282
ΜΕΛΕΤΕΣ + KATAΣKEYEΣ ΑΡΗΣ ΚΏΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ PROJECTS + BUILDINGS ARIS KONSTANTINIDIS

Aris Konstantinidis - Meletes + Kataskeves

Embed Size (px)

DESCRIPTION

ΜΕΛΕΤΕΣ+KATAΣKEYEΣΑΡΗΣΚΏΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣPROJECTS+BUILDINGS ARISKONSTANTINIDIS

Citation preview

ΜΕΛΕΤΕΣ + KATAΣKEYEΣ ΑΡΗΣ

ΚΏΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ

PROJECTS + BUILDINGS ARIS

KONSTANTINIDIS

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΚΑΝ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗTHE TEXTS WERE TRANSLATED INTO ENGLISH BY DIMITRI KONSTANTINIDIS

ARIS KONSTANTINIDIS + AGRA PUBLICATIONS, 1981PRINTED IN GREECE

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ - Σταϋρος Πετσοπουλος AGRA PUBLICATIONS - Stavros PetsopoulosΦΩΚΙΑΝΟΥ 7 - ΣΤΑΔΙΟ, 116 35 ΑΘΗΝΑ 7 FOKIANOU STREET - 116 35 ATHENSΤΗΛ. 7011.461 - FAX 7018.649 TEL. 7011.461 - FAX 7018.649

Α' ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ - 1S | REPRINT: 1992

ISBN 960-325-024-4

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ, ΕΞΩΦΥΛΛΟ: ΑΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣΦΩΤΟΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΣΊΑ: ΦΩΤΡΟΝ Α.Ε.ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΤΥΠΩΣΗ: Ι. ΠΕΠΠΑΣ + ΣΙΑ Ο.Ε.ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ: LIBRO D'ORO — Γ. ΜΠΟΥΝΤΑΣ ΚΑΙ Χ. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

PHOTOGRAPHS, LAYOUT, COVER: ARIS KONSTANTINIDISPHOTO-SETTING: FOTRON S.A.REPRODUCTION AND PRINTING: I. PEPPAS AND CO.BINDING: LIBRO D'ORO

• ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΙHAS BEEN BUILT

+ ΜΕΛΕΤΗPROJECT

Δ ΣΥΜΜΕΤΟΧΉ ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΌPARTICIPATION IN COMPETITION

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ CONTENTS

10

12

16

17

18

19

22

23

24

25

26

+

+

+

Δ

Δ

Δ

1938

1939

1940

1940

1940

1942-1945

1943

1944

1947

1947

ΧΑΡΤΗΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΑ ΕΡΓΑ

ΕΞΟΧΙΚΗ ΔΙΑΜΟΝΗ/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΚΗΠΟΥΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ/ΚΗΦΙΣΙΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΨΥΧΙΚΟ

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΣΙΝΕ-ΝΙΟΥΣ/ΑΘΗΝΑ

ΑΝΘΟΚΗΠΟΥΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ/ΚΗΦΙΣΙΑ

ΣΠΊΤΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΚΎΡΙΑΚΟ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ ΜΕ ΞΕΝΩΝΑ/ΑΘΗΝΑ

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΗΠΟΥ/ΑΘΗΝΑ, ΖΑΠΠΕΙΟ

ΚΤΙΡΙΟ ΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΑ-ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΑΘΗΝΑ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

MAP OF BUILT WORKS

COUNTRY RESIDENCE/ELEUSIS

GARDEN EXHIBITION/KIFISSIA

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS, PSYCHIKO

CINE-NEWS CINEMA/ATHENS

GARDEN EXHIBITION/KIFISSIA

WEEK-END HOUSES

HOUSE WITH GUEST QUARTER/ATHENS

GARDEN PROJECT/ATHENS, ZAPPIO

OFFICE & APARTMENT BUILDING/ATHENS

APARTMENT BUILDING/ATHENS

28

29

30

31

32

32

33

34

35

36

38

40

42

43

44

46

47

48

49

50

51

52

52

53

54

Δ

Δ

Δ

Δ

+

+

+

Δ

Δ

+

Δ

+

+

Δ

Δ

Δ

+

+

+

+

1947

1948

1949

1949

1949

1949

1949

1950

1950

1950

1951

1951

1951

1952

1952

1953

1953

1954

1954

1954

1954

1954

1954

1954

1954

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΗΠΟΥ/ΑΘΗΝΑ. ΖΑΠΠΕΙΟ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΚΤΙΡΙΟ ΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

ΣΠΙΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΛΑΪΚΗΣ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΚΥΠΡΟΣ

ΚΤΙΡΙΟ ΠΑ ΓΡΑΦΕΙΑ-ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΑΘΗΝΑ

ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ/ΑΘΗΝΑ

ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΣΕ ΤΑΡΑΤΣΑ/ΑΘΗΝΑ

ΣΠΙΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ/ΣΥΚΙΑ

ΣΧΟΛΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ/ΠΑΤΡΑ

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΠΛΑΤΕΙΑΣ/ΑΘΗΝΑ

ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΓΙΑ ΕΚΘΕΣΗ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΚΑΛΑΜΑΚΙ

ΚΤΙΡΙΟ ΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΕΘΝΩΝ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΚΤΙΡΙΟ ΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΓΙΑ ΕΚΘΕΣΗ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΛΕΙΒΑΝΑΤΕΣ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (1)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (2)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

GARDEN PROJECT/ATHENS. ZAPPIO

APARlMf Nl BUILDING/ATHf NS

OFFICE BUILDING/ATHENS

APARTMENT BUILDING/ATHENS

LOW-INCOME HOUSING

WEEK-END HOUSE

HANDWORK EXHIBITION/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE/NICOSIA, CYPRUS

OFFICE & APARTMENT BUILDING/ATHENS

NATIONAL ART GALLERY/ATHENS

APARTMENT IN UPPER FLOOR/ATHENS

WEEK-END HOUSE/SYKIA

SCHOOL BUILDING/PATRAS

SQUARE PROJECT/ATHENS

EXHIBITION PAVILION/THESSALONIKI

APARTMENT BUILDING/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS, KALAMAKI

OFFICE BUILDING/ATHENS

NATIONS PAVILION/THESSALONIKI

OFFICE BUILDING/ATHENS

EXHIBITION PAVILION/THESSALONIKI

ONE FAMILY HOUSE/LIVANATES

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE (1)/ELEUSIS

ONE FAMILY HOUSE (2)/ELEUSIS

55

56

59

60

61

62

64

65

68

70

72

74

75

76

77

78

79

80

81

84

87

90

92

97

98

+

+

+

· ++

Δ

+

Δ

+

Δ

1954

1955

1955

1955

1955

1955

1955

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1955-1957

1956

1957

1957

1958

1958

1959

1959

1959

1959

1960

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (3)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΠΑΙΔΟΥΠΟΛΗ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ/ΑΘΗΝΑ

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ/ΛΑΡΙΣΑ

ΠΕΡΙΠΤΕΡΑ ΑΝΑΜΟΝΗΣ/ΗΠΕΙΡΟΣ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΑΘΗΝΑ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΠΕΙΡΑΙΑΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΗΡΑΚΛΕΙΟ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΣΕΡΡΕΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΈΣ ΚΑΤΟΙΚΊΕΣ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΠΥΡΓΟΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (4)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΠΛΑΤΕΙΑΣ/ΑΘΗΝΑ, ΣΥΝΤΑΓΜΑ

ΑΠΟΔΥΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ/ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΤΡΙΤΩΝ/ΑΝΔΡΟΣ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ/ΛΑΡΙΣΑ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ/ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑ

ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΕΟΤ/ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ-ΕΚΘΕΣΗ/ΑΘΗΝΑ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΞΕΝΙΑ/ΜΥΚΟΝΟΣ

ONE FAMILY HOUSE (3)/ELEUSIS

CHILDREN TOWN/THESSALONIKI

HOTEL/ATHENS

SHOP/LARISSA

BUS-STOP PAVILIONS/EPIRUS

SINGLE HOUSES

LOW-INCOME HOUSES

LOW-INCOME HOUSING/ATHENS

LOW-INCOME HOUSING/PIRAEUS

LOW-INCOME HOUSING/IRAKLIO

LOW-INCOME HOUSING/SERRES

LOW-INCOME HOUSING/THESSALONIKI

LOW-INCOME HOUSING/PYRGOS

LOW-INCOME HOUSING/AG. NIKOLAOS

LOW-INCOME HOUSES

RURAL HOUSES

ONE FAMILY HOUSE (4)/ELEUSIS

SQUARE PROJECT/ATHENS, SYNTAGMA

DRESSING ROOMS/EPIDAUROS

HOTEL TRITON/ANDROS

MOTEL XENIA/LARISSA

MOTEL XENIA/IGOUMENITSA

EOT PAVILION/THESSALONIKI

SALES SHOW/ΑΤΗ ENS

HOTEL XENIA/MYKONOS

102

103

106

108

112

116

120

121

122

126

128

132

136

138

142

146

148

152

158

159

160

165

166

170

174

+

+

+

Δ

Δ

+

+

1960

1960

1960

1960

1961

1961

1961

1962

1962

1962

1962

1962

1962

1963

1963-1966

1963

1963

1964

1965

1965

1965-1966

1966

1966

1966-1967

1967

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (5)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΞΕΝΩΝΕΣ ΞΕΝΙΑ/ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΟΤ/ΡΩΜΗ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ/ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΦΙΛΟΘΕΗ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ/ΑΘΗΝΑ, ΒΟΥΛΑ

ΞΕΝΩΝΕΣ ΞΕΝΙΑ/ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ (6)/ΕΛΕΥΣΙΝΑ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ/ΠΑΛΗΟΥΡΙ

ΣΠΊΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ/ΑΝΑΒΥΣΣΟΣ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗ ΝΑ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ (1)/ΟΛΥΜΠΙΑ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ/ΗΡΑΚΛΕΙΟ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΣΠΕΤΣΕΣ

ΣΧΟΛΙΚΑ ΚΤΙΡΙΑ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΞΕΝΙΑ/ΠΟΡΟΣ

ΚΤΙΡΙΟ ΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ/ΠΑΝΝΕΝΑ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ (2)/ΟΛΥΜΠΙΑ

ΔΙΠΛΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΣΠΕΤΣΕΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ/ΚΟΜΟΤΗΝΗ

ONE FAMILY HOUSE (5)/ELEUSIS

GUESTS'QUARTERS XENIA/EPIDAUROS

EOT OFFICE/ROME

MOTEL XENIA/KALAMBAKA

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE/VOULIAGMENI

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS, PHILOTHEI

HOTEL/ATHENS, VOULA

GUESTS'QUARTERS XENIA/EPIDAUROS

ONE FAMILY HOUSE (6)/ELEUSIS

MOTEL XENIA/PALIOURI

WEEK-END HOUSE/ANAVYSSOS

APARTMENT BUILDING/ATHENS

MOTEL XENIA (1)/OLYMPIA

MOTEL XENIA/IRAKLIO

ONE FAMILY HOUSE/SPETSES

SCHOOL BUILDINGS

HOTEL XENIA/POROS

OFFICE BUILDING/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE

ARCHAEOLOGICAL MUSEUM/JIANNENA

APARTMENT BUILDING/ATHENS

MOTEL XENIA (2)/OLYMPIA

HOUSE FOR TWO FAMILIES/SPETSES

ARCHAEOLOGICAL MUSEUM/KOMOTINI

176 ·179 +

180 ·184 +

186 +

188 ·

192 ·

196 ·198 +

200 +

204 +

206 +

208

228

233

234

239 ·241

258

274

280

281

283

284

1971

1971

1971-1973

1972

1973

1974

1974-1978

1975

1977

1977

1978

1978

1972

ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ-ΚΑΦΕΝΕΙΟ/ΠΑΝΝΕΝΑ

ΜΙΚΡΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ/ΓΙΑΝΝΕΝΑ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΦΙΛΟΘΕΗ

ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΕΚΑΛΗ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑ, ΠΕΝΤΕΛΗ

ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΜΕ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ/ΑΙΠΝΑ

ΣΠΙΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ/ΑΙΓΙΝΑ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΙΓΙΝΑ

ΞΕΝΩΝΑΣ ΕΟΤ/ΔΗΛΟΣ

ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΙΓΙΝΑ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ-ΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΙΠΝΑ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ

ΕΠΙΠΛΑ

ΛΑΜΠΕΣ

ΓΛΥΠΤΙΚΑ ΕΡΓΑ

ΤΑΦΟΣ/ΑΘΗΝΑ

ΕΓΧΡΩΜΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΕΚΘΈΣΕΙΣ

ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ

ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΤΥΠΑ

ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΡΘΡΑ

RESTAURANT-COFFEE HOUSE/JIANNENA

SMALL COFFEE HOUSE/JIANNENA

APARTMENT BUILDING/ATHENS, PHILOTHEI

APARTMENT BUILDING/ATHENS

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS, EKALI

ONE FAMILY HOUSE/ATHENS, PENTELI

RESIDENCE WITH STUDIO/AEGINA

WEEK-END HOUSE/AEGINA

ONE FAMILY HOUSE/AEGINA

GUESTS'QUARTERS EOT/DELOS

ONE FAMILY HOUSE/AEGINA

STUDIO-RESIDENCE/AEGINA

CONSTRUCTION DETAILS

FURNITURE

LAMPS

SCULPTURE

TOMB/ATHENS

COLOR PHOTOGRAPHS

A FEW WORDS

AUTOBIOGRAPHICAL NOTE

EXHIBITIONS

LECTURES

BOOKS AND REPRINTS

ARTICLES

ΧΑΡΤΗΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣΓΙΑ ΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΑ ΕΡΓΑ

MAP SHOWING THE LOCATIONSOF BUILDINGS

1 ΑΘΗΝΑ & ΑΤΤΙΚΗΕΞΟΧΙΚΗ ΔΙΑΜΟΝΗ/ΕΛΕΥΣΙΝΑΚΙΝ/ΦΟΣ ΣΙΝΕ-ΝΙΟΥΣ/ΑΘΗΝΑΑΝΘΟΚΗΠΟΥΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ/ΚΗΦΙΣΙΑΕΚΘΕΣΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ/ΑΘΗΝΑΔΙΑΜΈΡΙΣΜΑ ΣΕ ΤΑΡΑΤΣΑ/ΑΘΗΝΑΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΑΘΗΝΑΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ/ΠΕΙΡΑΙΑΣΚΑΤΑΣΤΗΜΑ-ΕΚΘΕΣΗ/ΑΘΗΝΑΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΑΘΗΝΑΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΦΙΛΟΘΕΗΣΠΊΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ/ΑΝΑΒΥΣΣΟΣΤΑΦΟΣ/ΑΘΗΝΑΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ/ΠΕΝΤΕΛΗ

15 ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΓΙΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΓΙΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΓΙΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ (EOT)

ATHENS & ATTICACOUNTRY RESIDENCE/ELEUSISCINE-NEWS CINEMA/ATHENSGARDEN EXHIBITION/KIFISSIAHANDICRAFT EXHIBITION/ATHENSAPARTMENT IN UPPER FLOOR/ATHENSLOW-INCOME HOUSING/ATHENSLOW-INCOME HOUSING/PIRAEUSSALES SHOW/ATHENSONE FAMILY HOUSE/ATHENSONE FAMILY HOUSE/VOULIAGMENIONE FAMILY HOUSE/PHILOTHEIWEEK-END HOUSE/ANAVYSSOSTOMB/ATHENSONE FAMILY HOUSE/PENTELI

193819391940194919511955-19571955-19571959196119611961196219721974

2 ΠΥΡΓΟΣΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

3 ΟΛΥΜΠΙΑΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ (1)ΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ (2)

4 ΗΡΑΚΛΕΙΟΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ

5 ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

6 ΣΠΕΤΣΕΣΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑΔΙΠΛΟΚΑΤΟΙΚΙΑ

7 ΠΟΡΟΣΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΞΕΝΙΑ

8 ΑΙΓΙΝΑΚΑΤΟΙΚΙΑ ΜΕ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΣΠΙΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ

9 ΣΥΚΙΑΣΠΙΤΙ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ

10 ΕΠΙΔΑΥΡΟΣΑΠΟΔΥΤΗΡΙΑ ΗΘΟΠΟΙΩΝΞΕΝΩΝΕΣ ΞΕΝΙΑ

11 ΛΑΡΙΣΑΚΑΤΆΣΤΗΜΑΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ

12 ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ

13 ΗΓΟΥΜΕΝΊΤΣΑΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ

14 ΓΙΑΝΝΕΝΑΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΚΑΙ ΚΑΦΕΝΕΙΟ

PYRGOSLOW-INCOME HOUSING

OLYMPIAMOTEL XENIA (1)MOTEL XENIA (2)

IRAKLIOLOW-INCOME HOUSINGMOTEL XENIA

AGIOS NIKOLAOSLOW-INCOME HOUSING

SPETSESONE FAMILY HOUSEHOUSE FOR TWO FAMILIES

POROSHOTEL XHOTEL XENIA

AEGINARESIDENCE WITH STUDIOWEEK-END HOUSE

SYKIAWEEK-END HOUSE

EPIDAUROSDRESSING ROOMSGUESTS' QUARTERS

LARISSASHOPMOTEL XENIA

KALAMBAKAMOTEL XENIA

IGOUMENITSAMOTEL XENIA

JIANNENAARCHAEOLOGICAL MUSEUMRESTAURANT AND COFFEE HOUSE

1955-1957

19631966

1955-19571963

1955-1957

19631966-1967

1964

1974-19781975

1951

19581960 & 1962

19551959

1960

1959

1965-19661971

THESSALONIKIEXHIBITION PAVILIONEXHIBITION PAVILIONLOW-INCOME HOUSINGEXHIBITION PAVILION (EOT)

195219541955-19571959

16 ΑΝΔΡΟΣΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΤΡΙΤΩΝ

17 ΜΥΚΟΝΟΣΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΞΕΝΙΑ

18 ΠΑΛΗΟΥΡΙΜΟΤΕΛ ΞΕΝΙΑ

19 ΣΕΡΡΕΣΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ

20 ΚΟΜΟΤΗΝΗΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

ANDROSHOTEL TRITON

MYKONOSHOTEL XENIA

PALIOURIMOTEL XENIA

SERRESLOW-INCOME HOUSING

KOMOTINIARCHAEOLOGICAL MUSEUM

1958

1959

1962

1955-1957

1967

ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ A FEW WORDS

258

Καί λίγα λόγια, γιά όσα δέν μπορούνε νά πούνε οί φωτο-γραφίες καί τά σχέδια. Κι όπως θά προσπαθήσω νά εξη-γήσω ορισμένα πράγματα γιά τά διάφορα πώς καί τί τηςδουλειάς μου, πού τήν έχω αγαπήσει, στ' αλήθεια, τόσοολόψυχα, σά νά μή μπορούσα νά ζήσω παρά μονάχα μαζίτης.

Καί είναι, βέβαια, ή δουλειά μου, νά χτίζω καί όχι νάγράφω. "Ομως γράφω κιόλας άπό τήν πρώτη στιγμή πούάρχισα νά χτίζω. Μά πού τό κάνω αυτό, γιά νά βάλω σέ μιάπρόσθετη δοκιμασία τή δύναμη πού μπορεί νά έχω γιά νάχτίζω καί γιά νά επαληθεύω, έτσι, καί μέτό λόγο, ό,τι θέλειή πράξη νά βγαίνει σωστό καί αληθινό. Κι οπότε μοΰ έρχε-ται τώρα νά πώ, πώς γράφω επειδή χτίζω. Σά νά μή μπο-ρούσα, δηλαδή, νά πώ κάτι μέ λόγια (προσφορικά ή γραμ-μένα) αν δέν τό είχα πεί πιό πρίν χτίζοντας. Καί πού αυτόσημαίνει, λοιπόν, πώς πρώτα έχτιζα, σέ οικοδομή, ό,τι,είχα νά πώ καί μετά τό ... ξανάχτιζα μέ λόγια. Καί γι' αυτό,τότε, όλα όσα έγραφα ήτανε πάντα σύμφωνα μέ αυτά πούέχτιζα. Ό ένας, ό 'ίδιος, κόσμος. Κα'ι γιατί είναι κακόπράγμα άλλα νά λές καί άλλα νά κάνεις, άλλα νά γράφειςκαί άλλα νά χτίζεις.

A few words about what photographs and drawings cannotsay. I will try to explain certain things on the hows and whys ofmy work, which I have loved so wholeheartedly that I couldnot have lived without it.

Admittedly, my job is to build and not to write. Nevertheless, Ihave been writing ever since I started building, putting to anadditional test my possible abilities as an architect and ver-ifying in word what in practice has come out correct and true.Consequently, I feel like saying that I write because I build; asif I were not able to say something in words, written orspoken, unless I had uttered it previously in a construction.So, first I construct what I intend to say and afterwards Irebuild it in words. For this reason, then, what I have writtenhas always been in accordance with what I have built: oneand the same world. It is a bad thing to speak and act differ-ently; a bad thing to write and build differently.

There is something else I have to say about my work: a godenlightened me; thus from the very beginning I grasped a

Μά νά πω καί κάτι άλλο, γιά τή δουλειά μου. Τό ότι έναςΘεός μέ φώτισε καί έπιασα, άπό μιά πρώτη στιγμή, κά-ποιαν αλήθεια, σά νά είχα ανακαλύψει τό σωστό και τόαναγκαίο, γιά τόν συγκεκριμένο τόπο πού μέ γέννησε καιγιά τήν δοσμένη χρονική στιγμή της ζωής του. Καί, μιά καίτό βρήκα αυτό τό σωστό, αυτό τό αναγκαίο (-ή νόμισα πώςτό βρήκα), προσπάθησα νά τό κρατήσω σφιχτά απάνω μουκαί μέσα μου, πού κα'ιτό κατάφερα, αν δέν κάνω λάθος. Κιοπότε, μιά καί τό έπιασα γερά αυτό τό «εϋρημά» μου, δένείχα παρά νά τό ζώ καί νά τό ξαναζώ, τό 'ίδιο πάντοτε, αλλάκαί μέ κάθε καινούργια μέρα ανανεωμένο καί ξαναζωντα-νεμένο καί δλο πιό τέλειο καί πιό τελειωμένο. Κι όπωςκάνει, μέ άλλα λόγια, ένας κηπουρός μετά φυτά του, έτσικαλλιέργησα κι έγώ τό δέντρο μου, γιά νά μήν τό αφήσωνά ξεραθεί.

Καί έτσι είναι, κοντολογίς, πού βρήκα τή δύναμη, αν όχικαί τόν ενθουσιασμό, γιά νά χτίζω πάντα μέ τόν ϊδιονετρόπο, μέ τίς 'ίδιες κατασκευαστικές καί πλαστικές προο-πτικές, μέ τήν 'ίδιανε πάντοτε πίστη καί αγάπη. Κι οπότεήρθε καί ή στιγμή πού φάνηκε πώς τό αληθινό, στή δου-λειά μου, δέν είναι παρά εκείνο πού μπορεί νά επαναλαμ-βάνεται καί νά ξαναγίνεται, σά νά ξαναγεννιέται: -μιά τυ-πική διάταξη καί κατασκευή, άφοϋ (-κι αυτό είναι σά νά τό«ανακάλυψα» κάπως καί άπό μόνος μου) ή αναζήτηση γιάτό τέλειο, γιά τό αληθινά αληθινό, οδηγεί σέ 5,τι θά ήτανεό τύπος, ή ό κανόνας. Τά χτίσματα, δηλαδή, πού θά βγαί-νουνε ομοιότροπα (καί όχι ομοιόμορφα) καί γιά νά μοιά-ζουνε μεταξύ τους σάν αδέρφια. Πού είναι, άλλωστε, καίαδέρφια. Όμως, τό καθένα μέ τή δική του προσωπικό-τητα, μέ ένα δικό του ανάστημα, μέ μιά πιό δική του, τόκάθε αδέρφι, αναπνοή. Κι όπως, τό ένα στέκει έδώ καί τόάλλο εκεί, δηλαδή καίϊδια καί διαφορετικά, ανάλογα μέ τήστιγμή πού τά γέννησε κι όπως τους χάρισε τό φως τήςζωής ό ένας ή άλλος ήλιος καί τόπος.

Καί γιά νά πώ τά 'ίδια, μέ κάπως πιό συγκεκριμένα λόγια,γιατί τό πρόβλημα (-στον τύπο ή στον κανόνα τής κατα-σκευής) είναι σημαντικό: -τό ότι, δηλαδή, μέτόν καιρό καίμέ τήν πείρα πού κερδίζεται άπό τήν πράξη, όσο καί θεω-ρητικά, βρίσκεται μιά κατασκευαστική διάταξη, πού θάμπορεί νά εφαρμοστεί σάν τυπική, ή 'ίδια πάντα, ή σέκάποιες ομοιότροπες παραλλαγές, στην κάθε περίπτωση,στό κάθε οικοδόμημα. Καί γιά νά έχει βρεθεί, μέσα άπόσυγκεκριμένους κατασκευαστικούς τρόπους, μέσα άπόσυγκεκριμένα υλικά, ένα είδος τυπικής διάταξης καί γιάτή λειτουργικότητα τοϋ αρχιτεκτονικού έργου, σά νάσκοπεύει, αυτή ή τυπική κατασκευαστική καί λειτουργικήδιάταξη, προς κάποιο 'ιδανικό αρχιτεκτόνημα: -τόν άρχι-τεκτονημένο τύπο, πού θά μπορεί νά δώσει στους χώρουςτου καί διαφορετικές, κατά περίπτωση ή αναγκαιότητα,χρήσεις. Κι οπότε, λοιπόν, μέσα άπό τήν 'ίδιανε, σχεδόν,πάντοτε κατασκευαστική διάρθρωση, νά μπορούνε νάπροκύψουνε καί χτίσματα γιά πολλαπλές χρήσεις, ή χτί-σματα πού θά δίνουνε κάποιους τύπους, γιά κατοικίες, γιά

truth. As if what was true and necessary to the land that hadgiven me birth was revealed to me; what was true and neces-sary to its life at a specific period. Since finding this truth (ormaybe I just thought I had) I have tried to keep it alive withinme; succesfully if I am not mistaken. Having secured this"finding" there was nothing else for me to do but live andexperience it, unchanged, yet daily renovated, rejuvenatedand perfected. Like a gardener tending his plants, I too culti-vated my tree, not letting it wither.

This is, briefly, how I got the strength and the enthusiasm toalways build in the same spirit, under the same structural andsculptural perspectives, always with the same conviction andlove. So, eventually, what was true in my work was shown tobe nothing else but that which can be repeated and re-created, as if reborn: a typical layout and a typical construc-tion. I somehow discovered, all by myself, that searching forperfection and genuine truths leads to a type or a rule. Inother words, it leads to constructions which, having one andthe same essence though not one and the same form, are likebrothers to each other. And brothers they are, but each withits own personality and stature and inspiration. One standshere and the other one there, both alike and different —according to the instance that gave birth to each, dependingon the sun and the land that gave them life.

Since the question of type or rule in construction is impor-tant, let me elaborate further. Extensive experience, gainedfrom both theory and practice, produces an arrangement ofstructure which can be applied as a canon —unchanged orwith several variations— in every case and every building.Through the use of precise structural techniques andspecific materials, a typical layout is arrived at, making anarchitectural work functional. This structural and functionallayout strives towards the ideal architectural work, the ar-chitectural type, which prescribes different functions to thesame space if and when necessary. Thus, the same structuralcomposition can yield multi-functional buildings, as well asbuilding types for houses, hotels, museums and other dwell-ings necessary to mankind for a pleasant and comfortablelife. This happens only when a building is structurally com-plete and sound. To that end, an architectural work is"handled" either with stone walls bearing, at given intervals,a roof or with columns of a reinforced concrete frame sup-porting, at given intervals and in a way of their own, the slabsthat shelter a structure. What I write here can be seen clearlyin many, if not all, of the constructions included in this book.If one "reads" the photographs and drawings and all thebook's pages carefully, further words should not be neces-sary. I would like to add something else: belief and reasona-ble persistence make all things plain and simple, though notalways easy. There is a time for difficult things as well as foreasy ones: what is born on one occasion through much labor,on another occasion is delivered with unexpected ease. Inone instance, then, toil is great, while at another moment

259

ξενοδοχεία, γιά μουσεία, γιά τά διάφορα αρχιτεκτονικάέργα πού έχει τήν ανάγκη τους ό άνθρωπος, γιά νά πλάθειμιά ζωή ευχάριστη κα'ι άνετη. Καί δλα αυτά, θέλω νά πώ,μέσα άπό μιά συγκεκριμένη, κάθε φορά, κατασκευαστικήπληρότητα καί αρτιότητα. Κι όταν, έτσι, τή μιά φορά «δου-λεύεται», τό αρχιτεκτονικό έργο, μέ πέτρινα τοιχώματα,πού στέκουνε σέ ορισμένες αποστάσεις μεταξύ τους, γιάνά φέρουνε τ'ις οροφές κα'ι τά δώματα, κα'ι τήν άλλη μέ τάυποστυλώματα κάποιου σκελετού άπό μπετόν-άρμέ, πούκα'ι αυτά, σέ ορισμένες πάλι αποστάσεις μεταξύ τους,φέρουνε, μέ έναν δικό τους τρόπο, τις πλάκες πού θάστεγάζουνε τό οικοδόμημα. Κα'ι γιά νά φαίνονται καθαρά,όσα γράφω αυτή τή στιγμή, σέ πολλά (-αν 5χι σέ όλα) άπότά χτίσματα πού δείχνει τό βιβλίο στ'ις φωτογραφίες τουκα'ι στά σχέδια του, δηλαδή σέ όλες τίς σελίδες του, πούόποιος θελήσει νά τίς «διαβάσει» μέ κάποια προσοχή, θά«βγάλει» όσα περιττεύει νά εξηγηθούνε μέ λόγια. Κιοπότε, θά ήθελα νάπώ, τώρα, κάτι άλλο: -πώς δηλαδή, μέτόν καιρό καί όσο μπορεί νά επιμένει κανείς στά 'ίδια κα'ιστά 'ίδια (-γιατί πιστεύει...), όλα γίνονται κάπως πιό απλά,πιό λιτά, οχι όμως καί πάντοτε πιό εύκολα. Καί γιά νάυπάρχουνε καί οι ευκολίες κα'ι οι δυσκολίες. Κι όταν, ό,τισέ μιά στιγμή θά βγεί ύστερα άπό πολύν κόπο, σέ μιανάλλη στιγμή θά ξεπεταχτεί μέσα άπό μιαν αναπάντεχηάνεση. Καί όσο, λοιπόν, στή μιά περίπτωση ό παιδεμόςείναι μεγάλος, στην άλλη κερδίζονται όλα πιό ανεμπόδι-στα, σάν μέσα άπό μιαν ουράνια έμπνευση. Καί γιά νάμπορεί νά λέει τότε κανείς πώς δέ χρειάζονται τά πολλάχρόνια κα'ι ή πολλή δουλειά, γιά νά αποκτηθεί αυτό πούονομάζουμε πείρα, αλλά πώς αυτήν τήν πείρα τήνε φέρ-νουνε πολλοί (-ή ορισμένοι) μέσα τους, άπό τά γεννοφά-σκια τους. Σάν ένα θεϊκό δώρο, σάν κάτι πού θά τό λέγαμε'ιδιοφυΐα, ή 'ιδιαίτερο χάρισμα, ή ταλέντο. Καί πού έτσιείναι, πού έτσι μπορεί νά συμβεί συχνά. Μόνο πού όποιοςτό έχει τό ταλέντο, πρέπει νά ξεχάσει πώς τό έχει κα'ι νάστρωθεί στή δουλειά, γιά νά νικήσει καί τόν εαυτό του. Κα'ιγιατί μονάχα μέσα άπό μιά τέτοια νίκη (-κα'ι «μέ καιρό κα'ιμέ κόπο», πού έλεγε ό Σολωμός) μένουνε κα'ι μεγαλώ-νουνε οϊ Ικανότητες της ιδιοφυΐας. Όποτε, ταλέντο, ήχάρισμα ξεχωριστό, πού στέκουνε αδούλευτα, είναι κάτιπού δέν υπάρχει καί οϋτε αξίζει νά υπάρχει. Κι όπως,λοιπόν, ή αδιάκοπη δουλειά κα'ι ή έντονη κούραση, γιά τόκάθε τί, θρέφουνε γόνιμα καίτό μυαλό κα'ι τήν ψυχή καίτήσυνείδηση πού πασχίζει νά προβάλλει καλλιεργημένη. Κιαν δέν είναι τότε πού καταλαβαίνει κανείς πώς δέ γίνεταινά πλάθεται κα'ι νά κατασκευάζεται κάθε φορά τό τέλειο,τό αλάθητο, τό μοναδικό σέ τελειότητα κα'ι σέ ποιότητα,τό ανεπανάληπτο. Κα'ι πώς δέν είναι, ακόμα, δυνατό, ήαπαραίτητο, νά φτιάχνει κανείς καθημερινά ... τό αρι-στούργημα, μιά καί κάποιαν άλλη φορά θά γίνει τό ίδιοπράγμα πιό καλό, πιό τέλειο. Μά γιά νά είναι, ωστόσο,απαραίτητο (-όσο καί κατορθωτό) νά έχει νά δείξε ι τό κάθεέργο, στή στιγμή πού γίνεται, κάποια ζωντάνια. Μιά ζων-τάνια, πού θά φανερώνει πώς ή κάθε κατασκευή έχει μιάζωή άπό μέσα της. Κι οπότε τότε είναι πού αυτή ή κατα-σκευή θά έχει κα'ι διάρκεια σάν ζωική ϋπαρξη, γιά νά αξίζειδηλαδή νά υπάρχει στον κόσμο πού τήνε τριγυρίζει.

everything comes effortlessly as if through divine inspiration.One could say, then, that what we call experience does notalways require years of hard work; for some people, thisinnate experience has existed ever since the cradle; a giftfrom god — something we call genius or special aptitude ortalent. Undoubtedly, this happens often; nevertheless, who-ever has got this talent must forget he has it and get down towork in order to overcome himself. Only if this is achieved—"through time and toil" Solomos said— the abilities of agenius endure and grow. Which means that talent that hasnot been submitted to discipline and hard work does not existor deserve to exist. Relentless effort and intense fatigue nur-ture the mind, the soul and a conscience striving towards ahigher cultural awareness. One understands then why it isimpossible to mold and construct something which is eachand every time perfect, impeccable, unique in its complete-ness and unrepeatable. Certainly, it is not necessary to createa masterpiece daily since today's work will be improved bytomorrow's effort. What is necessary as well as possible is forevery creation to be alive and pulsing, in a way revealing thelasting life within a structure, which like any living organism,deserves to exist in the surrounding world.

There is something else to be mentioned which comes fromthe experience of building: an honest builder should knowboth when to end an effort and when to begin one. Elabora-ting obsessively on a project is dangerous, since the initialinspiration —without which nothing can be done— maywither away, causing the finished product to rot before itripens. It is only when an architect knows how to control hisaesthetic restlessness and tendency to compose, that theconstruction can remain joyful and alive. An architecturalcreation achieves completion —even though it may appearunfinished— only if the architect refrains from harassing itexhaustively and as a result "finishing it off". If a rope isoverstretched it will break; the substance of an architecturalwork will "break" also and tear its own flesh after repeatedand tyrranical "stretching" which in the final analysis onlybetrays ignorance as well as lack of confidence in the essen-tial and the true.

So much more comes to mind as I see assembled in the pagesof this book all my constructions from the first to the morerecent ones: site plans, plans, sections, elevations and evenstructural details. A good construction harmoniously com-bines the overall with the detail; everything woven on thesame loom — all out of one vision. The particular identical tothe general; the general matrix, the overall mass acceptingfearlessly in their womb the detail as if it were their own flesh.This is how integrated architecture achieves stature andform; this is how architectural work stands correctly withinthe landscape — all its limbs shaping a well coordinatedorganism which looks as if it had existed there from timeimmemorial; both new and old, contemporary and past and,why not, something that might take shape in the future as

260

'Αλλά και κάτι ακόμα, πού κι αυτό βγαίνει άπό τ'ις εμπει-ρίες απάνω στό χτίσιμο μιας κατασκευής, όπως καί όσαπροσημειώθηκαν: -τό ότι πρέπει νά ξέρει κανείς, σάν έν-τιμος κατασκευαστής, ποϋ θά σταματήσει μιά δουλειά,όπως πρέπει νά ξέρει καί άπό ποϋ θά τήν έχει ξεκινήσει.Καί όπου μ' αυτό θέλω νά πω, πώς δέν είναι σωστό νά«επεξεργάζεται κανείς βασανιστικά τήν οποιανδήποτε«μελέτη», γιά τό οποιοδήποτε έργο, γιατί έτσι υπάρχει όκίνδυνος νά μαραθεί ή έμπνευση τής πρώτης στιγμής (-καίπού χωρίς αυτήν δέ γίνεται τίποτα), οπότε τό «τελειω-μένο», έτσι, έργο, δείχνει σά νά έχει σαπίσει, πρίν ακόμαωριμάσει. Καί πού αυτό σημαίνει, λοιπόν, πώς όταν ό με-λετητής ξέρει νά βάλει κάποιο φρένο στ'ις συνθετικές τουεπιδιώξεις (-ή στίς «αισθητικές ανησυχίες» του...), τότεμονάχα μένει, ή κατασκευή, πρόσχαρη καί ζωντανή. Καίέτσι είναι πού στέκει τό αρχιτεκτονικό έργο πιό άρτιατελειωμένο κι ας «φαντάζει» σάν ατελείωτο, επειδή δέντό ταλαιπώρησε, ό μελετητής αρχιτέκτονας, εξαντλητικά,ώσπου νά τό «αποτελειώσει». Κι όπως, δηλαδή, ότανπαρατεντώσει κανείς ένα σχοινί, αυτό θά σπάσει, έτσι«σπάει» καί τό αρχιτεκτονικό έργο, στην όλη υπόστασητου, όταν έχει... φάει τίς σάρκες του, μέσα άπό απανωτάκαίτυραννισμένα «τραβήγματα», πού στό κάτω κάτω δένκρύβουνε παρά κάποιαν αμάθεια, όσο καί τήν έλλειψημιας σιγουριάς, γιά κάτι τό πραγματικά ουσιαστικό καίαληθινό.

'Αλλά καί πόσα άλλα δέν μου έρχονται στό νού, έτσι όπωςβλέπω, στ'ις σελίδες τοϋ βιβλίου, συγκεντρωμένα τάπρώτα χτίσματα, τά δεύτερα, τά πιό πρόσφατα. Καί μέ τάσχέδια τους, τά πιό γενικά, όσο καί τά πιό λεπτομερειακά,δηλαδή εκείνα πού δείχνουν κάποιες κατασκευαστικέςλεπτομέρειες. Κι οπότε, θέλω νά πώ τώρα, πόσο καλόείναι νά δένει, σέ ένα χτίσμα, τό γενικό σχήμα μέ τή λε-πτομέρεια. Όταν, δηλαδή, είναι όλα «υφασμένα» στό'ίδιοχνάρι, βγαλμένα όλα άπό τήν 'ίδιανε ματιά. Καί νά ταυτίζε-ται ή λεπτομέρεια μέ τό γενικό σχήμα κι αυτό, τό γενικόσχήμα, τό συνολικό μέγεθος, νά δέχεται στους κόλπουςτου τό λεπτομερειακό στοιχείο, χωρίς φόβο, καί νά τόαγκαλιάζει σάν τό δικό του σπλάχνο. Κι όπως, τότε είναιπού ολοκληρώνεται συνθετικά τό αρχιτεκτονικό έργο, γιάνά έχει καί ανάστημα καί μορφή, ... όπως (-καί γιά νά πώτώρα καί κάτι άλλο) έτσι είναι πού στέκει, τό αρχιτεκτό-νημα, καί σωστά μέσα στό τοπίο του, άφοϋ όλα τά μέλητου πλάθουνε έναν καλά οργανωμένο οργανισμό, πούδείχνει κιόλας σά νά βρίσκονταν ανέκαθεν, εκεί πού στή-θηκε σήμερα, δηλαδή κα'ι σάν καινούργιο καί σάν παλιό καίσάν σημερινό καί σάν χτεσινό, άν όχι καί σάν 6,τι θά έρ-χονταν νά σταθεί σέ κάποιον μελλοντικό χρόνο. Κι όπως,ακόμα, δέν ενοχλεί καί δέν τραυματίζει, οϋτε τό τοπίο,οϋτε κα'ι τήν όραση μας, άφοϋ δέ γυρεύει (-σάν καλάστημένο έργο) νά προβληθεί προκλητικά, οϋτε κα'ι νά εν-τυπωσιάσει επιδεικτικά. 'Αλλά πού ενσωματώνεται στηντριγυρνή του φύση άνετα καί αυτονόητα, σάν κάτι τό δικό

261

well. Such structures neither offend landscape or eyesight,since they do not seek to come forth in provocation or striveto show off; instead, in the most self-evident way, they com-fortably incorporate themselves into the natural environ-ment.This is, therefore, architecture: to build organisms that willlive with the landscape and therefore also live with the humanbeings who inhabit that landscape. Couldn't one say thatman, too, is landscape in the existing physical world? In otherwords, landscape, man and architecture are one and thesame thing within one and the same world.

I don't want to forget to say certain things about architectswho strive to create architecture. I think that it is important foran architect to have an all-encompassing culture and not justmaster the technical and artistic aspects of his work. Moreimportant: one must comprehend clearly not only the exter-nal but also the internal. What comes from outside combinedwith what emerges from within creates one single form: thecorrect, the indispensable, the useful, the necessary. In otherwords, it is an organism that provides every human beingwith a vessel for life, be it large or small; a receptacle thatshelters and allows one to experience the realities of a life-time.Let me underline this: architecture, unlike science, is not aprocess involving only what can be anticipated. On the con-trary, architecturefavorably receives what may unexpectedlymanifest itself as circumstance, chance or coincidence. It is,therefore, beneficial when providing for what is necessary inan architectural work to leave some room forthe unforeseen,coincidental and unexpected elements that will be enteringthe work. Innate experience as well as experience gained intime, makes us understand that what comes to an architec-tural creation through the channels of life should be wel-comed since it offers a true aliveness, a vibrant wholeness, abrilliant visage to the structure. This cannot be achievedthrough scientific completeness, even though the latter isindispensable and must not be overlooked. This is how ar-chitecture becomes art: when chance and necessity unite inharmony. Democritus understood this; he said: "The uni-verse is the product of necessity and chance." Is it not truethat architecture, just like any other art-form, molds its ownuniverse? Architecture, however, is much closer to the "art"mastered by a shoe-maker, a gardener or a baker than theone exercised by a painter or sculptor. True architecture,then, must fit like a comfortable shoe, must taste like well-kneaded bread, must grow out of the earth like trees, shrubsand flowers. Though it may be an overstatement, architec-ture, unlike harsh and cruel science, is also a manual craft. Itis this idiosyncracy that makes architecture express and giveform to the teachings of life; a process that finds its way eventhrough the unknown twists of fate.

Otherthings about architecture come to mind, all referring insome way to the constructions in this book:

της. Καί πού αυτό είναι, λοιπόν, ή αρχιτεκτονική: -νά κα-τασκευάζεις οργανισμούς, πού νά ζούνε μέ τό τοπίο. Κα'ιτότε, φυσικά, κα'ι μέ τόν άνθρωπο πού «κατοικεί» τό τοπίοτου, ... αν δέν είναι κα'ι ό άνθρωπος ένα κομμάτι τοπίο κιαυτός, μέσα στον υπαρκτό φυσικό κόσμο,... αν δέν είναι,μέ άλλα λόγια, τό τοπίο καί ο άνθρωπος του κα'ι τό αρχιτε-κτονικό του έργο, τό ένα πράγμα, μέσα στον έναν κόσμο.

Μά νά προχωρήσω καί σε άλλους συλλογισμούς, έτσι γιάνά μήν ξεχάσω νά πω ορισμένα πράγματα κα'ι γιά τόν αρχι-τέκτονα... πού θά ήθελε νά κάνει αρχιτεκτονική. Γιά νάπω, δηλαδή, πόσο πρέπει νά έχει, ένας αρχιτέκτονας, κα'ιμιαν πιό γενική καλλιέργεια, έξω άπό τά «τεχνικά» καί«καλλιτεχνικά» της δουλειάς του. Καίτό πιό σπουδαίο:-νάθέλει νά βλέπει καθαρά κα'ι ξάστερα όχι μόνο στά έξω του,αλλά καί στά μέσα του. Καί γιά νά συνθέτει, τότε, κα'ι άπότά έξω καί άπό τά μέσα, τό ένα σχήμα πού θά είναι τόσωστό, τό απαραίτητο, τό χρήσιμο, τό αναγκαίο. Κα'ι μέάλλα λόγια: -τόν οργανισμό πού θά δίνει στον κάθε άν-θρωπο τό δοχείο τής ζωής του, εκείνο τό κάτι, δηλαδή, τόμικρό ή τό μεγάλο κάτι, όπου θά μπορεί νά σταθεί στουςχώρους του κα'ι νά ζήσει ό,τι είναι υπαρκτό, στον τόπο καίστό χρόνο μιας ζωής. Καί όπου έδώ πρέπει, βέβαια, νάειπωθεί κα'ι κάτι τό πολύ σημαντικό: -πώς ή αρχιτεκτονικήδέν είναι καθόλου μιά δουλειά καθαρά επιστημονική, πούπροχωράει σέ αποτελέσματα τόσο αποδεικτικά κα'ι τετε-λεσμένα, ώστε νά μή δέχεται ό,τι θά έρχονταν κοντά τηςσάν τό τυχαίο καί τό συμπτωματικό ή κα'ι τό άπρόβλεφτοακόμα. Κι οπότε, λοιπόν, μαζί μέ τίς διάφορες αναγκαιό-τητες πού πρέπει νά λογαριάζονται γιά τό κάθε αρχιτε-κτονικό έργο, καλό είναι νά αφήνονται κα'ι κάποιες πόρτεςανοιχτές, ώστε νά μπα'ινουνε στους χώρους τοϋ αρχιτε-κτονικού έργου καί τό τυχαίο κα'ι τό συμπτωματικό καί τόάπρόβλεφτο κα'ι τό αναπάντεχο. Κι όπως, μέ άλλα λόγια,(-κι έδώ μιλάει ή πείρα πού φέρνει ό καθένας μέσα του,όσο κα'ι ή άλλη πού κερδίζεται μέ τά χρόνια) ό,τι έρχεταιμέσα άπό αυτά τά κανάλια τής ζωής, είναι γιά νά κερδίσειτό έργο, τό αρχιτεκτονικό, μιαν αληθινή ζωντάνια, μιάζωντανή υπόσταση, ένα ζωντανό πρόσωπο, πού δέν μπο-ρεί νά τά αποκτήσει, όλα αυτά, μονάχα μέ τήν κάποιανεπιστημονική μόνο πληρότητα, όσο κι άν αυτή είναι απα-ραίτητη κα'ι δέν πρέπει νά παραγνωρίζεται. Κι οπότε, λοι-πόν, έτσι είναι πού γίνεται τέχνη κα'ι ή αρχιτεκτονική, ότανδηλαδή παντρεύονται αρμονικά τό αναγκαίο μέ τό τυχαίοκαί μέ τό συμπτωματικό. Πού αυτό τό είχε πεΤ, άλλωστε,κα'ι ό Δημόκριτος, όταν στοχάζονταν πώς «τό σύμπαν εί-ναι ό καρπός τής τύχης κα'ι τής αναγκαιότητας». Κα'ι, πούάν δέν πλάθει καί ή τέχνη τής αρχιτεκτονικής, κι αυτή, έναδικό της σύμπαν, όπως τό κάνει, βέβαια, ή κάθε τέχνη.Μονάχα πώς θά έπρεπε τώρα, έδώ, νά παρατηρηθεί, πώς ήαρχιτεκτονική δέν είναι τόσο μιά τέχνη σάν έκε'ινην τοϋζωγράφου ή τού γλύπτη, όσο είναι μιά «τέχνη» σάν αυτήνπού κρατάει στά χέρια του ένας παπουτσής, ή ένας κη-πουρός, ή ένας ψωμάς. Κι όπως, λοιπόν, ή αληθινή αρχι-τεκτονική πρέπει νά φοριέται σάν ένα καλό παπούτσι κα'ινά τρώγεται σάν ένα καλοζυμωμένο ψωμί κα'ι νά φυτρώνει

An architectural work must be seen and experienced as acompleted structure within a landscape, not as a photographin a publication.True architecture, like any true art, has to be indigenous, not"international". True architecture has roots and germinatesfrom the rocks and the earth and the waters of a specific landand landscape; a landscape which is marked decisively by itsclimatic conditions, the light in the sky, atmospheric lucidity,and even humidity.True architecture is created when the commissioner is lifeitself, not the whims of a "client".Even though the demands of real life make things change inan architectural work, something remains basically un-changed and eternal.It is wise for the architect to have the same thought, the samesense of wonder and the same certainty or uncertainty everyday. Go over things once more; find, discover, disclose themagain; the more we think of the past, the better we under-stand how a fresh step towards something more advancedand more perfect can be achieved today. This is how we gainwhat we should never lose: quality and perfection —traitsacquired differently by each architect through his own uni-que methods of work— traits that are indispensable to thosearchitects who want to be professional and socially aware. Itis possible then, for each and every architect to have his ownpersonal theory on architecture; however, he must at thesame time go beyond theory and seek out practical oppor-tunities to build. Systematic, and even obstinate, abrasionagainst the same basic convictions will result in a commonarchitecture for each specific environment; an architecturethat any architect could create. For every architect who lovesand respects his work, theory and practice go hand in hand:like two friends with a common vision and understanding,thinking alike in a way that will make theory result frompractice and practice emerge from lucid reflection.

Let me explain now how, given the opportunity to buildsomething, I always went about my work in the same way.First, I "run" to see the site in question and the landscape that"embraces" it. There, sitting on the ground or on a rock I tryto envision how this new structure—small or large, individualhouse or housing complex— would stand correctly in thespecific locality; then at some point I stand up and go to seethe site from a distance; but I soon come back to my rock.Using my mind —but also the mind of the heart— I try to"construct" the plan, the sections and the elevations of thestructure. All this I do in the air, in the sky or in the site(whether urban or open on all sides). When this is done, I goto the drawing table and get some tracing paper to "writedown", that is draw, what I have mentally constructed on thesite. Everything comes out now as it should; actually in aneasier, faster, less troubled and more confident way than if Ihad begun the other way around — first on soulless paperand only then on the site and its living soil. So the greatestpart of the work has been accomplished on the site and thelandscape; "insitu",astheysay.Thispartofthe work can last

262

απάνω οτό έδαφος της γης όπως γίνεται αυτό μέ τά δέν-τρα, μέ τους θάμνους, μέ τά λουλούδια. Καί πού μέ όλααυτά θά ήθελα νά ισχυριστώ (-κάπως υπέρμετρα, 'ίσως)πώς ή αρχιτεκτονική έχει καί τήν χειρωνακτική της (-μα-κριά άπό τήν σκληρή καί άκαρδη έπιστημονικότητα...),πού μέσα άπ' αυτήν μας μιλάει, πιό κύρια, καί γιά κάποιεςσοφίες της ζωντανής πραγματικότητας κι όπως σ' αυτέςδίνει κάποιαν μορφή καί μέσα άπό τής τύχης... τά άγραφα.

Καί γιά νά θυμηθώ, τώρα, νά πω καί άλλα γιά τήν αρχιτε-κτονική, σά νά ήθελα νά αναφερθώ, κάπως, καί στά χτί-σματα πού δείχνει τό βιβλίο: -τό ότι ένα αρχιτεκτονικόέργο, θά πρέπει νά τό δει κανείς καί νά τό ζήσει, στηνπραγματοποιημένη κατασκευή του, δηλαδή μέσα στό το-πίο όπου αυτό στέκει καί όχι έτσι όπως προβάλλεται, τόΊδιο, φωτογραφημένο, σέ κάποιο έντυπο..., -τό ότι ή αλη-θινή αρχιτεκτονική, όπως ή κάθε αληθινή τέχνη, δέν μπο-ρεί νά είναι παρά τοπική καί όχι «διεθνής», βγαλμένηδηλαδή άπό ρίζες καί άπό πέτρες καί άπό χώματα καί άπόνερά, πού άνήκουνε σέ κάποιο συγκεκριμένο, κάθε φορά,έδαφος καί τοπίο καί όπου μετράνε αποφασιστικά καί οικλιματολογικές συνθήκες (-τοϋ συγκεκριμένου τοπίου)καιτό φώς στον ουρανό καί ή ατμοσφαιρική διαύγεια καί ήυγρασία..., -τό ότι ή αληθινή αρχιτεκτονική δουλεύεταισωστά μέ εργοδότη της, ή εντολοδότη της, τή ζωή καί όχιγιά νά 'ικανοποιεί τις επιθυμίες ή Ιδιοτροπίες τοϋ κάποιου«πελάτη»..., -τό ότι όσο αλλάζει ένα πράγμα, στην άρχιτε-κτονημένη κατασκευή, άπό αληθινές ανάγκες τής ζωής,τόσο είναι πού αυτό μένει, βασικά, τό 'ίδιο, σάν κάτι τόαιώνιο..., -τό ότι καλό είναι νά περνάει, άπό τό νοϋ τοϋαρχιτέκτονα, κάθε μέρα, ξανά, ή 'ίδια σκέψη, ή 'ίδια ανησυ-χία, ή Ίδια βεβαιότητα ή αβεβαιότητα κι αυτό γιά νά τάξαναβλέπουμε όλα ακόμα μιά φορά, γιά νά τά ξαναβρί-σκουμε, γιά νά τά ξαναανακαλύπτουμε καί ξανααποκαλύ-πτουμε, όλα, σέ κάθε καινούργια στιγμή. Κι όπως, μέάλλαλόγια, όσο ξανασκεφτόμαστε, κάθε μέρα, τά χτεσινά,τόσο θά μπορούμε νά δούμε πώς κάνουμε, πάλι κάθεμέρα, καί ένα καινούργιο βήμα, γιά κάτι τό πιό προχωρη-μένο, τό πιό άρτιο. Κι οπότε, έτσι είναι πού κερδίζεται ό,τιδέν πρέπει ποτές νά χάνεται: -ή ποιότητα καί ή τελειό-τητα. Μόνο, βέβαια, πώς καί ή ποιότητα καί ή τελειότητα,έχουνε νά κάνουνε καί μέ τόν τρόπο πού ασκεί ό καθέναςτή δουλειά του, γιά νά κάνει, έτσι, ό κάθε αρχιτέκτονας(-στό επάγγελμα του, στό λειτούργημα του) καί τήν αρχι-τεκτονική του. Καί γιά νά μπορεί, τότε, νά έχει ό κάθεαρχιτέκτονας καί τή δική του (-'ίσως τήν πιό δική του)θεωρία γιά τήν αρχιτεκτονική (... νά τήν έχει, δηλαδή), όσοθά πρέπει νά έχει, παράλληλα, καί μιά δική του (-'ίσως μιάπιό δική του) πρακτική, γιά τήν ϊδιανε αρχιτεκτονική, πούμέ κάποια συστηματική καί πεισματική, σχεδόν, τριβήαπάνω στίς Ίδιες πάντοτε βασικές «αρχές» θά καταλήξεινά είναι ή αρχιτεκτονική πού θά έπλαθε καί ό κάθε αρχιτέ-κτονας, γιά τόν κάθε κόσμο. Καί γιά νά θέλω τώρα νά πώ,λοιπόν, πώς γιά τόν κάθε αρχιτέκτονα, πού σέβεται καίπού αγαπάει τή δουλειά του, ή θεωρία καί ή πράξη θάβαδίζουνε παράλληλα, κοντά κοντά καί θά άλληλοκοιτά-

a long time or be of a very short duration. However, the largerthe number of hours, days or weeks spent "in situ" the lesstime one has to spend at the drawing-board, which, anyhow,is always "out of place" and more or less unreal.

Let me stress that an architectural work reaching the d rawingstage is "registered" as an already finished product. All I haveto draw, then, are the lines demonstrating the task of eachworker and craftsman during the construction of the build-ing. These drawings also provide a good basis for my collab-oration with the workers and technicians to whom I haveentrusted the construction. What I mean to say is that if I wereable to build every structure with my own hands —I wish anarchitect could do everything by himself, like painters andsculptors— I would never have to resort to the drawing-boardfor plans, sections and elevations. Speaking of elevations: intheskyabovethesiteand on the drawing-board, westartwiththe plan; to the right or left of it, but slightly upwards, is thesection; as the horizontal lines of the section are extendedand cut the vertical lines rising from the plan, the elevationcomes forth in the most natural way. This shows somethingvery important: if you have the plan (and the sections), theelevations effortlessly follow; first on the site—I repeat this ina pedantic manner— and then on the drafting table. Here, nospecial exercises are required; no contortions for good (orbad) proportions are necessary — proportions allegedly eli-cited on paper when the truth is that they are derived from theplan and the site on whose ground (we have been working"with the ground") we have conceived the substance of thestructure to be built.

After it has been understood that architecture is moldedthree-dimensionally out of the ground and the specific land-scape, and after we have established that everything stemsout of the plan which is the "generator" within the "engine"of architecture, let me say this: an architect envisioning thenew structure to be built within a landscape is also consider-ing the materials to be used. So when the architect builds hisconcept "in situ", he also decides on the materials neededfor the realization of that concept. The choice of materials isnot exclusively determined by the cost of construction (avai-lability of materials etc.). Instead, the decisive factor in mak-ing up one's mind is the extent to which the unique physiog-nomy of the ground and landscape painlessly accepts a par-ticular material or a specific structural articulation and form.Of course, any landscape accepts any construction, as longas the architect has found the appropriate composition re-quired in each different case. Moreover, all materials,whether natural or artificial, can exist succesfully within anylandscape as long as their quantitative participation in thecomposition has been properly estimated. Nevertheless,there will be instances when an architect-builder's aestheticintuition will determine that only such and such a material orstructural layout is appropriate to a specific landscape.These decisions are, of course, related to the nature of the

263

ζονται μέ κατανόηση και με φιλία. Καί γιά νά ομονοούνεκαί μάλιστα έτσι πού καί ή θεωρία νά προκύπτει άπό τήνπράξη καί ή πράξη νά γεννιέται μέσα άπό έναν καθαρόθεωρητικό στοχασμό.

Κα'ι νά εξηγήσω όμως τώρα πως προσπάθησα νά δουλεύωό 'ίδιος, μέ τόν'ίδιονε πάντα τρόπο: -τό ότι, δηλαδή, μόλιςμού τύχαινε νά έχω νά χτίσω κάτι, θά «έτρεχα» νά δωπρώτα τό σχετικό οικόπεδο καί μαζί τό τοπίο πού θά τόείχε (-τό οικόπεδο) στην «αγκαλιά» του. Κι έκεΐ, καθισμέ-νος στό χώμα, ή απάνω σέ μιά πέτρα (-κι όπως σέ κάποιαστιγμή θά σηκωθώ γιά νά πάω νά δώ τό οικόπεδο κα'ι άπόμακριά, ...μά θά ξαναγυρίσω στην πέτρα) θά προσπαθήσω,τώρα, νά οραματιστώ, πώς θά έστεκε σωστά ή καινούργιακατασκευή (-μικρή ή πιό μεγάλη, σπίτι μοναχικό ή οικισμόςολόκληρος) στον δοσμένο τοπιακό χώρο. Καί μέ τό νοϋμου (δηλ. καί μέ τό νοϋ της καρδιάς) θά προσπαθήσω νά«βγάλω» ... στον αέρα ή στον ουρανό, πάνω άπό τό οικό-πεδο (-πού άλλοτε θά έστεκε σέ κάποιο ανοιχτό τοπίο,άλλοτε μέσα σέ κάποιαν πυκνοχτισμένη πολιτεία) τήν κά-τοψη, τίς τομές, τίς όψεις τού έργου. Καιόταν θά γίνουνεόλα αυτά (-πού θά γίνουνε), τότε θά πάω νά βρω τό σχε-διαστήριο καί τό χαρτί του, γιά νά «γράψω» (-νά σχεδιάσω)6,τι είχα χτίσει νοερά στό οικόπεδο. Κι όπου βγαίνουνε,λοιπόν, τώρα όλα όπως πρέπει νά βγούνε. Καί, μάλιστα,πιό εύκολα, πιό γρήγορα, πιό άνετα, πιό σίγουρα, παρά ανείχα ξεκινήσει αντίστροφα: -πρώτα μέ τό σχεδιαστήριο καίμέ τό άψυχο χαρτί του καί μετά μέ τό οικόπεδο κα'ι μέ τόζωντανό χώμα του. Κι όπως, λοιπόν, ή πολλή καί ή σημαν-τική δουλειά έχει γίνει στό οικόπεδο κα'ι στό τοπίο του,«έπί τόπου», όπως λένε. Καί όπου αυτή ή δουλειά, στόοικόπεδο (-μέ τό οικόπεδο) θά έχει πάρει άλλοτε πιό πολύκαιρό κα'ι άλλοτε πιό λίγο. "Ομως, όσο οι ώρες, ή οι μέρες,ή ο'ι βδομάδες είναι αριθμητικά πιό πολλές στό «έπί τό-που», καί μέ τό έδαφος, τόσο πιό λίγες είναι απάνω στόσχεδιαστήριο, πού όσο νά 'ναι είναι πάντοτε «εκτός τό-που» καί, λίγο πολύ, ανεδαφικό.

Κα'ι γιά νά εξηγήσω, λοιπόν, τώρα, πώς στό σχεδιαστήριο«γράφεται» κα'ι «καταγράφεται», σάν έτοιμο πιά, τό έργο.Καί γιά νά χαράζονται, στό χαρτί, μονάχα ο'ι γραμμές πούθά δείχνουνε ποιάν εργασία θά έχει νά κάνει ό ένας τεχνί-της, ό άλλος μάστορας καί εργάτης, όταν θά χτίζεται,απάνω στό έδαφος, ή οικοδομή. Κα'ι γιά νά μπορώ ό 'ίδιος,σάν αρχιτέκτονας, νά έχω κάποιαν καλή συνεννόηση μέτό τεχνικό κα'ι εργατικό προσωπικό, πού θά τού έχω εμπι-στευτεί τήν κατασκευή. Κα'ι έτσι, θέλω νά πώ, πώς ανμπορούσα νά χτίσω τό κάθε σπίτι μόνος μου (... άς μπο-ρούσε νά τά κάνει όλα μόνος του ό αρχιτέκτονας, όπωςδουλεύουνε τά έργα τους ο'ι ζωγράφοι, οί γλύπτες), μέ τάίδια μου τά χέρια, δέ θά είχα τήν ανάγκη νά καταφύγω στόσχεδιαστήριο. Ούτε γιά τήν κάτοψη, ούτε γιά τίς τομές,ούτε γιά τίς όψεις. Κι επειδή ό λόγος γιά τίς όψεις: -αυτέςβγαίνουνε, λές, άπό μόνες τους (-καί στό «έπί τόπου»),όπως τ'ις δίνουνε ο'ι οριζόντιες γραμμές πού ξεκινάνε άπό

edifice to be erected and also to its size in terms of area andmass. Apart from all this, the psychological disposition of thearchitect while on the site of a future construction must begiven due consideration; if it is not, if we work soullessly andheartlessly, then what we build will be more or less inhumanand unnatural. Obviously, the problem is not that simple andwords are not sufficient to deal with it satisfactorily.Nonetheless, what deserves to be emphasized is that thesuccesful introduction of an architectural work into the land-scape, in addition to being a problem of materials, of com-positional imagination and of versatility is above all a ques-tion of sensitivity; without these characteristics an architect'sexistence cannot be justified. Furthermore, an architectshould not only be able to look at, but also to listen to thelandscape that lies in front of him. Creating architectureinvolves the awareness of the music that is distinctive in everylandscape. Only if an architect puts himself in tune with theconsonance of the natural environment will he be able tocreate structures that will sing on their own.To return to the initial theme of the plan that generates ev-erything: the plan of a stone wall edifice mentally "drawn" onsiteshould clearly showthespecific position and dimensionsof the stone walls that support the roof. The same shouldapply to a frame structure with supporting columns of rein-forced concrete or steel or wood. Here too, all supportingcolumns as well as their position, the specific intervals be-tween them and even their dimensions should be clearlydiscernible in plan. The same happens with the section orsections: the stone walls or columns that support slabs androofs should stand out clearly. It only follows (we are still"drawing" on site, remember) that the elevations will displaythe structural articulation of the building. The supportingelements —stone walls and columns— are differentiatedfrom the supported elements — slabs and beams. Whateversupports only itself is distinctly visible: partitions, exteriorwalls, windows that light interior space, railings on balconiesetc. Thus, elevations —like plan and sections— exhibit allmembers of construction in the building. These membersendow the architectural work with its external form; a mean-ingful form, a visage free to express its own inner world. Thisis so because (I will say it once more) all features in theportrait of the building have been realized structurally andorganically, and not through misleading aesthetic "con-cerns".

Let us deal now comprehensively with the basic and essentialsubject of aesthetics in architecture; the "aesthetic problem"in an architect's work is a matter of justified concern as longas we do not handle it as enamored amateurs. It is not a badidea, I think, to resort to what Schopenhauer meant when hesaid: "The aesthetic problem in architecture" is a question of"gravity and inflexibility". What he meant is that "the basiclaw of architecture" which lies "in the theme supportingcolumn and beam" is expressed, on the one hand, by thesupporting walls and columns, and on the other hand, by thebeam distributing weight to the supporting elements and

264

τήν τομή καί πού συναντάνε καί τέμνουνε τίς κατακόρυ-φες γραμμές πού ανεβαίνουνε άπό τήν κάτοψη. "Οπως,δηλαδή, στό σχεδιαστήριο, όσο κα'ι στό χώρο τοϋ ουρα-νού, πάνω άπό τό οικόπεδο, στέκει κάτω ή κάτοψη καί ήτομή δεξιά της, ή αριστερά της, αλλά λίγο πιό πάνω της. Κιοπότε σχεδιάζεται ή όψη (-καί στον ουρανό τοϋ «έπ'ι τό-που» καί στό σχεδιαστήριο) πάνω άπό τήν κάτοψη, γιά νάσημαίνει αυτό καί κάτι τό πολύ σημαντικό: -πώς, δηλαδή,άπό τή στιγμή πού έχει βρεθεί ή κάτοψη (-οσο κα'ι οι το-μές), έχει βρεθεί, σάν άπό μόνη της, καίήδψη, ή ο'ι όψεις.Πρώτα στό οικόπεδο (-τό ξαναλέω σχολαστικά) κα'ι μετάστό σχεδιαστήριο. Χωρίς καμιάν 'ιδιαίτερη σχεδιαστική(-στό χαρτί τοϋ σχεδιαστηρίου) επεξεργασία, χωρίς κα-νένα βασάνισμα γιά καλές (ή κακές ...) αναλογίες, πού τίςβρίσκουμε, τάχα, στό σχεδιαστήριο, ένώ μπορούμε νάτίςέχουμε βρε! άπό τήν κάτοψη κιόλας κα'ι μέσα άπό τό οικό-πεδο, όπου απάνω στό έδαφος του (-γιατί δουλέψαμε «μέτό έδαφος») έχουμε «συλλάβει» όλη τήν υπόσταση τοϋέργου πού πρόκειται νά χτίσουμε.

Μά νά πω τώρα καί κάτι άλλο κι άφου έγινε νοητό πώς ήαρχιτεκτονική είναι 5,τι πλάθεται τρισδιάστατα μέ τόέδαφος καί μέ τό, ένα ή άλλο, τοπίο καί πώς, ακόμα, όλα τάβρίσκει κα'ι τά γεννάει ή κάτοψη, πού είναι, έτσι, ή «γεννή-τρια» μέσα στην όλη «μηχανή» της αρχιτεκτονικής: -πώς,δηλαδή, άπό τήν πρώτη στιγμή πού όρματίζεται, ό αρχιτέ-κτονας, μέ τό συγκεκριμένο οικόπεδο, τό έργο πού έχεινά χτίσει, τό βλέπει κιόλας και κατασκευαστικά, μέ τάυλικά πού θά τό στήσουνε απάνω στή γη. Κι όπως, μέ άλλαλόγια, τή στιγμή πού συνθέτει τό όραμα του, ό αρχιτέκτο-νας, στό «έπ'ι τόπου», έχει συνειδητά αποφασίσει μέ ποιαυλικά θά τό πραγματοποιήσει. Κα'ι πού τά διαλέγει απαρ-χής, όχι μόνο μέ αφετηρία τήν οικονομική πλευρά τηςκατασκευής (-τά πιό πρόσφορα υλικά, στό συγκεκριμένοκάθε φορά έδαφος, κτλ.), αλλά κα'ι μέ βασικό κίνητρο πάλιτό συγκεκριμένο έδαφος κα'ι τοπίο, πού ανάλογα μέ τήνπροσωπογραφική του υπόσταση, είναι έτοιμο νά δεχτεί,ανώδυνα, τό ένα ή άλλο υλικό, τήν μιά ή άλληνε κατα-σκευαστική διάρθρωση κα'ι μορφή. Κι ένώ, βέβαια, μπορεί,τό κάθε τοπίο, νά δεχτεί τήν κάθε κατασκευή, άρκεΤ νάέχει βρει, ό αρχιτέκτονας, τή σωστή διάρθρωση κα'ι κλί-μακα αυτής τής κατασκευής, γιά τήν μιά ή άλλη περίπτωσηκι όπως, ακόμα, τό κάθε υλικό (-φυσικό ή τεχνητό) μπορείνά σταθεί καλά στό κάθε τοπίο, αν έχει λογαριαστεί εύ-στοχα ή ποσοτική του συμμετοχή, στην όλη σύνθεση τήςκατασκευής, ωστόσο θά ύπάρξουνε καί ο'ι περιπτώσειςόπου μιά αισθαντική ενόραση, άπό τή μεριά τοϋ κατα-σκευαστή αρχιτέκτονα, θά αποφασίσει πώς σ' αυτό, άςπούμε, τό τοπίο θά έστεκε, ή θά ταίριαζε, πιό καλά αυτό τόκατασκευαστικό υλικό καί όχι κάποιο άλλο, εκείνη ή κατα-σκευαστική διάταξη και όχι κάποια διαφορετική. Καί πούόλα αυτά έχουνε νά κάνουνε, βέβαια, καί μέ τό τί είδουςκτίριο έχει νά στήσει, ό αρχιτέκτονας, στό ένα ή άλλοτοπίο (-ακόμα κι άν αυτό θά είναι μικρό ή μεγάλο, σέέκταση καί σέ όγκο), άν δέ μετράει (-πού μετράει) καί ήψυχική διάθεση πού κατέχει τόν αρχιτέκτονα όταν βρ'ι-

265

being itself supported. Only if these structural elements aremade distinct and manifest themselves, intact and free ofsuperfluous ornament, will architecture function correctly asa morphological entity. This means that regardless of thematerials used in construction —stone, wood, steel or rein-forced concrete— the "rule" requires that the supportingwalls and columns should be visually differentiated from thesupported beams, slabs and roofs. Clear structural articula-tion displayed genuinely on the elevations of a building,which are the building's profile, is indispensable to an ar-chitectural work that wants to achieve true form.Moreover, architectureachievestrueform when thearchitectpersonally follows and oversees the construction he has en-visioned and designed; on the construction site, amongworkers and craftsmen, the architect feels with his ownhands the bricks, the cement, the steel bars, the lumber andall building mixtures. Thus he is able to guide each worker'sand craftsman's hand; workers and craftsmen become hisown hands or their extension. This is how an architect pur-sues his work during construction, from the moment thefoundations are laid. Knowing how to convey to other handshis own thoughts and will and even his enthusiasm, nothingescapes his attention. He sees and feels and listens to every-thing. Like a conductor in charge of an orchestra —withcraftsmen and their tools as his musicians— he "performs"the symphony he has composed.

Architecture is a kind of music; not "petrified music" nor"music that has lost its voice" as Goethe put it (both descrip-tions are quite unsuitable, I think). Rather, architecture as anart-form is very akin to music since both artistic expressionshave this in common: unlike painting and sculpture, ar-chitecture and music do not imitate or represent anything.This is basically what painting and sculpture do, regardlessof what is said to the contrary and of what painters andsculptors themselves say of their own work. If man had nothad the inclination to represent and imitate something hehad seen in surrounding space, or even if he had not enjoyedrecreating life in all its manifestations, painting and sculpturewould not have been born. On the contrary, musicians andarchitects constructand compose without imitating anythingthat exists. Architecture and music are self-existent forma-tions erecting their own worlds; worlds that are not repro-ductions of anything that exists or has pre-existed. Since thissubject is quite attractive, I will persist and say that the valueof architecture as art is of essential significance. Every ar-chitectural work is an "animated instrument" (this was Aris-totle's definition of man) which has both voice and speechand can be heard as long as one knows how to listen with theeyes and ears of one's soul. Valery was not wrong when hewrote that "among the structures" which populate a town"some are mute, others speak and some rare ones sing".With what voices do architectural works "speak" and"sing"? If we leave aside the "mute" ones, the answerto sucha question is this: good proportions in elevations and interiorspaces, disciplined articulation of structure, integration of

σκεται στον τόπο της μελλοντικής κατασκευής, πού κιαυτήν πρέπει νά τήνε λογαριάζουμε, γιατί αλλιώτικα (-ανδουλεύαμε δηλαδή άψυχα καί άκαρδα) 5,τι θά χτίζαμε θάήτανε, λίγο πολύ, καί απάνθρωπο καί αφύσικο.Καί δέν είναι, βέβαια, τό πρόβλημα, τόσο απλό, οϋτε καίμπορεί νά εξηγηθεί, ικανοποιητικά, μόνο μέ λόγια.'Ωστόσο, εκείνο πού αξίζει νά σημειωθεί είναι τό ότι ήσωστή ένταξη τοϋ αρχιτεκτονικού έργου στό τοπίο (-μέ τόένα ή άλλο υλικό, μέ τήν μιά ή αλληνε κατασκευαστική«φαντασία», ή ευστροφία) είναι καί ζήτημα μιας πιό γενι-κής καλλιέργειας καί αίσθαντικότητας, πού άν δέν τήνέχει ό αρχιτέκτονας, είναι σά νά στέκει έξω καί μακριά άπότήν αναγκαιότητα της ύπαρξης του. Καί γιά νά πώ, ακόμα,πόσο πρέπει νά μπορεί, ό αρχιτέκτονας, όχι μονάχα νάβλέπει, αλλά καί νά ακούει τό τοπίο πού έχει κάθε φοράμπροστά του. Γιατί καί μέ τή μουσικότητα πού διακρίνει τόκάθε τοπίο, χτίζεται ή αρχιτεκτονική κι οπότε μονάχαόταν ακούει, ό αρχιτέκτονας, καί τήν ηχητική αρμονία τοϋφυσικού τοπίου, θά βρει τόν τρόπο νά κατασκευάζει χτί-σματα πού κι αυτά θά έχουνε νά τραγουδάνε κάποιουςσκοπούς..., όμως σά νά ξέφυγα άπό τό θέμα της στιγμής...,καί γιά νά θέλω, λοιπόν, νά πώ τώρα (-καί ξαναφέρνονταςμπροστά μου τήν κάτοψη πού τά γεννάει όλα) πώς άνπρόκειται νά χτιστεϊ, ή καινούργια οικοδομή, μέ τοίχουςάπό πέτρα, πού αυτοί θά φέρουνε τήν οροφή, ή τις ορο-φές της οικοδομής, αυτοί οι πέτρινοι τοίχοι θά πρέπει νάδιακρίνονται καθαρά στην κάτοψη πού «σχεδιάζεται»νοερά πάνω άπό τό οικόπεδο καί μάλιστα στή συγκεκρι-μένη τους θέση κα'ι έκταση. Κι όπως τό ανάλογο θά πρέπεινά συμβαίνει, άν τό συγκεκριμένο κτίριο θά πρόκειται νάκατασκευαστεί άπό έναν «σκελετό» μέ υποστυλώματαάπό μπετόν-άρμέ, ή άπό σίδερο, ή άπό ξύλο, οπότε, δη-λαδή, καί στή νέα αυτή κατασκευαστική περίπτωση, θάπρέπει νά διακρίνονται (-στην νοερά πάντα «σχεδιαζό-μενη» κάτοψη, πάνω άπό τό οικόπεδο) όλα τά υποστυλώ-ματα, στή θέση τους, στίς ορισμένες αποστάσεις μεταξύτους, άν όχι καί στις διαστάσεις τους, σέ οριζόντια προ-βολή. Κι επειδή θά συμβαίνει τό 'ίδιο καί μέ τήν τομή, ή μέτίς τομές, όπου κι έδώ θά ξεχωρίζουνε τά στοιχεία πούφέρουνε τά δάπεδα-όροφές (-δηλ. οι πέτρινοι τοίχοι, ή τάυποστυλώματα, όπως προαναφέρθηκε), τότε καί ή όψη(-πού κι αυτή «σχεδιάζεται» ακόμα νοερά... στον αέρα, ήουρανό, πάνω άπό τό οικόπεδο) θά δείχνει κι αυτή τήνκατασκευαστική διάρθρωση τού έργου, γιά νά ξεχωρί-ζουνε καθαρά, απάνω της, τά κατασκευαστικά στοιχείαπού φέρουνε (-πέτρινοι τοίχοι, ή υποστυλώματα) άπό τάκατασκευαστικά στοιχεία πού φέρονται (-δοκοί, δάπεδα),όσο καί τά άλλα στοιχεία της κατασκευής πού δέ φέρουνεπαρά μονάχα τόν εαυτό τους: -τοίχοι διαχωριστικοί, ή καίεξωτερικοί, παράθυρα σέ «ανοίγματα» πού θά φωτίζουνετους εσωτερικούς χώρους, κιγκλιδώματα σέ εξώστες,κτλ. Κι οπότε, λοιπόν, καί στην όψη, ή στίς όψεις, δείχνον-ται ευδιάκριτα (-όπως στην κάτοψη καί στίς τομές) όλα τάκατασκευαστικά μέλη τής οικοδομής κι όπως μέσα άπόαυτά έχει τήν εξωτερική του μορφή τό αρχιτεκτονικόέργο, μιά μορφή μέ νόημα, ένα πρόσωπο πού εξωτερι-κεύει ανεμπόδιστα τόν εσωτερικό του κόσμο. Καί γιά νά

every detail into the overall mass and form, completion andfulfillment of the building's form through the use of color.Something else: inhabited architectural space resounds withhuman speech, songs and even the music of an instrumentbeing played. Thus, architectural space can be considered ashaving good or bad acoustics. In every building, be it a thea-ter or a small or large residence, each space has an individualsounding power and a voice of its own. Therefore, when wesay that such space has good or bad acoustics, is it not likesaying that it has a good or bad voice of its own? This is sobecause each space corresponds to what human beings door say while inside a room or under an arcade or in a court-yard or standing next to a stone, wood or glass surface.

I could add that each material has its own voice and a low orhigh intonation. I recall a verse from Solomos: "The stoneyou hold controls you and has a voice within". Truly enough,each material possesses a voice of its own; an architectknows how to reveal this voice and make it resound by agree-ably matching materials in a construction and placing themin their proper position. Composing his own music, the ar-chitect enables his creation to speak and sing to us and evenoffer us entire symphonies.Architecture as music: tunes that reach us also throughcolor. I have said it before but will underline it now: color inarchitecture is not superfluous ornament; color exists and isapplied so as to make clearer and more intense the structuralarticulation and balance of a building. The supporting ele-ments of a structure, thesupported ones, as well as those thatsupport only themselves, are made even more discerniblethrough the use of color. (Let us recall here what was men-tioned before about structure.)Th us, colorendowstheframeof a building —columns and beams— with a sharp outline;the partition walls of the same building settle in place moreefficiently when color is applied to their visible surfaces.Every color has a visual weight and an optical value thatexcites our eye with a different intensity each time. Thus, red(light or dark terra-cotta) brings a wall closer to us whileindigo blue moves it away; ochre causes a wall to stand still,while green (a light tint or dark olive-green) makes a surfaceserene — the same surface colored in red irritates the eye.Grey, however, is somewhat neutral to our sight whereaswhite and black create intense visual sensations; blackwarms us up but also causes sadness, while white refreshesus and impels us to be joyful. White also has a certain ethicalvalue, since what is colored white is clean and sanitary; afterall whitewash has disinfectant properties.

What is mentioned above cannot be absolute and I have nopretentions to being a painter when I write about color.Nevertheless, there is another truth concerning color in ar-chitecture: correlation of color to the climatic conditionsprevailing in the landscape of a future architectural creation.When there is strong sunlight, a large whitewashed surfaceirritates the eye and blinds us. Conversely, if the same surface

266

γίνεται αυτό έτσι (-καί θά τό ξαναπώ) γιατί όλα, στην προ-σωπογραφία τοϋ αρχιτεκτονικού έργου, έχουνε προκύψεικατασκευαστικά καί οργανικά καί όχι μέσα άπό άλλου εϊ-δους (-αισθητικές, δηλ. παραπλανητικές) «ανησυχίες».

Καί γιά νά γενικέψω κάπως τό πρόβλημα, πού είναι βασικόκαί πολύ ουσιαστικό, γιά τήν αρχιτεκτονική, δέ θά κάνω,νομίζω, άσχημα, αν καταφύγω σέ όσα είχε γράψει σχετικάκαί ό Σόπενχαουερ, όταν είχε καταλάβει καί τόνιζε πώς«τό αισθητικό πρόβλημα στην αρχιτεκτονική» (-καί υπάρ-χει καί τό «αισθητικό πρόβλημα» στή δουλειά τοϋ αρχιτέ-κτονα, άρκεΐνάμήντό πιάνουμε μονάχα σάν... ερωτευμέ-νοι ερασιτέχνες...) πηγάζει άπό «τή βαρύτητα καί άπό τήακαμψία». Όποτε, θέλει νά πει ό Σόπενχαουερ, «ό βασι-κός νόμος στην αρχιτεκτονική», πού βρίσκεται «στό θέμαυποστύλωμα καί δοκός», εκφράζεται (-προβάλλει) άπό τήμιά μεριά μέ ό,τι στηρίζει (-μέ τους τοίχους ή μέ τά υπο-στυλώματα πού φέρουνε) καί άπό τήν άλλη μεριά μέ ό,τιφορτίζει (-μέ τή δοκό, πού φέρεται). Κι όσο τά δυό αυτάκατασκευαστικά στοιχεία γίνονται καθαρά ευδιάκριτα καίπροβάλλονται ακέραια καί ακάλυπτα άπό περιττά έπικα-θήματα (-διακοσμητικής, ή άλλου είδους «καλλιτεχνικής»επεξεργασίας), τόσο, καί τότε μόνο λειτουργεί σωστά ήαρχιτεκτονική (-αληθινή, έτσι) και στή μορφολογική καίμορφοπλαστική υπόσταση της. Καί πού αυτό σημαίνει,πώς άσχετα μέ ποια υλικά χτίζεται ένα οίκοδόμημα (-μέπέτρα, μέ ξύλο, μέ σίδερο, μέ μπετόν-άρμέ), ό «κανόνας»θέλει νά διαφοροποιούνται καί ορατά τά στοιχεία πούφέρουνε (-τοίχοι, υποστυλώματα), άπό τά στοιχεία πούφέρονται (-δοκοί, πλάκες-δάπεδα, στέγη, δώματα). Κιοπότε, λοιπόν, μόνο μέσα άπό μιά καθαρή, κατακάθαρη,κατασκευαστική διάρθρωση κι όπως αυτή θά δείχνεταιειλικρινά κα'ι στίς όψεις μιας οικοδομής (-πού είναι καί τόπρόσωπο της) μπορεί νά έχει, τό αρχιτεκτονικό έργο, καίτήν καλή του μορφή. Καί πού τήν έχει και τήνε κερδίζει,τήν καλή μορφή, ή αρχιτεκτονική καί μέσα άπό ένα άλλογεγονός: -όταν, δηλαδή, παρακολουθεί καί επιβλέπει, όαρχιτέκτονας, στην κατασκευή του, ό,τι έχει οραματιστείκαί σχεδιάσει. Καί όπως, τότε, στέκει μαζί μέ τους τεχνί-τες κα'ι μέ τους εργάτες, στό εργοτάξιο καί γιά νά πιάνεικαί μέ τά'ίδια του τά χέρια, ό αρχιτέκτονας, τίς πέτρες, τάτούβλα, τά τσιμέντα, τά σίδερα, τά ξύλα καί όλες τίς λά-σπες. Κι όπως, λοιπόν, σπρώχνει, ό 'ίδιος, τό χέρι τούεργάτη, τοϋ κάθε τεχνίτη, προς τή σωστή κατεύθυνση, γιάτήν κάθε εργασία, σά νά ήτανε ο'ι εργάτες καί ο'ι τεχνίτεςτά δικά του τά χέρια, ή ή προέκταση τους. Καί πού έτσικάνει, ό αρχιτέκτονας, τή δουλειά του, όσο προχωράει ήκατασκευή (-δηλ. καί άπό τή στιγμή πού θά μπεί ή πρώτηπέτρα, στά θεμέλια) επειδή ξέρει κιόλας νά μεταδώσει,στά άλλα χέρια, τή σκέψη του, τή θέληση του, μά καί τόνενθουσιασμό του ακόμα. Κα'ι γιά νά μήν τοϋ ξεφεύγειτίποτα κα'ι γιά νά βλέπει καί γιά νά πιάνει καί γιά νά ακούειτά πάντα. Σάν ένας αρχιμουσικός, τώρα, απάνω στηνεκτέλεση τοϋ έργου, πού τήνε διευθύνει σάν μιά ορχή-στρα (-μέ όργανα τους τεχνίτες κα'ι τά εργαλεία τους), γιάνά «παιχτεί» ή συμφωνία πού έχει συνθέσει ό 'ίδιος.

is colored red, blue or ochre, dark grey or even black, we willnot be annoyed and we will be free to contemplate the build-ing under the same strong sunlight. Those who know how tolive with their eyes in the luminous Greek landscape under-standthistruth very well; these are the anonymous architectsof our times. We should remember, of course, that ancientGreeks, too, used color for these same reasons; they were thefirst to discover in their constructions which colors are toler-ated by Greek space and light: terra-cotta red, ochre, black,indigo-blue and sky-blue. These colors have been at hand forthose who have built recently on Greek soil in a "vernacular"and "anonymous" manner. Thus there has always been aflourishing tradition of harmoniously and implicitly incor-porating every structure (whether ancient or modern) into theGreek landscape through the use of color. The same har-mony can be achieved in every modern Greek architecturalwork. It is possible to use other colors and not just the oldtraditional or vernacular ones; that is, of course, if one canfind new colors, which is not as chimerical as it sounds.Actually, this has to be done, since tradition remains aliveonly as long as new possibilities, attuned to the present age,renew and rejuvenate it. Devotion to tradition in Greek ar-chitecture does not mean that, come what may, we still haveto use the colors discovered by our forefathers (and I claimthese were the ancient Greeks). Instead, tradition means thatas regards architecture, the Greeks have color in their blood.So let the present inhabitant of the Greek landscape use thenew possibilities of his time, asa means of discovering whichare the colors that best suit the spirit of his land. To clarify thiswe should recognize cooly and objectively, that anonymousand indigenous craftsmen employed the old colors for thesimple reason that they were familiar and were the acceptedthing. And as these craftsmen were somewhat primitivepeople, they gradually grew inflexible and immune tochange. This was certainly a comforting and comfortablesituation, but one with shortcomings that a contemporaryarchitect has no reason whatsoever not to overcome.

So much more can be said about color in architecture. Forinstance, a rock in its rudimentary state has color; but sodoes wood, or concrete (an artificial rock) which if left aloneas it is poured into place, has a greyish color that merges verywell with the yellow-red earth and the grey rocks of Greeklandscapes. Notice the infinite color combinations that canbe succesfully achieved when we place plastered walls—painted red or ochre or even black— next to a stone wallwith its natural tones of grey, buff, rust or off-white, or next togrey reinforced concrete columns and beams, or under agrey slab in asemi-outdoor or indoorspace. Allowing astonewall and a concrete frame to retain their natural colors givesyou the courage to pick up a brush and attempt more daringthings: the wooden frames of windows and doors can bepainted white; the shutters dark olive-green; railings black orminium-red (this gives a brighter red). An iron railing paintedin red or black becomes agreeably and luminously linear; asaresult it can succesfully stand in front of a green shutter, a

267

Καίάνδέν είναι (-γιάνά ειπωθεί κι αυτό), ή αρχιτεκτονική,στην ϋπαρξή της μέσα στο χώρο της ζωής, ένα είδοςμουσική κι αύτη. "Οχι τόσο, όπως έχει παρατηρηθεί, μιά«απολιθωμένη μουσική», ή «μιά μουσική πού έχει χάσει τήφωνή της» (-όπως τό ήθελε ό Γκαίτε) - (καί οι δυό χαρα-κτηρισμοί είναι μάλλον άστοχοι, θά τολμήσω νά πω), όσοείναι μιά τέχνη πολύ συγγενική μέ τή μουσική. Γιατί, καί ήμουσική καί ή αρχιτεκτονική, έχουνε, σάν τέχνες, κάτι τόκοινό: -τό ότι δηλ. δέν έχουνε νά μιμηθούνε ή νά άναπα-ραστήσουνε τίποτα, όπως γίνεται αυτό μέ τίς τέχνες τηςζωγραφικής καί τής γλυπτικής. Πού καί ή ζωγραφική καί ήγλυπτική, αυτό εΐναιπού κάνουνε βασικά κι ας λέγεται ό ,τιμπορεί νά λέγεται σχετικά, δηλ. καί γιά τους ζωγράφουςκαί γιά τους γλύπτες κι ας λένε καί οί'ίδιοι ο'ι ζωγράφοι καίοι γλύπτες... ό,τι άλλο θέλουνε γιά τή δουλειά τους. Ένώοί μουσικοί καί ο'ι αρχιτέκτονες κατασκευάζουνε και συν-θέτουνε κάτι, πού δέν αντιγράφει τίποτα τό σχετικό καίπού ούτε τό κάπως ομοιό του υπάρχει στον κόσμο τήςζωής. Κι όπως, λοιπόν, έκεΐ πού ή ζωγραφική καί ή γλυ-πτική, δέ θά ε'ίχανε ποτές γεννηθεί, αν ό άνθρωπος δένείχε τή διάθεση γιά νά αναπαραστήσει, ή νά μιμηθεί, κάτιπού βλέπει πώς υπάρχει στό χώρο, τόν φυσικό, πού τόνεπεριβάλλει, ή γιά νά παίξει κιόλας αναπλάθοντας τή ζωή,σέ όλες της τις εκδηλώσεις, ή μουσική καί ή αρχιτεκτονικήβγαίνουνε σάν αυθύπαρκτες δομές καί χτίζουνε τους δι-κούς τους κόσμους, πού όμοιοι τους δέν υπάρχουνε που-θενά, οϋτε καί έχουνε ποτέ υπάρξει. Κι αν ήτανε νά επι-μείνω στό θέμα, πού είναι καί αρκετά ελκυστικό, γιατί έτσιλέγεται κάτι πού δίνει ένα ουσιαστικό βάρος στην αξίαπού μπορεΤ νά έχει ή αρχιτεκτονική σάν τέχνη, θά έλεγακαί τούτο: -πώς τό κάθε αρχιτεκτονικό έργο είναι ένα«έμψυχο όργανο» (-όπως έλεγε ό Αριστοτέλης γιά τόνάνθρωπο) κι οπότε καί φωνή έχει καί λαλιά, άρκεΐ νά ξέρεινά ακούει κανείς καί μέ τά μάτια του καί μέ τά αυτιά τήςψυχής του. Καίγιάνάμήν έχει άδικο ό Βαλερύ, όταν έλεγε«πώς ανάμεσα στά χτ'ιρια» πού γεμίζουνε μιά πολιτεία,«άλλα είναι βουβά, άλλα μιλούνε κι άλλα, τέλος, τά πιόσπάνια, τραγουδούν». Καί πού έτσι είναι. Όμως, γιά νάρωτήσει, τώρα, κάποιος: -καίπώς, λοιπόν, μέσαάπό ποιεςφωνές, «μιλούνε» καί «τραγουδούν» τά αρχιτεκτονικάέργα (-κι αν αφήσουμε κατά μέρος όσα «είναι βουβά»);Μά, μέ τίς καλές αναλογίες τους, στίς όψεις τους καίστους εσωτερικούς τους χώρους, μέ τήν πειθαρχημένηκατασκευαστική τους διάρθρωση, μέ τό ότι ή κάθε λεπτο-μέρεια ταυτίζεται μέ τό γενικό μέγεθος καί σχήμα, όσο καίμέ τό χρώμα πού έχουνε απάνω στό σώμα τους καί πού καίμέ αυτό έχει ολοκληρωθεί καί «συντελεστεί» ή μορφήτους. Καί γιά νά θυμηθώ όμως νά πώ καί κάτι άλλο: -πώςμπορεί νά έχει, ένας αρχιτεκτονικός χώρος, καί τήν, καλήή κακή, ακουστική του κι όπου, δηλαδή, στό κάθε χτίριο,ε'ίτε γιά θέατρο πρόκειται, ε'ίτε γιά μιαν μικρή ή μεγάληκατοικία, ό κάθε χώρος, στό κάθε ένα άπό αυτά τά χτί-σματα, έχει μιά δική του, κάθε φορά, ηχητική δύναμη, μιάπιό δική του φωνή. Όπως, μέ άλλα λόγια, ό κάθε αρχιτε-κτονικός χώρος κι όσο διαβιούνε ή κυκλοφορούνε άν-θρωποι μέσα του, αντηχεί τήν μιά ή άλλη ανθρώπινη λα-λιά, ή τό ένα ή άλλο τραγούδι, πού βγάζει πάλι κάποιος

grey concrete column and beam, a bare stone wall or even awall painted in red, ochre, or blue. Let me draw a daringcomparison: aren't these red or black railings, especially thevertical ones seen sideways in perspective, like strings of alyre held up by a modern Orpheus? (Poetic exuberance is athome in the architectural profession.)

Still other color combinations are possible in architecture.For instance: all shutters of a building are painted in minium-red, the plastered walls bright white and the reinforced con-crete columns, beams and slabs left in their natural greycolor. In another instance, the prevailing colors of a small orlarge structure are those of its stone walls and concreteparapet, both in their natural condition. In this case the colorsare nearly identical to those of the natural environment sur-rounding the structure— rocks, stones and the earth of theneighbouring hills. It seems almost as if nature constructedthis building all by itself, using its own materials. As a result,the sky above the building (man-made after all) becomesmore brilliant, even more blue; the rocks and the stones andthe earth surrounding the structure become radiant andmore human; landscape and architectural creation approacheach other and merge into a unity that truly moves us. In theend, then, true architecture embellishes nature and in sodoing beautifies man's life while also providing for all hispractical needs. Isn't this the duty of architecture?

A few more words: it should be noted that an architecturalwork is constructed correctly only if the client has genuinelyassisted in its realization. Architecture should not be createdby architects alone, but if this should occur, the responsibilitylies in most cases with the client whose attitude has createdproblems; problems whose roots, of course, are to be foundin the organization of society. An architect commissioned todemonstrate his abilities should establish a good workingrelationship with his client, whether an individual, a group, ora certain mandatory "authority". To complete the work inharmony and concord, it is necessary to have a commonstarting-point, a common aim, and common criteria. So, if anarchitect has a rightto be proud of his materialized dream, heshould also feel proud of those who gave him the opportunityto build it.

This is the way things seem to be in architecture, and that isthe way they should be. But life, with its multiple and unex-pected occurences, comes into play and changes the orderof things, giving them a different dimension. Out of all that Ihave experienced in my work, I recall something whichPicasso also said about his work. I have often had the impres-sion that something I created was valid because I had aproper working relationship with the client, the engineers,the workers and the craftsmen. But after the work was com-pleted, I would suddenly understand that what had beendone and the way it had been done were the sole results of my

268

άνθρωπος άπό μέσα του, ή τή μουσική πού παίζει κάποιομουσικό όργανο κι όπως κι αυτό τό χειρίζεται, καί πάλι,ένα άτομο. Κι οπότε, όταν λέμε πώς αυτός ή εκείνος όχώρος έχει μιά καλή (-ή κακή) ακουστική, δέν είναι σά νάλέμε πώς έχει μιά καλή (-ή κακή) δική του φωνή; Άφοϋανταποκρίνεται στά όσα κάνουμε κα'ι λέμε, έμεΐς οί άν-θρωποι, μέσα σέ έναν εσωτερικό χώρο, ή κάτω άπό μιάστοά, ή ακόμα καί μέσα σέ μιαν εσωτερική αυλή, ή όπως θάστεκόμαστε πολύ κοντά σέ έναν τοίχο, πού είναι άπό πέ-τρα, ή άπό ξύλο, ή κα'ι άπό γυαλί, ακόμα.

Καί θά μπορούσα, τώρα, νά προσθέσω, πώς τό κάθε υλικόέχει τή φωνή του, μέ τόν δικό του, κάθε φορά, υψηλό ήχαμηλό τόνο. Καί γιά νά θυμηθώ τό στίχο άπό ένα ποίηματοϋ Σολωμού, πού λέει: -«σ' έλέγχ' ή πέτρα πού κρατείςκαί κλεΐ φωνή κι αυτήνη». Κι οπότε, λοιπόν, νά πού τό κάθευλικό κλείνει μέσα του κάποια φωνή, τή δική του φωνή καίπού αυτήν τήνε κάνει νά ακουστεί ό αρχιτέκτονας, όπωςξέρει νά τήν αποκαλύψει, όπως δηλαδή έχει καταφέρει νάβάλει σωστά τό κάθε υλικό στή θέση του, μέσα σέ μιανκατασκευή, ή νά ταιριάξει τά διάφορα υλικά της κατα-σκευής εϋλογα καί αρμονικά μεταξύ τους. Κι όταν, έτσι,μιλάει καί τραγουδάει τό αρχιτεκτονικό έργο, πού μπορείνά μας προσφέρει κα'ι συμφωνίες ολόκληρες, αν ό αρχιτέ-κτονας βρει τόν τρόπο νά παίξει κι αυτός, σάν ένας άλλοςμουσικός, τή μουσική του. Καί πού τήν ακούμε, αυτήν τήμουσική, βέβαια, κα'ι μέσα άπό τό χρώμα, στό κάθε χτίριο,όπως τό είπα κιόλας πιό πρίν. Μά γιά νά τό ξαναπώ τώρακαί κάπως πιό έντονα. Καί γιά νά εξηγήσω, πώς τό χρώμα,στην αρχιτεκτονική, δέν είναι γιά νά «διακοσμεί» (-έναπρόσθετο έπικάθημα, πού θά μπορούσε κα'ι νά μήν υπάρ-χει), αλλά είναι (-υπάρχει κα'ι υφίσταται) γιά νά προβάλλε-ται ακόμα πιό καθαρά κα'ι πιό έντονα, ό,τι θέλει νά δείξει ήκατασκευαστική διάρθρωση κα'ι ισορροπία, αν όχι καί γιάνά ξεχωρίζουνε ακόμα πιό ευδιάκριτα (-μέσα κα'ι άπό τόχρώμα) τά στοιχεία της κατασκευής πού φέρουνε, άπό τάστοιχεία της κατασκευής πού φέρονται, ή ακόμα καί άπότά τμήματα της κατασκευής πού δέν φέρουνε παρά μο-νάχα τόν εαυτό τους (-καί γιά νά θυμηθούμε, τώρα, όσασχετικά προσημειώθηκαν). Κι οπότε, βοηθάει κα'ι τόχρώμα γιά νά διαγράφεται πιό καθαρά ό «σκελετός» (-άπόυποστυλώματα, δοκάρια, κτλ.) πού κρατάει όλη τήν οικο-δομή, όσο κα'ι γιά νά στέκουνε ακόμα πιό καλά στή θέσητους ο'ι διάφοροι τοίχοι, στην 'ίδιανε οικοδομή, ανάλογαμέ τό χρώμα πού έχει καλύψει τήν ορατή επιφάνεια τους.Κι όπως, δηλαδή, τό κάθε χρώμα, έχει ένα δικό του,οπτικό, βάρος, μιά πιό δική του οπτική αξία κα'ι γιά νάερεθίζει τό μάτι μας όχι πάντα μέ τήν 'ίδιαν ένταση. Κιόπως, μέ άλλα λόγια, τό κόκκινο χρώμα (-πιό ανοιχτό ή πιόσκούρο κεραμιδί) κάνει έναν τοίχο νά στέκει πιό κοντάμας, όπως ένα γαλάζιο (-στό λουλακί) τόνε διώχνει κάπωςπιό μακριά μας, όπως μιά ώχρα στήνει τόν τοίχο σταθεράστή θέση του, όπως ένα πράσινο (-σέ ανοιχτή απόχρωση, ήσέ σκούρο λαδί) χαρίζει, στον τοίχο όπου θά τό βάλουμε,μιαν κάποιαν ηρεμία, ένώ ό 'ίδιος τοίχος, βαμμένος στόκόκκινο, μας ερεθίζει στό μάτι. Κι όπως, ακόμα, τό σταχτί

personal efforts and pains. This probably means (how elsecan I interpret it?) that soundness and perfection are theoutcome of the ability and will of a single individual. There-fore, what counts in true architecture is individual initiativeand ability; the more intense these are—strangely enough—the more beneficial they become to others. I believe this asstaunchly as I believe that what a man does for himself, healso does because he wants to be of use to society.

But here I must note one last thing — something related to thecourse every architect must follow in his work. It is good foran architect who is a genuine and true workman to realizethat his abilities grow fruitful and efficient and flourish aslong as he knows how to stand at times alone and solitary inthe company of the world he has molded and loved out-of aninitial, youthful vision; a vision which illuminated him andmade him marvel at the reality of life — his own life as well asthe lifeeeee we all "construct" together.

269

χρώμα, στέκει κάπως αδιάφορα γιά τήν ευαισθησία τοϋματιού, ένώ τό άσπρο κα'ι τό μαύρο μας δίνουνε πιό έντο-νες, οπτικές,... συγκινήσεις. Γιατί, τό άσπρο μάς δροσίζεικιόλας, έκεΤ πού τό μαύρο πάει νά μάς ζεστάνει, γιά νά μάςπροκαλεί όμως κα'ι κάποια θλίψη, ένώ τό άσπρο μάς σπρώ-χνει καί προς κάποια χαρά, αν δέν έχει, τό άσπρο, καίκάποιο ηθικό, θά έλεγα, βάρος, έτσι όπως μάς αφήνει νάκαταλάβουμε, πώς ό,τι είναι βαμμένο λευκό, είναι κα'ι πιόκαθαρό καί πιό υγιεινό, άν λογαριάσουμε, δηλαδή, πώς τόλευκό τού ασβέστη, έχει καί απολυμαντικές 'ιδιότητες.

'Ωστόσο καί άν όλα όσα προσημειώνονται δέ μπορεί νάείναι απόλυτα (-κι όσο κι άν ό λόγος είναι πάντα γιά τόχρώμα στην αρχιτεκτονική κι οπότε, λοιπόν, μέ όσαγράφω, γιά τό χρώμα, δέν πάω νά παραστήσω τόν ζω-γράφο...) , υπάρχει κα'ι κάποια άλλη αλήθεια, γιά τό χρώμα,στην αρχιτεκτονική. 'Εκείνη, δηλαδή, ή αλήθεια, πού σχε-τίζει τά χρώματα μέ τ'ις κλιματολογικές συνθήκες πούεπικρατούνε στό ένα ή άλλο τοπίο, όπου θά έρθει νάστηθεί τό αρχιτεκτονικό έργο. Κι όπως, θέλω νά πώ, έκεΐόπου τό φως τοϋ ήλιου είναι πολύ έντονο, ένα λευκόχρώμα, απλωμένο σέ μιά μεγάλη σέ έκταση επιφάνεια,ενοχλεί στό μάτι κα'ι μάς τυφλώνει. Ένώ, όταν ή 'ίδια επι-φάνεια (-σέ κάποιον τοΤχο, πάντα) καί μέσα στό 'ίδιο φω-τεινό τοπίο, χρωματιστεί στό κόκκινο, ή στό γαλάζιο, ήστην ώχρα, άν όχι καί στό σκούρο σταχτί κα'ι στό μαύρο,ακόμα, δέ θά μάς ενοχλεί κα'ι θά μάς αφήνει νά βλέπουμεανεμπόδιστα ένα χτίσμα, έτσι χρωματισμένο (-όχι κατά-λευκο) μέσα στό τοπίο. Καί πού αυτό, τό γνωρίζουνε καλάόσοι ξέρουνε νά ζούνε κα'ι μέ τά μάτια τους, μέσα στόελληνικό τοπίο, πού τό φωτίζει τόσο έντονα ο ήλιος, δη-λαδή κα'ι οί «λαϊκοί» ή «ανώνυμοι» αρχιτέκτονες, στά ση-μερινά μας χρόνια. Καί γιά νά θυμηθούμε, βέβαια, πώς κα'ιο'ι αρχαίοι Έλληνες χτίζανε πάντα κα'ι μέ τό χρώμα, γιάτους λόγους πού προαναφέρθηκαν. Κι όπως άύτοί, σέ μιάκάποιαν «πρωτιά», βρήκανε καί τά χρώματα πού «σηκώ-νει» ό ελληνικός χώρος, στά χτίσματα του: -τό χοντρο-κόκκινο, τήν ώχρα, τό μαύρο κα'ι τό γαλάζιο ή λουλακί. Κα'ιγιά νά τά έχουνε «τού χεριού τους», τά 'ίδια χρώματα,σήμερα, καί όσοι χτίζουνε, στό ελληνικό έδαφος, «λαϊκά»ή «ανώνυμα», ώστε νά συνεχίζεται, έτσι, μιά «παράδοση»,πού βρίσκει τόν τρόπο νά ενσωματώνει αρμονικά κα'ι αυ-τονόητα, τό κάθε χτίσμα (-άπό τό πιό «αρχαίο» ως τό πιόσύγχρονο «λαϊκό» ή «ανώνυμο») στό ελληνικό τοπίο κα'ιμέσα άπό τό χρώμα. Καί πού τό ανάλογο θά μπορεί, βέ-βαια, νά γίνεται καί μέ τό κάθε καινούργιο αρχιτεκτόνημα,στην πιό σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, πού θάέχει, -έτσι λέω-, τή δυνατότητα νά χρησιμοποιεί κα'ι άλλαχρώματα, έξω άπό τά «αρχαία» κα'ι «λαϊκά» ή «ανώνυμα» κιάν, φυσικά, μπορέσει νά τά βρεϊ,... πού δέν είναι δά, αυτό,καί άπό τά ακατόρθωτα. Καί πού άν δέν επιβάλλεται κιό-λας νά γίνει αυτό, γιατί μιά «παράδοση» συνεχίζεται μο-νάχα όταν αυτή ανανεώνεται καί μέ κάποιες, σέ κάθεεποχή, καινούργιες δυνατότητες, πού θά έχουνε βρεθεϊσάν αληθινές, γιά τους πιό νέους καιρούς. Κι επειδή, τε-λικά, ή «παράδοση», στην ελληνική αρχιτεκτονική, δέ θέ-

270

λει νά λέει πώς πρέπει, σώνει κα'ι καλά, νά χρησιμοποιούμεκαί σήμερα τά χρώματα πού βρήκανε κάποτε κάποιοι«προγονοί» μας (-κα'ι λέω πώς αυτοί ήτανε οι αρχαίοι "Ελ-ληνες...), στον καιρό τους, αλλά λέει πώς ό "Ελληνας (-πιόπαλιός, πιό σύγχρονος) έχει μέσα στό αϊμα του κα'ι τόχρώμα, γιά τήν αρχιτεκτονική του κι ας βρει, τότε (-όσύγχρονος «κάτοικος» τοϋ ελληνικού τόπου) ποιο πρέπεινά είναι αυτό, μέσα άπό τις καινούργιες δυνατότητες πούέχει νά τοϋ προσφέρει κα'ι ή ψυχή τής εποχής του. Κα'ι γιάνά πρέπει, ακόμα, νά αναγνωρίσουμε (-ψύχραιμα καί αντι-κειμενικά) πώς οι «λαϊκοί» ή «ανώνυμοι» τεχνίτες, μετα-χειρίζονταν τά «αρχαία» χρώματα, γιά νά πατάνε πιό σί-γουρα σε δοκιμασμένες εμπειρίες, αν όχι κα'ι γιατί κάποιοείδος πρωτογονισμού τους καθήλωνε, αδιαμαρτύρητα, σέμιαν αναπαυτική, 'ίσως, στασιμότητα. Καταστάσεις κα'ιαδυναμίες, όμως, πού ένας σύγχρονος αρχιτέκτονας,στην εποχή μας δέ θά είχε κανένα λόγο γιά νά μήν τ'ιςξεπεράσει.

Μά καί πόσα άλλα δέ θά είχε νά πεί κανείς, γιά τό χρώμαστην αρχιτεκτονική. "Αν στοχαστοϋμε, δηλαδή, πώς έχειχρώμα κα'ι μιά πέτρα, στή φυσική της κατάσταση. Πούέχει, χρώμα, κα'ι τό ξύλο, στό φυσικό του, δσο κα'ι τόμπετόν (-αυτή ή τεχνητή πέτρα), πού κι αυτό, άπό φυσικούτου, πάει νά δέσει χρωματικά (-έτσι σταχτόχρωμο πούείναι) μέ τά διάφορα χώματα καί βράχια, σέ όλα τά ελλη-νικά τοπία (-χώματα καί βράχια πού είναι άλλοτε σταχτό-χρωμα, άλλοτε κιτρινοκόκκινα...). Καί γιά νά προσέξουμεκαί τοϋτο: - τό πόσοι, άπειροι, χρωματικοί συνδυασμοί δέμπορούνε νά σταθούνε σωστά μέσα άπό σοβαντισμένουςτοίχους, πού θά τους έχουμε βάψει στό κόκκινο, ή στηνώχρα, ή στό γαλάζιο, ή καί στό μαύρο ακόμα κα'ι πού θάτους βάλουμε νά στέκουνε δίπλα σέ κάποια λιθοδομή, μέτήν πέτρα στό φυσικό της χρώμα (-σταχτιά, ύποκίτρινη,στό χρώμα τής σκουριάς, ύπόλευκη), ή δίπλα σέ ένα άπόμπετόν υποστύλωμα ή δοκάρι (-σταχτόχρωμα κα'ι τά δυό)κι ακόμα κα'ι κάτω άπό μιαν πάλι σταχτόχρωμη, σέ μπετόν,οροφή, σέ έναν υπόστεγο ή εσωτερικό, χώρο. Κα'ι σέ μιάσχετική συνέχεια: -εκεί πού αφήνεις τήν πέτρα κάποιουτοίχου κα'ι τό μπετόν κάποιου «σκελετού» στά φυσικάτους χρώματα, βρίσκεις τό κουράγιο* νά τολμήσεις κα'ιάλλα, μέ τό πινέλο στό χέρι: -νά βάψεις τ'ις κάσες (-οριζόν-τια καί κατακόρυφα ξύλα) στά παράθυρα, ή στίς έξωοτό-θυρες, μέ ένα λευκό χρώμα, ένώ τά σχετικά ξύλινα εξώ-φυλλα τά περνάς σέ ένα σκούρο λαδί. Καί τά σίδερα, άπότά κιγκλιδώματα στους εξώστες, ή καί άλλου, τά χρωματί-ζεις κόκκινα κα'ι στην απόχρωση πού δίνει τό μίνιο (-έτσι τόκόκκινο βγαίνει πιό φωτεινό), ή μαύρα. Κα'ι όπου, τό κόκ-κινο καί τό μαύρο, απάνω σέ μιά σιδερογωνιά, τής χαρί-ζουνε μιαν λαμπερή καί εύάρεστη γραμμικότητα, πούτήνε χρειάζεται, γιά νά σταθεί καλά μπροστά άπό τό λαδίεξώφυλλο, μπροστά άπό ένα υποστύλωμα ή δοκάρι σέμπετόν, μπροστά κα'ι άπό μιά«γυμνή» λιθοδομή (-οι πέ-τρες στό φυσικό τους χρώμα), μπροστά καί άπό έναν άλλοτοΤχο, πού είναι χρωματισμένος στό κόκκινο, ή στην ώχρα,ή στό γαλάζιο. Κα'ι γιά νά αποτολμήσω κα'ι έναν παραλλη-

271

λισμό, σχετικά μέ τίς κόκκινες ή μαύρες σιδερογωνιές:-αν, δηλαδή, δέ στέκουνε οι έτσι χρωματισμένες σιδερο-γωνιές (-καί πιό πολύ οι κατακόρυφες κα'ι ιδιαίτερα ότανθά τίς κοιτάζουμε άπό τό πλάι, στην προοπτική τους «-πο-ρεία») σάν ένα είδος χορδές, απάνω στό σώμα κάποιαςλύρας κι όπως τήνε κρατάει στά χέρια του ένας σύγχρο-νος 'Ορφέας... (-καί ή ποιητική έξαρση είναι μέσα στό«επάγγελμα» τοΰ αρχιτέκτονα...).

Καί γιά νά υπάρχουνε, βέβαια, καί άλλες δυνατότητες, μέτό χρώμα στην αρχιτεκτονική, όταν, ας πούμε, όλα τάεξώφυλλα, σε κάποιο χτίσμα, είναι χρωματισμένα στόκόκκινο τοϋ μίνιου καί ο'ι σοβαντισμένοι τοίχοι χρωματί-ζονται κάτασπροι, ένώ τά υποστυλώματα καί τά δοκάριακαί οι πλάκες της κατασκευής άπό μπετόν-άρμέ, στό χτί-σμα, έχουνε μείνει στό φυσικό, σταχτί, χρώμα τους. Καίγιά νά σημειωθεί, ακόμα, κα'ι ή περίπτωση όπου τά κυ-ρίαρχα χρώματα, σέ ένα πιό μικρό, ή πιό μεγάλο χτίριο,είναι τό φυσικό χρώμα της πέτρας (-στους τοίχους) κα'ι τόφυσικό πάλι χρώμα άπό τό μπετόν, στό στηθαίο της πλά-κας πού καλύπτει τήν οικοδομή. Χρώματα, δηλαδή, πού τά'ίδια, σχεδόν, τά έχουμε στό φυσικό τοπίο όπου στέκει τόαρχιτεκτονικό έργο: -στά βράχια, στις πέτρες, στά χώ-ματα στους γειτονικούς λόφους. Κι όπως, έτσι, μέ τό χτί-σμα πού μοιάζει σά νά τό έχει κατασκευάσει ή 'ίδια ή φύσηάπό μόνη της καί μέ τά δικά της υλικά, ό ουρανός, πάνωάπό τήν άρχιτεκτονημένη κατασκευή, πού τήν έστησε,ωστόσο, κάποιο ανθρώπινο χέρι, γίνεται ακόμα πιό γαλά-ζιος καί πιό φωτεινός καί τά βράχια καί τά χώματα καί οιπέτρες, τριγύρω του, δε'ιχνουνε κι αυτά πιό λαμπερά, πιόανθρώπινα, κι οπότε τοπίο κα'ι αρχιτεκτόνημα πλησιά-ζουνε τό ένα τό άλλο καί δένονται σέ μιαν συγκινητική, στ'αλήθεια, ενότητα. Καί γιά νά σημαίνουνε όλα αυτά, τε-λικά, πώς μιά αληθινή αρχιτεκτονική, μπορεί νά κάνειακόμα πιό όμορφη κα'ι τή φύση, στό κάθε τοπίο. Καί πού ανδέν είναι, θέλω νά πώ, αυτός κα'ι ό προορισμός της αρχι-τεκτονικής (-νά ομορφαίνει την ανθρώπινη ζωή καί μέσαάπό τά φυσικά της τοπία), έκεΐ πού ταυτόχρονα εκπληρώ-νει κα'ι άλλες, πιό πρακτικές, ανάγκες.

Καί λίγα λόγια, ακόμα: -όταν πρέπει νά παρατηρηθεί, πώςτό κάθε αρχιτεκτονικό έργο, δέν κατασκευάζεται ποτέσωστό, αν δέν έχει συμπαρασταθεί, ειλικρινά, στην πραγ-μάτωση του καί ό εργοδότης του, άτομο ή κοινωνικήομάδα, ή κάποια σχετική μέ τό έργο έντολοδοτική «εξου-σία». Κι όσο, δηλαδή, όλοι αυτοί οι εργοδότες δέ θάέχουνε βρεθεί σέ μιαν αγαθή σχέση μέ τόν αρχιτέκτονατους καί γιά νά έχουνε, λοιπόν, ξεκινήσει μαζί καί μέ κοινάκριτήρια κα'ι μέ κοινές επιδιώξεις κα'ι μέ κοινές αφετηρίες,-εργοδότης καί αρχιτέκτονας-, καί γιά νά τελειώσουνε τόέργο πάλι μαζί καί συναδερφικά, άφοϋ ή αρχιτεκτονική δέγίνεται μόνο άπό τόν αρχιτέκτονα, ή αν γίνεται έτσι, είναιγιατί τό έχει θελήσει (-καί πιστέψει) καί ή άλλη πλευρά,αυτή πού έχει προκαλέσει τό πρόβλημα (-πού τό προκα-λεί, βέβαια, πιό πρώτα ή συγκεκριμένη κοινωνική ζωή) καί

272

πού έχει προσκαλέσει τόν αρχιτέκτονα γιά νά δείξει, αυ-τός, ποιες είναι οι ικανότητες του. Κι οπότε, θέλω νάκαταλήξω, αν μπορεί νά είναι, ένας αρχιτέκτονας, υπερή-φανος γιά τά πραγματοποιημένα όνειρα του, οφείλει νάμπορεί νά είναι ανάλογα υπερήφανος καί γι' αυτούς πούτοϋ δώσανε τήν ευκαιρία νά έχει χτίσει, 6,τι έχει χτίσει.

Καί πού έτσι μοιάζει νά είναι τά «πράγματα», μέ τήν αρχι-τεκτονική, πού έτσι θά έπρεπε νά είναι. Μά νά όμως πούέρχεται ή πιό αληθινή πραγματικότητα, μέ τίς πολλές κα'ισυχνά απροσδόκητες εμπειρίες καί πού βάζει αυτά τά«πράγματα» σέ κάποιαν άλλη διάταξη καί διάσταση.Όπως, δηλαδή, πάω τώρα νά θυμηθώ, άπό τά όσα έχω«ζήσει» στή δουλειά μου, κάτι πού είχε πεί κα'ι ό Πικασσό,γιά τή δική του τή δουλειά: -πώς πολλές φορές είχα τήνεντύπωση ότι έκανα κάτι καλά καί σωστά, επειδή είχαδουλέψει σέ μιά καλή συνεργασία μέ άλλους (-εργοδότες,μηχανικούς, τεχνίτες, εργάτες), γιά νά καταλάβω όμωςξαφνικά κι όταν τό ένα ή άλλο έργο είχε τελειώσει, πώςό,τι έγινε καί όπως έγινε καί όπως βγήκε τελικά, τό είχακάνει μόνος μου, μέ όλους τους κόπους δικούς μου. Καίπού αυτό θά σημαίνει, 'ίσως, (-τί άλλο νά ... υποψιαστώ;)πώς όταν είναι νά βγει κάτι τό άρτιο, τό τέλειο, αυτό θάβγει επειδή τό θέλησε καί τό μπόρεσε ό ένας. Όποτε,λοιπόν, μετράει κα'ι γιά τήν αρχιτεκτονική, τήν αληθινή, ήατομική πρωτοβουλία κα'ι ικανότητα, πού όσο πιό έντονηείναι, τόσο (-κι έδώ είναι τό περίεργο...) πιό πολύ γίνεταιγόνιμη κα'ι γιά τους άλλους. Κα'ι πού τό πιστεύω αυτόακράδαντα, όσο πιστεύω πώς ο,τι προσπαθεί νά κάνει όκαθένας γιά τόν εαυτό του, τό κάνει γιατί θέλει νά φανείχρήσιμος και στό κοινωνικό του σύνολο. Μονάχα πώς έδώπρέπει νά σημειώσω κα'ι κάτι άλλο, πού σχετίζεται μέ τόμονοπάτι πού θά έχει νά περπατήσει ένας αρχιτέκτονας,στή δουλειά του: -τό ότι καλό είναι νά έχει συνειδητο-ποιήσει, ό αρχιτέκτονας, σάν γνήσιος καί αληθινός τεχνί-της, πώς οί δυνατότητες του γίνονται γόνιμες καί αποδο-τικές καί μεγαλώνουνε, όταν ξέρει νά στέκεται, κάθετόσο, καί μόνος καί μοναχικός, μέ συντροφιά τόν δικό τουκόσμο κι όπως τόν έπλασε καί τόν αγάπησε μέσα άπό μιανπρώτη καί νεανική ματιά καί πού αυτή τόνε φώτισε γιά νάκοιτάζει κα'ι μέ θαυμασμό τήν πραγματικότητα τής ζωής.Τής δικής του τής ζωής, όσο καί τής ζωής πού «κατα-σκευάζουμε» όλοι μαζί.

273

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ AUTOBIOGRAPHICAL NOTE

Γεννήθηκα στην 'Αθήνα, τό 1913. Μετά άπό τίς γυμνασια-κές σπουδές στό «Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο» έφυγα γιάτή Γερμανία, γιά τό Μόναχο, οπού φοίτησα στην Αρχιτε-κτονική Σχολή τοϋ έκεΐ Πολυτεχνείου, άπό τό 1931 μέχρικαί τό 1936. Χρόνια αξέχαστα, όχι τόσο γιά ό,τι μοϋ πρόσ-φερε τό Πολυτεχνείο, όσο, καί πιό πολύ, γιά τά ταξίδιαπού έκανα σέ όλα αυτά τά χρόνια. Καί μέσα στή Γερμανία,αλλά καί στή Γαλλία κα'ι στό Βέλγιο καί στην Ολλανδία,όσο κα'ι στην 'Ιταλία καί στην Αυστρία καί στην Ουγγαρία.Κι όπως, έτσι, έμαθα πολλά, 'ίσως ή σίγουρα, πιό πολλάάπό όσα μοϋ μάθαινε τό Πολυτεχνείο. Πού, κι αυτό, δέ μέάφησε, πρέπει νά πω, απαίδευτο..., όμως τά ταξίδια μοϋανοίξανε ακόμα πιό πολύ τό μυαλό καί μέ μπάσανε πιόανόθευτα στον κόσμο της «τέχνης» πού σπούδαζα. "Ετσι,δηλαδή, όπως γνώρισα άπό κοντά, ζωντανά, τόσα καί τόσα«πράγματα», παλιά καί πολύ πιό παλιά, όσο καί, ταυτό-χρονα, πολλά άπό τά πιό σύγχρονα κα'ι πιό «μοντέρνα», σ'εκείνους τους καιρούς. Κι όταν, λοιπόν, μέ αυτά τά ταξί-δια, κατάλαβα πώς όσα κι αν έχει νά πάρει κανείς άπό ένανκαλό, ή καί έναν κακό, δάσκαλο, ή πιό καλή σπουδή κερδί-ζεται άπό τό όσα δέχεται κα'ι βρίσκει ένας σπουδαστής,μέσα άπό μιαν αύτοδιδαχή, δηλαδή έξω άπό τά σχολεία,στον κόσμο της πιό ζωντανής πραγματικότητας. Κι όπως,ακόμα (-γιά νά τό πω κι αυτό) σχεδίαζα αρκετά, στά ταξί-δια, όπου κι αν βρισκόμουνα, όπου κι αν «χάζευα», μπρο-στά σέ κάποιο όμορφο τοπίο, μπροστά σέ κάποιο χτίσμα,μπροστά σέ κάποιο δέντρο ή σέ κάποιανε πέτρα, πού, όλααυτά, τραβάγανε 'ιδιαίτερα τήν προσοχή μου κα'ι τόβλέμμα μου. Κα'ι γιά νά συνειδητοποιήσω, έτσι, πώς ό,τισχεδιάζει κανείς δέν τό ξεχνάει ποτές. Ένώ όταν φωτο-γραφίζει μονάχα (-γιατί έκεΐ πού σχεδίαζα, φωτογράφιζακιόλας), ή μνήμη αποτυπώνεται πιό πολύ μέσα στή φωτο-γραφική μηχανή, δηλαδή στό «αρνητικό» πού κλείνειαυτή μέσα της, στό φίλμ.

Κα'ι τό καλοκαίρι τοϋ 1936, γύρισα πίσω στην 'Ελλάδα,όπου διορίστικα στην Πολεοδομική Υπηρεσία της τότε«Διοικήσεως Πρωτευούσης». Γιά νά διακόψω όμως τήνεργασία μου, σ' αυτήν τήν Υπηρεσία, τό 1937, επειδήέπρεπε νά κάνω τή θητεία μου στό Στρατό. Κι όπως, άφοϋαπολύθηκα άπό τό Στρατό, ξαναγύρισα στή «ΔιοίκησηΠρωτευούσης», τό Μάρτιο τοϋ 1939, όπου έμεινα μέχριςότου ήρθε ό πόλεμος, πού τόνε πέρασα στην 'Αλβανία,σάν Έφεδρος 'Αξιωματικός τού Μηχανικού. Καί πού όταντελείωσε ό πόλεμος καί βρέθηκα πάλι στην Αθήνα,«μπήκα» στό Υπουργείο Δημοσίων Έργων, στά 1942,όπου αφού «υπηρέτησα», σέ διάφορες 'Υπηρεσίες του,έφυγα τό 1953. Γιατί είχα αρχίσει, στό μεταξύ, νά έχωκάποιες ιδιωτικές δουλειές (-τό 1938 κιόλας είχα χτίσει τόπρώτο μου σπίτι, σέ ένα κτήμα έξω άπό τήν Ελευσίνα) καί

I was born in Athens in 1913. After my high school studies atthe Varvakion Technical Gymnasium I left for Munich,Germany, where I studied at the School of Architecture atthe Polytechnic from 1931 to 1936. Unforgettable years, notso much for what the school had to offer, but much morefor the travels I undertook during that period within Ger-many, but also in France, Belgium, Holland, Italy, Austriaand Hungary; travels that surely taught me much more thanwhat I was learning in the Polytechnic — though the latterdid not leave me completely uneducated. Nevertheless, itwas traveling that really opened my eyes and made meenter the world of the "art" I was studying with an unadult-erated mind. It was through these travels that I came intoclose, living contact with so many old and even ancientthings alongside contemporary and so called modernones. As a result I understood that regardless of how muchone can gain from a good or bad teacher, a better educa-tion is achieved by what a student discovers and masters onhis own, through a process of self-teaching, beyond theconfines of schools, in the realm of a living reality.Wherever I happened to be, whenever I sat quietly andwatched, I would sketch; a beautiful landscape, a tree or arock, all drew my attention and my gaze. This made merealize that what one draws, one never forgets; whereaswhen one takes pictures (what I sketched I also photo-graphed) memory is imprinted much more upon the nega-tive inside the camera than on one's mind.

In the summer of 1936 I returned to Greece and was ap-pointed to the City Planning Department of Athens. In 1937this job was interrupted because I had to do my militaryservice. With my discharge from the army I resumed workwith the City Planning Department in March of 1939 andremained there until war broke out. I was then sent toAlbania as a reserve officer in the Corps of Engineers.When the war was over, I returned to Athens and entered, in1942, the Ministry of Public Works. I "served" in various ofits departments for eleven years until I left in 1953.1 had notfound it pleasurable working for the Government, not beinginterested in having a career there, since all I wanted to dowas to build. In the meantime, I started getting some privatecommissions. As early as 1938, my first construction, aprivate residence, was completed on a plot of land outsideEleusis. Though I had participated in several competitions,I seldom did well; then, one day I won a prize in a competi-tion for low-income housing. This resulted in an offer for aposition in the Low-Income Housing Department (OEK) assupervisor in the newly organized section of design of theTechnical Division. Beginning in March of 1955 and fortwoyears after that, I worked in this Department designing

274

γιατί δέν εύρισκα καμιάν ευχαρίστηση στό «Δημόσιο»,οπού δέν έβλεπα σέ τί θά μέ ωφελούσε νά κάνω έκεΤ«καρριέρα», μιά καί μέ ενδιέφερε νά χτίζω. Κι όπως κάτιέκανα σιγά σιγά, γιά νά παίρνω μέρος καί σέ αρχιτεκτονι-κούς διαγωνισμούς, όπου όμως πολύ σπάνια κέρδιζα κά-ποιο βραβείο. "Ωσπου, μοϋ «έπεσε» ένα βραβείο, σέ ένανδιαγωνισμό γιά εργατικές κατοικίες. Και τότε είναι πούμοϋ προτάθηκε νά πάω στον «'Οργανισμό Εργατικής Κα-τοικίας» (ΟΕΚ), σάν προϊστάμενος στό Τμήμα γιά τίς Μελέ-τες, στην Τεχνική 'Υπηρεσία, πού είχε, μόλις, οργανώσειαυτός ό Οργανισμός. Κι όπως πήγα, λοιπόν, στον ΟΕΚ, τόΜάρτιο τοϋ 1955, όπου στά δυό χρόνια τής έκεΐ «θητείας»μου, έχτισα καί ό 'ίδιος μερικά «Συγκροτήματα», όπως τάλέγαμε, γιά 'Εργατικές Κατοικίες, στην 'Αθήνα, στον Πει-ραιά, στή Θεσσαλονίκη, στίς Σέρρες, στον Πύργο, στό'Ηράκλειο τής Κρήτης. Μά κάθισα, όπως τό είπα κιόλας,στον ΟΕΚ, μόνο δυό χρόνια, γιατί ένώ στην αρχή πήγαινανόλα καλά, άπό κάποια στιγμή καί ύστερα (-κι αφού άρχισαννά χτίζονται όσα είχα μελετήσει), τό Διοικητικό Συμβούλιοτού 'Οργανισμού άλλαξε στάση απέναντι μου. Γιά νά μήντοΰ «αρέσουνε», δηλαδή, αυτά πού έχτιζα κι όπως σέκάποια Συνεδρίαση, στό Διοικητικό Συμβούλιο, ό Πρόε-δρος του, πού μέ έβλεπε νά επιμένω στίς απόψεις μου γιάμιά καινούργια μελέτη, ... δέν κρατήθηκε καί χτύπησε τόχέρι του απάνω στό τραπέζι, γιά νά μοϋ φωνάξει, δυνατά:«"Ετσι τό θέλουμε έμεΐς». Κι οπότε βρήκα κι έγώ... τήνευκαιρία νά «πετάξω» τόν εαυτό μου άπό τό παράθυροτοϋ 'Οργανισμού, γιά νά παραιτηθώ, δηλαδή, τό Μάρτιοτού 1957.

Καί πού αυτό τό «έτσι τό θέλουμε έμεΐς» τό ξανάκουσασυχνά (-καί σέ ποικίλες «αποχρώσεις») καί στίς ιδιωτικέςμου δουλειές..., όμως αυτό είναι πού μέ πεισμάτωνεακόμα πιό πολύ, γιά νά μήν τό βάζω κάτω... καί γιά νάκρατιέμαι ακόμα πιό σφιχτά στά όσα πίστευα γιά τή δου-λειά μου και γιά τήν επαγγελματική μου «σταδιοδρομία».Κι όπως ήξερα, άπό μιαν άλλη πλευρά καί νά περιμένω καίόχι μονάχα νά επιμένω, μέ απανωτά «όχι». Καί γιά νά μοϋπαρουσιαστεί, έκεΐ πού δέν τό περίμενα, μιά καινούργιαδυνατότητα «εργασίας» καί γιά νά διοριστώ στον «Ελλη-νικό 'Οργανισμό Τουρισμού» (EOT), στην Τεχνική του'Υπηρεσία, καί πάλι (-όπως στον ΟΕΚ) σάν προϊστάμενοςστό Τμήμα γιά τίς Μελέτες. Καί πού αυτό έγινε τόν 'Ιούλιοτού 1957. Κι όπου, έδώ τώρα, στον EOT, στάθηκα πολύ πιότυχερός. "Οχι μονάχα γιατί μοϋ δόθηκε ή ευκαιρία νά ορ-γανώσω μιά σχετικά καλή 'Υπηρεσία γιά Μελέτες (-είμα-στε όλοι ο'ι αρχιτέκτονες καί οί σχεδιαστές, σ' αυτήν τήν'Υπηρεσία, μιά πολύ καλή «συντροφιά» και δουλεύαμεόλοι μέτό'ίδιο «πάθος»...), όσο καί γιατί μπόρεσα νά χτίσωκαί ό 'ίδιος μιά σειρά άπό Ξενοδοχεία καί Μοτέλ: -στην'Επίδαυρο, στην "Ανδρο, οτή Λάρισα, στην Ηγουμενίτσα,στον Πόρο, στην Καλαμπάκα, στην 'Ολυμπία, στό Πα-ληούρι τής Χαλκιδικής, στό Ηράκλειο τής Κρήτης, στήΜύκονο. Καί, όλα αυτά, γιατί κάθισα στον EOT, ολόκληραδέκα χρόνια. Δηλαδή μέχρι τόν 'Ιούλιο τοΰ 1967, ότανπαραιτήθηκα άπό τήν 'Υπηρεσία, έτσι όπως μού φάνηκε

several complexes as we called them, for low-incomehousing in Athens, Piraeus, Thessaloniki, Serres, Pyrgosand Heraklion in Crete. As I have already mentioned, Iremained in the Department only two years because, whilein the beginning everything ran smoothly, after a while(after construction of my designs had already started) theBoard's attitude towards me changed; they did not likewhat I was building. Then one day, during a meeting when Iinsisted on my views for a new design, the President gotcarried away, and pounding his fist on the table, shouted atme: "That's the way we want it". It was then that I took theopportunity to "throw" myself out of the window of theDepartment, in other words, to resign in March of 1957.

"That's the way we want it" was an attitude I encounteredagain and again in my private commissions with a greatmany variations. But this only made me more obstinate. Iwould not give in. Instead, I held on ever more firmly to myconvictions about my work and my understanding of whatmy professional career ought to be. On the other hand, Ialso knew how to be patient and wait, not just say no againand again. Quite unexpectedly, a new opportunity for workappeared when I was appointed to the Technical Depart-ment of the Greek Tourist Organization (EOT), once more assupervisor in the Design Section. This was in July of 1957.Here, at the EOT, I was much luckier. Not only because I wasgiven the chance to organize a relatively good Design Sec-tion —all of us in this Section, architects and draftsmen,had a very good rapport and worked with the same en-thusiasm— but also because I was able to design and builda sequence of hotels and motels: in Epidaurus, Andros,Larissa, Igoumenitsa, Mykonos, Poros, Kalambaka, Olym-pia, Paliouri in Chalkidiki and Heraklion in Crete. All thiswas possible because I remained at the EOT for ten wholeyears, until July, 1967, when I resigned from the Organiza-tion, as this seemed to me the thing to do after the coupd'etat of April 21st, 1967.

So I found myself out of work. But I was lucky: it seemedthat my star had not set yet, since it was around that timethat I was invited to teach at the Polytechnic of Zurich (ΕΤΗZurich) as a studio critic. I went to Zurich in October, 1967,and stayed there as a guest professor until August, 1970, atwhich time I returned to Athens. We had not gotten rid ofthe colonels yet, so except for a few private commissions, Iwas jobless until the country was "freed". Then in accor-dance with some law about those who had been harrassedby the junta, I was reappointed to the EOT on March 20,1975, and named "Special Advisor on matters concerningarchitecture and the protection of the environment".Alongside these somehow vague and unspecified duties ofmine, I was commissioned to organize an agency forTradi-tional Settlements. The administration thought at the timethat the EOT could contribute towards the "preservation ofthe architectural heritage" of our country. Thus, ! or-

275

πώς έπρεπε νά κάνω, μετά άπό τό πραξικόπημα της 21ης'Απριλίου τοϋ 1967.

Καίγιά νά βρεθώ, τότε, χωρίς δουλειά, αν δε μέ βοήθαγε ήκαλή μου τύχη,... ή τό άστρο μου, πού δέν έλεγε νά δύσει.Γιατί, τότε είναι πού μέ καλέσανε νά διδάξω στό Πολυτε-χνείο της Ζυρίχης, στό μάθημα γιά τίς 'ΑρχιτεκτονικέςΣυνθέσεις. Κα'ιόπου πήγα, στή Ζυρίχη, τόν'Οκτώβριο τοϋ1967 καί όπου έμεινα σάν «προσκαλεσμένος καθηγητής»,μέχρι τόν Αύγουστο τοϋ 1970, οπότε γύρισα πάλι στην'Αθήνα. Κι όπου δέν ε'ίχαμε «ξεμπερδέψει», ακόμα, μέτους «συνταγματάρχες» της δικτατορίας. Κι οπότε βρέ-θηκα σχεδόν χωρίς καμιάν απασχόληση, στή δουλειά μου(-κάτι λίγα χτίσματα, μού τύχανε σέ ιδιωτικές αναθέσεις),ώσπου «ελευθερώθηκε» ό τόπος. Καί τότε είναι πού, σύμ-φωνα μέ κάποιο νόμο, γιά όσους είχε «ταλαιπωρήσει» ήδικτατορία, μέ «έπαναφέρανε» στον EOT, στίς 20. 3. 1975καί μέ «τοποθετήσανε» σάν «Ειδικό Σύμβουλο γιά θέματααρχιτεκτονικής καί προστασίας περιβάλλοντος». Καίόπου μαζί μέ αυτά τά κάπως αόριστα κα'ι απροσδιόριστα«καθήκοντα» μου, μού ανατέθηκε νά «οργανώσω» μιαν'Υπηρεσία γιά τους Παραδοσιακούς Οικισμούς κι όπως,εκείνη τή στιγμή, είχε νομίσει, ή Διοίκηση τοΰ EOT, πώς θάμπορούσε νά συμβάλλει κα'ι ό EOT στή «διατήρηση τηςαρχιτεκτονικής κληρονομιάς», στον τόπο μας. Καί πούτήν «έφτιαξα», αυτήν τήν «Υπηρεσία» (-κι όπως είχα πι-στέψει, τότε, πώς καί ό EOT θά μπορούσε νά κάνει κάτι, σ'αυτό τό θέμα,... πού δέν πίστεψα όμως ποτέ πώς ήτανε καίτής αρμοδιότητας του...), ώσπου ήρθε ή στιγμή γιά νά«στραβώσουνε» κι έδώ τά «πράγματα» (-κάτι τό ανάλογομέ εκείνο πού είχα «ζήσει», παλιότερα, στον ΟΕΚ, μέ τίςΕργατικές Κατοικίες) καίγιά νά αναγκαστώ νά παραιτηθώ

«άπό τήν οποιανδήποτε απασχόληση μου μέ τους Παρα-δοσιακούς οικισμούς», στίς 29.1.1977. Κα'ι γιά νά παρα-μείνω, έτσι, στον EOT, μονάχα μέ τήν ιδιότητα τοΰ «Ειδι-κού Σύμβουλου», ... καί χωρίς νά κάνω, σχεδόν, τίποτα(-μιά μελέτη μου γιά έναν Ξενώνα στή Δήλο, βρέθηκε,ξαφνικά, πώς δέν έπρεπε νά κατασκευαστεί...), μέχρι τόΔεκέμβριο τού 1978, οπότε «αποχώρησα» άπό τόν EOT,«λόγω ορίου ηλικίας». Καί γιά νά συνεχίσω νά δουλεύωσάν ελεύθερος πιά μόνο «οδοιπόρος» καί γιά νά χτίζωκάποιο σπίτι, πότε έδώ, πότε έκεΐ. Μά καί γιά νά μπορώ,τώρα, νά «τρέχω» πιό απερίσπαστος, πιό ανεμπόδιστος(-καί πουθενά πιά «υπάλληλος», όπου είχα καταφέρει νάκερδίσω τόν χαρακτηρισμό τού «δύστροπου», πού λέειόλο όχι...) σέ καινούργια ταξίδια (-πιό κοντινά, πιό μα-κρινά) κα'ι γιά νά σπουδάζω, εξακολουθητικά καί ασταμά-τητα, τόν ελληνικό τόπο, μά κα'ι τά όσα είχα πλάσει μέσαμου, μέ τά χρόνια, καί πού αισθανόμουνα πώς έπρεπε νάτά κρατάω ζωντανά καί κάτω άπό μιαν αδιάκοπη αυτοκρι-τική. "Οπως τό έκανα, άλλωστε, αυτό πάντοτε, δηλαδή κα'ιάπό εκείνο τό καλοκαίρι τού 1936, πού είχα γυρίσει άπότήν «Ευρώπη» στην 'Ελλάδα, αφού είχα «ξεμπερδέψει»μέ τίς σπουδές μου. Κι όπως είχα καταλάβει, τότε, πώςέδώ, στον ελληνικό τόπο κα'ι χώρο, συμβαίνει κάτι άλλο.

ganized this agency, although I never believed that itshould come underthe EOT's competence; still I hoped thatthe EOT might be able to do something useful about thismatter. But, here too, came the time for things to go wrong(something similar to what I had experienced in the Low-Income Housing Department), and I was forced to withdrawfrom "any further involvement with the Traditional Settle-ments" as of January 29th, 1977.1 thus remained at the EOTonly as "Special Advisor on ..." doing next to nothing, afterit was suddenly decided that a hostel I had designed forDelos should not be built. In December, 1978, I departedfrom EOT having reached retirement age. I continuedworking as a free-lancer, building a house here and there.Working for the government, I had managed to acquire thereputation of a wayward person who always brought upobjections. Now, no longer an "employee", I was able tomove around undistracted and unhindered.I set out on new journeys, long and short, studying theGreek land continuously, and at the same time rediscover-ing the world I had created within me over the years; this, Ifelt, should be kept vibrant and under constant self-criti-cism. I had been doing that ever since that summer of 1936,when having completed my studies in Europe, I came hometo Greece. I had understood, then, that something specialwas happening in this land; something which did not existin the country to which I had gone to learn a foreign "lan-guage". A "language" that, of course, caused me no harmwhatsoever, since as Goethe has said: "Whoever haslearned foreign languages has a better knowledge of hisown." Equipped with this foreign "language", under theluminous sky of my own "language", in 1936 I commencedsome new studies. I understood, fairly soon, I should note,how truly necessary and indispensable it is for everyone tobelong to a specific geographical and historical place, if hewants to create something which will live and last. That is tosay, one should seek one's native roots and truths if onehas decided to live and work in the land that gave one birth;a land that suits one so well that one would not want andwould not be able to exist anywhere else. Having under-taken to "know myself" and "learn to be what I am", Idiscovered what was necessary to my work. I discovered—or maybe it was revealed to me— the simplest, the mostbeautiful, the most spiritual landscape in the world: thelandscape of Greece. Moreover, in my agonizing search fora true, contemporary architecture I also discoveredanonymous architecture — an architecture whose exis-tence no one had mentioned to me in the course of mystudies in Europe. I want to say how much I understoodGreek anonymous architecture, how much I loved it and feltit to be part of me. Consequently, I did not content myselfwith its external charms or with its outer "skin", howeverseductive; instead, I tried to conquer it in depth and com-prehend its soul, and understand the generating force thatjustifies its existence. Thus I searched (and I keep onsearching) for what Solomos called "the true essence".This made me realize that any quest for a new movement,whether "avant-garde", "revolutionary", or"reforming", is

276

Δηλαδή, κάτι πού δέν συνέβαινε έκεΐ όπου είχα πάει, γιάνάμάθω... μιά ξένη γλώσσα. Καίπού δέ μέ έβλαψε, βέβαια,αυτή, καθόλου, γιατί, όπως έλεγε κα'ι ό Γκαίτε, «όποιοςξέρει ξένες γλώσσες, γνωρίζει πιό καλά τή δική τουγλώσσα». Καί, γιά νά θέλω νά πώ, λοιπόν, πώς μέ εφόδιοκαί τήν «ξένη γλώσσα», άρχισα, έδώ, κάτω άπό τόν τόσοφωτεινό ουρανό... της δικής μου «γλώσσας», κάποιες άλ-λες σπουδές (-άπό τό 1936, όπως τό προσημείωσα) καί γιάνά καταλάβω (-κάπως γρήγορα, πρέπει νά σημειώσω),πόσο είναι αληθινά αναγκαίο καί απαραίτητο νά ανήκει, όκαθένας, σέ έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό καί 'ιστορικόχώρο, αν θέλει νά κάνει κάτι πού νά έχει καί ζωή καίδιάρκεια. Κι όπως, τότε, οφείλει νά ψάξει, ό καθένας, γιάτίς πιό δικές του ρίζες καί αλήθειες κι άφοϋ θά έχει απο-φασίσει, νά ζήσει κα'ι νά δουλέψει στον τόπο πού τόνεγέννησε κα'ι πού τοϋ «πηγαίνει», άπό τήν μιαν άκρη ως τήνάλλη καί τόσο πού νά μή θέλει, οϋτε καί νά μπορεί, νάυπάρξει άλλου. Κι όπως, λοιπόν, πήρα τήν απόφαση, νάγίνω αυτός πού θά ήθελα νά είμαι, σά νά «ανακάλυψα» κιέκεΤνο πού μοϋ χρειάζονταν, γιά νά μπορώ νά κάνω τήδουλειά μου, όπως πίστεψα πώς μοϋ ταίριαζε. Κι όπως, μέάλλα λόγια, «ανακάλυψα» (-ή μοϋ αποκαλύφτηκε) τό πιόόμορφο, τό πιό λιτό, τό πιό πνευματικό τοπίο, στον κόσμο:-τό ελληνικό, όπως κα'ι πάλι «ανακάλυψα», κα'ι μέσα άπότήν «αγωνία» μου γιά μιαν αληθινή σύγχρονη αρχιτεκτο-νική, κα'ι τήν «ανώνυμη» αρχιτεκτονική, πού κανένας, όσοσπούδαζα στην «Ευρώπη», δέ μοϋ είχε αναφέρει τίποταγιά τήν ϋπαρξή της. Κα'ι, θέλω νά πώ, καί τήν ελληνική«ανώνυμη» αρχιτεκτονική, πού πόσο δέν τήνε κατάλαβα,πόσο δέν τήν αγάπησα, πόσο δέν τήν αισθάνθηκα σάν κάτιτό πολύ δικό μου. Κι όταν, μάλιστα, δέν αρκέστηκα στίςεξωτερικές της μόνο χάρες, στην «επιδερμίδα» της, πούμοϋ προβάλλονταν καί τόσο σαγηνευτική, αλλά πούπροσπάθησα νά τήνε κατακτήσω σέ βάθος, στην ψυχή τηςκαί στή γεννήτρια δύναμη πού δικαιώνει τήν ϋπαρξή τηςκα'ι ολόκληρο τόν κόσμο της. Καί γιά νά πώ, λοιπόν, πώςέψαξα (-κι αν δέν ψάχνω ακόμα...) «γιά τήν άληθινήν ου-σία», πού λέει κα'ι ό Σολωμός, κα'ι γιά νά καταλάβω, έτσι,πόσο είναι μάταιες καί επικίνδυνα φθοροποιές ο'ι οποιεσ-δήποτε «αναζητήσεις» γιά «πρωτοποριακά», ή «επανα-στατικά», ή «ανανεωτικά» (-τάχατες) σχήματα καί «κινή-ματα», όταν αυτές, οι «αναζητήσεις», δέν πατάνε γερά σέκάποια συγκεκριμένα χώματα καί δέν έχουνε ρίζες καίμέσα στά έσώτατα τής ανθρώπινης ψυχής. Κα'ι γιά νά μήνέχει κανένα νόημα, νά χαρακτηρίζεται μιά αρχιτεκτονικήσάν «νέα», ή σάν «μοντέρνα», ή κα'ι σάν «μεταμοντέρνα»(-τό πιό σάπιο φρούτο τής εποχής, πού μερικοί.τό ...άπο-λαβαίνουνε, σά νά θέλουνε νά διαλύσουνε καί νά έκπορ-νέψουνε τά πάντα...), όταν τό σημαντικό, τό σπουδαίο, τόαναγκαίο είναι νά βγαίνει μιά αρχιτεκτονική αληθινή. Καιπού αυτό φτάνει κα'ι άρκεϊ, γιά νά μή χρειάζεται τίποταάλλο.

vain and dangerously depleting as long as it takes placeoutside a specific land and has no roots in the depths ofhuman soul. It makes no sense to name an architecture"new" or "modern" or even "post-modern" (the latter be-ing the most rotten fruit of our age relished by some peoplewho seem to want to disconnect and prostitute everything)when the important and pressing task is to create a truearchitecture. And that is enough and nothing else is neces-sary.

I ought to explain the following now. I made the discoveryof anonymous architecture because I wanted to be honestin my own work. I was not looking for entertainment,something to make my life more pleasant; nor did I seek amodel or recipe for imitation to make my work easier butalso turn it into a pointless and brainless process. I graspedand discovered this anonymous architecture at the sametime that I was constructing what I wanted to do myself; notbefore, but in the process of building, in order to solvecontemporary problems. I want to emphasize that inanonymous architecture—Greek as well as international—I struggled to find that which I wanted to create today,myself. This was: simplicity in layout, honesty and discip-line in construction, and a quality that would attune abuilding to the spirit and the sculptural character of theGreek landscape and its people. I found all these qualitiesbecause perhaps it could only have happened in this par-ticular way. Let us look at it from a more general angle. Wesearch aroung in the present and in the past, trying to findour own thoughts and dreams beyond and outside ourse-lves. When we find what we are seeking for, we take it andembrace it, using it to justify our own actions at the time.This gives us the much needed proof that nothing is unpre-cedented, since nothing comes of nothing. Which meansthat what we do today in our own way has been done beforein some other way. It also means that perfection, if such athing exists, has preexisted. This is something that Rilkealso glimpsed when he says in a poem: "Even though theworld keeps changing —as quickly as cloud-shapes— allthings perfected fall-home to the age-old." That's the waythings are; that's the way it is with true contemporary ar-chitecture. Beyond the incidental symptoms of an era, truearchitecture registers in its whole being certain basic andeternal values and truths that are often common to manycountries. Therefore, the more genuine an architecture isfor one country, the more true and relevant it becomes toother countries. This gives it an international identity andexistence and value, to the extent, that is, that peopleeverywhere on earth have the same needs, the same bonds,the same loves, the same dreams. One and the same hu-manity.

277

Μά, νά εξηγήσω, τώρα, καίτουτο:-πώς τήν «ανακάλυψη»τής «ανώνυμης» αρχιτεκτονικής, τήν έκανα επειδή προσ-παθούσα νά σταθώ τίμιος κα'ι καθαρός στή δουλειά μου.

What I mean to assert now, is that it is quite possible forarchitecture to be the phenomenon which brings out theinner world of every human being. Architecture has a hu-

Καί οχι γιά νά έχω μιά διασκέδαση, πού θά έκανε πιόευχάριστη τή ζήση μου, ή καί γιά νά έχω βρεί κάποιοπρότυπο (-είδος συνταγής) πού θά τό ξεσήκωνα, γιά νά τάέχω, έτσι, όλα πιό εύκολα (-αλλά κα'ιπιό αδικαιολόγητα κα'ιπιό... άμυαλα) στην άσκηση τής δουλειάς μου. Κι οπότε,λοιπόν, τήν «έπιασα», ή τήνε «βρήκα», αυτήν τήν «ανώ-νυμη» αρχιτεκτονική, τήν'ίδια στιγμή πού έχτιζα κιόλας...τό δικό μου. Και οχι πιό πρίν, δηλαδή χωρίς νά χτίζω, γιά νάλύσω σύγχρονα προβλήματα. Κα'ι πού αυτό θέλω νά τότονίσω, γιά νά πω, πώς στην «ανώνυμη» αρχιτεκτονική(-τήν ελληνική, αλλά καί του οποιουδήποτε άλλου τόπου)πάσχιζα νά βρω αυτό πού ήθελα νάκάνω, σήμερα, ό'ίδιος:-μιά λιτότητα στή διάταξη, μιά κατασκευαστική ειλικρί-νεια καί πειθαρχία καί τήν ποιότητα πού θά έδενε έναχτίσμα, με τό πνεύμα καί μέ τήν πλαστικότητα τοϋ ελληνι-κού τοπίου, όσο κα'ι μέ τήν άλληνε «πλαστικότητα» πούδιαθέτει ό άνθρωπος, πού γεννιέται κα'ι ζει κα'ι ενεργεί,στον 'ίδιονε τοπιακό χώρο. Καί όπου τά βρήκα, όλα αυτά,γιατί... δέ μπορούσε, 'ίσως, παρά νά είναι έτσι. "Οταν, δη-λαδή, (-καί γιά νά γενικέψω τά «πράγματα») κοιτάζουμεγύρω μας (-στίς πιό σύγχρονες, ή στις πιό παλιές «κατα-στάσεις») γιατί επιδιώκουμε νά βρούμε καί έξω μας, τίςδικές μας (-πιό σύγχρονες) σκέψεις κα'ι τά δικά μας (-τά πιότωρινά) όνειρα. Κα'ι πού όταν τά βρούμε όλα αυτά, τάπιάνουμε καί τά αγκαλιάζουμε, γιά νά δικαιώσουμε, έτσι,τή δική μας (-σύγχρονη καί τωρινή) δράση. Καί γιά νάέχουμε τήν απόδειξη (-πού πόσο δέ χρειάζεται...) πώς τί-ποτα δέν είναι πρωτοφανέρωτο, αφού τίποτα δέ γίνεταιάπό τό τίποτα. Καί πού αυτό θέλει νάπεί πώς ό,τι κάνουμεεμείς σήμερα, μέ έναν δικό μας τρόπο, αυτό έχει ξαναγί-νει, πρωτινά, μέ κάποιον άλλονε τρόπο. Κα'ι πώς, ακόμα,μιά σημερινή τελειότητα καί όσο μπορεί αυτή νά υπάρξει,έχει κιόλας προϋπάρξει. Καί πού αυτό τό είχε, άλλωστε,«δεί» κα'ι ό ποιητής, ο Ρ'ιλκε, γιά νά λέει, σέ ένα ποίηματου: «"Ας μεταμορφώνεται καί ο κόσμος γρήγορα, όπωςτάσύννεφα στον ουρανό, ό,τι είναι τέλειο είναι μιά επι-στροφή στό πολύ παλιό». Καί πού έτσι είναι κα'ι γίνεται. Καίπού έτσι, λοιπόν, γίνεται κα'ι μιά σύγχρονη αρχιτεκτονικήαληθινή: -όταν, έξω άπό τά περιστασιακά συμπτώματαμιας εποχής, καταγράφει, σέ όλο τό ΕΙΝΑΙ της καί κάποιεςβασικές, αιώνιες αξίες κα'ι αλήθειες. Καί πού, αυτές οιβασικές, αιώνιες αλήθειες, είναι συχνά κα'ι κοινές γιά πολ-λούς τόπους. 'Οπότε, όσο πιό αληθινή, ή αρχιτεκτονική,γιά τόν κάθε τόπο, τόσο κα'ι πάλι πιό αληθινή, αν οχι κα'ικοινή, γιά τους πολλούς τόπους. Μέ μιαν οικουμενική,λοιπόν , ταυτότητα κα'ι οντότητα καί αξία κα'ι όσο μπορεί,δηλαδή, νά έχουνε ο'ι άνθρωποι, σέ όλους τους τόπουςτής γής, τ'ις Ίδιες ανάγκες, τις 'ίδιες δεσμεύσεις, τ'ις 'ίδιεςαγάπες, τά 'ίδια όνειρα, τήν μία καί ομοούσια ανθρωπιά.

man eye, a human body that either stands erect or undu-lates, just like human beings assume different postures indifferent places and different times. One is then able todistinguish bad people from good people because of theirarchitecture. In other words, a bad or good architecturereflects whether a person is good or bad; how profoundone is, how warm-hearted, how real or false is his life. Onlyhe who knows how to live according to his times is able tobuild an architecture true to both his age and his country.But I think I am repeating myself and have gone astray fromthe order I had meant to follow in this autobiographicalnote; let me go back to what I was saying about feelingmuch freer after I left the EOT in 1978.1 should not forget tomention that in 1978 something happened that moved mevery much and filled me with joy. In April of that year thePolytechnic School of the University of Thessalonikiawarded me an honorary doctorate. 1980 was not that badeither. Towards the end of the year, suddenly and quiteunexpectedly, a publisher came to me and offered to pub-lish this book on my work. It was another honor I felt,especially since this publisher was going to let me organizethis book all by myself, designing and constructing it just asI would my own house. The composition of the book —itsphographs, drawings and text— was for me to determine.Moreover, it was up to me to decide on the layout and coverof the book. I was also going to oversee the printing andbinding, just as in a construction. All this, of course, wasagreed upon after we —client-publisher and architect—had first decided on the size and shape of the book, thenumber of pages, the quality of the paper to be used andeverything else that seemed pertinent in making this publi-cation worthwhile. I consider this book to be another ar-chitectural work, marked by my signature. If there are cer-tain flaws in it —which must inevitably be the case, eventhough I am talking of my own work, and even though it istrue that I know it better than anyone else— the responsi-bility lies solely with me.

To conclude, I will mention some of my other "construc-tions": the exhibitions I have put together, the lectures Ihave delivered, the books and other publications I havecirculated and several articles of mine that have been pub-lished in newspapers, magazines and books.

278

Κα'ι γιά νά θέλω, βέβαια, νάπώ, τώρα, πόσο μπορεί νά είναιή αρχιτεκτονική, τό «φαινόμενο» πού εξωτερικεύει τάόσα έχει ό κάθε άνθρωπος μέσα του. Καί γιά νά έχει,ακόμα, ή αρχιτεκτονική, τήν ανθρώπινη ματιά της κα'ι γιάνά προβάλλει τό κορμί της, άλλοτε πιό στητό, άλλοτε πιόλυγερό, όπως υπάρχει καί στέκει ό ένας ή ο άλλος άνθρω-

πος, στό ένα ή άλλο τοπίο καί στην μιαν ή άλλη ν εποχή. Καίγιά νά ξεχωρίζει κανείς, τότε, τόν καλό ή τόν κακό άν-θρωπο, άπό τήν αρχιτεκτονική του (-πού θά είναι καλή ήκακή), καί γιά νά συμβαίνει, λοιπόν, τοϋτο:-άπό τήν καλήή κακή αρχιτεκτονική, νά γίνεται φανερό, πόσο καλός, ήπόσο κακός είναι ένας άνθρωπος, πόσο έχει καί μυαλό καίκαρδιά, πόσο ξέρει νά ζει αληθινά καί όχι ψεύτικα. Καίγιατί, λοιπόν, θέλω νά πω, πώς μονάχα όποιος (-άνθρω-πος) ξέρει νά ζεΐ αληθινά μέ τόν καιρό του, αυτός είναιπού ξέρει νά χτίζει καί τήν αρχιτεκτονική του, τήν αλη-θινή, στον δικό του κόσμο κα'ι τόπο. Στόν κάθε κόσμο,στον κάθε τόπο,... -όμως, σά νά λέω όλο τά 'ίδια καί τά 'ίδια,σά νά ξεστράτησα άπό τή σειρά πού είχα βάλει, σ' αυτό τόαυτοβιογραφικό σημείωμα κι οπότε, ας γυρίσω εκεί πούείχα σταθεί, όταν έγραφα πώς άρχισα νά α'ισθάνουμαι πιόελεύθερος, άφοϋ έφυγα άπό τόν EOT, στά 1978. Καί γιά νάμήν παραλείψω, λοιπόν, νά σημειώσω, πώς ή χρονιά τοϋ1978, μοϋ χάρισε κα'ι μιά μεγάλη συγκίνηση κα'ι χαρά, όταντόν 'Απρίλιο τοϋ 1978, ή Πολυτεχνική Σχολή, στό Πανεπι-στήμιο της Θεσσαλονίκης, «έδοξε» νά μέ «αναγορεύσει»σέ «διδάκτορα» της, «τιμής ένεκεν». Καίγιάνάπώ, ακόμα,πώς και τό 1980 δέν έκλεισε άσχημα. Όταν, δηλαδή, έκεΐπρος τό τέλος τού 1980, παρουσιάστηκε, ξαφνικά καίαναπάντεχα, ό εκδότης πού μού πρότεινε νά βγάλει αυτότό βιβλίο γιά τή δουλειά μου. Κα'ι πού δέχτηκα τήν προσ-φορά, χωρίς κανέναν ενδοιασμό (-νά ένα καινούργιο «τι-μής ένεκεν», είπα μέσα μου) κι όταν, μάλιστα, αυτός όεκδότης μέ άφηνε νά κάνω όλο τό βιβλίο μόνος μου: -γιάνάτό σχεδιάσω καί γιά νάτό κατασκευάσω, όπως θά έχτιζαένα σπίτι, τό δικό μου. Κι όπως μοϋ δόθηκε ή δυνατότητανά διαλέξω, ό'ίδιος, τό υλικό τοϋ βιβλίου, σέ φωτογραφίεςκαί σέ σχέδια καί σέ κείμενα (-αυτά πού γράφω, πάλι όίδιος), όσο κα'ι γιά νά φτιάξω, όπως θά τό ήθελα, τή σελι-δοποίηση καί τό εξώφυλλο κα'ι γιά νά επιβλέψω, τελικά,όπως σέ μιαν οικοδομή, τήν εκτύπωση καίτή βιβλιοδεσία.Κα'ι όλα αυτά, άφοϋ, βέβαια, συμφωνήσαμε, άπό πιό πρίν,έργοδότης-έκδότης καί αρχιτέκτονας, γιά τό μέγεθος κα'ιγιά τό σχήμα τοΰ βιβλίου, γιά τό πόσες σελίδες θά έχει καίγιά τό χαρτί πού θά χρησιμοποιηθεί κα'ι γιά όλα τά καθέκα-στα, ώστε νά ολοκληρωθεί τό βιβλίο όπως τοϋ πρέπει κα'ιπού ό 'ίδιος τό βλέπω σάν ένα καινούργιο αρχιτεκτονικόέργο, πού σφραγίζεται καί μέ τήν υπογραφή μου. Καί πούαν έχει κάποια ψεγάδια (-γιατί δέ γίνεται νά μήν έχει, όπως«μιλάω» ό "ίδιος γιά τή δουλειά μου κι ας ισχύει εκείνο τό«όσα ξέρει ό νοικοκύρης δέν ξέρει ό κόσμος όλος»...), τήνευθύνη γι' αυτά, τήν έχω μονάχα έγώ κα'ι κανένας άλλος.

Κα'ι γιά νά τελειώνω, τώρα, θά σημειώσω κα'ι κάποιες άλλες«κατασκευές», πού περάσανε άπό τά χέρια μου: -τίς εκ-θέσεις πού έχω κάνει, τίς διαλέξεις πού έχω δώσει, τάβιβλία κα'ι άλλα έντυπα πού κυκλοφόρησα κα'ι τά διάφοραάρθρα πού έγραψα κα'ι πού δημοσιεύτηκαν σέ εφημερί-δες, σέ περιοδικά καί σέ βιβλία:

ΕΚΘΕΣΕΙΣ: EXHIBITIONS:

1951«"Εκθεση φωτογραφιών "Αρη Κωνσταντινίδη»ΖΑΠΠΕΙΟ - 'Αθήνα

1957«"Εκθεση φωτογραφιών "Αρη Κωνσταντινίδη*ΥΠΕΡΩΚΕΑΝΕΙΟ «ΟΛΥΜΠΙΑ»

1951«Photographs of Aris Konstantinidis*ZAPPION, Athens

1957«Photographs of Aris Konstantinidis*S/S «OLYMPIA»

1957Συμμετοχή στην "Εκθεση «ΕΛΛΑΔΑ, 11 "Ελληνες Φωτογράφοι»,ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΕΧΝΗΣ - Σικάγο

1966«'Ελληνική ανώνυμη αρχιτεκτονική: παρουσίαση, φωτογραφίες,σχέδια τοϋ αρχιτέκτονα "Αρη Κωνσταντινίδη»,ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ, ΑΙΘΟΥΣΑ ΚΕΝΝΕΝΤΥ - 'Αθήνα

1967«Δυό "Ελληνες Φωτογράφοι: Χαρισιάδης - Κωνσταντινίδης»,THE UNDERGROUND GALLERY - Νέα 'Υόρκη

1967- 1969«Κτίρια τοϋ "Αρη Κωνσταντινίδη: 1938 - 1966»,ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΟΥΤΤΓΑΡΤΗΣ (Νοέμβριος 1967)ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΖΥΡΙΧΗΣ (Δεκέμβριος 1967)ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΑ, Λονδίνο (Μάιος 1968)ΔΟΜΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΕΝΝΗΣ (Ιούλιος 1968)ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΑΡΧΟΥΣ καίΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΚΟΠΕΓΧΑΓΗΣ (Ιανουάριος 1969)

1975«"Αρης Κωνσταντινίδης - Σχέδια»,ΑΙΘΟΥΣΑ ΔΕΣΜΟΣ - Αθήνα

1976«"Αρης Κωνσταντινίδης - Φωτογραφίες»,ΑΙΘΟΥΣΑ ΔΕΣΜΟΣ - Αθήνα

1989«"Αρης Κωνσταντινίδης - 'Αναδρομική "Εκθεση»ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ - 'Αθήνα

1957Participation in the Exhibition «GREECE, 11 Greek Photographers*ART INSTITUTE, Chicago

1966«Greek Anonymous Architecture: presentation, photographs,drawings by the architect Aris Konstantinidis»HELLENIC AMERICAN UNION, KENNEDY ROOM, Athens

1967«Two Greek Photographers: Harissiadis - Konstantinidis»THE UNDERGROUND GALLERY, New York City

1967 - 1969«Buildings of Aris Konstantinidis: 1938 - 1966»UNIVERSITY OF STUTTGART (November, 1967)polytechnic of zurich (December, 1967)AA SCHOOL OF ARCHITECTURE, London (May, 1968)BAUZENTRUM, Vienna (July, 1968)AARHUS SCHOOL OF ARCHITECTURE andCOPENHAGEN ACADEMY OF FINE ARTS (January, 1969)

1975«Aris Konstantinidis - Drawings»DESMOS GALLERY, Athens

1976«Aris Konstantinidis - Photographs»DESMOS GALLERY, Athens

1989«Aris Konstantinidis - Retrospective Exhibition»NATIONAL GALLERY - Athens

280

ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ: + ΜΕ ΠΡΟΒΟΛΗ ΑΠΟ ΕΓΧΡΩΜΕΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ+ + ΔΙΑΛΟΓΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ

LECTURES: + SLIDE PROJECTION+ + DISCUSSION

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ARCHITEKTUR UNDRATIONALISIERUNG

GRUNDSAETZLICHES UEBERDIE NEUE ARCHITEKTUR

» »

»

XENIA HOTELS

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΗΜΕΡΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΚΑΙ ΑΝΩΝΥΜΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

ARCHITEKTURUND STAEDTEBAU

ΑΝΟΝΥΜΕ ARCHITEKTURIN GRIECHENLAND

» »

ΚΟΛΛΕΠΟ ΑΘΗΝΩΝ, 15.2.1949

BAUZENTRUM, Wien, 10.2.1965

+ MUSEUM DES 20. JAHRHUNDERTSWien, 11.2.1965

+ TECHNISCHE HOCHSCHULEMuenchen, 22.2.1965

+ BUND SCHWEIZER ARCHITEKTENZuerich, 1.3.1965

+ TECHNISCHE HOCHSCHULEStuttgart, 18.2.1965

+ ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΉΜΙΟ+ + Θεσσαλονίκη, 10.4.1965

+ ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ'Αθήνα, 12.12.1966

+ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝΓιάννενα, 15.1.1967

+ TECHNISCHE HOCHSCHULE+ + Karlsruhe, 24.5.1967

+ UNIVERSITAET+ + Stuttgart, 7.11.1967

+ ΕΤΗZuerich, 5.12.1967

ELEMENTARE ARCHITEKTURIN STRUKTUREN UND FARBEN

+ AKADEMIETAGUNG+ + "ARCHITEKTUR UND FARBE",

SCHLOSS SOLITUDEStuttgart, 24.5.1968

ANONYME ARCHITEKTUR INFORM UND FARBE

ARIS KONSTANTINIDISTELLS ABOUT HIS OWN WORK

»

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΠΙΟ

+ BAUZENTRUMWien, 20.6.1968

+ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ"Ααρχους, 23.1.1969

+ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝΚοπενχάγη, 24.1.1969

+ ΣΎΛΛΟΓΟΣ «ΑΘΗΝΗ»'Αθήνα, 1.4.1971

ON ARCHITECTURE

ARCHITECTURE ANDRATIONALISM

PRINCIPLES OFMODERN ARCHITECTURE

»

»

XENIA HOTELS

ARCHITECTURE TODAY

GREEK ANONYMOUSARCHITECTURE

CONTEMPORARY ARCHITECTUREAND ANONYMOUS TRADITION

ARCHITECTURE ANDCITY PLANNING

ANONYMOUS ARCHITECTUREIN GREECE

»

ATHENS COLLEGE, 15.2.1949

BAUZENTRUM, Vienna, 10.2.1965

+ 20TH CENTURY MUSEUMVienna, 11.2.1965

+ TECHNICAL UNIVERSITYMunich, 22.2.1965

+ ASSOCIATION OF SWISS ARCHITECTSZurich, 1.3.1965

+ TECHNICAL UNIVERSITYStuttgart, 18.2.1965

+ UNIVERSITY OF THESSALONIKI+ + Thessaloniki, 10.4.1965

+ HELLENIC AMERICAN UNIONAthens, 12.12.1966

+ SOCIETY OF EPIRUS STUDIESJiannena, 15.1.1967

+ TECHNICAL UNIVERSITY+ + Karlsruhe, 24.5.1967

+ UNIVERSITY OF STUTTGART+ + Stuttgart, 7.11.1967

+ POLYTECHNIC OF ZURICH(ETH)Zurich, 5.12.1967

STRUCTURE AND COLOR INELEMENTARY ARCHITECTURE

+ SYMPOSIUM ON+ + "ARCHITECTURE AND COLOR"

"SOLITUDE" MANSIONStuttgart, 24.5.1968

FORM AND COLOR INANONYMOUS ARCHITECTURE

ARIS KONSTANTINIDISTELLS ABOUT HIS OWN WORK

» »

ARCHITECTURE ANDLANDSCAPE

+ BAUZENTRUMVienna, 20.6.1968

+ AARHUS SCHOOL OF ARCHITECTUREAarhus, 23.1.1969

+ ACADEMY OF FINE ARTSCopenhagen, 24.1.1969

+ ASSOCIATION "ATHINI"Athens, 1.4.1971

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙΤΟΥΡΙΣΜΌΣ

ΣΕΜΙΝΆΡΙΟ «Η ΣΥΜΒΟΛΉ ΤΩΝΤΕΧΝΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΑΝΑΠΤΥΞΗ», Λευκωσία, 6.4.1971

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΜΕ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑTOY EOT ΓΙΑ ΤΟΥΣΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΎΣ ΟΙΚΙΣΜΟΎΣ

+ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ+ + (ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ)'Αθήνα, 19.1.1977

ARCHITECTUREAND TOURISM

SEMINAR ON "THE CONTRIBUTION OFENGINEERS IN TOURIST GROWTH"Nicosia, 6.4.1971

ARCHITECTURE ANDTRADITION IN RELATIONTO EOT'S PROGRAM ONTRADITIONAL SETTLEMENTS

+ NATIONAL POLYTECHNIC SCHOOL+ + OF ATHENS (LECTURES OF THE

ASSOCIATION OF ARCHITECTS)Athens, 19.1.1977

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ

GRIECHISCHE ARCHITEKTURΙΜ 20. JAHRHUNDERT

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣΗΜΕΡΑ

ΜΕ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΤΗ ΖΩΗ(= ΙΜ AUFTRAG DES LEBENS)

+ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ++ «ο ΧΡΥΣΌΣΤΟΜΟΣ»,

Χανιά, 23.4.1977

+ TECHNISCHE UNIVERSITAETMuenchen, 22.2.1979

+ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ++ ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΉΜΙΟ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, 26.3.1990

+ + ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣΛΑΜΙΑ, 27.3.1990

+ ΤΕΧΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ(= TU - BERLIN), 17.5.1990

ARCHITECTURE ANDTRADITION IN GREEK SPACE

GREEK ARCHITECTUREIN THE 20TH CENTURY

ON HOUSING

ARCHITECTURETODAY

LIFE AS THE EMPLOYER

+ LITERARY ASSOCIATION+ + "CHRYSOSTOMOS"

Chania, Crete, 23.4.1977

+ TECHNICAL UNIVERSITYMunich, 22.2.1979

+ POLYTECHNIC SCHOOL+ + ARISTOTELIAN UNIVERSITY

OF THESSALONIKI, 26.3,1990

+ + THE DEPARTMENT OFEASTERN - MAINLAND GREECELAMIA, 27.3.1990

+ TECHNICAL UNIVERSITY OF BERLIN(= TU-Berlin), 17.5.1990

282

ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙΑΝΑΤΥΠΑ:

BOOKS ANDREPRINTS:

ΔΥΟ «ΧΩΡΙΑ»ΑΠ' ΤΗ ΜΥΚΟΝΟ

ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΣΠΙΤΙΑ

ΞΩΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΜΥΚΟΝΟΥ

Αθήνα,1947

'Αθήνα, 1950

'Αθήνα,1953

TWO "VILLAGES"FROM MYKONOS (in Greek)

OLD ATHENIAN HOUSES(in Greek)

COUNTRY CHURCHES OF MYKONOS(in Greek)

Athens, 1947

Athens,1950

Athens, 1953

ΑΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΕΡΓΑ1938 - 1961 ΚΑΙΕΙΣΑΓΩΓΙΚΌ ΣΗΜΕΊΩΜΑ

ΑΝΑΤΥΠΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΖΥΓΟΣ»ΤΕΥΧΟΣ 82/1962, 'Αθήνα, 1962

ARIS KONSTANTINIDIS,ARCHITECTURAL WORKS1938-1961, AND ANINTRODUCTORY NOTE

REPRINT FROM "ZYGOS"MAGAZINEISSUE 82/1962, Athens 1962

ΔΟΧΕΙΑ ΖΩΗΣ/ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑΓΙΑ ΜΙΑΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΚΑΙ ΕΝΑ ΑΝΟΙΧΤΟ ΓΡΑΜΜΑ

ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑΕΠΙΘΕΏΡΗΣΗ«ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ»,ΤΕΥΧΟΣ 6/1972, 'Αθήνα, 1972

VESSELS FOR LIFE OR THEPROBLEM OF A GENUINEGREEK ARCHITECTURE, ANDAN OPEN LETTER

PAGES FROM THE ANNUALREVIEW "ARCHITECTURE INGREECE", ISSUE 6/1972,Athens, 1972

ΕΝΑ ΑΝΟΙΧΤΟ ΓΡΑΜΜΑ

ΣΤΟΙΧΕΊΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΊΑΣ-ΓΙΑ ΜΙΑΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ELEMENTS FOR SELF-KNOWLEDGE- TOWARDS A TRUE ARCHITECTURE

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙΠΑΡΆΔΟΣΗ

Αθήνα,1972

Αθήνα,1975

Αθήνα, 1975

ΑΝΑΤΥΠΟ ΑΠΟ ΤΟ«ΔΕΛΤΙΟ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ»ΤΕΥΧΟΣ 4/1977, Αθήνα, 1977

AN OPEN LETTER

ELEMENTS FOR SELF-KNOWLEDGE- TOWARDS A TRUE ARCHITECTURE(in Greek)

ELEMENTS FOR SELF-KNOWLEDGE- TOWARDS A TRUE ARCHITECTURE(in English)

ARCHITECTUREAND TRADITION

Athens, 1972

Athens, 1975

Athens, 1975

REPRINT FROM "BULLETIN OFTHE ASSOCIATION OF ARCHITECTS"ISSUE 4/1977, Athens 1977

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΛΗΘΙΝΗΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Αθήνα,1978

TRUE CONTEMPORARYARCHITECTURE(in Greek)

Athens, 1978

ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΣΠΙΤΙΑΔεύτερη "Εκδοση

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΑΜΑΡΤΩΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣή Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ

ΤΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ / ΑΠΟ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑΠΟΥ ΒΡΊΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΣΚΑΡΙΆ

'Αθήνα, 1983'Εκδόσεις ΠΟΛΥΤΥΠΟ

'Αθήνα, 1987'Εκδόσεις ΑΓΡΑ

Αθήνα, 1987'Εκδόσεις ΑΓΡΑ

Αθήνα, 1989'Εκδόσεις ΑΓΡΑ

OLD ATHENIAN HOUSESSecond Edition

ON ARCHITECTURE

SINNERS AND THIEVESor THE TAKE-OFF OF ARCHITECTURE

FORWARDS FROMFORTH-COMING BOOKS

Athens, 1983POLYTYPO Publications

Athens, 1987AGRA Publications

Athens, 1987AGRA Publications

Athens, 1989AGRA Publications

283

Η ΑΘΛΙΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ —Η ΧΡΥΣΗ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ -ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ- μιά αυτοβιογραφική διήγηση

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ- ημερολογιακά σημειώματα

ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΡΘΡΑ:

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΑΝ ΤΕΧΝΗ

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΚΑΙΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ(ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ)

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΣΠΙΤΙΑ ΦΤΗΝΑ

ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΌΣ ΓΙΑ ΤΟ ΖΑΠΠΕΙΟ

ΓΙΑ ΕΝΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

APXITEKTONHMENH ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΣΠΙΤΙΑ

'Αθήνα,1991Εκδόσεις ΑΓΡΑ

'Αθήνα, 1992'Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

'Αθήνα,1992'Εκδόσεις ΑΓΡΑ

+ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ++ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ · ΒΙΒΛΙΟ

+ + «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ»14.9.1940

+ + «ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ»1-5.10.1941

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»7.5.1942 & 16.5.1942

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»23.7.1942 & 24.7.1942

+ «ΠΡΩΙΑ»9.3.1943

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»16.9.1943

+ «ΒΡΑΔΥΝΗ»20.6.1944 & 22.6.1944

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»9.7.1944 & 11.7.1944

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»11.1.1947

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»24-26.7.1947

+ + «ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ»1948

WRETCHED TIMELINESS —THE GOLDEN OLYMPICS -THE AKROPOLIS MUSEUM

EXPERIENCES AND FACTS- An Autobiographical Narrative

THE ARCHITECTUREOF ARCHITECTURE- Notes from a Journal

ARTICLES:

ARCHITECTURE AS ART

CITY PLANNING PROBLEMS

ARCHITECTURAL ANDCITY PLANNING PROBLEMS(LETTERS TO THE EDITOR)

THE PROBLEM OFARCHITECTURE

ARCHITECTURAL EDUCATION

ISLAND ARCHITECTURE

LOW-COST HOUSES

THE ZAPPION COMPETITION

TOWARDS A FREE MUSEUM

ARCHITECTURAL CONSTRUCTION

OLD ATHENIAN HOUSES

Athens, 1991AGRA Publications

Athens, 1992HESTIA Publications

Athens, 1992AGRA Publications

+ NEWSPAPER ++MAGAZINE · BOOK

+ + «MODERN GREEK LETTERS»14.9.1940

+ + «TECHNIKA CHRONIKA»1-5.10.1941

+ «KATHIMERINI»7.5.1942 & 16.5.1942

+ «KATHIMERINI»23.7.1942 & 24.7.1942

+ «PROIA»9.3.1943

+ «KATHIMERINI»16.9.1943

+ «VRADINI»20.6.1944 & 22.6.1944

+ «KATHIMERINI»9.7.1944 & 11.7.1944

+ «KATHIMERINI»11.1.1947

+ «KATHIMERINI»24-26.7.1947

+ + «PICTURES FROM GREECE»1948

284

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ(ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΣΑΚΕΙΟ)

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

«ΕΤΣΙ ΤΟ ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ»

ΜΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝΠΛΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΚΑΚΟ ΓΟΥΣΤΟ

+ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»25.5.1948

+ + «0 ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ»(ΔΕΛΤΙΟ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ)ΤΕΥΧΗ 2,3/1948

+ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ»10.6.1951

+ + «ΖΥΓΟΣ»ΤΕΥΧΟΣ 2/1956

+ + «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ»ΤΕΥΧΟΣ 5-6/1957

+ + «ΖΥΓΟΣ»ΤΕΥΧΟΣ 7/1957

+ + «ΖΥΓΟΣ»ΤΕΥΧΟΣ 6/1960

DIE ZUKUNFTDESARCHITEKTENBERUFS VERLANGTVOR ALLEM GEISTIGEENTSCHEIDUNGEN

+ + «DETAIL»ΤΕΥΧΟΣ 5/1961

PROBLEMS AND CONCLUSIONS(ABOUT THE ARSAKION BUILDING)

ON ARCHITECTURE

ARCHITECTURAL INITIATIVE

THE PROBLEM

«THAT'S THE WAYWE WANT IT»

A STUDY FORCONSTITUTION SQUARE

GOOD AND BAD TASTE

+ «KATHIMERINI»25.5.1948

+ + «THE ARCHITECT»(BULLETIN OF THE ASSOCIATIONOF ARCHITECTS) ISSUES 2, 3/1948

+ «DEMOCRATIC PRESS»10.6.1951

4-4- «ZYGOS»ISSUE 2/1956

f + «ARCHITEKTONIKI»ISSUE 5-6/1957

f + «ZYGOS»ISSUE 7/1957

+•+ «ZYGOS»ISSUE 6/1960

THE FUTURE OF THEARCHITECTURAL PROFESSIONDEMANDS ABOVE ALLCULTURAL DECISIONS

«DETAIL»ISSUE 5/1961

ΓΙΑ TO ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ 4

JEDES BAUWERK HAT BEZUG 4ZU UNSEREN EIGENEN PROBLEMEN

ARCHITECTURE +(THE WORK OFKONSTANTINIDIS)

HEUTIGE ARCHITEKTUR UND 4ANONYMES BAUEN

INTERVIEW MIT 4ARIS KONSTANTINIDIS

SUMMER HOUSE, ANAVYSSOS

ARCHITECTURE OF THEXENIA HOTELS

MIES VAN DER ROHE Η

4- «ΖΥΓΟΣ»ΤΕΥΧΟΣ 5-6/1962

4- «DETAIL»ΤΕΥΧΟΣ 1/1964

+ «ARCHITECTURAL DESIGN»ΤΕΥΧΟΣ 5/1964

-+ «BAUMEISTER»ΤΕΥΧΟΣ 4/1965

-4- «MD»ΤΕΥΧΟΣ 7/1965

• «WORLD ARCHITECTURE 2»London, 1965

• «WORLD ARCHITECTURE 3»London, 1966

-+ «BAUMEISTER»ΤΕΥΧΟΣ 3/1966

ON THE CULTURAL CENTER

EACH BUILDING IS RELATEDTO INDIVIDUAL CONCERNS

ARCHITECTURE(THE WORK OFKONSTANTINIDIS)

CONTEMPORARY ARCHITECTUREAND ANONYMOUS CONSTRUCTION

AN INTERVIEW WITHARIS KONSTANTINIDIS

SUMMER HOUSE, ANAVYSSOS

ARCHITECTURE OFTHE XENIA HOTELS

MIES VAN DER ROHE

f+ «ZYGOS»ISSUE 5-6/1962

f + «DETAIL»ISSUE 1/1964

f+ «ARCHITECTURAL DESIGN»ISSUE 5/1964

f + «BAUMEISTER»ISSUE 4/1965

+•+ «MD»ISSUE 7/1965

• «WORLD ARCHITECTURE 2»London, 1965

• «WORLD ARCHITECTURE 3»London, 1966

f + «BAUMEISTERISSUE 3/1966

285

LUDWIG MIES VAN DER ROHE(80 JAHRE)

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ «ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ»

ΔΟΧΕΙΑ ΖΩΗΣ/ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑΓΙΑ ΜΙΑΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗARXITEKTONIKH

MYKONOS

+ + «BAUEN UND WOHNEN»ΤΕΥΧΟΣ 5/1966

+ + «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ»ΤΕΥΧΟΣ 1/1967

+ + «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ»ΤΕΥΧΟΣ 6/1972

• «DIE GRIECHISCHEN INSELN»Koeln, 1976

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ -ΜΕ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑTOY EOT ΠΑ ΤΟΥΣΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΎΣ ΟΙΚΙΣΜΟΎΣ

+ + «ΔΕΛΤΙΟ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ»ΤΕΥΧΟΣ 4/1977

LUDWIG MIES VAN DER ROHE(80 YEARS)

ARCHITECTURE AND «TOURISM»

VESSELS FOR LIFE ORTHE PROBLEM OF A GENUINEGREEK ARCHITECTURE

MYKONOS

+ + «BAUEN UND WOHNEN»ISSUE 5/1966

+ + «ARCHITECTURE IN GREECE»ISSUE 1/1967

+ + «ARCHITECTURE IN GREECE»ISSUE 6/1972

• «DIE GRIECHISCHEN INSELN»Koeln, 1976

ARCHITECTURE AND TRADITIONIN RELATION TO EOT'SPROGRAM ON TRADITIONALSETTLEMENTS

+ + «BULLETIN OF THE ASSOCIATIONOF ARCHITECTS»ISSUE 4/1977

ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΗΤΑΝ Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙΗ ΤΣΙΤΣΕΛΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ANN TABOROFF §AHBAZ.

THE HELP OF KAY CICELLIS AND ANN TABOROFF SAHBAZ IN THE ENGLISH TRANSLATION OF THE TEXT WAS INVALUABLE.

286