μπλοκ ενισχύεται η βιομηχανική αστική τάξη, που επιχειρεί ορισμένους εκσυγχρονισμούς και στο πολιτικό σύστημα και σε κοινωνικούς τομείς όπως η παιδεία, προκειμένου να εξυπηρετήσει καλύτερα τις παραγωγικές της ανάγκες και να προσαρμόσει κάπως το πολιτικό εποικοδόμημα στα αστικοκοινοβουλευτι- κά πρότυπα της δυτικής Ευρώπης. Σε καμιά περίπτωση όμως η αστική τάξη δεν ξεφεύγει από τα όρια του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού (απλώς γίνεται ή κυ­ρίαρχη δύναμη στα πλαίσιά του) ούτε χαράζει μια πορεία ταχείας βιομηχανικής α­νάπτυξης της χώρας και αλλαγής των σχέσεών της με το ξένο κεφάλαιο.

Αυτό ήταν νομοτελειακό, δεδομένου του ιστορικού παρελθόντος της ελληνι­κής αστικής τάξης, αλλά κυρίως δεδομένου του περάσματος του καπιταλισμού στο μονοπωλιακού του στάδιου, που διαμόρφωσε ένα παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, στο οποίο κυριαρχούσαν μια χούφτα ιμπεριαλιστικά κράτη επί μιας πλειάδας αποικιακών και μισοαποικιακών χωρών, από τη μια, και εξαρτημένων κα­πιταλιστικών χωρών μέσου επίπεδου ανάπτυξης, όπως η Ελλάδα, από την άλλη.Δεν ήταν δυνατόν η ελληνική αστική τάξη να ζήσει ετεροχρονισμένα τη δική της δυναμική εφηβεία, όταν ο παγκόσμιος καπιταλισμός είχε ήδη μπει στη φάση της γήρανσης και της παρακμής, όταν είχε κάνει την εμφάνισή της στο ιστορικό προ­σκήνιο η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, που γνώρισε την πρώτη κορύφωσή της με τον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, την έ­κρηξη του επαναστατικού προλεταριακού κύματος και τη νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης στην τσαρική Ρωσία.

Εκείνο που έβαλε οριστικά τέρμα σ' αυτή τη σύντομη αστικοδημοκρατική άνοιξη της ελληνικής αστικής τάξης ήταν η εμφάνιση στον κοινωνικό στίβο του νεαρού ελληνικού προλεταριάτου και η συγκρότησή του σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα, κάτω από την καταλυτική επιρροή της νικηφόρας Σοσιαλιστικής Επανάστασης του Οχτώβρη. Η συγκρότηση του προλεταριάτου της Ελλάδας σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα διέγραφε την προοπτική μιας νέας λαϊκής επανάστασης, που θα συνένωνε υπό την ηγεμονία του προλεταριάτου τις τεράστιες μάζες της αγρο­τιάς και θα γκρέμιζε το αστικό σύστημα εξουσίας, λύνοντας ταχύτατα τα άλυτα α- στικοδημοκρατικά προβλήματα, για ν' ανοίξει το δρόμο στην ανάπτυξη της χώ­ρας και στη σοσιαλιστική της αναγέννηση. Αυτή η προοπτική σκόρπισε τρόμο στο στρατόπεδο της αστικής τάξης, που συνασπίστηκε πιο αποφασιστικά στον α- στοτσιφλικάδικο συνασπισμό και, πριν ακόμη από το 1930, προχώρησε στην ε­γκαθίδρυση ενός καθεστώτος πολιτικής αντίδρασης, που μπροστά στο φόβο του μεγάλου ταξικού εχθρού, έβαλε τέρμα σε κάθε εκσυγχρονιστική - αστικοδημο- κρατική προσπάθεια.

(4 9 ) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα, την περίοδο μέχρι το δεύτε­ρο παγκόσμιο πόλεμο, εξακολουθούσε να είναι αργή και βασανιστική και μονό­πλευρα προσανατολισμένη. Ο καπιταλισμός αναπτυσσόταν περισσότερο στις σφαίρες του εμπόριου και της πίστης και λιγότερο στη σφαίρα της βιομηχανίας και γενικότερα της υλικής παραγωγής. Η βιομηχανία προσανατολιζόταν σχεδόν αποκλειστικά στις σφαίρες της ελαφρός, κυρίως επισιτιστικής, βιομηχανίας, πά­ντα υπό τον ασφυχτικό έλεγχο (οικονομικό-χρηματοδοτικό και τεχνολογικό) του ξένου κεφάλαιου, που στα χρόνια πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο υπολογίζε­ται πως κατείχε πάνω από το μισό του επενδυμένου στην ελληνική οικονομία κε- φάλαιου. Ανάμεσα στην εξορυχτική και τη μεταποιητική βιομηχανία δεν υπήρχε καμιά οργανική σύνδεση. Οι ορυκτές πρώτες ύλες εξάγονταν στο εξωτερικό ακα­τέργαστες, γεγονός που αφαιρούσε σημαντικές πηγές εσωτερικής συσσώρευ­σης και συνιστούσε μορφή ληστρικής αποικιακής εκμετάλλευσης της χώρας από το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Το ίδιο ίσχυε σε πολύ μεγάλο βαθμό και για τις αγροτικές πρώτες ύλες, που επίσης εξάγονταν ακατέργαστες στο εξωτερικό.Βασικός κλάδος της βιομηχανίας ήταν η μεταποίηση (περίπου 90% του συνόλου της βιομηχανικής παραγωγής), ενώ η εξόρυξη και η παραγωγή ηλεκτρενέργειας βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (4-5% η εξόρυξη και 5-6% η ηλεκτρενέρ- γεια). Οι κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας (μεταλλουργία, μεταφορικά μέσα, οικο­δομικά υλικά) καταλάμβαναν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου της μεταποιη­τικής βιομηχανικής παραγωγής, ενώ απουσίαζε εντελώς η παραγωγή εργαλειο- μηχανών.

Η συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου ήταν πολύ αργή. Οι μι­κρές βιοτεχνικές επιχειρήσεις απασχολούσαν εκείνη την περίοδο το 70% των

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 31

Page 33: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

εργαζόμενων στη βιομηχανία και παρήγαγαν το 50% του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής. Την περίοδο αυτή ολοκληρώθηκε η υποταγή της ελλη\ΛΚής αστικής τάξης στο ξένο κεφάλαιο και η σύνδεση των συμφερόντων της μ' αυτό, μέσω της κοινής ληστρικής εκμετάλλευσης του ελληνικού λαού και των φυσικών πόρων της χώρας.

Την περίοδο αυτή η Ελλάδα ήταν βασικά μια αγροτική χώρα. Το μεγαλύτερο τμήμα του εθνικού εισοδήματος παραγόταν στην αγροτική οικονομία, όπου απα­σχολούνταν πάνω από το μσό του πληθυσμού της χώρας, και το μικρότερο στη βιομηχανία, που το μερίδιό της στο εθνικό εισόδημα δεν έφτανε ούτε στο 20%. Η αγροτική οικονομία όμως εξακολουθούσε να περιορίζεται από τα μισοφεουδαρχι- κά δεσμά. Ο αγρότης πήρε γη, όμως με όρους που δεν τον καθιστούσαν λεύτερο εμπορευματοπαραγωγό, δεν του επέτρεπαν να κάνει διευρυμένη αναπαραγωγή και σε μεγάλο τμήμα της αγροτιάς ούτε απλή αναπαραγωγή. Η ανάπτυξη του κα­πιταλισμού στην αγροτική οικονομία γινόταν πολύ πιο αργά σε σχέση και με τους αργούς ρυθμούς ανάπτυξης του καπιταλισμού στην ελληνική βιομηχανία. Η μηχα­νοποίηση και η χρήση σύγχρονων μεθόδων ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας (εγγειοβελτιωτικά έργα, λιπάσματα κ.λπ.) σχεδόν απούσιαζαν, με αποτέλεσμα η παραγωγικότητα να είναι ιδιαίτερα χαμηλή και η επιβίωση να εξασφαλίζεται σχε­δόν αποκλειστικά από τη βαριά και ιδιαίτερα εντατική δουλειά των μελών του α­γροτικού νοικοκυριού και από τη συστηματική υποκατανάλωση της αγροτικής οι­κογένειας.

Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαιου όμως, αν και αργά, προχω­ρούσε. Ηδη, τη δεκαετία του 30 είχαν δημιουργηθεί μεγάλες βιομηχανικές επιχει­ρήσεις στην υφαντουργία, την καπνοβιομηχανία, τη χημική και την επισνπστική

?.ομηχανία. Με βάση την Εθνική δημιουργήθηκε ένα δίχτυ μεγάλων Τραπεζών. Οιράπεζες αυτές και η μεγάλη βιομηχανία δορυφοροποίησαν γύρω τους την παν­

σπερμία των βιοτεχνικών επιχειρήσεων και το μικρό αγροτικό νοικοκυριό, μειώ­νοντας συνεχώς την οικονομική τους σημασία, γεγονός που συνέτεινε στην πα­ραπέρα συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαιου, αν και η συγκεντρο- ποίηση εξακολουθούσε να είναι ιδιαίτερα αργή, γεγονός που αντικαθρεφτίζει το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού.

Η αργή και βασανιστική, ανισόμετρη και μονόπλευρη διαδικασία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού φαίνεται ανάγλυφα στο μόνιμα αρνητικό ισοζύγιο τρε- χουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζύγιου συνέχεια αυξανόταν. Η εισαγωγή ξένου κεφάλαιου δεν ήταν τόσο μεγάλη για να καλύψει το έλλειμμα, που ολοένα και περισσότερο καλυπτόταν με εξωτερικό δανεισμό. Ανοιξε έτσι έ­νας φαύλος κύκλος, στα πλαίσια του οποίου συνάπτονταν νέα δάνεια για να απο­πληρωθούν τα παλιά, η τοκογλυφική απομύζηση γινόταν όλο και πιο σκληρή, ο παρασιτισμός της οικονομίας βάθαινε και η εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο με­γάλωνε.

(5 0 ) Η διαδικασία διαμόρφωσης και ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού σφράγισε και την ιδεολογική, πολιτική και πνευματική ζωή της χώρας. Τα πιο φω­τισμένα μυαλά του ελληνικού διαφωτισμού (ο Ρήγας Βελεστινλής, οι Φιλικοί κ.ά.) συνέλαβαν την ιδέα της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης με πανβαλκανική διάσταση. Ομως ο επαναστατικός ξεσηκωμός των Ελλήνων δεν συνταιριάστηκε με τους άλλους βαλκανικούς λαούς και αυτό, εκτός των αντικειμενικών αιτιών (καθυστέρηση του επαναστατικού κύματος στις άλλες περιοχές των Βαλκανίων) οφείλεται και στη μεγαλοελλαδίτικη σοβινιστική πολιτική, που εκπορευόταν κυ­ρίως από το Πατριαρχείο, την κοτζαμπάσικη αντίδραση, αλλά και την ελληνική α­στική τάξη. Ο μεγαλοελλαδισμός έσπερνε την εχθρότητα και τη δυσπιστία ανά­μεσα στους βαλκανικούς λαούς και εμπόδιζε και την ίδια την αστική ανάπτυξη της περιοχής, επιβραδύνοντας έτσι την αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρα­τορίας.

Μετά την απελευθέρωση, η ξενοδουλεία και ο μεγαλοελλαδισμός του αστοτσι- φλικάδικου συνασπισμού βρήκαν την έκφρασή τους στην ιδεολογία της «Μεγά­λης Ιδέας», που σφράγισε το πολιτικό, ιδεολογικό και πνευματικό εποικοδόμημα του ελληνικού καπιταλισμού. Προδίνοντας την εθνική και δημοκρατική αποστολή του 21, προσδένοντας τη χώρα στο άρμα ξένων συμφερόντων, οι κυρίαρχες τά­ξεις έβαλαν στη θέση των προδομένων ιδανικών του 21 την ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», για να κρατήσουν το λαό κάτω από την κυριαρχία τους. Σύμ­φωνα με τη «Μεγάλη Ιδέα», ο ελληνικός λαός αποτελούσε τον κληρονόμο της αρχαίας Ελλάδας, του κράτους του Μεγάλου Αλέξανδρου και της βυζαντινής αυ­τοκρατορίας, που έπρεπε να «αποκατασταθεί» στα εδάφη τουλάχιστον του Βυ­ζάντιου. Η έλλειψη αυτής της «αποκατάστασης» παρουσιαζόταν σαν αιτία της φτώχειας και της εξαθλίωσης του λαού, ενώ ο εξωτερικός δανεισμός δικαιολο­γούνταν σαν στοιχείο απαραίτητο για την πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας». Η

>>>Χ-£Χ-Χν>:

111 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 34: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

«Μεγάλη Ιδέα» κυριάρχησε για μια εκατονταετία στη λαϊκή συνείδηση και άρχισε να καταρρέει όταν ο λαός γνώρισε τις καταστροφές και τα ανείπωτα βάσανα «πετυχημένων» και αποτυχημένων πολέμων, όταν το προλεταριάτο άρχισε να συγκροτείται σε τάξη και οι πρωτοπόροι πολιτικοί και φιλολογικοί του εκπρόσω­ποι άρχισαν να ανασκευάζουν επιστημονικά όλη αυτή την αντιδραστική μυθοπλα­σία και να μπολιάζουν τη λαϊκή συνείδηση με το πρωτοπόρο επιστημονικό τους έργο.

(5 1 ) Η πολιτική ζωή της Ελλάδας όλη αυτή την περίοδο χαρακτηρίζεται από μια μόνιμη ανωμαλία, από μια διαρκή κρίση, που παρουσίαζε σύντομα διαλείμματα σχετικής σταθερότητας, πότε με την προσάρτηση νέων εδαφών και πότε με την ανάληψη κάποιου μεγάλου εξωτερικού δανείου, που επέτρεπε στις κυρίαρχες τά­ξεις να κατευνάζουν με κάποια μέτρα τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Βασικός τροφοδό­της αυτής της εσωτερικής κρίσης ήταν οι απανωτοί λαϊκοί ξεσηκωμοί, που έφερ­ναν τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού αντιμέτωπη με τον αστοτσιφλικάδικο συνα­σπισμό. Ξεσηκωμοί αρχικά της αγροτιάς, που πάλευε να σπάσει τα τσιφλικάδικα δεσμά, και στη συνέχεια και της εργατικής τάξης, που βγήκε ορμητικά στο στίβο της ταξικής πάλης. Λαϊκοί ξεσηκωμοί, ξένες επεμβάσεις, δυναστικές μεταβολές, στρατιωτικά πραξικοπήματα και κοινοβουλευτικά διαλείμματα, ατέλειωτη φαγω­μάρα μέσα στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό, αυτή είναι με λίγα λόγια η πολιτι­κή ιστορία της Ελλάδας μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Στις αρχές του 20ου αιώνα διακρίνονταν ουσιαστικά δυο μερίδες της οικονομι­κής ολιγαρχίας του τόπου. Από τη μια ήταν η ολιγαρχία του χρήματος, συνασπι­σμένη γύρω από την Εθνική Τράπεζα και την «προστάτιδα» Αγγλία, που συσπεί­ρωνε επίσης την εμπορομεσιτική αστική τάξη και την τσιφλικάδικη ολιγαρχία, και από την άλλη ήταν η βιομηχανική αστική τάξη, που όμως είχε προσαρμοστεί από­λυτα στα δεδομένα της ξένης εξάρτησης. Η ενότητα όλων αυτών των στρωμά­των στα πλαίσια του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού, μέσω του οποίου αντιπα- ραθέτονταν στις λαϊκές μάζες, ήταν δεδομένη. Στα πλαίσια όμως αυτού του συ­νασπισμού αναπτύσσονταν ισχυρές αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της ολιγαρχίας, αντιθέσεις που πήγαζαν από τη διαφορετική τους θέση στα πλαί­σια του καπιταλιστικού (με φεουδαρχικές επιβιώσεις) κοινωνικοοικονομικού σχη- μαπσμού. Στη διαμάχη αυτή παρενέβαινε ενεργά και ο ξένος παράγοντας, προσ- δίνοντάς τους συχνά εκρηκτικές διαστάσεις, που έφτασαν μέχρι και τον διχασμό της χώρας, στις συνθήκες του πρώτου παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Η εξάλειψη των τσιφλικάδων σαν τάξης, που ήρθε σαν αποτέλεσμα της πάλης της αγροπάς, πέρασε οριστικά την ηγεμονία στα χέρια της αστικής τάξης. Η α­ντίθεση ανάμεσα στην αστική τάξη και την τσιφλικάδικη γαιοκτησία έπαψε να υφί- σταται. Την περίοδο αυτή (μετά το 1922) διαμορφώθηκαν οριστικά οι δυο μεγά­λες πολιτικές φατρίες της αστικής τάΕης, φιλελεύθερη και συντηρητική- μοναρχική. Αυτό που χωρίζει τις δυο αστικές παρατάξεις είναι στην πραγματικό­τητα η νομή της εξουσίας και ο τρόπος άσκησής της, χωρίς το δεύτερο να παίζει τον καθοριστικό ρόλο (οι Φιλελεύθεροι στήριξαν την παλινόρθωση της μοναρ­χίας και οι ίδιοι στήριξαν στρατιωτικά πραξικοπήματα). Η καθυστέρηση στην οικο­νομική ανάπτυξη είχε την αντανάκλασή της και στην καθυστέρηση του πολιτικού εποικοδομήματος. Τα αστικά κόμματα δρούσαν σαν ρουσφετολογικοί μηχανισμοί, που νέμονται προνομιακά τον κρατικό μηχανισμό, κάθε φορά που κερδίζουν τις εκλογές (είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για μια μεγάλη περίοδο κάθε κυ­βέρνηση απέλυε τους δημόσιους υπάλληλους, που είχε διορίσει η προηγούμενη, και διόριζε δικούς της οπαδούς). Η μοναρχία, στοιχείο ξενόφερτο, που επιβλήθη­κε στην Ελλάδα από τις «προστάτιδες δυνάμεις», πότε ξηλώνεται και πότε παλι- νορθώνεται. Ο κοινοβουλευτισμός δεν μπορούσε να λειτουργήσει ομαλά για με­γάλη χρονική περίοδο. Διακόπτεται από στρατιωτικά κινήματα, που υποθάλπο­νται από τις πολιτικές φατρίες, με τελική κατάληξη την επιβολή της φασιστικής διχτατορίας του Μεταξά, το 1936.

(5 2 ) Η αργή και βασανιστική ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα είχε επί­πτωση και στη διαμόρφωση της ελληνικής εργατικής τάξης, ενώ η καταθλιπτική κυριαρχία της «Μεγάλης Ιδέας» στην πνευματική ζωή του τόπου είχε αρνητική ε­πίδραση και στην ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας, που ήταν επίσης αργή, χρονικά και από άποψη ρυθμών. Μετά τα πρώτα σοσιαλιστικά σκιρτήματα, που ήρθαν ταυτόχρονα με την ταξική αφύπνιση της εργατικής τάξης και τα πρώτα βή­ματα του αυθόρμητου κινήματός της, καταλυτική επίδραση στην πορεία του ερ­γατικού κινήματος στην Ελλάδα έπαιξε ο αντίχτυπος της νίκης της Μεγάλης Σο­σιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης.

Το 1918 ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ, το κόμμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας, που σύντομα προσχώρησε στην Κομμουνιστική Διεθνή και μετονομάστηκε σε ΚΚΕ - Ελληνικό Τμήμα της Κ.Δ. Αν και θεωρητικά και προγραμματικά ανώριμο, αν και

ffMs4MMSMO&XΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 ΐ 33

Page 35: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

χωρίς επιστημονικά επεξεργασμένη στρατηγική και ταχτική, το ΚΚΕ σηματοδότη­σε από τη στιγμή της ίδρυσής του ένα μεγάλο κίνδυνο για την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές της, γιατί άρχισε να δένεται με το πιο πρωτοπόρο και μαχητικό κομμάτι της εργατικής τάξης, άρχισε να καθοδηγεί τους μαζικούς της αγώνες, άρχισε να τραβά την προοδευτική - ριζοσπαστική μερίδα της ασα- κής διανόησης, που απογοητευμένη από το βίαιο σταμάτημα του αστικού εκσυγ­χρονισμού, καταπιεζόμενη από την καταθλιπτικότητα και την αντιδραστικότητα της «Μεγάλης Ιδέας» και του προγονόπληκτου κλασσικισμού, άρχισε να προσεγ­γίζει τις νέες επαναστατικές ιδέες, άρχισε ν' ανασαίνει τον αέρα της ανερχόμε- νης κοινωνικής τάξης, του προλεταριάτου, και να καταθέτει τη δική της συμβολή στην επεξεργασία του μαρξισμού-λενινισμού στην Ελλάδα. Γι* αυτό και η αστική τάξη, φιλελεύθερη και συντηρητική, επετέθηκε με μανία ενάντια στο ΚΚΕ και στην προοδευτική διανόηση που περνούσε με το μέρος των κομμουνιστικών ιδε­ών, ασκώντας πάνω τους την πιο βάρβαρη καταπίεση και καταστολή, μεθόδους καθαρά φασιστικού τύπου, που κορυφώθηκαν στη μεταξική δικτατορία.

(5 3 ) Η ταξική πάλη έφτασε στην κορύφωσή της στη διάρκεια και αμέσως μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Στη διάρκεια της ναζιφασιστικής κατοχής το ΚΚΕ αναδείχτηκε σε καθοδηγητική δύναμη όλης της εργαζόμενης κοινωνίας και συ­σπείρωσε υπό την καθοδήγησή του τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Αμέσως μετά την απελευθέρωση της χώρας, εκμεταλλευόμενη σοβαρά λάθη του Κόμμα­τος, η αστική τάξη, με την άμεση βοήθεια του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού αρχικά και του αμερικάνικου στη συνέχεια ξαπέλυσε εμφύλιο πόλεμο ενάντια στο προ­λεταριάτο και τη φτωχολογιά του χωριού και της πόλης. Αποκορύφωμα αυτού

34 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 36: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

του εμφύλιου υπήρξε ο τρίχρονος ένοπλος αγώνας του ΔΣΕ, που παρά τον ηρω­ισμό του δεν στέφθηκε με τη νίκη. Μετά τη νίκη της αστικής τάξης στον εμφύλιο και την εγκαθίδρυση ενός βάρβαρου μοναρχοφασιστικού καθεστώτος, μιας πα­ρωδίας κοινοβουλευπσμού, άρχισε μια νέα περίοδος στην ανάπτυξη του ελληνι­κού καπιταλισμού, σαν αποτέλεσμα αλλαγής στις εσωτερικές και τις διεθνείς συνθήκες.

2. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο(5 4 ) Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ειδικά στις δεκαετίες του 60 και του

70, ο ελληνικός καπιταλισμός γνώρισε μια άνθιση, μια ανάπτυξη με αρκετά γρή­γορους ρυθμούς, που αντικαθρεφίζεται ανάγλυφα στη σημαντική αύξηση του ε­θνικού εισοδήματος. Με ρυθμό μεγαλύτερο από το μέσο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας αναπτυσσόταν η βιομηχανία. Ετσι, βαθμιαία άλλαξε η αναλογία ανά­λογα στους διάφορους κλάδους της καπιταλιστικής οικονομίας και ο τομέας της βιομηχανίας εκτόπισε τον αγροτικό και κατέλαβε την πρώτη θέση. Ο ελληνικός καπιταλισμός, που μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο χαρακτηριζόταν από τον καθυστερημένο αγροτικό χαρακτήρα, μετατράπηκε βαθμιαία σε βιομηχανικό καπι­ταλισμό, εξακολουθώντας όμως να χαρακτηρίζεται από μέσο επίπεδο ανάπτυ­ξης. Ο καπιταλισμός άρχισε να αναπτύσσεται και στην αγροτική οικονομία, οδη­γώντας στην οριστική εξάλειψη των μισοφεουδαρχικών υπολειμμάτων, από τη μια, αλλά και στη διατήρηση ενός εξαιρετικά εκτεταμένου στρώματος φτωχών και μεσαίων αγροτών, από την άλλη, σαν αποτέλεσμα του μέσου επίπεδου ανά­πτυξης. Οι αλλαγές αυτές στην οικονομική δομή του ελληνικού καπιταλισμού ε­πέφεραν αντίστοιχες αλλαγές στο εποικοδόμημα και, το κυριότερο, αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και στους συσχετισμούς ανάμε­σα στις διάφορες τάξεις. Η εργατική τάξη έγινε η πολυπληθέστερη τάξη της ελ­ληνικής κοινωνίας και στους κόλπους της πολυπληθέστερο τμήμα έγινε το βιο­μηχανικό προλεταριάτο. Η αγροτιά διασπάστηκε σε αγροτική αστική τάξη και φτωχή και μεσαία αγροτιά. Δημιουργήθηκαν νέα μισθωτά μικροαστικά στρώματα.

Οπως συνέβη και προπολεμικά, οι διαφορές στους ρυθμούς ανάπτυξης του κα­πιταλισμού στη μεταπολεμική Ελλάδα δεν ήρθαν σαν αποτέλεσμα κάποιας επα­ναστατικής έκρηξης της ελληνικής αστικής τάξης, κάποιας όψιμης νεότητάς της.Εξηγούνται πρωταρχικά από τις αλλαγές που έγιναν εκείνη την περίοδο στο πα­γκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και από τη θέση που κατέλαβε σ αυτό ο ελληνι­κός καπιταλισμός. Την περίοδο αυτή εντάθηκε το φαινόμενο της εξαγωγής κε- φάλαιου από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις προς τις εξαρτημένες χώρες. Το μονοπωλιακό κεφάλαιο δεν τοποθετούνταν στις εξαρτημένες χώρες μόνο στις σφαίρες της εξόρυξης, της πίστης και του εμπόριου, αλλά και στη σφαίρα της βιομηχανικής παραγωγής, ώστε με την άγρια εκμετάλλευση της εργατικής δύνα­μης τής εξαρτημένης χώρας να αντιρροπείται η πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, που γίνεται ιδιαίτερα έντονη στη μονοπωλιακή φάση του καπιταλισμού.

Μετά το στένεμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, λόγω της δημιουρ­γίας του σοσιαλιστικού στρατόπεδου στο ένα τρίτο της γης, εντάθηκε ο ανταγω­νισμός ανάμεσα στα μεγάλα μονοπώλια για τον έλεγχο των πηγών πρώτων υ­λών, των αγορών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφάλαιου, και ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών χωρών για τον έλεγχο σφαιρών επιρροής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία εκτεταμένων κεφαλαιοκρατικών βάσεων των ιμπεριαλιστικών χω­ρών στις εξαρτημένες χώρες. Τα πολιτικά κριτήρια άρχισαν να δένονται πιο στε­νά με τα οικονομικά, σε σχέση με τις επενδύσεις των μονοπωλίων στις εξαρτημέ­νες χώρες. Οι εξαγωγές κεφάλαιου κατευθύνονταν ολοένα και περισσότερο σε εξαρτημένες χώρες, που μπορούσαν να εξασφαλίσουν όρους υπερεκμετάλλευ- σης της εργατικής δύναμης, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις σε σταθερό κεφάλαιο, και κατά συνέπεια όρους μέγιστης κερδοφορίας του κεφάλαιου. Η μεταπολεμική Ελλάδα ήταν χώρα που πληρούσε αυτούς τους όρους, αφού μετά τη νίκη της α­στικής τάξης επί του προλεταριάτου στον εμφύλιο πόλεμο, είχε εγκαθιδρυθεί ένα καθεστώς μοναρχοφασιστικής τρομοκρατίας και στυγνής καπιταλιστικής εκ­μετάλλευσης της εργατικής τάξης και της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Ακόμη, η Ελ­λάδα πληρούσε και γεωγραφικά (πέρα από πολΐτικά-οικονομικά) τους όρους για τη διείσδυση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στις χώρες της Μέσης Ανατο­λής και της Αφρικής, που βαθμιαία αποτίναζαν την αποικιοκρατία και δημιουργού­σαν αυτοτελή εθνικά κράτη, με δική τους εσωτερική αγορά. Ετσι, πολλά μονοπώ­λια, ευρωπαϊκά και αμερικάνικα, δημιουργούσαν παραγωγική βάση στην Ελλάδα,Via να εξάγουν εμπορεύματα σ' αυτές τις νέες καπιταλιστικές αγορές.

Τις συνθήκες αυτές εκμεταλλεύτηκε και η ελληνική αστική τάξη, που εκμεταλ­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 I 35

Page 37: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

λεύτηκε και τις πηγές της εσωτερικής συσσώρευσης και την εξαγωγή κεφάλαιου από τις ιμπεριαλιστικές χώρες προς την Ελλάδα και τα κονδύλια του «σχεδίου Μάρσαλ», με τα οποία οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές προσπαθούσαν να ισχυρο­ποιήσουν το προγεφύρωμά τους στα Βαλκάνια ενάντια στο σοσιαλιστικό στρατό­πεδο, για να στραφεί προς τη σφαίρα της βιομηχανίας, είτε σαν συνεταίρος είτε σαν δορυφόρος σε παραγωγικό επίπεδο (υπεργολάβος, φασονατζής κ.λπ.), των επιχειρήσεων που έστηνε το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο.

Ο τύπος αυτός της μεταπολεμικής ανάπτυξης βάθυνε ακόμη περισσότερο την εξάρτηση της ελληνικής αστικής τάξης από το ξένο κεφάλαιο. Ανάδειξε τη βιο­μηχανική αστική τάξη σε κυρίαρχο τμήμα μέσα στο αστικό μπλοκ. Εδεσε ακόμη πιο άμεσα το αστικό κράτος με τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες απομυ­ζούσαν τα κρατικά κονδύλια με τη μορφή «παραγωγικών κινήτρων» και φόρτω­ναν στο κράτος τις καταπτώσεις εγγυήσεων και τα χρέη τους, με αποτέλεσμα η δημοσιονομική διαχείριση να παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερα ελλείμματα, που α­ντιμετωπίζονταν με ακόμη πιο βαριά και αντιλαϊκή φορολογία και με νέο δανει­σμό, που διεύρυνε συνεχώς το ήδη μεγάλο δημόσιο χρέος, εξωτερικό και εσωτε­ρικό. Ετσι, αυτή η μεταπολεμική ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα δεν σήμαινε κάποια χρονικά καθυστερημένη συνειδητοποίηση από την αστική τάξη της ιστορικής της αποστολής. Η εξάρτηση της οικονομίας και της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις βάθυνε, αφού βασικός φορέας αυτής της ανάπτυ­ξης του καπιταλισμού και ειδικά της βιομηχανίας ήταν το ξένο μονοπωλιακό κε­φάλαιο. Συνεχίστηκε με νέους τρόπους και εντάθηκε στο έπακρο η ληστρική εκ­μετάλλευση των ανθρώπινων και φυσικών πόρων της χώρας. Συνεχίστηκε η στρεβλή και μονόπλευρη ανάπτυξη της βιομηχανίας και της οικονομίας, διευρύν- θηκε το εμπορικό έλλειμμα και ο εξωτερικός δανεισμός και γενικά η Ελλάδα πα- ρέμεινε μια μέσου επιπέδου ανάπτυξης εξαρτημένη καπιταλιστική χώρα.

(55) Η βιομηχανία ήταν η ατμομηχανή της μεταπολεμικής σχετικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της βιομηχανίας ήταν τα μετα­πολεμικά χρόνια ψηλότεροι από τους ρυθμούς ανάπτυξης των άλλων οικονομι­κών κλάδων και του εθνικού εισοδήματος γενικά. Αυξήθηκε ο όγκος της βιομηχα­νικής παραγωγής γενικά, αλλά άλλαξαν και οι αναλογίες ανάμεσα στους διάφο­ρους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής.

Η εξορυκτική βιομηχανία αναπτύχθηκε με ρυθμό πάνω από το μέσο όρο ανά­πτυξης της βιομηχανίας. Η κυριαρχία του ξένου κεφάλαιου ήταν σχεδόν πλήρης σ' αυτή την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας. Οι ορυκτές πρώτες ύλες ε­ξακολουθούν να εξάγοντα ακατέργαστες ή μετά από ένα πρώτο στάδιο επεξερ­γασίας στο εξωτερικό. Αν συνυπολογίσουμε κα την πολιτική χαμηλών τιμών, που επιβάλλουν τα ξένα μονοπώλια, φτάνουμε στο συμπέρασμα, ότι εξακολουθεί να ασκείτα ληστρική πολιτική σε βάρος του φυσικού πλούτου της χώρας κα να χά- νοντα σημαντικές πηγές εσωτερικής συσσώρευσης. Η εικόνα αυτή της εξορυκτι­κής βιομηχανίας αποδείχνει, ότι οι αλλαγές στη δομή κα τους ρυθμούς ανάπτυ­ξης του ελληνικού καπιταλισμού επιβλήθηκαν πρωταρχικά από τις νέες μεταπο­λεμικές ανάγκες του ξένου μονοπωλιακού κεφάλαου.

Γοργά αναπτύχθηκε στα μεταπολεμικά χρόνια κα η ενεργειακή βιομηχανία, με βάση την παραγωγή ηλεκτρενέργειας, που στη δεκαετία του 70 είχε αυξηθεί σε όγκο πάνω από 20 φορές, σε σχέση με το προπολεμικό της επίπεδο. Το αστικό κράτος συγκέντρωσε στα χέρια του την παραγωγή ηλεκτρενέργειας, μέσω της ΔΕΗ, προκειμένου σαν συλλογικός καπιταλιστής να προσφέρει φτηνή ενεργεια­κή πρώτη ύλη στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Καμιά καπιταλιστική επιχείρηση χωριστά δεν μπορούσε να αναλάβει αυτό το τεράστιο έργο, γιατί ο ενεργειακός εξοπλισμός απαιτούσε επενδύσεις ιδιαίτερα ψηλής οργανικής σύνθεσης κεφά­λαου, που εμποδίζει τη γρήγορη κερδοφορία (ενισχύει την πτωτική τάση του πο­σοστού του κέρδους). Ο εξηλεκτρισμός όμως πραγματοποιήθηκε υπό τον ασφυ­κτικό έλεγχο του ξένου μονοπωλιακού κεφάλαου, που ασκούνταν μέσω του που­λήματος τεχνογνωσίας και βιομηχανικών εγκαταστάσεων και μέσω του δανει­σμού από τραπεζικά κονσόρταουμ για τις ανάγκες σε σταθερό κεφάλαο.

Η μεταποιητική βιομηχανία αναπτύχθηκε και ποσοτικά κα ποιοτικά, αν κα οι ρυθμοί ανάπτυξής της ήταν χαμηλότερα απ’ αυτούς της εξορυκτικής και της ε­νεργειακής βιομηχανίας (πάνω πάντως από τους ρυθμούς αύξησης του εθνικού εισοδήματος). Το ποιοτικό στοιχείο στην ανάπτυξη της μεταποιητικής βιομηχα­νίας αναφέρετα στην ανάπτυξη νέων βιομηχανικών κλάδων κα στη μείωση του ποσοστού που καταλαμβάνουν α παραδοσιακοί κλάδα της ελληνικής ελαφριάς βιομηχανίας (επιατισμός, κλωστοϋφαντουργία, καπνοβιομηχανία, ιματισμός, ξυ­λουργική) στο σύνολο της μεταποίησης. Αναπτύχθηκαν σχετικά περισσότερο η μεταλλουργία, η χημική βιομηχανία, η βιομηχανία παραγωγής μεταφορικών μέ­σων, η ναυπηγική βιομηχανία, η βιομηχανία παραγωγής δομικών υλικών (τσιμέ­

30 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993

Page 38: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ντο, μάρμαρα κ.ά.).Και η ανάπτυξη της μεταποίησης έγινε κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του ξέ­

νου κεφάλαιου, γι' αυτό και διατηρήθηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά που διαμορ­φώθηκαν από τη γέννηση του ελληνικού καπιταλισμού. Το ξένο κεφάλαιο, είτε α­πευθείας είτε σε συνεταιρισμό (υπό την κυριαρχία του) με έλληνες κεφαλαιοκρά­τες, πραγματοποίησε πς περισσότερες επενδύσεις στη μεταποιητική βιομηχανί­α. Μια σειρά νόμοι αυξημένης τυπικής ισχύος (συνταγματική προστασία) προστά­τευαν τα συμφέροντα του ξένου κεφάλαιου και του επέτρεπαν με νόμιμους τρό­πους να εξάγει και να συσσωρεύει στο εξωτερικό αξίες που παράχθηκαν στην Ελλάδα, με τη μορφή αποσβέσεων (επανεξαγωγή του σταθερού κεφάλαιου) και εξαγωγής κερδών. Φυσικά εδώ οργιάζουν οι υπερτιμολογήσεις (σε μηχανήματα, πρώτες ύλες, τεχνογνωσία, που εισάγονται στην Ελλάδα) και οι υποτιμολογήσεις (σε τελικά εμπορεύματα που εξάγονται) και έτσι η ληστρική επιδρομή ενάντια σπς αξίες που παράγονται στην Ελλάδα γίνεται πολύ μεγαλύτερη και η εσωτερι­κή συσσώρευση εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά χαμηλή, σε σχέση με τη συσσώρευση που πραγματοποιούν τα μονοπώλια των ιμπεριαλιστικών χωρών.

Το ξένο κεφάλαιο εξαρτά τη βιομηχανική παραγωγή της Ελλάδας και με μια σειρά άλλους τρόπους, όπως είναι η πώληση τεχνογνωσίας (Know How) και η εί­σπραξη ενός σταθερού ενοικίου για την εκχώρηση δικαιωμάτων πάνω σε πατέ­ντες, μάρκες εμπορευμάτων κ.λπ. (Royalties). Σημαντική είναι η εξάρτηση μέσω δανεισμού από ξένες Τράπεζες, όπου μεσολαβεί σαν εγγυητής το ελληνικό δη­μόσιο (η Τράπεζα της Ελλάδος). Τέλος, μια ολόκληρη σειρά ελληνικών καπιταλι­στικών επιχειρήσεων της μεταποιητικής βιομηχανίας δρουν σαν απλά φασονατζί- δικα βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων του εξωτερικού, εξαρτώμενες α­ποκλειστικά από τις παραγγελίες τους, που γίνονται φυσικά με όρους επαχθείς και έχουν σαν τελικό αποτέλεσμα την ακόμη πιο άγρια εκμετάλλευση της ντό­πιας εργατικής δύναμης, προκειμένου οι έλληνες καπιταλιστές να ανταποκρι- θούν στους όίρους των παραγγελιών και να εξασφαλίσουν τα δικά τους κέρδη. Στον τομέα αυτό της βιομηχανικής παραγωγής, που τείνει να κυριαρχήσει σε ορι­σμένους κλάδους, όπως ο ιματισμός, αντικαθρεφτίζεται με τον καλύτερο τρόπο ο εξαρτημένος και κομπραντόρικος χαρακτήρας του ελληνικού καπιταλισμού, α- ντικαθρεφτίζεται η ολοκληρωτική υποταγή της ελληνικής αστικής τάξης στο πρότυπο της ξενοδουλείας, προκειμένου να εξασφαλίσει την κυριαρχία της στην ελληνική κοινωνία.

Εχοντας έναν τέτιο ασφυκτικό οικονομικό και τεχνολογικό έλεγχο πάνω στη βιομηχανική παραγωγή, το ξένο κεφάλαιο μπορεί και διαμορφώνει κυριαρχικά και τη δομή της και τους παραγωγικούς της προσανατολισμούς. Οργανική σύνδεση ανάμεσα στους διάφορους κλάδους και καθετοποίηση της βιομηχανικής παραγω­γής δεν υπάρχει ή υπάρχει σε πολύ μικρό βαθμό. Το «παιχνίδι» ανάμεσα στους διάφορους βιομηχανικούς κλάδους το ρυθμίζουν τα ξένα μονοπώλια. Ειδικά στους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας κρατούν στα χέρια τους τα «κλειδιά» της παραγωγικής αλυσίδας, ελέγχοντας έτσι όλη τη διαδικασία μέχρι το τελικό προϊ­όν. Για παράδειγμα, στην παραγωγή μεταφορικών μέσων η εγχώρια βιομηχανία περιορίστηκε στην παραγωγή αμαξωμάτων, ενώ η παραγωγή των κινητήρων γί­νεται στο εξωτερικό και η τεχνογνωσία παραμένει αποκλειστικό δικαίωμα των ξέ­νων μονοπωλίων. Η μεταλλουργία περιορίζεται στην κατασκευή τελικών και εν­διάμεσων προϊόντων από ανοξείδωτο χάλυβα που εισάγεται από το εξωτερικό. Και το σημαντικότερο: η βιομηχανία παραγωγής μέσων παραγωγής κρατιέται σε εντελώς στοιχειώδη επίπεδα, ενώ απουσιάζει εντελώς η βιομηχανία παραγωγής εργαλειομηχανών, καθώς και η βιομηχανία προϊόντων πληροφορικής και αυτομα­τισμών. Ετσι, εξασφαλίζεται η τεχνολογική εξάρτηση από το εξωτερικό, από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις.

Ακόμη πιο σημαντική είναι η τεχνολογική καθυστέρηση της βιομηχανίας. Ο βαθ­μός παραγωγικής αξιοποίησης της σύγχρονης τεχνολογίας στην ελληνική καπι­ταλιστική βιομηχανία είναι πάρα πολύ χαμηλός. Αυτό γίνεται σκόπιμα από το ξέ­νο κεφάλαιο, όχι μόνο για να εξασφαλίζει τον τεχνολογικό έλεγχο, αλλά και για να διατηρήσει ένα χαμηλό βαθμό οργανικής σύνθεσης κεφάλαιου στη βιομηχανία της εξαρτημένης χώρας, να στρέφει το κεφάλαιο σε εντατική εφαρμογή των με­θόδων αποκόμισης απόλυτης υπεραξίας (μέσω της ανοιχτής και καλυμμένης πα­ράτασης της εργάσιμης μέρας και της εντατικοποίησης της δουλειάς) και να α- ντιρροπεί έτσι την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, που προκαλεί σπς Χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού η συνεχής αύξηση της οργανικής σύνθε­σης του κεφάλαιου, μέσω της εφαρμογής νέων σύνθετων μηχανών και τεχνολο­γικών προτσές, που εκτοπίζουν εργάτες από την παραγωγή.

Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαι- ου και η δημιουργία μεγάλων βιομηχανικών επιχειρήσεων δεν συνοδεύτηκε από

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 37

Page 39: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΣ

μια αντίστοιχη συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου, όπως έγινε στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Ο κατακερματισμός της βιομηχανι­κής παραγωγής δεν ξεπεράστηκε και ο ελληνικός καπιταλισμός εξακολουθεί να είναι ο καπιταλισμός της μικρής επιχείρησης. Σημαντικό ποσοστό του εργατικού δυναμικού εξακολουθεί να απασχολείται σε μικρές επιχειρήσεις, που εξακολου­θούν να παράγουν σημαντικό ποσοστό του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής, δυσανάλογο πάντως σε σχέση με το προσωπικό που απασχολούν. Η οικονομική σημασία αυτών των επιχειρήσεων μειώνεται (λειτουργούν σαν δορυφόροι των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων), όμως η μη εξαφάνισή τους είναι αποτέ­λεσμα των επιλογών του ξένου κεφάλαιου και του χαρακτήρα του ελληνικού κα­πιταλισμού γενικά. Χρησιμοποιώντας απαρχαιωμένη τεχνολογία, με ιδιαίτερα χα­μηλό επίπεδο παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας, α επιχειρήσεις αυτές καταφεύγουν στην υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης (στην οποία σε πολλές περιπτώσεις συμπεριλαμβάνονται οι ιδιοκτήτες τους και τα μέλη των οι­κογενειών τους) και όντας οι ίδιες αντικείμενο εκμετάλλευσης, προσφέρουν τη δική τους συνδρομή στην εξασφάλιση της μέγιστης κερδοφορίας του ξένου μο­νοπωλιακού και του ντόπιου μεγάλου κεφάλαιου, που αντιρροπεί και μέσω αυτών των επιχειρήσεων την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους.

Ασκώντας αυτόν τον απόλυτο έλεγχο, το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο μπορεί να «μεταφέρει» τις συνέπειες της κρίσης σπς εξαρτημένες χώρες σαν την Ελ­λάδα, απαλύνοντας σε ένα κάποιο βαθμό αυτές τις συνέπειες στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χωρών. Για παράδειγμα, οι ιδιαίτερα στενοί (χρονικά) κύκλοι της κρίσης, μετά τα μέσα της δεκαετίας του 70, επέφεραν σημαντικά πλήγματα στη βιομηχανία του ελληνικού καπιταλισμού, καθιστώντας προβληματικούς μερι­κούς από τους πιο δυναμικούς κλάδους της (κλωστοϋφαντουργία, ναυπηγική, χα­λυβουργία, βιομηχανία μεταφορικών μέσων κ.ά.). Αποφάσεις για κλείσιμο ή μείω­ση της παραγωγής τέπων επιχειρήσεων πάρθηκαν είτε απευθείας από τα μονο­πώλια που πς έλεγχαν είτε από την ΕΟΚ (δηλαδή από το υπερεθνικά συνασπι­σμένο δυτικοευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο). Κι αυτό αποτελεί μια επιπλέον απόδειξη για τον ολοκληρωτικά εξαρτημένο χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλι­σμού, μια επιπλέον απόδειξη του στρεβλού και μονόπλευρου χαρακτήρα της α­νάπτυξής του, που τον κάνει να στέκεται κυριολεκτικά σε πήλινα πόδια.

(56) Σημαντικές αλλαγές έγιναν τα μεταπολεμικά χρόνια κα στην αγροτική οι­κονομία, που εξακολουθεί να αποτελεί βασικό κλάδο του ελληνικού καπιταλι­σμού, αν και το ειδικό της βάρος έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τη βιομηχα­νία και τους άλλους τομείς της υλικής και της μη υλικής παραγωγής. Ο όγκος της αγροτικής παραγωγής αυξήθηκε σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο. Αυτή η αύξηση όμως πραγματοποιήθηκε μέσα από περιόδους σημαντικής αγροτικής κρί­σης, που προκαλούσε μαζική καταστροφή και ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας α­γροτιάς, που κατέφευγε είτε στα μεγάλα αστικά κέντρα είτε στα σκλαβοπάζαρα της εξωτερικής μετανάστευσης. Ετσι, η αλλαγή στις αναλογίες των διάφορων τμημάτων του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (ΟΕΠ) της χώρας, πραγματοποιή- θηκε μέσω της καταστροφής και της προλεταριοποίησης τμημάτων της φτωχο­μεσαίας αγροτιάς.

Αν και μειώθηκε σημαντικά ο αγροτικός πληθυσμός και δεν αυξήθηκε αισθητά η καλλιεργήσιμη έκταση, ο όγκος της αγροτικής παραγωγής υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο. Αυτή η αύξηση ήταν αποτέλεσμα της εξά­λειψης των μισοφεουδαρχικών υπολειμμάτων στην αγροτική οικονομία, της ει­σβολής του καπιταλισμού σ' αυτή, που είχε σαν αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας της αγροτικής οικονομίας. Προχώρησε η συγκέντρωση της γης και του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία, αυξήθηκε η μηχανοποίηση της γεωργικής παραγωγής, έγιναν εγγειοβελπωτικά έργα, άρχισαν να χρησιμο­ποιούνται σύγχρονοι μέθοδοι γεωπονίας και δασοπονίας, βελτιώθηκε η χρήση χημικών μεθόδων κ.λπ. Ταυτόχρονα με τη γεωργική παραγωγή αυξήθηκε (με τους πιο γρήγορους ρυθμούς απ' όλους τους κλάδους της αγροτικής οικονομίας) η κτηνοτροφία. Δίπλα στις παραδοσιακές μορφές κτηνοτροφίας, που βελτιώθη­καν σημαντικά, εμφανίστηκαν μεγάλες φάρμες, σύγχρονες καπιταλιστικές επιχει­ρήσεις της κτηνοτροφίας.

Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην ελληνική αγροτική οικονομία όμως έμεινε πολύ πίσω σε σχέση με τους αντίστοιχους κλάδους των αναπτυγμένων καπιταλι­στικών χωρών. Η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν ήταν αποτέλεσμα της επανασταπ- κής ανατροπής των φεουδαρχικών δεσμών, δεν ήταν αποτέλεσμα της ανάδειξης του νοικοκύρη αγρότη σε καπιταλιστή επιχειρηματία. Η ανάπτυξη του καπιταλι­σμού και η ταξική διάσπαση της αγροτιάς πραγματώθηκαν νομοτελειακά, μέσα από τον πλάγιο και βασανιστικό δρόμο της αστοτσιφλικάδικης κυριαρχίας, της αργής και αδύναμης καπιταλιστικής ανάπτυξης γενικά.

38 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 40: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Το μικρό και μεσαίο νοικοκυριό εξακολουθεί να κυριαρχεί στην αγροτική οικο­νομία της Ελλάδας. Η συγκέντρωση της γης και του κεφάλαιου προχώρησε — αργά και βασανιστικά, πάντως προχώρησε — χωρίς όμως να εξαλείψει ή να πε­ριορίσει δραστικά τον κατακερματισμό της γης και την ύπαρξη μιας μεγάλης πλειοψηφίας μικρών και μεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, που σε πλείστες περι­πτώσεις αδυνατούν να πραγματοποιήσουν ακόμη και απλή αναπαραγωγή και επι­βιώνουν χάρη στη σκληρή δουλειά και την υποκατανάλωση των μελών τους, κα­θώς και χάρη σε άλλες, μη αγροτικές εργασίες. Ενα σημαντικό μέρος της γης συ­γκεντρώθηκε στην ιδιοκτησία αστικών στρωμάτων της πόλης, που επενδύουν τα κέρδη τους στην αγορά γης, νοικιάζοντάς την στους αγρότες καλλιεργητές. Πε­ρίπου το ένα τρίτο της καλλιεργούμενης γης νοικιάζεται από τους αγρότες και το νοίκιασμα αποτελεί ένα βραχνά, που εμποδίζει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του φτωχομεσαίου αγρότη και, σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση από το πι­στωτικό κεφάλαιο, το εμπορικό κεφάλαιο και τη βιομηχανική αστική τάξη, κάνει προβληματική ακόμη και την επιβίωση του φτωχού και μεσαίου αγροτικού νοικο­κυριού. Η οργανική σύνθεση του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία της Ελλά­δας είναι ιδιαίτερα χαμηλή σε σχέση με πς χώρες του μονοπωλιακού καπιταλι­σμού. Στο έδαφος του μικίρού και μεσαίου νοικοκυριού και του κατακερμαπσμού της γης, η παραγωγικότητα της εργασίας, ακόμη και με τη χρήση των πιο σύγ­χρονων γεωργικών μηχανών, είναι ιδιαίτερα χαμηλή, γεγονός που δρα ανασταλ­τικά στους ρυθμούς συγκέντρωσης και τους κρατά σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.

Προκειμένου να αντιμετωπίσει την απειλή μιας επαναστατικής έκρηξης της φτωχομεσαίας αγροτιάς, το αστικό κράτος ακολούθησε μια πολιτική επιδοτήσε­ων της αγροτικής παραγωγής. Η πολιτική αυτή ενισχύθηκε, ιδιαίτερα από τη δε­καετία του 80, και από την ιμπεριαλιστική ΕΟΚ, στα πλαίσια της ΚΑΠ (Κοινή Α­γροτική Πολιτική), που υπαγορεύτηκε από πς ανάγκες διατήρησης της κοινωνι­κής συνοχής σπς χώρες-μέλη της ΕΟΚ και της διεξαγωγής του εμπορικού πολέμου με πς Η ΠΑ και άλλες χώρες παραγωγούς αγροτικών εμπορευμάτων. Η πολιτική αυτή ήδη αναθεωρείται, σαν συνέπεια της βαθιάς κρίσης του παγκό­σμιου καπιταλιστικού συστήματος, και το φάσμα ενός νέου μαζικού ξεκληρίσμα- τος απλώνεται και πάλι πάνω από τη φτωχή και μεσαία αγροπά.

Η ρεφορμιστική πολιτική της ΕΟΚ και του ελληνικού αστικού κράτους υλοποιή- θηκε σε μεγάλο βαθμό μέσω των αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίοι συσπείρω­ναν την αγροτική φτωχολογιά μαζί με την αστική τάξη του χωριού, υπό την ηγε­μονία της δεύτερης και του αστικού συστήματος εξουσίας γενικότερα. Ετσι, οι συνεταιρισμοί έγιναν ελκυστικοί στη συνείδηση της φτωχομεσαίας αγροπάς, για­τί στα πλαίσιά τους κατάφερνε να βελπώνει σχετικά την οικονομική της κατάστα­ση και να εξασφαλίζει την επιβίωσή της. Η ίδια η καπιταλιστική πραγματικότητα ό­μως αποδείχνει, όπ στα πλαίσια του καπιταλισμού και της αναθεωρημένης ΚΑΠ της ΕΟΚ, ο συνεταιρισμός δεν μπορεί να μετατρέψει την οικογενειακή εκμετάλ­λευση σε βιώσιμη και ανταγωνιστική και να αποτρέψει έτσι την προλεταριοποίηση ενός σημαντικού τμήματος της φτωχομεσαίας αγροπάς. Γιατί το κόστος παρα­γωγής είναι ιδιαίτερα ψηλό, γιατί οι συνεταιρισμοί δεν μπορούν να αντιμετωπί­σουν το εμπορικό κεφάλαιο στη διακίνηση των αγροτικών εμπορευμάτων, γιατί το χρημαπστικό κεφάλαιο — που εκμεταλλεύεται διπλά τους αγρότες, πουλώ­ντας ακριβά την πίστη και τα εφόδια και αγοράζοντας φτηνά τα αγροτικά προϊό­ντα — δεν αφήνει περιθώρια κέρδους στις συνεταιριστικές οργανώσεις, γιατί οι συνεταιρισμοί — που είναι οικονομικές οργανώσεις καπιταλιστικού τύπου — δεν μπορούν, στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, να αποτρέψουν την υπο­νομευτική πολιτική της αστικής τάξης του χωριού, που προωθεί και μέσω των συ­νεταιρισμών, όπου κυριαρχεί, τα ιδιαίτερα ταξικά της συμφέροντα.

(57) Τα μεταπολεμικά χρόνια ο ελληνικός καπιταλισμός ανέπτυξε μια σημαντι­κή τουριστική υποδομή, εκμεταλλευόμενες πς φυσικές ομορφιές της χώρας, το κλίμα και τα μνημεία του αρχαιοελληνικού, ρωμαϊκού και βυζαντινού πολιτισμού, που γεμίζουν το έδαφος της. Δίπλα στις μεγάλες τουριστικές επιχειρήσεις, που άρχισαν να δημιουργούντα και να αναπτύσσονται στις δεκαετίες του 60 και του 70, δραστηριοποιείται μια πλειάδα μικρών βιοτεχνικών και χειροτεχνικών επιχει­ρήσεων, καθώς και επιχειρήσεων οικογενειακού χαρακτήρα. Για τον ελληνικό κα­πιταλισμό ο τουρισμός είναι μια σημαντική πηγή εξασφάλισης συναλλάγματος, που σε ένα κάποιο βαθμό ισορροπεί τη συναλλαγματική αιμορραγία του εμπορι­κού ισοζύγιου και την εξαγωγή κεφαλαίων κα κερδών των ξένων μονοπωλιακών επιχειρήσεων.

(58) Το ελληνικό αστικό κράτος παίζει σημαντικό ρόλο στη συνολική κεφαλαο­κρατική παραγωγή κα αναπαραγωγή. Ο δημόσιος τομέας έχει επεκταθεί κα τον τομέα της βιομηχανίας (βασικά στους τομείς της ενέργειας κα της πολεμικής βιομηχανίας), των επικοινωνιών, των μεταφορών. Στόχος της επέκτασης του α-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 ■ I

Page 41: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σηκού κράτους σ' αυτούς τους τομείς είναι η εξυπηρέτηση των συλλογικών ανα­γκών της ασπκής τάξης, προς την οποία παρέχει φτηνές «υπηρεσίες», εξασφα­λίζοντας τη λειτουργία αυτών των επιχειρήσεων μέσω των ιδιαίτερα ακριβών τι­μολογίων της λαϊκής κατανάλωσης και μέσω των επιχορηγήσεων από τον κρατι­κό προϋπολογισμό (που στηρίζεται στην έμμεση και άμεση υπερφορολόγηση του λαού). Στα χέρια του αστικού κράτους περνούν κατά καιρούς και μεγάλες βιομη­χανικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα, που αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας λόγω της κρίσης. Φορτώνοντας στον κρατικό προϋπο­λογισμό τα χρέη των καπιταλιστών, το αστικό κράτος διευκολύνει τη συνολική α­ναπαραγωγή του κεφάλαιου και τις αναδιαρθρώσεις σπς σφαίρες τοποθέτησής του, που κάθε φορά επιβάλλει η καπιταλιστική κρίση.' Ο βασικός οικονομικός ρόλος του αστικού κράτους όμως δεν είναι η παρέμβα­σή του στη διαδικασία της παραγωγής, αλλά η αναδιανομή του εθνικού εισοδήμα­τος προς όφελος της κεφαλαιοκρατίας, που γίνεται μέσω του κρατικού προϋπο­λογισμού. Τα τεράσπα ποσά που απορροφά κάθε χρόνο το αστικό κράτος, μέσω της βαριάς άμεσης και έμμεσης φορολογίας της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων, από τη μια, δαπανώνται για τη συντήρηση ενός τερά­στιου κατασταλτικού και γραφειοκρατικού μηχανισμού και, από την άλλη, εκχω­ρούνται στην κεφαλαιοκρατία, είτε σαν απευθείας παροχές είτε μέσω των κραπ- κών προμηθειών και έργων, που αποτελούν εξολοκλήρου ένα σκάνδαλο, στο ο­ποίο πρωταγωνιστούν τα αστικά πολιτικά κόμματα - νομείς της κρατικής εξουσίας και οι διάφορες ομάδες της ντόπιας και ξένης κεφαλαιοκρατίας. Ετσι, δημιουργούνται τεράστια ελλείμματα, τα οποία αυξάνουν συνέχεια τον εξωτερικό και εσωτερικό δανεισμό, που έχ& πάρει τεράστιες διαστάσεις και η εξυπηρέτησή του απορροφά ένα συνεχώς αυξανόμενο μέρος του εθνικού εισοδήματος.

(59) Ο εξαρτημένος χαρακτήρας και το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνι­κού καπιταλισμού αντικαθρεφτίζεται ανάγλυφα στη διάρθρωση του εξωτερικού ε­μπόριου και στην εξέλιξη του ισοζύγιου εξωτερικών πληρωμών.

Οι αλλαγές στις αναλογίες των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας και μέσα στον κάθε κλάδο χωριστά οδήγησαν σε αλλαγή και της διάρθρωσης του εξωτερι­κού εμπόριου της Ελλάδας. Ο όγκος του εξωτερικού εμπόριου μεγάλωσε σημα­ντικά, το κέντρο βάρους μεταφέρθηκε από τα αγροτικά στα βιομηχανικά εμπο­ρεύματα, όμως το εμπορικό ισοζύγιο γίνεται ολοένα και περισσότερο αρνητικό, ακόμη και σε περιόδους κρίσης και πτώσης της ατομικής και παραγωγικής κατα­νάλωσης. Σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο οι εισαγωγές αυξάνονται σταθερά σε βαθμό μεγαλύτερο από πς εξαγωγές κι ακόμη σε βαθμό μεγαλύτερο από την αύ­ξηση του εθνικού εισοδήματος. Ετσι διευρύνεται το εμπορικό έλλειμμα.

Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζύγιου καλύπτεται μερικά μόνο από το ισοζύγιο αδήλων, που είναι θετικό λόγω του τουριστικού, του ναυτιλιακού και του μετανα- στευτικού συναλλάγματος. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που δημιουργείται έτσι, καλύπτεται σε ορισμένες περιόδους από την εισροή ιδιω­τικών επιχειρηματικών κεφαλαίων και σε άλλες περιόδους από αναγκαστικό εξω­τερικό δανεισμό, είτε με τη σύναψη δανείων του ελληνικού δημόσιου απευθείας από ξένες τράπεζες είτε με την έκδοση ομολογιακών δανείων με ρήτρες ξένου συναλλάγματος και επιτόκια πάνω από τα διεθνή, μέρος των οποίων αγοράζεται με εισαγωγή κεφάλαιου από ξένους σπεκουλάντες.

(60) Η οικονομική εξάρτηση συνοδεύεται αναπόφευκτα από την πολιτική και τη στραπωτική εξάρτηση του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους από τα μεγάλα ι­μπεριαλιστικά κέντρα. Την κυριαρχία του αγγλικού ιμπεριαλισμού διαδέχτηκε, με­τά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η κυριαρχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, που στήριξε την ελληνική αστική τάξη στον εμφύλιό της ενάνπα στην εργατοα- γροτική επανάσταση του 1946-49. Η Ελλάδα έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και το έδα- φός της μετατράπηκε σε μια απέραντη στρατιωτική βάση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Υπήρξαν περίοδοι που οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστικών κρατών παρε- νέβαιναν ωμά και απροκάλυπτα και ρύθμιζαν πς πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, α­νεβοκατεβάζοντας κυβερνήσεις, οργανώνοντας στρατιωτικά πραξικοπήματα, ρυθμίζοντας ακόμη και τους εσωτερικούς συσχεπσμούς των αστικών κομμάτων. Αλλά και στις περιόδους όπου ο ξένος παράγοντας δεν παρενέβαινε με τόσο ωμό και απροκάλυπτο τρόπο, είχε πάντα τη δυνατότητα να υπαγορεύει, να επη­ρεάζει και να κατευθύνει τα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Από το 1980 η Ελλάδα έγινε μέλος της ιμπεριαλιστικής ΕΟΚ. Η ένταξη δεν ή­ταν αποτέλεσμα κάποιας ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, που τον έφερε σε ισότιμη θέση με πς ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης. Η ένταξη έγινε με τους όρους της εξάρτησης και είχε καταστροφικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στον τομέα της αγροτικής οικονομίας και του εξωτερικού εμπόριου, που έγινε ακόμη πιο ελλειμματικό. Ακόμη και το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων, που ήταν πάντα

401 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 42: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

θετικό για τον ελληνικό καπιταλισμό, έγινε αρνητικό αμέσως μετά την ένταξη. Οι αλλαγές που γίνονται στην ΕΟΚ, σαν συνέπεια της όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης, οδηγούν τον ελληνικό καπιταλισμό σε ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση και περιθωριοποίηση, που αντιμετωπίζεται με ακόμη πιο σκληρή επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.

Οι μορφές της πολιτικής εξάρτησης διαφοροποιήθηκαν βέβαια μέσα στην ιστο­ρική διαδρομή των μεταπολεμικών χρόνων. Από την ανοιχτή ξενοδουλεία των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, όπου ο αμερικάνος πρεσβευτής και ο σταθμάρ­χης της CIA στην Αθήνα ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις και διόριζαν υπουργούς, στρατηγούς και κρατικούς παράγοντες, ο ελληνικός καπιταλισμός πέρασε στην πολιτική ανωμαλία και τη σύγκρουση των διάφορων κέντρων εξουσίας της δεκαε­τίας του 60, επανήλθε στην ανοιχτή ξενοδουλεία στην εφταετία της χούντας και έφτασε στο μάξιμουμ της σχετικής του ανεξαρτησίας στα χρόνια της «μεταπολί­τευσης», όπου — ειδικά μετά την ένταξη στην ΕΟΚ — απέκτησε τη δυνατότητα σχετικών ελιγμών ανάμεσα στα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα και εκμετάλλευ­σης των μεταξύ τους ανταγωνισμών.

(61) Η καθυστέρηση του πολιτικού συστήματος σε σχέση με πς αρχές του α­στικού κοινοβουλευπσμού, η διαρκής πολιτική ανωμαλία του ελληνικού καπιταλι­στικού σχημαπσμού, συνεχίστηκαν και στα μεταπολεμικά χρόνια. Για μια ολόκλη­ρη δεκαετία, μετά τη νίκη της αστικής τάξης στον εμφύλιο, το δικομματικό σύστη­μα δεν μπορούσε να λειτουργήσει κανονικά. Το μοναρχοφασιστικό καθεστώς ενάνπα στην εργατική τάξη και το λαό, το καθεστώς των έκτακτων στρατοδι­κείων και των εκτελέσεων, της εξορίας και του μαζικού βασανισμού των λαϊκών αγωνιστών, ανπστοιχούσε σε πολιτικό επίπεδο σε μια καρικατούρα κοινοβουλευ- πσμού, σε απανωτές αλλαγές εκλογικών συστημάτων, σε εκλογική βία και νοθεία και σε μια παρατεταμένη παραμονή της συντηρητικής πολιτικής φατρίας στην κυ­βερνητική εξουσία, αφού το ψευτοδημοκρατικό Κέντρο (αστοφιλελεύθερη φα­τρία), που μαζί με τη δεξιά είχε διεξάγει τον εμφύλιο, δεν έδινε τα εχέγγυα ότι μπορεί να φέρει επιτυχημένα σε πέρας αυτό το όργιο της αντιλαϊκής τρομοκρα­τίας και βίας.

Ενας κάποιος εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος επιχειρήθηκε το 1963-64, όμως κατέρρευσε στα πλαίσια μιας ισχυρής πολιτικής κρίσης, καταλύ- της της οποίας υπήρξε ο εργατικός και λάιΚός ριζοσπασπσμός, που αποδεσμεύ- τηκε λες κι άνοιξαν ξαφνικά οι ασκοί του Αιόλου. Το στραπωτικό πραξικόπημα του 1967 και η εφτάχρονη στραπωτικοφασιστική δικτατορία ήταν η διέξοδος που βρήκαν η αστική τάξη και οι ιμπεριαλιστές πάτρωνές της (σε πρώτη γραμμή α Α- μερικάνοι) από την πολιτική κρίση του 1965-67.

Τα χρόνια που ακολούθησαν τη «μεταπολίτευση» του 1974, μετά την κατάρ­ρευση της χούντας και την προδοσία πις Κύπρου, σήμαναν την πιο δημιουργική περίοδο του αστικού κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα. Η μοναρχία έφυγε από το πολιτικό εποικοδόμημα και εγκαθιδρύθηκε μια προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία, αντιγράφοντας στοιχεία από το δυτικοευρωπαϊκό αστικό πολιτικό σύστημα. Δημιουργήθηκε ένας νέος πολιτικός-κομματικός χάρτης, κατ’ ανπστοι- χία των δυτικοευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών δημοκραπών. Λειτούργησε ομαλά η εναλλαγή των αστικών κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία. Διαμορφώθηκε βαθμιαία μια πλέρια αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, για να ελέγ­χει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και να το προσανατολίζει σύμφωνα με τις

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 43: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

κάθε φορά ανάγκες του κεφάλαιου.Οι χρόνιες καθυστερήσεις του πολιτικού συστήματος όμως έβαλαν τη σφραγί­

δα τους και σ' όλους αυτούς τους ασπκοκοινοβουλευπκούς εκσυγχρονισμούς που επχχειρήθηκαν. Τα αστικά κόμματα εξουσίας δεν έπαψαν να αποτελούν ρου- σφετολογικούς μηχανισμούς κα ο κρατικός μηχανισμός (και γενικότερα ο κραπ- κοκαπιταλισπκός τομέας της οικονομίας) εξακολουθεί να παραμένει πεδίο άσκη­σης της ρουσφετολογικής πολιτικής τους. Τα αστικά κόμματα διατήρησαν προ­σωποπαγή χαρακτηριστικά, ενώ τα «τζάκια» στην ασπκή πολιτική ζωή διατηρήθη- καν (δίπλα στα παλιά προστέθηκαν νέα). Νέοι «παρακρατικοί» μηχανισμοί στήθη­καν για να εξυπηρετούν όχι μόνο τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κάθε αστικού κόμ­ματος, αλλά ακόμη και τα προσωπικά συμφέροντα των ηγετών τους. Οσο δε βα­θαίνει η πολιτική κρίση τόσο το πολιτικό σύστημα συντηρητικοποιείται και η «κουλτούρα» των στραπωτικών πραξικοπημάτων, ακόμη και της μοναρχίας, «παί­ζει» στο πολιτικό παιχνίδι.

(62) Η ιδεολογική και πνευματική ζωή της Ελλάδας ακολούθησε τις αλλαγές στην οικονομική βάση. Η «Μεγάλη Ιδέα», που ταίριαζε απόλυτα στις συνθήκες της καθυστερημένης αγροτικής Ελλάδας και της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσής της από το ξένο κεφάλαιο, είχε έτσι κι αλλιώς καταρρεύσα. Η ασπκή τάξη, με το στίγμα του δοσιλογισμού και της πλήρους εγκατάλειψης του εθνικοαπελευθερω- τικού αγώνα ενάνπα στη ναζιφασισπκή κατοχή, αλλά και με πς δυνατότητες που άνοιγε η σχετική καπιταλιστική ανάπτυξη των μεταπολεμικών χρόνων, διαμόρφω­σε νέες μυθοπλασίες για να εγκλωβίσει στη στρατηγική της την εργατική τάξη και πς άλλες εργαζόμενες μάζες.

Ο ανπκομμουνισμός και το «ανήκομεν εις την Δύσιν» έγιναν η ιδεολογική ση­μαία της αστικής τάξης στην περίοδο μέχρι τη χούντα. Το βιομηχανικό κεφάλαιο διέδιδε πς ιδέες του αστικού κοσμοπολιπσμού, για να αντιμετωπίσει την απελευ­θερωτική διεθνισπκή ιδεολογία του προλεταριάτου. Η επαναστατική διανόηση για μια ολόκληρη περίοδο τέθηκε σε καθεστώς άγριου διωγμού. Στην τέχνη άρχι­σαν να κυριαρχούν, από τη μια, ο στρατευμένος αντιδραστικός κοσμοπολιτισμός, διανθισμένος με τις αναγκαίες δόσεις αρχαιοπληξίας, που ουδέποτε εγκαταλεί- φτηκε από την ελληνική αστική τάξη, και από την άλλη, η φτήνια και η χυδαιότητα της μαζικής υποκουλτούρας. Σημαντικές μονάδες της αστικής διανόησης κλεί­στηκαν στο καβούκι του πιο αντιδραστικού απομονωτισμού, της «τέχνης για την τέχνη».

Μόνο όταν η τρομοκρατία χαλάρωσε κάπως, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 50 με αρχές της δεκαετίας του 60, μπόρεσε να «ξεμυτίσει» ξανά η προοδευτική τέχνη, η τέχνη που αφουγκραζόταν το εργατολάίκό κίνημα και ήθελε να υπηρε­τήσει το δυναμισμό του, και ν’ ανοίξει μέτωπο με την παρακμιακή αστική τέχνη. Η χουντική εφταετία έβαλε ένα ακόμη τέρμα σ' αυτό το προτσές. Η χούντα, όντας πολιτικά σε διάσταση από τον αστικό κοινοβουλευτισμό, κατέφυγε αναγκαστικά στην προγονοπληξία και το μεγαλοϊδεαπσμό σαν μηχανισμούς ιδεολογικής χει­ραγώγησης των μαζών. Αυτή τη φορά όμως, όλα ήταν μια φάρσα. Η χούντα δεν μπόρεσε να βρει ούτε στους κόλπους της αστικής διανόησης μονάδες που να υ­πηρετήσουν τους ιδεολογικούς και πολιπσπκούς της στόχους. Η Ελλάδα πνίγη­κε σ' ένα βούρκο πολιπστικής ευτέλειας και κραυγαλέας κακογουστιάς.

Με τη «μεταπολίτευση» του 1974 η ασπκή τάξη ανανέωσε το ιδεολογικό και πολιτιστικό της οπλοστάσιο. Η σοσιαλδημοκρατία και ο σύγχρονος αναθεωρητι­σμός ήρθαν να προσφέρουν τη δική τους σημαντική συμβολή σ' αυτό, με τις ρε­φορμιστικές ιδέες και το χάρτινο αντιιμπεριαλισμό τους. Η «αναπτυξιολογία», κοινή αφετηρία και κατάληξη όλων των παραλλαγών της αστικής ιδεολογίας, έγι- νε η νέα «μεγάλη ιδέα του έθνους». Η διαλυτική δουλειά του αναθεωρητισμού και η κατάρρευση των καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού επέφερε νέα ισχυρά πλήγματα στο συλλογικό όραμα. Η ατομική αναζήτηση και το βόλεμα, η «επιτυχία», βάρυναν στη συνείδηση ιδιαίτερα των νέων γενιών. Οι διάφορες πα­ραλλαγές της αστικής ιδεολογίας συναντήθηκαν τελικά στο έδαφος του εθνικι­σμού, που φούντωσε και πάλι, καθώς μπήκε επί τάπητος ζήτημα επαναχάραξης των συνόρων στα Βαλκάνια. Η επιστροφή στον κλασσικισμό κα την αρχαοπλη- ξία, που είχαν σχετικά υποχωρήσει με πς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, στα πλαίσια των οποίων η αστική τάξη παραδέχτηκε κα επίσημα την ήττα της στο γλωσσικό ζήτημα, αναγορεύτηκαν κα πάλι σε ασφαλές καταφύγιο της αστικής ι­δεολογίας.

Η απόκρυψη της ιστορικής αλήθειας έγινε κυρίαρχο ρεύμα στον τομέα του πο­λιτισμού. Μέσα από διάφορες φόρμες, μέσα από δημιουργήματα αισθητικής α­ξίας κα άλλα που ξεπερνούν κα το τελευταίο σκαλί του πολιτιστικού ξεπεσμού, φουντώνει ο αγνωστικισμός, το παράλογο, η αναζήτηση υπέρβασης του πραγμα­τικού, ο ανορθολογισμός κα ο μυστικισμός. Οι πολιτισμικές εκδηλώσεις όχι επα-

42 ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 44: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΣ

ναστατικού, αλλά απλά ρεαλιστικού περιεχόμενου, γίνονται όλο και πιο σπάνιο είδος. Η όξυνση τηο γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος φέρνει όλο και μεγαλύτερη πολιπσμική παρακμή του αστικού κόσμου.

(63) Η Παιδεία ακολούθησε πς γενικότερες εξελίξεις, την πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, πς παραγωγικές του ανάγκες και πς ανάγκες διεξα­γωγής της ταξικής πάλης από τη μεριά της αστικής τάξης. Για μια ολόκληρη ι­στορική περίοδο, από το 1834 μέχρι το 1958, το ελληνικό σχολείο είναι βασικά προσανατολισμένο προς τη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση, για λόγους που υπαγορεύτηκαν κύρια από την αργή, βασανιστική ανάπτυξη του καπιταλισμού και από πς επιλογές του αστοτσιφλϊκάδικου συνασπισμού. Στα μεταπολεμικά χρόνια και ιδιαίτερα στα τέλη της δεκαετίας του 50, όπου συντελείται για δυο περίπου δεκαετίες μια σχετικά γοργή ανάπτυξη του καπιταλισμού, ενισχύεται και το στοι­χείο της επαγγελματικής εκπαίδευσης (σχετικός νόμος ψηφίστηκε το 1958), για να καλυφτούν οι ανάγκες σε ειδικευμένους εργάτες, χωρίς όμως να αρθεί και ο βασικός προσανατολισμός προς τη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση. Μια μόρ­φωση, που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα το νεκρό γράμμα και όχι το πνεύμα των λεγόμενων ανθρωπιστικών σπουδών.

Ο αστοτσιφλικάδικος συνασπισμός αγωνίστηκε, ακόμη και την περίοδο που το πάνω χέρι το είχε η αστική τάξη, και πέτυχε να διατηρήσει για έναν αιώνα το σχο­λείο ολιγαρχικό, δηλαδή σχολείο μόνο για τα παιδιά των κυρίαρχων τάξεων. Μό­λις το 1929 θεσμοθετήθηκε το εξάχρονο δημοτικό σχολείο, υποχρεωτικό για ό­λους τους Ελληνες.

Γ ια μια σειρά ιστορικούς λόγους διαμορφώθηκε στην εργαζόμενη ελληνική κοι­νωνία η τάση για μόρφωση στο γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο, με στόχο την ε­παγγελματική αποκατάσταση. Τάση που με την πάροδο του χρόνου φούντωσε και αποτέλεσε μόνιμο πρόβλημα για το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου, παρά το γεγονός όπ έλεγχε και ελέγχει ασφυχπκά το ελληνικό σχολείο. Η αγω­νία της αστικής τάξης για την κοινωνική συμπεριφορά της μορφωμένης εργαζό­μενης ελληνικής κοινωνίας ήταν πάντα τόσο μεγάλη, που ο Ε. Βενιζέλος έφτασε να τη χαρακτηρίσα το 1929, μέσα στη Βουλή, «στρατό της κοινωνικής ανατρο­πής»!!

Η μόνιμη και διαρκώς αυξανόμενη πίεση από την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία για μόρφωση (μέσω της οποίας επιδίωκε να ξεφύγει από τη μίζερη και κουραστική χειρωνακτική δουλειά) ανάγκασε την αστική τάξη να κάνει σημαντικές παραχω- ρήσεις. Παραχωρήσεις που έδωσαν τη δυνατότητα σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάπ της νεολαίας, που ξεπερνά σήμερα πς 300.000 νέους και νέες, να φοιτά στο Λύκειο όλων των τύπων, και δημιούργησαν τους όρους που μετέτρεψαν σε υπερώριμο το αίτημα για επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στο Λύ­κειο (καθώς επίσης και στο Νηπιαγωγείο, σαν αρχικό εκπαιδευτικό στάδιο). Στα πλαίσια της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού, η αστι­κή τάξη επιχειρεί, με την επιβολή πρόσθετων ταξικών φραγμών, να φρενάρει την ισχυρή τάση της εργαζόμενης κοινωνίας για λυκειακή και πανεπιστημιακή μόρφω­ση. Τάση που θα δυναμώσει κι άλλο, γιατί θα επιταχυνθεί η διαδικασία προλετα­ριοποίησης της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που θα διευρύνει τον εφεδρικό στρατό των ανέργων.

Ο ασφυχπκός ιδεολογικός έλεγχος του ελληνικού σχολείου από τη μεριά της αστικής τάξης είναι δεδομένος και αδιαπραγμάτευτος γι' αυτήν. Αυτός ο έλεγ­χος επιβάλλεται από την αστική τάξη και γιατί στρατηγική της επιδίωξη είναι να κερδίσει ιδεολογκοπολιτικά το «στρατό της κοινωνικής ανατροπής» και να τον μετατρέψει σε σύμμαχό της, αφού δεν μπορεί να τον συρρικνώσει. Το σχολείο, με τα αναλυτικά προγράμματα και τον τρόπο διδασκαλίας αναπαράγει και οξύνει ακόμη περισσότερο την ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά. Με την επαγγελματική εκπαίδευση, που πλασάρεται σαν πα­νάκεια που τάχα ικανοποιεί τους νεολαιίστικους πόθους για πανεπιστημιακού ε­πιπέδου μόρφωση, αναπαράγεται η αντίθεση πνευματικής - σωματικής δουλειάς και ανατίθεται ισοβίως στον εργαζόμενο ο άχαρος ρόλος του μερικού εργαλείου, για όσο χρονικό διάστημα δεν βρίσκεται στην εφεδρική στρατιά των ανέργων.

Ολες οι ««αξιολογικές κρίσεις» (εξετάσεις κ.λπ.) επιβλήθηκαν και στο ελληνικό σχολείο για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του ιεραρχικού καπιταλιστικού κατα­μερισμού της εργασίας. Οι κρίσεις αυτές όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη «μαθησιακή διαδικασία», αλλά σταθερά την υπονομεύουν. Σε συνδυασμό μάλιστα με τον βασικό προσανατολισμό στη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση, οδηγούν σε παραπέρα υποβάθμιση της όλης διαδικασίας κατάχτησης της γνώσης. Οι «αξιολογικές κρίσεις» εντείνονται ιδιαίτερα κατά περιόδους, γιατί εκτός των άλ­λων επιδιώκεται και η συρρίκνωση του «κοινωνικού ανατροπέα», που παίρνει έτσι βίαιο τρόπο, όσο κι αν δεν χρησιμοποιούνται μορφές ανοιχτής βίας.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 45: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

3. Γενική εκτίμηση του ελληνικού καπιταλισμού και ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας

(64) Η Ελλάδα είναι χώρα καπιταλιστική μέσου επιπέδου ανάπτυξης. Οι κεφα­λαιοκρατικές παραγωγικές σχέσεις έχουν εξαπλωθεί σ’ όλη την κλίμακα της κοι­νωνικής παραγωγής και κυκλοφορίας, εξαλείφοντας πς μισοφεουδαρχικές επι­βιώσεις, που μέχρι και πς πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίας υπήρχαν στην αγρο­τική παραγωγή.

Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης αναφέρεται στο επίπεδο ανάπτυξης των παραγω­γικών δυνάμεων και των κεφαλαιοκρατικών παραγωγικών σχέσεων, που διαχωρί­ζει χώρες σαν την Ελλάδα και από πς χώρες του αναπτυγμένου μονοπωλιακού καπιταλισμού και από τις αναπτυσσόμενες χώρες του λεγάμενου «τρίτου κό­σμου» και πς κατατάσσει σε μια ιδιαίτερη, ενδιάμεση βαθμίδα. Το μέσο επίπεδο α- νάπτυξηςτου ελληνικού καπιταλισμού προσδιορίζεται από τα εξής χαρακτηριστι­κά:

Πρώτο, από την ολοκληρωτική εξάρτηση όλης της καπιταλιστικής οικονομίας και ιδιαίτερα της βιομηχανίας, που αποτελεί τον πιο δυναμικό της κλάδο, από το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο, που αποφασίζει κυριαρχικά για τους παραγωγικούς προσανατολισμούς του ελληνικού καπιταλισμού.

Δεύτερο, από το στρεβλό και μονόπλευρο προσανατολισμό της βιομηχανικής παραγωγής και την απουσία βασικά παραγωγής σύγχρονων μέσων παραγωγής.

Τρίτο, από τον κατακερμαπσμό της βιομηχανικής παραγωγής και τη διατήρηση ενός μεγάλου τομέα μικρών και μεσαίων βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρή­σεων.

Τέταρτο, από τη χαμηλή παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας, αποτέλε­σμα της χαμηλής οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου και του μικρού βαθμού πα­ραγωγικής αξιοποίησης των σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τε­χνικής.

Πέμπτο, από το χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης της γης και του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία, τη διατήρηση σαν βασικού τύπου αγροτικής επιχείρησης της οικογενειακής εκμετάλλευσης και την εξ αυτών ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότη­τα της αγροτικής οικονομίας.

Εκτο, από την υπερβολική, σε σχέση με το συνολικό επίπεδο ανάπτυξης, διό­γκωση του τομέα του εμπορίου και των «υπηρεσιών».

Εβδομο, από τη μόνιμη ελλειμματικότητα του εμπορικού ισοζύγιου και του ισο­ζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από το εξωτερικό και σε συνεχή διεύρυνση του εξωτερικού χρέους.

(65) Μη μπορώντας να ξεπεράσει το μέσο επίπεδο ανάπτυξης, ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ούτε διαμορφώθηκε στην Ελ­λάδα κρατικός μονοπωλιακός καπιταλισμός (ΚΜΚ). Ο μονοπωλιακός καπιταλι­σμός προϋποθέτει μια τόσο ψηλή βαθμίδα συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης της παραγωγής και τρυ κεφάλαου, από την οποία ξεπηδά το μονοπώλιο, βαθμίδα στην οποία ουδέποτε έφτασε ο ελληνικός καπιταλισμός, ο οποίος, παρόλη τη σχεπκή ανάπτυξή του, παρέμενε στο μέσο επίπεδο, εξατίας των ιδιαίτερων συν­θηκών γέννησης κα ανάπτυξής του, που τον έφεραν από την αρχή σε σχέσεις ε­ξάρτησης από το ξένο κεφάλαιο και προσέδωσαν έναν εξαιρετικά αργό ρυθμό στη συγκέντρωση κα συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου. Ο ΚΜΚ δεν είνα ένα παραπέρα στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, αλλά ένα ε­ποικοδόμημα πάνω στη βάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στα πλαίσια του ο­ποίου το κράτος υποτάσσεται στα μονοπώλια. Επειδή λοιπόν ο ελληνικός καπι­ταλισμός δεν έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης, δεν αναπτύχθηκε κα το εποικοδόμημα του κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού. Είνα άλλο ζήτημα η υποταγή του κρατικού μηχανισμού σπς απατήσεις της ντόπιας αστικής τάξης κα των μονοπωλιστών πατρώνων της, υποταγή που πάντως παίρνει υπόψη κα πς α- νπθέσεις που αναπτύσσοντα ανάμεσα στη ντόπια ασπκή τάξη κα το ξένο κεφά- λαο.

(66) Η ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού πραγματοποιήθηκε με τη ληστρι­κή αποστράγγιση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, με την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, με την καταστροφή και την προλεταριο­ποίηση σημαντικού τμήματος της αγροτιάς, που πήρε το δρόμο της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, με την εκτόπιση της οικονομικής σημασίας των μικρών παραγωγών κα όλων των άλλων (πέραν του αγροτικού) κλάδων.

Η εργατική τάξη της Ελλάδας εξαναγκάζετα να δουλεύει κάτω από πς πιο ά­

44 ; ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993"1

Page 46: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

θλιες συνθήκες και σε ό,τι αφορά το χρόνο εργασίας κα σε ό,τχ αφορά την εντα­τικοποίηση της δουλειάς κα σε ό,τι αφορά την υγιεινή κα ασφάλεια της εργα­σίας. Ο δείκτης εργατικών ατυχημάτων εξακολουθεί να είνα ιδιαίτερα ψηλός, σε σχέση με πς χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, σαν αποτέλεσμα της χρή­σης των πιο απαρχαιωμένων παραγωγικών μεθόδων κα τεχνικών μέσων, της ψη­λής εντατικότητας της εργασίας κα της πλήρους αδιαφορίας του κεφάλαιου να πάρει ακόμη κα τα πιο στοιχειώδη μέτρα ασφάλειας των εργατών. Οι επαγγελμα­τικές αρρώστιες κάνουν θραύση, σαν αποτέλεσμα της ανεξέλεγκτης χρήσης το- ξικών κα άλλων βλαπτικών παραγόντων κα της ολοκληρωτικής απουσίας ακόμη κα του πιο στοιχειώδους μηχανισμού στατιστικής καταγραφής των επαγγελματι­κών ασθενειών. Το επίπεδο υγειονομικής περίθαλψης, παρά τις βελτιώσεις που έγιναν, εξακολουθεί να παραμένει άθλιο κα απέχει πολύ από τα αντίστοιχα επί­πεδα των χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Η πρόληψη, σαν στοιχείο της προστασίας της υγείας των εργαζόμενων, απουσιάζει από το σύστημα υγείας.Παρά αυτή την άγρια υπερεκμετάλλευση, η τιμή της εργατικής δύναμης στην Ελ­λάδα είνα η χαμηλότερη ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΟΚ. Οι εργαζόμενοι α­ναγκάζονται να δουλεύουν κα σε δεύτερη δουλειά για να εξασφαλίσουν τη συ­ντήρησή τους. Το επίπεδο της κανωνικής ασφάλισης είνα άθλιο κα έχει μπει σε μια τροχιά ακόμη μεγαλύτερης εξαθλίωσής του. Η μεγάλη πλειοψηφία των συντα­ξιούχων λιμοκτονεί. *

Η εργαζόμενη γυναίκα δεν έχει τη στοιχειώδη προστασία. Η νεολαία σπρώχνε­ται στη φυτοζώηση κα στο μαρασμό. Στερείτα όχι μόνο του δικαιώματος στη δουλειά, αλλά κα του δικαώματος στη μόρφωση, στον πολιτισμό, στη ζωή. Η ύ- παθρος είνα καταδικασμένη σε μια μόνιμη υλική κα πολιτιστική υποκατανάλωση.Η νεολαία αναγκάζετα να εγκαταλείψει το χωριό κα ο αγροτικός πληθυσμός γη- ράσκει.

Η δραματική αυτή κατάσταση προοιωνίζετα ακόμη πιο δραματική. Προσπαθώ­ντας, σπς συνθήκες της όξυνσης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλι­στικού συστήματος, να εξασφαλίσει την ομαλή αναπαραγωγή του συστήματός της κα την κερδοφορία του κεφάλαου, η ελληνική αστική τάξη ξεκίνησε μια εκτε­ταμένη επιχείρηση συντηρητικής ανασυγκρότησης του συστήματος, που υλο- ποιείτα σε συνθήκες καταστροφής παραδοσιακών παραγωγικών κλάδων κα πε­ριορισμένων παραγωγικών αναδιαρθρώσεων, με το πούλημα μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων στο ιδιωτικό κεφάλαο, με μεγάλη μείωση της απασχόλησης κα αύ­ξηση της ανεργίας, με σκληρή αντιλαϊκή «δημοσιονομική πειθαρχία», με ξεκλήρι- σμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, ώστε να υλοποιηθούν α απατήσεις της ΕΟΚ, με σάρωμα ακόμη κα εκείνων των μεταρρυθμίσεων που με πολύχρονους αγώνες κατάχτησε το προλεταριάτο κα ο λαός της Ελλάδας κα για πολλά χρόνια απο- τέλεσαν ένα είδος «κοινωνικού συμβόλαιου», αποτρέποντας την επαναστατική έκρηξη.

Παράλληλα, η προώθηση της συντηρητικής ανασυγκρότησης φέρνει μια φασι- στικοποίηση της δημόαας ζωής, ντυμένη με εθνικιστικά χρώματα. Η συνθήκη του Μάαστριχτ και το ψευτοόραμα της «οικονομικής σύγκλισης» χρησιμοποιούντα από την αστική τάξη για να επιταχυνθεί η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπι­ταλισμού κα να επιμηκυνθεί ο ορίζοντάς της.

(67) Η πορεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης όξυνε όλες τις αντιθέσεις της ελ­ληνικής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Οξυνε κατ' αρχήν τη βασική αντίθεση του κεφαλαοκρατικού συστήματος, την αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτή­ρα της παραγωγής κα στην ατομική ιδιοποίηση του προϊόντος της. Οξύνθηκε η αντίθεση ανάμεσα στην εργατική κα την ασπκή τάξη, όξυνση που εκφράστηκε με την ανεξάρτητη ταξική οργάνωση του προλεταριάτου κα την ανάπτυξη του διεκ- δικητικού του κινήματος, που δυο φορές στον αώνα μας εξελίχτηκε σε ένοπλη πάλη της εργατικής τάξης για την κατάληψη της εξουσίας. Η πάλη της ενιαίας α­γροτιάς ενάντια στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό, πάλη που πήρε αρκετές φορές τη μορφή αγροτικών εξεγέρσεων, οδήγησε στην εξάλειψη των φεουδαρ­χικών υπολειμμάτων, στην ανάπτυξη του καπιταλισμού στην αγροτική οικονομία και στη διάσπαση της αγροτιάς, που αντιπαραθέτει τη μεγάλη μάζα των μικρών κα μεσαίων παραγωγών συνολικά απέναντι στην αστική τάξη (κα την αγροτική α­στική τάξη). Η εργατοαγροτική συμμαχία, στην ανώτερή της μορφή, στην πάλη για την κατάχτηση της εξουσίας, αναπτύχθηκε κα στην επανάσταση του 1940-45 κα σ' αυτή του 1946-49. Οξύνθηκε ταυτόχρονα η αντίθεση ανάμεσα στο σύνολο των εργαζόμενων τάξεων κα στρωμάτων κα στους ιμπεριαλιστές πάτρωνες. Το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, όχι με την έννοια της κατάχτησης της κρατι­κής αυτοτέλειας, αλλά με την ένναα της αποτίναξης της ιμπεριαλιστικής εξάρ­τησης, τροφοδότησε τους εργατικούς κα λαϊκούς αγώνες, πριν κα μετά το δεύ­τερο παγκόσμιο πόλεμο.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 45

Page 47: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

(68) Η εξάλειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων και η ανάπτυξη του ελληνι­κού καπιταλισμού επέφεραν αλλαγές και στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας. Αυξήθηκε σημαντικά η εργατική τάξη και μειώθηκε ο αγροτικός πληθυ­σμός. Διασπάστηκε η αγροπά και σχηματίστηκε από τη μια η ασπκή τάξη του χω­ριού και από την άλλη ένα ευρύ στρώμα φτωχών και μεσαίων αγροτών, μαζί με ένα ολιγάριθμο στρώμα αγροτικού προλεταριάτου. Διαφοροποιήθηκαν ακόμη πε­ρισσότερο τα μεσαία στρώματα της πόλης. Δημιουργήθηκαν νέα μισθωτά μικροα­στικά στρώματα (βασικά εργαζόμενη διανόηση).

(69) Η εργατική τάξη είναι πια η πολυπληθέστερη τάξη της ελληνικής κοινω­νίας. Στην εργατική τάξη περιλαμβάνονται οι μισθωτοί όλων των κλάδων της κοι­νωνικής παραγωγής και της κυκλοφορίας (δηλαδή σε όλο το εύρος της κύκλησης του κεφάλαιου), καθώς και οι μισθωτοί των μη παραγωγικών για το κεφάλαιο κλά­δων (κρατικός τομέας υπηρεσιών), οι οποίοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, α­σκούν αποκλειστικά εκτελεστική εργασία και ανταλλάσσουν την εργατική τους δύναμη με μέσα συντήρησης. Με βάση την κρατική απογραφή του 1981 και κατά προσέγγιση υπολογισμούς, η εργατική τάξη της χώρας ξεπερνά το 42% του οι­κονομικά ενεργού πληθυσμού (ΟΕΠ) της χώρας, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ξένοι εργάτες, α οποίοι ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους ανήκουν στην εργατική τάξη της χώρας. Η εργατική τάξη είναι η βασική παραγωγική δύναμη της κοινωνίας. Το μεγαλύτερο τμήμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας είναι το ερ­γοστασιακό προλεταριάτο (περίπου το 1/3 της τάξης) και αν σ' αυτό προσθέσου­με το οικοδομικό προλεταριάτο φτάνουμε στην απόλυτη πλειοψηφία της τάξης (50%). Το υπόλοιπο ποσοστό είναι το προλεταριάτο που απασχολείται σπς άλ­λες σφαίρες της υλικής και μη υλικής παραγωγής και της κυκλοφορίας.

Κοντά στην εργατική τάξη βρίσκονται τα μισθωτά μικροαστικά στρώματα, που έχουν πληθύνει στη χώρα σαν αποτέλεσμα της μεταπολεμικής καπιταλιστικής α­νάπτυξης. Στα στρώματα αυτά κατατάσσονται μισθωτοί που δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, δεν ασκούν ούτε καθαρά εκτελεστική ούτε καθαρά διευθυνπκή ερ­γασία, ενώ η αμοιβή τους, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι καλύτερη απ’ αυτή των εργατών, γενικά δεν ξεπερνά τα όρια των αναγκαίων μέσων συντήρη­σης. Ο διαχωρισμός αυτών των στρωμάτων από την εργατική τάξη είναι απαραί­τητος, γιατί η θέση τους στο προτσές της παραγωγής, η εκτέλεση και διευθυντι­κής εργασίας, που τα φέρνει σε ανππαράθεση με την εργατική τάξη, λόγω του α­νταγωνιστικού χαρακτήρα της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, οι δυνατότητες εξέλιξής τους προς ανώτερα διευθυντικά πόστα, η θέση τους μέσα στο κοινωνικό σύστημα του καπιταλισμού και μια σειρά άλλοι παράγοντες, τους δημιουργεί μια διαφορετικού τύπου συνείδηση, μικροα­στικού χαρακτήρα. Τα στρώματα αυτά όμως αποτελούν σταθερό σύμμαχο του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανάσταση.

Αν στην εργατική τάξη προσθέσουμε, τους ξένους εργάτες και τα μισθωτά μι­κροαστικά στρώματα, το ποσοστό εργατών - μισθωτών εργαζόμενων στο σύνο­λο του ΟΕΠ ξεπερνά το 53%.

(70) Παρά τη σημαντική μείωση του αγροτικού πληθυσμού τα μεταπολεμικά χρόνια, ο αγροτικός πληθυσμός αποτελεί (με βάση την απογραφή του 1981) το 26% του ΟΕΠ (δεν περιλαμβάνεται το ολιγάριθμο αγροπκό προλεταριάτο). Η διάσπαση της αγροπάς έχει συντελεστεί και εξακολουθεί να συντελείται. Η συ­ντριπτική πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού αποτελείται από φτωχούς και μεσαίους αγρότες, που αποτελούν το αγροτικό μισοπρολεταριάτο. Οι ακριβείς α­ναλογίες ανάμεσα στα τρία βασικά στρώματα της αγροπάς είναι ιδιαίτερα δύσκο­λο να καθοριστούν.

(71) Από τα πολυάριθμα μεσαία στρώματα της πόλης ένα τμήμα (που δεν μπο- ρει να προσδιοριστεί με ακρίβεια), αυτό που στηρίζεται βασικά στη δική του εργα­σία και όχι στην εκμετάλλευση μισθωτής εργασίας, βρίσκεται στην κατάσταση του μισοπρολεταριάτου.

4. Ο χαρακτήρας της επερχόμενης Επανάστασης

(72) Παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξής του, ο ελληνικός καπιταλισμός είναι κα­πιταλισμός που σαπίζει. Σπς συνθήκες της κρίσης γίνεται ολοένα και πιο παρασι- πκός, με την καταστροφή ολόκληρων βιομηχανικών κλάδων, την υποαπασχόλη­ση των επιχειρήσεων και τη χρόνια μαζική ανεργία. Η όποια ανάπτυξή του στο μέλλον, αν υπάρξει αυτό το μέλλον, θα εξακολουθήσει να είναι στρεβλή και μο­νόπλευρη, υποταγμένη σπς απαιτήσεις των ξένων μονοπωλιακών μεγαθηρίων και θα στηρίζεται σε εκτεταμένη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και κυρίως

40 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7 Μάης 1993

Page 48: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

της βασικότερης παραγωγικής δύναμης, του ανθρώπου. Ηδη οδηγεί στην ανερ­γία τεράστιες μάζες εργαζόμενων, ιδιαίτερα νέων. Διαγράφει νέο κύμα κατα­στροφής και ξεκληρίσματος σημαντικών τμημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς.Πετσοκόβει κοινωνικά δικαιώματα και καταχτήσεις. Αφαιρεί τα πιο στοιχειώδη αν­θρώπινα δικαιώματα και δημιουργεί ένα απάνθρωπο κοινωνικό καθεστώς.

Ο ελληνικός λαός δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα όσο στη χώρα θα επικρατεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, όσο στην εξουσία θα βρίσκεται η αστική τάξη. Διέξοδος προς όφελος του εργαζόμενου λαού μπορεί να υπάρξει μόνο με την κατάργηση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, που θα οδηγήσει στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και θ' ανοίξει το δρόμο για μια πρωτοφανή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, για μια πρωτο­φανή άνοδο του βιοτικού επιπέδου της εργαζόμενης κοινωνίας, για να γίνει η γνώση κτήμα όλης της κοινωνίας, για ένα νέο παλλαϊκό πολιπσμό. Η κατάργηση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής δεν μπορεί να γίνει μέσα από μια ε­ξελικτική πορεία συνεχών μεταρρυθμίσεων. Θα είναι αναγκαστικά μια επαναστα­τική διαδικασία, πρώτη φάση της οποίας θα είναι η κατάληψη της εξουσίας από ε­κείνες πς κοινωνικές δυνάμεις που έχουν όφελος και επιδιώκουν την κοινωνική αλλαγή, δηλαδή από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.

(73) Από το βαθμό ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, από το χαρακτήρα των παραγωγικών σχέσεων και από την ταξική διάρθρωση πηγάζουν οι αντιθέ­σεις της ελληνικής κοινωνίας και υπαγορεύεται ο τρόπος λύσης τους. Η αντίθε­ση που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία είναι η αντίθεση ανάμεσα στην ξένη και ντόπια κεφαλαιοκρατία, από τη μια, και στην εργατική τάξη, τη φτωχομεσαία α- γροπά, τους μισθωτούς εργαζόμενους μικροαστούς και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων, από την άλλη. Ετσι, απέναντι στην κεφαλαιοκρατία αντιπαρατίθεται η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας, πάνω από το 80%.

Η ελληνική κεφαλαιοκρατία έχει προ πολλού κλείσει τον ιστορικό της κύκλο. Α­κόμη και στο ζήτημα της εξάρτησης βρίσκεται σε αντίθεση με το προλεταριάτο και τους συμμάχους του, γιατί αυτή έχει δέσει την ίδια την ύπαρξη και αναπαρα­γωγή της με την ιμπεριαλιστική εξάρτηση σ' όλες της πς μορφές. Από την άποψη αυτή, στην Ελλάδα δεν υπάρχει εθνική αστική τάξη. Για ν' απαλλαγεί η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τον πνευματικό μα­ρασμό και την υποδούλωση, για V ανοίξει ο δρόμος στην ανάπτυξη των παραγω­γικών δυνάμεων, για να γίνει ο λαός αφέντης στον τόπο του και στο προϊόν της δουλειάς του, για ν’ ανοίξει ο δρόμος στη μόρφωση του λαού και στην κατάχτηση ενός ανώτερου πολιπσμού, πρέπει να εξαφανιστεί το σύστημα του καπιταλισμού και της εξάρτησης, πρέπει να ανατραπεί από την εξουσία η ξενόδουλη ασπκή τά­ξη-

(74) Η επερχόμενη επανάσταση στην Ελλάδα θα είναι λάϊκοδημοκραπκή - σο­σιαλιστική.

Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από το γεγονός όπ η Ελλάδα είναι κεφαλαιοκρατική χώρα, όπου τα μισοφεουδαρχικά υπολλείμμα- τα έχουν εξαφανιστεί και οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής έχουν εγκαθι- δρυθεί σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας. Ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός α­ποτελεί ώριμο αίτημα της οικονομίας και της κοινωνίας, γιατί ο ελληνικός καπιτα­λισμός παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξής του, είναι καπιταλισμός που σαπίζει.

Ο λαϊκοδημοκρατικός χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από την ύ­παρξη πλατιών μισοπρολεταριακών στρωμάτων, βασικά της φτωχής και μεσαίας αγροπάς, από την εκτεταμένη ύπαρξη μικρόίδιοκτησίας (κατοικία, γη, κρατικά ο­μόλογα), καθώς και από τη μεγάλη κατάτμηση της βιομηχανίας, του εμπόριου, των υτηρεσιών, που είναι αποτελέσματα του μέσου επίπεδου ανάπτυξης του ελ­ληνικού καπιταλισμού. Αν το προλεταριάτο δεν συμμαχήσει με τη φτωχή και με­σαία αγροπά, που αποτελεί την πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού, είναι δύ­σκολο να νικήσει στην επανάστασή του. Κι αν όμως νικήσει και καταφέρει να κα­ταχτήσει την εξουσία, δεν θα μπορέσει να προχωρήσει το σοσιαλιστικό μετασχη­ματισμό, γιατί το ένα σκέλος της εθνικής οικονομίας, η αγροτική οικονομία θα βρίσκεται σε μόνιμη αντίθεση με τη σοσιαλιστική εξουσία, με αποτέλεσμα να διευ­ρύνεται η κοινωνική βάση της αντεπανάστασης, να υπονομεύεται η όλη πορεία του σοσιαλιστικού μετασχημαπσμού και να μπαίνει σε κίνδυνο η ίδια η ύπαρξη του σοσιαλιστικού συστήματος. Αν το προλεταριάτο δεν συμμαχήσει με τα μισοπρο- λεταριακά στρώματα της πόλης και προχωρήσει στην απαλλοτρίωσή τους, θα α­ντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα στην οργάνωση του μηχανισμού διανομής, καθώς και στην οργάνωση τομέων της υλικής παραγωγής και των υπηρεσιών. Α­κόμη, η εθνικοποίηση της γης κα της κατοικίας, πρέπει να πάρει υπόψη της τη μι- κρόίδιοκτησία, που βρίσκετα στα χέρια προλετάριων και μισοπρολετάριων του χωριού κα της πόλης.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 49: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Από την άλλη, ο μεγάλος κατακερμαπσμός πις βιομηχανίας, του εμπόριου, των υπηρεσιών θέτει ιδιαίτερες δυσκολίες στο δρόμο της ανοικοδόμησης των σοσια­λιστικών σχέσεων παραγωγής και στο πέρασμα όλων αυτών των τομέων στο σύ­στημα μιας ενιαίας παγκρατικής οικονομίας. Θα απαιτηθεί λοιπόν μια μεταβατική περίοδος, στη διάρκεια της οποίας θα εφαρμοστεί μια «ελληνική ΝΕΠ» (Νέα Οι­κονομική Πολιτική), στη διάρκεια της οποίας η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της θα αφήσουν έναν τομέα οικονομικής δραστηριότητας στο ιδιωτικό κεφάλαιο (μι­κρές επιχειρήσεις βασικά), ώστε αναδιοργανώνοντας τη μεγάλη σοσιαλιστική βιομηχανία, το μεγάλο κρατικό και σοσιαλιστικό εμπόριο και την παροχή υπηρε­σιών από το κράτος, να μπορούν στη συνέχεια να περάσουν στην τελική επίθε­ση, για την εξάλειψη των αστικών στοιχείων.

Η νίκη της λαϊκοδημοκραπκής-σοσιαλισπκής επανάστασης, περνώντας την ε­ξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των συμμάχων του, θα δώσει το έναυ- σμα για την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχημαπσμού της οικονομίας σ' όλες τις σφαίρες της υλικής κα μη υλικής παραγωγής κα της κυκλοφορίας. Ανάμεσα στον καπιταλισμό κα στο σοσιαλισμό στην Ελλάδα δεν υπάρχει ενδιάμεση βαθμί­δα. Υπάρχει μόνο η μεταβατική περίοδος του περάσματος από το ένα κανωνικο- οικονομικό σύστημα στο άλλο, που αρχίζει με τη νίκη της λάϊκοδημοκρατικής- σοσιαλισπκής επανάστασης.

(75) Στρατηγικό καθήκον του Κόμματος της Εργατικής Τάξης είνα να κατα­χτήσει την πλειοψηφία των μελών της τάξης του, συμπεριλαμβανομένων των γυ­ναικών εργατριών, της εργατικής νεολαίας κα των ξένων εργατών, και να εξα­σφαλίσει την ηγεμονία του προλεταριάτου πάνω στα πλαπά στρώματα των εργα­ζόμενων μικροαστών, πρωταρχικά της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, την οποία πρέπει να τραβήξει από την επιρροή της αστικής τάξης του χωριού, ώστε να συγκροτηθεί η επαναστατική λάίκοδημοκραπκή συμμαχία.

Η στρατηγική του Κόμματος της Εργατικής Τάξης κατευθύνει τα βέλη της ενά­ντια στην acmwi πολιτική όλων των αποχρώσεων κα σπς εργατοσυνδικαλιστικές κα αγροτοσυνεταιριστικές εκβολές της. Αποβλέπει στο ξεσκέπασμα της αστικής πολιτικής στα μάπα της εργατικής τάξης, της φτωχομεσαίας αγροπάς, των ερ­γαζόμενων μισθωτών, των νέων, των γυναικών, ώστε να αποτραβηχτούν αυτά τα πλαπά λαϊκά στρώματα από την επιρροή των αστικών κομμάτων κα να απογυ­μνωθούν έτα τα πολιτικά στηρίγματα της κεφαλαοκρατίας.

(76) Στον καθορισμό της ταχτικής του, που πάντα πρέπει να υπηρετεί τη στρα­τηγική, το Κόμμα της Εργατικής Τάξης μελετά τη συγκεκριμένη εσωτερική κα ε­ξωτερική κατάσταση, το συσχεπσμό των ταξικών δυνάμεων, το βαθμό της σταθε­ρότητας κα της δύναμης του αστικού καθεστώτος, το βαθμό της προετοιμασίας του προλεταριάτου, τη θέση των συμμάχων του κα ανάλογα καθορίζει τα συνθή­ματα κα πς μορφές της πάλης του, ξεκινώντας από την ανάγκη της κινητοποίη-

48 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993ι..::::-·.

Page 50: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σης και οργάνωσης όσο το δυνατόν πλατύτερων μαζών σε όσο το δυνατόν ανώ­τερο επίπεδο πάλης.

Σε συνθήκες που δεν υπάρχει επαναστατική κατάσταση, αναπόσπαστο στοι­χείο της ταχτικής του Κόμματος πρέπει να αποτελούν οι μερικές διεκδικήσεις. Με τη σωστή επεξεργασία και προβολή μερικών διεκδικήσεων, που θα προστα­τεύουν την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μισθωτούς από το φυσικό και ηθικό εκφυλισμό, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, μερικών διεκδικήσεων που δεν θα υπονομεύουν το στρατηγικό στόχο και δεν θα οδηγούν σε ρεφορμιστικές αυταπάτες, αλλά θα απορρέουν από τις επαναστατικές διεκδικήσεις του προ­γράμματος του Κόμματος, το Κόμμα θα διευρύνει την επιρροή του, θα αναπτύσ­σει το στρατηγικό του σχέδιο και θα οργανώνει τις στρατιές του προλεταριάτου και των συμμάχων του.

Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, το Κόμμα πρέπει να είναι έτοιμο για την αλλαγή της ταχτικής του, ώστε ρίχνοντας σειρά μεταβατικών συνθημάτων και υποτάσσοντας όλες τις μερικές διεκδικήσεις στον επαναστατικό σκοπό της κατάχτησης της εξουσίας και της ανατροπής της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, πρέπει να κινητοποιεί όσο το δυνατόν πλατύτερες μάζες στην τελική έφοδο.

(77) Η ανάπτυξη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλισπκής επανάστασης θα είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, στη διάρκεια της οποίας το Κόμμα της Εργατικής Τά­ξης θα συσπειρώνει την τάξη και τους συμμάχους της και θα αναπτύσσει τον α­γώνα τους με όλες τις κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές μέθοδες, με τις δεύτερες να κυριαρχούν πάνω στις πρώτες.

Ωστόσο, η νίκη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλιστικής επανάστασης δεν μπο­ρεί να επιτευχθεί χωρίς την ένοπλη εξέγερση της εργατικής τάξης και των συμ­μάχων της. Η κρατική συγκρότηση της αστικής τάξης, η στήριξή της σ’ ένα πολύ διογκωμένο κατασταλτικό μηχανισμό, η στήριξη της εξουσίας της από τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, κάνουν αδύνατη κάθε προσπάθεια για κατάχτηση της ε­ξουσίας μέσω της κατάχτησης της πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 ί 49

Page 51: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

III. Η ΛΑΙΚΗ-ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

1. Ο χαρακτήρας της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας

(78) Η Λαική-Σοσιαλισπκή Δημοκρατία (ΛΣΔ) είναι ο νεοελληνικός δρόμος προς τον κομμουνισμό. Με το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της επαναστατι­κής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τη φτωχομεσαία αγροτιά και το μισοπρο- λεταριάτο της πόλης, κάτω από την καθοδήγηση του προλεταριάτου, με τη στή­ριξη στη δημιουργική δουλειά όλων των εργαζόμενων τάξεων και στρωμάτων και το βάθεμα του κινήματος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών, με την αξιο­ποίηση των πλουτοπαραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, με τη χρησιμοποίηση των επιτευγμάτων της νεότερης επιστήμης και τεχνικής, με τη διεθνιστική βοή­θεια του παγκόσμιου προλεταριάτου, θα οικοδομηθούν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας, θα αναπτυχθούν με πρωτόφα­ντους ρυθμούς οι παραγωγικές δυνάμεις, στη βάση μιας ισόμετρης και αναλογι­κής ανάπτυξης όλης της κλίμακας της λαϊκής οικονομίας, θα εξασφαλιστεί — στη διάρκεια μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου — η παλλαϊκή καταγραφή και ο έλεγχος της παραγωγής και της κατανομής, θα διαπλαστεί στη βάση του σοσια­λιστικού συστήματος ο νέος άνθρωπος, ο άνθρωπος της κομμουνιστικής κοινω­νίας, και θ' αρχίσει το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινω­νίας, που θα οδηγήσει στην εξαφάνιση των τάξεων και μαζί της στην εξαφάνιση κάθε διαφοράς ανάμεσα στη σωμαπκή και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, στην απονέκρωση του κράτους σαν οργάνου ταξικής δι­κτατορίας στο εσωτερικό της χώρας και στην εφαρμογή της αρχής: «από τον κα­θένα ανάλογα με πς ικανότητές του - στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».

Προϋποθέσεις για την υλοποίηση του προγράμματος της ΛΣΔ είναι: Να πάρει η επαναστατική συμμαχία του προλεταριάτου και των συμμάχων του την εξουσία και να οικοδομήσει το δικό της κράτος, συντρίβοντας το κράτος της αστικής τά­ξης. Να αναπτυχθεί πλατύ κίνημα σοσιαλιστικής άμιλλας και συνειδητής πειθαρ­χίας στη δουλειά, που αποτελεί την επαναστατική μέθοδο οικοδόμησης της κομ­μουνιστικής κοινωνίας. Να αξιοποιηθούν οι πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες πις χώρας, να αρχίσει να αναπτύσσεται ισόρροπα και αναλογικά η οικονομία σε όλη της την κλίμακα, βάσει παγκρατικού σχεδίου, που θα στηρίζεται στην αξιο­ποίηση των πιο σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνικής.

(79) Επειδή η ΛΣΔ θα λύσει το πρόβλημα της εξουσίας και θα στηριχτεί από την πρώτη στιγμή σ' έναν εκτεταμένο σοσιαλιστικό τομέα, δεν θα απαιτηθεί δεύ­τερη επανάσταση για το πέρασμα στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που αποτελεί την κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού. Το Κόμμα της Εργατικής Τάξης, καθοδηγηπκή δύναμη στη νίκη της επανάστασης και στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, έχει σαν καθήκον του να εξασφαλίσει πς προϋποθέσεις του πε­ράσματος στον κομμουνισμό, οδηγώντας πς επαναστατικές τάξεις, πρώτα στη συντριβή των εκμεταλλευτών και ύστερα στην πλέρια οικοδόμηση των σοσιαλι­στικών σχέσεων παραγωγής, στην εξάλειψη των εκμεταλλευτριών τάξεων και στη νέου τύπου ταξική πάλη για τη λύση των αντιθέσεων ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Από τη σωστή καθοδήγηση του κομμουνιστικού κόμματος, από την ικανότητά του να κινητοποιεί πς μάζες, βάζοντας μπροστά τους για λύση τα προβλήματα που είναι ώριμα, να στηρίζεται στην ταξική πάλη και σπς νέες κινητήριες δυνάμεις, που γεννά η σο-

ΧΜ90ΗΗ9«! § Ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 52: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

οιαλισπκή οικοδόμηση, και να δίνει έτσι ώθηση στο κίνημα σοσιαλιστικής αυτε­νέργειας των μαζών και στην προώθηση της παλλαϊκής καταγραφής και του ε­λέγχου στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων (καταγραφής και ελέγ­χου, που προωθούνται μόνο στο βαθμό που ξεπερνιούνται οι αστικές επιβιώσεις στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά των εργαζόμενων) εξαρτάται η σταθερότη­τα και η συνεχής πρόοδος της νέας κοινωνίας και η αποτροπή κάθε πισωγυρί- οματος προς τον καπιταλισμό.

(80) Η οικονομία και η κοινωνία της ΛΣΔ θα φέρνει στα πρώτα στάδιά της έ­ντονα τα σημάδια του καπιταλιστικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος από το οποίο θα έχει βγει. Καθυστερήσεις και στρεβλώσεις οικονομικές, λόγω του εξαρ­τημένου χαρακτήρα και του μέσου επιπέδου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλι­σμού. Επιβίωση για ένα διάστημα, δίπλα στη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή και κατανομή, ιδιωτικών επιχειρήσεων, που δεν μπορούν να κρατικοποιηθούν συνο­λικά, λόγω του μέσου επιπέδου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, και που θα αναπαράγουν τον καπιταλισμό. Καθυστερήσεις στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης και ψυχολογίας, επιβιώσεις του ατομικισμού, των ανταγωνιστικών σχέσεων της καπιταλιστικής κοινωνίας, προλήψεις και δοξασίες ριζωμένες μετά από εκατονταετίες αστοτσιφλικάδικης και αστικής κυριαρχίας. Προκαταλήψεις α­πέναντι στο κράτος και τα όργανα της εξουσίας, λόγω του εχθρικού χαρακτήρα που είχαν απέναντι στο λαό όλοι οι θεσμοί της αστικής κοινωνίας. Ελλειψη συνει- δητότητας απέναντι στη δουλειά, λόγω του εκμεταλλευτικού και καταπιεστικού χαρακτήρα που είχε η δουλειά στον καπιταλισμό. Προσπάθεια βολέματος σε θέ­σεις του κρατικού μηχανισμού, που για πάρα πολλά χρόνια αποτελεί μορφή κοι­νωνικής συνείδησης στον ελληνικό καπιταλισμό. Προσήλωση σε καθυστερημέ­νες «αξίες», όπως οι αστικές οικογενειακές σχέσεις, η ανδροκρατία, η θρησκεία, η επιβολή των γονιών πάνω στα παιδιά, η προκατάληψη απένανπ στη νεολαία κ.ά. Μανδαρινισμός και γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Κ,λπ., κ.λπ.

Το ξεπέρασμα όλων αυτών των καθυστερήσεων και επιβιώσεων, που κληρονο­μούνται από τον καπιταλισμό, δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Ού­τε μπορεί να· εξασφαλιστεί αυτόματα με τη δημιουργία των νέων θεσμών κραπ- κής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Οι νέοι θεσμοί είναι απαραίτητοι, αν όμως αντιμετωπιστούν όχι απλώς σαν αναγκαία, αλλά και σαν ικανή συνθήκη, θα οδηγήσουν σε απόσπασή τους από τις μάζες και στην επιβολή τους πάνω στην κοινωνία, με αποτέλεσμα το πισωγύρισμα στον καπιταλισμό, μέσω της δημιουρ­γίας προνομιούχων στρωμάτων, που θα μετεξελιχτούν σε μια νέα εκμεταλλευπ- κή τάξη. Οι νέοι θεσμοί πρέπει όχι απλά να δημιουργηθούν, αλλά να λειτουργή­σουν ουσιαστικά, εξασφαλίζοντας την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, που βαθ­μιαία, μέσα σε μια μακρόχρονη ιστορική περίοδο, θα οδηγήσει στην απονέκρωση κι αυτών των νέων θεσμών. Θα απαιτηθεί γι* αυτό μια τεράσπα προσπάθεια της κοινωνικής πρωτοπορίας, κάτω από το συνεχή και αμείλικτο έλεγχο της εργαπ- κής τάξης και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων.

Τα προβλήματα που πραχτικά, άμεσα, επιταχτικά θα τεθούν για λύση μπροστά στη ΛΣΔ δεν μπορεί να τα συλλάβει ούτε η πιο πλούσια φαντασία. Το στοιχείο του πειραμαπσμού, στους τομείς της οικονομίας, των κρατικών θεσμών, του συ­στήματος των μαζικών οργανώσεων, των κοινωνικών ρυθμίσεων, θα συνοδεύει α­παραίτητα τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Τα λάθη θα είναι αναπόφευκτα σ' αυτή την κοσμογονική πορεία. Κι αυτό ακόμη το Πρόγραμμα του κόμματος του σοσια­λιστικού προλεταριάτου θα χρειαστεί να τροποποιηθεί σε μια σειρά επιμέρους τομείς, σαν συνέπεια των νέων προβλημάτων που θα βάλλει για λύση η ζωή, σαν συνέπεια ακόμη της παραπέρα ωρίμανσης της κομμουνιστικής σκέψης και της καλύτερης προσέγγισης ζητημάτων, που σήμερα είναι ακόμη θολά, γιατί λείπει η πραχτική πείρα, γιατί τα φύτρα νέων φαινομένων δεν έχουν ακόμη φανεί στη ζωή. Οταν όμως υπάρχει σταθερή ρότα, όταν διατηρείται αδιάσπαστο το καθοδη- γητικό νήμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, υπάρχουν όλα τα εχέγγυα για το ξεπέρασμα των καθυστερήσεων, για τη διόρθωση των λαθών, για τη συνεχή α­νέλιξη προς τον κομμουνισμό.

Εχοντας μελετήσει και γενικεύσει θεωρητικά την πείρα της σοσιαλιστικής οικο­δόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ, η εργατική τάξη της Ελλάδας έχει όλα τα εφόδια να αρχίσει και να τελειώσει το έργο του κομμουνι­στικού μετασχηματισμού, σε αρμονική συνεργασία με όλο τον εργαζόμενο λαό της Ελλάδας και σε αρραγή ενότητα με το παγκόσμιο προλεταριάτο.

2. Το κράτος της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας(81) Η πρώτη πράξη της λάικοδημοκρατικής-σοσταλιστικής επανάστασης θα

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης *993 51

Page 53: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

είναι το τσάκισμα, η καταστροφή του αστικού κράτους. Πάνω στα συντρίμια του οι νικήτριες τάξεις της κοινωνικής επανάστασης θα οικοδομήσουν ένα νέο κρά­τος, που δεν θα είναι κράτος με την καθαυτό σημασία της λέξης, αλλά κράτος νέου τύπου, που από τη δημιουργία του θα έχει μπει στη διαδικασία της απονέ- κρωσής του. Καθήκοντα αυτού του κράτους, σε μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, θα είναι η κατάπνιξη της αντίστασης των εκμεταλλευτών και η εξάλειψή τους σαν τάξης, η εξασφάλιση της άμυνας της ΛΣΔ από εξωτερικές επιβουλές, όσο διατη­ρείται ο καπιταλιστικός-ιμπεριαλιστικός περίγυρός της, και η προώθηση της οι- κονομικής-οργανωπκής και εκπολιπστικής αναμόρφωσης της κοινωνίας. Στη διάρκεια αυτής της ιστορικής περιόδου, ανάλογα με πς εσωτερικές και πς εξω­τερικές συνθήκες, θα μεταβάλλονται οι λειτουργίες του κράτους της ΛΣΔ, θα ε­ξαφανίζεται η λειτουργία της καταστολής και θα αντικατασταίνεται από τη λει­τουργία της περιφρούρησης της κοινωνικής ιδιοχτησίας, θα αναπτύσσεται η λει­τουργία της οικονομικής-οργανωτικής και εκπολιπσπκής δράσης των κρστικών οργάνων και θα δημιουργούνται οι όροι ώστε η παρέμβαση της κρατικής εξου­σίας σπς κοινωνικές σχέσεις να γίνεται περιττή, ώστε στη θέση της διακυβέρνη­σης προσώπων να μπει η διαχείριση πραγμάτων και η διεύθυνση λειτουργιών της κοινωνικής παραγωγής και κατανομής.

Η ΛΣΔ είναι νέος τύπος κράτους, μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, ριζικά διαφορετικός από το ασπκό κράτος όχι μόνο ως προς την ταξική του ου­σία, αλλά και ως προς την εσωτερική του συγκρότηση και λειτουργία. Η εξουσία ανήκει στη συμμαχία της εργατικής τάξης με τη φτωχή και μεσαία αγροτιά και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων, υπό την ηγεμονία του προλεταριάτου. Αντίθετα από την ασπκή δημοκρατία, που διακήρυσσε την τυπική ισότητα των δικαιωμάτων των πολιτών, συγκαλύπτοντας στην πράξη την κυριαρχία των κεφαλαιοκρατών, η ΛΣΔ διακηρύσσει ανοιχτά τον ταξικό της χαρακτήρα και βάζει σαν καθήκον την κατάπνιξη των εκμεταλλευτών προς όφελος της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού. Γ ι' αυτό και αφαιρεί τα πολιτικά δικαιώματα από τους εκμεταλλευτές, διαλύει τα πολιτικά κόμματα και πς άλλες οργανώσεις της αστικής τάξης, επίση­μες και καμουφλαρισμένες.

(82) Στόχος της ΛΣΔ είναι να ενώσει όλο και πιο στενά πς διασκορπισμένες μάζες των προλετάριων και μισοπρολετάριων με τα πιο πρωτοπόρα στρώματα των εργατών, όρος που είναι απαραίτητος για να υπερνικηθεί βαθμιαία και συστη­ματικά ο ταξικός χωρισμός γενικά. Η ΛΣΔ θα τραβήξει στην πάλη για την οικοδό­μηση του σοσιαλισμού και στην πραχτική διοίκηση του κράτους πς πιο πλατιές εργαζόμενες μάζες. Αυτό είναι το πιο κρίσιμο ζήτημα για τη νίκη του σοσιαλιστι­κού μετασχημαπσμού και το πέρασμα στον κομμουνισμό.

Κάθε κράτος εμπεριέχει την τάση για απόσπασή του από την κοινωνία, για κα­τάχτηση «ελευθερίας» απένανπ στους πολίτες του. Πραγματική ελευθερία όμως σημαίνει να μεταβάλλουμε το κράτος σε όργανο πέρα για πέρα υποταγμένο στην κοινωνία κι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν στην πραχτική διοίκηση των κραπ- κών υποθέσεων τραβιούνται οι πλατιές εργαζόμενες μάζες της κοινωνίας, όταν οι μάζες αυτές έχουν όχι μόνο το τυπικό δικαίωμα, αλλά την πραχτική δυνατότη­τα αυτής της συμμετοχής, όταν τα ιδιαίτερα όργανα του κράτους βρίσκονται κά­τω από τον καθημερινό, αμείλικτο κοινωνικό έλεγχο, που θα τα εμποδίζει να με- τατραπούν σε όργανα πάνω από την κοινωνία.

Οι νέοι θεσμοί κα το δίκαο της ΛΣΔ θα εξασφαλίζουν αυτή ακριβώς την πρα­χτική δυνατότητα των εργαζόμενων μαζών να συμμετέχουν α ίδιες στη διαχείρι­ση των κρατικών υποθέσεων κα να ασκούν έλεγχο σε όλα τα ιδιαίτερα όργανα του κράτους. Η δυνατότητα αυτή, πέρα από την αναγνώριση των τυπικών δικαω- μάτων και τη δημιουργία νέων θεσμών, είνα άμεσα συνυφασμένη με την άνοδο του μορφωτικού κα πολιπστικού επιπέδου των εργαζόμενων μαζών, με τη μείω­ση του αναγκαίου χρόνου κοινωνικής εργασίας κα με την αναμόρφωση όλων των κοινωνικών σχέσεων.

Η ΛΣΔ θα έχει να αντιμετωπίσει πιεστικά προβλήματα στον τομέα της οικονομι­κής - οργανωτικής ανοικοδόμησης. Θα πρέπει να προωθήσει αυτή την οικοδόμη­ση, τραβώντας στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό πς πλατιές μάζες της φτωχής κα μεσαίας αγροπάς, εκτοπίζοντας την οικονομική σημασία κα εξαφανίζοντας τις ι­διωτικές επιχειρήσεις που αναγκαστικά θα παραμείνουν σε πρώτη φάση, λόγω του μέσου επίπεδου ανάπτυξης κα της πανσπερμίας των επιχειρήσεων, που χα­ρακτηρίζουν τον ελληνικό καπιταλισμό, ξεπερνώντας την ατομικισπκή ψυχολο­γία κα την απειθαρχία απένανπ στη δουλειά, που έχουν ριζώσει στη συνείδηση κα προσδιορίζουν τη συμπεριφορά των εργαζόμενων, σαν αποτέλεσμα της α­ναρχίας στην παραγωγή κα του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του καπιταλισμού, κα αναπτύσσοντας πλατύ κίνημα σοααλιστικής αυτενέργειας κα κομμουνιστικής πειθαρχίας απένανπ στη δουλειά. Η ύπαρξη του κράτους κα του δικαίου (πληρω-

52 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 54: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

μή ανάλονα με την ποιότητα και την ποσότητα της δουλειάς, ύπαρξη διοικητικών κανόνων κλπ.) δεν πρέπει σε καμιά περίπωτωση όμως να μετατραπούν σε αυτο­σκοπό, να οδηγήσουν σε υπονόμευση του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου και σε επιβολή των κρατικών οργάνων πάνω στην κοινωνία, στο όνομα της εξασφά­λισης της πειθαρχίας στη δουλειά και της περιφρούρησης της κοινωνικής ιδιο­κτησίας. Η οικονομική ανάπτυξη θα πραγματοποιείται, από τη μια, με πλήρη σε­βασμό στη φύση και στη λαϊκή υγεία και, από την άλλη, σε συνθήκες ανάπτυξης της πιο πλαπάς δημοκρατίας για πς εργαζόμενες μάζες.

(83) Στον τομέα των γενικών πολιτικών δικαιωμάτων, η ΛΣΔ, στερώντας από τους εκμεταλλευτές αυτά τα δικαιώματα, εξαλείφει κάθε πολιπκή ανισότητα ανά­μεσα στους εργαζόμενους, που στηρίζεται στην εθνικότητα, στη θρησκεία, στο φύλο, στη σεξουαλική συμπεριφορά κ.λπ. Οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν την πιο πλατειά δημοκρατία, σε συνθήκες που δεν μπορεί να εξασφαλίσει καμιά, ακόμη και η πιο δημοκρατική ασπκή δημοκρατία.

Βάση του κράτους της ΛΣΔ, όργανα άσκησης της εξουσίας είναι τα Λάικά Συμ­βούλια (Σοβιέτ), αιρετά όργανα σε τοπικό, περιφερειακό και παγκραπκό επίπεδο.Η ΛΣΔ συνενώνει την νομοθετική με την εκτελεστική εξουσία, εξαλείφοντας έτσι τον ενδιάμεσο κρίκο, που στην ασπκή δημοκρατία είναι το κοινοβούλιο, που έχει σαν στόχο να εξαπατά πς μάζες και να εξασφαλίζει το απαραβίαστο του αστικού κρατικού μηχανισμού και της εκτελεστικής εξουσίας.

Στη ΛΣΔ όλη η εξουσία ασκείται από τα Λαϊκά Συμβούλια και τα εντολοδόχα τους όργανα, που λογοδοτούν σ' αυτά. Κανένα εκτελεστικό (εντολοδόχο) όργα­νο δεν μπορεί να αποφασίσει ενάντια στη θέληση του σώματος που το εξέλεξε.Ο καθοδηγηπκός ρόλος αυτών των οργάνων, που συσπειρώνουν τα πιο πρωτο­πόρα στοιχεία της σοσιαλιστικής κοινωνίας, πρέπει να εξασφαλίζεται μέσω των εισηγήσεών τους προς τα Λάικά Συμβούλια, που έχουν τον τελικό λόγο. Τα δικαι­ώματα αυτών των οργάνων ορίζονται αυστηρά από το Σύνταγμα και τους νό­μους, ώστε να μη μπορούν να φαλκιδεύουν τη θέληση των εκλεκτορικών σωμά­των κα να αίροντα πάνω απ' αυτά, γεγονός που εγκυμονεί τον κίνδυνο της με­τατροπής τους βαθμιαία σε μηχανισμούς επιβολής πάνω στην κοινωνία. Ο συγκεντρωτισμός στη λειτουργία αυτών των οργάνων μπορεί να δικαολογηθεί μόνο σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις, που ορίζονται αυστηρά, ώστε να μην υπάρξει περίπτωση κυριαρχίας του συγκεντρωπσμού πάνω στη δημοκρατία. Τα Λαϊκά Συμβούλια αποφασίζουν κυριαρχικά στο χώρο όπου ασκούν την εξουσία.Αυτή τους η κυριαρχία δεν μπορεί να αρθεί με αποφάσεις άλλων οργάνων, εκτός από περιπτώσεις που ορίζοντα με σαφήνεια από το Σύνταγμα κα τους νόμους.Υπάρχουν δηλαδή όλες α εγγυήσεις για την ουσιαστική αποκέντρωση και αυτο­διοίκηση.

Ολα α εκλεγμένα αναπρόσωπα στα Λαϊκά Συμβούλια κα τα εκτελεστικά όρ­γανα αυτών των Συμβουλίων, από το κατώτερο μέχρι το ανώτερο επίπεδο (κυ­βέρνηση) μπορούν κάθε σπγμή να ανακληθούν από τους εκλογείς τους, στους ο­ποίους είνα υποχρεωμένα να λογοδοτούν συνεχώς. Τα μέλη των Λαϊκών Συμ­βουλίων και των εκτελεστικών τους οργάνων, σε όλη την κλίμακα της κραπκής οργάνωσης, δεν απολαμβάνουν κανένα ιδιαίτερο προνόμιο σαν αποτέλεσμα της εκλογής τους. Οταν αποσπούντα από την κοινωνική παραγωγική εργασία, εξα­κολουθούν να πληρώνονται με το μισθό που είχαν σαν εργαζόμενοι. Κανένα ι­διαίτερο προνόμιο δεν υπάρχει για τα μέλη των οικογενειών τους. Ετα, τα όργα­να άσκησης της κραπκής εξουσίας είνα εργαζόμενα σώματα, υποταγμένα στην κοινωνία, κα όχι αποσπασμένα κα επιβαλλόμενα πάνω σ' αυτή. Η ανάδειξη σ’ αυ­τά τα όργανα γίνετα έτα τίτλος τιμής για τον εργαζόμενο κα όχι τίτλος εξασφά­λισης ιδιαίτερων οικονομικών και κοινωνικών προνομίων. Η ανάδειξη σε υπεύθυ­νες θέσεις έρχετα σαν αποτέλεσμα πρωτοπόρας κανωνικής δράσης, ανιδιοτε­λούς προσφοράς κα κατάθεσης ζωής, κα σημαίνει για τον εκλεγμένο όχι περισσότερα δικαώματα, αλλά περισσότερες υποχρεώσεις σε σχέση μ’ αυτές που είχε σαν εργαζόμενος.

Οι εκλογές έχουν σαν βάση την οικονομία (υλική κα μη υλική παραγωγή, διανο­μή κα διοίκηση) κα όχι τις εδαφικές περιφέρειες, ώστε να εξασφαλίζετα στην εργατική τάξη κα σας άλλες εργαζόμενες μάζες η συστηματική, διαρκής κα δρα­στήρια συμμετοχή σ' όλες τις κοινωνικές υποθέσεις (οικονομικές, πολιτικές, στρατιωτικές, πολιπστικές). Ολα τα εκλεκτορικά σώματα έχουν το δικαίωμα του ελέγχου όχι μόνο στο επίπεδο της παραγωγικής μονάδας, αλλά κα στο τοπικό, το περιφερειακό κα το παγκρατικό επίπεδο. Για την άσκηση αυτού του ελέγχου οι εργαζόμενα έχουν στη διάθεσή τους όλα τα μέσα: αίθουσες συνελεύσεων, τύ­πο, ραδιοτηλεόραση. Κανένα κρατικό όργανο δεν δικαούτα να βάλλει εμπόδια στην άσκηση του εργατικού κα κοινωνικού ελέγχου.

Σ’ αυτά συνίστατα η ριζική αντίθεση του κράτους της ΛΣΔ από την ασπκή κοι-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1S93

Page 55: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νοβουλευπκή δημοκρατία.Η ΛΣΔ εφαρμόζει τον πλήρη αφοπλισμό της αστικής τάξης και των κατασταλ­

τικών της μηχανισμών (αστυνομία, στρατός, παραστρατιωτικές οργανώσεις), τους οποίους και διαλύει. Ο ένοπλος μηχανισμός της αστικής τάξης αντικατα- σταίνεται από τον καθολικά εξοπλισμένο λαό. Η οργάνωση των ένοπλων δυνά­μεων γίνεται με βάση την ταξική αρχή, που διαπνέει όλο το καθεστώς της ΛΣΔ και που εξασφαλίζει τον καθοδηγητικό ρόλο στην εργατική τάξη. Στηριζόμενη στην επαναστατική πειθαρχία και έχοντας σαν βασικό της καθήκον την απόκρου­ση της απειλής που συνιστά η καπιταλιστική περικύκλωση, η οργάνωση αυτή εξα­σφαλίζει μια διαρκή και στενή σύνδεση των αγωνιστών των λαϊκών ένοπλων δυ­νάμεων με τις εργαζόμενες μάζες, τη συμμετοχή τους στην παραγωγική εργασία, στη διοίκηση της χώρας και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Τα μόνιμα στελέ­χη των λαϊκών ένοπλων δυνάμεων δεν έχουν κανένα ειδικό προνόμιο σε σχέση με τους άλλους πολίτες της ΛΣΔ. Η θητεία των νέων στο στρατό θα είναι 12 μή­νες. Οι ανάγκες της παλλάιΚής άμυνας, που αποτελεί το θεμέλιο της αμυντικής ι­κανότητας της ΛΣΔ, ικανοποιούνται με το συνδυασμό του μικρού αριθμητικά στρατού (ώστε να μειώνονται τα μη παραγωγικά έξοδα της κοινωνίας και να ικα­νοποιούνται οι απαιτήσεις της οικονομικής αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης) με τη στραπωπκή εκπαίδευση όλου του πληθυσμού, που πρέπει ν' αρχίζει από το σχολείο (μετά από μια ορισμένη ηλικία) και να αγκαλιάζει όλο το σύστημα των κοινωνικών οργανώσεων (κομμουνιστική νεολαία, συνδικάτα, αγροπκοί συνεται­ρισμοί, γυναικείες οργανώσεις κ.λπ.).

Τα αστυνομικά σώματα ανπκατασταίνονται από λαϊκή πολιτοφυλακή, που έχει σαν πρωταρχικό καθήκον την αμείλικτη συντριβή της αντίστασης των εκμεταλ­λευτών. Η λαϊκή πολιτοφυλακή δεν βρίσκεται εκτός κοινωνικού ελέγχου. Αντίθε­τα, ο κοινωνικός έλεγχος, συνταγματικά αναγνωρισμένος και πραχπκά - οργα­νωτικά θεσμοθετημένος, είναι όρος απαραίτητος για την προστασία των εργαζό­μενων από καταχρήσεις εξουσίας και άδικη συμπεριφορά της λαϊκής πολιτοφυ­λακής απένανπ τους, που σημαίνει προστασία του ίδιου του λαϊκού - σοσιαλιστι­κού συστήματος.

(85) Στο δρόμο προς την πλέρια οικοδόμηση του σοσιαλισμού και τον κομμού̂ νισμό, η ΛΣΔ καταργεί και τα άλλα όργανα της αστικής κυριαρχίας, όπως είναι η αστική δικαιοσύνη. Επειδή η σοσιαλιστική κοινωνία, αν και έχει εξαλείψει την τα­ξική εκμετάλλευση, εξακολουθεί να διέπεται από αστικούς περιορισμούς στον τομέα της κατανομής (αμοιβή ανάλογη με την ποιότητα και την ποσότητα της δουλειάς), επειδή αν και καταργεί τον υποδουλωπκό διαχωρισμό της πνευματι­κής από τη σωμαπκή δουλειά, εξακολουθεί να διατηρεί τον ιεραρχικό καταμερι­σμό των εργαζόμενων στη δουλειά, επειδή το οικονομικό και το πολιπσηκό της επίπεδο δεν έχει φτάσει σε κείνο το σημείο που στη θέση της διακυβέρνησης προσώπων θα βάλλει τη διαχείριση πραγμάτων και τη διεύθυνση των λειτουργιών της παραγωγής και της κατανομής, επειδή μ' άλλα λόγια σπς σχέσεις των αν­θρώπων μεταξύ τους και απένανπ στο κραπκό και οικονομικό σύστημα θα εξακο­λουθήσουν να εμφανίζονται διαφορές (πέρα από πς φυσικές), στη ΛΣΔ θα διατη­ρηθεί το δίκαιο, το οποίο θα στηρίζεται στις νέες παραγωγικές σχέσεις των αν­θρώπων.

Το σύστημα των νόμων θα είναι απλό, κατανοητό από τους εργαζόμενους και η απονομή του δικαίου δεν θα συνεπάγεται κανένα κόστος (δικηγόροι, δικαστικά έ­ξοδα) για τους πολίτες που θα καταφεύγουν σ’ αυτή. Φορείς διαμόρφωσης των κανόνων του δικαίου θα είναι τα Λαϊκά Συμβούλια και φορείς απόδοσής του θα εί­ναι τα λαϊκά δικαστήρια, συγκροτημένα σε ταξική βάση. Αντί για το διορισμό και την ισοβιότητα των δικαστών, μηχανισμού μέσω του οποίου η ασπκή δημοκρατία εξασφαλίζει την υπεράσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας και γενικότερα των συμφε­ρόντων της αστικής τάξης, η ΛΣΔ στηρίζεται στην αιρετότητα των δικαστών μέ­σα από πς γραμμές των εργαζόμενων και μόνο από τους εργαζόμενους, χωρίς καμιά διάκριση ανάμεσα στα δυο φύλα ή άλλου είδους διακρίσεις.

Καταργώντας τους νόμους του αστικού συστήματος, η ΛΣΔ δίνει στους εκλεγ­μένους άμεσα από το λαό δικαστές την εντολή να εφαρμόζουν τους νόμους που θα εγκρίνουν τα Λαϊκά Συμβούλια και στην περίπτωση που λείπει ο σχετικός νό­μος ή είναι ανολοκλήρωτος, να καθοδηγούνται από τη σοσιαλιστική αντίληψη δι­καίου, απορρίπτοντας τους νόμους του αστικού καθεστώτος.

Κάθε πολίτης της ΛΣΔ, που εγκαλείται μπροστά στα Λαϊκά Δικαστήρια οποιοσ­δήποτε βαθμίδας έχει το δικαίωμα της υπεράσπισης του εαυτού του, κατοχυρω­μένο με δικονομικές διατάξεις. Δικαιούται να ορίσα ο ίδιος τον υπερασπιστή και τους μάρτυρές του, χωρίς να υποβληθεί γι’ αυτό σε κανένα έξοδο. Ιδιαίτερη προ­σοχή πρέπει να δίνεται στην εκδίκαση υποθέσεων όπου αντίδικοι είναι πολίτες και κρατικά όργανα. Οι μαζικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα παρέμβασης σ' αυτές

54 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 56: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

τις υποθέσεις, ώστε να εξασφαλίζεται ο κοινωνικός έλεγχος και οι εγγυήσεις α­πονομής του δικαίου απένανπ σε φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας σε βάρος των πολιτών.

Τα λαϊκά δικαστήρια δεν δρουν ανεξέλεγκτα. Ελέγχονται ως προς τον τρόπο απονομής του δικαίου από τα σώματα των εκλογέων, που μπορούν οποτεδήποτε να ανακαλέσουν όποιον δικαστή δεν ανταποκρίνεται στο σοσιαλιστικό δίκαιο. Η δημοσιότητα των δικών είναι απαραίτητη για την άσκηση του κοινωνικού ελέγ­χου. Οι λαϊκοί δικαστές δεν έχουν κανένα ειδικό προνόμιο, που να απορρέει από τη θέση τους.(86) Ο διοικητικός κρατικός μηχανισμός αναδιοργανώνεται σε νέα βάση και τί­

θεται υπό την εξουσία των Λαϊκών Συμβουλίων. Ο υπερτροφικός και γραφειοκρα­τικός χαρακτήρας, που έχει η «δημόσια» διοίκηση στον καπιταλισμό, εξαλείφεται βαθμαία, με την απλοποίηση των σχέσεων του πολίτη με το κράτος, με την κα­τάργηση μιας σειράς δαιδαλώδικων μηχανισμών μεσολάβησης, στο πνεύμα της συνεχούς μείωσης της αναγκαίας για τη δημόσια διοίκηση κατανάλωσης κοινωνι­κής εργασίας.

Οι κρατικοί υπάλληλοι, που δεν εφαρμόζουν πς εντολές των Λαϊκών Συμβου­λίων, που παραβιάζουν το λαϊκό δίκαιο, που σαμποτάρουν το έργο της σοσιαλι­στικής οικοδόμησης, που ταλαιπωρούν τους πολίτες της ΛΣΔ, διώχνονται με α­ποφάσεις των Λαϊκών Συμβουλίων. Κάθε κρατικός υπάλληλος που κατηγορείται έχει το δικαίωμα να υπερασπίσει τον εαυτό του και η συνδικαλιστική οργάνωση στην οποία ανήκει πρέπει να συμφωνήσει για να γίνει εκτελεστή η απόφαση του Λαϊκού Συμβουλίου για την εκδίωξη του υπάλληλου. Ετσι δημιουργείται ένα σύ­στημα προστασίας του σοσιαλισμού και των πολιτών από το μανδαρινισμό των κρατικών υπαλλήλων, και προστασίας των κραπκώ' υπαλλήλων από συκοφαντία και αυθαιρεσία.

(87 ) Η ΛΣΔ καθιερώνει την πλέρια ισοτιμία των εθνικών μαονοτήτων, αναγνω­ρίζοντας σ' αυτές όλα τα εθνικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά δικαιώματα.Η φιλία και η αδερφική συμβίωση όλων των εργαζόμενων, ανεξάρτητα από εθνι­κότητα, είναι ένα από τα θεμέλια ύπαρξης και ανάπτυξης της ΛΣΔ. Η ΛΣΔ εξα­σφαλίζει πλήρη εθνική, φυλετική, γλωσσική, θρησκευτική κλπ. ισότητα.

(88) Η ΛΣΔ διαχώριζα πλήρως την εκκλησία από το κράτος και το σχολείο από την εκκλησία. Εφαρμόζει πλήρη ισοπολιτεία όλων των θρησκειών και δογμάτων.Στόχος της ΛΣΔ δεν είνα μόνο να εκπληρώσει αυτά τα καθήκοντα, που άφησε ά­λυτα η ασπκή επανάσταση, παρά πς διακηρύξεις της, αλλά να σπάσει εντελώς τη σύνδεση ανάμεσα στις εκμεταλλεύτριες τάξεις κα την οργάνωση της θρη­σκευτικής προπαγάνδας, γιατί αυτή η σύνδεση είνα στήριγμα της καθυστέρησης των μαζών. Η ΛΣΔ θα πραγματοποιεί σταθερά την πραγματική απελευθέρωση των εργαζόμενων από πς θρησκευτικές προλήψεις, ανεβάζοντας το επίπεδο της συνείδησής τους, κάνοντας χτήμα τους πς καταχτήσεις όλων των επιστημών, α­ναπτύσσοντας συστηματικά την ανπθρησκευπκή προπαγάνδα, αποφεύγοντας ό­μως ταυτόχρονα με προσοχή κάθε ενέργεια που προσβάλλει τα αισθήματα της θρησκευόμενης μερίδας του πληθυσμού κα εξάπτει τον θρησκευτικό φανατισμό.

(89 ) Στόχος της ΛΣΔ στον τομέα της παδείας είνα η μετατροπή της από ό­πλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης σε όπλο εξαφάνισης αυτής της κυ­ριαρχίας κα στη συνέχεια, σπς συνθήκες της πλέριας οικοδόμησης του σοααλι- σμού κα του βαθμιαίου περάσματος στον κομμουνισμό, σε όπλο ολοκληρωτικής εξάλειψης του χωρισμού της κανωνίας σε τάξεις. Η ΛΣΔ χρησιμοποιεί τα κραπ- κοπαημένα μέσα της πνευματικής παραγωγής για την πιο πλαπά πολιτική κα γε­νική μόρφωση των εργαζόμενων, για την ανάπτυξη ενός νέου σοσιαλιστικού πο- λιπσμού πάνω σε ταξική βάση. Η Παδεία και ο Πολιπσμός είνα υπόθεση όλης της κοινωνίας κα όχι μόνο των οργάνων κα των εργαζόμενων σ’ αυτούς τους τομείς. Ο κοινωνικός έλεγχος πάνω στα όργανα της λαϊκής παδείας και στους εργαζόμενους του πνεύματος κα του πολιτισμού είνα απαραίτητος για την εκ­πλήρωση της ταξικής τους αποστολής.

(90) Η εξωτερική πολιτική της ΛΣΔ είναι πριν απ’ όλα πολιτική ενίσχυσης του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, γιατί μόνο η νίκη της παγκόσμιας προλε­ταριακής επανάστασης μπορεί να εγγυηθεί απόλυτα την ασφάλεια της νεοελλη­νικής ΛΣΔ. Είνα πολιτική αδελφικής συνεργασίας κα αλληλοβοήθειας με άλλες χώρες σπς οποίες θα έχει νικήσει η προλεταριακή επανάσταση. Πολιτική ειρηνι­κής συνύπαρξης κα οικονομικών σχέσεων με τις κεφαλαοκρατικές χώρες, στο βαθμό που αυτό δεν βλάπτει τα συμφέροντα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και δεν βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης.Η Ελλάδα φεύγει από την ΕΟΚ, το ΝΑΤΟ κα κάθε άλλη ιμπεριαλιστική συμμαχία.Η ξένη στραπωτική παρουσία διώχνετα από τη χώρα. Οι εγκαταστάσας κατά-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 > 55

Page 57: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

σχοντα και εθνικοποιούνται.(9 1 ) Το κραπκό και κοινωνικό σύστημα οργάνωσης της ΛΣΔ δεν θα είναι απαλ­

λαγμένο από γραφειοκρατικά φαινόμενα. Η εμφάνιση τέπων φαινομένων είναι α­ναπόφευκτη και συνδέεται με πς καθυστερήσεις του νέου κανωνικο-οικονομκού συστήματος και πς επιβιώσεις της παλιάς, της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Η ύ­παρξη του χωρισμού και της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ο ιεραρχικός καταμερισμός των ανθρώπων στη δουλειά, δίνουν στη διανόηση (όχι μόνο στη διανόηση που θα κληρονομηθεί από το παλιό καθεστώς, αλλά και στη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση) μια ιδιαίτερη θέση μέσα στο κράτος και την κοινωνία, η οποία γεννά την τάση προς το γραφειοκραπσμά. Οι πιεστικές ανάγκες της οικονομικής ανόρθωσης ωθούν συχνά προς ένα ορισμένο συγκε- ντρωπσμό των εκτελεστικών οργάνων, που αν δεν αντιμετωπιστεί γεννά και α­ναπαράγει το γραφειοκραπσμό. Η ίδια η ύπαρξη των κρατικών δομών εμπεριέχει την τάση προς το γραφειοκραπσμό. Η μορφωτική και πολιπσπκή καθυστέρηση των εργαζόμενων, κληρονομιά από τον καπιταλισμό, που μπορεί να εξαλειφτεί μόνο μέσα σε μια μακρόχρονη περίοδο, προκαλεί συχνά την έμπρακτη αδυναμία τους να παρέμβουν αποφασιστικά και να ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο στα όργα­να διοίκησης και διεύθυνσης της οικονομίας. Η υποχώρηση του επαναστατικού πνεύματος, σε ορισμένες περιόδους, που αντιμετωπίζονται δυσκολίες, σπρώχνει στο φούντωμα του γραφειοκρατισμού, αφού αδυνατίζει ο εργατικός έλεγχος. Η μετατροπή των μέσων παραγωγής σε κρατική ιδιοκτησία οδηγεί σε υποχώρηση του ατομικού ενδιαφέροντος στα στρώματα που προέρχονται από την πρώην μ- κρή εμπορευμαπκή παραγωγή (βασικά στη συνεταιρισμένη αγροπά), με αποτέλε­σμα να αναπτύσσονται γραφειοκρατικά φαινόμενα ακόμη και στις μαζικές οργα­νώσεις των ίδιων των παραγωγών. Αυτές και μα σειρά άλλες καθυστερήσεις του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής είναι που επιτρέπουν την εμφάνιση των γρα­φειοκρατικών φαινομένων.

Ο αγώνας ενάντια στο γραφειοκραπσμό θα είναι μακρόχρονος και συνδέεται α­ναπόσπαστα με τη γοργή ανάπτυξη του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, με την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών και τη σωστή διεξαγω­γή της ταξικής πάλης, ειδικά από τη μεριά της εργατικής τάξης, στη νέα κοινω­νία. Αυτός ο αγώνας όμως δεν θα είναι μια αυθόρμητη διαδικασία. Η πρωτοπορία της εργατικής τάξης πρέπει να μπει επικεφαλής σε μια μεγαλειώδη προσπάθεια για το τράβηγμα των πλατιών μαζών των εργαζόμενων στη διοίκηση όλων των οι­κονομικών, (φατικών κα κανωνικών υποθέσεων. Οι θεσμοί της ΛΣΔ πρέπει να διευκολύνουν την άσκηση του εργατικού ελέγχου και όχι να την πνίγουν μέσα από σειρά «εξαιρέσεων». Το εκπαδευτικό σύστημα πρέπει να καταβάλλει ιδιαίτε­ρες προσπάθειες για τη γοργή άνοδο του μορφωτικού επίπεδου του λαού. Η σο­σιαλιστική κανωνία δεν πρέπει να λογαριάσει θυσίες, προκειμένου να μορφώσει ολόπλευρα τη νεολαία, εξασφαλίζοντας έτα το ίδιο το μέλλον του σοααλισμού. Αυτές είνα α εγγυήσεις για τη συνεχή και συνεπή καταπολέμηση του γραφειο- κραπσμού, μέχρι την ολοκληρωτική εξαφάνισή του, στη διαδικασία του περάσμα­τος στον κομμουνισμό.

3. Το οικονομικό πρόγραμμα της ΛΣΔ(9 2 ) Στόχος της ΛΣΔ στον οικονομικό τομέα είνα αρχικά η ολοκλήρωση της

μεταβατικής περιόδου, στη διάρκεια της οποίας θα εξαλειφτούν α καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και η ιμπεριαλιστική εξάρτηση κα θα οικοδομηθούν σ' όλη την κλίμακα της λαϊκής οικονομίας α σοααλισπκές σχέσεις παραγωγής και, στη συνέχεια, η ανάπτυξη του σοααλισπκού τρόπου παραγωγής ώστε, στη βάση της αφθονίας των προϊόντων, της μείωσης του κανωνικά αναγκαίου χρόνου για την παραγωγή τους κα της ανόδου του μορφωτικού κα πολιπστικού επίπεδου όλων των εργαζόμενων, να γίνει το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κανωνίας. Κριτήριο της οικονομικής αναδιοργάνωσης κα ανάπτυξης είνα η ικα­νοποίηση στον ανώτατο βαθμό των διαρκώς αυξανόμενων υλικών και πολιπσπ- κών αναγκών της κανωνίας, μέσω της αδιάκοπης ανάπτυξης κα τελειοποίησης της σοααλιστικής παραγωγής πάνω στη βάση της πιο ψηλής τεχνικής, με απόλυ­το σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον κα στην υγεία του ανθρώπου.

(9 3 ) Ολα τα βασικά μέσα παραγωγής, όλη η μεγάλη βιομηχανία, βαριά κα ελα­φριά, τα μαζικά μέσα μεταφοράς στην ξηρά, τη θάλασσα κα τον αέρα, α τράπε­ζες κα α ασφαλιστικές εταιρίες, α μεγάλες οικοδομές κα η μεγάλη ακίνητη ιδιο­κτησία, όλο το χονδρεμπόριο κα α μεγάλες επιχειρήσεις του λιανικού εμπόριου, ο φυσικός πλούτος της χώρας, η γη, τα δάση, ο θαλάσαος πλούτος, α πηγές ε­νέργειας, α αρχαιολογικοί κα καλλιτεχνικοί θησαυροί, τα μέσα πνευματικής δη­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 58: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

μιουργίας (μεγάλα τυπογραφεία, εκδοτικοί οίκα, εφημερίδες και ραδιοτηλεοπτικά μέσα, κινηματογραφικές και θεατρικές επιχειρήσεις κ.λπ.) απαλλοτριώνονται χω­ρίς εξαγορά, γίνονται κρατική-παλλαϊκή ιδιοκτησία και περνούν στη διαχείριση των Λαϊκών Συμβουλίων.

Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού και η χαμηλή συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου αφήνουν «κληρονομιά» στη ΛΣΔ μια πανσπερμία μικρών επιχειρήσεων, που ξεκινούν από τα μικρά εμπορικά κα χειροτεχνικά καταστήματα (πολλά από τα οποία στηρίζοντα στην εξαιρετικά ειδικευμένη εργασία που παρέχουν) κα φτάνουν μέχρι πς μικρές βιομηχανικές (βιοτεχνικές) επιχειρήσεις. Αμεση κρατικοποίηση όλων αυτών των επιχειρήσεων, από τη μια, θα έφερνε σε αντίθεση προς τη ΛΣΔ τμήματα του μσοπρολεταριάτου των πόλεων και, από την άλλη, θα δημιουργούσε οικονομικό χάος, αφού α σο- ααλισπκοί μηχανισμοί διεύθυνσης της παραγωγής κα της οικονομίας είνα ακόμη εξαιρετικά αδύνατα κα δεν μπορούν να εντάξουν την πανσπερμία αυτών των ε­πιχειρήσεων σε μια παγκρατικά σχεδιασμένη παραγωγή. Ο δορυφορικός ρόλος πολλών απ' αυτές πς επιχειρήσεις γύρω από τη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή δημιουργεί μια ορισμένη εξάρτηση της δεύτερης από την ειδικευμένη εργασία των χειροτεχνών κα των μικροβιοτεχνών, που είνα απαραίτητη για ορισμένες λειτουργίες του παραγωγικού προτσές (π.χ. επισκευές, κατασκευή εξαρτημάτων μηχανών κ.λπ.). Το μικρό λιανεμπόριο επίσης, μολονόπ η οικονομική του σημασία συνεχώς εκτοπίζετα, εξακολουθεί να αποτελεί μηχανισμό απαραίτητο για την ο­μαλή τροφοδοσία του πληθυσμού με μια σειρά είδη κατανάλωσης.

Ετα, το αρχικό στάδιο κρατικοποίησης της ΛΣΔ θα αφήσει εκτός έναν ιδιωτικό τομέα στη βιομηχανία (χειροτεχνία, βιοτεχνία), το εμπόριο κα πς υπηρεσίες, η έ­κταση του οποίου δεν μπορεί να καθοριστεί σήμερα με ακρίβεια. Αν επιχειρού- νταν κάπ τέπο θα ήταν μια εγκεφαλική σύλληψη, γιατί οι παράγοντες που θα προσδιορίσουν την ακριβή έκταση της κρατικοποίησης δεν έχουν ακόμη διαμορ­φωθεί επακριβώς. Η λειτουργία αυτών των ιδιωτικών επιχειρήσεων όμως δεν θα είναι η κλασσική καπιταλιστική λειτουργία. Θα προσειδιάζει προς το φαινόμενο του κρατικού καπιταλισμού, αφού το κράτος της ΛΣΔ θα έχει στα χέρια του τη μεγάλη βιομηχανία, το εξωτερικό εμπόριο μονοπωλιακά, το χοντρεμπόριο, την πίστη, την ενέργεια, τομείς από τους οποίους εξαρτάτα απόλυτα η λειτουργία αυτών των επιχειρήσεων, ενώ τα εργατικά συνδικάτα θα ορίζουν την τιμή της ερ­γατικής δύναμης στο βαθμό που αυτές α επιχειρήσεις θα μισθώνουν εργάτες. Αν κα θα περιορίζοντα από τη λειτουργία του κρατικού σοααλιστικού τομέα, αυτές α επιχειρήσεις δεν θα πάψουν να λειτουργούν με καπιταλιστικά κριτήρια κα να αναπαράγουν τον καπιταλισμό. Οσο θα αναπτύσσετα η μεγάλη σοσιαλιστική πα­ραγωγή κα κατανομή τόσο θα μειώνετα η ακονομική τους σημασία κα θα σβή­νουν.

Η εφαρμογή αυτής της «ελληνικής ΝΕΠ» είνα ένα αναγκαίο στάδιο για τη σο- ααλιστική αναδιοργάνωση της οικονομίας, που σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει συμμαχία του προλεταριάτου με το κατώτερο τμήμα της αστικής τάξης ή αναγνώ­ριση όπ υπάρχει εθνική ασπκή τάξη, που μπορεί να περάσει στο σοσιαλισμό.Πρέπει να γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο μικροαστικό στοιχείο (τη φτωχή κα μεσαία αγροτιά κα το μισοπρολεταριάτο της πόλης), από τη μια, που ζει κυρίως με τη δική του εργασία και αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κεφάλαο, κα στα κατώτερα αστικά στρώματα, από την άλλη, που στηρίζοντα στην εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας κα πραγματοπαούν (έστω κα σε χα­μηλό βαθμό) διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή. Η ανοχή της επιχειρημαπ- κής δράσης τέπων στρωμάτων, στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, είνα λύ­ση ανάγκης, που θα συνοδεύέτα από την ταξική πάλη της εργατικής τάξης ενά­ντιά τους, μέχρι που η ανάπτυξη του σοααλιστικού τρόπου παραγωγής να επιτρέψει την πλήρη εξάλειψή τους, σε αντίθεση με το μισοπρολεταριάτο, που ό­ντας σύμμαχο προς την εργατική τάξη στρώμα θα περάσει στο γενικό σύστημα των σοααλισπκών οικονομικών οργανώσεων, εγκαταλείποντας την προηγούμε­νη θέση του.

(94 ) Ολες ανεξαίρετα α επιχειρήσεις του ξένου κεφάλαου απαλλοτριώνοντα, χωρίς εξαγορά. Το εξωτερικό χρέος, δημόαο και ιδιωτικό, δεν αναγνωρίζεται, γιατί τα ξένα μονοπώλια το έχουν εισπράξει εκατοντάδες φορές με την πολύ­χρονη ληστρική εκμετάλλευση του φυσικού κα ανθρώπινου πλούτου της χώρας.Το εσωτερικό δημόαο χρέος, που βρίσκετα υπό τη μορφή εντόκων ομολόγων κα γραμματίων στα χέρια της κεφαλαοκρατίας παραγράφετα. Η ΛΣΔ θα ανα­γνωρίσει μόνο το χρέος που βρίσκετα στα χέρια μικροκάτοχων τίτλων του δημο­σίου, που επένδυσαν σ' οπούς πς αποταμιεύσεις τους.

(9 5 ) Στον τομέα των δημόαων οικονομικών, το κράτος της ΛΣΔ, έχοντας στην ιδιοκτησία του τα βασικότερα μέσα παραγωγής, στηρίζετα στην άμεση συ­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 Ι Β

Page 59: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

γκέντρωση ενός μέρους των εσόδων από τις παραγωγικές μονάδες που έχει στην ιδιοκτησία του. Η έμμεση φορολογία καταργείτα. Στο βαθμό που διατηρεί­ται σε ορισμένη κλίμακα η ατομική ιδιοκτησία και α ιδιαίτερα ψηλή αμοιβή διάφο­ρων ειδικών του προηγούμενου καθεστώτος, επιβάλλεται προοδευτική άμεση φορολογία του εισοδήματος. Βαθμιαία, με το πέρασμα όλων των οικονομικών μο­νάδων στο σοσιαλιστικό σύστημα παραγωγής, καταργείται και η άμεση φορολο­γία.

(96) Η βιομηχανία θα ανοικοδομηθεί σε νέα βάση. Το βάρος θα πέσει στην ανά­πτυξη της παραγωγής μέσων παραγωγής, που είναι απαραίτητη για να αντιμετω­πιστεί η πίεση από τον καπιταλιστικό περίγυρο και να εξασφαλιστούν ταχείς ρυθ­μοί ανάπτυξης όλης της λαϊκής οικονομίας (βιομηχανικής και αγροτικής παραγω­γής). Οι τομείς της βαριάς βιομηχανίας (σιδηροβιομηχανία, έγχρωμη μεταλλουρ­γία, ηλεκτροχαλυβουργία, βιομηχανία αλουμινίου, παραγωγή εργαλειομηχανών, κινητήρων και μέσων μεταφοράς — ξηράς αέρα, θάλασσας —, μέσων παραγω­γής για την αγροτική οικονομία, ενεργειακή βιομηχανία, με την εφαρμογή και προγράμματος πυρηνικής ενέργειας), της χημικής και πετροχημικής βιομηχανίας και των σύγχρονων δυναμικών κλάδων (π.χ. πληροφορική και αυτομαπσμοί), είναι αυτοί που θα καταστήσουν την ελληνική οικονομία αυτοδύναμη και ικανή να ανπ- μετωπίσει την πίεση του καπιταλιστικού περίγυρου. Ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στους κλάδους της βιομηχανίας που συντείνουν στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας (μεταφορικά μέσα, γεωργικά μηχανήματα, λιπάσματα κ.λπ ), ώστε η σοσιαλιστική βιομηχανία να μπορεί να τροφοδοτεί την αγροτική οικονομία με τα απαραίτητα μέσα παραγωγής, να ενισχύει τη σοσιαλιστική συνεταιριστικοποίηση και να επιταχύνεται έτσι ο ρυθμός ανάπτυξης όλης της λαϊκής οικονομίας. Η όλη δουλειά της βιομηχανίας θα προσαρμοστεί σε τρόπο ώστε να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των πλαπών μαζών των εργαζόμενων. Δίπλα στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας και πάνω στη βάση της, στην επιβαλλόμενη αναλογία και σχέση, ώ­στε να ικανοποιούνται ποσοτικά και ποιοτικά οι ανάγκες του λαού, θα αναπτυχθεί και η ελαφριά βιομηχανία (επισιτιστική, κλωστοϋφαντουργία, ένδυση, υπόδηση, ξυλοβιομηχανία, ηλεκτρικών συσκευών, ειδών καθαριότητας και καλλυντικών κ.λπ.).

Η Ελλάδα είναι χώρα με μεγάλο γεωφυσικό πλούτο, με ιδιαίτερα σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, που μέχρι σήμερα γίνονται αντικείμενο ληστρικής εκμετάλλευσης από το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο. Η ορθολογική αξιοποίηση αυ­τών των πλουτοπαραγωγικών πήγών και προπαντός η λειτουργία του βασικού οι­κονομικού νόμου του σοσιαλισμού, που απαιτεί την ικανοποίηση στον ανώτατο βαθμό των διαρκώς αυξανόμενων υλικών και πολιπστικών αναγκών της κοινω­νίας, μέσω της αδιάκοπης ανάπτυξης και τελειοποίησης της σοσιαλιστικής παρα­γωγής, πάνω στη βάση της πιο ψηλής τεχνικής, θα δώσουν την ώθηση για την πραγματοποίηση διευρυμένης σοσιαλιστικής αναπαραγωγής κα τη γρήγορη ανά­πτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων και των σοααλιστικών σχέσεων στην παραγωγή.

(9 7 ) Το πέρασμα της αγροτικής παραγωγής στο γενικό σύστημα του σοααλι- σμού είνα ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να λύσει η ΛΣΔ. Από τη λύση του εξαρτάται η εγκαθίδρυση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής σ’ όλη την κλίμακα της οικονομίας κα η γοργή ανάπτυξη όλου του σοααλιστικού συστήματος. Η λύση του αγροτικού ζητήματος πραχπκά θ' αρχίσει να προωθείτα μετά τη νίκη της λάικοδημοκρατικής-σοααλισπκής επανάστασης, οι βάσεις της όμως θα τεθούν μέσα στον καπιταλισμό, με το τράβηγμα της φτωχομεσαίας α- γροπάς από την επιρροή της ασπκής τάξης του χωριού και την αποκατάσταση της συμμαχίας της με το προλεταριάτο, τράβηγμα που μπορεί να γίνει μόνο όταν η πολιτική του προλεταριάτου, εκφρασμένη από το Κόμμα του, παίρνει υπόψη της τους πόθους της αγροτιάς, διαλύει τις αυταπάτες της — με βάση την ίδια της την πείρα — κα οδηγεί σε κανό ταξικό αγώνα του προλεταριάτου κα της φτωχομεσαίας αγροτιάς ενάντια στην κεφαλαοκρατική εκμετάλλευση.

Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού έχει οδηγήσει σε δυο προτσές που εξελίσσοντα παράλληλα στην αγροτική οικονομία. Από τη μια, σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης του καπιταλισμού, συντελέστηκε κα συνεχίζετα α­σταμάτητα το προτσές της διάσπασης της αγροπάς σε εργάτες γης, φτωχομε- σαίους αγρότες κα αστική τάξη του χωριού κα, από την άλλη, — παρά την εξά­λειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων — συντελείτα το προτσές της διατήρη­σης του μικρού κλήρου κα της μικρομεσαίας οικογενειακής εκμετάλλευσης, που αδυνατεί να κάνει ακόμη και απλή αναπαραγωγή. Η φτωχομεσαία αγροτιά, στη συντριπτική της πλειοψηφία, είνα οργανωμένη στους συνεταιρισμούς, μαζί με την ασπκή τάξη του χωριού, γιατί η δημιουργία των συνεταιρισμών, ακόμη κα μέ­σα στα πλαίαα του καπιταλισμού, αποτελούσε πρόοδο σε σχέση με τον ανοργά­

1111 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 60: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νωτο ατομικό εμπορευματοπαραγωγό.Ο συνεταιρισμός καπιταλιστικού τύπου δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα της μι-

κρομεσαίας οικογενειακής εκμετάλλευσης, δεν αποτρέπει την προλεταριοποίη­ση τμημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς, δεν αποτρέπει την παραπέρα συγκέ­ντρωση της γης στα χέρια της αστικής τάξης του χωριού και αστικών στρωμάτων της πόλης, είτε αυτή η συγκέντρωση γίνεται με τη μέθοδο της εξαγοράς είτε γί­νεται με τη μέθοδο του νοικιάσματος. Οι παράγοντες που δεν επιτρέπουν, στον καπιταλισμό, τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα του μικρομεσαίου νοικοκυ­ριού ακόμη και μέσω του συνεταιρισμού είναι: Πρώτο, η ατομική ιδιοκτησία και ο κατακερματισμός της γης που αναγκάζει τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες να νοικιάζουν γη, πληρώνοντας βαρύ ενοίκιο (απόλυτη γαιοπρόσοδος) στους ιδιο­κτήτες της γης (είτε παλιούς ιδιοκτήτες, πρώην αγρότες, είτε αστικά στρώματα που αγόρασαν γη), που τους καταδικάζει σε ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας και σε ψηλό κόστος παραγωγής. Δεύτερο, η εκμετάλλευση της α­γροτιάς από το βιομηχανικό κεφάλαιο, μέσω της ιδιαίτερα ψηλής τιμής πούλησης των μέσων παραγωγής και των γεωργικών εφοδίων. Τρίτο, η εκμετάλλευση της αγροτιάς από το πιστωτικό κεφάλαιο, μέσω των ψηλών επιτοκίων δανεισμού, και από το εμπορικό κεφάλαιο, που πουλά ακριβά τα γεωργικά εφόδια και αγοράζει φτηνά την αγροτική παραγωγή, έχοντας την πρωτοκαθεδρία στη διακίνηση των γεωργικών εμπορευμάτων. Τέταρτο, η συρρίκνωση της επιδοματικής πολιτικής που ακολουθούσε το αστικό κράτος και η υπερεθνική ιμπεριαλιστική ΕΟΚ (μέσω της ΚΑΠ), σαν αποτέλεσμα της όξυνοης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου κα­πιταλιστικού συστήματος και της διάπλους της με την κυκλική οικονομική κρίση.

Ο καπιταλιστικός συνεταιρισμός λοιπόν δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του μι- κρομεσαίου αγροτικού νοικοκυριού, διαγράφει ζοφερό το μέλλον της φτωχομε­σαίας αγροπάς. Η λύση για τους φτωχομεσαίους αγρότες είναι να αγωνιστούν, μέσα απ' αυτούς τους συνεταιρισμούς, ενάντια σ' όλους εκείνους τους παράγο­ντες που οδηγούν στο ξεκλήρισμά τους. Μόνο αυτή η πάλη της φτωχομεσαίας α­γροτιάς μπορεί να της διαλύσει τις αυταπάτες, μέσα από την ίδια της την πείρα, να την πείσει τελικά ότι η διέξοδος γι' αυτή είναι το γκρέμισμα του καπιταλισμού και η μεγάλη σοσιαλιστική συνεταιριστική παραγωγή, και να την οδηγήσει στη συμμαχία με το προλεταριάτο στη λαίκοδημοκρατική-σοσιαλιστική επανάσταση.

Η ΛΣΔ θα προχωρήσει αμέσως στην εθνικοποίηση της γης, εξαλείφοντας την απόλυτη γαιοπρόσοδο, απαλλάσσοντας έτσι τη φτωχομεσαία αγροτιά από τη μά­στιγα του ενοικίου, δίνοντας τη γη σ’ αυτούς που τη δουλεύουν, χωρίς εξαγορά.Η εθνικοποίηση θα πάρει υπόψη της τους τίτλους ιδιοκτησίας που βρίσκονται στα χέρια προλετάριων και μισοπρολετάριων της πόλης. Η ΛΣΔ θα αποζημιώσει αυ­τούς τους μικροκάτοχους γης. Η έκταση της απαλλοτρίωσης της γης και των μέ­σων παραγωγής των πλούσιων αγροτών και παράδοσής τους στους φτωχομεσαί­ους αγρότες θα καθοριστεί από τους ρυθμούς ανάπτυξης της ταξικής πάλης στο χωριό, από τους ρυθμούς περάσματος της φτωχομεσαίας αγροτιάς στη συνεται­ριστική καλλιέργεια και από τις ανάγκες συνένωσης της γης για τη συνεταιριστι­κή καλλιέργεια.

Το κράτος της ΛΣΔ θα διαγράψει όλα τα υποδουλωτικά χρέη, θα χορηγήσει στους φτωχομεσαίους αγρότες άτοκα και χαμηλότοκα δάνεια, θα τους απαλλάξει από το δυσβάσταχτο φορτίο της αγοράς των βασικών μέσων παραγωγής (οργα­νώνοντας κρατικούς σταθμούς μηχανοκαλλιέργειας), θα χτυπήσει το εμπορικό και τοκογλυφικό κεφάλαιο, εκχωρώντας στους αγροτικούς συνεταιρισμούς το α­ποκλειστικό δικαίωμα διακίνησης των αγροτικών προϊόντων και στηρίζοντας με όλα τα μέσα (οικονομικά, τεχνικά, οργανωτικά) το συνεταιριστικό εμπόριο, θα τους δείξει το δρόμο της συνένωσης της εθνικοποιημένης γης, της απαλλοτρίω­σης της αστικής τάξης του χωριού και της κοινής συνεταιριστικής της καλλιέρ­γειας. Ετσι, ο πόθος της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που μάταια προσπαθεί μέσα στον καπιταλισμό να γίνει εύπορη, θα γίνει πραγματικότητα στα πλαίσια του σο­σιαλιστικού παραγωγικού συνεταιρισμού (κολχόζ).

(98 ) Με την εθνικοποίηση των Τραπεζών όλες οι τραπεζικές υποθέσεις συγκε- ντροποιούνται στην Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας. Στο εξωτερικό εμπόριο ε­φαρμόζεται το κρατικό μονοπώλιο. Οι επιχειρήσεις του χοντρεμπόριου και του μεγάλου λιανικού εμπόριου (πολυκαταστήματα, σούπερ-μάρκετ, μεγάλα εμπορι­κά καταστήματα κ.λπ.) περνούν στα χέρια των οργάνων του κράτους της ΛΣΔ. Ε­τσι, το κράτος της ΛΣΔ συγκεντρώνει από την πρώτη στιγμή στα χέρια του, ε­κτός από τη βιομηχανία, και το βασικό μηχανισμό κατανομής και μπορεί έτσι να περιορίζει τη σφαίρα ενέργειας του νόμου της αξίας και της εμπορευματικής πα­ραγωγής, εξαλείφοντας τα φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος των εργαζόμε­νων.

Το μεγάλο κρατικό λιανεμπόριο στις πόλεις και το συνεταιριστικό λιανεμπόριο

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 59

Page 61: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

στο χωριό αποτελούν τα σπουδαιότερα συστατικά στοιχεία του μηχανισμού κατα­νομής και αποτελούν το πρώτο βήμα στην κατεύθυνση αντικατάστασης του ε­μπόριου με μια σχέδιο μετρική, οργανωμένη σε παγκρατική κλίμακα κατανομή, το πρώτο βήμα του περάσματος όλου του μηχανισμού κατανομής στα χέρια του σο­σιαλιστικού κράτους, που θα μπορεί να κατανέμει με τη μεγαλύτερη ταχύτητα, συστηματικότητα, οικονομία και τη μικρότερη κατανάλωση εργασίας όλα τα προϊ­όντα, προετοιμάζοντας το πέρασμα από την ανταλλαγή μέσω του χρήματος στην ανταλλαγή προϊόντων, προετοιμάζοντας δηλαδή το πέρασμα στον κομμου­νισμό, που θα σημάνει συγκέντρωση στα χέρια των ίδιων των παραγωγών όλης της παραγωγής και της κατανομής των προϊόντων. Στο μικρό λιανικό εμπόριο, που παραμένει στα χέρια ιδιωτών ασκείται έλεγχος του κράτους, για να χτυπιού­νται φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού. Η σημασία αυτού του εμπόριου βαθμιαία θα εκτοπίζεται από το μεγάλο κρατικό λιανεμπόριο και τελικά οι ατομικοί έμπορα θα εκλείψουν.

(99 ) Στόχος της ΛΣΔ είνα να καταστήσει ισοσκελισμένο τσ ισοζύγιο εξωτερι­κών συναλλαγών της χώρας με τον καπιταλιστικό κόσμο, αξιοπαώντας όλες πς πηγές εμπορικών εσόδων κα άδηλων πόρων. Οικονομικές δραστηριότητες όπως ο τουρισμός θα φανούν πολύ χρήσιμες, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο της σοαα- λισπκής οικοδόμησης, όπου η ανάγκη για τη γρήγορη ανοικοδόμηση της βιομη­χανίας θα απατήσει εκτεταμένες εισαγωγές μέσων παραγωγής από το εξωτερι­κό, που το κόστος τους δεν θα μπορεί να αντισταθμιστεί από πς εξαγωγές. Στό­χος της ΛΣΔ όμως δεν θα είναι η ανπστάθμιση του εμπορικού ελλείμματος με ένα θετικό ισοζύγιο αδήλων, αλλά η ισοσκέλιση του εμπορικού ισοζύγιου, που θα επιτυγχάνετα όσο θα αναπτύσσετα η οικονομία γενικά κα ειδικά η βιομηχανία.

(100) Η εθνικοποίηση της γης αποτελεί τη βάση για τη λύση του προβλήματος της κατοικίας. Κατάσχοντας κα εθνικοποιώντας τις κατοικίες των αστών, καθώς κα τα διαμερίσματα που βρίσκονται συγκεντρωμένα στα χέρια καπιταλιστών ετπ- χειρημαπών και χρησιμοποιούνται σαν αντικείμενο εκμετάλλευσης, η ΛΣΔ τις περνάει στα χέρια των Λαϊκών Συμβουλίων, για να εγκαταστήσουν σ' αυτές πς εργαζόμενες οικογένειες που δεν έχουν δική τους στέγη. Επειδή το μέσο επίπε­δο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού ανπκαθρεφτίζετα κα στο ζήτημα της κατοικίας, όπου πολλά διαμερίσματα βρίσκοντα στην ιδιοκτησία των λαϊκών τά­ξεων και στρωμάτων κα σε πολλές περιπτώσεις αυτές α κατοικίες νοικιάζονται, η ΛΣΔ δεν πρόκειτα να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση αυτών των κατοικιών κα όπου χρειαστεί να το κάνει θα αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες τους, αντιμετωπί- ζοντάς τους όπως αντιμετωπίζει κα τους μικροκάτοχους τίτλων των εσωτερικών δανείων.

Ταυτόχρονα με την εθνικοποίηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η ΛΣΔ θα αρ­χίσει να εφαρμόζει πλατύ πρόγραμμα ανέγερσης εργατικών κα λαϊκών κατοι­κιών, με δαπάνες του κράτους. Το πρόγραμμα αυτό θα είνα αναγκαστικά μακρό­χρονο, πρώτο γιατί ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει στενότητα κατοικίας, ιδιαί­τερα στα μεγάλα προλεταριακά κέντρα, δεύτερο, γιατί στην περίοδο ανόρθωσης της σοααλισπκής βιομηχανίας τα κονδύλια που θα μπορούν να διατεθούν για το πρόγραμμα εργατικής κα λαϊκής στέγης αναγκαστικά θα είνα περιορισμένα από πς απατήσεις της αναγκαίας σοααλισπκής συσσώρευσης, τρίτο γιατί θα υπάρξει παραπέρα αύξηση του πληθυσμού, αφού το δημογραφικό πρόβλημα θ' αρχίσει να λύνετα στα νέα οικονομικά κα κοινωνικά πλαίαα που θα δημιουργηθούν, με την άνοδο του βιοτικού κα πολιπσπκού επιπέδου των εργαζόμενων, με την κοινωνι­κή προστασία της μητρότητας και του παιδιού, με την εξάλειψη της ανεργίας κ.λπ.

(1 0 1 ) Η ύπαρξη δυο μορφών σοααλισπκής ιδιοκτησίας, της κραπκής - παλ­λαϊκής κα της συνεταιριστικής (η ύπαρξη κα μικρών ιδιωτικών παραγωγικών μο­νάδων δίπλα στη μεγάλη σοααλιστική παραγωγή, κα μικρών ιδιωπκών εμπορι­κών μονάδων δίπλα στο μεγάλο κρατικό κα συνεταιριστικό λιανεμπόριο, στο με­ταβατικό στάδιο προς την πλέρια οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής) κάνει απαραίτητη τη διατήρηση της αγοράς σαν μορφής οικονομι­κής σύνδεσης, όπως κα τη διατήρηση του χρηματικού συστήματος κα άλλων μορφών οικονομικής δραστηριότητας, που εξωτερικά μοιάζουν κεφαλαοκρατι­κές (υπολογισμός σε αξίες, πληρωμή της δουλειάς σε χρήμα, αγορά κα πούλη- ση, πίστωση, τράπεζες κ.λπ.), αλλά όμως παίζουν το ρόλο μοχλών της σοααλι- στικής οικοδόμησης, στο βαθμό που εξυπηρετούν σε όλο κα μεγαλύτερο βαθμό πς επιχειρήσεις συνεπούς σοααλιστικού τύπου, τον σοσιαλιστικό τομέα της α- κονομίας.

Στη μεταβατική περίοδο, η ποικιλία των οικονομικών μορφών (από τη μεγάλη σοααλιστική βιομηχανία, μέχρι τη συνεταιριστική αγροτική οικονομία, την οικονο­μία του μικρού εμπορευματοπαραγωγού και τη μικρή ιδιωτική καπιταλιστική επι-

sagwaflBgW ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 62: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

χείρηση), αναπόφευκτα θα συνοδεύεται από πάλη των διάφορων οικονομικών μορφών. Η πουαλομορφία των τάξεων και των στρωμάτων που ανπστοιχεί σ' αυ­τές πς οικονομικές μορφές, η ύπαρξη σ' όλους τους τομείς της οικονομικής ζω­ής συνηθειών και παραδόσεων κληρονομημένων από την αστική κοινωνία, που δεν μπορούν να εξαλειφτούν αμέσως, όλ’ αυτά απαιτούν από την οικονομική κα­θοδήγηση του προλεταριάτου ένα σωστό συνδυασμό - με βάση πς σχέσεις της αγοράς - της μεγάλης σοσιαλιστικής βιομηχανίας με τη συνεταιριστική αγροτική οικονομία, τη μικρή οικονομία των εμπορευματοπαραγωγών και την ιδιωτική επι­χείρηση, που να εξασφαλίζει την καθοδήγηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας στο σύνολο της οικονομίας, το ανώτατο όριο ανόδου όλης της οικονομίας και ταυτό­χρονα τον περιορισμό και την εξάλειψη των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Το γρήγορο πέρασμα της φτωχής και μεσαίας αγροπάς στο συνεταιρισμό σοσιαλιστικού τύ­που μικραίνει τα προβλήματα της μεταβατικής περιόδου, επειδή η οικονομική ση­μασία των μικροπαραγωγών και μικρεμπόρων της πόλης θα είναι πολύ μικρή και συνέχεια θα μειώνεται, με την εξαφάνιση αυτών των οικονομικών μορφών και το πέρασμα στη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή και το κρατικό και συνεταιριστικό λιανεμπόριο, επειδή η ανάπτυξη της μεγάλης σοσιαλιστικής παραγωγής θα επι­τρέπει την πιο αποφασιστική πάλη ενάνπα σπς ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα έ­χουν απομείνει, μέχρι το ολοκληρωτικό σβήσιμό τους.

Η αγορά όμως θα εξακολουθήσει να υφίσταται και μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου. Επειδή τα προϊόντα της συνεταιριστικής αγροτικής οικο­νομίας θα εξακολουθήσουν να πραγματοποιούνται σαν εμπορεύματα, η αγορά εί­ναι η μοναδική παραδεκτή μορφή σύνδεσης ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Αυ­τού του είδους η εμπορευματΐκή παραγωγή όμως δεν έχει καμά σχέση με την κα­πιταλιστική εμπορευματική παραγωγή, γιατί τα μέσα παραγωγής δεν είναι ατομική ή συλλογική-καπιταλιστική, αλλά σοσιαλιστική ιδιοκτησία, γιατί η εργαπ- κή δύναμη δεν είναι εμπόρευμα, γιατί η τάξη των εκμεταλλευτών έχει συνολικά ε­ξαλειφτεί απ' όλη τη κλίμακα της οικονομίας, και σαν συνέπεια ο νόμος της αξίας έχει περιορισμένη σφαίρα δράσης (μόνο στα καταναλωτικά προϊόντα, που πραγ­ματοποιούνται σαν εμπορεύματα) και δεν παίζει ρόλο ρυθμιστή ούτε στη βιομηχα­νία ούτε στην αγροτική οικονομία ούτε στον καθορισμό των αναλογιών της εργα­σίας στην κατανομή της στους διάφορους κλάδους της σοσιαλιστικής οικονο­μίας. Στη βάση αυτών των οικονομικών σχέσεων όμως, που συνδέουν την πόλη με το χωριό, αναπτύσσεται και η ταξική πάλη ανάμεσα στην εργατική τάξη και τη συνεταιρισμένη αγροπά. Μια ταξική πάλη που δεν έχει ανταγωνιστικό χαρακτή­ρα, αφού τα συμφέροντα αυτών των δυο τάξεων είναι κοινά, αλλά που αποβλέπει στο να πειστεί η αγροπά να ακολουθεί το παγκραπκό σχέδιο,' παραδίνοντας στις κρατικές τιμές συγκέντρωσης τις απαραίτητες ποσότητες καταναλωτικών και βιομηχανικών αγροτικών προϊόντων, και παραπέρα να αποδεχτεί το πέρασμα από το σοσιαλιστικό συνεταιρισμό στη μεγάλη κρατική παραγωγή, που θα γίνει στη βάση της ανάπτυξης της οικονομίας και με τρόπους που θα είναι προς όφε­λος της αγροπάς. Αυτή η ταξική πάλη της εργατικής τάξης είναι απαραίτητη προκειμένου να υπερνικηθούν οι επιβιώσεις της ατομικής ψυχολογίας, που εξα­κολουθούν να παραμένουν στη συνείδηση και του συνεταιρισμένου αγρότη, του οποίου η παραγωγική δραστηριότητα είναι μεν σοσιαλιστικού τύπου, αλλά σαφώς πιο καθυστερημένη από τη σοσιαλιστική βιομηχανία.

(1 0 2 ) Η σχεδιασμένη οικονομική ανάπτυξη θα εφαρμοστεί εξαρχής σ' όλη την κλίμακα της σοσιαλιστικής οικονομίας. Οσο πιο γρήγορα θα προχωρά το πέρα­σμα των μικρών παραγωγικών μονάδων (βασικά των αγροτικών) στη σφαίρα της σοσιαλισπκής συνεταιριστικής παραγωγής, όσο πιο γρήγορα θα εκτοπίζεται η οι­κονομική σημασία και θα εξαφανίζονται οι μικρές μονάδες, στους τομείς της πα­ραγωγής, του εμπόριου και των υπηρεσιών, τόσο θα μικραίνει το μέγεθος των σχέσεων αγοράς, τόσο θα μεγαλώνει η σημασία του σχεδίου — που θα γίνεται παγκραπκό — σε σχέση με το αυθόρμητο που γεννά η αγορά. Στον καθορισμό των μεγεθών του σχεδίου ενεργό ρόλο θα παίζουν οι ίδιοι α εργαζόμενοι, που θα παίρνουν ενεργά μέρος στη συζήτηση και με πς απόψεις τους θα βοηθούν και θα ελέγχουν τα όργανα της οικονομικής πολιτικής του κράτους. Η άνοδος του μορ­φωτικού και πολιπσπκού επιπέδου των εργαζόμενων είναι κρίσιμο ζήτημα για να αποχτήσει ουσιαστικό χαρακτήρα αυτή η συμμετοχή και ο έλεγχος των οικονομι­κών καθοδηγητικών οργάνων, αφού μόνο πάνω στη βάση ενός ψηλού επιπέδου γνώσεων μπορούν οι εργάτες και οι συνεταιρισμένοι αγρότες να ελέγξουν τους ειδικούς της οικονομίας και της παραγωγής. Η ύπαρξη δυο μορφών ιδιοκτησίας, της κρατική ς-παλλαϊκής και της συνεταιριστικής, που εξακολουθούν να συνδέο­νται μέσω της σοσιαλιστικής αγοράς, αντικειμενικά θέτει δυσκολίες και γεννά προβλήματα στην εκπόνηση και περισσότερο στην εφαρμογή του σχεδίου, αφού η συνεταιριστική ιδιοκτησία καθυστερεί σε σχέση με την κρατική-παλλάϊκή, αφού το προϊόν της αγροτικής οικονομίας αποτελεί συλλογική ιδιοκτησία των αγροτών

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 61

Page 63: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

και όχι παλλαϊκή ιδιοκτησία.Η πλέρια λειτουργία του νόμου της ισόμετρης αναλογικής ανάπτυξης όλης της

λαϊκής οικονομίας δεν εξαρτάται μόνο από την αποκατάσταση ενός ενιαίου μη­χανισμού διεύθυνσης της οικονομίας. Εξαρτάται και από την πορεία του κινήμα­τος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών και από την αποτελεσματικότητα της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων. Η κρατικοποίηση μετατρέπει τα μέσα παραγωγής σε παλλαϊκή ιδιο­κτησία, δεν εξασφαλίζει όμως και την κοινωνικοποίησή τους. Η κρατικοποίηση α­ποτελεί μόνο το πρώτο βήμα προς την κοινωνικοποίηση, είναι ανώριμη μορφή κοινωνικοποίησης. Η κοινωνικοποίηση έρχεται μόνο σαν αποτέλεσμα της ανά­πτυξης του κινήματος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών, σε τρόπο ώστε να αγκαλιάζει πς πιο πλατιές μάζες των εργαζόμενων, και της υπερνίκησης των φαινομένων αδιαφορίας προς τη σοσιαλιστική παραγωγή, καταχρήσεων, καθυ­στερήσεων σε σχέση με το πλάνο, ευνοιοκρατίας και παρασιπσμού σε βάρος της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που εξακολουθούν να επιβιώνουν και σ' ένα βαθμό να αναπαράγονται, εξαιτίας των επιβιώσεων της αστικής ψυχολογίας, εξαιτίας των ανισοτήτων του δικαίου στον τομέα της κατανομής, εξαιτίας της λειτουργίας (έ­στω και χωρίς το καπιταλιστικό τους περιεχόμενο) του νόμου της αξίας και της ε- μπορευματικής παραγωγής, εξαιτίας της ύπαρξης των ουσιωδών διαφορών ανά­μεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δου­λειά, που γεννούν αντιθέσεις (μη ανταγωνιστικού χαρακτήρα, αλλά ιδιαίτερης σημασίας για την πρόοδο του σοσιαλισμού) ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροπά και ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροπά (από τη μια) και τη σο­σιαλιστική διανόηση (από την άλλη).

(1 0 3 ) Η εργατική τάξη, που είναι η καθοδηγητική δύναμη της νέας κοινωνίας, αξιοποιώντας τα τεχνικά και οικονομικά πλεονεκτήματα της μεγάλης σοσιαλιστι­κής παραγωγής, τη συγκέντρωση των βασικών παραγωγικών μέσων και των μο­χλών διεύθυνσης της οικονομίας στα χέρια του κράτους, τη σχεδιασμένη καθο­δήγηση της οικονομίας, πς δυνατότητες του κρατικού μηχανισμού (προϋπολογι­σμός, φορολογία, διοικητική νομοθεσία), μελετώντας σωστά το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, ώστε ούτε στιγμή να μη διασαλεύεται η συμμαχία της με τα πλαπά μισοπρολεταριακά στρώματα, βασικά με τη φτωχή και μεσαία αγροπά, α­ναπτύσσει την ταξική της πάλη ενάνπα στην ασπκή τάξη και στα νέα κεφαλαιο­κρατικά στοιχεία, που θα ξεφυτρώνουν στη μεταβατική περίοδο από πς ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις και τη μικρή εμπορευματική παραγωγή, και αποσκο- πεί στο γρήγορο τράβηγμα της φτωχομεσαίας αγροπάς στο σοσιαλιστικό συνε­ταιριστικό σύστημα, και μέσω αυτού στο γενικό σύστημα του αναπτυσσόμενου σοσιαλισμού. Ετσι, οι σχέσεις αγοράς, μέσα σπς συνθήκες της ΛΣΔ, με τη σωστή πολιτική, οδηγούνται στην καταστροφή τους, συντελώντας στην εκτόπιση του ι­διωτικού κεφάλαιου, στη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της αγροτικής οικονομίας, στην παραπέρα συγκέντρωση και ouyκεντροποίηση των μέσων παραγωγής στα χέρια του κράτους της ΛΣΔ, που είναι απαραίτητος όρος για ν' αρχίσει η κρατικο­ποίηση να μετατρέπεται σε πραγματική κοινωνικοποίηση και να πραγματοποιείται το πέρασμα στον κομμουνισμό.

(1 0 4 ) Στην πρώτη φάση της οικοδόμησης των σοσιαλιστικών σχέσεων παρα­γωγής, το κράτος της ΛΣΔ αναγκαστικά θα καταφύγει στη χρησιμοποίηση των ει­δικών του ασπκού καθεστώτος. Γ Γ αυτό και είναι απαραίτητο όχι μόνο να ασκεί­ται ο πιο αυστηρός εργατικός έλεγχος πάνω σ' αυτούς τους ειδικούς, αλλά και να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στον τομέα της εκπαίδευσης, που θα δημιουργήσει τους νέους ειδικούς της ΛΣΔ, προερχόμενους από πς γραμμές των φιλικών τά­ξεων και στρωμάτων.

Η ταξική πάλη της εργατικής τάξης και της συνεταιρισμένης αγροτιάς θα συνε­χιστεί και απέναντι στη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση, χωρίς όμως να έχει αντα­γωνιστικό χαρακτήρα. Αυτή η πάλη είναι απαραίτητη, ώστε να αποφευχθεί' η δη­μιουργία προνομιούχου στρώματος από τη σοσιαλιστική διανόηση, που κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να αποτελέσει κοινωνικό στήριγμα της παλινόρθω­σης του καπιταλισμού, μετεξελισσόμενο σε νέα ασπκή τάξη. Ο κίνδυνος αυτός υ­πάρχει λόγω των διευθυντικών θέσεων που κατέχει η σοσιαλιστική διανόηση στην οικονομία και στη διοίκηση, λόγω της διαφοροποιημένης κλίμακας μισθών, λόγω των αντικειμενικά ευνοϊκότερων κοινωνικών συνθηκών κάτω από πς ο­ποίες ζει, στη φάση που ο σοσιαλισμός δεν έχει καταχτήσει ακόμη εκείνο το επί­πεδο ωρίμανσης, που απαιτείται για το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμου­νιστικής κοινωνίας. Γ ια να μπορέσει να αναπτυχθεί αυτή η ταξική πάλη πρέπει να διευκολύνεται από όλο το σύστημα της κοινωνικής οργάνωσης και των θεσμών. Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη διαφοροποίηση της κλίμακας των μι­σθών, ώστε η κατάσταση που αντικειμενικά διαμορφώνεται στα πρώτα στάδια α­

62 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 64: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

νάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής να μη παγιώνεται, αλλά να μετα­βάλλεται δυναμικά, με το κλείσιμο της φολίδας, από τη μια, κα με την άνοδο συ­νολικά του βιοτικού κα πολιτιστικού επιπέδου της κανωνίας, από την άλλη. Πρέ­πει να εξασφαλίζονται στον ανώτατο βαθμό τα δικαιώματα των εργαζόμενων κολλεκτίβων στην άσκηση του εργατικού ελέγχου πάνω στα διευθυντικά κα τε­χνικά στελέχη της παραγωγής κα της κατανομής, καθώς κα τα δικαώματα των Λαϊκών Συμβουλίων για την άσκηση του ελέγχου στα εκτελεστικά τους όργανα.

4. Φροντίδα για τον εργαζόμενο(1 0 5 ) Το καθεστώς της ΛΣΔ όχι μόνο θα ικανοποιήσει χρόνια ατήματα, για τα

οποία α εργαζόμενα δίνουν σκληρούς αγώνες μέσα στον καπιταλισμό, αλλά θα πάρει τέπα μέτρα, που θα ελαφρύνουν τη δουλειά κα θα επιτρέπουν στον εργα­ζόμενο να παίρνει μέρος σ' όλες πς εκδηλώσεις της κανωνικής ζωής, να ανεβά­ζει το μορφωτικό κα το πολιτιστικό του επίπεδο, να συμμετέχει άμεσα στη δια­χείριση όλων των κρατικών κα οικονομικών υποθέσεων. Η εκμετάλλευση ανθρώ­που από άνθρωπο θα εξαλειφτεί. Μαζί της θα εξαλειφτεί κα η ανεργία. Ο εργαζόμενος θα γίνει πραγματικός αφέντης στη δουλειά κα στο προϊόν της, πρωταγωνιστής όλων των εκδηλώσεων της κανωνικής ζωής κα όχι απόβλητός της.

Στη μεταβατική περίοδο προς την οικοδόμηση των σοααλιστικών σχέσεων πα­ραγωγής σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας, α μισθοί των εργαζόμενων σε ιδιωπ- κές επιχειρήσεις θα είνα ίσα με τους μισθούς των εργαζόμενων στο σοααλισπ- κό τομέα της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, κανένας εργαζόμενος δεν θα παίρνει μισθό κατώτερο από εκείνον που απατείτα για να απολαμβάνει μια άνετη ζωή, σύμφωνα με τα πρότυπα της σοααλισπκής κα όχι της καπιταλιστικής κοι­νωνίας. Με την πλέρια οικοδόμηση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής κα την εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο θα εξαφανιστούν και α κατηγορίες που προσδιορίζουν τις κοινωνικές σχέσεις στον καπιταλισμό, ό­πως αναγκαία εργασία και υπερεργασία, αξία της εργατικής δύναμης κα υπερα­ξία. Οι νέες αξίες που παράγοντα ανήκουν εξολοκλήρου στους εργαζόμενους. Ενα τμήμα τους θα το παίρνουν με το μισθό, ώστε να μπορούν μέσω αυτού να α­γοράζουν τα προϊόντα ατομικής κατανάλωσης που ανήκουν στην εμπορευμαπκή κυκλοφορία. Ενα άλλο τμήμα τους θα πηγαίνει για πς ανάγκες της σοααλισπκής συσσώρευσης, για τη διαρκή επέκταση κα τελειοποίηση της σοααλισπκής παρα­γωγής, με τελικό στόχο την αφθονία προϊόντων σε ύψος που θα επιτρέπει την ε­ξάλειψη κάθε κοινωνικής ανισότητας. Και ένα τρίτο μέρος θα διατίθετα από το κράτος της ΛΣΔ, έξω από τη σφαίρα της εμπορευματικής οικονομίας, για τη συ­νεχή άνοδο των κανωνικών υπηρεαών προς τους πολίτες (παδεία, πολιτισμός, υγεία, προστασία της μητρότητας κα των γηραπών κ.λπ.), για την ενίσχυση του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και της άμυνας της σοααλισπκής πατρί­δας.

Μια κλίμακα μισθών είνα απαραίτητη στο οικονομικό καθεστώς της ΛΣΔ. Αν δεν παίρνοντα υπόψη οι διαφορές ανάμεσα στην ειδικευμένη κα την ανειδίκευτη εργασία, ανάμεσα στη βαριά και την ελαφριά εργασία, το σοααλιστικό σύστημα θα κατατρύχετα από συνεχή διαρροή εργατών από ορισμένες επιχειρήσεις προς άλλες, από ορισμένους οικονομικούς κλάδους προς άλλους, καθώς κα από την υποχώρηση του ενδιαφέροντος για την άνοδο της παραγωγικότητας της εργα­σίας μέσω της τελειοποίησης της τεχνολογίας κα της τεχνικής της παραγωγής. Κι αυτό γιατί η σοααλιστική κανωνία μόλις έχει βγει από τον καπιταλισμό, γιατί η κοινωνία δεν έχει εξασφαλίσει ακόμη εκείνη την ιδιαίτερα ψηλή συσσώρευση και αφθονία προϊόντων, γιατί τα μέσα ατομικής κατανάλωσης πραγματοποιούντο α­κόμη σαν εμπορεύματα, γιατί τέλος η συνείδηση των εργαζόμενων δεν έχει φτά- σει σε κείνο το επίπεδο που να αντιμετωπίζει τη δουλειά σαν φυσική ανάγκη κα όχι σαν καταναγκασμό. Αυτή η κλίμακα μισθών όμως δεν θα δημιουργεί ταξικές α­νισότητες κα συνέχεια θα σμικρύνεται. Αποφααστικός παράγοντας γι' αυτό θα είνα η ίδια η πρόοδος του σοααλιστικού συστήματος, που θα παρέχει όλο και περισσότερες κοινωνικές υπηρεσίες στους εργαζόμενους, ώστε βαθμιαία ένας μεγαλύτερος όγκος των μέσων συντήρησης κα των δημιουργημάτων της πνευ­ματικής παραγωγής να παραχωρούντα στους εργαζόμενους έξω από τη σφαίρα της εμπορευματικής κυκλοφορίας, διαδικασία που συνεχώς θα μειώνει την οικο­νομική σημασία του μισθού.

Οι ημερήσιες ώρες δουλειάς θα μειωθούν σε 6 (πενθήμερη βδομάδα) κα στις βαριές κα ανθυγιεινές εργασίες σε 5. Ανάλογα με την άνοδο της παραγωγικότη­τας της κανωνικής εργασίας α ώρες εργασίας θα μειώνονται κι άλλο. Οι υπερω­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 63

Page 65: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ρίες θα απαγορευτούν. Η εργατική τάξη, μέσα στον καπιταλισμό, θεωρεί πως εί­ναι υπερώριμο το αίτημα του 7ωρου - δημερου, το έχει διατυπώσει, το διεκδικεί και το έχει καταχτήσει σε ορισμένους (λίγους) κλάδους. Η ύπαρξη της στρατιάς των ανέργων, η ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας, που χαρακτηρίζει τον ελληνικό καπιταλισμό, ο υπερπληθυσμός της φτωχής και μεσαί­ας αγροπάς, αποτέλεσμα της ιδιαίτερα χαμηλής παραγωγικότητας της αγροτι­κής οικονομίας, φαινόμενα που θα εξαλείψει η οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, σε συνδυασμό με το σημερινό επίπεδο της τεχνικοεπιστη- μονικής προόδου, θα επιτρέψουν στη ΛΣΔ να εφαρμόσει εξαρχής αυτή τη γενική μείωση του ημερήσιου χρόνου δουλειάς σπς 6 ώρες και σπς 5 για τους κλάδους της βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας.

Η νυχτερινή δουλειά θα περιοριστεί μόνο στους κλάδους όπου είναι εντελώς α­παραίτητη. Θα απαγορευτεί η νυχτερινή δουλειά για πς γυναίκες, καθώς και η δουλειά σε ανθυγιεινές εργασίες.

Θα καθοριστούν νόρμες εντατικότητας της δουλειάς, σύμφωνα με πς απαιτή­σεις προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζόμενων, όπως αυτές καθορίζονται από τη σύγχρονη επιστήμη της υγιεινολογίας, της εργονομίας και της ιατρικής. Η άνοδος της παραγωγής και η σοσιαλιστική συσσώρευση θα επι­τυγχάνονται με την άνοδο της παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας και τη μείωση ταυτόχρονα της εντατικότητας. Ο σχεδιασμός μηχανών και παραγωγικών διαδικασιών θα γίνεται όχι με στεγνά τεχνοκρατικά κριτήρια, αλλά με πρωταρχικό κριτήριο τη μείωση της έντασης της δουλειάς των εργαζόμενων, τη μετατροπή των βαριών εργασιών σε ελαφριές, την ασφάλεια και την υγιεινή της δουλειάς.

Ολα α πολίτες της ΛΣΔ θα έχουν πλήρη Κανωνική Ασφάλιση, που θα τους κα­λύπτει στα γηρατειά, καθώς και από ανικανότητα, ατυχήματα, ανεργία (στη φάση της μεταβατικής περιόδου) κ.λπ. Οι εργαζόμενοι θα συνταξιοδοτούντα στα 60 χρόνια α άνδρες κα στα 55 α γυναίκες, κα σε βαριές κα ανθυγιεινές εργασίες (που θα καθοριστούν με νέα σοααλισπκά κριτήρια κα όχι με τα κριτήρια του καπι­ταλισμού) στα 55 α άνδρες κα στα 50 α γυναίκες. Οι δαπάνες της Κοινωνικής Α­σφάλισης θα καλύπτοντα αποκλειστικά από το κράτος κα από τους εργοδότες, στο βαθμό κα για όσο θα υπάρχουν ακόμη ιδιώτες επιχειρηματίες. Τα ασφαλιστι­κά ταμεία θα διοικούνται από τους ίδιους τους ασφαλισμένους και συνταξιού­χους.

Η μητρότητα θα τύχει πλήρους προστασίας. Η εργαζόμενη γυναίκα θα έχει όση άδεια χρειάζετα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης κα μετά απ' αυτή. Θα υπάρχει μειωμένο ωράριο για τη μητέρα με ανήλικα παδιά. Θα δημιουργηθεί πλήρες δί­κτυο βρεφονηπιακών σταθμών κα παδικών πάρκων, με προσανατολισμό το χώ­ρο δουλειάς κα όχι το χώρο κατοικίας.

(1 0 6 ) Η υγεία του λαού θα αποτελεί πρώτη προτεραότητα για το κράτος της ΛΣΔ. Με την εθνικοποίηση όλων των ιδιωτικών νοσηλευτικών και διαγνωστικών κέντρων, καθώς κα της φαρμακοβιομηχανίας, όλα α πολίτες θα έχουν πλήρη ια­τρική, νοσοκομειακή κα φαρμακευτική περίθαλψη, με δαπάνες του κράτους. Το βάρος θα πέσει ιδιαίτερα στον τομέα της πρόληψης, που είνα ο πιο σημαντικός για την προστασία της υγείας του λαού.

Σε εντελώς νέες βάσεις θα τεθεί η Υγιεινή κα Ασφάλεια της Εργασίας. Το κρά­τος της ΛΣΔ δεν θα περιοριστεί στα διεθνή στάνταρ για την ασφάλεια των μηχα­νών κα των παραγωγικών διαδικααών κα για πς τιμές συγκέντρωσης των ρλα- πτικών παραγόντων, στάνταρ που είνα φτιαγμένα έτα ώστε να προστατεύουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών κα να συσκοτίζουν την καθημερινή υπόσκαψη της υγείας των εργαζόμενων, αλλά χρησιμοποιώντας την επιστημονική έρευνα στο πιο ψηλό επίπεδο, θα δημιουργήσει νέα στάνταρ, που θα ανταποκρίνοντα στις ανάγκες της πλέριας προστασίας της ασφάλειας κα της υγείας των εργαζό­μενων από κινδύνους ατυχημάτων κα βλαπτικούς παράγοντες (φυσικούς κα χη­μικούς) στο χώρο δουλειάς. Καμιά νέα χημική ουσία δεν θα μπαίνει στην παραγω­γή αν προηγούμενα δεν ελεγχθεί τοξικολογικά. Παράλληλα, τα τοξικολογικά ερ­γαστήρια θα προχωρήσουν σε έλεγχο των ουαών που χρησιμοποιούντο στην καπιταλιστική παραγωγή χωρίς να έχουν ελεγχθεί κα σε επανέλεγχο εκείνων των ουαών για πς οποίες υπάρχουν καπιταλιστικά στάνταρ (σε πρώτη προτερα­ότητα εκείνων των ουαών για πς οποίες έχουν εγερθεί αμφισβητήσεις κα υπάρ­χουν συγκρουόμενες απόψεις), που όμως έχουν δημιουργηθεί με κριτήριο την ε­ξασφάλιση της μέγιστης κερδοφορίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων.

(1 0 7 ) Η οικονομική ανάπτυξη θα γίνετα με απόλυτο σεβασμό στην προστασία των φυσικών πόρων κα του περιβάλλοντος. Η οικολογική καταστροφή αποτελεί μια ακόμη πλευρά της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ένα ακόμη βαρύ φόρο που πληρώνει η ανθρωπότητα στο κεφάλαο. Η οικολογική καταστροφή δεν είνα α­ποτέλεσμα του βιομηχανικού πολιτισμού γενικά, όπως ισχυρίζετα η μικροαστική

i l l I ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993•χ :

Page 66: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

οικολογία, αλλά αποτέλεσμα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού στο κυνήγι του μεγίστου κέρδους. Ο σοσιαλισμός θα αποδείξει την υπεροχή του και σ' αυτόν τον τομέα. Θα αποδείξει, όπ η ανθρωπότητα δεν χρειάζεται να επιστρέφει στην επο­χή της φυσικής οικονομίας, προκειμένου να προστατεύσει τον πλανήτη από την οικολογική καταστροφή, αλλά μπορεί να πετύχει το πιο ψηλό επίπεδο ανάπτυξης και αφθονία προϊόντων, στη βάση ενός σοσιαλιστικού βιομηχανικού πολιπσμού, που θα προστατεύει τον άνθρωπο και το «ανόργανο σώμα του», τη φύση. Σ’ αυ­τόν τον απαράβατο κανόνα, που θα αποτελεί χαρακτηριστικό του βασικού οικο­νομικού νόμου του σοσιαλισμού, θα υποταχτεί και η ανάπτυξη της πυρηνικής τε­χνολογίας.

Οι πληγές που έχει δημιουργήσει η ληστρική δράση του καπιταλισμού στην Ελ­λάδα είναι πολλές. Η ΛΣΔ θα ξεκινήσει ένα ταχύ πρόγραμμα επούλωσής τους, χωρίς να υπολογίσει το οικονομικό κόστος που θα απαιτηθεί.

5. Φροντίδα για τη Νεολαία - Παιδεία - Πολιτισμός(1 0 8 ) Επειδή η άνοδος του μορφωτικού και πολιπσπκού επιπέδου της νεολαί­

ας και όλου του λαού και η διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, του ανθρώπου της κομμουνιστικής κοινωνίας, αποτελεί όρο για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και της ανέλιξής του προς την ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, η Παιδεία αποτελεί για τη ΛΣΔ τομέα πρώ­της προτεραιότητας, για την οργάνωση και την πρόοδο του οποίου δεν θα λογα­ριάσει κανένα κόστος.

Η μόρφωση της νεολαίας και του λαού θα γίνει υπόθεση αποκλειστικά του κρά­τους της ΛΣΔ κα θα παρέχετα δωρεάν σε όλους. Ολα, χωρίς καμιά εξαίρεση, τα ιδιωτικά εκπαδευτήρια κάθε βαθμίδας θα εθνικοποιηθούν.

Η ΛΣΔ θα καθιερώσει άμεσα το δεκατετράχρονο υποχρεωτικό σχολείο, που θ' αρχίζει στην ηλικία των 4 ετών κα θα τελειώνει στα 18 (2 χρόνια νηπιαγωγείο, 6 δημοτικό, 6 γυμνάαο). Το αίτημα αυτό είνα υπερώριμο κα οι εργαζόμενοι το διεκδικούν κα μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, ανεξάρτητα από το γεγονός όπ προσκρούει στην πολιτική της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού κα­πιταλισμού. Η δουλειά των παδιών κα των νέων μέχρι τα 18 χρόνια θα απαγο­ρευτεί.

Η ΛΣΔ θα καθιερώσει τον ενιαίο τύπο σχολείου, το σχολείο της γενικής και πο­λυτεχνικής μόρφωσης. Είνα ο μοναδικός τύπος σχολείου που συνδέει την ολό­πλευρη μόρφωση με την παρατήρηση κα το πείραμα στη μαθηαακή διαδικασία κα την παραγωγική εργασία στη βιομηχανία κα την αγροτική οικονομία.

Στο εκπαδευτικό σύστημα της ΛΣΔ θα καταργηθούν όλες οι «αξιολογικές κρί­σεις» (εξετάσεις, αριθμητική βαθμολογία κ.λπ.), γιατί όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά υπονομεύουν τη μαθηαακή διαδικασία, καλλιεργούν τον ανταγωνισμό κα εξυπη­ρετούν βασικά τις απαιτήσεις του ιεραρχικού καπιταλιστικού καταμερισμού της εργααας. Στα πλαίαα αυτής της βασικής κατεύθυνσης θα καταργηθούν τόσο οι προαγωγικές εξετάσεις μέσα στο δεκατετράχρονο υποχρεωτικό σχολείο κα οι εισαγωγικές εξετάσεις για την πανεπιστημιακή βαθμίδα της εκπαίδευσης. Με την κατάργηση των εξετάσεων κα ειδικά των εισαγωγικών εξετάσεων για την πανε­πιστημιακή βαθμίδα, όχι μόνο ικανοποιείται ο λαϊκός πόθος για πανεπιστημιακή μόρφωση, αλλά κα αποτρέπετα — σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικοδόμησης — η αναπαραγωγή της μη ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική κα την πνευματική δουλειά κα επιταχύνετα η διαδικασία της εξάλειψής της.

Η κατάργηση των εξετάσεων δεν δημιουργεί κανένα «χάος» ή «κενό», γιατί συ- νοδεύετα από αλλαγή στην ίδια τη διαδικασία κατάχτησης της γνώσης, αφού η λειτουργία του σχολείου της ΛΣΔ θα στηριχτεί σπς βάσεις της μαρξιστικολενινι- σπκής παδαγωγικής επιστήμης, που βρίσκετα σε ευθεία αντίθεση με την αστική.Η μαρξιστικολενινιστική παδαγωγική επιστήμη δεν υπηρετεί απλά τη διαδικασία κατάχτησης της γνώσης, αλλά κα τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου. Στηριγμέ­νη στην ομαδική δουλειά κα στο συλλογικό πνεύμα, χρησιμοποιώντας την αναλυ- τικοσυνθετική μέθοδο κα τον διαλεχτικό κα ιστορικό υλισμό και προωθώντας την ταξική πάλη μέσα στην ίδια τη σχολική κολλεχτίβα (στην οποία περιλαμβάνο­νται δάσκαλα κα διδασκόμενα), έχει σαν στόχο να μετατρέψει τη μόρφωση από ατομική σε συλλογική υπόθεση, σε μοχλό για την πρόοδο του σοααλιστικού κοι­νωνικοοικονομικού συστήματος. Ο μαθητής του σοααλιστικού σχολείου αποχτά συνείδηση των τεράστιων θυαών σπς οποίες υποβάλλετα η κανωνία για να του εξασφαλίσει απρόσκοππη από ταξικούς φραγμούς πρόσβαση στη γνώση, αποχτά συνείδηση των υποχρεώσεών του κα βλέπει την κατάχτηση της γνώσης όχι σαν μια στενά προσωπική του υπόθεση, αλλά σαν μέσο όπου μέσω της προσωπικής

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 67: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

του τελείωσης θα υπηρετήσει την κοινή υπόθεση της κοινωνίας. Ο δάσκαλος του σοσιαλιστικού σχολείου δεν είναι ο κυρίαρχος του αστικού σχολείου. Εχει τις δι­κές του υποχρεώσεις απένανπ στους μαθητές και την κοινωνία και υποβάλλεται σε κριτική απ' αυτούς. Ετσι λειτουργεί η ταξική πάλη μέσα στο σοσιαλιστικό σχο­λείο και αποτελεί την κινητήρια δύναμη για το ξεπέρασμα των καθυστερήσεων και τη συνεχή πρόοδό του.

Στο ξεκίνημα αυτών των επαναστατικών αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα, που γκρεμίζουν εκ θεμελίων το αστικό σχολείο, η ΛΣΔ θα έχει να επιλύσει πολλά προβλήματα, θα πρέπει να ξεπεράσει μια ολόκληρη κληρονομιά από τον καπιτα­λισμό. Ταυτόχρονα όμως θα διαθέτει και πλούσια πεφα (από το έργο των μαρξι- στών-λενινιστών εκπαιδευπκών και τη θετική και αρνητική πείρα της σοσιαλιστι­κής ΕΣΣΔ) και το θάρρος να πειραματίζεται συνέχεια και να γενικεύει θεωρητικά τη νέα πείρα, γιατί το στοιχείο του πειραμαπσμού είναι περισσότερο επιβεβλημέ­νο ατά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη μόρφωση, όπου κάθε συντηρηπ- σμός πρέπει να πεταχτεί στα σκουπίδια.

Από τον καπιταλισμό θα κληρονομηθεί μια μεγάλη μάζα εκπαιδευπκών όλων των βαθμιδών, γαλουχημένων στο πνεύμα της αστικής παιδαγωγικής, συνηθισμέ­νων στα ιδιαίτερα μαθήματα σαν δεύτερη δουλειά, και θα απαιτηθούν μια σειρά μέτρα για την προσέλκυσή τους στη δουλειά του σοσιαλιστικού σχολείου. Το πρόβλημα της δημιουργία «κόκκινων» εκπαιδευτικών θα υφίσταται, παρά το γε­γονός όπ από τον καπιταλισμό η ΛΣΔ θα κληρονομήσει πληθώρα εκπαιδευτικών, παρά το γεγονός όπ τα κατώτερα στρώματα της διανόησης είναι σύμμαχοι του προλεταριάτου και της φτωχομεσαίας αγροτιάς στη λάϊκοδημοκραπκή - σοσιαλι­στική επανάσταση.

Η ΛΣΔ αναγκαστικά θα εφαρμόσει μια σειρά μεταβατικά μέτρα για να αντιμετω­πίσει μια σειρά άλλα προβλήματα. Θα δημιουργηθούν ενδιάμεσος εκπαιδευπκές βαθμίδες ανάμεσα στο δεκατετράχρονο σχολείο και το πανεπιστήμιο, για τους νέους που δεν θα θελήσουν να συνεχίσουν στο πανεπιστήμιο (η ύπαρξη του τα­ξικού χωρισμού, των πολλαπλών μορφών οικονομικής δραστηριότητας στη μετα­βατική περίοδο και των δυο μορφών σοσιαλιστικής παραγωγής στη συνέχεια, κα­θώς και η διατήρηση του αστικού δικαίου στην κατανομή, θα δημιουργήσουν και τέπες διαφορετικές τάσεις στον τομέα της μόρφωσης). Εκπαιδευτικές βαθμίδες όμως που πάντα θα στηρίζονται στην αρχή της παροχής γενικής και πολυτεχνι­κής μόρφωσης, ώστε ο πολίτης της ΛΣΔ να μπορεί οποτεδήποτε να συνεχίσει πς σπουδές του μέχρι την ανώτατη εκπαιδευτική βαθμίδα. Θα δοθεί η δυνατότη­τα, με διάφορους τρόπους, να συνεχίσουν πς σπουδές τους οι ενήλικες εργαζό­μενοι, που στον καπιταλισμό πετάχτηκαν έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα σε κάποια από πς δυο πρώτες βαθμίδες του. Η τάση αυτή ανάμεσα στους ενήλικες εργαζόμενους της ΛΣΔ θα μεγαλώνει συνέχεια όσο θα αυξάνεται το γενικό βιοπ- κό και πολιπσπκό επίπεδο της κοινωνίας.

Ο διαχωρισμός της μόρφωσης από το επάγγελμα είναι το βάθρο πάνω στο ο­ποίο η ΛΣΔ θα στηρίξει το εκπαιδευτικό της σύστημα. Γ ια να διαμορφωθεί πλα- τειά μια τέπα συνείδηση στους εργαζόμενους θα απαιτηθεί χρόνος και κόπος. Θα πρέπει να υπερνικηθεί η ριζωμένη από τον καπιταλισμό περιφρόνηση προς τη σωματική δουλειά. Θα πρέπει οι ίδιες οι κολλεχτίβες των ανώτερων εκπαιδευπ- κών ιδρυμάτων, σε συνεργασία με πς κολλεκτίβες των οικονομικών μονάδων, να αποφασίζουν συλλογικά για την κατανομή των εργαζόμενων με το ίδιο επίπεδο μόρφωσης ανάμεσα στους κλάδους και τις ειδικότητες της λαϊκής οικονομίας, σύμφωνα με το σχέδιο. Οταν απουσιάζει το στοιχείο της ευνοιοκορατίας και των προνομίων, που μπορεί να οδηγήσει σε νέα ταξική διάσπαση, όταν η σωματική δουλειά αλαφραίνει και μειώνονται οι ώρες εργασίας, όταν γεφυρώνεται η αντί­θεση ανάμεσα στη σωματική και τη πνευματική δουλειά, όταν η ύπαιθρος ανθίζει και γεφυρώνεται η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, όταν αναπτύσσε­ται ραγδαία και σ’ όλα τα επίπεδα ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής, τότε και στη συνείδηση του κάθε εργαζόμενου και νέου θα εδραιώνεται ο διαχωρισμός της μόρφωσης από το επάγγελμα, θα παύει να θεωρεί ντροπή τη χειρωνακτική δουλειά και θα αναζητά τα φώτα της γνώσης πανεπιστημιακού επίπεδου, ακόμη κι αν δουλεύει σαν μεταλλωρύχος.

(109) Τα μεγάλα τυπογραφεία, οι εφημερίδες, οι εκδοτικοί οίκοι, οι κινηματο­γραφικές και θεατρικές επιχειρήσεις απαλλοτριώνονται, περνούν στη διαχείριση των Λαϊκών Συμβουλίων και των μαζικών οργανώσεων και χρησιμοποιούνται για την πολιπσπκή αναγέννηση του λαού και του τόπου. Οι εργαζόμενοι του πνεύμα­τος και της τέχνης θα τύχουν της πιο ισχυρής υποστήριξης από τη μεριά του κράτους, ώστε απερίσπαστοι να μπορούν να επιδοθούν στο δημιουργικό τους έργο, στα πλαίσια του παγκόσμιου επαναστατικού και προοδευτικού πολιτισμού. Καμιά ικανότητα και κανένα ταλέντο δεν θα βρίσκει στο σύστημα της ΛΣΔ ανυ-

66 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 68: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

πέρβλητα εμπόδια για την ανάπτυξη κα καταξίωσή του. Ο νέος σοααλιστικός πολιπομός θα αξιοπαήσει όχι μόνο πς εθνικές παραδόσεις κα την προοδευτική καλλιτεχνική δημιουργία του λαού μας, αλλά - μακρυά από κάθε εθνική στενότη­τα - την παγκόσμια προοδευτική καλλιτεχνική δημιουργία, υλοπαώντας το διε- θνιστικό όραμα του προλεταριάτου και υπηρετώντας τα ιδανικά του κομμουνι­σμού, τα ιδανικά της κανωνικοποιημένης ανθρωπότητας. Στα πλαίαα αυτού του πολιπσμού θα αναπτυχθούν τα πιο διαφορετικά καλλιτεχνικά ρεύματα, θα γίνει η πιο πλούσια αναζήτηση, συζήτηση κα σύγκρουσή τους, πάνω στη βάση των κα­νών ταξικών αναφορών τους.

(110)0 αθληπσμός θα απαλλαγεί από την εμπορευματοποίηση που τον χαρα­κτηρίζει στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα και που τον καταδικάζει στο ανθρωποε­μπόριο, τη βαρβαρότητα κα τον αγριανθρωπισμό. Θα γίνει μέσο ανάπτυξης του σοααλιστικού πολιπσμού, μέσο βελτίωσης της υγείας του λαού κα της νεολαίας, μέσο ανόδου της σοααλισπκής συνείδησης, του πνεύματος ευγενούς άμιλλας των νέων. Δίπλα στο μαζικό λάικό αθληπσμό θα αναπτυχθεί κα ο αθληπσμός ψη­λού επιπέδου, στα ατομικά κα τα ομαδικά αθλήματα, που προσφέρει ξεχωριστές συγκινήσεις στο λαό, σαν στοιχείο του πολιπσμού. Ο αθληπσμός θα ενισχύεται από το κράτος κα πς κοινωνικές οργανώσεις, που θα παρέχουν στους αθλητές ψηλών επιδόσεων όλα τα μέσα για να καλλιεργήσουν πς ικανότητές τους, όπως ακριβώς κα στους εργαζόμενους του πολιπσμού. Σε καμιά περίπτωση οι αθλητές δεν θα οδηγηθούν στο πνεύμα του ανταγωνιστικού πρωταθληπσμού, που χαρα­κτηρίζει τον αθληπσμό στον καπιταλισμό, κα οδηγεί στο ντοπάρισμα κα στην κα­ταστροφή της σωματικής και ψυχικής υγείας των πρωταθλητών στο βωμό της «σόου μπίζνες».

6. Οι τάξεις στη ΛΣΔ(111) Η ΛΣΔ, μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, είνα συνέχιση της

ταξικής πάλης κάτω από νέες συνθήκες. Είνα σκληρή, πεισματώδης πάλη, βίαη κα ειρηνική, αιματηρή κα αναίμακτη, οικονομική κα πολιτική, διαπαδαγωγητική κα διοικητική, ενάνπα στα υπολείμματα των εκμεταλλευτικών τάξεων, ενάντια στην εξωτερική καπιταλιστική επιβουλή κα εκβίαση, ενάνπα στα νέα ασπκά στα- χεία που γεννά η μικροεμπορευματική παραγωγή, όσο αυτή διατηρείτα, ενάνπα σπς επιβιώσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας στους τομείς της ιδεολογίας, του πολιπσμού, των κοινωνικών συνηθειών, της ηθικής.

Η ταξική πάλη συνεχίζετα σ' όλη τη διάρκεια του λάικοδημοκρατικού - σοααλι- στικού συστήματος, αλλά α μορφές και το περιεχόμενό της αλλάζουν, ανάλογα με πς αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της κοινωνίας κα στους αμοιβαίους συ- σχεπσμούς των διάφορων τάξεών της.

(112) Στη μεταβατική περίοδο από την κατάχτηση της εξουσίας μέχρι την ε­γκαθίδρυση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής σ όλη την κλίμακα της οικο­νομίας, το βασικό καθήκον της ΛΣΔ είνα να συντρίψει την αντίσταση των εκμε­ταλλευτών, ολοκληρώνοντας τη συντριβή του αστικού κρατικού μηχανισμού, την απαλλοτρίωση της αστικής τάξης κα των ξένων μονοπωλίων στη Βιομηχανία, την αγροτική οικονομία, την πίστη, τις τράπεζες κα όλους τους υπόλαπους το­μείς της υλικής κα μη υλικής παραγωγής κα κατανομής. Ενάνπα στην κεφαλαο-. κρατία του χωριού και της πόλης, στις πολιτικές κάστες του αστικού συστήμα­τος, στην ανώτερη κρατική, οικονομική, στραπωτική κα αστυνομική γραφειοκρα­τία πρέπει να ασκηθεί η πιο ανελέητη δικτατορία των νικητριών τάξεων και στρωμάτων της ΛΣΔ, υπό την καθοδήγηση της εργατικής τάξης.

Η χρησιμοποίηση των οργανωτικών κα επιστημονικών γνώσεων κα ικανοτήτων ενός τμήματος του διευθυντικού στρώματος της αστικής κοινωνίας, που αποτε­λεί αναγκαία ειδικευμένη κανωνική δύναμη, μπορεί να γίνει μόνο μετά τη στερέ­ωση της εξουσίας της ΛΣΔ κα υπό τον όρο της άσκησης πάνω σ' αυτό το στρώ­μα του πιο αυστηρού εργατικού κα κανωνικού ελέγχου κα της κατάπνιξης κάθε αντεπανασταπκής εκδήλωσης από τη μεριά του.

Η ταξική πάλη που διεξάγουν η εργατική τάξη, η φτωχομεσαία αγροτιά και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων απέναντι στην αστική τάξη, κα σ' αυτή που έχει απαλλοτριωθεί κα στο κατώτερο τμήμα της, που ακόμη δεν απαλλοτριώθηκε, έ­χει καθαρά ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αποσκοπεί στην εξάλειψη της αστικής τά­ξης σαν τέπας, με το ξερίζωμά της απ' όλες πς σφαίρες της οικονομίας. Η φτω­χομεσαία αγροπά θα βοηθηθεί απεριόριστα από το κράτος της ΛΣΔ ώστε να φέ­ρει σε πέρας την πάλη ενάντια στην ασπκή τάξη του χωριού κα να μετατρέψει τους συνεταιρισμούς καπιταλιστικού τύπου σε συνεταιρισμούς συνεπούς σοαα- λισπκού τύπου, με την κοινή συνεταιριστική καλλιέργεια, πάνω στη βάση της μη-

ΜΑΡΞΙΣΤ1ΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 69: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

χανοποίησης και της χρήσης των επιτευγμάτων της πιο σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας. Την ίδια περίοδο θα συνεχίζεται η πάλη για το τράβηγμα των μι- σοπρολετάριων της πόλης στο γενικό σύστημα της σοσιαλιστικής οικονομίας. Την ίδια περίοδο και ανάλογα με τους ρυθμούς ανόρθωσης της μεγάλης σοσιαλι­στικής παραγωγής, η ταξική πάλη της εργατικής τάξης και της συνεταιρισμένης αγροπάς θα στρέψει τα βέλη της στα αστικά στρώματα που έμειναν ανέγγιχτα αρχικά από πς κρατικοποιήσεις, ώστε βαθμιαία να εξαλείψει αυτή τη μορφή παρα­γωγής, που αναπαράγει τον καπιταλισμό και πς εμπορευμαπκές σχέσεις.

(113) Η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμό στην εγκαθίδρυση των σο­σιαλιστικών σχέσεων παραγωγής σ όλη την κλίμακα της οικονομίας δεν θα είναι μακρόχρονη. Το τέλος της θα σημάνει εκτεταμένες αλλαγές στην ταξική διάρ­θρωση της κοινωνίας κα σπς αμοιβαίες σχέσεις των διάφορων τάξεων κα στρω­μάτων. Η ασπκή τάξη θα εξαφανιστεί σαν τάξη. Από τη φτωχομεσαία αγροπά του καπιταλισμού κα της μεταβατικής περιόδου θα ξεπηδήσει μια νέα τάξη, η συνε­ταιρισμένη αγροτιά της ΛΣΔ, τάξη που θα συνδέετα με σχέσεις φιλίας κα αμοι­βαίας συνεργασίας με την εργατική τάξη, αλλά ταυτόχρονα κα με σχέσεις αντί­θεσης, που απορρέει από τη διαφορετική θέση αυτών των δυο τάξεων στο σο- ααλιστικό σύστημα. Το μισοπρολεταριάτο των πόλεων θα έχει περάσει στην εργατική τάξη, αφού η θέση του στο σοααλιστικό σύστημα παραγωγής θα του ε­ξασφαλίζει καλύτερες υλικές κα πολιπσπκές συνθήκες, σε σχέση με τη θέση του σαν μικροπαραγωγού κα μικρέμπορου. Ενα μικρό τμήμα, που μπορεί να επιμένει σπς αυταπάτες της ατομικής οικονομικής δραστηριότητας, δεν θα διαδραματίζει κανένα σημαντικό οικονομικό κα κοινωνικό ρόλο κα βαθμαία θα εξαφανίζετα. Η παλιά ασπκή διανόηση θα διασπαστεί οριστικά. Το κατώτερο τμήμα της θα προ­σχωρήσει στο σοααλισμό. Ενα ενδιάμεσο τμήμα θα υποταχτεί αναγκαστικά στο νέο κανωνικοοικονομικό καθεστώς, αφού θα έχει χάσει κάθε ελπίδα παλινόρθω­σης του καπιταλισμού κα των προνομίων του. Κα το ανώτερο τμήμα, αυτό που έ­χει συνδεθεί απόλυτα με την αστική τάξη, θα ακολουθήσει το δρόμο των άλλων αστών. Ενα κανούργιο κοινωνικό στρώμα, η σοααλιστική διανόηση, θα κάνει την εμφάνισή της στον κοινωνικό στίβο, συνδεόμενη με σχέσεις αλληλοβοήθειας κα φιλικής συνεργασίας με την εργαπκή τάξη κα τη συνεταιρισμένη αγροπά, αλλά κα με σχέσεις αντίθεσης, που απορρέει από τη συνέχιση του διαχωρισμού ανά­μεσα στη σωματική κα την πνευματική δουλειά κα από την ειδική θέση της δια­νόησης στο οικονομικό κα κοινωνικό σύστημα του σοααλισμού.

Αυτή η νέα ταξική διάρθρωση θα γεννήσει νέες κινητήριες δυνάμεις, για την παραπέρα άνοδο της ΛΣΔ. Η ηθικοπολιπκή ενότητα των τάξεων κα στρωμάτων της ΛΣΔ κα ο σοααλιστικός πατριωτισμός θα είναι οι νέες κινητήριες δυνάμεις. Η ταξική πάλη όμως δεν θα καταργηθεί, αφού δεν θα έχουν καταργηθεί οι τάξεις ούτε θα έχει εξαλειφτεί κάθε αντίθεση σπς σχέσεις τους. Θα αλλάξει το περιε­χόμενο κα α μορφές διεξαγωγής της ταξικής πάλης. Η εργατική τάξη θα ανα­πτύσσει την ταξική της πάλη για να πείσα τη συνεταιρισμένη αγροπά να τηρεί πς υποχρεώσας που απορρέουν από τον οικονομικό σχεδιασμό, για να οδηγήσει κα την αγροτική οικονομία στο σύστημα των κρατικών σοααλιστικών επιχειρήσεων, που αποτελεί όρο για την κοινωνικοποίηση. Η εργατική τάξη κα η συνεταιρισμέ­νη αγροπά θα ασκούν τον εργατικό κα λαϊκό έλεγχο πάνω στα διευθυντικά στε­λέχη της οικονομίας, πάνω στη σοααλιστική διανόηση γενικά, αποτρέποντας φανόμενα ευναοκρατίας, καθυστέρησης της οικονομικής προόδου, καταχρήσε­ων, γραφειοκραπσμού, μεταφοράς αστικών πολιπσμικών προτύπων κ.λπ., και ε­ξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα του σοααλιστικού συστήματος κα την αποτροπή πισωγυρίσματος στον καπιταλισμό.

(1 1 4 ) Κατά την εκπλήρωση όλων αυτών των καθηκόντων της ΛΣΔ, αλλάζουν ριζικά τα καθήκοντα κα α λειτουργίες των μαζικών οργανώσεων, κατά κύριο λό­γο των εργατικών οργανώσεων.

Οι μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης, όπου για πρώτη φορά συσπειρώ- νοντα οργανωμένα κα διαπαδαγωγούντα α πιο πλατιές μάζες του προλεταριά­του, τα συνδικάτα, είνα μέσα στον καπιταλισμό όργανα πάλης ενάνπα στο κεφά- λαο κα το κράτος τους. Σε μεγάλα χρονικά διαστήματα όμως τα συνδικάτα πέ­φτουν κάτω από την επιρροή της αστικής τάξης, που χρηαμοποιώντας τη ρεφορμσπκή συνδικαλιστική γραφειοκρατία μετατρέπει τα εργατικά συνδικάτα σε μοχλούς στήριξης της αστικής εξουσίας, σε όργανα υπονόμευσης ακόμη κα του σταχειώδους διεκδικηπκού αγώνα για καλύτερους όρους πούλησης κα προ­στασίας της εργατικής δύναμης.

7. Οι μαζικές οργανώσεις στη ΛΣΔ

6* ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 70: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Στη ΛΣΔ τα συνδικάτα, απαλλαγμένα από την αστική επιρροή, μετατρέπονται σε βασικούς μοχλούς του νέου συστήματος, σε σχολειό του κομμουνισμού, που τραβάει τις πιο πλατιές μάζες της εργατικής τάξης στο έργο της ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας, στο έργο της διεύθυνσης της κοινωνικής παραγωγής και της κατανομής, σε οργάνωση που συνδέεται άμεσα με όλα τα τμήματα του κρατικού μηχανισμού, που επιδρά σ' όλους τους κλάδους της δουλειάς, που στέ­κεται φρουρός των γενικών και καθημερινών συμφερόντων της εργατικής τάξης και που διεξάγει αμείλικτη πάλη ενάνπα στις γραφειοκρατικές στρεβλώσεις των οργάνων του κράτους της ΛΣΔ και των οργάνων διεύθυνσης των οικονομικών μονάδων.

Τα συνδικάτα μετατρέπονται έτσι σε βασικό σκελετό της οργάνωσης της εργα­τικής τάξης, αφού έχουν σαν καθήκον τους να τραβήξουν στην ανοικοδομητική και στην κρατική δουλειά πς πλατιές μάζες των εργαζόμενων, να αναδείξουν κα- θοδηγητικά στελέχη για όλους τους τομείς της οικονομικής και κραπκής ανοικο­δόμησης και να καταπολεμήσουν πς γραφειοκρατικές στρεβλώσεις των κραπ- κών και οικονομικών οργάνων.

Για να μπορέσουν να ασκήσουν αυτό το ρόλο τους οι μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης πρέπει να έχουν όχι μόνο το δικαίωμα της παρέμβασης και της αναφοράς προς όλα τα οικονομικά και κρατικά όργανα, αλλά και το δικαίωμα της απεργίας, προκειμένου να αποτρέψουν αποφάσεις και στάσεις εχθρικές προς τα συμφέροντα του σοσιαλιστικού συστήματος. Η εργατική τάξη είναι σε θέση να ε­κτιμήσει πότε θα χρησιμοποιήσει το όπλο της απεργίας. Και είναι σίγουρο όπ δεν θα το χρησιμοποιήσει ενάνπα στον εαυτό της, αλλά ενάνπα σε κείνα τα οικονο­μικά και κρατικά όργανα που θα στραφούν ενάνπα στο γενικό συμφέρον, όταν ό­λες οι άλλες μέθοδοι χτυπήματος του γραφειοκραπσμού δεν θα αποδώσουν.

(115) Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στον καπιταλισμό, εφόσον αποδειχτούν βιώ­σιμοι, μετατρέπονται αναπόφευκτα σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις, σπς οποίες κάνει κουμάντο η αγροτική αστική τάξη και α οποίες αναπόφευκτα υποτάσσονται στην κεφαλαιοκρατική βιομηχανία, στις τράπεζες και το εμπόριο. Αντίθετα, στις συνθήκες της ΛΣΔ οι αγροτικοί συνεταιρισμοί αναπτύσσονται σε σύστημα άλλων σχέσεων, εξαρτώντα από τη σοσιαλιστική βιομηχανία και την Κεντρική Τράπεζα της ΛΣΔ και μετατρέπονται στη βασική οργανωτική μορφή της σύνδεσης της πό­λης με το χωριό. Κάτω από την καθοδήγηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας, με την αμείλικτη ταξική πάλη ενάνπα στην αγροτική κεφαλαιοκρατία και το τοκογλυ­φ ικό κεφάλαιο, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί γίνονται όργανο της σοσιαλιστικής α­ναδιοργάνωσης στο χωριό, της κολλεχτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας. Μέσω των συνεταιριστικών της οργανώσεων, η σοσιαλιστική αγροπά δεν ανα­πτύσσει μόνο πς συναλλαγές της με τη σοσιαλιστική βιομηχανία και το κράτος της ΛΣΔ, αλλά και ασκεί τον έλεγχό της στα κρατικά όργανα και στα διευθυντικά όργανα της αγροτικής οικονομίας.

(116) Ειδικό ρόλο στο σύστημα της ΛΣΔ θα διαδραματίζουν οι οργανώσεις των γυναικών, της σοσιαλιστικής νεολαίας, καθώς και οι οργανώσεις των εργα­ζόμενων του πολιπσμού και του πνεύματος. Η οργάνωση της σοσιαλιστικής νεο­λαίας θα έχει σαν στόχο να συνενώσει τις πλατιές μάζες της νεολαίας, των αυ­ριανών οικοδόμων της νέας κοινωνίας, να πς τραβήξει σ' ένα ορμητικό κύμα κα­τάχτησης μεγάλων στόχων και εκπλήρωσης οραμάτων στους τομείς της μόρφω­σης, του πολιτισμού, της οικονομικής προόδου, της άμυνας της σοσιαλιστικής πατρίδας, και γι’ αυτό πρέπει να περιβληθεί με την αγάπη και την αμέριστη υπο­στήριξη όλου του κρατικού και κοινωνικού συστήματος.

(117) Η εργατική τάξη, καθοδηγητική δύναμη της κανωνίας, εξασφαλίζει την ενότητα θέλησης κα δράσης, ενώνοντας όλες πς μαζικές οργανώσεις της, ενό­τητα που πραγματοποιείται μέσω του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος της εργατικής τάξης στο σύστημα της ΛΣΔ, μέσω της ανάδειξης της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, του μαρξισμού-λενινισμού σε καθοδηγητική ι­δεολογία ολόκληρης της κοινωνίας, που θάρθει όχι σαν αποτέλεσμα διοικητικής επιβολής, αλλά σαν αποτέλεσμα διατήρησης στην πράξη του καθοδηγητικού ρό­λου του κόμματος κα συνεχούς ανόδου του βιοτικού και του μορφωτικού- πολιτισπκού επίπεδου όλης της κανωνίας.

Το κόμμα της εργατικής τάξης στηρίζετα άμεσα στα εργατικά συνδικάτα κα σε όλες τις άλλες μαζικές οργανώσεις, που αγκαλιάζουν πς μάζες των εργατών, των αγροτών, των νέων, των γυναικών, της διανόησης, κα μέσω αυτών των μο­χλών καθοδηγεί το σύστημα της ΛΣΔ στο σύνολό του. Μόνο με την απεριόριστη υποστήριξη της ΛΣΔ απ’ όλες τις μαζικές οργανώσεις, μόνο με την πλέρια ενό­τητα θέλησης κα δράσης ανάμεσα στο κόμμα κα την τάξη, μπορεί η εργατική τά­ξη να εκπληρώσει το ρόλο του οργανωτή κα καθοδηγητή της νέας κοινωνίας.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 $9Β ρΙ Ι

Page 71: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Το κόμμα της εργατικής τάξης όμως δεν είναι απαλλαγμένο από προβλήματα καθόλη την περίοδο της ΛΣΔ. Οντας κόμμα εξουσίας αντιμετωπίζει πίεση από καριερίσπκα και διεφθαρμένα στοιχεία, που εισχωρούν σπς γραμμές του κόμμα­τος για να υπηρετήσουν ιδιοτελή συμφέροντα. Στελέχη του, που παίζουν ιδιαίτε­ρο ρόλο στην οικονομία και το κράτος, υποκύπτουν στη γοητεία του ατομικού συμφέροντος και τείνουν να μετατραπούν σε εξουααστές των εργαζόμενων. Γ ι' αυτό και το κόμμα πρέπει να κρατήσει τον εαυτό του στο ύψος του πϊρωτοπόρου αποσπάσματος της εργατικής τάξης. Οι πόρτες του ν' ανοίγουν μόνο για τους πραγματικά άξιους να φέρουν τον τίτλο του μέλους του κόμματος. Η ιδιότητα του κομματικού μέλους να μην συνεπάγεται κανένα προνόμιο, αλλά αντίθετα να συνεπάγεται μεγαλύτερες υποχρεώσεις απένανπ στην κοινωνία. Περιοδικά να γίνονται κομματικές ανακαταγραφές, με τη συμμετοχή και της πλαπάς μάζας των εξωκομματικών εργατών, αγροτών και διανοούμενων, που έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν το κόμμα και το παοί είναι άξιοι να φέρουν τον τίτλο του μέλους του. Αν το κόμμα βρεθεί σε διάσταση (πολύ περισσότερο σε αντίθεση) με πς πλατιές εξωκομματικές μάζες, αν προσπαθεί με διοικητικά μέτρα να επιβάλλει τον καθο- δηγηπκό του ρόλο, τότε το ίδιο θα μετατραπεί σε δυνάστη της κοινωνίας και από πς γραμμές του θα ξεπηδήσει μια διαδικασία παλινόρθωσης του καπιταλισμού και μια καινούργια ασπκή τάξη.

Η εσωτερική λειτουργία του κόμματος, στηριγμένη σπς αρχές του δημοκρατι­κού συγκεντρωτισμού, πρέπει να αναδεικνύει σε βασικούς μοχλούς της οργανω­τικής του πολιτικής την ελευθερία κριτικής και τη ζωντανή συλλογική καθοδήγη­ση. Η ελευθερία κριτικής προφυλάσσει το κόμμα από πς γραφειοκρατικές παρεκ­κλίσεις και τον φραξιονισμό. Επιτρέπει στα μέλη του κόμματος να ελέγχουν όλα τα καθοδηγηπκά όργανα και να εμποδίζουν τυχόν απόσπασή τους από το κομμα­τικό σώμα και ανάδειξή τους, μέσα από συγκεντρωτικές διαδικασίες σε αποκλει­στικούς διαχειριστές των κομματικών υποθέσεων. Η ζωντανή συλλογική καθοδή­γηση είναι απαραίτητη για να μη μετατρέπονται τα κομματικά μέλη σε διεκπεραί­ωσές αποφάσεων που παίρνουν τα καθοδηγηπκά όργανα.

Η σωστή λειτουργία του κόμματος εξασφαλίζεται όταν, εφαρμόζεται σωστά η αρχή της κριτικής και αυτοκριτικής, ειδικά όταν εφαρμόζεται μόνιμα κα όχι απο­σπασματικά η κριτική των κομματικών μαζών σ' όλες πς κομματικές οργανώσεις κα πάνω σ' όλα τα καθοδηγηπκά όργανα. Οταν λειτουργεί το καθεστώς της εσω­κομματικής δημοκρατίας κα της συλλογικής καθοδήγησης σ' όλες πς κομματικές οργανώσεις, χωρίς εξαίρεση. Οταν γίνετα σωστή επιλογή, ανάδειξη κα κατανο­μή των στελεχών στους διάφορους κρίκους της κομματικής αλυσίδας, όταν γίνε­τα σωστός, διαρκής (κα όχι ευκαιριακά κα κατά κύματα) έλεγχος στην εκτέλεση των αποφάσεων. Οταν εξασφαλίζετα σταθερά η άνοδος του ιδεολογικοπολιτι­κού επίπεδου των κομματικών μελών, ώστε να μπορούν να αντιλαμβάνοντα στοι­χειωδώς πς απατήσεις της πολιτικής ταχτικής κα να τείνει το επίπεδο συνείδη­σής τους να φτάσει ως πς απατήσεις της πολιτικής γραμμής.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 72: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού και ο λαϊκοδημοκρατικός- σοσιαλιστικός χαρακτήρας

ιης επανάστασηςτου Πέτρου Γιώτη

Ε ΝΑ από τα βασικότερα ζητήματα που θέ­τει το σχέδιο προγράμματος, που εκπό­νησε η ΚΕ της ΣΑΚΕ και τέθηκε ήδη σε δημόσια συζήτηση, είναι ο χαρακτήρας

και οι προοπτικές του ελληνικού καπιταλισμού, ο χαρακτήρας και οι κινητήριες δυνάμεις της επερ- χόμενης επανάστασης.ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ αυτά έχουν απασχολήσει το ερ­

γατικό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας από τις αρχές του αιώνα, έχουν τροφοδοτήσει και θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν πολιτικές α­ντιπαραθέσεις και θεωρητικές συζητήσεις, για το λόγο ότι είναι τα κρίσιμα ζητήματα που καθορίζουν τη στρατηγική και τη μετάβαση στο σοσιαλισμό. Ο­λόκληρες θεωρίες έχουν οικοδομηθεί, τόμοι βι­βλίων έχουν εκδοθεί, με αποτέλεσμα κάποιες ση­μαντικές συγχίσεις να εξακολουθούν να επικρα­τούν, συσκοτίζοντας ακόμη και ζητήματα απλά στη βάση τους (απλά για κείνους που στέκονται στο έ­δαφος του μαρξισμού-λενινισμού).ΤΟ ΑΡΘΡΟ αυτό δεν έχει στόχο να επαναλάβει

με διαφορετικά λόγια τα όσα εν εκτάσει αναφέρο- νται στο σχέδιο προγράμματος, αλλά πρώτο να δώσει κάποια στοιχεία, που επιβεβαιώνουν τις ε­κτιμήσεις του σχεδίου προγράμματος, και δεύτερο VQ λειτούργησα σαν μεγεθυντικός φακός πάνω σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα που τίθενται απ’ αυτό. ' ΙαΡάλληλα, και μόνο στο βαθμό που χρειάζεται, »α γίνει πολεμική σε θεωρίες που έρχονται σε α­ντίθεση με τα βασικά συμπεράσματα του σχεδίου ^γράμματος και έχουν συντελέσει τα μέγιστα “ 1̂ διάδοση των συγχίσεων στις οποίες αναφερ­

θήκαμε παραπάνω.1. Μεθοδολογικά ζητήματαΠΡΙΝ ΠΡΟΧΩΡΗΣΟΥΜΕ στην ανάλυσή μας,

πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα μεθοδολογικά και εννοιολογικά ζητήματα, για να μη χρειαστεί να επανέλθουμε παρακάτω.

ΟΤΑΝ στο σχέδιο προγράμματος χρησιμοποιεί­ται ο όρος «ελληνικός καπιταλισμός», υπονοείται ο συγκεκριμένος τρόπος παραγωγής που υπάρχει στην Ελλάδα, όπως αυτός χαρακτηρίζεται από την ενότητα των παραγωγικών του δυνάμεων και των διαμορφωμένων σχέσεων παραγωγής.

Κατά συνέπεια, όταν γίνεται αναφορά στο «επί­πεδο ανάπτυξης» δεν διαχωρίζονται οι παραγωγι­κές δυνάμεις από τις παραγωγικές σχέσεις, δεν υ­πονοείται κάποιο διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης των μεν και των δε, αλλά ο όρος αναφέρεται στο επίπεδο ανάπτυξης του τρόπου παραγωγής συνο­λικά. Αυτό, όπως θα δούμε, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί εκείνοι που έχουν την άποψη ότι στην Ελλά­δα υπάρχει μονοπωλιακός και κρατικομονοπωλια- κός καπιταλισμός διαχωρίζουν σκόπιμα πς παρα­γωγικές σχέσεις από τις παραγωγικές δυνάμεις και δεν εξετάζουν ενιαία τον τρόπο παραγωγής.

ΦΤΑΝΟΥΝ ΕΤΣΙ να μιλούν για «μέσο επίπεδο α­νάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και διαμορ­φωμένο κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό», συ­μπέρασμα που συνιστά «αντίφαση εν τοις όροις», όπως λένε οι φιλόσοφοι. Αυτό είναι το βασικό με­θοδολογικό ζήτημα, που εξαρχής πρέπει να ξεκα­θαρίσουμε. Και επειδή όλοι όσοι χρησιμοποιούν.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 71

Page 73: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

τους όρους μονοπωλιακός και κρατικομονοπωλια- κός καπιταλισμός αναφέρονται στη λενινιστική α­νάλυση, θα ξεκαθαρίσουμε μεθοδολογικό το ζήτη­μα δεχόμενοι απριόρι τα συμπεράσματα του Λένιν για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, τον ιμπεριαλι­σμό.

Ο ΧΩΡΟΣ δεν μας επιτρέπει άλλου είδους απο­δεικτική διαδικασία, που θα έτεινε στην επαναβε­βαίωση των λενινιστικών συμπερασμάτων για το μονοπώλιο και τον ιμπεριαλισμό. Κάπ τέτιο δεν εί­ναι γενικά άσκοπο, ούτε θα αποτελούσε «ιεροσυλί­α» και «αμφισβήτηση του λενινισμού». Ισα-ίσα, που οι ίδιοι οι κλασσικοί μάς έχουν υποδείξει αυτό τον τρόπο δουλειάς, ούτως ώστε να επιβεβαιώ­νουμε συνεχώς εκείνα τα στοιχεία της θεωρίας που εξακολουθούν να ισχύουν σαν απόλυτες αλή­θειες και να συμπληρώνουμε ή να απορρίπτουμε ε­κείνα που εμπεριέχουν το στοιχείο της σχετικής πλάνης, προωθώντας γενικά την ίδια τη θεωρία μας. Ομως στόχος αυτής της ανάλυσης δεν είναι κάπ τέτιο, σε σχέση με τα συμπεράσματα του Λέ­νιν για το μονοπωλιακό καπιταλισμό. Αν αποδεί­ξουμε, όπ οι οπαδοί της άποψης «μέσο επίπεδο - μονοπωλιακός καπιταλισμός» διαστρέφουν τη λε- νινισπκή ανάλυση, την οποία επικαλούνται, θα έ­χουμε πετύχει το στόχο μας.

ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΟΥΜΕ όμως μόνο σ' αυτό, που άλλωστε δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Εξετά­ζοντας την πορεία διαμόρφωσης του ελληνικού καπιταλισμού, θα επαναβεβαιώσουμε ταυτόχρονα ορισμένες πλευρές της λενινιστικής θεωρίας για την εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού και το σύστημα των διεθνών οικονομικών σχέσεων που τη χαρακτηρίζει.

Ο ΛΕΝΙΝ συμπύκνωσε την ανάλυσή του για το μονοπωλιακό καπιταλισμό σ' έναν οριομό, που πε­ριγράφει όλες τις βασικές πλευρές του φαινομέ­νου. Ας τον θυμηθούμε:

«Χωρίς να ξεχνάμε τη συμβατική και σχετική ση­μασία όλω ν των ορισμών γενικά, που ποτέ δεν μπορούν ν ' αγκαλιάσσυν τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινομένου στην πλήρη ανάπτυξή του, πρέπει να δύσουμε έναν τέπο ορισμό του ιμπεριαλισμού, που θα περιέκλεινε τα παρακάτω πέντε βασικά του γνωρίσματα: 1) συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου που έχει φτύσει σε τέτια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης, ώστε να δημιουργεί μονοπώ­λια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομι­κή ζωή, 2 ) συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστι- κής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του “χρήμα- τιστικού κεφαλαίου", 3) εξαιρετικά σπουδαία σημα­σία αποχτάει η εξαγωγή κεφαλαίου, σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων, 4) συγκροτού­νται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλι­στών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο και 5) έχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές Δυνάμεις. Ο ι­μπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο στάδιο ε ­κείνο της ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστι- κού κεφαλαίου, έχει αρχίσει το μοίρασμα του κό­σμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το μοίρασμα όλων των εδαφών της γης από νς μεγα­λύτερες καπιταλιστικές χώ ρες».' (Οι εμφάσεις δι­κές μας).

ΑΠΟ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ λοιπόν, όταν θέλουμε να διαπιστώσουμε αν το συγκεκριμένο ε­πίπεδο ανάπτυξης ενός δοσμένου καπιταλιστικού κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο, θα πρέπει να δούμε αν υπάρχουν αυτά τα βασικά γνωρίσματα, παρμένα οτην ολότητά τους. Είναι βέβαια περιττό να ση­μειώσουμε, ότι στη λενινιστική ανάλυση οι έννοιες «μονοπωλιακός καπιταλισμός» και «ιμπεριαλι­σμός» είναι ταυτόσημες, με τη δεύτερη να περι­γράφει και την κρατική (πέραν της οικονομικής) πλευρά του φαινομένου. «Ο ιμπεριαλισμός όμως δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μονοπωλιακός καπιτα­λισμός».2

Σε ό,τι αφορά τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλι­σμό, αυτός είναι το εποικοδόμημα του μονοπωλια­κού καπιταλισμού, είναι η υποταγή του κρατικού μηχανισμού της ασπκής τάξης στη χρημαπσπκή ο­λιγαρχία, η χρήση της κρατικής δύναμης στο εσω­τερικό και το εξωτερικό της δοσμένης χώρας για την πραγματοποίηση των κοσμοκρατορικών βλέ­ψεων του χρηματιστικού κεφαλαίου.

ΜΕΝΕΙ ΑΚΟΜΗ να ορίσουμε Όΐν έννοια του «μέ­σου επιπέδου ανάπτυξης». Ο όρος δεν είναι και­νούργιος στη μαρξιστική-λενινιστική φιλολογία. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή, στο Πρόγραμμα που ψήφισε το 6ο συνέ­δριό της, το 1928. Η ΚΔ, μελετώντας την πάλη για την παγκόσμια διχτατορία του προλεταριάτου και τους βασικούς τύπους των επαναστάσεων, στηρί­χτηκε σε πολλές προσεγγίσεις που είχε κάνει ο Λένιν στις οικονομικές του εργασίες και κατέληξε σε ορισμένα πολύ σωστά συμπεράσματα:

«Η ανισομερής ανάπτυξη του καπιταλισμού, που οξύνθηκε στην περίοδο του ιμπεριαλισμού, προκά- λεσε την ποικιλομορφία των τύπων του καπιταλι­σμού, διαφορετικές βαθμίδες της ανάπτυξής του στις διάφορες χώρες, καθώς και ποικιλόμορφους και ιδιαίτερους όρους του επαναστατικού προ­τσές. Τα γεγονότα αυτά κάνουν ιστορικά εντελώς αναπόφευχτη την ποικιλομορφία των δρόμων και των ρυθμών της κατάχτησης της εξουσίας απ'το προλεταριάτο, την ανάγκη, σε σειρά από χώρες, ο­ρισμένω ν μεταβατικών σταθμών, που οδηγούνε στη διχτατορία του προλεταριάτου, καθώς επίσης και την ποικιλομορφία των μορφών της ανοικοδό­μησης του σοσιαλισμού στις διάφορες χώρες».3

ΣΤΗ ΒΑΣΗ αυτής της γενικής αρχής, η ΚΔ μιλού­σε για τρεις βασικούς τύπους χωρών, που προσ­διόριζαν αντίστοιχους τύπους περάσματος στη δι- χτατορία του προλεταριάτου και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Πρώτο, χώρες του αναπτυγμένου κα­πιταλισμού, δεύτερο, χώρες με μέσο επίπεδο ανά­πτυξης του καπιταλισμού και, τρίτο, αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες και κάποιες εξαρτημένες χώρες. Ορίζοντας πιο συγκεκριμένα το μέσο επί­πεδο ανάπτυξης, η ΚΔ σημείωνε:

«Χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιτα­λισμού (Ισπανία, Πορτογαλία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βαλκανικές χώ ρες κλπ.) που έχουνε σημαντικά υ- πολλείμματα μισοφεσυδαρχικών σχέσεω ν στην α­

1. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 27, σελ. 392-393.2. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 34, σελ. 191.3. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής

Διεθνούς, ελλην. έκδοση, «Ειρήνη», σελ. 59-60.

§2. .. ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993

Page 74: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

γροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων, αναγκαίων για τη σοσιαλιστική α­νοικοδόμηση, κι όπου δεν έχει ακόμα αποτελειω­θεί ο αστικο-δημοκρατικός μετασχηματισμός. Σε μερικές απ' αυτές τις χώρες είναι δυνατό ένα λίγο πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική. Σε άλ­λες χώ ρες είναι δυνατοί τύποι προλεταριακών ε ­παναστάσεων, που έχουν όμως να εκπληρώσουν καθήκοντα ασπκοδημοκρατικού χαρακτήρα σε με­γάλη έχταση. Εδώ συνεπώς μπορεί να μην επέλθει μονομιάς η διχτατορία του προλεταριάτου, μα να επέλθει στο προτσές του περάσματος απ' τη δη­μοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς προς τη διχτατορία του προλεταριά­του».*

ΜΙΑ ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΗ αντιγραφή των συμπερασμά­των της ΚΔ για τις χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυ­ξης του καπιταλισμού, στην οποία συμπεριλ,άμβανε και την Ελλάδα, θα μας οδηγούσε σήμερα σε πα- ραλογισμούς. Από το 1928 η εικόνα όλου του καπι­ταλιστικού κόσμου έχει αλλάξει. Το αποικιοκρατικό σύστημα του ιμπεριαλισμού έχει καταρρεύσει, οι σχέσεις εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό χαρα­κτηρίζουν τα νέα αυτοτελή εθνικά κράτη που δη- μιουργήθηκαν, στη συντριπτική πλειοψηφία (αν όχι σ' όλες) των χωρών της μέσης βαθμίδας τα μισο- φεουδαρχικά υπολείμματα έχουν εξαλειφτεί, χώ­ρες της τρίτης βαθμίδας (π.χ. Βραζιλία, Αργεντινή) έχουν περάσει στη δεύτερη κ,λπ.

Ομως ο βασικός διαχωρισμός εξακολουθεί να παραμένει, με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά. Και μας επιβάλλει να διαχωρίζουμε τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού (ιμπεριαλιστικές χώ­ρες) από τις χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης και τις δεύτερες από τις αναπτυσσόμενες χώρες, που έχουν βγει από το καθεστώς της αποικιοκρατίας.

ΕΠΟΜΕΝΩΣ, όταν μιλούμε για μέσο επίπεδο α­νάπτυξης, εννοούμε τις χώρες που ο καπιταλι­σμός δεν έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο α­νάπτυξης και που βρίσκονται σε κατάσταση εξάρ­τησης από τις ιμπεριαλιστικές χώρες, αποτελώ- ντας κι αυτές συστατικά στοιχεία του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, όπως διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση του αποικιοκρατικού συστή­ματος.

2. Η πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος κάνει μια εμπεριστα­τωμένη ανάλυση για τη γέννηση και την ιστορική διαμόρφωση του ελληνικού καπιταλισμού, που τον οδήγησε στο μέσο επίπεδο ανάπτυξης, ανάλυση που δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβουμε εδώ. Μπορούμε όμως να δούμε το ίδιο ζήτημα από μια άλλη σκοπιά, δίνοντας ταυτόχρονα και ορισμένα συμπληρωματικά στοιχεία.

Υπάρχει μια πλατιά διαδεδομένη σύγχιση σχετι­κά με το τί είναι προμονοπωλιακός και τί μονοπω­λιακός καπιταλισμός, τί είναι και πώς δημιουργείται το μονοπώλιο, ποιός ο χαρακτήρας των οικονομι­κών (και πολιτικών) σχέσεων ανάμεσα στις βασι­κές ομάδες χωρών στο παγκόσμιο σύστημα του καπιταλισμού, στην περίοδο της ιμπεριαλιστικής του φάσης. Το μονοπώλιο, για παράδειγμα, αντιμε­

τωπίζεται απλά σαν μεγάλη επιχείρηση, η οποία παίζει κυριαρχικό ρόλο σε μια οικονομία, και όχι σαν μα βαθμίδα ανάπτυξης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, που περικλείνει μα ολόκληρη σειρά σχέσεις. Ας ξεκαθαρίσουμε κάπως τα πρά­γματα.

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ χαρακτηρίζεται από πς διαδι­κασίες της συγκέντρωσης και της συγκεντροποίη- σης της παραγωγής και του κεφαλαίου. Το πέρα­σμα στα χέρια μεγάλων επιχειρήσεων ενός όλο και μεγαλύτερου μέρους των μέσων παραγωγής, της εργατικής δύναμης και της παραγωγής εμπορευ­μάτων, που έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ειδικού βάρους αυτών των επιχειρήσεων, είναι η διαδικασία της συγκέντρωσης, η οποία γίνεται με τη συγκέντρωση του κεφάλαιου (δηλαδή με τη με­τατροπή μέρους της υπεραξίας σε κεφάλαιο), που οδηγεί στη συγκέντρωση της παραγωγής. Η συ- γκεντροποίηση είναι η συγκέντρωση της παραγω­γής και του κεφαλαίου, που συντελείται είτε μέσω της απαλλοτρίωσης ορισμένων καπιταλιστικών ε­πιχειρήσεων από άλλες είτε μέσω της ενοποίησης καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που πριν δρούσαν χωριστά.

ΓΙΑ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ιστορική περίοδο, η συγκέ­ντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου πραγ­ματοποιούνταν με εντατικούς ρυθμούς και ο καπι­ταλισμός αναπτυσσόταν στη βάση του ελεύθερου συναγωνισμού των καπιταλιστικών επιχειρήσεων στο εσωτερικό των καπιταλιστικών χωρών και σπς εξωτερικές αγορές, με μοχλό το εμπόριο. Απ' αυτή τη διαδικασία, τη χαρακτηριστική για τον προμονο- πωλιακό καπιταλισμό, ξεπήδησε ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, του οποίου τα χαρακτηριστικά - ό­πως τα ανέλυσε ο Λένιν, φθάνοντας στο βάθος μια ανάλυση που είχαν επιχειρήσει και αστοί και μαρξιστές οικονομολόγοι - αναφέραμε παραπάνω.

Το μονοπώλιο δεν ξεπήδησε τυχαία, δεν ξεπή­δησε απλώς από τη συγκέντρωση της παραγωγής, αλλά σε μια συγκεκριμένη βαθμίδα της συγκέ­ντρωσης, σε μα βαθμδα που ο Λένιν χαρακτηρίζει «ιδιαίτερα ψηλή», «γιγάντια». Μεγάλες επιχειρή­σεις υπήρχαν και σ' ολόκληρη τη φάση του προμο- νοπωλιακού καπιταλισμού, όμως το μονοπώλιο ξε­πήδησε όταν ο βαθμός συγκέντρωσης έφτασε σ’ αυτή την ιδιαίτερα ψηλή βαθμίδα, όταν ο ρόλος των τραπεζών άλλαξε και από απλοί μεσολαβητές έγιναν καθοδηγητές της βιομηχανίας, πετυχαίνο­ντας τη συγχώνευση του τραπεζικού με το βιομη­χανικό κεφάλαιο και τη δημιουργία του χρηματισπ- κού κεφαλαίου, όταν μέσα στις χώρες του ανα­πτυγμένου καπιταλισμού άρχισε να περισσεύει το κεφάλαιο, να μη μπορεί να βρα σφαίρες επικερ­δούς τοποθέτησης (εξαιτίας της καθυστέρησης της αγροτικής οικονομίας σε σχέση με τη βιομηχα­νία, λόγω της χαμηλής οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου που επενδύεται στην αγροτική οικονο­μά, και εξαιτίας της καταδίκης των εργαζόμενων μαζών σε εξαθλιωτικούς όρους κατανάλωσης) και να δημιουργείται έτσι η τάση της εξαγωγής κεφα­λαίου, που γίνεται η κυρίαρχη τάση, σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων που χαρακτήριζε την περίοδο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού. Πά­

4. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής Διεθνούς, ελλην. έκδοση, <■Ειρήνη», σελ. 60-61

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 73

Page 75: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

νω σ' αυτή τη βάση, της γέννησης και ανάπτυξης των μονοπωλίων, της δημουργίας του χρηματτσπ- κού κεφαλαίου και της εξαγωγής κεφαλαίου, άλλα­ξε ο χαρακτήρας της αποικιακής πολιτικής των με­γάλων καπιταλιστικών χωρών, που έγινε αγώνας για τη μονοπωλιακή κατοχή πηγών πρώτων υλών και σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου, αγώνας για το οικονομικό μοίρασμα του κόσμου.

Η ΦΑΣΗ του προμονοπωλιακού καπιταλισμού ο­λοκληρώθηκε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλι­στικός πόλεμος, 1914-18, αποτέλεσε την πληρέ­στερη επιβεβαίωση για το τέλος της εποχής του ε­λεύθερου συναγωνισμού και τη διαμόρφωση ενός παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος, όπου μια χούφτα μητροπόλεις του μονοπωλιακού καπιταλι­σμού βρίσκονται σε μια διαδικασία συνεχούς ξανα- μοιράσματος του κόσμου, κρατώντας σε σταθερή τροχιά εξάρτησης τις αποικίες και τις τυπικά αυτο­τελείς χώρες όπου ο καπιταλισμός δεν πρόλαβε να αναπτυχθεί στο μονοπωλιακό του στάδιο.

Αναφερόμενες σ' αυτό το φαινόμενο, των σχέ­σεων εξάρτησης, ο Λένιν έγραφε:

«Το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι μια τόσο μεγά­λη, μπορούμε να πούμε, αποφασιστική δύναμη σ ' όλες τις οικονομικές και σ ' όλες πς διεθνείς σχέ­σεις, που είναι σε θέση να υποτάξει, και υποτάσσει πραγματικά, ακόμη και τα κράτη, που απολαβαί­νουν την πιο πλήρη πολιτική ανεξαρτησία. [...]

«Μια και γίνεται λόγος για την αποικιακή πολιτι­κή της εποχής του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι το χρηματι- σπκό κεφάλαιο και η αντίστοιχη σ ' αυτό διεθνής πολιτική, που οδηγεί στον αγώνα των μεγάλων δυ­νάμεων για το οικονομικό και πολιτικό μοίρασμα του κόσμου, δημιουργούν ολόκληρη σειρά από με­ταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης. Χαρακτη­ριστικό γι' αυτή την εποχή δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν α­ποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικί­λες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτι­κά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στην πράξη όμως εί­ναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματισπκής και διπλωματικής εξάρτησης. [...]

«Τέτιου είδους σχέσεις ανάμεσα σε διάφορα με­γάλα και μικρά κράτη υπήρχαν πάντα, στην εποχή όμως του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού γίνονται γενικό σύστημα, αποτελούν μέρος του συνόλου των σχέσεω ν του “μοιράσματος του κόσμου", με- τατρέπονται σε κρίκους της αλυσσίδας των πράξε­ων του παγκόσμιου χρηματισπκού κεφαλαίου

ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ παά ήταν η εξέλιξη του ελ­ληνικού καπιταλισμού, όλη αυτή την περίοδο της ωρίμανσης του καπιταλισμού των «μεγάλων δυνά­μεων» της εποχής, του περάσματός του στο μονο­πωλιακό στάδιο ανάπτυξης και του ολοκληρωτι­κού μοιράσματος του κόσμου ανάμεσα στις οικο­νομικές ενώσεις των μονοπωλίων και τις ιμπεριαλι­στικές χώρες. Αναφερόμαστε μ' άλλα λόγια στην ι­στορία του ελληνικού καπιταλισμού κατά τον 19ο μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα.

Καθ' όλη αυτή την περίοδο, που στις καπιταλιστι­κές χώρες λειτουργεί ο ελεύθερος συναγωνισμός, που ο καπιταλισμός εισδύει ορμητικά στη γεωργία και ξεκαθαρίζει κάθε φεουδαρχικό υπόλειμμα, που προχωρά με γοργούς ρυθμούς η συγκέντρωση της

παραγωγής και του κεφαλαίου και δημιουργούνται οι όροι για να ξεπηδήσει το μονοπώλιο, ο ελληνι­κός καπιταλισμός γνωρίζει ένα μαρασμό και μια φυτοζώηση, που παϊρά τον τυπικά ανεξάρτητο χα­ρακτήρα του κράτους του, από οικονομική άποψη βρίσκεται σε κατάσταση μισοαποικίας. Χαρακτηρί­ζεται κατ' αρχήν από μα ιδιαίτερα στενή εσωτερική αγορά. Τα σημερινά όρια του ελληνικού κράτους διαμορφώνονται μετά τον πρώτο παγκόσμο πόλε­μο, μετά τη διαμόρφωση του παγκόσμιου γενικού συστήματος του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού. Και μάλιστα, για να διαμορφωθούν αυτά τα όρια κατα­βλήθηκε ισχυρό «μη παραγωγικό» τίμημα, σε μα α­λυσίδα πολέμων. Ο παρακάτω πίνακας μας δίνει μα εικόνα της διαμόρφωσης των γεωγραφικών και πληθυσμακών δεδομένων του ελληνικού καπιταλι­σμού.

Επιφάνεια και πληθυσμός της Ελλάδας

ΕΤΟΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ σε τετρ. χιλ

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ανά τετρ. χιλ

1821 47.516 938.765 19.761838 47.516 752.077 15.831864 50.211 1.359.064 27.071881 63.606 2.004.991 31.521913 121.794 4.819.793 39.571922 130.199 5.943.000 45.651928 130.199 6.204.684 47.66

Πηγή: ΕΣΥ Ε

Η ΣΤΕΝΟΤΗΤΑ της εσωτερικής αγοράς όμως δεν καθορίζονταν βασικά από γεωγραφικούς και πληθυσμιακούς όρους, αλλά από όρους οικονομι­κούς, από το χαρακτήρα των παραγωγικών σχέσε­ων και από το επίπεδο και τη δυναμική ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Στην αγροτική οικο­νομία, όλη αυτή την περίοδο, που στον καπιταλι­στικό κόσμο δημιουργούνται οι όροι και τελικά συ- ντελείται το πέρασμα στο μονοπωλιακό στάδιο, κυριαρχούσε το τσιφλικάδικο στοιχείο και η αγρο­τιά πάλευε όχι για να αναπτύξει τον καπιταλισμό, αλλά για να πάρει τη γη και ν’ αρχίσει να δημουρ- γεί τους όρους για την καπιταλιστική ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας. Δεν υπάρχει λοιπόν κα­πιταλιστική εμπόρευμαπκή παραγωγή, δεν ανα­πτύσσονται οργανικές σχέσεις ανάμεσα στην α­γροτική οικονομία και τη βιομηχανία, η εσωτερική αγορά παραμένει στενή, δεν πραγματοποιείται κε­φαλαιοκρατική συσσώρευση.

ΟΠΩΣ ΣΩΣΤΑ σημειώνει το σχέδιο προγράμμα­τος, την ίδια περίοδο έχουμε πλήρη απουσία βιο­μηχανίας, εκτός από κάποια χειροτεχνικά και βιο­τεχνικά εργαστήρια. Το ελληνικό κεφάλαιο είναι προσανατολισμένο σε εμποροναυτικές δραστη­ριότητες και στην τοκογλυφία, όπου η Εθνική Τρά­πεζα, κάτω από την κυριαρχία των Ρότσιλδ, απο­μυζά κάθε ικμάδα εσωτερικών αξιών, με κύρια μορ­φή τα κρατικά δάνεια. Για να δώσουμε ένα μέτρο σύγκρισης, αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με αστικές πηγές, μόνο από το 1880 άρχισε να γίνεται εισα­γωγή μηχανών στη βιομηχανία. Το 1890 το επεν­δυμένο κεφάλαιο έφτασε μόλις τα 26 εκατομμύρια

5. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 27, σελ 385, 389 καt 390.

74 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 76: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

δραχμές. Το ποσό είναι αστείο όχι μόνο σε σύγκρι­ση με τις βιομηχανικές επενδύσεις στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, αλλά και σε σχέση με τα αλλεπάλληλα κρατικά δάνεια, που ήταν 50 φο­ρές περισσότερα!

ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ, ότι αυτή την περίοδο τα επιτόκια δανεισμού για βιομηχανικές επενδύ­σεις κυμαίνονται μεταξύ 30% και 50% και για την α­γροτική οικονομία είναι ακόμη μεγαλύτερα, γεγο­νός που δρα αποτρεπτικά για παραγωγική δραστη­ριότητα, αφού δεν επιτρέπει την πραγματοποίηση διευρυμένης αναπαραγωγής ή την επιτρέπει σε πολύ μικρή κλίμακα, που στην καλύτερη περίπτωση αφήνει περιθώρια για μια πολύ αργή συσσώρευση. Ετσι, η εσωτερική αγορά ήταν στενή όχι τόσο από γεωγραφική και πληθυσμιακή άποψη, όπως ισχυρί­ζεται σχεδόν το σύνολο της αστικής οικονομικής φιλολογίας, αλλά από άποψη οικονομική, λόγω της προδοσίας της αστικής τάξης στην εθνικοαπελευ- θερωτική επανάσταση, του συμβιβασμού της με τον τσιφλικάδικο κοτζαμπασισμό και της υποταγής του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού στο ξένο α- ποικιοκρατικό κεφάλαιο.

ΚΑΘΟΛΗ ΛΟΙΠΟΝ τη διάρκεια του 19ου αιώνα, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ανάπτυξη του κα­πιταλισμού στην Ελλάδα, για λειτουργία του ελεύ­θερου συναγωνισμού, για συγκέντρωση της παρα­γωγής και του κεφαλαίου σε κείνη τη γιγάντκι βαθ­μίδα από την οποία ξεπηδούν τα μονοπώλια, για εξαγωγή κεφαλαίου, για συμμετοχή του ελληνικού καπιταλισμού στο διεθνές μοίρασμα των αγορών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου, για κα­τοχή αποικιών από τη μεριά του. Ολη αυτή την πε­ρίοδο ο ελληνικός καπιταλισμός, και στη βιομηχα­νία και στην αγροτική οικονομία, χαρακτηρίζεται από στενότητα, από έλλειψη κεφαλαίων και όχι από περίσσευμα, που χαρακτηρίζεται ο διαμορφω- νόμενος μονοπωλιακός καπιταλισμός των ανα­πτυγμένων χωρών. Οταν λοιπόν διαμορφώνεται το παγκόσμιο γενικό σύστημα του καπιταλιστικού ι­μπεριαλισμού, ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στη θέση του απλού κρίκου στην αλυσίδα της ε­ξάρτησης από το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο.Ως προς αυτό, η λενινιστική θεωρία επιβεβαιώνε­ται απόλυτα από τα οικονομικά δεδομένα.

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ παγκόσμιο πόλεμο, που ε- ντείνεται η εξαγωγή κεφαλαίου από τις ιμπεριαλι­στικές μητροπόλεις, αρχίζει μια σχετική βιομηχανι­κή ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, που στηρίζεται βασικά στην εισαγωγή κεφαλαίων από το εξωτερικό και δευτερευόντως στις εσωτερικές πηγές συσσώρευσης. Ετσι, παρά τη σχετική ανά­πτυξη, η εικόνα δεν αλλάζει. Και γι’ αυτό θα επικα­λεστούμε τη μαρτυρία ενός φασίστα, υφυπουργού Συνεταιρισμών της δικτατορικής κυβέρνησης του Μεταξά, που το 1939 περιγράφει ως εξής τον ελ­ληνικό καπιταλισμό:

«Η Ελλάς υπήρξε πάντοτε Χώρα κατ' εξοχήν Γ ε- ωργική, παρ' όλην δε την ταχείαν ανάπτυξιν της βιομηχανίας από τα τέλη του παρελθόντος αιώνος και ιδίως μετά τον παγκόσμιον Πόλεμον, η γεωρ­γία εξακολουθεί να κατέχη την πρωτεύουσαν θέ- οιν. Από απόψεως Εθνικής παραγωγής τα 80 και πλέον τοις εκατόν της συνολικής αξίας αυτής κα­λύπτονται υπό της γεωργικής παραγωγής και των συναφών παραγωγικών κλάδων. Η Γεωργία επί πλέον καλύπτει το ήμισυ περίπου του Εθνικού Ει­

4 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ

σοδήματος της Χώρας. Από απόψεως εξαγωγικού εμπορίου τα Γεωργικά προϊόντα καταλαμβάνουν ποσοστόν κυμαινόμενον, αναλόγως των ετών, με­ταξύ 80-90% του συνόλου των Ελληνικών εξαγω­γών, αποτελούν δε σοβαρώτατον στοιχείον διά την ισορρόπησιν του ισοζυγίου των Πληρωμών της Ελλάδος.

Η σημασία αύτη της Γεωργίας αυξάνει έτι περισ­σότερον αν ληφθή υπ' όψιν, ό ν τα Γεωργικά προϊ­όντα αποτελούν την πρώτην ύλην διά τις κυριώτε- ρες και ζω τικότερες βιομηχανίες της Ελλάδος. Πράγματι α περισσότερον προοδεύσασαι βιομηχα­νία! εις την Ελλάδα είναι αι επεξεργαζόμεναι εγ­χώρια Γεωργικά προϊόντα. Αι Βιομηχανίαι αύται, αι λειτουργούσα με την επεξεργασίαν αποκλειστι- κώς εγχωρίων προϊόντων, αποτελούν τα 44-50% των Ελληνικώ ν Βιομηχανιώ ν και καλύπτουν τα 40% περίπου των εις Βιομηχανικός Επιχειρήσεις Επ ενδεδυμένω ν Κεφαλαίων. Εις τους αριθμούς τούτους δεν περιλαμβάνονται αι Βιομηχανίαι εκεί­νοι, αι οποίαι χρησιμοποιούν παραλλήλως εγχώρια Γεωργικά προϊόντα και ξένα τοιαύτα και των ο­ποίων η σημασία είναι σοβαρωτάτη»β

Αν στην περιγραφή μιας καθυστερημένης αγρο­τικής χώρας, που μας δίνει ο φασίστας υπουργός, προστεθεί πρώτο η κυριαρχία του ξένου κεφαλαίου στις ισχνές αυτές βιομηχανικές επενδύσεις (πάνω από 50% τότε) και η απομύζηση της υπεραξίας με τη μεταφορά της στο εξωτερικό, δεύτερο η παρα­πέρα απομύζηση της υπεραξίας με τα τοκογλυφικά κρατικά δάνεια και τρίτο το γεγονός ότι η αγροτική παραγωγή γινόταν σε συνθήκες τοκογλυφικής- μισοφεουδαρχικής απομύζησης του αγρότη (έπρε- πε να πληρώσει με δόσεις τη γη που του δόθηκε, μετά τις αλλεπάλληλες αγροτικές εξεγέρσεις), που δεν του επέτρεπε να κάνει ούτε απλή (πόσο μάλλον διευρυμένη) αναπαραγωγή, θα φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο:

α) Δεν λειτούργησε κανονικά ο ελεύθερος συνα­γωνισμός στην ελληνική καπιταλιστική οικονομία, αρχικά γιατί δεν υπήρξε βιομηχανική ανάπτυξη και στη συνέχεια γιατί η βιομηχανική ανάπτυξη έγινε με όρους κυριαρχίας του ξένου χρηματιστικού κε­φαλαίου.

β) Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφα­λαίου γινόταν με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς, εξαι­τίας της εκμετάλλευσης από το ξένο χρηματισπκό κεφάλαιο, που απομυζούσε την εγχώρια υπεραξία και τη συσσώρευε όπου αυτό θεωρούσε χρήσιμο.

γ) Στην αγροτική οικονομία, εξαιτίας της κατα- χρέωσης του αγρότη και του ιδιαίτερα ψηλού κό­στους παραγωγής, που επέβαλε το βιομηχανικό, το τραπεζικό και το εμπορικό κεφάλαιο, δεν ανα­πτυσσόταν ο καπιταλισμός ή αναπτυσσόταν με ε­ξαιρετικά αργούς ρυθμούς, γιατί ο αγρότης δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει συσσώρευση, δεν μπορούσε να αυξήσει τη γη και να μπάσει τα σύγ­χρονα μέσα μηχανικής καλλιέργειας

δ) Ο ελληνικός καπιταλισμός έχασε την «ευκαιρί­α» να ανελιχτεί μέχρι το μονοπωλιακό στάδιο ανά­πτυξης.

6. Μπάμπη Αλιβιζάτου: Η Γεωργική Ελλάς κα η εξέλι­ξή της, Αθήνα 1939, σελ. 6-7.

ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 75

Page 77: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

3. Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού

ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ παγκόσμο πόλεμο, η κατά­σταση άλλαξε στα ποσοτικά της στοιχεία, ενώ πα- ρέμεινε ίδια ως προς τα ποιοτκά. Υπήρξε μα σχε­τική ανάπτυξη του καπιταλισμού (για τον ελληνικό καπιταλισμό ήταν «εκρηκτική», όμως σε σχέση με την ανάπτυξη στις χώρες του μονοπωλιακού καπι­ταλισμού, την ίδια περίοδο, ήταν πολύ καθυστερη­μένη), η οποία όμως δεν οδήγησε στο ξεπέρασμα του μέσου επιπέδου, ούτε στην αποτίναξη της ε­ξάρτησης.

Ο ΛΟΓΟΣ που συνέβη αυτό ήταν και πάλι η κατα- θλιππκή κυριαρχία του ξένου μονοπωλιακού κεφα­λαίου στις μεταπολεμικές οικονομικές εξελίξεις, στα πλαίσια του γενικού συστήματος του καπιταλι­στικού ιμπεριαλισμού.

ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, η ανάπτυξη, και από ποσοτι­κή και από ποιοτική άποψη, καθορίστηκε από τις ε­πιλογές του εισαγόμενου χρηματισπκού κεφαλαί­ου, που ελέγχει ουσιαστικά όλη την παραγωγή, εί­τε άμεσα είτε έμμεσα. Ο διπλανός πίνακας δείχνει τη συμμετοχή του ξένου κεφαλαίου σε άμεσες ε­πενδύσεις, στην πιο ανθηρή περίοδο του ελληνι­κού καπιταλισμού. Πρέπει να σημειωθεί όμως και μια άλλη πλευρά, που τονίζεται στο σχέδιο προ­γράμματος. Το ξένο κεφάλαιο ελέγχει την ελληνι­κή καπιταλιστική βιομηχανία όχι μόνο με άμεσες ε­πενδύσεις, αλλά και με πούληση ή νοίκιασμα τε­χνογνωσίας (Know how, Royalties), και με εκχώρη­ση δανείων (που συνοδεύονται από βιομηχανικές ντιρεκτίβες, δεδομένου ότι οι μονοπωλιακές τρά­πεζες δεν είναι πια απλοί μεσολαβητές, αλλά «βα­σιλιάδες» της καπιταλιστικής παραγωγής, σαν κά­τοχοι και διαχειριστές του χρηματισπκού κεφαλαί­ου), και με έλεγχο μέσω του συστήματος εργολα­βιών και υπεργολαβιών. Επομένως, ο βαθμός ε­λέγχου του ξένου χρηματισπκού κεφαλαίου στην ελληνική (ακριβέστερα: στην εγκατεστημένη στην Ελλάδα) βιομηχανία είναι πολύ μεγαλύτερος απ' αυτόν που δείχνει η άμεση συμμετοχή του στις ε­πενδύσεις και κατά συνέπεια μεγαλύτερη είναι η α­πομύζηση υπεραξίας από την Ελλάδα, η οποία δεν αποτυπώνεται πιστά (καθόλου πιστά) στην ειδική στήλη του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Να συμπληρώσουμε ακόμη, ότι με το προκλητικό πλαί­σιο των νόμων της ξενοδουλείας, που ψηφίστηκαν μεταπολεμικά και έχουν αυξημένη τυπική ισχύ (προσφέρουν συνταγματική προστασία στα προ­νόμια του ξένου κεφαλαίου), το ξένο κεφάλαιο συ­χνά δεν χρειαζόταν να εισαχθεί στην ποσότητα που απαιτούσε η επένδυση. Χρησιμοποιούσε δα­νεισμό από ντόπιες τράπεζες, με ιδιαίτερα επωφε­λείς γι' αυτό όρους και κρατική εγγύηση, καθώς και τα κρστικά κίνητρα, και έτσι απομυζούσε διπλά τον εργαζόμενο ελληνικό λαό, που πλήρωνε όλους αυ­τούς τους χαριστικούς όρους, με συνεχή αύξηση της φορολογίας, με καταλήστευση των αποθεματτ- κών των ασφαλιστικών ταμείων κλπ.

ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗ βιομηχανία, σε απόλυτη εξάρτη­ση από το χρηματιστικό κεφάλαιο των ιμπεριαλι­στικών μητροπόλεων βρέθηκε και η αγροτική οικο­νομία, που τα μεταπολεμικά χρόνια μπήκε στην τροχιά της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Τα βασικά μέσα παραγωγής για την αγροτική οικονομία (τρα-

Ποσοστό των ξένων επενδύσεων στο ούνολο των επενδύσεων στην Ελλάδα

(Μέσος όρος 1961-1968)

ΤΟΜΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ %Τρόφιμα 4.6Υφαντουργία 5.6Ενδυση - Υπόδηση 16.7Ξύλο 23.6Χαρτί 17.9Χημικά και προϊόντα πετρελαίου 82.6Μη μεταλλικά ορυκτά 12.6Βασική βιομηχανία μετάλλου 64.4Επεξεργασία μετάλλου 0.7Μηχανές —Ηλεκτρολογικό υλικό 12.6Υλικό συγκοινωνιών 81.6

Πηγή: Bulletin Economique pour I ’ Europe, όπως πα­ρουσιάζεται στο: Μάριου Νικολινάκου: Εξάρτη­ση και Οικονομική Ανάπτυξη.

κτέρ, κομπάιν κ.λπ.) δεν παράγονταν (το ίδιο συμ­βαίνει και τώρα) στο εσωτερικό, αλλά εισάγονταν σε ιδιαίτερα ψηλές μονοπωλιακές τιμές, που εκτός των άλλων συνεπάγονταν και συναλλαγματική αι­μορραγία. Ετσι, σε συνδυασμό με το χαμηλό βαθμό παραγωγικής αξιοποίησής τους, εξαιτίας του κατα­κερματισμού και της χαμηλής συγκέντρωσης της γης, με τους άλλους παράγοντες που δημουργού- σαν ένα ιδιαίτερα ψηλό κόστος παραγωγής (δανει­σμός, πούληση γεωργικών εφοδίων), καθώς και με την εκμετάλλευση της αγροτικής παραγωγής από το εμπορικό και τοκογλυφικό κύκλωμα, η διαδικα­σία κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής δυσκολευό­ταν ιδιαίτερα και η πλειοψηφία των αγροτικών νοι­κοκυριών δεν κατάφερνε να πραγματοποιήσει ού­τε απλή αναπαραγωγή. Σημαντικό τμήμα των νέων αξιών που παράγονταν στην αγροτική οικονομία έ­φευγε μ' αυτό τον τρόπο στο εξωτερικό και αν σ' αυτό προσθέσουμε και την επιβολή χαμηλών τιμών στα εξαγόμενα αγροτικά εμπορεύματα, θα βρούμε μα ακόμη εξήγηση για τους ιδιαίτερα αργούς ρυθ­μούς με τους οποίους πραγματοποιούνταν η συ­γκέντρωση της γης και του κεφαλαίου στην αγρο­τική οικονομία.

ΤΕΛΟΣ, πρέπει να σημειώσουμε τον συνεχώς διευρυνόμενο κρατικό δανεισμό, τους επαχθείς ό­ρους που έθεταν οι δανείστριες τράπεζες του ε­ξωτερικού, που επίσης απομυζούσε πς αξίες που συγκέντρωνε (με τη φορολογία) στα χέρια του το ελληνικό αστικό κράτος.

ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ οι βασικοί λόγοι για τους οποίους, παρά τη σχετική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον τομέα της βιομηχανίας, η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου στον ελληνικό καπιταλισμό δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τους μέσους ρυθμούς, δεν μπόρεσε να φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο, και ο ελληνικός καπιταλισμός - στο γενικό σύστημα του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού - παρέμεινε σαν έ­νας κρίκος στην αλυσίδα των εξαρτημένων χωρών.

ΠΩΣ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ σήμερα αυτό το μέσο επίπε­δο ανάπτυξης; Η σύγκριση, σε όλα τα πεδία, με τις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού αναδείχνει

76 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993

Page 78: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

τις διαφορές. Πρέπει όμως να εστιάσουμε την προσοχή μας περισσότερο σε ποιοτικούς και λιγό- τερο σε ποσοτικούς δείκτες. Αν για παράδειγμα, παίρναμε σαν μέτρο σύγκρισης τον δείκτη «κατά κεφαλήν ΑΕΠ», όπου υπάρχουν διαθέσιμα στοι­χεία για όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, θα βλέπαμε ότι όντως οι χώρες του μέσου επιπέδου ανάπτυ­ξης (όπως η Ελλάδα, η Τουρκία, η Ισπανία, η Αργε­ντινή κ.ά.) ξεχωρίζουν όχι μόνο από τις μεγάλες ι­μπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και από χώρες που μολονότι·δεν ανήκουν στην αφρόκρεμα του ιμπε­ριαλισμού (Group 7) έχουν φτάσει στο μονοπωλια­κό στάδιο ανάπτυξης (π.χ. Σκανδιναβικές χώρες). Αυτή η σύγκριση όμως θα εγκυμονούσε μια σειρά κινδύνους, δεδομένου ότι το ΑΕΠ είναι ένα πλα­στό μέγεθος, που δεν έχα σχέση με το εθνικό ει­σόδημα (οι αστοί περιλαμβάνουν στο ΑΕΠ και ό­λους τους μη παραγωγικούς - από άποψη παρα­γωγής υλικών αξιών και όχι από άποψη παραγωγι­κής αξιοποίησης του κεφαλαίου - κλάδους των κα­

πιταλιστικών οικονομιών). ΓΓ αυτό και εντελώς εν­δεικτικά θα χρησιμοποιήσουμε μερικούς ποιοτι­κούς δείκτες. Σημειώνουμε ότι απόλυτος δείκτης σύγκρισης για το επίπεδο ανάπτυξης των διάφο­ρων οικονομιών θα ήταν μόνο η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, όμως τέτια στοιχεία δεν υπολογί­ζει η αστική στατιστική, δεδομένου ότι αυτός ο δεί­κτης δεν της λέει τίποτα από τη σκοπιά που αυτή εξετάζει τα πράγματα. Είναι βέβαια δυνατό, με μια επιστημονική εργασία, να γίνουν υπολογισμοί που θα αφορούν την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, όμως κάτι τέτιο ξεφεύγει από τις δυνατότητες αυ­τής της ανάλυσης,

ΕΝΑΣ ΔΕΙΚΤΗΣ του επιπέδου καπιταλιστικής α­νάπτυξης είναι η κατ' άτομο παραγωγή ηλεκτρε- νέργειας (στο βαθμό που η βιομηχανική παραγωγή δεν χρησιμοποιεί σε έκταση άλλες μορφές ενέρ­γειας). Ετσι, ενώ στην Ελλάδα είχαμε το 1989 ετή­σια παραγωγή 3.451 κιλοβατωρών κατ’ άτομο πλη­θυσμού, στο Βέλγιο είχαμε 6.768, στη Γαλλία

Π ίν α κ α ς 2 0 . Ισ ο ζύ γ ιο δ ιεθ ν ώ ν σ υναλλαγώ ν

T a b le 20 . In te rn a tio n a l tra n s a c tio n sΣε εκ o r δρχ — Σε τρέχουσες τιμές In million drs — A t current pnces

1988 1989· 1990· 1991'·

1 Εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών 1.451.910 1 685.093 1 864 130 2.425.327 1. Sales of goods and services

2. Δαπάνες αλλοδαπών στην ημε­δαπή

348.974 333.740 414.945 480.277 2. Expenditure of non-residents

3. Εισπράξεις εισοδημάτων από την αλλοδαπή

197.768 229.590 277.932 341.817 3. Income receipts

Σύνολο πωλήσεων αγαθών και υπηρεσιών στην αλλοδαπή και εισπράξεων εισοδημάτων από την αλλοδαπή

1.998.652 2.248.423 2.557.007 3.247.421 T o ta l s a le s of goods and s e rv ic e s to th e re s t of the world and Income receipts

4 Εισαγωγές αγαθών και υπηρε­σιών (1)

2.160.549" 2.644.600 3.233.820 4.027.592 4. Purchases of goods and servi­ces (1)

5. Δαπάνες ημεδαπών στην αλλο­δαπή

130.137 165 665 211.446 225.859 5 Expenditure of residents abroad

6. Πληρωμές εισοδημάτων στην αλλοδαπή

254 431 314.824 324 006 392.218 6. Income payments

Σύνολο αγορών και υπηρεσιών από την αλλοδαπή και πληρω­μών εισοδημάτων στην αλλο­δαπή

2.545.117 3.125.089 3.769.272 4.645.669 Total purchases ot goods and services from the rest of the world and Income payments

7. Ισοζύγιο αγαθών, υπηρεσιών και εισοδημάτων

-546.465 -876.666 -1.212.265 -1.398.248 7. Balance of goods, services and income

8. Τρέχουσες μεταβιβάσεις από την αλλοδαπή

485.166 546064 686 397 924 774 8. Current transfers from the rest of the world

9 Μείον : Τρέχουσες μεταβιβάσεις στην αλλοδαπή

91.335 110.601 123.286 186.374 9. Less : Current transfers to the rest of the world

10. Μεταβιβάσεις κεφαλαίων από την αλλοδαπή

65.287 92.367 141.500 180.469 10. Capital transfers from the rest ol the world

11. Μείον : Μεταβιβάσεις κεφαλαίων στην αλλοδαπή

2.231 2 850 3.186 4.170 11. Less: Capital transfers to the rest of the world

12. Καθαρός δανεισμός της Χώρας από την αλλοδαπή

89.578 351.686 510.840 483.549 12. Net lending

( ! ) Χωρίς ποντοπόρα πλοία Προσωρινά στοιχεία

" Εκτιμήσεις

(1) Excluding ships operating overseas Provisional data

" Estimates

Πηγή: Προσωρινοί Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1991.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 77

Page 79: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

7.282, στη Γερμανία 7.781, στις ΗΠΑ 11.983, στην Ιαπωνία 6.496.

ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ είναι ο βαθμός μηχανο­ποίησης της αγροτικής οικονομίας. Το 1986, ο α­ριθμός των τρακτέρ ανά 1000 στρέμματα καλλιερ­γούμενης γης ήταν στην Ελλάδα 5,45, ενώ το 1970 (αρκετά χρόνια πριν δηλαδή) ήταν στην Ολ­λανδία 16 και στο Βέλγιο 9. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τα πιο βαριά γεωργικά μηχανήματα.

ΜΠΟΡΟΥΜΕ να δούμε και άλλα στοιχεία του ελ­ληνικού καπιταλισμού, όπως είναι η σύνθεση του ε­ξωτερικού εμπόριου (εισαγωγές και εξαγωγές), η ποσοστιαία κατανομή των διάφορων κλάδων της βιομηχανικής παραγωγής, αλλά η συνεχής παρά­θεση πινάκων δεν θα προσέθετε τίποτα περισσό­τερο εκτός από επιπλέον επιβεβαιώσεις του βασι­κού μας συμπεράσματος. Υπάρχει όμως ένα στοι­χείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή, αφού είναι αυτό που διαλύει κάθε αμφι­βολία σχετικά με το χαρακτήρα της ελληνικής κα­πιταλιστικής οικονομίας.

Η ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ της οικονομικής ζωής είναι βασικό χαρακτηριστικό της εποχής του ιμπεριαλι­σμού. Η εξαγωγή κεφαλαίου, όπως είδαμε, διαχω­ρίζει το μονοπωλιακό από τον προμονοπωλιακό καπιταλισμό, ο οποίος χαρακτηριζόταν από την ε­ξαγωγή εμπορευμάτων. Επομένως, το σύνολο των οικονομικών σχέσεων μιας καπιταλιστικής χώρας με το εξωτερικό αποτελεί ασφαλέστατο δείκτη για το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού σ' αυτή. Ο πίνακας της προηγούμενης σελίδας δείχνει το ισο­ζύγιο διεθνών συναλλαγών της Ελλάδας, απεικο­νίζει δηλαδή τις σχέσεις του ελληνικού καπιταλι­σμού με τον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο σ' ό­λους τους τομείς.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ που διαπιστώνει κανένας είναι το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο (σύγκριση γραμμών 1 και 4), που οδηγεί τελικά σε αρνητικό ισοζύγιο τρε- χουσών συναλλαγών. Αυτό δείχνει, ότι ο ελληνι­κός καπιταλισμός είναι αδύναμος να ελέγξει ακόμη και σε εμπορικό επίπεδο κάποιες αγορές, αδύνα­μος να ελέγξει ακόμη και τη δική του εσωτερική α­γορά. Αν μάλιστα κοιτάξουμε και την ποιοτική πλευρά του εξωτερικού εμπόριου, θα δούμε ότι οι εξαγωγές του ελληνικού καπιταλισμού αφορούν κυρίως βιομηχανικά εμπορεύματα της ελαφριάς βιομηχανίας και αγροτικά εμπορεύματα, ενώ οι ει­σαγωγές του περιλαμβάνουν σχεδόν το σύνολο του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.

ΕΙΔΑΜΕ ΟΜΩΣ, ότι βασικό χαρακτηριστικό του μονοπωλιακού καπιταλισμού είναι η εξαγωγή κεφα­λαίου και όχι η εξαγωγή εμπορευμάτων, ότι απο­φασιστική σημασία στις οικονομικές σχέσεις έχει η κίνηση κεφαλαίων και όχι το εξωτερικό εμπόριο. Οι γραμμές 10 και 11 του πίνακα δείχνουν την κίνη­ση κεφαλαίων προς και από την Ελλάδα και δεν α­φήνουν την παραμικρή αμφιβολία για το όπ η Ελ­λάδα είναι χώρα εισαγωγής και όχι εξαγωγής κε­φαλαίου. Τα κεφάλαια που εισάγονται στη χώρα από το εξωτερικό είναι από 30 μέχρι 45 φορές πε­ρισσότερα από αυτά που εξάγονται. Πρέπει δε να σημειώσουμε, ότι αυτά που εμφανίζονται σαν εξα­γώγιμα κεφάλαια δεν είναι επιχειρηματικά κεφάλαι­α, δεν είναι κεφάλαια που πάνε να επενδυθούν κά­που στο εξωτερικό, αλλά κυρίως κεφάλαια απο­

πληρωμής δανείων (και στα εισαγόμενα κεφάλαια συμπεριλαμβάνονται δάνεια, όμως αυτά είναι επι­χειρηματικά κεφάλαια για τις χώρες που τα εξά­γουν δανείζοντας τον ελληνικό καπιταλισμό).

ΑΠ' ΟΛΑ λοιπόν τα παραπάνω, φαίνεται καθαρά, ότι τα βασικά χαρακτηριστικά με τα οποία ο Λένιν προσδιόρισε το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλι­σμού δεν συναντιούνται στον ελληνικό καπιταλι­σμό, που παρά τη σχετική μεταπολεμική του ανά­πτυξη εξακολουθεί να αποτελεί εξάρτημα του μο­νοπωλιακού κεφαλαίου των ιμπεριαλιστικών χω­ρών. Παρά ταύτα, πολλοί επιμένουν να μιλούν για «ελληνικό ΚΜΚ». Γι' αυτό και χρειάζεται μα σύντο­μη απάντηση στις δοξασίες τους.

4. Η θεωρία του «ελληνικού ΚΜΚ»Η ΘΕΩΡΙΑ του «ελληνικού ΚΜΚ» κατασκευάστη­

κε από τους αναθεωρητές και δεν είναι αποτέλε­σμα κάποιας θεωρητικής πλάνης. Κατασκευάστηκε προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατηγική των «αντιμονοπωλιακών μεταρρυθμίσεων», που ήταν κοινή για όλα τα αναθεωρητικά κόμματα την εποχή της ακμής του μπρεζνιεφισμού.

Σύμφωνα μ' αυτή τη θεωρία, το προλεταριάτο ε­πιβάλλεται να συμμαχήσει με τη «μη μονοπωλιακή αστική τάξη» και μέσα από μα σειρά «αντιμονοπω- λιακές μεταρρυθμίσεις», που δεν θα θίγουν την οι­κονομική βάση του καπιταλισμού, να επιχειρήσει το «πέρασμα στο σοσιαλισμό».7 Για να δικαιολογη­θεί λοιπόν η στρατηγική της συμμαχίας με την ελ­ληνική αστική τάξη, κατασκευάστηκε και από τους εγχώριους αναθεωρητές η θεωρία του «εξαρτημέ­νου ελληνικού ΚΜΚ», η οποία με την πάροδο του χρόνου και με την ωρίμανση του αναθεωρητισμού σαν αστικού κόμματος πήρε τη μορφή των σύγχρο­νων αναπτυξιολογικών θεωριών.

ΑΠΟ ΤΟΥΣ αναθεωρητές αυτή η θεωρία πέρασε στον μικροαστικό ριζοσπαστίζοντα χώρο, που κα­θώς χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη θεωρητική έν­δεια και την πνευματική οκνηρία, βρήκε εύκολη την αντιγραφή, χωρίς να συνειδητοποιεί τί ακριβώς α- νπγράφει και πού οδηγείται. Ετσι φτάσαμε σε άλ­λες τραγελαφικές παραδοξότητες. Να μιλούν για «ελληνικό ΚΜΚ» και ταυτόχρονα να «εκπονούν» στρατηγική... λαϊκοδημοκρατικής επανάστασης (κατά το μαοϊκό πρότυπο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης «νέου τύπου»), σφυρίζοντας αδιά­φορα ακόμα και μπροστά σε κάποιες κραυγαλέες προειδοποιήσεις του Λένιν, όπως η παρακάτω:

«Ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός είναι η πληρέστερη υλική προετοιμασία του σοσιαλισμού, είναι τα πρόθυρά του, είναι το σκαλοπατάκι εκείνο της ιστορικής κλίμακας, που ανάμεσα σ ' αυτό και το σκαλοπατάκι που λέγεται σοσιαλισμός, δεν υ­πάρχουν άλλα ενδιάμεσα σκαλοπάτια»β

Κάθε φορά δε, που οι πιο σοβαροί από τους με­λετητές του «ελληνικού ΚΜΚ» έβρισκαν δυσκο­λίες στο να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των από- ψεών τους με βάση τη λενινιστική ανάλυση για τον ιμπεριαλισμό, κατέφευγαν στις... ιδιομορφίες του

7. Για περισσότερα πάνω σ' αυτό το θέμα, δες τη μπροσούρα της Κ Ε της ΣΑΚΕ: «Η ωρίμανση του ελληνι­κού αναθεοφητισμού».

8. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 34, σελ. 193.

δ ϊίΐίν :·:™

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 80: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

«ελληνικού ΚΜΚ» και «καθάριζαν». Γενικότερα, οι λέξεις «ιδιόμορφος», «ιδιομορφίες», «ιδιότυπος» είναι από τις πιο κακοπαθημένες στην ελληνική πολιτική φιλολογία. Με τη γενικότητα και την ασά­φειά τους (ζεν φταίνε οι λέξεις γι' αυτό) αποτέλε- σαν και αποτελούν το πιο ασφαλές καταφύγιο ό­λων όσων έχουν αναγαγάγει την αβάσταχτη ελα­φρότητα και την τσαπατσουλιά σε αρετές της θεω­ρητικής ανάλυσης.

ΑΠ' ΟΛΟΥΣ όσους ασχολήθηκαν με το ζήτημα, την mo σοβαρή (σοβαρή από την άποψη της δια- στρεβλωτικής δύναμης) ανάλυση έκανε ο αναθεω­ρητής συγγραφέας Μιχάλης Μάλλιος, στο βιβλίο του «Η σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλι­σμού στην Ελλάδα», όπου προσπάθησε να προσ- δώσει επιστημονικό κύρος στη στρατηγική που το μπρεζνιεφικό τμήμα του αναθεωρητισμού είχε επε­ξεργαστεί στο 9ο συνέδριό του.

Η λαθροχειρία του Μάλλιου στηρίζεται στη νοη- τική (νοητική, γιατί δεν υπάρχει στη ζωή) διάσπαση του τρόπου παραγωγής ανάμεσα σε παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις. Ο Μάλλιος λοιπόν καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του ελλη­νικού καπιταλισμού είναι μέσο, ενώ το επίπεδο α­νάπτυξης των παραγωγικών σχέσεων έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο. Ετσι, διασπώντας την ε­νότητα των στοιχείων που συναπαρτίζουν κάθε συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής, μετατρέπει τον ιμπεριαλισμό σε φαινόμενο που αφορά μόνο τις παραγωγικές σχέσεις και όχι και τις παραγωγικές δυνάμεις.

φΥΣΙΚΑ, αυτό γίνεται αυθαίρετα, δεν στηρίζεται σε κανένα επιστημονικό δεδομένο, σε κανενός εί­δους επιστημονική ανάλυση. Γίνεται απλώς επειδή βόλευε τους αναθεωρητές. Εδώ όμως δεν έχουμε σύγκρουση με τη λενινιστική ανάλυση για τον ιμπε­ριαλισμό, αλλά ευθεία επίθεση και αναίρεση της θεμελιώδους ιστορικοφιλοσοφικής αντίληψης του μαρξισμού για την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινω­νιών, πάνω στην οποία έχει θεμελιωθεί και η μαρξι­στική πολιτική οικονομία, η αντίληψη του Μαρξ και του Ενγκελς για την εξέλιξη των τρόπων παραγω­γής.

ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ Μαρξ και Ενγκελς, κάθε τρόπος πα­ραγωγής αποτελείται από τη διαλεχτική ενότητα των παραγωγικών δυνάμεων και των παραγωγικών σχέσεων. Σ' αυτή τη διαλεχτική ενότητα, το πιο κι­νητικό, το πιο επαναστατικό τμήμα είναι οι παρα­γωγικές δυνάμεις. Η ανάπτυξή τους τις φέρνει σε κάποια φάση σε σύγκρουση με τις παραγωγικές σχέσεις, που μετατρέπονται σε εμπόδιο της ανά­πτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Τότε ανοίγει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης, η νίκη της ο- ποίας οδηγεί σε νέες παραγωγικές σχέσεις, που αρχικά δίνουν άπλα στην ανάπτυξη των παραγωγι­κών δυνάμεων, βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία μαζί τους, για να μετατραπούν στη συνέχεια σε τροχοπέδη τους.

Ο αναθεωρητής οικονομολόγος λοιπόν, για να ε­ξυπηρετήσει τη θεωρητική του κατασκευή, ισχυρί­ζεται ότι οι παραγωγικές δυνάμεις, το πιο επανα­στατικό στοιχείο του τρόπου παραγωγής, έμειναν πίσω, δεν ξεπέράσαν ένα στάδιο ανάπτυξης, που ο ίδιος χαρακτηρίζει μέσο, ενώ αντίθετα α παρα­γωγικές σχέσεις έφτασαν στο μονοπωλιακό στά­

ΜΑΡΞ

διο, δηλαδή στο ανώτατο στάδιο ανάπτυξης που μπορούν να φτάσουν μέσα στον καπιταλισμό, και γεννιέται το ερώτημα: γιατί δεν αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, ώστε να φτάσουν κι αυτές στο ανώτατο σημείο που μπορούν να χωρέσουν α παραγωγικές σχέσεις του μονοπωλιακού καπιταλι­σμού; Ποιός τις εμποδίζει; Η ίδια η βάση δηλαδή, πάνω στην οποία στηρίζει όλο το οικοδόμημά του, είναι σαθρή, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματι­κότητα. Γιατί η πραγματικότητα επιβεβαιώνει την ενότητα παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων του ελληνικού καπιταλιστικού κοινωνι- κο-οικονομικού σχηματισμού, επιβεβαιώνει ότι οι παραγωγικές δυνάμεις δεν αναπτύσσονται απε­ριόριστα, δεν ξεπερνούν αυτό που ονομάζουμε μέ­σο επίπεδο, γιατί πς εμποδίζουν οι διαμορφωμέ­νες σχέσεις παραγωγής, που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Και απ' αυτή τη πρόσκρουση των παρα­γωγικών δυνάμεων στις κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις απορρέει το σάπισμα του ελληνικού καπι­ταλισμού, για το οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω.

Ο Μάλλιος ακόμη απολυτοποιεί τη μεταπολεμική συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγω­γής και του κεφαλαίου στην Ελλάδα και την εμφά­νιση μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, για να βαφτίσει αυτές τις επιχειρήσεις «μονοπώλια». Για να γίνει μάλιστα πιο πιστευτή η άποψή του, ανακα­λύπτει ότι και προπολεμικά «διαμορφώθηκε στην Ελλάδα ένα ισχυρό σύστημα τραπεζών με επικε­φαλής δυο τρεις μεγάλες τράπεζες α οποίες τόσο από άποψη μεγέθους ενεργητικού, όσο και από ά­ποψη έκτασης της πιστωτικής του δραστηριότη­τας σημείωσαν ψηλό επίπεδο μονοπωλιακής ανά­πτυξης·»β

Ετσι, το επιστημονικό βάθρο πις λενινισπκής α­νάλυσης για την ιδιαίτερα ψηλή βαθμίδα ανάπτυ­ξης, από την οποία ξεπηδά το μονοπώλιο, εκχυ- δαίζεται στο επίπεδο της ετυμολογικής ερμηνείας της λέξης μονοπώλιο (μονοπώλιο = μονό-πωλώ, όπως ακριβώς λέμε: ο μπακάλης του χωριού είναι μονοπώλιο, αφού δεν υπάρχει άλλος μπακάλης να τον ανταγωνιστεί). Αν ακολουθήσουμε αυτή τη συλλογιστική, τότε θα οδηγηθούμε στο συμπέρα­σμα, ότι όσο πιο καθυστερημένη είναι μια καπιταλι­στική χώρα τόσο αναπτυγμένος είναι σ' αυτή ο... μονοπωλιακός καπιταλισμός. Γιατί στις καθυστε­ρημένες καπιταλιστικές χώρες παρατηρείται το φαινόμενο ελάχιστες επιχειρήσεις, συνδεμένες κατά κανόνα με το ξένο κεφάλαιο, να ασκούν μο­νοπωλιακό (με την έννοια του μονό-πωλώ) έλεγχο στην οικονομία και δίπλα τους να υπάρχει μια τε­ράστια μάζα βιοτεχνικών και χειροτεχνικών επιχει­ρήσεων.

ΕΠΕΙΔΗ όμως ο αναθεωρητής οικονομολόγος ξέρει ότι κι αν ακόμη κάποιος δεχτεί την άποψή του για τα «μονοπώλια της ελληνικής παραγω­γής», θα του ζητήσει να επιβεβαιώσει στην πραγ­ματικότητα του ελληνικού καπιταλισμού, και τα άλ­λα συμπεράσματα του λενινισπκού ορισμού, φρο­ντίζει να κρατήσει τις αποστάσεις του από το Λέ­νιν, γράφοντας: «Δεν υπάρχει κάποιο υποχρεωτι­κό μίνιμουμ οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας σαν απαραίτητος όρος για την εμφάνιση του ΚΜΚ.

9. Μ. Μάλλιος: Η σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπι­ταλισμού στην Ελλάδα, «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 46.

88888818888ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 § £ ||

Page 81: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Ενα συμπέρασμα που θα υποστήριζε όπ δήθεν υ­πάρχει τέτιο μίνιμουμ για την εμφάνιση του ΚΜ Κ θα ερχόταν σε αντίθεση και με τη θεωρία (σ.σ. παά θεωρία;), και με την ιστορία της ανάπτυξης του ΚΜ Κ στις διάφορες χώ ρες και θα οδηγούσε στη σχηματοποίηση ορισμένω ν πλευρών της λενινι- στικής Θεωρίας για τον ΚΜ Κ».™ (Η έμφαση δική μας).

Ωστε η αναζήτηση στον ελληνικό καπιταλισμό τέτιων βασικών χαρακτηριστικών του μονοπωλια­κού καπιταλισμού, όπως η εξαγωγή κεφαλαίου, που ξεχωρίζει τον μονοπωλιακό από τον προμονο- πωλιακό καπιταλισμό, η δημιουργία μονοπωλιακών ενώσεων, που συμμετέχουν στο οικονομικό μοίρα­σμα του κόσμου, και η συμμετοχή του ελληνικού α­στικού κρότους στο εδαφικό μοίρασμα του κόσμου σε σφαίρες επιρροής, δεν είναι παρά... σχηματο­ποίηση ορισμένων πλευρών της λενινιστικής θεω­ρίας. Ας είναι. Εστω και έμμεσα, οι αναθεωρητές παραδέχονται ότι η άποψή τους για «ελληνικό ΚΜΚ» δεν «κολλάει» με τη λενινιστική ανάλυση. Για να γίνει όμως σαφέστερο τί ακριβώς εννοεί ο Μάλλιος, γράφοντας για «σχηματοποίηση ορισμέ­νων πλευρών της λενινιστικής θεωρίας», πρέπει να πούμε ότι αυτό αποτελεί κομψή διατύπωση κά­ποιων απόψεων που ξένοι ομογάλακτοι του διατύ­πωναν την ίδια περίοδο. Σε ειδικό συμπόσιο που διοργάνωσε η Ακαδημία Επιστημών της μπρεζνιε- φικής ΕΣΣΔ, εκφράστηκε η άποί|ηη, ότι ο ΚΜΚ είναι ιδιαίτερο στάδιο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, όπου από τα βασικά γνωρίσματα με τα οποία ο Λέ­νιν όρισε τον ιμπεριαλισμό ισχύει μόνο το πρώτο (δημιουργία μονοπωλίων), ενώ τα άλλα τέσσερα έ- παψαν να ισχύουν.11

ΤΕΛΟΣ, ένα επιχείρημα που προβάλλεται συχνά, για να δικαιολογηθεί η θεωρία του «ελληνικού ΚΜΚ» είναι το γεγονός της υποταγής του κρατι­κού μηχανισμού στα μονοπώλια. Πρόκειται μάλλον για φαιδρό επιχείρημα, το οποίο δεν απαντά καθό­λου στο ερώτημα, ποιό είναι το επίπεδο ανάπτυ­ξης του συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής. Γιατί η μετατροπή του χρηματισπκού κεφαλαίου σε πα­γκόσμια δύναμη έχει οδηγήσει σε υποταγή και του κρατικού μηχανισμού των εξαρτημένων χωρών σ’ αυτό. Μάλιστα, όσο περισσότερο οικονομικά εξαρ­τημένη είναι μα χώρα τόσο μεγαλύτερη είναι αυτή η υποταγή.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ λόγος να επεκταθούμε περισσό­τερο στην πολεμική στην αναθεωρητική θεωρία για τον «ελληνικό ΚΜΚ». Οποιος θέλει να αποδείξει ε­πιστημονικά ότι ο ελληνικός καπιταλισμός έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης, θα πρέπει να αποδείξει με στοιχεία, ότι κατά τον 19ο αιώνα είχα­με τη λ!ειτουργία του ελεύθερου συναγωνισμού, εί­χαμε τη συγκέντρωση της παραγωγής και του κε­φαλαίου σε κείνη πι γιγάντια βαθμίδα ανάπτυξης από την οποία ξεπήδησε το μονοπώλιο. 0α πρέπει να εξηγήσει πώς γίνεται μια χώρα του μονοπωλια­κού καπιταλισμού να χαρακτηρίζεται από την τόσο χαμηλή συγκέντρωση της γης, από την εισαγωγή και όχι την εξαγωγή κεφαλαίου, από την αδυναμία οικονομικού ελέγχου ακόμη και της εσωτερικής της αγοράς κλπ. κλπ. Ολα τα υπόλοιπα είναι είτε εκ του πονηρού είτε εκ της βλακείας. Τα λίγα που αναφέρθηκαν παραπάνω επιβεβαιώνουν από μια άλλη σκοπιά το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελ­ληνικού καπιταλισμού, το οποίο κανένας δεν τολ­

μά να αμφισβητήσει. Υπενθυμίζουμε απλώς και πά­λι, ότι μέσο επίπεδο και ΚΜΚ, σε οντολογικό επί­πεδο είναι πράγματα αλληλοαποκλειόμενα, ενώ σε λογικό επίπεδο συνιστούν «αντίφαση εν τοις ό-ρας».

5. Καπιταλισμός που σαπίζειΑΠΟ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ όπ ο ελληνικός καπιταλι­

σμός είναι μέσου επιπέδου ανάπτυξης προκύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα: υπάρχουν προοπτικές ανά­πτυξής του, ώστε ο ελληνικός καπιταλισμός να φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο; Εχει, μ1 άλλα λό­για, η ελληνική αστική τάξη ένα ανεξάντλητο δυ­ναμικό, από το οποίο θα πηγάσει στο μέλλον κά- ποια σημαντική αναπτυξιακή δυναμική;

Η απάντηση στο ερώτημα δεν έχει φιλολογική σημασία. Είναι κρίσιμο ζήτημα που παίζει σημαντι­κό ρόλο στον καθορισμό της στρατηγικής του συ­νειδητού προλεταριάτου. Αν ο ελληνικός καπιταλι­σμός έχει ακόμη σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, αν του μέλλεται να φτάσει τις αναπτυγμένες χώ­ρες, πς χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, τότε το συνειδητό προλεταριάτο θα βρει μπροστά του σημαντικά προβλήματα, θα δυσκολευτεί ιδιαί­τερα να αναπτύξει το στρατηγικό του σχέδιο, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την κατάχτηση της πλειοψη- φίας των μισοπρολεταριακών στρωμάτων του χω­ριού και της πόλης, αλλά και σε ό,τι αφορά την κα­τάχτηση της πλειοψηφίας της ίδιας της εργατικής τάξης.

ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ δείχνει παραστατικά τί ακρι­βώς θέλουμε να πούμε. Το ψευτοόραμα της «οικο­νομικής και κοινωνικής σύγκλισης» με τις αναπτυγ­μένες καπιταλιστικές χώρες της ΕΟΚ, μολονόπ στο οικονομικό και το κοινωνικό πεδίο αντιστοιχεί­ται μόνο σε πραχτικά μέτρα σκληρής λιτότητας και κοινωνικής βαρβαρότητας, λειτουργεί σε ένα βαθ­μό σαν προπαγανδιστικός μηχανισμός της ασπκής τάξης, που παραλύει συνειδήσεις και φρενάρει (μαζί με άλλους παράγοντες) την ανάπτυξη της ταξικής πάλης εκ μέρους της εργατικής τάξης και της φτωχομεσαιας αγροτιάς. Ας φανταστούμε λοι­πόν τί μπορεί να γίνει, αν δεν πρόκειται για ψευτο­όραμα, αλλά για πραγματικό όραμα της αστικής τά­ξης, που έχει τα φόντα να το πραγματοποιήσει.

ΜΠΟΡΕΙ ΑΚΟΜΗ να τεθεί το ερώτημα: Η οικο­νομική ανάλυση αποδείχνει, ότι τα μεταπολεμικά χρόνια ο ελληνικός καπιταλισμός άλλαξε όψη, α­ναπτύχθηκε σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής. Γιατί λοιπόν να μη γνωρίσει άλλη μια τέτια φάση ανά­πτυξης, που θα τον εκτινάξει μέχρι και το μονοπω­λιακό στάδιο; Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν αρχικά κά- ποια πράγματα σχετικά με τη μεταπολεμική ανά­πτυξη του ελληνικού καπιταλισμού.

Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι αυ­τή η ανάπτυξη δεν ήρθε βασικά σαν αποτέλεσμα της εσωτερικής δυναμικής του ελληνικού καπιταλι-

10. Μάλλιος, ό.π., σελ. 147-148.11. Ο απόψεις αυτές περιέχονται στο: Ακαδημίας Επι­

στημών ΕΣΣΔ: Η διδασκαλία του Λένιν για τον ιμπερια­λισμό και η εποχή μας, ελλην. έκδοση «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1968. Αναλυτική πολεμική δες στη μπροσούρα της Κ Ε της ΣΑΚΕ: Η ωρίμανση του ελ­ληνικού αναθεωρητισμού.

H ! ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993

Page 82: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

σμού, αλλά σαν αποτέλεσμα γενικότερων αλλα­γών στον καπιταλιστικό κόσμο, νέων αναγκών του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που τις περιγράφει το σχέδιο προγράμματος. Δεύτερο, αυτή η ανά­πτυξη, επειδή ακριβώς στηρίχτηκε στην εισαγωγή ξένου χρημαπσπκού κεφαλαίου και στην εισαγωγή των βασικών μέσων παραγωγής, ήταν σχετκή και δεν οδήγησε (ούτε μπορούσε να οδηγήσει) τον ελ­ληνικό καπιταλισμό σε υπέρβαση του μέσου επιπέ­δου ανάπτυξης. (Η ανάλυση του Λένιν για τη μετα­τροπή του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού σε γενικό σύστημα, όπου ο» ιμπεριαλιστικές χώρες εξαρτούν με διάφορους τρόπους όχι μόνο τις αποικίες, αλλά το σύνολο των χωρών, που γίνονται υποδοχείς του εξαγόμενου κεφαλαίου, επιβεβαιώθηκε απόλυ­τα και από τη μεταπολεμική ανάπτυξη του ελληνι­κού καπιταλισμού). Τρίτο, αυτή η ανάπτυξη ήταν ι­διαίτερα καταστροφική για τον εργαζόμενο ελληνι­κό λαό. Το σχέδιο προγράμματος περιγράφει τις βασικές πλευρές αυτής της καταστροφικότητας.

ΕΔΩ ΠΡΕΠΕΙ να σημειώσουμε, ότι δεν πρόκειται για τις συνέπειες που γενικά έχει σε βάρος των εργαζόμενων η καπιταλιστική ανάπτυξη, αλλά για την ιδιαίτερη ένταση που είχαν αυτές οι συνέπειες στην Ελλάδα, από τη μια, επειδή η ανάπτυξη γινό­ταν με τη διατήρηση ιδιαίτερα χαμηλής οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου και, από την άλλη, επειδή η ανάπτυξη ήταν μονόπλευρη, με αποτέλεσμα - πα­ρά τη χαμηλή οργανική σύνθεση κεφαλαίου - να συνοδεύεται από ιδιαίτερα ψηλή ανεργία. Αυτό βρήκε την έκφρασή του στη μαζική εξωτερική με­τανάστευση. Περίπου ένα εκατομμύριο Ελληνες, στην πλειοψηφία τους νέοι, αναγκάστηκαν να πά­ρουν το δρόμο της μετανάστευσης στα μεταπολε­μικά χρόνια. Δηλαδή, το ένα τρίτο περίπου του ερ­γαζόμενου πληθυσμού δεν μπορούσε να εξασφα­λίσει θέση εργασίας στον «αναπτυσσόμενο» ελλη­νικό καπιταλισμό. Η μαζική ανεργία λοιπόν δεν ή­ταν αποτέλεσμα εκτόπισης εργατών από την πα­ραγωγή, λόγω της ανόδου της οργανικής σύνθε­σης του κεφαλαίου, αλλά αποτέλεσμα του ακριβώς αντίθετου προτσές, αποτέλεσμα της μαζικής κατα­στροφής της αγροτιάς και της καθυστέρησης της βιομηχανικής παραγωγής. Αυτή η εξέλιξη αποτελεί την καλύτερη απόδίειξη για το ότι δίπλα στην τάση της σχετικής ανάπτυξης αναπτυσσόταν η τάση του σαπίσματος του ελληνικού καπιταλισμού.

ΑΣ ΣΗΜΕΙΩΣΟΥΜΕ, όπ και σ' αυτό το φαινόμε­νο έχουμε την, μετά από 40 χρόνια, επαναβεβαίω­ση ενός ακόμη από τα συμπεράσματα του Λένιν για την εποχή του ιμπεριαλισμού:

«Στον αριθμό των ιδιομορφιών του ιμπεριαλι­σμού, που συνδέονται με τον κύκλο των φαινομέ­νων που περιγράφουμε, ανήκα η μείωση της μετα­νάστευσης από νς ιμπεριαλιστικές χώρες και η αύ­ξηση της εγκατάστασης (του ερχομού εργατών και 'της μετοίκηοης) σ ' αυτές τις χώρες από τις πιο κα­θυστερημένες χώρες, όπου ο μισθός εργασίας εί­ναι κατώ τερος».'2ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθα­

νότητα να ξαναζήσει ο ελληνικός καπιταλισμός μια παρόμοια φάση σχετικής ανάπτυξης. Η όξυνση της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος άνοιξε ένα νέο γύρο ιμπεριαλιστικών πολέμων και προλεταριακών επαναστάσεων. Αν το προλεταριάτο της Ελλάδας δεν βγει νικηφόρο από αυτό το γύρο, αν ο παγκόσμιος καπιταλισμός

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ

μπει σε μια φάση σχετικής σταθεροποίησης, που δεν θα είναι βέβαια μακρόχρονη, τότε και ο ελληνι­κός καπιταλισμός μπορεί να γνωρίσει μια φάση ό­που θα αναστραφούν α σημερινές τάσεις και θα υ­πάρξει μια σχετική ανάπτυξη.

Και αυτή η ανάπτυξη όμως δεν θα οδηγήσει τον ελληνικό καπιταλισμό σε ξεπέρασμα του μέσου ε­πιπέδου, ενώ από την άλλη θα είναι για τις εργαζό­μενες μάζες ακόμη πιο καταστροφική από εκείνη των δεκαεπών του 50 και του 60. Τις τάσεις κατα­στροφής πς βλέπουμε ήδη τώρα, στη φάση της κρίσης. Η φτωχομεσαία αγροτιά, αυτή που κρατή- θηκε στο χωριό μετά το πρώτο μεγάλο κύμα μαζι­κού ξεκληρίσματος, μετά βίας κρατιέται στο επίπε­δο της επιβίωσης, χάρη στις κρατικές (και ΕΟΚι- κές) επιδοτήσεις. Η προχωρητική συρρίκνωση της επιδοματικής πολιτικής, αποτέλεσμα της ισχυρής δημοσιονομικής κρίσης που σαρώνει όλη την καπι­ταλιστική Ευρώπη (και όχι μόνο) ήδη άρχισε να προκαλεί καταστροφή μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, να σπρώχνει την αγροτική νεολαία προς τις πόλεις, όπου οι θέσεις εργασίας γίνονται ολοένα και λιγότερες. Η ανεργία παίρνει ήδη επι­δημικές διαστάσεις και χαρακτηριστικά της γίνο­νται η μακροχρόνια ανεργία και η ανεργία των νέ­ων.

ΑΥΤΗ Η ΤΑΣΗ μερικά μόνο θα αναστραφεί, αν στο μέλλον υπάρξει μια σχετική αναπτυξιακή ροπή της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας. Αυτό α­ποτελεί νομοτέλεια για τον ελληνικό καπιταλισμό. Γιατί ο καπιταλισμός αποτελεί πια παγκόσμιο σύ­στημα και από τη στιγμή που όλος ο κόσμος μοιρά­στηκε, που δεν υπάρχουν πια εδάφη για μοίρασμα, μοίρασμα που θα έδινε ώθηση στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, τα περιθώρια για πς εξαρτημένες χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης είναι περιορι­σμένα και δεδομένα. Πάνω στο έδαφος αυτού του μοιρασμένου κόσμου μπορούν να γίνουν μόνο πε­ριοδικά ξαναμοιράσματα, με μοχλούς τον οικονομι­κό πόλεμο και την ανοιχτή στρατιωτική βία, τον ι­μπεριαλιστικό πόλεμο. Αυτά τα ξαναμοιράσματα γί­νονται στη βάση της οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης των διάφορων χωρών. Με τί φόντα λοι­πόν μπορεί ο ελληνικός καπιταλισμός να πάρει μέ­ρος σ' αυτά τα περιοδικά ξαναμοιράσματα των α­γορών και των σφαιρών επιρροής;

Η επίκληση του μεγαλοϊδεαπσμού, ντυμένου με σύγχρονες ιδεοληψίες περί «πατρίδας του πνεύ­ματος» και «κοιτίδας του παγκόσμιου πολιπσμού» μόνο γέλια προκαλεί στα ιμπεριαλιστικά διαβούλια και προορίζεται αποκλειστικά για εσωτερική κατα­νάλωση. Μπορεί όμως αυτός ο μεγαλοίδεαπσμός να πάρει σάρκα και οστά σε βαλκανικό επίπεδο, με τη συμμετοχή της ελληνικής αστικής τάξης στο πολεμικό μακελειό που προετοιμάζεται. Κανένας όμως δεν ξέρει ποιό θα είναι το αποτέλεσμα αυτού του μακελειού. Μπορεί ο ελληνικός καπιταλισμός να βγει ηττημένος, με συρρικνωμένη ακόμη και την εσωτερική αγορά που σήμερα διαθέτει. Αλλά κι αν ακόμη βγει νικητής, αν η προσάρτηση νέων εδα­φών του δώσει τη δυνατότητα για μια κάποια ανά­πτυξη, πρώτο, αυτή η ανάπτυξη θα είναι και πάλι σχετική, θα γίνει με όρους υποταγής στο ξένο μο­νοπωλιακό κεφάλαιο, όπου θα κυριαρχεί το κεφά­λαιο των χωρών της νικήτριας ιμπεριαλιστικής

12. Β.Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 27, σελ. 410-411.

ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 Γβΐ

Page 83: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

συμμαχίας, και δεύτερο, θα σημάνει για τον ελληνι­κό λαό ανείπωτες καταστροφές και βάσανα πολύ περισσότερα απ' αυτά που έφεραν οι νικηφόροι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-13 και η πανωλεθρία του 1922 και θα στηριχτεί στην κατάχτηση γειτονι­κών λαών, που θα αποτελεί μόνιμη εστία αναταρα­χής και απελευθερωτικής δράσης και θα οδηγεί σε καταπιεστικά μέτρα και φασιστικοποίηση της δημό­σιας ζωής και σε βάρος του ελληνικού λαού.

ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση λοιπόν, ο ελληνικός καπι­ταλισμός δεν έχει προοπτικές απεριόριστης ανά­πτυξης, δεν έχει τη δυνατότητα να φτάσει στο μο­νοπωλιακό στάδιο. Παρά το μέσο επίπεδό του, εί­ναι καπιταλισμός που σαπίζει μαζί με το μονοπωλι­ακό καπιταλισμό των ιμπεριαλιστικών χωρών, καπι­ταλισμός που - όπως τονίζει το σχέδιο προγράμ­ματος - καταστρέφει τη φύση και τις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και πρωταρχικά τη βασικό­τερη παραγωγική δύναμη, τον άνθρωπο.

ΓΓ ΑΥΤΟ και η ανάπτυξη της Ελλάδας, μια ανά­πτυξη που θα υπηρετεί τα συμφέροντα της εργα­ζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, μπορεί να πραγ­ματοποιηθεί μόνο στα πλαίσια μιας άλλης κοινωνι­κής συγκρότησης, μη εκμεταλλευτικής, που μαζί με την εκμετάλλευση θα καταργήσει και κάθε είδους φραγμό στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμε­ων, δίνοντάς τους την άπλα που απαιτεί ο εσωτε­ρικός δυναμισμός τους.

6. Ο χαρακτήρας της επανάστασηςΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ του σχεδίου προγράμμα­

τος και από τα συμπληρωματικά στοιχεία που δώ­σαμε εδώ βγαίνει το συμπέρασμα ότι η σημερινή ει­κόνα του ελληνικού καπιταλισμού δεν είναι η εικό­να που έδινε για πς χώρες μέσου επιπέδου ανά­πτυξης το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διε­θνούς το 1928 ή η εικόνα που έδινε η απόφαση της ιστορικής 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ το 1934.

Η ΚΔ το 1928 και το ΚΚΕ το 1934 μιλούσαν για σημαντικά υπολείμματα μισοφεουδαρχικών σχέσε­ων στην αγροτική οικονομία και για επερχόμενη ε­πανάσταση, που θα ξεκινήσει σαν αστικοδημοκρα- πκή και θα μετεξελιχτεί γρήγορα σε σοσιαλιστική.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος πολύ σωστά σημειώ­νει, ότι τα μισοφεουδαρχικά υπολείμματα έχουν ε­ξαλειφτεί, σαν αποτέλεσμα της ίδιας της σχετικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από το μέσο επί­πεδο ανάπτυξης. Και ορίζει τον χαρακτήρα της ε- περχόμενης επανάστασης σαν λαϊκοδημοκρατι- κό-σοσιαλιστικό. Θεωρεί δηλαδή, όπ δεν υπάρ­χουν προβλήματα της ασπκοδημοκρατικής επανά­στασης, που θα πρέπει να λυθούν για να προχωρή­σει η σοσιαλιστική οικοδόμηση. Ζητήματα του εποι­κοδομήματος, όπως ο μη χωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, είναι δευτερεύοντα και δεν παί­ζουν κανένα ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης. Ακόμη και σπς ανα­πτυγμένες καπιταλιστικές χώρες μπορεί να βρει κανένας πολλά τέτια ζητήματα, που άφησε άλυτα η ασπκή επανάσταση, παρά πς διακηρύξεις της.

Ο ΟΡΙΣΜΟΣ του χαρακτήρα της επανάστασης σαν λαϊκοδημοκρατικού-σοοιαλιστικού μπορεί να εγείρει την εξής ένσταση: αφού το σχέδιο προ­γράμματος διαπιστώνει όπ δεν υπάρχουν σημανπ-

κά άλυτα ζητήματα της ασπκοδημοκρατικής επα­νάστασης, αφού ακόμη το οικονομικό μέρος του προγράμματος της λάίκής-σοσιαλιστικής δημο­κρατίας προβλέπει όπ είναι ώριμο αίτημα όχι α­πλώς η εθνικοποίηση της γης και η εκχώρησή της στους φτωχομεσαίους αγρότες, αλλά το άμεσο πέρασμα της αγροτικής οικονομίας στη μεγάλη συ­νεταιριστική παραγωγή, γιατί λοιπόν θεωρεί όπ η επανάσταση έχει και λαϊκό χαρακτήρα και δεν την ορίζει απλώς σαν σοσιαλιστική επανάσταση, αφού σε τελευταία ανάλυση η σοσιαλιστική είναι η βασι­κή πλευρά των προτεινόμενων από το σχέδιο προ­γράμματος οικονομικών μετασχημαπσμών;

Το πρόβλημα δεν συνίσταται στη χρήση κάποιων όρων. Ούτε η αναφορά σε λάίκοδημοκραπκό χα­ρακτήρα της επανάστασης είναι ζήτημα ζύμωσης. Είναι ζήτημα ουσίας και οι όροι έρχονται ακριβώς αυτή την ουσία να αποδώσουν. Γι' αυτό θα σταθού­με αναλυτικά σ' αυτό το ζήτημα.

ΑΣ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΕ κατ’ αρχήν μια πλευρά του ζητήματος, που αν δεν κατανοηθεί σωστά ί­σως δημιουργήσει παρανοήσεις. Το σχέδιο προ­γράμματος μιλά για εφαρμογή μιας «ελληνικής ΝΕΠ», στα πλαίσια της οποίας θα μείνει άθικτος από τη σοσιαλιστική κρατικοποίηση ένας τομέας της βιομηχανίας, του εμπόριου και των υπηρεσιών και ένα τμήμα της αστικής τάξης του χωριού. Πρέ­πει λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε, όπ η εφαρμογή αυ­τής της «ελληνικής ΝΕΠ» δεν καθορίζει το λαϊκό χαρακτήρα της επανάστασης.

Τα αστικά αυτά στρώματα, που δεν θα απαλλο- τριωθούν σε πρώτη φάση, δεν αποτελούν συμμά­χους του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανά­σταση ούτε στρώματα που θα ουδετεροποιηθούν. Είναι στρώματα απόλυτα εχθρικά προς την επανά­σταση και το σοσιαλισμό, που μόνο οι οικονομι- κές-οργανωτικές δυνατότητες της πρώτης φάσης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης επιβάλλουν να μεί­νουν άθιχτα, προκειμένου να μην υπάρξει απορ­ρύθμιση του μηχανισμού παραγωγής και κατανο­μής. Για να το πούμε απλά, επειδή η μεγάλη σοσια­λιστική παραγωγή και κατανομή δεν θα μπορεί από την πρώτη σπγμή να καλύψει το κομμάπ που ελέγ­χουν αυτοί οι καπιταλιστές (λόγω της κατάστασης που θα κληρονομηθεί από τον μέσο επιπέδου ανά­πτυξης ελληνικό καπιταλισμό), αναγκαστικά θα α­νεχτεί για ένα διάστημα την ύπαρξή τους.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος αναφέρει σαφώς όπ, πρώτο, στόχος της μεταβατικής περιόδου είναι η σοσιαλιστική απαλλοτρίωση (χωρίς εξαγορά) και αυτών των ασπκών στρωμάτων (δεν θα έχουμε πέ­ρασμά τους στο σοσιαλισμό, κατά το μπουχαρινικό και μαοϊκό πρότυπο) και, δεύτερο, όπ αυτή η «ελ­ληνική ΝΕΠ» δεν θα είναι μακρόχρονη. Μ’ άλλα λόγια, αν επρόκειτο μόνο γι’ αυτή τη σύντομη ανο­χή κάποιων ασπκών στοιχείων, δεν θα υπήρχε κα­νένας λόγος να μιλάμε για λαϊκό χαρακτήρα της ε­πανάστασης. Θα μιλούσαμε μόνο για σοσιαλιστική επανάσταση, με την επισήμανση όπ θα έχει αυτή την ιδιομορφία στη διάρκεια της μεταβατικής πε­ριόδου από τον καπιταλισμό προς την πλέρια ε­γκαθίδρυση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγω­γής

Ο ΛΑΪΚΟΣ χαρακτήρας της επανάστασης καθο­ρίζεται από το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο, από την ύπαρξη πολυάριθμων μισοπρολεταριακών και

82 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 84: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

μικροαστικών στοιχείων όχι μόνο στο χωριό, αλλά και στην πόλη, που αποτελούν σταθερούς συμμά­χους του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανά­σταση, συμμάχους που μαζί τους το προλεταριάτο θα οικοδομήσει το σοσιαλισμό.

Ο χαρακτήρας της επανάστασης - έγραφε συ­χνά ο Νίκος Ζαχαριάδης - καθορίζεται τελικά από το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων. Στην ίδια λογική στηρίζεται και το σχέδιο προγράμματος. Η ανάγκη της σταθερής συμμαχίας με τα μισοπρολε- ταριακά στρώματα όχι μόνο του χωριού αλλά και της πόλης είναι που προσδιορίζει κατ' αρχήν το λαϊκό χαρακτήρα της επανάστασης δίπλα στο σο­σιαλιστικό. Μ' άλλα λόγια, το στρατηγικό σχέδιο περιλαμβάνει σπς κινητήριες δυνάμεις της επανά­στασης όχι μόνο το προλεταριάτο και τη φτωχή α­γροτιά, αλλά και τους μισθωτούς μικροαστούς, και τη μεσαία αγροπά, και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης (μικροπαραγωγούς, χειροτέχνες, μικρέ­μπορους), που συνολικά στην Ελλάδα αντιπροσω­πεύουν ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα του πληθυ­σμού. Μικρότερο από την εργατική τάξη, αλλά ση­μαντικό όχι μόνο από αριθμητική, αλλά και από οικονομική άποψη. Ας σκεφτούμε μόνο ποιά είναι η σημασία όλων των μικρεμπόρων της πόλης για το μηχανισμό κατανομής ή ποιά η παραγωγική σημα­σία χειροτεχνικών επιχειρήσεων όπως τα αρτο­ποιεία, τα συνεργεία επισκευής αυτοκινήτων, τα εργαστήρια των υδραυλικών και των ηλεκτρολό­γων κλπ. κλπ.

ΤΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ αυτά θα περάσουν στο σοσιαλι­σμό, αλλάζοντας την προηγούμενη ταξική τους θέση. Επομένως, το πέρασμά τους στο σοσιαλι­σμό δεν μπορεί να γίνει μέσω της απαλλοτρίωσης, αλλά μέσω άλλων μεθόδων, όπως είναι ο συνεται­ρισμός για τη μεσαία αγροτιά και άλλες μέθοδοι για τα μικροαστικά στρώματα της πόλης, που δεν μπο­ρούν με ακρίβεια να περιγράφουν από τώρα.

ΤΟ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ δηλαδή είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο, για να μπορέσει να συμμαχήσει σταθερά μ' αυτά τα στρώ­ματα και να τα τραβήξει στην επανάσταση και στη συνέχεια στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Το μικροϊ- διοκτησιακό στοιχείο μάλιστα αφορά σε αρκετές περιπτώσεις και το ίδιο το προλεταριάτο. Το σχέ­διο προγράμματος αναφέρεται σε αρκετές περι­πτώσεις, όπου το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο δεν θα απαλλοτριωθεί, αλλά αν πρέπει να θιχτεί θα α­ποζημιωθεί.

ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ, για παράδειγμα, στο ζήτημα της κατοικίας, που στην Ελλάδα δεν εμφανίζει την ει­κόνα των χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Από τα διαμερίσματα που νοικιάζονται πολλά απο­τελούν ιδιοκτησία εργατών, φτωχομεσαίων αγρο­τών και μικροαστών της πόλης. Για να μπορέσει ο

σοσιαλισμός να βγάλει την κατοικία από τη σφαίρα των εμπορευματικών σχέσεων και με δεδομένο ότι σε πρώτη φάση η ανέγερση νέων κατοικιών θα κα­θυστερεί (λόγω των τεράστιων αναγκών συσσώ­ρευσης στη σοσιαλιστική βιομηχανία), πρέπει να βρει εκείνα τα μεταβατικά μέτρα που να μη θίξουν τη μικρή ιδιοχτησία στην κατοικία.

ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ η εθνικοποίηση της γης αποτελεί βάση του αγροτικού μέρους, πά­νω στην οποία θα οικοδομηθεί ο σοσιαλιστικός συ­νεταιρισμός. Αν η εθνικοποίηση σημαίνει προχω­ρητική απαλλοτρίωση των πλούσιων αγροτών και των αστικών στοιχείων της πόλης που έχουν στην ιδιοκτησία τους γη, το πρόβλημα τίθεται εντελώς διαφορετικά για τα μικροαστικά και προλεταριακά στρώματα της πόλης, που έχουν στην ιδιοκτησία τους γη (είτε επειδή την κληρονόμησαν είτε επει­δή την αγόρασαν) και στον καπιταλισμό τη νοικιά­ζουν στους αγρότες. Εδώ λοιπόν δεν μπορεί να υ­πάρξει απαλλοτρίωση, αλλά εξαγορά για να δοθεί η γη στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ και άλλες πλευρές. Τα μέ­σα παραγωγής της πλούσιας αγροτιάς θα εθνικο­ποιηθούν μαζί με τη γη. Ομως μέσα παραγωγής έ­χουν και οι μεσαίοι αγρότες και σ ένα βαθμό και οι φτωχοί αγρότες. Πάνω σ' αυτά τα μέσα παραγω­γής δεν χωρά απαλλοτρίωση, ούτε καν εξαγορά, δεδομένου ότι η φτωχομεσαία αγροπά χρησιμο­ποιεί τα μέσα παραγωγής που έχει στην ιδιοκτησία της και δεν τα νοικιάζει σε τρίτους. Πρέπει λοιπόν να βρεθούν τέτιες μεταβατικές μορφές οικονομι­κών και οργανωτικών σχέσεων, ώστε τα κρατικο­ποιημένα μέσα παραγωγής να συνδυάζονται με τα μέσα παραγωγής που βρίσκονται στην ιδιοκτησία της συνεταιρισμένης αγροτιάς, με στόχο να περιο­ρίζεται βαθμιαία η σφαίρα της συνεταιριστικής ή α­τομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και μαζί της να περιορίζεται η σφαίρα δράσης του νό­μου της αξίας και της εμπορευμαπκής παραγωγής.

ΑΚΟΜΗ ΠΙΟ ΣΥΝΘΕΤΑ θα είναι τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν στον μικροεμπορευματικό και χειροτεχνικό τομέα, που στην Ελλάδα παρου­σιάζει, λόγω του μέσου επιπέδου ανάπτυξης, μια ι­διαίτερη αντοχή και διασπορά.

ΝΑ ΛΟΙΠΟΝ γιατί η επανάσταση έχει και λάικο- δημοκρατικό χαρακτήρα. Χαρακτήρα που πρέπει να διακηρυχτεί από το προλεταριάτο, για να μπο­ρέσει να αναπτύξει το στρατηγικό του σχέδιο, αλ­λά και χαρακτήρα που πρέπει να τοποθετηθεί στις ακριβείς του διαστάσεις, ώστε να μη φτάσει να υ­πονομεύσει την οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, να μη φτάσει το μικροϊδιο- κτησιακό στοιχείο, που - για να θυμηθούμε το Λέ­νιν - γεννά κι αυτό τον καπιταλισμό, να πνίξει τη μετάβαση στον πλήρη σοσιαλισμό.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 83Β Β

Page 85: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Αναφορά στην ταξική αντίθεση και οριοθέτηση

του Τάκη Κολοκούρη

Ο καθορισμός των ορίων της εργατικής τά­ξης, ο ορισμός της σαν τάξης, είναι σημα­ντικότατο ζήτημα από θεωρητική και πο­λιτική άποψη για το κόμμα του προλετα­

ριάτου.Είναι αυτονόητο, πως η γνώση της τάξης, και συ­

νεπώς η γνώση της ταξικής της θέσης, αποτελεί όρο και προϋπόθεση για τη μελέτη των ταξικών α­ντιθέσεων, για την καθοδήγηση του ταξικού αγώνα ενάντια στην αντίπαλη αστική τάξη. Ακόμη περισ­σότερο, η ταξική αυτογνωσία επιτρέπει στο επανα­στατικό κόμμα να αναγνωρίσει και όλες τις υπαρ­κτές αντιθέσεις της εργατικής τάξης με τις άλλες τάξεις και στρώματα της κοινωνίας, στον αγώνα για την πλήρη εξάλειψη κάθε ταξικής αντίθεσης, για την αταξική κοινωνία.

Η εργατική τάξη, η ύπαρξή της και ταυτόχρονα η ταξική της αντίθεση με την αστική τάξη, είναι στον καπιταλισμό ένα αντικειμενικό γεγονός, που δεν προσδιορίζεται διόλου από ιδεολογικές παραμέ­τρους και προϋποθέσεις. Το προλεταριάτο υπάρ­χει σαν τάξη καθεαυτή, ανεξάρτητα από τις υπάρ- χουσες ιδεολογικές απόψεις των άλλων κοινωνι­κών τάξεων, ανεξάρτητα και από την ίδια την δική του ιδεολογική αντίληψη για την κοινωνία. Η εργα­τική τάξη δεν πρέπει να γίνει τάξη για τον εαυτό της για να υπάρξει, αλλά υπάρχοντας αντικειμενι­κά στην οικονομική βάση της κοινωνίας, έχει τη δυ­νατότητα της ταξικής συνείδησης και αυτογνω­σίας, που πραγματώνεται μέσω του Κόμματός της.

Οι ιδεολογικές προδιαγραφές για την αναγνώρι­ση των τάξεων αντιστρέφουν την πραγματικότητα, αντικαθιστώντας την ταξική και οικονομική ανάλυ­ση με την ανάλυση της συνείδησης της τάξης. Σύμ­φωνα μ' αυτές τις απόψεις, η τάξη υπάρχει και κα­θορίζεται κυρίως στο επίπεδο της ταξικής συνείδη­σης, στο επίπεδο της ιδεολογίας, και πάντως είναι αδιανόητη η όποια ταξική αναφορά που στηρίζεται μόνο στην οικονομική και κοινωνική ανάλυση.

Αφήνοντας κατά μέρος μια λεπτομερή εξέταση του «ιδεολογικού ρεύματος», στο πρόβλημα της ταξικής ανάλυσης, συνοπτικά μπορεί να συμπερά- νει κάποιος, πως εδώ έχουμε ασφαλώς την αντι­στροφή των ρόλων. Οχι το Είναι, όχι η τάξη, όχι η ταξική αντίθεση, αλλά η συνείδηση καθορίζει το κοινωνικό Είναι, η συνείδηση της τάξης καθορίζει

την ύπαρξή της, να το συμπέρασμα και η κατάληξη της «ιδεολογικής», της ιδεαλιστικής διαστρέβλω­σης του Μαρξισμού. Και όμως, σ' όλους τους ορι­σμούς και τις αναφορές, οι κλασσικοί φρόντισαν να αποφύγουν ακριβώς αυτό: την εισαγωγή της συνεί­δησης και της ιδεολογίας σαν στοιχείων που καθο­ρίζουν την ύπαρξη της ταξικής διαίρεσης, σαν στοιχείων καθορισμού της εργατικής τάξης.

Αναλύοντας εξαντλητικά τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ο Μαρξ ανέλυσε στο «Κεφάλαιο» και την ταξική διάρθρωση της κεφα­λαιοκρατικής κοινωνίας, περιέγραψε εξαντληπκά τα χαρακτηριστικά των διάφορων τάξεων και στρω­μάτων και πς αμοιβαίες σχέσεις τους. -εκίνησε δε να κάνει την τελική σύνθεση όλων αυτών των επι- μέρους αναλύσεων, σε ένα χωριστό κεφάλαιο για πς τάξεις της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, αλλά δεν πρόλαβε. Το χειρόγραφο του τρίτου τόμου του «Κεφαλαίου», που εξέδωσε ο Ενγκελς μετά το θά­νατο του Μαρξ, διακόπτεται ακριβώς σ αυτό το ση­μείο και ο Ενγκελς, σεβόμενος απόλυτα μια εργα­σία που ανήκε αποκλειστικά στον Μαρξ - όπως ο ί­διος δηλώνει στον πρόλογο του τρίτου τόμου - δεν συμπλήρωσε ούτε αυτό το ημιτελές κεφάλαιο. Το άφησε όπως ακριβώς ήταν στα μισοτελειωμένα χειρόγραφα του Μαρξ.

Το γεγονός αυτό έχει δώσει λαβή για μια σειρά παρανοήσεις και διαστρεβλώσεις της μαρξιστικής ανάλυσης, που χρόνια τώρα ταλαιπωρούν το κίνη­μα. Διάφοροι αναθεωρητές, για παράδειγμα, ξεκι­νώντας από το γεγονός ότι ο Μαρξ δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη σύνθεσή του στο κεφάλαιο για πς τάξεις, προχωρούν στο δικό τους «δημιουργικό προχώρημα του μαρξισμού», διαστρεβλώνοντας συνειδητά όλη την ουσία του μαρξιστικού έργου, για να υπηρετήσουν πολιπκές σκοπιμότητες, ορί­ζοντας πς τάξεις ανάλογα με τα συμφέροντα της πολιτικής κατεύθυνσης που υπηρετούν, άλλοτε διευρύνοντας και άλλοτε συρρικνώνοντας τα όρια της εργατικής τάξης.

Αλλοι, ξεκινώντας καλοπροαίρετα στην ανάλυσή τους, μελετούν αποσπασματικά το Μαρξ, μπερδεύ­ονται μέσα στα διαδοχικά επίπεδα αφαίρεσης του «Κεφαλαίου», πιάνονται από ζητήματα που δεν έ­χουν σχέση με τον ορισμό των τάξεων (π.χ. παρα­γωγή υπεραξίας ή παραγωγική και μη παραγωγική

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 86: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

εργασία) και οδηγούνται σε εξίσου αντιεπιστημονι­κά συμπεράσματα σχετικά με τα όρια της εργατι­κής τάξης (κατά κανόνα τα συρρικνώνουν).

Κι όμως, η μαρξιστική ανάλυση, όταν κανένας την κατανοήσει και ως προς τη μέθοδο και ως προς την ουσία της, δεν αφήνει αμφιβολίες. Ανα­λύοντας τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ο Μαρξ ξεκινά αρχικά μόνο από τη σφαίρα της υλι­κής παραγωγής, αγνοώντας τη σφαίρα της κυκλο­φορίας και τη σφαίρα του εποικοδομήματος. Στον πρώτο τόμο του «Κεφάλαιου» υπάρχουν για τον Μαρξ αρχικά μόνο κεφαλαιοκράτες βιομήχανοι και βιομηχανικοί εργάτες. Αναλύοντας όμως το πέρα­σμα από την απλή συνεργασία στη μανουφακτούρα και από κει στη μεγάλη βιομηχανική παραγωγή, α­ναλύει τη διάσπαση της ενότητας του πρωτύτερα αυτοτελούς εργάτη, τη διάσπαση ανάμεσα στη σω­ματική και την πνευματική δουλειά, στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, και την α­νάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσά τους, η οποία σφραγίζει επίσης την ταξική διαίρεση της κοινωνίας. Στην ανάλυση δεν εμφανίζονται μό­νο οι κεφαλαιοκράτες και οι εργάτες της βιομηχα­νίας, αλλά και οι «αξιωματικοί του κεφαλαίου», τα διευθυντικά στελέχη της παραγωγής.

Στον δεύτερο και τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», ο Μαρξ φεύγει από το επίπεδο της παραγωγής και μελετά την κύκληση του κεφαλαίου, μελετά και τις άλλες μορφές που αυτό εμφανίζεται, μελετά δηλα­δή το συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο και τις ταξικές σχέσεις στο επίπεδο ολόκληρου του κοινωνικοοι­κονομικού συστήματος. Ετσι, εδώ δεν υπάρχουν μόνο οι βιομήχανοι καπιταλιστές, αλλά και οι καπι­ταλιστές του εμπόριου και της πίστης, καθώς και οι γαιοκτήμονες. Αντίστοιχα, δεν υπάρχουν μόνο οι βιομηχανικοί εργάτες, αλλά και οι εργάτες των άλ­λων οικονομικών σφαιρών, όπως και οι αντίστοιχοι «αξιωματικοί του κεφαλαίου» σ' αυτές πς σφαίρες. Ετσι, από την ανάλυση των τάξεων στο επίπεδο ο­λόκληρου του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, ο Μαρξ είναι έτοιμος να περάσει στη σύνθεση των συμπερασμάτων του για πς τάξεις, που όπως είδα­με δεν πρόλαβε να τελειώσει.

Είναι χαρακτηριοτπκός ο τρόπος με τον οποίο ξε­κινά αυτό το κεφάλαιο (μιάμιση σελίδα στον τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου»:

«Οι ιδιοκτήτες απλής εργατικής δύναμης, οι ιδιο­κτήτες κεφαλαίου και οι ιδιοκτήτες γης, οι αντί­στοιχες πηγές εισοδήματος των οποίων είναι ο μι­σθός εργασίας, το κέρδος και η γαιοπρόσοδος, δη­λαδή οι μισθωτοί εργάτες, οι κεφαλαιοκράτες και a γαιοκτήμονες αποτελούν τις τρεις μεγάλες τάξεις της σύγχρονης κοινωνίας, που βασίζεται στον κε­φαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής«Ο

Ο Μαρξ θεωρεί τις τρεις βασικές τάξεις της κοι­νωνίας σαν τάξεις ενιαίες, ανεξάρτητα από τη μορ­φή που έχει το κεφάλαιο ή η εργασία που μισθώνε­ται σ' αυτό. Χωρίζει ουσιαστικά εδώ τις τάξεις με το κριτήριο «έχοντες» και «μη έχοντες» σε σχέση με τα μέσα παραγωγής. Αμέσως παρακάτω όμως προ­ειδοποιεί:

«Ωστόσο, και εδώ (σ.σ. στην Αγγλία) ακόμα, αυτή η ταξική διάρθρωση δεν προβάλλει καθαρά. Ενδιά­μεσες και μεταβατικές βαθμίδες συγκαλύπτουν και εδώ (παρ' όλο που στην ύπαιθρο αυτό γίνεται α­σύγκριτα λιγότερο από ό,τι στις πόλεις) παντού τα

ακριβή όρια ανάμεσα στις τάξεις»2Και αμέσως μετά φεύγει από το πρώτο επίπεδο

αφαίρεσης και αναζητά και τα υπόλοιπα χαρακτηρι­στικά του ταξικού προσδιορισμού:

«Το αμέσως επόμενο ερώτημα, στο οποίο πρέπει να δοθεί απάντηση είναι το εξής: Τί αποτελεί μια τάξη; — αυτό προκύπτει μάλιστα μόνο του από την απάντηση στο άλλο ερώτημα: Τί είναι αυτό που κά­νει τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες, τους γαι­οκτήμονες να αποτελούν πς τρεις μεγάλες κοινω­νικές τάξεις;

Από πρώτη ματιά φαίνεται να είναι η ταυτότητα των εισοδημάτων και των πηγών του εισοδήματος. [...]

Ωστόσο, από την άποψη αυτή λ.χ. οι γιατροί και οι δημόσιοι υπάλληλα θα αποτελούσαν επίσης δυο τάξεις, γιατί ανήκουν σε δυο διαφορετικές κοινωνι­κές ομάδες, στις οποίες τα εισοδήματα των μελών της καθεμιάς απ' αυτές προέρχονται από την ίδια πηγή. Το ίδιο θα ίσχυε για τον ατέλειωτο κατακερ­ματισμό των συμφερόντων και των θέσεων στις ο­ποίες ο καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας διασπά τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες και τους γαιοκτήμονες — τους τελευταίους λ.χ. σε κα­τόχους αμπελώνων, αγρών, δασών, ορυχείων, ψα­ρότοπων κλπ.».3

Εδώ ακριβώς διακόπτεται το χειρόγραφο του Μαρξ. Από τον τρόπο που τοποθετεί το ζήτημα ό­μως, γίνεται φανερό, ότι τοποθετεί τις τάξεις κατ' αρχήν σε σχέση με τα μέσα παραγωγής, και αρχίζει να διερευνά το ύψος και την πηγή προέλευσης του εισοδήματος, καθώς και τη θέση στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Αρχίζει δηλαδή να συν­θέτει, σε ό,π αφορά πς τάξεις, όλα εκείνα τα στοι­χεία που ανέλυσε σε όλη την προηγούμενη εργα­σία του. Η μέθοδος που ακολουθεί και εδώ ο Μαρξ είναι η γενική μέθοδος του «Κεφαλαίου»: μας μετα­φέρει από τα έξω προς τα μέσα, στο φαινόμενο που αναλύει. Αφού λοιπόν έχει τοποθετήσει πς τά­ξεις σε σχέση με την κατοχή των μέσων παραγω­γής, θέτει το ερώτημα κατά πόσο το ύψος και η προέλευση του εισοδήματος (δηλαδή η διανομή) μπορούν να πς καθορίσουν. Και απαντά αρνητικά, θεωρώντας ότι το ύψος και η προέλευση του ασο- δήματος δεν αρκούν, αλλά χρειάζεται να μελετηθεί και η θέση τους στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, μ' άλλα λόγια να μελετηθεί η αντίθεση α­νάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, η οποία είναι εξίσου σημαντική για τον καθορισμό των τάξεων, όπως ο ίδιος ο Μαρξ απέδειξε ανα­λύοντας εξαντλητικά αυτή την αντίθεση στον πρώ­το τόμο του «Κεφαλαίου».

Την ανάλυση των τάξεων της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, που κάνει ο Μαρξ στα διάφορα τμήματα του «Κεφαλαίου», συμπύκνωσε αργότερα ο Λένιν, δίνοντας έναν ορισμό των τάξεων, που αποτελεί την πληρέστερη συμπύκνωση των απόψεων που α­ναπτύσσει ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο». Τα πορίσματα μιας πολύπλευρης και εξαντλητικής ανάλυσης συ­μπυκνώνονται εδώ στον ύψιστο βαθμό. Εδώ δηλα­δή δεν έχουμε κάποιο προχώρημα του Λένιν στη

1. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Γ, σελ. 1086.2. Στο ίδιο.3 Στο ίδιο, σελ. 1087.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993BHWHC

m

Page 87: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

θεωρία, όπως είπαν διάφοροι αναθεωρητές, προ- κειμένου να βγάλουν το Λένιν «αντιμαρξιστή» και να διατυπώσουν το δικό τους «δημιουργικό οριομό των τάξεων», αλλά απλώς τη συμπυκνωμένη διατύ­πωση όλων όσων ανέλυσε ο Μαρξ.

«Τάξεις — γράφει ο Λένιν — ονομάζονται μεγά­λες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα ιστο­ρικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παρα­γωγής, από τη σχέση τους (στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη σε νόμους) προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοι­νωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοι­νωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγε­θος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκεί­νες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλειά της άλλης χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα σ ' ένα καθορισμένο σύστημα κοι­νωνικής οικονομίας».*

Είναι φανερό, πως ο Λένιν αναγνωρίζει και ορίζει πς τάξεις χωρίς καμμιά ιδεολογική βοήθεια, χωρίς καν να ενδιαφερθεί εδώ για την αυτοσυνείδηση των κοινωνικών τάξεων και το εποικοδόμημα. Ο τα­ξικός προσδιορισμός εξάλλου περιλαμβάνει ένα σύνολο από χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που μόνο έτσι, στο σύνολό τους δηλαδή, μπορεί να καθορί­σουν την ταξική φυσιογνωμία. Η μελέτη και ανάλυ­ση των Μαρξ και Ενγκελς για τον καπιταλισμό συ­μπυκνώνεται, όπως είπαμε ήδη, στο λενινιστικό ο­ρισμό, αναδεικνύοντας τα βασικά και καθοριστικά γνωρίσματα των τάξεων της αστικής κοινωνίας. Μόνο η συνολική αυτή αντίληψη, μόνο η διαλεχτική και σύγχρονα υλιστική μέθοδος, μπορεί να μας προφυλάξει από τη μονομέρεια, μπορεί να μας επι­τρέψει να διεισδύσουμε στην ουσία τέτιων φαινο­μένων, όπως η ταξική διαίρεση και η ταξική αντίθε­ση.

Το πρώτο ταξικό γνώρισμα, στον ορισμό του Λέ­νιν, είναι η γενίκευση όλων όσων ακολουθούν, α­φού από την αρχή κιόλας εισάγει την άποψη της ταξικής διαίρεσης και αντίθεσης σε κάθε '-ιστορικά καθορισμένο σύστημα κοινωνικής παραγωγής», υ­πογραμμίζοντας ξανά τη γνωστή θέση του Μαρξ, πως όλη η ιστορική πορεία της ανθρώπινης κοινω­νίας είναι ουσιαστικά η ιστορία των ταξικών ανπθέ- σεων.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της ταξικής διαίρε­σης, και ασφαλώς εκείνο που καθορίζει σύμφωνα με το Μαρξισμό την αντίθεση των κοινωνικών τά­ξεων, είναι η σχέση τους προς τα μέσα παραγω­γής, η κατοχή τους ή όχι.

Το τρίτο γνώρισμα της ταξικής διαίρεσης είναι ο ρόλος των τάξεων στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας. Ο ρόλος αυτός δεν καθορίζεται μόνο από τη σχέση των τάξεων προς τα μέσα παραγω­γής, αλλά έχει να κάνει με τη συμμετοχή στη διεύ­θυνση της εργασιακής διαδικασίας ή στην απλή ε­κτελεστική λειτουργία, με την εποπτεία της εργα­σίας ή με τον περιορισμό στην εκτέλεση εντολών και αποφάσεων. Το χαρακτηριστικό του λενινιστι- κού ορισμού όμως αναφέρεται και στις προϋποθέ­σεις της εκπλήρωσης του ρόλου στην εργασιακή διαδικασία, στην αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία, σαν μια αντί­θεση άρρηκτα συνυφασμένη με την ταξική αντίθε­

ση, που απορρέει από τη σχέση προς τα μέσα πα­ραγωγής.

Τέλος, το μέγεθος του κοινωνικού πλούτου και ο τρόπος που τον ιδιοποιούνται, αναφέρεται στη μι­σθωτή εργασία, από τη μια, και στην αποκόμιση υ­περαξίας, από την άλλη, τρόπους ιδιοποίησης που αφορούν πς κύριες αντίπαλες τάξεις, το προλετα­ριάτο και την αστική τάξη. Ασφαλώς, το τελευταίο αυτό σημείο αφορά και άλλες κοινωνικές τάξεις, που όμως δεν καθορίζονται μόνο από τον τρόπο που ιδιοποιούνται και από το μέγεθος της κοινωνι­κής μερίδας.

Η αντίθεση πνευματικής και σωματικής εργασίας

Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία αποτελεί ένα σημαντικό κριτή­ριο της ταξικής οριοθέτησης και κατάταξης, αφού αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα - περιεχόμενο της ί­διας της ταξικής αντίθεσης. Η αντίθεση αυτή δεν ταυτίζεται ασφαλώς με την ταξική αντίθεση, μα ξε- πηδάει απ' αυτήν, ολοκληρώνοντάς την και προσ­διορίζοντας με τη σειρά της την ταξική φυσιογνω­μία των αντίπαλων κοινωνικών τάξεων.

Η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και πνευμαπ- κή εργασία ανάγεται ασφαλώς στην αντίθεση ανά­μεσα στην απλή και τη σύνθετη εργασία. Είναι ό­μως ταυτόχρονα μια αντίθεση που οξύνεται συνε­χώς, στην πορεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, διευρύνοντας έτσι το φάσμα της, αποτελώντας κα­θοριστικό και ουσιώδες γνώρισμα της ταξικής αντί­θεσης. Ακριβώς γι* αυτό, η απονέκρωση των μη α­νταγωνιστικών ανπθέσεων της κοινωνίας στο σο­σιαλισμό δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς πριν απ' όλα την απονέκρωση αυτής της σημαντικής αντί­θεσης. Και είναι ασφαλώς κριτήριο της πορείας προς την αταξική κοινωνία η γεφύρωση αυτής της αντίθεσης ή, καλύτερα, η πορεία της λύσης της, που γίνεται μέσω της ταξικής πάλης, όπως εξαντ­λητικά αναλύεται στο σχέδιο προγράμματος.

Η αντίθεση αυτή είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της μαρξιστικής ανάλυσης και των απόψεων των κλασσικών στη μελέτη των καπιταλιστικών ανπθέ­σεων. Περιγράφοντας την αλλοτρίωση του προλε­ταριάτου και τη μονόπλευρη ανάπτυξή του, ο Μαρξ σημείωνε:

«Η καθαυτό μανουφακτούρα δεν καθυποτάσσει μόνο τον πρωτύτερα αυτοτελή εργάτη στο πρό­σταγμα και την πειθαρχία του κεφαλαίου, μα δη­μιουργεί επιπλέον και μια ιεραρχική κλιμάκωση των ίδιων των εργατών. Ενώ η απλή συνεργασία αφή να γενικά αναλλοίωτο τον τρόπο εργασίας των ξεχω­ριστών ατόμων, η μανουφακτούρα επαναστατικο- ποιεί αυτόν τον τρόπο από τη βάση της και χτυπά στη ρίζα της την ατομική εργατική δύναμη. Σακα­τεύει τον εργάτη και τον μετατρέπει σε εξάμβλω­μα, καλλιεργώντας σαν μέσα σ ' ένα θερμοκήπιο τη μικρότερη επιδεξιότητά του και πνίγοντας ένα ο ­λόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρί­σματα, ακριβώς όπως στις πολιτείες του Λα Πλάτα σφάζουν ένα ολόκληρο ζώο μόνο και μόνο για να

4. Β.Ι. Λένιν: Η μεγάλη πρωτοβουλία, Απαντα, Τόμος39, σελ 15.

86 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 88: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

πάρουν το τομάρι ή το λίπος του»βΗ προηγούμενη ενότητα του ατομικού εργαζόμε­

νου διασπάται λοιπόν με την εμφάνιση της καπιτα­λιστής παραγωγής, διασπάται η ενότητα της πνευματικής και σωματικής εργασίας, αφού η μεν πρώτη αποσπάται από την παραγωγή σαν το ιδιαί­τερο προτσές της γνώσης, η δε δεύτερη αποτελεί απλώς το συμπλήρωμα της μηχανής. Είναι αυτο­νόητο, πόας αναφερόμαστε στην αντίθεση σωματι- κής-πνευματικής εργασίας, όπως αυτή αναπτύ­χθηκε στα πλαίσια της εμφάνισης και ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η ιδιαιτερότητα της μορφής αυ­τής έχει να κάνει με τον ίδιο τον καπιταλιστικό κα­ταμερισμό και τη διάσπαση της ενότητας της εργα­σίας, που υπήρχε στην απλή συνεργασία και στην απλή εμπορευματική παραγωγή. Μ' αυτή την έν­νοια, η αντίθεση σωματικής-πνευματικής εργασίας έχει την αφετηρία της στην εμφάνιση του καπιταλι­σμού. Σαν αντίθεση βέβαια γενικά ανάμεσα σε πνευματικά και σωματικά εργαζόμενους έχει την α­φετηρία της πολύ παλιότερα, στην εμφάνιση μόλις της ταξικής αντίθεσης και της ταξικής κοινωνίας, φαινόμενο που έχουν αναλύσει ο Μαρξ και ο Εν- γκελς στη «Γερμανική Ιδεολογία» και ο Ενγκελς στο «Αντι - Ντύρινγκ».

Το προτσές αυτό, της δημιουργίας και της όξυν- σης της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία, δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από το προτσές της γνώσης και της διαμόρφωσης των αστικών σχέσεων παραγωγής. Και πάλι ο Μαρξ περιγράφει με σαφήνεια την εξέλιξη της βα­σικής αυτής καπιταλιστικής αντίθεσης:

«Οι πνευματικές δυνάμεις της παραγωγής ανα­πτύσσονται προς μια πλευρά, γιατί εξαφανίζονται από πολλές άλλες πλευρές. Αυτό που χάνουν οι μερικοί εργάτες συγκεντρώνεται ακτίκρυ τους, στο κεφάλαιο. Είναι προϊόν του μανουφακτουρικού κα­ταμερισμού της εργασίας. Το γεγονός όπ οι πνευ­ματικές δυνάμεις του υλικού προτσές παραγωγής αντιπαραθέτονται σ ' αυτούς σαν ξένη ιδιοχτησία και σαν δύναμη που τους εξουσιάζει είναι προϊόν του μανουφακτουρικού καταμερισμού της εργα­σίας. Το προτσές αυτό του χωρισμού αρχίζει στην απλή συνεργασία, όπου απένανπ στους ξεχωρι­στούς εργάτες ο κεφαλαιοκράτης αντιπροσωπεύει την ενότητα και τη θέληση του κοινωνικού σώμα­τος εργασίας. Αναπτύσσεται παραπέρα στη μανου­φακτούρα που σακατεύει τον εργάτη και τον μετα­τρέπει σε μερικό εργάτη. Ολοκληρώνεται στη με­γάλη βιομηχανία που την επιστήμη την χωρίζει σαν αυτοτελή παραγωγική δύναμη από την εργασία και την βάζει με το στανιό στην υπηρεσία του κεφαλαί­ου».̂

Είναι επίσης χαρακτηριστικό της αποξένωσης του εργάτη από την πνευματική εργασία και της α­ντίθεσης που αναπτύσσται, το γεγονός ότι το ερ­γασιακό προτσές, βασισμένο στη γνώση αυτή και στις τεχνολογικές εφαρμογές της, διευθύνεται και εποπτεύεται από τους κατόχους αυτής της γνώ­σης. «Η θέληση και η νόηση» της εργασίας ανήκα πλέον στην αντίπαλη τάξη και στους ανθρώπους της, ενώ το προλεταριάτο παρουσιάζεται εδώ σαν ένα εκτελεστικό όργανο, αποδέκτης εντολών και αντικείμενο εκμετάλλευσης. Ακριβώς όπως το πε­ριγράφει ο Μαρξ :

«Στο συνδυασμό τους η εργασία αυτή εμφανίζε­

ται να υπηρετεί μια ξένη βούληση και νόηση και να καθοδηγείται απ' αυτές — έχοντας την ψυχική της ενότητα έξω από τον εαυτό της — όπως ακριβώς και στην υλική της ενότητα εμφανίζεται υποταγμέ­νη στην αντικειμενική ενότητα των μηχανημάτων, του πάγιου κεφαλαίου, που σαν έμι{νχο τέρας αντι­κειμενοποιεί την επιστημονική σκέψη και αποτελεί στην πράξη τον συνεκτικό δεσμό, καθόλου δεν σχετίζεται σαν εργαλείο προς τον ξεχωριστό ερ­γάτη, αλλά αντίθετα ο τελευταίος υπάρχει σαν έμ­ψυχο μεμονωμένο στίγμα, ζωντανό απομονωμένο εξάρτημά του»7

Ο ρόλος στην κοινωνική οργάνωση εργασίας, για τον οποίο μίλησε ο Λένιν, έχει άμεση σχέση μ' αυτή την αντίθεση, αφού η εποπτεία και η διεύθυνση, σ' όλα τα επίπεδα του κοινωνικοοικονομικού σχηματι­σμού, εκτελούνται από εκείνους που έχουν «τη νόηση και τη βούληση», σύμφωνα με το Μαρξ. Εί­ναι φανερό, πως η δυνατότητα αυτή πηγάζει από το βασικό όρο της καπιταλιστικής οργάνωσης του εργασιακού προτσές, από την αλλοτρίωση δηλαδή του εργάτη από τα μέσα παραγωγής, από τη μετα­τροπή του σε εξάρτημα και αντικείμενο του εργα­σιακού προτσές.

Οι πνευματικές δυνάμεις, που χάθηκαν οριστικά από τον μεμονωμένο εργαζόμενο, πέρασαν στην αντίπαλη και συγχρόνως άρχουσα τάξη, σαν απο­κλειστικό προνόμιο και δυνατότητα. Η αστική τάξη, σαν τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής, επιβάλ­λει τη θέλησή της, ενώ σαν τάξη που κατέχει την ε­πιστημονική γνώση, εποπτεύει με τους ανθρώπους της την εργασιακή διαδικασία. Η εποπτεία και η διε­ύθυνση του εργασιακού προτσές είναι οι λειτουρ­γίες όπου υλοποιείται θα λέγαμε η αντίθεση, όπου γίνεται φανερή.

Συνεπώς, οι άνθρωποι που εποπτεύουν και διευ­θύνουν το εργασιακό προτσές είναι «το έμψυχο σώμα» αυτής της αντίθεσης, σε αντίθεση βέβαια με τον αντίποδα, το προλεταριάτο. Η αντίθεσή τους με την εργατική τάξη δεν είναι μια αντίθεση απλού καταμερισμού, αλλά ανάγεται απευθείας στην ταξι­κή αντίθεση, στον ταξικό ανταγωνισμό. Χωρίς την πρόθεση να επεκταθούμε εδώ στη μελέτη μιας τέ- τιας αντίθεσης, αξίζει να υπογραμμίσουμε, πως μι­λούμε φυσικά για την αντίθεση πνευματικής και σω­ματικής εργασίας, που πηγάζει από τον καπιταλι­στικό τρόπο παραγωγής και οξύνεται στην πορεία της ολοκλήρωσής του. Η αντίθεση στην οποία ανα­φερόμαστε, στην ευρύτερη θεώρησή της, ασφα­λώς έχει να κάνει και με την πολιτισμική συμπερι­φορά, με την κοινωνική καταξίωση και με τους αστι­κούς όρους της κ λπ.

Οι αστικές αντιλήψεις για την γνώση και την επι­στήμη, η αστική αντίληψη για το ρόλο της σωματι­κής εργασίας, για το ρόλο τελικά του προλεταριά­του, ανάγονται και περιλαμβάνονται στο τρόπο με τον οποίο η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει αυτή την αντίθεση. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να ανα­φερθούμε στη νομική αντανάκλαση αυτής της αντί­θεσης, όπως εμφανίζεται στην ελληνική εργατική

5. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Α, σελ. 374.6. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Α, σελ. 375.7. Κ. Μαρξ: Grundrisse der kritik der politischen

okonomie, Τόμος B, σελ. 357, ελλην. έκδοση «Στοχα­στής

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 87

Page 89: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

νομοθεσία. Ο γνωστός νόμος 2112/1920, που χω­ρίζει τους μισθωτούς σε υπάλληλους και εργατοτε- χνίτες, ψηφίστηκε σε μια εποχή ιδιαίτερης καθυ­στέρησης του ελληνικού καπιταλισμού, όπου τα πράγματα ήταν λίγο πολύ απλά, όπου δεν υπήρχαν πολλές ενδιάμεσες βαθμίδες κι έτσι απλά καθόρι­σε, όπ υπάλληλος θεωρείται όποιος παρέχει εργα­σία «αποκλειστικούς ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν». Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού ό­μως, με τον πολλαπλασιασμό των εργαπκών στρω­μάτων που κάνουν «μη σωματική» εργασία, αλλά που αποτελούν απλά εκτελεστικά όργανα, δηλαδή είναι εργάτες, χρειάστηκε ο νόμος αυτός να τρο­ποποιηθεί και χρειάστηκε να βγουν πάμπολλες δι­καστικές αποφάσεις, που ορίζουν την πνευματική εργασία όχι απλά ως «μη σωματική», αλλά ως ερ­γασία «για την οποία απαιτείται εξιδιασμένη εμπει­ρία, θεωρητική μόρφωση, ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης». Το ίδιο το νομικό εποικοδό­μημα δηλαδή, μολονόπ πάντα καθυστερεί σε σχέ­ση με την οικονομική βάση, σπεύδει βαθμιαία να προσαρμόζεται προς την πραγματική μορφή με την οποία εμφανίζεται η αντίθεση ανάμεσα στη σωμαπ- κή και την πνευματυο1) δουλειά, ακόμη και σ' αυτό το πλέον στοιχειώδες επίπεδο. Είναι βέβαια άλλο πράγμα το γεγονός όπ το πνεύμα αυτού του νομι­κού εποικοδομήματος σε αρκετές περιπτώσεις έ­χει παραβιαστεί, με την ένταξη στην κατηγορία του «υπαλλήλου» και χειρωνακτικά εργαζόμενων. Εδώ μας ενδιαφέρει το ίδιο το πνεύμα, η ίδια η αντίληψη της αστικής τάξης, που μας αποκαλύπτει την αντί­θεση σωματικής και πνευματικής εργασίας.

Θα μπορούσαμε να αναλύσουμε ακόμη περισσό­τερο αυτό το ζήτημα, επειδή όμως εδώ μας ενδια­φέρει μόνο ο τομέας της καπιταλιστικής παραγω­γής και κυκλοφορίας καθώς και του εποικοδομήμα­τος, σε σχέση με την ταξική αντίθεση και την ταξι­κή οριοθέτηση, περιοριζόμαστε στην αντίθεση ό­πως αυτή εμφανίζεται στο εργασιακό προτσές, α­φήνοντας κατά μέρος την «ιδεολογική του αντανά­κλαση». Η αντίθεση πνευματικής - σωματικής ερ­γασίας δεν μπορεί να κατανοηθεί και να αναλυθεί σαν αντίθεση ανάμεσα στα χέρια και το μυαλό. Ού­τε βέβαια οι χυδαίες αστικές απόψεις για το «πνεύ­μα» και το «χέρι» μπορούν να πλησιάσουν έστω το πρόβλημα. Γ κι τον Μαρξ, η ίδια η εργατική δύναμη ορίζεται σαν το σύνολο των μυϊκών και πνευμαπ- κών δεξιοτήτων του εργάτη. Ούτε το ανώτερο μορφωτικό επίπεδο της σημερινής εργατικής τά­ξης, σε σχέση με πς παλιότερες γενιές των εργα­τών, αποτελεί απόδειξη για άρση της αντίθεσης α­νάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως η πρόοδος της γνώ­σης και της επιστήμης έχει την αφετηρία της ακρι­βώς στην παραγωγική διαδικασία, αφού οι ανάγκες της τελευταίας αποτελούν πάντα την κινητήρια δύ­ναμη της επιστήμης.

Η αποξένωση όμως του εργάτη απ' αυτή τη γνώ­ση, η αποξένωσή του από τη συνθετική και αφαιρε­τική λειτουργία στα πλαίσια της επιστημονικής έ­ρευνας, η μετατροπή του σε εκτελεστικό όργανο και συμπλήρωμα της μηχανής, γίνεται δυνατή μόνο στα πλαίσια του αστικού τρόπου παραγωγής και α­ποτελεί βασικό χαρακτηριστικό αυτού του τρόπου παραγωγής, ανεξάρτητα από το αν ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο των εργατών. Ο εργάτης όλο και περισσότερο μετατρέπεται σε μερικό εργαλείο,

ανεξάρτητα από το αν στην εργασία του αλλάζει ο συσχετισμός ανάμεσα στις μυϊκές και πνευματικές δυνάμεις που χρησιμοποιεί. Σε ορισμένες περι­πτώσεις μάλιστα, αυτό εμφανίζεται με εντελώς στρεβλό τρόπο. Για παράδειγμα, ο χειριστής ενός αυτόματου τόρνου, που καθοδηγείται από ηλεκ­τρονικό υπολογιστή, μολονόπ καταβάλλει μικρότε­ρη μυϊκή προσπάθεια, είναι εντούτοις πολύ πιο με­ρικό εργαλείο από τον ειδικευμένο χειριστή ενός τόρνου παραδοσιακού τύπου, ο οποίος κατανάλω­νε μεν μεγαλύτερη ποσότητα μυϊκών δυνάμεων, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιούσε και ένα σύνολο πνευματικών δεξιοτήτων, που καθόλου δεν χρειά­ζονται στον χειριστή του νέου μηχανήματος.

Επομένως, η αποξένωση αυτή από την πνευματι­κή εργασία και τη γνώση και ο ανταγωνισμός με τους «ειδικούς» της επιστήμης, που διευθύνουν και εποπτεύουν, δεν σημαίνει πως η σωματική ερ­γασία είναι απαλλαγμένη και «καθαρή» από κάθε προτσές σκέψης και γνώσης. Ο ανταγωνισμός της πνευματικής και της σωματικής εργασίας, ο αντα­γωνισμός του προλεταριάτου και των εργαζόμε­νων με τους ειδικούς και τους επόπτες της παρα­γωγικής διαδικασίας, πραγματοποιείται στα πλαί­σια του ταξικού ανταγωνισμού, αποτελώντας οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα του.

ΣυμπέρασμαΕίναι λοιπόν φανερό, πως η ταξική οριοθέτηση

της εργατικής τάξης πρέπει να λαμβάνει υπόψη το σύνολο των λενινιστικών γνωρισμάτων, χωρίς να απομονώνει ή να παραλείπει κάποιο. Η σχέση με τα μέσα παραγωγής είναι ασφαλώς το βασικό και κα­θοριστικό γνώρισμα, αλλά δεν αρκεί για να ορι­στούν σωστά τα όρια του προλεταριάτου. Ο ρόλος κάθε τάξης ή στρώματος στην κοινωνική οργάνω­ση της εργασίας, η αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στη σωμαπκή και την πνευματική εργασία, καθώς επί­σης και το μέγεθος της μερίδας του κοινωνικού πλούτου που ιδιοποιούνται, είναι επίσης ουσιασπ- κά και καθοριστικά κριτήρια, που οριοθετούν το προλεταριάτο απένανπ στα μικροαστικά στρώματα (και τα μισθωτά). Επίσης, η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία, σε συνδυα­σμό με το ύψος του μισθού, διαχωρίζει αποφασιστι­κά την εργατική τάξη από τους «αξιωματικούς του κεφαλαίου», που εποπτεύουν και διευθύνουν την παραγωγική διαδικασία. 1

Η εκλεκτική αναφορά στον Μαρξ και η διαστρέ­βλωσή του καταλήγουν στην κατάργηση των ορίων αυτών, στην ένταξη των μισθωτών μικροαστικών στρωμάτων στους κόλπους του προλεταριάτου, στην «προλεταριοποίηση της πνευματικής εργα­σίας», στο συμπέρασμα τελικά της άμβλυνσης του ανταγωνισμού της με τη σωματική εργασία.

Συμπυκνώνοντας λοιπόν αυτή τη σύντομη ανα­φορά στην ταξική αντίθεση και οριοθέτηση, κατα­λήγουμε στο συμπέρασμα, όπ ο ορισμός της εργα­τικής τάξης, όπως αναφέρεται στο σχέδιο προ­γράμματος, που εκπόνησε η ΚΕ της ΣΑΚΕ και με βάση τον οποίο έγινε ο υπολογισμός των ορίων της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, ανταποκρίνεται πλέρια στη μαρξισπκή-λενινισπκή θεωρία.

«Στην εργατική τάξη - αναφέρει το σχέδιο προ­γράμματος - περιλαμβάνονται οι μισθωτοί όλων

ίΙΙΙ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 90: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

των κλάδων της κοινωνικής παραγωγής κα της κυ­κλοφορίας (δηλαδή σε όλο το εύρος της κύκλησης του κεφαλαίου), καθώς και οι μισθωτοί των μη πα­ραγωγικών για το κεφάλαιο κλάδων (κρατικός το­μέας υπηρεσιών), οι οποίοι δεν κατέχουν μέσα πα­ραγωγής, ασκούν αποκλειστικά εκτελεστική εργα­σία και ανταλλάσσουν την εργατική τους δύναμη με μέσα συντήρησης».

Σύγχιση σχετικά με την παραγωγή υπεραξίας

και τα όρια της εργατικής τάξηςΜια από τις πλέον διαδεδομένες ουγχίοεις στο

ζήτημα του καθορισμού των ορίων της εργατικής τάξης, είναι αυτή που περιορίζει την εργατική τάξη μόνο στη σφαίρα της παραγωγής, εκεί όπου παρά- γεται υπεραξία, αφήνοντας έξω από τα όρια της τάξης τους εργάτες της σφαίρας της κυκλοφορίας και του εποικοδομήματος.

Αναλύοντας τις μεταμορφώσεις του κεφαλαίου, ο Μαρξ προσδιόρισε και ανέλυσε τις διαδοχικές μορφές που αυτό παρουσιάζει στη διαδικασία της κύκλησής του. Καθοριστική μορφή, «πρωταρχική αιτία» του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, «τόπος» όπου αναπτύσσεται ο κορμός και η μάζα της εργατικής τάξης είναι το βιομηχανικό κεφάλαι­ο. Αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από τη μαρξιστική ανάλυση:

«Το βιομηχανικό κεφάλαιο είναι ο μοναδικός τρό­πος ύπαρξης του κεφαλαίου όπου λειτουργία του κεφαλαίου δεν είναι μόνο η ιδιοποίηση υπεραξίας, ή υπερπροϊόντος, αλλά ταυτόχρονα και η δημιουρ­γία τους. Γ ι' αυτό το λόγο το βιομηχανικό κεφάλαιο καθορίζει τον κεφαλαιοκρατικό χαρακτήρα της πα­ραγωγής- η ύπαρξή του περιλαμβάνει τη ν ύπαρξη της ταξικής αντίθεσης κεφαλαιοκρατών και μι­σθωτών εργατών».6

Είναι φανερό, πως ο κορμός και η βάση της ύπαρ­ξης του προλεταριάτου είναι η σφαίρα δράσης του βιομηχανικού κεφαλαίου. Η οριοθέτησή του και η α­ναγνώρισή του αρχίζει ακριβώς από την ύπαρξη και την ανάπτυξη του βιομηχανικού κεφαλαίου. Η κύ- κληση όμως του κεφαλαίου περιλαμβάνει και τις με­ταμορφώσεις του, από την παραγωγική του μορφή σ' εκείνες του χρηματικού και του εμπορευματικού κεφαλαίου. Η ύπαρξη της ταξικής αντίθεσης και η δημιουργία της εργατικής τάξης αναφέρεται σε ό­λες τις μεταμορφώσεις του βιομηχανικού κεφαλαί­ου, από το παραγωγικό στο κυκλοφοριακό στάδιο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως, σύμφωνα με τον Μαρξ, η ταξική αντίθεση στα πλαίσια του βιομηχα­νικού κεφαλαίου αναλύεται στις επιμέρους αντιθέ­σεις, όπως αυτές εμφανίζονται στα πλαίσια του πα­ραγωγικού, του χρηματικού και του εμπορευματι- κού κεφαλαίου.

Οσοι αδυνατούν να κατανοήσουν τα διαδοχικά ε­πίπεδα αφαίρεσης του «Κεφαλαίου» και μένουν μό­νο στην ανάλυση του πρώτου τόμου, όπου η κύκλη- ση του κεφαλαίου δεν αναλύεται από τον Μαρξ, ας προσέξουν την τοποθέτηση των τάξεων που κάνε» ο Μαρξ στο ημτελές χειρόγραφό του, που δεν α­φήνει καμιά αμφιβολία. Η εργατική τάξη ορίζεται κατ’ αρχήν σαν τάξη που είναι ιδιοκτήτης απλής εργατικής δύναμης, με πηγή εισοδήματος το μισθό

εργασίας, δηλαδή σαν το σύνολο των μιθωτών ερ­γατών, ανεξάρτητα από από τη φάση της κύκλη­σης του κεφαλαίου στην οποία μισθώνει την εργα­τική της δύναμη, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν πα­ράγει υπεραξία ή αν απλώς με την υπερεργασία της βοηθά το κεφάλαιο να αυτοαξιοποιείται, απο­κομίζοντας υπεραξία που έχει παραχθεί στην πα­ραγωγική φάση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η μελέτη του λενινιστικού ορισμού. Και σε τελευταία ανάλυση, αν δεν δεχόμασταν αυτό το συμπέρα­σμα, θα οδηγούμασταν στον παραλογισμό να απο- κλείσουμε από την εργατική τάξη τεράσια τμήματά της, που είναι οι εργάτες στις σφαίρες της κυκλο­φορίας και του επικοδομήματος, θα βαφτίζαμε μι­κροαστούς ένα μεγάλο τμήμα των εργατών.

Επαναλαμβάνουμε λοιπόν το μαρξιστικό συμπέ­ρασμα για την έκταση και τα όρια της ταξικής αντί­θεσης. Η ταξική αντίθεση, η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, ανεξάρτητα από τη μορφή της τελευταί­ας (αν δηλαδή είναι εργασία βιομηχανικού εργάτη ή εργάτη του εμπορίου κ.λπ.), δεν περιορίζεται μόνο στο παραγωγικό στάδιο της ύπαρξης του κεφαλαί­ου, αλλά περιλαμβάνει όλη την κύκληση, από το παραγωγικό στο εμπορευματικό και στο χρηματικό κεφάλαιο. Τόσο ο Μαρξ όσο και ο Λένιν «αδιαφο­ρούν» για τη μορφή της ταξικής αντίθεσης και στέ­κονται στα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ύπαρξής της. Μια συνολική αντίληψη της μαρξιστικής ανά­λυσης δείχνει, πως για τον Μαρξ η ύπαρξη και ο­ριοθέτηση του προλεταριάτου δεν προσδιορίζεται από τη μορφή του κεφαλαίου και συνεπώς από τη συγκεκριμένη μορφή της εκτελούμενης εργασίας. Και ο λενινισπκός ορισμός των τάξεων δεν στέκε­ται στις μορφές της ύπαρξης του κεφαλαίου, μα στα καθοριστικά γνωρίσματα που οριοθετούν και α- ντιπαραθέτουν τις τάξεις, τόσο στην παραγωγή όσο και στην κυκλοφορία. Η εργατική τάξη υπάρχει και πρέπει να αναγνωρισθεί σε όλα τα στάδια της κύκλησης του κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη μό­νο τα καθοριστικά γνωρίσματα που περιέγραψε ο Λένιν, στο σύνολά τους και όχι αποσπασματικά.

Συγχίσεις και διαστρεβλώσεις σχετικά με την παραγωγική

και τη μη παραγωγική εργασίαΑσφαλώς, μια εκτενής ανάλυση του θέματος της

παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας εί­ναι έξω από τους στόχους αυτής της παρουσία­σης. Αξίζει όμως μα συνοπτική αναφορά στο θέμα, αν ληφθεί υπόψη, πως ο Μαρξ έγινε πρόσχημα για κάθε αστική αντίληψη, που επικράτησε χρόνια τώ­ρα, σχετικά με τον καθορισμό και τα όρια της εργα­τικής τάξης. Η ιδεαλισπκή και αντιδιαλεχτική αυτή στάση αφορά τόσο τη διεύρυνση του προλεταριά­του, για την οποία μίλησαν οι αναθεωρητές, εντάσ­σοντας στην εργατική τάξη όλους εκείνους που υ­πάγονται στην κατηγορία των «παραγωγικών ερ­γατών», όσο και τη μικροαστική περιχαράκωση της «αριστερής» αντιπολίτευσης, που από τη μια συγ- χέοντας την παραγωγική εργασία με την παραγω­γή υπεραξίας και από την άλλη στενεύοντας τα ό­ρια της εργατικής τάξης μόνο στην παραγωγική

8. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Β, σελ 54.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 89

Page 91: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΖΗΤΗΣΗ

ιση της κύκλησης του κεφαλαίου, βγάζει έξω από την τάξη σημαντικά τμήματά της, που είτε απασχο­λούνται στη σφαίρα της κυκλοφορίας είτε σε «μη παραγωγικές» (από την άποψη του κεφαλαίου) σφαίρες (κρατικός μηχανισμός).

Η επιφανειακή αναφορά στον Μαρξ και η αποδι­δόμενη αοριστία ή ασάφεια στη μαρξιστική ανάλυ­ση, προφανώς εξυπηρετεί τις τάσεις σπς οποίες μόλις αναφερθήκαμε. Αντίθετα, πιστεύουμε, πως η αναφορά του Μαρξ στο ζήτημα της παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας αποτελεί μια ε­ξαντλητική και πολύπλευρη ανάλυση, ακόμη και αν έμεινε ανεκπλήρωτη η πρόθεσή του για μια συνθε­τική εργασία στο ζήτημα αυτό.

Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, είναι ότι ο Μαρξ αναφερόμενος στο ζήτημα της παραγωγι­κής και μη παραγωγικής εργασίας δεν έχει σαν στόχο να ορίσει τις τάξεις (κάτι τέτιο άλλωστε θα αντέφασκε με όλη την ανάλυσή του). Στόχος του είναι να διαλύσει μια σειρά συγχίσεις, να κάνει πο­λεμική σε κρατούσες αστικές οικονομικές αντιλή­ψεις και να αποκαλύψει τη βαρβαρότητα του καπι­ταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο οποίος, έχοντας σαν σκοπό του όχι τις κοινωνικές ανάγκες αλλά το κέρδος, θεωρεί παραγωγική μόνο την εργασία που αξιοποιεί το κεφάλαιο και αντιπαραγωγικές μια σει­ρά κοινωνικά ωφέλιμες εργασίες, οι οποίες όμως δεν αξιοποιούν το κεφάλαιο. Αποτελεί λοιπόν κατ' αρχήν μεθοδολογικό λάθος η αναζήτηση της ταξι­κής οριοθέπισης στη βάση της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Κι αυτό το μεθοδολογικό λάθος οδηγεί, όπως θα δούμε, σε παραλογισμούς.

Η παραγωγική εργασία εξετάζεται από το Μαρξ αρχικά αφηρημένα, ανεξάρτητα δηλαδή από τις κοινωνικές συνθήκες σπς οποίες αναπτύσσεται.

«Το προτσές εργασίας — γράφει ο Μαρξ — το εξετάσαμε πρώτα αφηρημένα, ανεξάρτητα από τις ιστορικές του μορφές, σαν προτσές ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Εκεί είπαμε: Α ν όλο το προ­τσές εργασίας το εξετάσουμε από την άποψη του αποτελέσματός του τότε και τα δυο, το μέσο εργα­σίας και το αντικείμενο εργασίας εμφανίζονται σαν μέσα παραγωγής και η εργασία η ίδια σαν παραγω­γική εργασία... Ο ορισμός αυτός: παραγωγική ερ­γασία, που απορρέει από την άποψη του απλού προτσές παραγωγής είναι τελείως ανεπαρκής για το κεφαλαιοκρατικό προτσές παραγωγής»9 (υπογ. δική μας).

Αφηρημένα λοιπόν, «από την άποψη του αποτε­λέσματος» της εργασιακής διαδικασίας», η παρα­γωγική εργασία αναφέρεται στην παραγωγή υλι­κών «αξιών». Επειδή όμως αφηρημένο προτσές παραγωγής δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ, ο Μαρξ υπογραμμίζει αμέσως την αδυναμία μιας τέ- τιας γενικής τοποθέτησης να αντιμετωπίσει το συ­γκεκριμένο ζήτημα του καπιταλιστικού παραγωγι­κού προτσές.

Μιλώντας λοιπόν συγκεκριμένα για την παραγω­γική εργασία, στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρό­που παραγωγής, ο Μαρξ έχει σαφή άποψη για τη φύση της, αρκετά πριν την ανάλυση του «Κεφαλαί­ου»:

«Παραγωγική εργασία είναι απλά εκείνη που πα­ράγει κεφάλαο [...]

Παραγωγική είναι η εργασία μόνο στο βαθμό που παράγει το αντίθετό της».110

Η άποψη αυτή αναπτύσσεται εκτεταμένα στο «Κεφάλαιο», όπου η παραγωγική εργασία καθορί­ζεται βέβαια όχι μόνο αφηρημένα, όχι στη γενίκευ­σή της σαν διαδικασία, αλλά σαν συγκεκριμένη και ορισμένη διαδικασία στα πλαίσια του καπιταλισμού.

«Η έννοια λοιπόν του παραγωγικού εργάτη - γράφει ο Μαρξ - καθόλου δεν περικλείνει μονάχα μια σχέση ανάμεσα στη δράση και στο ωφέλιμο α­ποτέλεσμα, ανάμεσα στον εργάτη και στο προϊόν εργασίας, αλλά περικλείνει και μια σχέση παραγω­γής άδικά κοινωνική, που έχει γεννηθεί ιστορικά και βάζει στον εργάτη τη σφραγίδα του άμεσου μέ­σου αξιοποίησης του κεφαλαίου»V

Και ας έρθουμε σπς διαστρεβλώσεις και τις συγ- χίσεις, που ξεκινούν από το ζήτημα της παραγωγι­κής και της μη παραγωγικής εργασίας. Ο αναθεω­ρητισμός, ταυτίζοντας την εργατική τάξη με όλους τους παραγωγικά εργαζόμενους, όπως τους ορίζει ο Μαρξ, περιλαμβάνει στα πλαίσια της εργατικής τάξης μια σειρά από ομάδες, κυρίως διανοούμενων και μικροαστικών στρωμάτων, ξεκινώντας από τη θεωρητική θέση, ότι σήμερα η επιστήμη είναι άμεσα παραγωγική δύναμη, ενώ η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική εργασία αμβλύνεται. Ε­τσι, η ίδια η αντίληψη του Μαρξ για τις τάξεις, τα χαρακτηριστικά του λενινιστικού ορισμού καιν ειδι­κά το τρίτο, που αναφέρεται στο ρόλο των τάξεων στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, πάνε πε­ρίπατο. Γιατί κατά τον Μαρξ, παραγωγικά εργαζό­μενος είναι και ο μάνατζερ της παραγωγής, αφού με την εργασία του επιτρέπει στο κεφάλαιο να αυ- τοαξιοποιείται. Η συγκεκριμένη όμως ιδιότητα του παραγωγικά εργαζόμενου δεν τον εντάσσει στα πλαίσια της εργατικής τάξης, αλλά απέναντί της, στη στρατιά των αξιωματικών του κεφαλαίου.

Η αναφορά στην παραγωγική και τη μη παραγωγι­κή εργασία, τόσο από γενική άποψη όσο και συγκε­κριμένα, από την άποψη δηλαδή της αυτοαξιοποίη- σης του κεφαλαίου, δεν αρκεί για να καθοριστούν τα όρια της εργατικής τάξης. Οσο και αν η γνώση της ουσίας και του περιεχομένου της εργασίας πλησιάζει την αλήθεια, η αναγόρευση εντούτοις της παραγωγικής ή μη εργασίας σε κριτήριο του ταξικού διαχωρισμού οδηγεί στη μονομέρεια και το λάθος. Αυτό ακριβώς αποφεύγει ο Λένιν στον ορι­σμό των τάξεων, όταν στη θεώρησή του στέκεται μόνο στα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ταξικής συγκρότησης και αντίθεσης.

Ας το ξανατονίσουμε λοιπόν: Οταν ο Μαρξ ανα­λύει συγκεκριμένα τις έννοιες της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, δεν έχει σαν στόχο να ορίσει τα όρια των τάξεων, αλλά να αποκαλύψει το περιεχόμενο αυτών των εννοιών στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που δεν έ­χει να κάνει με την παραγωγή ή όχι υλικών αξιών, αλλά με την αξιοποίηση του κεφαλαίου. Ετσι, στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και από την άποψη της αξιοποίησης του κεφαλαί­ου, που χαρακτηρίζει αυτόν τον τρόπο παραγω­γής, παραγωγικοί είναι εργαζόμενοι, που δεν εργά­ζονται σε σφαίρες παραγωγής υλικών αξιών (αλλά

9. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαο, Τόμος Λ σελ. 523.10. Κ. Μαρξ: Grundrisse der kritik der politischen

okonome, Τόμος B, σελ. 225.11. Κ. Μαρξ: To Κεφάλαο, Τόμος Α, σελ 524.

«CMKWOMM

$0 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993··'

Page 92: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

που με την εργασία τους αξιοποιουν το κεφάλαιο, που τους μισθώνει) και μη παραγωγικοί είναι εργα­ζόμενα, που παράγουν υλικές αξίες, αλλά έξω από τη σφαίρα αξιοποίησης του κεφαλαίου. Την αντίλη­ψη αυτή του κεφαλαιοκρατικού συστήματος τη βλέ­πουμε να παρουσιάζεται ανάγλυφα στη διαχείριση των λεγόμενων κοινωφελών υπηρεσιών του αστι­κού κράτους, α οποίες - παρά την τεράστια κοινω­νική ωφελιμότητά τους - είναι για το κεφάλαιο α- ντιπαραγωγικές. Ετσι, σε συνθήκες κρίσης, όπου αντιμετωπίζονται δυσκολίες στην αναπαραγωγή του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου, η αστική τά­ξη προσπαθεί να συρρικνώσει στο ελάχιστο αυτές πς υπηρεσίες, που σε κάποια άλλη φάση είχε εξα­ναγκαστεί να δημιουργήσει, στα πλαίσια του αστι­κού «κράτους πρόνοιας».

Να πως περιγράφει ο Μαρξ τα φαινόμενα της πα­ραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας στον καπιταλισμό, δίνοντας άφθονα παραδείγματα, ώ­στε να μην κινδυνεύει να παρεξηγηθεί η άποψή του:

«Εδώ κατηγορηματικότατα παραγωγικός εργά­της είναι εκείνος, που αναπαράγει για τον κεφαλαι­οκράτη όχι μόνο όλη την αξία των μέσων συντήρη­σης που περιέχοντα στο μισθό, αλλά που του την αναπαράγει μαζί με ένα κέρδος.

Μόνο η εργασία που παράγει κεφάλαιο είναι πα­ραγωγική εργασία. [...] Σ'αυτούς τους παραγωγι­κούς εργάτες ανήκουν φυσικά όλοι, όσοι συνεργά­ζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην παραγω­γή του εμπορεύματος, από τονκαθεαυτό χειρώνα- κτα εργάτη ως τονμάνατζερ και τον μηχανικό (που διαφέρει από τον κεφ αλαιοκράτη)» . '2 (Η υπογράμ­μιση δική μας).

«Ενας ηθοποιός, λ.χ. ακόμα και ένας παλιάτσος, είναι επομένως ένας παραγωγικός εργάτης, όταν δουλεύει στην υπηρεσία ενός καπιταλιστή (του επι­χειρηματία), στον οποίο επιστρέφει περισσότερη εργασία, από εκείνη που παίρνει απ' αυτόν με τη μορφή του μισθού, ενώ ένας μπαλωματής ράφτης, που πάει στο στίπ του καπιταλιστή, για να του μπα­λώσει τα παντελόνια του τού δημιουργεί μόνο μια αξία χρήσης, είναι ένας μη παραγωγικός εργάτης. Η εργασία του πρώτου ανταλάσσεται με κεφάλαιο, ενώ η εργασία του δεύτερου με εισόδημα. Η πρώτη δημιουργεί μια υπεραξία, με τη δεύτερη καταναλώ­νεται ένα εισόδημα».'3

«Ενας συγγραφέας είναι παραγωγικός εργάτης, όχι γιατί παράγει ιδέες, αλλά γιατί πλουτίζει τον βι­βλιοπώλη, που εκδίδει τα συγγράμματά του ή γιατί είναι ο μισθωτός εργάτης ενός καπιταλιστή.

Η αξία χρήσης του εμπορεύματος, στο οποίο εν­σαρκώνεται η εργασία ενός παραγωγικού εργάτη, μπορεί να είναι του πιο πποτένιου είδους. Αυτό το υλικό χαρακτηριστικό της εργασίας δεν συνδέεται καθόλου με αυτή την ιδιότητά του, που μάλλον εκ­φράζει μόνο μια καθορισμένη κοινωνική σχέση πα­ραγωγής».'*

«Η υλική ιδιότητα της εργασίας, επομένως και του προϊόντος της, αύπ) καθεαυτή δεν έχει καμιά σχέση με τη διάκριση αυτή ανάμεσα στην παραγω­γική κα μη παραγωγική εργασία. Λογουχάρη, οι μά­γειροι και τα γκαρσόνια ενός εστιατορίου είναι πα­ραγωγικοί εργάτες, εφόσον η εργασία τους μετα- τρέπεται σε κεφάλαιο για τον ιδιοκτήτη του εοτιατορίου. Τα ίδια πρόσωπα είναι μη παραγωγικοί

εργάτες, όταν είναι υπηρέτες σ ' ένα σπίπ, εφόσον δεν δημιουργώ κεφάλαιο από την υπηρεσία τους, αλλά ξοδεύω εισόδημα. Πράγμαπ, τα ίδια επίσης πρόσωπα είναι για μένα, τον καταναλωτή, μη παρα­γωγικοί εργάτες στο εστιατόριο».'5

Ας μας συγχωρήσει ο αναγνώστης για τα εκτετα­μένα αποσπάσματα, όμως τα θεωρήσαμε απαραί­τητα, γιατί - πέρα από πς διαστρεβλώσεις των διά­φορων αναθεωρητών - υπάρχει μια ευρύτατα δια­δεδομένη σύγχιση σχετικά με την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία, που τη συσχετίζει όχι με την αξιοποίηση του κεφαλαίου, αλλά με την παρα­γωγή αξιών χρήσης (υλικών αξιών). Ετσι, με βάση αυτή τη (σκόπιμη ή όχι αδιάφορο) σύγχιση, άλλοι φτάνουν στον παραλογισμό να εντάσσουν στην εργατική τάξη τους μάνατζερ και τα τεχνικά στελέ­χη της παραγωγής, που ασκούν διευθυντική εργα­σία, αλλά είναι μισθωτοί, και άλλοι να αποκλείουν από την εργατική τάξη μεγάλα τμήματά της, που από την άποψη της αξιοποίησης του κεφαλαίου εί­ναι μη παραγωγικοί εργάτες, όπως π.χ. α εργάτες καθαριότητας των δήμων ή οι οικοδόμοι που είναι κρατικοί υπάλληλοι και χτίζουν ένα σχολείο.

Η καπιταλιστική ανάπτυξη και η ανάπτυξη του α­στικού κράτους δημιούργησε τέτια τμήματα του προλεταριάτου, που με οποιαδήποτε αναφορά στην παραγωγική ή μη εργασία είναι αδύνατο να τοποθετηθούν σωστά. Ενας τέτιος τομέας είναι αυτός των λεγόμενων «υπηρεσιών» (υγεία, καθα­ριότητα κλπ.), όπου όταν απουσιάζει το κεφάλαιο (με την έννοια της άμεσης επένδυσής του με σκο­πό την αποκόμιση υπεραξίας) αποτελούν υπηρε­σίες του κράτους, ενώ οι εργαζόμενα σ' αυτούς εί­ναι βέβαια τμήμα της εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από τη φύση της εργασίας τους, που είναι μη παρα­γωγική από την άποψη του κεφαλαιοκρατικού τρό­που παραγωγής. Είνα φανερό πως αυτά τα τμήμα­τα των εργαζόμενων, σύμφωνα με όλα τα κριτήρια του λενινιστικού ορισμού, αποτελούν τμήμα του προλεταριάτου, ενώ η προσπάθεια της ταξινόμη­σής τους δεν συναντά απλά αξεπέραστες δυσκο­λίες, αν υιοθετήσουμε το κριτήριο της φύσης της εργασίας τους, αλλά οδηγεί σε παραλογισμούς, ό­πως δείξαμε αμέσως παραπάνω.

Η έννοια της τάξης λοιπόν καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά στα οποία ήδη αναφερθήκαμε, ανε­ξάρτητα από τη μορφή της συγκεκριμένης εργα­σίας που εκτελούν τα διάφορα τμήματά της. Η πα­ραγωγή υπεραξίας ή η παραγωγική και μη παραγω­γική εργασία δεν μπορούν να αποτελέσουν κριτήρια ταξινόμησης για το σύνολο της τάξης.

12. Κ. Μαρξ: Θεωρίες για την υπεραξία, Μέρος Α, σελ. 150.

13. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 151.14. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 152.15. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 153.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 91

Page 93: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Τί σχολείο θέλουμε

Αφιερώνεται_ , , στα πενηντάχρονα

το» Γεράσιμου Λιόντου ατχ̂ τ0 β^νατο του δάσκαλουΔημήτρη Γ ληνού

«Εμείς λέμε: η δουλιά μας στον τομέα της εκ­παίδευσης είναι η ίδια, πάλη για την ανατροπή της αστικής τάξης, δηλώνουμε ανοιχτά όπ σχο­λείο έξω από τη ζωή, έξω από την πολιτική είναι ψέμα και υποκρισία».

Β.Ι. Λένιν

Στο άρθρο μας αυτό, που σαν ελάχιστο φόρο τι­μής το αφιερώνουμε στη μνήμη του μεγάλου δια- νοητή Δημήτρη Γληνού, θα αναλύσουμε από το σχέδιο προγράμματος του νέου κόμματος, που χτί­ζεται βήμα- βήμα, πς θέσεις για την εκπαίδευση, θέσεις που στο σχέδιο προγράμματος διατυπώθη­καν, όπως ήταν λογικό, πολύ επιγραμματικά.

Είναι γνωστό, ότι στον ενάμιση χρόνο που πέρα- σε από την 6η Ολομέλεια της ΚΕ της ΣΑΚΕ, όταν συνειδητοποιήσαμε πλέρια την ανάγκη να δουλέ­ψουμε στη νέα εργατική βάρδια, μελετήσαμε ολό­πλευρα τα έργα επιφανών διανοητών - εκπαιδευτι­κών, Ελλήνων και ξένων. Ομως ήταν το έργο του Δ. Γληνού - πολύ πλούσιο σε έκταση και βάθος - που επέδρασε καταλυτικά πάνω μας, στη διαμόρ­φωση των θέσεών μας, χωρίς καθόλου να υποβαθ­μίζουμε τις λενινισπκές υποδείξεις.

Δεν υπήρξαμε οι πρώτοι, ούτε ποτέ ισχυριστήκα­με, όπ εμείς αναγνώσαμε πρώτοι το έργο του Δ. Γληνού και των άλλων επιφανών εκπαιδευτικών και διανοητών, όπως ο Κ. Βάρναλης, ο Μ. Παπαμαύ- ρος, ο Κ. Σωτηρίου, η Ρόζα Ιμβριώτη και τόσοι άλ­λοι, που συσπειρώθηκαν γύρω από τον Δ. Γληνό. Ομως δεν θα αποφύγουμε τον πειρασμό να εκφρά- σουμε την «κακία» μας, για όλους αυτούς, που πριν από μας «ανέγνωσαν» και ««αναγνώρισαν» το έργο του μεγάλου δάσκαλου. Ηταν μια «αναγνώριση», που αποσιωπούσε τις επαναστατικές μαρξιστικό- λενινιστικές ιδέες του ώριμου πια Δ. Γληνού και πρόβαλε βασικά τις πρώτες του χεγκελιανές και α- στοφιλελεύθερες αναζητήσεις (που στην εποχή τους είχαν προοδευτικό και ανορθωτικό χαρακτή­ρα), αναζητήσεις που ο ίδιος απέρριψε αργότερα, δείχνοντας έτσι και το μεγαλείο και τη συνθετική ι­κανότητα της σκέψης του.

Κακά τα ψέμματα. Ο ώριμος Δ. Γληνός, της πε­ριόδου 1927 - 1943, δεν χωρά στο σχήμα ενός σχολειού συνδεδεμένου με την καπιταλιστική πα­ραγωγή ή στη «βελπωμένη» έκδοση (της περιόδου της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλι­σμού) ενός σχολειού συνδεδεμένου με την αγορά εργασίας ή τέλος στο βελτιωμένο σχήμα του σχο­λειού της ειδίκευσης, δηλαδή του σχολειού που προετοιμάζει το νέο άνθρωπο να ενταχθεί «ομα­λά» στον ιεραρχικό καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας, σαν μερικό εργαλείο.

Και για του λόγου το αληθές, ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε ένα δείγμα της σκέψης του Δ. Γλη­νού, όπως διατυπώνεται στο άρθρο του: «Σχέδιο για το πρόγραμμα του εκπαιδευτικού ομίλου», το Φλεβάρη του 1929, δυο χρόνια μετά τη διάσπαση του Εκπαιδευτικού Ομίλου:

A. Α. ΓΛΗΝ Ο Υ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΚΠΑΜΕΦΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ

Α! Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣ Τ ΙΚ Η ΚΟ ΙΝ Ω Ν ΙΑ Κ Α Ι Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣ Τ ΙΚ Η Π Α ΙΔ Ε ΙΑ

Ο Εκπαιδεφτικός Ομιλος έχοντας για σκοπό του να βοηθήσει να αναμορφωθεί ριζικά η παιδεία του ελλη­νικού λαού, βρίσκει πως μέσα στο πλαίσιο της σημερι­νής αστικής κοινωνίας δεν υπάρχουν οι όροι για μια τέτια ολοκληρωτική αναμόρφωση, που θα υψώσει πνεβματικά και ηθικά ολόκληρο το λαό. Γι αυτό πι- στέβει απόλυτα στο σοσιαλιστικό ιδανικό της κοινω­νίας. Πκπέβει δηλαδή πως οι αντικειμενικοί όροι της παραγωγής και ανταλαγής των υλικών αγαθών οδη­γουν σιγά - σιγά στη μεταβολή της ατομικής καπιτα­λιστικής οικονομίας σε ομαδική σοσιαλιστική οικονο­μία με βάση την κατάργηση της εκμετάλεψης του αν­θρώπου από τον άνθρωπο και την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων. Πκπέβει ακόμη, πως η μεταβολή αψτή, όσο προετοιμάζεται αντικειμενικά, φέρνει μαζί της τη συνειόητοποίηση του κοινωνικού προβλήματος σε όλες τις απόψεις του στην τάξη, που είναι ο κύριος

92 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 94: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

φορέας της αλαγής, δηλαδή την εργατική και την κά­νει πρωταγωνίστρια στον αγώνα για τη νέα μορφή της ανθρώπινης ζωής.

Κάτω από την πίεση της βασικής αυτής κίνησης γε- νιέται για όλες τις κοινωνικές λειτουργίες μια νέα προοπτική, η προοπτική της νέας μορφής τους μέσα στην ερχόμενη κοινωνία. Ετσι και για την παιδεία, που είναι μια απόλυτα κοινά/νικά καθορισμένη λει- τουργίαι προβάλσνται από τώρα και μέσα από τα δε­δομένα της πραγματικότητας οι ιδανικές γραμές της καινούργιας, της σοσιαλιστικής μορφής της.

Ο Εκπαιδεφτικός Ομιλος θέλει να υπηρετήσει όσο μπορεί τη μελέτη, την προετοιμασία και την πραγμά­τωση της σοσιαλιστικής παιδείας. Γιατί αυτή θα ανε­βάσει και το άτομο και το σύνολο πληρέστερα προς το ιδανικό μιας ζωής ανθρώπινης, όπου η σκλαβιά, η τα­πείνωση, η αδικία, το μίσος, η πίκρα της ζωής θα είναι λιγότερη, και η λεφτεριά, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ανθρώπινη αληλεγγύη, η δικαιοσύνη, η αγάπη και η χαρά της ζωής, θα είναι αξίες πιο άμεσες και πιο πραγματικές για όλα τα μέλη της ανθρώπινης κοινω­νίας. Μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία εργάζονται ό­λοι για όλους, ο καθένας ανάλογα με τη δύναμή του, για να ικανοποιούν όλοι τις κοινές ανθρώπινες ανά­γκες τους. Η πρώτη λοιπόν αρχή για τη σοσιαλιστική παιδεία θα είναι να παρέχει ίση δυνατότητα σε όλους τους ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, να μορφώνεται ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, για να μπο­ρεί αργότερα μέσα στη σοσιαλιστική εργατική κοινό­τητα να επιτελεί τη λειτουργία, που ανταποκρίνεται καλύτερα στις σωματικές και ψυχικές του ικανότητες.Ο ιδανικός σκοπός της σοσιαλιστικής αγωγής και μόρφωσης θα είναι να κάμει τον κάθε άνθρωπο ικανό με βάση τη σωματική του υγεία, την πλέρια ανάπτυξη των ικανοτήτων του, τη δημιουργική εργασία, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ηθική εφθύνη για το σύνο­λο και την καθολική ανθρώπινη αληλεγγύη, να υψώ­νεται προς τη λευτεριά και τη χαρά της ζωής.

Ομάδα και άτομο είναι συναρτημένα στην ανάπτυξή τους. Οσο αυξαίνει και πλαταίνει η ομαδικότητα, τό­σο απολυτρώνεται το άτομο στις ανώτερες λειτουρ­γίες του και κινιέται μέσα στη σφαίρα της λευτεριάς.

Η υπερνίκηση και ρύθμιση του υλικού σημαίνει την απολύτρωση του ανθρώπινου. Η μετάθεση της αξίας του ανθρώπου από τα έξω προς τα μέσα, από το υλικό αγαθό στον άνθρωπο, είναι η πραγμάτωση του αν­θρωπισμού.

Η εθνική πατρίδα, διάμεσος σταθμός του ομαδι- σμού, δημιούργημα της ατομικιστικής οικονομίας, θα δώσει τη θέση της στην υπερεθνική ολότητα, την αν­θρώπινη πατρίδα, την κοινωνία των ανθρώπων, δη­μιούργημα της ομαδικής οικονομίας. Η σοσιαλιστική κοινωνία πραγματώνει τον ανθρωπισμό. Ετσι η σο­σιαλιστική κοινωνία δημιουργεί την απαραίτητη προ­ϋπόθεση για την αληθινή μόρφωση του ανθρώπου. Μόνο μέσα σαφτή το σύνολο μορφώνει το άτομο και το άτομο μορφώνεται για το σύνολο. Ενώ στη σημερι­νή ταξική κοινωνία, το άτομο μορφώνεται για την τά­ξη ή την εθνική πατρίδα, άρα ενάντια στην άλλη τάξη ή στις άλλες πατρίδες, ενάντια στο σύνολο. Γιατί το σύνολο είναι πραγματικά σήμερα ανύπαρχτο. Απ' α- φτούς τους γενικούς στοχασμούς βγαίνουν τα ακό­λουθα συμπεράσματα:

1. Στη σοσιαλιστική κοινωνία το σύνολο έχει συμφέ­ρον στην πλέρια ανάπτυξη του κάθε ατόμου και του δημιουργεί τη δυνατότητα της πλέριας ανάπτυξης.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ

Για την ανάπτυξη αυτή απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σωματική υγεία του κάθε ανθρώπου. Η πρόνοια για τη σωματική υγεία και τη σωματική αγωγή μπαίνει α­ληθινά μέσα στον κύκλο της παιδείας. Η καλή τροφή, η καλή περιποίηση, η υγιεινή αγωγή του κάθε παι­διού είναι το πρώτο οργανικό στοιχείο της σοσιαλι­στικής παιδείας.

2. Το δέφτερο οργανικό στοιχείο της είναι η δυνατό­τητα για την πλέρια ανάπτυξη των ψυχικών ικανοτή­των του. Η επιστημονική μελέτη και ανάλτυξη των ψυχικών ικανοτήτων του κάθε παιδιού, η καθοδήγησή του αυτή και η παροχή όλων των μέσων, που της χρειάζονται, γίνονται για τη σοσιαλιστική παιδεία κανόνες.

3. Το κάθε άτομο έχει δικαίωμα να υπάρχει μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία μόνο γιατί εργάζεται, μόνο γιατί είναι ένα κύταρο του ομαδικού οργανισμού. Η δημιουργική εργασία είναι το μέσο της ύπαρξης του ανθρώπου. Μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία η δη­μιουργική εργασία είναι η εβγενέστατη και τιμιότατη του ανθρώπου ενέργεια. Αυτή είναι η βάση της ζωής και της ανθρώπινης αξίας. Δημιουργική εργασία εί­ναι κάθε ενέργεια του ανθρώπου, που παράγει υλικά και πνεβματικά αγαθά απαραίτητα στην ύπαρξη της ανθρώπινης κοινωνίας. Η δημιουργική εργασία είναι αξία απόλυτη για την ανθρώπινη κοινωνία. Μόνο ο εργάτης είναι άνθρωπος. Για να γίνεις άνθρωπος, πρέπει να γίνεις εργάτης. Η παιδεία πρέπει να κάμει το κάθε παιδί εργάτη, δυναμικό φορέα δημιουργικής εργασίας. Η δημιουργική εργασία δεν έχει διαφορι- σμό στην αξία της, μπορεί να έχει διαφορισμό μόνο στο είδος της και οι άνθρωποι διαφοροποιούνται κα­τά το είδος της δημιουργικής εργασίας, που είναι ικα­νοί να κάμουν, όσο μπορεί καλύτερα, χωρίς αυτό να σημαίνει διαφοροποίηση στην αξία τους και στα δι- καιώματά τους στη ζωή.

Και ακόμα για να μη σκοτώνεται το άτομο μέσα στην απόλυτη ειδίκευση, η ικανότητά του για εργασία πρέπει να γίνεται με την παιδεία όσο μπορεί πιο πο­λύτροπη, όπως πολύτροπη θα είναι και η δσυλιά που θα προσφέρνει στην κοινωνία και οι κοινωνικές λει­τουργίες, που θα υπηρετεί. Η μέθοδος της πολύτρο­πης δημιουργικής εργασίας είναι η μόνη, που ασφαλί­ζει τη δημιουργία της πλέρια αναπτυγμένης ατομικό­τητας. Ετσι το κάθε σχολειό πρέπει να είναι σχολειό εργασίας, να προετοιμάζει τον άνθρωπο για την εργα­σία και με μέσο την εργασία. Η δημιουργική εργασία είναι και σκοπός μορφωτικός και μέσο μορφωτικό. Το σχολειό είναι εργαστήριο.

4. Κάθε έργο αποτελείται από δυο στοιχεία βασικά, την ουσία και τη μορφή.

Ουσία και μορφή είναι αληλένδετα και συνεξαρτη- μένα. Ομως την ικανότητα για τη δημιουργία της ου­σίας του έργου δίνει στον άνθρωπο η γνώση, η επιστή­μη. Την ικανότητα για τη δημιουργία της μορφής του έργου δίνει στον άνθρωπο η τέχνη. Επιστήμη και τέ­χνη είναι τα δυο μέσα που οπλίζουν την ικανότητα για δημιουργική εργασία, οι δυο στύλοι της παιδείας. Το επιστέγασμα είναι η επιστημονική θεωρία του κό­σμου και της ζωής. Τίποτε άλλο δεν έχει θέση μέσα στα σύνορα της κοινής παιδείας.

Και ο πιο δύσπιστος αναγνώστης θα συμφωνήσει μαζί μας, ότι οι απόψεις αυτές του Δ. Γληνού δια- κρίνονται για την πληρότητά τους και για τον επί­καιρο χαρακτήρα τους, παρά το γεγονός ότι διατυ-

ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 ) 93

Page 95: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

πώθηκαν πριν από 64 χρόνια. Αν κάποιες λέξεις, ό­πως για παράδειγμα η λέξη αγωγή, παραπέμπουν συνειρμικά σε πατερναλιστική πραχτική προς τη νεολαία, ας μη κάνουν το λάθος οι νεολαίοι ανα­γνώστες μας να μας καταλογίσουν πατερναλιστική νοοτροπία και συμπεριφορά. Γιατί είναι κάτι που α- πεχθανόμαστε όσο δεν το φαντάζονται και όσο κι αν τους φαίνεται παράξενο να μη συμβαίνει αυτό και στο Γληνό και σε μας, αφού συμβαίνει στο σχο­λείο τους και στο συγγενικό και φιλικό τους περι­βάλλον.

Ας μας συγχωρήσει ο αναγνώστης για το προσω­ρινό ξεστράτισμά μας, είναι όμως αναγκαίο να ει­πωθούν κάποια πράγματα.

Οπως είναι ευαίσθητοι οι νεολαίοι και εναντιώνο­νται στον έρποντα ανηνεολαιίστικο κοινωνικό ρα­τσισμό (που φούντωσε μέσα στους εκπαιδευτικούς και της 2ης βαθμίδας και στην εργατική οικογέ­νεια), το ίδιο ευαίσθητοι πρέπει να είναι και ενάντια στην ατομικισπκή ψυχολογία και πραχτική, όχι μό­νο γιατί υποθάλπονται από την αστική τάξη και ό­λους τους εκπροσώπους της, αλλά και γιατί (το σπουδαιότερο) ο πόθος τους για ολόπλευρη μόρ­φωση και ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότη­τάς τους, ο πόθος τους για ολόπλευρη ικανοποίη­ση των υλικών και πολιτιστικών τους αναγκών, πόθοι που προσκρούουν στην ανπνεολαιίσπκη λο­γική και πραχτική της αστικής τάξης και όλων των εκπροσώπων της, υπονομεύονται και από τον αντι- νεολαιίστικο ρατσισμό, αλλά και από την ατομικι- σπκή ψυχολογία και πρακτκή. Ας μπουν στον κό­πο να θυμηθούν τη στάση όλου του αστικού πολιτι­κού κόσμου απέναντι στα ΙΕΚ, απέναντι στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ - ΤΕΙ, απέναντι στο εκδικητικό μέτρο της παράτασης της σχολικής χρονιάς κ.ά.

Η λύση λοιπόν δεν βρίσκεται στον ατομικισμό, αλλά στη χαμένη συλλογικότητα, στην επαναστα­τική συλλογικότητα της εργατικής τάξης. Βρίσκε­ται στην ανατροπή του καπιταλισμού και στην οικο­δόμηση μιας ανώτερης κοινωνίας, που καταργεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που οικοδομεί τη συλλογικότητα και μέσα σ' αυτή επι­τρέπει να αναπτύσσεται ολόπλευρα η προσωπικό­τητα, που... που...

Τόσο το άρθρο του Δ. Γληνού: «Ποιοι δρόμοι α­νοίγονται μπροστά στους νέους», που δημοσιεύτη­κε στα 1932 σε ένα φοιτητικό περιοδικό, όσο και όλο το έργο και η πραχτική του πιστοποιούν τη νε- ολαιίσπκη στάση αυτού του επιφανούς διανοητή. Σε ό,τι δε αφορά το Κόμμα μας, πολλά είναι αυτά που πιστοποιούν τη νεολαιίστικη νοοτροπία και πραχτική του. Αυτή πιστοποιείται από το κεντρικό πολιτικό μας όργανο, τον «ΟΧΤΩΒΡΗ», από τις μπροσούρες και τα φυλλάδια για τη νεολαία και από το σχέδιο προγράμματος. Πιστοποιείται τέλος από όλη την πραχτική μας δράση και συμπεριφορά.

Επανερχόμενοι στην «αναγνώριση» του Δ. Γλη­νού, πιστεύουμε ότι, ύστερα από όσα εκθέσαμε, έ- γινε καθαρό στους αναγνώστες μας το πού απέ­βλεπαν οι θιασώτες της πρώτης ανάγνωσης με την «αναγνώριση» αυτή. Απέβλεπαν τότε βασικά στο να επενδύσουν την όψη τους με αριστερό επίχρι­σμα.

Οι θέσεις που διατυπώνονται στο σχέδιο προ­γράμματος δεν αποτελούν αναμάσημα των θέσεων

του Δ. Γληνού και του Λένιν. Στηρίζονται σίγουρα σ' αυτές, αλλά πάνε πιο πέρα. Σε κάποιες πλευρές τείνουν πιο πολύ προς την αντικειμενική αλήθεια, χωρίς να ταυτίζονται απόλυτα μ' αυτήν. Αλλωστε, ήταν φυσικό να συμβεί αυτό, αφού εμείς δρούμε πολύ μεταγενέστερα απ' αυτούς και έτσι μας δόθη­κε η δυνατότητα να ξεπεράσουμε μια σειρά σχετι­κές πλάνες, απόρροια του ιστορικού πεπερασμέ­νου και του προσωπικού πεπερασμένου της σκέ­ψης αυτών των επιφανών διανοητών.

Μας δόθηκε η δυνατότητα να κάνουμε νέες θεω­ρητικές προσεγγίσεις, μέσα από τη μελέτη του α­ντιδραστικού προτσές της παλινόρθωσης του κα­πιταλισμού στην ΕΣΣΔ, όπως για παράδειγμα να μελετήσουμε την ιδιαίτερη σημασία της συνέχισης της ταξικής πάλης και μετά την εξάλειψη των εκ- μεταλλευτριών τάξεων στο σοσιαλισμό, για τη λύ­ση των μη ανταγωνιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στην πνευμα­τική και τη σωματική δουλειά. Οι αναγνώστες μας θα διαπιστώσουν στη συνέχεια, όπ στηριχθήκαμε σ' αυτή τη νέα θεωρητική γενίκευση για να καταλή­ξουμε στη θέση για κατάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων και στο σοσιαλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, γιατί μέσω αυτών ανσπαρά- γεται η μη ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.

Στα χρόνια που πέρασαν από την εποχή του Λέ­νιν και του Γληνού συντελέσθηκαν πολλές αλλα­γές στον καπιταλισμό, σαν συνέπεια της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Αλλαγές που, χωρίς να αναιρούν τα βασικά χαρακτηριστικά του καπιταλι­σμού (σαν καπιταλισμού που σαπίζει, που πεθαί­νει), επέδρασαν στη συνείδηση και όχι μόνο των λαϊκών μαζών. Αναφέρουμε δυο παραδείγματα τέ­τοιων αλλαγών, που επιβάλλουν την επαναπρο­σέγγιση για το ξεπέρασμα ακόμη και σχετικών πλανών, χωρίς όμως να αφήνουν περιθώρια για ξαναφούντωμα του αγνωστικισμού.

Πρώτο παράδειγμα: Ακόμη και μέχρι το 1943, που πέθανε ο Δ. Γληνός, το σχολείο 2ης βαθμίδας αλ­λά και τα ΑΕΙ στη χώρα μας, εξακολουθούν να πα­ραμένουν ολιγαρχικά. Την ίδια ίσως και χειρότερη κατάσταση κληρονομεί η ΕΣΣΔ από τον καπιταλι­σμό, μετά την Οχτωβριανή επανάσταση.

Πως έχουν τα πράγματα στη χώρα μας σήμερα, στα 1993; Μπορεί έστω και στο ελάχιστο να συγ- κριθούν οι δυο αυτές περίοδοι; Σίγουρα όχι. Σήμε­ρα στη χώρα μας γιγαντώθηκε η τάση της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας για πανεπι­στημιακή μόρφωση. Για παράδειγμα, σήμερα ο α­ριθμός αυτών που επιθυμούν (και έχουν αποδε­δειγμένα τις προϋποθέσεις για) πανεπιστημιακή μόρφωση είναι τετραπλάσιος περίπου από τον α­ριθμό αυτών που τελικά εισάγονται.

Ας δούμε πως προσέγγιζε το ζήτημα ο Λένιν, στα 1918, δηλαδή σε μα εποχή που στην ΕΣΣΔ ο αριθ­μός αυτών που επιθυμούσαν πανεπιστημιακή μόρ­φωση ήταν σχετικά μικρός.

«Το Σ Λ .Ε . (σ.σ. Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρό­πων) αναθέτει στο Επιτροπάτο Λαϊκής Παιδείας να επεξεργασθεί αμέσως μια σειρά αποφάσεις και μέ­τρα ώστε σε περίπτωση που ο αριθμός των επιθυ- μούντων να μπουν στα ανώτατα εκπαιδευτικά ι­δρύματα ξεπεράσει το συνηθισμένο αριθμό Θέσε­ων, να πορθούν τα πιο επείγοντα μέτρα που να

94 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 96: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

εξασφαλίζουν τη δυνατότητα να φοιτήσουν όλοι οι επιθυμούντες». (Β .Ι. Λ ένιν: Για την Αγωγή και την Παιδεία, Τόμος II, σελ. 43, «Σύγχρονη Εποχή»)

Διαπιστώνουμε ότι τότε καθορίζονταν συγκεκρι­μένος αριθμός εισαγόμενων Και ο Λένιν αντιμετω­πίζει το ενδεχόμενο οι επιθυμούντες πανεπιστη­μιακή μόρφωση να είναι περισσότεροι, προτείνο- ντας να μπούν όλοι. Στην ουσία, με τη θέση αυτή, καταργούσε τον κλειστό αριθμό εισαγόμενων και πς εισαγωγικές εξετάσεις. Σ' αυτή τη λύση βοη­θούσε και ο σχετικά μικρός αριθμός. Η προσέγγιση αυτή όμως είναι ανεπαρκής για τις σημερινές ελλο­δικές συνθήκες, γιατί ο αριθμός των επιθυμού- ντων να πάρουν πανεπιστημιακή μόρφωση είναι τουλάχιστον τετραπλάσιος από τον κλειστό αριθ­μό εισαγόμενων! Ετσι, στις σημερινές συνθήκες, μοναδική ταξική προσέγγιση του ζητήματος είναι αυτή της κατάργησης του κλειστού αριθμού και των εισαγωγικών εξετάσεων.

Μπορεί μεν αυτή η προσέγγιση του Λένιν να έγι- νε ανεπαρκής και άρα μη εφαρμόσιμη στη σημερινή πραγματικότητα, όμως θα ήταν λειψή και μονομε­ρής και η δική μας προσέγγιση στις απόψεις του Λένιν, αν δεν υπογραμμίζαμε αυτό που βγαίνει από τη φιλοσοφία με την οποία προσεγγίζει το ζήτημα:Αν είχε να αντιμετωπίσει ζήτημα «υπεράριθμων» στην ίδια με μας έκταση, και ο Λένιν θα το χειριζό­ταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από εμάς. Το λέμε αυτό τόσο κατηγορηματικά, γιατί εμείς, για να καταλήξουμε στη θέση για κατάργηση των εξετάσεων, στηριχτή­καμε σπς υποδείξεις του Λένιν για σχολείο γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, για τη λύση και της μη ανταγωνιστικής αντίθεσης πνευματικής και σωμα­τικής δουλειάς.

Από τις προσεγγίσεις του Δ. Γληνού, που είναι σε μας γνωστές, και ειδικά αυτές των πρώτων χρό­νων (π.χ. νομοσχέδια του 1913), διαπιστώνουμε όπ ο μεγάλος αυτός διανοητής είναι ακόμη εκείνη την περίοδο επηρεασμένος από τις απόψεις της α­στικής τάξης για καθιέρωση αυστηρών εξετάσεων και κλειστού αριθμού εισαγόμενων, αφού τότε ή­ταν ακόμη ένας προοδευτικός αστός διανοούμε- ’ νος. Ετα, σπς απόψεις του αυτές, πριν και λίγο με­τά την Οχτωβριανή επανάσταση, ο Δ. Γληνός είναι πολύ πίσω από πς λενινιστικές θέσεις, και άρα οι θέσεις του είναι ξεπερασμένες για τη σημερινή νε­οελληνική πραγματικότητα.

Δεύτερο παράδειγμα: Μέσα στη νεολαία παραμέ­νει ακόμη πολύ ισχυρή η ατομικιστική ψυχολογία, παρά το γεγονός όπ τα τρία τελευταία χρόνια πή­ρε μέρος σε μαζικούς και μαχητικούς αγώνες, διεκ- δικώντας το δικαίωμα στη μόρφωση και στη δου­λειά. Η νεολαία αδυνατεί να αντνετωπίσει σωστά τον αντινεολαιίστικο ρατσισμό της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας, ρατσισμό που η αστική τάξη έχει συμφέρον να υποθάλπει, μιας και έτσι κατορ­θώνει να διασπά τους εργαζόμενους. Η νεολαία αρνείται τον παιδαγωγικό ρόλο του σχολειού, όχι μόνο στο σημερινό αστικό σχολείο, αλλά γενικά στο σχολείο. Βλέπει το σχολείο σαν ένα χώρο ό­που μπορεί να αποκτήσει την καθαρή γνώση, μα- κρυά όμως από την πολιτική. Αυτή η τάση, ιστορικά μέχρι σήμερα, εμφανίστηκε πολλές φορές μέσα στη νεολαία.

Η νεολαία της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας

όμως, κοντά σ' αυτά έχει να επιδείξει και πολλά χα­ρίσματα, και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Παά είναι αυτά τα χαρίσματα;

Ο προβλημαπσμός και η μεγάλη απαιτητικότητα της σημερινής νεολαίας σε τίποτα δεν μοιάζει και δεν μπορεί να συγκριθεί μ' αυτόν της νεολαίας προηγούμενων δεκαεπών, ούτε ακόμη και με τον προβληματισμό και την απαιτικότητα της νεολαίας της ΕΠΟΝ. Το τελευταίο δεν το λέμε για να χαϊδέ­ψουμε τα αυπά της σημερινής νεολαίας, αλλά το εννοούμε, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα. Οσοι λοιπόν αρνούνται ή καθυστερούν να καταλάβουν αυτό το γεγονός, κινδυνεύουν να κόψουν οριστικά κάθε δεσμό με τη νεολαία της εργαζόμενης ελλη- νκής κοινωνίας.

Η νεολαία απαιτεί πανεπιστημιακή μόρφωση και δεν βολεύεται με τα ΙΕΚ, που της ουνιστά όλος χω­ρίς εξαίρεση ο αστικός πολιτικός κόσμος. Η νεο­λαία απαιτεί ολόπευρη ικανοποίηση των υλικών και πολιτιστικών της αναγκών. Ενα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας απαιτεί να τεθεί τέρμα στην εθνικιστι­κή υστερία. Οι νεολαιίσηκες αυτές απαιτήσεις τρο­μάζουν την αστική τάξη, γιατί διαισθάνεται ότι αρ­γά ή γρήγορα θα φέρουν τη νεολαία σε σύγκρουση και πλήρη ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα.

Οι αστοί πολιτικοί (που πάντα είχαν μεγάλο πρό­βλημα με τη μαζική λαϊκή απαίτηση για πανεπιστη­μιακή μόρφωση) συνειδητοποίησαν, όπ το αίτημα για κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων αργά ή γρήγορα θα κερδίσει μαζικά τη συμπάθεια της νε­ολαίας και ότι αυτό θα δημιουργήσει εκρηκτικές καταστάσεις. Γιατί είδαν όπ, στη διάρκεια του φεπ- νού κύματος των καταλήψεων, οι πρωτοπόροι μα­θητές των ΤΕΛ (που στη συντριπτική τους πλειο- ψηφία θα διευρύνουν τις γραμμές του προλεταριά­του) πολύ γρήγορα υιοθέτησαν το αίτημα για γενική και πολυτεχνική μόρφωση και απέρριψαν τη λογική της ειδίκευσης, που τους κάνει μερικό εργαλείο. Και δεν αρκέσθηκαν σ' αυτό, αλλά πήγαν ακόμη παραπέρα, δίνοντας έντονες ιδεολογικές μάχες για να βγεί από το ψήφισμα του Συντονιστι­κού των Καταλήψεων το αίτημα για επαγγελματική ειδίκευση, πράγμα που στο τέλος πέτυχαν.

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι επήλθαν σημαντικές αλλαγές μέσα στη νεολαία της εργαζόμενης ελλη­νικής κοινωνίας. Αλλαγές που έχουν να κάνουν και με την κοσμοθεωρητική της προσέγγιση, αλλά και με τη στάση ζωής. Μπαίνουν κατά συνέπεια τα ε­ρωτήματα: Πώς θα προσεγγίσουμε εμείς σήμερα τη νεολαία; Παά στοιχεία του σχεδίου προγράμματος θα αναδείξουμε; θα κάνουμε κυρίαρχα ζητήματα την ατομικισπκή ψυχολογία και την απέχθεια προς τη δουλειά, κουνώντας σαν σημαία μπροστά στη νεολαία «τα παλιά βάσανα τα δικά μας», (που υπο­χρεωνόμασταν να δουλεύουμε και πριν από τα 15), υπονομεύοντας έτσι, εκτός των άλλων, και το παλ­λαϊκό αίτημα για υποχρεωτικό σχολείο και απαγό­ρευση της εργασίας μέχρι τα 18 χρόνια;

θα συνεχίσουμε να συμπεριφερόμαστε πολλές φορές (παρά το γεγονός όπ το απεχθανόμαστε) πατερναλιστικά προς τους νέους, υπονομεύοντας έτσι τη συλλογικότητα της εργαπκής τάξης; Ή θα κάνουμε σημαία τις θέσεις των επιφανών μαρξι­στών - λενινιστών παιδαγωγών, όπ η «μαθησιακή» διαδικασία συντελεί όχι μόνο στην κατάκτηση της γνώσης, αλλά και στη διαμόρφωση της προσωπι-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |95

Page 97: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

κότητας; (Ας μη σπεύσουν κάποιοι να ισχυριστούν, άτι εισάγουμε «καινά δαιμόνια» ή ότι βλέπουμε την κατάχτηση της γνώσης είτε σαν προτσές καθαρά τεχνοκραπκό είτε στην υπηρεσία του ατόμου).

Τα ρητορικά ερωτήματα, που θέσαμε παραπάνω, δείχνουν τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε.

Σήμερα χρειάζεται να προσεγγίσουμε τη νεολαί­α, αυτό το καμάρι της εργαζόμενης ελληνικής κοι­νωνίας, με νέο τρόπο, όχι για να χαϊδέψουμε τα αυ­τιά της. Εχουμε σημαντικά κοινά σημεία μαζί της ε­μείς οι κομμουνιστές. Ποιά είναι αυτά; Η μεγάλη της απαιτκότητα για μάρψωση και δουλειά, για ο­λόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς της, για ολόπλευρη απόλαυση της υλκής και πολιτιστικής ζωής. Η μεγάλη της απαιτητικάτητα να χαρεί την παιδική και εφηβική της ηλικία, που τόσο πολύ τη στερηθήκαμε εμείς οι μεγαλύτερα.

Να η κοινή βάση, για να κερδίσουμε τη χαμένη συλλογικότητα της νεολαίας με την εργατική τάξη και το λαό, για να επιταχύνουμε τα προτσές της ε­νίσχυσης, της ανάπτυξης του καινούργιου κόμμα­τος, της ΣΑΚΕ, για να επιταχύνουμε το προτσές της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού κα την οικοδόμηση της Λαϊκής-Σοααλισπκής Δη­μοκρατίας.

Οι «ενήλικες» εργάτες, εργαζόμενα κα φτωχο- μεσαία αγρότες πολλά έχουν να κερδίσουν από τη μαχητικότητα κα τη μεγάλη απατηπκότητα της νε­ολαίας. Θα συνειδητοποιήσουν το βαθύ ταξικό μί­σος που τρέψουν σε βάρος τους όλα τα αντιπολι­τευόμενα αστικά κόμματα (από το ΠΑΣΟΚ μέχρι τον Περισσό) κα α αστογραφειοκράτες συνδικαλι­στές. Θα γράψουν κα αυτοί στη σημαία τους, αντί του «ρεαλιστικού» συνθήματος «ένα δίκαο μερο­κάματο για μια δίκαα εργάσιμη μέρα», τα επανα­στατικά συνθήματα: ΚΑΤΩ Η ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΚΑΤΩ Η ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΚΑΙ Η ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ.

Ο ρόλος του σχολειού στον καπιταλισμό

«Μια απ' αυτές πς ααπκές υποκρισίες eivca η γνώμη ότι το σχολείο μπορεί να μένει έξω από την πολιτική, -έρετε πολύ καλά πόσο κίβδηλη είναι η γνώμη αυτή. Η ίδια η αστική τάξη, που λάνσαρε αυτή τη θέση, θεωρούσε σαν το mo βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης την αστική πο­λιτική της και προσπαθούσε να υποβιβάσει την εκπαίδευση στο ρόλο πειθήνιων και επιδέξιων υπηρετών της ασπκής τάξης, προσπαθούσε να υποβιβάσει ακόμη και τη γενική εκπαίδευση από τα κάτω ως τα πάνω... χωρίς να φροντίσει ποτέ να κάνει το σχολειό όργανο διάπλασης της αν­θρώπινης προσωπικότητας».

Β. I. Λένιν

Ο μονόλευρος προσανατολισμός που δόθηκε από τον αστοταφλικάδικο συνασπισμό στο ελληνι­κό σχολειό, από το 1834, προσανατολισμός προς τον τύπο κα όχι το πνεύμα των λεγόμενων ανθρω­πιστικών σπουδών, δηλαδή προς το σχολειό της ε- γκυκλοπαδικής αποκλειστικά μόρφωσης, φούντω­νε, από πς πρώτες ακόμη δεκαετίες του 20ου αιώ­να, στο προοδευτικό κομμάτι της αστικής διανόησης (που συγκρότησε τον Εκπαδευτικό Ομι­

λο) ακόμη περισσότερο την ιδέα της σύνδεσης της εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης τόσο με τη νεοελλη­νική πραγματικότητα όσο και με την τεχνκοεπαγ- γελματκή εκπαίδευση.

Η σκέψη της προοδευτικής τότε αστικής διανόη­σης κα ειδικά του Δ. Γληνού μπορεί μεν να διέγρα­φε ανοδική τροχιά κα να ξεπέρναγε σχετικές πλά­νες, δεν έπαυε όμως να είναι ακόμη πρωτόλλεια κα έτα να μη μπορεί να αναλύσει και να ερμηνεύ­σει τα σύγχρονα προτσές του καπιταλιστικού τρό­που παραγωγής, όπως για παράδειγμα το προτσές της διάσπασης της ενότητας ανάμεσα στην πνευ­ματική και τη σωματική εργασία και της δημιουρ­γίας της νέας ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσά τους. Οι σπουδές πολλών από αυτούς τους διανο­ούμενους στην αναπτυγμένη καπιταλιστικά Δ. Ευ­ρώπη δεν τους αρκούσαν φαίνεται να ερμηνεύ­σουν τα σύγχρονα προτσές, που συντελούνταν στην καπιταλιστική παραγωγή, γιατί είτε δεν είχαν έρθει σε επαφή με τις ιδέες που αναπτύσσει στο «ΚΕΦΑΛΑΙΟ» ο Κ. Μαρξ είτε δεν τις είχαν ασπα- στεί.

Με αυτό το δεδομένο ήταν επόμενο να μην μπο­ρεί η διανόηση, που είχε συσπειρωθεί γύρω από τον Ε.Ο., να διακρίνει, ότι η στενή σύνδεση του σχολειού με την καπιταλιστική παραγωγή (μέσω της ανάπτυξης της τεχνικοεπαγγελματικής εκπαί­δευσης και κατάρτισης) δεν μορφώνει ολόπλευρα την προσωπικότητα του νέου ανθρώπου (μέσω της ολόπλευρης ανάπτυξης όλων των κανοτήτων και δεξιοτήτων), δεν του δίνει τη δυνατότητα να ζήσει και να χαρεί τον υλικό και πνευματικό πολιτι­σμό, δεν του δίνει τη δυνατότητα να αλλάζει συχνά επάγγελμα, αλλά τον καθηλώνει στο ατέλειωτο μαρτύριο της μονοτονίας της δουλειάς, που διακό­πτεται μόνο από τα περιοδικά πετάγματα στον ε­φεδρικό στρατό των ανέργων. Αν κα δεν είνα του παρόντος, οφείλουμε όμως να το πούμε (κα από σεβασμό προς την μνήμη του Γληνού), όπ γύρω στα 1927 ο Γληνός συνειδητοποιεί, μέσα όμως από άλλες εμπειρίες και δρόμους, τη στενότητα του συνθήματος «σύνδεση του σχολειού με την παρα­γωγή, μέσω της ειδίκευσης» κα δεν συνεχίζει πια την προβολή του.

Γ ια μια σειρά λόγους, που δεν είνα του παρό­ντος να εκθέσουμε, η προβολή αυτού του συνθή­ματος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Κα το χειρότερο: Το σύνθημα αυτό είτε είναι ακόμη ελκυστικό είτε προκαλεί σύγχιση και σε τάσεις εκπαιδευτικών, που μπορεί μεν να μην είναι συνολικά ταξικές, έ­χουν όμως και ταξικές θέσεις. Εξακολουθεί λοι­πόν να υφίσταται η ανάγκη μιας ολοκληρωμένης και εμπεριστατωμένης αντίκρουσης αυτού του συνθήματος. Πρέπει βέβαια να διευκρινίσουμε, όπ το θέμα αυτό δεν το αντιμετωπίζουμε για πρώτη φορά τώρα. Είνα γνωστό, όπ στην πολιτική φιλο­λογία της ΣΑΚΕ προβλήθηκε πολύ δυνατά η θέση, όπ η ειδίκευση και η τεχνικοεπαγγελματική εκπαί­δευση κάνουν τον άνθρωπο μερικό εργαλείο.

Σαν εισαγωγή στο θέμα μας, ενημερώνουμε τον αναγνώστη, όπ τη βάση για να θεμελιώσουμε πς α­πόψεις μας αποτελούν τα έργα του Μαρξ «ΚΕ­ΦΑΛΑΙΟ» κα «ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ γΠΕΡΑΞΙΑ». Η μεγάλη χρονική απόσταση που χωρίζει πς απόψεις του MAPr από τη σημερινή πραγματικότητα δεν μειώνει στο ελάχιστο την απόλυτη αλήθεια τους, γιατί είνα απαλλαγμένες από σχετικές πλάνες.

$ Ρ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 98: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Ως γνωστόν, ο καπιταλισμός στην ιστορική του διαδρομή διάνυσε τρία στάδια: τη συνεργασία, τη μανουφακτοϋρα και τη μεγάλη μηχανική παραγω­γή. Το τελευταίο άρχισε στα 1770 στην Αγγλία και συνεχίζεται ως σήμερα. Οι μεγάλες αλλαγές στο προτσές εργασίας, που είναι ταυτόχρονα και προ­τσές αξιοποίησης του κεφαλαίου, παρατηρούνται στο μανουφακτουρικό στάδιο του καπιταλισμού, που αρχίζει περίπου στα 1550 στην Αγγλία. Στο στάδιο αυτό (που διαρκεί μέχρι το 1770), ο καπιτα­λισμός παίρνε» σαν αφετηρία τον καταμερισμό που βρίσκει έτοιμο μέσα στην κοινωνία και τον ανα­πτύσσει παραπέρα μέσα στην επιχείρηση. Ποιά εί­ναι τα πρώτα αποτελέσματα;

Πρώτο: «Σακατεύει τον εργάτη κα τον μετατρέ­πει σε εξάμβλωμα, καλλιεργώντας σαν μέσα σ'ένα θερμοκήπιο τη μικρότερη επιδεξιότητά του και πνίγοντας ένα ολόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρίσματα, ακριβώς όπως σπς πολι­τείες του Λα Πλάτα σφάζουν ένα ολόκληρο ζώο μόνο και μόνο για να πάρουν το τομάρι ή το λίπος του» (Μαρξ: Το Κεφάλαιο, τόμ. Α', σελ. 374, επισή­μανση δική μας). Δηλαδή, αρχίζει και αναπτύσσεται το προτσές της δημιουργίας του μερικού εργάτη, που αναπτύσσει μερικές δεξιότητες σε βάρος της ολόπλευρης ανάπτυξης όλων των χαρισμάτων και προσωπικών του κλίσεων.

Δεύτερο: «Η καθαυτό μανουφακτούρα δεν καθυ- ποτάσει μόνο τον πρωτύτερα αυτοτελή εργάτη στα προστάγματα του κεφαλαίου, μα δημιουργεί ε­πιπλέον και μια ιεραρχική κλιμάκωση των ίδιων των εργατών». Δηλαδή, αρχίζει να αναπτύσσεται ο ιεραρχικός καπιταλιστικός καταμερισμός της εργα­σίας.

Τρίτο: Εξίσου σημαντικό είναι «γο γεγονός ότι οι πνευματικές δυνάμεις του υλικού προτσές αντιπα- ραθέτονται σ'αυτούς (σ.σ. στους μερικούς εργά­τες) σαν ξένη ιδιοκτησία που τους εξουσιάζει». Ει­δικά αυτό το προτσές, του χωρισμού των πνευμαπ- κών δυνάμεων της παραγωγής, άρχισε στο στάδιο της συνεργασίας και ολοκληρώθηκε «στη μεγάλη βιομηχανία που την επιστήμη τη χωρίζει σαν αυτο­τελή παραγωγική δύναμη από την εργασία και τη βάζει με το στανιό στην υπηρεσία του κεφαλαίου».

Στο στάδιο της μεγάλης βιομηχανίας (που όπως είπαμε άρχισε στα 1770 και συνεχίζεται και σήμε­ρα), που αλλάζει η τεχνική βάση του καταμερισμού της εργασίας, τα προτσές της μερικοποίησης του εργάτη, του ιεραρχικού καταμερισμού της εργα­σίας και του χωρισμού των πνευματικών δυνάμεων από την εργασία, αναπτύσσονται αλματκά και οι ε­πιπτώσεις τους είναι τρομακτικές.

Να πώς ζωγραφίζει αυτά τα προτσές ο Μαρξ: «Μαζί με το εργαλείο δουλειάς περνάει από τον εργάτη στη μηχανή και η δεξιοτεχνία του χειρισμού του. Η παραγωγική ικανότητα του εργαλείου έχει χειραφετηθεί από τους προσωπικούς φραγμούς που της βάζει η εργατική δύναμη του ανθρώπου. Ε­τσι καταργείται η τεχνική βάση που πάνω της στη­ρίζεται ο καταμερισμός της εργασίας στη μανου­φακτούρα». (Μαρξ: όπως παραπάνω, σελ. 435, επι­σήμανση δική μας).

«Ακόμα και το ξαλάφρωμα της δουλιάς γίνεται μέσο βασανισμού, γιατί η μηχανή δεν απελευθερώ­νει τον εργάτη από την εργασία, αλλά την εργασία από το περιεχόμενό της». (Στο ίδιο, σελ. 438, επι­

σήμανση δική μας).«Οπως είπαμε κιόλας πιο πάνω, ο χωρισμός των

πνευματικών δυνάμεων του προτσές παραγωγής από τη χειρωνακτική εργασία και η μετατροπή τους σε δυνάμεις ιεραρχίας πάνω στην εργασία ο­λοκληρώνονται στη μεγάλη βιομηχανία που στηρί­ζεται σπς μηχανές. Η μερική δεξιότητα του μεμο­νωμένου εργάτη, που δουλεύει στη μηχανή και που του αφαίρεσαν κάθε περιεχόμενο, εξαφανίζε­ται σαν μηδαμινό πάρεργο μπρος στην επιστήμη, μπρος σπς τεράστιες φυσικές δυνάμεις και μπρος στη μαζική κοινωνική εργασία που ενσωματώνο­νται στο σύστημα των μηχανών και αποτελούν μα­ζί του τη δύναμη του "αφεντικού"». (Στο ίδιο, σελ. 438, επισήμανση δική μας).

Αν σταθούμε λίγο σπς τελευταίες επισημάνσεις του Μαρξ, που αναλύουν σε όλες πς πλευρές το προτσές της διάσπασης της διαλεκτικής ενότητας πνευματικής - σωματικής δουλιάς, θα καταλήξουμε σε δυο βασικά συμπεράσματα.

Πρώτο, ότι δεν υπάρχει καθαρή επιστήμη, ότι αυ­τή μπαίνει στην υπηρεσία του κεφαλαίου, όπ όσα από τους νέους μπορέσουν να μπουν σε μια σχολή του πανεπιστήμιου και να την τελειώσουν, όταν στη συνέχεια βρουν δουλιά, θα κληθούν από το κε- φάλαο να επανδρώσουν το στρατοκραπκό μηχανι­σμό (που συγκρότησε στο μεγάλο εργοστάαο), θα σκέπτοντα κα θα αγωνίζοντα για το πώς θα αξιο- παηθεί περισσότερο το κεφάλαο.

Δεύτερο, ότι η καπιταλιστική παραγωγή (στην περίοδο της μεγάλης βιομηχανίας κα της πληρο­φορικής, συμπληρώνουμε) αναπαράγει σε μαζική κλίμακα τον εργάτη της μερικής δεξιότητας. Δε­ξιότητας που γρήγορα αποχτιέται και γρήγορα αλ­λάζει, γιατί αυτό απατούν η καπιταλιστική παραγω­γή κα ο ιεραρχικός καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας μέσα στο εργοστααακό κάτεργο. Δε­ξιότητας, που συγκρινόμενη με τις κατακτήσεις της επιστήμης, είναι μηδαμινό πάρεργο και που για να αποκτηθεί «κοστίζει» πολύ λίγο στο κεφάλαιο.

« Γr' αυτό - γράφει ο Μαρξ - σε περίπτωση σύγ­κρουσης με τα “χέρια" (σ.σ. εννοεί τους εργάτες της μερικής δεξιότητας), το αφεντικό, αυτό που στο μυαλό του είναι αχώριστα συνυφασμένα οι μη­χανές και το μονοπώλιό του σ ' αυτές, αναφωνεί περιφρονητικά απευθυνόμενος στα “χ έ ρ ια "Οι ερ­γοστασιακοί εργάτες θάκαναν καλά να θυμούνται όπ στην πραγματικότητα η εργασία τους είναι ένα πολύ κατώτερο είδος ειδικευμένης δουλειάς, όπ καμιά άλλη δουλειά δεν μπορεί να μαθευτεί πιο εύ­κολα και ότι, παίρνοντας υπόψη την ποιότητά της, καμιά άλλη δεν πληρώνεται καλύτερα, ότι καμιά ερ­γασία δεν μπορεί, με μιά τόσο σύντομη διδασκαλία στο λιγότερο έμπειρο, να προσφερθεί σε τέτια α­φθονία και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Στην πραγματικότητα οι μηχανές του αφεντικού παίζουν στην υπόθεση της παραγωγής πολύ σημα­ντικότερο ρόλο από το ρόλο της εργασίας και της δεξιότητας του εργάτη, που μπορεί να τη διδαχτεί κανείς με μαθήτευση 6 μηνών κα που μπορεί να τη μάθει κα ο τελευταίος σκαφτιάς"». (Στο ίδιο, σελ. 438-439, επισήμανση δική μας).

Φτάσαμε έτα στο σημείο εκείνο της ανάλυσης, όπου μπορούμε πια να δείξουμε πιο καθαρά τη σχέση της καπιταλιστικής παραγωγής με το λαϊκό σχολειό (αρχικά δημοτικό σχολειό). Το πρώτο διά­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 99: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

στημα, το λαϊκό σχολειό διαχωρίζεται αυστηρό από τη μέση εκπαίδευση, (όπου φοιτούσαν μόνο οι γό­νοι της μεγαλοαστικής τάξης και των γαιοκτημό­νων), με την καθιέρωση πολύ αυστηρών εξετάσε­ων -φραγμών, για να μη συντελείτα μεταπήδηση. μέσω της μέσης εκπαίδευσης, από την «πλέμπα» στην ασπκή τάξη.

Στο λαϊκό σχολειό προσφερόταν η λεγόμενη ε­γκυκλοπαιδική μόρφωση, σε συνδυασμό με κάποιες τεχνικές γνώσεις, και μετά από αυτό υπήρχαν μια ή δυο τάξεις, στις οποίες προσφερόταν και «ειδίκευ­ση». Ετσι, το λαϊκό σχολειό ήταν εκείνο που έβγα­ζε τους ειδικευμένους εργάτες μερικής δεξιότη­τας (είτε μόνο πνευματικής είτε πνευματικής και σωματικής ταυτόχρονα)

Τη δημουργία του λαϊκού σχολειού δεν την επέ­βαλαν μόνο οι ανάγκες της καπιταλιστικής παρα­γωγής σε μισοειδικευμένα εργατικά χέρια. Την ε­πέβαλε ακόμη και η ταξική πάλη του προλεταριά­του. Οσο ανέβαινε η καπιταλιστική παραγωγή (και αναπτυσσόταν στο εργοστάσιο ο καταμερισμός της εργασίας) τόσο περισσότερο προέκυπτε η α­νάγκη, για χρονική διεύρυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, για αύξηση της ειδίκευσης (ειδίκευ­σης, που αποκτιέται γρήγορα, που σβήνει σχετικά γρήγορα, που «κοστίζει» φτηνά στο κεφάλαιο) και για αναπροσαρμογή στην αναλογία της προσφε- ρόμενης εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης με την παρε­χόμενη «ειδίκευση».

Η αναλογία αυτή παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση σπς χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπι­ταλισμού. Στην Ελλάδα κυριάρχησε ιστορικά η γε­νική εγκυκλοπαιδική μόρφωση χωρίς ουσιαστική σύνδεση με την παρατήρηση και το πείραμα. Μό­λις στα 1959 ψηφίστηκε νόμος, που καθιέρωσε για πρώτη φορά τη δημόσια τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση.

Το λαϊκό σχολειό (δημοτικό) και στη συνέχεια το 9χρονο υποχρεωτικό σχολειό λειτούργησε και λει­τουργεί σ όλες τις καπιταλιστικές χώρες σαν προ- βαθμίδα του Λυκείου (όλων των τύπων) και του πα­νεπιστήμιου. Οι συνέπειες από το ρόλο αυτό του λαϊκού σχολειού στην παρεχόμενη γνώση είναι πο­λύ μεγάλες τώρα, και θα υφίστανται για όσο διά­στημα θα διατηρούνται οι εισαγωγικές εξετάσεις για ΑΕΙ -ΤΕΙ. Η ασπκή τάξη δεν αναθέτει στο σχο­λειό όλων των βαθμιδών μόνο το ρόλο να βγάζει τους ειδικευμένους εργάτες μερικής ή μερικών δε­ξιοτήτων και τα στελέχη που απαιτούνται για την επάνδρωση των μηχανισμών καταστολής του αστι­κού κράτους και του ιεραρχικού μηχανισμού του εργοστασιακού κάτεργου. Το σχολειό αναλαμβά­νει και τον ιδεολογικό - πολιτικό επηρεασμό της νεολαίας, για να διαμορφωθούν χαρακτήρες υπά­κουοι στη βουλιμία του κεφαλαίου. Σαν βασικό ό­πλο σ όλες τις καπιταλιστικές χώρες χρησιμοποιή- θηκαν και χρησιμοποιούνται (ιδιαίτερα σήμερα, στην εποχή της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού) οι λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές. Για παράδειγμα, η επαναφορά των αρ­χαίων κειμένων από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο εξυπηρετεί βασικά αυτή τη σκοπιμότητα.

Στο σχέδιο προγράμματος τονίζεται, ότι »η μόνι­μη και διαρκώς αυξανόμενη πίεση από την εργαζό­μενη ελληνική κοινωνία για μόρφωση (μέσω της ο­ποίας επεδίωκε να ξεφύγει από την μίζερη και κου­

ραστική χειρωνακτική δουλειά) ανάγκασε την αστι­κή τάξη να κάνει σημαντικές παραχωρήσεις». Η τά­ση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας να βρει για τη νεολαία της διέξοδο για «επαγγελματική α­ποκατάσταση», στη γενική εγκυκλοπαιδική μόρφω­ση αρχίζει να διαμορφώνεται στις πρώτες δεκαε­τίες του 20ου αιώνα. Η Ελλάδα τότε είναι χώρα α­κόμη αγροτοβιομηχανική, με βασανιστικά αργή ανάπτυξη του καπιταλισμού και με έντονα μισοφε- ουδαρχικά υπολείματα. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού είναι αγρότες, που για να αποκτή­σουν μικροαγροττκό κλήρο, με τις δυο μεταρρυθμί­σεις του 1917 και 1923, αναγκάστηκαν να πληρώ­σουν βαρύ φόρο αίματος στην τσιφλικάδικη γαιο­κτησία. Ετσι, η ελληνική αγροτιά υποχρεώνεται να δουλέψει πολλά χρόνια σκληρά μόνο και μόνο για να ξεπληρώσει τα χρέη της. Επόμενο ήταν η αγρο­τιά όχι μόνο να αδυνατεί να κάνει απλή αναπαρα­γωγή — να διατηρεί δηλαδή στα ίδια επίπεδα την α­τομική της εκμετάλλευση — αλλά και να αποφύγει το ξεκλήρισμα και τον υποσιτισμό. Επόμενο ήταν ακόμη η αγροτική νεολαία να απεχθάνεται τη σκυ­λίσια αγροτική δουλειά και τη σκυλίσια ζωή και να ψάχνει να βρει διέξοδο προς τη βιομηχανική πόλη

Ομως, η βασανιστική, αργή ανάπτυξη της βιομη­χανίας δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στο σύ­νολο της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας και περιορίζει πς επιλογές της. Τί της α­πέμενε; Είτε να μεταναστεύσει σε άλλες χώρες εί­τε να πάει στο γυμνάσιο και πανεπιστήμιο, ξεπερ- νώντας τον ταξικό φραγμό των εξετάσεων και των δαπανών που απαιτοΰνταν τότε.

Η ασπκή τάξη και το σύνολο του αστικού πολιπ- κού κόσμου αρχίζει να θορυβείται από την τάση αυ­τή, να μιλά για δημιουργία του «στρατού της κοι­νωνικής ανατροπής», να προβληματίζεται αν θα πρέπει να κάνει αυστηρές πς εισαγωγικές εξετά­σεις από το 6χρονο δημοτικό προς το γυμνάσιο ή από το γυμνάσιο προς το πανεπιστήμιο. Υποχρεώ­νεται να κάνει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, που καθιερώνει το βχρονο υποχρεωτικό δη­μοτικό σχολειό. Το γεγονός όπ η κουτσουρεμένη μεταρρύθμιση «περπατάει» το 1929 και όχι το 1914 (τότε επιχειρείται, με γραμματέα του ΥΠΕΠΘ τον Δ. Γληνό, μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μεγαλύ­τερου πλάτους και βάθους, που όμως έμεινε στα χαρπά) ενισχύει την άποψή μας, ότι είχε πια δια­μορφωθεί η τάση αυτή, που επέβαλε τη μεταρρύθ­μιση στην αστική τάξη.

Η τάση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας δυναμώνει ακόμη περισσότερο μεταπολεμικά. Το μεγάλο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης της ξε­κληρισμένης φτωχομεσαίας αγροτιάς δεν μπορέι να απορροφηθεί από την ανάπτυξη της βιομηχα­νίας στα προλεταριακά κέντρα, που τότε διαμορ­φώνονταν. Υφίστανται λοιπόν οι λόγοι, που σπρώ­χνουν την εργαζόμενη κοινωνία να ζητά «επαγ­γελματική διέξοδο» μέσα από το πτυχίο του γυ­μνάσιου και του πανεπιστήμιου.

Επιβάλλει στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 (Ν. 4372/64), που καθιερώνει το 9χρονο υποχρεωτικό σχολειό και τη «δωρεάν» παιδεία. Στο διάστημα 1929 - 1964 ο Γ. Παπανδρέου άλλαξε τρεις φορές τη θέ­ση του για πς εισαγωγικές εξετάσεις. Στα 1929, που ψηφίσθηκε ο νόμος για το δχρονο υποχρεωπ- κό σχολειό, ο Γ. Παπανδρέου ζητά να καθιερωθούν

Ρ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 100: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

πολύ αυστηρές εισαγωγικές εξετάσεις στο Δημοτι­κό προς Γυμνάσιο. Στα 1959, που ψηφίστηκε ο νό­μος για τη δημόσια τεχνικοεπαγγελματική εκπαί­δευση, ο Γ.Π. ζητά να γίνονται πολύ χαλαρές αυ­τές οι εξετάσεις. Στα 1964, στο νόμο 4379/64, καταργεί πς εισαγωγικές εξετάσεις από το δημοπ- κό στο γυμνάσιο.

Στην περίοδο από τα μέσα της δεκαετίας του 60 μέχρι σήμερα η τόση αυτή της εργαζόμενης ελλη­νικής κοινωνίας γη̂ αντώνεται.

Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα, που τελευταία συσκοτίζονται και δημιουργούν την εντύπωση (άσχετα που δεν λέγεται), όπ το αίτημα για κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων δεν εί­ναι «ρεαλιστικό», όπ δηλαδή είναι ένα σύνθημα που δεν πρέπει να προβάλουμε άμεσα τώρα, όπ σήμερα υπάρχουν άλλες προτεραιότητες, μια και σήμερα για παράδειγμα «στα προλεταριακά κέντρα η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών δεν ολο­κληρώνουν το 9χρόνο υποχρεωτικό σχολειό»!!

Είναι ανεπίτρεπτο να χρησιμοποιούμε τους πίνα­κες της ΕΣΥΕ, που δίνουν τα ποσοστά αυτών που δεν τελείωσαν το 9χρονο σχολειό, στο σύνολο του πληθυσμού, κλπ., αν θέλουμε να βρούμε ερωτή­σεις στα παρακάτω ερωτήματα: Συνέβαλαν και πό­σο οι εξετάσεις (προαγωγικές από τάξη σε τάξη και εισαγωγικές από βαθμίδα σε βαθμίδα) στη μείωση του μαθητικού πληθυσμού; Τί ρόλο έπαιξαν οι άλ­λοι ταξικοί φραγμοί; Υπάρχει ή δεν υπάρχει διαρ­ροή στο 9χρονο; γπάρχει ή δεν υπάρχει ισχυρή τό­ση από την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία για Λυ- κειακή και Πανεπιστημιακή μόρφωση;

Γ ια να μην πάμε πολύ παλιά (σπς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις), όπου θα δούμε την πίεση αυτής της τάσης της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας πάνω στην αστική τάξη, ας αναρωτηθούμε, ποιός για παράδειγμα υποχρέωσε το ΠΑΣΟΚ να καταρ­γήσει τις εξετάσεις από την Γ' Γυμνασίου στην Α' Λυκείου, με τον ν. 1566/85; Δεν μπορούμε να χρη­σιμοποιούμε αυτούς τους πίνακες, για ένα ακόμη σοβαρό λόγο. Γ ιατί το 9χρονο υποχρεωτικό σχο­λειό καθιερώνεται για πρώτη φορά με το ν. 309/76, τον Απρίλη του 1976. Πώς λοιπόν μπορεί να βγαί­νουν συμπεράσματα για πς τάσεις αυτές, όταν στο στατιστικό υλικό ανακατεύονται γενιές του 6χρο- νου υποχρεωτικού και γενιές του 9χρονου υποχρε­ωτικού σχολειού;

Τις διαρροές στο 9χρονο υποχρεωτικό (όπου εί­χαν καταργηθεί οι εξετάσεις) μπορούμε να πς δια­πιστώσουμε μόνο (το υπογραμμίζουμε) με τη μελέ­τη πις κίνησης του μαθητικού πληθυσμού, όπως αυτή αποτυπώνεται στους ετήσιους πίνακες της Ε­ΣΥΕ, καθ' όλη την περίοδο 1976-1993 και όχι πριν από αυτή. Εμείς μελετήσαμε την πραγματική κίνη­ση του πληθυσμού, τόσο από τάξη σε τάξη μέσα στην ίδια την βαθμίδα, όσο και από βαθμίδα σε βαθ­μίδα, και βγάλαμε τα παρακάτω συμπεράσματα:

Πρώτο: Η διαρροή του μαθητικού πληθυσμού διαγράφει αισθητά πτωτική πορεία σ’ όλες τις βαθ­μίδες Μέχρι το 1984, στο δημοτικό και από το δη­μοτικό στο γυμνάσιο το ποσοστό διαρροών είναι πολύ ασήμαντο, αμελητέο, ενώ στο γυμνάσιο, στο Λύκειο και από Γυμνάσιο προς Λύκειο (υπήρχαν α­κόμη τότε οι εισαγωγικές από Γ' Γ υμνασίου σε Α’ Λυκείου) το ποσοστό διαρροών κυμαίνεται γύρω στο 22%.

Δεύτερο: Κυριαρχεί η τάση της εργαζόμενης ελ­ληνικής κοινωνίας να στέλνει την νεολαία στο Λύ­κειο και Πανεπιστήμιο.

Τρίτο: Από το 1966-67 διαγράφεται μκ,α πτωτική τάση του μαθητικού πληθυσμού στο Δημοτικό σχολειό, με παράλληλη μείωση του ποσοστού διαρροής. Η τάση αυτή οφείλεται στην υπογεννη- τικότητα και τη μετανάστευση, που εκείνη την πε­ρίοδο έχει κορυφωθεί.

Τέταρτο: Οι προαγωγικές και εισαγωγικές εξετά­σεις ήταν σοβαρός ταξικός φραγμός, χωρίς φυσικά να είναι και ο μοναδικός στην καπιταλιστική κοινω­νία. Σπς βαθμίδες που κατοργήθηκαν ex εξετάσεις ή έγιναν πιο χαλαρές, αυτό επιβλήθηκκ από τα κά­τω. Είναι χαρακτηριστική η στάση του Γ. Παπαν­δρέου, που (ίναφέραμε παραπάνω.

Πέμπτο: Ωρίμασαν οι υλικές συνθήκες για να κα­θιερωθεί το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό: 2 Νη­πιαγωγείο, 6 Δημοτικό, 3 Γυμνάσιο, 3 Λύκειο. Δεκά­δες χιλιάδες εκπαιδευτικοί όλων των ειδικοτήτων είναι άνεργα. Ετα δεν θα προκύψει πρόβλημα έλ­λειψης εκπαιδευτικών από την άμεση εφαρμογή του μέτρου. Οι νέες ανάγκες που θα δημιουργη- θούν σε εκπαδευτικούς, από την παραμονή όλου του ποσοστού μαθητών που τώρα διαρρέει, πολύ εύκολα θα καλυφθούν.

Εκτο: Το αίτημα για κατάργηση των πανελλαδι­κών εισαγωγικών εξετάσεων σε ΑΕΙ - ΤΕΙ είναι υ­περώριμο Αργά ή γρήγορα θα το επιβάλει το νεο- λαιίσπκο κίνημα, απαλλάσσοντας από αυτό το βρα­χνά την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία, και θα συμβάλλει στην αποκατάσταση της χαμένης επα­ναστατικής συλλογικότητας της νεολαίας με την εργατική τάξη και το λαό. Η (σημερινή κατάσταση, που με αυτόν τον ταξικό φραγμό εισάγετα μόνο έ­νας στους τέσσερεις, δεν πάει άλλο.

Θα μας αντιτείνουν, όπ υπάρχουν δεκάδες χιλιά­δες άνεργα πτυχιούχοι. Τί θα γίνουν αυτοί; Θα το πούμε για μια ακόμη φορά. Δεν φταίει η μόρφωση για την ανεργία, φταίει ο καπιταλισμός που το μό­νο που ξέρει κα για το μόνο που ενδιαφέρετα εί­να η αξιοποίηση του κεφαλαίου, σε βάρος της ολό­πλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητας του αν­θρώπου, σε βάρος της ολόπλευρης ικανοποίησης των υλικών και πολιτιστικών του αναγκών. Είναι καιρός κάπαα να σταματήσουν να κατασκευάζουν φαντάσματα και να υπονομεύουν το υπερώριμο παλλαϊκό αυτό αίτημα. Αν τελικά παγιδεύτηκαν από άγνοια στη μελέτη του προτσές κίνησης του μαθητικού πληθυσμού, με τη λαθεμένη χρήση ά­σχετων προς το θέμα πινάκων, ας κάνουν το πρώ­το βήμα, όσο είνα ακόμη νωρίς. Το δρόμο θα τον βρουν οι ίδιοι. Συνηθισμένοι άλλωστε είναι σε τέ- τιες αναπροσαρμογές είτε μεταμορφώσεις

Σωστά λοιπόν επισημαίνεται στο σχέδιο προ­γράμματος, όπ είνα πολύ ισχυρή (κυρίαρχη, αν θέ­λουμε να ακριβολογήσουμε) η τάση της εργαζόμε­νης ελληνικής κανωνίας για λυκειακή και πανεπι­στημιακή μόρφωση και ότι η αστική τάξη υποχρε­ώθηκε σε σημαντικές παραχωρήσεις. Παραχωρή­σεις όμως που δεν αλλοίωσαν και ούτε μπορούσαν να αλλοιώσουν το χαρακτήρα του σχολειού στον καπιταλισμό, που είνα: Να διαπαιδαγωγεί τη νεο­λαία στο πνεύμα της πλήρους υποταγής στη βουλι­μία του κεφαλαίου Να βγάζει μαζικά τον εργάτη της μερικής δεξιότητας ή μερικών δεξιοτήτων,

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 9$\

Page 101: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

που η εργασία του απογυμνώνεται από κάθε ουσια­στικό περιεχόμενο. Να βγάζει το «απαραίτητο» στελεχκό δυναμικό για να επανδρώνει τους μηχα­νισμούς της αστικής τάξης, τόσο στην οικονομική βάση όσο και στο εποικοδόμημα. Εδώ, η ασπκή τά­ξη έπεσε πάρα πολύ έξω στον αριθμό και θα συνε­χίζει να πέφτει έξω, γιατί όπως τονίσαμε είναι πο­λύ ισχυρή και μαζική η λαϊκή απαίτηση για πανεπι­στημιακή μόρφωση και δεν επιτρέπει σχεδιασμούς ακρίβειας.

Εκτός από τη χυδαία ασπκή αντίληψη για σύνδε­ση του σχολειού με την παραγωγή και την αγορά εργασίας, που υιοθετείται και από τα τέσσερα ασπ- κά κόμματα της Βουλής, κυκλοφορούν δυο ακόμη απόψεις, μικροαστικές - οπορτουνιστικές. Η μια λέει: να κερδίσουμε τους ιδεολογικούς μηχανι­σμούς του αστικού κράτους. Αποψη που διατυπώ­θηκε αρχικά από τους θεωρητικούς του λεγάμενου «αριστερού ευρωκομμουνισμού» και συνεχίζει να υιοθετείται και σήμερα από εκείνους τους μικροα­στούς διανοούμενους, που ιδεολογικά κινούνται γύρω από το χώρο της ΑΚΟΑ και του ΝΑΡ. Η άλλη άποψη ξεκινά και από σωστές διαπιστώσεις για το ρόλο του αστικού σχολειού, για να καταλήξει από αμηχανία, από έλλεή|ιη ολοκληρωμένης πλατφόρ­μας, στο σύνθημα για απομάκρυνση της νεολαίας από το αστικό σχολειό. Η άποψη αυτή βασικά υιο­θετείται από τους αναρχικούς.

Κανείς από τους οπαδούς της πρώτης άποψης δεν απόρριψε, δεν αντιπάλεψε, την κλασσική ασπ­κή αντίληψη, για σύνδεση του σχολειού με την πα­ραγωγή, γιατί είναι αντιλήψεις συγγενικές. Δεν θα προσθέσουμε τίποτα άλλο στην αντίκρουση αυτής της ιδεολογικής λόξας. Αρκούν αυτά που είπαμε παραπάνω. Θα σταθούμε λίγο στην αντίκρουση της ιδεολογικής λόξας των αναρχικών, για απομά­κρυνση της νεολαίας από το σχολειό, που στους λιγότερο «μυημένους» και λιγότερο «ψιλιασμέ- νους» φαντάζει σαν επαναστατική άποψη.

Μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, η νεολαία της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί να ε­ξασφαλίσει καμιά ιδεολογική καθαρότητα, με το να μην πηγαίνει στο σχολειό, γιατί η αστική τάξη δια­θέτει ουκ ολίγους μηχανισμούς διαμόρφωσής της. Το μόνο που θα πετύχαινε η νεολαία, αν υιοθετού­σε αυτή την ιδεολογική λόξα, θα ήταν: Να διατηρεί ψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού σπς γραμμές της. Να αναπαράγει με τη θέλησή της και σε μαζική κλί­μακα τον εργάτη της μερικής ή των μερικών δεξιο­τήτων. Να διευκολύνει την αστική τάξη, που στην Ελλάδα ειδικά πασχίζει από το 1929 να μειώσει δραστκά το «στρατό της κοινωνικής ανατροπής». Ας μη μπουν στον κόπο οι οπαδοί αυτής της αντί­ληψης να επιχειρηματολογήσουν, όπ μπορούν οι ί­διοι, με δικά τους υλικά μέσα, οικονομικούς πό­ρους, δασκάλους κλπ. να μορφώσουν ολόπλευρα την προσωπικότητα της νεολαίας, για να μπορεί να χαρεί, να ζήσει ολόπλευρα τον υλικό και πνευ­ματικό πολιτισμό. Γιατί το μόνο που θα καταφέ­ρουν θα είναι να βγάλουν πολύ γέλιο και να ανα­δείξουν τα αδιέξοδά τους σ’ όλο τους το μεγαλείο.

Ξεπηδάει λοιπόν η ανάγκη για τους συναγωνι­στές του αναρχικού χώρου να ξαναψαχτούν, να ξα- ναδούν αυτή την ιδεολογική τους λόξα. Να μην κά­νουν σημαία την αδυναμία τους να προσφέρουν μια συγκροτημένη πλατφόρμα, για ένα σχολειό που θα αναπτύσει ολόπλευρα όλα τα χαρίσματα

και προσωπκές κλίσεις της νεολαίας, που θα εξυ­πηρετεί πραγματικά την ταξκή πάλη του προλετα­ριάτου για την ανατροπή του καπιταλισμού.

Σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης

«Στον τομέα της λαϊκής παιδείας το Κ Κ Ρ βά­ζει για καθήκον του να αποτελειώσει το έργο που άρχισε με την Οχτωβριανή Επανάσταση του 1917, το έργο της μετατροπής του σχο- λειόύ από όπλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης σε όπλο εξαφάνισης αυτής της κυριαρ­χίας και σε όπλο ολοκληρωτικής εξάλειψης του χωρισμού της κοινωνίας σε τάξεις».

(Από το πρόγραμμα του Κ Κ ΣΕ)

Ξεκαθαρίσαμε παραπάνω, όπ η ασπκή τάξη στην Ελλάδα χρησιμοποιεί το σχολειό της γενικής εγκυ­κλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδί­κευσης. Οπ οι υποχωρήσεις που εξαναγκάσθηκε να κάνει (που ήταν και είναι σημαντικές για την α­νάπτυξη της ταξικής πάλης του προλεταριάτου) δεν αλλοίωσαν την φυσιογνωμία του σχολειού. Εδώ θα συμπληρώσουμε, όπ και οι μελλοντικές υ­ποχωρήσεις της αστικής τάξης, για παράδειγμα η κατάργηση των εισαγωγικών για ΑΕΙ - ΤΕΙ, δεν θα αλλοιώσουν τη φυσιογνωμία του αστικού σχολειού, που θα εξακολουθήσει να παράγει μαζικά τον άν­θρωπο - μερικό εργαλείο.

Η βεβαιότητά μας αυτή δεν είναι απόρροια μοιρο­λατρικής θεώρησης των πραγμάτων και δεν κατα­λήγει (όπως ίσως σπεύσουν να την ερμηνεύσουν διάφοροι καλοθελητές) στην πραχτική αποδοχή του αστικού σχολειού. Απορρέει από το σχέδιο προγράμματος και έρχεται να υπογραμμίσει τον πολύ στενό χαρακτήρα του αστικού σχολειού, της γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελ­ματικής ειδίκευσης, την αδυναμία του να αναπτύξει ολόπλευρα την προσωπικότητα. Με τη βεβαιότητά μας αυτή θέλουμε ακόμη να τονίσουμε τη μεγάλη σημασία του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.

Το σχολειό αυτό (που δεν χωρά μέσα στα πολύ στενά πλαίσια του καπιταλισμού, που σαπίζει και πεθαίνει) είναι ένα σχολειό που αναπτύσσει ολό­πλευρα την προσωπικότητα, μέσα από την συλλο- γικότητα, που εξυπηρετεί την πάλη για την εξάλει­ψη κάθε αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά και οδηγεί στην αποκατάστα­ση της ενότητάς τους σε πολύ όμως ανώτερο επί­πεδο.

Οπως θα ήταν λάθος να μην υπσγραμίζαμε όπ εί­ναι στενός ο καπιταλισμός για να χωρέσει το σχο­λειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, άλλο τό­σο λάθος θα ήταν να περιοριζόμασταν μόνο στην επίκληση αυτής της στενότητας και να είχαμε την απαίτηση να αποδεχθεί την άποψή μας η νεολαία. Πρέπει να αποφύγουμε και τα δυο αυτά λάθη, σαν λάθη εξίσου καταστροφικά στην προσπάθειά μας να αποκαταστήσουμε τη χαμένη συλλογικότητα της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινω­νίας με την εργατική τάξη.

Προσεγγίσαμε τον τύπο αυτό του σχολειού όχι μεμιάς και από μόνοι μας. Βασιστήκαμε σπς από­ψεις του Β.Ι. Λένιν και της Ν.Κ. Κρούπσκαγια. Πι­

100 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 102: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

στεύουμε όμως, όπ με το σχέδιο προγράμματος πς προωθούμε ακόμη παραπέρα. Το σχολειό γενι­κής και πολυτεχνικής μόρφωσης το προσέγγισαν, πολύ πριν από εμάς, άλλος λίγο άλλος πολύ, οι μαρξιστές - λενινιστές παιδαγωγοί Μ. Παπαμαύ- ρος, Ρ. Ιμβριώτη, Δ. Γληνός. Αναφέρουμε μόνο αυ­τούς, γιατί ως τώρα μόνο αυτών πς απόψεις γνωρί­ζουμε.

Το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης αποσκοττεί να φέρει τη νεολαία σε ουσιαστκή επα­φή τόσο με πς κττορικοφιλοσοφικές όσο και με πς φυσικές επιστήμες.

Να δείξει στη νεολαία, όπ αυτές μας βοηθούν στην κατανόηση των αντικειμενικών προτσές της κοινωνίας και της φύσης, να της δείξει όπ οι επι­στήμες μελετούν αντικειμενικές νομοτέλειες στη φύση και την κοινωνία, που αλληλοεξαρτώνται και αλληλοεπηρεάζονται.

Να την γνωρίσει μ' όλα τα φυσικοτεχνικά προ­τσές της παραγωγής και της κοινωνικής εργασίας γενικά.

Να της γνωρίσει όλα τα επιτεύγματα της τέχνης και γενικά τα επιτεύγματα του παγκόσμιου πολιπ- σμού. Τον γραπτό αρχαιοελληνικό πολιπσμό, που ανήκει σ' όλους τους λαούς και όχι μόνο στον ελ­ληνικό, η νεολαία μας μπορεί να τον γνωρίσει μόνο από καλές μεταφράσεις, που υπάρχουν πολλές. Ε­τσι θα πρέπει να καταργηθεί σ' όλες πς βαθμίδες του νέου αυτού τύπου σχολειού το μάθημα των αρ­χαίων, να καθιερωθούν οι πολύ καλές μεταφράσεις για να γίνει ο αρχαιοελληνικός πολιπσμός κτήμα ό­λου του λαού και όχι μόνο των ειδικών.

Στο σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφω­σης δεν έχουν θέση τα Θρησκευτικά, και πρέπει να καταργηθούν.

Διαπιστώνετε, φίλοι αναγνώστες, όπ στο νέο αυ­τό τύπο σχολειού ανατίθεται μεγάλος όγκος ποιο­τικής δουλειάς, μας και σήμερα έχουν προχωρήσει πάρα πολύ οι επιστήμες. Επόμενο είναι λοιπόν, σή­μερα, το αίτημα για καθιέρωση του σχολειού γενι­κής και πολυτεχνικής μόρφωσης να πηγαίνει «πακέτο» με το αίτημα για υποχρεωτικό σχολειό ως τα 18 χρόνια.

Γιατί διαφορετικά όλοι οι μεγαλεπήβολοι στόχοι αυτού του σχολειού θα μείνουν στα χαρπά. Και ό­πως είπαμε παραπάνω, το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό είναι υπερώριμο αίτημα και υπάρχουν όλοι οι υλικοί όροι. Με μόνη τη διαφορά, όπ παραπάνω αναφερόμασταν στο σχολειό γενικής εγκυκλοπαι­δικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσης. Εδώ προσθέτουμε, όπ για την εφαρμογή του σχο­λειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης θα α- παιτηθεί, εκτός των άλλων σημαντικών, επανεκ­παίδευση του προσωπικού σε πάρα πολλά πράγ­ματα, όπως η εκπαίδευσή τους στα νέα δεδομένα της επιστήμης στην οποία «ειδικεύτηκαν», στα δε·**» δομένα της μαρξιστικής - λενινιστικής αλλά και α­στικής παιδαγωγικής και τέλος στη φιλοσοφία του νέου σχολειού.

Γίνεται φανερό, από αυτά που εκτέθηκαν για το νέο τύπο σχολειού, όπ η καθιέρωσή του καθιστά περιττή την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση, (που καλλιεργεί σαν σε θερμοκήπιο τον μονοτεχνι- σμό και το μερικό εργαλείο και που στα πλαίσια του καταμερισμού εργασίας αλυσοδένει τον εργαζόμε­νο με τη μονοτονία της μερικής δεξιότητας) και βά­

ζει το ζήτημα της άμεσης ένταξής της στο σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.

Παραπάνω εξηγήσαμε γιατί το αίτημα της κατάρ­γησης των εισαγωγικών για το πανεπιστήμιο είναι ένα υπερώριμο παλλαϊκό αίτημα και γιατί απαλλάσ­σει από ένα πολύ μεγάλο βραχνά την εργαζόμενη κοινωνία. Να συμπληρώσουμε εδώ, όπ το αίτημα αυτό είναι προαπαπούμενο για την καθιέρωση του νέου τύπου σχολειού. Διαφορεπκά, το σχολειό γε­νικής και πολυτεχνικής μόρφωσης θα λειτουργεί σαν προθαθμίδα του πανεπιστήμιου, με τις γνω­στές καταστροφικές συνέπειες στο προτσές της μαθησιακής διαδικασίας.

Το νέο σχολειό θα προετοιμάζει τη νεολαία να ε­νταχθεί ελεύθερα, είτε στο πανεπιστήμιο (για να βγούν έτσι α «ειδικοί», όσοι και αν είναι αυτοί) είτε (για όσους δεν «θέλουν» πανεπιστημιακή μόρφω­ση) στην κοινωνική εργασία (με γρήγορη ένταξη), μιας και οι νέοι θα μπορούν να εξοικειωθούν πολύ γρήγορα με όλα τα προτσές σ' όλες τις σφαίρες της κοινωνικής παραγωγής, της κατανομής και του εποικοδομήματος.

Επειδή πολλά λέχθηκαν και λέγονται για τη δια­μόρφωση του «θέλω», που στόχο είχαν και έχουν την συσκόπση των ταξικών ανισοτήτων στην καπι­ταλιστική κοινωνία, είναι απαραίτητο να διευκρινι­στούν κάποια πράγματα. Στη διαμόρφωση του «θέ­λω» επιδρούν σίγουρα καθοριστικά οι ταξικές α­νταγωνιστικές ανπθέσεις, που πνίγουν φυσικά χα­ρίσματα και κλίσεις. Δεν σημαίνει όμως, όπ με την εξάλειψη των ανταγωνιστικών ανπθέσεων και πά­νω tf αυτό το έδαφος με την εξάλειψη των ταξικών φραγμών, αυτόματα όλοι «θέλουν» πανεπιστημια­κή μόρφωση και αυτόματα οδηγούμαστε στην εξά­λειψη των φυσικών διαφορών ανάμεσα στους αν­θρώπους.

Σίγουρα, για ένα διάστημα, θα υπάρχουν νέοι που δεν θα θέλουν πραγματικά να συνεχίσουν μετά το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό, γιατί η ΛΣΔ θα κληρονομήσει πολλές καθυστερήσεις, παρά το γε­γονός όπ θα είναι ελεύθερη η πρόσβαση στο πανε­πιστήμιο. Η διαφορά είναι όπ η ΛΣΔ θα δημιουργεί πς προϋποθέσεις για να διαμορφώνεται νέα θέλη­ση. Γ ιατί η ΛΣΔ θα αγωνίζεται και για την εξάλειψη κάθε αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.

Εδώ υπάρχει μια λεπτή διαφορά. Είναι άλλο πράγμα η εξάλειψη αυτής της ανταγωνιστικής αντί­θεσης και άλλο πράγμα η εξάλειψη των φυσικών διαφορών. Για τις τελευταίες δεν μπαίνει καν ο στόχος της εξάλειψης και θα υφίστανται και στην κομμουνιστική κοινωνία, όπου η εργασία θα γίνει πηγή χαράς και δημιουργίας για όλους τους αν­θρώπους, όπου θα αποκατασταθεί η ενότητα πνευματικής και σωματικής δουλειάς.

Το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης για την κατάχτηση και εμπέδωση της ολόπλευρης γνώσης, (γνώσης που αναπτύσσει ολόπλευρα την προσωπικότητα) θα βασίζεται:

Πρώτο: Στην παρατήρηση και στο πείραμα. Αυτό προϋποθέτει εργαστήρια άρπα εξοπλισμένα και με σύγχρονο εξοπλισμό. Αυτά με τη σειρά τους απαι­τούν μεγάλες δαπάνες, που για το κεφάλαιο είναι αντιπαραγωγικές μιας και δεν βοηθούν στην πα­ραπέρα αξιοποίησή του. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, όπ η ασπκή τάξη στην χώρα μας σ' αυτό το ζήτημα

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |θΤ

Page 103: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

1

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

έχει να ετηδείξει ελάχιστα πράγματα. Οι λόγοι είναι πολλοί, πρέπει όμως να διευκρινίσουμε ότι αυτό δεν αποτελεί ελλαδική ιδιομορφία, αλλά σχετίζεται άμεσα με την όλη φιλοσοφία της αστικής παιδαγω­γικής.

Δεύτερο: Στην εθελοντική παραγωγική εργασία,εργασία που δεν Θα αποβαίνει σε βάρος της ανά­πτυξης της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Εργασία που δεν θα αφαιρέί με πλάγιο τρόπο από τη νεο­λαία τη δυνατότητα να ζήσει και να χαρεί την ηλικία αυτή.

Μια απαραίτητη και σημαντική διευκρίνηση. Παρα­πάνω εκθέσαμε για ποιούς λόγους θα προβάλουμε από τώρα το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, σαν τη μοναδική εναλλακτική λύση στο σχολειό γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσές. Ομως, όσο θα υφίστα- ται ο καπιταλισμός, θα αποσυνδέουμε το σχολειό αυτό από την καπιταλιστική παραγωγή, για λόγους που επίσης εκθέσαμε παί>απάνω.

Τρίτο: Στην αναιλυτικοσυνθετική μέθοδο και στο διαλεκτικό υλισμό. Δηλαδή, στην κατάκτηση της γνώσης οι μαθητές θα ενεργούν όπως ο κάθε επι­στήμονας.

Τέταρτο: Στη συλλογική δουλειά. Για τη σχολική κολλεκτίβα θα είναι άγνωστη η ατομική εργασία και ο ανταγωνισμός. Μέσαι στη συλλογικότητα ανα­πτύσσονται όλα τα χαρίσματα και κλίσεις της κάθε ατομικότητας και αυτή με τη σειρά της συμβάλλει στη συνολική πρόοδο της συλλογικότητας.

Πέμπτο: Στην ταξική πάλη. Μέσω αυτής ο μαθη­τής του σοσιαλιστικού σχολειού θα αποκτά συνεί­δηση των τεράστιων θυσιών στις οποίες υποβάλ­λεται η κοινωνία για να του εξασφαλίσει απρόσκο­πτη από τους ταξικού*; φραγμούς την πρόσβαση στη γνώση, θα αποκτά συνείδηση των υποχρεώ- σεών του και θα βλέπει την κατάκτηση της γνώσης όχι σαν μια στενά προ σωπική του υπόθεση, αλλά σαν μέσο, ώστε μέσω της προσωπικής του τελείω­σης να υπηρετεί την ικοινή υπόθεση της κοινω­νίας.

Δεν χρειάζεται εδώ να επαναλάβουμε, όπ οι πέ­ντε αυτοί όροι, πάνω ίπους οποίους θα στηρίζεται το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, δεν μπορούν να δημιουργηθούν μέσα στον καπιτα­λισμό. Εμείς θα τους προβάλουμε δυνατά, γιατί μό­νο έτσι μπορούμε να δείξουμε τον πολύ στενό χα­ρακτήρα του αστικού σχολειού. Και γιατί μόνο έτσι θα πείσουμε την νεολαία να παλέψει για την πραγ­μάτωση του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.

Στο άρθρο αυτό, για οικονομία χώρου, δεν θα ε­παναλάβουμε τις θέσεις μας για την αξιολόγηση και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που εξάλ­λου είναι διεξοδικά «αναλυμένες στη φιλολογία μας και η επανάληψή τους δεν θα πρόσφερε τίποτα το ουσιαστικό.

Αφήσαμε σκόπιμα για το κλείσιμο του άρθρου τη θέση του σχεδίου προγράμματος για κατάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων και στο σοσιαλισμό. Παραπάνω, δείξαμε όσο μπο­ρούσαμε πιο αναλυτικά το ρόλο που έπαιζαν και παίζουν οι εξετάσεις στο αστικό σχολειό. Εδώ το ζήτημα θα το ερευνήσουμε και από μια άλλη σκο­πιά. Παίζουν οι εξετάσεις θετικό ή αρνητικό ρόλο στο προτσές της μιαθησιακής διαδικασίας;

Θα αναφερθούμε στις απόψεις του X. Φράγκου, ενός γνωστού εκπροσώπου της φιλελεύθερης α­στικής παιδαγωγικής, που κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει όπ συνηγορεί υπέρ της κατάργη­σης των εξετάσεων Μιλώντας για το θεσμό των ε­ξετάσεων ο Φράγκος αρχίζει από την επισήμανση των αρνητικών πλευρών:

«Τα αρνητικά στοιχεία που παρουσιάζουν οι εξε­τάσεις σύμφωνα με μελέτες ειδικών, μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω σημεία: α) Οι εξετά­σεις είναι ένα σώμα ξένο και επένθετο στην αγω­γή, γιατί αποτελεί εξάρτημα μιας ξεπερασμένης παιδαγωγικής η οποία αναπτύχθηκε κάτω από ειδι­κούς κοινω νικούς όρους στο Μεσαίωνα και πήρε συγκεκριμένη μορφή στα τέλη του 19ου αιώνα με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και των αναγκών της αποικιοκρατίας, β ) Οι εξετάσεις καλλιεργούν το άγχος και τις περισσότερες φορές δεν καλλιερ­γούν παρά τη δύναμη αντίστασης στην αγωνία, γ) Με τις εξετάσεις καθιερώνεται η ανισότητα και η κοινωνική αδικία. Αποτελεί εξάλλου ένα είδος α­ξιώματος το ότι όσο πιο αυστηρές είνα οι εξετά­σεις σε μια χώρα, τόσο πιο τταλιότερες μορφές κοι­νωνικής ζωής διατηρεί αυτή η χώρα. Για την κοι­νωνική αδικία άλλωστε που καθιερώνουν οι εξετά­σεις, πολύ πειστικά είνα τα αποτελέσματα μιας έ­ρευνας του Β. Bloom, με την οποία διαπιστώνεται ότι η διαφορά ανάμεσα σε παιδιά περιοχών με πε­ριορισμένη βιομηχανική ανάπτυξη, με τα ίδια κρι­τήρια εξετάσεων, είναι τέσσερα ως έξι χρόνια, δ) Η αποτυχία στις εξετάσεις σπάνια αποτελεί κέντρι- σμα και κίνητρο για περισσότερες προσπάθειες τις πιο πολλές φορές η αποτυχία είνα “δημιουργός" άλλης αποτυχίας, ε) Ολες οι μορφές των εξετάσε­ων, αλλά προπαντός οι παραδοσιακές εξετάσεις, δεν έχουν αντικειμενικότητα και αξιοπιστία, στ) Τέ­λος οι εξετάσεις αποτελούν όργανο κοινωνικής α­κινησίας κα προπαντός δεν είνα κοινωνικά ουδέ­τερες, όπως υποστηρίζετα από πολλούς. Με τις ε­ξετάσεις δηλαδή προωθούνται τα παιδιά ορισμέ­νων τάξεων και αποκλείονται τα παιδιά των εργα­τικών ή αγροτικών τάξεων» (οι επισημάνσεις δικές μας).

Εδώ ο X. Φράγκος μας λέει αποκαλυπτικά πράγ­ματα. Μας λέει, ανάμεσα στ' άλλα, όπ οι εξετάσεις καλλιεργούν το άγχος και την αγωνία, όπ καθιερώ­νουν την ανισότητα κα κοινωνική αδικία, όπ η απο­τυχία αποκαρδιώνει και δεν σπρώχνει την νεολαία να καταβάλει νέες μεγαλύτερες προσπάθειες κ.ά. Ενας πλατιά αναγνωρισμένος εκπρόσωπος της α­στικής παιδαγωγικής στην Ελλάδα, λοιπόν, επιση­μαίνει όπ είναι πάρα πολλές οι αρνητικές επιδρά­σεις των εξετάσεων στη μαθησιακή διαδικασία. Α­ντίθετα, αυτά που ανακαλύπτει ως θετικά στοιχεία των εξετάσεων δεν προωθούν στο ελάχιστο τη μα­θησιακή διαδικασία. Ο θεπκός χαρακτήρας των ε­ξετάσεων αλλού ανάγεται για τον X. φράγκο και τους ομοίους του. Ανάγεται στο όπ οι εξετάσεις «ετοιμάζουν τους μαθητές για τη ζωή, όπου υπάρ-

χει'Λαυστηρός κανόνας της επιλογής». Το θετικό λοιπόν των εξετάσεων είναι για τον X. φράγκο, ότι εξυπηρετούν («σχετικά και όχι απόλυτα με αντι­κειμενικό τρόπο») τον ιεραρχικό καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας!

Ο X. Φράγκος μας λέει λοιπόν, συμπερασματικά, όπ οι εξετάσεις μόνο αρνητικό ρόλο παίζουν στο προτσές της κατάκτησης της γνώσης Και αυτή η

102 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚ Η ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 104: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

άποψη δεν είνα μόνο δική του, αλλά όλων των δυ- πκοευρωπαίων αστών παδαγωγών. Συμπέρασμα: Οι εξετάσεις, σε κάθε περίπτωση, μόνο προβλήμα­τα δημιουργούν στη μαθησιακή διαδικασία και γι' αυτό επιβάλλεται η κατάργησή τους.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε εμείς, α οπαδοί του νέου σχολειού, του σχολειού που αναπτύσσει ολόπλευρα την προσωπικότητα μέσα όμως στη συλλογικότητα, του σχολειού γενικής και πολυτε­χνικής μόρφωσης, έχουμε ένα λόγο παραπάνω να αγωνιζόμαστε για την κατάργηση των εξετάσεων στο σοσιαλιστικό σχολειό, μέχρι και την τριτοβάθ­μια εκπαίδευση. Φυσικά, στη θέση μας αυτή δεν ε- τεροκαθοριζόμαστε, ούτε οδηγούμαστε σ' αυτή μό­νο αρνητικά, μέσω της απόρριψης αυτών που συμ­βαίνουν στο σημερινό σχολειό. Εχουμε συγκροτη­μένη άποψη, είμαστε άρτια εξοπλισμένοι σε ό,τι α­φορά το προτσές κατάχτησης της γνώσης, όπου στηριζόμαστε: α) στην παρατήρηση κα το πείραμα, β) στην εθελοντική παραγωγική εργασία, γ) στην α- ναλυτικοσυνθεττκή μέθοδο κα στον διαλεχτικό κα ιστορικό υλισμό, δ) στη συλλογική δουλειά κα ε) στην ταξική πάλη που είνα μια από τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας.

Απορρίπτουμε το θεσμό των εξετάσεων κα «αξι­ολογικών» κρίσεων για ένα ακόμη σημαντικό λόγο. Γ ιατί κα στο σοσιαλιστικό σύστημα από αυτές θα ευνοούντν περισσότερο τα παδιά της κόκκινης κα της αστικής διανόησης και θα καταλάμβαναν τις περισσότερες κα καλύτερες θέσεις στις πανεπι­στημιακές σχολές. Και θα συνέβαινε αυτό, γιατί η διανόηση κα τα παδιά της (ακόμη κα μετά την εξά­λειψη της αστικής διανόησης) θα εξακολουθούν για πολύ καιρό να ζουν καλύτερα, να έχουν πολύ ψηλότερο πνευματτκό κα πολιτιστικό επίπεδο κα έτα να έχουν πολύ καλύτερες προϋποθέσεις από τα παιδιά της εργατικής τάξης και της συνεταιρι­σμένης αγροτιάς Επομένως, με τη διατήρηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων θα ευ­νοούνταν τα παδιά της σοσιαλιστικής διανόησης, που πάνω τους είνα έντονα τα στοιχεία του μικρο­

αστισμού, της απάθειας, του γραφειοκραπσμού κ.ά. κα έτσι θα υπονομευόταν η ταξική πάλη και ο στρατηγικός στόχος της αποκατάστασης της ενό­τητας ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.

Το αίτημα για κατάργηση των εξετάσεων κα των «αξιολογικών·· κρίσεων πάει «πακέτο» με το αίτη­μα για διαχωρισμό της μόρφωσης από το επάγγελ­μα Αυτός ο διαχωρισμός, όπως σημειώνει το σχέ­διο προγράμματος, δεν θα δημιουργήσει κανένα αυθόρμητο χάος στη σοσιαλιστική κοινωνία. Αντί­θετα, θα βοηθήσει την εργατική τάξη και τη συνε­ταιρισμένη αγροτιά να διεξάγει πιο σωστά την ταξι­κή πάλη με τη σοααλιστική διανόηση, μιας και με­γάλο τμήμα τους θα κατέχει και πανεπιστημιακή μόρφωση.

Παραπάνω, αναφερθήκαμε στην προσέγγιση του Λένιν στο ζήτημα των εξετάσεων κα επισημάναμε, ανάμεσα στ' άλλα, τις αλλαγές που συντελέστηκαν από το 1917 μέχρι σήμερα, αλλαγές που υπαγο­ρεύουν άλλη προσέγγιση του ζητήματος. Εδώ πρέ­πει να συμπληρώσουμε, ότι αργά ή γρήγορα α σο­βιετικοί παιδαγωγοί (που για πολλά χρόνια πειρα­ματίζονταν και ορθά ενεργούσαν) θα συνειδητο- παούσαν ότι είνα μεγάλη αντίφαση από τη μια να είσα οπαδός της συλλογικής δουλειάς στη μαθη­αακή διαδικασία κα από την άλλη να διατηρείς τις εξετάσεις, που προκαλούν μεγάλη ζημιά στο προ­τσές κατάχτησης της γνώσης κα καλλιεργούν τον ατομισμό κα τον ανταγωνισμό. Οτι δεν πρέπει να διατηρείς μια παλιά μορφή, που δεν ανταποκρίνε- τα στο νέο περιεχόμενο του σχολειού γενικής κα πολυτεχνικής μόρφωσης.

Με τη θέση του σχεδίου προγράμματος για κα­τάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων στο σοααλισμό γίνεται ένα προχώρημο στη θεωρία μας, τον επιστημονικό σοααλισμό, γί- νετα ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της α­ποκατάστασης της ενότητας ανάμεσα στη σωμαπ- κή κα την πνευματική δουλειά.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 103

Page 105: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ

Ποιοί δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους*

Αγαπητοί μου νέοι,Με ρωτάτε να σας πω κ' εγώ, ποιοί δρόμοι α­

νοίγονται μπροστά σας και φυσικά, ποιόν απ’ ό­λους θα σας συμβούλευα ν' ακολουθήσετε. Ισως αρμοδιότεροι απ’ όλους εμάς της ώριμης γενιάς, είσαστε εσείς οι ίδιοι, για Υ απαντήσετε σ' αυτό το ερώτημα. Γ ιατί το αντίκρυσμα της ζωής, που ζείτε τώρα σείς στα είκοσι χρόνια σας και στη σημερινή κρίσιμη θέση του κόσμου, εμείς δεν το ζήσαμε και ούτε μπορούσαμε να το ζήσουμε, ό­ταν είμαστε στη δική σας θέση στα πανεπιστη­μιακά θρανία. Γ ι αυτό μπορείτε βέβαια ν' ακούσε- τε τί θα σας πούμε εμείς οι άλλοι, να τραβήξετε όμως το δρόμο, που θα νοιώσετε μέσα σας να σας δείχνει με εσωτερική αναγκαιότητα ο ίδιος ο εαυτός σας. Ν' ακολουθήσετε τη φωνή της συ­νείδησής σας, γιατί μέσα σ' αυτή θα μιλάει και κά­τι πλατύτερο από το άτομό σας, η κοινωνική και ταξική συνείδηση, που ζει χωρίς άλλο μέσα σας.

Οι δρόμοι που ανοίγονται σήμερα μπροστά σας, δεν είνε πολλοί, είνε δυο. Είτε θελήσετε να τους αναγνωρίσετε είτε όχι, είτε προσπαθήσουν να σας τους κρύψουν μέσα στην ομίχλη ιδεαλι- στικών σοφισμάτων, οι δρόμοι, που ανοίγονται μπροστά σας, είνε και μένουν δυο: ή θα πάτε με το μέρος της συντήρησης και της αντίδρασης, ή

* Το άρθρο αυτό αποτελούοε γραφτή απάντηση του Δημήτρη Γληνού, σε έρευνα που έκανε το φοιτη­τικό περιοδικό «Μελέτη - Κριτική» σχετικά με τις πνευματικές κατευθύνσεις των νέων. Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 4 του περιοδικού, το Μάη του 1932.

Η αναδημοσίευσή του εδώ γίνεται όχι μόνο ως φό­ρος τιμής στο μεγάλο διανοητή του κομμουνιστικού μας κινήματος, αλλά και για την επικαιρότητα των α­πόψεων που παρουσιάζει, οι οποίες συναρτώνται ά­μεσα με τις θέσεις για την Παιδεία, που παρουσιάζο­νται στο Σχέδιο Προγράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης.

Διατηρήσαμε τη σύνταξη και την ορθογραφία του πρωτότυπου, αλλάζοντας μόνο το πολυτονικό σε μο­νοτονικό σύστημα.

θα πάτε με το μέρος της επανάστασης. Tertium non datur.

Μα θα μου πείτε: Τι δουλειά έχουμε μεις με την αντί­δραση ή με την επανάσταση; Πολιτικάντηδες ήρθαμε να γίνουμε; Ηρθαμε να σπουδάσουμε μιαν επιστήμη και να ζήσουμε έπειτα στην κοινωνία με την άσκηση της επιστήμης αυτής. Τί δουλειά έχει η μελέτη της ε­πιστήμης μας με την πολιτική;

Αλήθεια υπάρχουν άνθρωποι, που θα σας μιλήσου­νε με φρίκη και αηδία και με έσχατη περιφρόνηση για την «πολιτική» και θα σας ξορκίσουνε να μην έχετε καμιά σχέση μ' αυτή την κατάρα του καιρού μας, την «πολιτική», που χώνει σαν τον Μεφιστοφελή την ου­ρά της στην «καθαρή φιλοσοφία», στην «καθαρή επι­

t04 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 106: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

στήμη», στην «καθαρή τέχνη» κα τα μολύνει όλαΚα όμως κα όμως! Δεν πιστεύω να σας ξέφυγε,

αγαπητοί μου νέα, πόας κα άλλοι συμβουλάτορες, που προηγήθηκαν από μένα, ας αναφέρω τους κ. Λούβαρι, θεοδωρακόπουλο και Κανελλόπουλο, κάτω από τις βαθυστόχαστες φιλοσοφοντυμένες συμβουλές, που σας έδωκαν, δεν έκαμαν τίποτα άλλο από πολιτική, απ' αυτή την καταραμένη πολι­τική, που πάει να χωθεί σήμερα και μέσα στο 2+2=4. Κα α τρεις τους κρατώντας από μια φιλο­σοφική αγιαστούρα ξόρκιζαν τον «ιστορικό υλι­σμό» κα τίποτα άλλο. Εκαναν καθαρή, καθαρότα­τη, αλλά... ανομολόγητη πολιτική.

Εγώ πάλι από την άλλη μεριά πιστεύω, πως είνε των αδυνάτων αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς οπαο- δήποτε κλάδο της ανθρώπινης πνευματικής ενέρ­γειας από την πολιτική. Γιατί ο άνθρωπος ούτε σαν άτομο (που ουσιαστικά δεν υπάρχει) ούτε σα σύνο­λο, μπορεί να μεταβληθεί ποτέ σ' ένα απλό κα μό­νο θεωρητικό πλάσμα. Ζωή σημαίνει ενέργεια κα τρόπος ενέργειας. Τρόπος ενέργειας σημαίνει πο­λιτική, είτε συνειδητή, είτε όχι. Γιατί δεν υπάρχει ε­νέργεια του ανθρώπου, που δεν είνε κοινωνικά κα­θορισμένη. Ο τρόπος λοιπόν, που πραγματώνετα η ομαδική βούληση, είτε μέσα στις ομαδικές, είτε μέσα στις ατομικές ενέργειες, είνε πολιτική, αφού στον έναν τρόπο μπορεί να αντιταχθεί ένας άλλος τρόπος.

Μα ας εξετάσουμε τα ζητήματα κάπως ειδικότε­ρα με τη δική σας περίπτωση. Ας υποθέσουμε λα- πόν, «έξω από κάθε πολιτική», όπ ο δρόμος που α- νοίγετα μπροστά σας και το μοναδικό χρέος που έχετε, είνε να γίνετε επιστήμονες. Τί είνε όμως ε­πιστήμη; Θα μου απαντήσετε: «ένα συστηματο­ποιημένο σύνολο από γνώσες, που αναφέροντα σε μια περιοχή από φανόμενα του φυσικού κόσμου ή της ανθρώπινης κοινωνίας». Ωραία. Παός είνε λαπόν ο σκοπός σας, όταν λέτε πως πρέπει να γί­νετε επιστήμονες; Θα μου απαντήσετε: «να οικειο- παηθούμε αυτό το συστηματοποιημένο σύνολο σε μια περιοχή του επιστητού κα V αποχτήσουμε την ικανότητα από τη μια μεριά να το πλουτίζουμε με νέες έρευνες κα από την άλλη να εφαρμόζουμε ένα μέρος από πς γνώσες αυτές για την ωφέλεια των συνανθρώπων μας». Ετα λοιπόν αντιλαμβάνε­στε την κάθε επιστήμη σαν ένα άθροισμα από μερι­κές θεωρητικές κα πραχπκές ικανότητες, που θα σας προσπορίζουνε κα τα μέσα της ζωής σας.

Ο επιστήμονας είνε ουααστικά για σας ένας δε­ξιοτέχνης γιατρός, δικηγόρος, δάσκαλος, θεολό­γος κλπ.

Μα εδώ αμέσως γεννιέτα μια σειρά από απορίες. Πώς δημιουργήθηκε αυτό το συστηματοποιημένο σύνολο από γνώσες, που το καλούμε επιστήμη; Γιατί έχει τούτη τη μορφή, που έχει σήμερα κα τούτη τη θέση, που έχει σήμερα στη ζωή;

Κα α απορίες αυτές μας φέρνουν αμέσως έξω από το γυάλινο πύργο της «καθαρής επιστήμης» κα μας οδηγούνε ν1 αναζητήσουμε τα κανωνικά αί­τια, που ευνοούνε τη γέννηση, την ανάπτυξη κα τη θέση, που έχει σήμερα η κάθε επιστήμη στη ζωή.

Επειτα μια δεύτερη απορία. Με τον τρόπο της ζωής σας έξω από τον κύκλο αυτής της δεξιοτε- χνίας, που θα ασκείτε για επάγγελμα, δεν έχει να κάμει τίποτε η επιστήμη; Η επιστήμη διαλύεται σε ατομικές δεξιοτεχνίες και δεν επιδρά καθόλου α­

πάνω στον τρόπο της ζωής, που πρόκειτα να ζή- σετε σα μέλη μας κοινωνίας; Η επιστήμη είνε χωρι­σμένη από τη ζωή;

Εδώ κα σεις α ίδιοι, όσα δεν είσαστε διαλεχπκοί ματεριαλιστές, μα κα η ολότητα ίσως από τους δα­σκάλους σας, θα απαντήσουνε μ’ ένα στόμα. Ncu\ Τη ζωή ρυθμίζουνε, θα σας πούνε, άλλες «αξίες», ηθικές, θρησκευτικές, κανωνικές, πολιτικές. Κα α αξίες αυτές δεν πηγάζουν από τη γνώση. Αρα η ε­πιστήμη μπορεί να μελετάει τις αξίες σα δεδομένα, ποτέ όμως δε μπορεί να γίνει ρυθμιστής τους. Μα αν ρωτήσετε παά είνε η πηγή αυτών των αξιών, θα πάρετε πς πιο σκοτεινές, πς ruo αόριστες, πς πιο θολές απάντησες απάντησες, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες οδηγούνε στο μυστήριο, στην αποκάλυψη, στο υπερκοσμικό κα φανταστι­κό.

Αυτή όμως η επίμονη τάση να χωριστεί η αξία, που ρυθμίζει τη ζωή από τη γνώση, φαντάζεσθε πως δεν είνε κα αυτή κανωνικά καθορισμένη; Είνε γνώρισμα όλων των κοινωνιών, που είνε χωρισμέ­νες σε κοινωνικές τάξεις κα στηρίζοντα στην κυ­ριαρχία μιας τάξης απάνω σπς άλλες. Κα το λόγο του χωρισμού θα τόνε δείτε παρακάτω.

Αν όμως ακολουθήσετε μια άλλη σειρά στοχα­σμών, θα φτάσετε σε διαφορετικό συμπέρασμα. Γ ια θέσετε παρακαλώ το ερώτημα, παά είνε η σχέ­ση, που κάθε φορά, σε κάθε ιστορική στιγμή της ανθρωπότητας, υπάρχει ανάμεσα στο «είναι», στο «νοείν» κα στο «πράττειν»; Η μόνη απάντηση, που μπορείτε να έχετε σε μιαν αντικειμενική έρευνα του προβλήματος αυτού, είνε, πως σε κάθε στιγμή της ιστορικής διαδρομής, σε κάθε ανθρώπινη κοι­νωνία, το «είναι», το «νοείν» κα το «πράττειν» είνε αλληλένδετα κα αλληλοεξαρτημένα. Το είναι, δη­λαδή οι αντικειμενικοί όροι της ανθρώπινης ζωής, καθορίζουνε τη γνώση κα αυτή οδηγεί στην πράξη, που από την άλλη μεριά κι αυτή είνε κάθε φορά το κίνητρο και το κριτήριο της γνώσης. Κα η πράξη πάλι με τη γνώση μαζί επιδρούνε απάνω στην πραγματικότητα κα τήνε μεταβάλλουν.

Γ ι αυτό κα ότάν αλλάζουν οι αντικειμενικοί όροι κα δημουργιέτα νέα γνώση κα βγαίνει ένα κανού­ριο πρέπει, ξεσπάει η αντίθεση με το παλιό κα δη- μιουργιέτα η ανάγκη μιας κανούριας σύνθεσης. Γ ι αυτό κα η τάξη, που άρχει κάθε φορά, θέλει από τη μια μεριά να μονοπωλεί κα να κοντρολάρει τη γνώ­ση, δηλαδή την επιστήμη κα από την άλλη μεριά να χωρίζει απ’ αυτή το «πρέπει» (το «πρέπει» που της συμφέρει) κα να το ανάγει σε θεία καταγωγή, για να μην επηρεαστεί από την αλλαγή της γνώσης (δέκα εντολές δοσμένες από το Θεό στο Μωυσή, ηθικός νόμος, που πηγάζει από την υπερβατική φύ­ση του ανθρώπου κλπ. κλπ ).

Αν αυτό είνε έτα, τότες η αντίληψη, που περιορί­ζει την έννοια της επιστήμης στην κατάχτηση μας περιορισμένης περιοχής του επιστητού, ξεχωρι- σμένης με ανικά τείχη από κάθε γενική επισκόπη­ση του επιστητού κα από την άλλη μεριά χωρίζει με στεγανά και αδιαπέραστα χωρίσματα την επι­στήμη από τη ρύθμιση της ζωής, η αντίληψη λαπόν αυτής της «καθαρής επιστήμης» είνε και αυτή μια «πολιτική αντίληψη» της επιστήμης. Οπερ έδει δεί- ξα.

Δικαούμαστε λοιπόν σ' αυτή την αντίληψη της ε­πιστήμης ν’ αντιτάξουμε τη δική μας, που δε χωρί­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 105

Page 107: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Ρ ^ * 6 ι κ ι α π κ ε τΑ ί / C T A N * Η θ Κ ϋ ΣI α* ΑΙ * ΑδΗί:

ζει την επκτήμη από τη ρύθμιση της ζωής. Και την αντίληψη τούτη για την ενότητα επιστήμης και πράξης τη βλέπουμε να εφαρμόζεται πέρα για πέ­ρα στη μόνη χώρα, που θέτει τα θεμέλια μιας νέας αταξικής κοινωνίας, που καταργεί την εκμετάλλε- ψη και βαδίζει προς τον κομμουνισμό, δηλαδή στη Σοβιετική Ενωση

Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή η σπουδή της ε­πιστήμης είνε αναπόσπαστα ενωμένη με γενική θε­ώρηση της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότη­τας. Και η γενική αυτή θεώρηση είνε μα επιστημο­νική φιλοσοφία.

Επιστήμονας χωρίς τέτια γενική επιστημονική κοσμοθεωρία είνε ένας απλός δεξιοτέχνης, ένας επαγγελματίας, πολύ κατώτερος από έναν εργάτη, γιατί ο τελευταίος, όταν είνε συνειδητός, έχει, έ­στω και στις γενικές γραμμές, την επιστημονική θεώρηση του κόσμου.

Με την έννοια αυτή μπορώ λοιπόν να σας πω κ' εγώ: Ο δρόμος, που ανοίγεται μπροστά σας είνε να γίνετε επιστήμονες. Μου αρκεί αυτό. Γιατί είμαι βέ­βαιος, πως τότες τα εννιά δέκατα από σας θα δε­χτούνε για μόνη επιστημονική κοσμοθεωρία, που θα τους ικανοποιήσει το διαλεχπκό ματεριαλισμό

Κ' έτσι λέγοντάς σας να γίνετε αληθινοί επιστήμο­νες, είνε το ίδιο σα να σας λέω: Γενείτε οπαδοί του διαλεχνκού υλισμού.

Κ' έχω τούτη την πεποίθηση, γιατί αυτός είνε και ο μόνος γνήσιος κοινωνικός σας καθορισμός

Αλήθεια! Σκεφτείτε λιγάκι Από πού έρχεστε σεις. παιδιά μου; Από ποιά κοινωνικά στρώματα; Πού ανήκετε; Το μεγαλύτερο πλήθος από σας είνε φτωχά παιδιά Η αστική τάξη βέβαια υψώνει μπρο­στά στα μάτια όλων σας το τίμημα της προδοσίας: θέσεις κρατικές, πελατεία, αξιώματα, τίτλους, για να γίνετε οι πνευματικοί στυλοβάτες της. Ενα τρα­γικό παιδομάζωμα! Ετσι και οι γιανίτσαροι γίνονταν α πιο φανατικοί διώχτες των χριστιανών, όπως τα παιδιά των φτωχών, που σπουδάζουν στα πανεπι­στήμια και αλλάζουν κοινωνική κατάσταση, γίνου- νται οι πιο φανατικοί αντιδραστικοί.

Αν όμως ακούσετε τί σας λέει κατάβαθα το αίμα σας, δε θ' αλλαξοπιστήσετε, δε θα προδώσετε τη τάξη σας. Θα πάτε με το μέρος των φτωχών και θά- γωνιστείτε και σεις για να θεμελιώσετε τη νέα ζωή

Και τότε θα βαδίσετε με βήμα ακλόνητο στο μόνο δρόμο, που αληθινά ανοίγεται μπροστά σας

106 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 108: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Η κρίση του αστογραφειοκρατικού

συνδικαλισμού η αναγκαιότητα της ρήξης

και η ταξική ανασυγκρότηση• Η εργατική τάξη έχει γυρίσει τις πλάτες της στα αστικοποιημένα συνδικάτα

Η οργανωτική ρήξη είναι ήδη γεγονός · Θεσμός του αστικού κράτους έχει γίνει ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός. Οπλο του οι πελατειακές σχέσεις

• Χρέος του ταξικού συνδικαλισμού να δώσει πολίτικο ιδεολογικό περιεχόμενο και να αποκρυσταλλώσει οργανωτικά τη ρήξη που έχει

συντελεστεί αυθόρμητα

Η ΘΕΣΗ της ΣΑΚΕ και της ΤΑζΑΝ για πλήρη ρήξη με τον αστογραφειοκρατικό συνδικαλισμό, ώστε να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί η ταξική ανασυγκρότη­

ση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, εξα­κολουθεί ακόμη να θεωρείται «αιρετική».

Δεν αναφερόμαστε βέβαια στις ηγετικές ομάδες των τάσεων του αστογραφειοκρατικού συνδικαλι­σμού, που είναι απόλυτα φυσικό (στα πλαίσια της στοιχειώδους αυτοπροστασίας τους) να αντιμάχο­νται αυτή την προγραμματική και ταχτική πρότα­ση, αλλά σε άτομα και ομάδες, που στέκονται σε

ταξικές θέσεις. Από μια άποψη, όλη η ταξική ασυ­νέπεια και ταλάντευση αυτών των ομάδων συμπυ­κνώνεται στην αδυναμία τους να κατανοήσουν τη γραμμή της πλήρους ρήξης και στην εξ αυτής πη- γάζουσα άρνησή τους να την υιοθετήσουν και να την εφαρμόσουν στην_πράξη μέσα στο κίνημα, σε συνεργασία με την ΤΑ-ΑΝ.

ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ του ζητήματος, αυ­τή συνήθως επικεντρώνεται στην οργανωτική διά­στασή του. Η οργανωτική ρήξη κατανοείται (αδιά­φορο αν αυτό γίνεται σκόπιμα ή από αδυναμία κα­τανόησης) σαν γραμμή «εγκατάλειψης των ρε­φορμιστικών συνδικάτων». Εγκαλείται μάλιστα α­κόμη και ως «αναρχοσυνδικαλιστική-·!1

ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ να επανέρθουμε σ' αυτό το ζήτημα, όχι τόσο για να διευκρινίσουμε την πρότασή μας και για οργανωτική ρήξη (αυτή έχει διατυπωθεί αναλυπκότατα και χωρίς να αφή­νει την παραμικρή ασάφεια, σε σωρεία κειμένων2), αλλά κύρια για να τη στηρίξουμε με περισσότερα στοιχεία.

1. Δες σ' αυτό το τεύχος την πολεμική σχετικά με κά- ποιες απόψεις των μαοϊκών οργανώσεων2 Ενδεικτικά, δες πς σχετικές αναλύσεις στο 3ο και στο 4ο τεύχος της ΜΑΛΕΠ.

Τα δυο άρθρα που περιέχονται σ' αυτό ίο τμήμα του πε­ριοδικού γράφτηκαν το Δεκέμβρη του 1992. Επειδή δεν έγι- νε κατορθωτό να κυκλοφορήσει η ΜΑΛΕΠ τότε, το πρώτο άρθρο κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό φωτοαντι­γράφων, που διανεμήθηκαν από συντρόφους της ΤΑΞΑΝ.

Το δεύτερο άρθρο, άρθρο πολεμικής, ξεκινά από ένα γε­γονός, που έγινε πριν περίπου ένα χρόνο, όχι για να το α­ναλύσει σαν τέηο, αλλά για να αναφερθεί γενικά στις αντι­λήψεις που αρνούνται την αναγκαιότητα της ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία

Κρίθηκε λοιπόν σκόπιμη η δημοσίευση αυτών των δυο άρθρων σε τούτο το τεύχος, επειδή - μολονόη αναφέρονται σε ζητήματα ταχτικής - παρουσιάζουν σημαντική συνάφεια με τα ζητήματα του προγράμματος.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 107

Page 109: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Γ ιατί η οργανωτική ρήξη έχει ήδη συντελεστείαυθόρμητα, είναι γεγονός «της ζωής» πια, και ε­κείνο που αποτελεί το κύριο καθήκον του ταξικού συνδικαλισμού είναι να μπορέσει να την εκφράσει, πολιτικά ιδεολογικά και οργανωτικά. Δηλαδή να μετασχηματίσει την αυθόρμητη αποστροφή των εργατών και εργαζόμενων μισθωτών προς τα α- στογραφειοκρατικά συνδικάτα σε συνειδητή ταξι­κή στράτευση.

ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΖΗΤΗΜΑ, με το οποίο συσκοτίζεται η ουσία του προβλήματος είναι ο διαχωρισμός α­νάμεσα σε πρωτοβάθμια σωματεία και δευτερο­βάθμιες - τριτοβάθμια οργανώσεις. Πρέπει και σ' αυτό να δοθεί μια πιο αναλυτική απάντηση, γιατί η σύγχυση είναι τεράστια και εξίσου τεράστια η βοή­θεια που προσφέρεται στη συνδικαλιστική γρα­φειοκρατία, ώστε να μπορεί να διαιωνίζει και να α­ναπαράγει το σύστημά της. (Η έμφαση στη λέξη σύστημα δεν δίνεται τυχαία. Μόνο αν κατανοήσει κανένας τον αστογραφειοκρατικό συνδικαλισμό σαν σύστημα, δηλαδή σαν ένα εξουσιαστικό σύνο­λο, που έχει τα επιμέρους κέντρα του, με τις α­ντιθέσεις και τη σχετική τους αυτονομία, μπορεί να συνειδητοποιήσει το ψευδεπίγραφο της αντί­θεσης ανάμεσα σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθ­μια - τριτοβάθμιο συνδικάτα).

Η εργατική τάξη γυρίζει την πλάτη στα αστικοποιημένα συνδικάτα

Η ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ της πλειοψηφίας των εργαζόμενων με τα αστικοποιημένα συνδικάτα έ­χει ήδη συντελεστεί κι αυτό αποδείχνεται από την απομαζικοποίηση και τη συρρίκνωση αυτών των συνδικάτων. Ο Πίνακας I, που περιγράφει την εξέ­λιξη της «δύναμης» του Εργατικού Κέντρου Αθή­νας, του μεγαλύτερου και αντιπροσωπευτικότε­ρου ως προς τη σύνθεσή του Εργατικού Κέντρου της χώρας, μας δίνει μια σαφή εικόνα αυτής της

συρρίκνωσης.Πριν προχωρήσουμε στην αναλυτική διερεύνηση

των δεδομένων του πίνακα, πρέπει να δώσουμε κάποιες απαραίτητες διευκρινίσεις.

ΠΡΩΤΟ: Οι αριθμοί ασφαλώς και δεν επαρκούν από μόνοι τους για να περιγράψουν σύνθετες κοι­νωνικές διεργασίες. Χρησιμεύουν όμως σαν βάση για την ανάπτυξη συλλογισμών και επιχειρημάτων και την επιβεβαίωση συμπερασμάτων της πολιτι­κής ανάλυσης.

ΔΕΥΤΕΡΟ: Η μείωση της δύναμης ενός συνδι­καλιστικού κινήματος δεν σημαίνει παντού και πά­ντα οργανωτική ρήξη της τάξης με τα συνδικάτα της. Και ένα ταξικά συγκροτημένο συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να έχει σε κάποια φάση της ζωής του μείωση δύναμης, οφειλόμενη σε διάφορους λόγους. Ομως εδώ δεν έχουμε απλώς μείωση, αλ­λά ραγδαία συρρίκνωση, η οποία πρωταρχικά ο- φείλεται όχι σε εξωγενείς παράγοντες, που πά­ντα είναι αναστρέψιμοι, αλλά σε ενδογενείς πα­ράγοντες, που συνιστούν αυτό που ονομάζουμε αστικοποίηση.

ΑΣ ΔΟΥΜΕ όμως αναλυτικά τα δεδομένα.Η μελέτη μας αναφέρεται στην εξέλιξη της

«δύναμης» του ΕΚΑ σε αριθμό σωματείων, σύνο­λο εγγεγραμμένων μελών των σωματείων του, σύνολο μελών που είναι ταμειακώς ταχτοποιημέ­να και σύνολο μελών που συμμετείχαν στις εκλο­γές, κατά την περίοδο 1983 - 1992. Η περίοδος αυτή δεν έχει επιλεγεί τυχαία. Πρόκειται κατ’ αρ­χήν για μια περίοδο αντιπροσωπευτική από άπο- ΨΠ κυβερνήσεων (κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, Τζαννετά- κη, Ζολώτα, ΝΔ), αλλά κυρίως για μα περίοδο στη διάρκεια της οποίας ολοκληρώνεται το πέρασμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας από τον ρε­φορμιστικό διεκδικητισμό στην πλήρη αστικοποίη­ση.

Ο ΑΡΙΘΜΟΣ των Σωματείων μελών του ΕΚΑ (στήλη 2) μέσα σ' αυτή τη δεκαετία πέφτει στο μι-

ΠΙΝΑΚΑΣ I Εξέλιξη της «δύναμης» του Εργατικού Κέντρου Αθήνας3

ΧΡΟΝΟΣ(2)

ΑΡΙΘΜΟΣΣΩΜΑΤΕΙΩΝ

(3)ΕΓΓΕΓΡΑΜ.

ΜΕΛΗ(4)

ΤΑΜΕΙΑΚΩΣΕΝΤΑΞΕΙ

(5)ΠΟΣΟΣΤΟ

(4) / (3)

(6)ΨΗΦΙΣΑΝΤΑ

ΜΕΛΗ(7)

ΠΟΣΟΣΤΟ(6) / (3)

(8)ΠΟΣΟΣΤΟ

(6) / (4)

1983 765 426.748 344.971 80,83% 260.183 60,97% 75,42%

1986 637 350.947 278.024 79,22% 208.445 59,40% 74,97%(-16,7%)

528

(·Ί7,8%) (-19,4%) Μ 9.9%)

1989 334.174 253.649 75,90% 183.087 54,79% 72,18%5-17.1%) (-4 8%) (-8,8%) ί-12,2%)

1992 382 280.021 197.445 70,51% 137.665 49,16% 69,72%, 2 f- (-16,2%) ; -22 (-24.8%)

3. Τα στοιχεία έχουν παρθεί από τα επίσημα πραχτικά των συνεδρίων του ΕΚΑ. Η στατιστική επεξεργασία εί­να δική μας.

10» ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 110: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

σό. Από 765 που ήταν το 1983 έπεσαν στα 382 στο τελευταίο συνέδριο (Οκτώβρης 1992). Υπάρ­χουν μια σειρά παράγοντες που συνετέλεσαν σ' αυτή τη μείωση, όπως το κλείσιμο επιχειρήσεων, προβληματικών και μη, η συγχώνευση σωματείων, η μονιμοποίηση εργατών δήμων και νοσηλευτι­κών, που οδήγησε σε διάλυση σωματείων. Ο βασι­κότερος όμως παράγοντας είναι ο μαρασμός και η διάλυση δεκάδων επιχειρησιακών σωματείων.

Ο εργοστασιακός και γενικότερα ο επιχειρησια­κός συνδικαλισμός, που γνώρισε πρωτοφανή άν­θιση τα μεταπολιτευτικά χρόνια, τσακίστηκε κυ­ριολεκτικά από τη βία των καπιταλιστών. Η συνδι­καλιστική γραφειοκρατία των δευτεροβάθμιων οργανώσεων και της ΓΣΕΕ δεν έδωσε στην ουσία καμιά μάχη για την υπεράσπιση του εργοστασια­κού συνδικαλισμού, όπως αποδείχτηκε σε δεκά­δες περιπτώσεις.

Ταυτόχρονα, αυτή η εξέλιξη διαλύει και το μύθο του δήθεν φιλεργατικού νόμου 1264/82, που υπο­τίθεται πως προστάτευε την ελεύθερη συνδικαλι­στική δράση. Για μια ακόμη φορά αποδείχτηκε, όπ η ταξική πάλη είναι αυτή που κρίνει τις εξελίξεις. Και στην περίπτωση που εξετάζουμε, η ταξική πά­λη έγειρε την πλάστιγγα προς τη μεριά των καπι­ταλιστών, όχι μόνο γιατί αυτοί είχαν με το μέρος τους τη δύναμη του χρήματος και του κράτους, αλλά και γιατί απέναντι τους υπήρχε μια συνδικα­λιστική γραφειοκρατία, που βαθμιαία απαγγιστρω- νόταν από τις «βαρβαρότητες» της ταξικής πά­λης (έστω και σε ρεφορμιστική κατεύθυνση) και α­ποθέωνε τον «κοινωνικό διάλογο».

ΤΟ ΧΤΥΠΗΜΑ του εργοστασιακού και επιχειρη­σιακού συνδικαλισμού αντικαθρεφτίστηκε και στη δύναμη ως προς τα εγγεγραμμένα μέλη, που

μειώνονταν χρόνο με το χρόνο κα το 1992 έφτα- σαν να είναι μόνο το 65% των εγγεγραμμένων μελών του 1983 (στήλη 3 του Πίνακα I).

Η μείωση των εργαζόμενων που είναι γραμμένοι στα συνδικάτα οφείλεται βέβαια και στην αύξηση της ανεργίας και σ' ένα κάποιο βαθμό στις μονιμο­ποιήσεις εργαζόμενων, που πέρασαν στις δημο­σιοϋπαλληλικές οργανώσεις (ΟΤΑ, νοσοκομεία και γενικότερα πρώην συμβασιούχοι του δημο­σίου). Εδώ όμως μιλάμε για μια μείωση σχεδόν 147.000 μελών, που ξεπερνά κατά πολύ τις επι­πτώσεις της ανεργίας και των μονιμοποιήσεων.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ των εγγεγραμμένων στα συνδικάτα αποτελεί ένδειξη της απομαζικοποίησης, όμως δεν αντικαθρεφτίζει με ακρίβεια τις πραγματικές εξελίξεις. Γιατί οι εκκαθαρίσεις μητρώων είναι σπάνιες, όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω. Η πραγματική μείωση δηλαδή είναι ακόμα μεγαλύτε­ρη. Από τη μείωση των εγγεγραμμένων μπορεί να βγάλουμε δυο σίγουρα συμπεράσματα.

ΠΡΩΤΟ, ότι οι εργαζόμενοι των επιχειρησιακών σωματείων, που έκλεισαν, δεν συνδικαλίστηκαν ξανά (στα κλαδικά συνδικάτα). Και δεύτερο, όπ δεν ανανεώθηκε η σύνθεση των συνδικάτων. Ολη αυτή την περίοδο δηλαδή, η νέα βάρδια της εργα­τικής τάξης, που αντικαθιστούσε στην παραγωγή τους συνταξιοδοτούμενους, δεν τους αντικαθι­στούσε και σαν μέλη των συνδικάτων. Ολοένα και πιο πολύ απομακρυνόταν απ' αυτά τα συνδικάτα. Κι αυτό είναι οργανωτική ρήξη.

ΑΚΡΙΒΕΣΤΕΡΗ εικόνα για τις εξελίξεις μας δί­νουν οι στήλες που αναφέρονται στα ταμειακώς ταχτοποιημένα μέλη (στήλη 4) και σ' αυτά που συμμετείχαν στις εκλογές των συνδικάτων (στήλη 6). Η πορεία είναι και εδώ φθίνουσα και μάλιστα

Η εικόνα όταν σχεδόν καθημερινή, για αρκετά χρόνια. Εργάτες κα ι εργάτριες εργοστασίων, μέλη πρωτοβάθμιων σωματείων, αγω νίζονταν μόνοι, απομονω μένοι, έχοντας μόνο την... αμέριστη συμπαράσταση στα λόγια της συν­δικαλιστικός γραφειοκρατίας. Η σύγκρουση ήταν σφοδρό κα ι η ζυγαριά έγειρε υαέρ των καπιταλιστών.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 109i i i l l

Page 111: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

με γοργότερους ρυθμούς. Ετσι, τα ταμειακώς τα­χτοποιημένα μέλη των συνδικάτων του ΕΚΑ ήταν το 1992 το 57% των ταμειακώς ταχτοποιημένων του 1983 (197.445 αντί για 344.971), ενώ αυτά που ψήφισαν στις εκλογές ήταν το 1992 μόλις το 53% αυτών που είχαν ψηφίσει το 1983 (137.665 α­ντί για 260 183)

ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ λοιπόν είναι, ότι μειώνεται συνεχώς ο αριθμός των εργατών και εργαζόμε­νων, που είναι γραμμένοι στα συνδικάτα, ότι μειώ­νεται σε μεγαλύτερο ποσοστό ο αριθμός αυτών που πληρώνουν τη συνδρομή τους και σε ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό ο αριθμός αυτών που παίρ­νουν μέρος στις εκλογές. Ετσι, όπως φαίνεται στη στήλη 5 του Πίνακα I, το 1983 πλήρωνε τη συνδρομή του το 80,83% των εγγεγραμμένων με­λών, το 1986 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 79,22%, το 1989 στο 75,9% και στο 1992 στο 70,51%. Αντίστοιχα, όπως φαίνεται στη στήλη 7 του ίδιου πίνακα, το 1983 συμμετείχε στις εκλο­γές το 60,97% των εγγεγραμμένων μελών, το 1986 το 59,4%, το 1989 το 54,79% και το 1992 ψήφισε μόλις το 49,16% των εγγεγραμμένων στα συνδικάτα μελών.

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ παρουσιάζει ακόμη και η στήλη 8 του Πίνακα I, όπου φαίνεται η σχέση ανάμεσα στα ταμειακώς εντάξει μέλη και σ' αυτά που ψηφίζουν στις εκλογές Σχέση που και πάλι είναι φθίνουσα, ξεκινώντας από το 75,42% το 1983 και φτάνο-

ντας στο 69,72% το 1992 Βλέπουμε δηλαδή, ότι στις εκλογές των συνδικάτων συμμετέχουν όλο και λιγότεροι ακόμη και απ' αυτούς, που η συνδι­καλιστική γραφειοκρατία καταφέρνει να τους ει­σπράττει τη συνδικαλιστική συνδρομή.

Αυτή η επισήμανση παρουσιάζει μεγαλύτερο εν­διαφέρον, αν προχωρήσουμε την ανάλυσή μας σε μεγαλύτερο βάθος Στη δύναμη του ΕΚΑ είναι γραμμένα και τα μεγαλύτερα σωματεία του ευρύ­τερου δημόσιου τομέα. Τα σωματεία αυτά, επειδή έχουν υποχρεωτική συνδικαλιστική συνδρομή (σύ­στημα check of - παρακράτηση της συνδρομής από τον εργοδότη), παρουσιάζουν ταύτιση των εγγεγραμμένων με τα ταμειακώς ταχτοποιημένα μέλη. Ταυτόχρονα παρουσιάζουν και υψηλό ποσο­στό συμμετοχής στις εκλογές. Ετσι, επηρεάζουν προς τα πάνω το μέσο όρο όλης της δύναμης του ΕΚΑ και η απομαζικοποίηση εμφανίζεται πιο συγ­κροτημένη.

ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ καπιταλιστικό τομέα η εικόνα είναι πολύ χειρότερη από το μέσο όσο του ΕΚΑ, γεγονός που μας αποκαλύπτει όλη την κρίση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, την εγκατά­λειψή του από τους εργαζόμενους και ειδικότερα από τη νέα γενιά.

Στον Πίνακα II παρακολουθούμε την πορεία μιας σειράς από τα μεγαλύτερα κλαδικά συνδικάτα του ΕΚΑ. Στον πίνακα δεν περιλαμβάνεται το 1983, γιατί μεταξύ 1983 και 1986 έχουν γίνει μια σειρά

ΠΙΝΑΚΑΣ II Εξέλιξη της «δύναμης» ορισμένων κλαδικών σωματείων του ΕΚΑ

TVMAIIf ΔΤΠ 1986 1989 1992ί τ ronirvM I U

ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ. ΨΗΦΙΣΑ ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ ΨΗΦΙΣΑ ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ ΨΗΦΙΣΑ.

ΑΕ και Γραφείων 2.663 1.416 850 2.302 1.319 886 2.275 257 247Ασφαλιστ Επιχ. 1.646 1.646 565 1.934 750 691 1.934 755 403Εμπορ. Τροφίμων 1 877 1.676 736 1.571 1.500 1.183 1.990 1.990 846Ηλεκτρολόγων 772 532 148 1.105 650 311 2.328 800 534Μαγείρων 2.741 1 500 1.014 3 085 1.134 762 2.714 800 507-ενοδοχουπαλ 3 439 1.992 1.494 4.505 1.810 1.174 5.218 1.500 973Πετρελ και Υγρ. 855 762 672 850 850 488 704 647 316Ιμαπσμού 2.090 1.110 952 2.172 1.050 864 2691 379 377Εργοδ. Σχεδιαστ. 1.011 700 328 1 034 494 247 1.100 258 168Φαρμακουπαλλήλ. 1.866 670 420 1.961 638 431 2.157 360 253Εμπορούπαλλήλ. 3.975 1.027 878 2.638 925 712 2.883 443 363Εσταιατορίων κλπ 3.367 1.450 1.211 2.559 1.100 849 2.784 1.000 664Κλωστουφαντουρ. 1.951 1.240 855 4.312 1.577 971 1.917 367 339Λιθογράφων κλπ. 3.041 1 836 1.771 4.000 1.600 1.272 1.560 1.050 795Λογιστών 4.871 2.521 1.610 3.774 2.200 1.169 3.133 1 777 963Μετάλλου 4017 1.823 1.611 3.374 1.369 1.133 1.512 512 408ζύλου 1.946 621 589 2223 548 357 2.314 180 152Δέρματος 4 070 1.148 864 4.181 1.253 812 4.500 600 392Οικοδόμων 24.298 18.964 18 246 36137 20.834 18 645 40 883 22.530 15.643

ΣΥΝΟΛΟ 70.496 42.634 34.814 83717 41.601 32.957 84.597 36.205 24.343

% ΣΥΝΟΛ. ΕΚΑ 20.1% 15 3% 16.7% 25.1% 16.4% 18% 30.2% 18.3% 17.7%

% ΕΓΓΕΓΡΑΜΜ.

ΣΥΝΟΛΟ ΕΚΑ

60.5%

79.2%

49.1%

59.4%

49.7%

75.9%

394%

54.8%

42.8%

70.5%

28.8%

49.2%

115 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 112: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

συγχωνεύσεις συνδικάτων κι έτσι η σύγκριση δεν θα ήταν ακριβής. Φροντίσαμε το δείγμα να είναι όσο το δυνατόν αντιπροσωπευτικότερο. Δηλαδή να περιέχει και βιομηχανικά συνδικάτα και συνδι­κάτα από το χώρο του εμπορίου και των υπηρε­σιών. Πρόκειται για ένα δείγμα ιδιαίτερα μεγάλο, αφού το 1986 αντιπροσώπευε το 20,1% της συνο­λικής εγγεγραμμένης δύναμης του ΕΚΑ και το 1992 αντιπροσώπευε το 30,2%.

ΑΠΟ ΠΡΩΤΗ ΑΠΟΨΗ εμφανίζεται ένα παράδο­ξο φαινόμενο. Ο αριθμός των εγγεγραμμένων με­λών αυξάνεται (έστω και λίγο), ενώ ο αριθμός των ταμειακώς ταχτοποιημένων και των ψηφισάντων μειώνεται. Υπάρχει όμως η εξήγηση. Τα συνδικά­τα αυτά δεν κάνουν εκκαθάριση των μητρώων τους, γι' αυτό και οι ελάχιστες νέες εγγραφές προστίθενται στην πληθώρα των αδρανοποιημέ- νων μελών και εμφανίζεται να αυξάνεται η δύναμη των εγγεγραμμένων, που όμως δεν είναι και πραγματική δύναμη. Οταν γίνεται εκκαθάριση, τό­τε πραγματικά εμφανίζεται πολύ μειωμένη η δύνα­μη των εγγεγραμμένων μελών. Προσέξτε για πα­ράδειγμα το Συνδικάτο Μετάλλου, που έχει κάνει εκκαθάριση των μητρώων του. Από 4.017 και 3.374, που ήταν τα εγγεγραμμένα μέλη το 1986 και το 1989 αντίστοιχα, μειώθηκαν στα 1.512 (κά­τω από τα μισό) το 1992, αφού στο μεταξύ μεσο­λάβησε εκκαθάριση του μητρώου μελών. Κι απ' αυτά ταχτοποιήθηκαν ταμειακά 512 μέλη και ψήφι­σαν στις τελευταίες εκλογές μόλις 408 (το 27%)!

Οι γραφειοκράτες των συνδικάτων κάνουν από καιρού εις καιρόν (συνήθως στις παραμονές εκλο­γών) κάποιες εξορμήσεις, γράφουν κάποια μέλη στα συνδικάτα, τα οποία όμως μένουν απλά εγγε­γραμμένα μέλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, με τη χρήση των γνωστών κακόφημων ΕΟΚικών προ­γραμμάτων (μέσω των Ομοσπονδιών βασικά) κα­ταφέρνουν να στήσουν έναν πελατειακό μηχανι­σμό και να κρατήσουν γύρω από τα απονεκρωμέ- να συνδικάτα έναν αριθμό εργαζόμενων.

ΥΠΑΡΧΕΙ ένα Συνδικάτο που έχει οργανώσει καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο τον πελατειακό μηχανισμό του και μας δίνει την πιο παραστατική εικόνα για τις πραγματικές τάσεις του αστογρα- φειοκρατικού συνδικαλισμού: το Συνδικάτο Οικο­δόμων (τελευταίο στη σειρά στον Πίνακα II). Στο συνδικάτο αυτό λοιπόν εμφανίζεται όχι μόνο αύ­ξηση των εγγεγραμμένων μελών, αλλά αύξηση και των ταμειακώς εντάξει. Αντίθετα, αυτοί που ψηφί­ζουν στις εκλογές συνέχεια λιγοστεύουν και μάλι­στα με ρυθμό πολύ μεγαλύτερο απ' αυτόν που αυ­ξάνουν τα εγγεγραμμένα και τα ταμειακώς εντά­ξει μέλη. Ετσι, το 1986 ψήφισε το 75,1% των εγ­γεγραμμένων μελών, το 1989 ψήφισε το 51,6% και το 1992 ψήφισε μόλις το 38,3%.

Η εξέλιξη αυτή δεν είναι καθόλου παράδοξη. Χρησιμοποιώντας τα τελευταία χρόνια σαν όπλο τη χορήγηση της κάρτας προτεραιότητας για το χειμερινό επίδομα των Οικοδόμων, η γραφειοκρα­τία του κλάδου εισπράττει υποχρεωτικά τη συνδι­καλιστική συνδρομή και γράφει τους εργάτες στα Συνδικάτα Τους γράφει όμως σαν πελάτες μιας υπηρεσίας και όχι σαν ενεργά μέλη, γεγονός που αντικαθρεφτίζεται στη συνεχή μείωση αυτών που ψηφίζουν.

ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, πρέπει να σημειώσουμε, όπ

έχουμε στη διάθεσή μας στατιστική που περιέχει μόνο αυτά τα μεγέθη (εγγεγραμμένοι, ταμειακώς εντάξει, ψηφίσαντες) Αν υπήρχε σταπστική, που να μας έδινε πόσοι συμμετείχαν σπς Γενικές Συ­νελεύσεις, στις συγκεντρώσεις, γενικότερα στη ζωή των συνδικάτων, τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα για τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Γ ιατί μπορεί να ψηφίζουν δεκαπεντέμιση χιλιάδες εργάτες σπς εκλογές του Συνδικάτου Οικοδό­μων, όμως στις Γενικές του Συνελεύσεις συμμε­τέχουν από 500 μέχρι 700 άτομα.

ΣΕ ΣΧΕΣΗ με την ομάδα των Συνδικάτων του Πίνακα II, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συγκρίσεις των δυο τελευταίων γραμμών Στην προ τελευταία γραμμή εμφανίζεται το επί τοις ε­κατό ποσοστό των ταμειακώς εντάξει και των ψη­φισάντων μελών, ως προς το σύνολο των εγγε­γραμμένων και στην τελευταία γραμμή εμφανίζε­ται το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο του ΕΚΑ (παρμένο από τον Πίνακα I). Βλέπουμε λοιπόν, όπ το ποσοστό ταμειακώς εντάξει και ψηφισά­ντων στα μεγαλύτερα πρωτοβάθμια συνδικάτα του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα είναι πολύ μι­κρότερο από το μέσο όρο του ΕΚΑ. Γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει ένα συμπέρασμα που βγάλαμε παραπάνω: ότι η εικόνα της απομαζικο- ποίησης του ΕΚΑ εμφανίζεται πιο συγκροτημένη χάρη στη συμμετοχή των συνδικάτων του ευρύτε­ρου δημόσιου τομέα. Οτι στα συνδικάτα του ιδιω­τικού καπιταλισπκού τομέα υπάρχει πλήρης απο- μαζικοποίηση.

ΑΚΟΜΗ, ο Πίνακας II δίνει και μια αποστομωτική απάντηση στους γραφειοκράτες του Περισσού, που παρουσιάζουν τη μεγάλη πτώση της δύναμής τους στο αστογραφειοκρατικό συνδικαλιστικό κί­νημα σαν αποτέλεσμα της «κλοπής ψήφων» εκ μέρους του ΣΥΝ, μετά τη διάσπαση Σ' αυτά τα κλαδικά συνδικάτα είναι συγκεντρωμένη η μεγάλη δύναμη της ΕΣΑΚ. Και η απομαζικοποίησή τους είναι αυτή που κύρια στερεί από τους γραφειο­κράτες του Περισσού τα «κουκιά» στα συνέδρια των δευτεροβάθμιων οργανώσεων, σε αντίθεση με την ΠΑΣΚΕ και τη ΔΑΚΕ, που έχουν μεγάλη δύναμη στα συνδικάτα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

ΤΕΛΟΣ, η χρονική κλιμάκωση της απομαζικο- ποίησης του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, όπως εμφανίζεται στους Πίνακες I και II, έρχεται να επιβεβαιώσει την ανάλυσή μας για το πέρασμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας από τον ρε­φορμιστικό διεκδικητισμό στην πλήρη αστικοποίη­ση. Και το διάστημα 1986 - 89, αλλά ιδιαίτερα το διάστημα 1989 - 92, είναι οι περίοδοι της μεγάλης κρίσης. Είναι η περίοδος όπου η συνδικαλιστική γραφειοκρατία ολοκληρώνει την αστικοποίησή της. Οι παλιοί εργατοπατέρες της δεξιάς φεύ­γουν από τη μέση και εμφανίζεται η ΔΑΚΕ. Γίνε­ται η διάσπαση του 1985 και εμφανίζεται από τη μια ο νέου τύπου κυβερνητικός συνδικαλισμός της ΠΑΣΚΕ και από την άλλη τα «ανππροσωπευ- πκά προεδρεία·· της ΕΣΑΚ με τη ΔΑΚΕ Το ΠΑ- ΣΟΚ περνάει το πρόγραμμα σκληρής λιτότητας του 1985 - 87, χωρίς ο ανππολιτευόμενος συνδι­καλισμός να υψώσει καμιά ουσιαστική αντίθεση. Ε­χουμε την «ήπια» λιτότητα του 1988 - 89 και τη «μεσοβασιλεία» των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα, όπου η συνδικαλισπκή γραφειοκρατία ο­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 111

Page 113: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑ ΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

λοκληρώνεται σαν «κοινωνικός εταίρος» των κα­πιταλιστών, σαν ένα από τα βάθρα του αστικού συστήματος εξουσίας. Και τέλος, έχουμε τη γρα­φειοκρατία απέναντι στην επέλαση της κυβέρνη­σης της ΝΔ, με το διετές «μορατόριουμ» με το ΣΕΒ, με την υπονόμευση και το χτύπημα κάθε ου­σιαστικής ταξικής αντίστασης στη νεοσυντηρητι- κή βαρβαρότητα.

ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ απόλυτα λογική η εγκατάλειψη των αστικοποιημένων συνδικάτων από τη μεγάλη πλειοψηφία των εργατών και εργαζόμενων, ειδικά από τη νέα γενιά, αφού δεν βλέπουν σ' αυτά τα συνδικάτα τον υπερασπιστή των ταξικών τους συμφερόντων. Η άποψη «μας πούλησε η ΓΣΕΕ» ακούγεται όλο και πιο συχνά από εργατικά χείλη, άδικά μετά από αγώνες που ξεκίνησαν με αξιώ­σεις και σημαντική δυναμική, για να οδηγηθούν βαθμιαία στον εκφυλισμό και την ήττα. Και βέβαια, για την πλατιά μάζα των εργαζόμενων «η ΓΣΕΕ» δεν είναι μόνο οι τρεις δεκάδες των γραφειοκρα­τικών στελεχών της διοίκησης της ΓΣΕΕ, αλλά ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός στο σύνολό του.

Πελατειακός μηχανισμόςΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ γραφειοκρατία έχει πλήρη

συνείδηση αυτής της κατάστασης. Δεν την ενο­χλεί όμως καθόλου, μολονότι κάποιες τάσεις της πλήττονται ιδιαίτερα στους εσωτερικούς συσχετι­σμούς του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού (ΕΣΑΚ). Γϊ αυτό και δεν έχει γίνει καμιά συζήτηση σ' όλες τις διαδικασίες των τελευταίων χρόνων για το φαινόμενο της απομαζικοποίησης και την αντιμετώπισή του.

Εκείνο που συζητιέται είναι πώς θα μπορέσει η γραφειοκρατία να οικοδομήσει το σύστημά της σ' αυτές τις νέες συνθήκες, ώστε η απομαζικοποίη- ση να λειτουργήσει τελικά προς όφελός της. Και θα λειτουργήσει προς όφελος της συνδικαλιστι­κής γραφειοκρατίας, όταν συνοδευτεί από παρα­πέρα γραφειοκρατικοποίηση των συνδικαλιστικών μηχανισμών, σε συνδυασμό με τη μετατροπή τους σε πελατειακούς μηχανισμούς.

Η ΠΙΟ ΣΟΒΑΡΗ συζήτηση που έκανε η συνδικα­λιστική γραφειοκρατία τα τελευταία χρόνια αφο­ρούσε την οικοδόμηση τέτιων μηχανισμών, που θα μετέτρεπαν το όλο συνδικαλιστικό σύστημα σε θεσμό του αστικού κράτους. Βασική επιδίωξη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ήταν η εξασφάλι­ση επαρκούς χρηματοδότησης για το σύστημά της, ώστε να μην εξαρτάται από τον αριθμό των εγγεγραμμένων και ταμειακώς ταχτοποιημένων στα συνδικάτα μελών. Δοκίμασε λοιπόν, με τις α­ποφάσεις του 26ου (καταστατικού) συνέδριου της ΓΣΕΕ, να περάσει την υποχρεωτική παρακράτηση συνδικαλιστικής συνδρομής, μέσω των εργοδο­τών, όχι μόνο για τους εργαζόμενους που είναι μέλη των συνδικάτων, αλλά και για εκείνους που δεν είναι.

Η προσπάθεια αυτή σκόνταψε στην αντίθεση της πλειοψηφίας της συνδικαλιστικής γραφειο­κρατίας με την κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία πέρα­σε διατάξεις στο γνωστό σαν «απεργκοτόνο» νό­μο, που όχι μόνο απαγόρευαν την υποχρεωτική είσπραξη συνδικαλιστικής συνδρομής (χωρίς τη θέληση του εργαζόμενου), αλλά και έκοβαν από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία το παραδάκι της

Εργατικής Εστίας. Οι γραφειοκράτες τότε έσπευ- σαν στους «κοινωνικούς τους εταίρους», τα καπι­ταλιστικά συνδικάτα, με τα οποία συμφώνησαν και πίεσαν από κοινού την κυβέρνηση να αλλάξει αυ­τή την τελευταία ρύθμιση του νόμου. Η σχετική συμφωνία επικυρώθηκε τελικά με νόμο το Νοέμ­βρη του 1992 και από δω και πέρα η συνδικαλιστι­κή γραφειοκρατία θα έχει το κεφάλι της ήσυχο, ότι τα λειτουργικά έξοδα του συστήματός της θα καλύπτονται από την υποχρεωτική συνδρομή που πληρώνουν οι εργαζόμενοι (0,25% των συνολικών αποδοχών τους) στην Εργατική Εστία.

Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ της συνδικαλιστικής γρα­φειοκρατίας όμως δεν σταματά στο χρήμα της Εργατικής Εστίας. Επεκτείνεται σε μια σειρά άλ­λες δραστηριότητες, που έχουν στο κέντρο τους τα κακόφημα ΕΟΚικά προγράμματα. Εδώ, η συ­νεργασία με τα καπιταλιστικά συνδικάτα είναι πραγματικά άψογη. Σε τέτιο σημείο που ο ΣΕΒ να έχει προσφέρει στη ΓΣΕΕ μια θέση στο ΔΣ της Ε- ΛΑΝΕΤ ΑΕ, της εταιρίας που έχει συστήσει για να κάνει κουμάντο στο σύνολο των κονδυλίων που έρχονται στην ελληνική περιφέρεια της ΕΟΚ.

Τα προγράμματα αυτά είναι ένα γερό όπλο στα χέρια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, για να οικοδομήσει πελατειακούς μηχανισμούς, για να μπορεί να διαφθείρει σινειδήσεις και να μπορεί να αναπαράγεται και η ίδια σαν θεσμός του συστήμα­τος. Ολόκληρη στρατιά αργόμισθων γραφειοκρα­τών παριστάνει τους «εκπαιδευτές», συμμετέχει σε διάφορες «επιτροπές» και διαφθείρει εργαζό­μενους, που σπεύδουν στα διάφορα προγράμματα για να πάρουν ένα μεροκάματο.

ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ και πολλά ακόμη αποτελούν α­διάψευστους μάρτυρες για τις επιλογές που έχει κάνει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Από τη στιγμή που η ίδια εξασφαλίζει την επιβίωση, την αναπαραγωγή και την αναβάθμισή της στα πλαίσια του αστικού συστήματος εξουσίας, δεν έχει κανέ­να λόγο να αισθάνεται πίεση από την απομαζικο- ποίηση των συνδικάτων της, στο βαθμό που αυτή δεν μετατρέπεται σε μαζικοποίηση του ταξικού συνδικαλισμού (σ' αυτό θα επανέρθουμε).

Γ ιατί το δόγμα των αστών, στις σχέσεις τους με τις εργαζόμενες μάζες, είναι: «όσο πιο μακρυά τόσο πιο καλά». Οσο πιο γραφειοκρατικοποιημέ- να είναι τα συνδικάτα, όσο λιγότερο οι αστογρα- φειοκρατικές ηγεσίες αισθάνονται πάνω τους την «ανάσα» της εργατικής βάσης, τόσο το καλύτερο γι* αυτούς. Φτάνει να πληρούνται δυο προϋποθέ­σεις: Πρώτο, οι γραφειοκράτες να θεωρούνται σε κάθε περίπτωση «εκπρόσωποι των εργαζομένων» και δεύτερο, να μπορούν να εξασφαλίζουν τη βιω­σιμότητα του «συστήματός» τους.

ΟΤΑΝ ΛΕΜΕ -βιωσιμότητα» δεν αναφερόμαστε μόνο στην οικονομική, αλλά και στην πολιτική πλευρά. Δηλαδή, στη δυνατότητα της συνδικαλι­στικής γραφειοκρατίας να διατηρεί τον έλεγχο του συνόλου των εργαζόμενων, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι μέλη των συνδικάτων ή όχι (αφού το συνδικαλιστικό χαράτσι εισπράττεται από το κρά­τος ή τους καπιταλιστές).

Φτάνουμε έτσι στην καρδιά του ζητήματος. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει πλήρη γνώση και συνείδηση της απομαζικοποίησης των συνδι­κάτων της, όμως δεν ενοχλείται απ' αυτή, αφού

ι«ΜΒΜΜΜ̂112 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 114: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

κατάφερε να την μετατρέψει από αδυναμία σε «δύναμή» της, στα πλαίσια της πλήρους αστικο­ποίησής της. Πώς λοιπόν πρέπει να απαντήσει ο ταξικός συνδικαλισμός σ' αυτό το φαινόμενο;

Περί συνειδητότηταςΗ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ λοιπόν της μεγάλης

πλειοψηφίας των εργατών και εργαζόμενων, ιδιαί­τερα της νέας εργατικής βάρδιας, με τα αστικο­ποιημένα συνδικάτα είναι γεγονός αναμφισβήτη­το, επιβεβαιωμένο και... στατιστικά. Ναι, αλλά δεν πρόκειται για συνειδητή ρήξη, απαντούν εκείνοι που δεν δέχονται τη γραμμή της ΣΑΚΕ και της ΤΑ=ΑΝ. Κατ’ αρχήν, είναι τουλάχιστον αντιφατι­κά, δυνάμεις που σε κάθε περίπτωση αποθεώνουν το αυθόρμητο να βάζουν στη συγκεκριμένη περί­πτωση ενστάσεις... συνειδητότητας. Κάτι άλλο συμβαίνει, που θα το δούμε παρακάτω. Ας εξετά­σουμε όμως την ένσταση επί της ουσίας.

Σίγουρο, η απομάκρυση των εργατών και εργα­ζόμενων από τα αστικοποιημένα συνδικάτα είναι αυθόρμητη εκδήλωση της ταξική πάλης. Αυτό ό­μως δεν λέει τίποτα. Γ ιατί η συντριπτική πλειοψη­φία των εκδηλώσεων της ταξικής πάλης κινείται στη σφαίρα του αυθόρμητου. Απ’ αυτή την άποψη, το ερώτημα: «συνειδητό ή αυθόρμητο» είναι κυ­ριολεκτικά ένα ψευτοδίλημμα. Αλλο είναι το ερώ­τημα που πρέπει να τεθεί, και συγκεκριμένα: είναι αντιστρεπτή αυτή η διαδικασία ή όχι; Μ1 άλλα λό­για, υπάρχει η προοπτική να μαζικοποιηθούν και πάλι τα αστικοποιημένα συνδικάτα ή όχι; Και πα­ραπέρα: π ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλι­στικού κινήματος περνά μέσα από τα αστικοποιη­μένα συνδικάτα, θα αρχίσει και θα ολοκληρωθεί στο έδαφός τους ή όχι;

Η απάντηση και στα δυο ερωτήματα είναι όχι.ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ: Τα αστικοποιημένα συνδικάτα δεν

πρόκειται να μαζικοποιηθούν και πάλι. Αντίθετα, θα γραφειοκρατικό ποιούνται ολοένα και περισσό­τερο, θα γίνονται όλο και πιο καλοκουρδισμένοι πελατειακοί μηχανισμοί της συνδικαλιστικής γρα­φειοκρατίας. Η ίδια η συνδικαλιστική γραφειοκρα­τία, με την πλήρη αστικοποίησή της έχει κάνα αυ­τή την επιλογή.

Εκτός πια κι αν θεωρήσουμε ότι η αστικοποίηση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας είναι μια... προσωρινή αρρώσπα, που θα ξαναδώσει τη θέση της στον ρεφορμιστικό διεκδικηπσμό, που θα ξα- ναφέρει τους εργαζόμενους στις τάξεις των ση­μερινών συνδικάτων. Αυτό όμως δεν αξίζει ούτε καν να το διερευνήσουμε, όταν βλέπουμε τη συ­μπεριφορά του συνόλου της συνδικαλιστικής γρα­φειοκρατίας την τριετία 1990 - 92, την τριετία της πιο βάρβαρης επίθεσης ενάντια στην εργατική τά­ξη και τους εργαζόμενους μισθωτούς.

ΕΧΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ δυο δεδομένα: πρώτο, έχει συντελεστεί αυθόρμητα η οργανωτική ρήξη των πλαπών εργαζόμενων μαζών με τα αστικοποιημέ­να συνδικάτα και δεύτερο, αυτή η διαδικασία είναι μη αντιστρεπτή. Ποιές όμως είναι οι προοππκές της; θα εξακολουθεί να παραμένει η σημερινή κα­τάσταση, με πς εργαζόμενες μάζες μακρυά μεν από τα συνδικάτα, αλλά αποδεχόμενες έστω και κατ’ ανάγκη το αστογραφειοκραπκό σύστημα σαν εκφραστή τους (π.χ. στο επίπεδο των ΣΣΕ);

Η απάντηση είναι και πάλι όχι. Η ταξική πάλη θα οξυνθεί και στο βαθμό που θα οξύνεται θα οξύνε- ται και η σύγκρουση των εργαζόμενων με τη συν­δικαλιστική γραφειοκρατία. Και σαν αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης αυθόρμητα θα έχουμε και οργανωτικά αποκρυσταλλώματα, που θα αποτε­λούν πιο προωθημένες εκφράσεις της σημερινής οργανωτικής ρήξης, που έχει περισσότερο παθη­τικό χαρακτήρα.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ αυτή δεν θα είναι καινοφανής. Πα- ρατηρείται εδώ και χρόνια στη Δυτική Ευρώπη, ό­που η ασπκοποίηση του επίσημου συνδικαλισμού αριθμεί ήδη κάμποσες δεκαετίες. Σε συνθήκες ό- ξυνσης της ταξικής πάλης δημιουργούνται εργα­τικές επιτροπές, που σε συνθήκες άμεσης δημο­κρατίας αναλαμβάνουν την καθοδήγηση του αγώ­να. Κι έχουμε έναν αγώνα δρόμου από τις αστικογραφειοκρατικές ηγεσίες, που προσπαθούν να βάλλουν στη μπάντα αυτές τις επιτροπές ή να πς εντάξουν στη δύναμή τους σαν επιτροπές των διάφορων συνδικάτων. Και η Ελλάδα, όπου η πλή­ρης αστικοποίηση του ρεφορμιστικού συνδικαλι­σμού είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο (για λό­γους που έχουν σχέση με το σύνολο των μεταπο­λεμικών εξελίξεων στη χώρα μας), δεν πρόκειται να αποτελέσει εξαίρεση. Τα πράγματα αυθόρμητα θα τείνουν σ' αυτή την κατεύθυνση. Αυτό είναι σί­γουρο.

ΕΥΚΟΛΑ ΛΟΙΠΟΝ προκύπτει η αρνητική απά­ντηση στο δεύτερο ερώτημα, που θέσαμε παρα­πάνω, αν η ταξική ανασυγκρότηση θα συντελεστεί στο έδαφος των σημερινών συνδικάτων. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει προοπτική μαζικοποίησης αυτών των συνδικάτων, αλλά προοπτική παραπέ­ρα γραφειοκρατικοποίησής τους και μετατροπής τους σε ισχυρούς πελατειακούς μηχανισμούς, ενώ παράλληλα η ταξική πάλη θα γεννά περιοδικά σχήματα της βάσης ανταγωνιστικά προς τα ασπ- κοποιημένα συνδικάτα, το ερώτημα που τέθηκε παίρνει άλλη μορφή: πώς πρέπει να επιδράσει ο ταξικός συνδικαλισμός σ' αυτή την αυθόρμητη πο­ρεία των πραγμάτων;

ΠΡΙΝ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ για την ταχτική της πλή­ρους ρήξης, που αποτελεί μονόδρομο για τον τα­ξικό συνδικαλισμό, πρέπει να κλείσουμε μ’ ένα ζή­τημα που αφήσαμε ανοιχτό στην αρχή αυτού του κεφαλαίου: Γ ιατί οι αυθορμητίστικες ομάδες στέ­κονται αρνητικές σ' αυτή την ταχτική γραμμή;

Ασφαλώς και δεν αποφάσισαν ξαφνικά να εγκα- ταλείψουν την αυθορμητίστικη γραμμή τους. Αντί­θετα, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο αυθορμητί- στικος χαρακτήρας τους είν’ αυτός που κρατά ά­τομα και ομάδες αυτού του χώρου στη γραμμή άρνησης της ρήξης με την αστικοποιημένη γρα­φειοκρατία. Γ ιατί αυθορμητίστικος χαρακτήρας σημαίνει απουσία προγράμματος και ταχτικής. Και, κακά τα ψέμματα, για να προωθήσεις γραμμή ρήξης πρέπει να έχεις πρόγραμμα (αυτό είναι το βασικότερο) και κατόπιν ταχπκή.

Πρέπει μ' άλλα λόγια να αυτοπροσδιορίζεσαι και όχι να ετεροπροσδιορίζεσαι. Πρέπει να απευθύνε­σαι σπς εργαζόμενες μάζες με το δικό σου πρό­γραμμα, ν’ ανοίγεις τα μέτωπα πάλης με τη δική σου ταχτική-σχέδιο και να μην περιορίζεσαι α­πλώς να λειτουργείς σαν αριστερή ανππολίτευση στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Ολες οι αυ-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 113

Page 115: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

θορμητίστικες ομάδες όχι απλώς ετεροπροσδιορί­ζονται, αλλά κυριολεκτικά δεν μπορούν να υπάρ­ξουν παρά μόνο σαν η αριστερή αντιπολίτευση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και σε πολ­λές περιπτώσεις (ειδικά στο πρωτοβάθμιο επίπε­δο) σαν η αριστερή συνείδηση των αστογραφειο- κρατών.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ υπάρχουν πολλά. Η απεργία του Απρίλη - Μάη στους ΟΤΑ, η απεργία ης ΕΑΣ, ο αγώνας ενάντια στον αντιασφαλιστικό νόμο 2084/92 είναι μερικά πρόσφατα. Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι αυθορμητίστικες ομάδες ούτε που ήθελαν να ακούσουν για συγκρότηση επιτρο­πών ταξικών συνδικαλιστών. Εκαναν απλώς κριτι­κή και... δημιουργικές υποδείξεις στη συνδικαλι­στική γραφειοκρατία, η οποία βέβαια μπορεί και α­φομοιώνει αυτή τη στάση, μετατρέποντάς την σε στοιχείο του συστήματός της. Γ ιατί κάθε σύστημα, που στηρίζεται στις αρχές της αιρετότητας (όπως ο κοινοβουλευτισμός) χρειάζεται και την αριστερή του αντιπολίτευση. Μπορεί τα κυρίαρχα κέντρα να ενοχλούνται απ' αυτή, δεν μπορούν όμως να κάνουν χωρίς αυτή.

ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ο βασικός λόγος που η αυθορμη- τίστικη αριστερή αντιπολίτευση δεν μπορεί να υιο­θετήσει και να εφαρμόσει στην πράξη την ταχπκή της πλήρους ρήξης με την αστικοποιημένη συνδι­καλιστική γραφαοκρατία. Πάνω σ' αυτόν, όπως έ­χουμε ξαναπεί, αντανακλάται όλη η έλλειψη αρ­χών και η ταξική ασυνέπεια και ταλάντευση του αυθορμητισμού σαν συνδικαλιστικού ρεύματος. Υ­πάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι, όπως οι ιστορικοί δεσμοί τμημάτων του αυθορμητίστικου χώρου με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ο παραγοντι- σμός, η προσπάθεια να σωθούν κάποια πολιτικο- συνδικαλιστικά «μαγαζάκια» στις παρυφές του α- στογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού κινήματος κ.ά.

Τα πρωτοβάθμια σωματείαΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ επιχειρήματα, με τα οποία

οι αυθορμητιστές αρνούνται τη ρήξη, είναι η «δια­φορετικότητα» των πρωτοβάθμιων σωματείων σε σχέση με τα δευτεροβάθμια και τη ΓΣΕΕ. Δεν εί­ναι βέβαια τυχαίο, ότι στις διοικήσεις των πρωτο­βάθμιων σωματείων διαθέτουν κάποιες εκπροσω­πήσεις και οι αυθορμητιστές. Ούτε είναι τυχαίο, ότι ορισμένοι από τους αυθορμητιστές έχουν κά­νει την αδυναμία τους αρετή, έχουν θεωρητικο­ποιήσει τον οπορτουνισμό τους, αναζητώντας ρι­ζοσπαστικές στάσεις σε συνδικαλιστές του Πε­ρισσού και της λεγόμενης «αυριανικής» ή «λαίκι- στικής» πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ.

Την απάντηση σ’ αυτό το σόφισμα (γιατί περί σοφίσματος πρόκειται) την έχει ήδη δώσει η εξέ­λιξη της ταξικής πάλης τα τελευταία χρόνια. Τί να πρωτοθυμηθεί κανένας; Τα πρωτοβάθμια σωμα­τεία των προβληματικών (τις διοικήσεις εννοούμε πάντα), που ξεπούλησαν εν ψυχρώ τον αγώνα; Τα σωματεία της ΕΑΣ, που έπνιξαν την πιο μαχητική απεργία των τελευταίων χρόνων; Τα συνδικάτα των Οικοδόμων, που συμπεριφέρονται κυριολεκτι­κά σαν νταβατζήδες της εργατικής τάξης, «που­λώντας» στους εργάτες την κάρτα προτεραιότη­τας για το χειμερινό επίδομα (τη δυνατότητα τους την έδωσε η κυβέρνηση, όχι «δωρεάν» βέβαια) με

αντίτιμο την υποχρεωτική καταβολή συνδικαλιστι­κής συνδρομής δεόντως προσαυξημένης; Ή τα ί­δια συνδικάτα, που δημιουργούν «τάγματα εφό­δου» ενάντια στους ξένους εργάτες;

Η ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ και η σήψη της συνδικαλιστι­κής γραφειοκρατίας έχει ολοκληρωθεί μέχρις επι­πέδου... συνοικιακών παραρτημάτων. Και δεν αξί­ζει να συζητά κανένας γΓ αυτό το γεγονός. Αλλω­στε, και οι αυθορμητιστές έχουν πληρώσει τις αυταπάτες τους σχετικά με τη «διαφορετικότητα» των πρωτοβάθμιων σωματείων Μαι σε ορισμένες περιπτώσεις προχώρησαν και σε κάποιου είδους κριτική (έχουμε υπόψη μας την κριτική του ΕΑΜ για τις περιπτώσεις της ΕΒΟ και της ΠΕΙΡΑΙΚΗΣ ΠΑΤΡΑΙΚΗΣ).

Παρά ταύτα όμως, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια-τριτοβάθμιο εξα­κολουθεί να γίνεται και να προσδιορίζει σε μεγά­λο βαθμό την ταχτική των αυθορμητιστών. Ταχτι­κή που έχει βέβαια διαβαθμίσεις (π.χ. το ΝΑΡ έχει την πιο δεξιά θέση και στάση, «παίζοντας» φανε­ρά με τη γραφειοκρατία του Περισσού και τα συν­δικάτα που αυτή ελέγχει, το Μ-Λ ΚΚΕ δεν δίστα­σε ακόμη και να συνεργαστεί εκλογικά με τον Πε­ρισσό - και το ΝΑΡ - στους καθηγητές μέσης εκπαίδευσης, το ΚΚΕ μ-λ κρατάει μεγαλύτερες α­ποστάσεις) όμως στη βάση της είναι η ίδια, αφού αρνείται τη ρήξη.

ΟΙ ΑΥΘΟΡΜΗΤΙΣΤΕΣ όλων των τάσεων και δια- βαθμίσεων δείχνουν εδώ πλήρη αδυναμία να κα­τανοήσουν τον χαρακτήρα και τη συγκρότηση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού συστήμα­τος και να το αντιμετωπίσουν ταξικά. (Δεν μιλάμε μόνο για αδυναμία στο επίπεδο της θεωρητικής α­νάλυσης, αλλά για αδυναμία που μπορεί να έχει ποικίλες αιτιολογίες, ακόμη και τις παραγοντίστι­κες ανάγκες. Δεν είναι δουλειά δική μας να κά­νουμε διερεύνηση προθέσεων, αλλά να ξεκινάμε από τα φαινόμενα και τις διαπιστώσεις της ζωής και να βγάζουμε πολιτικά συμπεράσματα).

ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ του αστογραφειοκρατικού συνδι­καλισμού έχει μα σειρά κέντρα. Υπάρχει η διαβάθ- μιση από το πρωτοβάθμιο μέχρι το τριτοβάθμιο ε­πίπεδο, που δημιουργεί μια σειρά κέντρα. Υπάρ­χουν οι παρατάξεις - προεκτάσεις των αστικών κομμάτων, που επίσης αποτελούν κέντρα του ό­λου συστήματος. Υπάρχουν ακόμη οι διάφορες τάσεις μέσα στις αστογραφειοκρατικές παρατά­ξεις, που επίσης λειτουργούν σαν κέντρα του ό­λου συστήματος.

Ολα αυτά τα κέντρα έχουν τη σχετική τους αυ­τονομία στα πλαίσια του συστήματος. Εχουν τις μεταξύ τους αντιθέσεις, που συχνότατα εκφράζο­νται και ανοιχτά, φτάνουν ακόμη και στο επίπεδο της σύγκρουσης. Το βασικό χαρακτηριστικό του συστήματος όμως δεν είναι η σχετική αυτονομία και οι αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του, αλλά η ΕΝΟΤΗΤΑ όλων αυτών των κέντρων ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Οπως ακριβώς το συνολικό σύστημα εξουσίας της αστικής τάξης έχει διάφορα κέντρα (κυβέρνη­ση, αστικά κόμματα, προεδρία δημοκρατίας, καπι­ταλιστικά «λόμπι», αστικός τύπος, στρατός, μυ­στικές υπηρεσίες, αστικά συνδικάτα κ.ά ), που έ­χουν τη σχετική αυτονομία τους, που έχουν τις αντιθέσεις τους, οι οποίες συχνά παίρνουν το χα·

114 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 116: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

ρακτήρα πολιτικής κρίσης κορυφών, αλλά δεν ο­δηγούν ποτέ στην «αυτόματη» κατάρρευση του καπιταλιστικού συστήματος, γιατί όλα αυτά τα κέ­ντρα υπερασπίζονται εξίσου την καπιταλιστική τά­ξη πραγμάτων, έτσι και το αστογραφειοκρατικό συνδικαλιστικό σύστημα, που αποτελεί ένα υπο­σύστημα του συνολικού αστικού συστήματος ε­ξουσίας, εμφανίζει την ίδια εικόνα στο εσωτερικό του.

Γ ια να το πούμε διαφορετικά, οι αντιθέσεις ανά­μεσα στα διάφορα κέντρα του αστογραφειοκρατι- κού συνδικαλιστικού συστήματος, είτε πρόκειται για αντιθέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές βαθμί­δες συνδικαλιστικής οργάνωσης είτε πρόκειται για αντιθέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές αστο- γραφειοκρατικές τάσεις, δεν είναι ταξικές αντιθέ­σεις. Δεν αφορούν την αντίθεση της εργατικής τάξης με την αστική τάξη, αλλά ενδοαστικές αντι­θέσεις, κοινοβουλευτικού χαρακτήρα, που έχουν να κάνουν με την κατανομή ισχύος ανάμεσα σπς διάφορες αστικές φατρίες.

ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ανάμεσα στις διάφορες αστο- γραφειοκρατικές τάσεις έφτασαν ακόμη και στη διάσπαση με το πασοκικό πραξικόπημα του 1985 στη ΓΣΕΕ. Κι όμως η περίοδος που ακολούθησε αυτή τη διάσπαση ήταν η περίοδος της ολοκλή­ρωσης της αστικοποίησης της αριστερής (αριστε­ρής με τη σχετική έννοια του όρου) πτέρυγας του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού, της ΕΣΑΚ. Η κρίση βρήκε διέξοδο στο ενωτικό συνέδριο όλων των τάσεων τον Απρίλη του 1989, δυο μόνο μήνες πριν αρχίσει η «μεσοβασιλεία» των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα. Κι είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι η πολιτική κρίση των ετών 1988 - 89 - 90 επέδρασε ευεργετικά στον αστογραφειο- κρατικό συνδικαλισμό, που διατήρησε τη σχετική του αυτονομία από τις εξελίξεις στη διαμάχη των αστικών κομμάτων. Την περίοδο που ΝΔ και ενιαί­ος ΣΥΝ χτυπούσαν αλύπητα τους «ψεύτες και κλέφτες του ΠΑΣΟΚ», στη ΓΣΕΕ πραγματοποιεί­ται το ενωτικό συνέδριο. Και όταν οι εταίροι της κυβέρνησης Τζαννετάκη έστελναν στο Ειδικό Δι­καστήριο τον Παπανδρέου, η ΓΣΕΕ συνέχιζε α- διατάρακτη την πορεία των «κοινωνικών εταί­ρων».

Σ' ΑΥΤΗ ΤΗ ΒΑΣΗ μπορούμε απόλυτα να κατα­νοήσουμε πς αντιθέσεις και ανάμεσα σπς διάφο­ρες πτέρυγες της συνδικαλιστικής γραφειοκρα­τίας και ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα συνδικαλι­στικής οργάνωσης.

Ενα πρωτοβάθμιο σωματείο, για παράδειγμα, σε περιόδους όξυνσης της ταξικής πάλης, δέχεται mo έντονα την πίεση της βάσης, αφού η απόστα­ση ανάμεσα στα γραφειοκρατικά στελέχη και την εργατική βάση είναι πολύ μικρότερη από την από­σταση ανάμεσα στη βάση κα τους εντελώς απο­μονωμένους γραφειοκράτες της Ομοσπονδίας, του ΕΚ και της ΓΣΕΕ. Αλλος είναι ο ρόλος των μεν και άλλος των δε. Οι πρωτοβάθμιοι έχουν τό­τε πιο δύσκολο έργο. Πρέπει να ελιχθούν με μαε­στρία, ώστε να μπορέσουν να εκτονώσουν την ταξική πίεση. Στοιχείο αυτών των ελιγμών είναι α­κόμη και οι κόντρες με τις παραπάνω συνδικαλι­στικές βαθμίδες. Πολλές φορές μάλιστα, γρα­φειοκράτες πρωτοβάθμιων σωματείων, που δέχο­νται σκληρή επίθεση, παίζουν ακόμη και τη δική τους την καριέρα, γι' αυτό και γίνονται πιο επιθε­

τικοί. Το δρόμο της ταξικής πάλης όμως δεν τον ακολουθούν ποτέ και έχουμε δεκάδες τέτια παρα­δείγματα, ειδικά την τελευταία τριετία.

Τα ίδια ισχύουν και για τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες τάσεις του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, που είναι κατευθείαν προεκτάσεις (με πς συνδικαλιστικές ιδιαιτερότητες) των ανπ- θέσεων ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Κάνει για παράδειγμα η ΕΣΑΚ μια σύσκεψη πρωτοβάθμιων σωματείων, που ελέγχει, με θέμα το ασφαλιστικό και στέλνει τάχα προειδοποίηση στη ΓΣΕΕ. Και σπεύδουν να χαιρετίσουν την ενέργεια και διάφο­ροι αυθορμητιστές, κλείνοντας τα μάτια ακόμη και μπροστά στα όσα την ίδια στιγμή διαδραματίζο­νταν στη ΓΣΕΕ, όπου με πλήρη ομοφωνία (και της ΕΣΑΚ δηλαδή) γίνονταν όλα όσα έγιναν (πό­ρισμα συντηρητικής κατεύθυνσης, συμφωνία με την κυβέρνηση, συμφωνία με το ΣΕΒ κ.ά.). Παίζει πολιτικά ο Περισσός με αντι-Μάαστριχτ διακηρύ­ξεις και σπεύδουν οι αυθορμηπστές να μιλήσουν για «ριζοσπαστικό τόξο». Κλπ. κλπ.

ΤΕΛΙΚΑ εκείνο που μετράει είναι το αποτέλε­σμα. Και κείνοι που κάνουν αυτού του είδους τους διαχωρισμούς ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του αστογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού κινήματος οφείλουν να απαντήσουν: πότε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του πρωτοβάθμιου επίπεδου ήρθε σε ρήξη με τη γραφειοκρατία των ανώτερων βαθ­μιδών, υπερασπίζοντας τα ταξικά συμφέροντα; Πότε η αριστερή πτέρυγα του αστογραφειοκρατι- κού φάσματος ήρθε σε ρήξη με τις άλλες πτέρυ­γες; Από κανού δεν έχουν πάρει όλες τις κρία- μες αποφάσεις, για πς Συμβάσεις, για το Ασφαλι­στικό, για τις προβληματικές, για τη χρηματοδό­τηση από το αστικό κράτος, για την Υγιεινή κα Α­σφάλεια, για τα ΕΟΚικά προγράμματα κα σεμινά­ρια, για τα κοινά Ινστιτούτα με τον ΣΕΒ κα για τό­σα ακόμη ζητήματα «ων ουκ έστιν αριθμός»; Η α­πάντηση είνα βέβαα: ποτέ.

Η ταχτική της ρήξης και η οργανωτική της διάσταση

ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ γεγονός αδιαμφισβήτητο, όπ η οργανωτική ρήξη της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών και εργαζόμενων, της συντριπτικής πλειοψηφίας των νέων, με τον αστσγραφειοκραπ- κό συνδικαλισμό έχει αυθόρμητα συντελεστεί.

Είνα επίσης σίγουρο, ότι αυτή η πορεία δεν θα μείνει στα μισά του δρόμου, αλλά επίσης αυθόρ­μητα θα προχωρήσει, με τη δημιουργία παράλλη­λων σχημάτων (επιτροπών βάσης), που δεν θα έ­χουν βέβαια τη διάρκεια κα τη μονιμότητα του ορ­γανωμένου αστογραφειοκρατικού συστήματος, αλλά θα γεννιούντα μέσα στη φωτιά της ταξικής πάλης κα θα έρχοντα αναγκαστικά σε σύγκρουση μαζί του.

Στις ανάγκες αυτής της πραγματικότητας έρχε- τα να ανταποκριθεί η ταχτική της πλήρους ρήξης με τον αστικογραφειοκραπκό συνδικαλισμό στο σύνολό του.

ΑΣ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΕ κατ' αρχήν ένα ζήτημα, που δεν αξίζει να ασχολείτα κανένας μαζί του, α­ναγκαζόμαστε όμως, γιατί διάφοροι καλοθελητές του αυθορμητίστικου χώρου κάνουν πως δεν κα­ταλαβαίνουν, για να μην πούμε πως διαστρεβλώ­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | | |

Page 117: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

νουν και προβοκάρουν.Οργανωτκή ρήξη δεν σημαίνει εγκατάλειψη των

σημερινών αστικοποιημένων συνδικάτων. Οι κομ­μουνιστές δούλεψαν ακόμη και στα φασιστικά συνδικάτα, στο βαθμό που αυτό απαιτούσε η τα­χπκή τους. Και η ΤΑ^ΑΝ έχει ξεκαθαρίσει (όχι βέ­βαια απολογούμενη), όπ δεν πρέπει να εγκατα- λειφτούν τα σημερινά αστικοποιημένα συνδικάτα, ακόμη και τώρα που απομαζικοποιούνται. Η γρα­φειοκρατία πρέπει να αισθάνεται την ανάσα των κομμουνιστών και των ταξικών συνδικαλιστών στο σβέρκο της, ακόμη και μέσα στο ίδιο της το ά­ντρο. Αλλο πράγμα σημαίνει οργανωτική ρήξη και θα το (ξανα)δούμε αμέσως παρακάτω.

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ σημαίνει οικοδόμηση του ταξικού πόλου μέσα κι έξω από τα αστικοποιημέ­να συνδικάτα. Με το κέντρο βάρους να πέφτει στο «έξω». Γιατί «έξω» είναι η πλαοψηφία της εργαπ- κής τάξης και ειδικά (εμείς επιμένουμε σ' αυτό το «ειδικά») η νέα βάρδια της.

Σ’ αυτή την ταχτική υπάρχουν μερικά κρίσιμα ζη­τήματα. Θα πρέπει οι ταξικοί συνδικαλιστές να προσπαθούν να μαζικοποιήσουν τα αστικοποιημέ­να συνδικάτα; Η δική μας απάντηση είναι όχι κι εί­ναι ευνόητο γιατί. Γ ιατί κάθε τέτια προσπάθεια θα υψώσει τείχη ανάμεσα στον ταξικό συνδικαλισμό και τους εργάτες κι εργαζόμενους, ειδικά τους νέους.

ΠΩΣ ΟΜΩΣ θα λυθεί το ζήτημα της οργάνω­σης, αφού ακόμη δεν υπάρχουν οι όροι για δη­μιουργία ταξικών συνδικάτων; Στο ερώτημα αυτό έρχεται να απαντήσει η δημιουργία επιτροπών τα­ξικών συνδικαλιστών, που θα είναι ανοιχτές στους εργάτες και θα αποτελούν πόλο συσπείρω­σης. Γ ια να αποτελούν όμως πόλο συσπείρωσης στην πράξη και όχι στα λόγια, πρέπει να βρίσκο­νται σε διαρκή σύγκρουση με την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά και (προπα­ντός αυτό) να αναλαμβάνουν αγωνιστικές πρωτο­βουλίες, που θα πς καταξιώνουν σαν ταξική πρω­τοπορία, σαν έμβρυο των μελλοντικών ταξικών συνδικάτων.

ΑΥΤΗ Η ΤΑΧΤΙΚΗ σημαίνει εκ των πραγμάτων δυϊσμό μέσα στο εργατικό κίνημα. Οι επιτροπές ταξικών συνδικαλιστών συμβολίζουν το καινούρ­γιο, που μπορεί μεν να μην είναι ακόμη τόσο δυ­νατό, όμως βρίσκεται σε διαρκή πάλη ζωής και θα­νάτου με το παλιό, με τον αστικοποιημένο γρα­φειοκρατικό συνδικαλισμό.

Και είναι πια εύκολο να αντιληφτεί κανείς, ότι αυτή η ταχτική μεταφέρεται και στο εσωτερικό των αστικοποιημένων συνδικάτων. Η ταξική γραμ­μή επιβάλλει τη διαρκή σύγκρουση με τις αστο- γραφειοκρατικές ηγεσίες. Δεν μπορεί ο ταξικός συνδικαλισμός να εμφανίζεται με δυο πρόσωπα, ένα για το εσωτερικό των συνδικάτων και ένα έξω απ’ αυτά. Η δράση των επιτροπών θα απλώνεται μεσα κι έξω από τα συνδικάτα, χωρίς να υπάρχει ο όρος να γίνεται κάποιος μέλος του συνδικάτου για να γίνει δεκτός σε μια ταξική επιτροπή.

ΜΟΝΟ ΕΤΣΙ θα μπορέσει ο ταξικός συνδικαλι­σμός να σπάσει το κέλυφος που κρατά ιδιαίτερα την εργατική νεολαία σε απόσταση όχι μόνο από τα αστικοποιημένα συνδικάτα, αλλά από κάθε μορφή οργάνωσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα δίνει την εντύπωση όπ αποτελεί κι αυτός μια πτέ­ρυγα (έστω την αριστερή) του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού και θα πληρώνει το σχετικό κό­στος.

Αυτοί οι προβληματισμοί ούτε που περνούν από το μυαλό των αυθορμητιστών. Μπλεγμένοι στο δί­χτυ των «καλών σχέσεων» με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, περιορισμένοι σε μια περιθωριακή δράση στο στενό έδαφος των αστικοποιημένων συνδικάτων, αδυνατούν να δουν πς πραγματικές κοινωνικές τάσεις, αδυνατούν ν’ ακούσουν το υ­πόκωφο βογγητό της νέας εργατικής βάρδιας, που «βράζει» μέσα στον ριζοσπαστισμό της και ψάχνει διέξοδο να τον διοχετεύσει σε μαχητική δράση.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥΣ να επιμείνουν σ αυτή την τυ­φλή και αδιέξοδη γραμμή. Εμείς δεν πρόκειται να τους ακολουθήσουμε στο περιθώριο.

11$ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 118: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Μια πολεμική με τις μαοϊκές οργανώσεις

Σ ΧΕΤΙΚΗ με το ζήτημα που πραγματευτή­καμε στο προηγούμενο άρθρο είναι μια πολεμική ανάμεσα στην ΤΑζΑΝ και τις μαοϊκές οργανώσεις (ΚΚΕ μ-λ και Μ-Λ

ΚΚΕ), που έγινε γύρω από το ζήτημα της συνεργα­σίας στο 19ο_συνέδριο του ΕΚΑ (Αθήνα, Οκτώβρης 1992). Η ΤΑ-ΑΝ, στα πλαίσια της ενιαιομετωπικής της πολιτικής, πρότεινε στους συνδικαλιστές των εν λόγω οργανώσεων να παρέμβουν από κοινού στο συνέδριο του ΕΚΑ, μη αποκλείοντας ακόμη και τη συγκρότηση κοινού ψηφοδέλπου στις αρχιαιρε- σίες, στο βαθμό που υπήρχε κατάληξη σε μια ταξι­κή πλατφόρμα.

Στις συζητήσεις που έγιναν η ΤΑΞΑΝ κατέθεσε μια συγκροτημένη πλατφόρμα - πλαίσιο. Μ’ αυτή την πλατφόρμα δεν συμφώνησαν οι άλλες οργα­νώσεις, αντιπροτείνοντας ένα δικό τους σχέδιο, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να δε­χτεί η ΤΑ-ΑΝ (θα δούμε παρακάτω γιατί). Ετσι, η συνεργασία δεν έγινε, η ΤΑ-ΑΝ κατέβηκε στο συ­νέδριο με τη δική της πλατφόρμα και οι συνδικαλι­στές των δυο μαοϊκών οργανώσεων με τη δική τους, που ήταν ελαφρώς τροποποιημένο το κείμε­νο που είχαν προτείνει στην TArAN.

Προκληθήκαμε βέβαια από την «Προλεταριακή Σημαία» (εφημερίδα του ΚΚΕ μ-λ), που έγραψε όπ δεν επιτεύχθηκε συμφωνία «στη βάση σημαντικών διαφωνιών, που έχουν να κάνουν με αναρχοσυνδι- καλιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις που εξέ- φρασαν α εκπρόσωποι της ΣΑ Κ Ε»', χωρίς να εξη­γήσει ταυτόχρονα ποιές ήταν αυτές οι «αναρχο- συνδικαλιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις», ό­μως είχαμε εξαρχής σχεδιάσει να ασχοληθούμε α­ναλυτικά μ' αυτή την πολεμική, γιατί - όπως γρά­ψαμε και στον «Οχτώβρη» - «το πρόβλημα δεν εί­ναι αν έγινε ή όχι μια συνεργασία κάπου, αλλά η αντίθεση των ασυνεπών ταξικών δυνάμεων στη γραμμή κα το περιεχόμενο της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία».2 ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ο αναγνώστης να παρακο­

λουθήσει την ουσία της πολεμικής, παραθέτουμε αρχικά τις δυο πλατφόρμες, της ΤΑ-ΑΝ και των μαοϊκών οργανώσεων. Σε σχέση με την πλατφόρ­μα των μαοϊκών παραθέτουμε το χειρόγραφο κεί­μενο, που δόθηκε στην ΤΑ-ΑΝ σαν απάντηση στο δικό της σχέδιο και όπου χρειαστεί θα αναφέρουμε

πς μικρές διαφοροποιήσεις που έγιναν στο κείμε­νο, που υπό μορφή προκήρυξης κυκλοφόρησε στο συνέδριο του ΕΚΑ. Επιλέξαμε αυτόν τον τρόπο παρουσίασης όχι μόνο για λόγους δεοντολογίας (η πολεμική με την ΤΑζΑΝ έγινε στη βάση των δυο αρχικών κειμένων), αλλά και για να δείξουμε ποιές ήταν οι συνέπειες αυτής της πολεμικής στην ίδια τη διαμόρφωση της σκέψης των συνδικαλιστών των μαοϊκών οργανώσεων.

Η πλατφόρμα της ΤΑΞΑΝ1. Η βάρβαρη επίθεση ενάντια στα πιο στοιχειώδη

δικαιώματα των εργαζόμενων δεν αποτελεί απλώς πολιτική επιλογή της σημερινής κυβέρνησης, αλλά α­δήριτη ανάγκη της αστικής τάξης, που προσπαθεί να διαχειριστεί τη βαθειά κρίση του ελληνικού καπιταλι­σμού μέσω της συντηρητικής του ανασυγκρότησης.

Η επίθεση αυτή θα έχει αναγκαστικά μακρό ορίζο­ντα, γιατί ο εξαρτημένος και παρασιτικός χαρακτή­ρας του ελληνικού καπιταλισμού, σε συνθήκες όξυν- σης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστι­κού συστήματος, δεν επιτρέπει την έξοδο από την κρίση, αλλά δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο ελλειμμά­των, τεράστιου εξωτερικού χρέους, πληθωρισμού, που «αναγκάζουν» την αστική τάξη να επιτίθεται με όλο και μεγαλύτερη μανία ενάντια στην εργατική τά­ξη, το λαό και τη νεολαία.

2. Η κυβέρνηση της ΝΔ αποτελεί την αιχμή του δό- ρατος της επίθεσης της αστικής τάξης. Στηρίζεται ό­μως σ' αυτό από την αστική αντιπολίτευση, με επικε­φαλής το ΠΑΣΟΚ, και από τη συνδικαλιστική γρα­φειοκρατία.

Η αστική αντιπολίτευση, επειδή ακριβώς κινείται προγραμματικά στο ίδιο μήκος κύματος με την κυ­βέρνηση, στηρίζει την αντεργατική-αντιλαϊκή επίθε­ση, υπονομεύοντας ακόμη και τους αμυντικούς αγώ­νες των μαζών, οδηγώντας τους στον εκφυλισμό και την ήττα.

Βλέποντας την τεράστια φθορά που έχει υποστεί η κυβέρνηση της ΝΔ, η αστική τάξη προετοιμάζει από τώρα το σκηνικό ομαλής κυβερνητικής εναλλαγής, που έχει σαν πρωταγωνιστή του το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑ-

1. Προλεταριακή Σημαία, 17.10.19922. Οχτώβρης, αρ. φύλλου 157, 31.10.1992

yyyyyyyyyyy.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 117

Page 119: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

ΣΟΚ σπεκουλάρει με το μίσος των εργαζόμενων και νεολαιίστικων μαζών ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ και «πολιτικοποιεί» τους αγώνες τους με μια κούφια αντιδεξιά ρητορεία, πίσω από την οποία προσπαθεί να κρύψει την προγραμματική σύμπλευσή του με την κυβέρνηση (π.χ. θέσεις επιτροπής Τζουμάκα για την ασφάλιση, την πρόνοια και τις εργασιακές σχέσεις, θέσεις επιτροπής Σημίτη για την Παιδεία, θέσεις για την τοπική αυτοδιοίκηση, τις αστικές συγκοινωνίες κ.ά.).

3. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, κινούμενη στη γραμμή της συνεργασίας με τις καπιταλιστικές οργα­νώσεις και την ΕΟΚ, στηρίζοντας με το δικό της τρό­πο τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλι­σμού, προσπαθεί με κάθε τρόπο να ανακόψει το νέο εργατικό και λαϊκό ριζοσπαστισμό ή, αν δεν μπορέ­σει να τον ανακόψει, να τον ελέγξει κρατώντας τον στο ακίνδυνο κανάλι της αστικής κυβερνητικής εναλ­λαγής.

Με την αποθέωση της αστικής νομιμότητας και την υποταγή σ' αυτή, με την αποκήρυξη της εργατικής βίας και τη συκοφάντηση κάθε μαχητικής ενέργειας, με ταχτική εκτόνωσης και εκφυλισμού των εργατικών αγώνων, προσφέρει τη δική της μεγάλη συνεισφορά στο πέρασμα των αντεργατικών μέτρων της συντηρη­τικής ανασυγκρότησης.

4. Στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, ο αγώνας για την υπεράσπιση των πιο στοιχειοϊδίών δικαιωμά­των της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας απαιτεί για την ανάπτυξή του μια γραμμή ρήξης με την αστική πολιτική στο σύνολό της και όχι μόνο με την κυβέρνηση της ΝΔ.

Ειδικά στο συνδικαλιστικό κίνημα, η ταξική ανα­συγκρότηση δεν μπορεί να προωθηθεί, αν δεν στηρι­χτεί σε μια γραμμή πλήρους ρηξης με την αστικοποιη­μένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που έχει προ πολλού αποκηρύξει ακόμη και τον ρεφορμιστικό διεκδικητισμό και λειτουργεί σαν πέμπτη φάλαγγα της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού κα­πιταλισμού.

5. Η ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος δεν είναι μια οργανοπίστικη διαδικασία. Είναι ένα σύνθετο ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτι­κό προτσές, που έχει στην αφετηρία του τον προσα­νατολισμό του κινήματος, στη βάση μιας ολοκληρω­μένης ταξικής προγραμματικής πλατφόρμας.

Αυτή η πλατφόρμα ειδικότερα πρέπει να αναφέρε- ται στα παρακάτω ζητήματα.

6. Ασφαλιστικό. Να καταργηθούν και οι τρεις α­ντ ιασφαλιστικοί νόμοι, που ψηφίστηκαν μετά το 1990. Οχι στην ανταποδοτικότητα, όχι στην τριμερή χρηματοδότηση. Πλήρη ασφάλιση των εργαζόμενων και πλήρη χρηματοδότησή της από τους καπιταλιστές και το αστικό κράτος.

7. Δημοσιονομική πολιτική. Πρόσθετο αφορολόγη­το ποσό για μισθωτούς και συνταξιούχους, ίσο με το δεκατετραπλάσιο του ορίου φτώχιας της ΕΣΥΕ. Πλή­ρη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και των αφορολόγητων ποσών. Ενταξη όλων των ειδών πλατιάς κατανάλωσης σε μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ. Κατάργηση της φορολογίας της αποζημίωσης των μι- σθωτων κατά την απόλυση. Προοδευτική φορολογική κλίμακα, με διεύρυνση των ανώτερων κλιμακίων και αύξηση των ανώτερων συντελεστών. Αύξηση των κοι­νωνικών δαπανών. Κάλυψη από τον κρατικό προϋ­πολογισμό των ελλειμμάτων των κοινωφελίτικων ε­

πιχειρήσεων, με επιβολή ειδικής φορολογίας επί του επενδυμένου κεφαλαίου όλων των καπιταλιστικών ε­πιχειρήσεων. Κατάργηση όλων των φοροαπαλλαγών του κεφαλαίου, που έχουν θεσπιστεί με τους λεγάμε­νους «αναπτυξιακούς» νόμους.

8. Εργασιακές σχέσεις. Απόρριψη κάθε ιδέας σύνδε­σης του μισθού με την «παραγωγικότητα». Απόρριψη του ωρομίσθιου, της μερικής απασχόλησης, του «συ­νολικού χρόνου εργασίας», του σπαστού ωράριου. Πενθήμερο - 35ωρο. Επέκταση του ν. 2112 και στους εργατοτεχνίτες.

9. Ανεργία. Οχι στην «απελευθέρωση της αγοράς εργασίας» (ομαδικές απολύσεις). Ασφάλιση όλων των ανέργων (και των νέων). Επιδότηση όλων των α­νέργων, Ιση τουλάχιστον με το μισθό της ΕΓΣΣΕ, για όσο διάστημα θα είναι άνεργοι.

10. Μισθολογικά. Διεκδίκηση αυξήσεων στους μι­σθούς, που θα τείνουν να τους φέρουν τουλάχιστον στο όριο της αξίας της εργατικής δύναμης.

11 Ξένοι εργάτες. Να καταργηθεί ο ρατσιστικός νό­μος για τους ξένους εργάτες. Ισοι όροι δουλειάς, α­μοιβής, ασφάλισης για όλους τους ξένους εργάτες. Εγγραφή όλων των ξένων εργατών στα συνδικάτα, χωρίς κανένα ειδικό όρο. Εμπρακτη αλληλεγγύη των ελλήνων εργαζόμενων στους μετανάστες, με οργάνω­ση συσσιτίων, προστασία από τα αστυνομικά πογ- κρόμ κλπ.

12. — Να καταργηθούν όλοι οι ανελεύθεροι νόμοι, που βάζουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εργατικής και λαϊκής πάλης. Ιδιαίτερα ο απεργοκτόνος και ο «αντιτρομοκρατικός» νόμος.

— Κανένα δικαίωμα στα δικαστήρια να κρίνουν το δικαίωμα της απεργίας.

— Να καταργηθούν οι μηχανισμοί μεσολάβησης και διαιτησίας του νόμου 1876/90.

— Να καταργηθεί το άρθρο 69 του ΑΚ, που αναγο­ρεύει τα δικαστήρια σε κριτές της συνδικαλιστικής νομιμότητας.

— Εξω από τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς ΕΟΚ, ΝΑΤΟ, ΔΕΕ.

— Εξω οι βάσεις και τα πυρηνικά.

Η πλατφόρμα των μαοϊκώνΕχουμε μπει σε μια περίοδο, που το κύριο χαρακτη­

ριστικό της είναι η ξέφρενη επίθεση του ιμπεριαλιστι­κού - καπιταλιστικού κόσμου ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς. Μια επίθεση που οδηγεί τερά­στια στρώματα των εργαζομένων στην ανεργία, την πείνα και την εξαθλίωση.

Ταυτόχρονα, στα πλαίσια της γενικευμένης κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, οξύνο- νται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για το ξανα­μοίρασμα του κόσμου, όπου οι ιμπεριαλιστικές επεμ­βάσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Τρανό πα­ράδειγμα τέτοιων επεμβάσεων αποτελούν τα Βαλ­κάνια και ειδικότερα η Γιουγκοσλαβία. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές πρωταγωνιστούν σε αυτές τις τυχοδιωκτικές επεμβάσεις, και που έχουν σαν στόχο την ενίσχυση της κάθε ιμπεριαλιστικής χώ­ρας σε βάρος των ανταγωνιστών της και τη διαμόρ­φωση συσχετισμών και αυμμαχιών, που θα τους επι­τρέπει από καλύτερες θέσεις να μπουν στο ξαναμοί­ρασμα των αγορών.

Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, συνθήκες καπιταλι­

!1| ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 120: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

στικής βαρβαρότητας, οι εργαζόμενες μάζες αντιστέ­κονται και μέσα από τους καθημερινούς τους αγώνες διαμορφώνουν τη δική τους αντίσταση.

Η ελληνική ολιγαρχία, υποταγμένη στους ιμπερια­λιστικούς συνασπισμούς και οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σαν πολιτικοί εκφραστές αυτής της υποταγής, Θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέρον­τα του λαού και της χώρας.

Σ' αυτές τις συνθήκες, είναι απαραίτητο να δυνα­μώσουν οι αγώνες του λαού μας, ενάντια στον ιμπε­ριαλισμό, τον πόλεμο και τον εθνικισμό.

Στο εσωτερικό της χώρας, η κυβέρνηση της Δεξιάς, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης και των μονοπωλίων της ΕΟΚ, έχει εξαπολύσει μια βάρβαρη επίθεση σε βάρος της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας. Η διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης, το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων, το πέταγ­μα στο δρόμο δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων, η πο­λιτική της πείνας και της εξαθλίωσης, αποτελούν τον βασικό χαρακτήρα της αντιλαϊκής και αντεργατικής επίθεσης. Στόχος αυτής της πολιτικής είναι η οικονο­μική αφαίμαξη των μαζών προς όφελος του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου. Ακόμη παραπέρα, η επίθεση αυτή έχει σαν στόχο την διάλυση του εργατικού συνδικαλι­στικού κινήματος, με την αφαίρεση των δυνατοτήτων να απεργούν και να διαδηλώνουν οι εργαζόμενες μά­ζες.

Αυτό το στόχο έχει η ένταση της κρατικής τρομο­κρατίας, οι διώξεις και φυλακίσεις απεργών. Στοχεύ­ει επίσης στην παραπέρα κλιμάκωση της φασιστικό- ποίησης της πολιτικής ζωής, όπου η τρομοκρατία των ΜΑΤ και η καταστολή ν' αποτελούν αρνητικό παρά­γοντα για την εκδήλωση των εργατικών και κοινωνι­κών αντιστάσεων.

Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, αναπτύχθηκε και συγ- κρούστηκε με την κυβερνητική πολιτική και τις δυνά­μεις καταστολής ο πρόσφατος ηρωικός απεργιακός αγώνας. Ενας αγώνας που έφερε για ένα μεγάλο διά­στημα σε δύσκολη θέση την κυρέρνηση και την πλου­τοκρατία.

Μέσα απ’ αυτόν τον παρατεταμένο αγώνα, οι εργα­ζόμενες μάζες έδειξαν τη δύναμή τους, αφού μετέτρε­ψαν την οργή τους σε μαζική δράση. Διαμόρφωσαν μέσα από τις καθημερινές απεργιακές τους κινητο­ποιήσεις και διαδηλώσεις ένα αγωνιστικό κλίμα, που έδινε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχιση του αγώ­να σε κάθε εργαζόμενο. Αποφασιστικό ρόλο στην πυ­ροδότηση αυτού του κινήματος έπαιξαν οι ηρωικοί α­γώνες των απεργών της ΕΑΣ.

Δυστυχώς, οι αγώνες αυτοί δεν ριόρεσαν να συνε­χιστούν, ώστε να οδηγήσουν το μαζικό κίνημα στη νί­κη. Οι μόνοι που δεν έχουν ευθύνη για την υποχώρη­ση του κινήματος είναι οι εργαζόμενοι. Αυτοί που ο­δήγησαν το μεγαλειώδες απεργιακό κίνημα σε υποχώρηση δεν είναι άλλοι από την ρεφορμιστική συνδικαλιστική ηγεσία και την κοινοβουλευτική αντι­πολίτευση. Οι δυνάμεις αυτές, ευθύς εξ αρχής, δεν εί­χαν σαν στόχο την ανατροπή των αντιλαϊκών και α- ντεργατικών μέτρων της Δεξιάς. Οι θέσεις τους κι­νούνται στο ίδιο μήκος κύματος με αυτές της κυβέρ­νησης, και αυτό έχει γίνει φανερό, τόσο με το ασφαλι­στικό σχέδιο Τζουμάκα όσο και με τη συμφωνία για to ασφαλιστικό ανάμεσα ΓΣΕΕ -ΣΕΒ, με τα γνωστά 6 σημείαΤαυτόχρονα οι δυνάμεις αυτές τρόμαξαν από την

Παρέμβαση του απεργιακού κινήματος. Τρόμαξαν

από τη διάθεση και πραχτική του απεργιακού κινήμα­τος, να συγκρσυστεί με τις δυνάμεις καταστολής.

Ετσι, οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ προτίμησαν το ξεπούλημα των απεργιακών αγώνων και την επανα­φορά του διαλόγου τους με την κυβέρνηση και την ερ­γοδοσία, πάντα στα πλαίσια της πολιτικής της ταξι­κής συνεργασίας. Εναν διάλογο, που δεν σταμάτησαν ούτε στη διάρκεια των απεργιακών αγώνων.

Οφείλουμε σαν εργαζόμενοι να βγάλουμε τ’ ανα­γκαία συμπεράσματα από τους πρόσφατους αγώνες μας και πάνω απ' όλα να αποκαλύψουμε πλατιά στους εργαζόμενους το βρώμικο απεργοσπαστικό ρό­λο της ρεφορμιστικής ηγεσίας του κινήματος.

Ταυτόχρονα οφείλουμε να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για την ανασυγκρότηση του ταξικού συνδι­καλιστικού κινήματος. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση αυτού του στόχου αποτελεί η κοινή δράση των ταξικών συνδικαλιστών και πρωτοπόρων εργατών.

Το σύνθημα Συνδικάτα ταξικά και όχι ρεφορμιστι­κά οφείλει να πάρει μια συγκεκριμένη έκφραση, με πρωτοβουλίες που να επιταχύνουν τον ταξικό προ­σανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήμα­τος. Αυτό σημαίνει πως τα Συνδικάτα θα πρέπει να γίνουν σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατικής τά­ξης. Να γίνουν εργαλεία όπου μέσα απ' αυτά να προ­ωθούνται τα ταξικά συμφέροντα, τόσο τα άμεσα όσο και αυτά της προοπτικής τους. Τέτοιου είδους συνδι­κάτα δεν μπορούν να είναι εξαρτημένα με οποιαδή- ποτε μορφή από το κράτος και την εργοδοσία. Απε­ναντίας τα συμφέροντα των εργαζόμενων απαιτούν από τα συνδικάτα να έρχονται σε μόνιμη ρήξη με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τις κυβερνήσεις τους.

Αμεσα το εργατικό κίνημα οφείλει να προετοιμα­στεί για να δώσει τη μάχη των Συλλογικών Συμβάσε­ων. Να πετύχουμε μέσα από ένα νέο απεργιακό ξέ­σπασμα αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα, που να ανταποκρίνονται στο σημερινό κόστος ζωής.

Παράλληλα να τεθεί ξανά η ανατροπή του αντια- σφαλιστικού νομοσχεδίου της Δεξιάς και όλων των αντεργατικών της μέτρων.

Οι πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς των εργα­ζομένων και η ανατροπή του αντιασφαλιστικου θα πρέπει να αποτελέσουν τον κεντρικό διεκδικητικό ά­ξονα της νέας μάχης των εργαζομένων. Οι εργαζόμε­νες μάζες πρόσφατα έκαναν φανερές τις διαθέσεις τους. Στις διαθέσεις αυτές οφείλουν να στηριχτούν οι ταξικές δυνάμεις και να πρωτοστατήσουν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους για την προώθηση αυτού του στόχου.

Περί ρεφορμισμού Και ουτοπίαςΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ στα δυο κείμενα αποκαλύ­

πτει μια πρώτη βασική τους διαφορά: το κείμενο της ΤΑ^ΑΝ είναι μια πλατφόρμα συγκροτημένη, με κατάληξη σε συγκεκριμένη ταχπκή και πλαίσιο αι­τημάτων, ενώ το δεύτερο είναι ένα φλύαρο, εντε­λώς γενικόλογο κείμενο, από το οποίο απουσιάζει εντελώς κάθε προγραμματική και ταχτική συγκρό­τηση.

Αυτή η πρώτη ματιά έρχεται να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματα που βγάλαμε στο προηγούμενο άρ­θρο για τον αυθορμητίσπκο μικροαστικό χώρο: όπ στερείται παντελώς προγράμματος και ταχτικής, όπ ετεροπροσδιορίζεται σε σχέση πάντα με πς κυ­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 119

Page 121: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

ρίαρχες αστογραφειοκρατικές δυνάμεις, στις ο­ποίες αναγκαστικά αφήνει κάθε πρωτοβουλία, για να τοποθετηθεί κατόπιν θετικά ή αρνητικά ως προς αυτή, ότι τελικά δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο - κι αυτό στην καλύτερη περίπτωση - σαν αριστερή αντιπολίτευση στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.

Η ΤΑΞΑΝ δεν θα μπορούσε ποτέ να συμφωνήσει σ ένα τέτιο κείμενο, όσο κι αν συμφωνεί με επίμέ- ρους επισημάνσεις του, για το λόγο ότι η παρέμβα­σή της θα ξέπεφτε στο επίπεδο της ανππολιτευπ- κής λογοκοπίας, που δεν έχει τίποτα να προσφέ­ρει στο κίνημα και που σε σημαντικό βαθμό μπορεί να απορροφηθεί από τον αριστερό πόλο του αστο- γραφειοκραπκού μπλοκ, τον Περισσό.

Ας έρθουμε όμως στην ουσία.Η ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ της ΤΑΞΑΝ κατηγορήθηκε κατ’

αρχήν για... ρεφορμιστική παρέκλιση! Απ’ όσο μπορέσαμε να καταλάβουμε από τις συζητήσεις, η κατηγορία αφορούσε βασικά τις θέσεις για το α­σφαλιστικό και τη δημοσιονομική πολιτική. Είναι ό­μως απορίας άξιο, πώς μπορεί να γίνεται πολεμική για ρεφορμισμό, όταν δεν υπάρχουν θέσεις που να στηρίζουν αυτή την πολεμική ,_θέσεις θετικές σε α­ντιπαράθεση μ' αυτές της ΤΑ-ΑΝ, για να μπορέσει να γίνει συζήτηση έστω και σε επίπεδο πολεμικής. Οπως θα έχει ήδη παρατηρήσει ο αναγνώστης, για μεν το ασφαλιστικό η πλατφμόρμα των μαοϊκών περιορίζεται στο αίτημα: «ανατροπή του ανπασφα- λισπκού νομοσχεδίου (σ.σ. προφανώς θέλει να πει νόμου) της Δεξιάς», για δε τη δημοσιονομική πολι­τική δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά! Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα: ποιές είναι οι «μη ρεφορμιστικές» θέσεις σε αντιπαράθεση προς πς «ρεφορμιστικές» της ΤΑ=ΑΝ;

Αν κανένας ήθελε να εξαντλήσει το πολεμικό του μένος, θα μπορούσε να ξετινάξει το κείμενο των μαοϊκών λέξη προς λέξη και ν’ αποδείξει όπ πίσω από κάθε παράγραφό του δεν κρύβεται κυ­ριολεκτικά τίποτα. Οπ είναι γραμμένο στο πόδι, έ­τσι για να γραφτεί ένα κείμενο, που απλώς θα αμύ­νεται απέναντι στην «επίθεση», που για πς συγκε­κριμένες οργανώσεις συνιστούσε η πλατφόρμα της ΤΑ^ΑΝ. Για να γίνει κατανοητό αυτό που λέμε θα φέρουμε ένα παράδειγμα. Το κείμενο που πα­ραθέσαμε παραπάνω έχει μια γενικά σωστή διατύ­πωση για τη γενική κρίση του καπιταλισμού. Οι συ­ντάκτες του όμως μάλλον... τυχαία έβαλαν αυτή τη διατύπωση. Μάλλον αγνοούν τί είναι γενική κρί­ση. Το όπ τη χαρακτηρίζουν «γενικευμένη» δεν εί­ναι τυχαίο, αλλά αποκαλύπτει όπ την αντιλαμβάνο­νται απλώς σαν ολόπλευρη κρίση (οικονομική, πο­λιτική, πολιτιστική κλπ.) και όχι όπως την ανέλυσαν ο Λένιν και ο Στάλιν: γενική κρίση, που οδηγεί από τη μια σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και από την άλλη σε προλεταριακές επαναστάσεις.

Πέτυχαν λοιπόν στην τύχη (ή αντέγραψαν) μια διατύπωση, που κατόπιν δεν τους άρεσε και γι' αυ­τό στο κείμενο που διένειμαν σαν προκήρυξη στο συνέδριο του ΕΚΑ την τροποποίησαν ως εξής: «Η γενικευμένη κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος οξύνει τους ανταγωνισμούς των ιμπε­ριαλιστικών δυνάμεων για το ξαναμοίρασμα του κόσμου». Αυτό που αποτελεί στοιχείο της γενικής κρίσης (ο ενδόίμπεριαλιστικός ανταγωνισμός) εμ­φανίζεται πια σαν αποτέλεσμά της! (ενώ η αρχική

διατύπωση: «στα πλαίσια της γενικευμένης κρίσης οξύνονται οι ενδοιμπεριαλισπκές αντιθέσεις», έδι­νε κατά κάποιον τρόπο την ουσία του ζητήματος). Ετσι, η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστι­κού συστήματος εμφανίζεται απλώς σαν η περιοδι­κή, κυκλική κρίση Και οι φίλοι μας χάνουν εντελώς από τον ορίζοντά τους τη διαπλοκή της κυκλικής κρίσης με τη νέα φάση όξυνσης της γενικής κρί­σης, που προσδιορίζει το τέλος του 20ού αιώνα και οδηγεί σε νέα κοσμογονία, σε παγκόσμιο επί­πεδο. «Ψιλά γράμματα», θα πείτε, αλλά απ' αυτά τα «ψιλά γράμματα» εξαρτάται η επεξεργασία μιας επαναστατικής ταχτικής απένανπ στην κρίση.

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ακόμη να... υπενθυμίσουμε στους συντάκτες του κειμένου, όπ την τελευταία τριετία ψηφίστηκαν τρεις και όχι ένας ανπασφαλι- στικοί νόμοι «της δεξιάς». Κι ότι όταν ζητάς α­πλώς την κατάργηση κάποιου νόμου σημαίνει όπ αποδέχεσαι την προηγούμενη κατάσταση, για την οποία ασφαλώς και οι μαοϊκοί θα συμφωνήσουν, όπ ήταν ληστρική, κρισιακή και αδιέξοδη. Εν πάση περιπτώσει, όποιος παρακολουθεί την προγραμ­ματική «παραγωγή» του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου θα γνωρίζει όπ δεν έχει παρουσιάσει τίποτα στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης, ένα από τα πιο καίρια ζητήματα, όπου «παίχτηκαν» πολλά την τελευταία τριετία.

ΘΕΛΟΥΜΕ με τα παραπάνω να πούμε, όπ ο ταξι­κός συνδικαλισμός (για να είναι τέπος) πρέπει να έχει μερικές διεκδικήσεις σ όλα τα ζητήματα που αφορούν τους όρους συντήρησης και αναπαραγω­γής της εργατικής δύναμης κι όχι απλώς να ζητά την κατάργηση κάποιων νόμων και διατάξεων. Διεκδικήσεις που αποτελούν τμήμα του μεταρρυθ- μιστκού τμήματος του προγράμματος του Κόμμα­τος της εργατικής τάξης και όχι ευχολόγια. Διεκδι­κήσεις που ανοίγουν το δρόμο στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, που φέρνουν πς εργαζόμενες μά­ζες πιο κοντά στο σύνολο του επαναστατικού προ­γράμματος του σοσιαλιστικού προλεταριάτου και αποτελούν τη βάση για τη συγκρότηση και ισχυρο­ποίηση του ταξικού-επανασταπκού πόλου.

Οι φίλοι μας όμως έχουν κάνει την αδυναμία τους αρετή. Επειδή δεν μπορούν να εκφράσουν την εργαπκή τάξη ούτε καν σ' αυτό το μίνιμουμ ε­πίπεδο, των μεταρρυθμίσεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, θεωρούν όπ είναι... ρεφορμισμός η διατύπωση τέτιων διεκδικήσεων, θυμίζοντας έτσι το μύθο της κωλοβής αλεπούς, που έχασε την ου­ρά της στο δόκανο και ζητούσε απ’ όλες πς αλε­πούδες να κόψουν πς ουρές τους γιατί... δεν είναι όμορφες. Ας σταθούμε για παράδειγμα σπς δημο­σιονομικές διεκδικήσεις, όπου οι φίλοι μας εμφανί­ζονται πραγματικά πελαγωμένοι. Ετσι, θεωρούν ρεφορμισμό πς διεκδικήσεις της ΣΑΚΕ στον τομέα της φορολογίας και των δημόσιων δαπανών, ενώ ταυτόχρονα αναφέρονται σ αυτόν τον τομέα, χω­ρίς ίσως να το καταλαβαίνουν. Καταγγέλουν την κυβέρνηση για «ξεπούλημα των δημόσιων επιχει­ρήσεων», χωρίς καν να υποψιάζονται όχι μόνο όπ καταπιάνονται με ένα ζήτημα της δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά προπαντός όπ, με τον τρόπο που καταπιάνονται, ανπγράφουν την ασπκή ανππολί- τευση και διολισθαίνουν στην υπεράσπιση του κρα­τικού καπιταλισμού.

ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ το ταξικό συνδικαλιστικό κίνη­μα να μην έχει δημοσιονομικές διεκδικήσεις, όταν

129 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 122: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

ο κρατικός προϋπολογισμός συγκεντρώνει κάθε χρόνο και αναδιανέμει προς όφελος της πλουτο­κρατίας πάνω από το μισό του εθνικού εισοδήμα­τος, όταν η λειτουργία του τομέα της «κοινής ω­φέλειας» (παιδεία, υγεία, πρόνοια, κοινωνική α­σφάλιση κ ά ) εξαρτάται από τη δημοσιονομική πολιτική, όταν μ' άλλα λόγια η δημοσιονομική πολι­τική επιδρά στη διαμόρφωση των όρων συντήρη­σης και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης σε βαθμό ισοδύναμο μ' αυτόν που επιδρά το ύψος του μεροκάματου;

ΠΡΕΠΕΙ να το ξανατονίσουμε: εδώ δεν γίνεται κριτική για τη μια ή την άλλη διεκδίκηση από το «πακέτο» που προβάλλει η ΤΑζΑΝ. Εδώ θεωρείται ρεφορμισμός και μόνο το γεγονός ότι γίνεται διεκ- δικητική παρέμβαση σ' αυτούς τους τομείς. Πίσω απ' αυτόν τον πρωτόγονο αριστερισμό κρύβεται η προγραμματική ανεπάρκεια και η πολιτική περιθω­ριοποίηση.

Για να δείξουμε, όπ η παρέμβαση & αυτούς τους τομείς δεν είναι ανακάλυψη της ΤΑ-ΑΝ, παραθέ­τουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που ψη­φίστηκε στο 6ο Συνέδριό της, το 1928:

«Μέσα σε συνθήκες μη ύπαρξης επαναστατικής ανόδου τα κομμουνιστικά κόμματα οφείλουν, ξεκι­νώντας απ' πς καθημερινές ανάγκες των εργαζο­μένων, να θέτουν μερικά συνθήματα και απαιτή­σεις, συνδέοντάς τα με τα βασικά καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Τα κομμουνιστικά κόμ­ματα δεν πρέπει όμαχ; να ρίχνουν τέτοια μεταβατι­κά συνθήματα που είναι υπολογισμένα ειδικά πάνω σε μια μεταβατική κατάσταση και που έξω απ' αυτή μετατρέπονται σε συνθήματα που συγχωνεύονται με το σύστημα των καπιταλιστικών οργανώσεων (π.χ. το σύνθημα του εργατικού ελέγχου κλπ ). Οι μερικές διεκδικήσεις και τα συνθήματα είναι απα­ραίτητος όρος της ορθής ταχτικής γενικά, ενώ τα μεταβατικά συνθήματα είναι αδιάρρηχτα συνδεμέ­να με την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης. Απ' την άλλη μεριά, η “κατ' αρχήν" άρνηση των μερικών διεκδικήσεων και των μεταβατικών συνθημάτων εί­ναι ασυμβίβαστη με τις αρχές της ταχπκής του κομμουνισμού και η άρνηση αυτή καταδικάζει στην πράξη το κόμμα στην παθητικό τη τα και το αποσπά από τις μάζες. [...]

Στον τομέα των εργατικών ζητημάτων με τη στε­νή έννοια της λέξης: ζητήματα της οικονομικής πάλης (πάλη ενάντια στην επίθεση του τραστο- ποιημένου κεφαλαίου, ζήτημα μεροκάματου, ωρών δουλειάς, υποχρεωτικής διαιτησίας, ανεργίας), που μετατρέπονται σε ζητήματα γενικής πολιτικής πάλης (μεγάλες συγκρούσεις στη βιομηχανία, δι­καίωμα οργάνωσης και απεργίας κλπ.) ζητήματα, που έχουν άμεσο πολιτικό χαρακτήρα (φόροι, α­κρίβεια της ζωής, φασισμός, καταδίωξη των επα­ναστατικών κομμάτων, λευκή τρομοκρατία, τρέ- χουσα πολιτική της κυβέρνησης γενικά)».3

01 ΜΕΡΙΚΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ λοιπόν δεν είναι ρε­φορμισμός. Πότε; Οταν αποτελούν τμήμα ενός ε­παναστατικού προγράμματος, όταν διατυπώνονται με στόχο την ανάπτυξη της ταξικής πάλης και όχι την ενσωμάτωση. Και δεν πρέπει να μας φοβίζει το γεγονός, ότι σε κάποιες περιπτώσεις ορισμένες από τις μερικές μας διεκδικήσεις μπορεί να είναι ί­διες μ' αυτές των αστορεφορμιστικών δυνάμεων

(κάτι τέτιο συνέβαινε στην περίοδο του ρεφορμι­στικού διεκδικητισμού, ενώ στη φάση της πλήρους αστικοποίησης και της στήριξης απ' αυτές πς δυ­νάμεις της συντηρητικής ανασυγκρότησης του κα­πιταλισμού μπορεί να συμβεί πολύ σπάνια και μόνο κατ' εξαίρεση). Η σύμπτωση θα είναι μερική και όχι γενική: αποκλείεται να υπάρξει πλήρης προγραμ­ματική επικάλυψη του ταξικού με τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό, ακόμη και στη φάση που ο δεύτερος υιοθετεί μια γραμμή διεκδικηπκού οικονομισμού. Δεύτερο και κυριότερο, ο ταξικός συνδικαλισμός δεν σταματά στις μερικές διεκδικήσεις, αλλά χρη­σιμοποιεί τις μερικές διεκδικήσεις για να προωθεί το σύνολο του προγράμματός του. Για παράδειγ­μα, _στον τομέα των ασφαλιστικών διεκδικήσεων, η ΤΑΞΑΝ παρουσίασε ένα «πακέτο». Κάποιες απ' αυτές αποτελούσαν και διεκδικήσεις των αστογρα- φειοκρατών. Κίνδυνος ταύτισης όμως δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει, από τη στιγμή που όλες οι επιμέ- ρους διεκδικήσεις της ΤΑζΑΝ «πατούν» πάνω στη θεμελιώδη ασφαλιστική διεκδίκηση: πλήρη ασφάλι­ση και πλήρη χρηματοδότησή της από τους καπι­ταλιστές και το αστικό κράτος.

ΕΝΩ ΟΜΩΣ αρνούνται γενικά πς μερικές διεκδι­κήσεις, στον τομέα της τιμής της εργατικής δύνα­μης οι μαοϊκοί ζητούν... τα πάντα: -Να πετύχουμε μέσα από ένα νέο απεργιακό ξέσπασμα αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα που να σνταπο- κρίνονται στο σημερινό κόστος ζωής».

Εδώ τίθεται και ένα μεγάλο ζήτημα ταχτικής: το να μιλάς γενικά και αόριστα για «νέο απεργιακό ξέ­σπασμα», χωρίς να διατυπώνεις τους όρους κάτω από τους οποίους αυτό μπορεί να γίνει πράξη, εί­ναι σαν να παίρνεις το λόγο για να μην πεις τίπο­τα. Είναι σαν να διατυπώνεις απλώς μα καλοκάγα­θη ευχή. Ομως αφήνουμε το ζήτημα ταχτικής για να ασχοληθούμε με το πολύ πιο σημαντικό προ­γραμματικό ζήτημα.

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ «αυξήσεις στους μισθούς και τα με­ροκάματα που να ανταποκρίνονται στο σημερινά κόστος ζωής» είναι σταθερό στη φιλολογία των μαοϊκών εδώ και πολλά χρόνια. Από μια άποψη εί­ναι και μια... ευκολία. Δεν χρειάζεται να μπουν στον κόπο να καταστρώνουν σχέδια συλλογικών συμβάσεων. Εχουν ένα έτοιμο «πατρόν» πάνω στο οποίο «φορμάρονται» α συμβάσεις κάθε χρονιάς. Εκτός αυτού, βγαίνουν και πρώτοι στην αγωνιστι­κή... πλειοδοσία, αφού για παράδειγμα σήμερα εμ­φανίζονται να ζητούν... υπερδιπλασιασμό του με­ροκάματου.

Στην πραγματικότητα βέβαια μένουν προσκο- λημμένα σ’ ένα ουτοπικό (και γι’ αυτό πολιτικά α­ντιδραστικό) αίτημα. Γ ια τους φίλους μας το μερο­κάματο είναι κάποιο ηθικό ζητούμενο και όχι η τιμή ενός εμπορεύματος της καπιταλιστικής αγοράς, του εμπορεύματος «εργατική δύναμη», που όπως όλα τα εμπορεύματα μπορεί να πουληθεί πάνω ή κάτω από την αξία του, ανάλογα με πς συνθήκες που διαμορφώνονται στην αγορά. Αρκεί το ηθικό ζήτημα: ο εργάτης να πληρώνεται ανάλογα με το κόστος ζωής (που κι αυτό βέβαια σηκώνει πολλή συζήτηση: πώς ορίζεται το κόστος ζωής, πόσα με­ροκάματα πρέπει να μπαίνουν στην εργατική οικο­

3. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής Διεθνούς, εκδόσεις Ειρήνη, σελ. 88, 89.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 1 21

Page 123: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

γένεια κ.ά.). Αυτός ο μαξιμαλισμός μπορεί να ικα­νοποιεί έναν μικρό περιθωριοποιημένο κύκλο, ό­μως είναι παντελώς ανίκανος να προσεγγίσει τις πλατιές μάζες της τάξης και πολύ περισσότερο να δημιουργήσει κίνημα. Γ ιατί το κίνημα δεν αναπτύσ­σεται στη βάση ηθικών ζητούμενων, αλλά στη βάση οικονομικών και πολιτικών διεκδικήσεων, που παίρ­νουν υπόψη την αντικειμενική πραγματικότητα, ττς συνθήκες της αγοράς εργασίας, το συσχετισμό των δυνάμεων, το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης κ.ά.

ΠΡΟΣΕΞΤΕ, πώς διατυπώνεται το αίτημα στην πλατφόρμα της ΤΑ-ΑΝ: «Διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς, που θα τείνουν να τους φέρουν τουλάχιστον στο όριο της αξίας της εργατικής δύ­ναμης». Η διατύπωση εδώ είναι γενική, αλλά επε­ξεργασμένη με απόλυτα επιστημονικό τρόπο: ξεκι­νά από την αντικειμενική πραγματικότητα (οι μι­σθοί είναι κάτω από την αξία της εργατικής δύ­ναμης) και ζητά αυξήσεις που θα πλησιάζουν του­λάχιστον το όριο της αξίας της εργατικής δύναμης (δεν θεωρεί απόλυτο φράγμα αυτό το όριο, γι' αυ­τό και υπάρχει η λέξη «τουλάχιστον»). Πόσο θα το πλησιάσουν; Εδώ περνάμε από το γενικό στο συ­γκεκριμένο: κάθε χρόνο η ΤΑ-ΑΝ επεξεργάζεται συγκεκριμένα σχέδια Συλλογικών Συμβάσεων, που παίρνουν υπόψη τους όλους τους παράγοντες της συγκυρίας. Παραδείγματος χάριν, για το 1993, το σχέδιο ΕΓΣΣΕ της TArAN διεκδικεί: α) αυξήσεις ί­σες με τις απώλειες των ετών 1990, 91, 92 (βασικό μεροκάματο την 1.1.1993 4.600 δρχ. και βασικό μ ­αθό 102.000 δρχ.), β) Διορθωτικό ποσό για τα κλε- μένα των ίδιων ετών και γ) Τιμαριθμική αναπρο­σαρμογή ανά τετράμηνο μέσα στο 1993. Και πα­ράλληλα διευκρινίζει, ότι και αν καταχτηθούν αυτοί οι στόχοι, πάλι δεν θα καλυφτεί το επίσημο όριο φτώχιας (αυτό που ονομάζουν «κόστος ζωής»). Δηλαδή, η τιμή του εμπορεύματος «εργατική δύνα­μη» θα εξακολουθήσει να είναι κάτω από την αξία του.

Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΜΑΣ έχει στόχο να ασχοληθεί πε­ρισσότερο με το ζήτημα της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Από τη στιγμή ό­μως που υπήρξε η κατηγορία περί ρεφορμσμού εί- μασταν υποχρεωμένοι να κάνουμε τις παραπάνω σύντομες επισημάνσεις, για να φανεί, ότι η... ντούρα τοξικότητα των μαοϊκών δεν είνα παρά μια πανικόβλητη άμυνα, από ουτοπικές και πολιτικά α­ντιδραστικές θέσεις, που είναι βουτηγμένες σε μα μεταφυσική, ηθικολογική προσέγγιση των κοινωνι­κών δεδομένων (μόνιμο κουσούρι των μικροαστι­κών ριζοσπαστικών δυνάμεων).

Ουρά της γραφειοκρατίαςΑΣ ΕΡΘΟΥΜΕ λοιπόν στο ζήτημα του... αναρχο-

συνδικαλισμού της ΣΑΚΕ (ΤΑζΑΝ). Είναι προφα­νές, ότι η πολεμική (αν μπορεί να θεωρηθεί πολε­μική μια χωρίς επιχειρηματολογία ρετσέτα) αφορά την ταχτική της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστι­κή γραφειοκρατία.

θα ήταν οπωσδήποτε κουραστικό να επαναλά- βουμε εδώ όλη την ανάλυση του προηγούμενου άρθρου, για να δείξουμε, ότι δεν υπάρχει τίποτα το αναρχοσυνδικαλιστικό στην ταχτική της ΤΑ-ΑΝ (πέρα βέβαια από το ότι θα σήκωνε πολλή συζήτη­ση το ερώτημα: τί είναι αναρχοσυνδικαλισμός, ό­

που α φίλοι μας δεν (ραίνεται να έχουν σαφή άπο­ψη). θα περιοριστούμε λοιπόν να δείξουμε την τα­χτική ουράς των μαοϊκών οργανώσεων προς την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, έ­τσι όπως παρουσιάζεται μέσα από τις θέσεις της πλατφόρμας τους.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, πρέπει να επισημά- νουμε, ότι ακόμη και εκείνο το σημείο, που μιλούσε για «μόνιμη ρήξη (σ.σ. των συνδικάτων) με τις δυ­νάμεις του κεφαλαίου και τις κυβερνήσεις τους», έ­φυγε από το τελικό κείμενο που οι δυο μαοϊκές ορ­γανώσεις μοίρασαν στο συνέδριο του ΕΚΑ. Γ ιατί ά­ραγε; Η απάντηση δεν είναι και τόσο δύσκολη. Βρίσκεται σ' ένα άλλο σημείο του κειμένου τους: «οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σαν πολιτικοί εκφραστές αυτής της υποταγής» (σ.σ. της ελληνικής ολιγαρχίας στους ιμπεριαλιστι­κούς συνασπισμούς). Να συμπληρώσουμε και κάτι ακόμη: στο σημείο που αναφερόταν, όπ η αστική αντιπολίτευση έχει πολιτική, που κινείται στο «ίδιο μήκος κύματος» με την κυβέρνηση, η φράση έγινε «ανάλογο μήκος κύματος», προφανώς για να απα- λυνθεί και να σηματοδοτηθεί διαχωρισμός ανάμε­σα σε κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση.

ΕΚΕΙΝΟ όμως που «βγάζει μάτι» είναι ο διαχωρι­σμός των δυο μικρότερων αστικών κομμάτων (Πε­ρισσός και ΣΥΝ) από τα δυο μεγάλα, που αναγο­ρεύονται (εμμέσως πλην σαφώς) σε αποκλειστι­κούς πολιτικούς εκφραστές της αστικής τάξης. Αυτό σημαίνει όπ δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός από την αστική πολιτική στο σύνολό της. Δεν υ­πάρχει δηλαδή γραμμή πλήρους ρήξης με τον α­στισμό στο σύνολό του στο πολιτικό επίπεδο. Πώς λοιπόν να υπάρξει αντίστοιχη γραμμή στο συνδικα­λιστικό επίπεδο, όπου τα πράγματα εμφανίζονται πιο σύνθετα, λόγω της σχετικής αυτονομίας πολι­τικού - συνδικαλιστικού; Κι αυτό δεν γίνεται τυχαία ούτε αποτελεί δικό μας τραβηγμένο συμπέρασμα. Η μια από πς δυο μαοϊκές οργανώσεις (Μ-Λ ΚΚΕ) έχει βαφτίσει τον Περισσό «μικροαστικό ριζοσπα­στικό ρεύμα» και «εν δυνάμει σύμμαχο του προλε­ταριάτου», ενώ συνεργάστηκε με τη συνδικαλιστι­κή του παράταξη στις εκλογές (κάθοδος σε κοινό ψηφοδέλπο) για τα υπηρεσιακά συμβούλια των εκ­παιδευτικών. Πώς λοιπόν θα μπορούσε, τουλάχι­στον αυτή η οργάνωση, να μιλήσει για πλήρη ρήξη με τον αστισμό στο σύνολό του;

ΣΥΝΥΦΑΣΜΕΝΗ μ' αυτή την κεντριστική θεώρη­ση των πολιτικών εξελίξεων είναι η θέση των μαοϊ­κών γι' αυτό που ονομάζουν «ανασυγκρότηση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος». Η σχετική πα­ράγραφος του κειμένου τους (τέταρτη παράγρα­φος πριν το τέλος: «Το σύνθημα ... κυβερνήσεις τους») είναι σαφέστατη.

Αυτό που ονομάζουν «ανασυγκρότηση του ταξι­κού συνδικαλιστικού κινήματος» αρχίζει και τελειώ­νει στο έδαφος των σημερινών αστικοποιημένων συνδικάτων, τα οποία μπορεί και πρέπει να γίνουν «σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατικής τάξης», «εργαλεία όπου μέσα απ' αυτά να προωθούνται τα ταξικά συμφέροντα». Και η «κοινή δράση των ταξι­κών συνδικαλιστών» πρέπει να υπηρετεί αυτό το στόχο.

ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΦΑΝΕΡΟ, όπ οι μαοϊκοί αντιλαμβάνο­νται την εξέλιξη της πάλης ανάμεσα στον ταξικό συνδικαλισμό και τον αστικορεφορμιστικό συνδικα­

122 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 124: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

λισμό με τον ίδιο τρόπο που ο θεωρητικός τους (ο Μόο Τσετούνγκ) αντιλαμβανόταν την εξέλιξη της πάλης και τη λϋση της ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο: όχι σαν λύση με την εξαφάνιση και των δυο πόλων της αντίθεσης, αλλά σαν μια απλή αντιμετάθεση των πόλων, στα πλαίσια της οποίας η αστική τάξη από κυρίαρχη θα γίνει κυριαρχούμενη και το προ­λεταριάτο από κυριαρχούμενο θα γίνει κυρίαρχο, ενώ η αντίθεση θα εξακολουθήσει να υφίσταται με όλη την ανταγωνισπκότητά της.

Γ ια τους μαοϊκούς λοιπόν, η ταξική ανασυγκρό­τηση δεν είναι παρά μια αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, υπέρ του ταξικού συνδικαλισμού, μέσα στο σημερινό αστογροφειοκρατικό συνδικαλιστικό σύστημα. Μέσω αυτής της αλλαγής, τα συνδικάτα θα γίνουν «σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατι­κής τάξης» και «εργαλεία προώθησης των τα&κών συμφερόντων». Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό, να αντιμετωπίζουν την ταξική ανασυγκρότηση σαν μα οργανωτίσπκη διαδικασία, που θα οδηγήσει σ' αυτή την αλλαγή των συσχετισμών, που φυσικά θα εκ­φραστεί στο επίπεδο των αιρετών οργάνων. Στις ενστάσεις που ενδεχομένως θα εγερθούν, ότι αυ­τοί προβάλλουν και πολιτικές και ιδεολογικές θέ­σεις, απαντάμε, ότι κάθε οργανωτίσπκη διαδικασία έχει τις πολιτικές και ιδεολογικές της παραμέ­τρους, που όμως δεν αλλάζουν τον χαρακτήρα της.

Η ΑΝΑΛΥΣΗ που κάναμε στο προηγούμενο άρ­θρο αποκαλύπτει, με τρόπο εντελώς πραχτικό (χωρίς να απαιτούνται θεωρητικές αναφορές), ότι η αντίληψη για μετατροπή των ασπκορεφορμσπ- κών συνδικάτων - θεσμών του αστικού συστήμα­τος εξουσίας σε ταξικά είναι ουτοπία. Ουτοπία που πραχτικά-πολιτικά οδηγεί στην ουρά του αστογρα- φειοκρατικού συνδικαλισμού και γι' αυτό είναι αντι­δραστική.

Μια σειρά σημαντικές πλευρές του ζητήματος, φαινόμενα της ζωής, όπως το αυθόρμητο προτσές της εγκατάλειψης των αστικοποιημένων συνδικά­των από τους εργάτες, την απέχθεια της νέας ερ­γατικής βάρδιας γι' αυτά, που φτάνει μέχρι την α­ποστροφή για την οργάνωση γενικά, οι μαοϊκοί μάλλον δεν τα υποψιάζονται και σε κάθε περίπτω­ση τους αφήνουν αδιάφορους. Μένουν δογματικά προσηλωμένοι σε κάποιες αντιλήψεις, που είχαν κάποια βάση στην περίοδο του ρεφορμιστικού

διεκδικητισμού όμως είναι εντελώς πισωδρομικές και ανεδαφικές στην περίοδο της πλήρους αστικο­ποίησης της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.

Πλήρης αστικοποίηση σημαίνει, όπ σχηματίστηκε ήδη ένα συνδικαλιστικό σύστημα στην υπηρεσία της αστικής τάξης, το οποίο δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να μετατραπεί σε ταξικό, όπως ακρι­βώς το κοινοβούλιο και οι άλλοι ανππροσωπευπ- κοί θεσμοί δεν μπορούν να γίνουν όργανα υπερά­σπισης των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού. Επιβάλλεται μεν να δουλεύει ο ταξικός συνδικαλι­σμός μέσα σ' αυτό το σύστημα, ειδικά σε περιό­δους που δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί επαναστατική δραστηριότητα των μαζών (όπως - τηρουμένων των αναλογιών - επιβάλλεται να δουλεύουν οι κομμουνιστές σ’ όλους τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς), χωρίς όμως αυταπάτες όπ μπορεί «να πάρα» αυτό το σύστημα και να του αλλάξει τον χα­ρακτήρα.

Ο ταξικός συνδικαλισμός, πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα, πρέπει να δώσει ταξικό περιεχόμενο σπς τάσεις που αναπτύσσονται αυθόρμητα μέσα στο ί­διο το εργατικό κίνημα. Οι μαοϊκοί όμως δεν αντι­λαμβάνονται την τάση εγκατάλειψης των αστικο­ποιημένων συνδικάτων από τους εργάτες σαν ένα αντικειμενικό προτσές. Την αντιλαμβάνονται σαν μα αντιδραστική εξέλιξη, την οποία πρέπει ο ταξι­κός συνδικαλισμός να αναστρέψει, επαναφέρο- ντας τους εργάτες σ’ αυτά τα συνδικάτα, για να γί­νουν (ή μήπως να ξαναγίνουν;) ταξικά. Σ’ αυτό το πραχτικό αίτημά τους αντικαθρεφτίζεται με τον πιο καθαρό τρόπο η πολιτική τους ουράς προς τη συν­δικαλιστική γραφειοκρατία, που - για να το πούμε καθαρά - είναι ταχτική ουράς προς την αστική τά­ξη και ιδιαίτερα προς τη σοσιαλδημοκρατία και τον αναθεωρηπσμό.

Ο ΜΑΟΪΣΜΟΣ είναι μια ασυνεπής ταξική τάση. Η στάση του θα εξαρτηθεί τελικά από την πορεία της πάλης ανάμεσα στην αστική και την κομμουνιστική πολιτική. Οσο περισσότερο δυναμώνει η κομμουνι­στική κατεύθυνση, όσο πιο πλατιά δένεται με την εργατική τάξη και τη νεολαία, τόσο θα μεγαλώνει και η επίδρασή της στις ταλαντευόμενες μικροα­στικές δυνάμεις, δημιουργώντας καλύτερες προϋ­ποθέσεις όχι για την εξαφάνιση της ασυνέπειάς τους (αυτό είναι ταξικό γνώρισμα), αλλά για το τράβηγμά τους στο ενιαίο μέτωπο υπό την καθο­δήγηση του σοσιαλιστικού προλεταριάτου.

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |23

Page 125: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

Τα Βαλκάνια και οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος

του Τάκη Καλλιανιώτη

Σ τα Βαλκάνια και στο πολεμικό τους θέα­τρο, την πρώην Γιουγκοσλαβία, παίζεται σήμερα ένα από τα σημαντικότερα πολι- τικά-στραπωτικά-οικονομικά «παιχνίδι­

α». Το σύνολο των αντιθέσεων που χαρακτηρίζουν το παγκόσμιο «γίγνεσθαι» εμφανίζονται στην πο­λύπαθη αυτή περιοχή, που ξανάγινε η πυριτιδαπο­θήκη της Ευρώπης, και μας «προκαλούν» να τις α­ναλύσουμε, να βγάλουμε απ' αυτή την ανάλυση συ­μπεράσματα, να καθορίσουμε τη στρατηγική και την ταχπκή του προλεταριάτου και των συμμάχων του εργαζόμενων μαζών.

Η κατάσταση χαρακτηρίζεται από μια πολύ έντο­νη κινητικότητα. Ολοι οι εμπλεκόμενοι αλλάζουν συνεχώς θέσεις, που η ανάλυση ενός περιοδικού σαν το δικό μας δύσκολα μπορεί να παρακολουθή­σει με δημοσιογραφική πιστότητα. Οι βασικές τά­σεις όμως έχουν διαφανεί και τα συμπεράσματα που βγαίνουν απ' αυτές τις τάσεις είναι σίγουρα, ώστε κάθε νέο στοιχείο να αποτελεί απλά πρόσθε­τα επιχείρημα και όχι μοχλό ανατροπής αυτών των συμπερασμάτων.

Ηττα των ιμπεριαλιστώνΕίναι αναμφισβήτητο, ότι στη Βοσνία - Ερζεγοβί­

νη οι ιμπεριαλιστές υπέστησαν μια σημαντική πολι­τική κα διπλωματική ήττα. Μετά το ΟΧΙ του Πάλε αναδιπλώθηκαν κα άλλαξαν τα σχέδιά τους.

Επί μήνες οι ιμπεριαλιστές προσπαθούσαν να περάσουν όχι μόνο προς τη Σερβία, αλλά προς όλο τον κόσμο, το μήνυμα ότι είνα ακατανίκητα, ότι η «νέα τάξη» θα επικρατήσει σ' ολόκληρη την

υφήλιο. Οι απειλές τους ενάντια στη Σερβία ήταν σχεδόν καθημερινές. Μιλούσαν με υπεροψία για πς καταστροφές που θα έφερναν οι αεροπορικές επιδρομές, καλούσαν το σέρβικο λαό να υποκύψει, να δεχτεί τα διαλυτικά σχέδιά τους. Αυτοί όμως που απειλούσαν και εκβίαζαν αναγκάστηκαν να α­ναδιπλωθούν κα να αλλάξουν σχέδια. Το σχέδιο Βανς κα Οουεν κατέρρευσε μετά την άρνηση των Σέρβων της Βοσνίας να αποδεχτούν την απροκά­λυπτη ιμπεριαλιστική επέμβαση σπς υποθέσεις τους. Οπως έγραφε χαρακτηριστικά η «Καθημερι­νή», σπς 25-5-93, αναφερόμενη στις εξελίξεις που ακολούθησαν, «επί της ουσίας επικυρώθηκε από τον διεθνή παράγοντα η απόφαση του Πάλε της 6ης Μαίου».

Τα πράγματα βέβαα είνα πολύ πιο σύνθετα από- π παρουσιάζονται στην τρέχουσα παραφιλολογία των αστικών ΜΜΕ, όμως είνα πέρα από κάθε αμ­φιβολία, όπ οι ιμπεριαλιστές δέχτηκαν ένα γερό χτύπημα κι αυτό αφορά ιδιαίτερα τους Αμερικά- νους, που αναγκάστηκαν να αναγγείλουν την υπο­χώρησή τους κα να ανακαλύψουν κι αυτοί τον... ειρηνιστή Μιλόσεβιτς. Χαρακτηριστική απ' αυτή την άποψη είνα μια δήλωση του Κρίστοφερ για τη Βοσνία: «Δεν επηρεάζει τα ζωτικά μας συμφέρον­τα, παρά μόνο στο μέτρο που ενδιαφερόμαοτε για την ανθρώπινη πλευρά των πραγμάτων»!! Το κύ­ρος του Κλίντον κα της αμερικάνικης ηγεσίας έπε­σε κατακόρυφα, καθώς αποδείχτηκε με τον πιο σα­φή τρόπο, ότι η παντοδυναμία του αμερικάνικου ι­μπεριαλισμού είναι ένα μύθος, ότι η αντίληψη της «μοναδικής υπερδύναμης», που κάνει ό,τι θέλει στον κόσμο, αντίληψη που φούντωσε μετά τον πό­λεμο του Κόλπου, ήταν ένα ακόμη προπαγανδισπ-

124 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993IIsIIIhS

Page 126: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

κό δημιούργημα.Τα νέα σχέδια, που άρχισαν να εκπονούνται από

τους ιμπεριαλιστές, εκφράζουν την υποχώρηση και την αμηχανία στην οποία βρέθηκαν. Προτιμού­με να μην ασχοληθούμε μ' αυτά, γιατί δεν διαφέ­ρουν στην ουσία από τα προηγούμενα, γιατί αλλά­ζουν κι αυτά με κινηματογραφική ταχύτητα, καθώς όλες οι αντιθέσεις, όπως ακριβώς αναπτύσσονται στο πρόβλημα της Γιουγκοσλαβίας, παραμένουν άλυτες και θα παραμένουν για καιρό ακόμη. Εχει λοιπόν μεγαλύτερη αξία από την ανάλυση των δια­δοχικών σχεδίων που κατατίθενται από τους ιμπε­ριαλιστές, η ανάδειξη του συμπεράσματος που βγαίνει από τις πρόσφατες εξελίξεις: Οι ιμπεριαλι­στές δεν είναι παντοδύναμοι και αήττητοι. Το απε­λευθερωτικό κίνημα του προλεταράτου και των λαών, θα σημειώσει λαμπρές επιτυχίες, όταν απο- δεσμευτεί από την επιρροή του αστικού εθνικι­σμού και κινηθεί σε επαναστατική - διεθνιστική κατεύθυνση.

Τί έγινε στη Βοσνία;Οι ιμπεριαλιστές λοιπόν, βασικά οι Αμερικάνοι,

δεν πραγματοποίησαν πς απειλές τους για στρα- τιωτική εισβολή στη Βοσνία. Αποτρεπτικά λειτούρ­γησαν εδώ όλες οι αντιθέσεις του παγκόσμιου κα­πιταλισμού, όπως αυτές εκφράζονται στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Οι Αμερικάνοι είχαν σκληρή κό­ντρα με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις: με τους Αγγλους και Γ άλλους, που είχαν προσεγγίσει τη Σερβία, με τους Ρώσους, που διατηρούν ακόμη ι­σχυρά ερείσματα στο σερβικό καθεστώς και ειδικά στον στραπωτικό τομέα, αλλά και με τους Γερμα- νούς, που δεν είναι ακόμη έτοιμοι να παίξουν ισό­τιμα σε πολεμικό παιχνίδι. Οι Αμερικάνοι είχαν σκληρή κόντρα με τη σέρβικη αστική τάξη, η οποία δεν ήθελε να ψαλιδιστεί κι άλλο ο «εθνικός» της χώρος και διέθετε, από τη μια, μια αξιόλογη πολε­μική μηχανή (και εξασφαλισμένη στήριξη σε πολε­μικό υλικό από τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και βασικά τη Ρωσία) και, από την άλλη, πλατιά λαϊ­κή στήριξη, αφού ο σέρβικος εθνικισμός μπλέκεται και σκεπάζει τη θέληση του σέρβικου λαού να προ­ασπίσει την εθνική ανεξαρτησία και την κρατική αυ­τοτέλεια της πατρίδας του. Οι Αμερικάνοι τέλος, αλλά και όλοι οι άλλοι ιμπεριαλιστές, φοβούνταν, όπ η πολεμική τους επίθεση στη Βοσνία θα ξεσή­κωνε όχι μόνο το σέρβικο λαό, αλλά γενικότερα τους βαλκανικούς λαούς και τους λαούς της Ευρώ­πης. Ενας τέπος πόλεμος στην καρδιά της Ευρώ­πης δεν μπορεί παρά να εξελιχτεί σε παγκόσμιο, δεν μπορεί παρά να ξανασηκώσει το «φάντασμα του κομμουνισμού», το «φάντασμα» της προλετα­ριακής επανάστασης.

Απ’ όλους αυτούς τους παράγοντες, ο τελευταί­ος ήταν που κυριάρχησε και καθόρισε την αποτρο­πή των πολεμικών επιχειρήσεων σ’ αυτή τη φάση. Και είναι πραγματικά αξιοθρήνητοι κάποιοι τρομαγ­μένοι μικροαστοί, που αναμασούν συνέχεια τα «νεοταξικά» ιδεολογήματα, θεωρώντας όπ ο ιμπε­ριαλισμός είναι παντοδύναμος, όπ στα ηγετικά του επιτελεία δεν υπάρχουν άνθρωποι που να μελε­τούν πς επιπτώσεις από κάθε ενέργεια, όπ η ιστο­ρική πείρα δεν έχει διδάξει και τα ίδια τα ιμπεριαλι­στικά επιτελεία.

ΜΑΡΞ

Ολοι οι «σοφοί» της Ουάσιγκτον τάχθηκαν με τον ένα ή άλλο τρόπο ενάντια σε μα στραπωπκή επέμβαση στη Σερβία, γιατί φοβούνται πς αντιδρά­σεις όχι μόνο των λαών της Βαλκανικής, αλλά και των λαών ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Εί­ναι χαρακτηριστικά αυτά που διατύπωσε σε άρθρο του στην «Ουάσιγκτον Ποστ» ο Χένρι Κίσιγκερ, του οποίου η φωνή αποτελεί τη συνισταμένη της ε­ξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Αφού τάχθηκε ενά­ντια σε μια στρατιωτική επέμβαση στη Βοσνία, πρότεινε να δημιουργηθεί ένα «μουσουλμανικό» κράτος, ενώ τα σέρβικα και τα κροατικά εδάφη να «ενωθούν με πς μητέρες πατρίδες» τους. Και κα­τέληξε: «Μ όνον έτσι θα έχουμε μακροπρόθεσμα ειρήνη, αλλιώς, αν επικρατήσει η λογική της επέμ­βασης, τα στρατεύματά μας θα βρεθούν όμηροι, ό­πως οι πεζοναύτες στο Λίβανο». Παρόμοια δήλω­ση έκανε και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ Κόλιν Πάουελ: «Δύστε μου πεντακόσιες χιλιάδες στραπώτες, εκατό χιλιάδες φέρετρα και δέκα χρόνια, για να κάνω πόλεμο στη Βοσνία». Στη δήλωση αυτή ανπκαθρεπτίζεται με τον καλύτερο τρόπο ο μεγάλος φόβος των ιμπεριαλιστών μπρο­στά σε μια στραπωπκή επίθεσή τους ενάνπα στη Σερβία.

Οι ιμπεριαλιστές φοβούνται ένα νέο Βιετνάμ. Ξέ­ρουν, όπ σε συνθήκες γενικής όξυνσης των αντι- θέσεων του καπιταλισμού, μια επέμβαση στην πε­ριοχή της Βοσνίας θα τραντάξει ολόκληρο το καπι­ταλιστικό σύστημα, θα οξύνει αναπόφευκτα τον κοινωνικό πόλεμο. Η εργατική τάξη των χωρών της Βαλκανικής, που άρχισε ήδη να ξεπερνά την α­δράνεια που ακολούθησε την κατάρρευση των κα­θεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού και να βγαίνει στο προσκήνιο, αναπτύσσοντας την τα­ξική της πάλη, σε συνθήκες πολέμου, όπου θα φτάσει στο έπακρο ο κοινωνικός πόλεμος του κε- φάλαιου, όπου δίπλα στα οικονομικά δεινά θα προ­στεθούν το αίμα και τα δάκρυα του πολέμου, θα α­ναπτύξει το δικό της ταξικό πόλεμο, θα αμφισβη­τήσει έντονα το καπιταλιστικό σύστημα. Οι «σο­φοί» των ιμπεριαλιστών σκέφτονται, όπ μια επιχεί­ρηση τύπου Βιετνάμ στο κέντρο της Ευρώπης θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για το παγκό­σμιο καπιταλιστικό σύστημα, τόσο για την Ευρώπη όσο και για τις ΗΠΑ, σε περίοδο έντονης αστά­θειας και κλονισμών του καπιταλισμού.

Η εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί στη Βαλ­κανική χερσόνησο οδηγεί στην όξυνση του κοινω­νικού πολέμου και σε επαναστατικές εκρήξεις. Ο­λες οι αντιθέσεις του καπιταλισμού οξύνονται. Μέ­σα στην εργατιά και την αγροτιά επικρατεί μεγά­λος αναβρασμός καθώς η επέμβαση των ιμπεριαλι­στών για το μοίρασμα της λείας οδηγεί οττην εξα­θλίωση και στον πόλεμο. Οι βαλκανικοί λαοί θ' αρ­χίσουν να πείθονται με την πείρα τους, όπ ο βαλ­κανικός πόλεμος που ετοιμάζουν οι ιμπεριαλιστές γίνεται για να πλουτίσει μια χούφτα από Κροίσους του κεφαλαίου, ενώ η εργαπά και η αγροτιά θα κληθούν να γίνουν κρέας για τα κανόνια των ε­μπρηστών του πολέμου. Οι πρωτοπόροι εκπρόσω­ποι του προλεταριάτου, σ' αυτές τις συνθήκες, θα ανεβάσουν την ωριμότητα και τη συνειδητότητά τους, οι όροι για τη δημουργία και την ισχυροποίη­ση νέων κομμουνιστικών κομμάτων θα πολλάπλα- σιαστούν και θα γίνουν πιο ευνοϊκοί.

Η όξυνση της ταξικής πάλης, ο φόβος της ωρί-

ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 125:|χ:>>χχχχ

SIB

Page 127: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

μανσης επαναστάσεων στην περίπτωση ιμπεριαλι­στικής στρατιωτικής επέμβασης στη Βαλκανική, προβληματίζει πολύ τους ιμπεριαλιστές ηγέτες, αλλά και τις αστικές ηγεσίες των χωρών της πε­ριοχής. Οι ιμπεριαλιστές διστάζουν, αναβάλλουν τις αποφάσεις τους, όχι μόνο γιατί τρώγονται με­ταξύ τους, αλλά και γιατί φοβούνται τις αντιδρά­σεις των λαών, τη δημιουργία επαναστατικής κατά­στασης στην περιοχή.

Αλλά φοβούνται και το εσωτερικό τους μέτωπο, γιατί και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χω­ρών ωριμάζουν σιγά - σιγά οι όροι για κοινωνική έ­κρηξη. Η κατάσταση στις ιμπεριαλιστικές χώρες εί­ναι οξυμένη. Υπόσχονταν ότι μετά την πτώση του «κομμουνισμού» θα έφερναν την ευημερία, την ει­ρήνη και την συνεννόηση. Και τώρα οι ίδιοι ομολο­γούν τη χρεοκοπία τους. Η ανεργία, η φτώχεια και η εξαθλίωση μεγαλώνουν. Οι συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων οδηγούν σε πολεμική ανάφλεξη ολόκληρο τον πλανήτη.

Αυτή η κατάσταση περιγράφεται συχνά, με ζω­ντανά χρώματα σπς στήλες των αστικών εφημερί­δων. Ιδού τί έγραφε πάλι η συντηρητική «ΚΑΘΗ­ΜΕΡΙΝΗ», με τίτλο «Περιμένοντας τη θύελλα», σπς 27/9/92:

«Πριν ακόμη συμπληρωθεί χρόνος από την πατα­γώδη κατάρρευση του “σοσιαλισμού", ο θριαμβεύ- σας “καπιταλισμός" εμφανίζεται αμφίβολος, προ­βληματικός και επικίνδυνος όσο ποτέ άλλοτε. Ολοι οι μύθοι για μια ορθολογισμένη και χωρίς κρίσεις και ανπθέσεις ανάπτυξη για το “καλό όλω ν" τεί­νουν να καταρρεύσουν εξίσου παταγωδώς όσο και οι μύθοι του “σοσιαλισμού". Οι απαισιόδοξοι προ­βλέπουν μέλλον “όχι μακρινό” ζοφερό και βάρβα­ρο, με αιματηρούς πολέμους, με γιγανπαίες μετα­κινήσεις πληθυσμών, με πείνα, αρρώστιες και ολι­κή καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

Τα πρώτα μηνύματα του κυκλώνα είναι ήδη αι­σθητά στη χώρα μας κα στην περιοχή μας. Η αυτο­νόητη λογική της λιτότητας έχει πάρει τις διαστά­σεις άγριας κα βίαιης επιδρομής εναντίον των μι­κρών και μέσω ν εισοδημάτων, εν ονόμαπ της συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία καταρρρέει πριν ακόμη επιχειρήσει το πρώτο βήμα της ζωής της. Στον περίγυρό μας, ακόμη χειρότερα, η απειλητική για μας κρίση πήρε τη μορφή της πλήρους κοινωνι­κής διαλύσης κα των αιματηρών συγκρούσεων με­ταξύ των εθνών, εθνοτήτων, μειονοτήτων κα των ενόπλων “συμμοριών" που διατείνονται ότι νς εκ­προσωπούν.

Η καρδιά του θριαμβεύσαντος “καπιταλισμού" οι αναπτυγμένες χώ ρες της Δύσης κα η Ιαπωνία με τον πολινσμό κα τη δημοκρατία τους, διέρχοντα βαθύτατη κρίση, με εμφανή έκφραση τη μακροχρό­νια οικονομική ύφεση και τις ελάχιστες ελπίδες γρήγορης ανάπτυξης. Η πρόσφατη νομισματική α­ναστάτωση ήταν η ένδειξη της μεγάλης θύελλας που δεν ξέσπασε ακόμη, πίσω από την οποία υπο­θέτουν όπ κρύβε τα μια βίαιη (έστω και χωρίς πό­λεμο) ανακατανομή των δυνάμεων κα των επιρρο­ών.

Στην πρώην Σοβιετική Ενωση και τις άλλες χώ­ρες της Ανατολικής Ευρώπης η μεσαία τάξη έχει καταστραφεί ολοσχερώς ενώ οι κατώτερες τάξεις οδηγούντα στην εξαθλίωση με αποτέλεσμα ούτε η διαδικασία της ανάπτυξης να είνα εφικτή, ούτε το

126 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ,

πολιτικό καθεστώς βιώσιμο. Η ασυγκράτητη διάλυ­ση της σοβιετικής αυτοκρατορίας δεν δικαίωσε πς ελπίδες για ελευθερία και δημοκρατία αλλά ούτε τις ελπίδες για μια αποτελεσματική βοήθεια από την πλούσια κα προβληματική Δύση.

Αυτή η εικόνα του κόσμου... θα ξαναφέρει στο νου πολλών νς ξεχασμένες θεωρίες του Λένιν για την “ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού", την οποία θεωρούσε ως βασική κα κύρια ατία των πο­λέμων κα των επαναστάσεων».

Η ασπκή εφημερίδα καταλήγει σε συμπεράσματα που είναι πιο ισχυρά, πιο διδακτικά και πιο χειρο­πιαστά από οποιοδήποτε συμπέρασμα κομμουνι­στή, γιατί τα βγάζουν καραμπινάτοι αστοί, αμείλι­κτοι εχθροί του κομμουνισμού και π-|ς επανάστα­σης. Οι αστοί δημοσιολόγοι καταλήγουν στο συ­μπέρασμα, πως η Ευρώπη και όλος ο καπιταλιστι­κός κόσμος οδηγούνται στη χρεοκοπία. Κι αυτό α­ποτελεί μια άλλου είδους πρόβλεψη για το ότι το επαναστατικό και το κομμουνιστικό κίνημα θα ση­μειώσει λαμπρές επιτυχίες.

Αναστροφή του κλίματοςΗ αναστροφή του κλίματος, που είχε δημιουργη-

θεί με την κατάρευση των καθεστώτων του παλι- νορθωμένου καπιταλισμού, και η αφύπνηση του προλεταριακού κινήματος σε όλες τις χώρες των Βαλκανίων είναι πια γεγονός. Η οργή και η αγανά­κτηση των λαών της περιοχής εκδηλώνεται με μα­ζικές απεργίες, διαδηλώσεις, πολιτική κρίση. Οι λαοί πείθονται ότι η ευημερία, η συνεννόηση και η ειρήνη, που υπόσχονταν οι ιμπεριαλιστές μετά τη λήξη του «ψυχρού πολέμου», δεν είναι παρά απά­τη κα δημαγωγία.

Ας δούμε τί γίνεται στη γειτονική Αλβανία, στη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Σλοβενία, την Κροατία, στη χώρα μας. Σ' όλες αυτές τις χώρες επικρατεί αγανάκτηση κα αναβρασμός.

Στην Αλβανία γίνονται συχνά απεργίες των ερ­γατών και κινητοποιήσεις της αγροτιάς. Οι απερ­γίες των εργατών στα ορυχεία είνα πολυήμερες. Πέρα τον Αύγουστο η τρίμηνη απεργία των απερ­γών στην πόλη Πολικάν μετατράπηκε σε εξέγερ­ση. Οι εργάτες προχώρησαν σε εκτεταμένες συγ­κρούσεις με την αστυνομία, σε πυρπόληση των γραφείων της διοίκησης του εργοστασίου, στην πολιορκία του δημαρχείου κα τη σύλληψη του διοι­κητή της αστυνομίας κα ενός ανώτερου κυβερνη­τικού αξιωματούχου. Πρόσφατα α αγρότες κατέ­βηκαν σε διαδηλώσεις, ενώ στα νότια της χώρας ε­κατοντάδες πορτοκαλιές ξεριζώθηκαν, σαν απά­ντηση στην πολιτική της κυβέρνησης Μπερίσα, που δίνει στους προπολεμικούς μπέηδες το 50% της γης.

Η οικονομική κα πολιτική κρίση στην Αλβανία έ­χει πάρει παροξυσμικές διαστάσεις. Εκλεισαν σχε­δόν όλες οι βιομηχανίες, τα ορυχεία, α πετρελαο- πηγές, εγκαταλείφθηκαν α καλλιέργειες. Οι εξα­γωγές πετρελαίου και χρωμίου μειώθηκαν σημα­ντικά. Η ανεργία φτάνει στο ύψος ρεκόρ του 50%. Οι περισσότεροι από τους ανέργους ζουν στην περιφέρεια των Τιράνων, σε άθλιες συνθήκες, μέ­σα σε παράγκες, σε τενεκεδουπόλεις που δη- μιουργήθηκαν τα δυο τελευταία χρόνια. Οι εργά­τες, ιδιαίτερα α νέα, εγκαταλείπουν μαζικά τη χώ­

Λάης 1993

Page 128: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

ρα.Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση ο Μ περίσα ανα­

βιώνει το «όραμα» της «Μεγάλης Αλβανίας». Οι τυχοδιωκτισμοί στην εξωτερική πολιτική πάντα α- ποτελούσαν όπλο της αστικής τάξης για αποπρο­σανατολισμό του λαού στο εσωτερικό της χώρας. Η αστυνομοκρατία και η φασισπκοποίηση κυριαρ­χούν στην πολιτική ζωή του τόπου.

Τα ίδια συμβαίνουν στην Βουλγαρία. Η οργή και η αγανάκτηση του λαού βαθαίνει την πολιτική κρίση στη χώρα και δημιουργεί ρήγματα στο πολιτικό ε­ποικοδόμημα. Η απάτη όπ δήθεν η «ελεύθερη οι­κονομία» και οι ιδιωτικοποιήσεις θα έφερναν την ευημερία, οδηγεί σε αναβρασμό την εργατική τάξη. Η πολιτική κρίση εκφράστηκε ήδη με την πτώση της πρώτης, υπό τον Ντιμιτρόφ, κυβέρνησης, λίγο μόλις καιρό μετά την άνοδό της στην εξουσία. Η νέα, υπό τον Μπέροφ, κυβέρνηση είναι το ίδιο α­σταθής. Η κρίση που μαστίζει τη Βουλγαρία εκφρά­ζεται με ψηλά ποσοστά ανεργίας, με την αύξηση του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων, με τη συνεχή πτώση της παραγωγής, με τα ψηλά επίπε­δα πληθωρισμού, με τη συνεχή επιδείνωση του βιο­τικού εππέδου του λαού. Στην τριετία '90 - '92 η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 20% το χρό­νο. Η ανεργία έφτασε στο 15%. Ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε στο 500% το 1991 και στο 100% το 1992.

Η βιομηχανική παραγωγή της χώρας και η αγρο­τική παραγωγή βρίσκονται σε συνεχή πτώση. Η βιομηχανία «αναδιαρθρώνεται», πολλά ορυχεία κλείνουν, εργάτες πετάγονται στο δρόμο. Η αγρο­τική παραγωγή μειώθηκε πέρσι κατά 9% και η πα­ραγωγή καπνού μειώθηκε στο μισό. Το εισόδημα των εργαζόμενων έπεσε κατακόρυφα και το ποσο­στό του πληθυσμού που ζει κάτω από τα όρια φτώ­χιας έφτασε στο ύψος ρεκόρ του 76,4%. Μόνο η α­σπκή τάξη της χώρας, ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού, κερδίζει αμύθητα πλούτη απ' τον ιδρώ­τα και το αίμα της εργατιάς και της αγροτιάς.

Η κρίση στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, επί κυ­βέρνησης Ντιμιτρόφ, έφτασε σε τέτια οξύτητα, που η κυβέρνηση συγκρούστηκε με τα συνδικάτο που η ίδια έλεγχε. Η σύγκρουση ήταν τόσο μεγάλη που το κόμμα της Ενωσης Δημοκρατικών Δυνάμε­ων (Ε.Δ.Δ.) κινδύνεψε να διαλυθεί σε πολλά κομ­μάτια. Ο βουλγάρικος λαός πείθεται με την ίδια του την πείρα, ότι ο δυτικός παράδεισος που του υπό­σχονταν δεν είναι παρά αμέτρητα βάσανα γι' αυ­τόν και αμύθητα πλούτη και χλιδή για την ασπκή τάξη. Το καζάνι κουφοβράζει και δίπλα σ' αυτό η πάλη των αστικών κομμάτων για την κυβερνητική εξουσία και η διαπλοκή αυτής της πάλης με την προσπάθεια ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, βασικά των ΗΠΑ και της Γερμανίας, να εκτοπίσουν τη Ρω­σική επιρροή, η δημιουργία ισχυρών «λόμπι» επιρ­ροής των διάφορων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μέ­σα στα βουλγάρικα ασπκά κόμματα και τα άλλα κέ­ντρα εξουσίας του συστήματος, τροφοδοτούν συνεχώς και οξύνουν την πολιτική κρίση, προσδί- νοντάς της εκρηκτικές διαστάσεις.

Και στις άλλες βαλκανικές χώρες η κατάσταση είναι παρόμοια. Στην Κροατική κοινωνία όπως και στη Σλοβένικη, τα συμπτώματα μιας κοινωνικής έ­κρηξης είναι ορατά. Στη Σλοβενία οι υπουργοί κά­νουν συνεχείς εκκλήσεις για λιτότητα. Η δεινή κα­

τάσταση στην οποία έχει περιέλθει η σλοβένικη οι­κονομία αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην κατάρ­ρευση της ενιαίας γιουγκοσλάβικης αγοράς, η ο­ποία στο παρελθόν απορροφούσε το μισό περίπου των εξαγωγών της χώρας. Η οικονομική κρίση και η πίεση του λαού στη χώρα αυτή οδηγεί σε ανα­στάτωση το πολιτικό σκηνικό. Είναι ενδεικτικό ότι η τελευταία βδομάδα του Απρίλη χαρακτηρίστηκε σαν «εβδομάδα των συνεδρίων διάσπασης», αφού μια σειρά από κόμματα χωρίστηκαν σε δυο ή περισ­σότερα τμήματα.

Η Κροατία επίσης γονάτισε κάτω από το βάρος του πολέμου και της κρίσης. Η χώρα γνωρίζει ήδη την πέμπτη της κυβέρνηση μετά τις πρώτες κοινο­βουλευτικές εκλογές που είχαν διενεργηθεί εκεί το 1990. Η ανεργία στην Κροατία έχει φτάσει στα ύψη, ο πληθωρισμός το 1992 έφτασε το 1100%, α καταστροφικές συνέπειες του πολέμου είναι μεγά­λες.

Τα δύσκολα για τον Μπερίσα, τον Ζέλεφ, τον Τούτζμαν και τους άλλους αστούς ηγετίσκους των βαλκανικών χωρών ήρθαν πολύ γρήγορα. Οι μέρες του θριάμβου υπό την σκιά της αστερόεσσας και του γερμανικού αετού ξεχάστηκαν. Οι υποσχέσεις των αμερικάνων και των άλλων ιμπεριαλιστών, τα παχιά λόγια της αστικής ηγεσίας δεν γεμίζουν τα άδεια στομάχια. Οι ιμπεριαλιστές πάτρωνες δεν εί­ναι καθόλου γενναιόδωρα. Μεγαλώνει η οργή κα η αγανάκτηση των λαών της Βαλκανικής κι αυτό το ασθάνοντα, το καταλαβαίνουν καλά α αστοί ηγέ­τες.

Ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός

Η διάσκεψη των Αθηνών για το Βοσνιακό, η επί­σκεψη Κρίστοφερ στην Ευρώπη κα τα γεγονότα που ακολούθησαν κατέδειξαν με τον πιο χαρακτη­ριστικό τρόπο τη σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ, των Δυτικοευρωπαίων ιμπεριαλιστών κα της Ρωσίας για το ξαναμοίρασμα της Βαλκανικής χερσονήσου. Οι πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις βάζουν τρικλοποδιές η μια στην άλλη, προσπαθούν ν' αρ­πάξουν το καλύτερο «κομμάτι» της περιοχής.

Για το μοίρασμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, της Κεντρικής Ασίας, των πετρελαίων της Μέσης Ανα­τολής, μάχονται λυσσαλέα α ΗΠΑ, η Γερμανία, η Βρετανία, η Γαλλία, η Ρωσία, που έφτασε στην τε­λευταία γραμμή άμυνας κα αναγκαστικά πρέπει να αντιδράσει. Οι αστικές εφημερίδες κα τα περιοδι­κά αυτών των χωρών είναι γεμάτα από πς πιο ά­γριες επιθέσεις ενάντια στους «συμμάχους» κα «εταίρους», γιατί αρπάζουν τη λεία από το στόμα τους. Η μικρή αυτή ομάδα των «μεγάλων δυνάμε­ων» δεν είνα σε θέση να ρυθμίσει πς μεταξύ τους σχέσεις και όλοι κατευθύνουν την πολιτική τους στο τορπιλισμα της πολιτικής των «συμμάχων».

Ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για το ξα­ναμοίρασμα της βαλκανικής χερσονήσου, πατώ­ντας πάνω στα άλυτα εθνικά προβλήματα κα στους εθνικιστικούς ανταγωνισμούς, οδήγησε στη διάλυση της πρώην Γ ιουγκοσλαβίας, στον πόλεμο στη Βοσνία. Ο πόλεμος κινδυνεύει να επεκταθεί σ' ολόκληρα τα Βαλκάνια. Οι ιμπεριαλιστές έλεγαν ότι μετά τον «ψυχρό πόλεμο» θα έφερναν την «ειρήνη» κα τη «συνεννόηση» κα έφεραν τον πό­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 127

Page 129: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

λεμο. Από δω προέρχεται και η κρίση, ο αναβρα­σμός και η αγανάκτηση των πλατιών εργαζόμενων μαζών της Βαλκανικής. Οι εργαζόμενοι βλέπουν καθημερινά απ' τις τηλεοράσεις και ακούνε απ’ τα ραδιόφωνα πς απειλές του ενός ιμπεριαλιστή ενά­ντια στον άλλο, πς απειλές των ιμπεριαλιστών ε­νάνπα στη Σερβία, ενάντια στους λαούς της πε­ριοχής. Ολοι ακούσαμε την αμερικάνικη ηγεσία να απειλεί τους δυτικοευρωπαίους συμμάχους, όλοι ακούσαμε τον Χερντ και τον Οουεν να εκτοξεύουν απειλητικές φάσεις ενάνπα στην αμερικάνικη ηγε­σία. Σ’ όλη αυτή την περίοδο το ΝΑΤΟ «ανακατεύ­εται» απ’ πς διαφωνίες και τις απειλές του ενός συμμάχου ενάνπα στον άλλο. Πίσω απ’ πς κομψές διπλωματικές φράσεις δεν μπόρεσαν οι ιμπεριαλι­στές να κρύψουν τις τεράστιες διαφορές απόψε­ων αλλά και πς απειλές του ενός ενάνπα στον άλ­λο.

Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του γερουσιαστή Μπάιντεν, εκπροσώπου του Κλίντον, που ακούσα­με όλοι πρόσφατα απ' τη τηλεόραση: «Ο πρόεδρος Κλίντον επεδίωξε να συσπειρώσει τους συμμά­χους γύρω από μια καλά σχεδιασμένη δυτική συμ­μαχία. Η ευρωπαϊκή πολιπκή θύμιζα την πολιτική Τσάμπερλεν πριν από τον Β ' παγκόσμιο πόλεμο. Δ εν ξέρω πώς να εκφράσω την οργή μου. Μας ζη­τούν να αποδεχτούμε όπ κέρδισαν οι Σέρβοι και να καθίσουμε επιπλέον να υπολογίσουμε πόσα α­κριβώς κέρδισαν. Αστό που συναντήσαμε στην Ευ ­ρώπη ήταν ένα αποκαρδιωτικό μωσαϊκό αδιαφο­ρίας, διστακτικότητας, αυταπάτης και υποκρι­σίας».

Και οι δυπκοευρωπαίοι «σύμμαχοι» απάντησαν βίαια, χλευασπκά στον Κλίντον, όπ σε περίπτωση αεροπορικού βομβαρδισμού των σερβικών θέσεων, το σερβικό πυροβολικό... «θα κρυφτεί σε μουσουλ­μανικές περιοχές και έτσι θα θρηνήσουμε θύματα μεταξύ των μουσουλμάνων»! Η υποκρισία σ' όλο της το μεγαλείο. Αυτοί που διατείνονται όπ σκέ­φτονται τώρα τα θύματα, είναι οι ίδιοι που μόλις προχτές δολοφονούσαν τον Ιρακινό λαό, που έθα­βαν ζωντανούς τους Ιρακινούς στρατιώτες κάτω απ' την άμμο της ερήμου. Εκείνο που ανακόπτει την επιθετικότητά τους δεν είναι το ενδιαφέρον τους για τη δημιουργία θυμάτων — αυτό ούτε που το σκέφτονται — αλλά ο φόβος από την αντίσταση των λαών και οι μεταξύ τους αγεφύρωτες αντιθέ­σεις. Ολες οι ασπκές εφημερίδες και τα περιοδικά γράφουν και για το λυσσαλέο πόλεμο μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το ξανα­μοίρασμα της λείας, αλλά και για την απειλή λαϊ­κών εξεγέρσεων.

Ο συσχεπσμός των δυνάμεων έχει αλλάξει ση­μαντικά τα τελευταία χρόνια μέσα στο ιμπεριαλι­στικό στρατόπεδο. Η δύναμη της Ρωσίας και των ΗΠΑ έχει εξασθενήσει πολύ ενώ αναδείχτηκαν νέ­ες δυνάμεις, όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία. Η Γερμανία εδώ και πολλά χρόνια αμφισβητεί τον η­γεμονικό ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Μέσα στο ΝΑΤΟ οι αποφάσεις δεν μπορεί πλέον να είναι ο­μόφωνες και η Γερμανία προσπαθεί να αλλάξει τους συσχεπσμούς μέσα στο εσωτερικό του, προ- τείνοντας την είσοδο χωρών της Κεντρικής και Α­νατολικής Ευρώπης, με εξαίρεση τη Ρωσία. Η Βρε­τανία και η Γαλλία αντιτίθενται στα σχέδια της Γερμανίας και των ΗΠΑ και έτσι οι ιμπεριαλιστές τορπιλίζουν ο ένας την πολιτική του άλλου με τη

βοήθεια του κρατικού τους μηχανισμού.Η Γ ερμανία πάλεψε με όλες της πς δυνάμεις για

τη διάλυση της πρώην Γ ιουγκοσλαβίας, για την α­πόκτηση ζωνών επιρροής στην Κροατία και στη Σλοβενία. Η ίδια δύναμη προσπάθησε στη συνέ­χεια να ελέγξει ορισμένες χώρες στο Νότο των Βαλκανίων, για να ανοίξει διαδρόμους προς τη Μέ­ση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Οι ΗΠΑ αντέ- δρασαν έντονα, προσπάθησαν να διατηρήσουν τα παλιά τους ερείσματα και ο ανταγωνισμός έγινε δριμύτατος.

Η Γερμανία κατέκτησε σημαντικές θέσεις στην Τουρκία η οποία είναι και μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη, που μπορεί να επηρεάσει πς εξελίξεις στη Βαλκανική, στην Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατο­λή. Η «αναβάθμιση» των σχέσεων των δυο χωρών φάνηκε και κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Κολ σπιν Τουρκία. Η Γερμανία όχι μόνο δεν προβάλλει τώρα καμιά αντίδραση για την επίθεση του τούρκι­κου στρατού ενάνπα στον Κούρδικο λαό, αλλά υ­ποστηρίζει ανοικτά αυτή την επίθεση. Η αλλαγή της στάσης της Γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία είναι προφανής. Ας θυμηθούμε τί έγι- νε το Μάρτη του περασμένου χρόνου, όταν ξέ­σπασε ο άγριος καυγάς μεταξύ των κυβερνητικών παραγόντων της Γερμανίας και της Τουρκίας. Ο τούρκικος τύπος είχε ξεσπαθώσει σε τέπο βαθμό ενάντια στη γερμανική κυβέρνηση και ιδιαίτερα ε­νάντια στον Γκένσερ, ώστε έφτασε στο σημείο να δημοσιεύσει σκίτσο που εμφάνιζε τον γερμανό υ­πουργό εξωτερικών σαν νέο Χίτλερ. Η Γερμανία εκμεταλλεύονταν το Κούρδικο αντάρτικο κα πίεζε την Τουρκία για ν' αλλάξει τη φιλοαμερικάνικη πο­λιτική της. Οι πιέσεις αυτές απέδοσαν κα τα γερ­μανικά συμφέροντα αποτυπώνονται πια στην τούρκικη πολιτική. Χαρακτηριστική απ' αυτή την ά­ποψη είναι η προσπάθεια διείσδυσης της Γερμα- νίας στο Ουζμπεκιστάν κα στις άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας μέσω της Τουρκίας

Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση και προκειμέ­νου να μην απομονωθούν, οι ΗΠΑ αλλάζουν ταχύ­τατα πολιτική και προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Βλέποντας ότι δεν μπορούν να χτυπήσουν στρατιωτικά τον Μιλόσεβιτς και μπρο­στά στις αντιδράσεις των άλλων ιμπεριαλιστών κά­νουν στροφή κα προσπαθούν τώρα να προσεγγί­σουν την Σερβία. Αυτοί που πριν λίγο καιρό μιλού­σαν με τόση μανία ενάντια στην Σερβία, που απειλούσαν με βομβαρδισμούς και καταστροφή, τώρα ξαφνικά ανακαλύπτουν τον «ειρηνοπαό» Μι­λόσεβιτς κα ρίχνουν γέφυρες προσέγγισης.

Στο Νότο των Βαλκανίων, α ΗΠΑ χάνουν συνε­χώς έδαφος. Η Βουλγαρία όντας μέσα στη δίνη μας ισχυρής εσωτερικής κρίσης, άρχισε να παίρνα τις αποστάσεις της απ’ πς ΗΠΑ κα την Τουρκία και δέχετα έντονες πιέσεις τόσο από τη Γ ερμανία όσο κα από τη Ρωσία. Στην Αλβανία η κρίση κα η αποσύνθεση του καθεστώτος Μπερίσα είνα τόσο μεγάλη που είνα αμφίβολο αν η επιρροή των ΗΠΑ αντέξει για πολύ ακόμα. Γ ενικά η κατάσταση στο Νότο των Βαλκανίων είνα ρευστή κα ασταθής κα α δημουργούμενα άξονες επίσης.

Οι ΗΠΑ έχουν στρατηγικά συμφέροντα στο Νότο των Βαλκανίων. Ενδιαφέροντα για τα συμφέροντά τους στην Κεντρική Ασία, στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή. Θέλουν να εκτοπίσουν τη Γ ερμανία, αλ­

||2 * ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 130: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

λά τα σχέδιά τους βρίσκουν σοβαρές αντιστάσεις. Μια στρατιωτική επέμβαση και μα ήττα τύπου Βιετ­νάμ στη Βοσνία θα ήταν γι' αυτούς στρατηγική ήτ­τα. Ας θυμηθούμε ότι μετά την ήττα στο Βιετνάμ η δύναμή τους εξασθένησε σημαντικά στη Νοτιοα­νατολική Ασία, με αποτέλεσμα η Ιαπωνία να τους εκτοπίσει σιγά σιγά απ* τις αγορές και τις σφαίρες επιρροής.

Η κατάσταση στο Νότο των Βαλκανίων είναι ε­κρηκτική. Οι ΗΠΑ δεν ανέχονται να τους αρπά­ζουν πς σφαίρες επιρροής και πς αγορές, απει­λούν πς αστικές τάξεις της περιοχής. Η υπόθεση με τον κατάσκοπο Σ. Λάλα και οι απειλές ενάνπα στην ελληνική ασπκή τάξη για να ευθυγραμμιστεί με πς επιταγές τους είναι προφανείς. Αλλά πιο προφανείς είναι οι στόχοι τους για το Κοσσυφοπέ­διο και τη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία. Μια όξυνση της κατάστασης στο Κοσσυφοπέδιο και στη Γιου- γκοσλάβικη Μακεδονία δεν μπορεί παρά να δράσει αποσταθεροποιητικά σ' ολόκληρο το Νότο των Βαλκανίων, να πυροδοτήσει τη γενίκευση του πο­λέμου, να του δώσει πανβαλκανικές διαστάσεις.

Οι Αμερικάνοι προσπάθησαν να στείλουν στρατό στη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία, «αδειάζοντας» έ­τσι και την ελληνική κυβέρνηση. Οι άλλοι ιμπερια­λιστές, βασικά οι Αγγλογάλλοι, αντέδρασαν και στη νατοική σύνοδο της Βουλιαγμένης επιτεύχθη­κε ένας συμβιβασμός που σώνει τα προσχήματα και για πς δυο πλευρές. Οι Αμερικάνοι έστειλαν μερικές εκατοντάδες στραπωπκούς, που τέθηκαν υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ, ενώ στο Κοσσυφοπέδιο συμφωνήθηκε απλώς να σταλούν «διεθνείς παρα­τηρητές». Το ζήτημα της ονομασίας της Γιουγκοσ­λάβικης Μακεδονίας, στο οποίο εστιάστηκαν τα μεγαλοίδεάπκα σχέδια της ελληνικής αστικής τά­ξης, παραμένει ακόμη εκκρεμές. Ο ενδοίμπεριαλι- στικός ανταγωνισμός βόλεψε μέχρι στιγμής τα σχέδια της ελληνικής αστικής τάξης και η κυβέρ­νηση Μητσοτάκη κατάφερε να μη πιει μέχρι στιγ­μής το «πικρό ποτήρι». Καμία ιμπεριαλιστική δύνα­μη βέβαια δεν ενθάρρυνε μέχρι στιγμής πς επιδιώ­ξεις της ελληνικής αστικής τάξης, η οποία φυσικά δεν μπορεί να προχωρήσει μόνη της. Γ Γ αυτό και αρνήθηκε την πρόταση Μιλόσεβιτς για διαμελισμό της Γιουγκοσλάβικης Μακεδονίας ανάμεσα στη Σερβία και την Ελλάδα. Η εκκρεμότητα του ζητή­ματος όμως, σε συνδυασμό με την προσπάθεια των διάφορων ιμπεριαλιστικών κέντρων να δη­μιουργήσουν άξονες με πς εξαρτημένες χώρες της περιοχής, αποτελεί μια ακόμη «αδρανή εστία πυρός», έναν ακόμη παράγοντα που οξύνει την πολεμική κατάσταση, που καλλιεργεί το εθνικιστι­κό μίσος ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς και α­πειλεί να τους μετατρέψει σε κρέας για τα κανόνια ενός άδικου ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Τα παλιά ερείσματά της στα Βαλκάνια προσπαθεί να διατηρήσει και η Ρωσία. Η στάση του Γιέλτσιν και της ρώσικης κυβέρνησης στο ζήτημα της βαλ­κανικής κρίσης είναι ταλαντευόμενη. Ο πόλεμος στη Βοσνία δημουργεί από μόνος του πολιτική κρί­ση στο εσωτερικό της Ρωσίας. Η πολιτική Γ ιέλτσιν είναι υπέρ των ««ανοιγμάτων» προς την Ουάσιγ- κτον και τη Δύση γενικότερα, δεν μπορεί όμως να αγνοήσει τα συμφέροντα του ρώσικου ιμπεριαλι­σμού στα Βαλκάνια. Εξάλλου η ανππολίτευση είναι υπέρ πις συμμαχίας με τη Σερβία και ενάνπα σε ο- ποιαδήποτε ιδέα στραπωτικής επέμβασης στη χώ­

ρα αυτή. Οι Ρώσοι ηγέτες καταλαβαίνουν όπ εάν χάσουν τα ερείσματά τους στα Βαλκάνια, τότε η κρίση θα μεταφερθεί πιο κοντά στα σύνορά τους και στο ίδιο το εσωτερικό της χώρας τους. Ηδη άρ­χισαν να χάνουν έδαφος στην Κεντρική Ασία και σπς Βαλτικές Δημοκρατίες κι αυτό τους ενοχλεί πάρα πολύ.

Ο σέρβικος εθνικισμόςΟ σέρβικος εθνικισμός βρίσκεται στο στόχαστρο

όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ολα τα ιμπε­ριαλιστικά κράτη θέλουν να κτυπήσουν τη σέρβικη αστική τάξη, γιατί τους στέκεται εμπόδιο στην α­πόσταση τμημάτων απ' την πρώην Γιουγκοσλαβία. Στόχος των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι να διαλύσουν πλήρως την πρώην Γιουγκοσ- λαβία, να δημιουργήσουν μικρά κράτη, τα οποία θα ελέγχουν όσο το δυνατόν καλύτερα.

Γεννιέται φυσικά το ερώτημα. Πίσω απ' το σέρβι­κο εθνικισμό δεν υπάρχει κανένα ιμπεριαλιστικό κράτος, δεν υπάρχει καμιά ιμπεριαλιστική δύναμη που να ελέγχει τη Σερβία; Το ερώτημα είναι δικαιο­λογημένο, δεδομένης, για παράδειγμα, της εξάρ­τησης της ελληνικής αστικής τάξης κα της ελληνι­κής κυβέρνησης από ορισμένα ιμπεριαλιστικά κέ­ντρα. Για να απαντήσουμε πρέπει να δούμε σε συντομία πς μεταβολές που συντελέστηκαν στον πλανήτη μας κυρίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλε­μο.

Η κατάρρευση της παλιάς αποικιοκρατίας, ένα φανόμενο που ολοκληρώθηκε στα μέσα της δεκα­ετίας του 70, οδήγησε στη δημουργία πολλών ε­ξαρτημένων χωρών με αυτοτελή κρατική υπόστα­ση. Οι χώρες αυτές εξαρτήθηκαν οικονομικά, στραπωτικά κα πολιτικά απ' τα διάφορα ιμπεριαλι­στικά κέντρα. Η εξάρτηση αυτή δεν επέτρεψε σ' αυτές πς χώρες ν’ αναπτυχθούν μέχρι το ιμπερια­λιστικό στάδιο αλλά τις οδήγησε σε μια στρεβλή κα μέσου επιπέδου ανάπτυξη. Σπς εξαρτημένες χώρες όμως υπάρχουν κρατικές δομές, που δεν υ­πήρχαν σπς αποικίες, και σχετική ανάπτυξη του καπιταλισμού, που δημιουργεί ανπθέσεις με πς ι­μπεριαλιστικές χώρες στην εσωτερική αγορά, αλ­λά κα σπς ξένες αγορές. Οι ιμπεριαλιστικές δυνά­μεις βέβαα εξακολουθούν να ελέγχουν την εσω­τερική αγορά των εξαρτημένων χωρών, αφού κα η ντόπια παραγωγική βάση είτε ανήκει άμεσα στο μονοπωλιακό κεφάλαιο των ιμπεριαλιστικών χω­ρών είτε ελέγχετα με διάφορους τρόπους απ’ αυ­τό. Ομως αναπτύσσονται κα αντιθέσεις ανάμεσα στη ντόπια ασπκή τάξη κα σπς ιμπεριαλιστικές δυ­νάμεις, που εκφράζονται πολλές φορές με την προσπάθεια εξαρτημένων χωρών να ελέγξουν ο­ρισμένες σημαντικές πρώτες ύλες και να παζαρέ­ψουν καλύτερα την πούλησή τους σπς ιμπεριαλι- ,σπκές δυνάμεις. Οι αντιθέσεις αυτές μπορούν να φτάσουν ακόμα κα μέχρι τη σύγκρουση κα γενικά αδυνατίζουν το αντεπανασταπκό στρατόπεδο κα βαθανουν την πολιτική κρίση.

Η αστική τάξη όμως στις εξαρτημένες χώρες, παρ' όλες πς ανπθέσεις της με πς ιμπεριαλιστικές χώρες, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποτίναξη της εξάρτησης και στην εθνική ανεξαρτησία. Η αστική τάξη των εξαρτημένων χωρών έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό της κύκλο. Πάνω στο έδαφος των κε-

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 12$

Page 131: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

φαλαοκραπκών σχέσεων παραγωγής, η ασπκή τά­ξη των εξαρτημένων χωρών είναι υποχρεωμένη να υποτάσσεται στο ξένο κεφάλαιο, να έχει σχέσεις εξάρτησης κα όχι σχέσεις ισοτιμίας. Η ίδια η ύπαρ­ξή της εξαρτάτα από τις σχέσεις εξάρτησης με το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαο, που είναι επενδυμέ­νο στην παραγωγική βάση των εξαρτημένων χω­ρών, που αγοράζει τις πρώτες ύλες ακατέργαστες ή μισοκατεργασμένες (αφού στις εξαρτημένες χώ­ρες απουαάζει η καθετοποιημένη παραγωγή), που δανείζει το κράτος κα τις επιχειρήσεις των εξαρ­τημένων χωρών, που «νοικιάζει» σ’ αυτές τεχνο­γνωσία, που της εξασφαλίζει μ' άλλα λόγια την κα­πιταλιστική βιωσιμότητα και την κυριαρχία της πά­νω στη «δική της» εργατική τάξη, πάνω στο «δικό της» λαό.

Μόνο η επανάσταση του προλεταριάτου κα των συμμάχων του μπορεί να οδηγήσει πς εξαρτημέ­νες χώρες σε μια ανεξάρτητη ζωή, με την οικοδό­μηση σοσιαλιστικών σχέσεων στην παραγωγή. Αυ­τό ισχύει και για περιόδους όπου υπάρχει σύγ­κρουση μεταξύ της αστικής τάξης της εξαρτημέ­νης χώρας κα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Είνα δυνατόν λαπόν η σχετική αυτονομία των ε­ξαρτημένων χωρών απέναντι στις ιμπεριαλιστικές δυ,νάμας να πάρει πρόσκαιρα κα οξύ χαρακτήρα. Αυτό γίνετα για παράδειγμα τώρα με την περίπτω­ση της Σερβίας. Αντίθετα, η σχετική αυτονομία της ελληνικής ασπκής τάξης είνα πολύ περιορισμένη κα δεν βγαίνει έξω από ορισμένα πλαίαα, αφού η χώρα μας εκτός απ' την οικονομική εΕάρτηση είνα δεμένη με χίλια νήματα κα με ιμπεριαλιστικούς συ­νασπισμούς όπως το ΝΑΤΟ, η ΕΟΚ κα η ΔΕΕ.

Για να δούμε την περίπτωση του σέρβικου εθνικι­σμού πρέπει να εξετάσουμε σε συντομία πς μετα­βολές που συντελέστηκαν στον πλανήτη μας τα τελευταία χρόνια. Να δούμε ποιές ήταν α σχέσεις της σέρβικης αστικής τάξης με το ρώσικο ιμπερια­λισμό και παές ήταν α επιπτώσεις απ' την τερά­σπα μείωση της δύναμης του ιμπεριαλισμού αυτού στη διεθνή σκηνή κα ιδιαίτερα στα Βαλκάνια.

Η εξάρτηση του σέρβικου καπιταλισμού απ' το ρώσικο ιμπεριαλισμό ήταν μεγάλη. Εξάρτηση οικο­νομική, στραπωπκή, πολιτική. Η τεράστια μείωση της επιρροής του ρώσικου ιμπεριαλισμού στη διε­θνή σκηνή έφερε κα μα ανάλογη μείωση στο χώρο των Βαλκανίων. Ετα, η επιρροή της Ρωσίας στη Σερβία εξασθένισε πάρα πολύ, όχι σαν αποτέλε­σμα τάσεων αυτονομίας της σέρβικης ασπκής τά­ξης, αλλά σαν αποτέλεσμα της δυσπραγίας του ρωσικού ιμπεριαλισμού (ανάλογα φανόμενα είχα­με σ’ όλο το φάσμα των σφαιρών επιρροής της Ρω­σίας, ακόμη κα στην ίδια την «επικράτεια» του άλ­λοτε ενιαίου ομοσπονδιακού κράτους της ιμπερια­λιστικής ΕΣΣΔ). Αυτό το κενό είνα που ήρθαν να καλύψουν οι άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Και δεν ήρθαν απλώς να εξαρτήσουν όλη την πρώην Γιουγκοσλαβία. Ηρθαν απειλητικά να τη διαλύ- σουν, να τη μοιράσουν σε κομμάτια. Ηδη έχει δια­λυθεί στη «μικρή» Γιουγκοσλαβία, στη Σλοβενία, την Κροατία, τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, τη Γιου­γκοσλάβικη Μακεδονία. Και οι ιμπεριαλιστές δεν είνα ικανοποιημένοι. Θέλουν να αποσπάσουν κα άλλα τμήματα, όπως το Κοσσυφοπέδιο.

Σ’ αυτή ακριβώς την προοππκή αντιτάχθηκε ο σέρβικος εθνικισμός. Η σέρβικη ασπκή τάξη κα η

σέρβικη ηγεσία πολεμά γιατί με την απόσπαση ε- * δαφών συρρικνώνεται η εσωτερική αγορά, χάνει οικονομική και πολιτική ισχύ. Ο Μιλόσεβιτς ανα- γκάζετα για να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση, να κάνει προσωρινές συμφωνίες με τους ιμπεριαλι­στές, αλλά οι πιέσεις που δέχονταν απ' το λαό, από τη μια, και η αχορταγία των ιμπεριαλιστών' από την άλλη, τον ανάγκαζαν να διαλύει αυτές τις συμφωνίες. Ας θυμηθούμε τα γεγονότα.

Το Δεκέμβρη του *91 κα μετά από έντονες πιέ­σεις, η Γ ερμανία καταφέρνει να αναγνωριστούν σαν ανεξάρτητα κράτη η Σλοβενία κα η Κροατία Η Ουάαγκτον σ' όλο το προηγούμενο διάστημα πίε­ζε ακριβώς για το αντίθετο, γιατί η πολιτική της ερ­χόταν σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της Γερ­μανίας. Ολοι τότε μιλούσαν για τον «μήνα του μέ- λιτος» Μιλόσεβιτς κα Ουάαγκτον. Ενάνπα στην απόσχιση της Σλοβενίας κα της Κροατίας τάχθη­καν επίσης η Βρετανία κα η Γαλλία, που αναγκά­στηκαν στο τέλος να συμβιβαστούν, αφού πήραν σοβαρά ανταλλάγματα στις ρυθμίσεις του Μάα- στριχτ.

Σε κείνη τη φάση καμιά ιμπεριαλιστική δύναμη δεν στάθηκε πίσω απ’ τη Σερβία, καμά ιμπεριαλι­στική δύναμη δεν απείλησε τη Γερμανία. Πολύ σύ­ντομα, όπως θα δούμε, κα α ΗΠΑ άλλαξαν στάση.Ο μόνος που αντιτάχθηκε ήταν ο σέρβικος εθνικι­σμός, που έβλεπε να διαλύετα η πρώην Γιουγκοσ- λαβία, να χάνονται οι αγορές της Σλοβενίας και της Κροατίας. Η Σερβία πολέμησε στη Σλοβενία κα στην Κροατία, αλλά στο τέλος αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, αφού ο συσχεπσμός των δυνάμεων ήταν συντριπτικά σε βάρος της.

Μετά απ' την απόσχιση της Σλοβενίας κα της Κροατίας και με την προοπτική αναγνώρισης και των άλλων Δημοκρατιών εκ μέρους της ΕΟΚ, σι ΗΠΑ κάνουν ριζική στροφή στην πολιτική τους και αρχίζουν κι αυτές να μπαίνουν στο παιχνίδι της μοιρααάς. Η κοινή διακήρυξη, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες μεταξύ των ΗΠΑ κα της ΕΟΚ, δεν αποτελούσε παρά μια συμφωνία μεταξύ των μεγά­λων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ταυτόχρονα α Αμερικάνοι ηγέτες συνεχίζουν να πιέζουν τον Μιλόσεβιτς και ο τελευταίος αναγκάζετα να καλέσει απ’ πς ΗΠΑ τον αμερικανό πολίτη Πάνιτς και να τον διορίσει σρι θέση του πρωθυπουργού. Ο Πάνιτς, εξυπηρε­τώντας τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με τον Μιλόσεβιτς και τη σέρβικη ηγεσία, ήρθε σε σύγκρουση με το σέρβικο εθνικισμό. Ας θυμηθούμε πς θέσεις του Πάνιτς για την «αυτονομία» του Κοσσυφοπεδίου, πς απειλές του εναντίον της ελληνικής ασπκής ηγεσίας, κλπ.

Η σύγκρουση μεταξύ Μιλόσεβιτς κα Πάνιτς έ­φτασε στο αποκορύφωμά της με την αναμέτρηση για την ανάληψη της προεδρίας της Σερβίας. Εκεί φάνηκε καθαρά ότι ο σέρβικος εθνικισμός δεν ή­ταν διατεθειμένος να παραχωρήσει κυριαρχικά δι- καιώματά του στους Αμερικάνους κα έτα ο Πάνιτς ηττήθηκε. Φυσικά α πιέσεις ενάνπα στον Μιλόσε­βιτς κα το σέρβικο εθνικισμό δεν σταμάτησαν εκεί.Οι ιμπεριαλιστές άναψαν τη φωπά στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη για να κρατούν συνέχεια ανοιχτό το μέτωπο ενάντια στη Σερβία, για να πιέζουν ασφυ­κτικά τη σέρβικη ηγεσία. Η συγκεκριμένη έκφραση αυτών των πιέσεων γίνεται μέσω του σχεδίου Βανς κα Οουεν, που είνα εντελώς ανεφάρμοστο,

130 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 132: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

όπως παραδέχονται οι πάντες. Το μόνο που κατα­φέρνει το σχέδιο είναι να αναζωπυρώνει πς συγ­κρούσεις και τον πόλεμο σ' αυτή την πολύπαθη πε­ριοχή.

Βλέπουμε λοιπόν, όπ ο σέρβικος εθνικισμός δεί­χνει μια σχετική αυτονομία απένανπ στα ιμπεριαλι­στικά κέντρα, που φτάνει μέχρι το σημείο της σύγ­κρουσης. Μπορεί να κάνει προσωρινές συμφωνίες με τον ένα ή τον άλλο ιμπεριαλιστή, αλλά - κάτω απ' την πίεση του λαού - δεν μπορεί να κάνει τέ- τιου είδους παραχωρήσεις που να οδηγήσουν στην πτώση του. Οι διάφοροι Σέρβοι ηγέτες δηλώ­νουν όπ θα «πολεμήσουν μέχρι εσχάτων» σε περί­πτωση ιμπεριαλιστικής στραπωτικής επέμβασης, όχι γιατί το πιστεύουν, αλλά γιατί δέχονται την έ­ντονη πίεση του λαού, που δεν είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει την κρατική αυτοτέλεια της χώ­ρας στους ιμπεριαλιστές.

Φυσικά αυτή δεν θα είναι μια μόνιμη κατάσταση, δεν μπορεί ο σέρβικος εθνικισμός να παραμένει για πάντα «υπεράνω» όλων των ιμπεριαλιστών. Η σέρβικη ασπκή τάξη είναι εξαρτημένη και δεν μπο­ρεί να μετατραπεί σε ιμπεριαλιστική αστική τάξη. Και ούτε μπορούμε να ξέρουμε πού θα καταλήξουν τα «φλερτ» του Μιλόσεβιτς με τον ένα ή τον άλλο ιμπεριαλιστή.

Αλλά υπάρχει και ένας άλλος σημαντικός παρά­γοντας που καθορίζει πς εξελίξεις στη Σερβία. Η σέρβικη εργατική τάξη δεν αμφισβητεί σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα και έτσι αφήνει περιθώρια στον Μιλόσεβιτς να ελίσσεται. Η σύγκρουση της σέρβικης αστικής τάξης με τον ιμπεριαλισμό οφεί- λεται και σ αυτόν τον παράγοντα. Οσο περισσότε­ρο το εργατικό και λαίκό κίνημα αγωνίζεται ενάνπα στο καπιταλιστικό σύστημα τόσο και η ντόπια ασπ­κή τάξη προσπαθεί να στηριχτεί στους ιμπεριαλι­στές για να αντιμετωπίσει αυτό το κίνημα. Οταν ο λαός της Σερβίας αποδεσμευτεί από τον εθνικισμό και από την επιρροή της ασπκής ηγεσίας, όταν το προλεταριάτο αποκτήσει την ταξική του αυτογνω­σία και τεθεί επικεφαλής ενός επαναστατικού, πραγματικά απελευθερωτικού κινήματος, τότε οι διάφορα Μιλόσεβιτς θα συνασπιστούν αναπόφευ­κτα με τους ιμπεριαλιστές για να αντιμετωπίσουν αυτό το κίνημα.

Η σέρβικη αστική τάξη δεν είνα εθνική αστική τά­ξη αλλά εξαρτημένη. Στη Σερβία, η αποτίναξη της εξάρτησης είνα υπόθεση της προλεταριακής επα­νάστασης κα όχι της ασπκής τάξης που έχει ξω- φλήσει ιστορικά. Η σύγκρουση όμως μεταξύ της σέρβικης αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών α­δυνατίζει το αντεπανασταπκό στρατόπεδο κα βα­θαίνει την κρίση.

Η ελληνική αστική τάξηΔεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, όπ σπς εξελίξεις

που συντελούντα στη Βαλκανική η ελληνική ασπ­κή τάξη παίρνει ενεργά μέρος. Αυτό αποδεικνύουν εξάλλου α επανειλημμένες προσπάθειες της ελ­ληνικής κυβέρνησης να αναδειχθεί σε ενωμοτάρχη της περιοχής, η συμμετοχή της χώρας σε επιχει­ρήσεις του ΝΑΤΟ κα α προετοιμασίες για συμμε­τοχή σ ένα γενικευμένο πόλεμο.

Από την έναρξη της Βαλκανικής κρίσης, η ελλη­νική αστική τάξη μέσω της κυβέρνησής της, προ­

σπαθεί να στηριχτεί στον ένα ή στον άλλο ι̂περια- λιστή, για να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίση. Αυτό δείχνουν όλες α κινήσεις της στο λε­γόμενο «Βορειοηπειρωπκό» κλπ. Αυτή η πολιτική άλλαξε πολλές φορές, ανάλογα με πς πιέσεις που δεχόταν η ελληνική κυβέρνηση στο εσωτερικό της χώρας κα ανάλογα με πς πιέσεις του ιμπεριαλιστι­κού παράγοντα. Πάντοτε όμως αυτή η πολιτική κι­νούνταν μέσα στα όρια της εξάρτησης κα των διεκδικήσεων απ' τα γειτονικά κράτη. Οι εξελίξεις αποδεικνύουν, όπ η ελληνική κυβέρνηση προσάρ­μοζε την πολιτική της παίρνοντας υπόψη απ' τη μα την επιδίωξη να έχει το μέγιστο των πλεονεκτημά­των στην εξωτερική πολίτική (χωρίς να φτάνει όχι σε ρήξη, αλλά ούτε καν σε σύγκρουση με τους ι­μπεριαλιστές) κα απ’ την άλλη η πολιτική της να μην προκαλεί κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της χώρας, -έρει πολύ καλά, κι αυτό το ξέρουν βέβαια όλοι οι έλληνες αστοί πολιτικοί, όπ μια τραγωδία όπως αυτή με το Κυπριακό το 1974, δεν θα μείνει χωρίς απάντηση απ' τον ελληνικό λαό. Τραγούδια βέβαα δεν θα είναι η ονομασία της Γιουγκοσλά- βιας Μακεδονίας με το όνομα που ιστορικά φέρει κα που εθνικά χαρακτηρίζει τη μεγαλύτερη εθνό­τητα στο εσωτερικό της, αλλά με το κύμα εθνικιστι­κής υστερίας που δημιουργήθηκε αυτό θα φανό- ταν σαν τραγωδία, θα πλήγωνε το στρεβλωμένο ε­θνικό φιλότιμο και θα αποδέσμευε εθνικιστικές δυνάμεις, κάπ που δεν το θέλουν ούτε α ιμπερια­λιστές, γι' αυτό κα υπήρξαν πάντοτε προσεχτικοί σπς κινήσεις τους κα στο χειρισμό του ζητήματος.

Μια σύντομη ματιά σπς πρόσφατες εξελίξεις α- ποδεικνύει τους παραπάνω συλλογισμούς μας. Κατ' αρχήν, η ελληνική αστική τάξη προσπαθεί να «παίξει» με το ζήτημα του ονόματος της Γιουγκοσ- λάβικης Μακεδονίας. Ολοι οι αστοί πολιτικοί, οι διανοούμενοι, α καλλιτέχνες, πυροδοτούν τον ε­θνικισμό γύρω απ' το όνομα «Μακεδονία». Οι εφη­μερίδες θυμούνται ξαφνικά τους απογόνους του Φιλίππου κα του Μ. Αλεξάνδρου κα η «Καθημερι­νή» γράφει για τη δημιουργία «μακεδονικής φά­λαγγας», που θα γυμνάζεται στα ελληνογιουγκοσ- λαβικά σύνορα κα θα είνα έτοιμη να «μπουκάρει»! Τα συλλαλητήρια κα α φιέστες εθνικοφααστικού τύπου φουντώνουν.

Σε ριζική αντίθεση με τις επιδιώξεις της ελληνι­κής κυβέρνησης έρχεται βέβαια η πολιτική της Τουρκίας, που προσπαθεί με την υποστήριξη των ΗΠΑ να δημιουργήσει το λεγόμενο «μουσουλμανι­κό τόξο» στο Νότο των Βαλκανίων. Να σχηματίσει δηλαδή ένα άξονα με την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία. Είνα αποκαλυ­πτική η τότε δήλωση του πρώην υπουργού Εξωτε­ρικών κα μέλους του ΕΓ του ΠΑΣΟΚ Ο. Πάγκαλου, που δήλωσε με πολύ κυνισμό, όπ αν το «κράτος των Σκοτΐων» αρχίσει να διαμελίζετα πάνω απ' τα βόρεια σύνορά μας, υπάρχει κίνδυνος να ενωθούν Βουλγαρία κα Αλβανία κα να ολοκληρωθεί το μου­σουλμανικό τόξο. Σε μια τέτοια περίπτωση — κα­τέληξε ο Πάγκαλος — θα πρέπει να μας παραχω- ρηθεί ένας διάδρομος μέχρι το Μοναστήρι, που θα μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την επικανωνία με την ορθόδοξη κα παραδοαακά φίλη Σερβία.

Αυτή η πολιτική της ελληνικής αστικής τάξης βρήκε «δικαίωση·· μετά από λίγο καρό με την από­φαση της Λισαβόνας. Ο Μητσοτάκης, κάνοντας σημαντικές παραχωρήσεις προς τη Γ ερμανία, βρή­

ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |3Τ

Page 133: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

κε υποστήριξη στο ζήτημα του ονόματος. Η Γερ­μανία ήθελε προφανώς να εφαρμόσει την πολιτική της σε βάρος των συμφερόντων των ΗΠΑ, αλλά και για να στρχμώξει την τούρκικη ασπκή τάξη. Κάπ που ανετράπη στη συνέχεια, όταν η Γ ερμανία άρ­χισε να «εξομαλύνει» πς σχέσεις της με την Τουρ­κία και να εγκαταλείπει την ελληνική κυβέρνηση. Αυτή η εξέλιξη αποτέλεσε μια σημαντική ήττα για την ελληνική κυβέρνηση και την ελληνική ασπκή τάξη τόσο στο εσωτερικό όσο και για πς επιδιώ­ξεις της στο εξωτερικό της χώρας. Ηταν αναγκα­σμένη πια να επιδιώξει την απεμπλοκή απ' το «μακεδονικό». Αυτό όμως οδηγούσε αναπόφευκτα σε τριγμούς στο εσωτερικό της χώρας, απόδειξη το γεγονός όπ δεν τα κατάφερε ακόμα να περάσει την πολιτική της για αλλαγή στο ζήτημα του ονό­ματος.

Η ελληνική κυβέρνηση, πέρα απ' τον προσωρινό άξονα που προσπάθησε να κάνει με τη Γ ερμανία, πιεζόμενη απ' πς ΗΠΑ, προσπάθησε να προσεγγί­σει και την Τουρκία αλλά απέτυχε παταγωδώς. Ο Μητσοτάκης ανήγγειλε πολλές φορές συμφωνία με την Τουρκία, έκανε δηλώσεις, όπ «δεν υπάρχει κίνδυνος εξ Ανατολών», όμως αυτές του οι δηλώ­σεις διαψεύδονταν σύντομα απ' τη ζωή και αναγκά­ζονταν να πς «διορθώσει». Πρόσφατο είναι το πα­ράδειγμα της επίσκεψης Μητσοτάκη στην Τουρκία, όπου τη στιγμή που αυτός κατέβαζε τους τόνους τα τούρκικα αεροπλάνα παραβίαζαν προκλητικά τον ελληνικό εναέριο χώρο.

Είναι προφανές, όπ ένας άξονας με την Τουρ­κία, τη σπγμή μάλιστα που είναι ανοιχτή η πληγή της Κύπρου, τη σπγμή που η τούρκικη αστική τάξη απειλεί να αποσπάσει και άλλα εδάφη, δεν είναι δυνατόν να περάσει εύκολα, χωρίς τη λήψη φασι­στικών μέτρων στο εσωτερικό της χώρας μας. Κι αυτό δεν το θέλει ούτε ο Καραμανλής ούτε οι άλ­λοι αστοί ηγέτες, γιατί θα δημιουργήσει εκρηκτικές καταστάσεις, θα ξεσηκώσει τη λαϊκή οργή και αγα­νάκτηση, που θα εκδηλωθεί με επαναστατικές πράξεις. Γ ι* αυτό και ο Καραμανλής έβαλε «πάγο» στα σχέδια του Μητσοτάκη και τον ανάγκασε να πάει σε σύσκεψη στο προεδρικό μέγαρο, όπου ου­σιαστικά τέθηκε υπό επιτροπεία από τους άλλους αστούς πολιτικούς, τουλάχιστον στα ζητήματα της βαλκανικής πολιτικής, που πλέον ταυτίζεται με το σύνολο της εξωτερικής πολιτικής της ελληνικής α­στικής τάξης.

Λίγες μέρες πριν είχε διεξαχθεί η διάσκεψη των Αθηνών, για την αποδοχή του σχεδίου Βανς - Ο- ουεν από τη Σερβία και τους Σέρβους της Βοσ­νίας. Η διάσκεψη αυτή αλλά και το μήνυμα Καρα­μανλή, που προσχηματικά εκδόθηκε απ' αφορμή τη γιορτή της «ευρωπαϊκής ιδέας», λένε πολλά και σημαντικά. Ολη η εξέλιξη των γεγονότων δίδαξε στην ελληνική αστική τάξη πολλά. Οταν στο εσω­τερικό της χώρας λαμβάνονται πρωτοφανούς έ­κτασης αντιλαϊκά μέτρα και υπάρχει τόσο μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια, δύσκολα μπορείς να πυροδο­τείς αυτή τη δυσαρέσκεια με πολεμικές ιαχές. Ο Καραμανλής προσπαθεί να ρίξει τους τόνους, γι' αυτό και λέει «όχι στον πόλεμο», «όχι στην ελληνι­κή συμμετοχή».

Ο Καραμανλής όμως δεν περιορίστηκε σε κά- ποιες φράσεις αστικού πασιφισμού. Αποδοκίμασε, εμμέσως πλην σαφέστατα, την πολιτική της Γ έρ­μα νιας, όπως επίσης και την επιθετική πολιτική

των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Η πολιτική Καραμανλή, που ταυτίζεται απόλυτα με την πολιτική Παπαν­δρέου (ας θυμηθούμε μια ακόμη δήλωση του Πά­γκαλου, πριν λίγο καιρό: «εμείς σαν ΠΑΣΟΚ συνε­χίσαμε την εξωτερική πολιτική του Καραμανλή, α­πλώς βελτιώνοντάς την»), βλέποντας ότι δεν μπορεί να στηριχτεί σε άξονα με τη Γ ερμανία ή με πς ΗΠΑ - Τουρκία, χωρίς καταστροφικά αποτελέ­σματα για τον ελληνικό καπιταλισμό, επιδιώκει έ­ναν άξονα με Γαλλία και Σερβία, γιατί πιστεύει όπ αυτός ο άξονας θα οδηγήσει στους μικρότερους κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της χώρας. Η ορθό­δοξη Σερβία με την ορθόδοξη Ελλάδα, και κοντά σ αυτές η «σύμμαχος» Γαλλία, να ποιό είναι το μήνυ­μα που έστειλε το σύνολο της ασπκής πολιτικής η­γεσίας μετά τη διάσκεψη των Αθηνών και τη σύ­σκεψη του προεδρικού μεγάρου. Φυσικά, το μέλ­λον μόνο θα δείξει, αν θα μπορέσει να σταθερο­ποιηθεί ένας τέπος άξονας. Δεδομένης της αστά­θειας που επικρατεί στη Βαλκανική κι αυτός ο άξο­νας δεν μπορεί παρά να είναι ασταθής και εύθραυ­στος.

Αλλά βέβαια, ούτε ο Καραμανλής ούτε κανένας αστός πολιτικός μπορεί να αρνηθεί το «ιερό» δι­καίωμα της ελληνικής αστικής τάξης να ασκεί μια επιθετική πολιτική απένανπ στους γείτονες. Εξάλ­λου, είναι γνωστό όπ η ελληνική αστική τάξη ήδη εμπλέκεται στον πόλεμο με διάφορες ενέργειες. Η «φιλειρηνική» απόφαση του προεδρικού μεγά­ρου, που έβαλε πάγο και στη βιαστική δήλωση Μη­τσοτάκη για αποστολή «ειρηνευτικής δύναμης» στη Βοσνία, κάθε άλλο παρά εγγύηση ενάντια στον πόλεμο και την εμπλοκή της χώρας μας σ' αυτόν αποτελεί. Απλούστατα, α αστοί ηγέτες δια­φωνούν με πς μεθοδεύσεις Μητσοτάκη και πς βε­βιασμένες πράξεις. Θέλουν να είναι σίγουροι, όπ οι συμμαχίες και οι άξονες που θα δημιουργήσουν με άλλες χώρες, βαλκανικές και ιμπεριαλιστικές, δεν θα τους δημιουργήσουν προβλήματα τόσο στο εσωτερικό όσο και στην εξωτερική πολιτική.

Θέλουν να μπουν στον πόλεμο με τους καλύτε­ρους όρους για την ελληνική ασπκή τάξη. Κι επει­δή τα πράγματα δεν έχουν κατασταλάξει, επειδή οι συμμαχίες είναι ασταθείς, επειδή δίπλα στον λυσσαλέο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό υπάρ­χει και ο κοινός στόχος όλων των ιμπεριαλιστών να αδυνατίσουν και να υποτάξουν πλήρως το σέρ­βικο εθνικισμό, επειδή τέλος υπάρχουν τα δεδη­λωμένα και έντονα φιλειρηνικά αισθήματα του ελ­ληνικού λαού, η αστική πολιτική ηγεσία εμφανίζε­ται συγκροτημένη, δεν θέλει να είναι αυτή που θα ανάψει τη φωτιά, ούτε αυτή που θα βγάλει τα κά­στανα για λογαριασμό των ιμπεριαλιστών, χωρίς ι­κανά ανταλλάγματα.

Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έχει ξαπολύσει τον πόλεμο στην εξωτερική πολιτική, απλώς τον προετοιμάζει, έχει όμως ξαπολύσει τον πόλεμο στο εσωτερικό της χώρας, τον πόλεμο ενάνπα στην εργατική τάξη και πς άλλες εργαζόμενες μά­ζες, τον πόλεμο της συντηρητικής ανασυγκρότη­σης του καπιταλισμού. Αυτοί που ξαπόλυσαν τον πόλεμο ενάνπα στην εργατική τάξη στο εσωτερικό της χώρας προετοιμάζονται πυρετώδικα για να με- τάσχουν σ’ ένα γενικευμένο βαλκανικό πόλεμο. Ο ελληνικός λαός πληρώνει ακριβά τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού και την προετοι­μασία του πολέμου. Θα πληρώσει βέβαια πολύ πιο

13* ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 134: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

ακριβά την έκρηξη ενός πολέμου καθώς και την μεταπολεμική ειρήνη, είτε ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών είτε στο στρατόπεδο των ηττημένων.

Πόλεμος στον πόλεμο του κεφαλαίου

Φοβούνται το εσωτερικό μέτωπο λοιπόν, α αστοί πολιτικοί. Φοβούνται το επαναστατικό κίνημα των λαών οι ιμπεριαλιστές. Αυτό δείχνουν τα γεγονό­τα. Κάνουν προσεχτικές κινήσεις, γιατί σκέφτο­νται τους τριγμούς που θα δημιουργήσει ένας λη­στρικός πόλεμος.

Από το σύνολο των αντιθέσεων, που προσδιορί­ζουν τις εξελίξεις στη Βαλκανική, αντιθέσεις ανά­μεσα στους ιμπεριαλιστές, αντιθέσεις ανάμεσα στις εξαρτημένες αστικές τάξεις, αντιθέσεις ανά­μεσα στην εργατική τάξη και τους λαούς, από τη μια, και την κεφαλαιοκρατία συνολικά, από την άλ­λη, μόνο η τρίτη κατηγορία είναι εκείνη που μπο­ρεί, μέσα από τη λύση της με γι νίκη της προλετα­ριακής επανάστασης, να οδηγήσει σε ειρήνη προς όφελος των λαών.

Οι ενδοιμπεριαλιστικές ανπθέσεις δημιουργούν σήμερα μια ισορροπία, που δρα ανασταλτικά στην έκρηξη του πολέμου. Αυτή η ισορροπία του τρόμου όμως είναι η πληρέστερη προετοιμασία του πολέ­μου. Γιατί δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα, γιατί οι αγορές, οι πηγές πρώτων υλών, α σφαίρες το­ποθέτησης κεφαλαίου πρέπει να ξαναμοιραστούν, η μια ιμπεριαλιστική χώρα πρέπει να εκτοπίσει πς άλλες, η μια ομάδα ιμπεριαλιστικών χωρών πρέπει να επιβληθεί πάνω στην αντίπαλη κι αυτό τελκά θα γίνει μέσω του πολέμου. Οι αντιθέσεις ανάμεσα σπς εξαρτημένες αστικές τάξεις και πς ιμπεριαλι­στικές χώρες (π.χ. η αντίθεση του σέρβικου εθνικι­σμού με τους ιμπεριαλιστές και κύρια με ΗΠΑ και Γερμανία) δεν οδηγούν στην ειρήνη, αλλά στον πόλεμο. Γ ιατί γίνονται εφεδρεία των ενδοϊμπερια- λισπκών ανπθέσεων, γιατί όλες οι εξαρτημένες α­σπκές τάξεις ασκούν πολιτική ταξικής καταπίεσης και εθνικών εκκαθαρίσεων, γιατί έχουν βλέψεις σε βάρος των γειτόνων, γιατί αναζητούν την ευκαιρία να μπουν τελικά στον πόλεμο, προσδοκώντας να είναι στο στρατόπεδο των νικητών.

Αντίθετα, η αντίθεση ανάμεσα στο προλεταριάτο και την ασπκή τάξη, η αντίθεση ανάμεσα στους λα­ούς και την ιμπεριαλιστική και εξαρτημένη κεφα- λαιοκρατία είναι αυτή που θα δόσει τελικά τέρμα στον πόλεμο. Η απειλή των λαϊκών εξεγέρσεων σηκώνει ανατριχίλα στους ιμπεριαλιστές και τους κάνει προσεχτικούς στο να ξαπολύσουν τον πόλε­μο. Μένουν ακόμα στις προπαρασκευαστικές του πράξεις. Οσο λοιπόν πιο δυνατή είναι η λαϊκή πά­λη τόσο περισσότερο «προσεχτικοί» θα γίνονται οι ιμπεριαλιστές και τα τσιράκια τους στις εξαρτη­μένες χώρες. Ετσι όμως ο πόλεμος μπορεί μόνο να αναβληθεί, όχι να αποστραπεί τελεσίδικα. Γ ιατί υπάρχουν όλες οι άλλες αντιθέσεις που οδηγούν σ' αυτόν. Γ Γ αυτό και το φιλειρηνικό κίνημα μπορεί να είναι απόλυτα αποτελεσματικό μόνο όταν είναι ανπκαπιταλιστικό - αντιιμπεριαλιστικό, μόνο όταν αποτελεί εφεδρεία της προλεταριακής επανάστα­σης.

Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στη Γιου- γκοσλαβία και τα Βαλκάνια έθεσαν ξανά επί τάπη­τος το ζήτημα της αυτοδιάθεσης, που μπλέχτηκε

ΜΑΡΞΙΣΤΙ

και με πς ιδιαίτερες επιδιώξεις των ντόπιων ασα- κών τάξεων και με τον ενδοϊμπεριαλιστικό αντα­γωνισμό, τυφλώνοντας τους λαούς με εθνικιστικό μίσος, αλλά και προκαλώντας σύγχιοη σε πολ­λούς, που ισχυρίζονται όπ υπερασπίζουν το δικαί­ωμα των λαών στην αυτοδιάθεσή τους. Εφτασαν λοιπόν πολλοί, επικαλούμενοι την ανάμιξη των ι­μπεριαλιστών και το ρόλο των ντόπιων αστικών τάξεων, να αρνοάνται το ίδιο το δικαίωμα της αυ­τοδιάθεσης, υιοθετώντας το σύνθημα «όχι αλλαγή των συνόρων». Στον «Οχτώβρη» και τη ΜΑΛΕΠ έ­χουν δημοσιευτεί πολλά άρθα και αναλύσεις πάνω σ αυτό το ζήτημα, στηριγμένα σε σχετικές αποφά­σεις της ΚΕ της ΣΑΚΕ. Εδώ απλώς υπενθυμίζουμε επιγραμματικά τις βασικές πλευρές του ζητήμα­τος.

Μιλώντας για το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, πρέπει κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσουμε όπ έχει νόη­μα μόνο όταν η αναγνώρισή του φτάνει μέχρι την αναγνώριση του δικαιώματος στον κρατικό αποχω­ρισμό. Δεύτερο, το ζήτημα της αυτοδιάθεσης ανπ- μετωπίζεται από το συνειδητό προλεταριάτο σαν εφεδρεία της προλεταριακής επανάστασης. Στό­χος των κομμουνιστών είναι η ενότητα των εργα­τών, ανεξάρτητα από εθνικότητα, η κοινή επανα­στατική τους πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και την εξάρτηση. Αυτή η ενότητα όμως των εργατών του κυρίαρχου έθνους μας πουεθνικής κραπκής ο­ντότητας με τους εργάτες των καταπιεσμένων ε­θνών δεν μπορεί να εξασφαλιστεί, αν οι πρώτοι δεν αναγνωρίσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης μέχρι κρατικού αποχωρισμού στο έθνος που ανή­κουν α δεύτεροι.

Στην πολυεθνική Γιουγκοσλαβία υπήρχαν άλυτα εθνικά προβλήματα, υπήρχε η μεγαλοσέρβικη κυ­ριαρχία πάνω στους Κροάτες, τους Σλοβένους, τους Αλβανούς, τους Μακεδόνες και πς άλλες κα- ταπιεζόμενες εθνότητες. Γι' αυτό και, από τη σττγ- μή που το προλεταριάτο όλων των εθνών της πρώην Γιουγκοσλαβίας δεν κατάφερε να εξασφα­λίσει την επαναστατική ταξική του ενότητα στα πλαίσια του πολυεθνικού κράτους, για να διαλυ­θούν τα εθνικιστικά νέφη και να «καθαρίσουν» οι πραγματικές ταξικές αντιθέσεις, εμείς υποστηρί­ξαμε το δικαίωμα του κρατικού αποχωρισμού για ό­λες τις εθνότητες, ανεξάρτητα από το όπ αυτό υ­ποδαυλίζονταν από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ανε­ξάρτητα από το όπ επικεφαλής των υπό ανεξαρ- τοποίηση κρατών βρίσκονταν ανπδρασπκές ασπ­κές δυνάμεις. Για τον ίδιο λόγο υποστηρίζουμε τον αγώνα του σέρβικου λαού να υπερασπίσει την κρατική του αυτοτέλεια ενάντια σπς ιμπεριαλιστι­κές επεμβάσεις, ανεξάρτητα από το γεγονός όπ διευθύνεται από την αστική τάξη, από τους διάφο­ρους Μιλόσεβιτς και Κάρατζιτς. Δεν υπερασπίζου­με τον Μιλόσεβιτς και την ανπδρασπκή σέρβική α­σπκή τάξη, δεν υπερασπίζουμε την πολιτική των ε­θνικών εκκαθαρίσεων, δεν αποδεχόμαστε τη διασπορά του εθνικιστικού μίσους ανάμεσα στους λαούς. Το ζήτημα είναι κάθε φορά συγκεκριμένο και μόνο συγκεκριμένα μπορεί να τοποθετείται κα­νένας απένανπ του. Από τη σπγμή που η σέρβικη αστική ηγεσία εμφανίζεται προσωρινά αυτονομη- μένη από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, από τη σπγμή που η σύγκρουσή της μ’ αυτά τα κέντρα αδυνατίζει συνολικά το αντεπαναστατικό στρατόπεδο, η κα­ταγγελία των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων πρεπει

ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993

Page 135: ΣΑΚΕ - ΜΑΛΕΠ Τεύχος 7

Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

να είναι πλήρης και κατηγορηματική. Και η υποστή­ριξη πρέπει να είναι υποστήριξη του λαού της Σερ­βίας και όχι της ασπκής τάξης.

Η αστική τάξη ουδέποτε είχε ή μπορεί να έχει πολιτική αρχών στο εθνικό ζήτημα. Η στάση της καθορίζεται από το συμφέρον της στην κάθε ιστο­ρική συγκυρία. Για παράδειγμα, η σέρβικη αστική τάξη, προσπαθεί να υπερασπιστεί την κρατική της αυτοτέλεια, την ίδια σπγμή που ασκεί κι αυτή πολι­τική εθνικών εκκαθαρίσεων, μπλέκοντας σ' αυτή και τις λαϊκές μάζες, ενώ μόλις πριν δυο χρόνια προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να κρατήσει την κυριαρχία της πάνω σπς άλλες εθνότητες του ομόσπονδου πολυεθνικού κράτους. Το ίδιο ισχύει για την ελληνική αστική τάξη. Ξεκίνησε να αντιμε­τωπίσει το Γιουγκοσλαβικό με τη θέση για «ενιαία Γιουγκοσλαβία», αποδέχτηκε στη συνέχεια τον κρατικό αποχωρισμό της Σλοβενίας και της Κροα­τίας, προσυπέγραψε κατόπιν την αμερικανο- εοκική ανακοίνωση για ανεξαρτοποίηση όλων των Δημοκραπών, διαφωνώντας στο όνομα της Γιου­γκοσλάβικης Μακεδονίας και τώρα περιμένει με α­γωνία τις νεότερες αποφάσεις των ιμπεριαλιστι­κών διαβουλίων. Ολες οι «αρχές», που κατά και­ρούς επιστρατεύονταν, πήγαν περίπατο η μα μετά την άλλη.

Το συνειδητό προλεταριάτο υπερασπίζεται από άποψη αρχών το δικαίωμα όλων των εθνών στον κρατικό αποχωρισμό, ανεξάρτητα αν επικεφαλής τους βρίσκεται η αντιδραστική αστική τάξη, ανε­ξάρτητα αν τα νέα κράτη που δημιουργούνται πέ­φτουν στην αγκαλιά της ιμπεριαλιστικής εξάρτη­σης. Αυτή η από άποψη αρχών θέση του προλετα­ριάτου όμως δεν του απαγορεύει, αλλά αντίθετα του επιβάλλει, να κάνει ζύμωση ενάνπα στον κρα­τικό αποχωρισμό, όταν αυτό απαιτεί το συμφέρον της προλεταριακής επανάστασης. Το συμφέρον της προλεταριακής επανάστασης απαιτεί από τους συνειδητούς εκπρόσωπους του προλεταριά­του όλων των βαλκανικών λαών να δουλέψουν ε­ντατικά στην κατεύθυνση της ανάπτυξης μιας επα­ναστατικής ταξικής - διεθνιστικής ενότητας σ όλα τα Βαλκάνια, ενάνπα στους ιμπεριαλιστές και πς ντόπιες αστικές ηγεσίες.

Στον πόλεμο που προετοιμάζεται δεν έχουμε κα­μιά δουλειά. Δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτε με τους λαούς των γειτονικών χωρών. Ισα - ίσα που είμαστε αλληλέγγυοι με την πάλη τους ενάντια

στη δική τους αστική τάξη. Κι αυτή την αλληλεγγύη την αποδεικνύουμε όταν παλεύουμε ενάνπα στη συντηρητική ανασυγκρότηση στο εσωτερικό της χώρας και ενάνπα στις προετοιμασίες του πολέ­μου στην εξωτερική πολιτική. Η πάλη ενάνπα στη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού και η πάλη ενάνπα στην προετοιμασία του πολέμου εί­ναι αναπόσπαστα δεμένες. Ο πόλεμος προετοιμά­ζεται και κανείς δεν μπορεί να ξέρει πότε θα είναι έτοιμοι οι ιμπεριαλιστές και οι αντιδραστικοί να τον εξαπολύσουν. Ο κίνδυνος του πολέμου δεν απο­μακρύνεται με ηχηρά «φιλειρηνικά» συνθήματα και πορείες ειρήνης. Και ούτε βέβαια απομακρύνεται με υποδείξεις προς τον Μητσοτάκη για το τί πολι­τική «πρέπει» να ακολουθήσει. Αν θέλουμε να α­ποτρέψουμε τον πόλεμο πρέπει να καταστρέψου­με τον καπιταλισμό. Κι αν ο πόλεμος ξεσπάσει πρέπει να τον μετατρέψουμε σε επαναστατικό εμ­φύλιο πόλεμο.

ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ είναι το σύνθημά μας. Να τους χαλάσουμε τα σχέ­δια, να τους κηρύξουμε εμείς τον πόλεμο, πριν μας ρίξουν σε μια άδικη βαλκανική αλληλοσφαγή. Πόλεμος στον καθημερινό κοινωνικό πόλεμο του κεφαλαίου, για την υπεράσπιση των πιο ζωτικών εργατικών και λαϊκών συμφερόντων. Πόλεμος στην αστική πολιτική, που είτε σαν κυβέρνηση είτε σαν ανππολίτευση εφαρμόζει την ίδια αντιλαϊκή πολιτική της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού. Πόλεμος στην εθνικιστι­κή υστερία, που συσκοτίζει τη σκέψη, που σπέρνει το μίσος ενάνπα στους γειτονικούς λαούς, που προσπαθεί να κρύψει το μίσος των λαών ενάνπα σπς ντόπιες αστικές τάξεις και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές τους. Πόλεμος σπς πολεμικές προετοι­μασίες. Εξω οι βάσεις και το ΝΑΤΟ. Εξω από την ι­μπεριαλιστική ΕΟΚ. Οχι στις πολεμικές δαπάνες. Η πολεμική βιομηχανία να μετατραπεί σε ειρηνική. Να μειωθεί η θητεία. Πλήρη πολιτικά και συνδικαλι­στικά δικαιώματα στους στρατευμένους. Πόλεμος στα σκάνδαλα και την ασπκή σαπίλα. Οχι σπς ιδιω­τικοποιήσεις. Παλλαϊκό μέτωπο αγώνα, που θα α­παιτεί τη διατήρηση όλων των θέσεων εργασίας και φτηνές υπηρεσίες στο λαό, με κάλυψη όλων των ελλειμμάτων από τον προϋπολογισμό με φο­ρολογία των καπιταλιστών.

Γ ια ν' ανοίξει ο δρόμος για την μετατροπή της πολιτικής κρίσης σε επαναστατική κατάσταση.

134 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993